, ἡτις και τας αἱμορροϊδας ἀναστομοι . Ὑδωρ ψυχρον , ἀειζῳον , ἀνδραχνη , τριβολος χλωρος , ψυλλιον , φακος
: ῥιζαν μειζονα . ποιει δε προς ἁ και το ἀειζῳον . Κραμβη ἀγρια φυεται ὡς το πολυ ἐν παραθαλαττιοις
9999983 ὑπομενον
, ὁτι ἀναγοντος του ἡλιου το γλυκυ το καταλειπομενον και ὑπομενον ἁλμυρον εἰναι συμβαινει . . . . Δ .
; τουτο γαρ τετηρηται , ὁτι ἐπι το την τρωσιν ὑπομενον μερος γινεται ἡ πτωσις : οἱον εἰ τυχοι της
9999983 ὑπομενουσιν
Ῥωμαιων δυναμις κρειττων ἑτερας ἐστιν ὁμονοουσης : ἠ γαρ οὐχ ὑπομενουσιν ὑμας ἐπιοντας ὁμοθυμαδον ἠ δικας ὑφεξουσι της τολμης ἀξιας
διδασκων ὡς οὐκ ἀγαπησουσι Ταρκυνιοι τας οὐσιας ἀπολαβοντες οὐδ ' ὑπομενουσιν ἰδιωτην βιον ζην , ἀλλα πολεμον ἐπαξουσι Ῥωμαιοις ἀλλοεθνη
9999981 ποθουσιν
του λοφου , οὐδε νομης ἐρωσι ξενης , οὐδε λειμωνας ποθουσιν ἑτερους ποας χρειᾳ περιττοτερας : ἀποχρη δε ἀρα τα
: βουλεται δε τα συνεσκιασμενα των πραγματων ἀνακαλυπτειν τοις ἀληθειαν ποθουσιν . ” εἰτα προτερος ὁ ἀρχιοινοχοος φησιν : „
9999981 στον
. Και ταυτης μεν το πεδιον πολυ ἠ μεγι - στον , και ἐκεισε πολλοι φοινικες οἱ κατα ἀκρον κομωντες
] ? ? εκ ! ! [ [ ] ! στον φονον [ ] ! αι ἐπιτηρησας ? ? ?
9999981 ἡμενον
: Ζηνα δ ' ἐπ ' ἀκροτατης κορυφης πολυπιδακος Ἰδης ἡμενον εἰσειδε , στυγερος δε οἱ ἐπλετο θυμῳ . μερμηριξε
. ἐλπις δ ' οὐκ ἀγαθη κεχρημενον ἀνδρα κομιζει , ἡμενον ἐν λεσχῃ , τῳ μη βιος ἀρκιος εἰη .
9999981 ἀριστον
τον Αἰσωπον ἀπο του ἐργου και εἰσελθοντα ζητειν το ἐφημερον ἀριστον . ὁ δε Ἀγαθοπους λαβων τα συκα και λιμανθεις
, προσεταξε τοις αὑτου στρατιωταις προ της ἑω προσενεγκασθαι το ἀριστον . τουτο πραξας συνεβαλε τοις ἐναντιοις και τον ἀκροβολισμον
9999981 Βιον
τι δει αὐτους ποιειν , ὡς ἀν εἰσελθωσιν εἰς τον Βιον : δεικνυει δε ποιαν ὁδον αὐτους δει βαδιζειν ,
† ὁρα το κερδος μη τεκῃ σοι ζημιαν . } Βιον ποριζου παντοθεν πλην ἐκ κακων . οὐκ ἐστιν οὐδεν
9999981 παυομενον
ἠ συνεχη πυρετον καλουσι τον εἰς ἀπυρεξιαν πριν τελεως μη παυομενον , κἀν παρακμη τις αἰσθητη φαινηται . ρπζʹ .
πλειονων δυοκαιδεκα . τον μεν οὐν ἐντοϲ των δεκαδυο ὡρων παυομενον ἀκριβη τριταιον ὠνομαϲαμεν : ὁϲτιϲ δ ' ἀν ἐχοι
9999981 αὐξομενον
ἐκεινου , προσλαμβανον ἀει [ εἰς ] το ὑγρον και αὐξομενον ἐξ αὐτου . . . . . . Ζηνων
γαμβρον εἰναι , ναυλοχεοντες της Εὐβοιης ἐν Χαλκιδι ὡς ἐμαθον αὐξομενον τον χειμωνα ἠ και προ τουτου , ἐθυοντο τε
9999981 ἑαυτον
τι μ ' αὐεις ; και παραχρημα ἐτελευτησεν , ἀποπνιξας ἑαυτον . . . Ζηνων , ὡς ἠδη γερων ὠν
, και ἐπληθυνθη κατα γενος τα παντα και ὁ ἀναγνωρισας ἑαυτον ἐληλυθεν εἰς το περιουσιον ἀγαθον , ὁ δε ἀγαπησας
9999981 πενομενος
τουτων ἀξιοι των τιμων , ἀλληλοις ἰσους . ὁποτε δε πενομενος οὐδεν παρα τουτ ' ἐλαττον ἐχω των πολλα κεκτημενων
φρονησιν παντες εἰχον την ἰσην , οὐδεις ἐγιγνετ ' ἀν πενομενος πωποτε . } Οὐδεις γενομενος εὐθεως ἐστιν σοφος ,
9999980 ρον
τοπων διατεινων και ποιων το ἑωθινον του Ποντου πλευ - ρον . εἰσι δ ' ἁπαντες μεν οἱ ὀρειοι τουτων
! ! ! ! ! ! ! ] [ ] ρον αθιαττη [ ! ! ] [ ! ! ]
9999980 πραγματος
κενον , ὁπερ ἐστιν ἀδηλον , πιστουται δι ' ἐναργους πραγματος τουτο , της κινησεως : μη ὀντος γαρ κενου
