κατὰ συλλαβήν , μᾶλλον δὲ καὶ κεραίαν ἑκάστην ἀργυρολογῶν ὁ γραμματοκύφων : ὃν πολλάκις ὁ δῆμος ἅπας ὁμοθυμαδὸν εὐθυβόλως καὶ
. Ὄνομα δίκης . Ἔπειτ ' , ὦ κατάρατε καὶ γραμματοκύφων . Γραμματοκύ - φων : ἤτοι ταπεινὲ γραμματεῦ ,
6586181 ἐδανεισας
καὶ ὁ εὐτράπελός φησιν : Ἀφ ' οὗ μοι † ἐδάνεισας , τὸν λύχνον οὐ βλέπω [ αὐτόν ] .
, κακῶς ἄρα εἶχες αὐτὰ τὰ χρήματα καὶ διὰ τοῦτο ἐδάνεισας ; κακῶς ἄρ ' ] κακῶς εἶχες ] αὐτὰ
6503553 πωλησας
“ οὐκ ἐκείνη ” φησὶν , “ ἀλλ ' ὁ πωλήσας . ” “ ἀνδραποδιστὴς ἄρα ἦν , καὶ ἀλλοτρίαν
θάλασσαν γαληνήν τε καὶ πραεῖαν , ἐπεθύμησε πλεῖν . διόπερ πωλήσας αὐτοῦ τὰ πρόβατα , φοίνικας ἀγοράσας καὶ ναῦν ἐμφορτισάμενος
6475553 Κυθηρος
Κυδαντίδαι . Κυθήριος : Δημοσθένης ἐν τῷ πρὸς Φαίνιππον . Κύθηρος δῆμος τῆς Πανδιονίδος , ἀφ ' οὗ ὁ δημότης
τῶν διαβολῶν καὶ οἰκέτης τοῦ πρεσβύτου μάγειρος , ᾧ ἐπωνυμία Κύθηρος , ὑποθωπεύων , ὥσπερ ἐν δράματι , τὸν δεσπότην
6357164 τρισκακοδαιμων
φέρων . Οἴμοι κακοδαίμων , ὡς ἀπόλωλα δείλαιος , καὶ τρισκακοδαίμων καὶ τετράκις καὶ πεντάκις καὶ δωδεκάκις καὶ μυριάκις :
μοι : τὸ μὴ δικαίως εὐτυχεῖν ἔχει φόβον . ὦ τρισκακοδαίμων , ὅστις ἐκ φειδωλίας κατέθετο μῖσος διπλάσιον τῆς οὐσίας
6137658 Ἐφη
' ὧν ἂν βούληται τιμᾶσθαι , τούτοις ὠφέλιμος εἶναι . Ἔφη δ ' αὐτὸν ὁ κατήγορος καὶ τῶν ἐνδοξοτάτων ποιητῶν
ἐξίστασθαι τῆς ταὐτότητος μήθ ' ὑφ ' ἑτέρου προσαναγκάζεσθαι . Ἔφη δὲ καὶ ὁ Πλάτων ἐν Κρατύλῳ τὰ ὀνόματα ὁμοιώσει
6092286 ὑποπλησθεις
ἐς φιλοσοφίαν παρὰ Πλάτωνος λαβὼν σπέρματα καὶ ἐφόδια , εἶτα ὑποπλησθεὶς τῶν ἀρίστων καὶ ἀφηνιάσας , ἀντῳκοδόμησεν αὐτῷ διατριβὴν καὶ
ἐξαψάμενος καὶ δι ' αὐτῆς πᾶσαν ἰδέαν θηρεύσας σώματος , ὑποπλησθεὶς ἀλόγου φρονήματος , ἐφυσήθη , ὡς τὰ πάντα ἑαυτοῦ
6073207 κυβηλιν
' ὧν , ἴσως δὲ καὶ τυρόκνηστιν , ἣν καὶ κύβηλιν καλοῦσιν . ὃ δὲ νῦν ταγηνοστρόφιον , οἱ πάλαι
διὰ τριῶν ποτηρίων με ματτύης εὐφραινέτω . ὁρῶ μαγείρου καὶ κύβηλιν καὶ σκάφην . ὁ νακοτίλτης γεγενείακεν βασίλισς ' ἔσει
6070325 ἐκομιζε
ἐν . Τῷ : ᾧτινι . ἄνωγεν : προσέταξεν . ἐκόμιζε : ἐλάμβανεν . Ἀναινόμενος : βαρούμενος . Πότμος :
, νεωστὶ διεληλυθὼς τὸ Ἄργος , καθ ' ἣν ὁδὸν ἐκόμιζε τὸν κάπρον ζῶντα ἐκ τοῦ Ἐρυμανθίου ὄρους , ὅπου
6055295 δεδρακας
. Θησεῦ , ξύνισμεν πάνθ ' ὅς ' Ἀργείαν χθόνα δέδρακας ἐσθλὰ δεομένην εὐεργετῶν χάριν τ ' ἀγήρων ἕξομεν :
; Ἄνδρ ' ἐδεξάμην ἐραστὰ τῆσδε τῆς ξυνουσίας . Καὶ δέδρακας τοῦτο τοὔργον ; Καὶ δεδρακώς γ ' ἥδομαι .
6047691 τολμησας
ταῦτα μετ ' ὀλίγον τεχθέντος ‖ τοῦ βρέφους ἐργάζεσθαι . τολμήσας δ ' ἂν εἴποιμι τὴν ἡσυχίαν ἐνέργειαν : τὸ
ἃ χρή . Τί φῄς ; τίς ἀνδρῶν ἦν ὁ τολμήσας τάδε ; Οὐκ οἶδ ' : ἐκεῖ γὰρ οὔτε
6024522 ἐπωλει
τοὺς ὑπ ' αὐτοῦ συντεθειμένους λογισμοὺς κομίζων εἰς Σικελίαν , ἐπώλει . Εἴρηται οὖν διὰ τοῦτο ἡ παροιμία . Μασχάλην
ἀπὸ ἑκάστης φυλῆς , πάντα τὰ δημόσια τέλη πωλοῦσα : ἐπώλει δὲ καὶ τὰ κτήματα τὰ δημευόμενα . Ἐγγυᾶται .
