| ἀστέρων . Ἐπεὶ Σελήνη τὸν ταχὺν τρέχει δρόμον , Καὶ σχηματίζει πάντας ἄλλους ἀστέρας , Νῦν μὲν τρίγωνος , νῦν | ||
| ἀναπαίστου , σπονδείου , ἀναπαίστου καὶ συλλαβῆς . . . σχηματίζει ἐνταῦθα ὁ ποιητής , ὅτι εἰσελθὼν ὁ Φειδιππίδης ἐν |
| εἰς α . Ἡράκλεες Ἡράκλεις καὶ Ἥρακλες καὶ ἀττικῶς ὦ Ἡρακλέη : ἰστέον ὅτι τὸ μὲν Ἡράκλεες ὥσπερ τὸ ὦ | ||
| καὶ Ἡρακλῆα ποιητικῶς : ἰστέον ὅτι εὐλόγως ἐγένετο Ἡρακλέα καὶ Ἡρακλέη διχῶς , ἐπειδὴ τοῦ ε φωνῆεν προηγεῖται ἐν τῷ |
| ο ἐπὶ τῆς δευτέρας συζυγίας τῶν περισπωμένων κατὰ ποιητάς : βοάω βοόω , κομάω κομῶ κομόω , ἀντιῶ ἀντιόω : | ||
| δὲ δευτέρα ἀπὸ τῶν διὰ τοῦ αω ῥημάτων γίνεται , βοάω , ναρκάω , διψάω , καὶ διὰ τοῦτο τὴν |
| γένος ἀριθμὸν γραφὴν μέρος λόγου συνήθειαν : τὸ γὰρ ἄργος παροξυτόνως καὶ τὸ ἀργὸς ὀξυτόνως οὐχ ὁμώνυμα : τῷ γὰρ | ||
| τοὺς Πέρσας κληρώσασθαι : μηδὲ γὰρ ἐκείνους σφᾶς αὐτοὺς Πέρσας παροξυτόνως ὀνομάζειν , ἀλλὰ Περσᾶς , ἐπὶ τέλους τῆς περισπωμένης |
| ' ἐγένοντο στρατός : ἡ φράσις κατὰ σχῆμα : ἀπὸ πληθυντικοῦ γὰρ ἑνικὸν ἐπήγαγε . καὶ ἔστι τὸ ἐναντίον παρ | ||
| οὐ γὰρ ἐν ὑποκορισμῷ εἴρηκεν . παρήγαγε δὲ ἀπὸ τοῦ πληθυντικοῦ τοῦ οἱ νοῖ τὸ νοΐδιον ὑποκοριστικόν : τινὲς δέ |
| γὰρ δύο εὐθεῖαι νοοῦνται , λέγω τοῦ ὀνόματος καὶ τοῦ ὑποτακτικοῦ ἄρθρου , ὅταν τὸ αὐτὸ πρόσωπον τὰς δύο διαθέσεις | ||
| Ὅμηρος οὐδέποτε τίθησι : τοὔμπαλιν δ ' ἀντὶ τοῦ ὃς ὑποτακτικοῦ παραλαμβάνει τὸ προτακτικὸν ὅ : Σίσυφος ἔσκεν , ὃ |
| γνωμολογῆσαί τι τῶν κατὰ τὸν βίον βουλόμενοι τὰς Ἐπιχάρμου διανοίας προφέρονται , καὶ σχεδὸν πάντες αὐτὰς οἱ φιλόσοφοι κατέχουσι . | ||
| ἔριον . ἀγνοία καὶ ἀναιδεία καὶ πάντα τὰ τοιαῦτα ἐκτείνοντες προφέρονται τὴν τελευταίαν οἱ παλαιοὶ Ἀττικοὶ καὶ παροξύνοντες . * |
| τέ σύνδεσμος , ἐγκλιτικὸς ὤν , τὴν πρὸ αὑτοῦ λέξιν ὀξύνει , ὅτε βαρεῖά ἐστιν ἐξ ὀξείας : περισπωμένην γὰρ | ||
| φάθι ] ὁ μὲν Ἀπολλώνιος βαρύνει , ὁ δὲ Ἡρωδιανὸς ὀξύνει . Γ ὥσπερ δεφόμενος : ἀντὶ τοῦ ἀποδέρων τὸ |
| ἐν τῷ σώματι καὶ ταπεινώσῃς αὐτὴν καὶ εἴπῃς , οὐδὲν νοῶ , οὐδὲν δύναμαι : φοβοῦμαι τὴν θάλασσαν , εἰς | ||
| εἰς τὸ ω κίρνανται , οἷον ποιέω ποιῶ , νοέω νοῶ : εἰ γὰρ ἐγένετο ἀπὸ τῆς κοινῆς γενικῆς ἡ |
| γινόμενον . Ἔπος : ὁ λόγος . Εὐτόνως : εὐτονίας προφέρεσθαι : ὥσπερ οἱ τραγῳδοὶ εὐτόνως τὸν φθόγγον ποιοῦσιν . | ||
| . μετενόει μέντοι ὁπότε πρὸς αὐτὸν ἀποτείνοιτο , ὥστε συνεχὲς προφέρεσθαι ταῦτα : ἐγὼ δὲ τἄλλα μακάριος πέφυκ ' ἀνὴρ |
| ὡς τὸ ὦ μόριον ἐπεκταθὲν διὰ τοῦ τα ἐποιεῖτο καὶ κλητικὸν ἐπίφθεγμα , καθότι καὶ τῷ δή τὸ δῆτα παρέκειτο | ||
| ἔα ] φεῦ φεῦ φεῦ φεῦ . . τὸ ἆ κλητικὸν ἐπίρρημά ἐστιν , ἢ μᾶλλον προσφωνηματικόν : διαφέρει δὲ |
| ὡς εὑρὼν κριθὰς αὐτὸς μὲν οὐκ ἔφαγεν , αὐτῷ δὲ ἐφύλαξεν , ἐπεὶ καὶ ἡδέως αὐτοῦ τὸν ψόφον τῶν ὀδόντων | ||
| ἀλλὰ μὴν οὔτε ἔτρεψε τὸ α εἰς τὸ ο οὔτε ἐφύλαξεν αὐτὸ ἐκτεταμένον , οὐκ ἄρα ἐστὶν ἐξ αὐτοῦ ἡ |
| γένους καὶ ἀριθμοῦ ἐπιφέρεται , τῇ δὲ ἐμαυτοῦ οὔποτε εὐθεῖα συντάσσεται . τὸ δ ' αἴτιον προῦπτον . αἱ γὰρ | ||
