, οἳ ἐπ ' αὐτοὺς ἥκουσιν , ἐγὼ δ ' ἀνήκοος τοῦ λόγου φεύγοιμί σε καὶ ἀποκινδυνεύοιμί σου , μήπω
τῶν κακῶν ὦ Ζεῦ φύλαξ ὡς ἄπολις ὄλωλεν τὰ στέγη ἀνήκοος εἶ τῆς ἐμῆς ἄτης τὸ δὲ ὄνομα τῆς πόλεως
7104356 ἱκετευοντων
. Καὶ μὴν ἔν γε τοῖς πρώτοις οὐδὲν γεγηθὸς τῶν ἱκετευόντων ἡ διάνοια περιτίθησιν ἔρευθος ἀλλ ' ὠχρὰ κατηφὴς διὰ
παῖδα , πᾶσαι πρὸς ἕνα γεγραμμέναι σκοπόν , τὰς τῶν ἱκετευόντων δεήσεις εἰς ἔργον ἐλθεῖν ; καὶ πρὸς τοσούτους αὐτῇ
6717105 κακηγορος
φιλαίτιος , ὀνειδιστικός : καὶ πάλιν φιλόψογος , φιλολοίδορος , κακήγορος . τὰ δ ' ἐπιρρήματα φιλεγκλημόνως , μεμψιμοίρως ,
ἐκ τοῦ κακο σύνθετα . κακοδαίμων , κακοῦργος , κακολόγος κακήγορος , κακοπράγμων ὡς Ὑπερείδης , κακόβιος , κακόβουλος ,
6693790 ἐπηβολος
πλέον τι . καλῶς μὲν οὖν ὁ ἀνὴρ ἐπεστάτησεν ὡς ἐπήβολος ἄριστος τῆς γραμματικῆς τέχνης : τοῦτο δὲ μόνον ἠγνόησεν
, ἐπιτυγχανούσης μὲν εἰκὼν ὁ Σωκράτης αὐτῆς οἷα τῶν πραγμάτων ἐπήβολος καὶ ἀποφαντικῶς καὶ καθόλου ἀποφαινόμενος , περὶ πάντων λέγων
6656873 κατεπτηχως
καὶ μετρίως διεθέμην , ὡς μήτε ὑπέρφρων μήτ ' αὖ κατεπτηχὼς δόξαι , νεώτερα δὲ οὐδ ' ἐπὶ Νέρωνα ἐνεθυμήθην
ὁ ἐκ τοῦ πονεῖν καὶ ἐργάζεσθαι ζῶν , πτωχὸς δὲ κατεπτηχὼς καὶ προσαιτῶν . ἦλθε δ ' ἐπὶ πτωχὸς πανδήμιος
6644345 γεμοντων
λέγει πρὸς τὸν Σωσθένην : “ Ἤκουσας ἀπίστων ῥημάτων , γεμόντων ἔρωτος ; ὅσα εἶπεν : ὅσα ὠδύρατο : ὅτι
τῶν ἠρεμούντων καὶ ἱσταμένων , ἀλλὰ τῶν κινουμένων καὶ ταραχῆς γεμόντων : ὥσπερ γὰρ ἡ φλὸξ ἐν κινήσει , οὕτως
6622054 στονων
Λύκειος . ἢ ἐπιβλαβὴς τοῖς πολεμίοις ἐπὶ τῆς ἀυτῆς τῶν στόνων γενοῦ , οἷον ἐπὶ τοῦ πολέμου . παρήχησιν ἐνταῦθα
εἰς τὰς ἀνθρωπίνας κῆρας ἐμπεπτωκότα περὶ γῆν στρέφεται , παντοίων στόνων καὶ ὀδυρμῶν ἐμπιμπλάντα τὴν γῆν ; Στένει μὲν τὸ
6582683 ὑπεροπτης
ἐλάττους αὑτοὺς εἶναι προσομολογοῦσιν . ὁ μὲν οὖν ὑπερήφανος καὶ ὑπερόπτης ἐστίν , ὁ δ ? ' ὑπερόπτης [ ]
, . ἀγέρωχος : γαῦρος , σεμνός , θρασύς , ὑπερόπτης . , . . , . ἀγεωργίου δικάζεσθαι :
6520927 φιλοδικος
πεποιημένον δὲ τοῦτο παρὰ τὸ φιλεῖν τὰς Κλέωνος πράξεις : φιλόδικος δὲ οὗτος καὶ συκοφάντης . φίλο ] φιλόδικος .
τὰ δικαστήριά ἐστι διατριβόντων δικαστῶν ἢ καὶ συκοφαντῶν , ἤγουν φιλόδικος καὶ γράφων ψηφίσματα . πανδελετίους : Πανδέλετος συκοφάντης καὶ
6488167 ἐμπειρος
ἡδέων συμπαρακολουθῶν λυμεὼν γίγνεται . εἰ δὲ καὶ σὺ πολεμικῶν ἔμπειρος εἶ , ὦ Σιμωνίδη , καὶ ἤδη ποτὲ πολεμίᾳ
καὶ δύνανται κρίνειν περὶ αὐτῶν , ὥσπερ ὁ τῶν μουσικῶν ἔμπειρος τὰ μουσικὰ δύναται κρίνειν καὶ ὁ τῶν γραμματικῶν τὰ
6472802 ἀδαης
καὶ ἀδαὴς διαφέρει . ἀδεὴς μὲν γὰρ ὁ ἄφοβος , ἀδαὴς δὲ ὁ ἀμαθής . αἰδὼ καὶ αἰσχύνη διαφέρει .
