καὶ τὴν ὑμετέραν σοφίαν εἰδότα πέμποιτε , οὐ γὰρ ἂν παυσαίμην Ἕλλησί τε διιὼν τὰ ὑμέτερα καὶ Ἰνδοῖς γράφων .
Χάριτας , ἀλλὰ μᾶλλον Εὐριπίδην μιμεῖσθε οὕτω λέγοντα : μὴ παυσαίμην τὰς Χάριτας Μούσαις ἀναμιγνύς , ἁδίσταν συζυγίαν : ἵνα
7477879 ὁσιαις
ἀντίπαλον ] ἐναντίον , ἐχθρόν ἐλιννύσαιμι ] βραδύναιμι καὶ ἀμελήσαιμι ὁσίαις ] ἐντίμοις , ἁγίαις θοίναις ] εὐωχίαις , θυσίαις
ἔχουσαι ἄντρωι ἐν ἠερόεντι παρὰ Στυγὸς ἱερὸν ὕδωρ , οὐχ ὁσίαις βουλαῖσι βροτῶν κεκοτημέναι αἰεί , λυσσήρεις , ἀγέρωχοι ,
6694612 μηδαμ
τοὺς λόγους . : ὅσον μάλιστα ] ὅσον δυνατόν . μηδάμ ' ὁ πάντα νέμων : Ὁ πάντα κρατῶν ,
ἂν ἐκπλήσαιμί σοι . εὖ γὰρ τόδ ' ἴσθι , μηδάμ ' ἡμέρᾳ μιᾷ πλῆθος τοσουτάριθμον ἀνθρώπων θανεῖν . αἰαῖ
6664988 βουφονοις
, ἁγίαις θοίναις ] εὐωχίαις , θυσίαις ποτινισσομένα ] προσερχομένη βουφόνοις ] μεγάλαις ἢ ταῖς ἐκ βοῶν γινομέναις πατρὸς ]
καὶ πορευομένη πρὸς τοὺς θεοὺς ἱεραῖς θοίναις , καὶ θυσίαις βουφόνοις , ταῖς μεγάλους ποιούσαις φόνους καὶ σφαγὰς τῶν ἱερείων
6273648 γνωμᾳ
ὄντως . ἦν ] ὑπῆρχε . . ὃς πρῶτος ἐν γνώμᾳ ] καὶ καταρχὰς ἐνόησε τοῦτο . . ὡς τὸ
, ὅτι πλείσταισι βˈροτῶν ξεινίαις αὐτοὺς ἐποίχονται τραπέζαις , εὐσεβεῖ γνώμᾳ φυλάσσοντες μακάρων τελετάς . εἰ δ ' ἀριστεύει μὲν
6166819 ἁγιαις
οὗ σέβας ἀρρήτων ἱερῶν , ἵνα μυστοδόκος δόμος ἐν τελεταῖς ἁγίαις ἀναδείκνυται : οὐρανίοις τε θεοῖς δωρήματα , ναοί θ
ὡς μουσικὸν μέλος ἐν στόματι πάντων : καὶ ἐν βίβλοις ἁγίαις ἔσται ἀναγραφόμενος , καὶ τὸ ἔργον καὶ ὁ λόγος
6157451 ἀναδεικνυται
ὅμοιον τῷ Ϛʹ : τὸ ζʹ ” ἐν τελεταῖς ἁγίαις ἀναδείκνυται “ δακτυλικὸν ὅμοιον τῷ ζʹ : τὸ ηʹ ”
] ἤγουν ὁ διδάσκαλος . τελεταῖς ] ἑορταῖς τῶν μυστηρίων ἀναδείκνυται ] ἀναφαίνεται . , ἀποφαίνεται . δωρήματα ] ἀναθήματα
5584616 θοιναις
ἐλιννύσαιμι ] βραδύναιμι καὶ ἀμελήσαιμι ὁσίαις ] ἐντίμοις , ἁγίαις θοίναις ] εὐωχίαις , θυσίαις ποτινισσομένα ] προσερχομένη βουφόνοις ]
πάντες Ἐλεοδύται διὰ τὸ τοῖς ἐλεοῖς ὑποδύεσθαι διακονοῦντες ἐν ταῖς θοίναις . ἐλεὸς δ ' ἐστὶν ἡ μαγειρικὴ τράπεζα .
5551857 ἁγνας
ἀρετήν . τῶν δὲ τυχὼν Ἑρμῆν καὶ Μούσας ἱλάσομ ' ἁγνάς οὐ δαπάναις τρυφεραῖς , ἀλλ ' ἀρεταῖς ὁσίαις .
δὲ αἰθέρος ἀντὶ τοῦ ἀέρος ἐκδεξώμεθα : ἔνθα ποθ ' ἁγνάς : ὅπου λέγεται ὑπὸ τῶν Μουσῶν τὴν ἐν μουσικῇ
5420894 σεβειν
ἄνθρωπος οὐκ ἂν ἴσχυσεν . ἐπεὶ δὲ καὶ τῷ μὴ σέβειν θεὸν ἕπεται τὸ μήτε γονεῖς μήτε πατρίδα μήτ '
καὶ ἀπλανεῖς ἀστέρας ἢ τὸν σύμπαντα οὐρανόν τε καὶ κόσμον σέβειν ἀξιῶν , ἀλλὰ καὶ ὅσα θνητοὶ δημιουργοὶ κατεσκεύασαν ξύλα
5410111 ᾠδαις
. * † λαμπρύνων . * ὕμνοις : * * ᾠδαῖς . ἄγαν ἀνδρείου καὶ ἱππικωτάτου . * † ταχύτερον
φημὶ δεῖν ἐμμελείας καὶ εὐρυθμίας καὶ μεταβολῶν , ὥσπερ ταῖς ᾠδαῖς καὶ τοῖς ὀργάνοις , εἰ μηδενὸς τούτων ἀντιλαμβάνεται τῆς
5401496 ποθεινα
, πέπαυσο καὶ παράλειπε λέγων τὰ εὐτυχήματα δυστυχημάτων παρόντων : ποθεινὰ δάκρυα : ποθεινοποιὰ δάκρυα καταλιποῦσα ταῖς παρθένοις ἔξειμι ,
γενομένη καταλίπῃ μὲν αὐτοὺς , πρόσθηται δὲ τῷ ξένῳ . ποθεινὰ δ ' Ἑλλάς : ἡ ποθεινὴ δὲ Ἑλλὰς αὐτὴν