ἀληθων ἀληθες , οὐ μην δια της προσεχους αἰτιας του πραγματος οὐδε δι ' ἀμεσων . παλιν ἐπι της φυσικης
9999980 πωματος
τον οἰνον ἐχοντων ἀγγειων ὁ τι περ ἀν ἐασῃς ἀνευ πωματος ὀξυνεται ῥᾳδιως , ὡσπερ γε παλιν αὐτων των πωμασθεντων
Εὐριπιδην , γραμματικωτατε , πλην δυοιν μονον , Δημητρος ἀκτης πωματος θ ' ὑδρηχοου ; ἁπερ παρεστι και πεφυχ '
9999980 διαμενουσιν
, και δια τουτο και ἀλληλοις ἀει ὁμοιοι εἰσι και διαμενουσιν ἐν τῃ φιλιᾳ : και οὐτε δεονται φαυλων οὐθ
ἐχουσιν ἐξουσιαν οἱ δεσποται βιαιως ἀπαγειν , και μεχρι τουτου διαμενουσιν ἀσινεις , μεχρι ἀν ἐπι διωρισμενοις φιλανθρωποις πεισαντες οἱ
9999980 παροντος
ἐσται αἰτιον , ἀλλ ' ὁν τροπον το δεξιον μη παροντος του προς ὁ λεγεται δεξιον οὐκ ἐστιν , οὑτω
δυναστειας , οὑς θεραπευων οὑτος διατετελεκε και οὐδε μεχρι του παροντος παυεται . εὐ γαρ ἰστε , ὁτι οὐκ ἀν
9999980 σηπομενον
ὡσπερ ἐπι πασι τοις διαφθειρομενοις σαπροτης . Ἁπαν γαρ το σηπομενον κακωδες , εἰ μη τις την ὀξυτητα λεγει του
δαπανᾳ , ὁ λαβραξ προβαινει . Τρυχομενον : δαμαζομενον , σηπομενον . ἑλῃ : λαβῃ . Ὀψε : μολις :
9999980 ποιειν
δε και ταυταις και τοις σωλησι παρεπεται το ἑψομεναις παχυν ποιειν τον ζωμον . ἑψομενοι δε το καθ ' ἑαυτους
ἀναλισκουσιν αὐτοθι του ἱερειου τα κρεα . ταυτα μεν οὑτω ποιειν νομιζουσι , του Λυκαιου δε τα προς της ἀρκτου
9999980 πλειστον
, καθα και ἐπι της ἐκτροπης δεδηλωται . κατα το πλειστον δε οἱ συνοδικην σποραν ἐχοντες ἐν πανσεληνῳ οὑτοι τελευτωσιν
γονεας ὁσιως και προς την πατριδα φιλοτιμως ἐχειν , τουτου πλειστον ἀμελειν δοξαιτ ' ἀν εἰ την παρ ' ὑμων
9999980 ξενον
. ἐναγχος δε δηπου και προς ἐμε ἐπαινων τον Ἡρακλεωτην ξενον ἐπει με ἐποιησας ἐπιθυμειν αὐτου , συνεστησας μοι αὐτον
το ἡπαρ τα καθαρτηρια μορια , ἀλλ ' ἐπειδη ὡς ξενον ἐστι το αἱμα , οὐ καθαριζεται : ἐνθεν οὐδε
9999980 φυτον
ὑαινης ὠφελει εἰς ὀξυδορκιαν . ὁτι φοβειται του στρυχνου το φυτον , ὡς λυκος την σκιλλαν . ὁτι ἐαν τις
γῃ δει φυτευειν οἰδα μητε ὁποσον βαθος ὀρυττειν † το φυτον † μητε ὁποσον πλατος μητε ὁποσον μηκος το φυτον
9999980 ἑψομενον
. Ἀγαπων τε κἀν ἑψητον ἐν τευτλοις ἑνα δια δωδεκατης ἑψομενον ἡμερας ἰδῃ . Τρεις γαρ μονους κρατηρας ἐγκεραννυω τοις
ῥᾳθυμιᾳ θεραπειας . δοκει δε καλλιστα βοηθειν τοις σπασμοις ἡλιοτροπιον ἑψομενον ἐν ὑδατι , εἰ λουοιτο ἐν τουτῳ το παιδιον
9999980 βηματος
ἁ ἐλεγες : και εἰ βουλει , παραχωρω σοι του βηματος , ἑως ἀν εἰπῃς . Ἐπειδη δε σιγᾳς ,
δε κἀκει πρεσβεων ἐκ Καρχηδονος οἱ μεν ὑπατοι προυκαθηντο ἐπι βηματος ὑψηλου , ἡγεμονων τε σφισι και χιλιαρχων παρεστωτων ,
9999980 αὐξομενος
και την χορηγιαν τῳ σφετερῳ στρατοπεδῳ . ἀει δε μαλλον αὐξομενος ἐστρατευσεν εἰς την Μηδιαν . ὁ δε ταυτης βασιλευς
και την χορηγιαν τωι σφετερωι στρατοπεδωι . ἀει δε μαλλον αὐξομενος ἐστρατευσεν εἰς την Μηδιαν . ὁ δε ταυτης βασιλευς
9999980 παροντες
φαιην , ὁτι και ὡραν φερουσιν . ἀγνοεισθων δε μη παροντες τῳ παιδι ἐς την κρισιν , εἰ ὑγιως βασανιουμεν
αὐτος και ἡ ἀκρα του Διος , εἰ μη χηνες παροντες ἐτυχον : οἱ μεν γαρ κυνες προς την ῥιφεισαν
