ἀναγκης ἐδει τους καρπους γενεσθαι , παντα δε κακιας και παθων , ὡν γυναικωδεις αἱ βλασται , φυτευσαντες : οὑ
ἐπι ταις ἀλογοις και ἀμετροις σπουδαις ἠ φυγαις τωνδε των παθων και ἀποστρεφομενη αὐτα . ὁμοιως ἡ σωφροσυνη περι δυο
9999993 παροντος
ἐσται αἰτιον , ἀλλ ' ὁν τροπον το δεξιον μη παροντος του προς ὁ λεγεται δεξιον οὐκ ἐστιν , οὑτω
δυναστειας , οὑς θεραπευων οὑτος διατετελεκε και οὐδε μεχρι του παροντος παυεται . εὐ γαρ ἰστε , ὁτι οὐκ ἀν
9999992 περιποιειται
, και μη χρηματων ἀλλοτριων ἀμφισβητων τον περι ψυχης ἑαυτῳ περιποιειται κινδυνον . ” οἱ λειτουργοι οὐν των ἀδικων φονων
κατορθοι τας ἑκατερωθεν ὑπερβολας και ἐλλειψεις ἀποπεμπομενος και οὑτως ἑαυτῳ περιποιειται τας κατα τας ἀρετας ἑξεις , ἠν δε συγκεχυμενον
9999992 ξενον
. ἐναγχος δε δηπου και προς ἐμε ἐπαινων τον Ἡρακλεωτην ξενον ἐπει με ἐποιησας ἐπιθυμειν αὐτου , συνεστησας μοι αὐτον
το ἡπαρ τα καθαρτηρια μορια , ἀλλ ' ἐπειδη ὡς ξενον ἐστι το αἱμα , οὐ καθαριζεται : ἐνθεν οὐδε
9999992 ἐπιστηται
ὡν ἀν ἐπιστηται τις , ἀλλα μαλλον ὡν ἀν μη ἐπιστηται ; Ἐγωγε . Οὐκουν και το βουλευεσθαι τουτο ἐδοκει
ἠ χρηματα . Κἀν ἀρα γε τις ἱππον πριαμενος μη ἐπιστηται αὐτῳ χρησθαι , ἀλλα καταπιπτων ἀπ ' αὐτου κακα
9999992 ἡμενον
: Ζηνα δ ' ἐπ ' ἀκροτατης κορυφης πολυπιδακος Ἰδης ἡμενον εἰσειδε , στυγερος δε οἱ ἐπλετο θυμῳ . μερμηριξε
. ἐλπις δ ' οὐκ ἀγαθη κεχρημενον ἀνδρα κομιζει , ἡμενον ἐν λεσχῃ , τῳ μη βιος ἀρκιος εἰη .
9999992 ἀναινεται
ὁδε ὁ ἀνηρ , ὑπερ ὁτου μεν ἑτερου την ὁμιλιαν ἀναινεται ἡ θηλεια οὐκ ἐχειν σαφως εἰδεναι , τεκμαιρεσθαι δε
και εὐδιος ἀμμιν ἱκανοις μετρον ἀγων : οὐ γαρ τις ἀναινεται ἐργον ἐρωτος . παντῃ μεν κρατεεις , παντῃ δε
9999992 προσερχονται
οὐκ ἀπο του ἰσου παρεσκευασαντο : ἐπειτα ᾡ μαλιστα πιστευοντες προσερχονται , ὡς προσηκον σφισιν ἀνδρειοις εἰναι , οὐ δι
τους μεν οὐν ἀλλους , ὁσοι προς τα κοινα δικαιως προσερχονται , κἀν δεδωκοτες ὠσιν εὐθυνας , την ἀειλογιαν ὁρω
9999991 ὑπομενον
, ὁτι ἀναγοντος του ἡλιου το γλυκυ το καταλειπομενον και ὑπομενον ἁλμυρον εἰναι συμβαινει . . . . Δ .
; τουτο γαρ τετηρηται , ὁτι ἐπι το την τρωσιν ὑπομενον μερος γινεται ἡ πτωσις : οἱον εἰ τυχοι της
9999991 ἐπισταται
πληθει πολλαι κατα μερη , και οἱ κηρυκες και οἱ ἐπισταται περιθεοντες ἠπειγον . οἱ δε σοβαρως ἀλληλοις ἐπῃεσαν μετα
πραγματος , δηλον ὁτι ταυτα ἐγνωκως και τα του ἑνος ἐπισταται , ἠτοι του προσωπου ἠ του πραγματος : ἀμφοιν
9999991 ἐπιδειται
ἠ ἐνθα : κατατασις μεν , ἐν ᾑ ὁ βραχιων ἐπιδειται : οὑτω γαρ το καμπυλον του ἀγκωνος οὐ κωλυσει
. ἁλας οὐκ ἐχει : προσενεγκ ' : ἐτ ' ἐπιδειται τινος ἑτερου : παλιν γευου συ μεχρι ἀν ἁρμοσῃ
9999991 διαμενουσιν
, και δια τουτο και ἀλληλοις ἀει ὁμοιοι εἰσι και διαμενουσιν ἐν τῃ φιλιᾳ : και οὐτε δεονται φαυλων οὐθ
ἐχουσιν ἐξουσιαν οἱ δεσποται βιαιως ἀπαγειν , και μεχρι τουτου διαμενουσιν ἀσινεις , μεχρι ἀν ἐπι διωρισμενοις φιλανθρωποις πεισαντες οἱ
9999991 ἀπεχονται
ὠφελιμον εἰναι τον ἐρωτα , βιᾳ μεν , ὁμως δε ἀπεχονται , και ἡμεις οὑτως , δια τον ἐγγεγονοτα μεν
οἱ αὐτοι δε γε οὑτοι και κλεπτειν ἐπιχειρουσι και οὐκ ἀπεχονται των ἀλλοτριων , ἀλλ ' ἐπειδαν τι ἁρπασωσιν ἠ
9999991 παυομενον
ἠ συνεχη πυρετον καλουσι τον εἰς ἀπυρεξιαν πριν τελεως μη παυομενον , κἀν παρακμη τις αἰσθητη φαινηται . ρπζʹ .
