μὴ ταμία ] . Ταμίᾳ ] Βασιλεῖ . Ὄφρα μὴ ταμία ] * ὅς γέ τις οὐ ταμίᾳ χρὴ γράφειν
κατέλιπον παρ ' οἷς ἦν ἡ δαίς : καὶ ἡ ταμία λαβοῦσα εἶχεν , ἵνα ἄν τις ἀφίκηται ξένος ,
5324975 δοτειρα
ἔδωκεν : δὼς ἀγαθή , ἅρπαξ δὲ κακή , θανάτοιο δότειρα : ὃς μὲν γάρ κεν ἀνὴρ ἐθέλων , ὅ
, ὡς φιλεῖς ξένους καὶ πλησίους ? ? ? . δότειρα χεῖρα τοῖς πᾶσι διανείμεις : κἀμοὶ ἀόκνως εὐμενῶς χαρίζασθε
5284194 φιλη
οὖν τοῦ τιμιωτέρου οὕτω καλείσθωσαν , ὡς τὸ Τεῦκρε , φίλη κεφαλή . Ἐπειδὴ ἔγνωμεν τὰ σημαινόμενα τῶν διαφορῶν ,
δωροδοκῆσαι λέγεται . πόλις δὲ Λέσβου τῆς νήσου Μιτυλήνη , φίλη μὲν Ἀθηναίοις καὶ σύμμαχος , ὕστερον δὲ νεωτερίσασαν καὶ
5258759 πατριωτης
λέγεταί τινος ὁ ἐκ τῆς αὐτῆς πόλεως ἐλεύθερος ἐλευθέρου , πατριώτης δὲ ὁ τῆς αὐτῆς χώρας δοῦλος δούλῳ : ἡ
ἐστιν ὁ ἐκ τῆς αὐτῆς πόλεως , ἐλεύθερος ἐλευθέρῳ , πατριώτης δὲ ὁ ἐκ τῆς αὐτῆς χώρας , δοῦλος δούλῳ
5255833 σοφιης
, Χαρίτων ὅπου τὰ τόξα : Μαραθὼν ἔρως Ἀθήνης , σοφίης ὅπου τὰ τόξα : Ὁ γέρων Ἔρως χορεύει ῥόδον
δὲ ἐπί τι κενοτάφιον ἐπέγραψαν αὐτῷ τόδε : πλούτου καὶ σοφίης πρύτανιν πατρὶς ἥδε Κόρινθος κόλποις ἀγχιάλοις γῆ Περίανδρον ἔχει
5233170 καλη
σατράπης κατέστη . ἦν δὲ ὁμοπατρία αὐτῶι ἀδελφὴ Ῥωξάνη , καλὴ τῶι εἴδει καὶ τοξεύειν καὶ ἀκοντίζειν ἐμπειροτάτη : ἐρῶν
περὶ τοῦ μὴ δεῖν δανείζεσθαι “ τὴν δὲ τράπεζαν ἡ καλὴ Αὐλὶς . . . ἀργύρων . . . δυσχερές
5212697 πιστη
οὐ ποιεῖ . χαλεπώτερον πλουσιωτέρας ἄρξεις . γυνὴ φιλόκοσμος οὐ πιστή . γυνὴ τὸν ἑαυτῆς ἄνδρα νόμον ἡγείσθω τοῦ βίου
δὲ δὴ ἀπόδειξις ἔσται δεινοῖς μὲν ἄπιστος , σοφοῖς δὲ πιστή . δεῖ οὖν πρῶτον ψυχῆς φύσεως πέρι θείας τε
5160446 γονος
” ὁτὲ δὲ ἐπιγονή , “ πεντήκοντα δ ' ἕκασται γόνος δ ' οὐ γίνετ ' αὐτῶν . ” ἐπὶ
τε γυναῖκά τε θήσατο μαζόν : αὐτὰρ Ἀχιλλεύς ἐστι θεᾶς γόνος , ἣν ἐγὼ αὐτὴ θρέψά τε καὶ ἀτίτηλα καὶ
5151027 Κυπρις
ἔην Διδύμοις , τῷ δ ' αὖθ ' ἅμα καλὴ Κύπρις καὶ Φαέθων ἐρατὸς καὶ χρύσεος Ἑρμῆς , Ὑδροχόῳ δὲ
καὶ τῶν γάμων καὶ τῶν ἀφροδισίων ἐπιστάτης . λέγεται δὲ Κύπρις καὶ αὐτὸς ὁ γάμος καὶ ἡ πρὸς ἀλλήλους τῶν
5141359 σοφη
γυναῖκας τὰς νῦν τοιαύτας εἶναι προῄρησθε . Μελανίππη τις ἦν σοφή : διὰ τοῦτο ταύτην ὁ Λυσίστρατος ἐδημιούργησεν : ὑμεῖς
τιμή τὴν τιμήν , ἡ Ἀφροδίτη τὴν Ἀφροδίτην , ἡ σοφή τὴν σοφήν . Ταῦτα μὲν ἐν τούτοις . Ὦ
5084632 μυθειται
ἡ ἀρχαία πᾶσα . παράδειγμα αὐτῆς : Ἑκαταῖος Μιλήσιος ὧδε μυθεῖται : τάδε γράφω , ὥς μοι δοκεῖ ἀληθέα εἶναι
ἀλλήλοις ἐθέμεσθα . τοῖα καὶ ἄφθογγός περ ὅμως τεκέεσσιν ἑοῖσι μυθεῖται : καὶ τὸν μὲν ἀπέτρεπε τῆλε φέβεσθαι , τῷ
5074693 ἀνασσα
ἐστί μοι βουλεύματα . εὖ τόδ ' ἴσθι , γῆς ἄνασσα τῆσδε , μή σε δὶς φράσειν μήτ ' ἔπος
τῆμόσδε τάμοιο . εἰ δ ' ἄρα Τοξευτῆρι φάοι ταυρῶπις ἄνασσα , μὴ σύγε πυροῖσιν βαλέειν χθόνα βωτιάνειραν , μηδὲ
5073208 λιπαρει
κρατεῖν ; τοῦτ ' οὐκέτ ' ἂν πύθοιο , μηδὲ λιπάρει . ἦ πού τι σεμνόν ἐστιν ὃ ξυναμπέχεις .
