ἑαυτοῦ χρημάτων : μήπω δεδωκότος τοῦ Πολεμάρχου τὸ χρέος τῷ Ἀντισθένει συνέβη ληφθῆναι τοῖς αὐτοῦ πολεμίοις τόν τε Ἀντισθένην καὶ
τοξεύμασιν ; φυγάδα σε ἐποίησεν , εἰς Ἀθήνας ἤγαγεν , Ἀντισθένει προυξένησεν , εἰς Κρήτην ἐπώλησεν . εἰ δέ σοι
6436641 Διφιλῳ
τοῦ δέλω δέλεαρ . δεῖ δὲ γινώσκειν , ὅτι γέγραπται Διφίλῳ τῷ κωμικῷ δρᾶμα ἐπιγεγραμμένον Ἀλείπτρια . τὸ δὲ ἀρσενικὸν
δὲ πέντε μνᾶς . . . . , . . Διφίλῳ δημηγορικός , αἰτοῦντι δωρεάς : Διὰ τὸ μὴ ῥᾴδιον
6387054 δωρεισθαι
λύραν μὲν ἰατρῷ , μουσικῷ δὲ τὰ κατὰ τὴν χειρουργίαν δωρεῖσθαι ὄργανα καταγέλαστον , εἰ μὴ καὶ διψῶσι μὲν πολυτελῆ
καὶ ἐπινεύων . ἀλλ ' ὅμως χρυσίον μὲν οἶσθα καὶ δωρεῖσθαι τοῖς ὑπηκόοις καὶ ἀφιέναι τοῖς ὑπευθύνοις , γλυκὺ δέ
6376408 εἰσηγαγες
” δώροις τιμᾶν “ . ἐκεῖνον εἶφ ' ὃν ἀρτίως εἰσήγαγες : ὅτι διαφέρει τὸ ἄρτι τοῦ ἀρτίως παρὰ τοῖς
ταύταις ταῖς κενοδοξίαις καὶ ὑπερηφανίαις καὶ ἀναισχυντίαις καὶ πρὶν σαυτὸν εἰσήγαγες καὶ ἐνέδησας εἰς τὰς βλάβας ἃς πάσχεις νῦν .
6371906 πανδοκεας
δὲ ὁ τοῦ Διὸς στρατιώτας , ὑπηρέτας , τελώνας , πανδοκέας , πορθμέας , φυσιουργούς . πάλιν δὲ δύο τῶν
αὐτὸς λέγων ποτὲ κρίσιν ἐν πανδοκείῳ ὑβρισμένος μάρτυρας προεφέρετο τοὺς πανδοκέας , τῶν δὲ κρινόντων οὐκ ἀξιοπίστους εἶναι φασκόντων ”
6291041 τιμωμενῳ
τὸ πάτριον ταυτί : τῆς τε πόλεως ὑμᾶς εἰκὸς τῷ τιμωμένῳ ἀπὸ τοῦ ἄρχειν , ᾧ ὑπὲρ ἅπαντας ἀγάλλεσθε ,
ἢ πλείους , ἡδονὴν δὲ τῷ τιμῶντι μᾶλλον ἢ τῷ τιμωμένῳ φερούσας ; οἶσθα γὰρ ὡς ἐγὼ μὲν πολλάκις ὤκνησα
6264403 δακρυσαι
, τὰ ῥήματα δὲ τοῖς ῥήμασι , τῷ δὲ μὴ δακρύσαι τὸν Σωκράτην μόνον τὸ μηδὲ τοῦτον . δεομένων δὲ
βασιλέως αὐτῶν ἀποθανόντος , ἠναγκάσθησαν πάντες ὑπὸ τῆς αὐτοῦ γυναικὸς δακρύσαι . Μένε βοῦς ποτε βοτάνην : ἐπὶ τῶν βραδέων
6263601 ἀνυποστολως
ἐρῶ , λέξω . . , εἴπω . ἐλευθέρως ] ἀνυποστόλως , πεπαρρησιασμένως . , ἁπλῶς , ἀφόβως , μετὰ
περιφανῶς , γνωρίμως , σαφῶς , πεφασμένως , ἀπαρακαλύπτως , ἀνυποστόλως , πολυθρυλήτως τεθρυλημένως : σκληρὸν γὰρ τὸ ἐληλεγμένως ,
6233603 συλλογῳ
αὐτὴ ἐπιστήμη ἐστὶ τοῦ λέγειν καὶ τοῦ σιωπᾶν . ἐν συλλόγῳ πρῶτος λέγειν μὴ ἐπιτήδευε : μετὰ γὰρ πλείονας λέγων
πρὸς ἐπαίνους ἐλευθερίαν : λιπαροῦντος γάρ μου καὶ δεομένου τῷ συλλόγῳ παρεῖναι , μᾶλλον γὰρ οὕτω κερδαίνειν τὸν λέγοντα παρόντος
6104943 κολαζεσθαι
: οὐ γὰρ πρός τι πάσχον γίνονται . κολαζόμενος . κολάζεσθαί ἐστι κυρίως τὸ τῆς πονηρίας κολούεσθαι , ὅ ἐστιν
τῷ δεομένῳ γνῶναί τε καὶ εἰδέναι , ἢ τῷ δεομένῳ κολάζεσθαί τε καὶ ἐπιπλῆξαι ἁμαρτάνοντι , πότερον οὐ διδάσκοντα ἣν
6100781 ἐθεραπευε
. ὁ γὰρ Μαρῖνος ἐμμένων τῇ παραδοθείσῃ σεμνότητι τῶν φιλοσόφων ἐθεράπευε μὲν τὰ εἰκότα τὸν Θεαγένη : καὶ οὐκ ἦν
ἡμῖν οἰκειότατος καὶ ἡμᾶς εἰς τὴν οἰκίαν τὴν αὑτοῦ λαβὼν ἐθεράπευε καὶ ἐπεμελεῖτο τῶν ἡμετέρων ὥσπερ τῶν αὑτοῦ πραγμάτων ,
6081848 ἐλευθεριως
οὕτω φιλοφρονησάμενος τὸν Ἄνυτον ἀπηλλάσσετο . Ὁ δὲ Ἄνυτος πάνυ ἐλευθερίως καὶ ἐρωτικῶς , λεγόντων τινῶν , ὡς ἀγνώμονα εἴη
μὲν ἁμαξεύοντος ἐν Χερρονήσῳ διὰ πενίαν γενέσθαι , τραφῆναι δὲ ἐλευθερίως ἐν γράμμασι καὶ περὶ παλαίστραν : ἔτι δὲ παιδὸς
6063327 ἀσυμβολους
: ἀνὴρ γὰρ ὅστις εὖ βίον κεκτημένος μὴ τοὐλάχιστον τρεῖς ἀσυμβόλους τρέφει , ὄλοιτο . ὁ αὐτὸς Δίφιλος ἀλλαχοῦ περὶ
: ἀνὴρ γὰρ ὅστις εὖ βίον κεκτημένος μὴ τοὐλάχιστον τρεῖς ἀσυμβόλους τρέφει , ὄλοιτο , νόστου μή ποτ ' εἰς
6058746 Καλλιᾳ
ὅσα εἰς αὐτὰ τὰ αἰσθητὰ κατατέτακται : ἔστι γὰρ ἐν Καλλίᾳ καὶ ἄνθρωπος καὶ ζῷον , ἃ πῶς ἂν εἶεν
δ ' ἂν καὶ παρὰ Ξενοφῶντι ἐν τῷ συμποσίῳ Σωκράτη Καλλίᾳ μαρτυροῦντα , ὡς πολὺ κρείττων ἐστὶν ὁ τῆς ψυχῆς
6046284 εὐτελει
. ἐκοινώνει δὲ τῶν καμάτων αὐτοῖς , σκηνῇ τε χρώμενος εὐτελεῖ , καὶ σιτία καὶ ποτὰ προσφερόμενος οἷα καὶ πᾶσιν
φονεύσωσιν . γνοὺς δὲ τοῦτο ὁ Κόδρος , στείλας ἑαυτὸν εὐτελεῖ σκεύει ὡς ξυλιστὴν καὶ δρέπανον λαβών , ἐπὶ τὸν
6038952 μεθυειν
ἢ δοκοὺς ἀριθμεῖν , τὸν μὲν οὔπω κεκαθάρθαι τὸν δὲ μεθύειν φασίν . Ἡ ὑγρότης γὰρ ἡ ἀλλοτρία ἐμπεπτωκυῖα ποιεῖ
, ὅτι οἶδεν Ἀλέξανδρος , κἂν εἰ σφόδρα τις αὐτὸν μεθύειν ὑπὸ τῆς εὐτυχίας ὑπείληφε . . . Τί οὖν
6010998 οἰκτειρε
γένους . θρόνους ἔχειν ] ὡς αὐτοῦ ἤδη καθεσθέντος . οἴκτειρε μὴ ἀπολωλότας ] μὴ μετὰ τὸ ἀπολέσαι οἰκτειρήσηις ἡμᾶς
μηδ ' ἃ δεῖ σπεύδειν μένε . Μὴ τοὺς κακοὺς οἴκτειρε πράττοντας κακῶς . Μισῶ πένητα πλουσίῳ δωρούμενον . Μέγιστον
6006703 καθιερωμενα
δῆμοι καὶ δυνάσται κατεσκεύασαν , εἰς οὓς καὶ χρήματα ἀνετίθεντο καθιερωμένα καὶ ἔργα τῶν ἀρίστων δημιουργῶν , καὶ ὁ ἀγὼν
καὶ χρυσῶν πλῆθος ἦν , ἐν μὲν Δελφοῖς τῷ Ἀπόλλωνι καθιερωμένα , ἐν Ἐπιδαύρῳ δὲ τῷ Ἀσκληπιῷ , ἐν Ὀλυμπίᾳ
5999201 Τιμοκλης
υἱεῖς Ἀθηναίους , ὅτι εἰσήγαγεν τάριχος . [ οὓς καὶ Τιμοκλῆς ἰδὼν ἐπὶ τῶν ἵππων δύο σκόμβρους ἔφη ἐν τοῖς
καὶ τίς ὁ Τηλέμαχος . καὶ ὁ Δημόκριτος ἔφη : Τιμοκλῆς ὁ τῆς κωμῳδίας ποιητὴς ἐν μὲν δράματι Λήθῃ φησί
5996371 νεανιευεσθαι
: Ξενοφῶν δὲ καὶ νεανισκεύεσθαι ἔφη . τὸ δὲ τολμᾶν νεανιεύεσθαι Ἀριστοφάνης ἔφη , ἀφ ' οὗ Λυσίας τὸ νεανιευόμενοι
μειρακίων ἡλικίαν ἐξαλλάττειν , ἀκμάζειν , σφριγᾶν , νεάζειν , νεανιεύεσθαι : Ξενοφῶν δὲ καὶ νεανισκεύεσθαι ἔφη . τὸ δὲ
5983348 πανδοκειῳ
διοδεύων πανδοκεῖον καλὸν ἀρέσαντος αὐτῷ τοῦ πανδοκείου καταμένοι ἐν τῷ πανδοκείῳ . ἄνθρωπε , ἐπελάθου σου τῆς προθέσεως : οὐκ
ἐπισυνάπτειν ἀναγκαίως τὰ πρῶτα , οἷον ἀλλ ' ἐν τῷ πανδοκείῳ τῷ πρὸ τοῦ Διοσκορείου ἐνταῦθα ἐγίνοντο οἱ ὅρκοι :
5977939 ξενιζειν
ἐπεὶ αἰσχρὸν ἐμὲ τεθυκότα ξενίζεσθαι ὑπὸ σοῦ , ἀλλὰ μὴ ξενίζειν σέ . μένε οὖν παρ ' ἡμῖν : ἐν
, προσέταξε τοῖς ἐπιφανεστάτοις τῶν ἑαυτοῦ φίλων τοὺς Ἀλβανῶν πρέσβεις ξενίζειν ἁπάσῃ φιλοφροσύνῃ καὶ κατέχειν ἔνδον παρ ' ἑαυτοῖς :
5958878 οἰκοσιτους
τὸ μή συνάγειν γυναῖκας μηδὲ δειπνίζειν ὄχλον , ἀλλ ' οἰκοσίτους τοὺς γάμους πεποιηκέναι . Ἂν ἔτι πιεῖν μοι δῷ
ὦ Λάχης , ἀστεῖον ἐπιτήδευμα κρίνω τῷ βίῳ . Οὐκ οἰκοσίτους τοὺς ἀκροατὰς λαμβάνεις . Φιλόμουσον εἶν ' αὐτὸν πάνυ
5936622 δημιῳ
: “ ἀλλὰ δέομαί σου , δέσποτα , κέλευσον τῷ δημίῳ μηδὲ τοὺς σταυροὺς ἡμῶν διαζεῦξαι . ” δάκρυα καὶ
πλούσιος ἐχθροί : κατεγνώσθη ὁ πένης θανάτῳ : ἐκδίδοται τῷ δημίῳ , πείσας ὁ πλούσιος τὸν δήμιον ταλάντου ἀπέκτεινε καὶ
5930755 ἐνδεεστερως
' ἐμοῦ λαβεῖν ὑπὲρ ἐκείνων , οὓς ἐγὼ μὲν ἐτιμωρησάμην ἐνδεεστέρως ἢ προσῆκεν , ἐκεῖνοι δ ' εἰρήνης οὔσης καταλαβόντες
' ἐμοῦ λαβεῖν ὑπὲρ ἐκείνων , οὓς ἐγὼ μὲν ἐτιμωρησάμην ἐνδεεστέρως ἢ προσῆκεν , ἐκεῖνοι δὲ εἰρήνης οὔσης καταλαβόντες Ἁλόννησον
5928920 πλουτουντι
ἁμαρτάνοντά τι : δένδρον παλαιὸν μεταφυτεύειν δύσκολον . } Αἰσχύνομαι πλουτοῦντι δωρεῖσθαι φίλῳ , μή μ ' ἄφρονα κρίνῃ καὶ
, ἃ Δικαίαρχος Εὐριπίδην οἴεται πρὸς Ἀρχέλαον εἰπεῖν οὐ βούλομαι πλουτοῦντι δωρεῖσθαι πένης , μή μ ' ἄφρονα κρίνῃς ἢ
5924465 εὐγενεστατους
τὸ γένος οὗτος ; πλούσιος : τούτους δὲ πάντες φασὶν εὐγενεστάτους , πένητα δ ' εὐπάτριδ ' οὐδὲ εἷς ὁρᾷ
τέλει Περσῶν τὰς ἑαυτῶν ἄγονται καὶ τοὺς φύντας ἐκ τούτων εὐγενεστάτους νομίζουσι καὶ βασιλείας , ὡς λόγος , τῆς μεγίστης
5916837 ἀρρωστηματι
ἐβουλήθη μυηθῆναι κατὰ τοὺς νόμους , ἀλλὰ δοῦναι πολυπραγμοσύνης δυστυχοῦς ἀρρωστήματι χάριν . καὶ ἐπί τινος ἀνελθὼν λίθου ἑώρα τὰ
συμφοιτητής , ἃ μάλιστα ἀνθρώπων τιμᾷςοὗτος τοίνυν ὁ σὸς ἑταῖρος ἀρρωστήματι περιπέπτωκε , καὶ ἔστιν αὐτῷ τοῦ κάμνειν βαρύτερόν τε
5913760 ὀφλειν
σελήνην αὐτῇ ἐποχεῖσθαι . Κρατῖνος Χείρωσιν : αἲξ οὐρανία . ὄφλειν καὶ ῥόφειν : τὰς πρώτας συλλαβὰς τῶν τοιούτων οἱ
τὸ νεώριον : οὐρούς τ ' ἐξεκάθηρον † † . ὄφλειν καὶ ὀφείλειν διαφέρει . Ἀπολλωνίδης ὁ Νικαεὺς ἐν ὑπομνήματι
5908208 παραινων
παραβαίνειν μείζονα κωλύσωσιν : ὁ δὲ Ἡσίοδος νίπτεσθαι τὰς χεῖρας παραινῶν πρὸ τοῦ σπένδειν ἐνδείκνυται τὸν περὶ τοῦτο μὴ πεισόμενον
ἐν Ἅιδου γενέσθαι τὴν Δήμητρος μνηστευσόμενον κόρην , ἐπειδὴ πολλὰ παραινῶν οὐκ ἠδυνήθη ταύτης αὐτὸν τῆς πείρας ἀποσχέσθαι καταπεῖσαι ,
5903566 ἀξιοπιστους
δοῦλον τοῖς δεσπόταις , καὶ ὅτι οὐδὲ τοὺς ἐλευθέρους πάντας ἀξιοπίστους ὑπολαμβάνοντες σχολῇ γ ' ἂν τοῖς δούλοις πιστεύσαιμεν ,
, διὰ τὸ μήτε τὰς τηρήσεις τῶν περὶ τὸν Τιμόχαριν ἀξιοπίστους εἶναι πάνυ ὁλοσχερῶς εἰλημμένας μήτε τὴν ἐν τῷ μεταξὺ
5899122 ἀναιδως
ἑαυτὸν ἀκριβῶς ὁρᾶν , ἀλλ ' , ἐάν τις αὐτὸν ἀναιδῶς ἐγχειρῇ θεάσασθαι , τὴν ὄψιν ἀφαιρεῖται . καὶ τοὺς
. κυνηγεττεῖν : διὰ δυοῖν ττ λέγουσιν . κυνοφθαλμίζεται : ἀναιδῶς καὶ ἰταμῶς ὁρᾷ , τρόπον ματρύλλου . κέρκῳ σαίνειν
5895207 νομεως
ἀμείβειν ἐξ ἑτέρου γένεος εἰς ἕτερον , οἷον γεωργικὸν ἐκ νομέως γενέσθαι ἢ νομέα ἐκ δημιουργικοῦ . μοῦνόν σφισιν ἀνεῖται
τὸν βασιλέα , ὁποία γεννάτορος ποτὶ υἱέα καὶ ποτὶ ποίμναν νομέως καὶ νόμω ποτὶ χρωμένως αὐτῷ . . . .
5870739 πλουτησαι
, τοῦ τὸν δεσπότην ἑαυτοῦ κτείναντος , ἐξ ὧν οὕτω πλουτῆσαι αὐτῷ συνέβη , καίπερ τοῖς τῆς φύσεως νόμοις ἐνυβρικότι
πένης τὸν πλούσιον ἐκ τῶν ἔργων πλουτήσαντα σπεύδει καὶ αὐτὸς πλουτῆσαι . εἰς ἕτερον γάρ τίς τε ἰδών : εἰς
5851533 φθονεισθαι
. . φοβεῖται : ὅτι τὸ φοβερὸν εἶναι καὶ τὸ φθονεῖσθαι , ὡς καὶ Σοφοκλῆς [ . ] : πρὸς
παρὰ τῶν οὐ φθονούντων . ἡδὺ δὲ καὶ αὐτὸ τὸ φθονεῖσθαι καὶ λαμπροῦ τινος σημεῖον . Οἱ τὸν ἥλιον οὗτοι
5843455 παιδευοντι
ἰατρῷ μὲν σῶστρα καὶ σωτήρια καὶ ἰατρεῖα , τῷ δὲ παιδεύοντι διδασκαλεῖα , τῷ δὲ στρατιώτῃ ἀριστεῖα καὶ ἐπινίκια καὶ
, τῶν δὲ ἀπ ' ἄλλου του δυνατῶν Φιλουμενῷ τῷ παιδεύοντι παρ ' ἡμῖν , οὔπω τότε παρ ' ἡμῖν
5833562 παιζειν
φιλημάτων . . . . . . ἀγεννῶς οὐκ ἐῶ παίζειν . τίθημι κοττάβεια σφῷν ἐγὼ τασδί τε τὰς κρηπῖδας
Ἄρτι . πρὸ ὀλίγου χρόνου πεποιημένος . Ἀρτιάζειν , τὸ παίζειν ἄρτια ἢ περιττὰ καρύοις ἢ ἀστραγάλοις τοιούτοις . Πλάτων
5832327 ἐπιχειρησαντας
φασὶ τὸν πλοῦτον ἐκεῖνον , καὶ τοὺς περὶ τὸν Ὀνόμαρχον ἐπιχειρήσαντας ἀνασκάπτειν νύκτωρ σεισμῶν γενομένων μεγάλων ἔξω τοῦ ναοῦ φυγεῖν
, οἷς ἡ καταδρομὴ τῶν Βυζαντίων ἐγεγένητο , πολλάκις μὲν ἐπιχειρήσαντας [ εἰς ] τὴν Ἀσίαν περαιωθῆναι , τοσαυτάκις δὲ
5816440 καπηλευειν
, πρόειπε δ ' αὐτοῖσι κιθαρίζειν τε καὶ ψάλλειν καὶ καπηλεύειν παιδεύειν τοὺς παῖδας : καὶ ταχέως σφέας , ὦ
νέον φαίνεσθαι οὔτε μετὰ δείλην ὀψίαν καλόν , οὐδὲ γυναῖκα καπηλεύειν ἢ ἄλλο τι ποιεῖν τῶν κατὰ τὴν ἀγοράν .
5815596 λησειν
προσήκει λέγειν ; ἢ τόδε μὲν ἐπίστανται , ἡγούμενοι δὲ λήσειν περὶ τοῦ παντὸς πλείω λόγον ἢ τοῦ προσήκοντος ποιοῦνται
τελέσειν ἃ διέγνωκας , ὦ μάταιε , ἐλπίζεις ἀποτυχών τε λήσειν , ὅτι σου τὸ φρόνημα μόνον ἦν προδότου ,
5808226 τἀλλοτρια
λεπυχάνῳ . Εὐριπίδου τἄρ ' ἐστὶν οὐ κακῶς ἔχον , τἀλλότρια δειπνεῖν τὸν καλῶς εὐδαίμονα . ἵνα μὴ τὸ παλαιὸν
φίλε , τοῖς πολλοῖς γε αὐτῶν ἐνευρήσεις , ὅταν δέῃ τἀλλότρια ἀναλίσκειν , τὰς τοῦ κηφῆνος συγγενεῖς ἐνούσας ἐπιθυμίας .
5803136 σωσαντας
ἔλεγεν τὴν κεφαλὴν ἔχειν ἀκέραιον . πονηροὶ σωθέντες ἀδικοῦσι τοὺς σώσαντας . μῦς ἀρουραῖος ἀστικῷ γίνεται φίλος μυὶ καὶ τὴν
χείρους ἡμᾶς νομισθῆναι ἀποκτείναντας τοὺς πρέσβεις ὑμῶν , μηδὲ ἀμείνους σώσαντας . πέφυρται γὰρ ἤδη τἀμὰ καὶ μεμίανται , καὶ
5796003 ἀλαστορας
διεξέρχοιο τὸν χρόνον , ἀλλὰ μὴ ἐν τῷ θεραπεύειν ἀνθρώπους ἀλάστορας . τούτων τε οὖν μέμνησο καὶ τὸν Εὐσέβιον πολλῶν
λέγω οὐδ ' ἐχθρὸς ὤν σοι , διὰ δὲ τοὺς ἀλάστορας τοὺς σοὺς δεδοικὼς μή τι γῆ πάθηι κακόν .
5784631 κατειπειν
εὐσέλμων νεῶν κάλλιστα μουσῶν φθέγγεται πλουτῶν ἀνήρ λυπουμένων παρηγόρημα τολμῶ κατειπεῖν , μήποτ ' οὐκ εἰσὶν θεοί : κακοὶ γὰρ
καὶ πότοις Διονύσου τελουμένοις κώμαις τε καὶ τοῖς χωρίοις βλάβας κατειπεῖν , ἃς ἔλεξαν ἐννύχως : οἱ δ ' αὖ
5777488 Πυδναιους
ὑπὸ Φιλίππου καὶ ἅλωσις . ηʹ . Ὡς Φίλιππος τοὺς Πυδναίους ἐξανδραποδισάμενος τὰ χρύσεια μέταλλα κατεσκεύασεν . θʹ . Ὡς
εἰς μὲν τὸν δῆμον οὐδὲν ἀπήγγελλον , βουλόμενοι λανθάνειν τοὺς Πυδναίους ἐκδιδόναι μέλλοντες ἐκείνους , ἐν ἀπορρήτωι δὲ μετὰ τῆς
5763613 Κλεωνι
πολὺ ἂν θᾶττον διαθέμενον μηδένα ποτὲ τῶν ἑαυτοῦ οἰκείων διαλεχθῆναι Κλέωνι μᾶλλον ἢ τὸν τούτου ὑὸν ποιησάμενον . Εὐθυκράτει γάρ
καὶ ἄρχῃ τῆς πόλεως : ἀθυρόγλωσσος : ταῦτά φασιν ἐπὶ Κλέωνι τῷ δημαγωγῷ λέγεσθαι , σφαλλόμενοι . πρὸ γὰρ τῆς
5762140 ἀπολοιο
γε . Ἔτι μᾶλλο βοῦλις ; Ἀτταταῖ ἰατταταῖ : κακῶς ἀπόλοιο . Σῖγα , κακόδαιμον γέρον . Πέρ ' ,
προχείρως χαριζόμενον καὶ ὑπηρετοῦντα ” κακὸς κακῶς ” εἶπεν „ ἀπόλοιο , ὅτι τὰς Χάριτας παρθένους οὔσας πόρνας ἐποίησας .
5760896 ἀπαιδευτως
, καὶ τὰ τοιαῦτα : καὶ οὕτω διόλου προβαίνουσιν οἱ ἀπαιδεύτως τοιοῦτον εἶδος τῶν στοχασμῶν προδεχόμενοι . Ἐρῶν τις ἑταίρας
καὶ ἀδύνατόν ἐστιν αὐτὴν συναληθεύειν , καθάπερ , φησίν , ἀπαιδεύτως τινὲς τοῦτο ὑπελάμβανον , μάρτυρα παράγοντες τὸν Ἡράκλειτον ,
5737163 ἐπικωμασας
πάντ ' ἀγάθ ' ἔχοντας ] τοὺς γεωργοὺς λέγει . ἐπικωμάσας ] μετὰ φθορᾶς ἀμπέλων . καὶ προσέτι πολλὰ προκαλουμένου
φιλτάτων συνδιατρίβειν συγκεχώρηκα : ἀλλ ' οὐκ οἶδα πόθεν δαίμων ἐπικωμάσας ἐμοὶ καὶ βασκήνας τοῦ ἔρωτος δρᾶμα καινὸν ἐπὶ τὴν
5736517 καταγνοντας
τοὺς δὲ καὶ τοῖς ἐφοδίοις θλιβομένους καὶ τὸ χωρίον νοσερὸν καταγνόντας ἀπελθεῖν , καὶ τοῦ λοιποῦ διατρίβειν ἔρημον τὸν Ἀλεξῖνον
ἐλπίδας μεταπεσεῖν ἐποίησεν , ὥστε τοὺς παρὰ τοῖς Ἀκραγαντίνοις Καμπανοὺς καταγνόντας τῆς τῶν Ἑλλήνων ὑποθέσεως πεντεκαίδεκα ταλάντοις φθαρῆναι καὶ μεταβαλέσθαι
5727745 Καλλινῳ
: Εὔβοιον δ ' ἀποδόσθαι . δότω δ ' Ἵππαρχος Καλλίνῳ τρισχιλίας δραχμάς : Μελάντῃ δὲ καὶ Παγκρέοντι εἰ μὲν
. τὸ δὲ χωρίον τὸ ἐν Σταγείροις ἡμῖν ὑπάρχον δίδωμι Καλλίνῳ : τὰ δὲ βιβλία πάντα Νηλεῖ . τὸν δὲ
5726991 ὠργιζετο
εἴ τις πάσχων τότε οὐκ εἰκότα , τουτέστι κακῶς , ὠργίζετό μοι , νῦν τὸ ἀληθὲς σκοπῶν μεταπειθέσθω τῷ δήμῳ
, εἴ τις καὶ τότε ἐν τῷ πάσχειν οὐκ εἰκότως ὠργίζετό μοι , μετὰ τοῦ ἀληθοῦς σκοπῶν ἀναπειθέσθω . ἢ
5725825 προθυμοτατα
. καί με ἐτίμησεν οἷς ἐνεχείρισε τουτονὶ Δομετιανὸν εἰδὼς ὡς προθυμότατα ἂν ὑπηρετοίην , ἅ ἐστιν ἀρέσκοντα αὐτῷ . ἐθαύμασα
ἔξω με τοῦ πράγματος διαβέβληκεν , ὡς ἂν οὖν δυνώμεθα προθυμότατα πρὸς ὑμᾶς . Πόθεν χρὴ πιστεύεσθαι τὰ εἰρημένα πρὸς
5725768 Ἰαρχᾳ
„ καὶ στεφανώσουσί σε ἐν Ὀλυμπίᾳ . καὶ προσκλιθεὶς τῷ Ἰάρχᾳ ” τοῦτον μὲν ” ἔφη „ μεθύειν ἔα ,
χαίρουσι , μόνον φησὶν ὁ Δάμις τὸν Ἀπολλώνιον ξυμφιλοσοφεῖν τῷ Ἰάρχᾳ , καὶ ξυγγράψαι μὲν ἐκεῖθεν περὶ μαντείας ἀστέρων βίβλους
5725620 ἀπωθουμενος
λεγομένων ] ἄλλων ἐπ ' ἄλλα ἑλκουσῶν , μηδεμίαν αὐτῶν ἀπωθούμενος μηδὲ ἀντιλέγων , ἀλλὰ ἑτοίμως δὴ καὶ προθύμως συνεπόμενος
ἀλλὰ πεῖράν τε λαμβάνων ἐν πολλῷ χρόνῳ καὶ τοὺς ἀναξίους ἀπωθούμενος . καὶ τοῖς μὲν ἔξω τῆς συνηθείας οὐκ ἐποιήσατο
5722833 προωλης
δὲ τῷ ἐπαράτῳ προσήκοι ἂν καὶ ὁ ἐξάγιστος , ἐξώλης προώλης πανώλης . τὸ μέντοι ἐπαρασαμένους ἀναλύειν τὴν ἀρὰν ἀναράσασθαι
. Ἔτι βαρύνονται τὰ παρὰ τὸ ὀλῶ : πανώλης ἐξώλης προώλης . Τὰ εἰς ΗΣ ἐπίθετα παρὰ ῥῆμα σύνθετα εἰς
5722157 μισθοφορειν
; ὅτι φημὶ δεῖν ὑμᾶς , ἐπειδὴ τὸ μὲν πάντας μισθοφορεῖν δυσχεραίνουσί τινες , τὸ δὲ συνταχθῆναι καὶ παρασκευασθῆναι παρὰ
ἡ ἀπόλαυσις περιίσταται , καὶ τὸ πρᾶγμα οὐδαμῶς ἴσον , μισθοφορεῖν μὲν ὑπὲρ τοῦ κρατεῖν τῶν πολεμίων , τῶν ἄθλων
5715709 πιεζομενους
ἐπήρειαν τῶν ἐλαττόνων . ἄνευ δὲ τούτων , τοὺς πένθει πιεζομένους ὅσοι πειρῶνται ψυχαγωγεῖν , οὐχ ὅταν τινὰς τὴν ἀξίαν
, ἔχων ἱππέας οὐ πολλούς , ὡς ἑώρα τοὺς Σικυωνίους πιεζομένους , καταδήσας ἀπὸ δένδρων τοὺς ἵππους , καὶ ἀφελόμενος
5715625 Ὀλυμπικῳ
Ὀλυμπίασι Κλεομένης ὁ ῥαψῳδός , ὥς φησιν Δικαίαρχος ἐν τῷ Ὀλυμπικῷ . . . Σκολιόν : ἡ παροίνιος ᾠδή ,
τοῦ γυμνάζεσθαι ἠλείψαντο : τὸ δὲ πάλαι καὶ ἐν τῷ Ὀλυμπικῷ ἀγῶνι διαζώματα ἔχοντες περὶ τὰ αἰδοῖα οἱ ἀθληταὶ ἠγωνίζοντο
5705318 προσαιτειν
κἀγαθῶι τὸν ἐρώμενον , ὧι βούλεται πολλοῦ ἄξιος φαίνεσθαι , προσαιτεῖν ὥσπερ τοὺς πτωχοὺς ἱκετεύοντα καὶ δεόμενον προσδοῦναι , καὶ
ὅπως ἔσται προὐτρέψαμεν οὔτε τολμηθέντων ἥσθημεν οὔτε ἐν δίκῃ νῦν προσαιτεῖν ἠναγκάσμεθα καὶ ταῦτα οὐκ ὄντος τοῦ διδόντος τῷ κοινὴν
5703163 συμποτας
συμπόσιον , λῆξαι τὸν πότον , ἐκδειπνῆσαι , ἀπαναστῆναι τοὺς συμπότας , ἐξαναστῆναι , ἐξελθεῖν , ἀπαλλαγῆναι , ἐπὶ κοίτην
αὐτὸς καθ ' ἑαυτὸν καὶ οἱ σύνδειπνοι , καλεῖ τοὺς συμπότας τούτους τις τῶν εὐνούχων . καὶ ὅταν εἰσέλθωσι συμπίνουσιν
5702764 μεταστησαμενος
περὶ τῶν μεγίστων ἡ ἀρχὴ αὕτη ἀφανῶς δικάζει , καὶ μεταστησάμενος πάντας ἐνέκειτο ἐρωτῶν , ὅστις εἴη , ὁ δὲ
σά . Κύρῳ δὲ ἐπιμελὲς ἐγένετο τὰ Κροῖσος εἶπε , μεταστησάμενος δὲ τοὺς ἄλλους εἴρετο Κροῖσον ὅ τι οἱ ἐνορῴη
5702758 φιλοσοφωτερον
ἐπαιρόμενος , ἀλλὰ τὴν βασιλείαν καταφέρων καὶ ὁμαλίζων ἐς τὸ φιλοσοφώτερον . Ὁ δὲ Χρυσάνθιος οὐδὲ ταύταις ἑάλω ταῖς ἄρκυσιν
' ἄνω τε καὶ κάτω . τῶν δ ' ἰχθυοπωλῶν φιλοσοφώτερον γένος οὐκ ἔστιν οὐδὲν οὐδὲ μᾶλλον ἀνόσιον . ἐπεὶ
5702100 ὑπηρετικας
ὀξυτόνως καὶ θηλυκῶς , ἡ θανατηφόρος μοῖρα . κήρυκες οἱ ὑπηρετικὰς ἐπιτελοῦντες χρείας . κηρεσσιφορήτους τοὺς ὑπὸ τῆς εἱμαρμένης ἐνηνεγμένους
κήρυκες : οἱ ἄγγελοι , οἱ διάκονοι , οἱ τὰς ὑπηρετικὰς ἐπιτελοῦντες πράξεις . ἐκαλεῖτο δὲ καὶ τένος ἰθαγενῶν ,
5693345 ὑπισχνουμενων
δέοι τῶν κλήρους πολυταλάντους καὶ ἀρχὰς καὶ ἀθρόους τοὺς πλούτους ὑπισχνουμένων : καὶ γὰρ αὖ καὶ τούτους ὁρᾷς εὖ φερομένους
ἐπὶ τῇ βουλῇ καὶ τὸ κινδύνευμα ἐν ἐλαφρῷ ἐποιοῦντο , ὑπισχνουμένων αὐτοῖς πρεσβυτέρων τε καὶ νέων οὐκ ἐάσειν τὸν ἀγῶνα
5688819 εὐπορωτατους
δυνατωτάτους ἀεὶ διαβάλλων περιεποιήσατο τὴν δυναστείαν , καὶ τοὺς μὲν εὐπορωτάτους τῶν πολιτῶν ἀπέσφαξε , τὰς δὲ οὐσίας ἀναλαβὼν μισθοφόρους
κατὰ τὴν ἀκρόπολιν παράθεσις , ἣν Ἄγυρις ἠθροίκει πεφονευκὼς τοὺς εὐπορωτάτους τῶν πολιτῶν . ἀλλ ' ὁ Διονύσιος μετ '
5672278 ὠφελω
πρὸς οἷς ἱκέτευεν , ἔρχεται τρέμων , ἐγὼ δὲ οὐδὲν ὠφελῶ καὶ ταῦτα πολλοὺς ἐκ δεσμῶν λελυκὼς καὶ δόξης οὔσης
. . . Ἄλφω καὶ ἀλφῶ διαφέρει . ἄλφω τὸ ὠφελῶ , ἀλφῶ δὲ τὸ εὑρίσκω . Ἄβαξ καὶ ἀβάκιον
5670499 πρυτανειῳ
τῶν τιμούχων ζημιοῦται . Ἀλλὰ μὴν οὐδὲ τοῖς σιτουμένοις ἐν πρυτανείῳ ἔξωθεν προσεισφέρειν τι βρώσιμον ἔξεστι , μόνα δὲ ταῦτα
ὑπὲρ τῆς πόλεως στρατευόμενον καὶ πονοῦντα οὐ δέχονται ἐν τῷ πρυτανείῳ , τοὺς δὲ πρέσβεις ξένους ὄντας καλοῦσι καὶ ξενίζουσιν
5668251 αἱρουμαι
ὀρφανήν . εἰ δὲ μὴ δύναμαι ζῆν ὡς εὐγενής , αἱροῦμαι θάνατον ἐλεύθερον . ” τούτων ἀκούων δὲ ἔκλαιε προφάσει
τουτέστιν ἐκ δειλίας κινεῖ με ὁ φόβος φθέγξασθαι ἃ μὴ αἱροῦμαι . ὤπασας ] παρέσχες τοῖς ἀνδράσιν . ὤπασας ]
5666520 βασκαινειν
. τὸ δὲ ἀνάλογον ἐπὶ πάντων ἐστὶ τῶν ὁμοίων . βασκαίνειν οὐχὶ τὸ φθονεῖν δηλοῖ , ἀλλὰ τὸ λυπεῖν καὶ
οἱ ποιηταί , πείθω εἰς τὸ ἐμφανὲς προϊέναι καὶ μὴ βασκαίνειν τοῦ κάλλους τοῖς πολλοῖς ἀνθρώποις , καὶ συνεθίζων μὴ
5665116 διδασκεις
. ἐς ταὐτὸν ἥκεις συμφορᾶς : θρηνοῦσα δὲ τὸ σὸν διδάσκεις μ ' ἔνθα πημάτων κυρῶ . αὐτὴ μὲν οὔπω
ὀλίγου ἄξια εἰς τὴν τέχνην πορισαμένους , αὐτὴ δὲ ἄνωθεν διδάσκεις πῶς ἂν πειθὼ δημιουργοίη . καὶ οὐδὲ ῥᾳθυμότερόν σοι
5659683 οἰκουρους
χωροῦσιν : οἱ δὲ ἐπὶ φυλακῇ τῶν κτημάτων , οὓς οἰκουρούς τε καὶ δεσμίους λέγομεν : οἱ δὲ ἐπὶ τερπωλῇ
χωροῦσιν : οἱ δὲ ἐπὶ φυλακῇ τῶν κτημάτων , οὓς οἰκουρούς τε καὶ δεσμίους λέγομεν : οἱ δὲ ἐπὶ τερπωλῇ
5645113 ὑφορασθαι
τῶν δορυφόρων πρὸς ἀλλήλους διαψιθυρίζοντες . τὸ δὲ μέγιστον , ὑφορᾶσθαι δεῖ μάλιστα τοὺς φιλτάτους κἀξ ἐκείνων ἀεί τι δεινὸν
μᾶλλον ἢ ἐγκλημάτων οὐδὲν ὁ Εὐμένης ἀπολιπὼν ἐκέλευε τὴν σύγκλητον ὑφορᾶσθαι νέον ἐχθρὸν εὐδοκιμοῦντα καὶ γειτονεύοντα . ἣ δ '
5643017 συνηγορους
τὸν Ἀνατόλιον ἐλθών , ἠξίου βεβαιοῦν τὴν χάριν , καὶ συνηγόρους οὐκ ἐκάλεσε μόνους , ἀλλὰ σχεδόν τι πάντας τοὺς
μόναις ταῖς τῶν παρανόμων , μὴ ἐξεῖναι μήτε τῷ κατηγόρῳ συνηγόρους παρασχέσθαι , μήτε τῷ τὴν γραφὴν φεύγοντι . Οὐ
5642872 ξενιοις
συγχώρησιν τῆς κατὰ τὴν ἱερὰν στολὴν κατασκευῆς καὶ τιμηθεὶς ἀξιολόγοις ξενίοις ὑπὸ πολλῶν ἀνδρῶν τε καὶ γυναικῶν προεπέμφθη τὴν ἐκ
πόλεμον ποιησόμενοι ἥκοιεν ἀλλὰ ἐπιδείξοντες ὅτι φίλοι εἰσί . καὶ ξενίοις , ἢν μὲν ἔλθητε πρὸς τὴν Σινωπέων πόλιν ,
5641039 ἐθελετε
κακοῖς αὐτῶν ὑβρίζειν ἐῶντες αὐτούς . οἶμαι γάρ , εἰ ἐθέλετε σκοπεῖν , τοὺς αὐτοὺς εὑρήσετε καὶ τότε κακίστους καὶ
τῶν στρατηγῶν ἀξιοστρατηγότεροι . κἀγὼ δέ , εἰ μὲν ὑμεῖς ἐθέλετε ἐξορμᾶν ἐπὶ ταῦτα , ἕπεσθαι ὑμῖν βούλομαι , εἰ
5639301 Εὐκρατει
μήτε ἐμοὶ πιστεύεις μήτε Δεινομάχῳ ἢ Κλεοδήμῳ τουτωῒ μήτε αὐτῷ Εὐκράτει , φέρε εἰπὲ τίνα περὶ τῶν τοιούτων ἀξιοπιστότερον ἡγῇ
ἄν , ” ἦν δ ' ἐγώ , “ ἀπιστήσαιμι Εὐκράτει τῷ Δείνωνος , σοφῷ ἀνδρὶ καὶ μάλιστα ἐλευθερίῳ ,
5638476 ἐπᾳδων
, σκοπέειν τινὰ τὰ ἑωυτοῦ . τοῦτο οὖν ἐμαυτῷ πολλάκις ἐπᾴδων , ὡς ἑώρων εἰπεῖν βιαζομένους τοὺς νέους , οἴεσθε
δὲ μετὰ ταῦτα καὶ εἰς αὖθις περὶ αὐτῶν τούτων πειράσομαι ἐπᾴδων πείθειν . τὸ δέ μοι δεδομένον ὑπὸ σφῷν ἴτω
5635672 ἐκκλεψας
τοι οὐκ ἤρκεσε , ἀλλ ' ἀναπτερώσας αὐτὴν οἴχεαι ἔχων ἐκκλέψας . Καὶ οὐδὲ ταῦτά τοι μοῦνα ἤρκεσε , ἀλλὰ
, πρὸς θεῶν , καὶ μὴ παρῇς σαυτοῦ βροτοῖς ὄνειδος ἐκκλέψας ἐμέ . Οἴμοι , τί δράσω ; μήποτ '
5635082 παρεχεις
προσώπου σου κρυβήσομαι ” τοῦτ ' ἐστίν : εἰ μὴ παρέχεις μοι τὰ γῆς ἀγαθά , οὐδὲ τὰ οὐρανοῦ δέχομαι
δὲ καὶ πρὸς μισθὸν διδοὺς ἀνθρώποις τοῖς πονηροτάτοις τούτοις τε παρέχεις ἐξουσίαν μηδὲν ὑγιὲς πράττειν καὶ αὐτὸς ὅμοια τούτοις ἐγχειρεῖς
5632219 δυστυχουντα
πλεῖον μετεσχηκὼς παρὰ Σωκράτει , τὸ δὲ λοιπὸν πλῆθος ἠλέει δυστυχοῦντα τὸν Θηραμένη , οὐ μὴν ἐτόλμα βοηθεῖν , περιεστώτων
ὦ Ἥφαιστε καὶ Ἑρμῆ , κατελεησατέ με παρὰ τὴν ἀξίαν δυστυχοῦντα . Τοῦτο φής , ὦ Προμηθεῦ , ἀντὶ σοῦ
5632172 ἠδικησε
εἴτε διὰ φιλίαν ἢ δι ' ἔχθραν ἢ διὰ δῶρα ἠδίκησε , συμμερίζεται τὸ ἀδίκημα : πλεονεκτεῖ γὰρ καὶ αὐτὸς
μὲν λαβὼν πλέον μὲν ἔχει καὶ ἄδικα ἐποίησεν , οὐκ ἠδίκησε δέ , εἰ μὴ δώροις ἢ ἄλλῃ τινὶ πειθοῖ
5631822 ὀκνουντας
χρῶνται δὲ ταῖς νυξίν . οὔκουν ἦν εἰκὸς τοὺς οὐκ ὀκνοῦντας ἐκεῖνα τοῦτο φυλάξασθαι ; ἀλλ ' ἐξῄρηται τοσαῦτα τοσούτων
ἐκείνῳ τῷ ἔργῳ εἰς προθυμίαν : καὶ ὁρῶν τοὺς τριηράρχους ὀκνοῦντας διὰ τὸ χαλεπὸν τοῦ χωρίου , περὶ τῶν νεῶν
5631328 ἐκτινειν
τὴν ἐφ ' ὑμῖν οὖσαν κομιδὴν οὐχ οἷοί τε ἐγένεσθε ἐκτίνειν . οὐ μὴν ἀλλ ' εἰ καὶ ταύτης ἐστὲ
θρέμμα ᾖ , τὸν νικηθέντα περὶ αὐτοῦ δίκῃ τὴν τροφὴν ἐκτίνειν τοῖς ἄρχουσιν : τὴν δὲ κρίσιν διαδικάζειν ