: ἐπὶ τῶν ἀπάγειν τινὰς βουλομένων , ἀφ ' ὧν φιλοῦσιν ἔργων . Ἐρεβίνθινος ζωμός : ἐπὶ τῶν εὐτελῶν καὶ
οὐδὲν περιττὸν ἐν φανερῷ κεκτημένα . Καὶ βίον ζῶντα ληστρικὸν φιλοῦσιν ἐν τοῖς δασέσι καὶ στενοῖς καὶ κρημνώδεσι τόποις τὰς
7329994 φιλουντες
τῷ ἐπιβάτῃ κατέπεσεν : ἀλλ ' οἱ περὶ αὐτόν , φιλοῦντες αὐτὸν οἷα φιλήσεως ἄξιον , τῶν ἵππων καταπηδήσαντες καὶ
αἰσθανόμεθα , ἀλλ ' εἰσὶν οἱ καὶ τὴν ἐναντίαν αὐτῇ φιλοῦντες , τὴν στάσιν , ἧς μέρη καὶ ὑπουργήματα πόλεμοι
7249656 μισουσι
Λακωνική κλείς ἐστιν ὡς ἔοικέ μοι περιοιστέα . Ὦ πάτερ μισοῦσι μὲν Θράσων ' , ἀπεκτάγκασι δ ' οὔ .
σμερδαλέ ' εὐρώεντα τά τε στυγέουσι θεοί περ . στυγέουσι μισοῦσι : Ο . . ἤτοι ὁ μὲν γὰρ ἔναντα
7128798 φιλουσι
οἱ μάλιστα φίλοι : δι ' αὐτοὺς γὰρ τοὺς φίλους φιλοῦσι καὶ βούλονται αὐτοῖς τὰ ἀγαθά , καὶ οὐ δι
τοῦ λόφου πράττειν ἔοικε τὸ εἰρημένον . Οἱ κολοιοὶ δεινῶς φιλοῦσι τὸ ὁμόφυλον . τοῦτό τοι καὶ διαφθείρει αὐτοὺς πολλάκις
7061425 φοβουνται
ἔχει . πολλάκις γάρ τινες ἀπὸ νόσου εἰσὶν ὑγιέες , φοβοῦνται δὲ ἀναστῆναι ἀπὸ τῆς κλίνης , χαίροντες αὐτῇ .
. ” Φερρέφαττα “ δέ : πολλοὶ μὲν καὶ τοῦτο φοβοῦνται τὸ ὄνομα καὶ τὸν ” Ἀπόλλω , “ ὑπὸ
6841025 τιμωσιν
Διονύσου θεράποντες Γαργαρίδαι κατοικοῦσιν , ὑπερβαλλόντες γὰρ ἐκεῖνοι τὸν Διόνυσον τιμῶσιν : ὅπου τὴν ποικίλην τοῦ χρυσοῦ γενεὰν ἢ τὸ
ἀγάπημα , Εὐτελία , κλεινῆς ἔγγονε Σωφροσύνης , σὴν ἀρετὴν τιμῶσιν ὅσοι τὰ δίκαι ' ἀσκοῦσιν τίθει μαγείρῳ μνᾶς δέκ
6775080 χαιρουσιν
λεγούσης ταῦτα Πολυξένης λέγει καὶ ἡ Ἑκάβη διὰ μέσου : χαίρουσιν ἄλλοι καὶ , ἂν ζῇ Πολύδωρος , ἀπιστῶ :
εὐχαῖς νόμος ἐστὶν ἡμῖν εὔχεσθαι , οἵτινές τε καὶ ὁπόθεν χαίρουσιν ὀνομαζόμενοι , ταῦτα καὶ ἡμᾶς αὐτοὺς καλεῖν , ὡς
6701443 μισουσιν
Μέγα : μεγάλα . τρομέουσι : δειλιῶσιν . ἐχθαίρουσι : μισοῦσιν , διὰ τὴν βίαν ἣν ἔχουσιν : σημείωσαι .
οὐκ ἔχουσιν ἐγκαλεῖν οὐδ ' εἰπεῖν , ἀνθ ' ὅτου μισοῦσιν , ἐκείνῳ δὲ ἴσασιν ὀφείλοντες ἀμοιβὰς ὧν παρὰ τῶν
6676391 αἰδουνται
. Ὅσοι λέγουσι θῆλυν ἔλαφον κέρατα οὐ φύειν , οὐκ αἰδοῦνται τοὺς τοῦ ἐναντίου μάρτυρας , Σοφοκλέα μὲν εἰπόντα νομὰς
τοῖς κρατοῦσιν ; τίνας δὲ μᾶλλον [ οἱ κρατοῦντες ] αἰδοῦνται ; τίνας μὲν οὕτως ἀγαπῶσιν οἱ χρηστοὶ ἄρχοντες ;
6675331 ἡλικιωται
τοὺς δὲ ἄλλους ὑμνήσουσιν οἱ ἡλικιῶται : τουτέστι σὲ οἱ ἡλικιῶται ὑμνήσουσι , τὸν δὲ Καλλικλέα ὁ Εὐφάνης . τὰ
ἥτις ἐν ἰσότητί ἐστιν . οἱ γὰρ ἑταῖροι ἴσοι καὶ ἡλικιῶται : οἱ δὲ τοιοῦτοι ὁμομαθεῖς καὶ ὁμοήθεις ὡς ἐπὶ
6660206 ἐσκωπτον
Γ [ ὅτι ἐν τοῖς ] μυστηρίοις ⌈ ἐσκώπτετο [ ἔσκωπτον Γ ] . Γ τοὺς γὰρ μέλλοντας μυεῖσθαι ⌈
, σοφιστήν , γόητα : ἀτεχνῶς οἷα εἰς αὐτὸν Σωκράτην ἔσκωπτον ἐν Διονυσίοις οἱ κωμῳδοί . Ἔλεγε δὲ ταῦτα μόνον
6632989 οἰχονται
, καὶ ἄπαστος : „ οἱ δὲ δὴ ἄλλοι / οἴχονται μετὰ δεῖπνον , ὁ δ ' ἄκμηνος καὶ ἄπαστος
οὐκ ἔσθ ' ὅ τι ἐνθάδε ὑπολελείμμεθα , ἀλλ ' οἴχονται αὐτὰ φέροντες οἵπερ καὶ ταύτην τὴν ἐπιστολὴν φέρουσιν ,
6632786 φειδονται
† τοῦτο ἢ ζωή ἐστιν ἢ ψυχή : ταύτης οὖν φείδονται καὶ ποθοῦσιν αὐτὴν διὰ φιλίαν τῆς ζωῆς καὶ συνήθειαν
, οἳ οὐδὲ πατέρων οὐδὲ παίδων , οὐδ ' ἀδελφῶν φείδονται . Δίδυμα δὲ τίκτει , διότι δύο μαστοὺς ἔχει
6619471 ἀνοητοι