9999980 ὑπομενοντες
. μετα δε ταυτα λιαν ἐπενηνεκται , χρονον ' ἀσχο ὑπομενοντες ἑνεκα τοιουτων οὐδ ' ὑποταττοντες ἑαυτους οὐδενι πωποτε των
τοσα , οὐκ ἐσθητος ναυς γεμιζομενας , οὐχ ἁ προτερον ὑπομενοντες διετελουμεν , βαρυτεραν των καταδρομων ἐκκαρπουμενοι την ἡσυχιαν και
9999980 ἱμερον
ὡς ἐτι μαλλον τον ἀνηνυτον και ἀδιεξιτητον ἐπιτεινεσθαι του καταλαβειν ἱμερον , Τανταλειον τιμωριαν ἐπιφερουσης της ἐπιθυμιας : ἐκεινος τε
βασιλευ , θεασῃ τας εὐειδεις ἀγελας των δελφινων , τον ἱμερον της θαλασσης , ὁν ἐπιθυμουσι παντες ὁρᾳ . μετα
9999980 ἁψαμενος
, ἐξ ἡς ἀπεθανε , και βοειου τινος ἐκ θυσιας ἁψαμενος βλαβηναι . ἠν οὐν οἱα εἰκος ἀκριβεια πολλη και
τ ' ἀν ἐπιλαβοι ' : ἐγω δ ' ἁπαξ ἁψαμενος εἰμι και φιλησας ἐν βυθῳ . ὁ μεν Ἐπιχαρμος
9999980 ἐπιτασιν
ἰριν ἑτερα ἀττα μηνυει ‖ [ τουτεστιν ] ἀνεσιν και ἐπιτασιν των ἐπιγειων , μητε της ἀνεσεως εἰς ἐκλυσιν ὑφιεμενης
στερησιν του α , ἐπι δε του πολυ κατ ' ἐπιτασιν . Ἀγυια , ἡ ὁδος , παρα το ἀγω
9999980 ιον
˘˘˘˘ˈ˘˘˘˘ – | – – – ⌊ – ] ! ιον ὑπο [ ] τροχον Ἰξιων [ ˘˘˘˘˘˘˘˘ – –
! ] α θεοις θυειν ! ! ! ! ! ιον ? προτερον [ ! ! ! ! ! !
9999980 στοματος
του αἱματος εἰς την τραχειαν ἀρτηριαν , ἀναγεται δια του στοματος , ἠ δια δυναμιν ῥηξεως γενομενης , ἠ δι
δηλουται δια του καρδιωγμου : καρδιωγμος δε ἐστιν ἡ του στοματος της γαστρος ὀδυνη τε και δηξις . καρδιαν γαρ
9999980 οὐρειν
κατα τας ἀπουρησεις , μονον , και μαλιστα ἀρχομενοι του οὐρειν και ἀποπαυομενοι , και ἐτι μαλλον δριμυτερων γενομενων των
της φορας διοιγοντος αὐτον : ἀλλως δ ' ἀδυνατον ἠν οὐρειν τῳ ἀνθρωπῳ . και ἡ ἰασις δε την δοξαν
9999980 ἀναινεται
ὁδε ὁ ἀνηρ , ὑπερ ὁτου μεν ἑτερου την ὁμιλιαν ἀναινεται ἡ θηλεια οὐκ ἐχειν σαφως εἰδεναι , τεκμαιρεσθαι δε
και εὐδιος ἀμμιν ἱκανοις μετρον ἀγων : οὐ γαρ τις ἀναινεται ἐργον ἐρωτος . παντῃ μεν κρατεεις , παντῃ δε
9999980 παθων
ἀναγκης ἐδει τους καρπους γενεσθαι , παντα δε κακιας και παθων , ὡν γυναικωδεις αἱ βλασται , φυτευσαντες : οὑ
ἐπι ταις ἀλογοις και ἀμετροις σπουδαις ἠ φυγαις τωνδε των παθων και ἀποστρεφομενη αὐτα . ὁμοιως ἡ σωφροσυνη περι δυο
9999980 καιον
παντες συν τευχεσσι και ἁρμασιν ἠδε και ἱπποις ὠκυτατοις : καιον γαρ ἀποκταμενους ἐνι χαρμῃ , δειδιοτες μη λαος ἐπιβρισειεν
εἰρηται λογον , ὁς το παν ἐκπυρωθησεται λεγων παν το καιον ἐχον καυσῃ ὁλον καυσει , και ὁ ἡλιος πυρ
9999980 παθηματος
καθαρσια ἐμβληθεντα ἐνταυθα ἀναγουσι την αἰτιαν του ἐπι τῳ ποταμῳ παθηματος . ἐστι δε ἐν τῳ Σαμικῳ σπηλαιον οὐκ ἀπωθεν
δε ἐστι το της μνημης ἐπικτητου τινος ἠ μαθηματος ἠ παθηματος , οὐτε τοις ἀπαθεσι των ὀντων οὐτε τοις μη
9999979 τιθεται
ὀνομα κυριον : εἰλεος ἡ νοσος : παλεος ὁ σκωπτης τιθεται δε και ἐπι του ἀφρονος : γαλεος το ζῳον
και ὁ ἰος γινεται : χαλκος γαρ ἐρυθρος ὑπερ τρυγος τιθεται και ἀποξυεται το ἐπιγινομενον αὐτῳ , ἐπει ἐπιφαινεται γινομενος
9999979 ὠτος
προσω φερεται το νευρον τουτο λοξον εἰς τους ὀπισω του ὠτος μυς διασπειρομενον . . . . και τοις τας
γαρ . ἐν ἀλλοις δε παλιν φησιν Ἀριστοτελης : ὁ ὠτος ἐστιν ὁμοιος τῃ γλαυκι , οὐκ ἐστι δε νυκτερινος
9999979 διαμενον
