. ἀλλὰ τῶν λόγων : ἐν οἷς κοινῇ μὲν οὐδὲν πώποτ ' εἶπ ' ἀγαθόν , κακῶς δ ' ἰδίᾳ
τούτων οἴει ἂν ἐπιστηθῆναι χρῆσθαι , ᾧ τὴν ἀρχὴν οὐδὲν πώποτ ' ἐγένετο τούτων ; Ἀλλ ' ἐδόκει ἡμῖν ,
7999102 πωποτε
περιμάχητον εἶναι νομιζόμενον ἐν τοῖς μάλιστα ἐπετήδευεν , ὡς μηδενὸς πώποτε τῶν προστεταγμένων ἀλογῆσαι , ἄνευ δυσκολίας καὶ ἀηδίας ,
, ταῦτα δὲ οὑτωσὶ παρελθεῖν σιωπῇ . ὅτι δὲ οὐδὲν πώποτε τῶν ἀνθρωπείων ἔμεγε ἐχαύνωσεν οὐδὲ ἐπῄρθην οὔτ ' ὀλίγους
7319041 πωποθ
, καὶ πολλῶν αἰτιῶν ἐπενεχθεισῶν ὑπὸ τῶν φθονούντων αὐτῷ οὐδεμίαν πώποθ ' ηὕρετ ' ἀληθῆ , οὕτω δ ' ἐπιστεύετ
ὥστε καὶ τοιαῦτά τινα περὶ αὐτῶν ὑπολαμβάνειν οἷα οὐδὲ ἐγένετο πώποθ ' ὑπ ' αὐτῶν , οἶμαι δὲ ὅτι οὔτε
6629105 ἀδικω
ἐθελήσῃ τις αὐτῷ ἐκβῆναι ἐκ τοῦ ” Τί ἐγὼ σὲ ἀδικῶ ἢ σὺ ἐμέ “ ; εἰς σκέψιν αὐτῆς δικαιοσύνης
εἶπε καθ ' ὑπόθεσιν : † ἄλλως : ἀλλ ' ἀδικῶ , φὴς , εἰς ἐπικουρίαν παρακαλῶν . οὐκοῦν καὶ
6477927 οὐδεπωποτε
τοῦτο ἐπαινεῖν Ἀγριππῖνον δίκαιον , ὅτι πλείστου ἄξιος ἀνὴρ γενόμενος οὐδεπώποτε ἐπῄνεσεν ἑαυτόν , ἀλλ ' εἰ καὶ ἄλλος τις
εὖ γὰρ εἴσεσθε ὅτι , ἃ μὲν οὗτοι συμβουλεύουσιν , οὐδεπώποτε ὑμῖν ἐλυσιτέλησεν , ἃ δ ' ἐγὼ παραινῶ ,
6428776 ὀφειλω
τὰ ὅμοια περισπῶνται . τὸ μέντοι ὄφλω βαρύνεται ἐκ τοῦ ὀφείλω . Τὰ εἰς ΜΩ ἀπὸ συμφώνου ἢ συμφώνων ἀρχόμενα
μελετῶν θήσει αὐτὸ ἐξ ἀντιθέσεως : οἷον ἀλλ ' οὐκ ὀφείλω , φησὶν , κρίνεσθαι , μηδὲν μηδενὸς Ἀρίσταρχον ἐλέγξαντος
6290329 οὐπωποτ
καὶ ἀνάστατος αὐτῶν ἡ χώρα γέγονεν , οἱ δ ' οὐπώποτ ' ἐν τῷ πρόσθεν χρόνῳ γενόμενοι Μακεδόνες καὶ βάρβαροι
. ἀτοπώτερον ] τούτου , μὰ τὼ θεώ , ξένον οὐπώποτ ] ' εἶδον . αἲ τάλας , τί βούλεται
6237072 συνοιδα
ἕνα σε νομίζει καλῶς ὑπειληφώς . ἐγὼ γάρ σοι ταύτην σύνοιδα τὴν εὐχήν . ἀλλ ' οἶμαι , τὸ μὲν
προῖκα γὰρ ἐμαυτὸν ἐπαινεῖν ἀξιῶ , καὶ ταῦθ ' ἃ σύνοιδα : ὡς δ ' οὐ πολλάκις αὐτὸ δρῶ ,
6222801 ἠδικει
τὸν ὕπνον ἐπαινεῖς ἐκείνου ; ἀλλ ' οὔτ ' ἐκεῖνος ἠδίκει κοιμώμενος μεθ ' ἡμέραν ἀπὸ τῶν ἐν νυκτὶ φροντισμάτων
ἦν . ὁπότε δὲ μήτ ' ἐξ ἀρχῆς ὁ πατὴρ ἠδίκει τὸ χωρίον περιοικοδομῶν , μήθ ' οὗτοι πώποτ '
6142034 ἀποδωσω
δεῖ φαίνεσθαι προθυμούμενον : ἀλλ ' ἐκείνην μὲν ἄλλως ἴσως ἀποδώσω τὴν χάρινἔστι δὲ υἱὸς αὐτῷ καὶ εἴη γε ,
νηὸν Ἀπόλλωνος ἑκάτοιο , τὸν δὲ νέκυν ἐπὶ νῆας ἐϋσσέλμους ἀποδώσω , ὄφρά ἑ ταρχύσωσι κάρη κομόωντες Ἀχαιοί , σῆμά
6001764 λυπησας
βρυχωμένῳ ἀνθυλακτεῖ , καὶ ἀντιδάκνει δάκνοντα : καὶ πολλὰ αὐτὸν λυπήσας καὶ κατατρώσας , τελευτῶν ἡττᾶται ὁ κύων . εἴη
πάσαις ἀνάγκαις Ἰανουάριος ἐνήγαγεν , ἀνὴρ πανταχόθεν αἰδέσιμος τῇ πόλει λυπήσας μὲν οὐδὲν οὐδένα ὧν οὐκ ἔδει , δοὺς δὲ
5998680 γηρων
τοῦ γ εἰς κ , † οἷον † ὁ μὴ γηρῶν . ἢ παρὰ τὸ κηραίνω : ὤφειλεν εἶναι ἀκήραντος
στερητικοῦ α ἀγήρατος καὶ ἀκήρατος , ὁ ἄφθαρτος καὶ μὴ γηρῶν , . , . * . Ἀκηχέδαται : λυποῦνται
5918040 ἀνηλωκως
. σὺ τοίνυν δεῖξον χαλκοῦν ἕνα μόνον εἰς τὴν πόλιν ἀνηλωκώς , ὁ τὰς δύο λῃτουργούσας οὐσίας παρειληφώς . ἀλλ
, μάτην , ὥς γ ' ᾤετο , τοσοῦτον ἀργύριον ἀνηλωκώς , καὶ ἐζηλοτύπει τὰ γιγνόμενα , καὶ ἐφοίτα ἐπὶ
5867790 βδελυρος
οὐδ ' ὀργὴν εὑρεθήσεται ἔχων , ἐφ ' οἷς ὁ βδελυρὸς οὗτος καὶ ἀναιδὴς βιάζεται , ὅς , ὦ μιαρώτατε
τις ἦν ἐν τοῖς Ἕλλησιν ἢ τοῖς βαρβάροις λάσταυρος ἢ βδελυρὸς ἢ θρασὺς τὸν τρόπον , οὗτοι σχεδὸν ἅπαντες εἰς
5863947 ἐδυναμην
, ἔμελλον : βούλομαι , ἐβουλόμην : καὶ δύναμαι , ἐδυνάμην . Κατὰ δὲ Συναλοιφὴν , ὡς Μένανδρος λέγει ,
δικασταί , βραχείας οὐσίας ὑπαρξάσης ἀδελφὰς μὲν ἐξέδωκα , ὅσα ἐδυνάμην ἐπιδούς , κόσμιον δ ' ἐμαυτὸν παρέχων καὶ ποιῶν
5857202 ὠφελω
πρὸς οἷς ἱκέτευεν , ἔρχεται τρέμων , ἐγὼ δὲ οὐδὲν ὠφελῶ καὶ ταῦτα πολλοὺς ἐκ δεσμῶν λελυκὼς καὶ δόξης οὔσης
. . . Ἄλφω καὶ ἀλφῶ διαφέρει . ἄλφω τὸ ὠφελῶ , ἀλφῶ δὲ τὸ εὑρίσκω . Ἄβαξ καὶ ἀβάκιον
5832613 οὐδεπωποτ
τῆς αὑτοῦ βουλήσεως . καὶ ταῦτα πάνθ ' οὕτω διαφυλάττουσιν οὐδεπώποτ ' οὔθ ' ὑμῖν οὔτε τοῖς προγόνοις μετεμέλησεν .