, δεδιότες τὴν συντέλειαν τῶν ἀποβησομένων , τίς οὕτως ἐστὶν ἀδαὴς ὃς οὐκ οἶδεν ; ἀλλ ' ἔνιοι τῶν πραγματευομένων
6462783 ἐποπτης
καὶ ἀραὶ κατά τε ἐξωλείας , καὶ ὁ θεὸς αὐτὸς ἐπόπτης τῶν τοιούτων καὶ τιμωρὸς ἁπανταχοῦ . . Καὶ μετὰ
κύκλος . ἐντεῦθεν ἤδη καὶ τριοδῖτις ἐπεκλήθη καὶ τῶν τριόδων ἐπόπτης ἐνομίσθη διὰ τὸ τριχῶς μεταβάλλειν ὁδεύουσα διὰ τῶν ζῴων
6458204 φιλοκερδης
ἀλλὰ κατὰ τοὺς κίμβικας καὶ σκιφοὺς διακείμενος : ὁ δὲ φιλοκερδὴς εἰς ταὐτὸν ἥκει τῷ ἀνελευθέρῳ : εἰκὸς γὰρ τὸν
τὴν ὀφειλομένην δοθῆναί μοι παρ ' ὑμῶν δωρεάν , οὐ φιλοκερδὴς οὐδὲ μικρολόγος τις ὢν οὐδὲ ἐπὶ μισθῷ τὴν πατρίδα
6445984 ἀκοινωνητος
οἵγε οὐδὲ αὐτοὶ ἑαυτοῖς ἀρέσκονται . Μήτε ἀκούσιος ἐνέργει μήτε ἀκοινώνητος μήτε ἀνεξέταστος μήτε ἀνθελκόμενος : μήτε κομψεία τὴν διάνοιάν
τῶν ἰδίων δικῶν κοινωνεῖν κατὰ δύναμιν ἅπαντας : ὁ γὰρ ἀκοινώνητος ὢν ἐξουσίας τοῦ συνδικάζειν ἡγεῖται τὸ παράπαν τῆς πόλεως
6432879 φιλοστρατιωτης
καὶ τοῦτο φέρει τὸ θέαμα : καὶ γάρ πως καὶ φιλοστρατιώτης ἡμῖν λίαν ὑπὸ τῆς ποιήσεως ἐκεῖνος δείκνυται : λυπεῖ
καμόντι ἤρκει καὶ ὁρμωμένῳ πρὸς κάματον οὐκ ἦν κώλυμα . φιλοστρατιώτης δὲ ὢν διαφερόντως στρατιώταις οὐκ ἐχαρίζετο , ἀλλὰ πᾶσάν
6427701 ἐμμισθος
μόνα ἐκεῖνα πράττοντα ὧν ἕνεκα τὴν ἀρχὴν παρελήφθης καὶ ὧν ἔμμισθος εἶ . ἐχρῆν μὲν οὕτως , ὦ Τιμόκλεις ,
ἄν , ὡς ἔοικεν , ἐγὼ κατὰ τούτους ἕτερον τρόπον ἔμμισθος θηρευτής , οὐκ ἐπειδὴ λαμβάνω μισθόν , ἀλλ '
6417003 δυσταλαινα
, ἴδριες οὐδέν : ἁ δέ οἱ φίλα δάμαρ τάλαιναν δυστάλαινα καρδίαν πάγκλαυτος αἰὲν ὤλλυτο : νῦν δ ' Ἄρης
τε καὶ μαθεῖν , τέθνηκε θεῖον Ἰοκάστης κάρα . Ὦ δυστάλαινα , πρὸς τίνος ποτ ' αἰτίας ; Αὐτὴ πρὸς
6401048 φιλαιτιος
εἰ μὴ βιαιότερον . ὀνόματα δὲ φιλεγκλήμων , μεμψίμοιρος , φιλαίτιος , ὀνειδιστικός : καὶ πάλιν φιλόψογος , φιλολοίδορος ,
τὴν πόλιν καὶ τῆς χρείας καταφυγήν : οὐδέ γε οὕτω φιλαίτιος οὐδεὶς ὅστις ἂν μέμψαιτο ἐκείνης τῆς πόλεως τοὺς ὅρους
6398818 Αὐξεται
πολύφιλον , ἤγουν πολλοῖς τῶν φίλων ἑπόμενον καὶ ἀκολουθοῦντα . Αὔξεται γὰρ ὁ πλοῦτος μᾶλλον μεταδιδόμενος . Τοῦτο δὲ λέγει
αὐτόν . Σκοπιᾶς ] Ἀκρότητος . Ἐφάψασθαι ] Ἐφικνεῖσθαι . Αὔξεται ] Ἀντὶ τοῦ χαίρει . Ἀριστεύει ] * Τουτέστιν
6398641 βεβαιοτερος
δὲ ἀκίνητός ἐστι , τῶν ὀρῶν στασιμώτερος καὶ τῶν σκοπέλων βεβαιότερος . καὶ γῆ μὲν ἐσείσθη πολλάκις καὶ νήσους ὅλας
. ὡς ] ὅτι . Ὠκεανοῦ ] ἐμοῦ . . βεβαιότερος ] ὀρθότερος , κρείττων . . μονιμώτερος . .
6397081 φιλοπλουτος
φιλογύνης , φιλόθηρος φιλόμουσος , φιλοσώματος φιλόψυχος , φιλόξενος φιλοικτίρμων φιλόπλουτος , φίλυπνος , φιλοκυνηγέτης , φιλογεωργός , φιλόκυβος ,
τῶν δογματικῶν ἀγωγῶν δύναται καταστέλλεσθαι , ἀλλ ' ὁ μὲν φιλόπλουτος ἢ φιλόδοξος ἐκπυρσεύεται μᾶλλον τὴν ἐπιθυμίαν ὑπὸ τῆς Περιπατητικῆς
6384854 μισολογος
θεοὺς ἐράων , ἢ ψεῦδος ὀμόσσῃς ; ἀλλ ' οὔτε μισολόγος οὕτως οὐδείς , ὡς τούτων γε εἵνεκα τὴν τῶν
καὶ μὴ ἔστιν ἡ ἀσοφία , πανοῦργος , ἀμαθής , μισολόγος , ἄνους , ἀνόητος , ἀλόγιστος , εἰ καὶ
6364590 πολυπραγμων
: ἀλλὰ μὴν ὁ σοφὸς οὐ τοιοῦτος : οὐκ ἄρα πολυπράγμων ὁ σοφός ἐστι . ἔστι δὲ καὶ καλῶς καὶ
: τούτων οὕτως ἐχόντων ὁ Σαγχουνιάθων , ἀνὴρ πολυμαθὴς καὶ πολυπράγμων γενόμενος καὶ τὰ ἐξ ἀρχῆς , ἀφ ' οὗ
6359242 ἀνεκτος
ἐμὰ στήσεσθαι Ἀχαιοὺς λισσομένους : χρειὼ γὰρ ἱκάνεται οὐκέτ ' ἀνεκτός . ἀλλ ' ἴθι νῦν Πάτροκλε Διῒ φίλε Νέστορ
τὸ ἀποθνῄσκειν πάρισον . εἰ μέτριος εἴη μέχρι δεῦρο , ἀνεκτός , ἀλλ ' οὐκ ἀνήσει . πάλιν γοῦν ἐν
6356881 πολυφωνος
οὕτως . Ἔτι καὶ τοῦτον ἐνδιαστέλλομαι τὸν τρόπον : Πλάτων πολύφωνος ὤν , οὐχ ὥς τινες οἴονται πολύδοξος , πολλαχῶς
