ἐπί τινι τῶν φίλων αὐτοῦ καί τινα τῶν χρημάτων αὐτοῦ διαφθαρήσονται ὡσαύτως καὶ τῶν ἐδεσμάτων : εἰ δὲ ἄμφω ὑπάρχουσιν
αἰώνιον . μακάριοι πάντες οἱ ἐργαζόμενοι τὴν δικαιοσύνην . οὐ διαφθαρήσονται ἕως αἰῶνος . ἐρεῖς δὲ Μαξίμῳ : Ἰδοὺ θλῖψις
7300565 φρατερες
ὀνόματος . φρατρία ἐστὶ τὸ τρίτον μέρος τῆς φυλῆς , φρατέρες δὲ οἱ τῆς αὐτῆς φρατρίας μετέ - χοντες ,
ὀνόματος . φρατρία ἐστὶ τὸ τρίτον μέρος τῆς φυλῆς , φρατέρες δὲ οἱ τῆς αὐτῆς φρατρίας μετέ - χοντες ,
7274710 ἀπελυσαν
πρὸς ? ? ? ? τοὺς μεταξὺ αὐτῶν , αἰδεσθέντες ἀπέλυσάν με . τούτου δὲ ? [ ] τοῦ πειρασμοῦ
πρὸς ? ? ? ? τοὺς μεταξὺ αὐτῶν , αἰδεσθέντες ἀπέλυσάν με . τούτου δὲ ? [ ] τοῦ πειρασμοῦ
7265387 Κλητηρες
Πάνδροσον , ἀφ ' ἧς ἐγένετο Κῆρυξ Ἑρμῇ συγγενομένης . Κλητῆρες καὶ Μάρτυρες διαφέρουσιν . οἱ μὲν γὰρ μάρτυρες εἰσαγομένων
ἐλάφων , ὧν ἐθύοντο τῇ Ἀρτέμιδι τῷ μηνὶ τούτῳ . Κλητῆρες . Μάρτυρες . Ἐὰν δὲ ἡ πόλις , ἐν
7260802 μεμαρτυρηκασιν
ἀνοιχθὲν εἶδον πρὸς τῷ διαιτητῇ τὸ γραμματεῖον , ἀλλὰ καὶ μεμαρτυρήκασιν αὐτοὶ μὴ ' θέλειν ἔμ ' ἀνοίγειν , ταῦθ
τὸ γὰρ σῶμα τῆς ἀνθρώπου οὐ τολμᾷ παραδοῦναι , ὃ μεμαρτυρήκασιν αὐτὸν ἐθέλειν παραδοῦναι , ἀλλὰ μᾶλλον προῄρηται τὸν ἀδελφὸν
7245398 ἐγελων
νῦν οὐδ ' ὅποι καταφεύγοιεν . οἳ δὲ καὶ τοῦτο ἐγέλων , καὶ τὸ ξίφος τις ἠπείλησεν ἀπορρίψειν , εἰ
: οἱ δὲ δασύτητα περὶ τὴν πυγὴν τοῦ Ἡρακλέους ὁρῶντες ἐγέλων , ἀναμνησθέντες τῆς μητρός . Πυθόμενος δὲ Ἡρακλῆς τὴν
7232229 Θηραιοι
τὴν μάχην ἀγγέλλων , ὃν ἐστεφανωμένον ὡς ὑμᾶς ἔπεμψαν οἱ Θηραῖοι , πρὸς ἀηδίαν καὶ λύπην ἀκούσασι καὶ οὕτω πόρρω
' ἑαυτοῦ τὸ ὄνομα καί οἱ καὶ νῦν ἔτι οἱ Θηραῖοι κατὰ ἔτος ἐναγίζουσιν ὡς οἰκιστῇ : Προκλεῖ δὲ καὶ
7226701 ἐξηγησαντο
. Ἄλλως . τὸ δὲ τῆς προνοίας ὄνομα ἄλλοι ἄλλως ἐξηγήσαντο . οἱ μὲν γὰρ εἰρήκασιν πρόνοιαν αὐτὸν λέγειν τὴν
. Οὕτως δέ τινες καὶ τὸ παρ ' Ὁμήρῳ ἀμφίβολον ἐξηγήσαντο : ἀλλ ' ἐπὶ νὺξ ὀλοὴ τέταται . καὶ
7177470 κολαζονται
κατὰ ἀνδρῶν , οἵ τινες τοὺς εὐεργέτας ἀδικοῦντες ὑπὸ θεοῦ κολάζονται . ἔλαφος κυνηγοὺς φεύγουσα ὑπ ' ἀμπέλῳ ἐκρύβη .
καὶ πρόσπολος οὐ καθ ' ἡμᾶς . καὶ ἵνα μὲν κολάζονται οἱ δοῦλοι , μυλῶνες καὶ ζητρεῖα καὶ ζώντεια καὶ
7157760 ἐβλαβησαν
προοιμίοις θεραπευτικοῖς ὠφελή - θησαν : ἄλλοι δὲ μὴ χρησάμενοι ἐβλάβησαν καὶ ἐντεῦθεν ἔμαθον πάντες κεχρῆσθαι προοιμίοις : καὶ πάλιν
, ὅ τι ἦν τὸ ὠφελῆσαν , καὶ , ὅτε ἐβλάβησαν , τῷ βλαβῆναι , ὅ τι ἦν τι τὸ
7122140 δικαζοντες
οἱ δ ' ἄρχοντες αὐτῶν διατελοῦσι τὸ πλεῖστον τῆς ἡμέρας δικάζοντες αὐτοῖς . γίγνεται γὰρ δὴ καὶ παισὶ πρὸς ἀλλήλους
ῥα γάμοι τὲ καὶ ᾠδή , καὶ χοροί , καὶ δικάζοντες βασιλεῖς , καὶ ἑπόμενοι λαοί : τὴν δ '
7109578 ἀκεντροι
μελίσσας αὐτῶν μὴ μεταφερουσῶν . εἰσὶ δὲ οἱ μὲν κηφῆνες ἄκεντροι , αἱ δὲ μέλισσαι κέντρον ἔχουσι : ἄλογον δὲ
. κηφῆνες αἱ ἀργαὶ τῶν μελισσῶν , κόθουροι δὲ οἱ ἄκεντροι καὶ κολόβουροι , ἢ αἱ φυλάττουσαι τὴν τῶν μέσων
7104818 ἀντελεγον
μὲν οὖν ἄλλοι πάντες ἔχαιρον τῷ ὅρκῳ : Ἠλεῖοι δὲ ἀντέλεγον ὡς οὐ δέοι αὐτονόμους ποιεῖν οὔτε Μαργανέας οὔτε Σκιλλουντίους
ἐπεὶ δ ' ἧκον , ἐκκλησίαν ἐποίησαν , ἐν ᾗ ἀντέλεγον Κορίνθιοι καὶ Θηβαῖοι μάλιστα , πολλοὶ δὲ καὶ ἄλλοι
