μεταπυργίων μετὰ τῶν ἄλλων φύγωσιν , σὺ δ ' ἐκεῖ περισπάσας ὡς πλείστους τῶν ἔνδοθεν κατὰ ἅλωσιν χειρώσῃ τὴν πόλιν
δὲ ἐκείνῳ δίδωσιν , ἃ εἶχε πιναρὰ καὶ ἐκτετρυχωμένα ῥάκη περισπάσας . καὶ τὸ ἀπὸ τούτου πάντα τρόπον συνῆν ἐπιμελούμενος
5286656 προσκυνων
λαλῶν καὶ ῥόδα προσσεσηρώς : ὦ φιλῶν μὲν ἀμάρακον , προσκυνῶν δὲ σέλινα , γελῶν δ ' ἱπποσέλινα καὶ κοσμοσάνδαλα
νομίζων οὐδαμοῦ τότ ' ηὔχετο λιταῖσι , γαῖαν οὐρανόν τε προσκυνῶν . ἐπεὶ δὲ πολλὰ θεοκλυτῶν ἐπαύσατο στρατός , περᾷ
5226223 ἀναπηδησαι
πολὺν γέλωτα παρασχεῖν . καὶ αὐτὸν δὲ τὸν Κῦρον ἐκγελάσαντα ἀναπηδῆσαι πρὸς τὸν πάππον καὶ φιλοῦντα ἅμα εἰπεῖν : Ὦ
εἰς τὸ ἱμάτιον ὁ Λυσίμαχος ἐνέβαλε ξύλινον σκορπίον , ἐκταραχθέντα ἀναπηδῆσαι , εἶτα γνόντα τὸ γεγενημένον κἀγὼ σέ , φησίν
5094985 κατακοπτειν
τὸ ὄρνεον . Κόνις . κονῶ δηλοῦν τὸ διαφθεῖραι καὶ κατακόπτειν . κνὶς , ὄνομα , ἡ κατακεκομμένη γῆ ,
ἰδιώτας πολλούς . ἀλλὰ μὴν τοὺς γευομένους κύνας τῶν προβάτων κατακόπτειν φασὶ δεῖν , ὥστ ' οὐκ ἂν φθάνοι κατακοπτόμενος
5093586 κομιζειν
ἡδίων γίνῃ γράμμασιν , ἔδεισε μὴ δίκην ἀπαιτηθῇ τοῦ μὴ κομίζειν . ἔδωκα τοίνυν ἀμφοτέρων εἵνεκα προθύμως σοί τε εὐφροσύνην
γὰρ ὄντος παρὰ τοῖς Πέρσαις τὸν ἄγοντα παλλακὴν τῷ βασιλεῖ κομίζειν ταύτην ἐπὶ ἀπήνης κεκρυμμένης , καὶ τῶν ἀπαντώντων μηδένα
5075813 φορειν
ἅμα πᾶσι δοκεῖ βέλτιον εἶναι ἐν τῷ χειμῶνι παχέα ἱμάτια φορεῖν , ἂν δύνωνται , καὶ πῦρ κάειν ἅμα πᾶσι
τὸν ἰχθύν , καὶ ὑποκατακλείσας ῥίζιον τῆς βοτάνης , δίδου φορεῖν . ποιεῖ γὰρ πρὸς τὰς ἀλγηδόνας τοῦ στομάχου καὶ
5000369 μυλωνα
ὑπομένωμεν . Αἴσωπος ὁ λογοποιὸς ἀγόμενος ὑπὸ τοῦ δεσπότου εἰς μυλῶνα ἠρώτα : „ τί με ἄγεις ; „ ὁ
ἀργαλέαν : ὡς δὲ ἥκομεν , εἰσάγει με εἰς τὸν μυλῶνα , καὶ ὁρῶ πολὺ πλῆθος ἔνδον ὁμοδούλων κτηνῶν ,
4977375 Βιθυν
Ἱερόσυλος ὁ θάνατος . : Ἀριστόδημος δ ' ἱστορεῖ , Βίθυν , τὸν Λυσιμάχου τοῦ βασιλέως παράσιτον , ἐπεὶ αὐ
Ἱερόσυλος ὁ θάνατος . : Ἀριστόδημος δ ' ἱστορεῖ , Βίθυν , τὸν Λυσιμάχου τοῦ βασιλέως παράσιτον , ἐπεὶ αὐ
4952693 συντελεσας
ναῦς τῶν πολεμίων . Διονύσιος δὲ τῇ πολυχειρίᾳ τῶν ἐργαζομένων συντελέσας τὸ χῶμα , προσήγαγε παντοίας μηχανὰς τοῖς τείχεσι ,
ψυχὴν ἕλκομαι τῇ ἐπιθυμίᾳ , ᾗ ὑπεσχόμην ἐπιδείξασθαι τὸν ἐπίνικον συντελέσας . διὸ τὰ περὶ τὸν Ἡρακλέα λέγειν κωλύομαι ,
4947060 καταβαλων
, οἱ Γίγαντες ἐβασίλευον : ἐλθὼν δὲ ὁ Ζεὺς καὶ καταβαλὼν τούτους , ἐβασίλευσεν . : πελώρια ] Ἔθη τὰ
ἐγὼ δ ' ἔφη ἄνδρες Τρίτωνες , ὑπὸ τοῦ δέους καταβαλὼν ἐμαυτὸν ὑπὸ τοὺς θαλάμους ὡς ἔνι μάλιστα κατωτάτω ἐκείμην
4926870 συμποσιον
ἐπιστρόφως , πίνειν τε πολλὰς κύλικας εὐζωρεστέρας . Καὶ συναγώγιμον συμπόσιον ἐπιπληροῦσιν . Ἔπειτά γ ' εἰσιόντ ' , ἐὰν
πηνίκα τε εἰσακτέον τοὺς ὡραίους καὶ τὰς ὡραίας εἰς τὸ συμπόσιον καὶ πότε αὐτοὺς προσδεκτέον ὡραιζομένους καὶ πότε παραπεμπτέον ὡς
4914933 ἐγχειριδιον
τῶν φίλων Ἀθανάσιε , πρὸς τὸ εὐπαρακολουθητότερον ἐκθέσθαι τουτὶ τὸ ἐγχειρίδιον περιέχον ὑπόμνησίν τινα καὶ τὴν εἰς ἡμᾶς ἐλθοῦσαν πεῖραν
τὸ πλουτεῖν καὶ φιλανθρώπους ποιεῖν . καὶ χρυσολαβὲς καλὸν πάνυ ἐγχειρίδιον . παχὺς γὰρ ὗς ἔκειτ ' ἐπὶ στόμα .