6014869 συκοφαντεις
δ ' ἀναγορευέτω . τί οὖν , ὦ ταλαίπωρε , συκοφαντεῖς ; τί λόγους πλάττεις ; τί σαυτὸν οὐκ ἐλλεβορίζεις
φαγεῖν . ὑπευθύνους δὲ λέγει τοὺς καταδίκους . ἀποσυκάζεις ] συκοφαντεῖς . Γ ἀποσυκάζεις ] συκοφαντεῖν , ἀφ ' οὗ
6013238 εὐηθικως
οὐκ ἄρα εἶμεν ἀμφότεροιοὐ γὰρ εἷς ἐσμεν , ἀλλὰ δύοοὕτως εὐηθικῶς εἴχομεν : νῦν δὲ παρὰ σοῦ ἤδη ἀνεδιδάχθημεν ὅτι
θεωρεῖν . ἴσως οὖν καλῶς ἡγῇ , ἐγὼ δ ' εὐηθικῶς . ἐγὼ γὰρ αὖ οὐ δύναμαι ἄλλο τι νομίσαι
6007788 ἀμφοτεροπλουν
χρεωφείλημα , ἔγγυον ναυτικόν , κατ ' ἐκδόσεις , ἑτερόπλουν ἀμφοτερόπλουν , ἐπικίνδυνον , ἐπίτοκον ἄτοκον . Παρισχοινίσαι τὰ ἱερὰ
μόλις ἀπήλλαξεν . καὶ οὗτος μὲν ἐδάνεισεν αὐτῷ δισχιλίας δραχμὰς ἀμφοτερόπλουν , ὥστ ' ἀπολαβεῖν Ἀθήνησιν δισχιλίας ἑξακοσίας δραχμάς :
5975905 Ὁλκασιν
δέκα : οὗτος ὁ Εὔαθλος ῥήτωρ πονηρός . Ἀριστοφάνης ἐν Ὁλκάσιν “ ἔστι τις πονηρὸς ἡμῖν τοξότης συνήγορος ὥσπερ Εὔαθλος
τοῖς ἀγγείοις τάττοιντ ' ἂν καὶ ἃς εἴρηκεν Ἀριστοφάνης ἐν Ὁλκάσιν ὕρχας οἴνου ἐν δὲ τῷ Γήραι ἐφ ' ὑδρίαν
5951955 εἰσειμι
πράγματα παρασχὼν ὑμῖν καὶ διοχλήσας . ἀλλ ' ἐγὼ μὲν εἴσειμι , ὅταν εἰσίω , ὅπως ἄν τι νουθετήσαιμι καὶ
καὶ νεκρός , νυνὶ δὲ πλουτεῖς . Εὐκαταφρόνητος τῇ στολῇ εἴσειμι καὶ ταῦτ ' εἰς γυναῖκας . Ὡς ἡδὺ πρᾶος
5951564 δεδρακεν
λέγων δὲ ἔπεισεν αὐτὸν ὡς χρή , εἰ μὴ καὶ δέδρακεν , αὑτόν τε ἄδειαν ποιησάμενον σῶσαι καὶ τὴν πόλιν
νόμους ὑπερβαίνουσα τοὺς προκειμένους : ὕβρις δ ' , ἐπεὶ δέδρακεν , ἥδε δευτέρα , τούτοις ἐπαυχεῖν καὶ δεδρακυῖαν γελᾶν
5949524 κερμα
τῷ Αἰσώπῳ . ὁ Ξάνθος ἀνοίξας τὸ γλωσσόκομον ἐδίδου τὸ κέρμα τῶν λαχάνων . ὁ κηπουρὸς λέγει ” πρὸς τί
. ὡς δὲ ἥκομεν ἔς τινα πόλιν , ἵνα ἠδυνάμεθα κέρμα γενέσθαι αὐτοῖς , προήγαγον ἡμᾶς ἐς ἀγοράν , εἶτα
5936134 Γνους
καὶ ἐνόμιζεν ὅτι ἄρα ἐκ μόνου τραύματος αἷμα γίνεται . Γνοὺς δὲ τὰ συνήθη τέρπεσθαι μετ ' αὐτῆς , ἐξέβη
διαθέσιος καὶ πολογραφίης , ἔτι τε ἄστρων οὐρανίων ξυγγράφοντες . Γνοὺς δὲ τὴν ἐπὶ τούτοις φύσιν , ὡς ἀκεραίως κάρτα
5925177 τιμωρεισθε
δεῖπνα . θύειν ] θυσιάζειν . στρεβλοῦτε ] κατακρίνετε , τιμωρεῖσθε . , - εῖτε , ἐν στρεβλότητι διάγετε .
ποιεῖτε ἢ ὀνειδίζετε τοῖς ἀδικοῦσιν , ἐν δὲ τῷ τιμήματι τιμωρεῖσθε τοὺς ἐξαμαρτάνοντας . Τὰ μὲν κατηγορημένα οὕτως ἐστὶ πολλὰ
5911807 φιλοδικος
πεποιημένον δὲ τοῦτο παρὰ τὸ φιλεῖν τὰς Κλέωνος πράξεις : φιλόδικος δὲ οὗτος καὶ συκοφάντης . φίλο ] φιλόδικος .
τὰ δικαστήριά ἐστι διατριβόντων δικαστῶν ἢ καὶ συκοφαντῶν , ἤγουν φιλόδικος καὶ γράφων ψηφίσματα . πανδελετίους : Πανδέλετος συκοφάντης καὶ
5895563 χοὐτος
τ ' ἐκ νεὼς στείλωσι ναῦται καὶ θεοῖς εὐξώμεθα . χοὖτος τάχ ' ἂν φρόνησιν ἐν τούτῳ λάβοι λῴω τιν
χορδαῖς δώδεχ ' ἁρμονίας ἔχων . ἀλλ ' οὖν ἔμοιγε χοὖτος ἦν ἀποχρῶν ἀνήρ : εἰ γάρ τι κἀξήμαρτεν ,
5889627 ὠγαθ
ὀπτοῦ ἀλεύρου , ὅθεν καὶ ὠχρός τις ἦν . παίσδεις ὠγάθ ' ἔχων : Ἀττικῶς τὸ ἔχων παρέλκει . ἀντὶ
τῆνος ; ἐμὶν δοκεῖ , ὀπτῶ ἀλεύρω . παίσδεις , ὠγάθ ' , ἔχων : ἐμὲ δ ' ἁ χαρίεσσα
5882747 ὑπισχνουμαι
ποθῶ γὰρ ἤδη αὐτόν . εἰ δὲ ἀπάξεις με , ὑπισχνοῦμαί σοι καὶ ἄλλον παρ ' αὐτοῦ κριὸν τυθήσεσθαι λύτρα
οὐ μαχεῖται ταῖς ἡμέραις : ἐὰν δ ' ἀληθεύσῃς , ὑπισχνοῦμαί σοι δέκα τάλαντα . τοῦτο τὸ χρυσίον τότε ἀπέδωκεν
5872107 χλευαζων