τρ ! ! ! [ ] ! αμαν . ] λιπάρει ] πίθοιϲ : ] ! ! [ ] υ
5055880 Μητις
, μήν : ἀφ ' οὗ καὶ ἡ μήνη . Μῆτις . παρὰ τὸ μήδω , μήσω μέλλων . ῥηματικὸν
παντᾶ . Μητίεσι ] Ταῖς διανοίαις . Μητίεσι ] * Μῆτις ἡ σύνεσις , ἡ τέχνη καὶ ἡ βουλή :
5030896 τερπεο
ἐν μεγάροισιν ἀάσπετα κωκύουσαν εἵνεκα Τυνδαρίδος πολυκηδέος , ᾗ παριαύων τέρπεο καγχαλόων , ἐπεὶ ἦ πολὺ φερτέρη ἐστὶ τῆς σέο
μ ' ἀνείρεαι ἠδὲ μεταλλᾷς , σιγῇ νῦν ξυνίει καὶ τέρπεο πῖνέ τε οἶνον , ἥμενος . αἵδε δὲ νύκτες
5027254 κυδιμος
περήσῃ . Ὣς φάτο : τὸν δ ' Ἀχιλῆος ἀμείβετο κύδιμος υἱός : Ὦ γέρον , ὡς σύ γ '
καὶ παρὰ τὸν ἵξω ἴξαλος . . . . . κύδιμος , , : κυδάλιμος : ἀπὸ τοῦ κῦδος γίνεται
5024032 ἠς
τ ' ἄνδρες δραῖσιν ἀτάσθαλοι [ [ ] ν κεν ἦς ὄνεκτον [ ! ] ! δη [ [ ]
μετοχὴ ἀνείς ἀνέντος , τὸ ὑποτακτικὸν ἐὰν ἀνῶ , ἐὰν ἦς , τὸ τρίτον ἐὰν ἀνῇ καὶ πλεονασμῷ τοῦ η
5005653 κεινος
τοῖς καλοῖς μηδὲ μισῇ τὰ μὴ καλά ; ἢ ' κεῖνος ὃς ἂν τῇ μὲν φωνῇ καὶ τῷ σώματι μὴ
αὐτὸς νοέῃ μήτ ' ἄλλου λέγοντος ἐν θυμῷ βάλληται , κεῖνος δ ' αὖτ ' ἀχρήϊος ἀνήρ . οἱ δὲ
4995899 Ὡρη
Σχοίνοισι : βρύοις , βρούλοις , σχῖνος δὲ δένδρον . Ὥρη : ὁ καιρός . Πρῶτον : πρώτως . ἐπιψαίρωσι
ὀψὲ δὲ Πηλεύς θαρσαλέως μετὰ πᾶσιν ἀριστήεσσιν ἔειπεν : “ Ὥρη μητιάασθαι ὅ κ ' ἔρξομεν : οὐ μὲν ἔολπα
4992314 ἐμοισι
ἠδὲ δέπαστρα οἰσόντων χρύσεια , τά τ ' ἐν μεγάροισιν ἐμοῖσι κείαται . κἀν τοῖς ἑξῆς δέ φησι : καὶ
, ὃς τῶνδ ' αἴτιος κακῶν ἔφυ , τόξοισι τοῖς ἐμοῖσι νοσφιεῖς βίου , πέρσεις τε Τροίαν , σκῦλά τ
4981561 οἰκειης
ἤθελεν . οὐ μὲν δὴ οὐδὲ Ἰνδῶν τινὰ ἔξω τῆς οἰκείης σταλῆναι ἐπὶ πολέμῳ διὰ δικαιότητα . λέγεται δὲ καὶ
διαπρησσόμενοι , οὐχ ὃ ἐγὼ λέγω , ἀλλ ' ἱστορίης οἰκείης ἐπίδειξιν ποιεύμενοι . Ἐμοὶ δὲ τὸ μέν τι τῶν
4977389 τροφος
τροφῆς θρέψαι τραφῆναι , τροφεύς , εὔτροφος ἔντροφος σύντροφος , τροφός τρόφιμος , παρατρέφεσθαι συντρέφεσθαι ἀποτρέφεσθαι ὑποτρέφεσθαι . ἀπὸ δ
δὲ ἡ μὲν συγγενὴς Αἰνείου λέγεται γενέσθαι , ἡ δὲ τροφός . τελευτῶντες δὲ ἀφικνοῦνται τῆς Ἰταλίας εἰς Λωρεντόν ,
4975249 πατρις
, πατρὸς δ ' αὖ κητοφάγοιο , μητρόθεν Ἰδογενής , πατρὶς δέ μοί ἐστιν ἐρυθρή Μάρπησσος , μητρὸς ἱερή ,
ἔθηκε τὰ ὅπλα πρὸ τοῦ στρατηγίου καὶ εἰπὼν , Ὦ πατρὶς , βεβοήθηκά σοι καὶ λόγῳ καὶ ἔργῳ , ἀπέπλευσεν
4972562 νυμφιος
, πάντας ἐψυχαγώγησεν : ἦν δὲ διθυραμβοποιός . καὶ ὁ νυμφίος Φιλόξενε , εἶπε , καὶ αὔριον ὧδε δειπνήσεις :
, εἰ γάμου χρῄζεις , μηδ ' ἄγριος θὴρ ἀλλὰ νυμφίος γίνου . ” ὁ δὲ πτερωθεὶς τῇ δόσει τε
4971816 ἐτεισεν
μίσγοιτ ' ε [ τοίων δὲ κόμπων [ ποινὰς θεοῖς ἔτεισεν ? [ μανίας τροχῶι περι ? [ οἰστρηλάτοισιν [
ἐς τέλος ἐξεφάνη : ἀλλ ' ὁ μὲν αὐτίκ ' ἔτεισεν , ὁ δ ' ὕστερον : οἳ δὲ φύγωσιν
4960092 χρησμῳ
καλούμενος Πόλλιος ὁ Βίβλινος οἶνος . χρησμός . ἐν τῷ χρησμῷ , φησίν , ὁ θεὸς ηὐτομάτισε : πῖν '
μὴ φαύλως φέρε : Ἀντὶ τοῦ μὴ ἀηδίζου ἐπὶ τῷ χρησμῷ . ] ὡς ἔστι Βάκιδος : Τρεῖς Βάκιδες ,
4955846 θεα
] αὐτὰρ ἐγὼ Κίρκης ἐπιβὰς περικαλλέος εὐνῆς γούνων ἐλλιτάνευσα , θεὰ δέ μευ ἔκλυεν αὐδῆς , [ καί μιν φωνήσας
ἐννέα κεῖτο τραπέζας . τῷ δὲ μετ ' ἴχνια βαῖνε θεὰ λευκώλενος ἰχθὺς ἔγχελυς , ἣ Διὸς εὔχετ ' ἐν
4946673 οὑνεκα
ὅμοιος ὁ ψόφος . ὑπὸ νύκτα τῆς φωνῆς δὲ ταύτης οὕνεκα ἐν τῷ πελάγει διέλυσε τὴν παρρησίαν . ἐπιδεικνυμένου πόθ