διότι κατὰ τοὺς Στωϊκοὺς οἱ πολλοὶ θεοῖς ὄντες ἐχθροὶ καὶ ἀνόητοι τὰς ἀληθεινὰς τιμὰς τῶν οὐδ ' ὠνειροπολήκασιν . καὶ
τῶν τῆς πόλεως καὶ τῶν ἱερῶν : ὅσαι δ ' ἀνόητοι , φανερῶς ἐπιδείκνυτε ποιεῖν ὅ τι ἂν βούλωνται ,
6589609 ἐπαινουσι
πλησίον αὐτοῦ οἰκῶν . ἔστι δὲ τὸ κῶλον χαριεντισμός . ἐπαινοῦσι δὲ τοῦτο τὸ κῶλον οἱ κριτικοί , λέγοντες σωφρόνως
ἐκάλουν , τήν τε ἄλλην ἔτρεφε τροφὴν , ἣν Ἀθηναῖοι ἐπαινοῦσι καὶ ὅτε Ἀθήνησιν οἱ παῖδες ἐν μηνὶ ἀνθεστηριῶνι στεφανοῦνται
6584627 ἐγκωμιαζουσιν
νεῶν πλῆθος καὶ τὴν προθυμίαν τῆς πόλεως καὶ τὰς πράξεις ἐγκωμιάζουσιν , ἐγὼ δὲ , εἰ καὶ παράδοξον εἰπεῖν ,
καὶ ἄλλως ἐπίσημοι , οὐ μόνον τῇ ἀφηγήσει τῶν ἐξειργασμένων ἐγκωμιάζουσιν , ἔνδηλοι δὲ ἅπασι γίγνονται , ὅτι δὴ αὐτοῖς
6582910 ὑβριζοντες
: καὶ τὰ τῶν ἄλλων διῴκουν θεραπεύοντες ἀλλ ' οὐχ ὑβρίζοντες τοὺς Ἕλληνας καὶ στρατηγεῖν οἰόμενοι δεῖν αὐτῶν ἀλλὰ μὴ
, Εὔμαιε , θεοὶ τεισαίατο λώβην , ἣν οἵδ ' ὑβρίζοντες ἀτάσθαλα μηχανόωνται οἴκῳ ἐν ἀλλοτρίῳ , οὐδ ' αἰδοῦς
6563178 ἀφρονες
. τέκνα πόνοι , πήρωσις ἄπαις βίος . αἱ νεότητες ἄφρονες , αἱ πολιαὶ δ ' ἔμπαλιν ἀδρανέες . ἦν
λέγοντες ἢ ἀπαγγέλλοντες οὐ μόνον οὐ πείθουσιν , ἀλλὰ καὶ ἄφρονες δοκοῦσιν εἶναι : ὅμως δὲ οὐ καταφοβηθεὶς ἐπισχήσω κινδυνευούσης
6545340 ὁμηλικες
προσφθέγγομαι . ἴτ ' , ὦ νέοι μοι τῆσδε γῆς ὁμήλικες , προσείπαθ ' ἡμᾶς καὶ προπέμψατε χθονός : ὡς
ὅτι μάλιστα ἀκροποδητὶ ἐπεγείρῃ ἑαυτόν : ἀλλ ' εἰ μέλλουσιν ὁμήλικες φανεῖσθαι , ὁ μείζων ἐκεῖνος ἐπικύψει καὶ ταπεινότερον ἀποφανεῖ
6533744 ἡλικες
. πιστὰ ] † ἤγουν πιστοὶ πλέον τῶν ἄλλων . ἥλικες ] † ὁμήλικες . ἥβης ] † τῆς ἡλικίας
αὐτὸν ἑώρων ἑαυτῶν , ἐνταῦθα δὴ πάλιν ὑπέπτησσον αὐτῷ οἱ ἥλικες . ἐπεὶ δὲ διελθὼν τὴν παιδείαν ταύτην ἤδη εἰσῆλ
6525788 ἐμισουν
θηρῷεν , φθονοῦντες αὐτοῖς δῆλοι ἦσαν καὶ ὡς βελτίονας αὑτῶν ἐμίσουν . Ἀλλά τοι καὶ τοὺς παῖδας τὸ μὲν παιδεύεσθαι
μισθωσαμένων , οὐ γὰρ ἠγνοεῖτό γε ταῦτα , ἅπαντες μὲν ἐμίσουν οἱ λούμενοι , δίκην δὲ παρ ' ὧν ἐξῆν
6516144 ὀψονται
μὴ τὸν ἵππον ἀποδῶσι , τήν τε χώραν εἰς τέλος ὄψονται κατεφθαρμένην τούς τ ' ἐνοικοῦντας πανδημεὶ κατεσφαγμένους . τῶν
Οἶμαι δέ , καὶ λούσονται κἀν τοῖς ἔμπροσθεν ἅπασιν αὖθις ὄψονται τὴν πόλιν βελτίους ὑμῶν αὐτῷ τούτῳ φανέντες τῷ καὶ
6512610 ἐπαινουσιν
. τί οὖν ; φήσει τις , ἀνέστης ἐπιτιμήσων τοῖς ἐπαινοῦσιν ; οὐ μὰ τὸν Δία , ἀλλ ' ὅπως
καὶ ] ἀγῶνες ταυτὶ μὲν ἀφαιροῦσι , τὸ δὲ ἄγχειν ἐπαινοῦσιν . ὅθεν τὸν Ἀρριχίωνα μέσον ἤδη ᾑρηκὼς ὁ ἀντίπαλος
6509471 σπουδαιοι
. . . , . ἀξιέραστος ὁ ἀγαθός : οἱ σπουδαῖοι φίλοι : συμμάχους ποιεῖσθαι τοὺς εὐψύχους ἅμα καὶ δικαίους
τὰς ἀρετάς , καθ ' ἃς διὰ παντὸς ζῶντες οἱ σπουδαῖοι καὶ ἐνεργοῦντες οὐδέποτε εἰς λήθην αὐτῶν ἔρχονται . αἱ
6508412 μαινομενοι
λογισμοῦ : ἔξεδροι : οἱ ἐξεδροποιοὶ τῶν φρενῶν μου ἤτοι μαινόμενοι , ἐξεστηκότες , ἄδικοι , παραλογιστικοὶ , μὴ καλῶς
, ἢ ἐκάθητο , νὴ Δία , ἀναμένων ἕως ἄνθρωποι μαινόμενοι , οὐ γὰρ φήσω ὅτι καὶ θεοί , ἐγκυρήσαντες
6496277 ἀνδρειοι
ἡγούμενοι δεινὸν ἀποβήσεσθαι θαρροῦσι δι ' ἐμπειρίαν , οἱ δὲ ἀνδρεῖοι ἀπεγνωκότες τὴν σωτηρίαν καὶ δυσχεραίνοντες τὸν τοιοῦτον θάνατον δι