καὶ οὐ δίδομεν , ὡς ὁ Κοθωκίδης φησὶ ῥήτωρ Δημοσθένην χλευάζων , ὃς Φιλίππου Ἀθηναίοις Ἁλόννησον διδόντος συνεβούλευε μὴ λαμβάνειν
εἰς τοὺς εὐανθεῖς κόλπους λειμώνων ἐγκρούων κἀπισκώπτων καὶ παίζων καὶ χλευάζων . Ἠρίστηται δ ' ἐξαρκούντως . Ἀλλ ' ἔμβα
5860036 ἐπιχειρω
εἰ δὲ δή τι κἀμοὶ λόγου πρόσεστιν ἄξιον καὶ παιδεύειν ἐπιχειρῶ , οὐ πατήρ , ὡς ἔοικε , μόνον ,
καὶ τὴν γλῶτταν ἀπολλύουσιν ὑπὸ τῆς σοφίας . Ἐγὼ δὲ ἐπιχειρῶ μέν , ὦ ἄνδρες , καὶ προθυμοῦμαι εἰς τὴν
5856617 Ἡγελοχος
ἀλλὰ γαλῆν . ὡς ἀηδὴς δὲ τὴν φωνὴν κωμῳδεῖται ὁ Ἡγέλοχος . . ἔστι δὲ παροιμία ἐπὶ τῶν διαφυγόντων τὰ
ἐχομένη ἡ Μελεάγρου , τελευταία δὲ τῶν βασιλικῶν ἰλῶν ἧς Ἡγέλοχος ὁ Ἱπποστράτου ἰλάρχης ἦν . ξυμπάσης δὲ τῆς ἵππου
5849970 πατρωιας
στρατηλατῶν στείχει φίλος σοι σύμμαχός τε τῆιδε γῆι . ποίας πατρώιας γῆς ἐρημώσας πέδον ; Θρήικης : πατρὸς δὲ Στρυμόνος
τί δῆτα Νείλου τούσδ ' ἐπιστρέφηι γύας ; ] φυγὰς πατρώιας ἐξελήλαμαι χθονός . τλήμων ἂν εἴης : τίς δέ
5846565 Περικλεης
, ἐπειδὴ ἐν τῇ ἐντελείᾳ βαρύνονται , οἷον Ἡρακλέης Σοφοκλέης Περικλέης , καὶ λοιπὸν συναιρούμενα περισπῶνται , οἷον Ἡρακλῆς Σοφοκλῆς
: καὶ πάλιν ἐν ἄλλοις [ Εὔπολις ὁ ποιητής ] Περικλέης οὑλύμπιος ἤστραπτεν , ἐβρόντα , συνεκύκα τὴν Ἑλλάδα .
5846335 ἐπεμψας
ἀμείνους οἱ σὺν ἡδονῇ μηνύοντες , Σουλπίκιός τε καὶ οὓς ἔπεμψας ἀδελφούς , οἷς τ ' εὐδοκίμησας οἷς τε παρῄνεις
ὅμηρα τῆς ἀδείας , οἰκεῖα αὐτοῦ σοῦ , τοῖς ἀνδροφόνοις ἔπεμψας ἐς τὸ Καπιτώλιον . ” Ἀλλ ' ἔστω καὶ
5842271 οὐδεπωποτ
τῆς αὑτοῦ βουλήσεως . καὶ ταῦτα πάνθ ' οὕτω διαφυλάττουσιν οὐδεπώποτ ' οὔθ ' ὑμῖν οὔτε τοῖς προγόνοις μετεμέλησεν .
Ἀνδοκίδου ἀποψηφίσασθαι ; πότερον ὡς στρατιώτης ἀγαθός ; ἀλλ ' οὐδεπώποτ ' ἐκ τῆς πόλεως ἐστρατεύσατο , οὔτε ἱππεὺς οὔτε
5805732 ἀπεθανες
οὗτος ὁ πλήξας ἐπλήγης , σὺ δὲ ἀνελὼν τὸν ἕτερον ἀπέθανες . . Ἐτέοκλες . . μελεόπονος ] ἤγουν μέλεα
Ἀλλ ' ἀθάνατός εἰμ ' . Ἀλλ ' ὅμως ἂν ἀπέθανες . Δεινότατα γάρ τοι πεισόμεσθ ' , ἐμοὶ δοκεῖ
5803814 ὀφειλετης
Σελήνη αὐξιφωτοῦσα ἔστω ὁ δανειστής , ὁ δὲ Ἥλιος ὁ ὀφειλέτης , ἐὰν δὲ ἡ Σελήνη λήγῃ ἀνάπαλιν ὁ μὲν
χρεολύτης : πλὴν τῶν κατὰ συναλοιφὴν γινομένων , οἷον χρέος ὀφειλέτης χρεωφειλέτης καὶ χρεωστῶ καὶ χρεώστης . Τὰ παρὰ τὸ
5801114 ἀφιημι
, εὐτυχὴς δ ' ἴσως ” . Γ λείπω ] ἀφίημι . Γ Ἑλλάνιε Ζεῦ : Ἑλλάνιος Ζεὺς ἀπὸ τοῦ
διασύρειν τὸ τῆς ἀριστείας κατόρθωμα , σιωπῶ τὰ λοιπὰ , ἀφίημι τοῦτον μόνον ὡς ἀληθῶς τῆς ἐλευθερίας προστάτην : τί
5800714 ψευσταν
ταῦτα . καὶ αἴ τινα ἄνδρα ἀλαθῆ οἶδε , καὶ ψεύσταν τὸν αὐτόν . ἐκ δὲ τῶ λόγω λέγοντι ταῦτα
μὲν τῶ πράγματος ἀλαθῆ τὸν λόγον λέγοντι , ἀγενήτω δὲ ψεύσταν . οὔκων διαφέρει αὐτῶν τὤνυμα , ἀλλὰ τὸ πρᾶγμα
5791478 Εἰπ
τὸν Ποσειδῶ , καὶ σὺ γὰρ τοὺς ἐκ Πύλου . Εἴπ ' , ἀντιβολῶ , πῶς ἐπενόησας ἁρπάσαι ; Τὸ
εἰπόντι τἀληθῆ φίλῳ σοὶ μηδὲν ἧσσον ἢ πάρος ξυνηρετεῖν ; Εἴπ ' : ἦ γὰρ εἴην οὐκ ἂν εὖ φρονῶν
5789404 νικον
„ ὕδατα δινήεντος ἀμευσάμενος Ἀθύραο „ . τὸ ἐθ - νικὸν διὰ τῆς αι διφθόγγου Ἀθυραῖος , ὡς Ῥήβας Ῥηβαῖος
, ὅτι τὸ παλαιὸν βασιλεῖς πολυθρέμμονες , καὶ ποιμε - νικὸν ἔζων βίον : μῆλον δὲ λέγεται τὸ πρόβατον Αἰολικῶς
5770860 ἀνεβοα
θάνατον στείχοντα , ἐς δάκρυά τε καὶ ὀλοφυρμοὺς ἐτράπη καὶ ἀνεβόα τὴν δίκην ἐπ ' αὐτὸν φέρειν τὸ ξίφος ,
