κάλλιόν τοι , εἶπεν , εἰ φιλόπολις ἐκάλου μᾶλλον ἢ φιλολάκων . οὕτως αἱ κατὰ φύσιν ἡμῶν σχέσεις παρὰ πᾶσι
, ὡς ἔοικε , φιλότιμος ὤν , καὶ οὐχ ἧττον φιλολάκων καὶ φιλοκλέαρχος , ἀεί τινας ἐν τῆι διηγήσει χώρας
5604081 Ἠλειον
διδύμων τὸν ἕτερον Λακεδαιμόνιον ὠνόμασε , τὸν δ ' ἕτερον Ἠλεῖον , ἐκ γυναικὸς αὐτῷ Κλειτορίας γενομένους , ὡς Στησίμβροτος
' οὗ Ἐρετρικὴ ἡ φιλοσοφία ἐπικέκληται . Φαίδωνα δὲ τὸν Ἠλεῖον οὐδεὶς ἠγνόησε τῶν Σωκρατικῶν εἰς πρῶτα ἥκειν ὑπειλημμένον *
5475817 Λακεδαιμονιον
ἄλλους Ἀρκάδας ἀστυγείτονας ὄντας ; ἔνθ ' οὐδεὶς εὕρηκέ πω Λακεδαιμόνιον ἄρχοντα , ὥσπερ οὖν ἐνθάδε Μακεδόνα : πολιτείας δὲ
ναῦς μακρὰς ἄγων τριάκοντα παρὰ τῶν συμμάχων καὶ ναύαρχον Φαρακίδαν Λακεδαιμόνιον . Μετὰ δὲ ταῦτα Διονύσιος μὲν καὶ Λεπτίνης μετὰ
5245083 Κριτιας
. Ὀνομαστ . : . . . ἃ δὲ ποδεῖα Κριτίας καλεῖ , εἴτε πίλους αὐτὰ οἰητέον εἴτε περιειλήματα ποδῶν
ἱκανῶς ἔχειν . Εἶεν : ἀλλ ' , ἔφη ὁ Κριτίας , ὦ Χαρμίδη , ἢν δρᾷς τοῦτο ἔμοιγ '
5230341 Φρυνιχον
δὲ περὶ Σάμον συνεστρατήγησε κατὰ τὸν καιρὸν τοῦτον τοῖς περὶ Φρύνιχον . Ναυσιμάχη δὲ πόρνη καὶ Σαλαβακχώ . Ἄλλως .
ὥσπερ Θρασύβουλον [ καὶ Ἀπολλόδωρον ] : καίτοι εἴπερ ἀπέκτεινε Φρύνιχον , ἔδει αὐτὸν ἐν τῇ αὐτῇ στήλῃ , ἵνα
5225349 Κριτιαν
. Ὁμοίως δὲ καὶ ἐν Τιμαίῳ : ἐπεὶ δὲ παρὰ Κριτίαν πρὸς τὸν ξενῶνα , οὗ κατελύομεν , ἀφικόμεθα .
ἀλλὰ τοῖς ἀπ ' εὐδοκίμων : οἶδα γὰρ δὴ καὶ Κριτίαν τὸν σοφιστὴν οὐκ ἐκ πατέρων , ἀλλὰ Ὁμήρου δὴ
5205815 Διογενην
τινὰ ψεύδους ἔκγονον καὶ γράμματα συμπλασάμενος ἐξ ἐκείνης πρὸς τὸν Διογένην κομίζει ταῦτα τῷ βασιλεῖ : τῷ δὲ μήθ '
οὐδὲν αὐτῷ προσεῖχον , τέλος ἀγανακτήσας οὐδένα προσίετο . καὶ Διογένην οὖν ἤλαυνεν ἀπὸ τῆς συνουσίας αὑτοῦ . ἐπεὶ δὲ
5138318 Ἁρμοδιον
, τὸν Τελαμῶνα , μηδὲ τὸν Παιῶνα , μηδ ' Ἁρμόδιον . οὐδεὶς πώποτε , ὦ δέσποτ ' , ἀπέθαν
θαυμάζων τὸν ἀλλαντοπώλην ἐπὶ τῇ φιλοτιμίᾳ τῶν καθισμάτων . εἰς Ἁρμόδιον δὲ καὶ Ἀριστογείτονα τὸ γένος ἀνήνεγκεν αὐτοῦ , ἐπεὶ
5124387 Σπαρτιατην
τῷ σοφωτάτῳ τῶν Ἑλλήνων τρίποδα θεῖναι : κριθῆναι δὲ Ἀριστόδημον Σπαρτιάτην , ὃν παραχωρῆσαι Χίλωνι . μέμνηται τοῦ Ἀριστοδήμου καὶ
Μεσσήνιον πλούτῳ καὶ γένει διαφέροντα συνθέσθαι ἀγελῶν κοινωνίαν πρὸς Εὔαιφνον Σπαρτιάτην . ὃν εἰς ἐπιμέλειαν καὶ φυλακὴν παραλαβόντα τάς τε
5082044 Σολων
γ ' , οὐ γάρ ; ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι , Σόλων νομοθέτης καὶ Τιμοκράτης . ὁ μέν γε καὶ τοὺς
τὰ ἐκ τῶν νόμων πράττειν . . . . ὁ Σόλων ] Δράκοντος νεώτερός ἐστι κατὰ τὴν νομοθεσίαν ὁ Σόλων
5057256 Εὐδαμιδας
ἄνευ λύτρων . οἱ μὲν αἰχμάλωτοι εἴσω παρελθόντες εὐηγγελλίζοντο . Εὐδαμίδας δὲ , στρατηγὸς Κρατεροῦ , φυλάττων τὴν πόλιν τοῖς
τὴν ἀρετὴν ζητεῖ , πότε οὖν εἶπεν αὐτῇ χρήσεται ; Εὐδαμίδας ὁ Ἀρχιδάμου , ἀδελφὸς δὲ Ἄγιδος , ἰδὼν Ξενοκράτην
5033936 Μακεδων
