τε ἀεὶ ὄντι τε καὶ μή , καὶ οὔτε ἐγκλεισάμενος φιλοσοφῶ , καθάπερ Πυθαγόρας ἱστορεῖται , οὔτε εἰς τὰ πλήθη
φιλοσοφίᾳ : ὁ δέ , Τίς γάρ σοι εἶπεν ὅτι φιλοσοφῶ ; καὶ ἀπιὼν ἤδη παρ ' αὐτοῦ μάλα ἡδὺ
6461325 Κριτων
ἔφη , πείθου καὶ μὴ ἄλλως ποίει . Καὶ ὁ Κρίτων ἀκούσας ἔνευσε τῷ παιδὶ πλησίον ἑστῶτι . καὶ ὁ
ἀληθῶς ; ἐπιθυμῶ δ ' ἔγωγ ' ἐπισκέψασθαι , ὦ Κρίτων , κοινῇ μετὰ σοῦ εἴ τί μοι ἀλλοιότερος φανεῖται
6364617 Ἐμε
ὄντες καὶ περὶ τὰς τῶν θεῶν τιμὰς ἀσχολούμενοι . . Ἐμὲ δ ' οὖν ἡ ψυχὴ διεγείρει εἰπεῖν , δόξαν
μὲν οὖν καὶ ὕστερον ἀπόδειξις ἔσται συμπροϊόντι τῷ λόγῳ . Ἐμὲ δὲ ἐπῆρεν ἐπιχειρῆσαι τῷ συγγράμματι μάλιστα μὲν ἡ τῶν
6267969 Ἀσπασιαν
Νὴ Δία , ὦ Σώκρατες , μακαρίαν γε λέγεις τὴν Ἀσπασίαν , εἰ γυνὴ οὖσα τοιούτους λόγους οἵα τ '
τέχνην δεινός . Ἀλλὰ καὶ διδασκάλους ἐπιγέγραπται τῆς τέχνης , Ἀσπασίαν τὴν Μιλησίαν , καὶ Διοτίμαν τὴν Μαντινικήν : καὶ
6199049 ἀφιημι
, εὐτυχὴς δ ' ἴσως ” . Γ λείπω ] ἀφίημι . Γ Ἑλλάνιε Ζεῦ : Ἑλλάνιος Ζεὺς ἀπὸ τοῦ
διασύρειν τὸ τῆς ἀριστείας κατόρθωμα , σιωπῶ τὰ λοιπὰ , ἀφίημι τοῦτον μόνον ὡς ἀληθῶς τῆς ἐλευθερίας προστάτην : τί
6197898 Προδικος
εἶτα εἰς τὴν Ἀθηνᾶν , καὶ παμμήκη λόγον ἀπετείνατο . Πρόδικος ἐγέλασεν : ἐπειδὴ ὁ Πρόδικος τὴν τῶν ὀνομάτων εὗρεν
, ἔφην ἐγώ , πρῴην ἐν Λυκείῳ ἀνὴρ σοφὸς λέγων Πρόδικος ὁ Κεῖος ἐδόκει τοῖς παροῦσι φλυαρεῖν οὕτως , ὥστε
6132684 Εὐθυφρων
Πολλὴ ἀνάγκη . Καὶ τῶν θεῶν ἄρα , ὦ γενναῖε Εὐθύφρων , ἄλλοι ἄλλα δίκαια ἡγοῦνται κατὰ τὸν σὸν λόγον
οὔ ; Οὐκ ἄρα τὸ θεοφιλὲς ὅσιόν ἐστιν , ὦ Εὐθύφρων , οὐδὲ τὸ ὅσιον θεοφιλές , ὡς σὺ λέγεις
6126111 Καλλιᾳ
ὅσα εἰς αὐτὰ τὰ αἰσθητὰ κατατέτακται : ἔστι γὰρ ἐν Καλλίᾳ καὶ ἄνθρωπος καὶ ζῷον , ἃ πῶς ἂν εἶεν
δ ' ἂν καὶ παρὰ Ξενοφῶντι ἐν τῷ συμποσίῳ Σωκράτη Καλλίᾳ μαρτυροῦντα , ὡς πολὺ κρείττων ἐστὶν ὁ τῆς ψυχῆς
6091142 Μενιππε
ἀλλὰ τὴν δίψαν πεφοβημένος . Οὐδὲ τὸν ἐλλέβορον , ὦ Μένιππε , ἀναίνομαι πιεῖν , γένοιτό μοι μόνον . Θάρρει
Ὀδυσσέα ἢ Ὀρφέα . Ὡς δὴ τί τοῦτο , ὦ Μένιππε ; οὐ γὰρ συνίημι τὴν αἰτίαν οὔτε τοῦ σχήματος
6090714 Ἀληθη
εὑρόντες ἐπειθόμεθ ' ἄν , ἄμουσον δέ , ἠπιστοῦμεν ; Ἀληθῆ . Νῦν δέ γ ' , οἶμαι , εἴ
οἶμαι οὕτω καλῶς ὡς δρεπάνῳ τῷ ἐπὶ τούτῳ ἐργασθέντι . Ἀληθῆ . Ἆρ ' οὖν οὐ τοῦτο τούτου ἔργον θήσομεν
6090019 πολυμαθη
καὶ ἐν τοῖς πρὸς Πραξιφάνην , πάνυ ἐπαινῶν αὐτὸν ὡς πολυμαθῆ καὶ ἄριστον ποιητήν . γέγονε δὲ ὁ Ἄρατος ζηλωτὴς
Πυθία ἔνθους ὁ Σύρος , πολυμαθὴς ὁ Φοίνιξ , Φοίνικα πολυμαθῆ λέγουσα τὸν Πορφύριον , ἔνθουν δὲ Σύρον τὸν Ἰάμβλιχον
6073466 Ἐγω
ἔφη , οἴει θηρίου ἀγριότητα δυσφορωτέραν εἶναι ἢ μητρός ; Ἐγὼ μὲν οἶμαι , ἔφη , τῆς μητρός , τῆς
, καὶ τῶν τάφων τῶν προγόνων καὶ τῶν τροπαίων . Ἐγὼ δὲ ἁπάντων μὲν τούτων ἔφην δεῖν μεμνῆσθαι , μιμεῖσθαι
6070661 σκορδινωμαι
χεῖρας . Ἀριστοφάνης Ἀχαρνεῦσι : „ στέλω , κέχηνα , σκορδινῶμαι , πέρδομαι . „ ὅπερ καὶ περὶ τοὺς ἄλλως
οἱ νεοσσοὶ κεχήνασι δεόμενοι τῆς τροφῆς . τὸ δὲ “ σκορδινῶμαι ” ἀντὶ τοῦ κλῶμαι καὶ σπασμῷ συνέχομαι . οἱ
6068564 ἀποδοκιμαζει
δ ' οὐχὶ θνητῶν ; ἢ τίς ἥρως ἢ θεὸς ἀποδοκιμάζει τὴν τοιαύτην διατριβήν ; ἵνα μὴ δὲ πολλὰ μακρολογῶ
τοῖς ἀγῶσι καὶ τοῖς κινδύνοις τὰ μὲν διὰ λόγων πολλάκις ἀποδοκιμάζει παραγγέλματα ὡς βλάψοντα , εἰ τοῖς ὁμοφώνοις τῶν πολεμίων
6048757 εἰσαγων
μὲν ἐκεῖνον ἐκπολεμῶν , εἰς δὲ τὴν μερίδα τὴν ἡμετέραν εἰσάγων , κἀν τοῖς συλλόγοις οὐκ ἀκινδύνους μέν , ἡδίστους
ἡμᾶς συγκοινωνεῖν ταῖς ματαίαις συμβουλίαις . Μάνδρας ἔσω πρόβατα ποιμὴν εἰσάγων μετ ' αὐτῶν καὶ λύκον ἤμελλε συγκλεῖσαι , εἰ
6045495 εἰρωνικως
μέλους ὥσπερ ὑπὸ τῶν Σειρήνων κρατηθεὶς ἀπόληται . τοῦτο δὲ εἰρωνικῶς φησιν . ὦ Παιάν : ὦ τοῦ θαύματος .