τοὺς ἥρως εἰ καλοί τε , ὡς ᾄδονται , καὶ ἀνδρεῖοι καὶ σοφοὶ ἦσαν . τὸν γὰρ πόλεμον , ὃς
6483582 χοἰ
γυναῖκας εἶναι τάσδε μηδ ' ἀνειμένας . Φεύγουσι γάρ τοι χοἰ θρασεῖς , ὅταν πέλας ἤδη τὸν ᾅδην εἰσορῶσι τοῦ
Ἀντιόπη [ ] αι πέτραν δρασμοῖς ἐπ [ τίνες δὲ χοἰ συνδρῶντες ἐκ ποίας χθονός [ ; σημήνατ ' ,
6474691 ἡμεροι
. οὐ γὰρ αἱ ἄμπελοι μὲν αὐτῷ καὶ ὁ κῆπος ἥμεροί τε καὶ ἔγκαρποι ἦσαν , τυφλὴ δὲ ἡ διάνοια
δαίμονας , οἷον νῦν ἡμεῖς δρῶμεν τοῖς ποιμνίοις καὶ ὅσων ἥμεροί εἰσιν ἀγέλαι : οὐ βοῦς βοῶν οὐδὲ αἶγας αἰγῶν
6471879 ἐπῃνουν
ἡγοῦντο . καὶ τότε δὴ τοὺς ἐπὶ τὴν εἰρήνην καταφυγόντας ἐπῄνουν καὶ ἧκον τῶν αὐτῶν ἐπὶ τοῖς αὐτοῖς ἀξιοῦντες τυχεῖν
αὐτῷ δηλαδὴ ὁ λόγος ἐδύνατο : καὶ ἦσάν τινες οἳ ἐπῄνουν αὐτόν . ὁ δ ' ἕτερος τὰ ἡμέτερα ὁ
6466298 τιμωρουνται
ἁπάντων . οὕτω καὶ τοὺς φονέας οἱ τῶν ἀπεσφαγμένων οἰκεῖοι τιμωροῦνται λόγοις μὲν τοῖς παρ ' ἑαυτῶν , ψήφῳ δὲ
τὰς ποικίλας βασάνους καὶ τιμωρίας . βιωτικαί εἰσι βάσανοι : τιμωροῦνται γὰρ οἱ μὲν ζημίαις , οἱ δὲ ὑστερήσεσιν ,
6460835 ἀσπαζομενοι
ἐν θαλάττῃ , καλοῖς δὲ ἡμεῖς οἱ τηνάλλως ἐπαινοῦντες καὶ ἀσπαζόμενοι , οὐχὶ ἐρασταί , οἷς ἀβίωτον ἂν εἴη στερομένοις
ἡγεμόσιν ἐπὶ πυραῖς ἀπάρχονται , παρέμειναν οἱ μάλιστα τὸν ἄνδρα ἀσπαζόμενοι μέχρι τοῦ μαρανθῆναι τὴν φλόγα , κἄπειτα συναγαγόντες τὰ
6460006 φιλεργοι
εὐήθης καὶ μωρὸς καὶ ἀνόητος . Ἀριστοφάνης : βλᾶκες † φιλεργοί . εἴρηται δὲ , βλάξ . . . .
, φιλόπονοι , φιλοπόλεμοι . καὶ ἕτοιμοι , πρόχειροι , φιλεργοί , συνεργοί , φιλότιμοι , ἄοκνοι , εὔρωστοι ,
6442843 φιλοτιμοι
τι ἱππικοί , οὐδὲ ἧττόν τι ἀκοντιστικοί , οὐδὲ ἧττον φιλότιμοι . κατάδηλοι δ ' ἐγίγνοντο καὶ ἐν τοῖς πολέμοις
δεινοὶ μόνον ἦσαν , ἀλλὰ καὶ τὰ ἤθη γενναῖοι καὶ φιλότιμοι καὶ σώφρονες , οἵ γε τῶν μὲν κοινῶν μᾶλλον
6430291 ἡδεις
ἐλάττω . ἡδυεπῆ δὲ λέγει τὸν ὅμηρον , ἢ ὡς ἡδεῖς λέγοντα λόγους , ἢ ὡς καλοὺς λόγους λέγοντα περὶ
εὐφραντικούς , παίκτας , ἀδόλους , ἐν ὑγροῖς ὀχλουμένους , ἡδεῖς , εὐπραγοῦντας παρ ' ὑπερέχουσι καὶ ὅπλοις ἐνδόξους .
6422689 ἀσπαζονται
τοῦτο συνεχῶς καὶ πολλάκιςπροσμειδιῶσί τε ὑμᾶς καὶ περισαίνουσι καὶ περιχυθέντες ἀσπάζονται τὸν κορυφαῖον τῶν θεατῶν , οἱ δὲ τὰ μὲν
' ἐγώ , φιλήκοοι καὶ φιλοθεάμονες τάς τε καλὰς φωνὰς ἀσπάζονται καὶ χρόας καὶ σχήματα καὶ πάντα τὰ ἐκ τῶν
6419231 ἐνοχλουσιν
ἡ δὲ ἀκρασία τοῖς ἐπιληπτικοῖς , ἃ διαλιμπάνοντα οὐ συνεχῶς ἐνοχλοῦσιν : ἡ μὲν γὰρ ἀκολασία συνεχὴς πονηρία ἐστίν :
τῶν συμφορῶν καὶ τοῖς εἰδόσιν ἀκριβῶς καὶ μηδὲν δεομένοις ἀκούειν ἐνοχλοῦσιν ἀεὶ διηγούμενοι . καὶ μὴν ἡ ἀπάτη ἡ τοῦ
6416674 δειλοι
καὶ πάντα ὑπονοοῦσιν : ὀφθαλμοὶ δὲ μέλανες μαρμαρύσσοντες κάκιστοι καὶ δειλοὶ καὶ κακομήχανοι σφόδρα , καὶ τοιούτους εἶναι δηλοῦσι τοὺς
: τότε : ἐν τῷ πρὸς ὀρέστην πολέμῳ ἐφάνημεν διαπρεπόντως δειλοὶ οἱ φρύγες : ἢ τότε ἐν τῷ τρωικῷ πολέμῳ
6410964 θρηνουσιν
βέλτιον : αὕτη γὰρ ἐκληρώθη τὸν θρῆνον [ τοῖς γὰρ θρηνοῦσιν ἐγγίνεται ] . ἡ τὸν Ἴακχον γεννήσασα ἡ καλλίπαις
καὶ εἰκότως : εἴ γε τούτους μὲν καὶ ἐπαινοῦσι καὶ θρηνοῦσιν ἄλλοι , ἐκεῖνοι δὲ εἴτε τοῦτο ἐθέλοις εἴτε ἐκεῖνο
6397749 στεργουσι
οἱ ἄλλως συγγενεῖς ἀλλήλους φιλοῦσιν , οἱ γονεῖς μὲν γὰρ στέργουσι τὰ τέκνα ὡς ἑαυτῶν τι ὄντα , τὰ δὲ
