καθεύδειν ἐν στρωμναῖς κεκοσμημέναις ἁβρῶς , ὅπερ ἐστὶ τέρψις καὶ χλιδὴ τῆς νέας ἡλικίας , ἤγουν τὸ τέρπεσθαι ὡς νέαι | ||
καὶ ἡμιόνων . χήτει : στερήσει : ἐνδεία σπάνει : χλιδὴ καὶ χλιδανὸν τὸ τροφερόν . παρὰ τὸ χῶ ῥῆμα |
. . εὐανθὴς γλῶσσα ἡ ἄκρως ἠττικισμένη ὁμιλία καὶ πολλῶν γέμουσα χαρίτων καὶ μουσικῶν ἀπηχημάτων ἀπόζουσα . , . . | ||
ὁ ὄρχις ὠφελεῖ , φησι . Σάϊς δὲ πόλις Αἰγύπτου γέμουσα ἱπποποτάμων . * Σάϊν : Σάϊς ἡ Ἀθηνᾶ ὄνομα |
δ ' ὤφελον ῥῆμα . αἰκίαι καὶ ὕβρεις διαφέρουσιν . αἰκίαι μὲν γάρ εἰσιν αἱ ἄνευ προπηλακισμοῦ πληγαί : καθὰ | ||
: σῦλα γὰρ καὶ ἁρπαγαὶ καὶ χρεωκοπίαι συκοφαντίαι τε καὶ αἰκίαι καὶ προσέτι φθοραὶ καὶ μοιχεῖαι καὶ ἀνδροφονίαι καὶ πάνθ |
ἦθος οὐδὲ στοχαζόμενον τῆς σωματικῆς εὐμετρίας . ἐπιτεινομένη γὰρ καθαρειότης θρύψις καὶ βλακεία εὑρίσκεται , ἐπιτεινομένη δὲ λιτότης ἀκαθαρσία καὶ | ||
φύσιν τὸ μινύθημα καὶ διὰ χρόνου . Φευκτέη δὲ καὶ θρύψις ἐπικρατίδων διὰ προσκύρησιν ἀκέσιος , ὀδμή τε περίεργος : |
ἀτυχῶς δ ' οἱ πλείους κατεκόπησαν . γενομένης δ ' οἰκτρᾶς νίκης περὶ τοὺς Ῥωμαίους , καὶ οὐ παντάπασιν εὐτυχὲς | ||
ἔλαττον ] τῆς ὑμῶν σοφίας . φορτικῆς : ἀντὶ τοῦ οἰκτρᾶς . τῆς ὑπ ' ἄλλων λεγομένης , ἐν ᾗ |
τούτων ἐμπύροις δυνάμεσιν αὐαινόμενος . τίνα οὖν ἄκη τοῦ καύματος πετραίη σκιά ; τοιαύτη δὲ ἡ ὑπὸ ταῖς πέτραις ἐν | ||
τε χρὼς ὑπὸ καύματος : ἀλλὰ τότ ' ἤδη εἴη πετραίη τε σκιὴ καὶ βίβλινος οἶνος μάζα τ ' ἀμολγαίη |
μέν ἐστι κακία κεκριμμένη , κακοτροπία δὲ ποικίλη καὶ παντοδαπὴς πανουργία . κέλης καὶ ἐπακτροκέλης διαφέρει . κέλης μὲν γάρ | ||
: πᾶσά τε ἐπιστήμη χωριζομένη δικαιοσύνης καὶ τῆς ἄλλης ἀρετῆς πανουργία , οὐ σοφία φαίνεται . ὧν ἕνεκα πρῶτον καὶ |
μέν , οἷς ἐπόνουν , ἐτρέφοντο : τοῖς δὲ ἡ τέρψις ἐτελεύτα πρὸς ἔνδειαν . οὕτως νεότης πονεῖν οὐκ ἐθέλουσα | ||
ἐτὸς ἰξευτῆρι ἄγρη νόσφι πόνοιο : πόνῳ δ ' ἅμα τέρψις ὀπηδεῖ μούνη , καὶ φόνος οὔτις : ἀναίμακτοι δὲ |
τραχυτής : ἔρις : προσπάθεια : φιληδονία : φιλοχρηματία : γαστριμαργία : οἰνοφλυγία : λαγνεία . αʹ Ὀργὴ μὲν οὖν | ||
τὴν γλωσσαλγίαν φησὶν αἰσχίστην νόσον , ὅτι πορνεία μὲν καὶ γαστριμαργία καὶ τὰ λοιπὰ πάθη σὺν τῇ βλάβῃ ἔχουσί τι |
σῶμα μήτε ταράττεσθαι κατὰ ψυχήν . οὐ γὰρ πότοι καὶ κῶμοι συνείροντες οὐδ ' ἀπολαύσεις παίδων καὶ γυναικῶν οὐδ ' | ||
οὕτως ἀποκρίνηται : “ σὺ καὶ ἐμοὶ ἐρεῖς ” . κῶμοι . ᾠδαὶ ἢ ὀρχήσεις μετὰ μέθης . πληγαῖς . |
ποιῆσαι τὸ ἔργον καὶ ὁπόσον ἐγχωρεῖ πρὸς τὰς τῆς ὄψεως ἀπάτας ἀλεξήματα ἀνευρίσκειν οὐ τῆς κατ ' ἀλήθειαν ἰσότητος ἢ | ||
κακοεργός δαλεῖται τὸν ἰόντα παρέρπων Αἰγυπτιστί , οἷα πρὶν ἐξ ἀπάτας κεκροτημένοι ἄνδρες ἔπαισδον , ἀλλάλοις ὁμαλοί , κακὰ παίχνια |
τοῦτο , ὃς ἀγαπᾷ μόνος γενέσθαι . Μεγαλοψυχία δὲ δὴ ὑπεροψία τῶν τῇδε . Ἡ δὲ φρόνησις νόησις ἐν ἀποστροφῇ | ||
τὸ βραβεῖον πλάτους νάρκη συμβολικῶς : ἀλαζονεία μὲν γὰρ καὶ ὑπεροψία | διὰ τοῦ πλάτους ἐμφαίνεται , χεομένης τῆς ψυχῆς |
καὶ Γλαυκέτης ἡ ψῆττα , καὶ Λεωγόρας , οἳ ζῆτε τερπνῶς οὐδὲν ἐνθυμούμενοι . ὃς πρῶτα μὲν Κλέωνι πόλεμον ἠράμην | ||
