, καὶ ἄπαστος : „ οἱ δὲ δὴ ἄλλοι / οἴχονται μετὰ δεῖπνον , ὁ δ ' ἄκμηνος καὶ ἄπαστος
οὐκ ἔσθ ' ὅ τι ἐνθάδε ὑπολελείμμεθα , ἀλλ ' οἴχονται αὐτὰ φέροντες οἵπερ καὶ ταύτην τὴν ἐπιστολὴν φέρουσιν ,
7458618 ἀνοητοι
διότι κατὰ τοὺς Στωϊκοὺς οἱ πολλοὶ θεοῖς ὄντες ἐχθροὶ καὶ ἀνόητοι τὰς ἀληθεινὰς τιμὰς τῶν οὐδ ' ὠνειροπολήκασιν . καὶ
τῶν τῆς πόλεως καὶ τῶν ἱερῶν : ὅσαι δ ' ἀνόητοι , φανερῶς ἐπιδείκνυτε ποιεῖν ὅ τι ἂν βούλωνται ,
7288043 ἀνδρειοι
ἡγούμενοι δεινὸν ἀποβήσεσθαι θαρροῦσι δι ' ἐμπειρίαν , οἱ δὲ ἀνδρεῖοι ἀπεγνωκότες τὴν σωτηρίαν καὶ δυσχεραίνοντες τὸν τοιοῦτον θάνατον δι
τοὺς ἥρως εἰ καλοί τε , ὡς ᾄδονται , καὶ ἀνδρεῖοι καὶ σοφοὶ ἦσαν . τὸν γὰρ πόλεμον , ὃς
7278499 γεροντες
: οὐ γάρ ποτ ' ἂν σὲ δεσπότην ἐκτήσατο . γέροντες , αἰνῶ : τῶν φίλων γὰρ οὕνεκα ὀργὰς δικαίας
, καὶ πάλαι , ὦ Κρίτων , ἄρα τηλικοίδε [ γέροντες ] ἄνδρες πρὸς ἀλλήλους σπουδῇ διαλεγόμενοι ἐλάθομεν ἡμᾶς αὐτοὺς
7203787 ἀφρονες
. τέκνα πόνοι , πήρωσις ἄπαις βίος . αἱ νεότητες ἄφρονες , αἱ πολιαὶ δ ' ἔμπαλιν ἀδρανέες . ἦν
λέγοντες ἢ ἀπαγγέλλοντες οὐ μόνον οὐ πείθουσιν , ἀλλὰ καὶ ἄφρονες δοκοῦσιν εἶναι : ὅμως δὲ οὐ καταφοβηθεὶς ἐπισχήσω κινδυνευούσης
7196968 νεοι
. Γεγόνασι δέ τινες , οἱ μὲν παλαιοὶ οἱ δὲ νέοι , οἵτινες τὴν ἐναντίαν δόξαν περὶ τῶν μαθημάτων ἐξενηνόχασι
. δεύτερον τὸν Ἱερὸν λόγον οὖ ἡ ἀρχή : ὦ νέοι , ἀλλὰ σέβεσθε μεθ ' ἡσυχίας τάδε πάντα .
7124504 ἀχαριστοι
χάριν εὑρεῖν παρ ' αὐτῷ , ὅτε οἱ ἄλλοι φανέντες ἀχάριστοι τίνειν μέλλουσι δίκας , ἵνα τὸν σωτήριον ἔλεον ἀνακεράσηται
ἀλλ ' ἕτοιμος ἐντεῦθεν ἀποσοβεῖν καὶ σπεύδειν ὡς ὑμᾶς . ἀχάριστοι γὰρ ὤφθησαν οὗτοι καὶ ἥκιστα συμποτικοί , καὶ πλείους
7106613 ἐσθλοι
σέβοντα δαίμονας θαρσεῖν χρεών : ἐς τέλος γὰρ οἱ μὲν ἐσθλοὶ τυγχάνουσιν ἀξίων , οἱ κακοὶ δ ' , ὥσπερ
ἀρετὴν ἀσκεῖσθαι ὑπ ' ἀνθρώπων ὡς μηδὲν πλέον ἔχωσιν οἱ ἐσθλοὶ γενόμενοι τῶν πονηρῶν , ἀλλ ' οἵ τε τῶν
6947040 θανοντες
. Ἡμέραν ἡσύχιμον τὴν τοῦ θανάτου , ἐπεὶ ἐν ταύτῃ θανόντες ἡσυχάζομεν . . Ἡμέραν ἡσυχίας τὸν θάνατον λέγει ,
φησι καὶ Θεόκριτος : Ἐλπίδες ἐν ζωοῖσιν , ἀνέλπιστοι δὲ θανόντες . . ΑΡΡΗΚΤΟΙΣΙ ΔΟΜΟΙΣΙ . Μεταφορικῶς εἶπεν , ἀντὶ
6943993 μενουσιν
χωρεῖν , οὔθ ' ἡδέως ἐξίασιν οὔτ ' ἐπὶ πολὺ μένουσιν , ἀλλ ' ἐκδεδιῃτημένοι ταχὺ μὲν ὀρρωδοῦσι , πρὶν
οὐσίας , ἐπειδὴ καὶ ἐφ ' ἡμῶν αἱ οὐσίαι ἀκάκωτοι μένουσιν οὐ γὰρ κακύνεται ἡ οὐσία τῆς ψυχῆς , ἀλλ
6934413 ἀπιστοι
ὑδατικοῦ πόρου . διαβάλλονται δὲ οἱ Θετταλοὶ ὡς ἀνδραποδισταὶ καὶ ἄπιστοι : ἀεὶ γὰρ τὰ Θετταλῶν ἄπιστα , 〚 ἡ
, φίλους φαρμακεύσαντες , ἱεροσυλήσαντες , προαγωγεύσαντες , ὄχλοις ὁραθέντες ἄπιστοι , τυμπανίσαντες , ἄλλος ἄλλου πλήρης κακοῦ . ταῦτα
6921084 νεανιαι
ἐνὶ δεσμῷ . Γεννικοὶ γὰρ οὗτοι οἱ κατ ' ἀλκὴν νεανίαι ταραχῆς καὶ πολέμου μεστὸν ᾔδεσαν τὸν βίον : οὐδεμιᾶς
καὶ δώροις αὐτοὺς καὶ παντοδαπαῖς τιμαῖς ᾠκειώσατο . ὅθεν οἱ νεανίαι , ἐν οἷς ἦν τὸ πολὺ πλῆθος Παιόνων μάλιστα
6913673 γειτονες
' αὐτὸν μετ ' ἐμοῦ παρὰ τὴν θύραν παριόντα : γείτονες γὰρ ἀλλήλων τυγχάνουσιν ὄντες : τὸ μὲν πρῶτον συνδειπνεῖν
μεσόγειοι πόλεις ἀκινδύνως βιοῦσιν . ὧν ἧς ἂν ἐθέλητε , γείτονες ἔσεσθε , ἵνα τὴν ἐρεθίζουσαν ὑμᾶς ὄψιν τε καὶ
6904767 μαχεσθε
ὕδωρ Ψιχάρπαγα ὅν περ ἔπεφνεν ὑμέτερος βασιλεὺς Φυσίγναθος . ἀλλὰ μάχεσθε οἵ τινες ἐν βατράχοισιν ἀριστῆες γεγάατε . Ὣς εἰπὼν
ὅσον ἀποδέοντας αὐτῶν . ὥστε ἐν ᾧ περὶ τοῦ πρωτείου μάχεσθε ὑμεῖς , κινδυνεύει τὸ πρωτεῖον παρ ' ἐκείνοις εἶναι
6898601 ἑταιροι
ἀσεβείας , ἀθεότητος , φιλαυτίας , μεγαλαυχίας , ψευδοῦς δόξης ἑταῖροι δοκησίσοφοι , τὸ πρὸς ἀλήθειαν σοφὸν οὐκ εἰδότες ,
θρόνου ἀργυρόποδας , ἐφ ' ὧν οἱ ἀμφ ' αὐτὸν ἑταῖροι ἐκάθηντο . τῶν τινα οὖν ἠμελημένων ἀνθρώπων , οἱ
6898369 φιλεργοι
εὐήθης καὶ μωρὸς καὶ ἀνόητος . Ἀριστοφάνης : βλᾶκες † φιλεργοί . εἴρηται δὲ , βλάξ . . . .