οὐδὲ τοῦ βορρᾶ , οὐδὲ ἄλλων τῶν ἐκ Θρᾴκης ἀνέμων στέργουσι τὴν πνοήν , καὶ τὰς καλιὰς ἐκ τῶν τοιούτων
6393104 ῥᾳθυμοι
, : ἔνθα ὅρα καὶ ὡς οἱ περὶ τὸ θεῖον ῥᾴθυμοι δι ' ἀνάγκην ἐπὶ τὸ θύειν ἔρχονται οὐδ '
ἀμελέτητοι , δειλοί , καταδεεῖς , ἀμελεῖς , κατημελημένοι , ῥᾴθυμοι , ὕπτιοι , νωθεῖς , κατερρᾳθυμημένοι , ὀλίγωροι ,
6380476 ἐρωντες
, μάστιγας , χαλιναγωγεῖν οὐ δεδύνηνται . πόσας οἱ γυναικῶν ἐρῶντες κοσμίων ἐπάγουσι προσβολὰς ταῖς ἐρωμέναις , ἱκετείας , δάκρυα
, δῆλον ὡς κατεγίνωσκον ἂν αὑτῶν ἀμβλυώττοντες τὰ τηλικαῦτα καὶ ἐρῶντες ἀνεράστων καὶ ἀμόρφων πραγμάτων . Τί οὖν ὅτι καὶ
6376424 εὐχοντο
ἄλλοθεν ἄλλος . ὣς ἔφαθ ' : οἱ δ ' εὔχοντο Διὶ Κρονίωνι ἄνακτι . ταῦτα μὲν ὑμῖν ἀπὸ πολλῶν
εὐτυχῆσαι , αἱ δὲ γυναῖκες υἱὸν , ἀπὸ κοινοῦ τὸ εὔχοντο ἔμμεν . ηὔχοντο δὲ ἐν τοῖς Ὀλυμπίοις ὁρῶσαί σε
6371820 νεοι
. Γεγόνασι δέ τινες , οἱ μὲν παλαιοὶ οἱ δὲ νέοι , οἵτινες τὴν ἐναντίαν δόξαν περὶ τῶν μαθημάτων ἐξενηνόχασι
. δεύτερον τὸν Ἱερὸν λόγον οὖ ἡ ἀρχή : ὦ νέοι , ἀλλὰ σέβεσθε μεθ ' ἡσυχίας τάδε πάντα .
6371524 διαφθειρουσιν
ὢν καὶ εὔκαρπος , οἱ δὲ περισκελεῖς ἐφ ' ἑκάτερα διαφθείρουσιν οἱ μὲν τοὺς καρποὺς οἱ δ ' ὅλως καὶ
τρέφεται , τὰ δὲ καταδεῆ τοῖς σώμασιν ἀνάξια τροφῆς ἡγούμενοι διαφθείρουσιν . ἀκολούθως δὲ τούτοις καὶ τοὺς γάμους ποιοῦνται προικὸς
6358057 δρωσιν
ἡγεῖσθαι τὰς γυναῖκας . ἃ μὲν γὰρ ἐν τοῖς συμποσίοις δρῶσιν καὶ ἃ μεθύσκονται , μακρὸν ἂν εἴη λέγειν .
ὀρχοῖτ ' εὖ , θέαμ ' ἦν : νῦν δὲ δρῶσιν οὐδέν , ἀλλ ' ὥσπερ ἀπόπληκτοι στάδην ἑστῶτες ὠρύονται
6355063 γεροντες
: οὐ γάρ ποτ ' ἂν σὲ δεσπότην ἐκτήσατο . γέροντες , αἰνῶ : τῶν φίλων γὰρ οὕνεκα ὀργὰς δικαίας
, καὶ πάλαι , ὦ Κρίτων , ἄρα τηλικοίδε [ γέροντες ] ἄνδρες πρὸς ἀλλήλους σπουδῇ διαλεγόμενοι ἐλάθομεν ἡμᾶς αὐτοὺς
6345871 ἐπικαλουνται
κείρω . Κλαίω . παράγωγον συγκοπὲν ἐκ τοῦ καλῶ . ἐπικαλοῦνται γὰρ τοὺς ἀποθανόντας οἱ κλαίοντες . Κῆλον . παρὰ
, : κλαίω : παρὰ τὸ καλῶ κλῶ κλαίω : ἐπικαλοῦνται γὰρ τοὺς ἀποθανόντας οἱ κλαίοντες , οἷον „ ᾤμωξεν
6320259 δυστυχεις
αἰῶνος πάτρας ἔσται πυρὸς ῥιπαῖσιν ᾐθαλωμένης . μόνη δὲ πύργων δυστυχεῖς κατασκαφὰς νήπαυστον αἰάζουσα καὶ γοωμένη δαρὸν στενάξεις . πᾶς
παῖ , πότνι ' Ἠλέκτρα , λόγους ἄκουσον οὕς σοι δυστυχεῖς ἥκω φέρων . αἰαῖ , διοιχόμεσθα : δῆλος εἶ
6314024 δεσποται
: βοηθὸς μὲν οὐδείς , γῆ δὲ αὕτη ξένη καὶ δεσπόται λῃσταὶ καὶ οὐδεμία τιμωρίας ἀποφυγὴ ὑπερηφανήσαντι Κόρυμβον . Τί
, τῶν δὲ συμμάχων ἐλευθέρων ὄντων , ἐπεὶ ηὐτύχησαν , δεσπόται ἀναπεφήνασιν . ἀλλὰ μὴν καὶ οὓς ὑμῶν ἀπέστησαν φανεροί
6307633 ἀγαπωσι
ὅτι πάντες οἱ νοῦν ἔχοντες τοὺς παλαιοὺς τῶν φίλων μᾶλλον ἀγαπῶσι καὶ περὶ πλείονος ποιοῦνται τῶν δι ' ὀλίγου γεγονότων
καὶ φίλοις , ὡς ἂν εἴποι τις , καταλείπουσα τοῖς ἀγαπῶσι μνημεῖον . ὁ δὲ κόσμος ἦν περὶ μὲν τὰς
6305845 θαυμαζουσιν
ὑπὲρ ὧν ἔχουσι τὴν πᾶσαν σπουδὴν καὶ ἐφ ' οἷς θαυμάζουσιν οἱ πολλοὶ τοὺς κεκτημένους , οὐδέν ἐστιν ὄφελος ,
ποιήσας ἐπήνεγκε τὴν κατασκευήν : οἷον : ἴσως τινὲς ὑμῶν θαυμάζουσιν ὅτι τὸν ἄλλον χρόνον ἐμμεμενηκὼς τοῖς τῆς πόλεως νομίμοις
6302645 ἀκολαστοι