τὸ πρᾶγμα οὐκ ἔστιν , ὥσπερ οὐδὲ τοῦ γάνυσθαι . τερπνῶς , ἡδέως , φαιδρῶς : τὰ γὰρ ἐκ τῶν |
ὁπλῖται δέκα κτεῖναι καὶ μελέτης τῶν τακτικῶν ἀνέμενον ἡμέραν . μέθη δὲ εὖ ποιοῦσα προλαβοῦσα τὸν καιρὸν πάντα ἐξήλεγξε καὶ | ||
γε ἐν αὐτοῖς ἔμπεδον : ταῦτα δὲ ἦν ἐρωτομανία καὶ μέθη καὶ πλεονεξία . οὕτω δὲ ἐς ἔσχατον ὅρον τὰς |
χρηματισμοὺς καὶ μυστικῶν πραγμάτων ἢ θείων συνίστορας καὶ ἐπαφροδισίας καὶ εὐφροσύνας ἀποτελεῖ . Ἀφροδίτη Σελήνῃ καλῶς κειμένη καὶ ἐπὶ ἐπικαίρων | ||
δέ σοι , ἔφη , ὦ Σιμωνίδη , κἀκείνας τὰς εὐφροσύνας δηλῶσαι ὅσαις ἐγὼ χρώμενος ὅτ ' ἦν ἰδιώτης , |
χαροποί , μυωποί , γρυπαί , ἄρρωστοι , ψιλαί , αἰσχραί , ἄμορφοι , ἀσύντακτοι τὰ σώματα , διάστροφοι τοὺς | ||
Ἰνδοῖς . εἰσὶ δὲ καὶ αἱ γυναῖκες αὐτῶν μικραὶ καὶ αἰσχραί , ὥσπερ οἱ ἄνδρες : καὶ οἱ ἵπποι αὐτῶν |
ξυνεχῶς μαίνωνται , αὗται αἱ προφάσιες εἰσίν : ἢν δὲ δείματα καὶ φόβοι , ὑπὸ μεταστάσιος γίνεται τοῦ ἐγκεφάλου θερμαινομένου | ||
ὄψεώς φησι τὸ Γοργείοισι . καὶ γὰρ τὰς Γοργόνας λέγουσι δείματα φέρειν τοῖς ἀνθρώποις . τὸ δὲ ὅλον : εἶδον |
: πάντα γὰρ ἐργάσιμον βίοτον θνητοῖσι πορίζεις . ἀλλά , μάκαιρ ' , ἁγνή , μύσταις ἱερὸν φάος αὔξοις . | ||
γὰρ τιμαὶ μακάρων μυστήριά θ ' ἁγνά . ἀλλά , μάκαιρ ' , ἔλθοις κεχαρημένη εὔφρονι βουλῆι εὐιέρους ἐπὶ μυστιπόλου |
εἶδος ἔχουσα πετροῦται : στενάχει δ ' ὑψιπαγὴς Σίπυλος . θνατοῖς ἐν γλώσσᾳ δολία νόσος , ἇς ἀχάλινος ἀφροσύνα τίκτει | ||
: ἀνάλγητα γὰρ οὐδ ' ὁ πάντα κραίνων βασιλεὺς ἐπέβαλε θνατοῖς Κρονίδας : ἀλλ ' ἐπὶ πῆμα καὶ χαρὰ πᾶσι |
καὶ κνήμας ὁ κόπος καὶ πόνος . σκληρόταται δὲ καὶ βιαιόταται αἱ ἐς τὰ παραπληγικὰ ἄγουσαι . πάντα δὲ ταῦτα | ||
εὐηθεστάτου τρόπου , περισσοτέρως δὲ δούλῃσιν , ὅσῃσί τε ἐγίνοντο βιαιόταται , καὶ ταχύτατα ἀπώλλυντο . Ἀνδράσι δὲ πολλοῖσιν ἐγίνοντο |
ἧς ἐναντία : Ἔννους ὁ μακρὸς λῆρος ἡ παροιμία . Ἀνδρὸς γέροντος ἀσταφὶς τὸ κρανίον : ἐπὶ τῶν εἰς μηδὲν | ||
ὠὰ ἀφανίζει κυλίων . Ἀνδρὸς γέροντος αἱ γνάθοι βακτηρία . Ἀνδρὸς καλῶς πράσσοντος ἔγγιστα φίλοι . Ἀνδρὸς κακῶς πράσσοντος ἐκποδὼν |
αὑτοῦ γενέσθαι . λέγουσι δὲ οἱ Θρᾷκες , ὅσαι τῶν ἀηδόνων ἔχουσι νεοσσιὰς ἐπὶ τῷ τάφῳ τοῦ Ὀρφέως , ταύτας | ||
λειμῶνος ἀκηράτου ξυμβάλοι . Καὶ οὔπω , ξένε , τῶν ἀηδόνων ἤκουσας , οἷον τῷ χωρίῳ ἐναττικίζουσιν , ἐπειδὰν δείλη |
? [ ] [ ] ! ! ! τοῦ πατρὸς ὀλιγωρία [ ! ! ! ] [ ] μενα ? | ||
, καὶ ταῦθ ' ὑπὸ τῶν σοφωτάτων εἶναι δοκούντων , ὀλιγωρία τοῦ νόμου τοῖς φαύλοις ἐγγίγνεται , ὥστ ' οὐδὲν |
ἄρα τί μ ' ὀλέκεις ; Ὦ κακάγγελτά μοι προπέμψας ἄχη , τίνα θροεῖς λόγον ; Αἰαῖ , ὀλωλότ ' | ||
δὲ παρακέλευσμα σῶν ἀέρι φερόμενον οἴχεται . δυοῖν δ ' ἄχη , ματρί τ ' ἔλιπεν , σέ τ ' |
, τρυφαί εἰσι βλαβεραί ; Πᾶσα , φησί , πρᾶξις τρυφή ἐστι τῷ ἀνθρώπῳ ὃ ἐὰν ἡδέως ποιῇ : καὶ | ||
ἀντὶ τῶν πατρῴων περίεστι βδελυρία , συκοφαντία , θράσος , τρυφή , δειλία , ἀναίδεια , τὸ μὴ ἐπίστασθαι ἐρυθριᾶν |