αἰτιον . το γαρ ἐθος το συνεισπορευομενον ἁμα τουτῳ και διαμενον ἐν τῃ πολει και μεχρι παντος ὀλεθριον ἐσται και
δε των στρατιωτων ἐθελο - κακον τε και ἀπροθυμον , διαμενον ἐν τοις δημοτικοις , ἐξ οὑ περι της κληρουχιας
9999979 καυματος
ἀδιψον : ὁταν γαρ μητε διψωδης ὁ καμνων ᾐ μητε καυματος αἰσθηται κατα το της κοιλιας στομα , δηλον ἐστιν
πολυ διαλειποντα , εἰ πνιγος εἰη : οὐ γαρ ἀνεχονται καυματος αἱ κυνες , ἀλλα πολλαι ἠδη διωξασαι ἀνα κρατος
9999979 θεματος
το μεσουρανημα κοσμουμενος ἐκ τουτου , κἀν ἀγαθοποιου τοπος του θεματος της νυμφης εἰς το του ἀνδρος ἐμπεσῃ γαρ μεσουρανημα
εἰ ἑσπεριος δε εἰη καλως κειμενος ὡσπερ ἐπι του προκειμενου θεματος , ἐαν δε κακως κεηται ὁ κυριος του κατα
9999979 καλλιστον
των εὐχυμων , οἱον ἐστι το γενος των ὑων : καλλιστον γαρ δη το τουτων κρεας εἰς ἡδονην τε και
βωμοι , τοις βωμοις δε τα δενδρα . το δε καλλιστον , οὐ γαρ ἐφ ' ὑψηλου καθημενος ἠ χρυσαις
9999979 πλειν
εἰς ὠμοτητα διαβαλλει των τροπων . οὐ γαρ φαινεται λαβων πλειν ἠ μνας μʹ παρα των Μιτυληναιων ὁ Κλεων μισθον
μελλω , φησι , δυσχερειας ἑξειν δι ' ὑμας μελλοντων πλειν , ὁμως αἱρουμεθα δια το συνοισον ἡμιν . .
9999979 προκαλουμενος
. ” Ἱππεας εἰς πεδιον “ προκαλῃ Σωκρατη εἰς λογους προκαλουμενος : ἐρωτα οὐν και ἀκουσῃ . Ἀλλα μοι δοκω
αὐτῳ συνεξιοντων : Σελευκος δ ' ἱππευσι πολλοις αὐτῳ προσεπελαζε προκαλουμενος . ὁ δε τοτε μεν οὐκ ἐπεξῃει , παρ
9999979 ἑωυτον
καθικνεεται , και οὐδε οὑτως , ἠν μη καμψῃ αὐτος ἑωυτον κατα τους βουβωνας , και τῳ ἑτερῳ σκελεϊ κατα
τοισι παρεουσι προσθεῃ πρηγματα μεν ἐχοντα , μητε δε ἐς ἑωυτον μητε ἐς ἀλλο τι των χρησιμων ἀναλισκοντα , μηκοτε
9999979 πατρος
ἀλλως : φιλου μοι πατρος : ὁ ἐστι συγγενους μοι πατρος υἱος . παλιν δε το κακοηθες του ἀνδρος δεικνυται
τῳ πατρι και τοις ἀδελφοις , ἀλλα και τἀδελφῳ του πατρος ” , ἐπιστραφεις και τουτους ἐν ᾡπερ ἠσαν τοπῳ
9999979 μεριστον
ἀν εἰη : ἐν ἀμερει μεν γαρ οὐδεν δυναται γινεσθαι μεριστον , ὡς φησι Τιμων , οἱον το γινεσθαι ,
τινος δει του διαιρησοντος αὐτον . Ἀναγκαιον οὐν ἀν εἰη μεριστον εἰναι το ῥυθμιζομενον γνωριμοις μερεσιν , οἱς διαιρησει τον
9999979 ἱεμενον
το τεταρτον ἀνελκων , ἀλλ ' Ὀδυσευς ἀνενευε και ἐσχεθεν ἱεμενον περ . τοις δ ' αὐτις μετεειφ ' ἱερη
τι ς ' ἐγω γε πολυν χρονον ἐνθαδ ' ἐρυξω ἱεμενον νοστοιο : νεμεσσωμαι δε και ἀλλῳ ἀνδρι ξεινοδοκῳ ,
9999979 δειματος
γεφυρης , οὐδε τοὐλαχιστον βαθος ταφρου τολμησαι ἀν , ὑπο δειματος μη πεσῃ , διελθειν , ἀλλα δι ' αὐτης
, ὡς ἠδη πλησιον ἐγενοντο , εἰς φυγην ἐτραποντο , δειματος θειου ἐμπεσοντος : οἱ δ ' ἑπομενοι τους μεν
9999979 Σον
τοποι , διατριβη , παντα ταυτα ὁτι ἀλλοτρια . ” Σον οὐν τι ; “ Χρησις φαντασιων . ταυτην ἐδειξεν
; Νη Δια ἐγωγε : κἀστιν οὑμος ἀνηρ Κινησιας . Σον ἐργον ἠδη τουτον ὀπταν και στρεφειν κἀξηπεροπευειν και φιλειν
9999979 ἰον
εἰς ἑαυτο εἰσδεχομενον ἀλλο ἀλλοθεν οὐτε αὐτο εἰς ἀλλο ποι ἰον , ἀορατον δε και ἀλλως ἀναισθητον , τουτο ὁ
. Χωνευσον οὐν τουτον και ἐπιβαλλε αὐτῳ χαλκου ἀνθος ἠ ἰον ξυστον , οἰκονομηθεντα λεγω , ἠ χαλκον κεκαυμενον λιαν
9999979 κενουμενον