7100018 ἐπιστευον
ἠπιστάμην ταῦτα καὶ διὰ τοῦτο ἀντεῖχον ἐπὶ πολὺ καὶ οὐκ ἐπίστευον αὐτῷ τὴν ἔλασιν : ἐπεὶ δὲ κατελιπάρησε δακρύων καὶ
, κἂν μειρακίῳ ἔτι . παῖς μὲν γὰρ ὢν ἔτι ἐπίστευον τοῖς τοιούτοις , καὶ κατεμυθολόγει με ἡ τίτθη χαριέντως
7035711 ἐφησαν
συντελεῖν μετὰ τῶν ἄλλων Χερρονησιτῶν καὶ ὑπακούειν Ἀθηναίοις , ἀλλὰ ἔφησαν ἔξω τῶν ὅρων εἶναι τῶν Ἀθηναίοις προσηκόντων . ἡ
ὅλην τὴν νῆσον . Ἀκραγαντῖνοι μὲν οὖν καὶ Νάξιοι συμμαχήσειν ἔφησαν Ἀθηναίοις , Καμαριναῖοι δὲ καὶ Μεσσήνιοι τὴν μὲν εἰρήνην
7031481 ᾠδοι
. καλοῦνται δὲ καὶ ἡδυπότιδες , λαβρώνιοι , δῖνοι , ᾠδοί , ῥυτά , σκύφοι , κότυλος . καὶ κόνδυ
ἀνδρείαν καὶ τὸν μέλλοντα πόλεμον ἔσεσθαι πρὸς Ἀστυάγην προείδοντο οἱ ᾠδοί . ὅτε γάρ , φησίν , ᾐτήσατο τὴν εἰς
7019369 πρεσβυται
' εἴη τὸ ξύλινον τεῖχος τοῦτο . ὡς οἱ μὲν πρεσβῦται τῆς ἀκροπόλεως ἔχεσθαι παρῄνουν , οὕτω παρελήρουν , πεφράχθαι
τὴν ὑγρασίην , διὰ ταῦτα ξηροῖσι κρατέεται . Οἱ δὲ πρεσβῦται ψυχροὶ καὶ ὑγροὶ , διότι πυρὸς μὲν ἀποχώρησις ,
7007762 γελασαντες
αὐτὸς μετὰ τῶν ἡγεμόνων ἀπὸ τοῦ ποταμοῦ φανερῶς ἔπιεν . γελάσαντες οἱ στρατιῶται καὶ τὴν αἰτίαν τῆς ἀπάτης νοήσαντες ἀδεῶς
μαθηταὶ εἰς σύντονον καὶ δυσαπάλλακτον ἔρωτα ἦλθον , διὸ κτηνοτροφίαν γελάσαντες ἐξεπόνησαν ποιμενικὴν ἐπιστήμην . τεκμήριον δέ : ὁ τὴν
6980837 δειλαιοι
σιμός τε ] εἴη καὶ τὴν ὄψιν οὐκ εὔχαριςἀγνοοῦντες οἱ δείλαιοι , ὅτι καλὸς εἶναι τἄνδοθεν τοῖς | θεοῖς Σωκράτης
ἵνα τόδε . σύμμαχον εἶχεν ὑποψίαν . ἀλλ ' οἱ δείλαιοι σύμβουλοι ἐξαγαγόντες εἰς τὴν Βοιωτίαν τὴν ἀκμὴν τῆς πόλεως
6975220 ἀπολουμενοι
καὶ τὸ δεινὸν ἐκδεχόμενοι καὶ συνεργοῦντες ἐς αὐτὸ ἔνιοι ὡς ἀπολούμενοι πάντως . γενόμενον γὰρ τὸ κακὸν κρεῖσσον ἐπινοίας καὶ
, τά τε ἄλλα σημεῖα ἔχουσιν ἀσφαλέστατα : οἱ δὲ ἀπολούμενοι δύσπνοοι γίγνονται , ἀλλοφάσσοντες , ἀγρυπνέοντες , τά τε
6951345 πεμπομενοι
' ἔπεμπον τοὺς θύσοντας καὶ συνεδρεύσοντας : καὶ ἦσαν οἱ πεμπόμενοι πυλαγόραι καὶ ἱερομνήμονες . λέγουσι δέ , ὅτι Πυλάδης
πρέσβεις χειροτονοῦντες καὶ πέμποντες , πρεσβεύουσι δὲ οἱ χειροτονούμενοι καὶ πεμπόμενοι ἐπὶ τὴν πρεσβείαν . πρέσβεις οἱ πρεσβευταί . πρέσβις
6950487 δωσουσιν
ἢ μερισθήσονται ἢ μένουσαι ὅλαι που τοῦ σώματος δύναμιν αὐτῶν δώσουσιν . Ἐφ ' ὧν καὶ τῶν δυνάμεων ἡ αὐτὴ
λῃσταί : εἰ γὰρ δοῖεν αὐτῷ τὴν κόρην , ψευδομένῳ δώσουσιν : ἔφη γὰρ , οὐ λήψομαι : εἰ δὲ
6935409 παρῃνουν
οὐσίας , ὡς μὴ δυναμένοις ἀποδοῦναι . ἢ τοῖς δανείζουσι παρῄνουν οἱ φίλοι ἐξίστασθαι τοῦ δανείζειν τοῖς τοιούτοις , ὀφείλουσιν
Δημοσθένει . . . : τῷ δὲ Δημοσθένει τοιόνδε τι παρῄνουν οἱ Μεσσήνιοι , ἰέναι αὐτὸν ἐπὶ κώμην ἑκάστην ,
6927143 νεογνοι
ζῷον . ἄρνες καὶ ἀρνειοὶ διαφέρει . ἄρνες μὲν οἱ νεογνοί , ἀρνειοὶ δὲ οἱ προήκοντες τῇ ἡλικίᾳ . ἄρρωστος
δὲ ὁ ἑστιώμενος καθὰ Πλάτων . ἄρνες μὲν λέγονται οἱ νεογνοί : ὡς δὲ λύκοι ἄρνεσσιν ἐπέχραον ἢ ἐρίφοισιν :
6920593 βοωσιν
εἰπεῖν ; Ὡς σεμνὸς οὑπίτριπτος . Αἱ κνῆμαι δέ σου βοῶσιν ἰοὺ ἰού , τὰς χοίνικας καὶ τὰς πέδας ποθοῦσαι
. Ξ βάζους ' ] βοῶσι . βάζους ' ] βοῶσιν , ἀπειλοῦσιν . θ πόλει ] τῇ ἡμετέρᾳ .