μή . τὴν δ ' ἀθλίαν ἔμ ' , οἷσιν ἔγκειμαι κακοῖς , ῥῦσαι , πάρεργον δοῦσα τοῦτο τῆς δίκης | ||
. πεντήκοντ ' ἀνδρῶν λίπε Κοίρανον ἵππιος Ποσειδέων . δύστηνος ἔγκειμαι πόθωι , ἄψυχος , χαλεπῆισι θεῶν ὀδύνηισιν ἕκητι πεπαρμένος |
καὶ τοῦτο ἐξ Ἀνδρομέδας . ἀπὸ κοινοῦ λάβωμεν πέπονθα ἄνομα πάθεα . καὶ ταῦτα ἐξ Ἀνδρομέδας . δεομένη τοῦ βαρβάρου | ||
τῷ λόγῳ ταύταν τὰν αἴσθασίν φαντι εἶμεν . ὁκόσα δὲ πάθεα τῶν σωμάτων ὀνυμαίνεται , ποτὶ τὰν ἁφὰν κλῄζεται , |
τέλος ἓν τὸ τυχεῖν ὑγείας , οἱ δὲ τρόποι τῆς ἐπιτυχίας διαφέροντες . οὐκ ἐξαλλάττεται οὖν ὁ σκοπὸς , οὐδὲ | ||
εἴη φρόνιμος ὁ καθόλου τέλος ἀγαθὸν προτιθέμενος καὶ περὶ τῆς ἐπιτυχίας αὐτοῦ καλῶς τὰς βουλὰς καὶ τὰς σκέψεις ποιούμενος . |
ας , οἷον Πριαμιὰς , Βυζαντιὰς , καὶ ὁ εἰς ίνη , οἷον Πριαμίνη , Νηρηΐνη . Μαιομένῳ : ἐπιθυμοῦντι | ||
ας , οἷον Πριαμιὰς , Βυζαντιὰς , καὶ ὁ εἰς ίνη , οἷον Πριαμίνη , Νηρηΐνη . Μαιομένῳ : ἐπιθυμοῦντι |
δέμας ἐς ἀνδρὸς εὐνάν . ἴδετε κακῶν πέλαγος , ὦ ματέρες τάλαιναι τέκνων . κατὰ μὲν ὄνυξιν ἠλοκίσμεθ ' , | ||
ἐγώ χαίρειν κελεύω θεῶν ἄτερ προθυμίας ὦ δύστηνοι καὶ πολύμοχθοι ματέρες Ἅιδῃ τέκνα τίκτουσαι × – ἕπου δὲ † μοῦνον |
, ἅ , κἂν ἡσυχάζητε , ἑτέρων λεγόντων ἀκούσεσθε : προπέτεια τοίνυν ἐστὶ μετὰ ἀναισχυντίας , ὕβρις μετὰ βίας , | ||
ἐχθροὺς εὐφράνηις . Πᾶσιν ἄρεσκε . Καλὸν ἡσυχία . Ἐπισφαλὲς προπέτεια . Ἀεὶ αἱ μὲν ἡδοναὶ θνηταί , αἱ δὲ |
? [ ] χορτίον αὐλᾶς : ταῦτα ] τύ , Βαῦκι τάλαινα ? [ ] χεισα γόημ [ ] ταῦτά | ||
ηπιαστ ! ! ! [ ] ματρὸς ? ἄκουσας , Βαῦκι ? ? ? φίλα : λαθαε ! ! ! |
Ἀλλὰ πᾶς χώρει πρὸς ἔργον εἰς ἀγρὸν παιωνίσας . Ὦ ποθεινὴ τοῖς δικαίοις καὶ γεωργοῖς ἡμέρα , ἄσμενός ς ' | ||
: ἐπικρατέστερος : ποθεινὴ δακρύοισι : οἷον : συμφορὰ ὄντες ποθεινὴ πρὸς δάκρυα καὶ θρῆνον κεῖνται . ἀντὶ τοῦ ἀξιοδάκρυτος |
] ! ων ποσὶν α [ [ ] ! ορος ἁβρὰ β [ [ ] αρμαν [ [ ] ωναι | ||
[ [ αὐλητῆρος ] ? ? ἀειδο [ [ ] ἁβρὰ παντῶς [ ] ? [ [ ] ! ος |
καὶ ἐστεγνωμένοι : καὶ περὶ τὴν γλῶσσαν τραχύτης : καὶ πικρία στόματος : αὐτοί τε τοὺς ὀφθαλμοὺς ταυρηδὸν σχηματίζοντες , | ||
πρὸς θεοὺς τιμῆς . Ὀργή : θυμός : χόλος : πικρία : μῆνις : κότος : ἔρως : ἵμερος : |
καὶ μνημονεύεταί τις ἑταίρα πρὸς τὴν ὀνειδίζουσαν , ὅτι οὐ φιλεργὸς εἴη οὐδ ' ἐρίων ἅπτοιτο , εἰπεῖν ” ἐγὼ | ||
ὅτι πᾶν τὸ παρὰ καιρὸν δρώμενον ἐπονείδιστον . γυνὴ χήρα φιλεργὸς θεραπαινίδας ἔχουσα ταύτας εἰώθει νυκτὸς ἐπὶ τὰ ἔργα ἐγείρειν |
δὲ προμηθής : τὸ μέλλειν καὶ ἀναβάλλεσθαι μετὰ προμηθείας . μέλλησις δέ . . . : τὴν δ ' εὐλάβειαν | ||
σπουδή , τάχος : τοῦ δὲ σχολή , σχολαιότης , μέλλησις , μελλησμός , βραδυτής , ἀναβολή , νώθεια , |
ἢ ἀντῳδή : τὸ ἕβδομον ἀντεπίρρημα . σκολιὰ λέγεται τὰ παροίνια μέλη τὰ ἐπὶ τοῖς συμποσίοις ᾀδόμενα , καί , | ||
ὃν τὸ σκόλιον . Γ ⌈ σκόλια δὲ λέγεται τὰ παροίνια μέλη τὰ ἐπὶ συμποσίοις ᾀδόμενα . καὶ ὡς μὲν |
' ἔχω ὅσς ' ἔφαγον καὶ ἐφύβρισα καὶ σὺν ἔρωτι τέρπν ' ἔπαθον : τὰ δὲ πολλὰ καὶ ὄλβια πάντα | ||
ἔχω ὅσς ' ἔφαγον καὶ ἐφύβρισα καὶ μετ ' ἔρωτος τέρπν ' ἔπαθον : τὰ δὲ λοιπὰ καὶ ὄλβια πάντα |