, φιλόπονοι , φιλοπόλεμοι . καὶ ἕτοιμοι , πρόχειροι , φιλεργοί , συνεργοί , φιλότιμοι , ἄοκνοι , εὔρωστοι ,
6889610 ὁμηλικες
προσφθέγγομαι . ἴτ ' , ὦ νέοι μοι τῆσδε γῆς ὁμήλικες , προσείπαθ ' ἡμᾶς καὶ προπέμψατε χθονός : ὡς
ὅτι μάλιστα ἀκροποδητὶ ἐπεγείρῃ ἑαυτόν : ἀλλ ' εἰ μέλλουσιν ὁμήλικες φανεῖσθαι , ὁ μείζων ἐκεῖνος ἐπικύψει καὶ ταπεινότερον ἀποφανεῖ
6882991 φυλακες
ἠτύχει . ὡς δὲ καὶ περὶ τῶν πυλῶν δείσαντες οἱ φύλακες τὰ κλεῖθρα καθῆκαν ἐς αὐτὰς ἀπὸ μηχανῆς , Νοῦδον
εἰρήνη ἐστί : πλεονεξία γὰρ καὶ ἀδικία πολέμους ποιεῖ . φύλακες . * πολυτίμητοι : * * αἱ πολυτίμητοι ,
6881117 ἡδονται
. ἕνεκεν τοιαύτης : ὅτι ἡδίους : μάλιστα [ γὰρ ἥδονται | ὅσοι τὰ ] ἀλλότρια ἐσθίουσι μακτήρια ἀπὸ τοῦ
ἔχεις , καὶ οἱ θεοί , ὡς ἔοικε , καλοκἀγαθίᾳ ἥδονται . οὗτος μὲν δὴ ὁ λόγος οὕτως ἐσπουδαιολογήθη .
6854142 ὑβριζοντες
: καὶ τὰ τῶν ἄλλων διῴκουν θεραπεύοντες ἀλλ ' οὐχ ὑβρίζοντες τοὺς Ἕλληνας καὶ στρατηγεῖν οἰόμενοι δεῖν αὐτῶν ἀλλὰ μὴ
, Εὔμαιε , θεοὶ τεισαίατο λώβην , ἣν οἵδ ' ὑβρίζοντες ἀτάσθαλα μηχανόωνται οἴκῳ ἐν ἀλλοτρίῳ , οὐδ ' αἰδοῦς
6828891 ὀλοντο
πέτρας νηῦς ἐμή : αὐτὰρ αἱ ἄλλαι ἀολλέες αὐτόθ ' ὄλοντο . ἔνθεν δὲ προτέρω πλέομεν ἀκαχήμενοι ἦτορ , ἄσμενοι
. . . . . ἔνθα δὲ καὶ τότ ' ὄλοντο δυώδεκα φῶτες ἄριστοι ἀμφὶ σφοῖς ὀχέεσσι καὶ ἔγχεσιν .
6815163 θεραποντες
οἱ πάντες ἕξ , ὑμεῖς καὶ ὁ Κλεινίας καὶ δύο θεράποντες αὐτοῦ . ἐπελαύνομεν οὖν τὴν ἐπὶ Σιδῶνα καὶ περὶ
, ὡς μὲν Κλείταρχος ἐν γλώσσαις φησίν , ἄζοι , θεράποντες , ἀκόλουθοι , ὑπηρέται , πάλμονες , λάτρις .
6814720 φοβουνται
ἔχει . πολλάκις γάρ τινες ἀπὸ νόσου εἰσὶν ὑγιέες , φοβοῦνται δὲ ἀναστῆναι ἀπὸ τῆς κλίνης , χαίροντες αὐτῇ .