ὁ μὲν νενικηκὼς Αἰγινήτης , αὐτὸς δὲ Θηβαῖος . πατρὸς οὕνεκα δίδυμαι γένοντο θυγατέρες : Θήβη καὶ Αἴγινα αἱ Ἀσωποῦ
4945787 συνοικος
' εὐκαρπίας σωφρονίζεται . Εἰ δὲ καὶ ὁ θυμὸς ἀνθρώπῳ σύνοικος , χαλεπὸς καὶ δεόμενος πολλῆς παιδαγωγίας , τί ,
τὸν Ἴτυν θρηνεῖ , Χελιδὼνις [ ] δ ' ἐγένετο σύνοικος ἀνθρώποις Ἀρτέμιδος βουλῇ , διότι κατ ' ἀνάγκας ἐκλιποῦσα
4940031 ἐφυς
. Τουτὶ μὰ Δί ' οὐκ ἐπεπύσμην . Ἀμαθὴς γὰρ ἔφυς κοὐ πολυπράγμων , οὐδ ' Αἴσωπον πεπάτηκας , ὃς
ἐπίστασαι φίλους . ἀμαθής τις εἶ θεὸς ἢ δίκαιος οὐκ ἔφυς . αἴλινον μὲν ἐπ ' εὐτυχεῖ μολπᾶι Φοῖβος ἰαχεῖ
4926391 ἐμῳ
οὐκ ἔστιν ὅ τι ὕστερον αὐτῷ ἡμάρτηται [ , τῷ ἐμῷ πατρί ] , οὐδ ' ὅ τι οὐ πεποίηται
ἔσθ ' ὑπάλυξις , ἄφαρ δέ σε Παλλὰς Ἀθήνη ἔγχει ἐμῷ δαμάᾳ : νῦν δ ' ἀθρόα πάντ ' ἀποτίσεις
4924850 ταμιης
τ ἀρθέντος . Ἡσίοδος : ἳν δ ' αὐτῷ θανάτου ταμίης . ἔστι καὶ ἡ ἑΐν ἀπὸ τῆς τεΐν παρὰ
' , οἷστε φανεὶς τεύχει πολυχρήμονας ἄνδρας : Ὑδροχόος , ταμίης νεφελώδεος Οὐλύμποιο , Αἰγόκερως , γαίης τε καὶ ὕδατος
4910040 χαριεσσα
: ὀξέος ὀξεῖα , τάλανος τάλαινα , χα - ρίεντος χαρίεσσα . Ῥόδιος δὲ Ῥοδία καὶ Σάμιος Σαμία . διὸ
ἦρ ' ἔτι παρθενίας ἐπιβάλλομαι ; ὦ κάλα , ὦ χαρίεσσα δώσομεν , ἦσι πάτηρ θυρώρωι πόδες ἐπτορόγυιοι , τὰ
4909827 δυσγενης
τὴν ὑπόθεσιν . . [ ἢ τὸ σαυτοῦ : Ὅτι δυσγενὴς ὁ Εὐριπίδης . ἐπῶν δὲ , τῶν ἰαμβείων .
. τὸ δὲ περὶ τῶν ἰδίων , ὅτι Σκύθης καὶ δυσγενὴς καὶ τὸν βίον αἰσχρός , σαφῶς δὲ παραιτεῖται λέγειν
4905850 πρεσβειρα
διὰ τῆς ει διφθόγγου γράφονται : οἷον , σώτειρα : πρέσβειρα : ὀλέτειρα : σάπφειρα : μενέτειρα : Θυάτειρα .
χωρίς . Ναιετάειν : οἰκεῖν . πάλαι : πρόπαλαι . πρέσβειρα θεάων : ἡ παλαιοτάτη τῶν ἀρετῶν , ἡ τιμία
4899552 ποτνια
Ὅμηρος , Οὐρανία ἀστρονομίας Ἄρατος , Πολυυμνία γεωμετρίας Εὐκλείδης . ποτνία : σεβασμία παρὰ τὸ πέτω πετνῶ καὶ ποτνῶ :
τ ' Ἠλέκτρη τε καὶ Στερόπη καὶ Τηυγέτη τε καὶ ποτνία Μαῖα . καὶ Κελαινοῦς μὲν καὶ Προμηθέως παῖδες Λύκος
4895593 τεᾳ
υἱός : τόνδε δ ' ἔπειτα πόσις σπέρμα θνατὸν ματρὶ τεᾷ πελάσαις στάξεν ἥρως , ἀλλ ' ἄγε τῶνδέ τοι
βασιλεύς ἐσσί : μεγαλᾶν πολίων ἔχει συγγενής ὀφθαλμὸς αἰδοιότατον γέρας τεᾷ τοῦτο μειγνύμενον φρενί : μάκαρ δὲ καὶ νῦν ,
4892626 ὀλβου
δ ' αὖ μετέπειθ ' , ὡς ἐκκτεάνων τε καὶ ὄλβου Αἶσα κακὴ κρυερὴν πενίην ἐπὶ φῶτας ἀγινεῖ . κλήρων
ἠμέλει οὔτε ὁδοιπορῶν οὔτε ἐν Θετταλίᾳ , ἀλλὰ καὶ κρεῖττον ὄλβου κτῆμα ἐκάλει αὐτὴν ἐκ τῶν Εὐριπίδου τε ὕμνων καὶ
4881248 θυγατερ
' ἄκροις ἕστακ ' Ἄρεος στεφάνοισιν . ἡγοῦ πάροιθε , θύγατερ : ὡς τυφλῶι ποδὶ ὀφθαλμὸς εἶ σύ , ναυβάταισιν
ὦ θεοδˈμάτα , λιπαροπˈλοκάμου παίδεσσι Λατοῦς ἱμεροέστατον ἔρνος , πόντου θύγατερ , χθονὸς εὐρείας ἀκίνητον τέρας , ἅν τε βροτοί
4872069 πορεν
' ἄρα Φαιήκων ἱερῷ ἐνὶ τηλόθεν ἄντρῳ νάσσατο , καὶ πόρεν ὄλβον ἀθέσφατον ἐνναέτῃσιν . ἔνθα τότ ' ἐστόρεσαν λέκτρον
ἐπευφήμησαν ἔπεσσιν αὐτή τ ' ἀργυρόπεζα Θέτις , καί οἱ πόρεν ἵππους ὠκύποδας , τοὺς πρόσθεν ἐυμμελίῃ Ἀχιλῆι Τήλεφος ὤπασε
4869333 οὑμος
μὲν πατρὸς μομφαῖσιν ἠλαστρημένος Κυχρεῖος ἄντρων Βωκάρου τε ναμάτων , οὑμὸς ξύναιμος , ὡς ὀπατρίου φονεὺς πώλου , νόθον φίτυμα
τοῦτό μοι ἤδη πεπράξεται . ὁ μὲν οὖν ἀνόσιος οὗτος οὑμὸς μάγειρος ἐμοῦ πλησίον ἑστὼς τῇ γυναικὶ ταῦτα συνεβουλεύετο .