ἕνα καθικέτευεν αὐτὸν ἀπολυθῆναι , καὶ δὴ πρὸς αὐτὸν τοιαῦτα ἀνεβόα : Σῶσον , ὦ ἄνερ , ἀπόλυσον ἐντεῦθεν ,
5757716 ἐμιμησαμην
προσέοικε τἀγαθά . ταῦτα μὲν οὖν ὡς οἷόν τε ἦν ἐμιμησάμην , ἅτε οὐκ ἔχων ὀνομάσαι . συνεχῶς δὲ ἀστράπτοντα
' ἑκάστην εὐχόμενος , τοιαύτην ὑπόθεσιν γράφω , σὲ ζηλῶν ἐμιμησάμην τοὺς πολεμίους κατὰ τοῦ γένους , καὶ πρᾶξιν ἀνήκεστον
5749952 διελεσθε
τύχην : κτήνη γὰρ οὔτε ἀγοράσαι οὔτε μισθώσασθαι εὗρον . διέλεσθε οὖν τὰ ἐφόδια σκεύη : αὔριον γὰρ ἀπαίρομεν εἰς
σωτηρίαν , κτήνη οὔτε μισθώσασθαι οὔτε ἀγοράσαι εὗρον . τοιγαροῦν διέλεσθε τὰ σκεύη : αὔριον γὰρ περῶμεν εἰς τὴν Ἀσίαν
5746358 ἐκρινας
συμπαρὼν ἂν ἔν τε πεζομαχίᾳ καὶ ἱππομαχίᾳ καὶ ναυμαχίᾳ , ἔκρινας οἷός τις ὁ κίνδυνος ὁ τῶν πολέμων . φαίνεται
τοιαῦτα . ΤΕτάρτην θήσεις ἀντεγκληματικήν : ἀξίαν αὐτὴν σὺ τοσούτου ἔκρινας . ἫΝ λύσεις ἐνστατικῶς τῷ πάθει , ὅτι μὴ
5737266 ἀτιμασει
τοῦ μηδενὸς ἀξίους εἶναι κρινεῖ . καὶ πρεσβεύων τὴν τέχνην ἀτιμάσει τοὺς πατέρας τῶν τεχνῶν . διὰ τί ; ὅτι
τῶν μεμνημένων οὐχ ὑπερόψεται πολιτικὸς ἀνήρ , οὐδέ γε δόξαν ἀτιμάσει φεύγων τὸ τοῖς πέλας ἁνδάνειν , ὡς ἠξίου Δ
5732704 διατεταγμενος
γ ' ἡ Πεπρωμένη , ὅποι ποθ ' ὑμῖν εἰμι διατεταγμένος . Ἀλλὰ τί λέγεις , φιλόσοφε ; καλεῖ σε
γ ' ἡ πεπρωμένη , ὅποι ποθ ' ὑμῖν εἰμι διατεταγμένος , ὡς ἕψομαί γε κἂν ὀκνῶ : κἂν μὴ
5730429 ἐξηνδραποδισατο
δὲ τῇ νίκῃ τὰς ἐν τῷ ποταμῷ νήσους καὶ πόλεις ἐξηνδραποδίσατο , καὶ συνήγαγεν αἰχμαλώτων σωμάτων ὑπὲρ τὰς δέκα μυριάδας
' Ἡρακλέους ἀπέτυχεν . Ὡς Διονύσιος Κατάνην μὲν καὶ Νάξον ἐξηνδραποδίσατο , Λεοντίνους δὲ μετῴκισεν εἰς Συρακούσας . Κτίσις Ἀλαίσης
5728754 πεπρακε
πρὸς Βάθυλλον τὸν ἄρτι τῶν ἁπάντων κρατοῦντα καὶ τυράννων . πέπρακέ μ ' ἡ Κυθήρη λαβοῦσα μικρὸν ὕμνον ἐγὼ δ
σή ; μὴ τοῦτο εἴπῃς . ” “ Καὶ μὴν πέπρακέ μέ τίς σοι θεῶν ὥσπερ τὸν Ἡρακλέα τῇ Ὀμφάλῃ
5724569 κατελυε
, ὅσαι Ῥωμαίων ἐναντία ἐπολέμησαν , τείχη μὲν ὁ Μόμμιος κατέλυε καὶ ὅπλα ἀφῃρεῖτο πρὶν ἢ καὶ συμβούλους ἀποσταλῆναι παρὰ
λογισ - μῶν ἐπεσταλκότος , ἡ δὲ ἐφεξῆς τὰ τρόπαια κατέλυε τὰ Ἑλληνικὰ τοῦ Πελοποννησίου πολέμου ἐς διαλλαγὰς ἥκοντος ,
5724460 κακιστ
τάχος τῷ κανθάρῳ . Ἰδού . Δὸς αὐτῷ , τῷ κάκιστ ' ἀπολουμένῳ : καὶ μήποτ ' αὐτῆς μᾶζαν ἡδίω
. . τὸν τρόπον ὅμοιος τῷ ἀδελφῷ σου . τῷ κάκιστ ' αὐδωμένῳ ] τῷ βλασφημουμένῳ ὑπὸ σοῦ . .
5724381 πειθομεν
” εἶπεν ὁ Εὐκράτης , “ ἢ τουτονὶ τὸν ἀδαμάντινον πείθομεν ” δείξας ἐμέἡγεῖσθαι “ δαίμονάς τινας εἶναι καὶ φάσματα
τοὺς ἄλλους πηδῶντα . Τί φής , ὦ βασιλεῦ ; πείθομεν ἢ ληροῦμεν ; ἤδη ψηφίζου τοσοῦτον προενθυμηθείς , ὡς
5723570 καλουμαι
' . . . ἡμέρας ] ἀπὸ κοινοῦ τὸ ” καλοῦμαι “ . τοῦ χρήματος : λείπει χάριν : ἢ
καλοῦμαι ] καλῶ σε , προκαλοῦμαι , ἀπαιτῶ . τὸ καλοῦμαι παθητικῶς δικαστικὴ λέξις ἐστίν , ὡς δηλοῖ τὸ παρόν
5719141 ὁρῃς
δεῦρό σε ἤγαγε ; μᾶλλον δὲ πρὸ πάντων κάθησο : ὁρῇς δὲ ὡς ἔστιν οὗτος οὐκ ἀηδὴς φύλλων θῶκος ἔτι
ποίμνα τῶ Θουρίω ἐστὶ Σιβύρτα , Εὐμάρα δὲ τὰς αἶγας ὁρῇς , φίλε , τῷ Συβαρίτα . ἰστέον , ὅτι
5712872 σιωπω
γὰρ τὸ προσῆκον ἀξίωμα διετάξατο ἑκάστῳ . ἀλλὰ ταῦτα μὲν σιωπῶ , φησιν : ἐν γινωσκούσαις γὰρ ὑμῖν λέγειν τοιαῦτα
ὅτι ψεύδομαι , χρήσασθέ μοι ὅ τι βούλεσθε . Καὶ σιωπῶ , καὶ παραχωρῶ , εἴ τις ἀναβαίνειν βούλεται .
