ἀξιοῖ ἑαυτὸν θεοῖς συγκρίνειν ἀθανάτοις θνητὸν ὄντα . ἐνδειξάμενος δὲ φιλάδελφον ἦθος καὶ μετ ' ἀνάγκης φήσας ζῆν τε καὶ
. γονεῦσιν ἀποπιμπλᾶσι τὸν θυμὸν καλὸν ὑπείκειν . ἀναγκαιότατον τὸ φιλάδελφον ἡγοῦ . αἱ μὲν ἄλλαι φιλίαι φθονοῦνται , ἀδελφὸς
4524306 συκοφαντικον
: λέγοιτ ' ἂν ὅτι ἐν παντὶ πράγματι ἔνεστι καὶ συκοφαντικόν τι . Ἐνδυμίωνος ὕπνος : ἐπὶ τῶν ἐπιπολὺ κοιμωμένων
ἐστι πολίτευμα ἐμόν „ φησιν , ἀντὶ τοῦ φιλαίτιον καὶ συκοφαντικόν . Αἰσχύλος ἐν Ἠδωνοῖς . ” ὅστις χιτῶνας βασσάρας
4245952 ἐπιζητει
δὲ ὅτι θερμὸς ὢν ἐκπέττειν δύναται μᾶλλον καὶ κόπρον οὐκ ἐπιζητεῖ διὰ τὸ ἔχειν ἐν ἑαυτῷ ὃ ἔδει ἐκ τῆς
αἱ αἶγες γάλακτος πλήθουσιν . ἀπὸ κοινοῦ τὸ διώκει , ἐπιζητεῖ . ἁ γέρανος : ἀρχομένου γὰρ τοῦ σπόρου αἱ
4232282 κατοχον
πρὸς δὲ τούτοις ἐπικυρώσαντος μὲν τὴν κτῆσιν τοῦ πολέμου , κάτοχον δὲ καὶ βέβαιον πεποιηκότος τοῦ χρόνου . διδάσκει δέ
, Ἀριστόβουλος δὲ ὧδε ἀνέγραψε . Σύραν γυναῖκα ἐφομαρτεῖν Ἀλεξάνδρῳ κάτοχον ἐκ τοῦ θείου γιγνομένην καὶ ταύτην τὸ μὲν πρῶτον
4226026 γεννημα
φίλη καὶ προσφιλὴς ἡμῖν κούρα καὶ παρθένε Λητογένεια καὶ τὸ γέννημα τῆς Λητοῦς , εὖ καὶ καλῶς καὶ ἐπιστημόνως τὸ
δὲ ὑπὸ τοῦ γεννήσαντος καὶ οἷον εἰδοποιούμενον . Νοῦ δὲ γέννημα λόγος τις καὶ ὑπόστασις , τὸ διανοούμενον : τοῦτο
4184284 παλιναιρετα
[ ] ματέρα [ ] τὰν λιπαρὰν μὲν Αἴγυπτον ἀγχίκρημνον παλιναίρετα οἰκοδομήματα λυθίραμμος διθύραμβα θύσων διθύραμβον Τί κάλλιον ἀρχομένοισιν ἢ
. σημαίνει δὲ καὶ τὰ πάλιν αὐτὰ ἐν Τιμαίῳ : παλιναίρετα γάρ φησι γεγονότα πάντα καὶ διεφθαρμένα . Παμπληθεῖς ,
4153657 ἀθρων
ἐκφέρουσαν . ἀμφ ' ὤμοισιν : ἀμφοτέροις τοῖς ὤμοις . ἀθρῶν : θεωρῶν . αἴσχους : ἁμαρτίας , αἰσχύνης ,
καὶ τοῦ ἀνδρός , οὕτω καθ ' ἕκαστον ἐν μέρει ἀθρῶν , τὰ παθήματα ἑκατέρου λέγε . Τὰ ποῖα ;
4132389 ἀμεμπτον
αὖ ἀφίστανται : αἰ δέ γε τὸν οἰκεῖόν τε καὶ ἄμεμπτον ἐκλελοιπυῖαι τόπον καὶ αὗται ἑπιδιαιροῦνται τῷ λόγῳ . Αἱ
ἀνδρείαν δέ , ἕξιν ἐν θαῤῥήσει καὶ φόβοις τοῖς μέσοις ἄμεμπτον : σωφροσύνην δέ , ἕξιν ἐν αἱρέσει καὶ φυγῇ
4090760 νεογενη
ἠφανίσθαι τῶν ζῴων ηὐξάνετο , τὰ δ ' ἐκ γῆς νεογενῆ σώματα πολιὰ φύντα πάλιν ἀποθνῄσκοντα εἰς γῆν κατῄει .
ἔπειτα πνικτὰ τακερὰ μηκάδων μέλη , χλόην καταμπέχοντα , σάρκα νεογενῆ . τί λέγεις ; τραγῳδίαν περαίνω Σοφοκλέους . ἔστιν
4087938 κυπαριττῳ
γίνεται καὶ ἐν τῇ Κυρηναίᾳ , τὴν μὲν μορφὴν ὅμοιον κυπαρίττῳ καὶ τοῖς κλάδοις καὶ τοῖς φύλλοις καὶ τῷ στελέχει
μὲν γὰρ τὴν πίτυν παρεχόμενα λεπτόγεων τιθεῖ , τὰ δὲ κυπαρίττῳ κομῶντα τῆς ἀργιλώδους λέγει , ἐλάται δὲ ἐκεῖναι τί
4084316 περισσοτεραν
ἰδιώταις καὶ ἀμετόχοις λόγων : ἴσως δὲ καὶ ἵνα πρὸς περισσοτέραν ἔκπληξιν ἐμβάλῃ τὸν γέροντα , μυστήρια ταῦτα ἐκάλεσεν :
ὅτι ] ὅτε . ἴσην ] ὁμοίαν . , οὐ περισσοτέραν . δίκαιον ] εὔλογον . κακόδαιμον ] δυστυχέστατε ,
4045367 Νικομηδειον
ε Ἀστακός τε καὶ Ἡραία καὶ τὸ Μεγαρικόν . . Νικομήδειον : ἐμπόριον Βιθυνίας : Ἀρριανὸς ε Βιθυνιακῶν . .