| καὶ φονεργάτην πέμπουσιν . γράφεται καὶ διὰ δέ τοι καὶ συντάσσεται οὕτως : οἱ διὰ τῶν ἱππείων δέ τοι γενύων |
| βαδίζων ” θλασθείη τὴν κεφαλήν . τῆς κεφαλῆς Ὀρέστης : Ἀττικῶς ἀντὶ τοῦ τὴν κεφαλήν . ὁ δὲ Ὀρέστης οὗτος | ||
| , ἀλυκτῶ : ὁ παθητικὸς παρακείμενος , ἠλύκτημαι : καὶ Ἀττικῶς ἀλαλύκτημαι . ἀλειπὴς πηγὴ ἐν Ἐφέσω : οὕτω καλουμένη |
| λέβης λέβητος , Πάρις Πάριδος , βῆμα βήματος , ποίημα ποιήματος , μέλι μέλιτος , κρέας κρέατος : πρόσκειται ἐπὶ | ||
| , κατατρέχειν δὲ εἰς ἀσύστατον ἱστορίαν . ἡ δὲ τοῦ ποιήματος ὑπόθεσις οἰκουμενικὸν ἐπαγγελλομένη τὸ πρᾶγμα τοῦ ἔπους γλαφυρὸν ἠνάγκασε |
| ἄλιπτα : παρὰ τὸ ἀλείφω ἄλιμμα , καὶ † ἄλιπτα Αἰολικῶς . . . . ἁλιεύς : παρὰ τὸ ἁλός | ||
| ταράττεσθαι : παρὰ τὸ ἐν ἄτῃ ταράττεσθαι . Ἄμυδις , Αἰολικῶς : παρὰ γὰρ τὸ ἅμαδις καὶ ἄμυδις , τροπῇ |
| ὅ ἐστι τοῦ κτήτορος . πῶς γάρ φασι πληθυντικὸν καὶ ἑνικὸν ὑφ ' ἓν κεκλήσεται ; εἰ γοῦν ἰσάριθμα γένοιτο | ||
| σύλληψιν ἀναδέχεται τὴν εἰς τὸ πρῶτον , ἥτις κατὰ τὸ ἑνικὸν ἐδείχθη ὑποθετική . καὶ δῆλον ὅτι τῇ ἐπικρατείᾳ τῇ |
| χαρίεν . Λέγει ὁ τεχνικός , ὅτι διχῶς λέγεται ἡ κλητική , οἷον ὦ χαρίει καὶ ὦ χαρίεν : ἰστέον | ||
| : τῶν οὐδετέρων ἡ αὐτή ἐστιν ὀρθὴ καὶ αἰτιατικὴ καὶ κλητική . Δυϊκά . Τὼ βήματε , τοῖν βημάτοιν , |
| γελοίου ὅμως τοῦτό φησιν . ψύλλαν ] ἡ διά ἔξωθεν ἀττικῶς , διά . , διὰ τήν , περὶ τῆς | ||
| ἐπὶ , ἀνά . ἐπί : ἀνά . Οὐδέν : ἀττικῶς , οὐδαμῶς . οἰσάμενοι : ὑπολαβόντες . ὀϊόμενοι : |
| . τὰ γὰρ εἰς ρα εἰ μὲν μονοφθόγγῳ παραλήγει , μακροκαταληκτεῖ , πήρα . εἰ δὲ διφθόγγῳ , βραχυκαταληκτεῖ : | ||
| ὑπερθετικῷ , οἷον ταχὺς ταχύτερος καὶ ταχύτατος : ὅσα δὲ μακροκαταληκτεῖ ταῦτα μετὰ συμφώνου ἐν τοῖς συγκριτικοῖς ἐκφέρονται καὶ ὑπερθετικοῖς |
| ἐφ ' ὃ φέρεται ἡ κτῆσις προσώπου : τὸ γὰρ Ἀριστάρχειος καὶ ἐμός ἄγνωστα κατὰ τὴν κτῆσιν . πῶς οὖν | ||
| Ἀγαμέμνων συνθέτου Ἀγαμεμνόνειος παρασύνθετον , καὶ ἀπὸ τοῦ Ἀρίσταρχος συνθέτου Ἀριστάρχειος παρασύνθετον : ἀπὸ γὰρ τοῦ ἄριστος καὶ τοῦ ἄρχω |
| καὶ προσθέσει τοῦ σ , ἔτυψα τύψας , καὶ κλίνεται τύψαντος ὡς Αἴαντος , τὸ θηλυκὸν ἡ τύψασα , τὸ | ||
| ἡ τύψασα , τὸ οὐδέτερον τὸ τύψαν καὶ κλίνεται τοῦ τύψαντος . Ὁ τυπών ὀξύτονος μετοχὴ χρόνου ἀορίστου βʹ , |
| ὡς δείξομεν . Ἀβάκαινον , πόλις Σικελίας , οὐδετέρως καὶ προπαροξυτόνως καὶ ἡ παραλήγουσα διὰ διφθόγγου , ὡς Ἡρωδιανὸς ἐν | ||
| ] τὸν μέγα δυνάμενον παρὰ βασιλεῖ . τοῦ πρέσβεως : προπαροξυτόνως , ὡς μάντεως . ἀπὸ εὐθείας τῆς ὁ πρέσβις |
| γεωμέτρου ὦ γεωμέτρα , πωλῶ παντοπώλης παντοπώλου ὦ παντοπῶλα , τρίβω παιδοτρίβης παιδοτρίβου ὦ παιδοτρίβα : ἰδοὺ γὰρ ταῦτα ἀπὸ | ||
| . . εἰσὶ μὲν γὰρ σωματικαὶ διαθέσεις αἱ τοιαῦται , τρίβω σε , νίπτω σε , ῥήσσω σε , ἕλκω |
| ἐφελκυστικὸν τοῦ ν , οἷον Δημοσθένεσιν : ἐν δὲ τῇ Δημοσθένεϊ δοτικῇ τῶν ἑνικῶν , ἐπειδὴ τὸ ι οὐκ ἔχει | ||
| , Πάριδι Πάρισι , Πλάτωνι Πλάτωσιν : οὕτως οὖν καὶ Δημοσθένεϊ Δημοσθένεσι . Λέγουσι δέ τινες , ὅτι δεῖ προσθεῖναι |