4912095 δεδεμενον
τὸν λιμένα τὰς ναῦς καὶ τὸ κλεῖθρον , ἁλύσει χαλκῇ δεδεμένον , ἀπορρήξας τέσσαρας μὲν ἐνέπρησε τῶν πολεμίων , τὰς
μητρὶ λύεσθαι τὸ γύναιον δέχ ' ἡμερῶν τὸ ἐν Ἀπολλωνίωι δεδεμένον , ὡς οὐκ ἔτι λύσιμον ἐσόμενον ἐὰν αὗται παρέλθωσι
4866052 τελαμωσιν
γούνατα . πήξας : στηρίξας . Ἐπημοιβοῖς : δυνατοῖς . τελαμῶσιν : λώροις . Παρῄορον : ὑψηλόν . παλαμάων :
* πεποιημένους ἀρχήν , καθελίξαι δεῖ σφᾶς τὰ ἱερεῖα λίνου τελαμῶσιν ἢ βύσσου : τρόπος δὲ τῆς σκευασίας ἐστὶν ὁ
4861069 συγκαλεσας
ὑμετέρους οἴκους , στήσας δὲ βωμούς , ἱερέων δὲ γένη συγκαλέσας ἐν σκότῳ κρυπτόμενα , λείψανα δὲ ἀγαλμάτων ἐπανορθώσας ,
μετὰ τέχνης . κρατῶν γὰρ τῆς χειρὸς τὸν Αἰγύπτιον , συγκαλέσας τὸ πλῆθος ” νικῶμεν , ἄνδρες “ εἶπε ,
4841776 διαδημα
τε πορφυρᾶν καὶ χιτῶνα μεσόλευκον καὶ τὴν καυσίαν ἔχουσαν τὸ διάδημα τὸ βασιλικόν , ἐν δὲ τῇ συνουσίᾳ τά τε
ἐδέχου ; ἀνδράποδον , ποῦ οἱ στέφανοι , ποῦ τὸ διάδημα ; οὐδέν σε ὠφελοῦσιν οἱ δορυφόροι ; ὅταν οὖν
4839061 δικελλας
Ἀταλάντης γόνος τυφὼς πύλαισιν ὥς τις ἐμπεσὼν βοᾶι πῦρ καὶ δικέλλας , ὡς κατασκάψων πόλιν : ἀλλ ' ἔσχε μαργῶντ
' αὐτὸ μηδὲ κοῖλα σκεύη φέρειν , πελέκεις δὲ καὶ δικέλλας , ἵν ' ἐκκόψαντες γυμνόν τε σκεύους ἀράμενοι τὸ
4769190 κοπτειν
. Σιλλοί . τιλλοί τινες εἰσί . τίλλειν δὲ τὸ κόπτειν , ὡς λέγει Ἀνακρέων . Σωρός . σωρεύω ,
τῶν βοτανῶν σὺν τοῖς εὐθαλέσι φύλλοις καὶ τοῖς ἄνθεσι , κόπτειν δ ' ἅμα πάντα καὶ διαττᾶν λεπτοτάτῳ κοσκίνῳ :
4744337 κατακλεισας
τὴν ἄκραν ἐπιπλεύσας τοὺς Καρχηδονίους ἐπὶ τῷ στόματι τοῦ λιμένος κατακλείσας ἔνδον ἐξέλοι , βορέου πνεύσαντος οὐρίου ἀπόπλουν ἐποιήσατο .
τὸν λίθον ἐκ τῆς κεφαλῆς τοῦ ἰούλου λίθον , καὶ κατακλείσας δίδου φορεῖν ἐπὶ τοῦ στήθους : πάντα δὲ πόνον
4742519 ὑπερῳον
τὰ ῥώγια , τὰ ἐλ . ἀ . . τὸ ὑπερῷον : Τὸ τέγος . Θ . . . ἰσχάδων
: ἐνίοτε δὲ καὶ αὐτὰ διὰ ποιητικὴν χρεῖαν ἀναλύονται : ὑπερῷον , ὑπερώϊον : περιστῷον , περιστώϊον : μηνῷον ,
4734936 κατεσθιοντα
Παράγει τινὰ Κλέωνα τὸν καλούμενον Παφλαγόνα καὶ ἔτι βυρσοπώλην πικρότατα κατεσθίοντά πως τὰ κοινὰ χρήματα : ἐν παραλογισμῷ διαφέροντ '
τινὰ Κλέωνα , τὸν καλούμενον Παφλαγόνα κἄτι βυρσοπώλην πικρότατα , κατεσθίοντά πως τὰ κοινὰ χρήματα , καὶ παραλογισμῷ διαφοροῦντ '
4716009 καθεντας
, ἕως σημαίνοι τῇ σάλπιγγι : ἔπειτα δὲ εἰς προσβολὴν καθέντας ἕπεσθαι βάδην καὶ μηδένα δρόμῳ διώκειν . ἐκ τούτου
μόνους , ἀλλὰ καὶ τοὺς προηγουμένως εἰς τὴν ζήτησιν αὐτοῦ καθέντας ἐμπέπληκε , κοινῶς μὲν τῶν φυσικῶν καὶ σχεδὸν τῶν
4713946 ἀπαγαγων
ὑποβλεπόμενος , ἄσθματος μεστός , καὶ μικρὸν ἀπὸ τῶν ἄλλων ἀπαγαγών πλησίον γὰρ ἦσάν τινεςἠκούσατε ” ” ἔφη „ τὰ
Μὴ δῆτ ' ἔμοιγ ' . Οὕτω δὲ βασάνιζ ' ἀπαγαγών . Αὐτοῦ μὲν οὖν , ἵνα σοι κατ '
4707195 στησασθαι
, οὔτε σὺ τὸν σεαυτοῦ πλοῦτον ἔφεδρόν ποτε τῇ βασιλείᾳ στήσασθαι , οὔθ ' ἑκὼν σὺ τοῦ μὴ πρὸς Ἀθηνᾶς
λῦσαι τὰ ἀπόγυα , ἀνελκύσαι τὴν ναῦν , νεωλκῆσαι , στήσασθαι ἐπὶ τοῦ αἰγιαλοῦ , ἐπὶ τοῦ ναυστάθμου , ἐν
4696935 καλεσας
δὲ τὸν ἱππόδρομον ᾠκοδόμησε θεάτρων τε ἐνεστήσατο τέρψιν , Ῥωμάνην καλέσας τὴν θέαν , ἥτις ἐξ ἐκείνου καὶ εἰς τόδε
μαθὼν τὸν χρησμὸν θύσας τῷ Ποσειδῶνι πάντας ἐπὶ τὴν θυσίαν καλέσας εἶδε μονοκρήπιδα τὸν Ἰάσονα : διαπεραιούμενος γὰρ τὸν Ἄναυρον
4680421 ἱματιον
τῶν πολιτῶν ἄγεσθαι παρὰ τὸν ἀγωνοθέτην , ὅτι βαπτὸν ἔχων ἱμάτιον ἐθεώρει , τοὺς δὲ ἰδόντας ἐλεῆσαί τε καὶ παραιτεῖσθαι
οὐ γὰρ ἐπιβουλευθῆναί ποτε ἔδεισα , οὐδὲν ἔχων ἢ φαῦλον ἱμάτιον . καὶ πολλάκις μὲν δὴ καὶ ἄλλοτε ἐπειράθην ἐν
4662041 βημα
, ἐγὼ ὑμᾶς ὑπομνήσω . Ὅταν οὑτοσὶ ἀναβῇ ἐπὶ τὸ βῆμα ἐν τῷ δήμῳ , ὅτε ἐβούλευσε πέρυσιν . Ὅταν
εὐπειθέος ἀτρεμὲς ἦτορ , ὅπερ ἐστὶ τὸ τῆς ἐπιστήμης ἀμετακίνητον βῆμα , ἕτερον δὲ βροτῶν δόξας . . . ἀληθής
4658653 εἰσπηδησας