λαμπρόφωνος καὶ ὡς Δημοσθένης λαμπροφωνότατος , δύσφωνος , ἰσχνόφωνος , πολύφωνος , ἡδύφωνος , χαλκόφωνος , βαρβαρόφωνος , βαρύφωνος ,
6354607 διοικητης
. . δαμαζομένου . . μακάρων πρύτανις ] ὁ θεῶν διοικητὴς καὶ ἄρχων Ζεύς . . ὁ σιτοδότης , ὁ
. Ἀρτεμβάρης δὲ ] Ἀρτεμβάρης δὲ ὁ ἡγεμὼν καὶ ὁ διοικητὴς τῆς μυρίας καὶ πολλῆς ἵππου , ἤτοι ὁ ἔχων
6341683 ἐργατις
Μοῖσα γὰρ οὐ φιλοκερδής πω τότ ' ἦν οὐδ ' ἐργάτις : οὐδ ' ἐπέρναντο γˈλυκεῖαι μελιφθόγγου ποτὶ Τερψιχόρας ἀργυρωθεῖσαι
συντάττουσι τοὺς ἐπινίκους , πρώτου Σιμωνίδου προκαταρξαμένου . οὐδ ' ἐργάτις , ὅ ἐστιν αἰτοῦσα μισθὸν ἐφ ' οἷς ἔπραττεν
6339990 ζηλουντων
σοφοῖς . Ὄνος ἵππον μιμούμενος : ἐπὶ τῶν ἀμαθῶς τινα ζηλούντων . Ὄνου γνάθος : ἐπὶ τοῦ ἀδηφάγου . Ὄνος
πλεονάζει . ἐκ Πατροκλέους : εἷς ἦν τῶν λακωνικὸν βίον ζηλούντων , ἀθηναῖος , πλούσιος μὲν σφόδρα , ὡς κακόβιος
6329713 Διοσκορω
ὀδόντας αὐτοῦ ὁρᾷς ; αἱ μὲν γὰρ χάριτες , ὦ Διοσκόρω , πολλαί , καὶ μάλιστα ὁπόταν ᾄδῃ καὶ ἁβρὸς
. Εὖ γ ' , εὖ γε ποιήσαντες , ὦ Διοσκόρω . Ἴσως ἂν εὖ γένοιτο : θαρρεῖτ ' ,
6323909 πιοτατος
τῶν ἄλλων πάντων ὄψων κρατεῖ οὗτος ὅσον περ θύννος ὁ πιότατος τῶν φαυλοτάτων κορακίνων . Ἄλεξις ἐν Ἑπτὰ ἐπὶ Θήβαις
ἄλλων πάντων γόγγρων κρατεῖ αὐτός , ὅσον περ θύννος ὁ πιότατος τῶν φαυλοτάτων κορακίνων . ἀλλά μοι ὀψώνει γλαύκου κεφαλὴν
6323569 ἀπεχθης
: ἐμέμφθης , φησὶ , τιμῆς χάριν τῆς ἐμῆς , ἀπεχθὴς δέ σοι ἡ Ἀφροδίτη ἐγένετο : τί δ '
Οἴμοι : φρόνησον , ὦ κασιγνήτη , πατὴρ ὡς νῷν ἀπεχθὴς δυσκλεής τ ' ἀπώλετο , πρὸς αὐτοφώρων ἀμπλακημάτων διπλᾶς
6322969 παραφρονως
τεχθέντων καὶ ὁμοίως λεγομένων . Αἰάντειος γέλως : ἐπὶ τῶν παραφρόνως γελώντων . Ὁ Αἴας γὰρ παραφροσύνην νοσήσας καὶ μανεὶς
ἐπὶ τῶν μηδὲν ὠφελούντων . Αἰάντειος γέλως : ἐπὶ τῶν παραφρόνως γελώντων . Αἲξ οὔπω τέτοκεν , ἔριφος δ '
6312430 ἐπλησθη
ῥεέτω τοὺς ἐμούς . ” Ἡ δὲ ὡς ἤκουσεν , ἐπλήσθη δακρύων , καὶ εἶχεν αὐτῆς ἴδιον κάλλος καὶ τὰ
γυναῖκες ἐγέννησαν τιτᾶνας , ὑφ ' ὧν ὅλη ἡ γῆ ἐπλήσθη αἵματος καὶ ἀδικίας . καὶ νῦν ἰδοὺ βοῶσιν αἱ
6302248 ληρων
τῶν ὑπηρετῶν οὐδ ' ἡ λίαν πενία . ταῦτα ὁ ληρῶν ἐγὼ παρὰ τῶν ἐξεπισταμένων ἀκούσας καὶ μέμνημαι καὶ δεινὰ
ἀθλίων καὶ δυστυχούντων κτήματα . ταῦτα δὲ οὐκ ἄλλως ἔγωγε ληρῶν εἶπον , ἀλλ ' ὅτι τῶν τοιούτων , ὑπὲρ
6295862 ἀλυς
μὴ λυπούμενος . λέγεται δὲ καὶ ἀλύπητος . Θεόπομπος . ἄλυς : ἡ ἄλη καὶ ὁ ῥιπασμός . καὶ ἀλύειν
τὸ ἀλῶ ἀλύσσω , ὡς ὀρύσσω , ἐξ οὗ καὶ ἄλυς , ἡ πλάνη τῆς διανοίας . ἢ παρὰ τὴν
6281670 στυγερως
ἐπὶ μιμήσεως . στυγερώπης : ὁ φθόνος μισητὸς ἐν τῷ στυγερῶς ὁρᾶν ἢ ὁρᾶσθαι . καὶ τότε δή : ὅτε
λέγουσι περὶ τῶν πέλας . Ὁ φθόνος μισητὸς ἐν τῷ στυγερῶς ὁρᾷν ἢ ὁρᾶσθαι : οὐκέτι γὰρ αἰδοῦνται κακῶς πράττοντες
6279746 ἀνταξιος
τε καὶ ἀνέρας ἀσπιδιώτας . . ἰητρὸς γὰρ ἀνὴρ πολλῶν ἀντάξιος ἄλλων ἰούς τ ' ἐκτάμνειν ἐπί τ ' ἤπια
ἐκείνου : ὁ μὲν γὰρ ἑνός , ὁ δὲ πολλῶν ἀντάξιος ἑτέρων , μηνύων τὴν τῶν ἄλλων τοῖς ἄρχουσιν ἀδικίαν
6279119 μαρτυρεις
[ ] . Ἀξίοχε , σύ γε οὐκ ἔτυμά μοι μαρτυρεῖς , οἴει δὲ καθάπερ Ἀθηναίων ἡ πληθύς , ἐπειδὴ
ἐξηγούμενος : ὁπότε καὶ ἡμᾶς ἑώρας , ὡς καὶ αὐτὸς μαρτυρεῖς , τό τε νεαρὸν τοῦ πένθους ἔχοντας καὶ τὰ
6278017 κωλυτης
τε καὶ ἠκόντιζον , εἴ τις παραβοηθῶν παρὰ τὸ τεῖχος κωλυτὴς γίγνοιτο τῆς διαβάσεως . ἐπεὶ δὲ πάντες διεπεπεραίωντο ,
τῇ ἐλπίδι ἐπαιρόμενοι ῥιψοκινδύνως ἐγχειροῦσιν αὐτοῖς , καὶ οὐδεὶς δύναται κωλυτὴς γενέσθαι τῶν τηλικούτων ἔργων , ἀλλ ' ὁσημέραι πράττονται
6266711 ὑπερορων