: παραγώγως ἀντὶ τοῦ δάκνου . βαρὺ δ ' ἀμβόασον οὐράνι ' ἄχη ] ἀντὶ τοῦ ὀξέως κώκυσον οὐράνια ἄχη | ||
στέμβονται : στένε καὶ δακνάζου , βαρὺ δ ' ἀμβόασον οὐράνι ' ἄχη , ὀᾶ : τεῖνε δὲ δυσβάυκτον βοᾶτιν |
' ὀλίγα πιπράσκειν καὶ μικρά . κακοτεκνία : τοὐναντίον τῷ εὐτεκνία . σημαίνει τὸ κακοῖς καὶ πονηροῖς χρῆσθαι τέκνοις . | ||
αἱ ἐνέργειαι . κοινῶς δὲ τῶν ἀγαθῶν μικτὰ μέν ἐστιν εὐτεκνία καὶ εὐγηρία , ἁπλοῦν δ ' ἐστὶν ἀγαθὸν ἐπιστήμη |
, οὐκ ὄντ ' ἐν ἑαυτοῦ : πολλὰ δ ' ἐξεργάζεται ἀνόητ ' ἄκρατος καὶ νεότης , ὅταν λάβηι τὸν | ||
δέει τῶν τραυμάτων . τοῦτο δὲ ἡμῖν δύο τὰ ὠφελιμώτατα ἐξεργάζεται ἐν αὐτοῖς , θυμοειδεῖς τε παρασκευάζον εἰς τοὺς κινδύνους |
δαίς τε φίλη κίθαρίς τε χοροί τε εἵματά τ ' ἐξημοιβὰ λοετρά τε θερμὰ καὶ εὐναί . μόνως γὰρ οὕτως | ||
Καρπαλίμως δ ' ἵκοντο ποτὶ κλισίην Ὀδυσῆος : πολλὰ γὰρ ἐξημοιβὰ παρ ' αὐτόθι τεύχεα κεῖτο ἠμὲν Ὀδυσσῆος πυκιμήδεος ἠδὲ |
] εὐφραίνει . κροκοβαφὴς ] ἀντὶ μιᾶς . κροκοβαφὴς ] αἱματηρά . ἅτε ] καθά . ξυνανυτεῖ ] συμπληροῦται . | ||
ἀναμεμιγμένον καὶ συγκεκραμένον τῷ χολώδει ἰῷ . * φοινίσσοντα : αἱματηρά αἵματι βεβαμμένα * κατέδραμον : καταρρέουσιν αἱ δ ' |
δὲ τὰ παρατεθέντα συλλαβὼν κατέφαγεν ; ἀπειρόκαλος ἄνθρωπος καὶ λιμοῦ πλέως , οὐδ ' ὄναρ λευκοῦ ποτε ἄρτου ἐμφορηθείς , | ||
αὐδᾶι δέ : Θύραν τίς οἴξει μοι ; παπαπαῖ : πλέως μὲν οἴνου , γάνυμαι δὲ δαιτὸς ἥβαι , σκάφος |
Μεσσηνίοις δὲ † ἐς ἅπαντα ἐς τὸ ἴσον ἥ τε ἀπόνοια καὶ τὸ ἐς τὸν θάνατον εὔθυμον : καὶ ὁπόσα | ||
τόξα καὶ ἵπποι καὶ αὐθάδεια Σκυθικὴ καὶ τόλμα Ἀλανῶν καὶ ἀπόνοια Μασσαγετῶν , καὶ ταύτην πάλαι καλῶς ποιοῦντας τοὺς ποιητὰς |
φρεσὶ ταῦτα μέμηλεν , ἀλλὰ φόνος τε καὶ αἷμα καὶ ἀργαλέος στόνος ἀνδρῶν . Τὸν δ ' ἀπαμειβόμενος προσέφη πολύμητις | ||
ὤλετο δὲ προτέροις πεπονημένον ἡμιθέοισιν ἔργον : ὃ δ ' ἀργαλέος καὶ ἀπεχθὴς αὐτίκα πᾶσιν , ᾧ κεν ἐπωνυμίην λαοὶ |
ὅρκων , οἰόμενος κατακλήσει θεοῦ πίστιν ἐργάζεσθαι τοῖς ἀκούουσιν . ἀνίερος δ ' ὁ τοιοῦτος ὢν καὶ βέβηλος ἴστω , | ||
κοινῇ συμφέρον . ἐπιθυμία μὲν οὖν βέβηλος καὶ ἀκάθαρτος καὶ ἀνίερος οὖσα πέρα τῶν ἀρετῆς ὅρων ἐλήλαται καὶ πεφυγάδευται δεόντως |
ἄγων αὐτήν . Ὅμηρος μέν νυν καὶ τὰ Κύπρια ἔπεα χαιρέτω . Εἰρομένου δέ μεο τοὺς ἱρέας εἰ μάταιον λόγον | ||
δὶς τόσα κτᾶσθαι κακά ; οὐ δῆτ ' ἔγωγε : χαιρέτω βουλεύματα . καίτοι τί πάσχω ; βούλομαι γέλωτ ' |
καὶ ἆθλα τοῖς νικῶσι μεγαλοπρεπῶς ἐδίδου , καὶ ἦν πολλὴ εὐθυμία ἐν τῷ στρατεύματι . Τῷ δὲ Κύρῳ σχεδόν τι | ||
δὲ οἱονεὶ ψυχαγωγία ἀπὸ ἀηδοῦς τινος ἐπὶ τὸ κρεῖττον , εὐθυμία δὲ ψυχῆς βραχεῖα χαρά , ἡδονὴ δὲ ψυχῆς ἀρέσκεια |
τῶν δὲ ἀνθρωπίνων ἡδὺ τὸ τέλος αὔξεται καὶ ἡ ἀρχὴ ἡδεῖα γίνεται , τοῦ δαιμονίου αὐτὰ αὔξοντος . τεοῖσί τε | ||
δράσαντα ἢ τὸν εὖ παθόντα . εἰ γάρ ἐστι μᾶλλον ἡδεῖα καὶ μᾶλλον φιλητὴ ἡ μνήμη τῶν καλῶν τῆς τῶν |
καλλίστῃ διὰ πάντων φιλοτίμως ἐξειργασμένα , ὅση τε γλυφικὴ καὶ πλαστικὴ καὶ ὅση γραφικὴ νενίκηκεν εἶναι ἀρίστη καὶ καλλίστη τῶν | ||