5393165 μυστοδοκος
τῶν μεγάλων μυστηρίων . ἱερῶν ] θυσιῶν , ἑορτῶν . μυστοδόκος ⌈ δῆμος [ δόμος ] ⌈ γρ . δόμος
⌈ Δημήτερος [ Δήμητρος ] καὶ τῆς Κόρης ἐτελοῦντο . μυστοδόκος ⌈ δόμος [ δῆμος ] ] ὁ δεχόμενος τοὺς
5363801 τελεταις
μόριον ἔν τε τοῖς μυστηρίοις καὶ ταῖς τοῦ θεοῦ τούτου τελεταῖς τε καὶ θυσίαις , ὀνομάζοντας αὐτὸ φάλλον . 〚
μέγιστος ἐγένετο τῶν Ἑλλήνων ἔν τε ταῖς θεολογίαις καὶ ταῖς τελεταῖς καὶ ποιήμασι καὶ μελῳδίαις . συνεστρατεύσατο δὲ καὶ τοῖς
5360107 σεβεσθαι
τῆς Σπάρτης . Κάρνειον δὲ Ἀπόλλωνα Δωριεῦσι μὲν τοῖς πᾶσι σέβεσθαι καθέστηκεν ἀπὸ Κάρνου γένος ἐξ Ἀκαρνανίας , μαντευομένου δὲ
, τιμώμενοι , σεβόμενοι . καὶ τὸ τοὺς θεοὺς δὲ σέβεσθαι θαυμάζειν ἐστίν . Ὅμηρος : σέβας μ ' ἔχει
5339323 διεξαγων
ἀνήκεστον πρᾶξαι κατὰ τῆς πατρίδος . ὁ δὲ τυραννικῶς ἤδη διεξάγων αὐτὸν μὲν προέωσε πρηνῆ ἐπὶ τὴν γῆν , τοῖς
] στρέφων . νωμῶν ] καὶ μαντευόμενος . νωμῶν ] διεξάγων . θΞ φρεσὶ ] διανοίᾳ . φρεσὶ ] ἐν
5337346 ξενιαις
Ἀσκλαπιέ , καί σφε σάωσας . Οἳ δὴ ἐκάρυξαν πάντας ξενίαις σε δέκεσθαι σωτῆρα εὐρυχόρου Λακεδαίμονος ἀγκαλέοντες . Ταῦτα τοί
καὶ αὐτὸς ὁ Θήρων οἴχονται καὶ πορεύονται ἐν πλείσταις ἀνθρώπων ξενίαις τραπέζαις , τουτέστιν ὡς οὐδένες ἀνθρώπων θυσίαις καὶ πανηγύρεσιν
5327210 αἰσχρολογιαν
ὕβριν , ἥκιστα δὲ παροινίαν , ἥκιστα δὲ αἰσχουργίαν καὶ αἰσχρολογίαν ἐγγίγνεσθαι . ἀγαθά γε μὴν ἀπεργάζεται καὶ τάδε ἡ
θεὸν ἐπὶ τῇ τῆς Κόρης ἁρπαγῇ λυπουμένην γελάσαι διὰ τὴν αἰσχρολογίαν . Περὶ δὲ τῆς κατὰ τὴν Κόρην ἁρπαγῆς ,
5323504 τιμαορον
ἀπόμαχος . ἀγωνίους ] τοὺς ἅμα ἑνὶ τόπωι ἱδρυμένους . τιμάορον ] βοηθόν . ἀντήλιοι ] οἱ εἰς ἀνατολὴν ὁρῶντες
μία τις περισώζει τὴν ναῦν . κἀπαγώνιος ] ἀπόμαχος . τιμάορον ] βοηθόν . ἀντήλιοι ] οἱ εἰς ἀνατολὴν ὁρῶντες
5310948 πρασεις
τῷ κατ ' Ἐλπαγόρου πολλάκις . Πωλάς : ἀντὶ τοῦ πράσεις Ὑπερείδης ἐν τῷ πρὸς Ἀπελλαῖον . ἔστι τοὔνομα καὶ
, οἳ ἐντός εἰσι πεντηκονταετίας . οὐ γὰρ κτημάτων αἱ πράσεις ἀλλὰ καρπῶν ὀφείλουσιν εἶναι , διὰ δύο τἀναγκαιότατα :
5264950 πολυχρηματον
, καὶ τὸ ἐμπόριον οὐ παντελῶς ἄπωθεν ἦν μέγα καὶ πολυχρήματον , ἡ Δῆλος , δυναμένη μυριάδας ἀνδραπόδων αὐθημερὸν καὶ
παιδία μεθῆκεν ἀπαθεῖς ἀπιέναι . καὶ τὴν πόλιν διήρπαζε , πολυχρήματον ἐν τοῖς μάλιστα τότε οὖσαν . Ὧδε μὲν δὴ
5264379 εὐχαις
τε παιδιᾶς καὶ μετὰ σπουδῆς λεγομένων καὶ μετὰ θυσιῶν ἐν εὐχαῖς αὐτοὺς ἀκούοντές τε , καὶ ὄψεις ὁρῶντες ἑπομένας αὐτοῖς
ἄλλ ' οὕτως . εὐχαῖς καὶ ἀναθήμασιν . ἀλλαχοῦ : εὐχαῖς ἄνευ τοῦ καί . φέροιτ ' ἄν ; πρῶτον
5253648 ξενιου
πάρεδρος ἀσκεῖται Θέμις : Ἀσκληπιάδης ἀντὶ τοῦ τιμᾶται πρὸς τοῦ ξενίου Διός . τουτέστι φιλόξενοί εἰσιν . ἴσως διὰ τὸ
ἐκ τοῦ Παρνασοῦ κατέβαν : ὡς καὶ ὄπισθεν εἶπε Διὸς ξενίου , παραδηλῶν τὴν Αἴγιναν ξενοδόχον , ὡσαύτως καὶ Ζηνὶ
5236798 κἀπογυμναζων
. Ξ κἀπογυμνάζων ] ἀνοίγων . κἀπογυμνάζων ] ἀπολύων . κἀπογυμνάζων ] μὴ κατέχων . κἀπογυμνάζων ] μὴ δεσμεύων .