5707387 εὐφρανας
ἔχειν πυνθάνεσθαι ταύτην λίαν ἔχομεν ἐρωτικῶς . Ἄλλη . Συνήθως εὔφρανας , δέσποτα , τῇ τῶν γραμμάτων διαδοχῇ σωματικὴν ἡμῖν
ταῖς θείαις γοναῖς . κατὰ πάντων δὲ ἀπὸ κοινοῦ τὸ εὔφρανας ἀκουστέον . ἢ ὅτ ' ἀμφὶ Τειρεσίαο : ἢ
5706146 ἐκοπιασεν
κόπου τοῦ ἐκ προκαταρκτικῆς αἰτίας . πολλὰ γάρ τις ὁδοιπορήσας ἐκοπίασεν : ἐγένετο αὐτοῦ ὁ κόπος ἐν ψυχροτέρῳ χωρίῳ ,
' ἔχων ἀπῆλθες ἐχθρὸς οὐδενί . ὁ προσδιατρίβων δ ' ἐκοπίασεν ἀπολέσας κακῶς τε γηρῶν ἐνδεής που γίνεται ῥεμβόμενος ,
5698935 τυροκνηστις
τυρόκνηστις , ἣν καὶ κύβηλιν καλοῦσιν : ὧν ἡ μὲν τυρόκνηστις ἔστιν ἐν Πλάτωνος Ἀδώνιδι καὶ ἐν Ἀριστοφάνους Αἰολοσίκωνι ,
ἀπὸ τοῦ κνῶ τὸ κόπτω , ἐξ οὗ καὶ ἡ τυρόκνηστις . ἐπὶ χροΐ : ὑπὸ σώματι . θερμόν :
5693608 ὠφλε
κἂν ὑπὸ τῶν ἐκείνου παίδων ἀκούσῃ κακῶς , πεντακοσίας καταδικασθεὶς ὦφλε τῷ δημοσίῳ , τριάκοντα δὲ τῷ ἰδιώτῃ . Ὑπερείδης
καὶ μὴ θαυμάζετε , ὦ ἄνδρες δικασταί , ὅτι τοσαῦτα ὦφλε χρήματα . ἔρημον γὰρ αὐτὸν λαβόντες [ αὐτοῦ τε
5689309 Δικαιοπολι
ὠνούμενοι . Γ πημανεῖται ] βλάψει , λυπήσει , ὦ Δικαιόπολι . Γ ἐξομόρξεται : ἐναποψήσεται , ἐναπομάξει . ὡς
. Κλάων μεγαριεῖς . Οὐκ ἀφήσεις τὸν σάκον ; Δικαιόπολι Δικαιόπολι , φαντάδδομαι . Ὑπὸ τοῦ ; Τίς ὁ φαίνων
5687197 κομιειν
τότε τὴν λύσιν ἐπήνεγκεν . ὡμολογήκειν γὰρ τοῖς αἰχμαλώτοις λύτρα κομιεῖν , καὶ διὰ τοῦτο δεύτερον ἐπρέσβευσα , ἵνα αὐτοὺς
Ἀσκληπιὸς οὐχὶ καὶ τούτων ἐκόμιζε μέλλων γε δώρων τὰ μέγιστα κομιεῖν ; ἔστι μὲν γὰρ καὶ αὐτὸς δῶρον ἡδυεπής τις
5686104 ἐπεδωκα
κἀν τούτῳ δηλονότι ὀλίγον ὕϲτερον φθεγξαμένη , ἠρέμα καὶ αὖθιϲ ἐπέδωκα πλέον τοῦ πόματοϲ μετὰ ἐμμελοῦϲ οἴνου ἀντὶ τοῦ κνιδίου
οὐδενὸς ὧν ὑπεύθυνος ἦν , ἀλλ ' ἐφ ' οἷς ἐπέδωκα , ὦ συκοφάντα . ἀλλὰ καὶ τειχοποιὸς ἦσθα .
5682775 ἀποκλεισας
ἐναντιουμένων καταλαβὼν εἰς πεντακοσίους συνηδρευκότας ἐν τῷ πρυτανείῳ τούτους μὲν ἀποκλείσας τῆς ἐξόδου ζῶντας κατέκαυσε , τῶν δ ' ἄλλων
, Ἀρίσταρχος δ ' ὑμᾶς ὁ Λακεδαιμόνιος οὐκ εἴα εἰσιέναι ἀποκλείσας τὰς πύλας ; ὑπαίθριοι δ ' ἔξω ἐστρατοπεδεύετε ,
5681625 ἀνελκυσας
συμπίπτειν καὶ κρατεῖν τὸ ἐμπεσόν . ὁ δὲ νοῦς , ἀνελκύσας ἐπὶ τοῦ βήματος συνηγόρους ἑαυτῷ καὶ θηρευτὰς λόγων ἐρωτᾷ
τὰς ναῦς , ὅσαι μάλιστα ἐπόνησαν ὑπὸ τοῦ χειμῶνος , ἀνελκύσας ἐπεσκεύαζεν . ὁ δὲ Νικίας πυθόμενος αὐτὸν προσπλέοντα ὑπερεῖδε
5677923 μαρτυρησον
, ζώνης ; ἀπεύχῃ μητρὸς αἷμα φίλτατον ; ἤδη σὺ μαρτύρησον , ἐξηγοῦ δέ μοι , Ἄπολλον , εἴ σφε
ὅτι περιφανῶς ἐτόλμησάν μου καταψεύσασθαι . Ἀνάβηθι δέ μοι καὶ μαρτύρησον . Περὶ μὲν τοίνυν αὐτῆς τῆς αἰτίας οὐκ οἶδ
5676789 Διονυσαλεξανδρῳ
: ἀράσαντο δὲ πάμπαν ἐσλὰ τῷ γαμβρῷ . Κρατῖνος ἐν Διονυσαλεξάνδρῳ : στολὴν δὲ δὴ τίν ' εἶχεν ; τοῦτό
. * . Ἄνηστις : ὁ ἄσιτος : Κρατῖνος ἐν Διονυσαλεξάνδρῳ : φοιτᾷς ἐπὶ δεῖπνον ἄνηστις : καὶ Αἰσχύλος ἐν
5669014 εἰσεπραττετο
καλῶν κρυπτόμενον , ἀλλ ' , οἶμαι , θορυβηθείς , εἰσεπράττετο γὰρ χρυσίον , ἠναγκάζετο ἐμὲ διώκειν μᾶλλον ἢ πρότερον