γὰρ καὶ ἐνταῦθα καὶ ἐν Σικυῶνι ηὐξήθη γραφική τε καὶ πλαστικὴ καὶ πᾶσα ἡ τοιαύτη δημιουργία . χώραν δ ' |
Ὑποτέτακται δὲ τῇ ἀνδρείᾳ καρτερία : θαρραλεότης : μεγαλοψυχία : εὐψυχία : φιλοπονία . Καρτερία ἐστὶν ἐπιστήμη ἔμμονος τοῖς ὀρθῶς | ||
Ἅιδου καταδίκοις προσόμοια . καίτοι τίς προθυμία λαμπροτέρα , τίς εὐψυχία φανερωτέρα τίνων Ἑλλήνων ἢ καθάπαξ εἰπεῖν ἀνθρώπων ἐξετάζοντι φανήσεται |
, ὦ Λατοῦς παῖ . ἀλλ ' ἐκπαύσω γὰρ μόχθους δάφνας ὁλκοῖς , χρυσέων δ ' ἐκ τευχέων ῥίψω γαίας | ||
, καὶ καθευδήσας ὁ Ἡσίοδος ὄναρ εἶδεν , ἐννέα γυναῖκας δάφνας αὐτὸν ψωμιζούσας : ἐδήλου δὲ τὸ ὄναρ πάντως ὡς |
. τὸ δὲ ἑξῆς : ἐπὶ δὲ τοῦ παρόντος ἡ φιλοκέρδεια ἐφίησι καὶ ἐνδίδωσι λέγειν τὸ τοῦ Ἀριστοδήμου ῥῆμα ἐγγὺς | ||
τοιοῦτοι , θυμός , ἔρως , ὕβρις , ἀμαθία , φιλοκέρδεια , δειλία , καὶ ἔτι τοιάδε , πλοῦτος , |
ὦ Γαῖ ' , ἔτεκές ποτε , βάρβαρον ὡς ἀκοὰν ἐδάην ἐδάην ποτ ' ἐν οἴκοις , τὰν ἀπὸ θηροτρόφου | ||
τε θῆρες ὠμησταὶ τετράπεζοι ἐνί σφισιν ὠρύονται . Ἔνθεν ἐγὼν ἐδάην καὶ Βακχικὰ νεβρίταο δῶρα λίθου Βρομίῳ κεχαρισμένα : τόν |
δ ' ἐγγὺς ἠοῦς ἡνίκ ' οὐδέπω φάος οὐδ ' ἀμβλὺς ὄρθρος ἀμφὶ ἄνακτας ἀναρσίας ἀπροσδόκητοι καὶ ἄνοπλοι πορθούμεθα αὐτοφρόνων | ||
μῶλος μωλύς . καὶ κατὰ στέρησιν ἀμωλύς : καὶ συγκοπῇ ἀμβλὺς πλεονασμῷ τοῦ β . Αὖρα , παρώνυμον κατὰ ἀναστροφὴν |
Σελήνην , τὴν μὲν Σελήνην εἰς τὸν δανείζοντα ὅταν ᾖ αὐξίφως , τὸν δὲ Ἥλιον εἰς τὸν δανειζόμενον ἤτοι χρεώστην | ||
θορύβων καὶ ἐναντιωμάτων καὶ ἐχθρῶν ἐνστάσεως περιγίνονται τῶν φαύλων , αὐξίφως δὲ ἐπὶ ἡμέρας κακὴ καὶ ἀηδής : κινδύνους γὰρ |
τὴν σύμμετρον καὶ τὴν προσήκουσαν , οὐχὶ μεγάλας ἐπίστασθε καὶ χαλεπὰς ἐκ τούτων ἀπαντᾶν νόσους ; ἐν δὲ ταῖς ἁρμονίαις | ||
φησί , καὶ ποιεῖν ἀνακλάσεις καὶ ἀνακαύσεις ἐν τῷ θέρει χαλεπὰς καὶ πυρώδεις , ὑφ ' ὧν ἀνὰ τὸ πεδίον |
ἔργοισιν εἰς βλάβην φέρον , οὔτοι βίου μοι τοῦ μακραίωνος πόθος , φέροντι τήνδε βάξιν . Οὐ γὰρ εἰς ἁπλοῦν | ||
πῶς ἐπολεμήσατε ; . ἔρως μέν ἐστιν ἐπιβολὴ φιλοποιΐας , πόθος δ ' ἀπόντος , ἵμερος δ ' ἔρως σπανίζων |
νέος , σώφρων , μνήμων , ἀνδρεῖος , μεγαλοπρεπής , εὐμαθής . Εἰ μὲν οὖν τι τούτων ἐνδεῖ ἡμῖν τῶν | ||
. ἰδιώματα τοῦ πρὸς τὴν τῆς πόλεως ἐπιτροπὴν ἐπιτηδείου . εὐμαθής μνήμων μεγαλοπρεπής εὔχαρις φιλαλήθης δίκαιος ἀνδρεῖος σώφρων ἔμμετρος . |
ἀμείνων , καὶ δὲ συνεργῆσαι δόλια φρεσὶ μητιόωντι καὶ λάθρῃ πρήσσοντι καὶ ὅσσα χρῇζε σιωπῆς . ἐπιτηρητέον δὲ καὶ τὸ | ||
, ὁρέω σε ἀνδρὸς ἐνδεκόμενον λόγους ὃς φθονέει τοι εὖ πρήσσοντι ἢ καὶ προδιδοῖ πρήγματα τὰ σά : καὶ γὰρ |
αὖ πόλεμον ἰσχύει μέγα : σοφὸν γὰρ εὖ βούλευμα τὰς σοφὰς χείρας νικᾶ : σὺν ὄχλω δὲ ἀμαθία πλεῖστον κακόν | ||
γράφει : ἄλλοις γάρ ἐστι τραγικὸς χορεργάτης πολλὰς γεγραφὼς καὶ σοφὰς τραγῳδίας . ἔφην τὸ λοιπὸν καὶ μονῳδούς σοι , |
διὰ δὲ τὰς ὑποκειμένας αὐτοῖς ἢ πονηρὰς ἢ ἀγαθὰς ἢ φλαῦρα ἢ ἀγαθὰ δοκεῖ . ὑμεῖς δὲ ταῦτα ἴστε φανερώτερον | ||