. ” Φερρέφαττα “ δέ : πολλοὶ μὲν καὶ τοῦτο φοβοῦνται τὸ ὄνομα καὶ τὸν ” Ἀπόλλω , “ ὑπὸ
6805229 ἐμιμνον
καί ῥα τόθ ' Ἡρακλῆος ἔχον πόθον , οὐ γὰρ ἔμιμνον ἔθνος ἀμαιμάκετον Κόλχων καὶ θούριον Ἄρην . Νῦν δέ
: οἳ δ ' ἄρα δαῖτ ' ἐπάσαντο καὶ ἠριγένειαν ἔμιμνον , βαιὸν ἀποβρίξαντες ἀραιοῖσιν βλεφάροισιν : αἰνῶς γὰρ φοβέοντο
6787559 ἐλευθεροι
ἑβδομήκοντα τέσσαρας : συμπαρείποντό τε τὰς ὑπηρετικὰς ἔχοντες ναῦς παῖδες ἐλεύθεροι , τοῖς τε ἔτεσιν ὄντες ὑπὸ τὴν τῶν νεανίσκων
τες γὰρ πολὺν ἤδη χρόνον , τοῖς δὲ τρόποις ὄντες ἐλεύθεροι , μεγάλην εἰλήφασιν ἕξιν τοῦ φέρειν ῥᾳθύμως τὰ προσπίπτοντα
6778899 Ἀτρειδαι
ἐλθών , ἀρίστου πατρὸς ἔχθιστος γεγώς . Ὄλοισθ ' , Ἀτρεῖδαι μὲν μάλιστ ' , ἔπειτα δὲ ὁ Λαρτίου παῖς
' ἂν φθάνοιτε κλῆιθρα συμπεραίνοντες μοχλοῖς , ὦ κατὰ στέγας Ἀτρεῖδαι . δεινὸν εὐτυχῶν ἀνὴρ πρὸς κακῶς πράσσοντας , ὡς
6776467 τεθηποτες
ἀμηχανίῃ βεβολημένοι οὔτ ' ἐπ ' ἐρετμῷ χεῖρα βαλεῖν ἐδύναντο τεθηπότες , οὔτ ' ἄρα λαίφη ἔσθενον ἀμφὶ κέρα λελιημένοι
πάθοιεν ὅμοια . οἱ μὲν δὴ καὶ οἰχομένου τοῦ λοχαγοῦ τεθηπότες ἄναυδοι μέχρι βαθυτάτης νυκτός , τῷ λοιπῷ τοῦ δημάρχου
6761632 δεσποται
: βοηθὸς μὲν οὐδείς , γῆ δὲ αὕτη ξένη καὶ δεσπόται λῃσταὶ καὶ οὐδεμία τιμωρίας ἀποφυγὴ ὑπερηφανήσαντι Κόρυμβον . Τί
, τῶν δὲ συμμάχων ἐλευθέρων ὄντων , ἐπεὶ ηὐτύχησαν , δεσπόται ἀναπεφήνασιν . ἀλλὰ μὴν καὶ οὓς ὑμῶν ἀπέστησαν φανεροί
6759707 χαλεποι
πράττῃ τις εὖ : ἀντὶ τοῦ χαλεπὸν πρᾶγμα , ἤτοι χαλεποί : Ἄρχε δ ' οὐρανῶ . ὦ μοῦσα ,
κενῶς καὶ πρὸς οὐδέν . ἐκ νυκτῶν δ ' ἄνεμοι χαλεποί . * ) [ ἡ διπλῆ ὅτι ἐκ νυκτῶν
6754905 κἀγαθοι
; οὐκ οἶδ ' ἀκριβῶς τοὔνομα . μεριμνοφροντισταὶ καλοί τε κἀγαθοί . αἰβοῖ , πονηροί γ ' , οἶδα .
μέγ ' ἀμείνων . οἷον πολλοὶ πολλάκις γεγόνασιν ἄρχοντες καλοὶ κἀγαθοί , οἱ μὲν ἐπὶ τῆς Ἀσίας , οἱ δὲ
6753614 σωτηρες
προσεκύνησε τὸν οὐδὸν καὶ τοὺς καθημένους ἐπιφθεγξάμενος , Χαίρετε θεοὶ σωτῆρες , ὑπερβολὴν οὐδεμίαν ἀπολιπὼν κολακείας ἀνάνδρου καὶ γυναικισμοῦ .
σώιζοντες - ] [ αὑτοὺς ] καὶ τῶν ἄλλων [ σωτῆρες ] γίνονται [ ] [ ] [ ] τροις
6752676 πεφοβημενοι
ἐν σφετέροις οὔθ ' ἕστασαν οὐδὲ κάθηντο χλωροὶ ὑπαὶ δείους πεφοβημένοι , οἱ δ ' ὑπὸ νείκης ἀλλήλοισί τε κεκλόμενοι
ἔδεισαν οἱ παρεστῶτες , ὡς ὁπλίτου τὸν ἐκ τῶν ὅπλων πεφοβημένοι δοῦπον . ἀνατείνει δὲ τὴν κεφαλὴν καὶ ἐπινεύει σοβαρώτατα
6751097 νεκροι
, Αἴσωπος ὄπισθεν ἑστὼς εἶπεν : „ ἡνίκα ἂν οἱ νεκροὶ ἀνιστάμενοι τὰ ἑαυτῶν ἀπαιτήσωσι κτήματα „ . καὶ οἱ
, ” καὶ ἀρσενικῶς “ οἱ δ ' ἀγχηστῖνοι ἔπιπτον νεκροὶ ὁμοῦ Τρώων καὶ Ἀχαιῶν . ” παρῆκται δὲ ἡ
6748558 φαυλοτατοι
καταθέσθαι τῶν σωμάτων ὑστάτην ἀπονείμαντας χάριν . εἶτα , ὦ φαυλότατοι πάντων ἀνθρώπων , εἴποιμ ' ἂν αὐτοῖς , ἃ
παύσασθαι φανεροὺς γενέσθαι ; ἄρχουσι μὲν γὰρ τῶν τοιούτων οἱ φαυλότατοι δή που , καταπαύουσι δ ' οἱ βέλτιστοι .
6721180 φιλοι
καὶ οὕτως ἐκεῖνος εὑρὼν καιρὸν φυγῇ ἐχρήσατο , καὶ οἱ φίλοι ἔφυγον εἰς τοὺς βωμοὺς τῶν θεῶν . οὓς οὗτοι
τινος ἢ πεπονθόσιν κακῶς ἔστιν καταφυγὴ πᾶσιν , οἱ χρηστοὶ φίλοι . δεῖ γὰρ ἀποδύρασθαί τι μὴ γελώμενον : καὶ
6716698 ἡττωμενοι
ἐρῶσι καὶ ἑκόντες εἴκουσι καὶ ὑποκύπτουσι , τῇ γνώμῃ αὐτοῦ ἡττώμενοι . καὶ οὔτε ἀσπίδων δοῦπος οὔτε ὁπλιτῶν ἀλαλαγμὸς οὔτε
ἐς μάχην ἐξέταττον , ἐλπίσαντες Μέτελλον τῷ παραλόγῳ καταπλήξειν . ἡττώμενοι δὲ ὡς ἐν ἀφυεῖ χωρίῳ τε καὶ ὥρᾳ καὶ
6705662 ἐοικοτες
βασιλήων δελφίνων φώκης τε βοώπιδος αὐτίκα παῖδες ἐκ γενετῆς ἀνέχουσιν ἐοικότες οἷσι τοκεῦσιν . Οἱ δ ' ἦ τοι πάντες
πολλοὶ δ ' ἀλλήλοισι διασταδὸν εἵνεκεν εὐνῆς μάρνανται , μνηστῆρσιν ἐοικότες , οἳ περὶ νύμφην πολλοὶ ἀγειρόμενοι καὶ ὁμοίϊοι ἀντιφέρονται
6700328 ἀθλιοι
γένοιτο ἐμοί . κακοδαίμονες ] δανεισταί , κακότυχοι . , ἄθλιοι , κακοτυχεῖς , δυστυχεῖς ἄνθρωποι . ἀβέλτεροι ] μωροί
, ὅτι εἰσὶν ἄδικοι μὲν εὐδαίμονες πολλοί , δίκαιοι δὲ ἄθλιοι , καὶ ὡς λυσιτελεῖ τὸ ἀδικεῖν , ἐὰν λανθάνῃ
6699318 ἰσχυροι
μὲν γὰρ λαμπρόν , ὁ δὲ χρηστός , οἱ δὲ ἰσχυροί . Παιάνιος οὑτοσὶ καὶ ἐμοὶ συμβούλῳ χρησάμενος ἥκει παρ
κάτωθεν ὑποκάτωθεν * ἀγκύλοι : ἐπικαμπεῖς ἢ σκολιοί καμπύλοι , ἰσχυροί * γναθμοῖς : σιαγόσι δολιχήρεες δὲ ἤτοι μακροί ,
6698185 δυσμενεις
ἀνεφάνη καὶ σχηματίζεταί πως ἀγανακτεῖν , ὅτι μὴ πεῖραν οἱ δυσμενεῖς λαβόντες αὑτοῦ τῆς ῥώμης ἀπῆλθον . καὶ παρεὶς ἀγῶνα
θεοῦ . Ἀγαμέμνονος δὲ παῖς διαστείχων πόλιν ἐς οὖς ἑκάστωι δυσμενεῖς ηὔδα λόγους : Ὁρᾶτε τοῦτον , ὃς διαστείχει θεοῦ
6697555 γενναιοι
πρᾳότερον ἦν . οἱ γὰρ τὸ μὲν ἦθος δημοτικοί , γενναῖοι δὲ τὰς ψυχάς , ἰσχυροὶ δὲ τὰ σώματα ,
ἄξιον παρρησιασαμένους εἰπεῖν : εὐχῶν ἀρίστην εἶναι συμβέβηκεν , ὦ γενναῖοι , καὶ τέλος εὐδαιμονίας τὴν πρὸς θεὸν ἐξομοίωσιν .