| ' ἀίσσοντος ὑπέστη , κρᾶτα παρακλίνας , ὤμῳ δ ' ἀνεδέξατο πῆχυν . τυτθὸν δ ' ἄνδιχα τοῖο παρὲκ γόνυ | ||
| Κεμελετῶν ὑπὸ λῃστῶν καὶ δραπετῶν ᾠκισμένη τὸν πρὸς Ῥωμαίους πόλεμον ἀνεδέξατο , πρέσβεις δὲ ἐξαπέστειλε πρὸς Φόλουιον ὑπὲρ ἑκάστου τῶν |
| οὐκ ἀπείργεται ὁ σκεπτικός , οἶμαι , ἀπό τε τῶν παθητικῶς ὑποπιπτόντων καὶ κατ ' ἐνάργειαν φαινομένων αὐτῷ λόγων γινομένης | ||
| καὶ γὰρ ἐλέγομεν ὡς τὸ μὲν πάθημα τὸ αἰσθητικὸν τοῦ παθητικῶς ἔχοντος ἦν ἴδιον , ἡ δὲ σύνεσις καὶ ἡ |
| κατέλειψεν , ὃν προσεθήκαμεν λόγον , ὡς ὄντως διέζευκται ἡ ἀντωνυμία , ἐκ τοῦ ἀντιδιαζευχθέντος λόγου , εἴγε ἐπιφέρεται ἢ | ||
| ῥώννυται διὰ τὴν ἐπιφορὰν τοῦ τέ . ἡ δὲ οἱ ἀντωνυμία περισπωμένη ἐν τῷ οἷ αὐτῷ θάνατον , οὐκ ἐφύλαξε |
| τὴν κόρην ἄγων ἅμα σκοπούμενος . καὶ νὴ Δί ' ἐλαβόμην τότε τῆς ὀσφύος , λάθραι τὸ πρῶτον : ὡς | ||
| πέμπει μοι κάλων ἅμα τῆς νεὼς παραθεούσης . κἀγὼ μὲν ἐλαβόμην , οἱ δὲ ἐφείλκυσάν με ἐξ αὐτῶν τῶν τοῦ |
| ἔχοντα πατρωνυμικῶν ὀξύνονται : Πριαμίς Τανταλίς Τυνδαρίς . Τὰ εἰς ΙΣ ὑποκοριστικὰ ἔχοντα ἐν ἴσαις συλλαβαῖς τὴν παραγωγὴν ὀξύνεται : | ||
| , ὥσπερ καὶ τὸ γέλγις γέγγις . Ἔτι τὰ εἰς ΙΣ πολυσύλλαβα : στρατηγίς ἁλουργίς . τὸ δὲ ἄμοργις βαρύνεται |
| Ξενοφῶν δ ' ἐν Κυνηγετικῷ χωρὶς τοῦ ν λαγῶ καὶ περισπωμένως , ἐπεὶ τὸ καθ ' ἡμᾶς ἐστι λαγός . | ||
| φαμὲν , οἳ τοὺς νόμους ἐπὶ μισθῷ πωλοῦσιν . . περισπωμένως ὡς Μηλιᾶς . λέγει γὰρ τοὺς πολίτας . τὸ |
| ἀπαλλάσσου καὶ ἀναχώρει : ἀπὸ τοῦ στείχω , δευτέρου ἀορίστου προστακτικοῦ , . , . . . . Ἀπόερσε : | ||
| πουσαν . διώκοι : διωκέτω : τὸ εὐκτικὸν ἀντὶ ἐνεργητικοῦ προστακτικοῦ . Κραδίης : ἀπὸ τῆς ψυχῆς καὶ καρδίας . |
| ὅθεν καὶ λῷον τὸ ἐπωφελές , ὃ πάντες θέλομεν . Δωρικῶς δὲ τὸ λῇς κατ ' ἀφαίρεσιν τῆς θε συλλαβῆς | ||
| ΩΝ εἰς μίαν μακράν . ΝΟΕΥΝΤΕΣ , νοοῦντες Αἰολικῶς καὶ Δωρικῶς : ἄλλη ἀλλαχοῦ . . ΠΑΡΑΚΛΙΝΟΥΣΙ . Τὸ ΠΑ |
| ὡς προείρηται : εἰ οὖν ταῦτα εἰς φωνῆεν ἔχουσι τὴν κλητικὴν καταλήγουσαν , ὦ Ἐρετριεῦ γὰρ καὶ ὦ Πειραιεῦ καὶ | ||
| τρίτοις προσώποις σύνταξιν ποιουμένων , καὶ εἰ ἀπεμφαῖνον τὸ τὴν κλητικὴν ὄνομα μὴ παραδέχεσθαι , ἀπεμφαῖνον ἄρα καὶ τὸ τῆς |
| , “ ὣς οἱ μὲν παρὰ νηυσίν : ” καὶ σύναρθρον ἀντωνυμίαν , “ οὓς ἑτάρους στέλλοντα . ” ὀαρίζειν | ||
| καθὸ ἄρθρον προσέλαβεν , ἡ σύναρθρος ἔγκειται , οὐδὲν κωλύει σύναρθρον ἐκδέχεσθαι καὶ τὴν ἐγκλιτικὴν ἀντωνυμίαν , τοὺς φίλους μου |
| . Σφωέ . Αὕτη αἰτιατικὴν μόνην σημαίνει , τίς τάρ σφωε θεῶν καὶ ἐπεὶ σύνηθες Ὁμήρῳ τὸ δισυλλαβοῦν , σαφὲς | ||
| τοῦ τονικοῦ οὐκ ἐμποδίζοντος , ἀνθρώποις μοι , τίς τάρ σφωε . Πρὸ τῆς οὖν κατὰ μέρος αὐτῶν ἐξετάσεως διαληπτέον |
| ἀπὸ τοῦ σπείρω γίνεται σπόρος , οὕτω καὶ ἀπὸ τοῦ εἴρω , ὃ σημαίνει τὸ συμπλέκω καὶ συνάπτω , γίνεται | ||
| ἀπὸ τοῦ σπείρω γίνεται σπόρος , οὕτω καὶ ἀπὸ τοῦ εἴρω , τὸ συμπλέκω καὶ συνάπτω , γίνεται ὅρος : |
| ἀγωνιζόμενοι . Γ οἱ τῆς ἀρχαίας κωμῳδίας ποιηταὶ καὶ οἱ τραγικοὶ χοροὺς ἵστασαν , οἳ τὰ χορικὰ ὑπεκρίνοντο καὶ ᾖδον | ||