περὶ αὐτὸν ἱστοριῶν ἀφηγεῖται Θεόπομπος , οἷς καὶ Μαρσύας ὁ Μακεδὼν ὁμολογεῖ . ὁ δὲ Δοῦρις , ἔδει γὰρ αὐτὸν
Ἱστοριῶν , οὐ μόνον ἐν ταῖς πανηγύρεσιν ἀνεκηρύττετο , Θεμίσων Μακεδὼν , Ἀντιόχου βασιλέως Ἡρακλῆς , ἔθυον δὲ αὐτῷ πάντες
5007349 ἐνδοξοτατους
α Φιλιππικῶν περὶ Ἀλεξάνδρου λέγων φησίν : ἔπειτα τοὺς μὲν ἐνδοξοτάτους ἱππεύειν συνεθίσας ἑταίρους προσηγόρευσε , τοὺς δὲ πλείστους καὶ
ἅπαντας εἶναι πεντήκοντα καὶ τέτταρας . τούτων δ ' ὑπάρχειν ἐνδοξοτάτους Κάστορα καὶ Πολυδεύκην , ἔτι δὲ Ἡρακλέα καὶ Τελαμῶνα
5006136 Ὀλυμπιασι
καλεῖ Πλάτων , ἐθέωσας τὸν ἄνδρα τοῦτον ; Ἢ ὅτι Ὀλυμπίασι πληγῇ μιᾷ πατάξας τὸν ἀνταγωνιστὴν ἀνέῳξε τὴν πλευρὰν αὐτοῦ
δηλοῦσι δὲ αἱ νῖκαι ἃς ἐνίκησε καὶ [ ἐν ] Ὀλυμπίασι καὶ ἐν τοῖς ἄλλοις ἀγῶσιν . αὐτὸς δὲ ἔφυ
5005134 κωμῳδος
καὶ ἕτερον παρεισάγειν πρόσωπον , ὁ δὲ τραγῳδὸς καὶ ὁ κωμῳδὸς οὐ παριστᾷ τὸ οἰκεῖον πρόσωπον λέγον : ὁ δέ
δὲ ἐν τῷ μεγάλῳ θεάτρῳ ὑπε - κρίνατο Ἡγησίας ὁ κωμῳδὸς τὰ Ἡροδότου , Ἰάσων φησίν , Ἑρμόφαντος δὲ τὰ
5002713 Περικλεα
πόλις . ἀλλ ' ἡμεῖς ἀντὶ τῆς πόλεως λάβωμεν τὸν Περικλέα . Περικλῆς τοίνυν τὰ μὲν λέγων , ὡς ἔοικεν
, ὡς δὴ ἱκετὴς τοῦ θεοῦ , οἱ περὶ τὸν Περικλέα οὐ κατασχόντες τὴν ὀργὴν ἀπέκτεινον αὐτὸν κατερχόμενον . τοῦτο
4979302 Ἀριστειδης
ἀπὸ τῶν παρ ' αὐτοῖς ἐπαράτων : τοῦτο δὲ ἱκανῶς Ἀριστείδης ἐν τῷ Περικλεῖ ἐπλάτυνεν : ὃν ἀξιοῖ τις ἀποστῆναι
, ὅπερ Ἰσοκράτης περὶ τῆς τῶν Ἀθηναίων πόλεως εἴρηκε καὶ Ἀριστείδης ἐν τῷ Παναθηναϊκῷ . δεῖ δὲ νομίζειν περὶ πολιτείας
4977813 Μεγαρευς
καὶ Ξενίας ὁ Ἀρκὰς [ στρατηγὸς ] καὶ Πασίων ὁ Μεγαρεὺς ἐμβάντες εἰς πλοῖον καὶ τὰ πλείστου ἄξια ἐνθέμενοι ἀπέπλευσαν
πρὸς γαστέρα νενευκότα , ἀγνοῶν ὅτι Μαίσων γέγονεν κωμῳδίας ὑποκριτὴς Μεγαρεὺς τὸ γένος , ὃς καὶ τὸ προσωπεῖον εὗρε τὸ
4963618 Ἱππιας
, ὥς τινες . Ἀριστοτέλης [ . ] δὲ καὶ Ἱππίας [ ] φασὶν αὐτὸν καὶ τοῖς ἀψύχοις μεταδιδόναι ψυχῆς
. . . : τρίτην δὲ περὶ Ἦλιν , ἧς Ἱππίας μνημονεύει : τετάρτην τὴν ἐν Θεσπρωτοῖς . . .
4963260 Πιττακος
ἀπόκρισιν : κατ ' ἐρώτησιν μὲν οὖν ἐστιν , οἷον Πιττακὸς ὁ Μιτυληναῖος ἐρωτηθείς , εἰ λανθάνει τις τοὺς θεοὺς
Σόλων ὁ Ἐξηκεστίδου καὶ Θαλῆς ἐκεῖνος καὶ παρ ' αὐτοὺς Πιττακὸς καὶ οἱ ἄλλοι : ἑπτὰ δὲ πάντες εἰσὶν ὡς
4959928 παρασιτον
τούτοις τιμῶσι μάλιστα , οἷς καθ ' ἡμέραν καὶ τὸν παράσιτον , ” Καλῶς νὴ Δία ἔγραψεν ὁ παῖς ,
σε ἐν γαστρὶ λαμβάνειν ἀεί . ὁ δ ' αὐτὸς παράσιτον ἀκούσας ὑπὸ γραίας τρεφόμενον συγγιγνόμενόν τε αὐτῇ ἑκάστης ἡμέρας
4959363 Ἰσμηνιας
ἀλλήλοις καὶ ἀρχηγὸς ἑκάτερος τῶν ἑταιριῶν . ὁ μὲν οὖν Ἰσμηνίας διὰ τὸ μῖσος τῶν Λακεδαιμονίων οὐδὲ ἐπλησίαζε τῷ Φοιβίδᾳ
δι ' ἡμῶν ἀνυσθήσεται καὶ μὴ προσκυνήσαντι . ὁ τοίνυν Ἰσμηνίας ἄγε με εἶπε , καὶ προσελθὼν καὶ ἐμφανὴς τῷ
4952011 Ἀθηναιον
ἐκέλευον πέμπειν πρέσβεις . καὶ πέμπουσι Καλλίμαχον Ἀρκάδα καὶ Ἀρίστωνα Ἀθηναῖον καὶ Σαμόλαν Ἀχαιόν . καὶ οἱ μὲν ᾤχοντο .