. Τούτων οὖν οὕνεκα πάντων , ὅτι σωφρονικῶς κοὐκ ἀνοήτως εἰσπηδήσας ἐφλυάρει , αἴρεσθ ' αὐτῷ πολὺ τὸ ῥόθιον ,
ἐμοῦ συντελέσαντος αὐτὰ καὶ ἔχοντος παρ ' ἐμαυτῷ ἕτοιμα , εἰσπηδήσας πρός με νύκτωρ Μειδίας ὁ κρινόμενος ὑπὸ Δημοσθένους ,
4654783 ἀπενεγκειν
ὅπερ νῦν λέγεται ἐγγραφὴ καὶ ἐγγράψασθαι . ἀποθέσθαι γραφήν , ἀπενεγκεῖν , ἀπενέγκασθαι ἐπενεγκεῖν , ἐπαγαγεῖν , ἐπαγγεῖλαι : ἀποθέμενος
. τοὺς μέντοι λαβόντας καὶ δεξαμένους τὰ δῶρα λέγεται Ἀστυάγει ἀπενεγκεῖν , Ἀστυάγην δὲ δεξάμενον Κύρῳ ἀποπέμψαι , τὸν δὲ
4632563 περιηγον
ἡμέρῃ τρίτῃ ἢ τετάρτῃ , κελεύσαντος Κροίσου τὸν Σόλωνα θεράποντες περιῆγον κατὰ τοὺς θησαυροὺς καὶ ἐπεδείκνυσαν πάντα ἐόντα μεγάλα τε
τὴν θυσίαν . ὤνευον : παρὰ Θουκυδίδῃ τὸ ἐκίνουν καὶ περιῆγον . ὄνος γὰρ τοῦ μύλου τὸ κινούμενον , καὶ
4627305 θοἰματιον
ἐν τῷ προκολπίῳ . καὶ ἔνδον μένειν , ὅταν ἐκδῷ θοἰμάτιον ἐκπλῦναι . καὶ φίλου ἔρανον συλλέγοντος καὶ διειλεγμένου αὐτῷ
τὴν πλατεῖαν σοὶ μόνῳ ταύτην πεποίηκεν ὁ βασιλεύς ; Αἰγύπτιος θοἰμάτιον ἠρδάλωκέ μου . τοὺς ἐν τῇ πόλει μάρτυρας ἔχω
4584301 φυλαττοιεν
συμπέμπει ἐφ ' ἵππων πρεσβυτέρους , ὅπως ἀπὸ τῶν δυσχωριῶν φυλάττοιεν αὐτὸν καὶ εἰ τῶν ἀγρίων τι φανείη θηρίων .
αἱ δ ' οὔ : ἀλλ ' εἰ τὸν ἀριθμὸν φυλάττοιεν , ἡ σμικρότης γε αὐτὰς οὐδὲν κωλύσει . πῶς
4574208 κηθιον
ἐν Θεοῖς : καὶ πρὸς κύβους ἕστηκ ' ἔχων τὸ κήθιον . τὸ δὲ λαγαρίζεσθαι ἕτερόν τι ἔοικεν ἐμφαίνειν :
ἀγγεῖον πλεκτόν , εἰς ὃ τὰς ψήφους καθιᾶσιν , τὸ κήθιον , οἷον ὡς ἀπὸ τοῦ ⌈ ψηφηφορεῖν [ ψηφοφορεῖν
4572049 χαρακωμα
γοῦν αὐτοὺς παραστήσοιντο πολιορ - κίᾳ . καὶ οἱ μὲν χαράκωμά τε περιεβάλλοντο καὶ τὰς ἐξόδους ἐφύλαττον , εἴ πού
γοῦν αὐτοὺς παραστήσοιντο πολιορ - κίᾳ . καὶ οἱ μὲν χαράκωμά τε περιεβάλλοντο καὶ τὰς ἐξόδους ἐφύλαττον , εἴ πού
4571111 περιβαλων
καταπτάμενος δὲ ὄπισθεν αὐτοῦ ὁ Ζεὺς κούφως μάλα τοῖς ὄνυξι περιβαλὼν καὶ τῷ στόματι τὴν ἐπὶ τῇ κεφαλῇ τιάραν ἔχων
' αὐτὰ τυρῷ χλωρῷ καὶ λεκίθοις ᾠῶν καὶ ἐγκεφάλοις , περιβαλὼν συκῆς φύλλῳ εὐώδει , ζωμῷ ὀρνιθείῳ ἢ ἐριφείῳ ἔνεψε
4568082 χηνας
Ἐκ δὲ τῶν κρεῶν πρόβεια , ὀρνίθια , περιστερόπουλα , χῆνας , ὄρτυγας , ὀρτυγομήτρας , καὶ λακτέντα ἐσθίειν :
, δούλοισι χλανισκιδίων μικρῶν : κἀκ Βοιωτῶν γε φέροντας ἰδεῖν χῆνας , νήττας , φάττας , τροχίλους : καὶ Κωπᾴδων
4566616 γυμνους
τῆς φύσεως τιθεμένους : οὐ γὰρ [ ἂν ] αἰσχύνεσθαι γυμνοὺς ὥσπερ αὐτὸν διάγειν ἀπὸ λιτῶν ζῶντας : καὶ γὰρ
Μεγαρέων τὰ πρόβατα ταῖς διφθέραις εἱλημένα , τοὺς δὲ υἱοὺς γυμνοὺς αὐτὰ ποιμαίνοντας ἔφη : ” κρεῖσσόν ἐστι Μεγαρέων κριὸν
4562549 Ζωπυρον
ἀπὸ τῆς φυγῆς ἐλθόντα βιαίῳ θανάτῳ : τοῦτο δέ φησι Ζώπυρον ἱστορεῖν . τοὺς γὰρ Ἀθηναίους κάθοδον δεδωκέναι τοῖς φυγάσι
φυγῆς ἐλθόντα βιαίῳ θανάτῳ φησὶν ἀποθανεῖν : τοῦτο δέ φησι Ζώπυρον ἱστορεῖν . τοὺς γὰρ Ἀθηναίους κάθοδον δεδωκέναι τοῖς φυγάσι
4562194 ἐνδυς
Περγαίων τινὰς τὴν ὁδὸν ἡγησομένους . καὶ ὁ Ἀμφοτερὸς στολὴν ἐνδὺς ἐπιχώριον , [ καὶ ] ὡς μὴ γνώριμος εἶναι
ἀπὸ Λακεδαιμονίων , νὺξ ἐν μέσῳ , ὁ δὲ ἐσθῆτα ἐνδὺς ῥυπῶσάν τε ἅμα καὶ φαύλην ὧδε ἔχων προῄει πρόσωπόν
4554639 πλοιον
] ! τος ? ? . Θαλασσία δὲ ἀναρπάσασα τὸ πλοῖον ? ? ? ? [ ] ? Κλεάνδρου Θρασέαν
τῆς Λευκάδος πέτρας ⋮ Τῷ δὲ Φάωνι βίος ἦν περὶ πλοῖον εἶναι καὶ θάλατταν : πορθμὸς ἦν θάλασσα . ἔγκλημα
4523250 ἀπεπειρατο
ἀπωλισθηκόσιν ὅμοια , τὸν γὰρ Διόνυσον , ὅτε ξὺν Ἡρακλεῖ ἀπεπειρᾶτο τοῦ χωρίου , προσβαλεῖν μὲν αὐτῷ φασι κελεῦσαι τοὺς
φησι Δοῦρις , ἀποπεσὼν Κορίνθου , κατὰ χρησμὸν τοῦ θεοῦ ἀπεπειρᾶτο πάλιν κατελθεῖν : ἐν δὲ τῇ χώρᾳ περιιδών τινα
4521420 ἀναϲπαν
ἀναβαϲμῶν ἀπίαϲιν . ἀναβιούϲ . ἀνακαλπάζει . ἀναϲπᾶν βούλευμα . ἀναϲπᾶν γνωμίδιον . ἀνεπιεικέϲ . ἀνηλεήτωϲ . ἄνθρωποϲ οὐ ϲεμνόϲ
ϲύϲταϲιν καὶ ϲυλλεάναϲ ἔγχει εἰϲ τὰϲ ῥῖναϲ . καὶ κέλευε ἀναϲπᾶν καὶ τοῦτο ποίει ἐπὶ ἡμέραϲ ε ἢ ζ .