ἀλλὰ καὶ ἀποστρεφόμεθα , οὕτω καὶ οἱ τοιοῦτοι ἐρασταὶ οἱ ἀκόλαστοι ἔχουσι πρὸς τὰ παιδικά . ξαʹ Τοῦτο ἐκεῖνο Ἐπειδὴ
πᾶσα ἡδονὴ οὐκ ἀγαθόν ἐστιν , ἀλλ ' αἱ μὲν ἀκόλαστοι καὶ ἀκάθαρτοι οὐκ ἀγαθαί , αἱ δὲ ἐπὶ ταῖς
6299502 πολυχρυσοι
ἐν τῇ Ἠπείρῳ γεννηθέν . τοὺς ] τοὺς Λυδούς . πολύχρυσοι ] αἱ . * † αἱ πλουσιώταται διὰ τὸ
Μητρογαθὴς Ἀρκτεύς τ ' ἀγαθός , βασιλῆς δίοποι , χαἰ πολύχρυσοι Σάρδεις ἐπόχους πολλοῖς ἅρμασιν ἐξορμῶσιν , δίρρυμά τε καὶ
6290335 μεθυοντες
τὴν δελφικὴν χώραν κατοικούσαις . κωμαστὴς : ὅτι καὶ οἱ μεθύοντες βακχεύονται καὶ ὥσπερ ἐκμαίνονται . ἀντεπίρρημα . τὸ ἀντεπίρρημα
τὸ ἕκαστον ἔθνος ἰδίοις νόμοις χρῆσθαι . Πέρσαι μὲν γὰρ μεθύοντες βουλεύονται καὶ τοὺς βασιλεῖς αὐτῶν ὡς θεοὺς προσκυνοῦσι :
6285214 ὑφορωνται
. πάντως δὲ ἣν καταστείβουσιν ἄνθρωποι , ταύτην ἀποδιδράσκουσιν : ὑφορῶνται γὰρ τοῦτο τὸ ζῷον ὡς ἔχθιστον . ὅταν δὲ
ἀλλ ' οὔτε τοιαῦτα λέγοντα ποιητὴν οὔτε μῖμον οὕτως ὑποκρινόμενον ὑφορῶνται οὐδὲ τοῖς οἰκέταις , οἷς παραδιδόασι τοὺς υἱεῖς ,
6259645 ἀκουσονται
λάθητε τοὺς ἐχθροὺς ἐφ ' ὑμᾶς ἐρεθίζοντες . εἰ γὰρ ἀκούσονται λόγοις φαυλότερον ὀφθῆναί με παρ ' ὑμῖν ἀνδρὸς λόγων
ὅπως ἐρεῖ ταῦτα ἃ μηδεὶς , τοὺς δ ' ὅπως ἀκούσονται ταῦθ ' ἃ μὴ πρότερον , ἀλλ ' ὅ
6248122 ἐσθιουσιν
κεστρέας ἤτοι τὰ γομφάρια τρυπῶντες σχοίνῳ πιπράσκουσι καὶ ὠνοῦνται καὶ ἐσθίουσιν οἱ βουλόμενοι . σχοῖνος δὲ εἶδος φυτοῦ ἤτοι τὰ
τινὲς δὲ καὶ ἀνθρώπων σάρκας , ὡς ἔφην , ἀδιαφόρως ἐσθίουσιν , ὅπερ ἀνίερον παρ ' ἡμῖν εἶναι νενόμι -
6241048 ἐπιστανται
πληθυντικά ἐστι , καὶ νῦν ἀνάλογον ἕξει τὸ ἐπιστέαται τῷ ἐπίστανται , ὅπερ οὐ συμφωνεῖ . ἔστιν οὖν ἀντὶ τοῦ
μαντικὸς ὢν ἢ χρησμολόγος τις ἢ ὅσοι τὰς Χαλδαίων μεθόδους ἐπίστανται ; φασὶ γοῦν εἰδέναι τὰ τοιαῦτα . οὐ γὰρ
6231021 ἐφιλουν
καὶ Δάφνις ἐν μνήμῃ γινόμενοι τῶν καταλειφθέντων τερπνῶν , ὡς ἐφίλουν , ὡς περιέβαλλον , ὡς ἅμα τὴν τροφὴν προσεφέροντο
. Οἱ δὲ μάλα χαίροντες ὡς ἀρχὴν μεγάλην παρελάμβανον καὶ ἐφίλουν τὰς αἶγας καὶ τὰ πρόβατα μᾶλλον ἢ ποιμέσιν ἔθος
6223474 γυπες
κληρονομίαν ἢ ὅλως κέρδος οἱονοῦν παρεδρευόντων τισίν : οἱ γὰρ γῦπες τοῖς θνησιμαίοις παρεδρεύουσι . Ἀποῤῥαγήσεται τεινομένων τὸ καλώδιον :
αἰσχύνης ἔχοντες τὴν ἀπάτην οὐ σπουδῇ ἐχώρουν , τῷ Ῥώμῳ γῦπες ἐπισημαίνουσιν ἓξ ἀπὸ τῶν δεξιῶν πετόμενοι . καὶ ὁ
6216471 ὠδυροντο
ἑῇσι . θυγατέρες δ ' ἀνὰ δώματ ' ἰδὲ νυοὶ ὠδύροντο τῶν μιμνησκόμεναι οἳ δὴ πολέες τε καὶ ἐσθλοὶ χερσὶν
ἀδελφοὺς ἐπεζήτουν , πλεῖστοι δὲ παῖδες ὀρφανοὶ πατέρων γεγονότες ἔρημοι ὠδύροντο τόν τε τῶν γεγεννηκότων θάνατον καὶ τὴν ἰδίαν ἐρημίαν
6205700 ὀδυρονται
οἱ δὲ τούτῳ τῷ συμπτώματι περιπεσόντες τὸ μὲν πρῶτον μετρίως ὀδύρονται πρὸς κωφὴν ἐρημίαν , οὐ παντελῶς [ μὲν ]
ὥς τε γὰρ ἢ παῖδες νεαροὶ χῆραί τε γυναῖκες ἀλλήλοισιν ὀδύρονται οἶκον δὲ νέεσθαι . ἦ μὴν καὶ πόνος ἐστὶν
6200117 ὠφελουσιν
, πρὸς δὲ τὰς κάτω καθάρσεις μὴ διαχωρούσας οὐδὲν μέγα ὠφελοῦσιν , εἰ μὴ ἄρα καὶ βλάπτουσιν : κίνδυνος γάρ
καὶ γράφουσιν ἐπὶ τῷ ἑαυτῶν κέρδει , καὶ οὐδένα οὐδὲν ὠφελοῦσιν : οὐδὲ γὰρ σοφὸς αὐτῶν ἐγένετο οὐδεὶς οὐδ '
6198570 φονοισιν
ἀθανάτων ἔχραινον ἀπενθέας αἵματι βωμούς . οἰκτρότατοι δὲ γέροντες ἀτιμοτάτοισι φόνοισιν οὐδ ' ὀρθοὶ κτείνοντο , χαμαὶ δ ' ἱκετήσια