μενει δε ἀφθαρτον το κοινον δικην φρεατων ἀναπληρουντων ἀει το κενουμενον . εἰτα σκεψαμενη την ἰασιν ἑτεραν ἐσκοπει προφερειν δυναμενην
κεφαλην βαρυνεται τοσουτῳ ὁκοσῳ πλειονες οἱ περιπατοι της ξυμμετριης : κενουμενον γαρ το σωμα και ἡ κεφαλη του ὑγρου φρισσει
9999979 πολλου
ὁ Πρωτευς , λεγων ὁτι : Ἐγω εἰ μη περι πολλου ἡγεομην μηδενα ξεινων κτεινειν , ὁσοι ὑπ ' ἀνεμων
ἑως ὁ των περιεστηκοτων ἐπαινος ἐπαυσατο πολυς τε και μεχρι πολλου γενομενος , λεγει προς αὐτον : Ἀλλ ' ἐγωγε
9999979 φαμενον
τις ἐσσι , τινος δ ' ἐπαγαλλεαι ἱπποις ; Ὡς φαμενον προσεειπεν Ἀχιλλεος ὀβριμος υἱος : Τιπτε μ ' ἐπισπευδοντα
ἐθ ' ὁμως ὡς το πριν ἐπισσυτα [ ] ὡς φαμενον ? ? ? Διος υἱος ἐδεχνυτο [ φωνησεν τε
9999979 ἡμενος
ἑημι , το παθητικον ἑεμαι ἡμαι , ἡ μετοχη ἑεμενος ἡμενος . ὀρχως : ὀρχος ὀρχατου διαφερει . ὀρχος γαρ
, ὡς ἠ τοι Ὀδυσευς ἠδη ἐν πατριδι γαιῃ , ἡμενος ἠ ἑρπων , ταδε πευθομενος κακα ἐργα , ἐστιν
9999979 ὑπομενοντος
πλεον ἀγριαινεται το παθος . δηλον δε , ὁτι χυσιν ὑπομενοντος του χυμου , μεγεθυνεται τα συμπτωματα . εὐ μεν
ζῳον φαγειν ἠ πιειν και ἐνεργησαι τι . το δε ὑπομενοντος εἰπε , διοτι παντων των αἰσθητηριων του ζῳου ἐκλελοιποτων
9999979 ἀρξαμενον
ἀπο της ὀψεως : ἐντευθεν γαρ και σε δοκω μεμνησθαι ἀρξαμενον λεγειν . πρωτον μεν γαρ ἐν τοις δια της
διερχεται , ἐν τουτῳ το κατα διαμετρον αὐτῳ το Η ἀρξαμενον ἀπο του Λ την ΛΝΚ περιφερειαν διερχεται και ἀνατελλει
9999979 παρουσιν
ἐν Λιβυῃ χιλιαρχουντος ἐτι , μεμνημενοι και παραβαλλοντες αὐτα τοις παρουσιν των τε ἐπεσταλμενων σφισιν ὑπο των ἐκ στρατοπεδου φιλων
ἐνετυχομεν , οὐκ ὀλιγοις δε και πρεσβευταις ἀπο της Αἰθιοπιας παρουσιν εἰς λογους ἀφικομεθα : παρ ' ὡν ἀκριβως ἑκαστα
9999978 ληψεται
του ἑαυτων μηκους μερει ὑπερεχοντες . Ὁμοιως δε τα ἑξης ληψεται παραστατας ὑπεραιροντας των μεσων το δε ὑψος ποδων θ
βλασφημος ἐσται και ἐν τοις κατα την γυναικα ἐπιψογος : ληψεται γαρ γυναικα ἀναξιαν ἑαυτου ἠ και προεσκυλμενην . οἱ
9999978 πλουτον
το γαρ περιωσια και των ὀντων λευσσεσκεν ἑκαστα και πραπιδων πλουτον και τα ἐοικοτα ἐμφαντικα μαλιστα της ἐξαιρετου και ἀκριβεστερας
ὁθεν και καταγειν ταυτην φασι τους μαγους . διδωσι δε πλουτον και τῳ ταυτην την ὡραν ἐπιτηρουντι . οὐδ '
9999978 ἐγγινονται
κενοι την γαστερα και τους ἑλμινθας . ὁτι ἀπο διψους ἐγγινονται τοις κυσι κροτωνες . ὁτι τρεις νοσους ἐχουσι κυνες
ἀνω φερεσθαι , αἱ δε ἠθικαι ἀρεται δι ' ἐθους ἐγγινονται : οὐκ ἀρα παρα φυσιν ἡμιν . ἰστεον ὁτι
9999978 ἀρτον
ἠ δυο και πολυ μαλλον ἐν ταις ἐφεξης ὁ φαγων ἀρτον τοιουτον οἰεται πηλον ἐγκεισθαι τῃ κοιλιᾳ : θερμος δ
μελλῃ ζυμωσαι , μιγνυουσης ἀλευρον και ὑδωρ και ζυμουσης τον ἀρτον . μη οὐν γινωσκοντες ἐκεινοι το που συντελει το
9999978 παθουσιν
τι ἐτι ἐν τοις λαβουσιν : ἐν δε τοις μη παθουσιν οὐκετι , ὡσπερ ἐπι του ἀερος φωτος περι αὐτον
ἐραστων μη τυχειν αἰσχρον , ὡς δια τον τροπον τουτο παθουσιν . ἐχουσι δε τιμας οἱ παρασταθεντες : ἐν τε
9999978 μον
Ὀλυμπικον σταδιον , ἀφαιρουσι δε αὐταις ἐς τον δρο - μον του σταδιου το ἑκτον μαλιστα : ταις δε νικωσαις
? , ἀσαιο ! το γαρ ! [ [ ] μον οὐκ οὐτω μ ? [ [ ] διακηται ,