4517849 ὀρχεισθαι
καὶ ἔστι τὸ ἔργον αὐτὸ τὸ ἀποπληροῦν , ὡς τὸ ὀρχεῖσθαι ἡ ὄρχησις , ἀλλ ' ἔσται καὶ τῆς τοιαύτης
ὁ ἡμέτερος λόγος διεξέρχεται , παρεὶς τὸ θερμαυστρίζειν καὶ γέρανον ὀρχεῖσθαι καὶ τὰ ἄλλα ὡς μηδὲν τῇ νῦν ταύτῃ ἔτι
4516776 ἀποξηραινειν
τι , ἀφιέναι , καὶ τὴν κοιλίην ἐν τοῖσι σιτίοισιν ἀποξηραίνειν . Τάδε δὲ δεῖ μετὰ τὴν τμῆσιν διδόναι :
τῆς πολλῆς διαχωρήσιος ἀσθενὴς καὶ λεπτὸς γίνεται . Τοῦτον ἄνω ἀποξηραίνειν ἐλλέβορον πιπίσκων καὶ τὴν κεφαλὴν καθαίρων φλέγμα , διανίψαι
4509388 ἀπαγειν
γὰρ τοῖς λαβοῦσιν ἔσται ποιεῖν ὅ τι ἂν βούλωνται . ἀπάγειν ὁ νόμος ὡς τοὺς θεσμοθέτας κελεύει , καὶ τοῦτ
. κελεύσαντος δὲ τοῦ Βρούτου τοῖς ῥαβδούχοις ἀποσπᾶν αὐτοὺς καὶ ἀπάγειν ἐπὶ τὸν θάνατον , εἰ μὴ βούλοιντο ἀπολογήσασθαι ,
4502626 κεραμιδος
τῶν στρατηγῶν , αὐτὸς ἔπεσεν ἐμπεσούσης ἐπὶ τὴν κεφαλὴν αὐτοῦ κεραμίδος . αἱ δὲ Ἀργολίδες μέγιστον κλέος ἐν τοῖς Ἕλλησιν
πωμάτων , ὀρυττέτω μὲν ἐν τῷ αὑτοῦ χωρίῳ μέχρι τῆς κεραμίδος γῆς , ἐὰν δ ' ἐν τούτῳ τῷ βάθει
4502442 πεσσευειν
μὲν γάρ ἐστι τὸ διὰ ψήφων ἢ ἀστραγάλων παίζειν , πεσσεύειν δὲ τὸ διὰ ψήφων . κρίνειν τοῦ διακρίνειν διαφέρει
ταῦτα συνήθως ἐστίν . ὅπου , φησὶν , εἰθισμένοι εἰσὶ πεσσεύειν , προσελθὼν ἤκουσα , ἀντὶ τοῦ προσελθοῦσα . καὶ
4498991 δωματιον
αἵματος τοὺς δακτύλους προσέγραψεν . καί πού τις αὐτῷ κατεσημήνατο δωμάτιον τὰ τιμιώτατα ἔχον . καὶ τοὺς μὲν ἐπῄνει σφόδρα
χειρὸς λαβόμενος τοῦ Δοκεια - νοῦ ὁ στρατοπεδάρχης εἰς τὸ δωμάτιον εἴσεισιν , ἐν ᾧ ὁ Οὐρσέλιος ἐνεκέκλειστο , καὶ
4498551 ἀνεζητει
. ἕρμαιον δὲ εὑρηκέναι νομίσας , ὅπερ ἐκ πολλῶν χρόνων ἀνεζήτει , γράφει Γαΐῳ διαίρων τὰ πράγματα καὶ μετεωρίζων .