6918697 ἠγανακτουν
. τῇ δὲ ἐπιούσῃ ἡμέρᾳ βέλτιον αὐτοῦ σχόντος , ὡς ἠγανάκτουν οἱ ἑταῖροι : Κἀγώ , ἔφη , αἰσχύνομαι ζημιουμένων
ἠρέσκοντο , ἐβαροῦντό τε αὐτῶν αὐτὴν τὴν εὐγένειαν , καὶ ἠγανάκτουν ὅτι ἄρα ἔχοιεν ἐκ συγκλήτου βασιλέας . ἐλύπουν δὲ
6907005 ἐπηγγειλαντο
τοῖς Αἰγυπτίοις , ἀπέστειλαν δῶρα , καὶ τὸ προσταττόμενον ποιήσειν ἐπηγγείλαντο . [ . . . . , . ]
εὐχόμενος δὲ τὴν ἡμέραν γενέσθαι ταχέως , ἐν ᾗ Χλόην ἐπηγγείλαντο αὐτῷ . Νυκτῶν πασῶν ἐκείνη ἔδοξε μακροτάτη γεγονέναι :
6902189 παραμενουσιν
τισι καὶ βιαίως ἐπικτώμενα τοῖς ταῦτα ἁρπάζουσιν οὐκ εἰς τέλος παραμένουσιν . ποτὲ τῶν πτηνῶν εἰς κοινὴν βουλὴν ἐπὶ τὸ
: Καὶ γὰρ αἱ δόξαι αἱ ἀληθεῖς ὅσον μὲν χρόνον παραμένουσιν , καλὸν τὸ χρῆμα καὶ πάντα ἀγαθὰ ἐργάζονται :
6896734 δραπεται
ἐπωνόμασαν ἥρωος εὐμενοῦς : καὶ αὐτῷ ἔτι καὶ νῦν οἱ δραπέται ἀποφέρουσιν ἀπαρχὰς πάντων ὧν ἂν ἕλωνται . φασὶ δὲ
χρόνον , ἐσῆλθεν ἡμᾶς μὴ λυθέντες οἱ ξένοι κτάνοιεν αὐτὴν δραπέται τ ' οἰχοίατο . φόβωι δ ' ἃ μὴ
6893909 κατασκοποι
Ἰνδούς , προηγουμένων τῶν εἰδώλων , ὅπως οἱ τῶν πολεμίων κατάσκοποι τῶι βασιλεῖ ἀπαγγείλωσι τὸ πλῆθος τῶν παρ ' αὐτῆι
τοῦτον πείσαντες ἦγον ἐς Θήρην . Ἐκ δὲ Θήρης ἔπλεον κατάσκοποι ἄνδρες τὰ πρῶτα οὐ πολλοί : κατηγησαμένου δὲ τοῦ
6893401 φιλαργυροι
τάχιον ἔρχονται ἐπ ' αἴσθησιν , τοῦ κέρδους δὲ οἱ φιλάργυροι . Ταὐτόν ἐστιν ὄφιν ἐκτρέφειν καὶ πονηρὸν εὐεργετεῖν :
τὴν ψυχὴν νομίζουσιν οἱ ἄθλιοι τῶν ἀνθρώπων , ὡσανεὶ οἱ φιλάργυροι . * μέτρα φυλάσσεσθαι : εἰπὼν μὴ δεῖν πάντα
6892999 προσελειν
. ἡ δὲ ἑτέρα , ὅτι τοὺς . . . προσελεῖν . . . ὅτι ἔλεγον οἱ Ἀρκάδες , ὥς
ἀτιμάζομεν . . προσελεῖν τὸ ὑβρίζειν Ἀττικοὶ φασίν . . προσελεῖν τὸ ὑβρίζειν . . καὶ πυρρίαις : Ἀντὶ τοῦ
6883730 ἐκβαλλουσιν
ἐκέλευον εἰσιέναι . ἐπειδὴ δὲ ἔνδον ἐγενόμεθα , ἐμὲ μὲν ἐκβάλλουσιν ἐκ τῆς οἰκίας , τουτονὶ δὲ συναρπάσαντες ἔδησαν πρὸς
ἐκέλευον εἰσιέναι . ἐπειδὴ δὲ ἔνδον ἐγενόμεθα , ἐμὲ μὲν ἐκβάλλουσιν ἐκ τῆς οἰκίας , τουτονὶ δὲ συναρπάσαντες ἔδησαν πρὸς
6879346 ὑπακουσαντες
Πάπιος μεταθεμένους ἐστράτευεν : οἱ δ ' ἡγεμόνες αὐτῶν οὐχ ὑπακούσαντες τῷ κηρύγματι ἐλήφθησαν αἰχμάλωτοι καὶ λιμῷ πρὸς τοῦ Παπίου
καὶ ἄλλο τι μεῖζον εὐθὺς ἐπιταχθήσεσθε ὡς φόβῳ καὶ τοῦτο ὑπακούσαντες : ἀπισχυρισάμενοι δὲ σαφὲς ἂν καταστήσαιτε αὐτοῖς ἀπὸ τοῦ
6877945 ἐμαρτυρησαν
καὶ τοὺς μάρτυρας διὰ τοῦτο διώκω τῶν ψευδομαρτυρίων , ὅτι ἐμαρτύρησαν ἐθέλειν παραδιδόναι τὸν Θεόφημον τὴν ἄνθρωπον , οὐδαμοῦ τὸ
δεκάτῃ φάσκοντες παραγενέσθαι τὸ τῆς τήθης ὄνομα Κλειταρέτην τὸν πατέρα ἐμαρτύρησαν θέσθαι αὐτῇ . Θαυμάζω οὖν εἰ ὁ ἀνὴρ ὁ
6870791 διεβαλλοντο
δὲ καὶ εἶδος κουρᾶς ὁ κῆπος . ᾧ οἱ χρώμενοι διεβάλλοντο , κατελίμπανον δὲ τὰς ἔξω τῆς κεφαλῆς τρίχας .
εἶναι λέγειν . οἱ γὰρ Ἀθηναῖοι ἐπὶ πανουργίᾳ καὶ ἀναιδείᾳ διεβάλλοντο . ] χ . τὸ χ πρὸς τὸν σχηματισμὸν
6857970 Μαραθωνομαχαι
Μαραθῶνος τόπος τῆς Ἀττικῆς , καὶ οἱ ἐκεῖσε μαχησάμενοι ἐκλήθησαν Μαραθωνομάχαι . μαραθωνομάχους ] τοὺς ἐν τῷ Μαραθῶνι μαχεσαμένους ἀγωνισαμένους
ἢ κατακρημνιεῖ ἢ πεινῆν ποιήσει . ταῦτ ' ᾖδον οἱ Μαραθωνομάχαι οὐ δημοσίᾳ μόνον , ἀλλὰ καὶ κατ ' οἰκίαν
6852721 Αἰξωνεις
* . Αἰξωνεύεσθαι : τὸ κατηγορεῖν : βλάσφημοι γὰρ οἱ Αἰξωνεῖς . δῆμος δὲ ἡ Αἰξωνὴ τῆς Κεκροπίδος ἐστὶ φυλῆς
. . αἰξωνεύεσθαι : τὸ κατηγορεῖν : βλάσφημοι γὰρ οἱ Αἰξωνεῖς . δῆμος δὲ ἡ Αἰξωνὴ τῆς Κεκροπίδος γῆς .