Ἀνδοκίδου ἀποψηφίσασθαι ; πότερον ὡς στρατιώτης ἀγαθός ; ἀλλ ' οὐδεπώποτ ' ἐκ τῆς πόλεως ἐστρατεύσατο , οὔτε ἱππεὺς οὔτε
5827972 ἐπιωρκησεν
παράσιτος . . Ε : ἔτεμε τὴν γλῶσσαν Πανδάρου ὅτι ἐπιώρκησεν . . . : ἱστορεῖ δὲ καὶ Σοφοκλῆς ἐν
ἑταίραν , καὶ προὔδωκε τὸν ἀγῶνα , καὶ τὸν ὅρκον ἐπιώρκησεν . Ὅτι δ ' ἀληθῆ λέγω , κάλει μοι
5796786 προσδιατριβων
τίν ' , οἱ δ ' Ἕλληνες ἑλληνίζομεν . τί προσδιατρίβων συλλαβαῖς καὶ γράμμασιν τὴν εὐτραπελίαν εἰς ἀηδίαν ἄγεις ;
τιν ' : οἱ δ ' Ἕλληνες ἑλληνίζομεν . Τί προσδιατρίβων συλλαβαῖς καὶ γράμμασιν τὴν εὐτραπελίαν εἰς ἀηδίαν ἄγεις ;
5723945 μελ
ὅπως οὕτω γέρων ὢν στύομαι τριέμβολον . Διαρραγείης , ὦ μέλ ' , αὐτοῖς ῥήμασιν . Οὐκ ἀποσοβήσεις ; Οὐ
' ὅσαι λαλεῖν μεμελετήκασί που . τίς δ ' ὦ μέλ ' ἡμῶν οὐ λαλεῖν ἐπίσταται ; ἴθι δὴ σὺ
5723261 Κληματιον
ἂν αὐτὸς ἐθελῆσαι λαβεῖν . οὕτως ἡμῖν ἀνήρτησαι τὸν καλὸν Κλημάτιον , καὶ ὁμολογῶν ὅτι σοι δέδωκεν αὑτόν , ἀγάλλεται
πρὸ τοῦ ταυτηνὶ τὴν ζημίαν μετρίως , ἀφ ' οὗ Κλημάτιον μὲν ᾐσθόμην ἀφῖχθαι , λαβεῖν δὲ οὐδ ' οὕτως
5710391 συκοφαντων
γραφὴν γεγραμμένου , γνοὺς Στέφανος οὑτοσὶ ὅτι ἐξελεγχθήσεται πορνοβοσκῶν καὶ συκοφαντῶν , δίαιταν ἐπιτρέπει πρὸς τὸν Ἐπαίνετον αὐτοῖς τοῖς ἐγγυηταῖς
σεῖσαι τὴν κεφαλήν . καὶ διὰ τὸν σὸν ἐρώμενον ὁ συκοφαντῶν ἡμῖν τὸν βασιλέα σεσίγηκεν . ἄλλῳ μὲν οὖν συνεῖπε
5701674 θωπευων
καὶ πονοῦντας , τὸν δὲ ἀνόνητον καὶ ἄνοπλον ὄχλον διατελεῖ θωπεύων , ὅμοιόν γε πέπονθε καθάπερ εἰ ποιμὴν τοὺς συμφυλάττοντας
τὸ δὲ ἀληθὲς ὄντα δαίμονα πονηρόν , καὶ ταῦτα οὐ θωπεύων αὐτὸν οὐδὲ τὴν ἔχθραν παραιτούμενος , ἀλλὰ ἐρεθίζων ἄντικρυς
5686474 Μειδιας
Ἶβις Λυκούργῳ , Χαιρεφῶντι Νυκτερίς , Συρακοσίῳ δὲ Κίττα : Μειδίας δέ τοι Ὄρτυξ ἐκαλεῖτο : καὶ γὰρ ᾔκειν ὄρτυγι
τινες εἶναι δι ' εὐπορίαν προσειληφότες , καὶ πάλιν μισεῖ Μειδίας ἴσως ἐμέ . Καὶ αἱ διαστάσεις σεμνότητα ἔχουσιν ,
5668939 ἐγκαλων
ἐνθυμούμεθα , κατ ' ἔμφασιν αὐτὰ σημαίνων , ὡς ἵνα ἐγκαλῶν τινι πολυπραγμοσύνην καὶ ἐργολάβειαν εἴπω , ὁ δεῖνα ὁ
: Μετὰ τιμωρίας λάβοι . . προσκαλούμενος : Ἀντὶ τοῦ ἐγκαλῶν , εἰς δικαστήριον ἕλκων , . 〚 καὶ πῶς
5656212 ἀδικηθεις
τοίνυν ἔσται καὶ πέρας τοῦ κακοῦ ; εἰ γὰρ ὁ ἀδικηθεὶς ἀμύνεται , ἀεὶ μεταβαίνει τὸ κακὸν ἀπ ' ἄλλου
ὑμῶν καὶ πολέμιος ὑμῖν ἐτόλμησεν ἐκ τοῦ φανεροῦ γενέσθαι , ἀδικηθεὶς μὲν οὐδέν , τὸ μὴ δύνασθαι δὲ τὰ χρέα
5656012 ἀδικεις
. ] τὸ λαλεῖν σε ἐν ὕπνῳ τὸ ” Φίλων ἀδικεῖς “ , τοῦτο ἐστὶ τὸ κακόν , ὅτι ἀεὶ
τῶν νόμων γε μὴ πρότερον εἶναι θέλειν : σὺ τοίνυν ἀδικεῖς τοὺς νόμους ἀγαπῶν τὸν μιαιφόνον . ὁ δέ φησιν
5653310 πωλησας
“ οὐκ ἐκείνη ” φησὶν , “ ἀλλ ' ὁ πωλήσας . ” “ ἀνδραποδιστὴς ἄρα ἦν , καὶ ἀλλοτρίαν
θάλασσαν γαληνήν τε καὶ πραεῖαν , ἐπεθύμησε πλεῖν . διόπερ πωλήσας αὐτοῦ τὰ πρόβατα , φοίνικας ἀγοράσας καὶ ναῦν ἐμφορτισάμενος
5636603 δεησομαι
δὲ παιδία : ἀλλ ' ὅμως οὐδένα αὐτῶν δεῦρο ἀναβιβασάμενος δεήσομαι ὑμῶν ἀποψηφίσασθαι . ” τί δὴ οὖν οὐδὲν τούτων