λεπτὸν ἀναγράφει , τῇ πατρίδι δῶρον ἀναφέρων τὰ πάτρια . Νικομήδειον γάρ [ τι ] τὸ γένος αὑτοῦ ἐν ταύτῃ
4021379 ἀνδρωδες
εὔτονον , ἑστηκός , σῶφρον , ὑγιαῖνον , σεμνόν , ἀνδρῶδες , ἀνδρεῖον , ἀρρενωπόν , ἀπειλητικόν : καὶ τἀναντία
τῶν ἄλλων πολιτῶν ἐν μηθενὶ γένηται μήτε γενναῖον μήτ ' ἀνδρῶδες φρόνημα , πᾶσαν ἐκθηλῦναι ταῖς ἀγωγαῖς τὴν ἐπιτρεφομένην νεότητα
4018599 ἐγγονον
ἔστι δήπου πολυχρονιώτατον ὡς ἐν ποδάγρᾳ τὸ τοῦ φλεγματικοῦ χυμοῦ ἔγγονον ῥεῦμα καὶ ὀδυνηρὸν μετρίως χαῖρόν τε τοῖς κατὰ δύναμιν
Ἀλκμαιωνίδην , τὸν ἀπὸ γένους πολίτην , τὸν τῶν τυραννοκτόνων ἔγγονον , τυραννίδος ἐπιθυμῆσαι , τὴν δὲ νεότητα καὶ τὸ
3990215 ἐξυφαινε
λεγομένοις τὸ συνέδριον , ἐκ τοῦ τεθαρρηκότος ἤδη τὸ λοιπὸν ἐξύφαινε τῶν λόγων : Εἰ δέ τινες ὑμῶν , ὦ
ἄπρακτον εἰς γῆν πέσῃ : Ἐξύφαινε γλυκεῖα . ἢ , ἐξύφαινε τῇ οἰνώνῃ καὶ τῇ κύπρῳ μέλος πεφιλημένον καὶ ἀγαπητὸν
3989449 Χρυσιλλης
. καὶ αὐτὸς δὲ ἐν τοῖς ἐλεγείοις ἐρᾶν μὲν ὁμολογεῖ Χρυσίλλης τῆς Κορινθίας , Τελέου δὲ θυγατρός : ἧς καὶ
. Ἴων δὲ καὶ ἐρωτικώτατος ὁμολογῶν ἐν τοῖς ἐλεγείοις ἐρᾶν Χρυσίλλης τῆς Κορινθίας , Τελέου θυγατρός , ἧς καὶ Περικλῆς
3973136 ἀστειον
: ὕπτιον δὲ κεῖσθαι , τὰ σκέλεα ἐκτεταμένον , οὐκ ἀστεῖον : εἰ δὲ καὶ καταῤῥέοι προπετὴς ἐπὶ πόδας ,
. πλέον ἢ ἐνιαυτῷ πρεσβύτερος ὑπὸ τῆς ἀηδίας γίνομαι : ἀστεῖον . τὸ γὰρ ὑπὸ τῆς ἀηδίας οὕτω διατίθεσθαι ,
3971487 ἰσχνον
ποιῆσαι τὴν μητέρα . τὸν δὲ Πυθαγόραν μετὰ χρόνον ἀνελθεῖν ἰσχνὸν καὶ κατεσκελετευμένον , εἰσελθόντα τ ' εἰς τὴν ἐκκλησίαν
ὕδωρ εἰ μή τι μόριον ἀσθενὲς ὑπόκειται : εἰ πάνυ ἰσχνὸν τὸ σῶμα καὶ γάλα παρέχομεν γυναικεῖον , ἢ ὄνειον
3955533 ἀγαπης
. ἐρῆμοι : τοῦ θεραπεύσοντος . ἀρετῆς : φιλανθρωπίας , ἀγάπης τὰς ὀλοφύρσεις : λείπει ἡ πρός : πρὸς τὰς
ὑγρᾷ . Μνησάμενος : μνησθεὶς , ἀναμνησθείς . φιλότητος : ἀγάπης , φιλίας , μνησθεὶς τῆς κοινῆς τῆς ἀνθρωπότητος φύσεως
3954728 ὑψαγορη
ἐστι : διὸ Ζηνόδοτος ἴσως μετέγραφε : „ Τηλέμαχ ' ὑψαγόρη μέγα νήπιε , ποῖον ἔειπες ; „ . τὸν
Ἀντίνοος δέ μιν οἶος ἀμειβόμενος προσέειπε : “ Τηλέμαχ ' ὑψαγόρη , μένος ἄσχετε , ποῖον ἔειπες ἡμέας αἰσχύνων ,
3942893 Σωφρονα
ἤθελον εὑρεῖν διζόμεναι ψυχὴν εὖρον Ἀριστοφάνους . ἐζήλωσεν δὲ καὶ Σώφρονα τὸν γελωτοποιόν , τὴν μιμητικὴν ὥσπερ κατορθῶσαι βουλόμενος :
δὲ γεγονυῖα πρότερον ἐρωμένη , παρακολουθοῦσα διότι ἀποκτεῖναι βούλεται τὸν Σώφρονα ἡ Λαοδίκη διανεύει τῷ Σώφρονι , μηνύουσα τὴν ἐπιβουλήν
3938048 Ἀπορει
εἶπεν ὁ Πλάτων . καὶ ταῦτα μὲν ἐν τούτοις . Ἀπορεῖ δὲ ὁ Συριανὸς οὑτωσὶ λέγων : εἰ τὸ καθόλου
δὲ ἐν ᾧ ἀπὸ διαφόρων ἀρχόμεναι λήγουσιν εἰς ταὐτόν . Ἀπορεῖ δὲ ἐν τούτοις ὁ Ἀλέξανδρος περὶ τῶν λεγομένων παρὰ
3912898 ἀτεμβειν
πάλαι , ὡς ἐπέοικεν , ἴσην : οὐ γὰρ καλὸν ἀτέμβειν οὐδὲ δίκαιον ξείνους Τηλεμάχου , ὅς κεν τάδε δώμαθ
στερῶν : οὕτως Ὅμηρος ἐν Ὀδυσσείᾳ : οὐ γὰρ καλὸν ἀτέμβειν οὐδὲ δίκαιον ξείνους Τηλεμάχοιο , . , , .