9999978 παροντας
. Ἀττικος εἰς λιμενα : ἐπι των εὐτονωτερως δια τινας παροντας ἐργαζομενων . ἐπει τους Ἀθηναιους φασιν πλησιον ὀντας του
τον Σερουιλιον . γενομενης δε μηνυσεως ὑπο του Μηνυκιου τους παροντας ἐν τῳ συνεδριῳ πιστευσαντας ἀληθη τα λεγομενα εἰναι ,
9999978 σηματος
ἐναγεις καθαιροντων . Κλειδημος : ὀρυξαι βοθρυν προς ἑσπεραν του σηματος . ἐπειτα παρα τον βοθυνον προς ἑσπεραν βλεπε ,
: κεραυνου δε σκηψαντος εἰς τον ταφον ἀνεβλαστησεν ἐκ του σηματος δενδριον , ὁ ἐκεινοι κονναρον ἐπονομαζουσιν . ἐστι δε
9999978 προσερχονται
οὐκ ἀπο του ἰσου παρεσκευασαντο : ἐπειτα ᾡ μαλιστα πιστευοντες προσερχονται , ὡς προσηκον σφισιν ἀνδρειοις εἰναι , οὐ δι
τους μεν οὐν ἀλλους , ὁσοι προς τα κοινα δικαιως προσερχονται , κἀν δεδωκοτες ὠσιν εὐθυνας , την ἀειλογιαν ὁρω
9999978 γενομενου
ἐπιπεδων γωνιων ἁς ἐχουσιν αἱ ἑδραι του πολυεδρου , του γενομενου ἀριθμου το τεταρτον μερος ἐστιν ὁ ἀριθμος ὁ των
. Θορυβου δε , ὁπερ εἰκος , ἐπι τῃ γνωμῃ γενομενου δια το μη πασι τοις μερεσιν αὐτης εὐαρεστειν ἀμφοτερους
9999978 τρωματος
. Ἐπει και οἱσιν ἀν μαλιστα κατεηγεισιν , ἠ ὑπο τρωματος ἠ ἐν κνημῃ , ἠ ἐν μηρῳ , ἠ
το ἀποκεκαυλισμενον της γναθου , ἀπολειποντα ὡς δακτυλον ἀπο του τρωματος ἠ ὀλιγῳ πλεον : τουτο μεν ἐς το κατω
9999978 πειθομενον
ἀναγκην λεγῃς τον ἐρωτα , ἠ βιαν ἑλκεσθαι τον μη πειθομενον , πειθομαι ταυτα την μοιχειαν πεπληρωκεναι : ταυτα τον
αἰτησειεν , ἐμνησθη τε προς με γραμματων και εἰχεν εὐθυς πειθομενον , την μεν αἰδουμενον , σοι δε τεθαρρηκοτα .
9999978 Οὑτος
ὁ τις ἐκληρονομησεν ἐργου τε και λογου . ΜΑΓΝΟΣ . Οὑτος ἐκ μεν Ἀντιοχειας ἠν γεγονως , της ὑπερ τον
και εἰς τον θανατον τους παιδας παρα μικρον ἀγει . Οὑτος οὐν ὁ σκορπιοςκαι γαρ πτερα ἐχεικαθιπταται των πυρων ,
9999978 παθειν
μη διαθεσει πολεμικῃ . καλως θεσθαι : ἐπαινετως διοικησαι μη παθειν : ἀπο κοινου το ἐξεστι . το δε ἀγαθον
ἐς τοσουτον πηδωσι τε και σκιρτωσι δικην ἱκετων , ἐστε παθειν τι τους ἁλιεας , και οἰκτειραι μεν τον δεσμωτην
9999978 μεμφομενον
μη γελασω τον την νηα πολλοισι φορτιοισι βαπτισαντα , εἰτα μεμφομενον τῃ θαλασσῃ ὁτι κατεβυθισεν αὐτην πληρεα ; ἐγω μεν
ταυτα φησι προς τον Πολυμηστορα κοινως το γυναικειον ἁπαν φυλον μεμφομενον : συμμιξας : ἐπιμεμπτοι , ἐπιψογοι , ὑβρεως ἀξιοι
9999978 δερματος
λεπτη και ἡττον δριμεια και θερμη φλυκταινας μικρας ἐξεπιπολης του δερματος ἐγειρει , κεγχροις ἐοικυιας , και κεγχριτης ἑρπης ἐκ
ἐφημερου διαφορου λουτρου χρησιν . Ἀλλα τους ἐπι πυκνωσει του δερματος ἠ ἐπι βουβωσιν , οὐδ ' εἰ ἐν τῳ
9999978 κεισεται
ψυχην ἐν ξενων ἀφησει χερσιν , οὐκ εἰ τεθνεως ἀταφος κεισεται . τουτων γαρ ἁπαντων ἡγειται πικροτερον εἰναι το στενειν
κἀν εὐωχηται ποτε , οὐ πορρω του κρατηρος τα βελη κεισεται , καιτο συμπαν εἰπεινἐστι τα τοξα αὐτοις ὁπλα μεν
9999978 Ταὐτον
δ ' οὐκ ἐπιστημη ; Οὐκ , ἀλλα τοσουτον . Ταὐτον οὐν ἐστιν ἐπιστημῃ τε και ἀνεπιστημοσυνῃ ὑγιεινου , και
οὑτω κατω αὐτας ἐχειν ταυτα , εἰς ἁ νενευκασι . Ταὐτον οὐν και τῳ κοσμῳ συμβεβηκε , σφαιρικῳ κατα το
9999978 λεγεται