ἠκούσατ ' ἀρτίως , μὴ εἰσαγώγιμον εἶναι τὴν δίκην . δεήσομαι δὲ καὶ δίκαια καὶ μέτρι ' ὑμῶν ἁπάντων ,
5624259 καταισχυνω
ἢ καλέσοντα πρὸς τὸ δικαστήριον . οὐδέποτέ . . . καταισχυνῶ ] κατηγορεῖ ⌈ ἐνταῦθα διὰ τοῦ ” οὐδέποτε καταισχυνῶ
ὡς ἐνταῦθα : “ οὐδέποτε ” , φησί , “ καταισχυνῶ ⌈ τὴν πατρίδα ” ⌈ ἤγουν [ ἤτοι ]
5612353 τολμησει
, οἷον καὶ τοιαῦτα συνειδὼς βεβιωμένα ἑαυτῷ ὁ ἀκάθαρτος οὑτοσὶ τολμήσει βλέπειν εἰς ὑμᾶς καὶ τὸν βεβιωμένον αὑτῷ βίον αὐτίκα
ἢ δεινότερον πρᾶγμα τούτου ἐν τῇ πόλει γένοιτο , εἰ τολμήσει ὁ μὲν ἄρχων ἐν ταῖς τῶν ἐπικλήρων δίκαις ἀντιβολεῖν
5611616 ἐκοπιασεν
κόπου τοῦ ἐκ προκαταρκτικῆς αἰτίας . πολλὰ γάρ τις ὁδοιπορήσας ἐκοπίασεν : ἐγένετο αὐτοῦ ὁ κόπος ἐν ψυχροτέρῳ χωρίῳ ,
' ἔχων ἀπῆλθες ἐχθρὸς οὐδενί . ὁ προσδιατρίβων δ ' ἐκοπίασεν ἀπολέσας κακῶς τε γηρῶν ἐνδεής που γίνεται ῥεμβόμενος ,
5604731 ἐβουληθητε
, οὐδὲν πώποθ ' ὑμᾶς ἐξέφυγεν , ὅσα δ ' ἐβουλήθητε μέν , μετὰ ταῦτα δ ' ἀπεβλέψατ ' εἰς
ἄνδρες Ἀθηναῖοι , ὅτι , ὅσα μὲν πώποθ ' ἅπαντες ἐβουλήθητε καὶ μετὰ ταῦτα τὸ πράττειν αὐτὸς ἕκαστος ἑαυτῷ προσήκειν
5601921 λοιδορουμενος
κἂν ] αὐτὸς γενόμενον ἄσμενος . εὐθὺς μαχεῖται πᾶσι , λοιδορούμενος εἰς τοὺς βίους οὓς ζῶσι : σὲ δ '
ἀλλ ' οὗτος πρᾶγμ ' ἑόρακεν μιαρὸν καὶ ἀναιδές . λοιδορούμενος γὰρ ἐν ταῖς ἐκκλησίαις καὶ προπετῶς ἅπασι προσκρούων ,
5599026 στων
τοιοῦτον , ἐπεὶ οἱ αὐτοὶ χρονοκράτορες ἐπὶ τῶν πλεί - στων γενέσεων εὑρεθήσονται , ἀλλὰ καθὼς πρόκειται ἔκ τε Ἡλίου
* * τοδε | * * εν | * * στων ? | * * οὐκ ] οἶδεν | *
5595261 δεδωκως
ὑπέταξεν . γαῖαν : ἅπασαν . ἀνάψας : δοὺς , δεδωκὼς , ἀποκρεμάσας . Αὐσονίων : Ῥωμαίων . Θῦνεν :
: ἔστι τις ὃς τὰ μὲν ὄντα διδοὺς οὐκ οἶδε δεδωκὼς οἷσι δέδωκ ' οὐδ ' αὐτὸς ἔχων ὧν ἐδεῖτο
5590657 γεγονα
συμβᾶσάν μοι συμφοράν , καὶ τῇ πατρῴᾳ γῇ κακῶν αἴτιος γέγονα , ἀνθ ' ὧν τοσοῦτον πλῆθος ἀπώλεσα ἐν Ἑλλάδι
τὸ δ ' ἡμέτερον , ἓξ μὲν καὶ ἑβδομήκοντα ἔτη γέγονα , τὸ λειπόμενον δὲ οὐ πολύ . καὶ ὁ
5587344 εἰμ
' , ὦ πάτερ . νῦν δ ' ἄθλιος μέν εἰμ ' ἐγώ , τλήμων δὲ σύ , οἰκτρὰ δὲ
λάβηι σε , θάνατος ξένιά σοι γενήσεται . εὔνους γάρ εἰμ ' Ἕλλησιν , οὐχ ὅσον πικροὺς λόγους ἔδωκα δεσπότην
5577510 φαινομαι
εἰμι τὴν χώραν τὴν ὑμετέραν οὔτ ' ἐν τῇ ἀγορᾷ φαίνομαί τινι ὀχληρός : οὐ γάρ εἰμι ῥήτωρ : οὐδὲ
παῖς μου εἶπεν , ἐπείσθης ἄν : ἐγὼ δὲ οὐ φαίνομαί σοι ἀξιοπιστότερος εἶναι ; Δύσκολος σκάλαν καταβαίνων σφαλεὶς κατέπεσε
5576431 δυσνους
τῶν πραγμάτων σεμνῶς : εἶθ ' ἡ αἰτία τοῦ παραλειφθέντος δύσνους γὰρ ἦν περὶ τὴν πόλιν καὶ ἄδικος πάνυ :
ἧς γνώμης ὁ πράξας πέ - πραχεν : ὅτι οὐ δύσνους ὢν οὐδὲ ἐπιβουλεύων καὶ ἑξῆς . Σωπάτρου . Ἡ
5576298 Πεδαριτος
ἀφικνοῦνται ἄλλαι ἄλλοθεν ἐς τὴν Χίον . καὶ μετὰ τοῦτο Πεδάριτος , τότε παριὼν πεζῇ ἐκ τῆς Μιλήτου , γενόμενος
τῇ Μιλήτῳ ναῦς τοῦ ξυμπαρακομισθῆναι . Οἱ δὲ Χῖοι καὶ Πεδάριτος κατὰ τὸν αὐτὸν χρόνον οὐδὲν ἧσσον , καίπερ διαμέλλοντα