πλειονων δυοκαιδεκα . τον μεν οὐν ἐντοϲ των δεκαδυο ὡρων παυομενον ἀκριβη τριταιον ὠνομαϲαμεν : ὁϲτιϲ δ ' ἀν ἐχοι
9999991 ἐπιστωνται
οὐσαν ἱκανην παιδευειν και δια τουτο σοφωτερους ἐσομενους , ἐαν ἐπιστωνται πολεων τε και ἰδιωτων πολεμους τε και ἐχθρας και
ποιησειν : ὁταν δ ' ἐπι τουτους ὡν ἀν σαφως ἐπιστωνται ἡττους ὀντες , πασαν ὁσην ἀν ἐχωσι δυναμιν ἀγουσιν
9999991 μον
Ὀλυμπικον σταδιον , ἀφαιρουσι δε αὐταις ἐς τον δρο - μον του σταδιου το ἑκτον μαλιστα : ταις δε νικωσαις
? , ἀσαιο ! το γαρ ! [ [ ] μον οὐκ οὐτω μ ? [ [ ] διακηται ,
9999991 ἀριστον
τον Αἰσωπον ἀπο του ἐργου και εἰσελθοντα ζητειν το ἐφημερον ἀριστον . ὁ δε Ἀγαθοπους λαβων τα συκα και λιμανθεις
, προσεταξε τοις αὑτου στρατιωταις προ της ἑω προσενεγκασθαι το ἀριστον . τουτο πραξας συνεβαλε τοις ἐναντιοις και τον ἀκροβολισμον
9999991 ἱεμενον
το τεταρτον ἀνελκων , ἀλλ ' Ὀδυσευς ἀνενευε και ἐσχεθεν ἱεμενον περ . τοις δ ' αὐτις μετεειφ ' ἱερη
τι ς ' ἐγω γε πολυν χρονον ἐνθαδ ' ἐρυξω ἱεμενον νοστοιο : νεμεσσωμαι δε και ἀλλῳ ἀνδρι ξεινοδοκῳ ,
9999991 τιθεται
ὀνομα κυριον : εἰλεος ἡ νοσος : παλεος ὁ σκωπτης τιθεται δε και ἐπι του ἀφρονος : γαλεος το ζῳον
και ὁ ἰος γινεται : χαλκος γαρ ἐρυθρος ὑπερ τρυγος τιθεται και ἀποξυεται το ἐπιγινομενον αὐτῳ , ἐπει ἐπιφαινεται γινομενος
9999991 χωομενος
οἱ βοας ἐκταμεν ἡμεις . αὐτικα δ ' ἀθανατοισι μετηυδα χωομενος κηρ : Ζευ πατερ ἠδ ' ἀλλοι μακαρες θεοι
ἐξεσσυτο πατρης , οἱος Ἀρης , ὁτε μωλον ἐσερχεται αἱματοεντα χωομενος δηιοισι , μεμηνε δε οἱ μεγα θυμος , και
9999990 παρος
, ἐκ τε πυθεσθαι ἠε φυλασσονται νηες θοαι ὡς το παρος περ , ἠ ἠδη χειρεσσιν ὑφ ' ἡμετερῃσι δαμεντες
το γαρ τοι μεγαλα πιστευσαντ ' ἐμοι σμικροις ἀπιστειν την παρος συγχει χαριν . Οἰμοι . Το μεν νοσουντι θυμουσθαι
9999990 κενουμενον
μενει δε ἀφθαρτον το κοινον δικην φρεατων ἀναπληρουντων ἀει το κενουμενον . εἰτα σκεψαμενη την ἰασιν ἑτεραν ἐσκοπει προφερειν δυναμενην
κεφαλην βαρυνεται τοσουτῳ ὁκοσῳ πλειονες οἱ περιπατοι της ξυμμετριης : κενουμενον γαρ το σωμα και ἡ κεφαλη του ὑγρου φρισσει
9999990 ἀρμενον
. ἀναλογον δε προς το ἀφαιρεθησομενον μερος και το ἀφαιρουν ἀρμενον ἐστω . κεισθω δε το ἐξ οὑ ἡ ἀφαιρεσις
της ἀπολαυσεως . Λαιφος λινοειδες : βελτιον λινοϋφες : το ἀρμενον . ἠ παρα το λωπος λαφος ὡς γλωσσα γλασσα
9999990 ρον
τοπων διατεινων και ποιων το ἑωθινον του Ποντου πλευ - ρον . εἰσι δ ' ἁπαντες μεν οἱ ὀρειοι τουτων
! ! ! ! ! ! ! ] [ ] ρον αθιαττη [ ! ! ] [ ! ! ]
9999990 ὑπομενουσιν
Ῥωμαιων δυναμις κρειττων ἑτερας ἐστιν ὁμονοουσης : ἠ γαρ οὐχ ὑπομενουσιν ὑμας ἐπιοντας ὁμοθυμαδον ἠ δικας ὑφεξουσι της τολμης ἀξιας
διδασκων ὡς οὐκ ἀγαπησουσι Ταρκυνιοι τας οὐσιας ἀπολαβοντες οὐδ ' ὑπομενουσιν ἰδιωτην βιον ζην , ἀλλα πολεμον ἐπαξουσι Ῥωμαιοις ἀλλοεθνη
9999990 περικειμενον
μεχρι της κορης διηκει , κατα δε την προς τον περικειμενον ἀερα ἐπιβολην ἐντεινοντος αὐτον κωνοειδως , ὁταν ᾐ ὁμογενης
, κυματουται κατα κυκλους εἰς ἀπειρον , ἑως πληρωσῃ τον περικειμενον ἀερα , ὡς της κολυμβηθρας : της πληγεισης λιθῳ
9999990 σηπομενον