3910738 εὐγηρων
τὸ σοφόν καὶ τὸν σοφόν , τὸ εὔγηρων καὶ τὸν εὔγηρων , εἰ δὲ περισσοσυλλάβως τῇ κλητικῇ , τὸ ἄρσεν
ἀρσενικοῦ ὁμοφωνεῖ , οἷον τὸν σοφόν τὸ σοφόν , τὸν εὔγηρων τὸ εὔγηρων . οὕτως οὖν τὸν ἀξιόχρεων τὸν ἀνάπλεων
3905664 νηπενθες
τὴν τοῦ Τυνδάρεω θυγατέρα ἐπαινῶ τὴν εἰς τὸν οἶνον τὸ νηπενθὲς βαλοῦσαν φάρμακον , οὐδὲ σέ , ὃς παρόντων μὲν
καὶ πεπαντικόν τι μέλος καὶ κατασταλτικὸν μεταχειρισάμενος εὐθὺς ἀνεκρούσατο τὸ νηπενθὲς ἄχολόν τε , κακῶν ἐπίληθον ἁπάντων κατὰ τὸν ποιητήν
3901390 ἰατρευσαι
ἐκ τῆς Θεσσαλικῆς Τρίκκης , καθάπερ τινὲς εἰρήκασιν , ὧν ἰατρεῦσαι τὴν ἄγνοιαν οὐδ ' Ἀσκληπιάδαις τοῦτό γε νομίζω δεδόσθαι
ἐκ τῆς Θετταλικῆς Τρίκκης , καθάπερ τινὲς εἰρήκασιν , ὧν ἰατρεῦσαι τὴν ἄγνοιαν οὐδ ' Ἀσκληπιάδαις τοῦτό γε νομίζω δεδόσθαι
3899395 καταβαλλεται
ὁ βόθρος , οἱονεὶ ὄρυχός τις ὤν , εἰς ὃν καταβάλλεται τὸ φυτόν . ὄρχατος δὲ οἱονεὶ ἔρχατος , διὰ
Πένθος δὲ πιτνεῖ ] κρύπτεται , ἀφανίζεται , καταφέρεται , καταβάλλεται . * καταβάλλεται : * * καταβάλλεται , ἀφανίζεται
3891609 ξυνοιδ
. Καὶ νὴ Δί ' οὐδέπω γε εἴρηχ ' ὅσα ξύνοιδ ' : ἐπεὶ βούλεσθε πλείον ' εἴπω ; Ἀλλ
; στυγεῖς σὺ τοῦ θεοῦ τὰ φίλτατα ; οὐδέν : ξύνοιδ ' ἄντροισιν αἰσχύνην τινά . πόσις δὲ τίς ς
3888704 ἀμπλακιης
πέτρᾳ προσηλῶσθαι τοῦτό φησι . . χειμαζόμενον ] πάσχοντα . ἀμπλακίης ] τίνος ἀμπλακίας ἤγουν πταίσματος κολάσεως ὀλέκῃ καὶ φθείρῃ
, κακόπτερε Μοῦσα θανόντων , φωνῆς ἡμετέρης , σῆς τέλος ἀμπλακίης : ἄνθρωπον κατέλεξας , ὃς , ἡνίκα γαῖαν ἐφέρπει
3885727 ἐμμετρον
πέντε , μὴ τέσσαρα , μὴ τούτων ἄνω παπα δοκῶν ἔμμετρον εὑρεῖν τὸν στίχον , ὡς ἄμετρος πέφυκε τῶν ἑπτὰ
δὲ καὶ ἐν λιθίνῃ στήλῃ Χαλδαικοῖς γράμμασιν ὃ μετενεγκὼν Χοιρίλος ἔμμετρον ἐποίησεν : ἐγὼ δ ' ἐβασίλευσα καὶ ἄχρι ἑώρων
3868824 πυνθανομενης
ἐλεει - νὸν ἐπέστη καὶ πρὸς τὴν δέσποιναν ἀπέβλεψε . πυνθανομένης δ ' ἐκείνης , τί παθὼν οὐκ ἄγει τὸ
προσάξω ὑμῖν εἰς θυσίαν . „ τῆς δὲ γυναικὸς αὐτοῦ πυνθανομένης : ” πόθεν σοι ταῦτα , ἐὰν συμβῇ ὑγιᾶναί
3864875 Γεταν
; μὴ φοβοῦ , ἀλλ ' ὅπερ ἔμελλες ἄρτι τὸν Γέταν λαβὼν ἐπάνηκ ' , ἐκείνωι πᾶν τὸ πρᾶγμ '
μὲν οὖσα τέως , ἀτυχήματι δὲ τὸ ἀτύχημα ἰωμένη . Γέταν δὲ ὁ υἱὸς ἐν εὐρυχώρῳ τῆς οἰκίας ἔδοξε καίειν
3864457 μιμητην
' ὅτῳ παρὰ τοῦ θεοῦ τὸ σκῆπτρον καὶ ὃς ἐκείνου μιμητὴν αὑτὸν πεποίηκεν , οὗτος ταῦτα μαρτυρεῖ προσέχων τε τοῖς
δὲ ἐν ηʹ ζῴων ἱστορίας τὸν ὦτόν φησι κόβαλον καὶ μιμητὴν ὄντα ἀντορχούμενον ἁλίσκεσθαι . Κοινὸν γραμματεῖον καὶ ληξιαρχικόν :
3854077 Τελεου
ἐν τοῖς Ἐλεγείοις ἐρᾶν μὲν ὁμολογεῖ Χρυσίλλης τῆς Κορινθίας , Τελέου δὲ θυγατρός , ἧς καὶ Περικλέα τὸν Ὀλύμπιον ἐρᾶν
Ἐπίσκοπος ; Ἔπεμψε δὲ τίς σε δεῦρο ; Φαῦλον βιβλίον Τελέου τι . Βούλει δῆτα τὸν μισθὸν λαβὼν μὴ πράγματ
3853822 σκευαζεσθαι
ἐδεσμάτων τε καὶ πομάτων καὶ φαρμάκων . Ὁ δὲ Ἀσκληπιάδης σκευάζεσθαι κελεύει τὴν πικρὰν ὡς Θεμίσων , ἥτις καὶ αὕτη
γὰρ καὶ τόδε : τέμνειν τε ἐν τῷ καιρῷ καὶ σκευάζεσθαι αὐτά , καθὼς ἐν ταῖς ῥιζοτομίαις ὑπὲρ αὐτῶν εἴρηται
3853682 εὐγενες
ἐπιστασίας καὶ στρατηγίας . ἐνορῶν οὖν ὁ πατὴρ αὐτῷ φρόνημα εὐγενὲς καὶ μεῖζον ἢ κατ ' ἰδιώτην ἐθαύμαζε καὶ περιεῖπε
ἀπώλεσαν . ἀγόμεθα λεία σὺν τέκνωι : τὸ δ ' εὐγενὲς ἐς δοῦλον ἥκει , μεταβολὰς τοσάσδ ' ἔχον .
3851029 γνησιον
μὲν τῶν ἄλλων ἐξετάσεις λόγους καὶ εἴσῃ , τί μὲν γνήσιον , τί δὲ νόθον , περὶ δὲ τῶν σαυτοῦ
ἐς πολύ : καὶ ἐντεῦθεν ὑπορρεῖ μὲν τοῦ Ἴστρου τὸ γνήσιον ὕδωρ ὁδοῖς ὡς ἂν εἴποις κρυπταῖς , τὸ δὲ
3846989 Κτησων
εἰπεῖν περὶ τοῦ πράγματος . Ὁ ἀδελφὸς ὁ ἐμὸς καὶ Κτήσων , οἰκεῖος ὢν ἡμῖν , συντυγχάνουσι τῷ Ἕρμωνι εἰς
ὅ τι εἴπω τοναίας τηλικαύτης ἄξιον . ἐρῶντι δέ , Κτήσων , τί μᾶλλον συμφέρει ὧν νῦν φέρων πάρειμι ;
3845819 ἀναειρ
καὶ ὁ Ἅβρων οὐ δεόντως ἐγκεκλίσθαι τὸ ἤ μ ' ἀνάειρ ' ἢ ἐγὼ σέ , καθὸ διέξευκται ἡ ἀντωνυμία
, τὸ Ὁμηρικὸν ἐκεῖνο εἰώθει ἐπιλέγειν , ἤ μ ' ἀνάειρ ' ἢ ἐγὼ σέ . Τίνος ἕνεκα , ὦ
3834510 ἐργασῃ
, ἔτι δραστικώτερον καὶ ξηραίνειν δυνάμενον καὶ ἀποκρούειν ἐπὶ πλέον ἐργάσῃ τὸν οἶνον . Τοὺς αἰγίλωπας εὐθὺς κατ ' ἀρχὰς
πονηροῦ πράγματος , ζήσῃ τῷ θεῷ : ταῦτα δὲ ἐὰν ἐργάσῃ , μεγάλην νηστείαν τελεῖς καὶ δεκτὴν τῷ κυρίῳ .