τῶν τετρακοσίων Φρύνιχον ἀπέκτεινε , καὶ ἀντὶ τούτου φήσει αὐτὸν Ἀθηναῖον τὸν δῆμον ποιήσασθαι , ψευδόμενος , ὦ ἄνδρες δικασταί
4944266 κολακα
τῶν ὁμοεθνῶν τύραννον , μικρὸν μὲν ὄντα τὴν γνώμην , κόλακα δὲ μέγιστον . ἀλλ ' οὐκ Ἀρκαδίων ὁ Ἀχαιὸς
εὐτράπελον καὶ γελωτοποιόν , τινὲς δὲ τὸν μετά τινος εὐτραπελίας κόλακα , καὶ τὸν πανοῦργον καὶ συκοφάντην . γαῖσον :
4911278 Ἀνδοκιδου
, ὡς Φιλόχορος . μόνον δέ φησιν οὐ περικοπῆναι τὸν Ἀνδοκίδου Ἑρμῆν . . . . : εἰ δ '
οἱ ἀγοραῖοι καὶ οἱ μισθαρνοῦντες ἦσαν . . . . Ἀνδοκίδου ] Ἀνδοκίδης περὶ τῶν μυστηρίων : καὶ διὰ ταῦτα
4878604 τεθνηκοτα
εἷς ἕκαστος θερμολουτεῖν ἀεὶ δὲ καὶ ζῶντ ' ἐστὶ καὶ τεθνηκότα τἀν τῇ θαλάττῃ πολέμι ' ἡμῖν θηρία . ἂν
ἔζη , παυσάμενον δὲ τοῦ ζῆν ἄλλῳ παραχωρεῖν τὴν ἐνέργειαν τεθνηκότα τὴν αὐτοῦ κατ ' ἐνέργειαν ζωήν . Ὁ μὲν
4866331 Μενεδημον
“ ἔνδον Ἀσκληπιάδης . ” ἐφ ' ᾧ δυσχεράναντα τὸν Μενέδημον ἕλκειν αὐτόν , τὸν δὲ τοῦτο ἐπιλέγειν . Ζήνων
τοὺς μὴ ἔκ τινος περιουσίας ζῶντας ἀνακαλεῖσθαι καὶ κολάζειν . Μενέδημον οὖν καὶ Ἀσκληπιάδην τοὺς φιλοσόφους νέους ὄντας καὶ πενομένους
4860622 παππον
ἕκαστον τούτων δεικνύει μὲν τὸν φύσαντα , δεικνύει δὲ τὸν πάππον . τὸ δὲ χαίρειν αὐτὸν τοῖς περὶ λόγους πόνοις
ὑποπαρωθῶν ὅπως ἐκεῖνος δοκοίη θάπτειν , ἀλλὰ μὴ ἐγὼ τὸν πάππον . Ἀμφισβητοῦντος δὲ τούτου καὶ τῆς οἰκίας ταύτης καὶ
4855903 Θουκυδιδην
: σημείωσαι ὅτι ἡ Θάσος Παρίων ἀποικία κελεύοντες : τὸν Θουκυδίδην . ἀφικνουμένου αὐτοῦ : τοῦ Θουκυδίδου . αὐτόν :
καὶ τοὺς λοιποὺς κωμικοὺς αἱ κωμῳδίαι , ἢ Ἡρόδοτον καὶ Θουκυδίδην αἱ ἱστορίαι αὐτῶν , ἢ Πυθαγόραν τὰ ἄδυτα καὶ
4853875 βασανιζομενος
ἐπιφέρειν : ἐπειδὴ δὲ ἀνεγνώσθη τὸ γραμματείδιον καὶ ὁ ὕστερος βασανιζόμενος οὐ συνεφέρετο τῷ γραμματειδίῳ , οὐκέτι οἷόν τ '
δὲ τούτοις κατάμιξον καὶ θρῆνον τοῦ πατρός : ὡς δὲ βασανιζόμενος ὁ πρῶτος ἀπέθανεν , εὐθὺς ἐστρέβλου τὸν δεύτερον ,
4840699 Καλλιας
, ὃς ἐφεξῆς τῇ εἰκόνι ἐστὶ τοῦ Σάρδου , Ἀθηναῖος Καλλίας Λυσιμαχίδου πατρὸς ἀναθεῖναί φησιν ἰδίᾳ περιποιησάμενος ἀπὸ τοῦ πρὸς
τῷ πυρὶ τὸν χρυσὸν οἱ βάναυσοι , ἀνωτέρω εἶπον . Καλλίας ἐν τῷ δεκάτῳ τῶν περὶ τὸν Συρακόσιον Ἀγαθοκλέα λόγων
4827267 Ἱππολοχον
τεμεῖν καὶ ἀφορίσαι . . . . Ἴσανδρόν τε καὶ Ἱππόλοχον καὶ Λαοδάμειαν . Λαοδαμείῃ μὲν παρελέξατο μητίετα Ζεύς ,
δ ' ἔτεκε τρία τέκνα δαΐφρονι Βελλεροφόντῃ Ἴσανδρόν τε καὶ Ἱππόλοχον καὶ Λαοδάμειαν . Λαοδαμείῃ μὲν παρελέξατο μητίετα Ζεύς ,
4819828 ἀδελφιδουν
σημείωσαι ὅτι τὸν ἐξάδελφον ἀνεψιὸν λέγει , τὸν δὲ ἀνεψιὸν ἀδελφιδοῦν . . ἐπτοημένοι ] περιεσπασμένοι καὶ πεφροντισμένοι . .
ἐπ ' ἀριστερὰ λέγων καὶ δάκνων , τὸν Ἰόλεων τὸν ἀδελφιδοῦν βοηθὸν ἐπεκαλέσατο , ὁ δὲ αὐτῷ ἱκανῶς ἐβοήθησεν .
4786312 Ἀντιοχον
, Καλύκαδνόν τε καὶ Σαρπηδόνιον , καὶ τάσδε μὴ παραπλεῖν Ἀντίοχον ἐπὶ πολέμῳ , ναῦς δὲ καταφράκτους ἔχειν δυώδεκα μόνας
, τοὺς Μέλανος παῖδας ἐπιβουλεύοντας Οἰνεῖ , Φηνέα Εὐρύαλον Ὑπέρλαον Ἀντίοχον Εὐμήδην Στέρνοπα Ξάνθιππον Σθενέλαον , ὡς δὲ Φερεκύδης φησίν
4774745 ἐτυραννησε
τῶν λοιπῶν ὁμοίως . καὶ ιʹ πόλεις τῆς Κρήτης ἀποσπάσας ἐτυράννησε καὶ μετὰ τὸν Τρωϊκὸν πόλεμον καὶ τὸν Ἰδομενέα τῇ
: Ἀλεύας , ἀπόγονός τις τοῦ Ἡρακλέους , Θετταλός , ἐτυράννησε Θετταλῶν , εἶτα καὶ οἱ τούτου παῖδες . μὴ
4754700 Μιλτιαδην
Ἑλλὰς ἐπὶ τὸν Πέρσην ἐποιεῖτο , ἀπηξίου δὲ οὐδὲ τὸν Μιλτιάδην , οὐδὲ τὸν Κίμωνα , ὡς ἄνδρε ἀρίστω καὶ
Ξάνθιππος ὁ Ἀρίφρονος , ὃς θανάτου ὑπαγαγὼν ὑπὸ τὸν δῆμον Μιλτιάδην ἐδίωκε τῆς Ἀθηναίων ἀπάτης εἵνεκεν . Μιλτιάδης δὲ αὐτὸς
4751196 Ἀριστειδην
τῶν ἀνδρῶν προλαβεῖν ἀκόλουθον ἦν . γνώσῃ γὰρ ἐντεῦθεν τὸν Ἀριστείδην ἐκ τῶν κατὰ μέρος ἐγκωμίων δεινῶς βιαζόμενον παραστῆσαι τοὺς
ἀρετῆς , ὃν ὑπεῖπες : ἄλλον δὲ δὴ σκεψώμεθα , Ἀριστείδην , ὃς ἔθρεψεν μὲν τὸν Λυσίμαχον , ἐπαίδευσε δὲ
4739081 Πολεμαρχος
ὅταν παρακαταθέσθαι δεῖ ἀργύριον καὶ σῶν εἶναι , ὥς φησι Πολέμαρχος , καὶ τούτου ἔλεγχος . εἴτε πυκτικῇ . περὶ
τέμνων . Καταγινέων . καταλύων . Ἄρθμια . φίλια . Πολέμαρχος . ἄρχων πρὸς ὃν κατηγγυῶντο τοὺς ξένους . Ἄφλαστον
4737133 Πολυευκτον
ἑκάστην ἔχουσαν . ” Ὑπερείδης δ ' ἐν τῷ πρὸς Πολύευκτόν φησιν “ εἰσὶ γὰρ ἐν τῇ συμμορίᾳ ” ἑκάστῃ
ἑκάστην ἔχουσαν . ” Ὑπερείδης δ ' ἐν τῷ πρὸς Πολύευκτόν φησιν “ εἰσὶ γὰρ ἐν τῇ συμμορίᾳ ” ἑκάστῃ
4728084 Πολεσιν
εἰς Σικελίαν ἐστράτευον . Γ μέμνηται δὲ αὐτοῦ καὶ Εὔπολις Πόλεσιν ὡς οὖν τίν ' ἔλθω δῆτά σοι τῶν μάντεων
: στρατηγὸς ἦν τοῦ ναυτικοῦ . καὶ Εὔπολις μέμνηται ἐν Πόλεσιν οὕτως περὶ τοῦ Ἀδειμάντου οὐκ ἀργαλέον δῆτ ' ἐστὶ
4727043 ἐντιμοτατος
ἀστοῖς ὡς ξένοις : πάντων τε οἴεται εἶναι πλουσιώτατος , ἐντιμότατος , κάλλιστος , ἰσχυρότατος , φρονιμώτατος , σωφρονέστατος ,
ἀνθρώποις τοῖς νέοις * ἔσχε : ἐκράτησε * πρεσβίστατος : ἐντιμότατος τίμιος * υἱός : αἷμα * νειμάμενος : τοῦτο
4726847 Λινδιος
ἢ γὰρ ἐλθεῖν σου τὴν ἐπιστολήν , % Θεοδωρίδας ὁ Λίνδιος , ἑταῖρος ἡμῶν , ὃν οὐκ ἀγνοεῖς # ,
παιδία . Τὸν δὲ ἀγερμὸν τοῦτον κατέδειξε πρῶτος Κλεόβουλος ὁ Λίνδιος ἐν Λίνδῳ χρείας γενομένης συλλογῆς χρημάτων . . .