6680288 τλημονες
ὅτ ' Ἀργείοισι μαχοίατο θωρηκτῇσιν , ὧδέ τε θαρσαλέοι καὶ τλήμονες , ὡς Ἀφροδίτη ἦλθεν Ἄρῃ ἐπίκουρος ἐμῷ μένει ἀντιόωσα
καὶ λύπης αἰτίας γενομένας Ἀθήνας κατιδόντες οἱ Πέρσαι πάντες οἱ τλήμονες ἀπαίρουσι καὶ ὑποχωροῦσι καὶ θνήσκουσιν ἑνὶ πιτύλῳ , ἤγουν
6672525 ἀποθανοντες
Πέλοψ ὁ ἐπηλύτης Λυδός , οἱ μὲν ἔτι πρὸς μαζῷ ἀποθανόντες , ὁ δὲ τὴν Ἀρκαδίαν τε καὶ τὴν Ἀργολίδα
τυμπάνου καὶ τοὺς ἀνεσκολοπισμένους . οἱ δ ' ὑπὸ λῃστῶν ἀποθανόντες ἑκκαίδεκα ποῦ εἰσιν , ὦ Ἑρμῆ ; Πάρεισιν οἵδε
6670030 δειλοι
καὶ πάντα ὑπονοοῦσιν : ὀφθαλμοὶ δὲ μέλανες μαρμαρύσσοντες κάκιστοι καὶ δειλοὶ καὶ κακομήχανοι σφόδρα , καὶ τοιούτους εἶναι δηλοῦσι τοὺς
: τότε : ἐν τῷ πρὸς ὀρέστην πολέμῳ ἐφάνημεν διαπρεπόντως δειλοὶ οἱ φρύγες : ἢ τότε ἐν τῷ τρωικῷ πολέμῳ
6663013 πανουργοι
. κἀπιστήσει ] κἀπιστήσῃ . ἀγορὰν ] ἐνταῦθα γὰρ οἱ πανοῦργοι διατρίβουσιν . ἀπέχεσθαι ] ⌈ πάνυ γὰρ οἱ /
συῶν δίκην . εἰ δὲ συνεσταλμένους ἔχουσι τοὺς δακτύλους , πανοῦργοι καὶ κακοήθεις ἄνδρες εἰσί . δάκτυλοι μικροὶ πάνυ ὄντες
6661021 ζωντες
. Τοῖς θεοφιλέσιν : οὗτοι δέ εἰσιν οἱ κατὰ δίκην ζῶντες , οἷς καὶ τὰ ἀπὸ τοῦ παντός φησιν ἐπακολουθεῖν
ὦ ξένε , εἴη ; Σχεδὸν ὃ παντάπασιν ὑμεῖς ἔξω ζῶντες οὐκ ἂν εἰδείητε , ἀλλὰ ὑμᾶς ἂν λανθάνοι .
6659990 πλεονες
φεύγοντας τὠυτὸ ἐποίευν τοῖσι Σαμίοισι : ὣς δὲ καὶ οἱ πλέονες τῶν Ἰώνων ἐποίευν τὰ αὐτὰ ταῦτα . Τῶν δὲ
πλέον τι τοῦ ἐπιβάλλοντος αὐτῷ ἔχειν , ὡς εἴ τινι πλέονες δάκτυλοι ἐν μιᾷ χειρὶ ἢ ἐν ποδὶ εἶεν .
6658971 μενουσι
: ἐκεῖ . θαλάμῃσι : ἐν φωλεαῖς , ἀπερίττοις , μένουσι : ὑπάρχουσιν , εἰσίν . Χείματι : ἐν τῷ
τοῦ μείζονος ἤγουν τὸν θ ἀπὸ τοῦ ιδ , καὶ μένουσι ε , οἳ οὔτε τὸν θ οὔτε τὸν ιδ
6654286 πεποιθοτες
ἐς γαῖαν ὑπερφιάλων ἀθεμίστων ἱκόμεθ ' , οἵ ῥα θεοῖσι πεποιθότες ἀθανάτοισιν οὔτε φυτεύουσιν χερσὶν φυτὸν οὔτ ' ἀρόωσιν ,
ἀποστείλαντες δύναμιν . οἱ δὲ Οὐιεντανοὶ τῇ τε σφετέρᾳ δυνάμει πεποιθότες καὶ τῇ Σαβίνων νεωστὶ ἡκούσῃ καὶ τὰς παρὰ τῶν
6650893 χαλεπωτεροι
ἄλλων : οἱ μὲν γὰρ ἔσονται ῥᾴους ἰδεῖν οἱ δὲ χαλεπώτεροι τῶν λόγων , καὶ λαβεῖν ἐν τίνι γένει καὶ
ὑποχωρησάντων ἡμῶν , ἀποβάντες τῶν νεῶν καὶ ἐπελθόντες τῷ τείχει χαλεπώτεροι ἡμῖν ἔσονται . εἰδότες γὰρ ὅτι , ἐὰν μὴ
6644571 ἐκολαζοντο
ἠνδραποδίζετο καὶ διηρπάζετο . οἵ τε καππαδοκίσαντες ἄνδρες ἢ πόλεις ἐκολάζοντο πικρῶς , καὶ μάλιστα αὐτῶν Ἐφέσιοι , σὺν αἰσχρᾷ
: Τροχός τις ἦν , ἐν ᾧ δεσμούμενοι οἱ οἰκέται ἐκολάζοντο . [ τοῦτο δὲ λέγει ὁ ἄδικος πρὸς τὸν
6644346 μισουσιν
Μέγα : μεγάλα . τρομέουσι : δειλιῶσιν . ἐχθαίρουσι : μισοῦσιν , διὰ τὴν βίαν ἣν ἔχουσιν : σημείωσαι .