, καὶ ἀσεβεῖν ἔφασκον τοὺς ἀνθρώπους βωμὸν ἐρεύθοντας μακάρων θερμοῖσι φόνοισιν . καὶ Ἐμπεδοκλῆς πού φησιν οὐ παύσεσθε φόνοιο δυσηχέος
6197118 πειθονται
νομοθέτῃ : καὶ διὰ τοῦτο ῥᾷον ἄγονται καὶ τοῖς νόμοις πείθονται μᾶλλον , κἂν ἄλλως ἀπειθεῖς ὦσι , φύσει τινὶ
ἄγροικοι , ἤτοι οἱ χωρῖται , οὗτοι γὰρ ἀπαίδευτοι ὄντες πείθονται λόγῳ τινί , οἱ μέν , ὅτι οἱ ἰσχυρογνώμονές
6192527 τρυφωσιν
Ἀθηναῖοι ἢ κατὰ γῆν νικῆσαι ἢ κατὰ θάλατταν , μηδὲ τρυφῶσιν , ἀλλ ' εἰδῶσιν ὅτι ἐν ταῖς ναυσὶν ἅπαντα
αἱρουμένῳ : καίτοι οὐδὲ σιτία ἐμοὶ δοκῶ τὰ αὐτὰ τοῖς τρυφῶσιν ὑμῶν σιτεῖσθαι : προαγρυπνῶν δὲ ὑμῶν οἶδα , ὡς
6188106 θαρραλεοι
ἀπεκρινόμην σοι . ἔγωγε ἐρωτηθεὶς ὑπὸ σοῦ εἰ οἱ ἀνδρεῖοι θαρραλέοι εἰσίν , ὡμολόγησα : εἰ δὲ καὶ οἱ θαρραλέοι
, εἶπον ἂν ὅτι οὐ πάντεςτοὺς δὲ ἀνδρείους ὡς οὐ θαρραλέοι εἰσίν , τὸ ἐμὸν ὁμολόγημα οὐδαμοῦ ἐπέδειξας ὡς οὐκ
6182992 γενναιοι
πρᾳότερον ἦν . οἱ γὰρ τὸ μὲν ἦθος δημοτικοί , γενναῖοι δὲ τὰς ψυχάς , ἰσχυροὶ δὲ τὰ σώματα ,
ἄξιον παρρησιασαμένους εἰπεῖν : εὐχῶν ἀρίστην εἶναι συμβέβηκεν , ὦ γενναῖοι , καὶ τέλος εὐδαιμονίας τὴν πρὸς θεὸν ἐξομοίωσιν .
6174876 μνησαμενοι
. ” Ἴσκεν : ἐπῄνησαν δὲ νέοι , Φινῆος ἐφετμάς μνησάμενοι . μοῦνος δ ' Ἀφαρήιος ἄνθορεν Ἴδας δείν '
πυκνά : ὣς οἳ ἀνὰ πτολίεθρον ὑπέτρεσαν ὄβριμον ἄνδρα , μνησάμενοι προτέρων ὁπόσων ἀπὸ θυμὸν ἴαψε θύων Ἰδαίοιο περὶ προχοῇσι
6168981 διαμαχονται
τοῦθ ' ὑποζυγίοις μετίασιν οἱ πλησιόχωροι λάθρᾳ : φανερῶς γὰρ διαμάχονται καὶ διώκουσι φεύγοντας , καταλαβόντες δὲ διαχρῶνται καὶ αὐτοὺς
ταῦτα ὢν ἐγκρατὴς καὶ οὐκ ἄπληστος . ‖ ‖ Οὐ διαμάχονται τῶν γονέων αἱ γνῶμαι , καθάπερ ᾠήθησάν τινες ,
6167260 εὐμενεις
σεμνάς τε [ Χάριτας ] ? ? εὐκλεεῖς τε Μοίσας εὐμενεῖς τε Μοίρας Ἠέλιόν τ ' ἀκάμαντα Σελήνην τε πλήθουσαν
ἐκμελὴς δόξεις καὶ διασπάσονται σῶμα , ᾧ καὶ θηρία φθεγγομένῳ εὐμενεῖς ἀκοὰς παρέσχεν . ζʹ . Τίς ἡ βλοσυρὸν μὲν
6165845 γελωντες
τὰ δεῖπνα , ἵνα εὐφραίνοιντο οἱ συνόντες δι ' ἐμὲ γελῶντες : νῦν δὲ τίνος ἕνεκα καὶ καλεῖ μέ τις
ἀπηνῶς καὶ ἀκολάστως , μετὰ βοῆς καὶ ἀταξίας ὀργιζόμενοι καὶ γελῶντες , πλεονεκτοῦντες ἀλλήλους , οὐ παρακαλοῦντες , τελευτῶντες ἀπίασι
6162617 καταφρονουσι
τε γίνονται καὶ λεωργότατοι . καὶ τούτου μὲν ὡς νεωτάτου καταφρονοῦσι , τὸν δὲ πατέρα ἐκερτόμουν καὶ τὴν μητέρα ,
οἱ δὲ φιλόσοφοι καίτοι γηγενεῖς ἑαυτοὺς ἐπιστάμενοι ὅμως τῶν γηΐνων καταφρονοῦσι καὶ τῶν οὐρανίων ἐν θεωρίᾳ ἅπτονται . τοὺς γηγενεῖς
6160177 ἀπατωντες
δ ' ἐκ κακοῦ ἐσθλὸς ἀνήρ . ἀλλήλους δ ' ἀπατῶντες ἐπ ' ἀλλήλοισι γελῶσιν , οὔτ ' ἀγαθῶν μνήμην
σεληνιακὸν ἢ τὸ ἀφ ' ἡλίου καθαρὸν φέγγος αὐγάζειν , ἀπατῶντες ἢ βιαζόμενοι κωλύουσιν , εἰς τὸν ἀσεβῶν ἀνήλιον χῶρον
6159378 φεροιεν
, μέγα ἔργον , ὃ οὐ δύο γ ' ἄνδρε φέροιεν , οἷοι νῦν βροτοί εἰς ' : ὃ δέ
. εἴθε λύρα καλὴ γενοίμην ἐλεφαντίνα καί με καλοὶ παῖδες φέροιεν Διονύσιον ἐς χορόν . εἴθ ' ἄπυρον καλὸν γενοίμαν
6156058 κολακες
τοῖς ὄντως καλοῖς οὐδὲν ἧττον ἢ τοῖς δικαίως ἐπαινουμένοις οἱ κόλακες : ἀρετὴ ἤδη καὶ δόξα καὶ τιμὴ καὶ κέρδος
δὴ ταῦτα καὶ μεγάλα τῶν ἔργων , ἃ λογοποιοῦσιν οἱ κόλακες , τάχει μᾶλλον ἢ τῇ ῥώμῃ κρατῶν τούτοις οἷς