, ἥν με ἐφ ' ἁπάντων ὑμῶν εὐθύς τε ἰδὼν εἰσεπράττετο καὶ οὐκ ἀνῆκεν ἐφεξῆς , ἕως ἧκον αὐτῷ συσκευασάμενος
5668396 Φωκιωνι
. ὃ δὲ προτιμηθεὶς καὶ μέγα φρονῶν , προσελθὼν τῷ Φωκίωνι χρῆσόν μοι ἔφη τὴν ῥυπαρὰν χλαμύδα , ἣν εἰώθεις
. ὁ δὲ προτιμηθεὶς καὶ μέγα φρονῶν , προσελθὼν τῷ Φωκίωνι , χρῆσόν μοι , ἔφη , τὴν ῥυπαρὰν χλαμύδα
5661943 ἀπεδοτο
τὸ χωρίον , οὐκ ἀπέσχετο , ἀλλὰ καὶ τοῦτ ' ἀπέδοτο δισχιλίων δραχμῶν . Καὶ τῶν θεραπαινῶν καὶ τῶν οἰκετῶν
, ὃ ᾐτήσατο . Πρότερον δὲ τοῦτο Πασίκυπρος ὁ βασιλεύων ἀπέδοτο δι ' ἀσωτίαν πεντήκοντα ταλάντων Πυμάτῳ τῷ Κιτιεῖ ,
5660491 ἐωνησθαι
ἔργον ἢ τοῦ παρακρουσθέντος ἦν . ἀσφάλειαν δὲ τῆς πρᾳότητος ἐωνῆσθαι νομίζων εὗρεν ἕτερον λόχον , Φιδούστιόν τε καὶ οὓς
τοῦ ἀνδρὸς ἀφικνεῖταί τις ἐς τὸ δεσμωτήριον τὸ προσελθεῖν αὐτῷ ἐωνῆσθαι φάσκων , ξύμβουλος δὲ σωτηρίας ἥκειν : ἦν μὲν
5656601 σαλπης
προσαγορευομένοις Σάλπης . Ἄρχιππος δὲ ἐν Ἰχθύσιν ἀρσενικῶς εἴρηκεν ὁ σάλπης : ἐκήρυξεν βόαξ , σάλπης δ ' ἐσάλπιγξ '
Τοὺς μαιώτας καὶ σαπέρδας καὶ γλάνιδας . Ἐκήρυξεν βόαξ , σάλπης δ ' ἐσάλπιγξ ' ἕπτ ' ὀβολοὺς μισθὸν φέρων
5656400 ἀκουσομαι
πρὸς ὑμᾶς αὐτοὺς περὶ ὧν προυθέμεθα : ἐγὼ δ ' ἀκούσομαι καὶ ἀκούσας αὖ μετὰ Μελησίου τοῦδε ποιήσω τοῦτο ὅτι
. Ἀλλ ' οὐ γὰρ οὔτ ' ἐν τοῖσδ ' ἀκούσομαι κακὸς γάμοισιν οὔθ ' οὓς αἰὲν ἐμφέρεις σύ μοι
5653891 κειρεις
πράσσῃ . Ὄϊς τις εἶπε πρὸς νομῆα τοιαῦτα : “ κείρεις μὲν ἡμᾶς καὶ πόκους ἔχεις κέρσας , τὸ γάλα
πέξαι τὶς δύναται οὔτε κεῖραι . Λέγεται δὲ καὶ Ὄνον κείρεις , ἐπὶ τῶν ἀνηνύτοις ἐπιχειρούντων . Ὄνου παρακύψεως :
5653447 ἐγελασας
γάρ ἐστιν ὃς βροτῶν ἔχει κράτη . ἀλλὰ τί μεταξὺ ἐγέλασας , ὦ ἀλεκτρυών ; Ὅτι ὑπ ' ἀγνοίας ,
τοῖς Παναθηναίοις τὸ ἔλαιον τὸ ἐκ τῆς μορίας . τί ἐγέλασας , ὦ Ἀνάχαρσι ; ἢ διότι μικρά σοι εἶναι
5647278 τιμιωτερους
τοὺς ἰχθῦς λέγει ὧδε : οὐ πώποτ ' ἰχθῦς οἶδα τιμιωτέρους ἰδών . Πόσειδον , εἰ δεκάτην ἐλάμβανες αὐτῶν ἀπὸ
ἐστι ἐξωλέστερον . Δίφιλος : οὐ πώποτ ' ἰχθῦς οἶδα τιμιωτέρους . Πόσειδον , εἰ δεκάτην αὐτῶν ἐλάμβανες ἀπὸ τῆς
5646800 καταρατος
τε φωσφόρου λύχνου σέλας . τελέως μ ' ὑπῆλθεν ἡ κατάρατος μαστροπός , ἐπομνύουσα τὰν Κόραν , τὰν Ἄρτεμιν ,
γὰρ πηγὴν ἀνεύρηκα τοῦ μεγάλου τολμήματος , καὶ οὗτος ὁ κατάρατος ἄνθρωπος ἐπίσταται γυναῖκα μιαρὰν συμπράξασαν τῷ φόνῳ . ”
5646753 ἀφηκα
εἴπω . . ἐς ταυτὸν ] ἐκεῖσε ὅθεν τοὺς λόγους ἀφῆκα . . ἐστιν πόλις Κάνωβος ] ἀναχρονισμός . ἔστι
Ἀθήνησι κυβευτῶν οἱ ἐξωλέστατοι . τέλος δ ' οὖν λιποθυμήσας ἀφῆκα τοῖς ἐναγέσι λαμβάνειν . οἱ δὲ καὶ τὸ προκόλπιον
5642597 μισθωσαμενος
Ἀρκάς : ὁ δὲ Σιλανὸς ὁ Ἀμπρακιώτης ἤδη ἀπεδεδράκει πλοῖον μισθωσάμενος ἐξ Ἡρακλείας . θυομένοις δὲ ἐπὶ τῇ ἀφόδῳ οὐκ
μάγισσαν . , γόησσαν . πριάμενος ] ἀγοράσας . ἢ μισθωσάμενος , ἐὰν ἀγοράσῃς . αἱ ἐκ Θετταλίας γυναῖκες λίαν
5639619 δημηγορους
, ὁ δ ' ἄρχων ἄρχοντας , ὁ δὲ δημηγόρος δημηγόρους , καὶ ὡς ἁπλῶς εἰπεῖν ὁ πολίτης πολίτας .