ὡσπερ ἐπι πασι τοις διαφθειρομενοις σαπροτης . Ἁπαν γαρ το σηπομενον κακωδες , εἰ μη τις την ὀξυτητα λεγει του
δαπανᾳ , ὁ λαβραξ προβαινει . Τρυχομενον : δαμαζομενον , σηπομενον . ἑλῃ : λαβῃ . Ὀψε : μολις :
9999990 διαμενον
αἰτιον . το γαρ ἐθος το συνεισπορευομενον ἁμα τουτῳ και διαμενον ἐν τῃ πολει και μεχρι παντος ὀλεθριον ἐσται και
δε των στρατιωτων ἐθελο - κακον τε και ἀπροθυμον , διαμενον ἐν τοις δημοτικοις , ἐξ οὑ περι της κληρουχιας
9999990 παροντες
φαιην , ὁτι και ὡραν φερουσιν . ἀγνοεισθων δε μη παροντες τῳ παιδι ἐς την κρισιν , εἰ ὑγιως βασανιουμεν
αὐτος και ἡ ἀκρα του Διος , εἰ μη χηνες παροντες ἐτυχον : οἱ μεν γαρ κυνες προς την ῥιφεισαν
9999990 ἀρεται
δ ' ἀνθρωποι ταυτα εὐχονται και διωκουσι , τουτεστιν αἱ ἀρεται ἐπ ' αὐτοις εἰσιν οὐχι τοις θεοις δουναι μονοις
του λογισμου ἐπικρατεια και ἐπιστασια διδωσι . δια ταυτα αἱ ἀρεται περι παθη και πραξεις καταγινεσθαι λεγονται , ὡς ἑξεις
9999990 μετρουμενος
: και ὁ ἐλαχιστος ἀρα ὑπο των Α , Β μετρουμενος τον Ζ μετρησει . ἐλαχιστος δε ὑπο των Α
Ρ μετρησει . ἐλαχιστος δε ὑπο των Β , Γ μετρουμενος ἐστιν ὁ Η : ὁ Η ἀρα τον Ρ
9999990 παρουσιν
ἐν Λιβυῃ χιλιαρχουντος ἐτι , μεμνημενοι και παραβαλλοντες αὐτα τοις παρουσιν των τε ἐπεσταλμενων σφισιν ὑπο των ἐκ στρατοπεδου φιλων
ἐνετυχομεν , οὐκ ὀλιγοις δε και πρεσβευταις ἀπο της Αἰθιοπιας παρουσιν εἰς λογους ἀφικομεθα : παρ ' ὡν ἀκριβως ἑκαστα
9999990 προκαλουμενος
. ” Ἱππεας εἰς πεδιον “ προκαλῃ Σωκρατη εἰς λογους προκαλουμενος : ἐρωτα οὐν και ἀκουσῃ . Ἀλλα μοι δοκω
αὐτῳ συνεξιοντων : Σελευκος δ ' ἱππευσι πολλοις αὐτῳ προσεπελαζε προκαλουμενος . ὁ δε τοτε μεν οὐκ ἐπεξῃει , παρ
9999990 προηγουμενον
τουτο ἠδη ἐμον ἐργον ἐστιν . οὑτως τοινυν το μεν προηγουμενον και ἐπι του βιου ἐργον ἐκεινο : διελε τα
κεφαλαια . και ἐστιν αὐτων το συμφερον ἐξεταζομενον και το προηγουμενον μερος , ποτερον χρη μενειν ἐν Ὀλυνθῳ την δυναμιν
9999990 διανοειται
προβεβληται . τι δη μελλεις , ἀλλ ' οὐχ ἁ διανοειται δραν ὑποτεμνεις ; μεγα τοις ἐπιθεμενοις αἱ των ἐπιβουλευομενων
χωρας , του σωματος , και των οἰκητορων αὐτης ἐξελειν διανοειται , χαλεπωτατον και βαρυτατον ἀχθος ἡγουμενος ὁρατικην διανοιαν προς
9999990 ἐκεινος
τι των κατα τους ἀγωνιστας πολυπραγμονει , ὁ δε κακος ἐκεινος και ἀναθλος ἀνταγωνιστης ἀπογνους την ἐκ του ταχους ἐλπιδα
αὐτῃ ἑκατερα ἀποδοσις , εἰτε βουλοιτο τις λεγειν τοσουτῳ θαυμαστοτερος ἐκεινος παρα πασι νομιζεται εἰτε βουλοιτο λεγειν τοσουτῳ πλειονα ὑμεις
9999990 πενομενος
τουτων ἀξιοι των τιμων , ἀλληλοις ἰσους . ὁποτε δε πενομενος οὐδεν παρα τουτ ' ἐλαττον ἐχω των πολλα κεκτημενων
φρονησιν παντες εἰχον την ἰσην , οὐδεις ἐγιγνετ ' ἀν πενομενος πωποτε . } Οὐδεις γενομενος εὐθεως ἐστιν σοφος ,
9999990 πωλειται
ἐν Παντοδαπῃ ἱστοριᾳ , μεταξυ λεγων παρῳδησεν εἰς αὐτον : πωλειται τις δευρο γερων ἁλιος νημερτης , Μεντορι εἰδομενος ἠμεν
τα ὠτια , ἀπεκρινατο : Ἱνα μη ἀκουσασα , ὁτι πωλειται , φυγῃ . Ἀβδηριτης τον πατερα τελευτησαντα κατα τον
9999990 προηγουμενος
. . Παρθενου κε # βο μα # δʹ ὁ προηγουμενος αὐτων . . . . . . . .