4868092 ὀλβιε
κυάθους προπίνων εἴκοσιν . Ὦ τὴν εὐτειχῆ ναίων Πάρον , ὄλβιε πρέσβυ , ἣ κάλλιστα φέρει χώρα δύο τῶν συναπασῶν
μάκαρ , Αἰακίδη , * καὶ * τετράκις , * ὄλβιε * Πηλεῦ , ὃς τοῖσδ ' ἐν μεγάροις ἱερὸν
4865655 ἁγνη
θεοὶ ῥεῖα ζώοντες , ἕως μιν ἐν Ὀρτυγίῃ χρυσόθρονος Ἄρτεμις ἁγνὴ οἷς ' ἀγανοῖσι βέλεσσιν ἐποιχομένη κατέπεφνεν . ὣς δ
πρὸ τοῦ ἱεροῦ ὦ μεγίστη θεῶν , μέχρι μὲν νῦν ἁγνὴ μένω νομιζομένη σή , καὶ γάμον ἄχραντον Ἁβροκόμῃ τηρῶ
4863386 ἀεκοντος
' αὐτοῦ χωόμενον κατὰ θυμὸν ἐϋζώνοιο γυναικὸς τήν ῥα βίῃ ἀέκοντος ἀπηύρων : αὐτὰρ Ὀδυσσεὺς ἐς Χρύσην ἵκανεν ἄγων ἱερὴν
ἐτήτυμον , ὄφρ ' ἐῢ εἰδῶ , ἤ σε βίῃ ἀέκοντος ἀπηύρα νῆα μέλαιναν , ἦε ἑκών οἱ δῶκας ,
4858317 ἠκουσατην
δύο . ] καταπύγων ] ὁ πόρνος . ἄριστ ' ἠκουσάτην ] ἤγουν ἐπῃνέθησαν . παρθένος . . . τεκεῖν
ηὐδοκίμησε δὲ σφόδρα ἐν τούτῳ τῷ δράματι . ἄριστ ' ἠκουσάτην : ἀντὶ τοῦ ” ηὐδοκίμησαν “ οὐ γὰρ τότε
4853298 γεγως
οἶδ ' ἄνδρα Μυσὸν Τήλεφον . . εἴτε δὲ Μυσὸς γεγὼς ἦν εἴτε κἄλλοθέν ποθεν , πῶς . . .
αἴθων εὐνάσῃ βαρὺν κλόνον ἀπ ' Αἰακοῦ τε κἀπὸ Δαρδάνου γεγὼς Θεσπρωτὸς ἄμφω καὶ Χαλαστραῖος λέων πρηνῆ θ ' ὁμαίμων
4847751 ἐμος
ἐστιν , ὡς ὁ σὸς λόγος . ὁ δὲ δὴ ἐμὸς ὅστις , πολλάκις μὲν ἤδη εἴρηται , οὐδὲν δὲ
οὐδὲν κρεῖσσον οἰκείου φίλου . νυμφευμάτων μὲν τῶν ἐμῶν πατὴρ ἐμὸς μέριμναν ἕξει , κοὐκ ἐμὸν κρίνειν τόδε . ἀλλ
4846474 ὀς
περιβαλὼν αὐτὸ τὰ μὲν ἱκανὰ κατάλειπε , τὰ δὲ περιττὰ ὄς ' ἂν δύνῃ ἀπόδου , τὰ δὲ ἄλλα τοῖς
! ! ! ! ! ! ! ] πάντ ' ὄς ' ἐστὶ ἰρά [ ] κω [ ! !
4812565 γειτων
προσηκόντων χάριτος τυχεῖν . οὐκοῦν καὶ ἐτάφη μεγαλοπρεπῶς καὶ ὁ γείτων τῷ φόνῳ ποταμὸς ἐκλήθη Πίνδος ἐκ τοῦ νεκροῦ καὶ
ποταμὸς κατέρχεται . Κρᾶθις : τὸ ἑξῆς : Κρᾶθις δὲ γείτων χῶρος συνοίκους αὐτοὺς δέξεται Κόλχων Πόλαις ἠδὲ Μυλάκων ὅροις
4811711 ἀειδε
. ὦ δυστυχής , εἰ μὴ βαδιεῖ ἐμοὶ μὲν οὖν ἄειδε τοιαύτην , θεά , θρασεῖαν , ὡραίαν δὲ καὶ
θῆκαν ἰοστεφάνων τε Μοισᾶν . Μοῦσά μοι Ἀλκμήνης καλλισφύρου υἱὸν ἄειδε . υἱὸν Ἀλκμήνης ἄειδε Μοῦσά μοι καλλισφύρου . Γνῶθι
4810721 ὁμαιμος
τὴν σὴν αἰτίαν ἀπέθανεν . ἐγὼ δὲ ] ἐγὼ οὖν ὅμαιμός εἰμι τῆι μητρί . ἀπεύχηι ] ἀπαρνῆι . σὺ
τὴν σὴν αἰτίαν ἀπέθανεν . ἐγὼ δὲ ] ἐγὼ οὖν ὅμαιμός εἰμι τῆι μητρί . ἀπεύχηι ] ἀπαρνῆι . σὺ
4810242 δαιμων
, καὶ πάσχειν ἕτοιμοι πᾶν , ὅ τι ἂν ὁ δαίμων καὶ τὸ χρεὼν φέρῃ . μαντεύομαι δὲ καλοῖς ἐγχειρήμασιν
ἐπῄνει τὴν φιλεργίαν . ἐφάνη δέ μοί ποθεν ὁ Κωρυκαῖος δαίμων , Στρόμβιχος ὁ παμπόνηρος . ἰδὼν γάρ με ἐφεπόμενον
4809820 ἀστυτος
δεσποτῶν κεχρημένος τύχαις , ἀλάστωρ τ ' εἰσπέπαικε Πελοπιδῶν . ἄστυτος οἶκος , κοὔτε βυσαύχην θεᾶς Δηοῦς σύνοικος , γηγενὴς
δεσποτῶν κεχρημένος τύχαις , ἀλάστωρ τ ' εἰσπέπαικε Πελοπιδῶν . ἄστυτος οἶκος , κοὔτε βυσαύχην θεᾶς Δηοῦς σύνοικος , γηγενὴς
4806769 σος
λαὸς ἅλις ὃς κεῖται νεκρός . τοσαῦτ ' ἔλεξε . σὸς δὲ Πολυνείκης γόνος ἐκ τάξεων ὤρουσε κἀπήινει λόγους .