' ἀν γε καθ ' ἑκατερον κερας ὑπερβαλλωσιν , ὑπερφαλαγγειν λεγεται . Κατα βαθος δε γινεται τοπου διπλασιασμος , ὁτ
τας αἰτιας ἐχων και τας ἀρας καρπουμενος Χανααν ἐστι : λεγεται γαρ ” ἐπικαταρατος Χανααν : παις οἰκετης [ δουλος
9999978 μενωσιν
' ἡβης ἐτος , οἱ δε ὁσον ἀν χρονον ἠιθεοι μενωσιν , οἱ δε μεχρι της εἰς τα ἀρχεια τα
κρειττονος μερους ψυχης μεταβεβληκεν εἰς θηρειον φυσιν , κἀν ἐτι μενωσιν οἱ του σωματος χαρακτηρες ἀνθρωπομορφοι . την μεν οὐν
9999978 τινειν
ἀποκαειν , και τουτων χαριν οἰονται δειν αὐτοις και μισθον τινειν : και το σιαλον ἐκ του στοματος ἀποπτυουσιν ὡς
εὑρειν παρ ' αὐτῳ , ὁτε οἱ ἀλλοι φανεντες ἀχαριστοι τινειν μελλουσι δικας , ἱνα τον σωτηριον ἐλεον ἀνακερασηται τῃ
9999978 ἐστον
' ἐκ της πολεως Ἀμπρακιωται ἀφικνουνται ἐπ ' Ἰδομενην . ἐστον δε δυο λοφω ἡ Ἰδομενη ὑψηλω : τουτοιν τον
Πανυ γ ' , ἐφη . Ἠ και νευρορραφειν δυνατω ἐστον ; Και ναι μα Δια καττυειν , ἐφη .
9999978 προσκειται
εὐθεια ἡ ΑΓ τετμηται διχα κατα το Ζ σημειον , προσκειται δε αὐτῃ ἡ ΓΔ , το ἀρα ὑπο των
ὑπερ ἑαυτων ἠ των διδασκαλων δυνανται ἀπολογεισθαι . καλως δε προσκειται ἐν τῳ ὁρισμῳ το ᾑ ὀντα ἀντι του καθο
9999978 παρος
, ἐκ τε πυθεσθαι ἠε φυλασσονται νηες θοαι ὡς το παρος περ , ἠ ἠδη χειρεσσιν ὑφ ' ἡμετερῃσι δαμεντες
το γαρ τοι μεγαλα πιστευσαντ ' ἐμοι σμικροις ἀπιστειν την παρος συγχει χαριν . Οἰμοι . Το μεν νοσουντι θυμουσθαι
9999978 ξενος
Πολυχαρμος εἰπε μου τοὐνομα και Μιθριδατης ἐγνωρισε : Διονυσιου γαρ ξενος γενομενος ἐν Μιλητῳ Χαιρεου θαπτομενου παρην : πυθομενη γαρ
. ΟΡΩι ΤΩι ΠΡΩΤΩι . Εἰτα ἀλλ ' οὐκ εἰμι ξενος , φησιν , υἱος ὠν . ΛΥσεις : ὁτι
9999978 πρασιν
οἱ γαρ Φοινικες παλιγκαπηλοι . Σοφοκλης : ὠνην ἐθου και πρασιν , ὡς Φοινιξ ἀνηρ , Σιδωνιος καπηλος . και
Χαιρεου πλουν ἐπι ζητησιν της γυναικος ἁλωσιν τε αὐτου και πρασιν εἰς Καριαν μετα Πολυχαρμου του φιλου , και ὡς
9999978 ποντος
, ἡ στενη και ῥοωδης θαλασσα , ἡν γεννᾳ μεν ποντος Εὐξεινος , σχιζων τας ἠπειρους τῳ ῥευματι , διαχειται
ἰχθυων ὁμου ἐπι ποντον ὁρμωσι τον Εὐξεινον , Εὐξεινος δε ποντος ἐστιν εἰς την μεγαλην θαλασσαν περι την Μαιωτιδα λιμνην
9999978 τοιας
χρυσε , δεξιωμα καλλιστον βροτοις , ὡς οὐτε μητηρ ἡδονας τοιας ἐχει , οὐ παιδες ἀνθρωποισιν , οὐ φιλος πατηρ
τουτου μερη πραγματευονται , τουτεστι περι ἀστρων κινησεις τοιας ἠ τοιας , και διαλεγονται περι παθων , φημι δη ἐκλειψεων
9999978 τικτονται
ἐντος της δεκαδος οἱ μεν τικτουσι πολλαπλασιαζομενοι , οἱ δε τικτονται , οἱ δε και τικτουσι και τικτονται , οἱον
ἠ πυρρων . και ἐν Εὐβοιᾳ δε οἱ βοες λευκοι τικτονται σχεδον παντες , ἐνθεν τοι και ἀργιβοιον ἐκαλουν οἱ
9999978 οἰχησεται
δε νυν ἠδη καλει ! ! ! ἡ εἱμαρμενη ἐκπεσων οἰχησεται μη την γε πρωτην χαριν ἀπαρνηθεις γενῃ , τοσονδε
τεθεραπευκως και περι αὐτων διειλεγμενος . ἐαν δε ἀνῃς , οἰχησεται . πτεροεντα γουν οἱ ποιηται τα ἐπη και τα
9999978 χρωματος
Φωκεων , ὁτι ἠπατηθην , ὁρα πως ἐκβολην ἐποιησατο του χρωματος : ἐδει τοινυν μισειν τον ἀπατησοντα , ἀλλα μην
οἰησις ἑτερα : ἑτεροιωσις δε , ὁταν ἀφ ' ἑτερου χρωματος εἰς ἑτερον μεταβαλλει . ἀμορραιος ἐθνικος διαφερει Ἀμωραιου .