' ὅσον δύναι ; ἀχάριστον ὑμῶν σπέρμ ' , ὅσοι δημηγόρους ζηλοῦτε τιμάς : μηδὲ γιγνώσκοισθέ μοι , οἳ τοὺς
5639161 προσδοκω
ἡμῶν ἀκούσωσι κἀγὼ δύνωμαι ἀπομνημονεῦσαι ἅ σοι σύνοιδα , πάνυ προσδοκῶ ἐπιδείξειν τοῖς δικασταῖς τῆς μὲν σωτηρίας τῇ πόλει τοὺς
ἀσπίδος . καὶ ἡ ὁρμή . οἴομαι : νομίζω . προσδοκῶ . πέπεισμαι . ὀλοόν : ὀλέθριον . δεινόν .
5636119 ἐπιτατικως
ἡ ὁμόλεχος ἀπετείχιζον : σκέψαι πῶς χρῆται τῇ ἀπό . ἐπιτατικῶς γάρ ἀποχωρεῖν : ἀντὶ τοῦ ἀποσκίδνασθαι ἀπὸ τοῦ στρατεύματος
πᾶσα κεκριμένα δύναμις : ἡ ἀμετάβλητος . ἢ πολλή , ἐπιτατικῶς . κεκριμένη , ἤτοι κεχωρισμένη . ὁ δὲ νοῦς
5635099 ἐπραξαμην
. νόστου ] τῆς ὑποστροφῆς . τε ] καί . ἐπραξάμην ] ἀπήιτησα , ἤγουν τῆς τιμωρίας ἣν ἐτιμωρησάμην αὐτήν
δὴ οὐδένα πω ἐγὼ πλούσιον νέον ἐθήρευσά τε καὶ μισθὸν ἐπραξάμην τῆς ὁμιλίας ἴστε που ἅπαντες . ἴστε γὰρ ἅπαντες
5632515 πραγματευτης
Χρεμύλου καὶ τῆς Πενίας ἐστὶ πραγματική . ἔμπορος : ὁ πραγματευτής , κυρίως δὲ ἄνθρωπος ὁ πλέων θάλασσαν , παρὰ
: Ἐλθών . . ἦλθον . . ἔμπορος : Ἤγουν πραγματευτής . . . Πραγματευτὴς , κυρίως ὁ κατὰ θάλατταν
5631481 Γλαυκετῃ
περὶ ταύτας ἡμᾶς ἁθρόους ὀψωνοῦντας τυρβάζεσθαι Μορύχῳ , Τελέᾳ , Γλαυκέτῃ , ἄλλοις τένθαις πολλοῖς : κᾆτα Μελάνθιον ἥκειν ὕστερον
ὀνόματα κύρια . οὗτοι ἐπὶ μαγγανείᾳ διεβέβληντο . . , Γλαυκέτῃ ] καὶ οὗτος λίχνος . τένθαις : ἀντὶ τοῦ
5631210 ἀποθανουμενος
Ὦ Κλειτόμαχε , “ ἔφη , ” ἐγὼ μέντοι ἔρχομαι ἀποθανούμενος νυνί , διότι Σωκράτει οὐκ ἤθελον πείθεσθαι . “
τε καὶ χιλίους ὑφελόμενος στατῆρας ᾤχετο , ὡς εἰκός , ἀποθανούμενος μέλλοντός μοι δέξεσθαι τοῦ ἄρχοντος λόγον , καὶ ἐπεδεικνύμην
5627635 κρατεις
αὖ : Νῦν πόλεως ὑπερμαχεῖς , νῦν καλλίνικος γενόμενος σκήπτρων κρατεῖς . τάδ ' ἠγόρευον παρακαλοῦντες ἐς μάχην . μάντεις
; μὴ σύ γ ' : ἀλλ ' , ἐπεὶ κρατεῖς , ἀρετὰς δίωκε . καὶ γὰρ ὅστις ἂν βροτῶν
5627165 ἐπεθυμεις
δὲ πάνυ καρτερὰν ἐκ κοτίνου ποιησάμενοςοὔτε οἶμαι σὺ ὁ Κράτης ἐπεθύμεις κληρονομεῖν ἀποθανόντος ἐμοῦ τὰ κτήματα καὶ τὸν πίθον καὶ
ἐκίνει γέλωτα τοσοῦτον ὅσον ἐβούλου , πολλοῦ δὲ ἄρ ' ἐπεθύμεις , ὡς δὲ διεπαυσάμην , τῶν τις ἀκροατῶν ἤρετό
5616342 ἐξεσωσεν
μετὰ αὐξήσεως . Εὐριπίδης , ἀλλ ' ἥδε μ ' ἐξέσωσεν , ἥδε μοι τροφός , [ ἡ ] μήτηρ
θεριστήν τις ἀετὸς ἐρρύσατο θανάτου , ἀνθ ' ὧν αὐτὸς ἐξέσωσεν ἐκ δράκοντος ἐκεῖνον . . . . . .