| ἑ κύκλον ἐπίκλησιν καλέουσιν : ἄλλως : ἔθος ἔχουσιν οἱ τραγικοὶ παράγειν τοὺς ἥρωας θεοῖς τὰς συμφορὰς ἀπολοφυρομένους . καὶ |
| νῆσον ; οὐ πολὺ οὖν ἀπολείπεται ταῦτα τῶν Πυθέου καὶ Εὐημέρου καὶ Ἀντιφάνους ψευσμάτων . ἀλλ ' ἐκείνοις μὲν συγγνώμη | ||
| ὁ δ ' αὐτὸς καὶ ἐν τῇ ἕκτῃ ἀπὸ τῆς Εὐημέρου τοῦ Μεσσηνίου γραφῆς ἐπικυροῖ τὴν αὐτὴν θεολογίαν , ὧδε |
| ἵνα τὸ μὲν ὀνοματικὸν προσηγορικὸν γένηται , τὸ δὲ προσηγορικὸν ὀνοματικῶς λέγηται : καὶ τὰ μὲν παθητικὰ ῥήματα δραστήρια , | ||
| συνεχέστερον , πρὸ τῶν ῥημάτων τιθεμένη , ἐπιρρηματικῶς ἀκούεται ἤπερ ὀνοματικῶς , εἰ οὕτως ἀποφαινοίμεθα , ταχὺ παρεγένου , ὅς |
| Προτακτικὰ φωνήεντα πέντε : α ε η ο ω . προτακτικὰ δὲ λέγεται , ὅτι προταϲϲόμενα τοῦ ι καὶ υ | ||
| τὸ ἐπιμελεῖται . αὐτάρ : δέ . ὁ : τὰ προτακτικὰ ἄρθρα στερηθέντα τῶν ὑποκειμένων ὀνομάτων ταχύτερον ἐκφωνοῦνται καὶ ἀντὶ |
| . ἄγροικος μὲν βαρυτόνως ὁ γνώσεως ἄμοιρος : ἀγροῖκος δὲ προπερισπωμένως ὁ ἐν ἀργῷ διατρίβων ἢ ὁ μὴ ἥμερος , | ||
| δόξαν ἀποφέρεται : ὅταν τροπαῖα : τροπαῖα ἡ ἀρχαία Ἀτθὶς προπερισπωμένως : λαμβάνει : τῆς νίκης : σεμνοὶ δ ' |
| ἐν Ὑπομνήματι Βοιωτίας σχόλιον . ἀπὸ τοῦ Ἀζεύς Ἀζείδης τὸ πατρωνυμικὸν καὶ ἐκεῖθεν Ἀζεΐδαο , . , . . . | ||
| δηλούμενον , ᾧ λόγῳ καί τινα ἕτερα σχήματα . φαμέν πατρωνυμικὸν καὶ τὸ ἐν χαρακτῆρι πατρωνυμικὸν καί τι ἐν δηλουμένῳ |
| Μηριόνου , καὶ Ἀττικοὶ συναιροῦντες τὴν Δημοσθένεος γενικὴν Δημοσθένους φασὶν ἰσοσυλλάβως : ἐπειδὴ δὲ πᾶσα εὐθεῖα εἰς ς λήγουσα , | ||
| τὰ ἐντελῆ αὐτῶν ἰσοσυλλάβως κλίνονται , οὕτω καὶ τὰ συνῃρημένα ἰσοσυλλάβως κλίνονται . Καλῶς δὲ εἴρηται , ὅτι τὰ συνῃρημένα |
| ἢ χωρίον . ἐλέγετο δὲ ὁ μὲν δοὺς τὸ ἀποτίμημα ἐνεργητικῶς ἀποτιμᾶν , ὁ δὲ λαβὼν ἀποτιμᾶσθαι . ὁ δ | ||
| ὥς φησιν Ἐρατοσθένης . τὸ δὲ ἀντέλλειν τὸ φύειν ἐνταῦθα ἐνεργητικῶς σημαίνει . πῆλε δὲ χεῖρας : οἷον : προσεπάλλετο |
| Καὶ μὴν χάλκεον λέγει τὸν Ἄρην τὰς τῶν μαχομένων πανοπλίας ὑποσημαίνων : σπάνιος γὰρ ἦν ὁ σίδηρος ἐν τῷ τότε | ||
| ἐπὶ τῇ πέτρᾳ τείνει τὴν χεῖρα ἐς τὴν θάλατταν , ὑποσημαίνων τὸν μῦθον ὁ ζωγράφος . ἡ δὲ ἐφεξῆς οἰκία |
| τοῦ χρῆναι πολεμεῖν . νῦν οὖν οὐκ ἐπὶ τῆς λαμπάδος τέθεικε τὴν λέξιν , ἀλλ ' ἐπὶ σημείου ἁπλῶς : | ||
| φησιν ἐν τῷ περὶ δικαιοσύνης : ὅθεν εἰς τὰ ἄστρα τέθεικε τὸ βέλος ὁ Ἀπόλλων εἰς ὑπόμνημα τῆς ἑαυτοῦ μάχης |
| , ὑπ ' ἀπιστίης οἱ ἔφοροι τίκτουσαν τὴν γυναῖκα περιιζόμενοι ἐφύλαξαν . Ἡ δὲ ὡς ἔτεκε Δωριέα , ἰθέως ἴσχει | ||
| Σεσημείωται τὸ ὀρφῶς καὶ λαγῶς περισπώμενα , ταῦτα γὰρ οὐκ ἐφύλαξαν τὸν τόνον τῶν κοινῶν : τοῦ μὲν γὰρ ὀρφῶς |
| ἐνεστῶτα τὸν σημαίνοντα τὸ καταπονῶ ὁ μέλλων τερῶ , ὡς κείρω κερῶ , γέγονε ῥηματικὸν ὄνομα κατὰ ἀποβολὴν τοῦ ω | ||
| , , . , . : κορμός : παρὰ τὸ κείρω . . . , : κορυθαίολος : αἰόλλω ῥῆμα |
| τὸν Δία ἐν τῷ ἄντρῳ τῆς Νυκτὸς , ἄντικρυς τοῦ θεολόγου τοῦτο λέγοντος ὃ καὶ Πλάτων περὶ αὐτοῦ φησι : | ||
| ὅμοιον τούτῳ τὸ εἰς τὸν ἅγιον Βασί - λειον τοῦ θεολόγου προοίμιον . τοῖς γὰρ προσώποις καὶ πρὸ τῶν πραγμάτων |