5572181 ἐτολμησας
Θεμιστοκλέους - ⌋ βίου ἐπιλαμβάνεσθαι ⌊ - ⌋ ⌊ ⌋ ἐτόλμησας ⌊ σκέψαι ⌋ ⌊ ὦ Σώκρατες , τὰ ⌋
ἐπεθύμεις , ἀλλὰ τοῦ δοκεῖν ἐπιθυμεῖν τῶν λόγων . οὔκουν ἐτόλμησας οἰκέτην τῇδε καταλιπεῖν ἡμέραν μίαν . ἀλλ ' ἐγὼ
5571858 ἐφροντισεν
γεγένηται . Ὁ δὲ νομοθέτης οὐχ ὅπως τὸ πρᾶγμα γεγένηται ἐφρόντισεν , ἀλλ ' ἐὰν ὁπωσοῦν μίσθωσις γένηται , κατέγνωκε
. . τῆς ῥινὸς οὐκ ἐπελάβετο δηλ . οὐδ ' ἐφρόντισεν : Οὐκ ᾔσθετο . . ἤγουν οὐ μόνον οὐδὲν
5568884 ἐχορηγει
ἐκεῖνος , ἐπειδή οἱ ὁ πάππος εἰς Μήδους ἀφικομένῳ δαῖτα ἐχορήγει βασιλικήν , τότε γὰρ οὐ μετρίως ἐτρύφα τὸ Μηδικόν
κατετίθετο , ἀλλ ' ἰδίᾳ ἐθησαύριζεν : οὔτε τοῖς στρατιώταις ἐχορήγει τὰς μισθοφορίας , οὔτε τοῖς ἡγεμόσι μετεδίδου τούτων ,
5561258 ἠνεσχοντο
μνήμη ἐνέστακται , περιῆλθεν ἡ ἀρχή , οἳ δὲ οὐκ ἠνέσχοντο , ἀλλὰ τοιοῦτον ἄνδρα φόνῳ ἀπεσκευάσαντο . τὴν δὲ
ταῦτα ἐπέκεινα παντὸς ἀγῶνος εἶναι , οἱ δ ' οὐκ ἠνέσχοντο , ἀλλ ' ὥσπερ ἐξ ἑνὸς στόματος πάντες παραμένειν
5555560 Φωκιων
τοῦ Δημάδου πρὸς αὐτόν : τί οὐ πείθομεν , ὦ Φωκίων , Ἀθηναίους τὴν Λακωνικὴν προσδέξασθαι πολιτείαν ; ἐὰν γὰρ
προσετίθει τὸ χαίρειν : οὕτως ἄρα ᾑρήκει τὸν Μακεδόνα ὁ Φωκίων . ἀλλὰ καὶ τάλαντα αὐτῷ ἀργυρίου ἔπεμψεν ἑκατόν ,
5553852 γιγνωσκων
αὐτῷ γὰρ γενεὴν ἄγχιστα ἐῴκει . Ἦ ῥ ' εὖ γιγνώσκων , Τρῶας δ ' ἄχος ἔλλαβε θυμόν . ἔνθ
ἔχοντος γελοῖον τὸν λόγον γίγνεσθαι , ὅταν λέγητε ὅτι πολλάκις γιγνώσκων τὰ κακὰ ἄνθρωπος ὅτι κακά ἐστιν , ὅμως πράττει
5545996 ὁθουνεκ
ἀναστένων , ὥς νιν ματαίως αἰτίᾳ βάλοι κακῇ , κλαίων ὁθούνεκ ' ἐκ δυοῖν ἔσοιθ ' ἅμα πατρός τ '
; εἰ γὰρ οἶδά γ ' , οὐκ ἀρνήσομαι . ὁθούνεκ ' , εἰ μὴ σοὶ ξυνῆλθε , τὰς ἐμὰς
5535149 ἀνεχομαι
. ἀδικούμενος ἀεί τε πλεονεκτοῦντα τὸν ἀδελφόν τι μου ὁρῶν ἀνέχομαι . νοῦν ἔχεις . ἀλλ ' , ὦγαθέ ,
, οὐδὲ γεωργοῦ ἀνέχομαι ἐμπιμπράντος τὰ λήϊα , οὐδὲ κυβερνήτου ἀνέχομαι ἀποδειλιῶντος πρὸς τὴν θάλατταν : πλεῖν σε δεῖ ,
5532794 τυγχανω
καθάπτοιντο λέγοντες ὅτι ἐν τοῖς μάλιστα Ἀθηναίων ἐγὼ αὐτοῖς ὡμολογηκὼς τυγχάνω ταύτην τὴν ὁμολογίαν . φαῖεν γὰρ ἂν ὅτι “
εὖ ποιῆσαι καὶ αὐτὸν μηδὲν βλαβῆναι . προξενῶν μὲν γὰρ τυγχάνω τῶν Ἡρακλεωτῶν , βούλοιο δ ' ἄν , ὡς
5515925 δυνησομαι
, ἀλλὰ καὶ μὰ τὸν Διόνυσον οὐκ οἶδ ' ὅπως δυνήσομαι περιπλέκειν ὅλην τὴν ἡμέρανκαὶ πεπορνευμένος : ὁ γὰρ εἰκῇ
ζῴων παραλλαγήν , ὁποῖον μὲν ἕκαστον τῶν ὑποκειμένων ἐμοὶ φαίνεται δυνήσομαι λέγειν , ὁποῖον δὲ ἔστι τῇ φύσει διὰ τὰ
5498377 ἐξηπατηκως
ἐν τῇ Ἑλλάδι ἐστέ : καὶ ἐγὼ μὲν ἔσομαι ὁ ἐξηπατηκὼς εἷς , ὑμεῖς δὲ οἱ ἐξηπατημένοι ἐγγὺς μυρίων ἔχοντες
⌉ , ἐξεληλεγμένος μὲν δῶρα κατὰ τῆς πόλεως εἰληφώς , ἐξηπατηκὼς δὲ καὶ τὸν δῆμον καὶ τὴν βουλὴν παρὰ τὴν
5495883 ἐπεδωκα
κἀν τούτῳ δηλονότι ὀλίγον ὕϲτερον φθεγξαμένη , ἠρέμα καὶ αὖθιϲ ἐπέδωκα πλέον τοῦ πόματοϲ μετὰ ἐμμελοῦϲ οἴνου ἀντὶ τοῦ κνιδίου
οὐδενὸς ὧν ὑπεύθυνος ἦν , ἀλλ ' ἐφ ' οἷς ἐπέδωκα , ὦ συκοφάντα . ἀλλὰ καὶ τειχοποιὸς ἦσθα .