δειροτομῆσαι . καί κεν Τηλέμαχος τάδε γ ' εἴποι , σὸς φίλος υἱός , ὡς ἐγὼ οὔ τι ἑκὼν ἐς
4804082 μητις
. ” Ὧς ἄρ ' ἔφη : πυκινὴ δὲ συνεύαδε μῆτις Ἀθήνῃ , καί μιν ἔπειτ ' ἐξαῦτις ἀμείβετο μειλιχίοισιν
οὐ πείθεις , σὺ μέν , οἵα σου σοφία καὶ μῆτις , οἶσθα , τί χρὴ ὄνομα θέσθαι τῷ τοιῷδε
4803541 πρυτανι
' αὐτοὶ δεηθέντες οὐ τευξόμεθα . Καὶ σύ , ὦ πρύτανι , ταῦτα , εἴπερ ἡγεῖ σοι προσήκειν κήδεσθαί τε
πάτερ , Διόνυσε , φιλοστεφάνοισιν ἀρέσκων ἀνδράσιν , εὐθύμων συμποσίων πρύτανι , χαῖρε . δίδου δ ' αἰῶνα , καλῶν
4800690 καθαρευει
τὰ πραττόμενα πράττεται , ἀλλ ' ἄδηλον εἴτε ὑγιαίνει καὶ καθαρεύει εἴτε νοσεῖ μιάσμασι κεχρωσμένη πολλοῖς , γενητὸς δὲ οὐδεὶς
. Ὅτε ὑπάρχει ὁ Ἄρης ἐν τῷ ἑνδεκάτῳ , οὐ καθαρεύει ὁ τοῦτον οὕτως ἔχων πρὸς τὸν ἴδιον κύριον .
4799510 εἰληλουθως
? [ ] [ ] σκεν ? ἄνακτος [ ] εἰληλουθώς [ ] ηονα ? ? λυγρῇ [ ] ια
, ὅς κεν ἐμῆς γε χοίνικος ἅπτηται , καὶ τηλόθεν εἰληλουθώς . ” ὣς ἄρ ' ἐφώνησεν , τῇ δ
4789051 μολοις
. ὤμοι , πόθ ' ἥξεις ; ὡς ποθεινὸς ἂν μόλοις . ] ἔα , τίς οὗτος ; οὔ τί
ἐφορμαίνουσα φίλη σωτήριος ἔλθοις . ἀλλά , θεὰ δέσποινα , μόλοις ἐπαρωγὸς ἐοῦσα νηυσὶν ἐπ ' εὐσέλμοις σωτήριος εὔφρονι βουλῆι
4788811 γαμος
γαμηλίων τε καὶ γενεθλίων οὕτως ὀνομαζομένων : καὶ ὅτι ὁ γάμος αἴτιος τοῦ τε ὀνομασθῆναι τούτους τοὺς θεοὺς καὶ τιμᾶσθαι
τὴν κοινωνίαν . ἀμέλει καὶ ταύτῃ χωρεῖ τοῖς πολλοῖς ὁ γάμος . οὐ γὰρ ἐπὶ παίδων γενέσει καὶ βίου κοινωνίᾳ
4787492 δεσποινα
ἕσπεο : σὺν δὲ τύχᾳ ναίεις Μεταπόντιον , ὦ χρυσέα δέσποινα λαῶν : ἄλσος τέ τοι ἱμερόεν Κάσαν παρ '
ἀνδρὶ πρεσβύτῃ τέκνα δίδωσιν ὅστις οὐκέθ ' ὡραῖος γαμεῖ : δέσποινα γὰρ γέροντι νυμφίῳ γυνή . ὦ γῆρας , οἷον
4785484 δομος
ἀφίκετο ; οὐ γάρ τί μ ' ὡς θεωρὸν ἀξιοῖ δόμος πύλας ἀνοίξας εὐφρόνως προσεννέπειν . μῶν Πιτθέως τι γῆρας
ἀκίς , ὁ μὴ τίνων θεοῖσιν ὁρκίων δίκας . φθίνει δόμος ἀσυστάτοισι δεσποτῶν κεχρημένος τύχαις , ἀλάστωρ τ ' εἰσπέπαικε
4784556 ἐσπετο
κατὰ νόμον ἱλάσκηται , κικλήσκει Ἑκάτην : πολλή τέ οἱ ἔσπετο τιμὴ ῥεῖα μάλ ' , ᾧ πρόφρων γε θεὰ
] εὖ ναιεταώσας [ [ πολλὴ ] ? δέ οἱ ἔσπετο τιμή [ μεγαλήτορι ] ποιμένι λαῶν . [ ]
4769737 ξεινος
αὐτὸς κλισμὸν θέτο ποικίλον , ἔκτοθεν ἄλλων μνηστήρων , μὴ ξεῖνος ἀνιηθεὶς ὀρυμαγδῷ δείπνῳ ἀηδήσειεν , ὑπερφιάλοισι μετελθών , ἠδ
σχεθέτω , ἵν ' ὁμῶς τερπώμεθα πάντες , ξεινοδόκοι καὶ ξεῖνος , ἐπεὶ πολὺ κάλλιον οὕτω : εἵνεκα γὰρ ξείνοιο
4769459 πολυχρυσου
ὑποστροφῇ . τῷ βασ . ] τῷ τοῦ βασιλέως . πολυχρύσου ] τῆς πλουσιωτάτης . ἤδη ] * ἤγουν νῦν
παυστήριος . Ὦ Διὸς ἁδυεπὲς φάτι , τίς ποτε τᾶς πολυχρύσου Πυθῶνος ἀγλαὰς ἔβας Θήβας ; Ἐκτέταμαι φοβερὰν φρένα ,
4768563 κερδεος
μέμηλε δίκη . Οὐδείς , Κύρν ' , ἄτης καὶ κέρδεος αἴτιος αὐτός , ἀλλὰ θεοὶ τούτων δώτορες ἀμφοτέρων :
