κενοὶ ψοφοῦσι ἀντ ' ὀνειράτων . ψύξει σε δαίμων τῷ πεπρωμένῳ χρόνῳ : ἕξεις δ ' ὅς ' ἂν φάγῃς
κενοὶ ψοφοῦσιν ἀντ ' ὀνειράτων . ψύξει σε δαίμων τῷ πεπρωμένῳ χρόνῳ : ἕξεις δ ' ὅς ' ἂν φάγῃς
5200073 φαγῃς
περιφραστικῶς δὲ χύτραν εἶπε , τουτέστιν ἀπὸ χύτρας μὴ πρῶτον φάγῃς πρὶν σπείσῃς ἐξ αὐτῆς τοῖς θεοῖς . χυτροπόδων :
εἰ μὲν ἀνθρωπίνην θέλεις , ὦ Διονύσιε , πείνησον ἵνα φάγῃς , δίψησον ἵνα πίῃς : εἰ δὲ δεξιάν τινα
5183641 πιῃς
Φιλοκτήτῃ ἔφη : οὐκ ἔστι διθύραμβος , ὅκχ ' ὕδωρ πίῃς . ὅτι μὲν οὖν οὐχ ἡδονῆς χάριν ἐπιπολαίου καὶ
: ἕξεις δ ' ὅς ' ἂν φάγῃς τε καὶ πίῃς μόνα : σποδὸς δὲ τἄλλα , Περικλέης , Κόδρος
4949384 νοσουντι
ἔχειν μέρος . . . σοὶ δ ' ἔγωγε καὶ νοσοῦντι συννοσοῦς ' ἀνέξομαι καὶ κακῶν τῶν σῶν ξυνοίσω ,
τοῦ αἴνυμαι , τὸ ἀφαιροῦμαι καὶ λαμβάνω μογέοντι ] τῷ νοσοῦντι εὐαλθέα ] εὐθεράπευτον εὐαλθέ ' ἀρωγήν ] ἰατρικὴν βοήθειαν
4842551 σῳ
' ἀκαμάτοισιν ἐτεκτήναντο Κύκλωπες , δώσω ἐελδομένῃ : σὺ δὲ σῷ κρατερόφρονι θυμῷ αὐτὴ χεῖμ ' ἀλεγεινὸν ἐπ ' Ἀργείοισιν
, ἀτὰρ δόρυ Μηριόνῃ ἥρωϊ πόρωμεν , εἰ σύ γε σῷ θυμῷ ἐθέλοις : κέλομαι γὰρ ἔγωγε . Ὣς ἔφατ
4817313 ταχεϊ
Ἀναδράμωμεν δὲ ἐπὶ τὰ λοιπὰ παραδείγματα τοῦ κανόνος , ταχέος ταχέϊ , ἡδέος ἡδέϊ : ἰδοὺ ταῦτα ὁμότονά εἰσι καὶ
ποιεῖ , οἷον ὄφεϊ ὄφεσι , [ Πηλέϊ Πηλέσι ] ταχέϊ ταχέσι , βραδέϊ βραδέσι , Πλάτωνι Πλάτωσι , Μέμνονι
4760211 χρεωμενος
διέβαλλε , οὐκ Αἰγινητέων οὕτω κηδόμενος ὡς φθόνῳ καὶ ἄγῃ χρεώμενος . Κλεομένης δὲ νοστήσας ἀπ ' Αἰγίνης ἐβούλευε τὸν
τῆς θαλάσσης : διὸ ἐξήλασέ μιν ὁ Ἵππαρχος , πρότερον χρεώμενος τὰ μάλιστα . Τότε δὲ συναναβάς , ὅκως ἀπίκοιτο
4743622 ἡμαρτημενα
ἄνδρες Ἀθηναῖοι , , ἀλλὰ πολλὰ καὶ παντοδαπὰ ἐκ παντὸς ἡμαρτημένα τοῦ χρόνου , ὧν τὸ καθ ' ἕκαστον ἐάσας
τὴν Λιβύην αὑτῷ συστρατεῦσαι . καὶ τούτων οἳ μὲν τὰ ἡμαρτημένα σφίσιν ἐς τὰς πατρίδας δεδιότες εἵποντο , φεύγοντες τὴν
4724708 πατρικῳ
Σούρωνι τῷ βασιλεῖ Τύρου καὶ Σιδῶνος καὶ Φοινίκης , φίλῳ πατρικῷ , χαίρειν . Γίνωσκέ με παρειληφότα τὴν βασιλείαν παρὰ
μὲν τὴν πατρῴαν οἰκίαν , διαιτώμενος δὲ παρὰ Μισγόλᾳ οὔτε πατρικῷ ὄντι φίλῳ οὔθ ' ἡλικιώτῃ οὔτ ' ἐπιτρόπῳ ,
4614530 ἐκφυγοις
: ⌈ ὅπως ἤγουν πῶς καὶ τίνι τρόπῳ ἀποστρέψαις ἤτοι ἐκφύγοις ἂν δίκην ἀντιδικῶν ἤγουν ⌈ ἀντιλέγων τοῖς δικαίοις [
' αὐτάδελφον αἷμα δρέψασθαι θέλεις ; θεῶν διδόντων οὐκ ἂν ἐκφύγοις κακά . πέφρικα τὰν ὠλεσίοικον θεόν , οὐ θεοῖς
4550655 ξυλαρια
. ὁ δὲ ἀντησπάσατο . Αἴσωπός φησι ” πόσου τὰ ξυλάρια ; “ ὁ χωρικὸς ἔφη ” δώδεκα ἀσσαρίων .
κηρία : χθένεα . Λιασθείς : κλινθείς . Κάρφεα : ξυλάρια . λεξάμενος : ἀθροίσας . νήσας : ἀνάψας .
4549532 ὁκοσῳ
οὐκ ἐστὶν ἓν οὔνομα ἀριθμοῦ τῷ χρόνῳ θέσθαι , ἐν ὁκόσῳ ἕκαστα τούτων κρίνεται . Προσδέχεσθαι δὲ μάλα χρὴ τὰ
σημαίνει τῆς νούσου : ἢν δὲ μὴ , μακρήν : ὁκόσῳ δ ' ἂν ἔλασσον ῥυῇ , τοσῷδε χεῖρον καὶ
4537970 πασαιτο
κνώδαλα φυκιόεντας ἀεὶ περιβόσκεται ἀγμούς : ὧν τὰ μὲν ὠμὰ πάσαιτο , τὰ δ ' ἑφθέα , πολλὰ δὲ θάλψας
μόρον . ἵετο δ ' ἥγε φάρμακα λέξασθαι θυμοφθόρα τόφρα πάσαιτο , ἤδη καὶ δεσμοὺς ἀνελύετο φωριαμοῖο ἐξελέειν μεμαυῖα δυσάμμορος
4534238 πονηρῳ
, οἷον ἐγὼ γάρ , ὦ Ἀθηναῖοι , προσέκρουσα ἀνθρώπῳ πονηρῷ καὶ φιλαπεχθήμονι , πλαγιάσας δὲ κατά τινα τῶν πλαγίων
ἢν νοῦν ἔχῃς . πῶς ἢν ἔχω νοῦν ; ὅτι πονηρῷ καὶ ξένῳ ἐπέλαχες ἀνδρί , οὐδέπω γὰρ ἐλευθέρῳ .