4726778 Ἀθηναιος
ψεῦδος ὄν . ΑΙΣΧΙΝΗΣ ὁ ῥήτωρ τὸ μὲν γένος ἦν Ἀθηναῖος , τῶν δήμων Κοθωκίδης , υἱὸς δ ' Ἀτρομήτου
ποτεὀψὲ λέγω ; χθὲς μὲν οὖν καὶ πρώην ἅμ ' Ἀθηναῖος καὶ ῥήτωρ γέγονεν , καὶ δύο συλλαβὰς προσθεὶς τὸν
4710897 Ἀλκιβιαδην
Θεμιστοκλέα καὶ τὸν πόλεμον τὸν Πελοποννησίων , ἢ τὰ περὶ Ἀλκιβιάδην καὶ Θρασύβουλον ; Οὐ γὰρ πρόκειται ἡμῖν ὕλη πολυλογίας
ἵνα ἐκ τρίτων κατακέηται . Πάνυ γε , εἰπεῖν τὸν Ἀλκιβιάδην : ἀλλὰ τίς ἡμῖν ὅδε τρίτος συμπότης ; καὶ
4708080 Διωνα
ἡμῶν ἔλθῃς τὰ νῦν , πρῶτον μέν σοι τὰ περὶ Δίωνα ὑπάρξει ταύτῃ γιγνόμενα ὅπῃπερ ἂν αὐτὸς ἐθέλῃςθελήσεις δὲ οἶδ
ἀφήγησιν . μετὰ γὰρ τὰ περὶ Ἀλέξανδρον καὶ Τιμολέοντα καὶ Δίωνα , μετὰ τὰς περὶ αὐτοὺς ἱστορίας , ἥδε αὐτῷ
4700441 Βυζαντιος
πόλις , ὡς Οὐράνιος . Τὸ ἐθνικὸν Νικηφόριος , ὡς Βυζάντιος . : Νίσιβις , πόλις ἐν τῇ περαίᾳ τῇ
ἑτέρῳ καταλέλοιπε δικαιότητός τε καὶ γνώμης : Κλήμης γὰρ ὁ Βυζάντιος τραγῳδίας ὑποκριτὴς ἦν μὲν οἷος οὔπω τις τὴν τέχνην
4698638 Ἀσπασια
ὠδῖσιν . ἐκ δὴ τούτων ἐν πενίᾳ μὲν ἐτράφη ἡ Ἀσπασία , σωφρόνως μέντοι καὶ καρτερῶς . ὄνειρος δὲ αὐτῇ
ἐν τῷ πρὸς Αἰσχίνην τὸν Σωκρατικὸν , οὗ διάλογος ἐπιγραφόμενος Ἀσπασία . μνημονεύουσι δ ' αὐτῆς πολλάκις καὶ οἱ ἄλλοι
4697954 Θηβαιος
καὶ ἀδίκως διατεθῆναι . Ἅμα δὲ τούτοις πραττομένοις Ἐπαμεινώνδας ὁ Θηβαῖος , μέγιστον ἔχων τῶν πολιτῶν ἀξίωμα , συναχθείσης ἐκκλησίας
εἰσὶν ἴαμβοι ξεʹ . Γ ἄλλως : ἔρχεταί τις ἀνὴρ Θηβαῖος καμὼν τὸν ὦμον ἐν τῷ βαστάζειν τὸ φορτίον ὃ
4694542 Λεωνιδης
ἐκ τῶν ἱρῶν τὰ μέλλοντά σφι ἐκβαίνειν , φανερός ἐστι Λεωνίδης ἀποπέμπων , ἵνα μὴ συναπόληταί σφι . Ὁ δὲ
ὡς Καλλιάναξ , ἢ ὧν τὸν λέοντα καθηγεῖσθαι , οἷον Λεωνίδης , ἢ ἔμπαλιν τελικὸν εἶναι , οἷον Θρασυλέων .