| , ὑποδράξ , ὀκλάξ : ἀλλ ' ἐλλεῖψαν ἐν τῷ ὑπόδρα μετέστησε καὶ τὴν ὀξεῖαν , ὅμοιον αὐτὸ καταστῆσαν τῷ | ||
| ὅθεν χωρητέον καὶ ἐπὶ τὸν προκείμενον λόγον . Τὸ δὴ ὑπόδρα δύναται μὲν καὶ κατὰ φύσιν εἰς α λήγειν , |
| ἐκεῖθεν μέχρις ἡλίου . . . . . Θαλῆς τοίνυν κέκληκε τὴν ψυχὴν ἀκίνητον [ . ἀεικίνητον ] φύσιν . | ||
| σὺ δ ' ἐμοὶ γίνου ἀληθοσύνης . Ἤδη γάρ με κέκληκε θαλάσσιος οἴκαδε νεκρός , τεθνηκὼς ζωιῶι φθεγγόμενος στόματι . |
| τοῦ χρόνου τοῦ παρεδρεύοντος σεσημειώσεταιὅθεν . διακριτέον , πότερον ἐν προσθέσει ἐστὶ τοῦ ς τὸ οὕτως ἢ ἐν ὑφαιρέσει τοῦ | ||
| ἠξίουν βαρυτονεῖν , οἰόμενοι ἀπὸ τῆς τέο τῇ τοῦ υ προσθέσει γεγενῆσθαι . Ἡ χρῆσις παρ ' Ἐπιχάρμῳ καὶ Σώφρονι |
| καὶ πρωτοτύπου . τὴν γὰρ ἀπαράδεκτον τοῦ ἄρθρου οἴεται ἐκ πρωτοτύπου συντεθεῖσθαι , ἐμαυτοῦ ἀκούω , σαυτοῦ φείδῃ , τὴν | ||
| παιδὶ Ἀχιλλεῖ . ἢ ἀντὶ τοῦ Πηλέως , πατρωνυμικὸν ἀντὶ πρωτοτύπου : γράφεται παῖ : † ἀντὶ τοῦ πῶς πῶς |
| ἀνήνηται : ἀναίνω ἀνανῶ , ὁ ἀόριστος ἤνηνα , τὸ ὑποτακτικὸν ἐὰν ἀνήνω , τὸ ὑποτακτικὸν παθητικὸν ἐὰν ἀνήνωμαι , | ||
| εἴδην , ἡ μετοχὴ εἰδείς , εἰδέντος , καὶ τὸ ὑποτακτικὸν ἐὰν εἰδῶ , ἐὰν εἰδῇς . πλείονα ] περισσότερα |
| Αἰολεῖς , ἔνθεν ἡ στέρησις ἀγνοῶ : ἐκ δὲ τοῦ γνώσκω πάντως κατὰ ἀναδιπλασιασμὸν τὸ γιγνώσκω . λέγει δὲ ὁ | ||
| , τρώσω , τρώσκω , καὶ τιτρώσκω : γνώσω , γνώσκω , καὶ γιγνώσκω : θνήσω , θνήσκω : μνήσω |
| κύνες : ἔραμαι : ἀντὶ τοῦ ἐρῶ , παθητικὸν ἀντὶ ἐνεργητικοῦ . οἰκείως δὲ τῇ μεσότητι ἐχρήσατο : Θεσσαλὸν ὅρπακ | ||
| ] τὸν ὠνησάμενον . τὸν ἀγοράσαντα : τὸ παθητικὸν ἀντὶ ἐνεργητικοῦ καὶ . . . μὲν ] σχῆμα ἀποθετικόν ταῦτα |
| λοιπὸν κατασκευάζουσι τὸν ἑαυτῶν παρακείμενον , οἷον ἤδη ἐπὶ τοῦ ἐλεύθω γίνεται : ἐπεὶ γὰρ ἀπὸ τοῦ ε ἄρχεται τὸ | ||
| Ἡρακλείδην , ὡς πατῶ πάτος , στείβω στίβος , οὕτως ἐλεύθω ἔλευθος , καὶ πλεονασμῷ τοῦ κ κέλευθος , ᾧ |
| . . . . . : ἐντροπαλιζόμενος : ὥσπερ φέρω φορῶ παράγωγον , φέβω φοβῶ , ἀφ ' οὗ ” | ||
| μέλλοντα , ὡς τὸ τελῶ τελέσω , καλῶ καλέσω , φορῶ φορέσω , καὶ ἡ δευτέρα τὸ α ὡς τὸ |
| μελλόντων , ῥηματικὰ ἐκπίπτει ὀνόματα διὰ τοῦ δ : οἷον φράζω φραδὴ , κομίζω κομιδή : οὕτως ἀπὸ τοῦ ὀπάσω | ||
| . . Ἀφραδέως : ἀνοήτως , ἀπείρως : ἀπὸ τοῦ φράζω φραδής ἀφραδής ἀφραδέως , . , . . . |
| ἄργυρον , δαφνήεις δαφνήεντος δαφνῆς δαφνῆντος , ὁ σῶος τοῦ σώου ὁ σῶς τοῦ σῶ : οὕτως οὖν καὶ ὁ | ||
| λέξεως μετενηνεγμένον Βάρβαρον λέγεται . Σολοικισμὸς δὲ , ὅτι τοῦ σώου λόγου αἰκία : αἰκίζεται γὰρ τὴν ἀκολουθίαν τοῦ λόγου |
| ' ἐν Δαναοῖσιν : ἀμείβετο δ ' ὄβριμος Αἴας : Τυδείδη , σὺ μὲν ἐσθλὰ καὶ οὐκ ἀνεμώλια βάζεις ὀτρύνων | ||
| ἐπείσθη ἀντιστατοῦντος θεοῦ . εἰς τοῦτο γοῦν τινες ἀναφέρουσι τὸ Τυδείδη , μή τ ' ἄρ με μάλ ' αἴνεε |
| . φασί . ταχυτάτῳ . ἀεὶ περιφερόμενον . Αὕτη ἡ αἰτιατικὴ τὸ εὐεργέταν πρὸς τὸ ἐποιχομένους συντάσσεται οὕτως . ἐπὶ | ||
| φέρεται : ἐμαυτὸς τύπτω : διὰ τοῦ τύπτω ἡ ἐμέ αἰτιατικὴ δηλωθήσεται . ἀλλ ' ἐκεῖνο πάλιν ἀνακύψει , ὡς |
| ἀπὸ τοῦ φῶ τὸ Αἰολικὸν φημί : διὸ βαρύνων ὁ Τυραννίων φῆμι γράφει βαρυτόνως Αἰολικώτερον , οἷον ” φῆμι γὰρ | ||
| : ” σὺ δέ κεν κακὸν οἶτον ὄληαι ” . Τυραννίων δὲ προπερισπᾷ : καὶ δῆλον ὅτι καὶ τὸ πρῶτον |
| , οὐ δυνάμενον ἐν ἀρχῇ παραλαμβάνεσθαι , τό γε μὴν προτακτικόν , ἠθισμένον κατ ' ἀρχὰς λόγων παραλαμβάνεσθαι , οὐκ | ||
| τοῦ ω μεγάλου γράφονται , εἴτε ὑποτακτικὸν εἴη , εἴτε προτακτικόν : καὶ ἐπὶ μὲν τῆς δοτικῆς τῶν ἑνικῶν ἔχουσι |
| , τὸ δέ γ ' ἅω αὕω αὑαίνω τὸ ξηραίνω δασύνεται παρὰ πᾶσιν , ὅθεν καὶ παρὰ τῷ κωμικῷ ἀφαυαίνειν | ||
| , καὶ οἱ ὀφθαλμοὶ τούτοις ἀλλοχροοῦσι , καὶ ἡ φωνὴ δασύνεται , αἵθ ' ὑπὸ τὴν γλῶτταν φλέβες πλήρεις τε |
| . καὶ πλεονασμῷ τοῦ ρ , φράζω . τὸ δὲ βάζω ὁ μέλλων βάξω , καὶ ὄνομα βάξις . Βάβαξ | ||
| ἀνιῶ ἀνιάζω , ἀτιμάζω , πελάζω . ἐκ δὲ τοῦ βάζω καὶ ἡ βάξις Δωρικώτερον . καὶ οὕτω μὲν ἐκ |
| , ἐκεῖνο φάναι , ὡς πρῶτον παρὰ Σικυωνίοις ἐν γενικῇ ἑνικῇ ἀπειράκις παραλαμβάνεται : καὶ ὡς τὸ ἀπὸ χαλκόφι τὴν | ||
| ἐστι καὶ ἡ ἐμοί ἀντωνυμία συνεμπίπτουσα πληθυντικῇ συνάρθρῳ καὶ δοτικῇ ἑνικῇ κατὰ πρῶτον καὶ δεύτερον , οὐ μὴν κατὰ τρίτον |
| τὰ πράγματα . Ὅσαι τέχναι γεγόνασι , ταύτας , ὦ Λάχης , πάσας ἐδίδαξεν ὁ χρόνος , οὐχ ὁ διδάσκαλος | ||
| . Ἀληθῆ λέγεις , ὦ Σώκρατες . Οὐκοῦν , ὦ Λάχης , καὶ νῦν ἡμᾶς τώδε παρακαλεῖτον εἰς συμβουλήν , |
| ἑκατόν : ἡ διπλῆ πρὸς τὴν ἀνάγνωσιν , ὅτι οὕτως προενεκτέον . . . ἀντί ἄντα : . . ὁ | ||
| τὸν τόνον : ἤτοι οὖν , φησὶν ὁ Δίδυμος , προενεκτέον τὰν Πελιαοφονόν ὀξυτόνως , ἵν ' ᾖ φονευτικήν : |
| πρὸς τὸ δεύτερον πρόσωπον τῶν ῥημάτων : ὡς γάρ φαμεν Ἀρίσταρχε γράφε καὶ ἔτι ἐπὶ ὁριστικῆς προφορᾶς ‚ Ἀρίσταρχε ἀναγινώκεις | ||
| δέ , Ἀρίσταρχος εἶ , γραμματικὸς εἶ , οὐ μὴν Ἀρίσταρχε εἶ οὐδὲ γραμματικὲ εἶ , πῶς οὐ δοθήσεται ὅτι |
| : τῷ δὲ ἑκάστου τῶν ὑποκειμένων τῶν λοιπῶν πτωτικῶν , μετοχῆς ἄρθρου ἀντωνυμίας . Ὑποκείμενα δέ ἐστι τὰ ὄντα καὶ | ||
| προτάττεσθαι καὶ τῶν ἄλλων πλαγίων τὸ ἄρθρον τὸ ὁ , μετοχῆς ἐπιφερομένης καὶ τῆς οὗτος ἀντωνυμίας μετὰ ῥήματος τοῦ ἔστιν |
| διότι πανταχόσε βάλλει ἑαυτοῦ τοὺς κλάδους , καὶ τὸ ἐπίθετον ὁμοφωνεῖ τῷ κυρίῳ : ἕρπυλλος γὰρ καλεῖται παρὰ τὸ ἕρπειν | ||
| εἰς ταῦτα : τὸ γὰρ ὁ δὲ προσέειπεν ἐδείχθη ὡς ὁμοφωνεῖ μόνον τῷ ἄρθρῳ , οὐκ ἔστι δὲ αὐτὸ ἄρθρον |
| τοῦ χεδροποῦ . ὁ δὲ Μέγας Βασίλειος τὰ ὄσπρια χέδροπα καλεῖ , εἴτε ἐκ τῶν σιτηρῶν λέγων , εἴτε ἐκ | ||
| δράμασι διηγωνισμένον , καὶ τρίτον , ὃν Ἀπολλόδωρος μὲν Νικόστρατον καλεῖ , οἱ δὲ περὶ Δικαίαρχον Φιλεταῖρον . κατεκλήρωσε δὲ |
| τὸ α καὶ βαρυνόμενον : καὶ τὸ σκιὰ ἀπὸ τοῦ κίω γεγονός : κιὰ καὶ πλεονασμῷ τοῦ σ σκιά . | ||
| παραλήγονται , διὰ τοῦ αθω ποιοῦσι τὴν παραλήγουσαν , οἷον κίω κιάθω , εἴκω εἰκάθω , ἀμύνω [ ] ἀμυνάθω |
| χρονικῶς ἢ συλλαβικῶς θέλουσι μεγεθύνεσθαι , συλλαβικῶς μέν , οἷον τύπτω ἔτυπτον , γράφω ἔγραφον , λέγω ἔλεγον , χρονικῶς | ||
| τῇ ληγούσῃ , οἷον ἔχει καὶ ὁ ἐνεστὼς αὐτοῦ : τύπτω τέτυπα , λείβω λέλειβα . Δι ' ἣν αἰτίαν |
| σὸς καί , εἰ τύχοι , ἄλλου του : καὶ νωίτερος ὁ ἐμὸς καὶ σός , ἢ ἐμὸς καὶ ἐκείνου | ||
| τοῦ τρίτου σεσιγῆσθαι . εἰ γὰρ ἀπὸ γενικῆς τῆς νῶιν νωίτερος καὶ σφῶιν σφωίτερος , δῆλον ὡς καὶ ἀπὸ τῆς |
| τοῦ ὑγίεις . Τῷ χαρίεντι , τὸν χαρίεντα , ὦ χαρίει καὶ ὦ χαρίεν . Λέγει ὁ τεχνικός , ὅτι | ||
| ἀττικῶς ] : διχῶς λέγεται τούτων ἡ κλητική , ὦ χαρίει , ὅτι τὰ εἰς ς λήγοντα μετὰ διφθόγγου ἀποβολῇ |
| καὶ παράγωγον ἀχόω : ὡς ἄνω ἀνέω : καὶ ὡς πλήθω πληθύω πληθύνω , οὕτως ἀχύνω καὶ ὑπερθέσει ἀχνύω . | ||
| περισπᾶται , ἀπὸ ὀνόματος γέγονε : ἀλήθω κνήθω λήθω πήθω πλήθω πρήθω . τὸ δὲ βοηθῶ ἀηθῶ παρ ' ὄνομα |
| ἀντὶ τοῦ ἠρεύνα ὅτου χάριν αὐτὸν ἐπεβοήσατο . τὸ δὲ ἀντεφθέγξατο πρὸς τὸ ὄρσο ἔχει τὴν δύναμιν καὶ πάγκοινον τὸν | ||
| : ἢ δίχα τοῦ ἄρθρου τὸ ἀρτιεπὴς λέγε οὕτως : ἀντεφθέγξατο ἡ πατρία ὄσσα ἀρτιεπὴς ἤγουν παραυτίκα τῶν ἐκείνου λόγων |
| , οὐδὲ τὸν ἴδιον τόνον ἔχει , ἀναμένει δὲ τὸν πτωτικὸν τόνον , ὅς ἐστιν ἀπὸ γενικῆς πληθυντικῆς . καὶ | ||
| τὸν ὅρον τοῦ ὀνόματος . Ὄνομα τοίνυν ἐστὶ μέρος λόγου πτωτικὸν ἑκάστου τῶν ὑποκειμένων σωμάτων ἢ πραγμάτων κοινὴν ἢ ἰδίαν |
| σὲ ἐτίμησα , σὺ ἐμοὶ διελέξω : τοῦ δὲ δευτέρου Φήμιος ἑαυτὸν ἐδίδαξεν : ἡ γὰρ τοῦ διδάσκειν μετάβασις οὐκ | ||
| , ἐκεῖνο γὰρ διὰ τῆς ει διφθόγγου : Αἴνιος : Φήμιος , καὶ Εὐφήμιος : Λάϊος : ἄγριος : Αἴλιος |
| γενικὴ καὶ οὐ ποιεῖ τροπῇ τοῦ ος εἰς α τὴν αἰτιατικήν : οὐδὲ γὰρ λέγομεν ἅρματα καὶ βήματα τὴν αἰτιατικὴν | ||
| ὑπομένω , μετὰ γενικῆς : ἐνταῦθα δὲ ὁ Ἀριστοφάνης πρὸς αἰτιατικήν . σημείωσαι τὸ ἀνέχομαι καὶ μετὰ αἰτιατικῆς . κἀφ |
| τὴν μετοχὴν εἰς σ ὀξύτονον ποιοῦσι τὸ τρίτον τῷ πρώτῳ ἰσοσύλλαβον , οἷον ἐμάθομεν ἐμάθοσαν , εἴδομεν εἴδοσαν , ἐπὶ | ||
| : ὤφειλον οὖν τὰ εἰς υς , ὡς δυνάμενα τὴν ἰσοσύλλαβον κλίσιν μιμήσασθαι , γενέσθαι ἐν τῇ γενικῆ καὶ κατὰ |
| δὲ γενέτης ἢ ἐκ τοῦ γείνω , τὸ ὑπάρχω , γενῶ γενέτης : ἢ ἐκ τοῦ γεννάω γεννῶ . . | ||
| δὲ γενέτης ἢ ἐκ τοῦ γείνω , τὸ ὑπάρχω , γενῶ γενέτης : ἢ ἐκ τοῦ γεννάω γεννῶ . . |
| τοῦ θελῶ : θελησμός : ὡς μελήσω μελησμός : καὶ ἀποβολῇ τοῦ σ , θελημός . Θύελλα : παρὰ τὸ | ||
| φώς φωτός , χρώς χρωτός , εἰ δὲ πεπονθότα , ἀποβολῇ τοῦ ς , ὁ σῶς τοῦ σῶ , ὁ |
| ἔστι τῆς τοπικῆς παραγωγῆς , σαφὲς ἐντεῦθεν . τὰ τοπικὰ παραχθέντα μετὰ τοῦ σημαινομένου καὶ τρίτην ἀπὸ τέλους ἔχει τὴν | ||
| ἕτερος κανών ἐστιν ὁ λέγων , ὅτι τὰ εἰς θι παραχθέντα προστακτικὰ κατ ' ἀρχὴν οὐ συντίθενται πλὴν τῶν προθέσεων |
| πρὸς τὸ κτῆμα συντρέχουσα διάθεσις , ἐάν τε κατ ' ἐνεργητικὴν ᾖ ἐκφορὰν ἐάν τε κατὰ παθητικήν , μόνως ἀναλύεται | ||
| εὐκτικῇ καὶ ἐπὶ τῶν ὑπολοίπων , οὐ μὴν κατὰ διάθεσιν ἐνεργητικὴν ἢ παθητικήν : ἢ καὶ ἔτι οἷς μὲν μετὰ |
| λέγοντι : πᾶσα εὐθεῖα ἑνικῶν εἰς ς λήγουσα μετὰ μακρᾶς περιττοσυλλάβως κλινομένη καὶ μὴ συναιρουμένη κατὰ τὴν γενικὴν προσθέσει τοῦ | ||
| λέγοντι : πᾶσα εὐθεῖα ἑνικῶν εἰς ς λήγουσα μετὰ μακρᾶς περιττοσυλλάβως κλινομένη καὶ μὴ συναιρουμένη κατὰ τὴν γενικὴν προσθέσει τοῦ |
| ὁ ῥιγοπύρετος . Ἡράκλεις : ἐπίφθεγμα θαυμαστικόν . τὸ δὲ Ἥρακλες κλητικὴ πτῶσις , ὥσπερ τὸ ὦ Δάματερ τοῦ Δήμητερ | ||
| : Ἡρακλῆος δὲ ἰωνικῶς : ἡ κλητικὴ Ἡράκλεες Ἡράκλεις : Ἥρακλες δὲ κατὰ συγκοπήν : ἡ μέντοι συνῃρημένη Ἡρακλοῦς ἐν |
| κλιτικὴν ἔκτασιν συστείλας τὸ ἴδιον προστακτικὸν ποιεῖ , ἐλαβόμην ἐλάβου λαβοῦ , ἐπραθόμην ἐπράθου πραθοῦ : ταῦτα δὲ παραλόγως Ἀττικοὶ | ||
| . . πυθοὺ ] περισπῶσιν Ἀττικοὶ τοῦτο , καὶ τὸ λαβοῦ καὶ ἐμοῦ καὶ τὰ ὅμοια . ἔστι δὲ δεύτερος |
| εἴτε ἄρα πρόθεσιν αὐτῶν δεῖ τὸ ἡγούμενον καλεῖν , τὸ προσηγορικὸν ἐπικείμενον μόριον τὸ κλυτὰν ἀντίτυπον πεποίηκε καὶ τραχεῖαν τὴν | ||
| εἰκόνα ἔστησαν οἱ πολέμιοι ὁπότερον δὴ προσέλθοι πρόσωπον ὡρισμένον ἢ προσηγορικὸν , σώζουσι τὴν ἑαυτῶν δύναμιν : καὶ γὰρ ἐξὸν |
| τις λέγων , εἰ διὰ τοῦτο προτετάχθαι τῆς προστακτικῆς τὴν εὐκτικὴν ὁ λόγος ἐδικαίωσε , διὰ τὸ τὴν μὲν δύο | ||
| προστακτικωτέραν ὑπαγορεύει , ᾗ καὶ ἐν δευτέροις προσώποις συγχρώμεθα τὴν εὐκτικὴν παραπεμπόμενοι , οὕτως ἐχόντων καὶ τῶν Ὁμηρικῶν ἄνδρα μοι |
| βίβλῳ κατέταξεν , κατὰ μέρος ἐπισκοπήσωμεν ἀπὸ τοῦ τύπτω καὶ λείβω τὴν ἀρχὴν ποιησάμενοι , ἀφ ' ὧν καὶ αὐτὸς | ||
| παρακείμενος τὸ Φ , τύπτω , τύψω , τέτυφα , λείβω λείψω λέλειφα , γράφω , γράψω γέγραφα : καὶ |
| . ἀτίζων ἀτιμάζων . ἀτέοντα ἀτώμενον , βλαπτόμενον : “ Αἰνεία , τίς ὧδε θεῶν ἀτέοντα κελεύει . ” ἀτραπός | ||
| πληθυντικῶν ποιεῖ , οἷον τὼ κοχλία οἱ κοχλίαι , τὼ Αἰνεία οἱ Αἰνεῖαι , τὰ Μούσα αἱ Μοῦσαι , τὰ |
| , ἐπεὶ οἱ νικῶντες ἐκ τοῦ ὑμνεῖσθαι εὐκλεεῖς γίνονται . Ἀρίσταρχος δὲ ἀκούει Ὠκεανοῦ θυγατέρα Καμάριναν τὴν λίμνην , ἀφ | ||
| : “ παλαισμοσύνης ἀλεγεινῆς θῆκεν ἄεθλα . ” ὅθεν καὶ Ἀρίσταρχος ἀναγινώσκει “ μεῖζον ἄεθλον : ” τὸ γὰρ ἔπαθλον |
| ὁ σοφιστὴς καὶ [ ὁ ] ἀσπαλιευτὴς ἅμα ἀπὸ τῆς κτητικῆς τέχνης πορεύεσθον . Ἐοίκατον γοῦν . Ἐκτρέπεσθον δέ γε | ||
| ἐν τούτοις τῆς γενικῆς ἡ κτῆσις μηνύεται καὶ οὐ τῆς κτητικῆς ἀντωνυμίαςἔτι . γε μὴν καὶ ἐκ τῶν παρατιθεμένων ἄρθρων |
| τῇ κλίσει τοῦ ὀνόματος ἅλις κέχρηται ὁ ποιητής : “ Σαρπήδοντος ἑταῖρον Ὀϊκλῆα μεγάθυμον ” καὶ “ τεύχεα Σαρπήδοντος . | ||
| : “ Σαρπήδοντος ἑταῖρον Ὀϊκλῆα μεγάθυμον ” καὶ “ τεύχεα Σαρπήδοντος . ” Αἰολικὸν δὲ τὸ σχῆμα , ἀπὸ βαρυτόνου |
| ὑμεναίων ἐπᾳδόμενος τοῖς γάμοις . τινὰ μὲν οὖν καὶ παρὰ Σαπφοῖ τῆς ἰδέας ταύτης παραδείγματα , ἐπιθαλάμιοι οὕτως ἐπιγραφόμεναι ᾠδαί | ||
| τοῦ Ἔρωτος . καὶ γὰρ Δίφιλος ὁ κωμῳδοποιὸς πεποίηκεν ἐν Σαπφοῖ δράματι Σαπφοῦς ἐραστὰς Ἀρχίλοχον καὶ Ἱππώνακτα . . . |
| πέμπω , ἰάλλω , οὕτως παρὰ τὸ εἴδω , τὸ ὁμοιῶ , γίνεται ἰδάλλω καὶ πλεονασμῷ τοῦ ν ἰνδάλλω , | ||
| πυκτεύω , πυκταλεύω . Ἐναλίγκιος . παρὰ τὸ εἴκω τὸ ὁμοιῶ : ὥσπερ παρὰ τὸ πήσσω πάγιος , ἁρμόζω ἁρμόδιος |
| . ἀπεκαίνυτο : καίνω καινύω καίνυμι καίνυμαι ἐκαινύμην ἐκαίνυτο ὡς ὄρω ὀρύω ὀρνύω ὄρνυμι . . . . ἀπεβουκόλησα : | ||
| ο , ὄνυξ . Ὀτρύνω . πλεονασμῷ τοῦ τ , ὄρω , ὀρύνω , καὶ ὀτρύνω . Ὁδεῖνα . ὅδε |