ἐπιεικοῦς ἢ χαλεπαίνων τοῖς αὑτοῦ φίλοις τε καὶ ἑταίροις ἢ ὑπερορῶν τοὺς θνητούς τε καὶ ἀληθεῖς γονέας . ἀλλὰ γὰρ
σπουδάζων ὑπὸ πάντων , καὶ οὐχ ἥκιστα τῶν φιλοσοφούντων , ὑπερορῶν δὲ καὶ διαπτύων τοὺς ἄλλους καὶ μάλιστα τοὺς ἐν
6266544 σιδηροφρων
] ὑπὸ τοῦ Διός . δυσκλεὴς ] ἄδοξος . . σιδηρόφρων τε ] ὁ τῶν Ὠκεανίδων γυναικῶν χορὸς ἰδὼν τὸν
ἤγουν ὑπὸ τοῦ Διός δυσκλεὴς ] ἄδοξος θέα ] θεωρία σιδηρόφρων ] σκληρὸς καὶ ἄκαμπτος τὸ φρόνημα καὶ ὥσπερ ὑπὸ
6264747 βροτειων
ἀγχονῶν , δεσμῶν . βρέτας : εἴδωλον . βροτοσσόων : βροτείων λόγων . γεγῶσα : γεγονυῖα . γῆρυν : φωνήν
[ Θεοῦ μὲν οὐδεὶς ἐκτὸς εὐτυχεῖ βροτός . Φεῦ τῶν βροτείων ὡς ἀνώμαλοι τύχαι : οἱ μὲν γὰρ εὖ πράσσουσι
6264417 ἀσυνετος
; ἵνα σαφῶς σου μανθάνω . Χαλεπόν γ ' ἀκροατὴς ἀσύνετος καθήμενος : ὑπὸ γὰρ ἀνοίας οὐχ ἑαυτὸν μέμφεται .
εἰσιν αἱ ἐπισκέψεις καὶ αἱ δεύτεραι γνῶμαι : λογίζομαι : ἀσύνετος : οὐ γὰρ περισσὸν οὐδέν : ἀντὶ τοῦ παράλογον
6262284 ἀφιλος
σὲ δ ' αὐτόγνωτος ὤλες ' ὀργά . Ἄκλαυτος , ἄφιλος , ἀνυμέναιος ταλαί - φρων ἄγομαι τάνδ ' ἑτοίμαν
εὐχερὴς κακότεχνος ἀδιάγωγος ἄδικος ἄνισος ἀκοινώνητος ἀσύμβατος ἄσπονδος πλεονέκτης κακονομώτατος ἄφιλος ἄοικος ἄπολις στασιώδης ἄτακτος ἀσεβὴς ἀνίερος ἀνίδρυτος ἄστατος ἀνοργίαστος
6257096 τωθαστικος
χλευαστικός : ὁ γὰρ χλεῦαξ κωμῳδικώτερον , τωθαστὴς δὲ καὶ τωθαστικὸς καὶ γελωτοποιός . ἐπὶ τοῦ αὐτοῦ δ ' εἴρηται
χλευαστικός : ὁ γὰρ χλεῦαξ κωμῳδικώτερον , τωθαστὴς δὲ καὶ τωθαστικὸς καὶ γελωτοποιός . ἐπὶ τοῦ αὐτοῦ δ ' εἴρηται
6250511 γνωστικαι
ὑπολαμβάνων αὐτήν . αἱ μὲν δὴ καταγινόμεναι περὶ τὰ ἀναγκαῖα γνωστικαὶ τῆς ψυχῆς ἕξεις ἑκατέρωθεν τὸ ἀληθὲς ἔκ τε τῶν
, διτταί εἰσιν αἱ τοῦ θεοῦ δυνάμεις , αἵ τε γνωστικαὶ καὶ αἱ πρακτικαί , διτταὶ δὲ καὶ αἱ τῆς
6249433 ἀβουλος
φοβεῖσθαι . Ἀδίκοις φίλοισιν ἢ κακοῖς μὴ συμπλέκου . Ἀνὴρ ἄβουλος ἡδοναῖς θηρεύεται . Ἄλυπον ἄξεις τὸν βίον χωρὶς γάμου
τοὺς καιροὺς παριείς , ἀπερίσκεπτος , ἀπροόρατος , ἀπρονόητος , ἄβουλος , κακόβουλος , ἄπορος γνώμης , ἀπρόοπτος , ἀμήχανος
6242443 νηπυτιος
' οὗ τριβωνευόμενοι οἱ τεχνάζοντες . ἐπεί , φησί , νηπύτιός ἐστιν , οὐκ ἂν εἴη ἔμπειρος τῆς ἡμετέρας ἐνταῦθα
' οὗ τριβωνευόμενοι οἱ τεχνάζοντες . ἐπεί , φησί , νηπύτιός ἐστιν , οὐκ ἂν εἴη ἔμπειρος τῆς ἡμετέρας ἐνταῦθα
6241279 φιλοψυχος
συνεσταλμένος , κατεπτηχώς , ἀγεννής , εὐλαβής , περίφοβος , φιλόψυχος φιλοσώματος , ἄτολμος , καταπλήξ : ὁ γὰρ ἄψυχος
οὕτως ἀωρὶ τοῦ παντὸς χρόνου μελῳδῶν . εἶτα φῂς εἶναι φιλόψυχος καὶ καταψεύδει σαυτοῦ . καὶ τίς ὦ πρὸς θεῶν
6240525 δημηγορος
η : οἷον , συνήγορος : κατήγορος : θεήγορος : δημήγορος . Τὰ παρὰ τὸ χέω συγκείμενα διὰ τοῦ ο
η : οἷον , συνήγορος : κατήγορος : θεήγορος : δημήγορος . Τὰ παρὰ τὸ χέω συγκείμενα διὰ τοῦ ο
6240108 ματαιων
Γνωστὸν δὲ τοῦτο πᾶσι , καὶ οὐ δεῖ ἐνταῦθα Προκλικῶν ματαίων πλασμάτων : ἐν γὰρ τοῖς σπουδαίοις ὁ Πρόκλος οὐδὲν
ὑψηλοῦ ἐσμέν , ἀναβοήσας παμμέγεθες παραινέσω αὐτοῖς ἀπέχεσθαι μὲν τῶν ματαίων πόνων , ζῆν δὲ ἀεὶ τὸν θάνατον πρὸ ὀφθαλμῶν
6239414 ἀναπαυλα
. ” οὐκοῦν δίδασκε καὶ δείκνυε μὴ ἀγανακτῶν . Θάνατος ἀνάπαυλα αἰσθητικῆς ἀντιτυπίας καὶ ὁρμητικῆς νευροσπαστίας καὶ διανοητικῆς διεξόδου καὶ
Ὀλύμπια , οὐ μόνον αὐτοῖς ἀθληταὶ τὰ τελούμενα ἦν , ἀνάπαυλα δέ τις ἐγίνετο μεταξὺ καὶ ῥᾳστώνη τοῦ τε ἀγῶνος
6235420 εὐμαθης
νέος , σώφρων , μνήμων , ἀνδρεῖος , μεγαλοπρεπής , εὐμαθής . Εἰ μὲν οὖν τι τούτων ἐνδεῖ ἡμῖν τῶν
. ἰδιώματα τοῦ πρὸς τὴν τῆς πόλεως ἐπιτροπὴν ἐπιτηδείου . εὐμαθής μνήμων μεγαλοπρεπής εὔχαρις φιλαλήθης δίκαιος ἀνδρεῖος σώφρων ἔμμετρος .