4689374 δημοτην
ὑμῖν ἄξιος Τρυγαῖος Ἁθμονεὺς ἐγώ , δεινῶν ἀπαλλάξας πόνων τὸν δημότην ὅμιλον , καὶ τὸν γεωργικὸν λεὼν Ὑπέρβολόν τε παύσας
* * . . : ὄντα ] ? [ ] δημότην καὶ [ | φαῦλον ] [ ] τὸν ἄνθρωπον
4688027 Ἀριστιωνα
τῆς προσδέσεως τοῦ τονίου . αὕτη ἡ κατασκευὴ κατ ' Ἀριστίωνά ἐστι τὸν Πασικράτους πατέρα , ἐπεί τοί γε κατ
τῆς προσδέσεως τοῦ τονίου . αὕτη ἡ κατασκευὴ κατ ' Ἀριστίωνά ἐστι τὸν Πασικράτους πατέρα , ἐπεί τοί γε κατ
4687944 Ἀρβακης
, ἐὰν αὐτὸς βασιλεὺς γένηται . Ἐνεθυμεῖτο δὲ ὡς καὶ Ἀρβάκης παύσας Σαρδανάπαλλον πρότερον τὴν ἐκείνου τιμὴν ἀφέλοιτο . Καίτοι
οὔτε Μῆδοι κρείσσους Περσῶν , οἷς ἐκεῖνος ἐπίστευσεν , οὔτε Ἀρβάκης φρονιμώτερος ἐμοῦ : τύχη δὲ καὶ μοῖρα κἀμοὶ προδείκνυσι
4686226 Κορινθιον
. Θέωρος : ὁ ποιητὴς Θέωρος ἔφη εἰπεῖν τινα Κάρκινον Κορίνθιον ταῦτα . 〚 ἀποδέχεται δὲ αὐτοὺς πίνοντας ἕνεκα τοῦ
φάναι , Χαλεπὰ τὰ καλά . φασὶ δὲ Περίανδρον τὸν Κορίνθιον καταρχὰς μὲν εἶναι δημοτικόν , ὕστερον δὲ τὴν προαίρεσιν
4675724 Νικιαν
: Νικᾷς . ἐκ μεταφορᾶς τῶν τοῖς ἀκοντίοις ἀγωνιζομένων . Νικίαν : Φρονιμώτατα γὰρ λιμῷ Μηλίους ἀνεῖλεν . ἐλελελεῦ :
ποιμένος ἀντὶ τοῦ μετεχειρίζετο . οὕτω τοι Πολύφαμος : πρὸς Νικίαν ὁ λόγος ἐκ τοῦ ποιητοῦ , ἤγουν : οὕτως
4670980 Βατων
ἔπεσι καὶ Ἀλκμήνην ἐποίησε θυγατέρα Ἀμφιαράου καὶ Ἐριφύλης εἶναι . Βάτων δέ , ὃς ἡνιοχεῖ τῷ Ἀμφιαράῳ , τάς τε
. Ἱερωνύμου δὲ τοῦ Συρακοσίων τυράννου Θράσωνα τὸν Κάρχαρον ἐπικαλούμενον Βάτων ὁ Σινωπεὺς ἱστορεῖ ἐν τῷ περὶ τῆς τοῦ Ἱερωνύμου
4665268 ἐρομενον
ὄντως ᾖ ἀληθὴς ὁ λόγος , πρὸς δέ γε τὸν ἐρόμενον καθόλου τινὰ κατάφασιν ἁπλῆν , οἷον τὴν ἆρα πᾶς
μελιττῶν πλῆθος . ἔφασαν οὖν οἱ Γαλεῶται πρὸς τὸν Διονύσιον ἐρόμενον ὑπὲρ τούτων , ὅτι ταῦτα μοναρχίαν δηλοῖ . Διονύσιος
4663004 Φωκιωνα
φίλοι , τῇ τῶν ἀνθρώπων ἀγριότητι , εἴγε καὶ Ἀθηναῖοι Φωκίωνα τὸν χρηστὸν ἔρριψαν ἄταφον . καὶ Ὀλυμπιὰς δὲ ἔκειτο
. , . Δημοσθένης λέγων ποτὲ ἐπ ' ἐκκλησίας καὶ Φωκίωνα ἰδὼν ἐρχόμενον εἶπεν : Ἡ τῶν ἐμῶν λόγων σφυρὰ
4655809 Εὐρυβιαδην
τῶν πάντων ἡγεμὼν , καὶ τὸν τῶν Λακεδαιμονίων ναύαρχον τὸν Εὐρυβιάδην ὥσπερ παῖδα κοσμῶν καὶ περιστέλλων καὶ προδιδάσκων διεγένετο ,
τοῖς ἡγεμόσιν . ὁ δὲ Θεμιστοκλῆς ὁρῶν τὸν μὲν ναύαρχον Εὐρυβιάδην μὴ δυνάμενον περιγενέσθαι τῆς τοῦ πλήθους ὁρμῆς , τὰς
4649395 Εὐθυμενης
ὄμβρον γίνεσθαι πολύν , ὃν καταρρέοντα πληροῦν τὸν Νεῖλον . Εὐθυμένης δὲ ὁ Μασσαλιώτης αὐτὸς πεπλευκώς φησιν εἰς τὴν ἔξω
χρόνους ἕνεκα κέρδους . πρὸ δώδεκα δὲ ἐτῶν ἦρχεν ὁ Εὐθυμένης Ἀθήνησι . καθάπτεται οὖν τῶν πρεσβευτῶν ὡς ἐπίτηδες χρονοτριβούντων
4646723 κωμῳδιων
δραματουργοῦντες . καινὰς ] νέας . ἰδέας ] ⌈ ὑποθέσεις κωμῳδιῶν . σοφίζομαι ] σοφὸς φαίνομαι : ἢ μηχανῶμαι .
τῶν κωφότητα προσποιουμένων , καὶ πάντα ἀκουόντων . Μύλλος γὰρ κωμῳδιῶν ποιητὴς , ὃς μὴ ἀκούειν ὑπεκρίνετο . Μῦς ἄρτι
4646458 Διαγοραν
ἐκ τῆς Ἀττικῆς : οἱ δ ' Ἀθηναῖοι τῷ ἀνελόντι Διαγόραν ἀργυρίου τάλαντον ἐπεκήρυξαν . Κατὰ δὲ τὴν Ἰταλίαν Ῥωμαῖοι
τῶν κηρυγμάτων τῶν ἐν τοῖς σταδίοις . φασὶ δὲ αὐτῷ Διαγόραν τὸν Μήλιον συνθεῖναι τοὺς νόμους ἐραστὴν γενόμενον . εἶχον
4643555 Κιμωνα
αὐτοὺς ἀμαρτανόντων ἀδικήσομεν ; οὕτω τοίνυν καὶ διὰ ταῦτα μεταστήσαντες Κίμωνα μὲν καὶ οὕτω κατήγαγον ἐντὸς τοῦ χρόνου τοῦ νενομισμένου
πρότερον , ἤκμασε δὲ ἐπὶ Θεμιστοκλέους , κατέβη δὲ εἰς Κίμωνα , ἐφυλάχθη δὲ ὑπὸ Περικλέους , ἐθαυμάσθη δὲ ὑπὸ
4634125 Χαρης
, [ καὶ ] Διὸς ἅμα καὶ βασιλέως ἐγκέφαλος . Χάρης δ ' ὁ Μιτυληναῖος ἐν τῇ πέμπτῃ τῶν περὶ
. καὶ γάρ φασιν , ὅτε ἔπεμψε τὴν λείαν ὁ Χάρης , Βοηδρόμια ἦν . τὸ δὲ βοΐδια ὑποκοριστικόν ἐστιν
4633784 εὐνουχον
καὶ ἐν τοῖς ὕπνοις Καλλιρόην ἰδεῖν , ἕωθεν καλέσας τὸν εὐνοῦχον “ ἄπιθι ” φησὶ “ καὶ παραφύλαττε δι '