οὐκ ἔχουσιν ἐγκαλεῖν οὐδ ' εἰπεῖν , ἀνθ ' ὅτου μισοῦσιν , ἐκείνῳ δὲ ἴσασιν ὀφείλοντες ἀμοιβὰς ὧν παρὰ τῶν
6643668 ἀπολουνται
ζῴδιον , λῃστὰς καὶ φόνου συνίστορας : διὸ κακῷ θανάτῳ ἀπολοῦνται ὕστερον . οἱ κακοποιοὶ δύνοντες ἐν ἀλλοτρίῳ ζῳδίῳ βιαιοθανάτους
ἀπολεῖται οὐδὲν τῶν ὄντων : ἐπεὶ κἀκεῖ οἱ νόες οὐκ ἀπολοῦνται , ὅτι μή εἰσι σωματικῶς μεμερισμένοι , εἰς ἕν
6641660 ὑβρισται
ἐτεκμαίρετο δὲ καὶ ἐκ τῶν ἄλλων ζῴων ὅτι οἵ τε ὑβρισταὶ ἵπποι ἐκτεμνόμενοι τοῦ μὲν δάκνειν καὶ ὑβρίζειν ἀποπαύονται ,
, καὶ ὕβρεις , καθ ' ἃς κλέπται τε καὶ ὑβρισταὶ καὶ μοιχοὶ λέγονται . Νόσημα δ ' εἶναι δόξαν
6640542 ἀληται
ἀκμῆς ἦν . οἳ δὲ ὑπὸ Ῥωμαίων ἐκτριβέντες διεξάνθησαν , ἀλῆται δεῦρο καὶ ἐκεῖσε τὸ ζῆν διατελοῦντες . ὃ δὲ
' ἐφ ' ἡμᾶς , οὗ διωκόμεσθ ' ὕπο πάσης ἀλῆται γῆς ἀπεστερημένοι . ὦ μῖσος , εἴθ ' ὄλοιο
6634130 ἀδικοι
, εἰ καὶ τὰ ἐντὸς σημεῖα ὁμολογοίη , ἄπιστοι , ἄδικοι , πάντολμοι . Ὀφθαλμοῖς σκοτίοις ἄτη ἐνοικεῖ , ξηρότεροι
ἁπάντων ἀπεστερήμεθα καὶ μόνον αἰσχύνην προσωφλήκαμεν , ἄπιστοι φανέντες καὶ ἄδικοι περὶ τὸν εὐεργέτην : ἡ ἀντίθεσις πρὸς τὴν μετάληψιν
6632989 φιλουσιν
: ἐπὶ τῶν ἀπάγειν τινὰς βουλομένων , ἀφ ' ὧν φιλοῦσιν ἔργων . Ἐρεβίνθινος ζωμός : ἐπὶ τῶν εὐτελῶν καὶ
οὐδὲν περιττὸν ἐν φανερῷ κεκτημένα . Καὶ βίον ζῶντα ληστρικὸν φιλοῦσιν ἐν τοῖς δασέσι καὶ στενοῖς καὶ κρημνώδεσι τόποις τὰς
6632641 ἐρημοι
μέσαι νῆσοί τινές εἰσι σποράδην πεποιημέναι : αἱ μὲν οἰκοδομημάτων ἔρημοι , παπύροις πεφυτευμέναι . τῶν δὲ παπύρων διεστᾶσιν αἱ
ἐλέου παρ ' αὐτοῦ ἔτυχον , ἀλλ ' ὀρφανοὶ καὶ ἔρημοι καὶ πένητες γενόμενοι πάντων καὶ τῶν καθ ' ἡμέραν
6631929 ἀγωνισται
οἱ ἀθληταὶ καὶ ἡνίοχοι καὶ ἄλλοι τινὲς τῶν πρὸς τέρψιν ἀγωνισταί , οἷς ἡ μὲν ἐπιτυχία μέχρι χρηματικῆς ὠφελείας καὶ
: τουτέστι , κρείσσους καὶ δικαιότεροι ὄντες κριταί , ἤπερ ἀγωνισταί , ὀρθοῦνται τὰ πλείω φ δεινότητι : τουτέστι τῇ
6631197 πεπαυμενοι
' Εὐριπίδῃ ἐν Μηδείᾳ ἀλλ ' οἵδε παῖδες ἐκ τρόχων πεπαυμένοι Στείχουσι , μητρὸς οὐδὲν ἐννοούμενοι Κακῶν : καὶ πάλιν
. ἐν δὲ Μηδείᾳ ἀλλ ' οἵδε παῖδες ἐκ τρόχων πεπαυμένοι . ἀναλογώτερον δὲ τὸ βαρύνειν , τὰ γὰρ εἰς
6627819 ἀρειους
βελτίους ὦ βελτίους , καὶ οἱ ἀρείους τοὺς ἀρείους ὦ ἀρείους . Ὦ βόες καὶ ὦ βοῦς , ὁμοφώνως τῇ
τοῦτο Ἀττικὸν οἱ πλέονες κακίους , παῦροι δέ τε πατρὸς ἀρείους , ὃ λέγομεν κακίονες καὶ ἀρείονες . καὶ τὸ
6626829 ὀδυρονται
οἱ δὲ τούτῳ τῷ συμπτώματι περιπεσόντες τὸ μὲν πρῶτον μετρίως ὀδύρονται πρὸς κωφὴν ἐρημίαν , οὐ παντελῶς [ μὲν ]
ὥς τε γὰρ ἢ παῖδες νεαροὶ χῆραί τε γυναῖκες ἀλλήλοισιν ὀδύρονται οἶκον δὲ νέεσθαι . ἦ μὴν καὶ πόνος ἐστὶν
6625655 ἀζυγες
μένομεν Εὐρίπου πέλας : οἱ μὲν γὰρ ἡμῶν , ὄντες ἄζυγες γάμων , οἴκους ἐρήμους ἐκλιπόντες ἐνθάδε θάσσους ' ἐπ
κακῶν τιμὰς μεγίστας ἐν πόλει Τροζηνίαι δώσω : κόραι γὰρ ἄζυγες γάμων πάρος κόμας κεροῦνταί σοι , δι ' αἰῶνος
6620955 ὑπομενουσιν