5488971 ὑπευθυνος
ὦσιν , οὐχ ὁ πράττων , οἶμαι , τὰ δέοντα ὑπεύθυνος , ἀλλ ' οἱ μὴ χρώμενοι . τί χρὴ
ἀντιθέσει συνδραμὼν καὶ ἐπὶ τὸ ὁρίσασθαι καταφυγὼν ὧν οὐκ ἦν ὑπεύθυνος , τοῦτ ' ἔστιν ἐφ ' οἷς ἐπέδωκε ,
5479938 αἰσχυνουμαι
: ἐν σαργανοίσιν ἄξω ταρίχους Ποντικούς : Ἀριστοφάνης : οὐκ αἰσχυνοῦμαι τὸν τάριχον τουτονὶ πλύνων εἰπεῖν ἅπασιν ὅσα σύνοιδ '
ταῦτ ' ἐς ταρίχους ἀπολέσω . Ἀριστοφάνης Δαιταλεῦσιν : οὐκ αἰσχυνοῦμαι τὸν τάριχον τουτονὶ πλύνων ἅπασιν ὅσα σύνοιδ ' αὐτῷ
5476476 ἑτερουϲ
! [ ] καταλ ] καὶ τοὺϲ ? [ ] ἑτέρουϲ [ ] ! ιδορ ? θε [ χο [
περὶ τὰϲ ἐξόδουϲ οὐκέτι πρὸϲ τὸν ἄνδρα ἀλλὰ πρὸϲ τοὺϲ ἑτέρουϲ γιγνομένουϲ φοβητέον . . . Ὑπ . ὁ ῥήτωρ
5475688 ἐτολμα
διὰ τὸ τοὺς νοσοκομοῦντας ὑπὸ τῆς νόσου διαρπάζεσθαι , οὐδεὶς ἐτόλμα προσιέναι τοῖς κάμνουσιν . παραιρεθείσης οὖν καὶ τῆς θεραπείας
τῶν ἐμπειροτάτων πάνυ καὶ δεινῶν διελέγετο πρὸς αὐτόν , ἀντιλέγειν ἐτόλμα , ἀλλ ' ἡσυχῆ παραδόντες αὑτούς , τοῖς λεγομένοις
5473207 Ὑπερβολος
δημοτικοῖς , οὐδεὶς πώποτε οὕτως ἐγένετο θρασὺς δημαγωγός , οὐδὲ Ὑπέρβολος ἐκεῖνος ἢ Κλέων , ὥστε τὸν Ἄρειον πάγον ἢ
, ἄνδρες , ἐπέλαχον . Καὶ τοσοῦτον εὐερίας ἀπολέλαυχ ' Ὑπέρβολος , ὥστ ' αὐχμότατός ἐστι . Ἐγὼ δ '
5467910 ἠδικειτο
τοῖς οὐκ εἰρημένοις ἐκέρδαινεν , ἐν τοῖς εἰρημένοις δὲ οὐκ ἠδικεῖτο . τίς δὲ καὶ ἡ πολλὴ σπουδὴ περὶ τὴν
τί ἂν ὑμῖν τούτου μεῖζον τεκμήριον ἀποδείξαιμι , ὅτι οὐκ ἠδικεῖτο οὔθ ' ὑπ ' ἐμοῦ οὔθ ' ὑπ '
5465947 κακοδαιμων
ταῖς μυίαις ποιεῖν βοῦν τοῖς ἀκλήτοις προκατακόπτειν πανταχοῦ . Οἴμοι κακοδαίμων , τὸν τράχηλον ὡς ἔχω . Σφαῖραν λαβών τῷ
πάνυ ἀνεκτόν . τάδε μέντοι ἐκ τοῦ κακο σύνθετα . κακοδαίμων , κακοῦργος , κακολόγος κακήγορος , κακοπράγμων ὡς Ὑπερείδης
5461627 ᾐσχυνθη
τῶν ἀνδρῶν γεγενημένων : ὧν οὗτος οὐδὲ τὰς θήκας παριὼν ᾐσχύνθη , ὀγδόῳ ἔτει τὴν πατρίδα αὐτῶν προσαγορεύων . Περὶ
' ὤκνησεν . ἀλλ ' οὐδὲ πρὸς οὓς ἔλεγεν αὐτοὺς ᾐσχύνθη , εἰ τοιοῦτο κακὸν καὶ τηλικοῦτον ἀδίκως ἐπάγει τῳ
5458200 γεγονας
πρὸς τοὺς τῶν ἀντιπάλων ἡγεμόνας ἀποβλέπειν εἴ ποτε ἐκείνων βελτίων γέγονας , σκοποῦντα καὶ ἀσκοῦντα πρὸς ἐκείνους . Λέγεις δὲ
γάρ με λάβῃς ἀγνοοῦντα , τίς εἶ σὺ καὶ τίνων γέγονας , μαίνεσθαί με μᾶλλον ἢ τὸν Ὀρέστην λέγειν .
5453083 ἀπει
ἐφεξῆς οἰομένους δεῖν λέγειν , ὡς ἂν μή τῳ δοκοίημεν ἀπει - ροκάλως ἔχειν , ταῦτά ἐστιν . ἰσχυρίζεται δ
ἔρωτι συμβαλλομένας νυκτερινὰς θεάς . τὴν δὲ Θεστυλίδα ὁ Θεόκριτος ἀπει - ροκάλως ἐκ τῶν Σώφρονος μετήνεγκε Μίμων : .