6153611 φιλουνται
ὁ μισῶν . Φαίνεται . Πολλοὶ ἄρα ὑπὸ τῶν ἐχθρῶν φιλοῦνται , ὑπὸ δὲ τῶν φίλων μισοῦνται , καὶ τοῖς
ὁμοίως φιλῶνται καὶ φιλῶσιν ἀλλήλους , μηδὲ οἴωνται φιλεῖσθαι ὥσπερ φιλοῦνται , ἀλλὰ ἀπατῶνται . τηνικαῦτα γὰρ ἐλεγχομένης τῆς ἀπάτης
6151711 κειρουσιν
[ ἅνδρες ] | : ὦ φρενοβλαβεῖς , ὅσον τάχος κείρουσιν | ὡς κακὸν μέγα φερνὴν [ ] [ βίον
πάρωρος εὐτροφία σφαλερὰ δι ' ὃ καὶ ἐπιτέμνουσιν οἱ δὲ κείρουσιν . Ἀγαθὸν δὲ καὶ ἡ χιὼν ὅτι ἀναζυμοῖ καὶ
6149890 κυνες
ἀπὸ τῶν γονέων ἀρχόμενοι , πάσχουσιν ὅπερ καὶ οἱ νεώνητοι κύνες , οἳ οὐ μόνον τοὺς ἄλλους ὑλακτοῦσιν , ἀλλὰ
Ἐ . ἀπορροὰς ἀπολείπει καί φησιν , ὅτι ἀνιχνεύουσι οἱ κύνες κέρματα θηρείων μελέων . ἀδύνατον δὲ τοῦτό γ '
6149529 θυμουμενοι
. ἐκ θυμοῦ ] οὐ γλώσσηι , ἀλλ ' ἔργωι θυμούμενοι . κλάγξαντες ] βοήσαντες , ἠχήσαντες . τρόπον ]
οἱ ὀργιζόμενοι , ἅτε δὴ ἧττον λογιζόμενοι , μᾶλλον δὲ θυμούμενοι , εἰς τὸ πολεμεῖν ἐπείγονται ῥιψοκινδύνως ʃ καὶ πάνυ
6148215 χρηστοι
ἤθη : τί οὖν ; εἰ χρήματα ἡμῖν ὤρεγον οἱ χρηστοὶ νομάδες , ἆρ ' ἄν , ὦ Δάμι ,
αὐτὸ τοῦτο καὶ οἱ δίκαιοι τῶν παίδων πράττουσιν καὶ οἱ χρηστοὶ τῶν πατέρων : οὔτε γὰρ νέος καλὸς κἀγαθὸς ἄλλον
6148152 βλεπουσι
δὲ ἐντεῦθεν εὐξάμενοι τῇ θεῷ καὶ θυμιάσαντες ἐς τὸ κάτοπτρον βλέπουσι : τὸ δέ σφισι τὸν νοσοῦντα ἤτοι ζῶντα ἢ
ὅθεν καὶ μεῖζον καὶ πωρρώτερον [ ] ἀεὶ μᾶλλον καὶ βλέπουσι καὶ συνάπτουσιν καὶ [ ] τῶν [ περὶ ]
6147622 ζωμεν
ἡ ψυχὴ αἴσθησιν καὶ κίνησιν , καθ ' ἣν ἅπαντες ζῶμεν , καθ ' ἣν τὸ σῶμα δεσμεῖ τὴν ψυχήν
πλούτου καὶ πάσης ἀρχῆς , τῆς δὲ αὐτοῦ τούτου ᾧ ζῶμεν φύσεως ταραττομένης καὶ διαφθειρομένης βιωτὸν ἄρα ἔσται , ἐάνπερ
6146279 δρωντες
ὑπερβολὴ προσγίγνεσθαι δοκεῖ δι ' ἀμφοῖν : οἵ τε γὰρ δρῶντες Λακεδαιμόνιοι καὶ οὐκ Ἀθηναῖοι οἵ τε πάσχοντες Ἀθηναῖοι καὶ
χωρήσουσιν ὑπὸ τῶν συμφορῶν βιαζόμενοι : καὶ τούτων οὐχ οἱ δρῶντες , ἀλλ ' ὁ τὴν ἀνάγκην αὐτοῖς ἐπιτιθεὶς αἴτιος
6137308 ἀχαριστοι
χάριν εὑρεῖν παρ ' αὐτῷ , ὅτε οἱ ἄλλοι φανέντες ἀχάριστοι τίνειν μέλλουσι δίκας , ἵνα τὸν σωτήριον ἔλεον ἀνακεράσηται
ἀλλ ' ἕτοιμος ἐντεῦθεν ἀποσοβεῖν καὶ σπεύδειν ὡς ὑμᾶς . ἀχάριστοι γὰρ ὤφθησαν οὗτοι καὶ ἥκιστα συμποτικοί , καὶ πλείους
6123431 συνεισιν
' ἐν Ἀνασῳζομένοις : ἕταιροι δὲ θεοῖσι συμπεπλεγμένοι μετὰ Καράβου σύνεισιν , ὃς μόνος βροτῶν δύναται καταπιεῖν ἐκ ζεόντων λοπαδίων
τ ! ! υ [ ] σθῆναι , ὧι καὶ σύνεισιν πλεῖστοι βοηθοί . ἐμοῦ δὲ ταῦτα λογιζομένου καὶ σκεπτομένου
6113880 δειλαιοι
σιμός τε ] εἴη καὶ τὴν ὄψιν οὐκ εὔχαριςἀγνοοῦντες οἱ δείλαιοι , ὅτι καλὸς εἶναι τἄνδοθεν τοῖς | θεοῖς Σωκράτης
ἵνα τόδε . σύμμαχον εἶχεν ὑποψίαν . ἀλλ ' οἱ δείλαιοι σύμβουλοι ἐξαγαγόντες εἰς τὴν Βοιωτίαν τὴν ἀκμὴν τῆς πόλεως
6112182 διδασκουσιν
παιδίας καὶ νηπιότητος χάριν , ἔτι δ ' αὖ τοῖς διδάσκουσιν καὶ ὁτιοῦν καὶ μαθήμασιν ὡς ἐλεύθερον : ὡς δ
τὰς ἀρχάς . Εὐθέως τοίνυν ὡς πρῶτόν τι καὶ στοιχειωδέστατον διδάσκουσιν ἡμᾶς ὅτι σῶμα μέν ἐστι τὸ τὰς τρεῖς ἔχον
6105774 ἐφιλησαν
ᾧ ἀθανασίαν μέν , ὥσπερ Κλεομήδει , οὐκ ἔδωκαν , ἐφίλησαν δὲ μεγάλως οἱ θεοί . Οὕτω καὶ ὁ χάλκεος
προσελθόντες προσεῖπον , τοσοῦτοι τὸν ἄνδρα ἐθαύμασαν , εἶτα εὐθὺς ἐφίλησαν καὶ μᾶλλόν τι τὴν σὴν κατεθεάσαντο γνώμην ἐν τοῖς