οὐ φεύξονται . ἐπήλυδας ] ξένους . ὥστε ] οὕτως ὑπομένουσιν . φθεῖραι ] ἀφανίσαι . ἰόντων ] τῶν ἀπιόντων
, ὑλακτοῦσι μὲν οἱ κύνες , πλησίον δὲ ἐλθεῖν οὐχ ὑπομένουσιν : αἳ δὲ συστᾶσαι νέμονται ἄτρεπτον καὶ ἀδεᾶ τὴν
6620248 ἀπελειποντο
ἐστὶ καὶ ὁ παρ ' Αἰγυπτίοις καλούμενος Μάνερως . οὐκ ἀπελείποντο δὲ ἡμῶν τῶν συμποσίων οὐδὲ ῥαψῳδοί . ἔχαιρε γὰρ
οὔτε τοῖς ἄλλοις ζώοις εἶχον ἀνταρκεῖν : πᾶσι γὰρ πάντων ἀπελείποντο ἄλλοτε ἄλλων , τάχει μὲν τῶν πτηνῶν ἁπάντωνὅπερ οὖν
6620189 ἀναρσιοι
ἐπὶ τραφερὴν χθόν ' ἀκυμάντοισι πόδεσσι . Τὸν καὶ ληϊστῆρες ἀνάρσιοι οἶον ἐόντα φεύξονται , καὶ δμῶες ὀϊόμενοι πατέρ '
ἐπὶ τραφερὴν χθόν ' ἀκυμάντοισι πόδεσσι . τὸν καὶ ληϊστῆρες ἀνάρσιοι οἶον ἐόντα φεύξονται : καὶ δμῶες ὀϊόμενοι πατέρ '
6618282 ἀκινητοι
καὶ τὴν κίνησιν , διὸ καὶ ἀναίσθητοι καὶ ἄφωνοι καὶ ἀκίνητοι γίνονται ἀπόπληκτοι . λέγει δὲ Ἱπποκράτης περὶ τοῦδε τοῦ
ἀκίνητοι ὑπὸ λόγχης , ὥσπερ ἄκμων ὑπὸ σφυρῶν . ἤγουν ἀκίνητοι . . . ἤγουν ἀκίνητοι κτλ . . κονταράτοι
6609897 τιμωρουνται
ἁπάντων . οὕτω καὶ τοὺς φονέας οἱ τῶν ἀπεσφαγμένων οἰκεῖοι τιμωροῦνται λόγοις μὲν τοῖς παρ ' ἑαυτῶν , ψήφῳ δὲ
τὰς ποικίλας βασάνους καὶ τιμωρίας . βιωτικαί εἰσι βάσανοι : τιμωροῦνται γὰρ οἱ μὲν ζημίαις , οἱ δὲ ὑστερήσεσιν ,
6596939 ἀφωνοι
Δημώνακτος ὕστερον . οἱ δ ' οἰκέται τέως μὲν ἑστήκεσαν ἄφωνοι , τῷ παραδόξῳ τοῦ πράγματος ἐκπεπληγμένοι , εἶτα πειρώμενοι
κλίνουϲιν , ϲίελον δὲ καὶ δαψιλὲϲ καὶ ἀφρῶδεϲ ἀφιᾶϲιν καὶ ἄφωνοι τοὐπίπαν εἰϲὶν καὶ οἷα ἄφρονεϲ , ὡϲ μηδὲ τοὺϲ
6594235 τεκτονες
πίνακας ἀχράδος . Μήτραν δὲ πάντα μὲν ἔχειν φασὶν οἱ τέκτονες φανερὰν δ ' εἶναι μάλιστα ἐν τῇ ἐλάτῃ :
, ἐς μὲν ἔσθλ ' ἀμηχανώταται , κακῶν δὲ πάντων τέκτονες σοφώταται . ἄνω ποταμῶν ἱερῶν χωροῦσι παγαί , καὶ
6582557 ἐρωντες
, μάστιγας , χαλιναγωγεῖν οὐ δεδύνηνται . πόσας οἱ γυναικῶν ἐρῶντες κοσμίων ἐπάγουσι προσβολὰς ταῖς ἐρωμέναις , ἱκετείας , δάκρυα
, δῆλον ὡς κατεγίνωσκον ἂν αὑτῶν ἀμβλυώττοντες τὰ τηλικαῦτα καὶ ἐρῶντες ἀνεράστων καὶ ἀμόρφων πραγμάτων . Τί οὖν ὅτι καὶ
6579333 μενοντες
τῶν κακούργων ξίφη . ἃ γὰρ οὐκ ἂν ἐπεπόνθεσαν οἴκοι μένοντες , τούτοις περιέπεσον πλανώμενοι θοίνην μὲν αὑτοὺς προθέντες τοῖς
, εὖ ποιήσειν ὑμᾶς . νῦν οὖν σκέψασθε πότερον ἐνθάδε μένοντες τοῦτο βουλεύσεσθε ἢ εἰς τὰ ἐπιτήδεια ἐπανελθόντες . ἐμοὶ
6566273 νηπιοι
κάρτα δύνανται ἐπιβαίνειν τῷ σκέλεϊ , πάντες , καὶ οἱ νήπιοι , οὕτως ὁδοιπορέουσιν : ἔξω γὰρ βαίνουσι τῷ σιναρῷ
ἔλπετο θυμὸς αὐτώ τε κτενέειν ἐλάαν τ ' ἐριαύχενας ἵππους νήπιοι , οὐδ ' ἄρ ' ἔμελλον ἀναιμωτί γε νέεσθαι
6565558 πτωχοι
ξεῖνον ἀτιμῆσαι : πρὸς γὰρ Διός εἰσιν ἅπαντες ξεῖνοί τε πτωχοί τε . δόσις δ ' ὀλίγη τε φίλη τε
ὅτι ἴδε τοὺς ῥήτορας , ὡς , ὁπόταν μέν εἰσι πτωχοί , εἰσὶν εὐσεβεῖς καὶ δίκαιοι , ὅταν δὲ πλουτήσωσι
6565320 χαριζομενοι
τάξιν καὶ προσέτι γε τῶν ἐξηπατηκότων , οἳ σφίσιν αὐτοῖς χαριζόμενοι τὰ οὐκ ὄντα ἔφρασαν . ἐπειδὴ γὰρ θυμὸς μέγας
δέχονται , ἀλλὰ ὅτι διὰ τοῦ θεραπεύειν τοὺς θεοὺς αὐτοῖς χαριζόμενοι ἁρμοζόμεθα καὶ οἰκειούμεθα τοῖς θεοῖς . Τὸ γοῦν τῶνδε
6557673 ἐπισκοποι
ἀπ ' αὐτοῦ εὐμαρέως . ἕκτοι δέ εἰσιν Ἰνδοῖσιν οἱ ἐπίσκοποι καλεόμενοι . οὗτοι ἐφορῶσι τὰ γινόμενα κατά τε τὴν
' αὐτοῦ εὐμαρέως . . Ἕκτοι δέ εἰσιν Ἰνδοῖσιν οἱ ἐπίσκοποι καλεόμενοι . Οὗτοι ἐφορῶσι τὰ γινόμενα κατά τε τὴν
6540782 ἁνδρες
ἰὼ Πελασγὸν Ἄργος , ὄλλυμαι κακῶς . ἠκούσαθ ' ; ἅνδρες χεῖρ ' ἔχουσιν ἐν φόνωι : Ἑλένης τὸ κώκυμ
τοῖς Ἀμοργίονις γυμναὶ παρίοιμεν δέλτα παρατετιλμέναι , στύοιντο δ ' ἅνδρες κἀπιθυμοῖεν σπλεκοῦν , ἡμεῖς δὲ μὴ προσιείμεθ ' ,
6536082 κριται
ἐπιτάφιον ἀγῶνα θέσθαι τὸν Νεμεαῖον , καθ ' ὃν οἱ κριταὶ φαιὰς ἐσταλμένοι στολὰς κρίνουσι τοὺς ἀγωνιζομένους ὑπόμνημα τοῦ πένθους
καθ ' αὑτοὺς οἱ μαχόμενοι , εἰ δὲ μεσουρανεῖ οἱ κριταὶ αὐτοὺς διαλλάξουσιν . Ἐὰν δὲ οἱ κύριοι τοῦ τε
6532369 νικωντες
ἐπὶ τὴν πόλιν δρομαῖοι συνέρρεον , ἄλλος ἄλλον τῷ τάχει νικῶντες καὶ ταῖν χεροῖν τὰ ξίφη φέροντες , καὶ οἷον
ἑκατέρων προσῆκε , τοὺς μὲν εὐεργετοῦντες , τοὺς δὲ μαχόμενοι νικῶντες . ἆρά γ ' ὅμοιοι τῷ φεύγοντι τὴν πατρίδα
6527661 ἀποθνῃσκουσιν
μὴ ὥσπερ νῦν διὰ τοῦτο ὑπ ' ἄλλων δίκην ἐπιτιθέντων ἀποθνῄσκουσιν οἱ ἄδικοι . Μὰ Δί ' , ἦ δ
ἔσονται πολὺν χρόνον , ἔσθ ' ὅτε καὶ ἐν εἱρκταῖς ἀποθνῄσκουσιν , καὶ μάλιστα ἀλλοτριωθέντων τῶν ἀγαθοποιῶν . συναπτούσης δὲ
6521074 τλημονι
οἵτε μάλιστα πεποίθατε κάρτεϊ χειρῶν , πρόφρονες ἀλκήεντι νόῳ καὶ τλήμονι θυμῷ σπέσθε μοι : οὐ γὰρ ἔοικε πολὺν χρόνον
. . ῥείθρων ἀντὶ τοῦ παρὰ τοῦ Ἑλώρου ποταμοῦ τῇ τλήμονι Ἑκάβῃ ῥανεῖ χοὰς Ὀδυσσεύς Ἕλωρος δὲ ποταμὸς Σικελίας .
6519194 παιουσι
, ἐφ ' οὗ τὴν κεφαλὴν καταθέντες αὐτῶν ἑτέρωι λίθωι παίουσι , καὶ πιέζουσιν ἄχρι οὗ συνθλάσωσι τὸ πρόσωπον καὶ
παῖδες , ἐπειδὰν παίζωσι κατ ' ἀλλήλων ἐρχόμενοι , σφᾶς παίουσι τοῖς φύλλοις , καὶ γέλωτα δὴ τὸ ἐντεῦθεν αὐτοί
6510638 φιλεουσι
νυν πᾶν πρῆγμα τίκτει σφάλματα , ἐκ τῶν ζημίαι μεγάλαι φιλέουσι γίνεσθαι : ἐν δὲ τῷ ἐπισχεῖν ἔνεστι ἀγαθά ,
ἐν τῷ ἀλογίστῳ ἀποπιμπλάναι . Πολλοὶ δοκέοντες ἑωυτοὺς φιλέειν οὐ φιλέουσι ἀληθέως : πάντα γοῦν αὐτοῦ τούτου εἵνεκα εἴκοντες ἑωυτοῖς
6505136 φρονιμοι
οὐδενός . „ ὁ μῦθος δηλοῖ , ὅτι οὕτως οἱ φρόνιμοι τῶν ἀνθρώπων ἐκ τεκμηρίων προορώμενοι τοὺς κινδύνους ἐκφεύγουσιν .
καλῶς γὰρ οἶμαι : τοῦτο δὲ λέγε . Οἴδασιν οἱ φρόνιμοι ἐκ τεκμηρίων φεύγειν ὕφαλα πανοῦργα τῶν δυναστῶν . Λέων
6504117 νικωμενοι
. ἐπεδιώκοντο : οἱ ἐκ τοῦ πρώτου τείχους ἁλόντος διαφυγόντες νικώμενοι : τῇ ναυμαχίᾳ . οἱ ἐξ αὐτῶν : οἱ
χρυσίῳ περιβαλλόμενοι : τοιγαροῦν ἔπασχον κακῶς ὑπὸ τῶν πενήτων Ἑλλήνων νικώμενοι . ἦν πτωχὸς ὁ Σωκράτης , ἀλλ ' ὑπέτρεχε
6500280 βοωσιν
εἰπεῖν ; Ὡς σεμνὸς οὑπίτριπτος . Αἱ κνῆμαι δέ σου βοῶσιν ἰοὺ ἰού , τὰς χοίνικας καὶ τὰς πέδας ποθοῦσαι
. Ξ βάζους ' ] βοῶσι . βάζους ' ] βοῶσιν , ἀπειλοῦσιν . θ πόλει ] τῇ ἡμετέρᾳ .
6498031 ἐστε
. “ χιτῶνά μοι δότε δουλικόν : καὶ γὰρ ὑμεῖς ἐστέ μου κρείττονες . ” ἐνεδύσατο μὲν οὖν τι τῶν
δὲ καὶ περὶ τούτων γράψας ἑτέρωθι λέγει ὅτι τὸ ἐσμέν ἐστέ εἰσίν , εἰ καὶ ἡμάρτηνται ὀξυτονούμενα , ὅμως ἔπαθον
6492757 ἁμαρτανοντες
προθέμενοι , ἐν πολλοῖσι μὲν καὶ οἷσι λέγουσι καταφανέες εἰσὶν ἁμαρτάνοντες : μάλιστα δὲ ἄξιον μέμψασθαι , ὅτι ἀμφὶ τέχνης
σαφέστερον ] ὁ φονεὺς ἂν ἐλεγχθείη . Οἵ τε γὰρ ἁμαρτάνοντες ὧν ἂν ἐπινοήσωσί τι δρᾶσαι , οὗτοι πράκτορες τῶν
6491106 ἀκηριοι
ἀποιχομένων : ὀπίσω δὲ θεοὶ τελέθονται . ψυχαὶ γὰρ μίμνουσιν ἀκήριοι ἐν φθιμένοισιν . πνεῦμα γάρ ἐστι θεοῦ χρῆσις θνητοῖσι
τε ζαφλεγέες τελέθουσιν ἀρούρης καρπὸν ἔδοντες , ἄλλοτε δὲ φθινύθουσιν ἀκήριοι . ἀλλὰ τάχιστα παυώμεσθα μάχης : οἳ δ '
6489230 ἀκμητες
δὲ ὡς ἡττημένων νενικηκότες καὶ γερόντων νέοι καὶ πολλὰ κεκμηκότων ἀκμῆτες ἄνδρες , οἷς ὑπάρχει δύναμις τοσήδε καὶ παρασκευὴ καὶ
εὕρημα φύσεως ὄντες τήν τε ἰσχὺν ἄρρηκτοι καὶ δυσφύλακτοι καὶ ἀκμῆτες . τουτὶ γὰρ αὐτοῖς δίδωσι τὸ ἰσοδέξιον αὐτοῦ τοῦ
6480334 χοἰ
γυναῖκας εἶναι τάσδε μηδ ' ἀνειμένας . Φεύγουσι γάρ τοι χοἰ θρασεῖς , ὅταν πέλας ἤδη τὸν ᾅδην εἰσορῶσι τοῦ
Ἀντιόπη [ ] αι πέτραν δρασμοῖς ἐπ [ τίνες δὲ χοἰ συνδρῶντες ἐκ ποίας χθονός [ ; σημήνατ ' ,
6478605 δικαιοι
ἐπιτελέειν τὰ συνέθεντο , ἐπεὶ δὲ ἐστερῆσθαι αὐτῶν , οὐ δίκαιοι εἶναι ἀποφέρειν ἔτι , ἀλλὰ τοὺς ἔχοντας αὐτὰ Αἰγινήτας
εἰσιν σοφίᾳ σοφοί ; Ναί . Τί δέ ; οἱ δίκαιοι δικαιοσύνῃ δίκαιοι ; Πάνυ γε . Οὐκοῦν καὶ οἱ
6471490 οἱδ
γὰρ δή , Εὔμαιε , θεοὶ τεισαίατο λώβην , ἣν οἵδ ' ὑβρίζοντες ἀτάσθαλα μηχανόωνται οἴκῳ ἐν ἀλλοτρίῳ , οὐδ
: Ἑλλὰς πᾶσα τοῦτο μαρτυρεῖ . ὧν ἀντιδοῦναί ς ' οἵδ ' ἀπαιτοῦσιν χάριν , μήτ ' ἐκδοθῆναι μήτε πρὸς
6470526 μαχονται
τοῦ προτεθέντος διαποροῦντες τό τε σύστοιχον διατηροῦσιν καὶ ἑαυτοῖς οὐ μάχονται , οἱ δὲ μαχομένοις ἑαυτοῖς οὐ συνίσασι : τὸ
ταῖς μάχαις ἐγείρουσιν αὐτὰ καὶ ἀναστήσαντες ἰσχυρῶς , εἶτα οὕτω μάχονται : τὰ δὲ οὐ κλίνεται ὑπὸ τοῦ θυμοῦ ἀνεστῶτα
6470356 φιλιπποι
ἡνίοχοι , ἀναβάται , ἀμβάται , καὶ ἱππερασταὶ δὲ οἱ φίλιπποι . Γεωργικὰ ὀνόματα : γῆ , γεωργία , ἀγροικία
τὰ ἐπὶ τῆς Κασσάνδρας αὐτῷ , ἀλλ ' , ὦ φίλιπποι Τρῶες . τοῦ δ ' Αἰσχύλου φαντασίαις ἐπιτολμῶντος ἡρωικωτάταις
6463761 τραυματιαι
τινες πεπτωκότες ἐν τῇ ξυνεχεῖ πολιορκίᾳ , οἱ πολλοὶ δὲ τραυματίαι τε καὶ ἀπόμαχοι ἦσαν , ἐπεκηρυκεύοντο πρὸς Ἀλέξανδρον .
καὶ τῶν ἀπολωλότων . οὐ πάμπαν μὲν γὰρ ἀπήμονες οἱ τραυματίαι , οὐκ ἀνόλεθροι δὲ οἱ τετελευτηκότες . . κέατο
6459022 ἀπολοντο
ἀρχοὶ δ ' αὖ δύο μοῦνοι Ἀχαιῶν χαλκοχιτώνων ἐν νόστῳ ἀπόλοντο : μάχῃ δέ τε καὶ σὺ παρῆσθα . εἷς
Τρώων μὲν ὑπεξέφυγον στονόεσσαν ἀϋτήν , ἐν νόστῳ δ ' ἀπόλοντο κακῆς ἰότητι γυναικός . αὐτὰρ ἐπεὶ ψυχὰς μὲν ἀπεσκέδας
6458979 εὐχοντο
ἄλλοθεν ἄλλος . ὣς ἔφαθ ' : οἱ δ ' εὔχοντο Διὶ Κρονίωνι ἄνακτι . ταῦτα μὲν ὑμῖν ἀπὸ πολλῶν
εὐτυχῆσαι , αἱ δὲ γυναῖκες υἱὸν , ἀπὸ κοινοῦ τὸ εὔχοντο ἔμμεν . ηὔχοντο δὲ ἐν τοῖς Ὀλυμπίοις ὁρῶσαί σε
6457487 μοχθηροι
καὶ τὸν θεὸν καὶ τὴν νόσον , καλλωπίζονται μὲν οἱ μοχθηροὶ ἐρασταὶ διὰ τὴν πρὸς τὸν θεὸν ὁμωνυμίαν , ἀπιστοῦνται
οὕτως ἀναφαινομένους λέγεται , ὅτι ἀγνοοῦσι μὲν ὡς ἀληθῶς οἱ μοχθηροὶ τὸ συμφέρον αὑτοῖς : οὐ μὴν διὰ τὴν τοιαύτην
6453235 ἡσυχαζουσιν
ἕσπερος : κατά . Γλαφυρόν : βαθύτατον . Ἀτρεμέουσιν : ἡσυχάζουσιν . ἀείδελον : ἀφανῆ . Ῥιπῆς τριγλώχινος : τῆς
σφᾶς τὴν αἰτίαν : εἶτα ἐκπλαγέντες ἢ πρός τινι πέτρᾳ ἡσυχάζουσιν ἀθρόοι παλλόμενοι τῷ δέει ἢ ἐς τὴν ᾐόνα ἐκπίπτουσιν
6448798 ἐκτεινοντο
παῖδα ἀπέκτεινε καὶ ἀπὸ τῶν ἱερῶν ἀπεσπῶντο καὶ πρὸς αὐτοῖς ἐκτείνοντο , οἱ δέ τινες καὶ περιοικοδομηθέντες ἐν τοῦ Διονύσου
τοὺς Μιλησίους κατελάμβανε , ὅτε γε ἄνδρες μὲν οἱ πλέονες ἐκτείνοντο ὑπὸ τῶν Περσέων ἐόντων κομητέων , γυναῖκες δὲ καὶ

Back