δειλία , ὅκκα δὲ ἁδονᾶς , ἀκολασία , ὅκκα δὲ κέρδεος , ἀδικία . ἁ δὲ κατ ' ὀρθὸν λόγον
4760476 κἠς
ἐρεῖς , λαλήσει . μᾶ , χρόνωι κοτ ' ὤνθρωποι κἠς τοὺς λίθους ἔξουσι τὴν ζοὴν θεῖναι . τὸν Βατάλης
. ἕρπεις , ὦ φίλ ' Ἄδωνι , καὶ ἐνθάδε κἠς Ἀχέροντα ἡμιθέων , ὡς φαντί , μονώτατος . οὔτ
4758103 θνητοις
Οἱ μὲν τοίνυν χαρακώματα καὶ τείχη προσλαμβάνοντες μικροῖς τισι καὶ θνητοῖς ὡς ἀληθῶς ἐπαύξουσι τὰς ἀρχὰς , οἱ δὲ ἀρετῆς
κρείσσων πάτρα σώφρονι ναίειν . τὸ δὲ σύντροφον ἁδύ τι θνητοῖς ἐν βίῳ χωρεῖ . ἅπας μὲν ἀὴρ αἰετῷ περάσιμος
4744607 ἑος
δέ ἑ Φαίδιμος ἥρως , Σιδονίων βασιλεύς , ὅθ ' ἑὸς δόμος ἀμφεκάλυψε κεῖσέ με νοστήσαντα : τεῒν δ '
δέ κε νυμφιδίοις ὀάροις λέκτρῳ τε κλιθεῖσα παρθενίην ᾔσχυνεν , ἑὸς πόσις ἄμμιν ἀγέσθω . Ὣς ἔφατ ' : Ἀλκινόῳ
4733873 πεμπεν
Πηλεύς ἤματι τῷ , ὅτε ς ' ἐκ Φθίης Ἀγαμέμνονι πέμπεν , „ τέκνον ἐμόν „ : σημειοῦνταί τινες ὅτι
ἵν ' ᾖ τῆς ἑαυτοῦ . τῷ κε καὶ ἐλδομένους πέμπεν : παρατατικὸν εἴληφεν ἀντὶ συντελικοῦ , καὶ ἔστιν ὑπερβατὸς
4732185 ἀθανατη
παράλειψιν τοῦ μ ἀβρότη : ἀμβρότη γὰρ ἦν , οἷον ἀθανάτη . ἢ ἀβρότη , καθ ' ἣν βροτοὶ οὐ
ἠδ ' ὀχέεσθαι ἄλλῳ γ ' ἢ Ἀχιλῆϊ , τὸν ἀθανάτη τέκε μήτηρ . ἀλλ ' ἄγε μοι τόδε εἰπὲ
4730155 μητερος
σῶσαί με : τὸ τὸν πατέρα σου σῶσαί σε : μητέρος δὲ μηδ ' ἴδοιμι μνῆμα : κατὰ κοινοῦ τοῦτο
' ἐν ζῴῳ εἴη ὅπῃ καὶ πρόσθεν ὅτ ' ἔκπεσε μητέρος ἀνήρ ἠὲ τρίγωνος ἐὼν ἢ καὶ τετράγωνος ἐκείνῳ ἠὲ
4728541 ἐπιχθονιοισιν
: ἐξ ἐμέθεν δὲ κλυτοὺς φιτύσεαι υἷας οἳ σκηπτοῦχοι ἅπαντες ἐπιχθονίοισιν ἔσονται . Ὣς φάτο : καὶ τετέλεστο τά περ
αὐτῆς ὑπολήψεως καὶ ταῦτα εἴρηται : ἀρχὴν μὲν μὴ φῦναι ἐπιχθονίοισιν ἄριστον , μηδ ' ἐσιδεῖν αὐγὰς ὀξέος ἠελίου ,
4717246 Μουσα
τοσοῦτος πατρίδι τῇ πόλει καλλωπιζόμενος ; ἡ μὲν οὖν Καρίνη Μοῦσα , τὴν Ἡροδότου λέγω , τὴν μικροῦ νικῶσαν καὶ
ὄπισθεν τὰ μέρη καὶ Σάτυρος ἐπιβαστῶν τῇ χειρὶ ῥοπαλίτζι καὶ Μοῦσα συραυλίζουσα καὶ μία τῶν Χαρίτων καὶ κεφαλὴ τοῦ Κάνθαρου
4715778 μουνη
καρτεροῖϲι : μία γάρ ἐϲτι πᾶϲα . μετεξετέροιϲι δὲ ἰητροῖϲι μούνη δοκέει ἡ παρὰ τὴν ῥάχιν νοϲέειν , οὕνεκα τῆϲ
τε ἦσαν καὶ φόρων ἐπιτάξιες . Ἡ Περσὶς δὲ χώρη μούνη μοι οὐκ εἴρηται δασμοφόρος : ἀτελέα γὰρ Πέρσαι νέμονται
4709743 ἱληκοις
τέρψις ἰδέσθαι παλλόμενον καὶ ἑλισσόμενον πεπεδημένον ἰχθύν . Ἀλλά μοι ἱλήκοις μὲν ἁλὸς πόρῳ ἐμβασιλεύων εὐρυμέδων Κρονίδης γαιηόχος , ἠδὲ
ἀλλά μοι ἱλήκοις : προκατά - στασις καὶ εὐχή . ἱλήκοις : εὐμενὴς γένοιο , ἵλεως γένοιο , ἵλεως ἔστω
4707574 ἀλοχος
αἰὼν πότˈμον ἐφάψαις ὀρφανὸν γενεᾶς . ἔχεν δὲ σπέρμα μέγιστον ἄλοχος , εὐφράνθη τε ἰδὼν ἥρως θετὸν υἱόν , μάτρωος
ὁ πρόμαχος , οὐχ ὁ βασιλεύς . . . . ἄλοχος πολύδωρος : ἡ διπλῆ ὅτι ἕδνα ἐδίδοσαν οἱ παλαιοὶ
4705489 ποθος
ἔργοισιν εἰς βλάβην φέρον , οὔτοι βίου μοι τοῦ μακραίωνος πόθος , φέροντι τήνδε βάξιν . Οὐ γὰρ εἰς ἁπλοῦν