. Τῇσιν ἐπιφόροισι κεφαλαλγικὰ , καρώδεα μετὰ βάρεος γινόμενα , φλαῦρα , ἴσως δὲ ταύτῃσι καὶ σπασμῶδές τι παθεῖν ὀφείλει |
εἰμὶ δειλότατος . οὐδαμῶς πάντων ] ἀπὸ Πενία ] ἡ πτωχεία καὶ ἔνδεια παραχρηστικῶς ἐξωλέστερον ] ἐξολοθρευτικώτερον παρὰ πολύ ] | ||
ἐστὶν ἵνα ἔχῃ τὴν ἐφήμερον ζωήν : ὥστε ἄλλο ἐστὶ πτωχεία καὶ ἄλλο πενία . παράξενος γὰρ ἔνι ὁ βίος |
ἀγχονῶν , δεσμῶν . βρέτας : εἴδωλον . βροτοσσόων : βροτείων λόγων . γεγῶσα : γεγονυῖα . γῆρυν : φωνήν | ||
[ Θεοῦ μὲν οὐδεὶς ἐκτὸς εὐτυχεῖ βροτός . Φεῦ τῶν βροτείων ὡς ἀνώμαλοι τύχαι : οἱ μὲν γὰρ εὖ πράσσουσι |
ἀλλήλας διαλεγομένων δωριστὶ καὶ πολλῷ τῷ α χρωμένωνοἷον θᾶσαι , Πραξινόα , θᾶσαι , φίλα καὶ γραιᾶν ἀποτίλματα πηρᾶν καὶ | ||
ἀντὶ τοῦ πορρωτέρω . ταῦθ ' ὁ πάραρος : ἡ Πραξινόα ταῦτά φησι περὶ τοῦ ἰδίου ἀνδρός , ὅτι μακρὰν |
περιπλέοντας ἄνω καὶ κάτω τὴν Ἀσίαν ἅμα τάς τε πολεμιστηρίους ἀσκήσεις ὑπογυμνάζειν καὶ λαφύρων τὸ στρατόπεδον ἐμπιπλάναι , τοῦ δεκάτου | ||
ταῦτα αἱρετά τε καὶ διωκτά : τομαὶ δὲ καὶ φαρμακεῖαι ἀσκήσεις γυμνάσια ἀποχαὶ τῶνδε προσαγωγαὶ ἐκείνων πόνοι σκληρότητες δι ' |
τὸ δ ' Ἄργος ἡμῖν ποῦ ' στιν ; ἢ κόμποι μάτην ; σφαλέντες οἰχόμεσθα : πρὸς σὲ δ ' | ||
τὰ δ ' οὐδέν , ἄλλως φροντίδων βουλεύματα γλώσσης τε κόμποι . κεῖνος ὀλβιώτατος ὅτωι κατ ' ἦμαρ τυγχάνει μηδὲν |
τοῖς κοινοῖς θροοῦμαι , τοῦτο παρὰ τοῖς ποιηταῖς θρεῦμαι καὶ θρέομαι . Ξ ἄχη ] λύπας . ἄχη ] τὰ | ||
παρθένων ἡλικία πρὸς φόβον , μάλιστα δὲ πρὸς πολιορκίαν . θρέομαι : θρηνῶ , βοῶ διὰ τὰ φοβερὰ καὶ ἐκπληκτικά |
, ἴδριες οὐδέν : ἁ δέ οἱ φίλα δάμαρ τάλαιναν δυστάλαινα καρδίαν πάγκλαυτος αἰὲν ὤλλυτο : νῦν δ ' Ἄρης | ||
τε καὶ μαθεῖν , τέθνηκε θεῖον Ἰοκάστης κάρα . Ὦ δυστάλαινα , πρὸς τίνος ποτ ' αἰτίας ; Αὐτὴ πρὸς |
ὥστε οὐκ εἰδέναι , ὅτι τὰ Ἀναξαγόρου βιβλία τοῦ Κλαζομενίου γέμει τούτων τῶν λόγων ; καὶ δὴ καὶ οἱ νέοι | ||
αἵματος . πέφυρται : μολύνεται , γίνεται , σμίγεται , γέμει . Φοινίσσαις : γράφεται φοίνιος . φοίνιος : αἱματώδης |
ὑπεροψία , προπέτεια βαρύτης , πληγαί , αἰκίαι αἰκισμός , προπηλακισμός . κακήγορος , κακολόγος αἰσχρολόγος , βλάσφημος , λοίδορος | ||
. λέγεται καὶ δισυλλάβως πρωΐ . προπηλάκισις : οὐ μόνον προπηλακισμός . Ῥαδάμανθυς τοὺς τρόπους : ῥηθείη ἂν ἐπί τινος |
ἀπόρους ἀσωτία καὶ πολυτέλεια , πολλοὺς δὲ ἀδόξους αἰσχροκέρδεια καὶ μικροπρέπεια . μετά γε μὴν τὴν κακίαν δευτέρα τῶν τοιούτων | ||
. ἔστι δὲ περὶ χρημάτων δαπάνας ὑπερβολή , ἔλλειψις δὲ μικροπρέπεια , ὧν μεγαλοπρέπεια μεσότης ἐστί . οὐ τὸ μὴ |
ματρυλεῖα καὶ κοπίδας καὶ φάρμακα οἵαν ἀδικῶ γυναῖχ ' ὁ δυσδαίμων ἐγώ . οἰκειότητα δ ' ἐμβλέπων ὠλίσθανον . . | ||
θεμένη καὶ ποιήσασα ἄνδρα αὐτῆς τὸν ἴδιον παῖδα , τουτέστι δυσδαίμων ὅτι ὃν ἔτεκεν ἄνδρα ἔσχεν : λέγει δὲ τὸν |
, οἳ ἐπ ' αὐτοὺς ἥκουσιν , ἐγὼ δ ' ἀνήκοος τοῦ λόγου φεύγοιμί σε καὶ ἀποκινδυνεύοιμί σου , μήπω | ||
τῶν κακῶν ὦ Ζεῦ φύλαξ ὡς ἄπολις ὄλωλεν τὰ στέγη ἀνήκοος εἶ τῆς ἐμῆς ἄτης τὸ δὲ ὄνομα τῆς πόλεως |