. ἕωθεν οὖν διατρέχων εἰς τὸν λιμένα , ἕκαστον αὐτῶν ἀνεζήτει . εὗρε δὲ ἐνίους μὲν ἐν πορνείοις , οὓς
4496018 κελευσας
τοῖς φιλτάτοις ἔδωκε τῷ παιδὶ περισοβεῖν [ ἐν κύκλῳ ] κελεύσας , τὸ κύκλῳ πίνειν τοῦτ ' εἶναι λέγων ,
συγκείμενος χρόνος αὐτός τε προθύσας τοῖς θεοῖς καὶ τοὺς ἄλλους κελεύσας κατὰ δύναμιν τὸ αὐτὸ δρᾶν ὄρνιθας μὲν πρῶτον αἰσίους
4494799 ὀνον
τι ἀμέλει ὁ Αἴσωπός φησι ποιῆσαι τὸν ἐν τῇ Κύμῃ ὄνον , ὃς λεοντῆν περιβαλόμενος καὶ τραχὺ ὀγκώμενος ἠξίου λέων
τῶν τὴν ἰσχὺν ἀνίσων , ἀλλ ' ἐν ταὐτῷ καταζεύξαντας ὄνον τε καὶ μόσχον ἀροτριᾶν ἐκώλυσεν , ἵνα μὴ περιττῇ
4493751 ὑποκριναμενος
ὁπλιτῶν διὰ τὸ ἄπωθεν εἶναι ἀδήλως τῇ ὄψει πλασάμενος : ὑποκρινάμενος φαιδρὸς εἶναι τῷ προσώπῳ ʃ ἤγουν ἀσύγχυτον τὴν ἑαυτοῦ
χρήμασιν ὑπὸ τῶν Ἐφόρων προσποιητῶς , αὐτομολῆσαι πρὸς τοὺς Τεγεάτας ὑποκρινάμενος , δεξαμένων αὐτὸν ὡς αἰτίαν ὀργῆς δικαίας ἔχοντα ,
4488833 μαστιγωσας
. ταῦτα γνοὺς Νεβρίδιος διπλῆν πράττεται τιμωρίαν τὸν στρατιώτην . μαστιγώσας γὰρ ἐκβάλλει τοῦ καταλόγου καὶ δι ' ἄλλων ἐκείνους
. Ζωπύρου τάλαντα : Ζώπυρος ὁ Πέρσης βασιλεῖ χαριζόμενος , μαστιγώσας ἑαυτὸν καὶ τὴν ῥῖνα καὶ τὰ ὦτα ἀφελόμενος ,
4483002 θυσας
ναυμαχίᾳ νικήσας Λακεδαιμονίους καὶ τειχίσας τὸν Πειραιᾶ ἑκατόμβην τῷ ὄντι θύσας καὶ οὐ ψευδωνύμως πάντας Ἀθηναίους εἱστίασεν . Ἀλκιβιάδης δὲ
τῇ Ἀρτέμιδι , ἔνθαπερ ὅτε Ἀγαμέμνων εἰς τὴν Ἀσίαν ἐξέπλει θύσας εἷλε Τροίαν . μέγα δὲ συνεβάλλετο τῷ Πελοπίδᾳ εἰς
4482525 ἱματια
ἑαυτοῦ τὸ συμπέρασμα ἔχει : οἷον τυμβωρύχος ἐστὶν ὁ ἀνῃρημένος ἱμάτια καὶ κόσμον τοῦ νεκροῦ : ἐγὼ δὲ οὐκ ἀφειλόμην
γὰρ Ἡρακλέα νοήσεις ἑτέρας πόθῳ κατασχεθέντα ἐπίχρισον τοῦτο αὐτοῦ τὰ ἱμάτια καὶ πρός σε πάλιν ἀντιστρέψει τὸν πόθον . τοῦτο
4480943 δησαντας
τοὺς οἰκέτας ἐκέλευσεν ἡμέρας ἤδη γενομένης πρὸς τὸν κίονα αὐτὸν δήσαντας μαστιγοῦν . οὕτω δὲ τοῦ σώματος ἤδη πονήρως διακειμένου
βοτρύων , ἀλλ ' ἐκ τοῦ κάτωθεν μέρους τοῦ βότρυος δήσαντας , κρεμνᾶν ἐν ὑπερώῳ , ἵνα μᾶλλον διαπνέωσιν ,
4471753 ἐμπιπραναι
ὅταν αἴρῃ τὸ σημεῖον , δένδρα κόπτειν καὶ τὰς ἐπαύλεις ἐμπιπράναι . ταῦτα ὁρῶντες οἱ κατὰ τὴν πόλιν καὶ πάμπολυ
κελεύσας καὶ διαρπάζειν τὰ ἐν ταῖς πόλεσιν , αὐτάς τε ἐμπιπράναι . οἱ δὲ Μαυρούσιοι ὄντες φονικώτατοι , καὶ διὰ
4465468 ἀποσπασας
ἐνεχθείς , τὰ δὲ ὑπὸ κρύους διαφθαρῆναι ἐποίησε πολὺ αὐτῶν ἀποσπάσας τὸ πῦρ , καὶ ὅλως οὐδὲν ὅ τι οὐ
ἷξον ἐϋρρεῖος ποταμοῖο . ἀρκτικὸς γὰρ τεθεὶς ὁ σύνδεσμος καὶ ἀποσπάσας τῶν προτέρων τὰ ἐχόμενα μεγαλεῖόν τι εἰργάσατο . αἱ
4464804 τυρους
ᾧ τυρεύουσιν , καὶ κρεμαστήρ , ἐφ ' οὗ τοὺς τυροὺς ἔτερσον , καὶ τὸ ἄνω τοῦ ποδὸς ἢ τὸ
θ ' ἕλκων , βλαύτας σύρων , βολβοὺς τρώγων , τυροὺς κάπτων , ᾤ ' ἐκλάπτων , κήρυκας ἔχων ,
4464298 σφαξας
πόλις , ἐστράτευσεν ὁ τύραννος : πολιορκίας οὔσης ὁ πατὴρ σφάξας τὸν παῖδα ἔῤῥιψε πρὸ τοῦ τείχους : θεασάμενος ὁ
βασιληίων δικαστέων , ὅτι ἐπὶ χρήμασι δίκην ἄδικον ἐδίκασε , σφάξας ἀπέδειρε πᾶσαν τὴν ἀνθρωπηίην , σπαδίξας δὲ αὐτοῦ τὸ
4458614 Διονυσοφανης
συνέταττε λόγον καὶ ἐρωτικὸν καὶ μακρόν . Ἦν δὲ ὁ Διονυσοφάνης μεσαιπόλιος μὲν ἤδη , μέγας δὲ καὶ καλὸς καὶ
: τοῦ δὲ Γνάθωνος θρασυνομένου καὶ πληγὰς ἀπειλοῦντος , ὁ Διονυσοφάνης τοῖς εἰρημένοις ἐκπλαγεὶς τὸν μὲν Γνάθωνα σιωπᾶν ἐκέλευσε ,
4457671 σκιμποδος
πάσχεις ; τί κάμνεις ; ἀπόλλυμαι δείλαιος . ἐκ τοῦ σκίμποδος δάκνουσί μ ' ἐξέρποντες οἱ Κορίνθιοι , καὶ τὰς
πάντα [ πάντα ταῦτα ] ] τὸ καθίζειν ἐπὶ τοῦ σκίμποδος καὶ στεφανοῦν . τοὺς τελουμένους ] ⌈ τοὺς /
4456105 δαρεικους
ἀπὸ κοινοῦ ἵππον καὶ φιάλην ἀργυρᾶν καὶ σκευὴν Περσικὴν καὶ δαρεικοὺς δέκα : ᾔτει δὲ μάλιστα τοὺς δακτυλίους , καὶ
, ὥστε τὸν Ξέρξην ὑποδεξάμενος ἑκάστῳ τῶν στρατιωτῶν ἀνὰ ἓξ δαρεικοὺς χρυσοῦς παρέσχεν . ὁ πολίτης Πυθοπολίτης ὡς Ἑρμοπολίτης .