κἀπογυμνάζων ] μὴ κατέχων . κἀπογυμνάζων ] μὴ δεσμεύων . κἀπογυμνάζων ] ἀναιδῶς ἀποκαλύπτων καὶ διανοίγων . θ ματαίᾳ ]
5186564 στεφη
γῆ , χόρευε Ῥωμαίων ὅση , ὡς ηὐτύχησας εἰς ἀνακτόρων στέφη , ὡς ἐπλάτυνας εἰς τὰ πατρῷα πλάτη , ὡς
ὡς νόμος βροτοῖς , ἴς ' ἀντιδοῦναι τοῖσι πέμπουσιν τάδε στέφη , δόσιν γε τῶν κακῶν ἐπαξίαν ; ἢ σῖγ
5185444 διαγοντα
ρός : ἔτι γὰρ αὐτὸν ἐν τῇ τῶν γάμων ἡδονῇ διάγοντα στρατιώτης ἥκων ἐξείλκυσε τῆς γυναικὸς ἔνδον ἐχομένης , καὶ
μὲν οὖν Ἀλέξιος πρὸς τὸν βασιλέα ἀπῄει ἐν τοῖς βασιλείοις διάγοντα : ὁ δὲ ἐκτομίας σὺν πάσαις δυνάμεσιν ὥρμησε κατὰ
5173934 θυσιαις
Κυλλήνης : Ἀρκὰς γὰρ ἦν πρὸς μητρὸς ὁ Ἀγησίας : θυσίαις λιτανευτικαῖς πολλάκις πολλαῖς ἐδώρησαν , ἀντὶ τοῦ ἐδωρήσαντο ,
τὸν Ἴακχον βοῶντα . μυστικὸς ὁ λόγος . τελεταῖς ] θυσίαις . ἀναδείκνυται ] κατὰ τὸν καιρὸν τῶν ἁγίων τελετῶν
5173035 ἀσυλα
: καὶ δεῖ τὰ τῶν παλαιῶν εὐχῶν , ὥσπερ ἱερὰ ἄσυλα , τηρεῖσθαι κατὰ τὰ αὐτὰ καὶ ὡσαύτως , μήτε
ὁδοῖς ἀνεκάλουν τὰ φίλτατα καὶ ἐς τὰ ἱερὰ ὡς ἐς ἄσυλα κατέφευγον καὶ τοὺς θεοὺς ὠνείδιζον ὡς οὐδὲ σφίσιν αὐτοῖς
5164736 ἀπολαυστικως
καὶ φαύλων , ὃ ἔστιν ἰδεῖν ἐπὶ τῶν πῇ μὲν ἀπολαυστικῶς πῇ δ ' ἐγκρατῶς διαζώντων καὶ ἐφιστανόντων τῷ λόγῳ
γυναικῶν προϊσταμένους , γάμων ἑρμηνευτὰς καὶ διὰ τῶν τοιούτων ζῶντας ἀπολαυστικῶς ἅμα καὶ ῥιψοκινδύνους . Καὶ τῶν ζῳδίων δὲ ἐν
5163901 θνατους
οὐδεὶς θνατὸς ὅπῃ φέρεται : θεὸς δὲ πάντας ἐν κινδύνοις θνατοὺς κυβερνᾷ . ἀντιπνέει δὲ πολλάκις εὐτυχίαις δεινή τις αὔρα
δὲ ] Ὁ δὲ ἀντὶ τοῦ γάρ . : σέβῃ θνατοὺς ] Φιλάνθρωπος εἶ . : φέρ ' ὅπως χάρις
5161734 προϊσταμενους
οἱ τὰς ἐπωνύμους τοῖς θεοῖς τέχνας ἔχοντες τοὺς τῶν τεχνῶν προϊσταμένους θεοὺς σημαίνουσιν . Ὀνείρους δὲ ἀποβεβηκότας καὶ τὰς ἀποβάσεις
ἀξίαις τιμαῖς , αἷς πρέπει τοὺς ἀγαθοὺς ἄνδρας καὶ ἀληθῶς προϊσταμένους φιλοσοφίας , τὴν εὔνοιαν ἡμῶν ἠθελήσαμεν ὑμῖν δι '
5145308 δικαιαις
μὴν οὐδέποτε παύσεται τιμῶν , τοῖς καλοῖς ἔργοις καὶ ταῖς δικαίαις πράξεσιν . ἕκαστόν γε μὴν τῶν θεῶν ἱλάσκεται κατὰ
σὺ , τοῦ Διὸς θυγάτηρ Ἀλήθεια , ταῖς ἴσαις καὶ δικαίαις χερσὶν ἀποκωλύσατε καὶ ἀπείρξατε ἀπ ' ἐμοῦ τὴν ἐπίπληξιν
5145275 τρεφεν
πυκινὰ φρεσὶ μήδε ' ἔχουσα , ἣ κεῖνον δύστηνον ἐῢ τρέφεν ἠδ ' ἀτίταλλε δεξαμένη χείρεσς ' , ὅτε μιν
: κούρην ] δ ' [ ἐν ] μεγάροισιν ἐῢ τρέφεν ἠδ ' ἀτίταλλε [ δεξάμενος ] [ ] ,
5106694 εὐπαθειαις
πόλεμος ἐμποδὼν ἐγένετο , διπλασίας τῶν προτέρων ψηφισάμενοι αὖθις ἐν εὐπαθείαις ἦσαν . Ἔτι δὲ πανηγυρίζουσιν αὐτοῖς πρεσβευταὶ παρῆσαν ἐξ
τοῦ παντρόφου γεύματος σοφίας , οἱ δ ' ἐν ταῖς εὐπαθείαις καὶ εὐφροσύναις λελήθασι διάγοντες . οὕτω τοίνυν ἡ ποιὰ
5101073 φθονειθ
ἤν ποτ ' εἰρήνη γένηται καὶ πόνων παυσώμεθα , μὴ φθονεῖθ ' ἡμῖν κομῶσι μηδ ' ἀπεστλεγγισμένοις . Ὦ πολιοῦχε
παῖδες ὅσοι Χαρίτων τε καὶ πατέρων λάχετ ' ἐσθλῶν μὴ φθονεῖθ ' ὥρας ἀγαθοῖσιν ὁμιλεῖν : σὺν γὰρ ἀνδρείαι καὶ
5086077 εἰρηνηι
, ὀλβιοδῶτι , πλουτοδότειρα θεά , σταχυοτρόφε , παντοδότειρα , εἰρήνηι χαίρουσα καὶ ἐργασίαις πολυμόχθοις , σπερμεία , σωρῖτι ,
. ὁ δὲ Φαληρεὺς Δημήτριος οὐδεμιᾶς ἁψάμενον πολεμικῆς πράξεως ἐν εἰρήνηι καταστήσασθαι τὴν πολιτείαν . . . . , .
5082331 φημαις
Θαμύρᾳ φησί : καὶ σοῦ γ ' ἐπώνυμός τις ἐν φήμαις βροτῶν Θρῄκης κατάρδων ποταμὸς ὠνομασμένος Στρυμών , μεγίστας ἐγχέλεις
δ ' εἰσὶν περιέχοντες λόγοι , πιστεύειν δὲ ταῖς ἄλλαις φήμαις χρεὼν περὶ τὰ τοιαῦτα , οὕτω πολλαῖσιν καὶ σφόδρα
5070034 εὐχων
γενεθλίους τῆς πατρικῆς χώρας γενέσθαι παντελῶς ἐποπτῆρας καὶ ἐπιτηρητὰς τῶν εὐχῶν αὐτοῦ , καὶ βοηθοὺς γενέσθαι αὐτῷ ἐπακούσαντας τῶν εὐχῶν
τοῦτο καὶ ὁ ἀσκητὴς Ἰακὼβ ᾐτήσατο ἐπὶ τέλει τῶν ἱεροπρεπεστάτων εὐχῶν : εἶπε γάρ που : „ καὶ ἔσται κύριος
5054472 ἐπιορκον
' ἣν μέλλει τοῦτο ποιεῖν . τὸ . . . ἐπίορκον ] τοῦτο γὰρ μάλιστα ἴδιον τῆς Δημοσθένους δεινότητος τὸ
. . . . ὣς φάτο , καί ῥ ' ἐπίορκον ἐπώμοσε , τὸν δ ' ὀρόθυνεν : τοῦτο ἔξωθεν
5054310 στεψω
φησιν ὁ Θυατειρηνὸς παρατιθέμενος τὸ ἐκ Νεφελῶν Ἀριστοφάνους : μηδὲ στέψω κοτυλίσκον . Σιμμίας δὲ ἀποδίδωσι τὴν κοτύλην ἄλεισον .
Λυκάβηττον . Κείσεσθον , ὥσπερ πηνίω , κινουμένω . Μηδὲ στέψω κοτυλίσκον . Πῶς οὐ δέχονται δῆτα τῇ νουμηνίᾳ ἁρχαὶ
5043704 θησειν
, ἐγώ , Φορμίων , ἄλλον εἴ τινα βούλεται , θήσειν τὸν νόμον . ἔστι δὲ δήπου νόμος ὑμῖν ,
] διὰ τοῦ ἐμοῦ δορὸς σκυλευθέντα . ἁγνοῖς ] καθαροῖς θήσειν . . τοιαῦτα ] οἷα ἐμοῦ ἤκουσας . φιλοστόνως
5042688 χλευαζεσθαι
Μουσῶν εἰσελθεῖν ; “ Αἴσωπος εἶπεν ” ἐὰν μηδὲν λέγῃς χλευάζεσθαί σε δεῖ . “ ὁ Ξάνθος λέγει ” ἔχει
κατέπαρδ ' αὐτῶν ὡς ληρούντων . ἦ που δεινῶς ὠργίσθησαν χλευάζεσθαί τ ' ἐβόησαν ; τὸ γὰρ ἐν λέσχαις [
5036774 παιδευθεντας
κατηγορεῖν οὐκ ἔχω . οὐ γὰρ εἰκὸς , φησὶ , παιδευθέντας ὑπ ' αὐτῶν εἰς αὐτοὺς ἐξαμαρτεῖν , οὐδ '
λεγομένης εὐδαιμονίας τὴν Μηδικὴν περιεῖδεν ὑπὸ γυναικῶν τε καὶ εὐνούχων παιδευθέντας αὑτοῦ τοὺς ὑεῖς , ὅθεν ἐγένοντο οἵους ἦν αὐτοὺς
5030774 ὀπαδος
, ἣν ἀκαιρίαι μὲν ἴσως ἀνθρώπων ἐπισκιάζουσιν , ὁ δὲ ὀπαδὸς θεοῦ καιρὸς ἀποκαλύπτει πάλιν , ἐν ᾧ καὶ ἡ
τοῖς ἄλλοις τὸ ἦθος κατεψευσμένον ἀναγκαῖον ἦν ἀληθεύειν ἀλήθεια γὰρ ὀπαδὸς θεοῦ , λόγοις μὲν ἀναδιδάσκειν περὶ τῆς ἑαυτοῦ προαιρέσεως
5029697 χθονιε
ἐγὼ καὶ σὺ θήσομεν κρατοῦντε τῶνδε δωμάτων καλῶς . Ἑρμῆ χθόνιε , πατρῷ ' ἐποπτεύων κράτη , σωτὴρ γενοῦ μοι
μ ' ἁμαρτεῖν ; Αὖθις ἐξ ἀρχῆς λέγε . Ἑρμῆ χθόνιε , πατρῷ ' ἐποπτεύων κράτη . Οὔκουν Ὀρέστης τοῦτ
5028989 ἐπιπνευσας
ἇι Χάριτες χοροποιοί , ἀλλὰ σὺν ὁπλοφόροις στρατὸν Ἀργείων † ἐπιπνεύσας αἵματι Θήβας † κῶμον ἀναυλότατον προχορεύεις : οὐδ '
: † ἄλλως : ἀλλὰ σὺν ὁπλοφόροις Θήβαις στρατὸν Ἀργείων ἐπιπνεύσας , ὅ ἐστιν ἐνθουσιάσας ἑκάτερον στράτευμα καὶ κατόχους αὐτοὺς
5026556 ἐλαφηβολον
' ἔτικτε τέκνα Λατώ , Φοῖβον χρυσοκόμαν ἄνακτ ' Ἀπόλλω ἐλαφηβόλον τ ' ἀγροτέραν Ἄρτεμιν , ἃ γυναικῶν μέγ '
τέκνα Λατώ , Φοῖβον χρυσοκόμαν , ἄνακτ ' Ἀπόλλω , ἐλαφηβόλον τ ' ἀγροτέραν Ἄρτεμιν , ἃ γυναικῶν μέγ '
5023461 ξυνοικος
τίς ἀθλιώτερος ; τίς ἄταις ἀγρίαις , τίς ἐν πόνοις ξύνοικος ἀλλαγᾷ βίου ; Ἰὼ κλεινὸν Οἰδίπου κάρα , ᾧ
σειραφόρον κριθῶντα πῶλον : ἀλλ ' ὁ δυσφιλὴς σκότῳ λιμὸς ξύνοικος μαλθακόν σφ ' ἐπόψεται . τί δὴ τὸν ἄνδρα
5017255 εὐθυμιαις
αἰτίας ἑώρων εἰς τὸ μελῳδεῖν τρεπομένους ἀλλὰ τοὺς μὲν ἐν εὐθυμίαις ὑφ ' ἡδονῆς , τοὺς δ ' ἐν ἀχθηδόσιν
αὐτοῦ τὴν εὐδαιμονίαν ὁ μακρὸς χρόνος , ἀλλὰ φιλοφροσύναις καὶ εὐθυμίαις ἐπεράστοις εἴη τὸν Ἱέρωνα τὸ τοῦ Ἀγησίου ἐγκώμιον δέξασθαι
5012657 ἱλαον
Οἰνοπέδῃσι : βαγενίοισιν . φυτηκομίῃσι : ἀμπέλοις . Λαρόν : ἵλαον . Σισύρῃσιν : εἵμασιν . Ψαφαρή : λεῖα .
κραναῆι ἐνὶ Δήλωι , κλῦθι , θεὰ δέσποινα , καὶ ἵλαον ἦτορ ἔχουσα βαῖν ' ἐπὶ πάνθειον τελετὴν τέλος ἡδὺ
5009933 κατεδειξε
. πολλὰ δὲ καὶ ἄλλα τῶν χρησίμων εἰς τὰς στρατείας κατέδειξε , περὶ ὧν μακρὸν ἂν εἴη γράφειν . ἡ
. . . Ὀρφεὺς μὲν γὰρ τελετάς θ ' ἡμῖν κατέδειξε φόνων τ ' ἀπέχεσθαι , Μουσαῖος δ ' ἐξακέσεις
5007077 τριετηριδας
, σκηπτοῦχε , χοροιμανές , ἁγέτα κώμων , βακχεύων ἁγίας τριετηρίδας ἀμφὶ γαληνάς , ῥηξίχθων , πυριφεγγές , † ἐπάφριε
, φασὶ τοὺς Ἕλληνας ἀπὸ ταύτης τῆς αἰτίας ἄγειν τὰς τριετηρίδας . μυθολογοῦσι δ ' αὐτὸν καὶ λαφύρων ἠθροικότα πλῆθος
5000844 προφερων
προφορικῷ φησιν , ἐπεὶ οὐκ ἔσται ὁ ἄγγελος λογικὸς μὴ προφέρων λόγον , τὸν ἐνδιάθετον οὖν λόγον λέγει . Ἰστέον
ἡμῖν τὰς αἰτίας , εἰ καὶ αὐτὸς μετὰ μείζονος ἀξιώματος προφέρων τοὺς λόγους παρῆκε τὰς αἰτίας εἰπεῖν , καὶ τέως
4996361 ἀλλοφυλῳ
: ᾔδει γάρ , οἶμαι , μὴ δώσοντα τὸ θυγάτριον ἀλλοφύλῳ . εἶτα πάντες μὲν οὕτως , ἐγὼ δὲ τὸν
βαρβάρῳ στρατῷ . ἑτεροφώνῳ ] ἀλλογλώσσῳ . θ ἑτεροφώνῳ ] ἀλλοφύλῳ . κλύετε πανδίκως : κλύετε ἡμῶν δικαίως εἰς οὐρανὸν
4984074 πολισσουχων
, ὡς ἂν τῶν πολισσούχων θεῶν βωμοὺς προνάους καὶ † πολισσούχων ἕδρας εὕρωμεν , ἀσφάλεια δ ' ᾖ δι '
, στρατῷ τε θάρσος τῷδε πυργηρουμένῳ , βρέτη πεσούσας πρὸς πολισσούχων θεῶν αὔειν , λακάζειν , σωφρόνων μισήματα ; μήτ
4981927 σεβει
. τί δή ; τόδ ' Ἑλλὰς νόμιμον ἐκ τίνος σέβει ; ὡς μὴ πάλιν γῆι λύματ ' ἐκβάληι κλύδων
. θεοστυγήτῳ δ ' ἄγει βροτῶν ἀτιμωθὲν οἴχεται γένος . σέβει γὰρ οὔτις τὸ δυσφιλὲς θεοῖς . τί τῶνδ '
4980896 ἁμετερα
τὴν ἐν ἀρχαῖς συλλαβήν . ὦ πότνια Μοῖσα , μᾶτερ ἁμετέρα : μητέρα ἑαυτοῦ εἶπε τὴν Μοῦσαν ὁ Πίνδαρος ,
δὲ τὸ ἐγκώμιον νοητέον : τὸ προοίμιον εὐκτικόν . Μᾶτερ ἁμετέρα . [ ἢ ] ὡς ἐπιπνεόμενος ἐκ τῆς μούσης
4980838 παραστατις
παραμυθήσασθαι , καὶ συμφορὰν κουφίσαι : ἀγαθὴ καὶ ἐν θυσίαις παραστάτις , καὶ ἐν δαιτὶ σύσιτος , καὶ ἐν πολέμῳ
τούτοις ἤρξατο κονίεσθαι κατ ' αὐτοῦ ἡ ὑπέρμαχος μὲν καὶ παραστάτις ἀδικουμένων τιμωρὸς δ ' ἀνοσίων καὶ ἔργων καὶ ἀνθρώπων
4980623 ἡγητηρα
ἡμῖν τε κτήνη ὑπέταξεν πάντα βροτοῖσιν , πάντων δ ' ἡγητῆρα κατέστησεν θεότευκτον , ἀνδρὶ δ ' ὑπαίταξεν παμποίκιλα κοὐ
ἀπὸ κοινοῦ . εἰναλίων : θαλασσίων , ἀπὸ ζώων . ἡγητῆρα : ἀρχηγὸν , τὸν ἄρχοντα τῶν ἰχθύων , ἡγεμόνα
4977778 μυσταις
παρ ' ἐμοῦ . ἱεροῖσι ] ὕμνοις . , τοῖς μύσταις , τοῖς ἀφιερωμένοις ἀνδράσιν ἡμῖν . . ἡ τοῦ
' ἐπίφαυσκον θνητοῖς ἀνθρώποισιν ἄκη : μετὰ δ ' ὅρκια μύσταις : ἀρχαίου μὲν πρῶτα χάους ἀμέγαρτον ἀνάγκην καὶ Κρόνον
4976441 ἱκεσιον
. τὸν . . . ἐννόμου ] τὸν ξένιον καὶ ἱκέσιον Δία τὸν φύλακα τῶν ἀτυχούντων , οἵτινες τοῖς πέλας
ἱκετεύω σε . θάρρει δὲ , ἐπεὶ πέφευγας τὸν ἐμὸν ἱκέσιον Δία , τουτέστι τὴν ἐμὴν ἱκεσίαν : ἐκ τοῦ
4972958 πολυολβε
τε καὶ Εὐνομίης βαθυκόλπου , Ἀγλαΐη Θαλίη τε καὶ Εὐφροσύνη πολύολβε , χαρμοσύνης γενέτειραι , ἐράσμιαι , εὔφρονες , ἁγναί
καὶ Ζηνὸς ἄνακτος , Εὐνομίη τε Δίκη τε καὶ Εἰρήνη πολύολβε , εἰαριναί , λειμωνιάδες , πολυάνθεμοι , ἁγναί ,
4969434 ἀνθρωπιναις
ἐθελόντων ἀδικεῖν φανείη . Πᾶς γάρ τις ἄνθρωπος ὢν καὶ ἀνθρωπίναις ὀρέξεσι κατασχόμενος , ἂν καταφρονήσῃ τῶν θεῶν καὶ μηδὲν
δὲ σύμπαντα ἰώμενος οὐ κατὰ μικρόν , ὥσπερ οἱ ταῖς ἀνθρωπίναις τέχναις τοὺς ἀρρωστοῦντας , ἀλλ ' ἀθρόαις εὐθὺς τῆς
4967097 κωμους
, ἑορτάς , πανηγύρεις , μουσικοὺς ἀγῶνας , ἱπποδρομίας , κώμους , παννυχίδας μετ ' αὐλῶν καὶ κιθάρας , τέρψεις
ἐκ παντὸς παυσάμενος καμάτου . Λέσβιος Ἀλκαῖος δὲ πόσους ἀνεδέξατο κώμους Σαπφοῦς φορμίζων ἱμερόεντα πόθον , γιγνώσκεις : ὁ δ
4963581 πολυχρυσους
καὶ κατὰ βάθους ὀρύττοντες τὴν γῆν ἐρευνῶσι τὰς πολυαργύρους καὶ πολυχρύσους πλάκας τῆς γῆς : καταβαίνοντές τε οὐ μόνον εἰς
τἀδικεῖν ἐπαινοῦντα ὡς αἴτιον ἑκάστου τῶν εἰρημένων πολυαργύρους γὰρ καὶ πολυχρύσους καὶ ἐνδόξους τοὺς ἀδικοῦντας μάλιστα γίνεσθαι , μὴ τὴν
4957596 δαμον
γένους φησὶν εἶναι . ὁ δὲ Ἑκαταῖος ἄλλως ἱστορεῖ . δᾶμον Ὑπερβορέων : πείσας τὸν δῆμον τὸν τῶν Ὑπερβορέων δοῦναι
, καὶ παλαισμάτων λάβε φροντίδ ' : ἀγών τοι χάλκεος δᾶμον ὀτˈρύνει ποτὶ βουθυσίαν Ἥρας ἀέθλων τε κρίσιν : Οὐλία
4954493 χορειαις
. . . . | εἴδεσι χαίρει ταῖς τῶν ἀνθρώπων χορείαις φαινόμενος : ἂν μουσικὴν ποθῇς τινα λύραν , ἐγγὺς
διὰ βίου μουσικὴν ἀσκεῖν , καὶ μέλεσι καὶ ῥυθμοῖς καὶ χορείαις ἐχρῶντο δεδοκιμασμέναις , ἔν τε ταῖς ἰδιωτικαῖς εὐφροσύναις κἀν
4952660 βεβαιω
δὲ αἱ πρῴην διαβαλλόμεναι ἔνδοξοι καὶ πισταί : ἄλλως : βεβαιῶ , φησὶν , ὅτι τῶν ποταμῶν αἱ πηγαὶ ἄνω
τὸ ἑδραῖος , καὶ τὸ δικαιῶ τὸ δίκαιος , καὶ βεβαιῶ τὸ βέβαιος , καὶ τὸ παλαιῶ τὸ παλαιός ,
4949761 θυεσθαι
ἦν , οἶμαι , Σπαρτιάτην ἔφηβον ἑκόντα ἐπὶ τοῦ βωμοῦ θύεσθαι . τουτὶ γὰρ τὴν μὲν Σπάρτην εὐψυχοτέρους ἐδείκνυε ,
: καὶ γὰρ Σώφρων ἐν τοῖς Μίμοις φησὶν αὐτῇ κύνας θύεσθαι . Ζήρινθον τὸ Θρᾳκικὸν σπήλαιον καταλιπὼν τῆς Ῥέας ἢ
4947862 χορειας
περὶ ψυχῆς ποιήσασθαι τὸν λόγον καὶ τῆς τῶν θείων ψυχῶν χορείας καὶ περὶ τῆς συμπεριπολήσεως τῶν τε ἄλλων καὶ τῶν
δὲ τῆς μουσικῆς , ὃ νυνδὴ σχεδὸν ἥμισυ διεληλυθέναι τῆς χορείας εἴπομεν καὶ διαπεπεράνθαι , καὶ νῦν οὕτως εἰρήσθω :
4947819 ἰσοθεον
δὲ αὐτῶν τούς γε πλείους : οἷα δὲ ἔχοντα δύναμιν ἰσόθεον ἀγαπᾶσθαι καὶ προσκυνεῖσθαι ὑπὸ τῶν δεομένων : οὕτω δὲ
εἰσερχομένους ἐπί τινας χρόνους καὶ θεῶν χορείας καὶ μυστήρια κατοπτεύσαντας ἰσόθεον δόξαν ἐπαναιρουμένους ἀποτίθεσθαι μὲν τὰς πολλὰς τῶν αἱρέσεων καὶ
4943686 ἑορταις
. Ξ . ὁ φυσικὸς τοὺς Αἰγυπτίους κοπτομένους ἐν ταῖς ἑορταῖς καὶ θρηνοῦντας ὁρῶν ὑπέμνησεν οἰκείως : οὗτοι φησίν εἰ
τὸν δῆμον διαλλαγαῖς , προσθεῖσα μίαν ἡμέραν ταῖς καλουμέναις Λατίναις ἑορταῖς δυσὶν οὔσαις , τὴν μὲν πρώτην ἀνιερώσαντος βασιλέως Ταρκυνίου
4941939 Ἀργειαις
. . Α . : ἀπόσκημμα : ἀπέρεισμα . Αἰσχύλος Ἀργείαις . , . : ἐμμέλεια : εἶδος ὀρχήσεως .