3830256 Κορωνιδος
Κένταυρος ἀλεξίπονον μερόπεσσιν , [ ἰὴ Παιάν , ] παῖδα Κορωνίδος , ἤπιον ἀνδράσι [ ] , δαίμονα σεμνότατον [
Χαρίτων γενέσεως ὡς Διονύσου ? [ εἰσὶ ] ? καὶ Κορωνίδος [ ] νύμφης Ναξίας , αὐτὸς προειπὼν ὡς παρ
3829705 προσεταξατ
ἀπήγγειλε , δεύτερον δὲ ὧν ἔπεισε , τρίτον δὲ ὧν προσετάξατ ' αὐτῷ . καὶ πάλιν ἑτέρωθι τοῦ χάριν δὴ
' ἀσύμφορον ὑμῖν συμβεβουλευκώς . καὶ μὴν περὶ ὧν γε προσετάξατ ' εἰπεῖν ἢ πρᾶξαι καὶ διαρρήδην ἐψηφίσασθε ποιῆσαι ,
3828458 γιαν
δή μ ' ἐπήρου ὅ τι ποτὲ διδάσκων στρατη - γίαν φαίη με διδάσκειν . κἀγὼ δὴ ἐνταῦθα ἀποκρίνομαι ὅτι
καλουμένῳ νῦν Ἑλλησπόντῳ περὶ τὴν ὕστερον κληθεῖσαν οἰκίζονται Φρυ - γίαν , Ἰδαῖος μὲν ὁ Δαρδάνου μέρος τῆς στρατιᾶς ἔχων
3821502 παμμιαρον
. ἄπελθε οὖν ἐκ τοῦ περὶ σεαυτὸν γεώδους , τὸ παμμίαρον , ὦ οὗτος , ἐκφυγὼν δεσμωτήριον , τὸ σῶμα
, τὸ δὲ σαρκῶν ἀνθρώπων ἀνθρώπους μετασχεῖν ἔχθιστόν τι καὶ παμμίαρον καὶ πάσης ἐκθέσμου καὶ παρὰ φύσιν βρώσεως ἢ πράξεως
3811896 μιαρον
μοι πάλιν λαβὲ τὸν νόμον τοῦτον . Ἀκούεις , ὦ μιαρὸν σὺ θηρίον , ὅ τι κελεύει ; ἀφ '
ἐνταῦθα δὲ ὡς πρὸς τὴν βίαν αὐτοῦ καὶ ἀνάγκην ἀπιδών μιαρὸν αὐτὸν προσεῖπεν . Ἡ γὰρ βία καὶ ἡ ἀνάγκη
3810945 θαητον
ἐμάν τὸν Ἱπποκλέαν ἔτι καὶ μᾶλλον σὺν ἀοιδαῖς ἕκατι στεφάνων θαητὸν ἐν ἅλιξι θησέμεν ἐν καὶ παλαιτέροις , νέαισίν τε
ὄζους ὀξυτόμῳ πελέκει ἐξερείψειεν μεγάλας δρυός , αἰσχύνοι δέ οἱ θαητὸν εἶδος , καὶ φθινόκαρπος ἐοῖσα διδοῖ ψᾶφον περ '
3802928 ἀνειδεῳ
τρίτον : τὰ ἐναντία , ὥς φατε , ἐν τῇ ἀνειδέῳ ὕλῃ θεωρεῖται , ἀλλ ' οὐκ ἐνεργείᾳ , δυνάμει
εἶδος φυλάττειν τὸ ἑαυτοῦ κάλλος καὶ τὴν ἑαυτοῦ ἀρετὴν μιγνύμενον ἀνειδέῳ πράγματι . ἐκεῖνοι οὖν ἔλεγον περὶ τῶν ἀριθμῶν τῶν
3795409 ἀναχθῃ
. πῶς οὖν τὸ ἄσκεπτον καὶ ἀβούλευτον ὑπὸ τὴν σκέψιν ἀναχθῇ καὶ τὴν βούλευσιν , ὅτι δὲ ἡ ἀγχίνοια εὐστοχία
αὐτῷ , ὅτι κινδυνεύσει τὴν πόλιν ἀποβαλεῖν , ἐὰν Μάγων ἀναχθῇ μετὰ τοῦ στόλου παντὸς ἐπὶ Συρακουσῶν , εὐθέως μετενόησε
3794898 ποιητικον
δή φημι πᾶσαν εἶναι λέξιν ἄμετρον , ἥτις ἐμφαίνει τὸ ποιητικὸν καὶ μελικόν : ᾗ δὴ καὶ τὸν Δημοσθένην κεχρῆσθαι
τις ἐθέλει , μῦθος ἀλληγορικός ἐστιν : ὃ πρῶτον τυγχάνει ποιητικὸν χαρακτήρισμα : τὴν γὰρ ἰδίαν γνῶσιν , καὶ οὐχ
3787666 μεσαιον
καὶ Ἀντιφάνης δ ' ἐν Παιδεραστῇ : τῆς τε βελτίστης μεσαῖον θυννάδος Βυζαντίας τέμαχος ἐν τεύτλου λακιστοῖς κρύπτεται στεγάσμασιν .
ῥάνας παραθῇς , ἀπόλωλεν ἐκείνη . Ἀντιφάνης : τῆς βελτίστης μεσαῖον θυννίδος Βυζαντίας τέμαχος ἐν τεύτλου λακιστοῖς κρύπτεται στεγάσμασιν .