πῶς ἐπολεμήσατε ; . ἔρως μέν ἐστιν ἐπιβολὴ φιλοποιΐας , πόθος δ ' ἀπόντος , ἵμερος δ ' ἔρως σπανίζων
4698289 ἐκκεκηρυχθαι
ἠμὲν δέμας ἠδὲ καὶ αὐδήν : τοῦτον σχολῆς τῆσδ ' ἐκκεκηρῦχθαι λέγω . Καὶ ὃς ἀναστάς : οἱ μὲν ἐκήρυσσον
: τὸν δ ' ἀθλίως θανόντα Πολυνείκους νέκυν ἀστοῖσί φασιν ἐκκεκηρῦχθαι τὸ μὴ τάφῳ καλύψαι μηδὲ κωκῦσαί τινα , ἐᾶν
4697246 ποσις
Φλεγραίας Θρακικῆς , ὅτι ἐκεῖσε οἱ Γίγαντες ἐφλέχθησαν * . πόσις στυγνὸς Τορώνης ἀνὴρ κατηφὴς καὶ ἀγέλαστος τῆς Τορώνης ,
, μὴ φθῆι σε προσβὰς δῶμα καί μ ' ἑλὼν πόσις ἢ πρέσβυς οἴκους μ ' ἐξερημοῦσαν μαθὼν Πηλεὺς μετέλθηι
4686281 ἐσθλη
τ ' ἔξαιτον μελιηδέα : ἀλλ ' ἄρα καὶ ἲς ἐσθλή , ἐπεὶ Λυκίοισι μέτα πρώτοισι μάχονται . ὦ πέπον
. γενέσθαι : καὶ πρὸς τὸ γεννῆσαι παῖδα τῷ ἀνδρογόνῳ ἐσθλή . * παῦροι δ ' αὖτ ' ἴσασι τρισεινάδα
4682965 εὐτυχης
, νυνὶ στρατηγούς . ὦ πόλις , πόλις , ὡς εὐτυχὴς εἶ μᾶλλον ἢ καλῶς φρονεῖς . οἱ δὲ οἰνόπται
Τιμόθεος στρατηγὸς ἦν Ἀθηναίων , πατὴρ Κόνωνος τοῦ στρατηγοῦ , εὐτυχὴς δὲ σφόδρα ἐξ ἀρχῆς γενόμενος , εἴπερ τις ἄλλος
4680456 ἐυπλοκαμος
οὕτω πινόμενα λέγει ὁ ποιητής : τοῖσι δὲ τεῦχε κυκεῶ ἐυπλόκαμος Ἑκαμήδη . . . ἣ σφῶιν πρῶτον μὲν ἐπιπροίηλε
ἀντιθέοιο ] ? [ ] ου ? ? Τριοπίδαο Μήστρη ἐυπλόκαμος , Χαρίτων ἀμαρύγματ ] ' ἔχουσα : τὸν δ
4662924 διζημενος
ἐοῦσα τὴν τῶν κινεομένων ἀστέρων ἁρμονίην συνεβάλλετο . ταῦτα Ὀρφεὺς διζήμενος καὶ ταῦτα ἀνακινέων πάντα ἔθελγεν καὶ πάντων ἐκράτεεν :
θ ' εὕδουσι βροτοὶ ἄλλοι , ἠέ τιν ' οὐρήων διζήμενος , ἤ τιν ' ἑταίρων ; φθέγγεο , μηδ
4653968 ποντιου
προστύχῃ , ταύταν σκότει κρύπτειν ἔοικεν . ὦ τέκνον , ποντίου θηρὸς πετραίου χρωτὶ μάλιστα νόον προσφέρων πάσαις πολίεσσιν ὁμίλει
αἰτιῶ βροτῶν . ἡμεῖς δέ ς ' , ὦ θεοῦ ποντίου γενναῖε παῖ , ἱκετεύομέν τε καὶ λέγομεν ἐλευθέρως :
4653696 Μοιρα
. Ἵππωνος τόδε σῆμα , τὸν ἀθανάτοισι θεοῖσιν ἶσον ἐποίησεν Μοῖρα καταφθίμενον . . πάντων αὐτὸν ἐπὶ τῆι μνήμηι θαυμασάντων
ἔχον μὴ διάτριβε . Κἂν ἰδιώτην με ποίησον , ὦ Μοῖρα , τῶν πενήτων ἕνα , κἂν δοῦλον ἀντὶ τοῦ
4650921 ἐμη
Ἑλληνικοῖς γάμοις τὴν προτέραν ἁμαρτίαν καλύψαι . τουτέστιν : ἡ ἐμὴ μέχρι γήρως συμβίωσις ἀδοξίαν σοι προσετρίβετο . οἷον :
Λήδαι Θεστιάδι τρεῖς παρθένοι , Φοίβη Κλυταιμήστρα τ ' , ἐμὴ ξυνάορος , Ἑλένη τε : ταύτης οἱ τὰ πρῶτ
4650488 ὠφελλες
τῆς πρώτης καὶ τελευταίας συλλαβῆς , οἷον κάλλιον κάλιον , ὤφελλες ὤφελες [ θᾶττον θᾶτον ] . Παρέμπτωσίς ἐστι προσθήκη
μοι † εἴθ ' ἥσσω μ ' † αἰῶνα βίοιο ὤφελλες δοῦναι καὶ ἴσα φρεσὶ μήδεα ἴδμεν θνητοῖς ἀνθρώποις :
4638558 γεροντι
εἰσιν , ἔργῳ δ ' οὔ : τὸ ἑξῆς : γέροντι ποδὶ βαδίζει ἐνταῦθα : Τυνδάρεως μελάμπεπλος : Οἰβάλου τοῦ
, . , . : Αἰσχύλου : καλὸν δὲ καὶ γέροντι μανθάνειν σοφά . , . , . : Αἰσχύλου