κλεινὸν τέκνον Ἀγαμέμνονος , μηδὲ θόρυβον μηδ ' ἔκπληξιν ταῖς Ἀργείαις ξεῖναι ξείναις παρέχωμεν . ὄρνιθα μὲν τόνδ ' αἴσιον
4941829 καλλισταις
ἔτυχεν ἀποτελούμενον ὑπ ' αὐτῆς καὶ μάλιστα ἐν ταῖς οὕτω καλλίσταις κατασκευαῖς , ὁποῖαι τυγχάνουσιν αἱ τῶν λογικωτέρων αἰσθήσεων ,
δ ' ἐσλοῖσιν ὑμνεῖσθαι . . . . . . καλλίσταις ἀοιδαῖς . τοῦτο γὰρ ἀθανάτοις τιμαῖς ποτιψαύει μόνον ,
4940053 Μαλλῳ
γυνή . Μάγαρσος , μέγιστος ὄχθος ἐν Κιλικίᾳ πρὸς τῇ Μαλλῷ . τὸ τοπικὸν Μαγάρσιος , καὶ Μαγαρσία Ἀθηνᾶ ἐκεῖ
' Ἄργους τῶν Ἡρακλειδῶν εἶναι ἠξίου . Ἔτι δὲ ἐν Μαλλῷ ὄντι αὐτῷ ἀγγέλλεται Δαρεῖον ἐν Σώχοις ξὺν τῇ πάσῃ
4939488 θαλιαις
: ἔργα δὲ καρποῦνται , ἀπολαύουσι , διὰ φροντίδος ὄντα θαλίαις , εὐωχίαις , ἤγουν θαλερὰ καὶ εὐθηνούμενα : τὸ
τῶν λίθων ἀποπίπτουσαν . Ἀπολλωνίαις : ταῖς τοῦ Ἀπόλλωνος ἀλεξιμβρότοις θαλίαις , ἀπὸ κοινοῦ βαδιστὴν ἐποίησεν . ἀλεξιμβρότοις δὲ ,
4939431 Κλεονικου
, τὶς ἐν ἀγῶσι καὶ ἀντεχέσθω τῶν ἄθλων , τοῦ Κλεονίκου τὸ γένος ζηλώσας : Κλεόνικος δὲ πατήρ ἐστι τοῦ
' ἀγαπάζοντι . μαρνάσθω τις ἔρδων ἀμφ ' ἀέθˈλοισιν γενεὰν Κλεονίκου ἐκμαθών : οὔτοι τετύφˈλωται μακρός μόχθος ἀνδρῶν οὐδ '
4937257 ὑμεναιους
νομοῖς γενέσθαι , δοχμιᾶν διὰ κλειτύων βοσκήμασι σοῖσι συρίζων ποιμνίτας ὑμεναίους . σὺν δ ' ἐποιμαίνοντο χαρᾶι μελέων βαλιαί τε
δαίμονες τᾶς εὐπάτριδος γάμον Νηρήιδων ἔθεσαν πρώτας Πηλέως θ ' ὑμεναίους . σὲ δ ' ἐπὶ κάραι στέψουσι καλλικόμαν πλόκαμον
4932802 Οὐρανιδαι
Μὴ φθονέοις ἀγαθῶν ἑτάροις , μὴ μῶμον ἀνάψηις . ἄφθονοι Οὐρανίδαι καὶ ἐν ἀλλήλοις τελέθουσιν . οὐ φθονέει μήνη πολὺ
κεχαρισμένα : τόν περ ἔχοντες ἄνθρωποι θύοιτε καὶ ἀράων ἀΐουσιν Οὐρανίδαι . γυμνῷ δὲ ῥάχιν πόδα πευκεδανοῖο εἴ κέν τις
4930008 Παιδια
τούτου ἀνευρεῖν οἳ γενοίατο πρῶτοι ἀνθρώπων , ἐπιτεχνᾶται τοιόνδε . Παιδία δύο νεογνὰ ἀνθρώπων τῶν ἐπιτυχόντων διδοῖ ποιμένι τρέφειν ἐς
διὰ τὸ ἀφ ' αἵματος ὂν τὸ βρέφος ἀποβεβλῆσθαι . Παιδία δόξαι ἔχειν ἢ ἰδεῖν παντελῶς βρέφη , ἴδια μὲν
4929867 μυστας
καταπτωτικοὺς ἢ θεῶν ἢ νεκρῶν εἰδωλοποιητὰς καὶ ἀποκρύφων ἢ ἀπορρήτων μύστας : τὸ δ ' ὅμοιον , κἂν τὴν σύνοδον
Μυστηρίων πάτριόν ἐστι ταῖς θεαῖς ἀνιεροῦν καὶ τὰς στολὰς τοὺς μύστας , ἐν αἷς τύχοιεν μυηθέντες . μυστήρια δὲ δύο
4921788 ἡρωικων
τῆς ἀθανασίας : τῶν δὲ ἄλλων ἀγαθῶν ἀνδρῶν οἱ μὲν ἡρωικῶν , οἱ δὲ ἰσοθέων τιμῶν ἔτυχον , πάντες δὲ
Πυθίαν ἐν τῷ τεμένει τῆς Ἥρας αὐτοὺς θάψαι καὶ τιμῶν ἡρωικῶν αὐτοὺς ἀξιοῦν . ποιησάντων δὲ τῶν Κορινθίων τὸ προσταχθέν
4920825 ἀνοσιων
καὶ τῇ διανοίᾳ καὶ τοῖς πράγμασιν , οὐκ ἔχοντα δὲ ἀνοσίων ἔργων ἐπιδείξεις , γάμους ἀθεμίτους ἢ παίδων ἢ γονέων
ὅλην πυρπολοῦν ψυχὴν δι ' ὤτων : ἡ γὰρ τῶν ἀνοσίων ἑλέπολις τοῦτ ' ἐστίν , ᾧ μόνῳ τοὺς φιλοθέους
4918543 ἐξυβριζειν
δίκαιον εἶναι . τί δαί ; ἀκολασταίνειν εἰς ἀνθρώπους ἢ ἐξυβρίζειν μῶν ἐθελήσειεν ἂν ὁ φιλάνθρωπος ; ἢ πάντων ἥκιστα
. . . . γλυκὺς ἀγκών : Κλέαρχος δέ φησιν ἐξυβρίζειν εἰς τὰς τῶν καταδεεστέρων γυναῖκας καὶ παρθένους , καὶ
4914507 κλυταις
ἤγουν τὴν Καμαρίναν , εὐανορίαις , ἤτοι εὐδοξίαις ἀνδραγαθημάτων , κλυταῖς , τουτέστιν ἐπὶ πολὺ διηκούσαις τῇ φήμῃ . ὦ
καλῶν ἔμπειρον καὶ κατὰ ἰσχὺν ἐπικρατέστερον , κοσμήσειν στροφαῖς ὕμνων κλυταῖς , τουτέστι μετεώρῳ φωνῇ ᾀδομέναις καὶ ἐξακουομέναις . ὁ
4911191 προσπολοισι
δανειστάς . διολισθεῖν ] διαφυγεῖν . διολισθεῖν : ἐκφυγεῖν . προσπόλοισι : πρόσφυξι . λέγει δὲ ” τοῖς φιλοσόφοις “
: πρόσφυξι . λέγει δὲ ” τοῖς φιλοσόφοις “ . προσπόλοισι ] θεραπευταῖς . πιέζει ] στενοχωρεῖ . τοὺς κοππατίας
4903331 οἰκτειρε
γένους . θρόνους ἔχειν ] ὡς αὐτοῦ ἤδη καθεσθέντος . οἴκτειρε μὴ ἀπολωλότας ] μὴ μετὰ τὸ ἀπολέσαι οἰκτειρήσηις ἡμᾶς