3783540 ἰωμενον
νῦν δ ' ἂν εἰκότως καὶ στεφανωθείη ἰασάμενος ἄνδρα μυρίας ἰώμενον πόλεις . ἀλλ ' ἐπειδὴ τἀκεῖ τεθεράπευκας ἱκανῶς ,
: ἐνταῦθα Ἡρακλέα Λακεδαιμόνιοι κρυφθῆναί φασιν ὑπὸ Ἀσκληπιοῦ τὸ τραῦμα ἰώμενον : καὶ Ὀρφέως ἐστὶν ἐν αὐτῷ ξόανον , Πελασγῶν
3767618 ἑλλεβορον
ἐκ πολλῶν αἰσθήσεων γινομένων ἐμπειρία ἀθροίζεται μία τοῦ καθαίρειν τὸν ἑλλέβορον : ἧς συναυξανομένης τε καὶ προσλαμβανούσης αἴσθησιν ὁμοίαν καὶ
τοῦ ἐμοῦ πατρὸς καὶ τοῦ ἐμοῦ πάππου ἰατρὸς οὐδεὶς ἐδίδου ἑλλέβορον : οὐ γὰρ ἠπίσταντο τὴν κρᾶσιν αὐτοῦ καὶ τὸ
3761467 μορφης
καὶ τὸν κλύδωνα τῶν συμφορῶν καὶ τὴν ἀλλοίωσιν τῆς ἐμῆς μορφῆς , ὅθεν μοι ἐπῆλθεν . εἶτα ἀφηγεῖται τὴν πᾶσαν
Λάκωνας λόγος κατέχει , δεινὸν τοὺς ἀκούοντας δελεάσαι καὶ λαμπροτέρας μορφῆς ἔννοιαν αὐτοῖς παρασχεῖν ; εἰ μὲν γὰρ παρ '
3760942 εὑρες
τῶν δὲ δυνατωτέρων αἱ πράξεις . εἰ μὲν οὖν κακὸν εὗρες ἐπὶ τῆς ἀρχῆς τὸν ἄνδρα καὶ μεμφομένους αὐτῷ τοὺς
ἀπόδος , Β βασιλεῖ , Δ Διονυσίῳ , Ο ὃν εὗρες , Ε ἐνθάδε , Θ θησαυρόν , Χ χρυσίου
3758277 Ἡρωνα
ἀριθμός , ἡ μὲν μέθοδός ἐστι Πλατωνικὴ κατὰ τοὺς εἰρημένους Ἥρωνά τε καὶ Πρόκλον , πρόεισι δὲ οὕτως : λαμβάνω
ἀριθμός , ἡ μὲν μέθοδός ἐστι Πλατωνικὴ κατὰ τοὺς εἰρημένους Ἥρωνά τε καὶ Πρόκλον , πρόεισι δὲ οὕτως : λαμβάνω
3743566 καταπαυσον
ἀνέρων . ἀλλά νιν , ὦ φάος διογενές , κάτειργε κατάπαυσον ἔξελ ' οἴκων τάλαιναν φονίαν τ ' Ἐρινὺν †
ἐπέτυχες γάρ , φησί , γήμας τὸ πρότερον , εὐημερῶν κατάπαυσον , εἴτ ' οὐκ ἐπέτυχες , μανικὸν τὸ πεῖραν
3741279 σχετλιον
πρὸς ἐκεῖνον εἰπών , μᾶλλον δὲ μέρος τοῦ ἔπους οὔτε σχέτλιον καλεῖν ἀνεχόμενος οὔτε γεραιὸν προσειπεῖν καρτερῶν ὅνπερ εὐχόμην νέον
ἀφαιρεῖσθαι ; τὸ ἐκκόπτειν τὸ ὄνομα ; δεινόν γε καὶ σχέτλιον , ὦ Ζεῦ . ἀλλ ' ἐὰν μὲν στέφανόν
3738925 βδελυρον
οὐδὲ χρηστοῦ τοὺς τρόπους , ἀλλ ' εἰς ἀμαθῆ καὶ βδελυρόν . Ἀλλὰ μὴ παρῇς ἅ σοι διδόας ' ἐν
, ἢ τοὐναντίον τοῦτον ἀεὶ καὶ πανταχοῦ θεοῖς ἐχθρὸν καὶ βδελυρόν ; ἐγὼ μὲν οἶμαι τοῦτον τοιοῦτον : ὃν γὰρ
3736737 ταμ
[ κάκιστα ] ? ἐξάγιστον τυχ ? ? [ αἵματος ταμ ? [ ] πατρώοισιν ? δεδειγμένον κι ? ?
] ωιτι [ ] κοτα ? ? [ ] ! ταμ ? ? [ ] λλα ? ? ? [
3728935 ἐμπεπλεγμενον
σπόρον αὐταῖς μεσόδμαις καὶ σὺν ἰκρίοις βαλεῖ πρὸς κῦμα δύπτην ἐμπεπλεγμένον κάλοις . πόντου δ ' ἄυπνος ἐνσαρούμενος μυχοῖς ἀστῷ
νόμιμον τοῦτο μαρτυρεῖσθαι καὶ ὑπὸ παροιμίας τῆσδε , Βαδίζειν Ἡραῖον ἐμπεπλεγμένον . Ἔστι δὲ τὰ τοῦ Ἀσίου ἔπη οὕτως ἔχοντα
3718018 παυσω
κλίνην , ἐγὼ γὰρ ὑμᾶς τῶν ἐπὶ τῇ κόρῃ δακρύων παύσω . „ καὶ ἅμα ἤρετο , ὅ τι ὄνομα
δ ' ἐμὴ ἐμόν . ἐγὼ οὖν τὸ μὲν ἐμὸν παύσω ἐξ ἅπαντος , ἐπ ' ἐμοὶ γάρ ἐστιν :
3708882 ἀρχετυπον
, τοῦ ἐν ἡμῖν λογικοῦ πνεύματος , ὅπερ ἐμορφώθη πρὸς ἀρχέτυπον ἰδέαν εἰκόνος θείας . ἄρτοι δὲ προτίθενται ταῖς ἑβδόμαις
̈ . , Ἐ . δύο ἡλίους : τὸν μὲν ἀρχέτυπον , πῦρ ὂν ἐν τῶι ἑτέρωι ἡμισφαιρίωι τοῦ κόσμου
3707754 μεγαλοφρονα
? [ ] κυριεύοντα κἀπραγμάτευτον [ ] καὶ ὑψηλὸν καὶ μεγαλόφρονα καὶ μεγαλόψυχον καὶ ἅγιον καὶ ἁγιώτατον καὶ [ ]
σοι καὶ Πομπήιος ὑπὸ εὐνοίας , αἱρούμενος ἄνδρα ἄκακον καὶ μεγαλόφρονα ἀντὶ ὑπούλου τε καὶ δολεροῦ καὶ φιλοτέχνου . οὐδὲ
3704636 αἰνοτατε