γίνεται τροφιμωτέρα , συνουσίας τε ἀποτρέπει , ὅθεν οἱ Πυθαγόρειοι εὐνοῦχον αὐτὴν καλοῦσιν , αἱ δὲ γυναῖκες ἀστυτίδα . Εἰ
4632631 πρεσβυτερον
, ἔστι δὲ οὐδέποτε πρεσβύτερον , ἀλλὰ γίγνεται ἀεὶ ἐκείνου πρεσβύτερον : ἐκεῖνο μὲν γὰρ ἐπὶ τὸ νεώτερον ἐπιδίδωσιν ,
Μεγαρέως φασὶ τοῦ σφετέρου βασιλέως παῖδα Εὔιππον , τὸν δὲ πρεσβύτερον τῶν παίδων αὐτῷ Τίμαλκον ἔτι πρότερον ἀποθανεῖν ὑπὸ Θησέως
4620120 Σπαρτιατης
τὸν ὕστερον χρόνον πωλοῦντες : ἀνεῖπε μὲν ὁ κήρυξ ὁ Σπαρτιάτης , ὥσπερ ἐκ θεῶν του καταπεμφθεὶς , ὅτι ἐκείνη
τὴν Καδμείαν . τοιαύτης δὲ γενομένης παραγγελίας , Φοιβίδας ὁ Σπαρτιάτης , τεταγμένος ἐπί τινος ἡγεμονίας καὶ δύναμιν ἄγων ἐπὶ
4619294 Ὠχος
ἔτη τρία πρὸς τοῖς τετταράκοντα , τὴν δὲ βασιλείαν διεδέξατο Ὦχος ὁ μετονομασθεὶς Ἀρταξέρξης , καὶ ἐβασίλευσεν ἔτη τρία πρὸς
Αἰγύπτιον δεῖπνον . καὶ κελεύσαντος ἐπεὶ παρεσκευάσθη , ἡσθεὶς ὁ Ὦχος τῷ δείπνῳ κακὸν κακῶς σε , ἔφη , ὦ
4617861 ἀκηκοε
ἄλλα ἃ ὑπέσχετο . καὶ ἐν ἀπορρήτῳ ποιησάμενος λέγει ὅτι ἀκήκοε Πολυνίκου ὡς εἰ ὑποχείριος ἔσται Λακεδαιμονίοις , σαφῶς ἀποθανοῖτο
καὶ πάντα ἔθνη , κἂν εἴπῃς ποιητήν , σέ τις ἀκήκοε , μάχεται δὲ οὐδείς : ἡμῖν δὲ ἀνταγωνισταὶ πλείους
4612961 Δημαρατον
ἀρχῆς . εἴχετο δὲ Λεωτυχίδης λόγων οὓς Ἀρίστων ποτὲ ἐς Δημάρατον τεχθέντα ἐξέβαλεν ὑπὸ ἀμαθίας οὐχ αὑτοῦ παῖδα εἶναι φήσας
ἱστάμεναι , κύκλῳ τὰ τείχη φραξάμεναι Κλεομένη μὲν ἀπεκρούσαντο , Δημάρατον δὲ τὸν ἕτερον βασιλέα ἐξώσαντο καὶ τὴν πόλιν ἁλῶναι
4589420 Πεισιστρατος
πλαγκταὶ πέτραι ἐν τῷ πορθμῷ εἰσιν , ὡς Τίμαιος καὶ Πεισίστρατος ὁ Λιπαραῖος . ἐν ὑπερβατῷ δὲ ἀναγνωστέον : ἔστι
λεληθότες ἀπέβησαν καὶ ἀπὸ τῆς θαλάττης ἐγένοντο , ἐξαναστὰς ὁ Πεισίστρατος τῶν ἐνεδρευθέντων τε ἀνδρῶν ἐκράτησεν καὶ διέφθειρεν τοὺς πλείστους
4587788 Κυρον
, κατασβεσθῆναί τε τὴν πυρήν . Οὕτω δὴ μαθόντα τὸν Κῦρον ὡς εἴη ὁ Κροῖσος καὶ θεοφιλὴς καὶ ἀνὴρ ἀγαθός
, ἐπεὶ δ ' ἤκουσεν ἔργα ἀνδρὸς ἤδη διαχειριζόμενον τὸν Κῦρον , ἀπεκάλει δή , ὅπως τὰ ἐν Πέρσαις ἐπιχώρια
4585840 Θηβαιον
τῶν κοινῶν ἐπιμελοῖτο πραγμάτων . οὗτος ὁ λόγος ἀγνοοῦντα τὸν Θηβαῖον ἐλέγχει τὴν πρὸς τὸ Ἱππονίκου μειράκιον συμβουλήν , ὡς
Ἀθηνᾶ δ ' εἶδος αὐλοῦ , ᾧ μάλιστα Νικωφελῆ τὸν Θηβαῖον εἰς τὸν τῆς Ἀθηνᾶς νόμον κεχρῆσθαι λέγουσι . καὶ
4570127 Διονυσοδωρος
. Αὐτίκα δέ γε , ἦ δ ' ὃς ὁ Διονυσόδωρος , ἄν μοι ἀποκρίνῃ , ὦ Κτήσιππε , ὁμολογήσεις
ἐρέσθαι [ τὸν Εὐθύδημον ] εἰ καὶ ὀρχεῖσθαι ἐπίσταιτο ὁ Διονυσόδωρος : ὁ δέ , Πάνυ , ἔφη . Οὐ
4569750 ἐπαλαισεν
ἤσκει , καὶ περὶ τῶν γάμων αὐτῆς Ἡρακλῆς πρὸς Ἀχελῷον ἐπάλαισεν . ἐγέννησε δὲ Ἀλθαία παῖδα ἐξ Οἰνέως Μελέαγρον ,
ἐπεὶ πάλαισμά τι ὁ ἀθλητὴς ὁ ὑπ ' αὐτῷ γυμναζόμενος ἐπάλαισεν , εἶτα ὁ πᾶς ὄχλος ὁ περιεστὼς ἐξεβόησε ,
4554115 αὐλητην
μὲν τὸ βομβυλιὸν εἶδος μελίσσης . σημαίνει δὲ καὶ τὸν αὐλητήν , παρὰ τὸ τοῖς αὐλοῖς βομβεῖν . ἔστι δὲ
χορευτῶν στραφεὶς ἦρε τὰς χεῖρας ἀπὸ πυγμῆς πρὸς τὸν ἐπιφερόμενον αὐλητήν , τότ ' ἤδη κρότος ἐξαίσιος ἐγένετο καὶ κραυγὴ
4553667 Παυσανιας
ἡγεῖτο δὲ τῶν μὲν Ἀθηναίων Ἀριστείδης , τῶν δὲ συμπάντων Παυσανίας , ἐπίτροπος ὢν τοῦ Λεωνίδου παιδός . Μαρδόνιος δὲ
ἀντὶ τοῦ ὁμοίαν ποιησάμενος ʃ ὁ Ἀργίλιος ἐκεῖνος : ὁ Παυσανίας ʃ ὁ Παυσανίας ἐπὰν πάλιν ζητήσῃ τὰς ἐπιστολὰς ἵνα
4553043 ἀμφισβητουντα
: ἐν δὲ τῇ κατὰ πραγματικὴν ἐπαινέσει μὲν καὶ τὸν ἀμφισβητοῦντα ὁ φεύγων , ἑαυτὸν δὲ μᾶλλον ἄξιον ἀποφανεῖ τῆς
ξένην αὐτὴ διά τινων τῆς πόλεως οἰκετῶν , πολίτην δὲ ἀμφισβητοῦντα μὲν τῇ κολάσει πρὸς τοὺς ἀστυνόμους ἐπὶ δίκην ἄγουσα
4551057 Κλεοβουλος
, Χίλων δὲ Λακεδαιμονίους , Μυτιληναίους γε μὴν Πιττακός , Κλεόβουλος δὲ Ῥοδίους . καὶ Ἀναξίμανδρος δὲ ἡγήσατο τῆς ἐς
ὁ ἐμὸς μὲν διδάσκαλος , σὸς δὲ καὶ ἐμὸς φίλος Κλεόβουλος , αὐτὸς ἐν οἷς ἔγραψεν ἐδί - δαξεν .