λέγεται . Ἁγνὴ γάμων : ἐπὶ τῶν σωφρόνων γυναικῶν : εἰρωνικῶς δὲ καὶ ἐπὶ τῶν μὴ σωφρόνων . Ἀγρὸς ἡ
6035115 ὡμολογει
κυκῶν , πρός γε τοὺς ἑαυτοῦ ἑταίρους δι ' ἀποῤῥήτων ὡμολόγει τε καὶ ἠλήθευε καὶ ἀπεφαίνετο ἃ κἂν ἄλλος τῶν
χρήματ ' ἐν ταῖς Συρακούσαις ἐδανείζεθ ' οὗτος κἀκεῖνος . ὡμολόγει δ ' ἐκεῖνος μὲν πρὸς τοὺς τούτῳ δανείζοντας ,
6033706 Βοιωτον
ὅταν περὶ μικρῶν δοκῇς σπουδάζειν , ὡς ἐν τῷ πρὸς Βοιωτὸν περὶ τοῦ ὀνόματος : ἢ ὅταν ἀτοπίαν ἔχειν δόξῃ
Ἴωνα ἐν Κλάρῳ , ἢ Λύκιον ἐν Ξάνθῳ , ἢ Βοιωτὸν ἐν Ἰσμημίου , τούτους ἅπαντας οὐ θαυμάζεις τῷ δαιμονίῳ
6031393 Ὀρθως
γάρ που ἐν ἑαυτῷ ὅλῳ τὸ ἓν ἐφάνη ὄν . Ὀρθῶς . Οὐκοῦν καὶ ἐν τοῖς ἄλλοις τὸ ἕν ;
μήτε πλῆθος μηδὲν μηδέποτε ἐᾶν δρᾶν μηδ ' ὁτιοῦν . Ὀρθῶς . Οὐκοῦν μιμήματα μὲν ἂν ἑκάστων ταῦτα εἴη τῆς
6019751 διδωμ
καὶ βούλεσθέ μοι χρῆσθαι προθύμωι , τὴν ἐμὴν ψυχὴν ἐγὼ δίδωμ ' ἑκοῦσα τοῖσδ ' , ἀναγκασθεῖσα δ ' οὔ
δὴ σύ μοι . μαρτύρων ἐναντίον σοι τήνδ ' ἐγὼ δίδωμ ' ἔχειν γνησίων παίδων ἐπ ' ἀρότωι , προῖκα
6016138 καὐτος
εἴ πως ἐκκομίσαις τὸ τοῦ Λύκου . πάρεστι τουτί , καὐτὸς ἅναξ οὑτοσί . ὦ δέσποθ ' ἥρως , ὡς
. ] τὸ δὲ ὅμοιον ἐν Ἰλιάδι ” ἔπειτα δὲ καὐτὸς οἰήσεαι „ . . . . . κέν ἀντὶ
6012219 Ἐφη
' ὧν ἂν βούληται τιμᾶσθαι , τούτοις ὠφέλιμος εἶναι . Ἔφη δ ' αὐτὸν ὁ κατήγορος καὶ τῶν ἐνδοξοτάτων ποιητῶν
ἐξίστασθαι τῆς ταὐτότητος μήθ ' ὑφ ' ἑτέρου προσαναγκάζεσθαι . Ἔφη δὲ καὶ ὁ Πλάτων ἐν Κρατύλῳ τὰ ὀνόματα ὁμοιώσει
5980148 διεβαλλε
: καὶ γὰρ εἰς σῶμα βλάπτεσθαι καὶ εἰς ψυχήν . διέβαλλε δὲ καὶ τὸν Σωκράτην , λέγων ὡς εἰ μὲν
ἐφύλαττε καὶ περὶ τὴν ἕω καλέσασα τὸν εἰς τοῦτο ἐπιτεταγμένον διέβαλλε πάλιν τὰς κλεῖς , ὅπως ἀνοίξειε . ταύταις οὖν
5975419 Πρωταγορας
διὰ ταῦτα καὶ Θεόδωρος ὁ ἄθεος καὶ Διαγόρας ἐξεκηρύχθη καὶ Πρωταγόρας ἐφυγαδεύθη : ὅτε καὶ πλέων ναυαγίῳ ἐχρήσατο : Διότιμος
' ; ἔφη , ὦ Σώκρατες , δίκαια δοκεῖ λέγειν Πρωταγόρας ἀξιῶν αὑτῷ τε ἐξεῖναι διαλέγεσθαι ὅπως βούλεται , καὶ
5969572 Κριτοβουλος
τότε ἐν Ἀδριανουπόλει τε καὶ συμπράττοντος . δεξάμενος δὲ ὁ Κριτόβουλος τὰ παρὰ τοῦ βασιλέως γράμματα ἐπανῆλθεν ἐς Ἴμβρον ὡς
σύνθηρον τῶν ἀγαθῶν φίλων . Τί οὖν , ἔφη ὁ Κριτόβουλος , ἐμοὶ τοῦτο λέγεις , ὥσπερ οὐκ ἐπὶ σοὶ
5953553 Δημοχαρους
ἢ τὴν Τιμαίου πικρίαν , θαρσῶν ἀποφαίνομαι , μηδενὶ τὸν Δημοχάρους βίον ἔνοχον εἶναι τῶν τοιούτων κατηγορημάτων κτλ . .