6852038 ἀλιτηριοι
. * . Ἀλιτήριος : ὁ ἁμαρτωλὸς καὶ ἄδικος . ἀλιτήριοι δὲ ἐντεῦθεν ἐκαλοῦντο . λιμὸς κατέλαβέν ποτε τοὺς Ἀθηναίους
καὶ ἀνοσίων τρόπων καθαρεύουσιν . Ὅσοι δέ εἰσιν αὐτοί τε ἀλιτήριοι , καὶ ἀθέσμως καὶ ἀτάκτως ἐπιπηδῶσι τοῖς θείοις ,
6847743 ἐλεξαν
πρῶτον αἱ Μοῦσαι , κατήγοροι γὰρ ἅμα καὶ Μοῦσαι , ἔλεξαν τοιάδε : νέον ἄτρωτον ἡδοναῖς , ταῖς ἡμετέραις ἀγκάλαις
μόνων ἄκρα νείατα ταρσῶν : ὅν τινες ἰκτῖνον πολιότριχα φῶτες ἔλεξαν . αὐτὰρ ὅ γε χροιῇσι μελαινομένῃσι πέφανται , μείων
6843783 ψηφισαμενοι
τὰς πόλεις . οἱ δ ' Ἀθηναῖοι καὶ οἱ ἄλλοι ψηφισάμενοι , ὥσπερ βασιλεὺς ἔγραψεν , αὐτονόμους εἶναι ὁμοίως καὶ
τῇ θυγατρὶ Ἀθηναῖοι ἐπράυναν ἐν ἄστει τε αὐτὴν θάψαντες καὶ ψηφισάμενοι τὴν ἡμέραν , ἐφ ' ἧς ἀπέθανεν , ἐξαιρεῖν
6843184 ἀλφιταμοιβοι
οἱ ἀμείβοντες ἀντὶ ἀργυρίου ἄλφιτα : οἷον οἱ ἀντικαταλλάσσοντες . ἀλφιταμοιβοὶ οἱ τὰ ἄλφιτα ἀμείβοντες καὶ πιπράσκοντες . λέγει :
. οἱ δὲ ὅτι πένης : οἱ δὲ ὅτι οἱ ἀλφιταμοιβοὶ τοῦ Ναυσικύδους τοῦτο ἀπέλαυσαν . γυναικώδης οὗτος . .
6838291 προσηκοντες
Λάμων καὶ Μυρτάλη , Δρύας καὶ Νάπη , οἱ Δόρκωνι προσήκοντες , Φιλητᾶς , οἱ Φιλητᾶς παῖδες , Χρῶμις καὶ
δὲ ἄλλους Σκύθας , ἐπεὰν ἀποθάνωσι , περιάγουσι οἱ ἀγχοτάτω προσήκοντες κατὰ τοὺς φίλους ἐν ἁμάξῃσι κειμένους , τῶν δὲ
6837448 σκαιοι
ἀγαθόν . Οἱ μέντοι ἰητροὶ οἱ τὰ τοιαῦτα ἐπιτηδεύοντες , σκαιοί εἰσιν , οὓς ἔγωγε ἔγνων : τὸ μὲν γὰρ
καταβήσομαι . Ἤδη τινὲς δεινοὶ τὰ πολέμια καὶ στρατηγεῖν ἀγαθοὶ σκαιοί πώς εἰσι τά γε ἄλλα καὶ δύσκολοι . σὺ
6837189 πορευθεντες
ἐκ τῆς πόλεως , ὑφορώμενος αὐτῶν τὴν ἀβεβαιότητα . οἳ πορευθέντες εἰς Ἔντελλαν , καὶ πείσαντες τοὺς ἐν τῇ πόλει
εἰς ἐπιθυμίαν πονηράν , ἀλλὰ πάντοτε ἐν δικαιοσύνῃ καὶ ἀληθείᾳ πορευθέντες , καθὼς καὶ παρέλαβον τὸ πνεῦμα τὸ ἅγιον .
6836550 ὑπισχνουντο
καὶ αὐτῶν δὲ τῶν ἐν δυνάμει ὄντων ἦσαν οἳ ὀμνύοντες ὑπισχνοῦντο μηδὲν χαλεπὸν αὐτοὺς πείσεσθαι , οὕτω δὴ ἀπῆλθόν τινες
δὲ ἔλεγεν εἰδὼς ἃ Τιμασίωνι οἱ Ἡρακλεῶται καὶ οἱ Σινωπεῖς ὑπισχνοῦντο ὥστε ἐκπλεῖν . ὁ δὲ Ξενοφῶν ἐν τούτῳ ἐσίγα
6828468 προσποιουμενοι
οἱ βουλευταὶ [ τὸν ] θόρυβον συνήγαγον τὸν δῆμον οὐδὲν προσποιούμενοι μετεσχηκέναι τοῦ πράγματος . συνεληλυθότος δὲ τοῦ πλήθους ἀνιστάμενοι
ἀληθῆ οἴομαι οὐκ ἂν ἐθέλοιεν λέγειν , ὅτι κατάδηλοι γίγνονται προσποιούμενοι μὲν εἰδέναι , εἰδότες δὲ οὐδέν . ἅτε οὖν
6824683 οὐρεονται
. Σίκυοι ὠμοὶ ψυχροὶ καὶ δύσπεπτοι : οἱ δὲ πέπονες οὐρέονται καὶ διαχωρέονται , φυσώδεες δέ . Βότρυες θερμοὶ καὶ
οὐρέονται μᾶλλον : καὶ οἱ λευκοὶ καὶ οἱ λεπτοὶ γλυκέες οὐρέονται μᾶλλον ἢ διαχωρέουσι , καὶ ψύχουσι μὲν καὶ ἰσχναίνουσι
6824203 ἀξιοχρεῳ
καὶ οὕτως οὐδὲν ἧττον ἔθ ' ἕξουσι ταύτην , ὡς ἀξιόχρεῳ , ἡμεῖς δὲ οὐκ ἀγνώμονες μόνον ἐντεῦθεν , ἀλλὰ
τῶν παρὰ τοῖς ἄλλοις ἐπιφανῶν μάρτυρές εἰσιν αὐτοὶ καὶ ἵστορες ἀξιόχρεῳ , καὶ πάντα φυλάττουσιν ἐν στήλαις ἐν τοῖς ἱεροῖς
6824150 σιωπωσιν
χρῶνται τοῖς νόμοις ; ἀλλ ' οὗ μὲν δεῖ λέγειν σιωπῶσιν , οὗ δὲ δεῖ σιω - πᾶν λέγουσιν .