4549139 Πυθων
καὶ τῆς πόλεως ἐκυρίευσαν . ὁ δὲ τὴν πόλιν προδοὺς Πύθων μετρίας τυχὼν εὐεργεσίας , πρὸ ὀφθαλμῶν λαμβάνων τὴν τῆς
τὴν εἰρήνην ὥστε ἔχειν ἑκατέρους τὰ ἑαυτῶν . εὐδοκίμησεν ὁ Πύθων ] ὥσπερ νῦν μεμφόμενος τοὺς ῥήτορας ἔγραψε Φίλιππος ,
4548083 Ἀστυαγην
τούτων τῶν παντοδαπῶν βρωμάτων . Τί δέ , φάναι τὸν Ἀστυάγην , οὐ γὰρ πολύ σοι δοκεῖ εἶναι κάλλιον τόδε
ὡς χρὴ , θεοῦ συλλαμβανομένου , Πέρσας ἀποστῆσαι , καὶ Ἀστυάγην πειρᾶσθαι τῆς ἀρχῆς παύειν , πιστεύειν τε τῷ Βαβυλωνίῳ
4535516 κωμῳδει
τις γραμματεὺς οὗτος : τῶν πάνυ σπανίων ὄνομα κύριον . κωμῳδεῖ δὲ αὐτὸν ὡς φιλόδικον . Φαεινὸς δέ : φανὸς
δὲ ὡς φιλοδίκους καὶ πρὸς τὸ καταδικάζειν ἑτοίμους τοὺς Ἀθηναίους κωμῳδεῖ . Γ ψήφῳ δακεῖν ] καταδικάζειν . Γ ψήφῳ
4533549 Ἀργειον
. . , : Στάφυλος δὲ ὁ Ναυκρατίτης Πελασγόν φησιν Ἀργεῖον τὸ γένος , μετοικῆσαι δὲ εἰς Θεσσαλίαν , καὶ
λέγω δὲ τοὺς περὶ Κάδμον τε τὸν Μιλήσιον καὶ τὸν Ἀργεῖον Ἀκουσίλαον καὶ μετὰ τοῦτον εἴ τινες ἄλλοι λέγονται γενέσθαι
4532829 ἀνηγορευσεν
εἰπόντος τοῦ Σεβήρου ὁ στρατὸς ἅπας τὸν μὲν Ἀλβῖνον πολέμιον ἀνηγόρευσεν , εὐφημήσαντες δὲ τὸν Σεβῆρον , πᾶσάν τε προθυμίαν
ἐν δύο ταῖς ὑστέραις ἐς χάριν τὴν Ἱέρωνος τοῦ Δεινομένους ἀνηγόρευσεν αὑτὸν Συρακούσιον , τούτων ἕνεκα οἱ Κροτωνιᾶται τὴν οἰκίαν
4530551 Διογενη
φιλόσοφος καὶ τὴν λυσιωιδὸν ἐπαινῶν οὐκ ἐπαύσατο . τοῦτον τὸν Διογένη ὁ μεταλαβὼν τὴν βασιλείαν Ἀντίοχος οὐκ ἐνέγκας αὐτοῦ τὴν
καὶ συναγαγὼν φιλοσόφων καὶ ἐπισήμων ἀνδρῶν συμπόσιον ἐκάλεσε καὶ τὸν Διογένη : καὶ παραγενόμενον ἠξίου κατακλίνεσθαι ἔχοντα τὸν στέφανον καὶ
4528751 παρελυσαν
τοῦ ο , τὴν δὲ δορὰν διὰ τοῦ α . παρέλυσαν : ἀπήλλαξαν , μετέστησαν . Θουκυδίδης ἑβδόμῃ : τὸν
Αἰμίλιον , Ῥωμαῖοι δ ' αὐτὰ πυθόμενοι τὸν μὲν Αἰμίλιον παρέλυσαν τῆς στρατηγίας τε καὶ ὑπατείας , καὶ ἰδιώτης ἐς
4520938 Ἡροδοτος
δὲ ἐν Σικελίᾳ , οἱ δὲ ἐν Αἰγύπτῳ , ὡς Ἡρόδοτος , οἱ δὲ ἐν τῷ ὄρει τῷ κατὰ Βοιωτίαν
. ἔστιν Ὑρία πρὸς τῇ Ἰαπυγίᾳ , Κρητῶν κτίσμα . Ἡρόδοτος ἑβδόμῃ . τὸ ἐθνικὸν Ὑριεύς . Ὑρκανία , πόλις
4518972 Ξανθιππου
δῆθεν τοῖς θεοῖς πρῶτον τιμωροῦντες , εἰδότες δὲ Περικλέα τὸν Ξανθίππου προσεχόμενον αὐτῷ κατὰ τὴν μητέρα καὶ νομίζοντες ἐκπεσόντος αὐτοῦ
ὄντα ἀμφοτέρωθεν Ἀθηναῖον τῶν τοῖς ἀστοῖς ὑπαρχόντων εἴργεσθαι τεθνεώτων αὐτῷ Ξανθίππου καὶ Παράλου τὸν ἐκ τῆς Ἀσπασίας υἱὸν ἐδεῖτο τῶν
4518348 Ἀμεινιας
. διασημότερον δὲ ἠγωνίσαντο [ ] τῆι ναυμαχίαι καὶ ἠρίστευσεν Ἀμεινίας , τῶν δὲ βαρβάρων γυνὴ Ἁλικαρνασὶς τὸ γένος ,
ὃν αἱ σπονδαὶ ἐγένοντο . Ἴσαρχος γάρ , εἶτ ' Ἀμεινίας , μεθ ' ὃν Ἀλκαῖος , εἶτ ' Ἀριστίων
4517427 Μεγαρεα
ἦγε παρὰ Ἀλέξανδρον καὶ Ἀπολλωνίδην τὸν Χῖον καὶ Φησῖνον καὶ Μεγαρέα καὶ τοὺς ἄλλους , ὅσοι τῆς τε ἀποστάσεως τῆς
Φυρόμαχον πάντα φαγεῖν βορόν φησιν . ὅτι φησὶν Ἡρόδωρον τὸν Μεγαρέα σαλπιγκτὴν γενέσθαι τὸ μὲν μέγεθος πηχῶν τριῶν καὶ ἡμίσους
4516784 Κλεων
. τίμημα τάλαντα πεντήκοντα . κλήτορες Κηφισοφῶν Κηφισοφῶντος Ῥαμνούσιος , Κλέων Κλέωνος Κοθωκίδης . ] Ἃ μὲν διώκει τοῦ ψηφίσματος
εἰρήνην ὁ μέν : ὁ Βρασίδας ὁ δέ : ὁ Κλέων πλεῖστα : ἐν πλείστοις πράγμασι ἀπαθής : εὐτυχής .