τον Λεοντα ἀμορφωτοι . των ὑπερ τον νωτον β ὁ προηγουμενος . . . . . . . . .
9999990 παθειν
μη διαθεσει πολεμικῃ . καλως θεσθαι : ἐπαινετως διοικησαι μη παθειν : ἀπο κοινου το ἐξεστι . το δε ἀγαθον
ἐς τοσουτον πηδωσι τε και σκιρτωσι δικην ἱκετων , ἐστε παθειν τι τους ἁλιεας , και οἰκτειραι μεν τον δεσμωτην
9999990 γενομενου
ἐπιπεδων γωνιων ἁς ἐχουσιν αἱ ἑδραι του πολυεδρου , του γενομενου ἀριθμου το τεταρτον μερος ἐστιν ὁ ἀριθμος ὁ των
. Θορυβου δε , ὁπερ εἰκος , ἐπι τῃ γνωμῃ γενομενου δια το μη πασι τοις μερεσιν αὐτης εὐαρεστειν ἀμφοτερους
9999990 πειραται
μερος οἱ μεν ἀλλοι σχεδον ἀπολειπουσιν , Ἐ . δε πειραται και ταυτας ἀναγειν εἰς την ὁμοιοτητα . Ἐ .
ἐστιν , ἐοικε δε φιλιᾳ . και γαρ ὁ φιλος πειραται μεν ἡδυς εἰναι τῳ φιλῳ , ἀν μεντοι βλαβερον
9999990 ᾀδομενον
. ἐξειργασμενον ] τετελεσμενον . αἰειμ . ] † ἀει ᾀδομενον ἠ λεχθησομενον . Σουσων ] των . ἐκεινως '
και οὑτος ἀγγελλῃ τουτο δη το περι σου παρα πολλων ᾀδομενον , ὡς οὐδεις σοι παραπλησιος . Νυν ἐδει τους
9999990 ζειας
της πολεως εἰναι ταυτας σωτηρας . κυαμους , ἀφακην , ζειας , αἰρας , ἀκεαννους . ὠ ξανθοτατοις βοτρυχοισι κομων
και τεχνῃ και κατα φυσιν : οἱον ἐπι τιφης και ζειας περιπλαττομενοις πυροις , ὡσπερ και ὁσα των σπερματων ἠ
9999990 παλαιας
ἐν Ἰφιγενειᾳ τῃ ἐν Ταυροις [ ] εἰρηται : ἐλθων παλαιας χοιραδος : χοιρας πασα πετρα ἐξεχουσα και περικλυζομενη θαλασσῃ
και μεσην λεγομενην Ἀκαδημειαν οὐ πανυ προσιεμενος , ἐξηρτητο της παλαιας , και διετελει θαυμαζων μεν Ἀντιοχον τον Ἀσκαλωνιτην ,
9999990 ἡμενος
ἑημι , το παθητικον ἑεμαι ἡμαι , ἡ μετοχη ἑεμενος ἡμενος . ὀρχως : ὀρχος ὀρχατου διαφερει . ὀρχος γαρ
, ὡς ἠ τοι Ὀδυσευς ἠδη ἐν πατριδι γαιῃ , ἡμενος ἠ ἑρπων , ταδε πευθομενος κακα ἐργα , ἐστιν
9999990 ἀρξαμενον
ἀπο της ὀψεως : ἐντευθεν γαρ και σε δοκω μεμνησθαι ἀρξαμενον λεγειν . πρωτον μεν γαρ ἐν τοις δια της
διερχεται , ἐν τουτῳ το κατα διαμετρον αὐτῳ το Η ἀρξαμενον ἀπο του Λ την ΛΝΚ περιφερειαν διερχεται και ἀνατελλει
9999990 φαμενον
τις ἐσσι , τινος δ ' ἐπαγαλλεαι ἱπποις ; Ὡς φαμενον προσεειπεν Ἀχιλλεος ὀβριμος υἱος : Τιπτε μ ' ἐπισπευδοντα
ἐθ ' ὁμως ὡς το πριν ἐπισσυτα [ ] ὡς φαμενον ? ? ? Διος υἱος ἐδεχνυτο [ φωνησεν τε
9999990 πατρος
ἀλλως : φιλου μοι πατρος : ὁ ἐστι συγγενους μοι πατρος υἱος . παλιν δε το κακοηθες του ἀνδρος δεικνυται
τῳ πατρι και τοις ἀδελφοις , ἀλλα και τἀδελφῳ του πατρος ” , ἐπιστραφεις και τουτους ἐν ᾡπερ ἠσαν τοπῳ
9999990 παλαιον
νοθευομενους και ἐχοντας φλεγμα μεμιγμενον ὀλιγον . Παυει πονον κεφαλης παλαιον και σκοτωματικην διαθεσιν , ἐπιληψιας παροξυσμους και ἀγρυπνιαν κοιμιζει
χυλισας μετα ὑδρομελιτος και ἰριν , οὑτως χρω , ἐλαιον παλαιον μιξας . ἀλλο . σευτλου ῥιζαν χυλισας ἐγχει εἰς