τᾶς ψυχᾶς , τόκα δὲ γίνεται καρτερία καὶ ἐγκράτεια , καρτερία μὲν ἐν τᾷ κατοχᾷ τῶν πόνων , ἐγκράτεια δὲ | ||
ἔμοιγε φαίνεται : οὔτι πᾶσά γε , ὡς ἐγᾦμαι , καρτερία ἀνδρεία σοι φαίνεται . τεκμαίρομαι δὲ ἐνθένδε : σχεδὸν |
αἰσχρουργὸς αἰσχροπαθὴς ἀχρώματος ἄμετρος ἄπληστος ἀλαζὼν δοκησίσοφος αὐθάδης βάναυσος βάσκανος φιλεγκλήμων δύσερις διάβολος χαῦνος ἀπατεὼν ἀγύρτης εἰκαῖος ἀμαθὴς ἀναίσθητος ἀσύμφωνος | ||
συμμάχοις χρώμενοι ταῖς λογικαῖς . ἐὰν μέντοι τις βάσκανος καὶ φιλεγκλήμων αἰτιώμενος φάσκῃ : πῶς οὖν ποιμενικὴν τέχνην διαπονοῦντες καὶ |
ἑλληνισμός , ἀττικισμός , πολυγνωμοσύνη , πολύνοια , πολυλογία , εὐγλωττία , εὐφωνία , ἀφθονία , βραχυλογία , συντομία , | ||
εὐπαιδία , εὐγαμία , εὐτεκνία , εὐγένεια , εὐλάβεια , εὐγλωττία , εὐφημία , εὐσέβεια , εὐμένεια , εὐμουσία , |
φόβοις ἤ τισιν ἄλλοις κακοῖς πιεσθέντας εὐμένεια καὶ συνήθεια καὶ δεξιότης φίλων πολλάκις ἐθεράπευσεν , οὕτως οὐ πολλάκις ἀλλ ' | ||
γλώσσης ἀποπέμψομεν εἰς μέγαν αἶνον τοῦδ ' ἐπὶ συμποσίου : δεξιότης τε λόγου Φαίακος Μουσῶν ἐρέτας ἐπὶ σέλματα πέμπει . |
ἡλικίαν τοῖς βρέφεσι συμβαίνει πονηρά , ἄρσεσι μὲν πώγων καὶ πολιά , θηλείαις δὲ γάμοι καὶ τοκετοὶ καὶ τὰ ἄλλα | ||
μόνον τοῦ ἀνθρώπου , ὥσπερ καὶ τὸ γελᾶν . πόθεν πολιά ; παρὰ τὸ λευκὴ εἶναι : τὸ δὲ λευκόν |
παρὰ πόδ ' εἱλίσσουσα φίλας ματέρος ἡλίκων θιάσους ἐς ἁμίλλας χαρίτων ἁβροπλούτοιο χαίτας εἰς ἔριν ὀρνυμένα πολυποίκιλα φάρεα καὶ πλοκάμους | ||
παρ ' ὧν εὖ πεπόνθαμεν , τούτους καὶ ὧν ἠξιώκαμεν χαρίτων ἀποστερήσομεν : ἃς τῷ μὲν δοκεῖν παρ ' ἡμῶν |
Ἰάμβης ἐπάκουσον βραχύ μού τι κέρδος : ειμι δ ' ἀπαίδευτα χεα˘ν [ – ] ? ἀποικοῦσα ? ? λάλος | ||
Θετταλίας καὶ τῆς ἐκείνῃ ὁμιλίας παρεφθορέναι αὐτόν , τὰ γὰρ ἀπαίδευτα ἤθη εὐπαράγωγα πάντως ἐς βίου αἵρεσιν : ἐπεὶ δὲ |
τοι , Μενέλαε , θεοὶ ποίησαν ἄριστον θνητοῖς ἀνθρώποισιν ἀποσκεδάσαι μελεδῶνας . ὁ τῶν Κυπρίων τοῦτό φησι ποιητής , ὅστις | ||
ψυχρὸν ὕδωρ ἐπάγων . τοῦ πίνων ἀπὸ μὲν χαλεπὰς σκεδάσεις μελεδῶνας , θωρηχθεὶς δ ' ἔσεαι πολλὸν ἐλαφρότερος . Εἰρήνη |
ἄμμε βαρύνει . εἴαρι πάντα κύει , πάντ ' εἴαρος ἁδέα βλαστεῖ , χἀ νὺξ ἀνθρώποισιν ἴσα καὶ ὁμοίιος ἀώς | ||
ῥήματα φράσδεις : ὡς μαλακὸν τὸ γένειον ἔχεις , ὡς ἁδέα χαίταν . ] χείλεά τοι νοσέοντι , χέρες δέ |
δ ' ἄρα οὔ , οὐδὲ πολεμική , ἡ δὲ ἀπόλεμος καὶ οὐ φιλογυμναστική ; Οἶμαι ἔγωγε . Τί δέ | ||
κρεισσόνων [ θεῶν ] ἔρως ἄφυκτον ὄμμα προσδράκοι με . ἀπόλεμος ὅδε γ ' ὁ πόλεμος , ἄπορα πόριμος : |
. συνομαρτοῦσι δὲ αὐτῇ τῶν συνηθεστάτων πανουργία προπέτεια ἀπιστία κολακεία φενακισμὸς ἀπάτη ψευδολογία ψευδορκία ἀσέβεια ἀδικία ἀκολασία , ὧν ἐν | ||
, καὶ σκέπη . Ἄλλως . φενακίσας , ἀπατήσας : φενακισμὸς γὰρ ἡ ἀπάτη . . ἄλλως δὲ κεφαλῆς τριχῶν |
σὲ δ ' αὐτόγνωτος ὤλες ' ὀργά . Ἄκλαυτος , ἄφιλος , ἀνυμέναιος ταλαί - φρων ἄγομαι τάνδ ' ἑτοίμαν | ||
εὐχερὴς κακότεχνος ἀδιάγωγος ἄδικος ἄνισος ἀκοινώνητος ἀσύμβατος ἄσπονδος πλεονέκτης κακονομώτατος ἄφιλος ἄοικος ἄπολις στασιώδης ἄτακτος ἀσεβὴς ἀνίερος ἀνίδρυτος ἄστατος ἀνοργίαστος |