4515142 Ὀλορου
ταῦτα ἐξεταστέον τοῖς φρονοῦσι καλῶς . Θουκυδίδης τοίνυν ὁ συγγραφεὺς Ὀλόρου μὲν προῆλθε πατρός , τὴν ἐπωνυμίαν ἔχοντος ἀπὸ Ὀλόρου
ἐποίησε Κριτίας , Οἰνοβίῳ δὲ ἔργον ἐστὶν ἐς Θουκυδίδην τὸν Ὀλόρου χρηστόν : ψήφισμα γὰρ ἐνίκησεν Οἰνόβιος κατελθεῖν ἐς Ἀθήνας
4504851 Δημοις
πουλύποδα προφέρονται ἀνάλογον τῷ ποὺς ποδὸς ποδὶ πόδα . Εὔπολις Δήμοις : ἀνὴρ πολίτης πουλύπους ἐς τοὺς τρόπους . Διοκλῆς
ὅτε καὶ τὸν τύραννον βασιλέα ἔλεγον , ὡς Εὔπολις ἐν Δήμοις ἐπὶ τοῦ Πεισιστράτου . τήθη μέν ἐστιν ἡ μάμμη
4502812 Ἀρχελαον
ἀρχαίων Ἀναξαγόραν , καίτοι ἔν τισιν ἀντειρηκὼς αὐτῶι , καὶ Ἀρχέλαον τὸν Σωκράτους διδάσκαλον . . . Γ . [
καὶ Θεόπομπος ἐν τῶι α τῶν Φιλιππικῶν λέγει : τὸν Ἀρχέλαον καλοῦσι καὶ Ἀργαῖον καὶ Παυσανίαν . . . .
4501747 Ζωπυρος
Ἀφροδίτης καὶ Ἔρωτος , ἅπερ πρῶτος ἐποίησεν , ὥς φησι Ζώπυρος , Θησεύς , ἐπεὶ Φαίδρα , ὥς φασιν ,
κατέργαστο , πάντα δὴ ἦν [ ἐν ] τοῖσι Βαβυλωνίοισι Ζώπυρος , καὶ στρατάρχης τε οὗτός σφι καὶ τειχοφύλαξ ἀπεδέδεκτο
4498537 Τιμαρχον
ἐκεῖνος πορνείας γραφὴν ἐνστησάμενος καὶ τοῦ τὰ πατρῷα κατεδηδοκέναι τὸν Τίμαρχον προκατασκευῇ κέχρηται τῇ διδούσῃ κατὰ τῶν ἀσελγῶς ζησάντων ἐξουσίαν
, Ἀθηναῖοι δ ' ἐπ ' αὐτοὺς ἀπέστειλαν Λεωτροφίδην καὶ Τίμαρχον μετὰ μὲν πεζῶν χιλίων , ἱππέων δὲ τετρακοσίων .
4496097 Σικυωνιος
ἐγεγόνεσαν Πτολίχῳ μὲν Συννοῶν ὁ πατήρ , ἐκείνῳ δὲ Ἀριστοκλῆς Σικυώνιος , ἀδελφός τε Κανάχου καὶ οὐ πολὺ τὰ ἐς
, τὴν δὲ Νίκην καὶ τοῦ Ἀρκάδος τὴν εἰκόνα ὁ Σικυώνιος Δαίδαλος : Ἀντιφάνης δὲ Ἀργεῖος καὶ Σαμόλας Ἀρκάς ,
4493359 Κιλικα
ὁ Τύριος παῖδας ἔσχε τρεῖς , Εὐρώπην , Κάδμον καὶ Κίλικα . τῆς δὲ Εὐρώπης ὑπὸ τοῦ Διὸς ἁρπαγείσης ἀπέστειλεν
ἀφιεὶς αἰτίας . ιθʹ . Ὑπερβάντες δ ' Ἀριοβαρζάνην τὸν Κίλικα καὶ Ξενόφρονα τὸν Σικελιώτην καὶ Πειθαγόραν τὸν ἐκ Κυρήνης
4492667 πολλωι
τοὺς παρὰ τὸν ὠκεανὸν τόπους κατοικοῦντες καὶ χώραν εὐδαίμονα νεμόμενοι πολλῶι μὲν εὐσεβείαι καὶ φιλανθρωπίαι τῆι πρὸς τοὺς ξένους δοκοῦσι
πεσεῖν εὐσχημόνως , κατὰ τὴν τραγικὴν παρθένον , οὐχὶ δὲ πολλῶι μᾶλλον εἰς τὰ τῶν κοιμωμένων σώματα διΐξεται τὰ τεκμήρια
4490363 Ῥωμον
αὐτοῖς ὄνομα τίθεται , τῷ μὲν Ῥωμύλον , τῷ δὲ Ῥῶμον . Οἱ δὲ ἀνδρωθέντες γίνονται κατά τε ἀξίωσιν μορφῆς
, ἀπῄει πρῶτος εἰς τὴν πόλιν . οἱ δὲ τὸν Ῥῶμον ἄγοντες ἐπειδὴ κατέστησαν ἐπὶ τὸν βασιλέα , τάς τε
4486980 Μεσσηνιον
τὸν Εὐκλήτου Μεσσήνιον ἀνελόμενον πεντάθλου νίκην καὶ Δαμάρετον καὶ τοῦτον Μεσσήνιον κρατήσαντα πυγμῇ παῖδας , τὸν μὲν αὐτῶν Βοιώτιος Θήρων
Ῥέμον . [ . . . . ] Ὅτι Πολυχάρη Μεσσήνιον πλούτῳ καὶ γένει διαφέροντα συνθέσθαι ἀγελῶν κοινωνίαν πρὸς Εὔαιφνον
4480393 Κλεωνα
τὸν Κλέωνα λέγει . πολλάκις γὰρ προειρήκαμεν ὅτι διαβάλλει τὸν Κλέωνα . συνέθηκε δὲ τὴν λέξιν ἀπὸ τῆς βύρσης καὶ
τὴν ἀναίδειαν . οὐ γὰρ τὸν ἀλλαντοπώλην τοσοῦτον ὅσον τὸν Κλέωνα πονηρὸν ὄντα βούλεται δεῖξαι . ΓΘ ἀπὸ ἐνδόξου καὶ

Back