9999990 παλλων
, οἱον ἐρχεται ἐχων γυναικος καλλος οὐ φατον λεγειν , παλλων κεραυνον , πτεροφορον Διος βελος . Ὀσμη δ '
που πολιας ποντου θινος ἐφημενος , γελᾳ μου , χερι παλλων ταν ἐμαν μελεου τροφαν , ταν οὐδεις ποτ '
9999990 συντασσονται
μετα , ὑπερ , ὑπο . πτωσεσι δε ταις πλαγιοις συντασσονται ἑξ αἱδε , ἀμφι , ἐπι , προς ,
ἐπεξεργασασθαι τε την αἰτιαν οὑτως ἐχουσαν . . Αἱ πλαγιαι συντασσονται ταις εὐθειαις μεταξυ πιπτοντος ῥηματος , οὑ τα της
9999990 μενους
ἐγιγνωσκε και αὑτον ὑπαιτιον τῃ ἐπιτιμησει . και ὁμως ὑπο μενους τε του ἐν ταις μαχαις και του ἐρωτος της
: και καταλαβομενοι το στρατοπεδον ὀλιγους μεν τινας ἀμυνο - μενους ἀπεκτειναν , τους δε πλειους ἐν τῳ διωγμῳ διεφθειραν
9999990 ἐκτεινεται
, α ι υ . διχρονα δε λεγεται , ἐπει ἐκτεινεται και ϲυϲτελλεται . Προτακτικα φωνηεντα πεντε : α ε
και τα δικτυα παντοθεν ὡσανει πολις εὐθυς ἐπι των ὑδατων ἐκτεινεται : πυλαι τοις δικτυοις εἰσι και φυλακες των πυλων
9999990 παχειας
Μονορριζοτατον δε τουτων παντων το λαπαθον : οὐ γαρ ἐχει παχειας ἀποφυσεις ἀλλα τας λεπτας : βαθυρριζοτατον δε παντων ,
' ἀρχας ἀνιοντι , και οὑτως ἠδη δια των της παχειας μηνιγγος τρηματων εἰς τον ἐγκεφαλον ἐδυ . τι δη
9999990 ἑψομενον
. Ἀγαπων τε κἀν ἑψητον ἐν τευτλοις ἑνα δια δωδεκατης ἑψομενον ἡμερας ἰδῃ . Τρεις γαρ μονους κρατηρας ἐγκεραννυω τοις
ῥᾳθυμιᾳ θεραπειας . δοκει δε καλλιστα βοηθειν τοις σπασμοις ἡλιοτροπιον ἑψομενον ἐν ὑδατι , εἰ λουοιτο ἐν τουτῳ το παιδιον
9999990 αὐξομενον
ἐκεινου , προσλαμβανον ἀει [ εἰς ] το ὑγρον και αὐξομενον ἐξ αὐτου . . . . . . Ζηνων
γαμβρον εἰναι , ναυλοχεοντες της Εὐβοιης ἐν Χαλκιδι ὡς ἐμαθον αὐξομενον τον χειμωνα ἠ και προ τουτου , ἐθυοντο τε
9999990 προσιεται
ἀλωπεκα ἐμεμφετο αὐτην , ὁτι φιλην αὐτῃ γενεσθαι θελουσαν οὐ προσιεται . κἀκεινη ὑποτυχουσα εἰπεν : ” ἀλλ ' ἐμε
ἠδη πιομενη , δεχεται δε και στατηρα και τριωβολον , προσιεται δε και γεροντα και νεον : οὑτω δε τιθασος
9999990 ποθουσιν
του λοφου , οὐδε νομης ἐρωσι ξενης , οὐδε λειμωνας ποθουσιν ἑτερους ποας χρειᾳ περιττοτερας : ἀποχρη δε ἀρα τα
: βουλεται δε τα συνεσκιασμενα των πραγματων ἀνακαλυπτειν τοις ἀληθειαν ποθουσιν . ” εἰτα προτερος ὁ ἀρχιοινοχοος φησιν : „
9999990 καταγινονται
των αἰσθητων πραγματων : παλιν δε ἡνικα περι τα αἰσθητα καταγινονται , οὐ δυνανται ἐπιμελεισθαι της ἑαυτων τελειοτητος . ὁ
δε νυν φιλοσοφοι ἀφεντες τον πρωτον τοπον και τον δευτερον καταγινονται περι τον τριτον : μεταπιπτοντας , ἠρωτησθαι περαινοντας ,
9999990 προσδεχεται
, καρτερει , ὑπομενει . ἀποστεγει ] ἀποδιωκει , οὐ προσδεχεται . ἀποστεγει ] καρτερει . ἀποστεγει ] κωλυει .