, συνέβη ταυτὸν ὅπερ τοῖς ἐν ταῖς τραγῳδίαις μέχρι πολλοῦ σιωπῶσιν , ἔπειτα καιροῦ παρασχόντος φθεγξαμένοις ἢ πρὸς χορὸν ,
6820786 κτειναντες
ποιήσας . οὐ πόρρω δὲ ἑστᾶσιν Ἁρμόδιος καὶ Ἀριστογείτων οἱ κτείναντες Ἵππαρχον : αἰτία δὲ ἥτις ἐγένετο καὶ τὸ ἔργον
προαγωνίζεσθαι κουφότατος πόνος . „ οἱ δ ' αὐτοβοεὶ τρισχιλίους κτείναντες τοὺς ἀρχηγέτας μάλιστα τῆς ἀσεβείας γενομένους οὐκ ἀπελογήσαντο μόνον
6814296 παροντες
ὡς ἐμπείρους τῆς χώρας , ἔργῳ δὲ , ἵνα μὴ παρόντες διαφθείροιεν καὶ τοὺς ἄλλους Ἴωνας . Πέρσαι Μήδοις παρετάσσοντο
' , οἶμαι , καθὰ ἂν αὐτοὺς τρέπωσιν οἱ ἀεὶ παρόντες , οἳ φανερώτεροι ἂν ἦσαν τῆς κακίας μὴ φυγόντων
6808344 ἀπηρνουντο
ὁμόσε καὶ ᾐτιᾶτο ἡ ἑτέρα τὴν ἑτέραν . ὁπότε δὲ ἀπηρνοῦντο μὴ ἔχειν , ἐθαύμαζον τί ἂν εἴη τὸ γεγονός
Ἡμεῖς ποτε ἦμεν . Ἄμας ἀπῄτουν , οἱ δ ' ἀπηρνοῦντο σκάφας : ἐπὶ τῶν ἄλλα μὲν ἀπαιτουμένων , ἄλλα
6803769 ἀπαιδευτοι
ἐμπείρους ἀπειρίᾳ : γλυκὺς ἀπείρῳ πόλεμος οἱ πολλοί : οἱ ἀπαιδευτοί . εὕροιτε : ἕως ὧδε τὸ προοίμιον τόνδε :
ἐμπείρους ἀπειρίᾳ : γλυκὺς ἀπείρῳ πόλεμος οἱ πολλοί : οἱ ἀπαιδευτοί . εὕροιτε : ἕως ὧδε τὸ προοίμιον τόνδε :
6801850 βασανιζομενοι
, ἐδέδετο κατὰ τὸν νόμον , ἱερόσυλοι μεταξὺ ἑάλωσαν , βασανιζόμενοι ἄλλα τε ἐξεῖπον καὶ ὅτι αὐτοὶ εἴησαν οἱ πεφονευκότες
. δεικτέον δ ' ὅτι καὶ τῶν ἐλευθέρων πολλοὶ ἤδη βασανιζόμενοι καθ ' ἑαυτῶν ἐψεύσαντο βουλόμενοι τὴν παραυτίκα κακοπάθειαν ἐκφυγεῖν
6799176 ἐχαιρον
ἄστατον . ἁλιεῖς εἷλκον σαγήνην . βαρείας δὲ αὐτῆς οὔσης ἔχαιρον καὶ ἐσκίρτων πολλὴν εἶναι τὴν ἄγραν νομίζοντες . ὡς
μετῆλθε ξὺν Ἡρακλεῖ ὁ Τελαμὼν καὶ αὐτῷ Ἰλίῳ εἷλεν . ἔχαιρον μὲν οὖν αὐτῷ καὶ ἀόπλῳ , πελώριος γάρ τις
6793571 ἐκολαζοντο
ἠνδραποδίζετο καὶ διηρπάζετο . οἵ τε καππαδοκίσαντες ἄνδρες ἢ πόλεις ἐκολάζοντο πικρῶς , καὶ μάλιστα αὐτῶν Ἐφέσιοι , σὺν αἰσχρᾷ
: Τροχός τις ἦν , ἐν ᾧ δεσμούμενοι οἱ οἰκέται ἐκολάζοντο . [ τοῦτο δὲ λέγει ὁ ἄδικος πρὸς τὸν
6784935 δημαγωγοι
ἐποίησαν φανερόν τι λαμβάνειν ἀπὸ τῶν τῆς πόλεως προσόδων οἱ δημαγωγοὶ πείσαντες τὴν πόλιν : ὕστερον δὲ ὁ Κλέων ἐποίησεν
ἅπαντα τῷ δήμῳ τὰ καθ ' ἡδονάς , ὡς οἱ δημαγωγοὶ αὐτῶν δεδιττόμενοι ἔλεγον . εἰ δ ' ἀφήσετε καὶ
6778265 κατασκαψαντες
φλόγα ἐν χερσὶ σώιζειν ἀλλὰ πῦρ ἐνιέναι , ὡς ἂν κατασκάψαντες Ἰλίου πόλιν στελλώμεθ ' οἴκαδ ' ἄσμενοι Τροίας ἄπο
καὶ κατέβημεν εἰς τὸ Κιρραῖον πεδίον , καὶ τὸν λιμένα κατασκάψαντες καὶ τὰς οἰκίας ἐμπρήσαντες ἀνεχωροῦμεν . Ταῦτα δὲ ἡμῶν
6777150 ἐξηγαγον
γάρ . στάσεις : λέγει δὲ νῦν τὸν θυμόν . ἐξήγαγον τοῦ καθεστηκότος . . Καὶ γὰρ ὁ οἰκιστὴς ταύτης
κινηθεὶς καὶ τοῦ τοῖς θεοῖς ὡσπερεὶ τετελεσμένου ἐπὶ πλεῖον ἴσως ἐξήγαγον : καί μοι συγγνώμη καὶ παρ ' αὐτοῦ τοῦ
6771271 γιγαντες
βῶλον ὀδόντων , οἱ δ ' ἤδη κατὰ ὦλκας ἀνασταχύωσι γίγαντες , ᾗ κεν ὀρινομένους πολέας νειοῖο δοκεύσῃς , λάθρῃ
ἐστὶ Φερσεφόνης , καὶ ὄνομα ἔχει γίγαντος . Οἱ γὰρ γίγαντες ἀπορρήξαντες αἰγιαλοὺς ἐκύλιον διὰ τῆς θαλάσσης , ἐγχῶσαι τὰς
6771204 ἐφιλησαν
ᾧ ἀθανασίαν μέν , ὥσπερ Κλεομήδει , οὐκ ἔδωκαν , ἐφίλησαν δὲ μεγάλως οἱ θεοί . Οὕτω καὶ ὁ χάλκεος
προσελθόντες προσεῖπον , τοσοῦτοι τὸν ἄνδρα ἐθαύμασαν , εἶτα εὐθὺς ἐφίλησαν καὶ μᾶλλόν τι τὴν σὴν κατεθεάσαντο γνώμην ἐν τοῖς
6767639 ἐλοιδορουντο