9999978 ἑπομενον
ὑφισταμενος , κακοποιον μεντοι , οὐχ ὁρᾳ δε και το ἑπομενον , ὁτι εἰ θεον παντως ὑποστατεον και ὑλην ,
ἀκολουθον το ἐπιφερομενον . Το μεν προτερον ἀναγκαιον ὡς ἀναγκαιως ἑπομενον εἰρηται , τουτο δε γε το δευτερον κατα το
9999978 πρατος
μερος , λογος ὁριστικος και τελος . και ὁ μεν πρατος λογος , ἡ οὐσια , πραγμα αὐθυπαρκτον και ὑφεστος
τω πρατω θεω . οὑτος γαρ και φυσει ἐστι και πρατος βασιλευς τε και δυναστας , ὁ δε γενεσει και
9999978 δερος
σφετεροισι κασιγνητοισιν ὀπασσε : βη δ ' ὁγε Μαιναλιης ἀρκτου δερος ἀμφιτομον τε δεξιτερῃ παλλων πελεκυν μεγαν : ἐντεα γαρ
. οὑτος γαρ Ἡρακλεους στρατευοντος μετα Ἰασονος ἐπι το χρυσομαλλον δερος , και το κητος ἀνελοντος , ἀπεστερησε των ὡμολογημενων
9999978 κακος
πατερ ; ὁ μοιχος οὐ κακος ; ὁ φονευς οὐ κακος , και οἱ ἀλλοι παντες ; Ἀλλ ' ὁ
ἐξαλαπαξε πολιν , χηρωσε δ ' ἀγυιας : σοι δε κακος μεν θυμος , ἀποφθινυθουσι δε λαοι . οὐδε τι
9999978 παλαιον
νοθευομενους και ἐχοντας φλεγμα μεμιγμενον ὀλιγον . Παυει πονον κεφαλης παλαιον και σκοτωματικην διαθεσιν , ἐπιληψιας παροξυσμους και ἀγρυπνιαν κοιμιζει
χυλισας μετα ὑδρομελιτος και ἰριν , οὑτως χρω , ἐλαιον παλαιον μιξας . ἀλλο . σευτλου ῥιζαν χυλισας ἐγχει εἰς
9999978 ποιευμενον
, κληθεντες δε οὑτοι εἱποντο : ἠν δε το δειπνον ποιευμενον ἐν Θηβῃσι . Ταδε δε ἠδη τα ἐπιλοιπα ἠκουον
μεγαλως . Μαθων δε ὁ Ἀμασις το ἐκ των ἀστων ποιευμενον , συγκαλεσας Αἰγυπτιους ἐξεφηνε φας ἐκ του ποδανιπτηρος τὠγαλμα
9999978 ταυτης
τε και συνταξει ἐπιστημη ὀνομα ; Εἰ δε βουλει και ταυτης , εἰκαζε μοι το λεγομενον στρατιωτῃ πλανωμενῳ και διακεχυμενῳ
του λογου εὐμενως πως ἀπελθειν , ὁδον δε τινα καλλιω ταυτης ἐπι τον λογον ἀνευρειν , συ τε προθυμου τουτο
9999978 μενων
ἠν ἀν ἐπικλεεστερος των ἀλλων , εἰ κατα το Ἀργος μενων , γην ἀγαθην ἐχων , γεωργων την γην ,
ϲαρκοϲ τε ὑποτραφειϲηϲ ϲκληροτεροϲ και ἀντιτυποϲ ὁ ὀγκοϲ ἐϲται και μενων ἐπι του αὐτου μεγεθουϲ : τοιϲ δε δια πνευματωϲιν
9999978 ἀποκειται
ἀνεμων και οὑτωϲ ἀποτιθεμεθα ἐν οἰκῳ , ἐν ᾡ οἰνοϲ ἀποκειται . βελτιον οὐν ϲκευαζειν το ϲυν τῳ μελιτι φυλαχθεν
] ἐταξα κἀκρινα ] διεκρινα , κεχωρισμενως εἰπον χρη ] ἀποκειται ὑπαρ ] φανερως κληδονας ] μαντειας δυσκριτους ] δυσγνωστους
9999978 ὑπομενοντας
ἀδικουμενους ἠ και τουτων χαριν κρισεις και ταραχας και χρεωστιας ὑπομενοντας . Ἀφροδιτη και Ἑρμης συμφωνοι : εὐομιλους γαρ και
και ἐπικινδυνοις πραγμασι , γραπτων τε και ἀργυρικων χαριν ταραχας ὑπομενοντας , πλην εὐπορουντας και πολυδαπανους ἀποτελουσι , τῳ δε
9999978 ἐγκειμενον
δε τῳ ὑδατι μαλλον ἀπολουειν . και δακτυλοις ἀποθλιβειν το ἐγκειμενον ταις ῥισιν γλισχρασμα , ἀποκαθαιρειν δε και το στομα
τοις μερισμοις χρη νοειν την μεν προτεραν προθεσιν ἐπι το ἐγκειμενον της δοτικης μετα του συνοντος ἀρθρου ἐν παραθεσει καθιστασθαι

Back