δ ' οὐκ ἔχαδε στῆθος χόλον , ἀλλὰ προσηύδα : αἰνότατε Κρονίδη ποῖον τὸν μῦθον ἔειπες : πῶς ἐθέλεις ἅλιον
δ ' οὐκ ἔχαδε στῆθος χόλον , ἀλλὰ προσηύδα : αἰνότατε Κρονίδη ποῖον τὸν μῦθον ἔειπες . εὖ νυ καὶ
3686032 μετεδωκε
γνωρίμων καὶ τοῖς γε προσκριθεῖσι τῆς περὶ τοῦ ἀγαθοῦ ἀκροάσεως μετέδωκε : τὸ μέντοι ἡμέτερον ἀγαθόν , εἴ τις ἀκριβῶς
στοργῆς , πάντως που καὶ τῷδε τῷ ζῴῳ τῷ λογικῷ μετέδωκε μᾶλλον . ἀλλὰ οὐ χρῶνται τῷ δώρῳ . καὶ
3684209 ἀκαθαρτον
Ἀρχιλόχῳ καὶ ἐργάτις καὶ παχεῖα . Ἱππῶναξ δὲ βορβορόπιν καὶ ἀκάθαρτον ταύτην φησὶν ἀπὸ τοῦ βορβόρου καὶ ἀνασυρτόπολιν ἀπὸ τοῦ
προσώπῳ φερομένῳ , καὶ διὰ τὸ κακόχυμον αὐτὸ εἶναι καὶ ἀκάθαρτον οὐ τρέφεται , ἀλλ ' ἰσχναίνεται , ἢ ἐνδεὴς
3681354 Θαυμασιοις
τὸν Συβαρίτην φησὶν Ἀριστοτέλης ἐν τοῖς [ περὶ τρυφῆς ] Θαυμασίοις ὑπὸ τρυφῆς ἱμάτιον τοιοῦτον κατασκευάσασθαι τῇ πολυτελείᾳ ὡς προτίθεσθαι
δύο κόρακας εἶναί φασι μόνους , ὡς Καλλίμαχος ἐν τοῖς Θαυμασίοις καὶ Θεόπομπος . ὅταν δὲ ἄλλους ἐκνεοσσεύσωσιν , ἴσους
3679081 ἐπιπαστον
ἄγχουσαν μίσγειν . Ἀναγαλλὶς , καὶ στυπτηρίη αἰγυπτίη ὀπτὴ , ἐπίπαστον ὀρχομένιον ἐπιπάσσειν . Πρὸς δὲ τὰς νόμας : στυπτηρίη
ἔστι πρὸς τὰ τοῦ ἔρωτος ἄλγη οὔτε ἔγχριστον φάρμακον οὔτε ἐπίπαστον εἰ μὴ αἱ Μοῦσαι . ταύταις καὶ ὁ Κύκλωψ
3677681 σιδηρεον
ὑπολειπομένῳ ἑωυτῶν τοῦ στόλου : πρὸς δὲ ταύτῃσι καὶ μύδρον σιδήρεον κατεπόντωσαν καὶ ὤμοσαν μὴ πρὶν ἐς Φώκαιαν ἥξειν πρὶν
, ἀπηνέες , ἀπροσόρατοι . Ἣ μὲν γὰρ δέμας ἔσχε σιδήρεον , ἣν καλέουσι Πανδώρην χθόνιοι : σὺν δ '
3666353 ἀργαλεωτερον
οὔπω τι πέλει κατὰ δάσκιον ὕλην ῥίγιον εἰσιδέειν οὔτ ' ἀργαλεώτερον ἄλλο : τῶν ἤτοι μέγεθος μὲν ὁποῖα λύκοισι δαφοινοῖς
βουλόμενος ἐξαπιναίως οὐ προϊδομένοις ἐπιστῆναι : τὸ γὰρ ἀνέλπιστον κακὸν ἀργαλεώτερον αἰεὶ τοῦ προσδοκηθέντος , ὅσῳ καὶ τὸ ὀλιγωρηθὲν εὐεπιχειρητότερον
3663487 ἀγλαϊαι
] τίμας ' Ἀπόλλων [ ἄλσος ] , ἵν ' ἀγλαΐαι [ τ ' ἀνθεῦσι - ] [ ] [
ἐρημία θεσπέσιος , ἔνθα τοῦ ἀγαθοῦ ἤθη διατριβαί τε καὶ ἀγλαΐαι , αὐτὸ δὲ ἐν εἰρήνῃ , ἐν εὐμενείᾳ ,
3661559 ποθεινον
ἀορτάς . Ἄριστον ἐπεχόρευσεν ἐκλελεγμένον , εἴ τι νέον ἢ ποθεινόν : ὀστρέων γένη παντοδαπά , λοπάδων παρατεταγμένη φάλαγξ ,
ἀστρίχοις . ἠκρόασο ὦ γῆρας , ὡς ἅπασιν ἀνθρώποισιν εἶ ποθεινόν , ὡς εὔδαιμον , εἶθ ' ὅταν παρῇς ἀχθηρόν
3659715 Κολωνῳ
, ὁ δὲ ἕτερος ἵππιος . ἄδηλον οὖν ἐν ὁποτέρῳ Κολωνῷ . . . . ἐν δὲ τῷ ἐργατικῷ οἱ
ἥδιον ὁ Πῶλος τὸν τύραννον Οἰδίποδα ὑπεκρίνετο ἢ τὸν ἐπὶ Κολωνῷ ἀλήτην καὶ πτωχόν ; εἶτα χείρων Πώλου ὁ γενναῖος
3656877 φαιδρον
κύκλον , ὡς ἀκάμας ἐν αὐτῷ καὶ τὸ τῆς πανσελήνου φαιδρόν . ἀλλά μοι δοκεῖς περὶ τῶν καθ ' ἕκαστον
τῆς ἑορτῆς τὸ σεμνὸν βουλομένου , τοῦ δὲ λαμπροῦ καὶ φαιδρόν τι προσαπαιτοῦντος . Ἔστι τοίνυν τῆς αὐτῆς εὐσεβείας τεμένη
3653827 ἱερωτατοι
. . . ? Καὶ τόδε ὑμῖν πέμπτον βιβλίον , ἱερώτατοι βασιλεῖς Ἀντωνῖνε καὶ Οὐῆρε , προσφέρω τῶν Στρατηγημάτων οὐχ
. . . α Καὶ τόδε ὑμῖν τέταρτον βιβλίον , ἱερώτατοι βασιλεῖς Ἀντωνῖνε καὶ Οὐῆρε , προσφέρω τῶν Στρατηγημάτων :
3652053 συνδεδεμενον
λυχνίδιον . πανὸς δ ' ὀνομάζεται τὸ διακεκομμένον ξύλον καὶ συνδεδεμένον : τούτῳ δ ' ἐχρῶντο λαμπάδι . Μένανδρος Ἀνεψιοῖς
ἔγκλημα : ἐὰν δὲ ὁ ἐγκαλούμενος ἀποδείξῃ μεμοιχευκότα τὸν συστράτηγον συνδεδεμένον , λύεται πάλιν συνειδότος ἡ ὑποψία : οὐ γὰρ