σχήματι . οἱ δὲ Φράγγοι ἀφύβριζον μὲν ἐς αὐτὸν καὶ ἐλοιδοροῦντο καὶ προδότην ἀπεκάλουν τοῦ γένους : καί πως ἀμφίδοξοι
τοιαῦτα , πάλιν ὁ ἐξ ἀρχῆς ἐκεῖνος ἀντέλεγεν , καὶ ἐλοιδοροῦντο ἐπὶ πολύ . τέλος δὲ καὶ ἐμὲ ἐκέλευον εἰπεῖν
6763980 μαγοι
τοῖς θεοῖς , ἔφη , ἐξαιρεῖτε ὅ τι ἂν οἱ μάγοι ἐξηγῶνται : ἔπειτα δὲ καὶ Κυαξάρῃ ἐκλέξασθε ὁποῖ '
τε τῷ ἐμῷ καὶ ὑμῖν . Εἶπαν πρὸς ταῦτα οἱ μάγοι : Ὦ βασιλεῦ , καὶ αὐτοῖσι ἡμῖν περὶ πολλοῦ
6762936 μεμυημενοι
καὶ Ἐπαμεινώνδας ἐν τῷ βορβόρῳ διάξουσιν , εὐτελεῖς δέ τινες μεμυημένοι ἐν ταῖς μακάρων νήσοις ἔσονται . “ Πρὸς τοὺς
φασι , πολυτιμήτοις ἐν ἕδραις , καθὸ φιλοτιμότεροί εἰσιν οἱ μεμυημένοι ἐν Ἅδου | , ὡς σαφὲς ποιεῖ ἐν Εἰρήνῃ
6754274 ὠνησαντο
πρώτῃ συμπλοκῇ : ὡς δὲ οὐκ ἐξεχώρουν τοῦ ἄστεως , ὠνήσαντο Ῥωμαῖοι τὴν ἀναχώρησιν αὐτοῦ χρυσίῳ . Τοῦτο οὐκ ἤνεγκε
παρ ' ἐκείνου ] . καὶ οἳ πορευθέντες παρὰ Κροίσου ὠνήσαντο . Ἱέρων δ ' ὁ Συρακόσιος βουλόμενος ἀναθεῖναι τῷ
6753893 Μηθυμναιοι
ὅσον ἑκατὸν ἀπέχοντι κῆρυξ ἀπαντᾷ σπονδὰς κομίζων . Οἱ γὰρ Μηθυμναῖοι μαθόντες παρὰ τῶν ἑαλωκότων ὡς οὐδὲν ἴσασι Μιτυληναῖοι τῶν
κατὰ πόλεμον καὶ τραῦμα ἡ ἰσχυρὰ ἧττα φ ʃ οἱ Μηθυμναῖοι . εἴργειν : τοὺς Μιτυληναίους . ἔστιν οἷ :
6750534 ἠκουσαν
ἀριστερᾷ ἔχοντες τὸ σταύρωμα . οἵ γε μὴν Ἀργεῖοι ἐπεὶ ἤκουσαν ὄπισθεν ὄντας τοὺς Λακεδαιμονίους , στραφέντες δρόμῳ πάλιν ἐκ
Δί ' οὐκ ἔγωγε . ἐπεὶ δὲ ἅπαντες ἡσθέντες ὅτι ἤκουσαν αὐτοῦ φωνήσαντος προσέβλεψαν , ἤρετό τις αὐτόν : Ἀλλ
6742535 προσῃεσαν
' αὐτῶν τὸ μὴ ἀεὶ διδόναι : ἀλλ ' ἐπεὶ προσῄεσαν μὲν ταῖς τραπέζαις ὑπὲρ τῶν ὡμολογημένων , ἐπανεγιγνώσκετο δὲ
τοὺς φαινομένους τῶν ἄρτων οὐκ ὀλίγος . οἱ πολλοὶ δὲ προσῄεσαν μὲν τοῖς ἐκπεπρακόσιν ἐπ ' ὠνῇ διδόντες ἀργύριον ,
6740418 εἰπαν
Ὁ δὲ Ξέρξης εἴρετο αὐτοὺς ὅκῃ πλέοιεν : οἱ δὲ εἶπαν : Ἐς τοὺς σοὺς πολεμίους , ὦ δέσποτα ,
τὴν κρίσιν ἡμῶν πρὸς τὸν ὕψιστον [ ] . Καὶ εἶπαν [ ] τῷ κυρίῳ Σὺ εἶ κύριος τῶν κυρίων
6738391 ἀνῃρηκοτες
τὸ εἶδος . ὁρῶμεν δέ , ὡς εἰσί τινες οἱ ἀνῃρηκότες τὴν ὕπαρξιν τῶν λεκτῶν , καὶ οὐχ οἱ ἑτερόδοξοι
. . . . ὁρῶμεν δὲ ὡς εἰσί τινες οἱ ἀνῃρηκότες τὴν ὕπαρξιν τῶν λεκτῶν , καὶ οὐχ οἱ ἑτερόδοξοι
6737678 λογισται
εἰπεῖν καὶ τῶν εὐθυνῶν . Εὔθυνα : ἣν εἰσῆγον οἱ λογισταὶ κατὰ τῶν δοξάντων μὴ ὀρθῶς ἄρξαι ἢ παραπρεσβεῦσαι ἢ
οἱ ἀπολογισμοί . . τῶν ἀρχόντων ] τῶν λογιστῶν . λογισταὶ δὲ ὄνομα ἀρχῆς . δέκα δὲ τὸν ἀριθμὸν ἄνδρες
6730860 ἀπολλυμενοι
οὕτω καὶ τῶν ἀνθρώπων οἱ τοῖς φαύλοις ἐπιτηδεύμασιν ἐνδιατρίβοντες φθάνουσιν ἀπολλύμενοι πρὶν ἢ ἐπὶ τὰ καλλίονα τραπέσθαι . δύο βάτραχοι
ἐπὶ τῇ ἀπωλείᾳ τῶν ἁμαρτωλῶν , διότι πολλοί εἰσιν οἱ ἀπολλύμενοι , ὀλίγοι δὲ οἱ σωζόμενοι : εἰς γὰρ τὰς
6723559 εὐχοντο
ἄλλοθεν ἄλλος . ὣς ἔφαθ ' : οἱ δ ' εὔχοντο Διὶ Κρονίωνι ἄνακτι . ταῦτα μὲν ὑμῖν ἀπὸ πολλῶν
εὐτυχῆσαι , αἱ δὲ γυναῖκες υἱὸν , ἀπὸ κοινοῦ τὸ εὔχοντο ἔμμεν . ηὔχοντο δὲ ἐν τοῖς Ὀλυμπίοις ὁρῶσαί σε
6722309 κακουργοι
καὶ περιδυόντων αὐτὰ τῶν στρατιωτῶν καὶ ὅσοι μετ ' αὐτῶν κακοῦργοι τὰ εὐσχήμονα μάλιστα ὡς οἰκεῖα ἔφερον . ἀλλὰ ταῦτα
πάθεσιν . οὐ γὰρ μόνον , ὡς οἱ δόξαντες ὑμῖν κακοῦργοι πιέζονται , τραχήλου τε καὶ χειρῶν καὶ ποδῶν ,
6721201 ἀπειπον
σημεῖα ἀφαιροῦντας ἢ τοῦ τὰς θύρας ἀνοῖξαι . ἔπειτ ' ἀπεῖπον τὴν ὕλην μὴ ἐξάγειν : ἐξῆγεν οὗτος ἁπάσας τὰς