6234994 καινων
ἔκτοπόν τινα καὶ παρηλλαγμένην ἐπίθεσιν , ὁ μεγαλουργός , ὁ καινῶν ἀδικημάτων εὑρετής . τῆς γὰρ ἡμετέρας γερουσίας , ἣν
, τόπους τε διαιρεῖν , τῶν δὲ σκευῶν ἀπὸ τῶν καινῶν χρῆσιν ποιεῖσθαι , ὕδωρ τε ἄγειν καὶ ποταμούς .
6229745 φιλολοιδορος
μεμψίμοιρος , φιλαίτιος , ὀνειδιστικός : καὶ πάλιν φιλόψογος , φιλολοίδορος , κακήγορος . τὰ δ ' ἐπιρρήματα φιλεγκλημόνως ,
, οὔτε ὁμοίως ἔσῃ πιθανὸς δόξεις τε ὡς ἀληθῶς εἶναι φιλολοίδορος : οὐ γὰρ πεπονθότος ἐστὶ τὴν ψυχὴν οὐδ '
6228894 ὑπεροπτικος
ἐκμελής , ἄγροικος , ἄμικτος , εἴρων , ἀλαζών , ὑπεροπτικός , ὑπέρφρων , βαρύς , φορτικός , ἐπαχθής ,
' ἂν ἐκ τούτων ὑποψία καὶ ὑπεροψία καὶ ὑπερόψεσθαι , ὑπεροπτικός , ὑπεροπτικῶς , ὑπόπτως , ὑπερόπτης , αὐτόπτης ,
6224728 ἐλεημων
ἐλεήμων : δέον εἰπεῖν “ ἥττων ” φησὶν Γ “ ἐλεήμων ” . Γ ὡς . . . ἀεὶ ]
τήνδ ' , ἵνα σπένδειν ἔχῃς . Οἴμ ' ὡς ἐλεήμων εἴμ ' ἀεὶ τῶν χρυσίδων . Ὑμέτερον ἐντεῦθεν ἔργον
6220236 φειδεται
μόνων ἑαυτὸν βασιλέα ποιεῖ , ὅστις δὲ κρατεῖ μέν , φείδεται δέ , οἶδεν ἑαυτὸν βασιλέα πάντων ἀνθρώπων , καὶ
, οὗ τόδε σᾶμα : Ἄρης δ ' οὐκ ἀγαθῶν φείδεται , ἀλλὰ κακῶν . Ἀβδήρων προθανόντα τὸν αἰνοβίην Ἀγάθωνα
6219988 ξυνεσιν
βραχυτέρας , οὕτω δι ' ἀλλοτρίων ἑρμηνειῶν πρὸς τὴν θεραπεύουσαν ξύνεσιν ἑρμηνευομένων . Ὅτι μὲν οὖν καὶ λόγους ἐν ἑωυτῇ
[ ' ἀφῆκ ' ἔπη : [ ] εν : ξύνεσιν δ ' ἔχον ? ? [ τέτραπον ἠδὲ δίπουν
6218203 ἡδυπαθης
Ἀντιφάνης φησίν : πόθεν οἰκήτωρ εἶ τις Ἰώνων τρυφεραμπεχόνων ἁβρὸς ἡδυπαθὴς ὄχλος ὥρμηται . περὶ δὲ Βυζαντίων φησὶ Θεόπομπος ὅτι
ὅλως αὐτὴν ὁρᾶν τὴν Ἀκαδημίαν δοκῶ . ὅτι Πολύαρχος ὁ ἡδυπαθὴς ἐπικαλούμενος , ἐμπεσούσης ποτὲ ἀπορίας καὶ σκέψεως περί τε
6213753 ἀθεμιστος
, ὅσα τέως ὕπουλα ἦν , ἀθρόα τότε ἐγίγνετο καὶ ἀθέμιστος μεταβολὴ βουλευτῶν ἀνδρῶν , ὑπάτων ἢ στρατηγῶν ἢ δημάρχων
. ὁμοίως δὲ καὶ τὸν φρονιμώτατον τῶν ἡρώων λέγειν ἀφρήτωρ ἀθέμιστος ἀνέστιός ἐστιν ἐκεῖνος , / ὃς πολέμου ἔραται ἐπιδημίου
6213090 δεξιοτης
φόβοις ἤ τισιν ἄλλοις κακοῖς πιεσθέντας εὐμένεια καὶ συνήθεια καὶ δεξιότης φίλων πολλάκις ἐθεράπευσεν , οὕτως οὐ πολλάκις ἀλλ '
γλώσσης ἀποπέμψομεν εἰς μέγαν αἶνον τοῦδ ' ἐπὶ συμποσίου : δεξιότης τε λόγου Φαίακος Μουσῶν ἐρέτας ἐπὶ σέλματα πέμπει .
6208061 προβουλος
τοῖς ἐκ τῆς συναρχίας . οὐ γάρ ἐστιν εἷς ὁ πρόβουλος . ὡς ἔχω : Βεβρεγμένον . ὅτ ' οὐχὶ
ἱπποφόρβιον τὸ τῶν ἵππων . . . αἰπόλιαι βουληφόρος : πρόβουλος , ἡγεμών , ἄρχων : Ὅμηρος : οὐ χρὴ
6205971 ἐξεταστης
ἀπὸ τῶν φαινομένων ἢ καὶ παρατρεχόντων σημείων τεκμάρσεως ἀκριβὴς ἦν ἐξεταστής . Ἱλάριος ὁ ἐκ Φρυγίας : ἐπὶ Ἰοβιανοῦ βασιλέως
, προδεδομένα δὲ παρὰ τῆς αὐτῶν ἀμελείας . κριτής , ἐξεταστής . οὐκ ἐχόντων ] διὰ τὴν ἡμῶν ῥαθυμίαν .