τον χρυσον , ἐπει δε διπλασιον εἰσεπεμψεν , ὁμολογει και προσδεχεται τον λογον . ὁ δε Κεφαλος ὁτε αὐτην ἐγνω
9999990 καυματος
ἀδιψον : ὁταν γαρ μητε διψωδης ὁ καμνων ᾐ μητε καυματος αἰσθηται κατα το της κοιλιας στομα , δηλον ἐστιν
πολυ διαλειποντα , εἰ πνιγος εἰη : οὐ γαρ ἀνεχονται καυματος αἱ κυνες , ἀλλα πολλαι ἠδη διωξασαι ἀνα κρατος
9999990 πλειστον
, καθα και ἐπι της ἐκτροπης δεδηλωται . κατα το πλειστον δε οἱ συνοδικην σποραν ἐχοντες ἐν πανσεληνῳ οὑτοι τελευτωσιν
γονεας ὁσιως και προς την πατριδα φιλοτιμως ἐχειν , τουτου πλειστον ἀμελειν δοξαιτ ' ἀν εἰ την παρ ' ὑμων
9999990 τικτονται
ἐντος της δεκαδος οἱ μεν τικτουσι πολλαπλασιαζομενοι , οἱ δε τικτονται , οἱ δε και τικτουσι και τικτονται , οἱον
ἠ πυρρων . και ἐν Εὐβοιᾳ δε οἱ βοες λευκοι τικτονται σχεδον παντες , ἐνθεν τοι και ἀργιβοιον ἐκαλουν οἱ
9999990 πρατος
μερος , λογος ὁριστικος και τελος . και ὁ μεν πρατος λογος , ἡ οὐσια , πραγμα αὐθυπαρκτον και ὑφεστος
τω πρατω θεω . οὑτος γαρ και φυσει ἐστι και πρατος βασιλευς τε και δυναστας , ὁ δε γενεσει και
9999990 διακεινται
προς τε τους ἀλλους ἀνθρωπους και τἀλλα ἀνθρωπινα πραγματα ὁμοιως διακεινται , και οὐτε ὡν δεονται ἰσασιν οὐτε ὁ τι
, και τους ἐπι των ἀσθενουντων λεγοντας , ὁτι κομψοτερον διακεινται , μεμφονται . ἀλλα Πλατων Πολιτειας τεταρτῳ Κομψους οὐ
9999990 παθουσιν
τι ἐτι ἐν τοις λαβουσιν : ἐν δε τοις μη παθουσιν οὐκετι , ὡσπερ ἐπι του ἀερος φωτος περι αὐτον
ἐραστων μη τυχειν αἰσχρον , ὡς δια τον τροπον τουτο παθουσιν . ἐχουσι δε τιμας οἱ παρασταθεντες : ἐν τε
9999990 περικειμενος
ἐσελθειν ἐβιαζετο , βραχυ και συνηθες ἐπι του ζωστηρος ἐγχειριδιον περικειμενος . κωλυομενος δ ' ἠγανακτει και χρειαν τινα ἐπειγειν
ἐκθεσει . ἀφ ' ἡς ἐξῃει χλαμυδα λαμπραν ἐπισυρων και περικειμενος δακτυλιον χρυσιου ἐγγεγλυμμενην ἐχοντα την Μιθριδατου εἰκονα : προεπομπευον
9999990 ἑαυτον
τι μ ' αὐεις ; και παραχρημα ἐτελευτησεν , ἀποπνιξας ἑαυτον . . . Ζηνων , ὡς ἠδη γερων ὠν
, και ἐπληθυνθη κατα γενος τα παντα και ὁ ἀναγνωρισας ἑαυτον ἐληλυθεν εἰς το περιουσιον ἀγαθον , ὁ δε ἀγαπησας
9999990 Βιον
τι δει αὐτους ποιειν , ὡς ἀν εἰσελθωσιν εἰς τον Βιον : δεικνυει δε ποιαν ὁδον αὐτους δει βαδιζειν ,
† ὁρα το κερδος μη τεκῃ σοι ζημιαν . } Βιον ποριζου παντοθεν πλην ἐκ κακων . οὐκ ἐστιν οὐδεν
9999990 ἀναδεχονται
αὐτῳ . Αἱ δη παρηγμεναι ἀντωνυμιαι συνταξιν μεν ἐπιρρηματικην οὐδεποτε ἀναδεχονται , ὁσας δε συνταξεις ἀναδεχονται αἱ γενικαι , ταυτας
ἐκδεξασθαι , καθο οὐ ποτε οἱ συνδεσμοι την α στερησιν ἀναδεχονται , ἐστι δε το ἀεκητι ἐν στερησει του ἑκητι
9999990 παντεσσιν
προς την ἱστοριαν , και ἐπει μεταγραφουσι τινες Αἰνειω γενεη παντεσσιν ἀναξει , ὡς προθεσπιζοντος του ποιητου την Ῥωμαιων ἀρχην
των πονων ἀποστῃ . . . . νυν γαρ δη παντεσσιν ἐπι ξυρου ἱσταται ἀκμης : ἡ διπλη ὁτι ἀντι
9999990 προκειμενον
του συλλογισμου , ἡ δε προς το ῥητον γινεται το προκειμενον : διαφερει δε και τῳ ὀνοματι : ἡ μεν
τῳ ι γραφεται , τον αὐτον δη τροπον και το προκειμενον σχημα ἠν το αὐτο παθος ἀναδεδεγμενον , ἀφ '
9999990 παροξυνεται
ὀλυρα : ἠ ἐκτεινοντα το Α συστελλει το Υ και παροξυνεται : Ἐφυρα πορφυρα : σεσημειωται το κολλυρα τας δυο
του εἰρην . Τα εἰς ΡΗΝ καθαρον τῳ Ε παραληγοντα παροξυνεται , οἱον : ἐρην τερην Θερην περην . Τα
9999989 παροντας
. Ἀττικος εἰς λιμενα : ἐπι των εὐτονωτερως δια τινας παροντας ἐργαζομενων . ἐπει τους Ἀθηναιους φασιν πλησιον ὀντας του
τον Σερουιλιον . γενομενης δε μηνυσεως ὑπο του Μηνυκιου τους παροντας ἐν τῳ συνεδριῳ πιστευσαντας ἀληθη τα λεγομενα εἰναι ,
9999989 καιον
παντες συν τευχεσσι και ἁρμασιν ἠδε και ἱπποις ὠκυτατοις : καιον γαρ ἀποκταμενους ἐνι χαρμῃ , δειδιοτες μη λαος ἐπιβρισειεν