γυνὴ δὲ μήτηρ ἥδε τῶν κείνου τέκνων . Ἀλλ ' ὀλβία τε καὶ ξὺν ὀλβίοις ἀεὶ γένοιτ ' , ἐκείνου | ||
πλησίον κακοῦ . χαίρουσα καὶ σὺ στεῖχε , παρθέν ' ὀλβία : μακρὰν δὲ λείπεις ῥαιδίως ὁμιλίαν . λύω δὲ |
. Φιλεῖ δὲ καὶ Θεὸς τὸν σοφῶς συζῶντα : ἡ ἀμέλεια κατὰ τὴν θεόπνευστον γραφήν : Ἀνὴρ κατοιόμενος καὶ καταφρονῶν | ||
, ὁ δὲ ἀμελεῖ . ἢ ἔστιν ἄλλως πως γιγνομένη ἀμέλεια ; οὐ γάρ που ὅταν γε ἀδύνατον ᾖ τῶν |
φέρει , ἄρχει τε καὶ βουλεύει καὶ τὰς ἄλλας τιμὰς καρποῦται παρ ' ἡμῖν οὐχ ὁ πολλὰ χρήματα κεκτημένος οὐδὲ | ||
μισητή , καὶ ὁ συνομιλῶν κακοῖς καὶ συνδιάγων τρυγᾷ καὶ καρποῦται θάνατον , ὅστις ἐστὶ χωρίον τῆς βλάβης . ὁμιλίας |
εἴκελος : ὄμματα δ ' αὐτοῦ δριμύλα καὶ φλογόεντα : κακαὶ φρένες , ἁδὺ λάλημα : οὐ γὰρ ἴσον νοέει | ||
χερσὶν ἐπισταμένῃσι θοῶς οἰήια νωμᾶν : πάντα γὰρ ἄλλυδις ἄλλα κακαὶ διέχευον ἄελλαι . Οὐδέ τις ἐλπωρὴ βιότου πέλεν , |
γενναῖα . ἀγελιδόν : ἠθροισμένως . ἡνωμένως . ἀγεννία : ἀνανδρία , δειλία . ἀγέραστος : ἄτιμος . ἀγέλαιος δὲ | ||
ἢ τελευτῆσαι καλῶς . ἀκολουθεῖ δὲ τῇ δειλίᾳ μαλακία : ἀνανδρία : ἀπόνοια : φιλοψυχία [ : ὕπεστι δέ τις |
πᾶσι τοῖς τοιούτοις : αἱ γὰρ εὐπραξίαι δειναὶ συγκρύψαι καὶ συσκιάσαι τὰς ἁμαρτίας τῶν ἀνθρώπων εἰσίν : εἰ δέ τι | ||
πᾶσι τοῖς τοιούτοις : αἱ γὰρ εὐπραξίαι δειναὶ συγκρύψαι καὶ συσκιάσαι τὰς ἁμαρτίας τῶν ἀνθρώπων εἰσίν : εἰ δέ τι |
πλούτῳ καὶ ἀκολάστῳ συνημμένη καὶ ἴσα , φασί , βαίνουσα πολυτέλεια , καὶ ἅμα ἀνοίγοντος ἐκείνου τῶν πόλεων καὶ οἴκων | ||
τοῖς θεωμένοις . δηλοῖ δὲ τὴν τρυφὴν αὐτῶν καὶ ἡ πολυτέλεια τῶν μνημείων , ἅ τινα μὲν τοῖς ἀθληταῖς ἵπποις |
, ἀλλὰ ἐκ τοῦ εὐθέος διαγωνιζόμενοι . καὶ ἔστιν τὰ θεάματα , ἐμοὶ δοκεῖν , οὐδέν τι ἐκείνοις παραπλήσια , | ||
, ὦ Σώκρατες , καλῶς τε λέγεις καὶ ἐγὼ εἰσάξω θεάματα ἐφ ' οἷς ὑμεῖς εὐφρανεῖσθε . Ὁ μὲν δὴ |
πλῆον ἐπασχαλλ ! [ ! ! ] δ ' αἴματός ἐμμι τὼ σκ [ ! ! ] ιν οὐδὲν ἐπαίτιος | ||
βασιλῆα καὶ ἄγριον : ἁ δὲ τάλαινα ζώω καὶ θεός ἐμμι καὶ οὐ δύναμαί σε διώκειν . λάμβανε , Περσεφόνα |
καὶ ἠχεῖ ἤχημα στονόεν , ἤγουν στεναγμοῦ γέμον τε καὶ οἰκτρὸν , καὶ στενάζουσι τὴν μεγάλην τε καὶ περιφανοῦς σχήματος | ||
, ἀντὶ ἀγαθοῦ κακὸν ἢ ἀντὶ κακοῦ ἀγαθόν , οἷον οἰκτρὸν πατρὶ καὶ μητρὶ παίδων στερηθῆναι καὶ ἐρήμοις εἶναι τῶν |
τὸν Προαιρέσιον . ἀλλὰ πρὸς τοῦτο μὲν ἤρκεσεν ἡ Μιλησίου μοῦσα , τὰς ἁρμονικὰς ἀναψαμένη χάριτας , καὶ πολλὰ παραπεσοῦσα | ||
, ἤτοι χαλεποί : Ἄρχε δ ' οὐρανῶ . ὦ μοῦσα , φησί , θύγατερ τοῦ κρέοντος καὶ βασιλεύοντος τοῦ |
Κρόνου καὶ Ἄρεως καὶ Ἡλίου καὶ τῶν ἐκλειπτικῶν εὑρεθῶσιν , ἄλυπος ὁ περὶ τέκνων ἔσται λόγος , ἐπάνπερ μὴ ἐπὶ | ||
' ἔστι περὶ ὃ ἐσπούδακας ; οὐ μανθάνειν , ὥστε ἄλυπος εἶναι καὶ ἀτάραχος καὶ ἀταπείνωτος καὶ ἐλεύθερος ; πρὸς |
. ἀλλ ' ὑπὲρ πάντων ἐχρῆν ὁρᾶν ] σε . ἐγὦιδα τἄμ ' ἄριστα . οὕτως ἔχεις ; τίς τῶν | ||
συμφόρως : τὰ γὰρ οὐ φανερὰ δήπουθέν ἐστι διπλάσια : ἐγὦιδα τούτου τὰς τέχνας τοῦ δραπέτου . ὦ δαίμονες , |