6204435 ἀφροντιστος
συστολὴν ἀκή , . , . * . Ἀκηδής : ἀφρόντιστος , ἀνελεήμων , κηδεμόνα μὴ ἔχων , . ,
ἡ ὀξύτης τὴν ὀξύτητα . . . . ἀκηδής : ἀφρόντιστος , ἀνελεήμων , κηδεμόνα μὴ ἔχων : παρὰ τὸ
6203837 πολυκτημων
οἱ πολῖται καὶ ὁ αἰὼν τῶν βροτῶν ὁ πολύβοτος καὶ πολυκτήμων , τουτέστιν οὐδεὶς πλὴν τοῦ Οἰδίποδος τεθαύμασται καὶ πρὸς
, πολυπρόσωπος , πολυχρήματος πολύχρυσος , πολυσώματος , πολυΐστωρ , πολυκτήμων , πολυάργυρος πολύχαλκος , πολύπυρος πολύοινος πολύσιτος , πολυπότης
6202763 δυσερις
ἔχοι μετρίαν αἴσθησιν περὶ λόγους καὶ μήτε βάσκανος εἴη μήτε δύσερίς τις , τοσούτῳ διαφέρειν τὴν ἀρτίως παρα - τεθεῖσαν
ὠφελείας κόλαξ , ὁ δὲ ἐλλείπων καὶ ἄχαρις ἐν πᾶσι δύσερίς τις καὶ δύσκολος . οὐ μόνον δὲ ἐν τοῖς
6193967 ἐφυν
σοφόν . ἃ δεῖ μάλιστα , ταῦτ ' ἔγωγ ' ἔφυν σοφός . κείνου δ ' ἀκούσας πρῶτα τοὺς λόγους
κλύων , Λαερτίου παῖ , τούσδε καὶ πράσσειν στυγῶ : ἔφυν γὰρ οὐδὲν ἐκ τέχνης πράσσειν κακῆς , οὔτ '
6192348 ἀπειρια
; τὸ ἐναντίον ἢ ἐπὶ τῶν συλλογισμῶν , ἀμαθία καὶ ἀπειρία . Λέγοντος αὐτοῦ ὅτι Ὁ ἄνθρωπος πρὸς πίστιν γέγονεν
καὶ ἄπειρον . Ἔστι γὰρ τὸ πεπερασμένον οὔτε πέρας οὔτε ἀπειρία , ἔστι δὲ τὸ συναμφότερον . Νοείσθω τοίνυν ὡς
6192029 ἀπροορατος
ἐξώλης κακόνους ἀσύμμετρος ἀκαιρολόγος μακρήγορος ἀδολέσχης ἀερόμυθος κόλαξ νωθὴς ἀπερίσκεπτος ἀπροόρατος ἀπρονόητος ὀλίγωρος ἀπαράσκευος ἀπειρόκαλος | πλημμελὴς σφαλλόμενος διαπίπτων ἀδιοίκητος
. Οὕτω Πλούταρχος . . ΚΡΟΝΙΩΝ . Ἡ ἀφανὴς καὶ ἀπροόρατος Εἱμαρμένη , ἡ κοροῦσα καὶ μελαίνουσα τὸν νοῦν ,
6187127 οἰκτιρω
. ὅσον προσήκει μὴ γένους κοινωνίαν ἔχοντι λύπης τὸν σὸν οἰκτίρω γόνον . ὄλοιτο μὲν Οἰνεΐδας , ὄλοιτο δὲ Λαρτιάδας
Κατάρατο , τολμᾷς ἀποτανουμένη λαλεῖς ; Ὦ παρθέν ' , οἰκτίρω σε κρεμαμένην ὁρῶν . Οὐ παρτέν ' ἐστίν ,
6185859 σιγηλος
Κρόνου καὶ Τιθωνοῦ παππεπίπαππος νενόμισται . ἀρρησία κάναστρα κορδακισμός κωδωνοφορῶν σιγηλός σταφυλήν ὦ ' τάν Ἅπερ ἐσθίει ταυτὶ τὰ πόνηρ
Τὰ διὰ τοῦ ΗΛΟΣ ὑπερδισύλλαβα ἁπλᾶ ἔχοντα θηλυκὰ ὀξύνεται : σιγηλός μιμηλός ἀπατηλός ὑψηλός ὑδρηλός . Τὰ διὰ τοῦ ΙΛΟΣ
6183464 συναγωνιστης
μόνον ὠφέλειαν , ἣν ὁ μὴ δρῶν σύμβουλος ἢ ὁ συναγωνιστὴς ἥσυχος , ἀλλ ' ἀμφοτέρας . οὐ γὰρ ἡμίεργον
κέχρηνται . ὁ δὲ ταύτης τῆς πίστεως αὐτῷ συνεργὸς καὶ συναγωνιστὴς καὶ ὁ δεῦρ ' ἀπαγγείλας τὰ ψευδῆ καὶ φενακίσας
6181847 φιλεγκλημων
αἰσχρουργὸς αἰσχροπαθὴς ἀχρώματος ἄμετρος ἄπληστος ἀλαζὼν δοκησίσοφος αὐθάδης βάναυσος βάσκανος φιλεγκλήμων δύσερις διάβολος χαῦνος ἀπατεὼν ἀγύρτης εἰκαῖος ἀμαθὴς ἀναίσθητος ἀσύμφωνος
συμμάχοις χρώμενοι ταῖς λογικαῖς . ἐὰν μέντοι τις βάσκανος καὶ φιλεγκλήμων αἰτιώμενος φάσκῃ : πῶς οὖν ποιμενικὴν τέχνην διαπονοῦντες καὶ
6178082 ἀνανδρος
τοῦ Διὸς μαλακισθήσομαι καὶ θηλύνους γενήσομαι , ἤτοι θῆλυς καὶ ἄνανδρος τὸν νοῦν , καὶ παρακαλέσω τὸν ἐμοὶ μεγάλως μισούμενον
τὰ γυναικῶν πράττειν . ἀποτῆξαι λιμῷ : οἷον ἀποκτεῖναι . ἄνανδρος γυνή : ἡ μὴ ἔχουσα ἄνδρα . ἁπλούστατος :
6176855 ἁλιτηριος
ἐστι Πρωταγόρας ὁ Τήιος * * * ὃς ἀλαζονεύεται μὲν ἁλιτήριος περὶ τῶν μετεώρων , τὰ δὲ χαμᾶθεν ἐσθίει .
, ὅν γ ' ἔστιν λέγειν ; ὁ Βουζύγης ἄριστος ἁλιτήριος . τί κέκραγας ὥσπερ Βουζύγης ἀδικούμενος ; ὁ νόθος
6170327 φιλοκαλος
Πέρσαις τις ὄνομα Τυρραστιάδας , τὸ γένος ὢν Κυμαῖος , φιλόκαλος δὲ καὶ τὸν τρόπον ὢν ἀγαθός , διαδρὰς ἐκ
γένεσιν ἀνδρὸς φιλοκάλου , ἵνα μὴ ὁ τίκτων ᾖ ὁ φιλόκαλος ἀλλ ' ὁ γεννώμενος . ὅτι δὲ μετὰ τὴν
6169922 φρονιμωτατος
προσποίημα τοῦθ ' ὑπέμεινε , καὶ δόξας ἁπάντων ἀνθρώπων εἶναι φρονιμώτατος , μετὰ τοῦτ ' ἔπειθεν αὐτοὺς τὴν αὐτὴν γνώμην
ἡνίοχος παντὸς καλοῦ , ἀδωροδόκητος , ἀγαθῶν ἀγαθώτατος , φρονίμων φρονιμώτατος : ἐστὶ δὲ καὶ πατὴρ εὐνομίας καὶ δικαιοσύνης ,
6169204 διακονος
ὑπερβιβασμὸν διαέκονος καὶ κατὰ κρᾶσιν τοῦ αε εἰς α μακρὸν διάκονος . εἰ ἄρα οὖν ἡ ἀμφί δέχεται τὸν λόγον
. καὶ δουλάρια Μεταγένης , καὶ οἰκετικὰ ὀνόματα Πλάτων . διάκονος , ὑπηρέτης , ἀργυρώνητος , ὤνιος , οἰκότριψ ,
6160713 ποθειτε
ἀλληγορίας , * ὡς ἔφην , ἐατέον : ἐπεὶ δὲ ποθεῖτε καὶ ταύτας μαθεῖν * , ἀκούετε . δίας οἱ
τὴν μαρτυρίαν . Ἴσως οὖν , ὦ ἄνδρες δικασταί , ποθεῖτε ἀκοῦσαι , διὰ τί ποτε ὁ στρατηγὸς οὐκ ἠνάγκαζε
6157449 κυναγος
ἐν Δαιδάλῳ . Κυνηγέτης οἱ Ἀττικοί , ἀλλ ' οὐ κυναγός : τραγικὸν γὰρ τοῦτο . Γελάσιμον : Στράττιν μὲν
Χαιρεφῶν . Ὁ πτερωτὸς ἰξὸς ὀμμάτων Ἔρως , ὁ Κύπριος κυναγός , ἡ φρενῶν ἀκίς , ὁ μὴ τίνων θεοῖσιν
6154618 πολυλογος
] εὑρεσιλόγος , εὑρεσιολόγος . , ἐφευρετὴς λόγων ψευδῶν , πολύλογος , ἑτοιμολόγος . , λόγους ἐφευρίσκων εὑρίσκων καὶ ἀπολογίαν
. Κηφισοδήμῳ ] καὶ οὗτος Ἀθηναῖος , ῥήτωρ καὶ ξυνήγορος πολύλογος . κἀπεμορξάμην : ἔκλαυσα . ἐκ τοῦ παρακολουθοῦντος .
6153426 τροφεων
τοῖς ἄλλοις κτήμασι . διατελεῖτε δὲ τῶν μὲν Ἑλλήνων ὥσπερ τροφέων ἐπιμελόμενοι , χεῖρά τε ὑπερέχοντες καὶ οἷον κειμένους ἀνιστάντες
μετὰ δὲ ταῦτα ἕτερον τοιόνδε ἐπιγίγνεται . ἦν Ἐπάγαθος τῶν τροφέων τῶν ἐμῶν , ὃς πρῶτος ἔθρεψέ με , καὶ
6152447 ἀνδραποδωδης
: ἢ ταῦτα μὲν οἱ εἴλωτες αὐτῷ ἔχουσιν καὶ ὁ ἀνδραποδώδης ὅμιλος καὶ οἱ περίοικοι Λακεδαιμονίων , τὸ δὲ καθαρῶς
ἀνδραποδίσασθαι καὶ ἀνδραποδισάμενος , καὶ ἀνδραποδίσαντες παρὰ Θουκυδίδῃ , καὶ ἀνδραποδώδης παρὰ Ξενοφῶντι , καὶ ἀνδραποδωδῶς παρὰ Πλάτωνι , καὶ
6152027 ἠνεσχου
ὑπερτίθεται τὴν ἐκδίκησιν ! Ὦ θεοῦ ἀνοχή , πῶς τοιούτων ἠνέσχου ; Βέλτιον ἂν ἦν τὴν γῆν διασχοῦσαν καλύψαι ἢ
ὁτουοῦν αὐτὸς ὑβρισμένος ἐτύγχανες , οὐκ ἄν ποτ ' ἴσως ἠνέσχου , ἀλλ ' ἤμυνας ἂν ἐκ τῶν ἐνόντων σαυτῷ
6151969 ἑξαγια
κηκὶς καὶ κροκόμαγμα μετ ' οἴνου ἐπιχρίεται , ἢ δαφνίδων ἑξάγια β καὶ πηγάνου φύλλων # β , νάπυος ⋖
χυλοῦ ἑξάγια βʹ , κρόκου , ὀπίου , γομφίτου ἀνὰ ἑξάγια γʹ ςʹʹ . τὸ ὄπιον καὶ τὸν γομφίτην λείωσον
6149020 καυχησεως
: ἢ πρόσφορος καὶ ἀγαθή τις ἡ τῆς τῶν ἐπῶν καυχήσεως ᾠδὴ ἢ ἡ καυχητικὴ ᾠδή . ὁ δὲ νοῦς
τρυφῆς πονηρᾶς , ἀπὸ ἐδεσμάτων πολλῶν καὶ πολυτελείας πλούτου καὶ καυχήσεως καὶ ὑψηλοφροσύνης καὶ ὑπερηφανίας , καὶ ἀπὸ ψεύσματος καὶ
6148623 Κρησιον
ἀπὸ τοῦ Κρής , καὶ Κρησιάς θηλυκὸν καὶ Κρησία καὶ Κρήσιον . καὶ ἀπὸ τῆς Κρητός γενικῆς Κρῆτις , καὶ
στρέφει , τὸ δ ' αὔξει βιότου πολύπονον ὥσπερ πέλαγος Κρήσιον : ἀλλά τις θεῶν αἰὲν ἀναμπλάκητον Ἅιδα σφε δόμων
6141272 ἐπαινετοις
πολέμῳ . τοῖς Ἀθηναίοις τοῖς περιφήμοις ἤτοι τοῖς Ἕλλησι τοῖς ἐπαινετοῖς . τοῖς Ἕλλησι . τοῖς Ἕλλησιν . ἐν δόρασι
ὑποβάλλεσθαι , μέτροις ἅτε χρώμενος εἰς ἀκρίβειαν ὑπερφυῶς πεπονημένοις ἅπασιν ἐπαινετοῖς . ὁ δὲ βουλόμενος ἄλλως ὑθλεῖν οὐκ ἂν φθάνοι
6137999 φρονηματων
σφιν κακῶν ὕψιστ ' ἐπαμμένει παθεῖν , ὕβρεως ἄποινα κἀθέων φρονημάτων : οἳ γῆν μολόντες Ἑλλάδ ' οὐ θεῶν βρέτη
Πολυκράτης διεφθάρη κακῶς , οὔτε ἑωυτοῦ ἀξίως οὔτε τῶν ἑωυτοῦ φρονημάτων : ὅτι γὰρ μὴ οἱ Συρηκοσίων γενόμενοι τύραννοι ,
6136451 ἐτυχες
. τὸ γὰρ ᾔομεν ἀχνύμενοι καὶ τὸ ἤμβροτες οὐδ ' ἔτυχες καὶ σχεδὸν ὅλη ἡ χρῆσις τοῦ βίου , πλήρης
. . πικροῦ ] λυπηροῦ , ἀηδοῦς . ἔκυρσας ] ἔτυχες . . μνηστῆρος ] ἀνδρός . . σοὶ μηδέπω
6131957 ἀθεατος
' εἰδῇς διὰ πόσων ἀμαθὴς εἶ τῶν ἐλέγχων καὶ ὅσων ἀθέατος καὶ ἀνήκοος δεῦρο εἰσῆλθες ὥσπερ τις βέβηλος παντάπασιν .