μηδ ' ἃ δεῖ σπεύδειν μένε . Μὴ τοὺς κακοὺς οἴκτειρε πράττοντας κακῶς . Μισῶ πένητα πλουσίῳ δωρούμενον . Μέγιστον
4898309 μυστης
λόγῳ ποικίλλοντές τε καὶ περιγράφοντες ὡς βάρβαρος βαρβάρῳ | καὶ μύστης μύστῃ παρέχων διαφυγὴν καὶ σωτηρίαν : ὁ δὲ Φράβιθος
αὐτῆς γεννώμενος ἱεροφάντης ἐγένετο : ἱερὸς γὰρ ὁ δράκων καὶ μύστης [ καὶ πᾶσι μυστηρίοις παρών ] . ἦν δὲ
4895237 Ὁρκιζω
Ἀνουβὶν , ὕλαγμα τῶν Κερκόρου , δράκοντα τὸν φύλακα . Ὁρκίζω σε εἰς τὸ πορθμεῖον ἐκεῖνο , καὶ δι '
κυνὸς τρικεφάλου τοῦ Κερβέρου τοῦ φύλακος τοῦ Ἅδου | . Ὁρκίζω σε εἰς τὸν πορθμέα ἐκεῖνον , καὶ δι '
4891346 σεμνας
πόλει γιγνομέναις ⌈ ⌉ ἔνοχος καθέστηκεν , ἐπιωρκηκὼς μὲν τὰς σεμνὰς θεὰς ἐν Ἀρείῳ πάγῳ καὶ τοὺς ἄλλους θεοὺς οὓς
τὴν συναφὴν περιποιεῖ γυναῖκας ἐπιπόνους καὶ αὐστηράς , Ζεὺς δὲ σεμνὰς καὶ οἰκονομικάς , Ἄρης δὲ θρασείας καὶ ἀνυποτάκτους ,
4888111 ἡσυχαζοντα
φύσει ἀντινομίαν ὅπερ οὐχ οἷόν τε . φαμὲν οὖν ὅτι ἡσυχάζοντα αὐτὸν οὐ γράφεται , ὥσπερ ἐπὶ τῶν ἑκουσίως ἡταιρηκότων
καὶ τῆς προπετείας μεμψάμενοι τὸν βάρβαρον καθ ' ἡμῶν ἐπιδείξουσιν ἡσυχάζοντα : εἶτα , ὅτι ἐν ἀτιμίᾳ οὐκ ἔχει τὴν
4886950 Ἀντισθενει
ἑαυτοῦ χρημάτων : μήπω δεδωκότος τοῦ Πολεμάρχου τὸ χρέος τῷ Ἀντισθένει συνέβη ληφθῆναι τοῖς αὐτοῦ πολεμίοις τόν τε Ἀντισθένην καὶ
τοξεύμασιν ; φυγάδα σε ἐποίησεν , εἰς Ἀθήνας ἤγαγεν , Ἀντισθένει προυξένησεν , εἰς Κρήτην ἐπώλησεν . εἰ δέ σοι
4878867 πανηγυρεσιν
καὶ ἡ μὲν τοῦ Κροίσου ἀρετὴ ἀεὶ ἐν συμποσίοις καὶ πανηγύρεσιν ὑπὸ τῶν παίδων ἐμμελῶς ᾄδεται , ὁ δὲ Φάλαρις
ἀπὸ τῶν ὅπλων . Ἑορταῖς γε μὴν καὶ μυστηρίοις καὶ πανηγύρεσιν ποῖον πλῆθος ἐπιτηδειότερον ; οὐχ ὁ μὲν ὁπλίτης ἑορταστὴς
4878262 μετεποιησεν
γένους . ἐλευθέρους ἐποίησε πάντας τῇ φύσει , δοῦλον δὲ μετεποίησεν ἡ πλεονεξία ] . ἡ δ ' αὖ τύχη
γένους . ἐλευθέρους ἐποίησε πάντας τῇ φύσει , δοῦλον δὲ μετεποίησεν ἡ πλεονεξία . † ἡ ἐξ ἀρχόντων , νόμος
4876732 ναπαισι
τιθύμαλλον καὶ σφάκον , πρὸς αὐτῷ ἀσφάραγον κύτισόν τε , νάπαισι δ ' ἀνθέρικος ἐνηβᾷ καὶ φλόμον ἄφθονον , ὥστε
φέρει τιθύμαλλον καὶ σφάκον πρὸς αὐτῷ ἀσφάραγον κύτισόν τε : νάπαισι δ ' ἀνθέρικος ἐνηβᾷ : καὶ φλόμον ἄφθονον ὥστε
4869935 ξυλλεξαμενοι
τοῦ Διὸς θυγατέρα Ἑλένην παρὰ Πολυδάμνης πορίσασθαι τῆς Αἰγυπτίας . ξυλλεξάμενοι οὖν οἱ παῖδες τῆς πόας καὶ ξυναγείραντες πολλὴν μὲν
τοῦ ἐν πλεονεξίας αὐτὰ εἰληφότες καὶ κτησάμενοι . . αὐτὰ ξυλλεξάμενοι : Ἃ ἔχουσι συναγαγόντες . Θ . . αὐτὰ
4866714 δαϊων
καὶ . ἔλιπες κατέλιπες ἐκεῖ . ὤ ] φεῦ . δαΐων ] ἕνεκα τῶν πολεμικῶν τούτων ἀνδρῶν . ἀγαυοῖσι ]
. . τοῦ Σησάμα ] οὗτοι πρόγονοι τούτου . . δαΐων ] ἕνεκα τῶν πολεμικωτάτων τούτων ἀνδρῶν . . ἀγαυοῖς
4866290 ἀγαυην
ενωευδε ? ? ? ? ? ? ? [ ] ἀγαυὴν Φερσεφόνειαν ? ? [ ] ! ! ! !
στεροπῆτι κεραυνῶι . νῦν δ ' ἱκέτις ἥκω παρ ' ἀγαυὴν Φερσεφόνειαν , ὥς με πρόφρων πέμψηι ἕδρας εἰς εὐαγεόντων
4862702 φθονερους
ὑμῶν ἀξίαν : τρία γὰρ τὰ μέγιστα ὀνείδη κτᾶται , φθονεροὺς , ἀχαρίστους , ἀπίστους εἶναι δοκεῖν ” . περὶ
τῶν συσχηματιζομένων ἀστέρων ληπτέον . Κρόνος μὲν γὰρ δείξει στυγνοὺς φθονεροὺς βαθυπονήρους καχυπόπτους ῥυπαροὺς κρυπτοὺς πάθεσι περικυλιομένους , ἀπρεπεῖς ἁλισκομένους
4861168 ἐξωλες
ἔσεισέ μου τὴν καρδίαν : οἷον ἐκίνησε καὶ ἐτάραξεν . ἐξῶλες κακόν : ἐπὶ κακούργου καὶ ἐπιτρίπτου ἀνθρώπου . ἐπαμφοτερίζειν
καὶ τὰ παρὰ τὸ „ ὀλῶ „ συντεθειμένα : ἐξώλης ἐξῶλες , πανώλης πανῶλες . τὰ δὲ ἄλλα προπαροξύνονται ,
4857879 ἑπταπυλοις
ἰὼν Ἑρμῆς αὐτοῖς ἀγοράζει . ἐστὶ δὲ κἀν Θήβαις ταῖς ἑπταπύλοις ἐπιεικῆ κἀν Θάσῳ ἔν τ ' ἄλλαις πόλεσίν τισιν
ἰὼν Ἑρμῆς αὐτοῖς ἀγοράζει . ἔστι δὲ κἀν Θήβαις ταῖς ἑπταπύλοις ἐπιεικῆ κἀν Θάσῳ ἐν τ ' ἄλλαις πόλεσί τισιν

Back