5435347 ἐφιεμαι
ταχέως , ταχύτατα . μαθητιῶ ] ἐπιθυμῶ . βούλομαι . ἐφίεμαι μαθεῖν . . , τὸ θέμα μαθητίζω . ἀλλ
τὸ μηδέποτε στειρωθῆναι καὶ ἀτοκῆσαι , ᾧ καὶ αὐτὸς προσνεμηθεὶς ἐφίεμαι κληρονόμου δικαίως . ἄσβεστον γὰρ αὐτὸ καταθεώμενος αἴσχιστον εἶναι
5434950 ἐμαθες
πρόνοιαν . καὶ οὐκ ἠρώτησας παρ ' ὧν ἂν τἀληθὲς ἔμαθες : ὁ δὲ ἄνθρωπος οὗτος , εἰ καὶ μὴ
λάχανα πλύνων Διογένης ἔσκωψε καί φησιν , “ εἰ ταῦτα ἔμαθες προσφέρεσθαι , οὐκ ἂν τυράννων αὐλὰς ἐθεράπευες . ”
5429653 ἐπραξας
οὔτε χεῖρον οὔτε βέλτιον οὐδὲν οὔτ ' εἶπας οὔτ ' ἔπραξας , ἀλλ ' ἀπώκνησας ἁπλῶς , ἡμεῖς δ '
οὐκ εἰς χάριν τὴν ἐμὴν , ἀλλὰ κατὰ ἀνάγκην ταῦτα ἔπραξας καὶ τῶν ἀφύκτων πόνων ἐξέσωσας τὸ ἐμὸν σῶμα .
5428054 γραμματοκυφων
κατὰ συλλαβήν , μᾶλλον δὲ καὶ κεραίαν ἑκάστην ἀργυρολογῶν ὁ γραμματοκύφων : ὃν πολλάκις ὁ δῆμος ἅπας ὁμοθυμαδὸν εὐθυβόλως καὶ
. Ὄνομα δίκης . Ἔπειτ ' , ὦ κατάρατε καὶ γραμματοκύφων . Γραμματοκύ - φων : ἤτοι ταπεινὲ γραμματεῦ ,
5427447 ἠξιωσα
γὰρ καὶ δὶς καὶ τρὶς ἀδείας τοὺς αὐτοὺς τῶν ἐπιβουλευσάντων ἠξίωσα , τῶν δ ' ἀδικούντων οὐδείς ἐστιν , ὅστις
ὀσπρίου λέπος : οὕτως ἐκεῖνός ἐστιν εὐχερὴς ἀνήρ . οὐκ ἠξίωσα καταλιπεῖν τὴν μητέρα , πρώτην δὲ σῴζειν : τοῖς
5424343 ἠξιωσας
τῶν σῶν τρόπων τὰ κτήματα . εἰ δὲ τῆς ἡμέρας ἠξίωσας τῆς γενεθλίας τὴν Αἴγυπτον καὶ παρὼν ἐνταῦθα τελεῖς τὸ
Εὐέργῳ προῃροῦ λαγχάνειν , εἴασας ἐμέ , οὐδὲ πρατῆρ ' ἠξίωσας ὑποστῆναι τόν γε δεινά σε καὶ πόλλ ' εἰργασμένον
5423972 ἐκειν
πρυτάνεις γὰρ οὑτοιὶ μεσημβρινοί . Οὐκ ἠγόρευον ; τοῦτ ' ἐκεῖν ' οὑγὼ ' λεγον : εἰς τὴν προεδρίαν πᾶς
καὶ μηδὲ δι ' ἓν τῶν ἄλλων , δι ' ἐκεῖν ' ὑπομεῖναι τοὺς λόγους ἀμφοτέρων , ἵν ' ἐὰν
5415820 ἠναγκασα
. “ αὖθις ἐγένετο ἡ φωνή : αὖθις οὖν αὐτὸν ἠνάγκασα ἐπισχεῖν . τὸ τρίτον , βουλόμενός με λαθεῖν ,
τοὺς μὲν πολεμίους ἅμα τῷ συνάρχοντι ἐνίκησα διτταῖς μάχαις καὶ ἠνάγκασα καταλιπόντας τὸ φρούριον ἀπελθεῖν : τὸν δὲ λιμὸν οὐκ
5413197 προσδοκω
ἡμῶν ἀκούσωσι κἀγὼ δύνωμαι ἀπομνημονεῦσαι ἅ σοι σύνοιδα , πάνυ προσδοκῶ ἐπιδείξειν τοῖς δικασταῖς τῆς μὲν σωτηρίας τῇ πόλει τοὺς
ἀσπίδος . καὶ ἡ ὁρμή . οἴομαι : νομίζω . προσδοκῶ . πέπεισμαι . ὀλοόν : ὀλέθριον . δεινόν .
5403312 ἐπισταμαι
ἀρχὴν Σκαμανδρίῳ τῷ παιδὶ κατέλιπεν . ταῦτα δὲ ἔχοντα οὕτως ἐπίσταμαι σαφῶς ὅτι οὐδεὶς ἀποδέξεται , φήσουσι δὲ ψευδῆ πάντες
ἐκ φιλανθρωπίας κτήσασθαι δόξαν , καὶ οὕτως ἐγώ σε καλῶς ἐπίσταμαι ὥστε καὶ ὑπεσχόμην αὐτοῖς τὰ βελτίω , καὶ νῦν
5402797 οἰσθας
. ὑφ ' οὗ γ ' ἥκιστ ' ἐχρῆν . οἶσθας σὺ τοῦτον ; οἶδα : καὶ συν ! [
χρυσοῦν κάνθαρον . } ποῖον ; τὸ πλοῖον ; οὐδὲν οἶσθας , ἄθλιε . } τὴν ναῦν σεσῶσθαί μοι λέγεις
5397299 λογιουμαι
. τούτων μὲν ὀβολόν , εἰ πολύ , τίθημι : λογιοῦμαι γάρ . αὗται δὲ ῥόαι . ὡς εὐγενεῖς .
. κἂν πάλιν δυνηθῶ , ποιήσω πάλιν καὶ οὐδὲν ὑμῖν λογιοῦμαι τῶν τοιούτων . οὐδὲ γὰρ οἱ γονεῖς τοῖς τέκνοις
5395987 τεθεαται
ἐλιπάρει τὸν ζωγρήσαντα : ὡς δὲ δακρύοντα οὗτος τὸν ἄνδρα τεθέαται , τὴν ἐσθῆτα ἀποδυσάμενος καὶ γυμνὸν ὑπὸ τὴν λόχμην
, ὠφέλημα : κερδαίνεις γὰρ οὐδὲν ταῦτα λέγων ὦπται ] τεθέαται πάλαι ] ἐξ ἀρχῆς τάδε ] ὅτι οὐδὲν ὠφελοῦμαι
5392805 ἀδικησας
προτενθῶν Δορπία καλουμένη . ὅ τι ἂν τύχῃ ὁ μάγειρος ἀδικήσας , τὸν αὐλητὴν λαβεῖν πληγάς . ἐκ τᾶς πινακίδος
, συνεχεῖς ποιησάμενον τοὺς ὅρους : ἔστι γὰρ ὡς ὁ ἀδικήσας πρὸς τὸν ἠδικημένον , οὕτως ὁ δικαστὴς πρὸς τὸν
5390929 ὠιομην
συγχωρήσετε . ἓν δ ' ἴσως ἥμαρτον ὅστις τῶν ἁπάντων ὠιόμην αὐτὸς αὐτάρκης τις εἶναι καὶ δεήσεσθ ' οὐδενός .