4452515 κολασας
: τῶν δὲ λοιπῶν μεθ ' ἱκετηριῶν δεηθέντων τοὺς αἰτιωτάτους κολάσας τοὺς λοιποὺς ἀπέλυσε τῶν ἐγκλημάτων . ὁ δὲ βασιλεὺς
καὶ μεταμέλειαν καταστήσας , καὶ τῇ παρ ' ἑαυτῶν λύπῃ κολάσας τοὺς πλημμελήσαντας , αἰσθομένους ἐξ ὧν οὐκ ἀντέπαθον κακῶς
4440719 κλεισας
. ἐνθεὶς δὲ καὶ ἐναρμόσας τὸν ὄρνιν τῇ σορῷ καὶ κλείσας τὸ χάσμα γηΐνῳ χώματι , ἐπὶ τὸν Νεῖλον οὕτως
μοῖρα φίλων ἐδεῖτο σαφῶν , οὓς ὀλίγοις δεξάμενος τοῖς βάθροις κλείσας τὰς θύρας ἀνέγνων δεόμενος αὐτῶν , εἴ τι φαίνοιτο
4437304 διαναστας
τῆς πατρίδος χρείαν , αὐτὸς δὲ καθοπλισθεὶς καὶ εἰς γόνυ διαναστὰς ἠμύνατο τοὺς πολεμίους καί τινας καταβαλὼν καὶ συνακοντισθεὶς κατέστρεψε
Ἀριάδνην ἐᾷν , καὶ ἀφικνεῖσθαι εἰς Ἀθήνας . Συντόμως δὲ διαναστὰς ποιεῖ τοῦτο . Κατολοφυρομένης δὲ τῆς Ἀριάδνης ἡ Ἀφροδίτη
4432487 περιθεμενος
δεομένων δὲ ὡς οὐ βουλόμενον , ἐπεὶ μόλις ἀνέπεισαν , περιθέμενος τοὺς σπόγγους καὶ τὰς ἐγκεντρίδας ἀναδραμεῖν εἰς τοὺς τοίχους
δὲ φήμης εἰς Πέργαμον κομισθείσης , Ἄτταλος ὁ ἀδελφὸς αὐτοῦ περιθέμενος τὸ διάδημα καὶ τὴν γυναῖκα γήμας ἐβασίλευσε πυθόμενος δὲ
4420211 περιερχεσθαι
περισκέψασθαι . περιάγνυται περικατακλᾶται καὶ οἷον περιέρχεται . περίδρομος πάντῃ περιέρχεσθαι δυνάμενος . περισχόμεθα οἱονεὶ περισσῶς ἔσχομεν , ἀντελαβόμεθα καὶ
δέ φησι Φιλόξενον προλουόμενον ἐν τῇ πατρίδι κἀν ἄλλαις πόλεσι περιέρχεσθαι τὰς οἰκίας , ἀκολουθούντων αὐτῷ παίδων [ καὶ ]
4418095 ἐστρωμενας
. κἀγὼ ποιῶ νῦν τοῦτ ' : ἐπὰν κλίνας ἴδω ἐστρωμένας καὶ τὰς τραπέζας εὐτρεπεῖς καὶ τὴν θύραν ἀνεῳγμένην ,
ἐνθαῦτα τὸν Παυσανίην ἰδόντα κλίνας τε χρυσέας καὶ ἀργυρέας εὖ ἐστρωμένας καὶ τραπέζας τε χρυσέας καὶ ἀργυρέας καὶ παρασκευὴν μεγαλοπρεπέα
4411506 ἀστραγαλους
, αἵτινες τὰ σφυρὰ ἐργάζονται , ἅτινα καταχρηστικῶς οἱ ἰδιῶται ἀστραγάλους καλοῦσιν , ὧν τὸ μὲν ἔξω κεῖται τὸ δὲ
Ἄλλως . λίσπους καλοῦσι τοὺς ὑφ ' ἡμῶν καλουμένους στρυφνοὺς ἀστραγάλους . οἱ τοιοῦτοι δὲ δυστροπικοί εἰσιν ἐν τῷ παίζειν
4407278 Ἰσιδωρε
: [ πολλούς ] μου φίλους ἀπέκτεινας [ ] , Ἰσίδωρε . [ Ἰσίδωρος ] : βασιλέως ἤκουσα τοῦ τότε
Κλαύδιος ] ? Καῖσαρ : [ . ] Ἰσίδωρε , Ἰσίδωρε ? ? ? [ , κατὰ τοῦ ] ἐμοῦ
4403725 κατεκλινεν
συμπαρέλαβεν δὲ εἰς τὸ συμπόσιον καὶ τοὺς ἰδιοξένους ἅπαντας καὶ κατέκλινεν ἀντιπροσώπους ἑαυτῷ καὶ τοῖς ἄλλοις νυμφίοις τήν τε πεζὴν
] ἐκεῖ γὰρ ἱερόν ἐστιν . ἦν Ἀσκληπιοῦ ἱερόν . κατέκλινεν αὐτὸν ] ὡς νοσοῦντα ⌈ οὖν ἐκεῖ [ αὐτὸν
4383919 πριαμενος
χώρας ἡγεμὼν ἠνδραποδίζετο καὶ ὡς πολέμου νόμῳ λαβὼν αἰχμαλώτους ἢ πριάμενος παρὰ δεσποτῶν , οἷς ἦσαν οἰκότριβες , ὑπήγετο καὶ
τῆς περαίας ἑλόμενός τι φρούριον μικρόν , Ἄμμον : κἀνταῦθα πριάμενος χωρία τοσούτων ταλάντων ὅσων εἰκὸς ἦν τὸν Φιλίππου μὲν
4382504 προαισθομενος
ἀλλὰ καὶ Πεισίστρατον τὸν συγγενῆ , καθά φησι Σωσικράτης , προαισθόμενος τὸ ἐφ ' ἑαυτῷ διεκώλυσεν . Ἄξας | γὰρ
ὁ πεζὸς ἅμα ὁ τῶν Κλαζομενίων καὶ Ἐρυθραίων παρῄει . προαισθόμενος δὲ ὁ Στρομβιχίδης ἐξανήγετο καὶ μετεωρισθεὶς ἐν τῷ πελάγει
4377682 μασσαι
δῆσαί φασιν Αἰολεῖς : ἀπὸ γοῦν τοῦ ἁλιέως καὶ τοῦ μάσσαι ὠνόμασται . . , , . : Τίμαιος ὁ
δῆσαί φασιν Αἰολεῖς : ἀπὸ γοῦν τοῦ ἁλιέως καὶ τοῦ μάσσαι ὠνόμασται . τὸ ἐθνικὸν Μασσαλιώτης καὶ Μασσαλιεύς καὶ Μασσαλία
4373828 ἐγκατεστησεν
: ἡ δὲ κλήρους τε ἀνῆκε τῇ δαίμονι καὶ γυναῖκας ἐγκατέστησεν ἐπιμελεῖσθαι καὶ τῆς Περσικῆς εὐδαιμονίας τὸ ἱερὸν ἐνέπλησε θρόνους
τε Νικίας ἐπὶ τῶν Πελοποννησιακῶν καταστρεψάμενος τὴν νῆσον , φρουρὸν ἐγκατέστησεν Ἀθηναίων , καὶ πάμπολλα τοὺς Λακεδαιμονίους κακὰ διέθηκε .