3651034 θρασυνομενον
δὲ ἀνόητον καὶ παντοδαπὸν ἐπιχειρῇ ἄρχειν , ὑπὸ ἐξουσίας ἀδεοῦς θρασυνόμενον : ἀνάγκη γάρ που τήν τοι αὐτὴν πόλιν πολύφωνόν
ὡς σκοπῷ , τυχεῖν δὲ μὴ δυναμένης . οὐ φέρω θρασυνόμενον οὕτω φιλόσοφον . μὴ κατα - ψεύδου τῆς τύχης
3650096 ἱπποϲ
μηνὶ Δύϲτρῳ , ὅ ἐϲτι Μαρτίῳ , ιθ ὁ λεγόμενοϲ ἵπποϲ ἑῷοϲ ἀνατέλλει . μηνὶ Μαρτίῳ κγ ἰϲημερία ἐαρινὴ καί
ϲκελῶν τε καὶ τὴν ἀποκρέμαϲιν , εἰ δὲ ἀποδιώκοιτο ὁ ἵπποϲ , κλονεῖ ἅπαν τὸ ϲῶμα ἐπιπόνωϲ , ὅμωϲ δὲ
3649983 προσομιλει
καὶ ἐπ ' αὐτὸ αὖ ἔλθωμεν τῆς διανοίας τοῦτο ᾧ προσομιλεῖ ἡ τῆς ποιήσεως μιμητική , καὶ ἴδωμεν φαῦλον ἢ
, πόρρω δ ' αὖ φρονήσεως ὄντι τῷ ἐν ἡμῖν προσομιλεῖ τε καὶ ἑταίρα καὶ φίλη ἐστὶν ἐπ ' οὐδενὶ
3645727 Ἀντωνινε
. α Καὶ τόδε ὑμῖν τέταρτον βιβλίον , ἱερώτατοι βασιλεῖς Ἀντωνῖνε καὶ Οὐῆρε , προσφέρω τῶν Στρατηγημάτων : τοῦτο μὲν
. α Καὶ τόδε ὑμῖν τρίτον βιβλίον , ἱερώτατοι βασιλεῖς Ἀντωνῖνε καὶ Οὐῆρε , προσφέρω τῶν Στρατηγημάτων : ἀφ '
3644565 τοὐμον
τέχνης τῆς ἐφ ' ἅπασι , τούτων δὲ πόρρω ἴσως τοὐμόν . οὐ γὰρ ἂν παρέντες αὐτὰ ἐκεῖνα ἐπῄνουν μόνον
σοὶ γὰρ ἔξεστιν εἰς τὴν πατρίδα ἐπανελθεῖν : κῆδος δὲ τοὐμόν : τὸ διὰ τοῦ γάμου : μὴ γαμηθείσης γὰρ
3643561 σφον
φρενὶ , παρόσον τεθνήκασι καὶ ἐν τῇ γῇ κεῖνται . σφὸν ὄλβον : ὄλβον λέγει τὴν κῶμον , ὅς ἐστιν
Ἀγχίσαο ἄστυ λιπὼν δηίοισι καταιθόμενον πυρὶ πολλῷ υἱέα καὶ πατέρα σφὸν ἀναρπάξας φορέεσκε , τὸν μὲν ἐπὶ πλατὺν ὦμον ἐφεσσάμενος
3641570 περιβλεπτον
εἰπόντος . μειράκιον μὲν γὰρ ἐκ Μεσσήνης τῆς ἐν Ἀρκαδίᾳ περίβλεπτον ὥρᾳ ἀφικέσθαι ἐς τὴν Ῥώμην , ἐρᾶν δ '
† πάσχω δηλονότι : μοῦσαν οὐράνιόν φησι τὴν μεγάλην καὶ περίβλεπτον σοφίαν . ἐγὼ , φησὶν , εἰμὶ , ὃς
3641059 αἰσχος
τὸν αἴσχιστον ὡς καλὸν ἐπαινῶν ἄλλο τι ἢ προφέρει τὸ αἶσχος αὐτῷ ; ἢ ὁ τὸν ἀνάπηρον ὁλόκληρον εἶναι λέγων
πᾶσαι ; Κάλλος μὲν γὰρ ἔστω καὶ ὑγίεια ἑκατέρα , αἶσχος δὲ καὶ νόσος καὶ ἀσθένεια καὶ ἀδυναμία ὅλως ;
3638857 προσαγωγον
, ἐπῆλθέ μοι ζητεῖν τὸ τοῦ Ἐρατοσθένους βιβλίον διὰ τὸ προσαγωγὸν τῆς χρήσεως : ὡς δ ' εὗρον μόλις ,
. Σαφῶς ταῦτα προσήκει τῷ ἀλόγῳ καὶ ἐν ἡμῖν : προσαγωγὸν γάρ ἐστιν αὐτοῦ τὸ φιλήδονον τῶν πολλῶν καὶ ἐπέραστον
3634757 μεγαλοπρεπες
τὸ μὲν γὰρ ἰσχνὸν καὶ δεινόν , τὸ δὲ μῆκος μεγαλοπρεπές . ἀλλ ' οἷον ὀλίσθῳ τινὶ ἔοικεν τὰ κῶλα
μέντοι καὶ τὸ ψυχρὸν ἐν τρισίν , ὥσπερ καὶ τὸ μεγαλοπρεπές . ἢ γὰρ ἐν διανοίᾳ , καθάπερ ἐπὶ τοῦ
3633995 προσελθουσης
ἐξ ἑνὸς ἔθνους διαφόρου σφίσιν ἐπὶ τὴν θέαν παρελθεῖν , προσελθούσης δὲ μηνύσεως , ἧς τὴν ἀπάτην ἠγνόουν , ἰσχὺν
Καλοῦνται οἱ αὐθιγενεῖς παρὰ Ῥοδίοις ἵγνητες , τῆς δασείας Ἀττικῶς προσελθούσης . Τρύφων φησὶ τὸν ἴον ἐγκεῖσθαι , ἀφ '
3633069 διακρατουμενον
μετὰ γλήχωνος , ἢ νᾶπυ λελειωμένον μετ ' ὀξυμέλιτος καὶ διακρατούμενον ἐπὶ πλέον καὶ ἀναγαργαριζόμενον . ἰδίως μὲν οὖν ἕκαστον
διὰ φλεγμονὴν ὀδυνωμένων , ἄριστόν ἐστι σχίνινον εὔκρατον κατὰ θερμότητα διακρατούμενον . ἔστω δὲ νέον καὶ ἐν διπλώματι θερμαινέσθω :
3631346 ἐγγεγραμμενοις
ὑμῖν μέλλειν δεικνύναι τὸν νόμον , ὃς ἀπαλείφειν κελεύει τοῖς ἐγγεγραμμένοις ἀπὸ τοῦ ὀφλήματος καθ ' ὅ τι ἂν ἐκτίνῃ