] ὁρῶ ς ' ὃν οὐκ ⌊ ⌋ ἂν ⌊ ὠιόμην ἰδεῖν ἔτι . ἐξῆλθεν ἔξω . ⌊ παῖ ,
5384536 εὐτυχων
ἐμαυτοῦ νομίζω , καὶ γὰρ εἶ κοινὸν ἀγαθὸν πάσης Σικελίας εὐτυχῶν . δὸς οὖν μοι σχολάζοντα σεαυτὸν καὶ ἀκούσῃ μεγάλα
παιδαρίου γνώμην ἔχει . κοινὸν ἀγαθόν ἐστι τοῦτο , χρηστὸς εὐτυχῶν , πόλει . εἴπερ τὸν ἀδικοῦντα † μενως ἠμύνετο
5378574 ἐλευθεριως
οὕτω φιλοφρονησάμενος τὸν Ἄνυτον ἀπηλλάσσετο . Ὁ δὲ Ἄνυτος πάνυ ἐλευθερίως καὶ ἐρωτικῶς , λεγόντων τινῶν , ὡς ἀγνώμονα εἴη
μὲν ἁμαξεύοντος ἐν Χερρονήσῳ διὰ πενίαν γενέσθαι , τραφῆναι δὲ ἐλευθερίως ἐν γράμμασι καὶ περὶ παλαίστραν : ἔτι δὲ παιδὸς
5372574 στεργω
σπερμάτων σωτηρίαν . τῶν δ ' εὐσεβούντων ἐκφορωτέρα πέλοις . στέργω γάρ , ἀνδρὸς φιτυποίμενος δίκην , τὸ τῶν δικαίων
ἑτέρας ἐστὶ χρείας . Φιλῶ τὸν δεῖνα , ὑπερφιλῶ , στέργω , ὑπερστέργω , ἀγαπῶ , ὑπεραγαπῶ , ἄγαμαι ,
5371893 βουλευοντων
τοῖς γράμμασι τὴν βουλήν . πολλοὶ δὲ καὶ τῶν οὐ βουλευόντων ἐπέρρεον γνόντες , ἐφ ' ὅτῳ γε συγκαθιζοίμεθα ,
ἐκείνης χάριτος , ὅτ ' Ὀλύμπιος μὲν ἔτρεμε μὴ τῶν βουλευόντων ἁδελφὸς αὑτῷ γένηται , τὸν φόβον δὲ ἐμήνυσα σοὶ
5371825 παρελιπεν
σχεδὸν ἀχρόνως αἰσθανόμεθα , διὰ δὲ τὸ ἐναργῆ αὐτὰ εἶναι παρέλιπεν . ἑξῆς δὲ ὅταν λέγῃ “ τὰ δὲ γεννώμενα
πεζόν τε καὶ ἔνυδρον τέμοι : οὗτος γὰρ τὸ πτηνὸν παρέλιπεν . ὑπερβεβηκέναι δέ , εἰ τὸ ζῷον εἰς δίπουν
5368449 ἐπιχειρησας
μαντεία νηφούσῃ σοφίᾳ . καὶ ἂν ἐξ ἐνέδρας μέντοι τις ἐπιχειρήσας ἀνελεῖν τινα μὴ δυνηθῇ κτεῖναι , τῇ τῶν ἀνδροφόνων
καὶ τούς [ γε ] ξένους τῷ γεννήσαντι ἔθυεν : ἐπιχειρήσας δὲ τῷ Ἡρακλεῖ ἀνῃρέθη : ὡς Δέρκυλλος ἐν τρίτῳ
5368408 ἠδικησεν
ἀετὸν ἀμυνόμενος , οὐ γὰρ δὴ τὸν κάνθαρον ἐκεῖνος μόνον ἠδίκησεν ἀλλὰ καὶ εἰς τὸν Δία αὐτὸν ἠσέβησε , πρὸς
ἐᾷ διαγνῶναι τὸν ἁμαρτάνοντα , πότε ἔλαττον καὶ πότε μεῖζον ἠδίκησεν . Ϛζʹ . Λύκῳ . Οὐ τὸ πένεσθαι κατὰ
5351559 ᾐσχυνετο
. . ὑπερβαλλόντως , ὑπερφυῶς , ὑπὲρ τὸ νενομισμένον . ᾐσχύνετο : Εὐλαβεῖτο . . ᾔτης ' : Ἐζήτησεν ἐμέ
ἐγκαλοῦσαν ἃ ἐγὼ αἰσχύνομαι λέγειν , οὗτος δὲ ποιῶν οὐκ ᾐσχύνετο . Τῶν δ ' ἐπιτηδείων Μέλανα μὲν τὸν Αἰγύπτιον
5348815 πραττ
× | – – × – ἀλλότρια ? ? ? πράττ [ – ˘ – × οἱ νόμοι ϲυνθήματ '
× | – – × – ἀλλότρια ? ? ? πράττ [ – ˘ – × οἱ νόμοι ϲυνθήματ '
5337312 ἡμαρτεν
σου . οὐ φροντίζω , φησὶ , κἂν λέγῃς ὅτι ἥμαρτεν . 〚 οὐ δῆτ ' ἐκεῖνον : Τὸν δόλιον
αἰτίαν ἐπήνεγκεν ἐρωτικὴν ἢ τούτῳ : ὁ δὲ ἀνὴρ γενόμενος ἥμαρτεν ἃ ἐν παισὶν ἔφευγεν . ὁ μὲν οὖν κατήγορός
5322961 ἠρωτησα
ἥδεται κακοῖς ἀνήρ , τοῖος ὡς ἐκεῖνος : οὐπώποτ ' ἠρώτησα γὰρ γινώσκων , ὅτι τοιοῦτός ἐστιν οἷσπερ ἥδεται ξυνών
δρόμους τε πολλοὺς ἐξέπλησα καμπίμους : ἐλθὼν δέ ς ' ἠρώτησα πῶς τροχηλάτου μανίας ἂν ἔλθοιμ ' ἐς τέλος πόνων
5315280 Σιμωνιδη
' αὐτῶν εὐφραίνεται , οὐδὲ τοῦτο οὕτως ἔχει , ὦ Σιμωνίδη , ἀλλ ' ὥσπερ οἱ ἀθληταὶ οὐχ ὅταν ἰδιωτῶν
ἐγώ , εἰ οὖν τις αὐτὸν ἤρετο : “ Ὦ Σιμωνίδη , ἡ τίσιν οὖν τί ἀποδιδοῦσα ὀφειλόμενον καὶ προσῆκον
5308836 ἐδυνηθην
ἅτε φρουρίῳ τῷ Πανοπεῖ χρώμενον : τὸ ἕτερον δὲ οὐκ ἐδυνήθην συμβαλέσθαι πρότερον , ἐφ ' ὅτῳ καλλίχορον τὸν Πανοπέα
, τὸ μὲν ὡς ἀηδέστατά τε ἐλουσάμην δειπνῆσαί τε οὐκ ἐδυνήθην ἔν τε ὀνεί - ρασι διετέλεσα θεώμενος τὰς πληγάς
5308261 Θεοδοτην
ὁ μετὰ τῶν Ἀσπασίας αὐλητρίδων ἐπὶ τῶν ἐργαστηρίων διατρίβων καὶ Θεοδότην τὴν ἑταίραν διδάσκων ἃ οὔτε Νικὼ ἡ Σαμία ἢ
καὶ ἐμέμφετο Διονυσίῳ : ὁ δ ' ἀκούσας ὅτι παρὰ Θεοδότην εἴην εἰσεληλυθώς , πρόφασιν αὖ ταύτην ἄλλην τῆς πρὸς
5305533 κινδυνευω
νύκτωρ κατακλινεὶς οὐκ ἐκοιμᾶτο λέγων πρὸς ἑαυτὸν “ ἀλλὰ ἐγὼ κινδυνεύω μαχόμενος τῇ θαλάσσῃ καὶ τοὺς ζῶντας ἀποκτείνων ἕνεκα λημμάτων
γὰρ ἔμοιγέ ἐστι τοιοῦτον πεπραγμένον , ἀλλ ' ἀλογώτατον πάντων κινδυνεύω πολὺ μείζω συμφορὰν ἐμαυτῷ διὰ τούτους ἐπαγαγέσθαι . πρὸς
5305109 παραδωσετε
ἀνέξεσθε , ἀλλ ' ὡς κακοῦργόν τινα καὶ παλίμβολον μαστιγοῦν παραδώσετε τῷ τεταγμένῳ : καὶ διὰ τοῦτο ἐξεύρηται ὑμῖν πολλὰ
ἐὰν ἃ πείθουσιν οὗτοι ποιῆτε , ὑμᾶς αὐτοὺς τοῖς πολεμίοις παραδώσετε . τίνος οὖν ἕνεκ ' εἰπέ μοι λοιπὸν τῷ
5301872 τολμησας
ταῦτα μετ ' ὀλίγον τεχθέντος ‖ τοῦ βρέφους ἐργάζεσθαι . τολμήσας δ ' ἂν εἴποιμι τὴν ἡσυχίαν ἐνέργειαν : τὸ
ἃ χρή . Τί φῄς ; τίς ἀνδρῶν ἦν ὁ τολμήσας τάδε ; Οὐκ οἶδ ' : ἐκεῖ γὰρ οὔτε
5293257 κτησομαι
” εἰς ὥρας ἐγὼ πλεύσω , φυτεύσω , τοῖχον ἄρας κτήσομαι . ” Ἂν γνῷς τί ἐστ ' ἄνθρωπος ,
ἔλεγεν : „ εἰς ὥρας ἐγὼ πλεύσω , φυτεύσω , κτήσομαι πολλοὺς ἀγρούς , τὸν τοῖχον ἄρας πύργον ὑψηλὸν βαλῶ
5289692 ἐθελησει
δείδοικα ποδώκεα Πηλεΐωνα : οἷος κείνου θυμὸς ὑπέρβιος , οὐκ ἐθελήσει μίμνειν ἐν πεδίῳ , ὅθι περ Τρῶες καὶ Ἀχαιοὶ
, ὀλίγον δέ τι παραλλάσσοντας τῆς χώρης . Εἰ ὦν ἐθελήσει ἐκτρέψαι τὸ ῥέεθρον ὁ Νεῖλος ἐς τοῦτον τὸν Ἀράβιον
5283145 ἀπανθρωπως
εὐχερῶς , εὐεξαπατήτως , πεπλανημένως , σφαλερῶς , σκαιῶς , ἀπανθρώπως , ὑβριστικῶς , ἀνίσως , ἀγρίως , ἀνηλεῶς ,
αὐτούς τυχεῖν ] τοῦ ἐλέου αὐτός ] ἐγώ ἀνηλεῶς ] ἀπανθρώπως σημείωσαι περὶ ῥυθμοῦ καὶ ἀριθμοῦ † τὸ ἐρρύθμισμαι ἐκ
5275109 ἐδρασας
ὀλισθάνει θεοῦ δὲ πληγὴν οὐχ ὑπερπηδᾷ βροτός εἰ δείν ' ἔδρασας , δεινὰ καὶ παθεῖν σε δεῖ οἱ γὰρ γύνανδροι
ἔγωγε δέδοικα μὴ τοῦ πράγματος ἁπτόμενος Ἀκεσίας γένωμαι . Οἷον ἔδρασας , Ἀνδρόνικε ; σοὶ μὲν ἐγὼ γέγραφα , σὺ
5272446 θαυμαζω
ἐπιτελέσαντες ? [ τὰ ἱερὰ ] εἶδον , ἔλασσον σφᾶς θαυμάζω μὴ γινώσκειν [ ] , ὅσοι δὲ παρὰ τοῦ
ἄνδρας , προέμενοι ἀπολέσθαι αὐτοὺς ἀποπλέοντες ᾤχοντο . οὐ μέντοι θαυμάζω γε τὸ Κριτίαν † παρανενομηκέναι † : ὅτε γὰρ
5247191 ἀκηκοα
ἢ ὅτι ἀφαιροῦνται βίᾳ τὰ ἀλλότρια ; ἐγὼ μὲν οὐδὲ ἀκήκοα πώποτε πρᾶγμα μιαρώτερον ἢ ὃ οὗτοι διαπεπραγμένοι εἰσὶ περὶ
τὴν ἀριστείαν ἐλήλυθα , καὶ τὸν πένητα λαβεῖν ἔκδοτον αἰτοῦντος ἀκήκοα , εὐθὺς καὶ πρὸς τὸν πόλεμον ὕποπτος ἐγενόμην ,

Back