χρῆν ἢ ἐρυθριάσαντα εἰπεῖν , ἢ εἰπόντα ἐρυθριᾶν : οὕτως ἀθέατος καὶ ἀνήκοος καὶ ἄπειρος ἁπάντων τῶν αἰσχίστων διεβίω .
6127154 φροντιστης
. ὁ Ποσειδὼν δὲ ὁ τῆς θαλάσσης ἔφορος , ὁ φροντιστὴς καὶ βασιλεύς : θεὸς γὰρ οὗτος τῆς θαλάσσης κρατήσας
, κινδυνεύω ἐγώ , ὥσπερ σὺ λέγεις , τῷ ὄντι φροντιστὴς εἶναι : νῦν γοῦν σκοπῶ ὅπως ἂν ὁ μὲν
6124833 ἀδακρυς
δακρῦσαι , ἀποδακρῦσαι , καταδακρῦσαι , φιλόδακρυς , πολύδακρυς , ἄδακρυς , ἀδακρυτί , καὶ ὁ παρὰ τοῖς ποιηταῖς ἀρίδακρυς
ἀλλὰ μὰ τὸν Δία καὶ τοὺς θεοὺς οὐκ οἶδα εἰ ἄδακρυς ταῦτα διεξιὼν ἀρκέσω . Τί οὖν οἱ νῦν ταπεινοὶ
6124514 στυρακινου
. Ἐλαίου παλαιοῦ λι βʹ , ἰρίνου γο Ϛʹ , στυρακίνου γο Ϛʹ , δαφνίνου γο Ϛʹ , τερεβινθίνης ,
μυελοῦ ἐλαφείου γο δʹ , στύρακος γο αʹ , ἐλαίου στυρακίνου γο δʹ , ἐλαίου ἰρίνου γο Ϛʹ , πεπέρεως
6120772 ῥᾳδιουργος
' ἂν εἴποις δικαστὴς ἄδικος , ἔκνομος παράνομος , ῥᾴδιος ῥᾳδιουργός , προπετής , εὐχερής δωροδόκος , εὐεξαπάτητος , εὔτρεπτος
Κρατῖνος Χείρωσιν . τοιοῦτοι δὲ καὶ οἱ Σωκράτους ὅρκοι . ῥᾳδιουργός : ὁ κακοῦργος : καὶ ῥᾳδιουργία : ἡ περὶ
6120676 ἀγραμματος
: ἐναρμόνιος ἐγγράμματος ὡς ἡ τῶν ἀνθρώπων φωνή : ἐναρμόνιος ἀγράμματος ὡς ὁ τῶν ἀνθρώπων στεναγμός : ἐναρμόνιος ἐγγράμματος ὡς
τοῦ ἐμψύχου φωνῆς ἡ μέν ἐστιν ἐγγράμματος , ἡ δὲ ἀγράμματος . ἐγγράμματος μὲν ἡ τῶν ἀνθρώπων , ἀγράμματος δὲ
6119574 ἀμνημονω
καὶ ἴσως που καὶ τέθνηκεν : ἐγὼ δὲ καὶ ἐκείνων ἀμνημονῶ καὶ γαμοῦμαι δυστυχής , καὶ τὸν ὑμέναιον ᾄσει τις
μέλει δ ' ὁ σός μοι πόλεμος , οὐδ ' ἀμνημονῶ τιμῆς , ἐπαινῶ δ ' εὖ παθοῦσα πρὸς σέθεν
6118296 μεγαλοφωνος
ἔπασχεν ὑπὲρ πᾶσάν ἐστι τραγῳδίαν , καὶ οὐδεὶς ἂν εἴη μεγαλόφωνος , οὐδὲ ἡδόμενος κακοῖς , ὥστε ἐξαγγέλλειν ἀνδρὸς τοσούτου
κῆρυξ ἀντὶ τοῦ φωνητής , καὶ βριήπυος ὁ φωνητικὸς καὶ μεγαλόφωνος . ἤραρον ἥρμοσαν . ἦρι πρωΐας : “ ἀλλὰ
6114156 Θανατος
ἤγουν τὸν σκοτεινὸν , ἢ τὸν πλατὺν , ἀνώνυμοι . Θάνατος δὲ κατέσχεν αὐτοὺς μέλας , ἀντὶ τοῦ σκότου ποιητικὸς
κατὰ τὸν οἰκεῖον ὅρον , κατὰ τὸ δέον : ὁ Θάνατος ὁρᾷ τὸν Ἀπόλλωνα πρὸ θυρῶν καὶ δέδοικε μὴ αὐτὴν
6103942 εὐχερης
φωνὴ μόνον ἀνωφελής , καὶ πρὸς ἔπαινον καὶ πρὸς ὀργὴν εὐχερής . τοῦτ ' ἔστι τὸ μετ ' ἐνδόξου προπηλακισμοῦ
Θήβας χρυσαρμάτους καὶ εὐαρμάτους καὶ λευκίππους καὶ κυανάμπυκας : τέλεον εὐχερής τις ὤν . καὶ γὰρ καὶ ἄλλας πλείους λιπαρὰς

Back