4528098 διηρωτα
τῷ βασιλεῖ : μήπω δὲ τούτου καταλαβόντος , ἡ βασιλὶς διηρώτα τί ποτε ἄρα χρὴ πράττειν . Ἔδοξεν οὖν πᾶσιν
τε χεῖρα καὶ βορῆς ἀποσχοῦσαν λέων τίν ' εἶχεν αἰτίην διηρώτα : “ κερδοῖ σοφή , λάλησον ὥσπερ εἰώθης :
4527858 νικητηρια
Ἀλλὰ τόδε ” φησὶ „ πρὸς ἐκείνῳ δείξας φερέσθω τὰ νικητήρια , ὡς οὐκ ἐπ ' ὠφελείᾳ ὁ ἔρως τῷ
προαιρεῖσθαι φίλον : ἀλλὰ τόδε πρὸς ἐκείνῳ δείξας φερέσθω τὰ νικητήρια , ὡς οὐκ ἐπ ' ὠφελίᾳ ὁ ἔρως τῷ
4517599 προσηκοντι
τινα παράσχοιεν αὐτοῖς ὑποψίαν περὶ τὸ πρᾶγμα ἐπιβουλῆς καλῷ καὶ προσήκοντι ἔργῳ ἐνιστάμενοι , λαβόντες τὰ ὅπλα ἐξῄεσαν . ἐλθόντες
μεθ ' ὃν καὶ οἱ ἄλλοι κατὰ τάξεις ἐν κόσμῳ προσήκοντι , πάντων κατὰ πολλὴν ἡσυχίαν ἀκροωμένων , πλὴν ὁπότε
4511753 χρησαιο
: καὶ σὺ γὰρ τότε τοῖς μὲν ἐναντίοις κακίστοις ἂν χρήσαιο , τοῖς δὲ μετὰ σαυτοῦ ἀρίστοις . ἀλλ '
στρόμβοι , καὶ παρ ' αὐτῶν μαθήσῃ , ποίᾳ ἂν χρήσαιο γυναικί : ἀπελθὼν ἐκεῖνος ἠκροάσατο τῶν παίδων λεγόντων πρὸς
4487862 ἐμα
πεισθεῖσα ἐμοί , ἔστω δὲ πάντα τὰ ἁμαρτήματα καὶ ἀδικήματα ἐμά . Ὅπου δὲ καθ ' ὑπερβολὴν δύνασαι ἀποδεῖξαι μὴ
τὴν καρδίαν , κατά , τὰ ἔνδον . , τὰ ἐμά . ἅπαντα ταῦτ ' ] τοὺς τούτους λόγους ,
4477082 γεροντι
εἰσιν , ἔργῳ δ ' οὔ : τὸ ἑξῆς : γέροντι ποδὶ βαδίζει ἐνταῦθα : Τυνδάρεως μελάμπεπλος : Οἰβάλου τοῦ
, . , . : Αἰσχύλου : καλὸν δὲ καὶ γέροντι μανθάνειν σοφά . , . , . : Αἰσχύλου
4473084 ἰλυωδη
τὸν βυθὸν ἐνθάδε εἴρηκε θηλυκῶς , καὶ ἰλυόεσσαν δὲ τὴν ἰλυώδη καὶ βορβορώδη . * ἐφορύξατο : ἐμόλυνε * γυῖα
καὶ διὰ τοῦτο κρείτ - τουϲ εἰϲί : ἔνιοι δὲ ἰλυώδη τε πόαν ἐϲθίουϲι καὶ ῥίζαϲ κακοχύμουϲ καί τινεϲ αὐτῶν
4472196 μουνῳ
τὸν ἐμὸν καὶ τυραννίδα τὴν ἐμήν : σοὶ γὰρ ἐγὼ μούνῳ ἐκ πάντων σκῆπτρα τὰ ἐμὰ ἐπιτρέπω . Ταῦτα εἴπας
ἔπι πολλήν ἀγλαΐην καὶ κῦδος ἔχον πάρος , ᾧ ἔπι μούνῳ μίτρην πρῶτον ἔλυσα καὶ ὕστατον , ἔξοχα γάρ μοι
4453318 ϲιτια
διατίθεται ὁ πάϲχων : οὐ γὰρ πάντεϲ πρὸϲ ἅπαντα τὰ ϲιτία ὁμοίωϲ διάκεινται . τὸ δ ' ἐπίπαν ἁρμόδια τούτοιϲ
μακρὰϲ νόϲουϲ , ἐπιφέρουϲα δηγμοὺϲ τοῦ ϲτομάχου ϲυνεχεῖϲ καὶ πρὸϲ ϲιτία ὀρέξειϲ ἀκρατεῖϲ . τὸ γὰρ ζῳοποιηθὲν ἐν τοῖϲ ἐντέροιϲ
4443436 πυριῃσιν
, ἕως ἂν τεσσαρεσκαίδεκα ἡμέραι γένωνται : ἔπειτα κλυζέσθω χλιαρῇσι πυρίῃσιν : ἄμεινον δὲ θερμῷ , ὡς ἐξ ἡλίου ,
χρόνον ὁκόσον ἂν δοκέῃ καιρὸς εἶναι : καὶ πυριῇν βληχρῇσι πυρίῃσιν , ἀνακαθίζοντα ὑψόθι , ἢν δοκέῃ ἑκάστοτε καιρὸς εἶναι
4422109 φθειροιτο
συλλαβὼν ἀμφότερα μιᾷ ἔδειξεν ἐπιβολῇ : εἰ γὰρ γίνοιτο ἢ φθείροιτο ἡ ἀρχὴ , ἀνάγκη αὐτῇ πάντα συμφθείρεσθαι , καὶ
φθαρήσεται ἡ λευκότης : ὁμοίως δὲ καὶ τὸ μουσικὸν εἰ φθείροιτο , εἰς τὸ ἄμουσον οὐκ εἰς τὸ μέλαν φθαρήσεται
4419543 ζησῃ
ἐκεῖνον , ἵνα ὁ δηχθεὶς ὑφ ' ἡδονῆς ἰδὼν σωφροσύνην ζήσῃ τὸν ἀληθῆ βίον . τοιοῦτον ὄφιν εὔχεται ὁ Ἰακὼβ
“ ὦ Σεκοῦνδε , τί σιωπῶν ἀποθνῄσκεις ; λάλησον καὶ ζήσῃ , χάρισαι σεαυτῷ ζωὴν διὰ τοῦ λόγου . καὶ
4403801 παθῃσι
ἠδ ' οἰωνούς , ὅσσον ἐμῇ κεφαλῇ περιδείδια μή τι πάθῃσι , καὶ σῇ , ἐπεὶ πολέμοιο νέφος περὶ πάντα
ἦν ἄρα . καὶ ὅσσον ἐμῇ κεφαλῇ περιδείδια μή τι πάθῃσι . . . . . . πήληξ βαλλομένη καναχὴν
4395281 παυρῳ
. Ὁ νοῦς : ἐν ἔπει δὲ καὶ ἐν λόγῳ παύρῳ καὶ σμικρῷ καὶ συντόμῳ θήσω ἀθρόα καὶ πολλὰ ἢ
χερός : τὸ θέναρ τὸ θέναρ τῆς χειρὸς πληρώσας * παύρῳ : ὀλίγῳ * νέκταρι : οἴνῳ * πίνοις :
4395069 ποιησειεν
ὃ βούλεται πράττειν . ἀλλ ' εὖ ἴσθι , καὶ ποιήσειεν ἄν : οὐ γὰρ οἵα τέ ἐστι περιορᾶν ἑαυτῆς
, τῷ κοίλῳ τῆς ἑτέρας χειρὸς ἐπικρούσαντες , εἰ κτύπον ποιήσειεν εὔκροτον ὑποσχισθὲν τῇ πληγῇ τὸ φύλλον , μεμνῆσθαι τοὺς
4390471 Ἡτις
Ὕδατα δινήεντος ἀμευσάμενος Ἀθύραο Δεξιτερὴν ὑπερέσχε καὶ ὀχθηρῆς Γερανείης . Ἥτις ἔχεις κληῖδας ἐπιζεφύροιο Δυμαίης Ὠκεανός , τῷ πᾶσα περίρρυτος
λέγε : Εἰ δ ' οὖν ταπεινώματα τούτων τυγχάνει , Ἥτις ἐναντίωσις ἐκ τῶν ζωδίων Ἥττω τὰ καλὰ ταῦτα τυγχάνει
4386904 λουεται
τοῦ λαγοῦ Ἀττικοί , λάγεια Ἕλληνες . λοῦται Ἀττικοί , λούεται Ἕλληνες . λευκὴ στάθμη ἡ μὴ κεχρισμένη μίλτῳ ἀλλ
τὰ ξένια ταυτὶ τῷ τοῦ ἀγροῦ δεσπότῃ , ὁ δὲ λούεται τάχα Πραμνείους ἢ Θασίους βλέπων ἐνὸν τῆς γλυκείας τρυγὸς
4380637 ἠθειν
ἠθεῖν συμφέρει , τὰ ἰλυώδη καὶ ἁλυκά , καὶ ἀλφίτοις ἠθεῖν , τὰ δ ' ἄγαν ψυχρὰ μετὰ τροφὴν πίνειν
ἄρτους ξηροὺς καὶ τοὺς προσφάτους βρέξαντας τρίβειν διέντα ὕδατι καὶ ἠθεῖν δι ' ὀθονίου . μίσγοις δ ' ἂν αὐτοῖς
4368803 ὑγιασθῃ
καὶ κατάδει , χρῶ τε τῷ φαρμάκῳ , μέχρις ἂν ὑγιασθῇ . τὸ δ ' ὄπιον μεθ ' ὑγρᾶς κηρωτῆς
παρεισδῦναι , ἕως ἂν δυνηθῇ στῆναι : οὕτω γὰρ ἂν ὑγιασθῇ : τρίτῃ δὲ ἡμέρᾳ ἐπιθεράπευε . ἐὰν δὲ δι
4366015 διαφθειροντι
γαστέρα καὶ ναυτιῶντι καὶ βραχὺ ταῖς ἐρυγαῖς ἐπικουφιζομένῳ μόναις , διαφθείροντι δ ' ἔστιν ὅτε καὶ αὐτὰ τὰ λαμβανόμενα σιτία
ἄλλων ἀνθρώπων ἠμέλησεν , ὅμοιός ἐστι κυβερνήτῃ τοὺς μὲν ναύτας διαφθείροντι πλησμονῇ τε καὶ ὕπνῳ δι ' ἡμέρας , τῶν
4351163 διδωι
τις ἀνδρὶ θυμωθεὶς φίλωι ἐς ἓν συνελθὼν ὄμματ ' ὄμμασιν διδῶι , ἐφ ' οἷσιν ἥκει , ταῦτα χρὴ μόνον
χρὴ γὰρ οὕτω τῶν ὁμαιμόνων κακὰ συνεκκομίζειν , δύναμιν ἢν διδῶι θεός , θνήισκοντα καὶ κτείνοντα τοὺς ἐναντίους . τοῦ
4345714 προσφερων
πάντα βλαστάνει βροτοῖς φθίνει τε . καὶ παιδὶ καὶ γέροντι προσφέρων τρόπους σφαγὰς δὲ Δαναοῦ παρθένων Λυγκεὺς φυγὼν Ἄβαντα φύει
ψυχραὶ , τούτῳ φάρμακον μὲν μὴ διδόναι , θεραπεύειν δὲ προσφέρων ψύγματα καὶ πρὸς τὴν κοιλίην καὶ πρὸς τὸ ἄλλο
4333773 τοιαδι
ἢ ἀτάκτως : εἰ γὰρ μέχρι μὲν τοσούτου χρόνου ἡ τοιαδὶ σύστασις μετὰ τοῦ τοιούτου χρώματος ἐπικρατείῃ , μετὰ τοῦτον
Τὰ μειράκια ταυτὶ λέγω τἀν τῷ μύρῳ , ἃ στωμυλεῖται τοιαδὶ καθήμενα : Σοφός γ ' ὁ Φαίαξ δεξιῶς τ
4310289 λυοιτο
εἶναι , ὃ μὴ ἔστιν αὐτῷ . Διὸ καὶ ἐνταῦθα λύοιτο ἂν ἡ ἀπορία ἡ πῶς ἐν ζῴῳ ἐμψύχῳ ἄψυχον
γὰρ υἷες ἦμεν „ . τρεῖς γὰρ εἴρηνται νῦν . λύοιτο δ ' ἂν ἐκ τῆς λέξεως : ἐνταῦθα γὰρ
4291400 ὀξυβαφιων
τοῦ τῆς ἑορτῆς . οὗ μὲν ἦμεν ἄρτι γὰρ ἐξ ὀξυβαφίων κεραμεῶν ἐπίνομεν : τούτῳ δέ , τέκνον , πολλὰ
τοῦ τῆς ἑορτῆς . οὗ μὲν ἦμεν ἄρτι γὰρ ἐξ ὀξυβαφίων κεραμέων ἐπίνομεν : τούτῳ δέ , τέκνον , πολλὰ
4288637 κατεδηδοκως
καὶ ἀτάραχος , ἐὰν δὲ ἡ Ἀφροδίτη ἔσται τρώκτης καὶ κατεδηδοκὼς μὲν τὰ οἰκεῖα , ζητῶν δὲ καταφαγεῖν καὶ τὰ
γονέας , ἄτιμος ἔστω : ἀλλὰ καὶ ὁ τὰ πατρῷα κατεδηδοκὼς ὁμοίως . καὶ ὁ ἀργὸς ὑπεύθυνος ἔστω παντὶ τῷ
4270168 μετιοντι
τὰ Σίκιμα ὁ Ἰακώβ , τὰ σωματικὰ καὶ αἰσθητικά , μετιόντι τὸν ἐν τούτοις πόνον , τῷ δ ' ἐξομολογουμένῳ
ὧν εἰκότως ἐδόκει μισεῖν τοὺς δημοτικούς . ὑπατείαν γὰρ αὐτῷ μετιόντι ταῖς ἔγγιστα γενομέναις ἀρχαιρεσίαις καὶ τοὺς πατρικίους ἔχοντι συναγωνιζομένους
4268461 ὀξυκρητῳ
κινέειν εὐτόνωϲ . κενώϲαντα δὲ ὁκόϲον χρή μάϲϲειν ϲπόγγοιϲι καὶ ὀξυκρήτῳ ἢ ξηρόν τι ἴϲχαιμον ἐμφυϲῆν , κηκίδα ἢ ϲχιϲτὴν
ϲτῦφον . ἐπὶ δὲ τῇϲι διαϲτάϲεϲι τῶν τρωμάτων πρὸϲ τῷ ὀξυκρήτῳ ἔϲτω φάρμακα ἁπλᾶ τὴν πρώτην , ἀρνογλώϲϲου χυλὸϲ ἢ
4243112 ἐπαρδων
τε φυτεύει τῷ φυτῷ τούτῳ τὴν ἑαυτοῦ ψυχήν , Ἀττικὰ ἐπάρδων τὰ νάματα . . . Ἀεὶ δὲ τὰ καλὰ
ἐξ ὅσου τὴν ἁλουργίδα ἐνήψατο , οὐ λήγει ἐποχετεύων καὶ ἐπάρδων τοὺς ὑπηκόους . αἵματος δὲ οὐκ ἔνι πίθος αὐτῷ
4234958 εἰης
ἑταῖρον ἡμῶν εἰ τὰ εἰκότα τιμήσαις , καὶ ἡμῖν ἂν εἴης κεχαρισμένος . Μὴ παύσῃ ὑβρίζων με καὶ τοιαῦτα καὶ
, ἡδονῆς δὲ καὶ ἡμᾶς ἐνεπίμπλα τίς μὲν πρὸς πόλεις εἴης , ἀκούοντας , τίς δὲ εἰς ἀγρούς , τίς
4226506 οἰκετῃ
. καὶ μετὰ τὸ κομάσαι αὐτὸν ἀποπέμπει , λέγων τῷ οἰκέτῃ πάλιν ἐκεῖσε ἀποξυρηθῆναι ἵνα ἀναγνῷ Ἀρισταγόρας τὰ γράμματα .
σωτηρίαν μου , καλὰ σῦκα . “ καί φησι τῷ οἰκέτῃ ” Ἀγαθόπου , λάβε καὶ φύλαξόν μοι αὐτά :
4224266 κατεφλεξεν
ὁ Ξάνθος : ” ἑστῶτός μου τὴν κεφαλὴν ὁ ἥλιος κατέφλεξεν ἄν , τοὺς δὲ πόδας μου ἐν τῷ οὐρεῖν
τὰς Ῥωμαίων ναῦς ἐωθεῖτο καὶ ἐλυμαίνετο καὶ ὀλίγου τὸν στόλον κατέφλεξεν . μετὰ δὲ οὐ πολὺ Κηνσωρῖνος μὲν ἐς Ῥώμην
4210264 δρῃν
μὲν σκοπὸν ἔχοντα ἀνύειν τὰ ἔργα , ἀπόνως δὲ ῥηϊδίως δρῇν , εὐπόρως δὲ ἐς πᾶν ἑτοίμως , εὐρύθμως δὲ
ζʹ . Αἱ τοῖσι κάμνουσι χάριτες , οἷον τὸ καθαρσίως δρῇν , ἢ ποτὰ ἢ βρωτὰ ἢ ἃ ἂν ὁρῇ
4189933 χρημαθ
τὴν αἰτίαν τοῦ φόνου , τοῖς τοῦ τετελευτηκότος οἰκείοις , χρήμαθ ' ὑπισχνεῖτο δώσειν εἰ τοῦ πράγματος αἰτιῷντ ' ἐμέ
, πένης ἔσει σύ : σοῦ γὰρ ἅπαντα γίγνεται τὰ χρήμαθ ' , ὅς ' ἂν ὁ Ζεὺς ἀποθνῄσκων καταλίπῃ
4189769 σιτιῳ
ἐνδείαις καὶ πόσεως πλεονασμοῖς , τῇ δὲ σκέπῃ θερμαίνων καὶ σιτίῳ πλείονι καὶ ποτῷ ἐλάσσονι . καὶ πυρὰν δέ τις
ὑπὸ τῆς πλευρίτιδος ἐχομένῳ . Ὁκόταν δὲ ἐξαναστῇ , ἀνακομίζειν σιτίῳ καὶ ποτῷ καὶ λουτροῖσιν ὡς τάχιστα : ἡ γὰρ
4188486 ὀλιϲθηρα
. πάντα ὅϲα κακόχυμα μέν ἐϲτιν , ὑγρὰ δὲ καὶ ὀλιϲθηρὰ καὶ ὑπιέναι ῥᾳδίωϲ δυνάμενα ἐϲθίεϲθαι πρότερα χρὴ τῶν ἄλλων
ὡϲ ῥυμφάνειν μᾶλλον ἢ μαϲᾶϲθαι . κἢν ϲτερεὰ ἔῃ , ὀλιϲθηρὰ ἔϲεϲθαι γιγνέϲθω : ὠὰ μὴ κάρτα ξυνεϲτῶτα , μηδ
4185505 ἐντυχοις
δὲ ἐν ἀνθρώποις τὸ τοιοῦτο γένος , καὶ οὐκ ἂν ἐντύχοις δήμῳ ἀθρόῳ τοῦ θείου μνήμονι , καὶ μὴ δεομένῳ
οὐκ οἶσθα προθέμενος ζητήσεις ; ἢ εἰ καὶ ὅτι μάλιστα ἐντύχοις αὐτῷ , πῶς εἴσῃ ὅτι τοῦτό ἐστιν ὃ σὺ
4181543 δοιη
. ὣς νῦν ἡβώοιμι βίη τέ μοι ἔμπεδος εἴη : δοίη κέν τις χλαῖναν ἐνὶ σταθμοῖσι συφορβῶν , ἀμφότερον ,
' ἤδη ὂν αὐτὸ τὸ χρῶμα . εἰ δὲ κἀνταῦθα δοίη τις ἐγγίνεσθαί τινα παθητικὴν ὑπὸ τῶν χρωμάτων τῷ ἀέρι
4180497 ἀγωνισαι
. ἀλλ ' ἐμέ τ ' ἀκροατὴν ἔχεις τουτονὶ καὶ ἀγώνισαι πάσῃ προθυμίᾳ : δυνάμεως δὲ μελήσει τῷ θεῷ .
κληρονομεῖς τὴν γυναῖκα ι εἰπὲ τὴν δίκην . νικᾷς . ἀγώνισαι α οὐ κληρονομεῖς τὴν μητέρα β οὐ κληρονομεῖς τὸν
4180423 πραγματ
δύναμιν , ἢ ὡς οὐ καλὰ καὶ τῆς πόλεως ἄξια πράγματ ' ἐνεστησάμην καὶ ἀναγκαῖα , ταῦτά μοι δεῖξον ,
ἐκεῖν ' ὑμᾶς ὑπολαμβάνειν δεῖ , ὅτι καὶ τὰ Φιλίππου πράγματ ' ἐκ τῆς εἰρήνης γέγονεν εὐπορώτερα πολλῷ , καὶ
4177305 γενησῃ
συμφέρει σοι γ οὐ φυγαδευθήσῃ . μὴ φοβοῦ δ οὐ γενήσῃ βιοπράγος τὸ σύνολον ε ἀγοράσεις ὃ ἐνθυμῇ καὶ μεταμεληθήσῃ
συνεχόμενος ἀπολυθήσεται ἄρτι ε ἀπαλλαγήσῃ τῆς φίλης καὶ μεταμεληθήσῃ Ϛ γενήσῃ ἐπίσκοπος ὅταν γηράσῃς ζ καταληφθήσῃ ἐπὶ μοιχείᾳ καὶ ζημιωθήσῃ
4170418 μακρῳ
σαφῆ : οὐ γάρ σε μὴ γήρᾳ τε καὶ χρόνῳ μακρῷ γνῶς ' , οὐδ ' ὑποπτεύσουσιν ὧδ ' ἠνθισμένον
τέχνην συντελούντων θεωρημάτων ποιήσηται , μὴ καὶ γυμνασίαν ἐν χρόνῳ μακρῷ τούτων ἀσκήσανταὅθεν καὶ Πῶλος ὁ σοφιστὴς ὁ Γοργίου μαθητὴς
4162673 ἐθελῃ
ἐκβαλεῖν αὐτὸν ἐκ τῆς νήσου , ἢν φλυαρῇ καὶ μὴ ἐθέλῃ ἀφεὶς τὴν εἰρωνείαν εὐωχεῖσθαι . Πλάτων δὲ μόνος οὐ
δὲ καὶ εἰς κλήρωσιν ἐλθοῦσα δευτέρου βίου αἱρεῖται ὃν ἂν ἐθέλῃ , πῶς ἐκ θηρίου εἰς ἄνθρωπον εἴσεισιν ; οὐ
4153355 κλαυσας
ἠὲ κασίγνητον ὁμογάστριον ἠὲ καὶ υἱόν : ἀλλ ' ἤτοι κλαύσας καὶ ὀδυράμενος μεθέηκε : τλητὸν γὰρ Μοῖραι θυμὸν θέσαν
εἰμι ἀπὸ τοῦ νῦν . Καὶ ἀναστὰς κατεφίλησεν αὐτοὺς καὶ κλαύσας εἶπεν : Ἀκούσατε , ἀδελφοί μου , ἐνωτίσασθε Ῥουβὴμ
4151468 χαιροι
γοῦν αὐτὸν ἑνὸς τῶν ἑταίρων , τί μαθὼν παιδοτροφίᾳ οὐ χαίροι , „ ὅτι „ ἔφη ” οὐδ ' ἐμαυτῷ
τῶν ἐν τοῖς τείχεσι πύργων σχεδὸν μείζω , δῆλον ὅτι χαίροι ἂν ὡς αὐτὸς ἐξαπίνης γεγονὼς τοῖς Ἀλῳάδαις ἴσος καὶ
4144115 δῳς
εἰς τὰς χεῖράς σου , μέχρις ἂν γνῷς , τίνι δῷς . Δευτέρα δὲ ἐντολὴ τῆς διδαχῆς : ] οὐ
τὰ τῆς γλώσσης σημήϊα ἠπιώτερα γένηται , καὶ μήτε φάρμακον δῷς μήτε κλύσῃς ἐς κάθαρσιν , πρὶν αἱ κρίσιες παρέλθωσιν
4136967 ζῃς
αἴτια , κἂν πρὸς ἄλλην χώραν προσπαθῇς . τί οὖν ζῇς ; ἵνα λύπας ἄλλας ἐπ ' ἄλλαις περιβάλῃ ,
ὑμῖν ἡ πόλις πεπαίδευται , καίτοι χρῆν ἐν ᾗ σὺ ζῇς καὶ πολιτεύῃ , ἀλλ ' ὅτι τὸν μηδὲν ἐκεῖ
4135622 παιδιῳ
νύκτωρ ψοφοῖεν , ἔφασκε τὸν λύχνον ἀποσβεσθῆναι τὸν παρὰ τῷ παιδίῳ , εἶτα ἐκ τῶν γειτόνων ἐνάψασθαι . ἐσιώπων ἐγὼ
, οὐ τυφλὸν ἀλλὰ δεδορκότα : καὶ τίθεται ὄνομα τῷ παιδίῳ Μελησιγένεα , ἀπὸ τοῦ ποταμοῦ τὴν ἐπωνυμίαν λαβοῦσα .
4133971 ἐπελθοι
τῶν . * παύ - σασα . * θρήνων . ἐπέλθοι . κατὰ τύχης ἐπέλθοι . ὁ μείζων . μείζων
συμφορὰ ] δυστυχία . τύχοι ] συμβῇ . τύχοι ] ἐπέλθοι . τύχοι ] γένοιτο . τύχοι ] ἔλθοι .
4132397 ἐϲτ
? ? κόρακαϲ [ ] ! ω φέρων τὸν [ ἔϲτ ] ? ' εὐμάρεια πλ ! [ ] !
περὶ Μίνῳαν αὐτὸϲ οὑτοϲί . ὅμοιον ᾄδειν : οὐ γὰρ ἔϲτ ' ἄλλωϲ ἔχον . ἀνδρογύνων ἄθυρμα . τί δῆτ
4110702 ὠκυπτερα
' αἰθερίοιο φυὴν ἔχεν οἰωνοῖο , ἶσα δ ' ἐυξέστοις ὠκύπτερα πάλλεν ἐρετμοῖς . δηρὸν δ ' οὐ μετέπειτα πολύστονον
τρέφειν τοὺς πατέρας , ἀλλ ' ἅμα τῷ φῦσαι τὰ ὠκύπτερα τοῦτο ἐργάζεται . Ἴδιον δὲ ἄρα τῶν ζῴων καὶ
4106783 κοπῳ
τοσοῦτον τοῖς ἀδίκοις ἐναντιοῦται . ὁδοιπόρος πολλὴν ὁδὸν διανύσας ἐπειδὴ κόπῳ συνείχετο , πεσὼν παρά τι φρέαρ ἐκοιμᾶτο . μέλλοντος
τινα ἐπαίρεσθαι ἐν δόξῃ : πολλοὶ γὰρ ἐν γήρᾳ ἀνηλώθησαν κόπῳ . Ἄνθρωπος πάλαι ἵππον εἶχε καὶ ὄνον . Οἱ
4106693 ἰατρῳ
ὁ κόσμος τάδε τινὰ φέρει ὧν ἐστι φορός : καὶ ἰατρῷ δὲ καὶ κυβερνήτῃ αἰσχρὸν ξενίζεσθαι , εἰ πεπύρεχεν οὗτος
εἰδέναι , εἰς ἅπερ συντελεῖ τὸ εἰδέναι ; τίς χρεία ἰατρῷ τῆς τέχνης , μὴ ὑγιάζοντι κατὰ τὴν τέχνην ;
4095072 κοὐ
χειν [ [ ἄλλοϲ ἄλλωι ] γὰρ [ γέγηθε ] κοὔ τι ταυτ [ [ ! ! ! ! !
βελτίων τ ' ἐϲ πάντ [ ] ' ἀνήρ . κοὔ ] τι πολλὰ δεῖ λέγειν ? ? ? [
4094889 ἐθελῃς
δὲ „ δὶς „ ἔφη ” νικήσεις , ἐὰν μὴ ἐθέλῃς τρίς . ” Δαιμόνιον , ἀμπελουργέ , λέξεις γάρ
γὰρ τὰ τοῦδε καλῶς οἶσθα . ἂν δ ' οὐκ ἐθέλῃς λέγειν , ἀνάγκη ἐμὲ μαντεύεσθαι . καὶ τὸν μὲν
4093507 χρωτι
ταχεῖα δ ' ἤδη ἡ αἴσθησις τοῖς μύροις ἀναμιγνυμένοις τῷ χρωτί . Ἀπορεῖται δὲ δίοτι οἱ μὴ εἰωθότες μυρίζεσθαι μᾶλλον
μάντις ἡ καλαμαία κατὰ τὴν νύκτα χροϊξεῖται καὶ πλησιάσει τῷ χρωτί , τοὶ καὶ σοῦ : ἀντὶ τοῦ : ἡ
4091573 δρων
καὶ τρόπον τινὰ τοῦ δημιουργηθέντος πατήρκαὶ δυνάμει : τὸ γὰρ δρῶν τοῦ πάσχοντος ἐπικυδέστερον . καὶ δέον , εἴπερ ἄρα
ἴσως ἀμφισβητοῦσιν , τὸ τίς ἐστιν ὁ ἀδικῶν καὶ τί δρῶν καὶ πότε . Ἀληθῆ λέγεις . Οὐκοῦν αὐτά γε
4089010 γενησομαι
. Εἰπέ μοι , καὶ πῶς ἐγὼ ἀλλαντοπώλης ὢν ἀνὴρ γενήσομαι ; Δι ' αὐτὸ γάρ τοι τοῦτο καὶ γίγνει
Κομιδῇ μὲν οὖν . Οὔκουν ἐγώ τε οὐδὲν ἄλλο ποτὲ γενήσομαι οὕτως αἰσθανόμενος : τοῦ γὰρ ἄλλου ἄλλη αἴσθησις ,
4085832 ξενῳ
μαθόντες , δικάζεσθαι μὲν τοῖς γείτοσι πολλοῖς οὖσιν ἢ τῷ ξένῳ οὐκ ἐδοκιμάζομεν , δεδιότες μὴ συκοφάνται δόξωμεν τοῖς πολλοῖς
, καταλείπει δὲ ἔχουσαν ἐν τῇ γαστρὶ παρὰ Λυκόρτᾳ , ξένῳ μὲν ὄντι αὐτοῦ , παροικοῦντι δὲ ἐν πόλει Φηγίᾳ
4076395 ῥιπτε
σεαυτὸν εἰς τὴν γαστέρα , ὃ ποιοῦσι πηδῶντες . Γ ῥῖπτε σκέλος οὐράνιον : Εὐφρόνιος οὕτω φησὶν ὀνομάζεσθαι σχῆμά τι
διήθει δι ' ὀθόνης πυκνῆς , καὶ ἐκπιέσας τὰ φύλλα ῥῖπτε , τὸν δὲ χυλὸν φύλαττε εἰς τὴν σκευασίαν :
4075538 ἐκτεταμενῳ
ἀπὸ τοῦ ἴος ἴου . Τὰ εἰς ΩΝ συγκριτικὰ οὐδέποτε ἐκτεταμένῳ διχρόνῳ παραλήγεται : βράσσων ἐλάσσων θάσσων σεσημείωται , ὅτι
βόρβορος . Τὰ εἰς ΡΟΣ ὑπερδισύλλαβα παραληγόμενα Α συνεσταλμένῳ ἢ ἐκτεταμένῳ τριγενῆ ὄντα ὀξύνεται , εἰ μὴ δεδιπλασίασται ἐν τῇ
4074958 χυλωδης
ξηραίνεται καὶ τὰ σπέρματα πάντων ὑγρὰ καὶ ἡ τροφὴ πᾶσα χυλώδης : ἐξ οὗ δέ ἐστιν ἕκαστα , τούτῳ καὶ
εἰ φοξὸς , εἰ σιμὸς , εἰ ὑπόξυρος , εἰ χυλώδης , δυσήμετος , χολώδης μέλας , νέος , εἰκῇ
4074342 ἁττ
σφαδᾴζεις : εἰ γὰρ ἐξ ἀρχῆς ἔμαθες , ὅτι οὐχ ἅττ ' ἂν ἐπιτηδεύῃς ἀγαθῶν μετουσίας ἢ κακῶν ἐστιν αἴτια
δειπνήσομεν . Διονυσίου δὲ δράματ ' ἐκμαθεῖν δέοι καὶ Δημοφῶντος ἅττ ' ἐποίησεν εἰς Κότυν , ῥήσεις τε κατὰ δεῖπνον
4073425 ταμια
μὴ ταμία ] . Ταμίᾳ ] Βασιλεῖ . Ὄφρα μὴ ταμία ] * ὅς γέ τις οὐ ταμίᾳ χρὴ γράφειν
κατέλιπον παρ ' οἷς ἦν ἡ δαίς : καὶ ἡ ταμία λαβοῦσα εἶχεν , ἵνα ἄν τις ἀφίκηται ξένος ,
4070732 φαγωμεν
ἔθυσας : καὶ εἶπες μοι , Ἄναστα , ποίησον ἵνα φάγωμεν μετὰ τῶν ἀνθρώπων τούτων εἰς τὸν οἶκον ἡμῶν .
. εἶθ ' οἱ μὲν τὸν βίον τοῦτον νομίζοντες “ φάγωμεν καὶ πίωμεν , αὔριον γὰρ ἀποθνῄσκομεν ” καὶ τὸν
4070515 Ἀγεανακτι
ὀρνίχων ἐφίληθεν , ὅσοις τέ περ ἐξ ἁλὸς ἄγρα . Ἀγεάνακτι πλόον διζημένῳ ἐς Μιτυλήναν ὤρια πάντα γένοιτο , καὶ
, ἐὰν ἐμὲ τὸν Λυκίδαν τοῦ ἐρᾶν παύσῃ . ἔσσεται Ἀγεάνακτι : τὸν Λυκίδαν ὁ Θεόκριτος εἰσάγει ἐρῶντα Μιτυληναίου παιδὸς
4066031 ἡδιστα
ἐς τὴν δίαιταν , ὑποδήματα ἄριστα Λακωνικὰ καὶ ἱμάτια φορεῖν ἥδιστα καὶ χρησιμώτατα : κώθων Λακωνικός , ἔκπωμα ἐπιτηδειότατον εἰς
, οἶδα ἔγωγε καὶ σφάττειν καὶ δέρειν καὶ κατακόπτειν , ἥδιστα δὲ τῶν σπλάγχνων αὐτῶν καὶ τῆς καρδίας ἅπτομαι .
4061547 ἀγαπησει
καὶ τῇ πλάστρᾳ καὶ ἁβρὸς ἔσται ὁ τούτου πλοῦτος , ἀγαπήσει δὲ καὶ ζωγραφίας καὶ τορεύ - σεις ἐν τοῖς
ἐντὸς αὐτῆς ὀπτὰ ἐὰν δῷς γυναικὶ λάθρα , πάνυ σε ἀγαπήσει . ὁ δὲ ἐγκέφαλος αὐτῆς σὺν μέλιτι ἐὰν περιχρισθῇ
4058462 τρεφῃ
αὐτὸ παθεῖν , ἵνα ἄνθρωπον ἁλιεύσω ; Ἐάν τις μὴ τρέφῃ τοὺς γονέας , ἄτιμος ἔστω : ἀλλὰ καὶ ὁ
. Δοκεῖ δὲ καὶ κάλλιστα νομοθετῆσαι : ἐάν τις μὴ τρέφῃ τοὺς γονέας , ἄτιμος ἔστω : ἀλλὰ καὶ ὁ
4049171 Σοφος
ἢ βροτοῖς χάριν φέρειν . Ἐκ τοῦ αʹ Θυέστου : Σοφὸς γὰρ οὐδεὶς πλὴν ὃν ἂν τιμᾶ θεός . ἀλλ
ἃ μὴ πρέπει . Σαυτὸν φύλαττε τοῖς τρόποις ἐλεύθερον . Σοφὸς γὰρ οὐδεὶς ὃς τὰ πάντα προσκοπτεῖ . Σοφοῦ παρ
4047197 λαθοις
τῇ παρὰ τοῦ Δρόμωνος διαβολῇ . Πῶς δ ' ἂν λάθοις ἐπιγράψασα ; Τῆς νυκτός , Δροσί , ἄνθρακά ποθεν
. τίμα τὸ δίκαιον δι ' αὐτό . οὐκ ἂν λάθοις θεὸν πράττων ἄδικα , οὐδὲ γὰρ διανοούμενος . σώφρων
4046468 φαγων
δοθῆναι κιτρίον τῷ δ ' οὔ . καὶ ὁ μὲν φαγὼν δηχθεὶς οὐδὲν ἔπαθεν , ὁ δὲ παραυτίκα πληγεὶς ἀπέθανε
πεπανθῶσιν : μεθ ' ἱκανὰς δὲ ἡμέρας πεπανθέντων τούτων καὶ φαγὼν τῶν συκῶν αἰσθόμενος τὸ ἁμάρτημα ἐξαρπάσας καὶ τὸν ἐν
4045959 ἠρκειτο
σχολήν : ἐν δὲ τῇ Ῥώμῃ τῶν Μάγνου παίδων ἐπιστατῶν ἠρκεῖτο τῇ γραμματικῇ σχολῇ . Τὰ δὲ πέραν ἤδη τοῦ
ἄνθρωπος ἦν καὶ τῇ γεωργίᾳ διηνεκῶς προσέχων οὐ τοῖς ἰδίοις ἠρκεῖτο πόνοις , ἀλλὰ καὶ τοὺς τῶν γειτόνων καρποὺς ὑφῃρεῖτο
4041036 εὐτυχηματα
' ἀναλγησίαν ἀλλὰ διὰ μεγαλοψυχίαν : τοὐναντίον δὲ τὰ μεγάλα εὐτυχήματα προσγενόμενα τῷ ἀγαθῷ μακαριώτερον , φησί , ποιήσει τὸν
, ἀλλὰ διακένους ὄντας . οὐ ῥᾴδιον φέρειν ἐμμελῶς τὰ εὐτυχήματα οἷον οὔτε πλοῦτον οὔτ ' ἄλλο τι , ὅτι
4037163 ἐπιτολμησαι
ὡρικωτέρας . καὶ τὰ μὲν πρῶτα ἐγκαρτερεῖν , τελευτῶντα δὲ ἐπιτολμῆσαι τῷ λέχει τῷ ξένῳ καὶ ὁμιλεῖν αὐτῇ : τῇ
πασῶν : καὶ τὰ μὲν πρῶτα ἐγκαρτερεῖν , τελευτῶντα δὲ ἐπιτολμῆσαι τῷ λέχει τῷ ξένῳ καὶ ὁμιλεῖν αὐτῇ . τῇ
4033759 ἐργαζομενῳ
τὸ πεδίον ὡς λιμῷ πιέσων τὴν πόλιν . οἳ δὲ ἐργαζομένῳ τε ἐπέκειντο καὶ σαλπικτῶν χωρὶς ἐκτρέχοντες ἀθρόοι τοὺς ὀχετεύοντας
, ὁ δαίμων τὸ ὑπὲρ τοῦτο ἐφεστὼς ἀργὸς συγχωρῶν τῷ ἐργαζομένῳ . Ὀρθῶς οὖν λέγεται ἡμᾶς αἱρήσεσθαι . Τὸν γὰρ
4030954 ἠς
τ ' ἄνδρες δραῖσιν ἀτάσθαλοι [ [ ] ν κεν ἦς ὄνεκτον [ ! ] ! δη [ [ ]
μετοχὴ ἀνείς ἀνέντος , τὸ ὑποτακτικὸν ἐὰν ἀνῶ , ἐὰν ἦς , τὸ τρίτον ἐὰν ἀνῇ καὶ πλεονασμῷ τοῦ η
4029300 πυρεσσοντι
τὸ σόφισμα : ἔδει γὰρ τὸ οἶνον δοτέον μὴ τῷ πυρέσσοντι μόνῳ συνθεῖναι ἀλλὰ τῷ πὼς πυρέσσοντι : τοῦτο δὲ
δὲ καὶ τὰ τούτοισιν ὅμοια μιμέεσθαι : πάντα δὲ τῷ πυρέσσοντι ᾐθριασμένα δίδου , πλὴν οἷσιν αἱ κοιλίαι μᾶλλον τοῦ
4028648 ἀσθενεστερα
παραρρέοντος , Γάγγου καλουμένου , παρ ' ᾧ φύεται , ἀσθενεστέρα κατὰ δύναμιν οὖσα διὰ τὸ ἔφυδρον τῶν τόπων καὶ
, πρὸς τὰς τῶν ῥητορευόντων φύσεις μεταβαλλομένη , εὐπορωτέρα καὶ ἀσθενεστέρα γίνεται : διὸ καὶ , ὡς Πορφύριός φησι ,
4024011 λοιδορουσα
δὲ μάλιστα δούλοις γυνὴ μὴ παρόντος ἀνδρὸς βοῶσά τε καὶ λοιδοροῦσα καὶ πᾶν ὅ τι προστάξειεν ὀξέως βουλομένη πληροῦσθαι ,
Ἀθηναίους , ὦ μόνοι ὦτοι τῶν Ἑλλήνων , ἔφη , λοιδοροῦσα ἐκείνους ὡς ῥᾷον ἀπατωμένους οἷς ἀκούουσιν . . .
4021946 ᾐς
τὰς φύσεις τῶν ἀστέρων προσεφώνησά σοι ᾧτινι ἕκαστος ἥδεται ἵνα ᾖς ἐν πᾶσιν ἀδιάπτωτος . Ἐὰν δὲ τῆς ☾ :
πολυπλασίασον ἐπὶ τὸν ιβʹ καὶ συναναλάμβανε τούτοις , ὁσάκις ἂν ᾖς ἐκκεκρουκὼς δωδεκάδας , ἑκάστου κύκλου ἀνὰ αʹ καὶ ἑκάστου
4017640 συκα
εἰ μὴ χλωρὸν ἔφυσε θεὸς μέλι , πολλὸν ἔφασκον γλύσσονα σῦκα πέλεσθαι . Καί ποτέ μιν στυφελιζομένου σκύλακος παριόντα φασὶν
μέρη τῶν ἐντέρων . ἄλλοι δέ φασιν ὅτι μὴ δεῖ σῦκα προσφέρεσθαι μεσημβρίας : νοσώδη γὰρ εἶναι τότε , ὡς
4016488 φθειρομενῳ
ἢ πολύγωνον : μόνῳ δὲ τούτῳ καὶ σωζομένῳ συσσώζεται καὶ φθειρομένῳ συναφανίζεται . καλῶς οὖν εἴρηται οὗ πρώτου ἀφαιρεθέντος τὸ
ὁ μὴ πάσχων μηδὲ φθειρόμενος οὐ μέμνηται τῶν σὺν τῷ φθειρομένῳ ἐνεργειῶν . ἐπιλύεται δὲ ἐκεῖ μὲν εἰπών : διὸ
4016058 ἐπιδημιοι
υἱοῖς ἀναλίσκουσι τὰ μὴ νενομισμένα : ἀρνῶν ἠδ ' ἐρίφων ἐπιδήμιοι ἁρπακτῆρες . Φιλόχορος δὲ ἱστορεῖ καὶ κεκωλῦσθαι Ἀθήνησιν ἀπέκτου
τ ' ὀρχησταί τε χοροιτυπίῃσιν ἄριστοι ἀρνῶν ἠδ ' ἐρίφων ἐπιδήμιοι ἁρπακτῆρες . οὐκ ἂν δή μοι ἄμαξαν ἐφοπλίσσαιτε τάχιστα
4012135 φαγοι
, ἀνθρωποφάγους ; πῶς ; ὧν γ ' ἂν ἄνθρωπος φάγοι , δῆλον ὅτι . ταῦτα δ ' ἐστὶν Ἑλένης
: Ἀπόλλωνι ἔδωκεν ἀντὶ βοῶν οὓς ἔκλεψεν . ὅτι ἡνίκα φάγοι ὄφιν ἐπεσθίει φυτὸν ὀριγάνου καὶ οὐ βλάπτεται . ὅτι
4010198 φιλουμενῳ
καὶ ὕπνῳ καὶ ἀφροδισίοις ἐλάχιστα προσεκτέον , [ ἢ τῷ φιλουμένῳ μὲν ὑπὸ πάντων , μηδένα δὲ ἔχοντι ἐπιβουλεύοντα .
γάρ ἐστιν , ὅταν τις φιλῶν ἀντιφιλῆται καὶ βούληται τῷ φιλουμένῳ τὰ ἀγαθὰ καὶ αὐτῷ βουλομένῳ τῷ φιλοῦντι τὰ ἀγαθά
4008539 εὐμενεουσα
Αἰήτεω θέλξαι πόθῳ Αἰσονίδαο . εἰ γάρ οἱ κείνη συμφράσσεται εὐμενέουσα , ῥηιδίως μιν ἑλόντα δέρος χρύσειον ὀίω νοστήσειν ἐς
' ὡς Ἶρις ἐρύκακε τάσδε δαΐξαι , ὅρκιά τ ' εὐμενέουσα θεὰ πόρεν , αἱ δ ' ὑπέδυσαν δείματι Δικταίης

Back