εἰρηται λογον , ὁς το παν ἐκπυρωθησεται λεγων παν το καιον ἐχον καυσῃ ὁλον καυσει , και ὁ ἡλιος πυρ
9999989 καλεομενον
νυν μεγιστον αὐτων τεμενος και ὀνομαστοτατον ἐον και χρησιμωτατον , καλεομενον δε Ἑλληνιον , αἱδε πολιες εἰσι αἱ ἱδρυμεναι κοινῃ
πληθεϊ πολλῳ προσφερομενους ἐξανεχωρησαν δεισαντες προς το ὀρος το Τμωλον καλεομενον , ἐνθευτεν δε ὑπο νυκτα ἀπαλλασσοντο ἐπι τας νεας
9999989 μετρουμενον
συνειναι ἀλλως , οὐκ ἀτοπος της δηλωσεως . Το οὐν μετρουμενον ὑπο της περιφοραςτουτο δε ἐστι το δηλουμενονὁ χρονος ἐσται
δυναμιν , και τον ἐπ ' αὐτῳ δε οὐχ ἡκιστα μετρουμενον ἑβδοματικον ἀριθμον . κατα τουτον γαρ τον σχηματισμον ὁρωμεν
9999989 ἐπιπονον
τα νομιμα ἀναδιδαχθηναι : ἡδυ μεν γαρ το ἀδικειν , ἐπιπονον δε το δικαιοπραγειν : τουτο δε ἐστιν ὁ ἀψευδεστατος
ἐαν ἐνδεης ἐστι περι την τροφην και βιον ἀγρυπνον και ἐπιπονον και φροντιστικον και φιλοταλαιπωρον ζῃ , γινωσκε ἐπι κακοηθειᾳ
9999989 πονον
Θεοκλος προς Ἀριστομενην εἰπε : τι ματην τονδε ἐχεις τον πονον ; ἁλωναι Μεσσηνην παντως ἐστι πεπρωμενον , συμφοραν δε
μαλιστα ἐν ταις καχεξιαις , και τοις μεν πλειστοις παρεχειν πονον , ἐνιοις δε και μη παρεχειν , και μαλιστα
9999989 περιεχεται
δυο ὁρων περιεχεται ἠγουν δυο περατα ἐχει , ἐξ ὡν περιεχεται : και γαρ και το μηκος ἐνθεν και ἐνθεν
, και ἐφ ' ὡν πληθος περιττωματων ἐν τῳ θωρακι περιεχεται . διο δει μετα πολλης ἀκριβειας και διαγνωσεως αὐτην
9999989 κλινονται
ἐπ ' εὐθειας , ἐκεινα ἐξ ἀναγκης δια του τος κλινονται . Ὁσα δε συνθετα εἰσιν ἀπο οὐδετερων ὀνοματων ληγοντων
μεν περισπωνται ἀποβολῃ του ς ποιουσι την γενικην και ἰσοσυλλαβως κλινονται , εἰ δε ὀξυνονται περιττοσυλλαβως κλινονται . Των μεν
9999989 ἐπικεινται
δ ' ἐκ των ἀριστερων , ὀρθιοι κατα το μηκος ἐπικεινται πεφυκοτες ἐκ των ταπεινων πλευρων του λαβδοειδους . ἀνασπωσιν
τῳ φρεατι . ἐπι τουτῳ τα σχοινια και οἱ χοες ἐπικεινται κατα μερος συνδεδεμενοι . ἀλλ ' ὀξυτατη μεν ἡ
9999989 ἐπικειται
Ἐν δε τῳ μεταξυ χωρῳ τουτῳ ἡ τε Πλατεα νησος ἐπικειται , την ἐκτισαν οἱ Κυρηναιοι , και ἐν τῃ
. Τῃ δε Ἀχολλῃ και τῃ Ἀλιποτῃ και τῃ Κιδιφθῃ ἐπικειται Κερκινα ἡ νησος , ἀπεχουσα σταδιους ρκʹ . Ἀπο
9999989 ὑπερκεινται
Ἀπολλωνιατις δε ὑστερον προσαγορευθεισα . ἀπο των ἀρκτων δ ' ὑπερκεινται ἀμφοιν προς ἑω Ἐλυμαιοι τε και Παραιτακηνοι , λῃστρικοι
Ταπουρεοι : των δε Ἀναρεων ὀρων και του Ἀσκαταγκα ὀρους ὑπερκεινται οἱ ὁμωνυμοι Σκυθαι , Ἀναρεοι μεν ὑπο τους Ἀλανορσους
9999989 ἁπτομενος
πας ἀνηρ πανταχοθεν ἐπι ταὐτο θει , ὁ μεν γης ἁπτομενος , ὁ δε περι θαλατταν πραγματευομενος , ὁ δε
, την ἐφεσιν , τους δευτερους ἀγωνας ὁσα τε ἐκακουργηθης ἁπτομενος θρονου και την του δοξαντος κρατειν ἐν τοις γαμοις
9999989 εἰσαγεται
ἐσκωψαν χαριεντως προς ἀλληλους . και παρα τοις ἀσωτοις μνηστηρσιν εἰσαγεται ὁ πτωχος Ἰρος , τῳ γενναιοτατῳ Ὀδυσσει ἐριζων εἰς
. ἐπειτα και ἀει ὁ χορος ἐν προσωπῳ του ποιητου εἰσαγεται τῳ δικαιῳ προστιθεμενος : παροσον γυνη γυναικι πεφυκεν ἐπικουρος
9999989 μενων
ἠν ἀν ἐπικλεεστερος των ἀλλων , εἰ κατα το Ἀργος μενων , γην ἀγαθην ἐχων , γεωργων την γην ,
ϲαρκοϲ τε ὑποτραφειϲηϲ ϲκληροτεροϲ και ἀντιτυποϲ ὁ ὀγκοϲ ἐϲται και μενων ἐπι του αὐτου μεγεθουϲ : τοιϲ δε δια πνευματωϲιν
9999989 καταγονται
Λυγρον : κακον , οἰκτρον . Χερσον : γην . καταγονται : κατερχονται . Δυστηνοιο : ἀθλιου . Ἐδαην :
ὁλης πολεως ξενος , παρ ' ᾡ και οἱ πρεσβεις καταγονται , και προσαγει τας πρεσβειας οὑτος προς το δημοσιον
9999989 ἀναφερονται
την ἐπιδεσιν αἱ ἀρχαι των ὠτων ὑπερ κεφαλης του πασχοντος ἀναφερονται και ἀποδιδονται ἠ προς κρατημα ἠ προς ἀνατασιν .