τῶν ἀνδρῶν καὶ τὸ δεινὸν ἀνήκεστον ἦν . ὡς δὲ ἀπεῖπον πρὸς τὴν νόσον κρείττω γενομένην πάσης ἀνθρωπείας μαγγανείας καὶ
6720967 ἐρωντες
, μάστιγας , χαλιναγωγεῖν οὐ δεδύνηνται . πόσας οἱ γυναικῶν ἐρῶντες κοσμίων ἐπάγουσι προσβολὰς ταῖς ἐρωμέναις , ἱκετείας , δάκρυα
, δῆλον ὡς κατεγίνωσκον ἂν αὑτῶν ἀμβλυώττοντες τὰ τηλικαῦτα καὶ ἐρῶντες ἀνεράστων καὶ ἀμόρφων πραγμάτων . Τί οὖν ὅτι καὶ
6720123 πονουντες
ῥᾳθυμίαν , ᾗ πλὴν ὀλίγων πάντες ἐγκαταβιοῦμεν , οὐκ ἄλλως πονοῦντες ἢ ἀναλαμβάνοντες εἰ μὴ ἐπαίνου καὶ ἡδονῆς ἕνεκα ,
ἀγαπῶντες , διώκοντες ἀνταπόδομα , οὐκ ἐλεοῦντες πτωχόν , οὑ πονοῦντες ἐπὶ καταπονουμένῳ , οὑ γινώσκοντες τὸν ποιήσαντα αὐτούς ,
6719479 ἀπατωσιν
ἀλλ ' ἴσμεν ὅτι ἀπατῶσιν , κἂν μὴ γινώσκωμεν ὅπως ἀπατῶσιν , οὕτως οὐδὲ τοῖς ψευδέσι μέν , πιθανοῖς δὲ
δέ φησι διὰ τὸ εὐχερῶς πείθεσθαι τοῖς ῥήτορσι τοὺς Ἀθηναίους ἀπατῶσιν αὐτούς . Γ τῶν τ ' αὖ γερόντων οἶδα
6719069 σφετεραι
τὴν χρόαν αὐτῶν . καὶ Ἰνδοὶ μὲν αὐτὸ φωνῆι τῆι σφετέραι δίκαιρον φιλοῦσιν ὀνομάζειν , Ἕλληνες δέ , ὡς ἀκούω
φόρτον κομίζουσι , καὶ ἐκκαθάραντες οἱ μαθόντες χρυσοχοεῖν σοφίαι τινὶ σφετέραι πάμπολυν πλοῦτον ὑπὲρ τῶν κινδύνων ἔχουσι τῶν προειρημένων :
6718911 αὐϲτηροι
. οἴνων οἱ παχεῖϲ ἅμα καὶ δυϲώδειϲ καὶ ἀηδεῖϲ καὶ αὐϲτηροὶ κακόχυμοι , οἷόϲ ἐϲτιν ὁ φαῦλοϲ Βιθυνὸϲ ὁ ἐν
: γλεῦκοϲ ὑπάγει . Ὅϲα ἐπέχει γαϲτέρα . Φοίνικεϲ οἱ αὐϲτηροὶ ϲταφίδεϲ αἱ αὐϲτηραὶ ϲυκάμινα βάτινα δαμάϲκηνα ἄγρια προῦμνα μῆλα
6714893 ἰσχυρογνωμονες
δὲ ἐπιθυμίας καὶ ἡδονῶν πολλοὶ τούτων ἄγονται . εἰσὶ δὲ ἰσχυρογνώμονες καὶ οἱ ἰδιογνώμονες καὶ οἱ ἀμαθεῖς καὶ οἱ ἄγροικοι
οὐδ ' ὅλως πείθονται μεταπεσεῖν ταύτης , οἳ καὶ λέγονται ἰσχυρογνώμονες , ὡς διϊσχυριζόμενοι ἐμμένειν τῇ οἰκείᾳ δόξῃ καὶ μὴ
6713437 καταστωσιν
τιθέντες . ἔνιοι δ ' , ἂν εἰς ἀρχήν τινα καταστῶσιν , ἐν ἐκείνῃ μόνον ζητοῦσιν ἅψασθαί τινος πράξεως ,
Καὶ μὴν καὶ τάδε συνεχωρήσαμεν , ὡς , ὅταν δὴ καταστῶσιν οἱ ἄρχοντες , ἄγοντες τοὺς στρατιώτας κατοικιοῦσιν εἰς οἰκήσεις
6712859 ἀπελθοντες
, ἐν ταύτῃ καλὸς φανοῦμαι . οὕτω δὴ οἱ μὲν ἀπελθόντες μεταπεμπόμενοι τοὺς φίλους ἐκόσμουν ταῖς στολαῖς . ὁ δὲ
καὶ ποιεῖ δοκεῖν αἰδεῖσθαι τοὺς ὁρῶντας : ἔπειτ ' εὐθὺς ἀπελθόντες ἀναιδεῖς εἰσιν . Ὡς ἔμοιγε καὶ ὁ παιδοτρίβης ἐδόκει
6708097 καθειλκον
' ἡμέρᾳ πανδημεὶ οἱ Ἀθηναῖοι ἐς τὸν Πειραιᾶ ναῦς τε καθεῖλκον καὶ ἐσβάντες κατὰ σπουδὴν καὶ πολλῷ θορύβῳ ταῖς μὲν
μὲν ἐς τὰς παρούσας ναῦς ἐσέβαινον , οἱ δὲ ἄλλας καθεῖλκον , οἱ δέ τινες ἐπὶ τὰ τείχη καὶ τὸ
6701562 Καραμβυκαι
ἀπὸ τοῦ ποταμοῦ , ὡς Ἑκαταῖος ὁ Ἀβδηρίτης . . Καραμβύκαι : ἔθνος Ὑπερβορέων ἀπὸ ποταμοῦ Καραμβύκα , ὡς Ἑκαταῖος
ἑνὸς λ Λιβυκὴ πόλις , καὶ ἐθνικὸν αὐτοῦ Καραλιτανός . Καραμβύκαι , ἔθνος Ὑπερβορέων , ἀπὸ ποταμοῦ Καραμβύκα , ὡς
6697983 προδιδοντες
βιοῦντας , αἰσχυνομένους μὲν εἰ φανοῦνται χαλῶντες τοῦ τόνου καὶ προδιδόντες τὸ δόγμα , πεπονθότας δὲ ἀθλίους τὸ τοῦ Ταντάλου
τὴν πόλιν καὶ τοῖς ἐπιοῦσι πολεμήσων . οἳ δέ , προδιδόντες αὐτόν , τὰς πύλας ἀνέῳξαν , καὶ ὁ μὲν
6697462 σπουδαζουσι
πολλάκις . ἀλλ ' ὥσπερ τοῖς ψυχὴν τὴν ἑαυτῶν ἵλεων σπουδάζουσι λαβεῖν θεραπευτέον ἐξ ἀνάγκης τὰς ψυχῆς ἀρετάς , οὕτως
ἐϋδμήτων : μεγαλοδομήτων . Ἁλιεύς : ἁλιευτικός . ἐγκονέουσι : σπουδάζουσι , κοπιῶσιν . Ἄφρακτον : ἄοπλον , ἀφύλακτον .