4372134 δειπνον
τὸ ἀπὸ σπυρίδος δεῖπνον , ὅταν τις αὐτὸς αὑτῷ σκευάσας δεῖπνον καὶ συνθεὶς εἰς σπυρίδα παρά τινα δειπνήσων ἴῃ .
· ] ! [ φρα [ ξεινοι ? ! [ δεῖπνον δ ' ου [ οὔτ ' ἐμοὶ ωσαῖ ?
4371842 πωλειν
Πελοποννησίοις ἔξεστι καὶ Μεγαρεῦσι καὶ Βοιωτίοις , ἐφ ' ᾧτε πωλεῖν πρὸς ἐμέ , Λαμάχῳ δὲ μή . Ἀγορανόμους δὲ
σοι περὶ τούτου γράφω : τέρπεται Παυλῖνος ἐξαπατῶν καὶ οὔτε πωλεῖν θέλει πάνυ τε ἐθέλειν λέγει . σὺ δ '
4371644 ἀνταγωνιστου
Εὐρυδάμας ὁ Κυρηναῖος πυγμὴν ἐνίκησεν , ἐκκρουσθεὶς μὲν ὑπὸ τοῦ ἀνταγωνιστοῦ τοὺς ὀδόντας , καταπιὼν δὲ αὐτούς , ἵνα μὴ
ἅρματι , ἐνδόξως μὲν αὐτὸς ἀγωνισάμενος , τὸ δὲ τοῦ ἀνταγωνιστοῦ κλέος καθελών ; ἄλλως : ποταίνιον ἀντὶ τοῦ πρόσφατον
4369811 προσκεφαλαιον
' ἐκ τοῦ δωματίου γε νῷν φέρε κνέφαλλον ἅμα καὶ προσκεφάλαιον τῶν λινῶν . νόσῳ βιασθεὶς ἢ φίλων ἀχηνίᾳ ἐμβαλὼν
, οὐ μὴν ὑπήνεγκεν , ἀλλ ' ἀπέκλινεν ἐπὶ τὸ προσκεφάλαιον ἀφεὶς τῶν χειρῶν τὸ ποτήριον . καὶ ἐκ τούτου
4369391 ἐπριαμην
ὥσπερ ὁ Πρίαμος τὸν Ἕκτορα , ὅσον εἵλκυσε τοσοῦτον καταθεὶς ἐπριάμην . Ἄλεξις : αἰεὶ δὲ καὶ ζῶντ ' ἐστὶ
ἐγὼ γὰρ ἥκω νῦν ἀγοράσας οὐδὲ ἓν ἔμψυχον : ἰχθῦς ἐπριάμην τεθνηκότας μεγάλους , κρεᾴδι ' ἀρνὸς ἐσθίειν πίονος ,
4361601 λωποδυτης
ἐστι τὸ λεγόμενον : νεκρὸς γὰρ οὐ μαρτυρεῖ : ὁ λωποδύτης ὁμοίως , ὁ τυμβωρύχος , ὁ προδότης , τἄλλα
ἀλλ ' ἀφείης ἂν τὸν αὐτὸν τρόπον , ὅτι οὐ λωποδύτης ὀνομάζεται . οὐδ ' εἴ τις παῖδα ἐξαγαγὼν ληφθείη
4353017 ἀναβας
ἐπὶ τὸν τόπον ἀφικόμενος ἔνθα καταδεδεμένον καταλελοίπει τὸν ἵππον , ἀναβὰς ἀφιππάσατο εἰς τὴν Σκυθίαν . δίωξις δὲ οὐκ ἐγένετο
, αὐτὸν τὸν πολυτίμητον νοῦν ἐφ ' ὃν καὶ Ἀριστοτέλης ἀναβὰς ᾠήθη τὴν πρώτην ἀρχὴν εὑρηκέναι : τί γὰρ καὶ
4352586 ἀγανακτουντος
, ὥστ ' ἠφανίζοντο τῷ πολλῷ καὶ περιῆν ἡ τοῦ ἀγανακτοῦντος βοή . Ὀλίγα δὲ τούτοις ἔτι προσθέντος τοῦ Λαρκίου
διαιτητῇ ἀκινδύνως καὶ ἀναισχύντως μαρτυροῦσιν ὅ τι ἂν βούλωνται . ἀγανακτοῦντος δέ μου καὶ σχετλιάζοντος , ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι ,
4349635 φορειον
τὴν οἰκίαν καταλαβόντων ὁπλιτῶν , θεράπων ἐς τὸ τοῦ δεσπότου φορεῖον ἐνέβη καὶ ὑπὸ τῶν ὁμοδούλων συνεργούντων ἐξεφέρετο , ἕως
οἱ Κεκροπίδαι ἔπεμψαν ἐπὶ τὴν ἀνακομιδὴν αὐτοῦ ναῦς μακρὰς καὶ φορεῖον ἀργυρόπουν . ἀλλ ' εἰσῄειν ἤδη , καὶ σχεδὸν
4344307 ὀρυγμα
κενοτάφιόν τις ὀρύξας κρίνεται τυμβωρυχίας : ἐνταῦθα γὰρ τὸ μὲν ὄρυγμα καὶ τὸν τάφον καὶ αὐτὸς ὡμολόγησεν ὁ φεύγων ,
τὸν δὲ πενθερὸν αὐτοῦ ἐλθόντα ἐπὶ τὰ ἕδνα συνεσκευάσατο . ὄρυγμα γὰρ ποιήσας ἐν τῇ οἰκίᾳ καὶ γεμίσας πυρὸς ἐκεῖ
4342489 κατακαυσαι
ἠγόρευσε τὰς μὲν ἁμάξας καὶ τὰ περιττὰ τῆς σκευῆς [ κατακαῦσαι , συγκατακαῦσαι δὲ καὶ τὰς σκηνὰς ] , ὅπως
ὑποθεὶς τράπεζαν χαλκῆν ἐστάθευσά τε τῷ πυρί , ὡς μήτε κατακαῦσαι μήτ ' ὠμὸν ἀφελεῖν . καὶ τῆς φορίνης ἤδη
4341507 μαστιγιαν
προστεταγμένον : τὰ δὲ αὐτὰ καὶ ἐν τοῖς ἐπιβάταις , μαστιγίαν μέν τινα ἐν προεδρίᾳ παρὰ τὸν κυβερνήτην καθήμενον καὶ
ἱερὸν Ἡρακλέους . ἐκλήθη δὲ ἀπὸ Μελίτης νύμφης , . μαστιγίαν δὲ ὡς πρὸς δοῦλον . θεράπαινα Περσεφόνης λέγει ταῦτα
4340283 χρυσιον
δὴ πάλιν ἀπ ' αὐτοῦ δεήσεις καὶ λιτανείας καὶ πολὺ χρυσίον . μὴ δὴ καταδιαιτήσῃς ἡμῶν , ὦ φιλτάτη ,