των παρα ἀνθρωποις πρακτων ἀγαθων , προς ὁ τα λοιπα ἀναφερονται και τις ἡ δυναμις ἡς τελος τουτο ἐστι .
9999989 ἱεμενος
κοιμασθαι . ἐπαυλιζεσθαι . ἰαχειν : βοαν . ἠχειν . ἱεμενος : προθυμουμενος . ὀρεγομενος . ἰθι : πορευου .
διαρθρων την ὀπα , και ἱππος ἐστιν ὁ τοις ποσιν ἱεμενος ἠ ἱπταμενος . ἀλλ ' εἰ και ταὐτον οὑτοι
9999989 προορωμενος
γαρ σπευδεις παθει μαλλον ἠ λογισμῳ , μηδεν των μελλοντων προορωμενος . μονος και ξενος εἰς πολιν ἀπερχῃ την μεγιστην
Μαρκιον και Γναιον Μαλλιον . ἐπι δε τουτων Φιλομηλος μεν προορωμενος το μεγεθος του πολεμου μισθοφορων τε πληθος ἠθροιζε ,
9999989 τομον
Κυζικηνος ἐν βʹ Ἑλληνικων γραφων οὑτως : ὁ δε Κοδρος τομον ἀρτου τον καλουμενον θρονον λαμβανει και κρεας και τῳ
οὑς Ἀμμενεμης ἐτη , ιϚʹ . Μεχρι τουδε τον πρωτον τομον καταγηοχε Μανεθω . Ὁμου βασιλεις ρϘβʹ , ἐτη ͵βτʹ
9999989 μενομεν
ἠτοι τωι γηραι . ἀρωγης ] βοηθειας . μιμνομεν ] μενομεν ἐνταυθα . ἰσχυν ] δυναμιν , ὑπηρεσιαν . ἰσοπαιδα
, οὐ δια παντος δε : και γαρ μη τρεχοντες μενομεν οἱ αὐτοι και ἡσυχαζοντες , και ἐπι των ἀλλων
9999989 καταγινεται
αὐτου και των ὑποκειμενων ἑκαστον , περι ἁ ᾑ ἀνθρωπος καταγινεται . πασαι μεν γαρ αἱ τεχναι ἀνθρωπου εἰσιν ,
ἀν μελος ἀπετελειτο . ἡ δε γεωμετρια περι ἀκινητον μεγεθος καταγινεται και περι τα σχηματα της γης , ἡ δε
9999989 μεμφομενον
μη γελασω τον την νηα πολλοισι φορτιοισι βαπτισαντα , εἰτα μεμφομενον τῃ θαλασσῃ ὁτι κατεβυθισεν αὐτην πληρεα ; ἐγω μεν
ταυτα φησι προς τον Πολυμηστορα κοινως το γυναικειον ἁπαν φυλον μεμφομενον : συμμιξας : ἐπιμεμπτοι , ἐπιψογοι , ὑβρεως ἀξιοι
9999989 μενειν
Εὐρωπην . οἱ δ ' Ἀθηναιοι μετανοησαντες εἰς τοὐναντιον παλιν μενειν συνεβουλευον , λεγοντες ὁτι κἀν μηδεις αὐτοις των ἀλλων
τουτον ἐξαλλαγμασι πολλοις ὑπαγομενος πειθει την οἰκιαν ἀπολιποντα συν αὐτῳ μενειν . χρονου δε προϊοντος ὡς πολεμιων τις ἐφοδος προσηγγελη
9999989 καταφερονται
ὡς τυλοις ἀποδιδονται : της δε διπλης καιριας αἱ ἀρχαι καταφερονται και ἀποδιδονται ἀκινητῳ τινι προς κρατημα , ὁτε λοιπον
. Οὑτοι μεν οὐν ἐκ των Φωκικων ὀρων οἱ ποταμοι καταφερονται , ὡν ὁ Κηφισσος ἐκ Λιλαιας Φωκικης πολεως την
9999989 δειματος
γεφυρης , οὐδε τοὐλαχιστον βαθος ταφρου τολμησαι ἀν , ὑπο δειματος μη πεσῃ , διελθειν , ἀλλα δι ' αὐτης
, ὡς ἠδη πλησιον ἐγενοντο , εἰς φυγην ἐτραποντο , δειματος θειου ἐμπεσοντος : οἱ δ ' ἑπομενοι τους μεν
9999989 εὐχονται
. και οἱ Ἐρωτες δε ἀπαρχονται των μηλων και περιεστωτες εὐχονται καλον αὐτοις εἰναι τον κηπον . Ἡ μεν στρατια
γαρ το μερος το ἀπο του πατρος ἐκ του Διος εὐχονται εἰναι , ἀντι του μετα του σεμνυνεσθαι λεγουσιν οἱ
9999989 ἐπισημαινεται
ἐλαβεν ὁ Ἀριστοτελης ὁπερ ἐκεινοι οὐ συγχωρουσιν , αὐτο τουτο ἐπισημαινεται ὁ φιλοσοφος λεγων ὁτι ἀλλ ' ἰσως φαιεν ἀν
ὁν Ζευς ἐν Ῥοδῳ χρυσον ὑσε , δια της ἱστοριας ἐπισημαινεται και φησιν ὁτι ἡνικα ὁ Ζευς διαιρεθεισης αὐτου της

Back