6103466 ἀλαζονευομενοι
ἡ πλούσιοι ἤ τι τοιοῦτον , οἱ δὲ διὰ κέρδος ἀλαζονευόμενοι ταῦτα προσποιοῦνται ἔχειν οἷς ἥδεται ὁ πέλας . διὰ
ἑαυτοῖς . πάντων δὴ τούτων προσποιητικοί εἰσιν οἱ διὰ δόξαν ἀλαζονευόμενοι : οἱ δὲ διὰ κέρδος ἀλαζονευόμενοι τὰ τοιαῦτα προσποιοῦνται
6102539 βουκολοι
λογισμῷ : καθάπερ γὰρ οἱ τῶν ἄλλων ζῴων ἀγελάρχαι , βουκόλοι καὶ αἰπόλοι καὶ νομεῖς , οὔτε βόες εἰσὶν οὔτε
' ἔκπληξιν καὶ φόβον : τότε τοῦτον οἱ δεσπόται καὶ βουκόλοι μετέστησαν καὶ ἠφάνισαν , ὡς οὐκ ἐπιτήδειον οὐδὲ συμφέροντα
6101645 δικαιοι
ἐπιτελέειν τὰ συνέθεντο , ἐπεὶ δὲ ἐστερῆσθαι αὐτῶν , οὐ δίκαιοι εἶναι ἀποφέρειν ἔτι , ἀλλὰ τοὺς ἔχοντας αὐτὰ Αἰγινήτας
εἰσιν σοφίᾳ σοφοί ; Ναί . Τί δέ ; οἱ δίκαιοι δικαιοσύνῃ δίκαιοι ; Πάνυ γε . Οὐκοῦν καὶ οἱ
6097329 ἱππικοι
εὖ Ξανθίππη ; ” ἔλεγε συνεῖναι τραχείᾳ γυναικὶ καθάπερ οἱ ἱππικοὶ θυμοειδέσιν ἵπποις . “ ἀλλ ' ὡς ἐκεῖνοι ,
μου νῦν εὐχομένου . . αἵτε ναίετε καλλίπωλον ἕδραν : ἱππικοὶ λέγονται οἱ Ὀρχομένιοι . Ἐργῖνος γὰρ ἵππῳ νικήσας Θηβαίους
6096517 δεδοικασι
πάθη λόγῳ , πῶς τέ εἰσιν ἱστάμενοι , καὶ πῶς δεδοίκασι , καὶ πῶς ὁ φόβος αὐτοὺς ἐξίστησι . Κινεῖ
ἢ παῖδες ἀγνοουμένους πατέρας ἀνευρεῖν . τοῦτον οἱ μὲν πολέμιοι δεδοίκασι καὶ οὐδεὶς ὁμολογεῖ πολέμιος εἶναι , οἱ δὲ φίλοι
6090147 ἀποκρυπτομενων
οὕτω πεπίστευκας σαυτῷ , ὥστε καὶ ἄλλων ταύτην τὴν τέχνην ἀποκρυπτομένων σύ γ ' ἀναφανδὸν σεαυτὸν ὑποκηρυξάμενος εἰς πάντας τοὺς
ἱερᾶσθαι καὶ ἱερωσύνην παρὰ δήμου λαμβάνειν ἀγαθὸν πᾶσι πλὴν τῶν ἀποκρυπτομένων : ἐπίσημοι γὰρ οἱ ἱερεῖς . οἵου δ '
6088630 κἀγαθοι
; οὐκ οἶδ ' ἀκριβῶς τοὔνομα . μεριμνοφροντισταὶ καλοί τε κἀγαθοί . αἰβοῖ , πονηροί γ ' , οἶδα .
μέγ ' ἀμείνων . οἷον πολλοὶ πολλάκις γεγόνασιν ἄρχοντες καλοὶ κἀγαθοί , οἱ μὲν ἐπὶ τῆς Ἀσίας , οἱ δὲ
6087333 λυκοι
ὑπάρχοντα καὶ πεισθέντα παρέσχον τοὺς κύνας ἐκδότους . οἱ δὲ λύκοι διεσπάραξαν αὐτούς . μετὰ δὲ χρόνον ὑπεβάλοντο οἱ λύκοι
Μίνω , ἐξέβαλλεν εἰς τὴν ὕλην , καὶ αὐτὸν ἐπιφοιτῶντες λύκοι βουλῇ Ἀπόλλωνος ἐφύλαττον καὶ ὤρεγον παρὰ μέρος γάλα .
6086466 διαφθαρησονται
ἐπί τινι τῶν φίλων αὐτοῦ καί τινα τῶν χρημάτων αὐτοῦ διαφθαρήσονται ὡσαύτως καὶ τῶν ἐδεσμάτων : εἰ δὲ ἄμφω ὑπάρχουσιν
αἰώνιον . μακάριοι πάντες οἱ ἐργαζόμενοι τὴν δικαιοσύνην . οὐ διαφθαρήσονται ἕως αἰῶνος . ἐρεῖς δὲ Μαξίμῳ : Ἰδοὺ θλῖψις
6084760 ἀνανδροι
ἰδίων παθῶν ἑκάτεροι ταῖς ψυχαῖς τῶν ἀκουόντων , οἱ μὲν ἄνανδροι δειλίαν , οἱ δ ' ἀκατάπληκτοι θάρσος μετ '
ὡς Ἡρακλῆς οἱ λευκόπυγοι πάντως ἀσθενεῖς καὶ δειλοί * καὶ ἄνανδροι * . Θεία δὲ ἡ Ὠκεανοῦ τοῖς ἰδίοις τοῦτο
6084303 χαιρετε
πρὸς τοὺς τρίποδας τοὺς ἐν Διονύσου τουτουσὶ , πάντως δὲ χαίρετε αὐτοὺς προσορῶντες . ἆρ ' οὖν ποτ ' ἂν
οὕτω τελευτῆσαι . Καὶ ἔστιν ἡμῶν εἰς αὐτὸν οὕτω : χαίρετε , καὶ μέμνησθε τὰ δόγματα : τοῦτ ' Ἐπίκουρος
6070905 τρεφοντες
' ἑαυτοὺς τρέφεσθαι γάλακτι καὶ κρέασι καὶ πολλὰς ἀγέλας κτηνῶν τρέφοντες οὐκ ἐπεδέοντο σίτου : κατασκευάσαντες δ ' οἰκήσεις ἑαυτοῖς
μεγάλην , εἰ πεφθεῖεν , οὕτω βρωθέντες πυροί , καὶ τρέφοντες ἰσχυρῶς τὸ σῶμα καὶ ῥώμην ἐπίσημον παρεχόμενοι τοῖς προσενεγκαμένοις

Back