5616332 ἐξοινος
τὰ δύο ὁ - ρῶν οἴεται τέσσαρα , ὥσπερ ἂν ἔξοινός τις ὢν οὗτος καὶ κραιπαλῶν τύχη , οἷα μὲν
τὰ δύο ὁ - ρῶν οἴεται τέσσαρα , ὥσπερ ἂν ἔξοινός τις ὢν οὗτος καὶ κραιπαλῶν τύχη , οἷα μὲν
5614261 ἀντιβολων
[ ! ! ! ! ] ! α ⌋ κλαῶν ἀντιβολῶν ὄνος λύρας : [ συμπεριπατήσω ] ⌊ ⌋ καὐτὸς
Τίς ; Ὅστις ; Ἀριφράδης , ἄγειν παρ ' αὐτὸν ἀντιβολῶν . Ἀλλ ' , ὦ μέλε , τὸν ζωμὸν
5601956 Ξενιας
ἐδῄωσεν ὁ Ἆγις καὶ ἤλασε τῆς λείας τὴν πολλήν . Ξενίας δὲ ἀνὴρ Ἠλεῖος Ἄγιδί τε ἰδίᾳ ξένος καὶ Λακεδαιμονίων
. Ξενία δὲ χαλεπὴ – ˘ κατὰ πολλοὺς τρόπους . Ξενίας ἀεὶ φρόντιζε , μὴ καθυστέρει . Ξένον ἀδικήσῃς μηδέποτε
5599889 ἐπεισαμεν
γοῦν ἐν Γλαύκῳ φησίν : ἡμεῖς ποτ ' ἄνδρας Κεκροπίδας ἐπείσαμεν λαβόντας εἰς Ὑμηττὸν ἐξελθεῖν ὅπλα καὶ σιτί ' ἐπὶ
νικήσαντας φθέγξονται . ἡμεῖς τοι καὶ τὸν Ἀπόλλωνα τὸν Δήλιον ἐπείσαμεν ἀφέντα τὴν νῆσον καὶ στῆναι παρ ' ἡμῖν καὶ
5594963 διετεθην
ὑπερβὰς τὸ χωρίον καὶ συμπεσὼν οὕτως , ὡς ὁρᾶτε , διετέθην τὸ σκέλος . καταλαμβάνω δὲ τὸ στρατόπεδον ὀξύτερον ἤπερ
καὶ φεύγει τυραννίδος ἐπιθέσεως : ἐλεήσας γάρ φησι τυραννουμένους οὕτω διετέθην : εἰδέναι δὲ δεῖ , ὅτι ταῦτα πάντα ἐν
5593124 ἐπιωρκησεν
παράσιτος . . Ε : ἔτεμε τὴν γλῶσσαν Πανδάρου ὅτι ἐπιώρκησεν . . . : ἱστορεῖ δὲ καὶ Σοφοκλῆς ἐν
ἑταίραν , καὶ προὔδωκε τὸν ἀγῶνα , καὶ τὸν ὅρκον ἐπιώρκησεν . Ὅτι δ ' ἀληθῆ λέγω , κάλει μοι
5593015 ἐπιστελω
ἐμαυτὸν οὐκ ἀποστερῶ , ἀλλὰ καὶ ἐπέσταλκα καὶ ἐπιστέλλω καὶ ἐπιστελῶ χαίρων τε τοῖς ἀγγελλομένοις περὶ σοῦ τοῖς πολλοῖς καὶ
γε ” ἔφη ” τῷ ἡγεμόνι δώσω καὶ ἐφόδια , ἐπιστελῶ δὲ καὶ Ἰάρχᾳ τῷ πρεσβυτάτῳ τῶν σοφῶν , ἵν
5592524 σνʹ
δὲ Οὐίδρου ποταμοῦ εἰς Μαραρμανὸν λιμένα στάδιοι τνʹ , στάδιοι σνʹ . Ἀπὸ δὲ Μαραρμανοῦ λιμένος εἰς Ἀμασίου ποταμοῦ ἐκβολὰς
ὕδωρ ἐν τῷ αἰγιαλῷ . Ἀπὸ Ναυσίδος εἰς Πτολεμαΐδα στάδιοι σνʹ : πό - λις ἐστὶ μεγίστη : ἐπίσαλός ἐστιν
5589970 ρϘβʹ
ηʹ : ὡϲ ἔχειν τὸν μέδιμνον χοίνικαϲ μηʹ , # ρϘβʹ . Ὁ δὲ χοῖνιξ κοτύλαϲ ηʹ , # ε
Μέχρι τοῦδε τὸν πρῶτον τόμον καταγήοχε Μανεθῶ . Ὁμοῦ βασιλεῖς ρϘβʹ , ἔτη ͵βτʹ , ἡμέραι οʹ . : Ἑνδεκάτη
5589545 Πελαργοις
συγγραφέα εἰς τὸν ὁμώνυμον κατεπόντου ποταμόν . ΑΤΤΑΓΑΣ . Ἀριστοφάνης Πελαργοῖς : ἀτταγᾶς ἥδιστον ἕψειν ἐν ἐπινικίοις κρέας . Ἀλέξανδρος
δὲ καὶ κακόβιος καὶ φιλοχρήματος , ὡς καὶ ἐν τοῖς Πελαργοῖς εἴρηται περὶ τούτου , ὅστις ἕνεκεν τῆς φειδωλίας οὐδένα
5585955 φιληθεις
. Ἦ γὰρ ὁ μισάνθρωπος , ὁ μηδ ' ἀστοῖσι φιληθείς , Τίμων : οὐδ ' Ἀΐδῃ γνήσιός εἰμι νέκυς
κροτάφων καταβάλλων , ὁ τριφίλητος Ἄδωνις , ὁ κἠν Ἀχέροντι φιληθείς . παύσασθ ' , ὦ δύστανοι , ἀνάνυτα κωτίλλοισαι
5585055 Διοσκορω
ὀδόντας αὐτοῦ ὁρᾷς ; αἱ μὲν γὰρ χάριτες , ὦ Διοσκόρω , πολλαί , καὶ μάλιστα ὁπόταν ᾄδῃ καὶ ἁβρὸς
. Εὖ γ ' , εὖ γε ποιήσαντες , ὦ Διοσκόρω . Ἴσως ἂν εὖ γένοιτο : θαρρεῖτ ' ,
5583251 δησειν
σὺν μὲν ὅ γ ' ἠπείλησε πόδας καὶ χεῖρας ὕπερθε δήσειν , καὶ περάαν νήσων ἔπι τηλεδαπάων : στεῦτο δ
τῶν πολιτῶν τί χρήσωμαι τῷ πράγματι , ἐπυθόμην ὡς καὶ δήσειν με ἀπειλοῖεν , λέγοντες ὅτι οὐδὲν ἐλάττω χρόνον Καλλικράτους
5580568 λωβησαμενος
ὄντος ἐμπρήσας καὶ ἄλλα οὐκ ὀλίγα τῶν ἐν τοῖς ἀγροῖς λωβησάμενος οὐδενὸς ὁμόσε χωροῦντος ἀπῆγε τὴν στρατιάν : ταῦτα μὲν
κατὰ νόμον δράσας τὸν Ἑλλήνων , καὶ τὸ σῶμα ἔτι λωβησάμενος τῇ παιδὶ ἤγαγεν ἐς ἀνάγκην δίκης τὰς γυναῖκας .
5580353 Κεκροπιδας
Εὔβουλος γοῦν ἐν Γλαύκῳ φησίν : ἡμεῖς ποτ ' ἄνδρας Κεκροπίδας ἐπείσαμεν λαβόντας εἰς Ὑμηττὸν ἐξελθεῖν ὅπλα καὶ σιτί '
Ὑμηττίων , ὀρίγανόν τε Τενέδιον . Ἡμεῖς ποτ ' ἄνδρας Κεκροπίδας ἐπείσαμεν λαβόντας εἰς Ὑμηττὸν ἐξελθεῖν ὅπλα καὶ σιτί '
5576005 οἰκησω
ἔλακ ' ἄρα βίοτον , ἐρημίαι δ ' ὀρφανοὺς δόμους οἰκήσω . τίς οὖν ἐχρήσθη ; τῶι συνῆψ ' ἴχνος
ὦ σχῆμα δόμων , πῶς εἰσέλθω , πῶς δ ' οἰκήσω , μεταπίπτοντος δαίμονος ; οἴμοι . πολὺ γὰρ τὸ

Back