4634063 βροτοισι
μή σου γλῶσς ' ὑπερβάλληι κακοῖς . φεῦ , χρῆν βροτοῖσι τῶν φίλων τεκμήριον σαφές τι κεῖσθαι καὶ διάγνωσιν φρενῶν
ἀλλ ' εὖ καὶ μάλα εἰρήκαμεν τὰ πάντα καὶ ἐδείξαμεν βροτοῖσι καὶ εἰς κέρδος εὐεκτεῖν βίῳ . Πῶς οὖν φασι
4618760 βαφευς
ευς ὀνόματα , τὸ βασιλεύς , ἀριστεύς , χαλκεύς , βαφεύς , ἱερεύς , Νηλεύς καὶ τὰ ὅμοια , τὰ
, τὸ ῥοιφῶ : ῥοίδια ὑποδήματα γυναικεῖα : ῥοιγεὺς , βαφεύς : Ῥοίτιον πόλις Τροίας : ῥοιβδῳδεῖ μετὰ ῥοιζοῦ σαλεύει
4616992 ἐφεστηκας
παρὸν δὲ σχῆμα τοῦτο , καθ ' ὃ τοῖς ἄλλοις ἐφέστηκας ἑκόντων ὑπὸ σὲ τῶν βαρβάρων ἰόντων . ποίησον δὴ
χθονός . καί ς ' , εἴτε δούλη τοῖσδ ' ἐφέστηκας δόμοις εἴτ ' οὐχὶ δοῦλον σῶμ ' ἔχους '
4613825 ἑοι
θυμὸν ἐρύκει , ἕξω ἐμάς , μετέπειτά γ ' ἀτεμβοίμην ἑοῖ αὐτῇ . ” Ὧς φάτο , μείδησαν δὲ θεαὶ
Αἰνείᾳ θυμὸς ἐνὶ στήθεσσι γεγήθει ὡς ἴδε λαῶν ἔθνος ἐπισπόμενον ἑοῖ αὐτῷ . Οἳ δ ' ἀμφ ' Ἀλκαθόῳ αὐτοσχεδὸν
4612636 χὡ
ἄλλως τοῖς ἐπὶ Τροίαν φέρουσιν ἀνέμοις ἐντύχωσιν οἱ Ἕλληνες . χὡ μὲν πατήσει χῶρον : ὁ μὲν οὖν Ἀχιλεὺς φησὶ
εὖ μεταλλάσσουσιν : ὃς γὰρ ἂν σφαλῇ εἰς ὀρθὸν ἔστη χὡ πρὶν εὐτυχῶν πίτνει . ἔστι καὶ παρὰ δάκρυσι κείμενον
4605056 Ζηνι
Διὶ τὸν κεραυνὸν ἔδωκαν . καὶ Ἡσίοδος : οἳ βροντὴν Ζηνὶ ἔδοσαν τεῦξάν τε κεραυνόν . ἐπ ' ἀφθίτῳ :
' ἐκεῖνον , εὖτ ' ἂν ἁγνὰ θύματα ῥέξῃ πατρῴῳ Ζηνὶ τῆς ἁλώσεως , φρόνει νιν ὡς ἥξοντα : τοῦτο
4604508 κεκλησεται
' οἱ στρατηλάται γένος , Φθίας δὲ τοὔνομ ' οὐδαμοῦ κεκλήσεται . πικροὺς δὲ προχύτας χέρνιβάς τ ' ἐνάρξεται Κάλχας
τοῦτο καὶ φράξηθ ' ἅπαξ , ἐκ τοῦ πόλου τούτου κεκλήσεται πόλις . Ὥστ ' ἄρξετ ' ἀνθρώπων μὲν ὥσπερ
4604323 ὐμιν
ποδὸς κρέμαιτ ' ἐκεῖνος ἐν γναφέως οἴκωι . κάλ ' ὖμιν , ὦ γυναῖκες , ἐντελέως τὰ ἰρά καὶ ἐς
! ! ] δοῦναι καὶ ταῦτα καὶ ταῦτ ' ἦι ὖμιν ἐπτὰ ? Δαρεικῶν ? ? ἔκητι Μητροῦς τῆσδε ?
4594529 γουναθ
γέρον εἴθ ' ὡς θυμὸς ἐνὶ στήθεσσι φίλοισιν ὥς τοι γούναθ ' ἕποιτο , βίη δέ τοι ἔμπεδος εἴη :
ἀμβροσίην ἐρατεινὴν στάξ ' , ἵνα μή μιν λιμὸς ἀτερπὴς γούναθ ' ἵκοιτο : αὐτὴ δὲ πρὸς πατρὸς ἐρισθενέος πυκινὸν
4593820 ἐχθαιρῃ
ἔσθιε καὶ σῇ γαστρὶ δίδου χάριν , ὄφρα σε λιμὸς ἐχθαίρῃ , Κοννᾶς δὲ πολυστέφανός σε φιλήσῃ ” . λέγει
Ἔσθιε καὶ σῇ γαστρὶ δίδου χάριν , ὄφρα σὲ λιμός ἐχθαίρῃ , Κοννᾶς δὲ φιλοστέφανός σε φιλήσει . Οὗτοι δ
4587577 ἐνδοξος
γαμετὴν παρ ' ἧς τοσαῦτα εἴληφεν καὶ δι ' ἣν ἔνδοξός ἐστιν οὕτως ἀτίμως ἀπέλιπεν , καινῶν δὲ ὠρέχθη πραγμάτων
, ὁ μετὰ τοῦτον Νάευ , Τουβίου δὲ ὁ τρίτατος ἔνδοξός τε καὶ μέγας . Καὶ γὰρ εἰ λάχῃ πρώτιστος
4585887 ἀκουσα
εἰσαΐουσι μόνον τιθασεύτορες ἄνδρες . θαῦμα δὲ καὶ τόδ ' ἄκουσα , κραταιοτάτους ἐλέφαντας μαντικὸν ἐν στήθεσσιν ἔχειν κέαρ ,
' ὥσπερ ταῖς σιπύαισι ταῖς κεναῖς . Λέξω μὲν οὐκ ἄκουσα , σοί τε γὰρ κλύειν ἐμοί τε λέξαι θυμὸς

Back