. . στράτου Γαργήττιος , Περικλῆς Περικλείτου Πιτθεύς , Χαρῖνος Δημοχάρους Γαργήττιος . κἀν τοῖς τοῦ βασιλέως δὲ νόμοις γέγραπται
5937111 ἐπαινετης
ἐξουσίαν ἔτυχον δωρεᾶς . καί , νὴ τοὺς θεούς , ἐπαινέτης μέν εἰμι τοῦδε τοῦ νόμου καὶ συγχαίρω τῆς εὐνομίας
; γὰρ ὡς παρόντι τῷ μεμψαμένῳ , ἐπειδὴ συμμετρίας ἡμῖν ἐπαινέτης εὔχεται εἶναι καθ ' Ὅμηροντὸ θρυλλούμενον ἐπίταγμά σοι δοκῶ
5919780 ἐξεταζω
σοι ταῦτα εἴτε μή : τὸν γὰρ λόγον ἔγωγε μάλιστα ἐξετάζω , συμβαίνει μέντοι ἴσως καὶ ἐμὲ τὸν ἐρωτῶντα καὶ
: καὶ οὐ τὸ δυστύχημα ὀνειδίζω , τὸν δὲ τρόπον ἐξετάζω : ἐν γὰρ τούτοις κώλοις ὁμοία ἡ τελευτὴ γέγονεν
5918575 Θρασυμαχου
τι δοκεῖ οὕτως : ἀπορῶ μέντοι διατεθρυλημένος τὰ ὦτα ἀκούων Θρασυμάχου καὶ μυρίων ἄλλων , τὸν δὲ ὑπὲρ τῆς δικαιοσύνης
καὶ τὰς ἐπιθέτους κατασκευὰς βέλτιον ἀποδειξαμένους . ἡ μὲν οὖν Θρασυμάχου λέξις , εἰ δὴ πηγή τις ἦν ὄντως τῆς
5909030 Φιληβος
δὲ ἐπὶ τὰ λοιπὰ βούλομαι στέλλεσθαι πρὸς τὴν κρίσιν ἣν Φίληβος ἐπιτάττει . Καλῶς εἶπες , ὦ Σώκρατες : ἀλλ
Νόμοι , Ἐπιστολαί , Ἐπινομίς , Μενέξενος , Κλειτοφῶν , Φίληβος : τῷ δὲ πειραστικῷ Εὐθύφρων , Μένων , Ἴων
5902451 Κλεινιου
πολὺς καὶ ὁ γέλως παραβάλλειν τοῖς ἐμοῖς παιδικοῖς καὶ τὸν Κλεινίου καὶ τὸν Ἱππαρίνου . ὀκνῶ δὲ ἐγὼ φάναι δι
δὲ Ῥωμαίων . ἐθεασάμην καὶ τὸν Ἀλκιβιάδην τὸν καλὸν τὸν Κλεινίου , οὐκ οἶδ ' ὅπου , πλὴν ἐθεασάμην ἐν
5891235 ἀγαθε
, τοὺς ἄλλους λαθών : “ οὐ σώσεις , ὦ ἀγαθέ , τὴν πατρίδα ; ” ὃ δὲ καὶ τοῦτ
ἀδελφιδοῦς ἐπιμελεῖσθαι τούτου τοῦ παιδίου ; Ἀλλ ' , ὦ ἀγαθέ , τοῦτο μὲν καὶ λαθεῖν φήσαιτ ' ἂν ὑμᾶς
5880591 Εὐθυδημος
Κτήσιππος διὰ τὰ παιδικά . Ὅταν σιγᾷς , ἔφη ὁ Εὐθύδημος , οὐ πάντα σιγᾷς ; Ἔγωγε , ἦ δ
ἐσχημάτικε τὰ πραχθέντα : ὁ δὲ Δημοσθένης καὶ Μένανδρος καὶ Εὐθύδημος ἄραντες ἀπὸ τοῦ ἑαυτῶν στρατοπέδου εὐθὺς ἔπλεον πρὸς τὸ
5878211 Νικια
πείθειν καὶ σὲ καὶ τούτους . ἀλλ ' , ὦ Νικία , τί οὐ λέγει πότερος ὑμῶν ; Ἀλλ '
εὐνὰν ὀρθρευοίσᾳ . Οὐδὲν ποττὸν ἔρωτα πεφύκει φάρμακον ἄλλο , Νικία , οὔτ ' ἔγχριστον , ἐμὶν δοκεῖ , οὔτ
5867163 Κλεοβουλον
φησιν . . . Σόλωνα Θαλῆν Πιττακόν Βίαντα Χίλωνα Μύσωνα Κλεόβουλον Περίανδρον Ἀνάχαρσιν Ἀκουσίλαον Ἐπιμενίδην Λεώφαντον Φερεκύδην Ἀριστόδημον Πυθαγόραν Λᾶσον
ἥδε Βίαντα πέτρη κόσμον Ἴωσι μέγαν . * ἄνδρα σοφὸν Κλεόβουλον ἀποφθίμενον καταπενθεῖ ἥδε πάτρα Λίνδος πόντῳ ἀγαλλομένη . *
5866063 διασυρων
, πυρώδους δαίμονος . Τωθάζων . χλευάζων , σκώπτων , διασύρων . Ὕδραν τέμνειν ἐπὶ τῶν ἀμηχάνων λέγεται . ἱστορεῖται
' ἦν αὐτῷ φέναξ . Ἀναξανδρίδης δ ' ἐν Πρωτεσιλάῳ διασύρων τὸ τῶν Ἰφικράτους γάμων συμπόσιον , ὅτε ἤγετο τὴν
5863531 εὑρηκα
' ἔδει : νῦν δ ' οὐκ ἔχεις : κενὸν εὕρηκα τὸ φάρμακον πρὸς τὸ κενόν : οἰήθητι δ '
ἄλλα τὰ ὁμο - γενῆ τούτοις ἁπλῶς ὑπὸ οὐδενὸς νενοημένα εὕρηκα . πάντα δὲ τὰ λεχθέντα , ὅσοις οὐκ ἐντέτευχα
5863200 Σιμμιας
δεῖ γὰρ καὶ Κέβητα πείθειν . Ἱκανῶς , ἔφη ὁ Σιμμίας , ὡς ἔγωγε οἶμαι : καίτοι καρτερώ - τατος
, τοῦτο πέπεισμαι . Καὶ ὀρθῶς γε , ἔφη ὁ Σιμμίας . Ἔτι τοίνυν , ἔφη , πάμμεγά τι εἶναι
5862033 ἡταιρηκως
δῆμος τῆς Ἱπποθοωντίδος φυλῆς Ἀχερδούς . . Ἀμύνων : Ῥήτωρ ἡταιρηκὼς , οὐκ ἰατρὸς ὁ Ἀμύνων . Ἀντισθένην : ἰατρὸς
ὅτι καταψηφιοῦνται αὐτοῦ τὸ εἶναι προαγωγὸν , ἢ ὅταν ὁμολογουμένως ἡταιρηκὼς κρίνηται , ὅπερ Αἰσχίνης κατασκευάζει ἐν τῷ κατὰ Τιμάρχου
5857636 ἐντρεπομαι
: γεννῶ . Ὠλένες : αἱ χεῖρες . Αἰδοῦμαι : ἐντρέπομαι . Αἰζηός : νέος . Αἱμύλος : ἀπατηλός .
, κλαίω , ὁμολογῶ σοφιστεύω , ὑπισχνοῦμαι , νομίζω , ἐντρέπομαι , ἐνατενίζω , εὐλαβοῦμαι . : περιπλέκομαι , ἐπιλαμβάνομαι
5854082 Γοργιᾳ
μοι φοιτῶν τὸ αὐτὸ ἐνύπνιον . „ καὶ πάλιν ἐν Γοργίᾳ : ” ἐάν τις εἰς παλαίστραν φοιτήσας εὖ ἔχων
τὸν φιλόσοφον : καὶ γὰρ ἀπὸ τῶν εἰρημένων ἐν τῷ Γοργίᾳ ἔστι γνῶναι ὅτι τῷ αὐτὰ εἶναι χαρακτηρίζει : φησὶ
5845493 Ἱπποκρατες
μοι ἐφαίνετο ἐν τῇ γνώμῃ . Τί φὴς , ὦ Ἱππόκρατες , ἐν τῇ γνώμῃ σοι ἐφαίνετο ; τί οὖν
, ὁ δὲ τὸ διηνεκὲς οἰστρομανίην ἔχει τῆς ἀσελγείης . Ἱππόκρατες , μὴ γελάσω τὸν κλαίοντα δι ' ἔρωτα ,
5844864 ἐγγυωμαι
τὸ λοιπὸν , εἰ βούλεσθε , ὁ πάντα ἐγὼ δεδιὼς ἐγγυῶμαι . ἀλλὰ τί δεῖ τοὺς πόρρωθεν φόβους καὶ κινδύνους
. ταῦτά τις ἐπὶ τὰ προαιρετικὰ μεταθέτω , κἀγὼ αὐτὸν ἐγγυῶμαι ὅτι εὐσταθήσει , ὡς ἂν ἔχῃ τὰ περὶ αὐτόν
5841548 Σωκρατικος
ἄλλοις , δῆλον δὲ καὶ ἐν οἷς ἡ παῖς . Σωκρατικὸς δὲ ὁ τρόπος καὶ ἀρχαῖος τὸ ἐκ παντὸς χρήσιμόν
ἀνεῖλεν , ἀλλ ' ἤκουεν αὐτοῦ καθάπερ Ἀντισθένης φησὶν ὁ Σωκρατικὸς ἐν τῷ Ἡρακλεῖ . . . , . λέγει
5841002 συνεγραψεν
κίναιδος Ἡμιθέων ὁ Συβαρίτης , ὃς τοὺς θαυμαστοὺς ὑμῖν νόμους συνέγραψεν , ὡς χρὴ λεαίνεσθαι καὶ παρατίλλεσθαι καὶ πάσχειν καὶ
αὐτοῦ πόλει οἰκεῖν χρώμενος τῇ πολιτείᾳ καὶ τοῖς νόμοις οἷς συνέγραψεν . οἱ μέντοι ἀμφ ' Ἀρίστιππόν τε ὄντες Ἐπίκουρον
5838582 Ἐπικρατης
ὑπὸ τούτων τῶν τριχῶν εἱλκόμην , κονδύλους ἔλαβον . ” Ἐπικράτης : Ἰσαῖος ἐν τῷ περὶ τῶν ἐν Μακεδονίᾳ ῥηθέντων
ἐν τῷ περὶ τῆς πρεσβείας . ἕτερος δ ' ἐστὶν Ἐπικράτης οὗ μνημονεύει Λυκοῦργος ἐν τῷ περὶ διοικήσεως , λέγων
5833592 Τιμοκλης
υἱεῖς Ἀθηναίους , ὅτι εἰσήγαγεν τάριχος . [ οὓς καὶ Τιμοκλῆς ἰδὼν ἐπὶ τῶν ἵππων δύο σκόμβρους ἔφη ἐν τοῖς
καὶ τίς ὁ Τηλέμαχος . καὶ ὁ Δημόκριτος ἔφη : Τιμοκλῆς ὁ τῆς κωμῳδίας ποιητὴς ἐν μὲν δράματι Λήθῃ φησί
5833028 ἀποδιδωμι
τὸ χρέος . ὥσπερ ἀποτίω ⌈ καὶ [ τὸ ] ἀποδίδωμι ⌈ τὸ τὸ ⌈ ὀφειλόμενον [ κεχρεωστημένον ] ⌈
μεμένηκε . διὸ θρεπτήρια οὔσῃ μοι πατρίδι πρὸς μητρὸς ταῦτα ἀποδίδωμι αὐτῇ Ἐπειδὴ κατὰ δαίμονα καὶ τὴν τοῦ κρατίστου Κασσίου
5832662 διοικω
, ἀπειλῶ , συμπάσχω , θαυμάζω , μικρολογῶ , μετριοπαθῶ διοικῶ , ῥυθμίζω , μοιχεύω , πειθαρχῶ , παρέλκω διατρίβω
ἀντιόων ταύρων τε καὶ † αἰγῶν : ὅτε δὲ τὸ διοικῶ καὶ λαμβάνω αἰτιατικῇ : ἐμὸν λέχος ἀντιόωσαν : ὅτε
5819594 μαθητας
Μέμνονας κωδωνοφαλαροπώλους . Γνώσει δὲ τοὺς τούτου τε κἀμοὺς ἑκατέρου μαθητάς . Τουτουμενὶ Φορμίσιος Μεγαίνετός θ ' ὁ Μανῆς ,
δὲ κιθαριστής , τίς δὲ ἄλλος διδάσκαλος ἱκανοὺς ποιήσας τοὺς μαθητάς , ἐὰν πρὸς ἄλλους ἐλθόντες χείρους φανῶσιν , αἰτίαν
5818885 ὠνδρες
[ ] δ ' ὄκως ἂν μὴ μακρηγορέων ὐμέας , ὦνδρες δικασταί , τῆι παροιμίηι τρύχω , πέπονθα ? πρὸς
ἐγχανὼν : ἀντὶ τοῦ ” καταγελάσας “ . ἐμοὶ μὲν ὦνδρες : τοὺς τρεῖς τοὺς ἑξῆς ὁ πρεσβύτης πρὸς τοὺς
5818532 Φιλημονα
δὴ λεγόμενον τοῦτο τὰ τῆς γῆς ἀγαθὰ καὶ ἐμὲ καὶ Φιλήμονα : καὶ γὰρ ἐκείνῳ γράμματα κεκομίσθαι φησί : καὶ
τὴν πρώτην ὀξυτονοῦντες ὡς ἄπελθε , φησὶν ὁ Τρύφων παρατιθέμενος Φιλήμονα τὸν † ἀγξωνέα † , † ὡς † Θεττάλην
5812535 ἐπιχειρω
εἰ δὲ δή τι κἀμοὶ λόγου πρόσεστιν ἄξιον καὶ παιδεύειν ἐπιχειρῶ , οὐ πατήρ , ὡς ἔοικε , μόνον ,
καὶ τὴν γλῶτταν ἀπολλύουσιν ὑπὸ τῆς σοφίας . Ἐγὼ δὲ ἐπιχειρῶ μέν , ὦ ἄνδρες , καὶ προθυμοῦμαι εἰς τὴν