6692524 καταλυουσι
διὰ τῆς ἀποβάθρας κατιών ἐστιν , ὑδρίαν ἔχων χαλκῆν . καταλύουσι δὲ καὶ τοῦ Μενελάου τὴν σκηνὴν οὐ πόρρω τῆς
Καιρὸς γάρ ἐστι τῶν νόμων κρεῖττον πολύ . Καιροὶ δὲ καταλύουσι τὰς τυραννίδας . Κρίνειν δίκαιον μὴ τὸ συμφέρον θέλε
6692287 μεγιστανες
[ ! ! ! ! ! ] ! σατράπαι καὶ μεγιστᾶνες ? [ ] ? [ καὶ ] [ οἱ
τοὺς ἡγουμένους , περιμένειν δὲ μέχρις ἂν πρὸς αὐτοὺς οἱ μεγιστᾶνες ἀφίκωνται . Διὰ τί γάρ , ἄνδρες Ἕλληνες ,
6686190 ἐπλανηθησαν
δὲ καὶ σκότους γενομένου ἐν μέσῳ τῆς ὁδοῦ τὰ ὀνάρια ἐπλανήθησαν καὶ ἀπῆλθον ἐπί τινα τόπον κρημνώδη . ὁ δὲ
ἐπὶ διαμονῇ τοῦ παντὸς ἐνεργοῦντάς τε καὶ δρῶντας , πλάνον ἐπλανήθησαν ἀνήνυτον μόνους εἶναι τούτους θεοὺς ὑποτοπήσαντες . . .
6683813 συνειδοτες
ταῖς βασάνοις ἀνάγκας διερωτώμενος ὑπὸ τοῦ Νεάρχου τίνες ἦσαν οἱ συνειδότες , Ὤφελον γάρ , ἔφησεν , ὥσπερ τῆς γλώττης
, οἱ δὲ ᾤχοντο ἀπιόντες , τοῦτο γοῦν σφίσιν αὐτοῖς συνειδότες , ὅτι οὐδὲν κακὸν τῇ πόλει ἐψηφίσαντο : ὀλίγοι
6681859 εὐεργεται
εὐνοηθήσονται καὶ ἐκ τῶν τοιούτων ὠφελείας παραδέξονται καὶ αὐτοὶ δὲ εὐεργέται εἰς αὐτοὺς γενήσονται ἢ καί τινας ἀναθρέψουσιν ἐν τέκνων
, εἰ οὕτω τύχοι , ἢ ὁμογενεῖς ἢ φίλοι ἢ εὐεργέται : ἢ πάλιν ἀπὸ τῶν ἐναντίων , εἰ τιμωρεῖσθαι
6677524 μεθυοντες
τὴν δελφικὴν χώραν κατοικούσαις . κωμαστὴς : ὅτι καὶ οἱ μεθύοντες βακχεύονται καὶ ὥσπερ ἐκμαίνονται . ἀντεπίρρημα . τὸ ἀντεπίρρημα
τὸ ἕκαστον ἔθνος ἰδίοις νόμοις χρῆσθαι . Πέρσαι μὲν γὰρ μεθύοντες βουλεύονται καὶ τοὺς βασιλεῖς αὐτῶν ὡς θεοὺς προσκυνοῦσι :
6674334 κατηγορησαντες
εἴργεσθαι τροφῆς ἐπὶ τρεῖς ἡμέρας . οἱ δὲ ψευδῶς τινων κατηγορήσαντες ὤφειλον τοῦτο παθεῖν ὃ τοῖς συκοφαντηθεῖσιν ἐτέτακτο πρόστιμον ,
τῶν κειμένων καὶ πρεσβυτέρων καὶ τῶν γονέων . ταῦτα Σωκράτους κατηγορήσαντες Ἄνυτός τε καὶ Μέλητος ἔπεισαν τοὺς περὶ Κριτίαν ψήφισμα
6673861 ὁμολογουσιν
οἵ τε δὴ τὴν Ἀτθίδα συγγράψαντες πολλὰ διαφωνοῦντες τοῦτό γε ὁμολογοῦσιν οἵ γε λόγου ἄξιοι , διότι τῶν Πανδιονιδῶν τεττάρων
ἔφορον κακὸν ἐργάσασθαι . καὶ τὰς μελίττας δὲ τὰς λοιπὰς ὁμολογοῦσιν οἱ τούτων ἐπιστήμονες ἐν ὄψει τῶν ἀρχόντων τῶν σφετέρων
6669451 Μηλιοι
μεγίστῳ . Μῆλος δέ ἐστι πόλις Θεσσαλίας . καὶ οἱ Μήλιοι πολιορκούμενοι ὑπὸ Ἀθηναίων λιμῷ ἐπιέσθησαν καὶ παραδεδώκασιν ἑαυτοὺς ,
συναμφότεροι οὗτοι Δρύοπες . Καὶ Σερίφιοί τε καὶ Σίφνιοι καὶ Μήλιοι ἐστρατεύοντο : οὗτοι γὰρ οὐκ ἔδοσαν μοῦνοι νησιωτέων τῷ
6664548 τραγῳδοι
. Ὀκρίβας , τὸ λογεῖον , ἐφ ' ᾧ οἱ τραγῳδοὶ ἠγωνίζοντο : καὶ Πλάτων ὁ φιλόσοφος ἐν Συμποσίῳ κέχρηται
κατορθοῦντες . ἄλλως . οἱ μέγα φωνεῖν θέλοντες , οἷον τραγῳδοὶ , προαναπνέουσιν ἐπιπολὺ , ἵν ' ὅταν ἀναφωνήσωσιν ,
6655666 καθεστασιν
ἀποδεικτικοί . καὶ εἰ μὲν οὔκ εἰσιν ἀποδεικτικοί , ἄπιστοι καθεστᾶσιν , ὅπου γε καὶ ἀποδεικτικοὶ τυγχάνοντες μόλις ἂν ἐπιστεύθησαν
καὶ θερμασίαν ἐπάγωσιν . ἐκ δὲ τῶν πραϋτέρων οἱ τοιοῦτοι καθεστᾶσιν οἷον : μυρσίνης , λευκοΐου σπέρματος , θέρμων πικρῶν
6651051 γινεσθε
συνέπεσεν : περιφραστικῶς , εἰς τὰ δίκτυα : ἐν καταστάσει γίνεσθε καὶ μὴ θορυβεῖσθε : πάλιν κατάστηθ ' : ἀναδράμετε
ἵνα ταῖς ὑμετέραις ὄψεσί τε καὶ διανοίαις τἀκεῖ θεασώμεθα : γίνεσθε δὴ τῶν τοσούτων μυριάδων ὦτα καὶ ὀφθαλμοὶ πρὸς τὴν
6650357 ἐσπουδαζον
, Λυσιμένης . ἐν ᾧ προελθών φησιν : οὐκ ἂν ἐσπούδαζον περὶ αὐτῆς τῆς ἐγγυθήκης δικαιολογεῖσθαι , ἣ οὔκ ἐστιν
δὲ πᾶσιν ἐράσμιον . . . : ὅτι δὲ λίαν ἐσπούδαζον περὶ τὰ μυστήρια , δῆλον ἐκ τοῦ ψηφίσματος Μεγαρέων

Back