ὁμώνυμον τῇ μητροπόλει τῆς Ἀφρικῆς , αἴρει δὲ καὶ τὸ χρυσίον ἅπαν καὶ τὸν ἄργυρον καὶ τὴν λοιπὴν τοῦ πολέμου
4332064 γλυμμα
ταῦτα ; ὑπόχρυσος δακτύλιός τις οὑτοσί , αὐτὸς σιδηροῦς : γλύμμα ταῦρος ἢ τράγος : οὐκ ἂν διαγνοίην : Κλεόστρατος
μολπαῖς καὶ γένος ἀρχαίων ἔγραφες ἡμιθέων . Εἰμὶ Μέθη τὸ γλύμμα σοφῆς χερός , ἐν δ ' ἀμεθύστῳ γέγλυμμαι :
4325036 δερας
τὸν ἐμὲ μέλλοντα ἀνελεῖν , ἀπέσταλκα ἂν αὐτὸν τὸ χρυσοῦν δέρας ἀποκομίσαι μοι καὶ τοῦ Πελίου κατὰ τὴν αὐτοῦ κρίσιν
τοῦ σωφρονεῖν ἠράσθη , ἀντὶ δὲ τοῦ φυλάττειν τὸ χρυσόμαλλον δέρας προὔδωκεν , ἀντὶ δὲ τοῦ σῴζειν τὸν ἀδελφὸν Ἄψυρτον
4322196 ἁλουργοις
ἧς αὐτὸς κατέπλει μέχρι μὲν τῶν κλείθρων τοῦ Πειραιέως προέτρεχεν ἁλουργοῖς ἱστίοις : ὡς δ ' ἐντὸς ἦν καὶ τὰς
ἡγεμόνας εἰς ἑξακισχιλίους ἐκάθισεν ἐπὶ δίφρων ἀργυρῶν καὶ κλιντήρων , ἁλουργοῖς περιστρώσας ἱματίοις . : Ὧ | τὸ ἱερὸν πῦρ
4320287 διαρρηξας
ἐξ ἠθῶν ἀναστήσας , καὶ φόνους ἐργασάμενος ἐναγεῖς , καὶ διαρρήξας καὶ διαξήνας τοὺς νόμους , καὶ τὴν ἀνδρῶν ἀπειπάμενος
κρείττω τε τῶν βοῶν θύσας κατεθοινᾶτο καὶ τὸν πιθεῶνα δὲ διαρρήξας καὶ τὸν κάλλιστον πίθον ἀποπωμάσας τὰς θύρας τε ὡς
4319942 ἀποτιθεναι
τῷ δακτύλῳ ῥαγάδας καὶ σύριγγας ἐπιτιθεμένη θεραπεύει . δεῖ δὲ ἀποτιθέναι τὸ φάρμακον εἰς χαλκοῦν σκεῦος . σὺν ὕδατι δὲ
αὐτὸς μὲν δειπνεῖν παρ ' ἑτέρῳ , τὰ δὲ κρέα ἀποτιθέναι ἁλσὶ πάσας , καὶ προσκαλεσάμενος τὸν ἀκόλουθον δοῦναι ἀπὸ
4318083 ἀτοκιον
φθείρει τὸ συλληφθέν : εἴπωμεν οὖν ἄλλο φθόριον καὶ ἄλλο ἀτόκιον . τὸ δὲ ἐκβόλιον οἱ μὲν συνωνυμεῖν τῷ φθορίῳ
φοινικοῦν ἐμβάλῃ , καὶ περιάψει τῇ κεφαλῇ τῆς γυναικός , ἀτόκιον ἔσται τῇ φορούσῃ . μυρμήκων δὲ καυθέντων , ὑπὸ
4309738 Βαβυλωνιον
ἴδεν ἄστεα καὶ νόον ἔγνω , εἶδέ τε ἅμα τὸ Βαβυλώνιον ἱερὸν καὶ ἰδὼν ὑφηγεῖται τοῖς ἄλλοις μέγα τε καὶ
καὶ ἵππου μάχε - σθαι . Οὗτος ὁρῶν Νάναρον τὸν Βαβυλώνιον διαπρεπεῖ κόσμῳ χρώμενον ἀμφὶ τὸ σῶμα , καὶ ἐλλόβια
4308598 θεατρον
ἦθος ὁμιλῶν τῇ τοιαύτῃ θέᾳ γενήσῃ , ὅταν ὁρᾷς τὸ θέατρον μισοῦν μὲν τὰ κακῶς γιγνόμενα , ἐπιδακρῦον δὲ τοῖς
ἀναγκάσαντος τοῦ τότε πλήθους τοὺς τότε ἄρχοντας μεῖζον ποιῆσαι τὸ θέατρον ; οὐ τοίνυν οὐδ ' ὁπόσον μέλλει δέξεσθαι πάντας
4302087 κατεσθιειν
ἀπωθεῖν [ καὶ ] μέγα καὶ λαμπρόν , τὸ δὲ κατεσθίειν ἅ τις νέμει , θαυμαστὸν οὐδέν . Οὕτω μέν
σκαιὸς ἦν ἅνθρωπος , ἀλλ ' ἠπίστατο γραὸς καπρώσης τἀφόδια κατεσθίειν . Ταῦτ ' οὖν ὁ θεός , ὦ φίλ
4300105 βασταζειν
, καὶ ὄνος ἀκούων προσεδέχετο , λέγων αὐτὸς μόνος δύνασθαι βαστάζειν τὸ Ζήνωνος φορτίον . ̈ . . καί ποτε
' ὁ γέρων φιλοπότης ὢν ἐκ τῆς συνεχοῦς συνηθείας ῥᾳδίως βαστάζειν ἔσθενεν . τί δὲ καὶ Διομήδους καὶ Αἴαντος καὶ
4299228 ἀποτεμοντα
εἶτα τὰς σκίλλας περιλεπίσαντα καὶ τὰς ῥίζας καὶ τὰ πέταλα ἀποτεμόντα καὶ διελόντα μικρὰ εἰς θυίαν ἐμβαλόντα τρῖψαι ὡς λειότατα
τὸν ἔμβολον ᾧ κατείχετο ὁ ῥυμὸς , ἢ τῷ ἐγχειριδίῳ ἀποτεμόντα , μετὰ τὴν ἐπὶ Γρανίκῳ μάχην . [ γέγονε
4295649 καταβαλειν
νουμηνίᾳ τοῦ Ἑκατομβαιῶνος μηνός . Διαλῦσαι . Τὸ ἀπαλλάξαι καὶ καταβαλεῖν χρέος . Βδελυροί . Οἱ ἀναιδεῖς . Χλανίδας καὶ
τὸν Εὐφράτην μέγαν γενόμενον κατακλύσαι μέρος τῆς πόλεως , καὶ καταβαλεῖν τὸ τεῖχος ἐπὶ σταδίους εἴκοσιν . ἐνταῦθα ὁ βασιλεὺς

Back