ὁ δὲ ἔλαβε καὶ ἀνέγνω καὶ πᾶσι μὲν ἤχθετο τοῖς ἐγγεγραμμένοις , μάλιστα δὲ αὐτὸν ἐλύπει τὰ περὶ τῆς Ἀνθίας
3629523 περιποιησῃ
' ἀθλητοῦ τρόπον τὴν τροφήν , ἵνα ἰσχὺν καὶ δύναμιν περιποιήσῃ : καὶ γὰρ τοῖς ἀθληταῖς οἱ ἀλεῖπται παραγγέλλουσι μὴ
καὶ τῇ ψύξει συναγάγῃ καὶ διεσκορπισμένας τὰς δυνάμεις καὶ τόνον περιποιήσῃ τῷ σώματι . εἰ δὲ καὶ ἀπὸ τοῦ παντὸς
3625748 ἀγεννη
ἐμφορηθῆναι θέλουσιν οὐκ ὀλίγον μὲν τὸ θάμβος οὐδὲ τὴν ἔκπληξιν ἀγεννῆ τῶν θαυμασίων αὐτῆς ἁπτομένοις προθύρων ἐνεῖναι εἰκός : τῷ
ὥσπέρ τι ὀξυωπὲς τῆς διανοίας φάρμακον , ῥώμην αὕτη οὐκ ἀγεννῆ παρασκευάζει πρὸς τὴν θέαν τῶν ὅλων : ἀθέατοι δὲ
3620480 ὀνομαζοντι
προσδέδεται τῇ κεραίᾳ . καλὴν Ἀνθεμόεσσαν : ἠκολούθησεν Ἡσιόδῳ οὕτως ὀνομάζοντι τὴν νῆσον τῶν Σειρήνων : νῆσον ἐς Ἀνθεμόεσσαν ,
τῆς φύσεως οἰόμενος . ἀλλ ' εἰ παρακολουθήσειεν ἑαυτῷ φύσιν ὀνομάζοντι τεχνικήν . εὐθὺς μὲν ἐξ ἀρχῆς ἅπαντα καλῶς διαπλάσασάν
3620323 παιδευτικον
ἢ ὥς τινες Ἀριγνώτη . συνεγράψατο δὲ βιβλία τρία , παιδευτικόν , πολιτικόν , φυσικόν . τὸ δὲ φερόμενον ὡς
τι βιβλίον πεποίηται Γοργίᾳ τῷ σοφιστῇ , οὑτωσὶ μὲν ἀκοῦσαι παιδευτικόν , εἰς δὲ πεῖραν ἐλθεῖν ὀλίγου λόγου . τούτῳ
3619791 ἀποστραφῃς
καρπὸν τημελεῖς , οὕτω καὶ φίλον μὴ δι ' ἐπίπληξιν ἀποστραφῇς , ἀλλὰ διὰ τὴν εὔνοιαν ἀγάπα . Ἐοίκασιν οἱ
καὶ σὺ μιμησαμένη Λείαν , ὦ ψυχή , τὰ θνητὰ ἀποστραφῇς , ἐξ ἀνάγκης ἐπιστρέψει πρὸς τὸν ἄφθαρτον , ὃς
3619052 Στρατηγηματων
βιβλίον , ἱερώτατοι βασιλεῖς Ἀντωνῖνε καὶ Οὐῆρε , προσφέρω τῶν Στρατηγημάτων : ὥστε συντετελεσμένης τῆς συντάξεως , ἣν ὑπεσχόμην ,
βιβλίον , ἱερώτατοι βασιλεῖς Ἀντωνῖνε καὶ Οὐῆρε , προσφέρω τῶν Στρατηγημάτων καὶ αὐτοῖς δήπου συνιέναι δυναμένοις , ἀφ ' ὅσης
3613064 Κᾀγω
ἐς ἐμὲ προσιόντα καὶ φησὶ , χαῖρε , ξένε . Κᾀγὼ , πολλά γε καὶ σὺ , Δημόκριτε , ἀνδρῶν
: καὶ γὰρ ἡμεῖς ὅ τι δυναίμεθα συνεργοῖμεν ἄν . Κᾀγὼ , τὸ μὲν κατ ' ἀλήθειαν , ἔφην ,
3609975 εὐμηκεστερον
μὲν ἄρρεν βραχύτερόν τε καὶ σκληροφυλλότερον , τὸ δὲ θῆλυ εὐμηκέστερον , καὶ τὰ φύλλα λιπαρὰ καὶ ἁπαλὰ καὶ κεκλιμένα
ἔχουσα : τῷ δὲ μεγέθει μέγα καὶ πολὺ τῆς πεύκης εὐμηκέστερον . Διαφέρει δὲ καὶ κατὰ τὸ ξύλον οὐ μικρόν
3609402 διανοιγων
τὸ κλείειν τὸ στόμα τῇ μύσει συνδεδεμένον τοῖς χαλινοῖς , διανοίγων αὐτὸ ἐνθλίβοις , ἀντὶ τοῦ πιέζοις , τῷ ἐρίῳ
ἐν οἷς γεγονέναι τὴν ὕλην ἰσχυρίζεται καί , τὸ Πλωτίνου διανοίγων βιβλίον Ὅθεν τὰ κακά , φησί που λέγων μὴ
3609150 κτητικης
ὁ σοφιστὴς καὶ [ ὁ ] ἀσπαλιευτὴς ἅμα ἀπὸ τῆς κτητικῆς τέχνης πορεύεσθον . Ἐοίκατον γοῦν . Ἐκτρέπεσθον δέ γε
ἐν τούτοις τῆς γενικῆς ἡ κτῆσις μηνύεται καὶ οὐ τῆς κτητικῆς ἀντωνυμίαςἔτι . γε μὴν καὶ ἐκ τῶν παρατιθεμένων ἄρθρων
3604824 ἐμφηνας
ἀπέρρηξεν αὐτό , μάλα ἠθικῶς καὶ ἐναργῶς τόν τε ἄγγελον ἐμφήνας ἀκουσίως ἀγγελοῦντα τὴν συμφοράν , καὶ τὴν μητέρα εἰς
ἀπέρρηξεν αὐτό , μάλα ἠθικῶς καὶ ἐναργῶς τόν τε ἄγγελον ἐμφήνας ἀκουσίως ἀγγελοῦντα τὴν συμφοράν , καὶ τὴν μητέρα εἰς
3601469 καταχθονιων
οὐρανοῦ , ἐφοβήθη μήπως σεισθείσης τῆς γῆς ἀνάρρηξις γενήται τῶν καταχθονίων , καὶ δημοσιευθῇ τὰ κατ ' αὐτόν . ἔστι
αὐτοῦ λεγόμενον , „ Κύκλωψ , εἰ καί τίς σε καταχθονίων ἀνθρώπων / ὀφθαλμοῦ εἴρηται ἀεικελίην ἀλαωτύν „ . οὐκ

Back