5805446 Λεοντινος
, , , . . . . Γ . ὁ Λεοντῖνος ἐπὶ τέρματι ὢν τοῦ βίου καὶ γεγηρακὼς εὖ μάλα
. . . δηλοῖ δὲ τοῦτο Γ . τε ὁ Λεοντῖνος ἐν πολλοῖς πάνυ φορτικήν τε καὶ ὑπέρογκον ποιῶν τὴν
5803037 Κλειτοφων
ὁ δὲ κρούσας τὴν σορόν , “ Ἐπεὶ τοίνυν ἀπιστεῖ Κλειτοφῶν , ” ἔφη , “ σύ μοι , Λευκίππη
: Ἐμοὶ Φοινίκη γένος , Τύρος ἡ πατρίς , ὄνομα Κλειτοφῶν , πατὴρ Ἱππίας , ἀδελφὸς πατρὸς Σώστρατος , οὐ
5800730 Μενεξενος
, κινδυνεύομεν ὄναρ πεπλουτηκέναι . Τί μάλιστα ; ἔφη ὁ Μενέξενος . Φοβοῦμαι , ἦν δ ' ἐγώ , μὴ
ἢ Γρῦλος αʹ , Νήρινθος αʹ , Σοφιστὴς αʹ , Μενέξενος αʹ , Ἐρωτικὸς αʹ , Συμπόσιον αʹ , Περὶ
5797498 ἐπισταμαι
ἀρχὴν Σκαμανδρίῳ τῷ παιδὶ κατέλιπεν . ταῦτα δὲ ἔχοντα οὕτως ἐπίσταμαι σαφῶς ὅτι οὐδεὶς ἀποδέξεται , φήσουσι δὲ ψευδῆ πάντες
ἐκ φιλανθρωπίας κτήσασθαι δόξαν , καὶ οὕτως ἐγώ σε καλῶς ἐπίσταμαι ὥστε καὶ ὑπεσχόμην αὐτοῖς τὰ βελτίω , καὶ νῦν
5794171 λοιδορουμενος
κἂν ] αὐτὸς γενόμενον ἄσμενος . εὐθὺς μαχεῖται πᾶσι , λοιδορούμενος εἰς τοὺς βίους οὓς ζῶσι : σὲ δ '
ἀλλ ' οὗτος πρᾶγμ ' ἑόρακεν μιαρὸν καὶ ἀναιδές . λοιδορούμενος γὰρ ἐν ταῖς ἐκκλησίαις καὶ προπετῶς ἅπασι προσκρούων ,
5787966 Πελληνευς
τοῦ Οἰβώτα ποιήσασι καὶ τὴν εἰκόνα ἀναθεῖσιν ἐς Ὀλυμπίαν Σώστρατος Πελληνεὺς σταδίου νίκην ἔσχεν ἐν παισί . διαμένει δὲ ἐς
! ! Χαίρων | [ ] δ ' ὁ [ Πελληνεὺς ] [ ] ἐν Ἀκαδημείαι | μὲν [ ]
5787047 Λυσικλει
Ἀνύτῳ μὲν διαλεγόμενος βυρσέων ἐμέμνητο καὶ σκυτοτόμων . εἰ δὲ Λυσικλεῖ διαλέγοιτο , ἀμνίων καὶ κωδίων : Λύκωνι δὲ δικῶν
' ἐπὶ τὸ μυροπώλιον τὸ μὲν γραμματεῖον ? τιθέμεθα παρὰ Λυσικλεῖ Λευκονοεῖ : τὰς δὲ τετταράκοντα μνᾶς ἐγὼ καταβαλὼν τὴν
5782005 εὐλογω
: σύνθετον δὲ τὸ ἀπὸ δύο συγκείμενον λέξεων , οἷον εὐλογῶ , φιλοσοφῶ : καὶ γὰρ τὸ εὐλογῶ ἀπὸ τοῦ
οὐ παράγεται καὶ διὰ τοῦτό ἐστι πρωτότυπον , τὸ δὲ εὐλογῶ ἀπὸ τοῦ εὖ παράγεται καὶ τοῦ λέγω καὶ διὰ
5777625 κασιγνητωι
ἤλπιζεν ἐκδώσειν ποτέ . εἴφ ' , ὡς ἀκούσας σῶι κασιγνήτωι λέγω . ἐν τοῖσδ ' ἐκείνου τηλορὸς ναίω δόμοις
τότ ' ἀσπίδων ἐγνώρισα , σπονδὰς ὅτ ' ἦλθον σῶι κασιγνήτωι φέρων : ἃ προσδεδορκὼς οἶδα τοὺς ὡπλισμένους . ]
5773451 γελᾳς
τοιαύτη σοφία τῶν νῦν ἀνθρώπων . Κἀγὼ εἶπον : Τί γελᾷς , ὦ Κλεινία , ἐπὶ σπουδαίοις οὕτω πράγμασιν καὶ
. Βοῇς : δεῖ γινώσκειν , ὅτι τὸ βοᾷς καὶ γελᾷς οἱ Δωριεῖς βοῇς καὶ γελῇς λέγουσιν . καὶ μηδεὶς
5770543 Καλλιστ
ἐπὶ τὰς ἀμείκτους πορευοίμεθ ' ἂν ἐν τῷ μέρει . Κάλλιστ ' εἶπες . Ἐγὼ δὴ πειράσομαι μεταβαλὼν σημαίνειν ἡμῖν
Πῶς λέγεις ; Αὐτὴν τὴν διέξοδον ἀπόκρισίν σοι ποιήσομαι . Κάλλιστ ' εἶπες . Ἔστι τοίνυν πάντα ἡμῖν ὁπόσα δημιουργοῦμεν
5770181 στρεβλωθεις
ὁ Ἐλεάτης τὴν Νεάρχου τοῦ Μυσοῦ καταλύων τυραννίδα ἥλω καὶ στρεβλωθεὶς τοὺς μὲν ἑαυτοῦ ξυνωμότας ἀπεσιώπησεν , οἳ δ '
καὶ ὑπὸ σοῦ ἀπολλύμενος τοιουτοσὶ ἐγένετο [ καὶ Ξενοφῶν ὁ στρεβλωθεὶς καὶ Ἱππίας ὁ Θάσιος ] : σὺ δ '
5769895 κοπιω
ἀτιτάλλω ἐκ τοῦ α στερητικοῦ μορίου καὶ τοῦ ταλάσσω τὸ κοπιῶ . σημαίνει δὲ τὸ ἀναπαύω καὶ μὴ διὰ κόπου
περιπατοῦς ' ὥσπερ Πλάτων σοφὸν οὐδὲν εὕρηκ ' , ἀλλὰ κοπιῶ τὰ σκέλη . καὶ ἐν Ἀγκυλίωνι : λέγεις περὶ
5766190 Αὐτολυκος
ψήφισμα . . . εἰ Τίμαρχος ] ἀπίθανον ὡς ὁ Αὐτόλυκος ἐμπειρότερον τῆς βουλῆς ἔφη τὸν Τίμαρχον . . .
Τίμαρχον . . . . τοιαύτην τινὰ συγγνώμην ] ὁ Αὐτόλυκος συγγνώμην ἔφη Τιμάρχῳ ἔχειν : οὗτος γὰρ ἴσως ᾠήθη
5764101 ἀγαμαι
, ἔφη , ὦ Σώκρατες , ἄλλα τέ σου πολλὰ ἄγαμαι καὶ ὅτι νῦν ἅμα χαριζόμενος Καλλίᾳ καὶ παιδεύεις αὐτὸν
ἀλείφεσθαι τὸ σῶμά μοι πρίω μύρον ἴρινον καὶ ῥόδινον , ἄγαμαι Ξανθία καὶ τοῖς ποσὶν χωρὶς πρίω μοι βάκχαριν .
5764066 ἀρεσαι
, καὶ λοιπὸν τῶν πλουσίων ἀγοραζόντων τοὺς τόπους , βουλόμενος ἀρέσαι τῷ δήμῳ καὶ τοῖς πένησιν , ἵνα ἔχωσι καὶ
Σωκράτης ἔφη : Πότερα δέ , ὦ Χαιρέκρατες , οὐδενὶ ἀρέσαι δύναται Χαιρεφῶν , ὥσπερ οὐδὲ σοί , ἢ ἔστιν
5754747 Τερψιων
Θηβαῖος καὶ Κέβης καὶ Φαιδώνδης καὶ Μεγαρόθεν Εὐκλείδης τε καὶ Τερψίων . Τί δέ ; Ἀρίστιππος καὶ Κλεόμβροτος παρεγένοντο ;
γέροντα Θούκριτον ζῆν ἔτι ; Δικαιότατον μὲν οὖν , ὦ Τερψίων , εἴ γε ὁ μὲν ζῇ μηδένα εὐχόμενος ἀποθανεῖν
5751014 ἐγχεοι
κάλλιστα διαθείη , αὐλοὺς ἐναρμόσας ἐς τὰ τρυπήματα , καὶ ἐγχέοι ἡσυχῇ ἐς ἓν τῶν χαλκείων ὕδωρ μέχρις οὗ ἐμπλησθῇ
θείως , καθάπερ εἴ τις εἰς φρέαρ βαθὺ βορβόρω πλῆρες ἐγχέοι καθαρὸν καὶ διειδὲς ὕδωρ : τόν τε γὰρ βόρβορον
5743945 ἀληθευων
ἁπλοῦν αὐτοῦ ἴσχει τὸ νόημα , καθ ' ὃ γίνεται ἀληθεύων περὶ τῶν αἰσθητῶν ἄνευ συνθέσεως , ἀναλογῶν τῇ ἁπλῇ
τοῦτο τὴν ὑπόστασιν λαμβάνει . μηδενὸς δὲ ψευδομένου οὐδ ' ἀληθεύων τις ἔσται , καὶ μηδενὸς πλανωμένου οὐδ ' ἀπλανὴς
5739620 σπουδασαι
τηλικαύτην ἡμῖν ὠφέλειαν καὶ διάγνωσιν , διὰ τοῦτο δέον ὁλοσχερῶς σπουδάσαι πρὸς κατανόησιν τῶν ὑπὸ τῆς θεωρίας τοῦ οὔρου διδασκομένων
αὐτοὺς καὶ διὰ τἄλλ ' ἃ πέπρακται τῇ πόλει , σπουδάσαι δεῖξαι πᾶσιν ἀνθρώποις ὅτι καὶ πρότερον καὶ νῦν καὶ
5738017 ἁγω
ἤτε κλεπίαν [ ] | ἀτῶντι . | οὐκ ἐτὸς ἁγὼ μέτρα χέω [ Λίνον ] οὐκ ἐξίκει [ :
αὐτῆς θέλω τόνδ ' , ἐκβαλοῦσα λέκτρα τἀκείνης βίαι : ἁγὼ τὸ πρῶτον οὐχ ἑκοῦς ' ἐδεξάμην , νῦν δ
5737211 ἐδημηγορει
ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι , καλὰ καὶ τῆς πόλεως ἄξι ' ἐδημηγόρει . ἐπειδὴ δ ' ἀφίκετ ' εἰς Μακεδονίαν καὶ
, οἷον καὶ πρότερόν ποτ ' Ἀριστόμαχος παρ ' ὑμῖν ἐδημηγόρει , ὡς οὐκ ἔστιν ὅπως ποτὲ Κερσοβλέπτης αἱρήσεται Χερρόνησον
5735264 ὑποκρινομενος
. Εἴρων : ὁ τὴν ἀλήθειαν ἐν τῷ ψεύδει λέγειν ὑποκρινόμενος . Ἐὰν δὲ προαιρῆται ἐκκλητευθῆναι μᾶλλον . Ἐκκλητευθῆναι :
κατάβαλε λοιπὸν , ὦ Μίκων , παίζειν ταυτηνὶ τὴν κρίσιν ὑποκρινόμενος : ἔξεστι , λέγεις , μετὰ Μαραθῶνα καὶ τρόπαιον
5731761 Κριτιᾳ
ὠργίζοντο τῷ Σωκράτει . Οἵα μὲν οὖν ἡ συνουσία ἐγεγόνει Κριτίᾳ πρὸς Σωκράτην καὶ ὡς εἶχον πρὸς ἀλλήλους , εἴρηται
, τοῖς δὲ χρυσουργοῖς καὶ δακτυλιογλύφοι : τὸ ὄνομα παρὰ Κριτίᾳ καὶ Πλάτωνι , Φιλύλλιος δὲ ἐν Πόλεσι δακτυλιουργὸν ὠνόμασεν
5730397 ἐγκωμιαζω
καὶ τοῖς ἄλλοις παρακελεύομαι , καὶ νῦν τε καὶ ἀεὶ ἐγκωμιάζω τὴν δύναμιν καὶ ἀνδρείαν τοῦ Ἔρωτος καθ ' ὅσον
Ζηνόβιος καὶ ἐμονῴδουν ἀπελθὼν τοῦ τάφου . καὶ μικρὸν ὕστερον ἐγκωμιάζω τὸν διδάσκαλον μακροτέρῳ λόγῳ καὶ ἔδοξεν οὐ φαύλους κεκομίσθαι
5728099 ὁμολογω
' εἴρηκεν ὁ Κύνουλκος , ἀλλ ' ἐρωτικὸς μὲν εἶναι ὁμολογῶ , ἐρωτομανὴς δὲ οὔ . τίς δ ' ἔστ
δείξῃ τις ἢ φωνήν τι ἢ ψυχὴν ἔχον , ἀδικεῖν ὁμολογῶ καὶ παραβαίνειν τὸν νόμον . Πῶς ἐπινεφεῖ τὸ πρῶτον
5727321 Ἑρμησιανακτι
ὀνόματα εἰπὼν Αἴγλης εἶναι θυγατέρας καὶ Ἡλίου φησὶν αὐτάς . Ἑρμησιάνακτι δὲ τῷ τὰ ἐλεγεῖα γράψαντι τοσόνδε οὐ κατὰ τὴν
ὢν καὶ τῆς Ἑρμησιάνακτος θυγατρὸς κατεπάλαισαν μὲν παῖδας ἀμφότεροι , Ἑρμησιάνακτι δὲ καὶ ἀπὸ τοῦ κοινοῦ τοῦ Κολοφωνίων ὑπῆρξεν ἀνατεθῆναι
5721239 ἐπιτιμων
λέγοι λέγειν . καὶ ταῦτα αὐτὸς πρὸς αὐτὸν ἔφην πολλάκις ἐπιτιμῶν , ὁ δ ' ἐμειδίασέ τε καὶ οὐκ ἠρνήσατο
ἡμᾶς ἐπισφάττεις , ὦ Μῶμε , οὐκ ἐν καιρῷ νῦν ἐπιτιμῶν . Ὅρα οἷα ποιεῖς , ὦ ἀλιτήριε Δᾶμι ,
5717910 ἀνεγινωσκε
δὲ Τιρίβαζος πρὸς μὲν τὴν κατὰ τὸν Εὐαγόραν διαβολὴν [ ἀνεγίνωσκε ] τὴν ὑπ ' Ὀρόντου γεγενημένην . . .
τῶν ποδῶν βασιλεῖ τὰ τὸν ἔλεγχον ἔχοντα γράμματα καὶ κελεύοντος ἀνεγίνωσκε καὶ τοῖς μανεῖσιν οὐδαμόθεν ἦν σωθῆναι , γονάτων τε
5704701 Κολοφωνιου
, καλεῖσθαι λέγων καὶ λοιβίδας τὰ σπονδεῖα ὑπὸ Ἀντιμάχου τοῦ Κολοφωνίου . ΛΕΣΒΙΟΝ ὅτι ποτηρίου εἶδος , Ἡδύλος παρίστησιν ἐν
καλά . ταῦτ ' εἴληφεν ὁ Εὐριπίδης ἐκ τῶν τοῦ Κολοφωνίου ἐλεγείων Ξενοφάνους οὕτως εἰρηκότος : ἀλλ ' εἰ μὲν
5703490 Ἀλωπεκηθεν
σώφροσι . καὶ νῦν ἔχω γυναῖκα τὴν Κριτοδήμου θυγατέρα τοῦ Ἀλωπεκῆθεν , ὃς ὑπὸ Λακεδαιμονίων ἀπέθανεν , ὅτε ἡ ναυμαχία
καὶ πρὸς ὑμᾶς ἧκεν Ἀριστόμαχος πρεσβευτὴς παρ ' αὐτῶν ὁ Ἀλωπεκῆθεν οὑτοσί , ὃς ἄλλα τ ' ἐδημηγόρει παρ '
5700477 συμφημι
συγκατατίθεμαι , συμμαρτυρῶ , πείθομαι , ὁμογνωμονῶ , ὁμοδοξῶ , σύμφημι , συνέπομαι , συνδοκῶ , ἐπινεύω , συνεπαινῶ ,
βασιλεύει Βαβυλωνίων . εἰ δέ τῳ δοκεῖ μῦθος τοῦτο , σύμφημι πειρώμενος ἐς ἰσχὺν κατεγνωκέναι αὐτόν : Ἀχαιμένη γε μὴν
5696776 λεξειν
ὁ Κῦρος , νομίζων τοὺς ἰόντας Ἀρμενίων καὶ Χαλδαίων τοιαῦτα λέξειν περὶ αὐτοῦ οἷα αὐτὸς ἐπεθύμει πάντας ἀνθρώπους καὶ λέγειν
τι μέλλειν λέξειν αὐτόν : ἢ ὅτι ὑπερπέπεισαι τόδε αὐτὸν λέξειν : ἢ ὅτι αὐτὸν χρὴ τῶνδε τῶν λόγων ἀποκλείεσθαι
5694162 ἀκηκοεναι
καὶ τίνας τοῖς ἐναντίοις λειπτέον ῥυθμούς . οἶμαι δέ με ἀκηκοέναι οὐ σαφῶς ἐνόπλιόν τέ τινα ὀνομάζοντος αὐτοῦ ξύνθετον καὶ
τε καὶ λέγῃ . Ὁ δὲ Φαῖδρος οὔ φησιν οὕτως ἀκηκοέναι , ἀλλὰ ἐκείνως , ὅτι οὐδὲν δεῖ τὴν ἀλήθειαν
5693228 Διονυσοδωρε
. Ὑμεῖς ἄρα , ἦν δ ' ἐγώ , ὦ Διονυσόδωρε , τῶν νῦν ἀνθρώπων κάλλιστ ' ἂν προτρέψαιτε εἰς
ἔφη , καὶ σφόδρα γε : ἢ σύ , ὦ Διονυσόδωρε , οὐκ οἴει εἶναι ἀντιλέγειν ; Οὔκουν σύ γ
5688694 Συ
περὶ τῆς ὁδοῦ ἐπεθύμει δὲ ὥσπερ καὶ ὁ πατήρ . Σὺ δ ' αὐτῷ λέγεις , Νίκην σοι φαίνουσι θεοὶ
πάσχουσιν , οἱ μὲν ἐπιπηδήσαντες , αἱ δὲ κατανωτισάμεναι ; Σὺ δέ με ἀξιοῖς συγκατακλινῆναι καὶ ταῦτα γυμνήν ; Καίτοιγε
5687429 Δημοκριτε
Ἱππόκρατες ; ἐγὼ δὲ , οὐδὲν , ἔφην , ὦ Δημόκριτε , ἀλλ ' οὐκ οἶδ ' ὅπως προὔπεσον :
καὶ τυγχάνω ἐκ πατέρων ἴδιος ξένος : ἀλλὰ σὺ , Δημόκριτε , τῇ κρείσσονί με ξενίῃ δέχου , καὶ πρῶτόν
5687126 ἀμφιγνοω
δ ' ἀμφιβάλλω , ἀπιστῶ , ὑποπτεύω , ἐνδοιάζω , ἀμφιγνοῶ , ἀντιλέγω , ἀμφισβητῶ , διαπορῶ , εἰκάζω ,
Ἀμφιγνοῶ κάλλιον ἢ ἀμφιβάλλω . Πλάτων ἐν Γοργίᾳ : „ ἀμφιγνοῶ μέντοι , ὦ Πῶλε , ἐφ ' ἑκάστου ὧν
5684249 Μενανδρου
καὶ μέντοι καὶ βιάσασθαι ὑπὲρ τὰ μικρὰ μειράκια τὰ τοῦ Μενάνδρου ἐν ταῖς παννυχίσιν ἀκόλαστα . λαγνίστατον δὲ καὶ ὁ
ποιεῖν . ἵνα μή τις , φησί , ἐκεῖνον τοῦ Μενάνδρου λαρυγγίσῃ : οὐδὲ εἷς μάγειρον ἀδικήσας ἀθῷος διέφυγεν .
5681415 θυγατριδουν
τῇ Λευκαδίων καὶ αὐτόχθονά τινα Λέλεγα ὀνομάζει , τούτου δὲ θυγατριδοῦν Τηλεβόαν , τοῦ δὲ παῖδας δύο καὶ εἴκοσι Τηλεβόας
ἀφεῖσο τούτων , τὸν δὲ θυγατριδοῦν λαβὼν ἔνδον πρόσειπε . θυγατριδοῦν , μαστιγία ; παχύδερμος ἦσθα καὶ σύ , νοῦν
5677279 Ἀνδροκλης
Ἰοκάστος , Ξοῦθος , Φαρακλός , Χρύσιππος , Φερήμων καὶ Ἀνδροκλῆς : ταῖς δὲ παρ - θένοις Ἴφθη , Αἰόλη
. λέγε τὴν συγγραφήν , εἶτα τὰς μαρτυρίας . Ἐδάνεισαν Ἀνδροκλῆς Σφήττιος καὶ Ναυσικράτης Καρύστιος Ἀρτέμωνι καὶ Ἀπολλοδώρῳ Φασηλίταις ἀργυρίου
5674702 εἰληφ
ἄλλως ἀποθανεῖν . ἰσχυρικός ἐπιπονώτερον ἔργον μὰ τὸν Διόνυσον οὐκ εἴληφ ' ἐγώ , ἀφ ' οὗ παρασιτῶ . μεμβράδας
ποθ ' ὁ πατήρ , ἐπώμοσα . τὸ παιδίον γενόμενον εἴληφ ' οὐ πάλαι : ἀπὸ ταὐτομάτου δὲ συμβέβηκε καὶ
5674658 Ὀρθοτατα
μεγίστου ἡ σκέψις , ἀγαθοῦ τε βίου καὶ κακοῦ . Ὀρθότατα , ἦ δ ' ὅς . Σκόπει δὴ εἰ
ἢ τὴν τοῦ ἀγαθοῦ μοῖραν αὐτὴν τιθέντες ὀρθῶς θήσομεν ; Ὀρθότατα μὲν οὖν . Οὐκοῦν ὅπερ ἀρχόμενος εἶπον τούτου τοῦ
5674066 Θρασυμαχον
, φαίνου γελῶν καὶ λογίζου τὸν Ἄνυτον , ἐννόει τὸν Θρασύμαχον , καὶ σκόπει πόθεν ἐπῄει τὸ λοιδορεῖν ἑτοιμότερον .
τὰ ῥητορικὰ παραγγέλματα , καὶ οὔτε οἱ περὶ Θεόδωρον καὶ Θρασύμαχον καὶ Ἀντιφῶντα σπουδῆς ἄξιον οὐδὲν εὗρον οὔτε Ἰσοκράτης καὶ
5673982 Κηφισοδωρος
δ ' ὄνος ἡμᾶς ὡς ὁρᾷ , [ ὡσπερεὶ ] Κηφισόδωρος περὶ τὸ βῆμ ' ἐπέρδετο . Ἤδη προσενήνεκται .
. λύχνα δ ' οὐδετέρως εἶπεν Ἡρόδοτος . λυχνοκαυτίαν δὲ Κηφισόδωρος ἣν οἱ πολλοὶ λυχναψίαν . ἀσσαρίου κανδήλας πρίω ,
5672796 μεμαθηκεναι
καὶ ἀλαζονείας ὡς ὀρθῶς ἀπέχονται Χριστιανοί , ἀρκούντως σε νομίζω μεμαθηκέναι . Τὸ δὲ τῆς ἰδίας αὐτῶν θεοσεβείας μυστήριον μὴ
ὡς ἔοικεν , ἀναπέφανται , καὶ κινδυνεύεις παρ ' Ὁμήρου μεμαθηκέναι αὐτό : καὶ γὰρ ἐκεῖνος τὸν τοῦ Ὀδυσσέως πρὸς
5669026 ὀσφραινομαι
θαυμάζων ἱππέων ἔφοδον . προφάσεις δὲ ἐξευρίσκουσι γελοίως . κρομμύων ὀσφραίνομαι : Τοῦτο γὰρ συμβαίνει , τὸ δακρύειν ἀκουσίως ,
ἐστιν ; Ἱππέας ὁρῶ . Τί δῆτα κλάεις ; Κρομμύων ὀσφραίνομαι . Ἐπεὶ προτιμᾷς γ ' οὐδέν ; Οὐδέν μοι
5664728 Ὠγαθε
μέντοι οὐδὲν λέγω . Τί δή , ὦ Σώκρατες ; Ὠγαθέ , ἐννενόηκά τι σμῆνος σοφίας . Ποῖον δὴ τοῦτο
τίνος σοι φῶμεν μάλιστ ' εἰρῆσθαι τοῦτον τὸν λόγον ; Ὠγαθέ , καὶ αὐτὸς ἐμαυτοῦ νυνδὴ κατεγέλασα . ἀποβλέψας γὰρ

Back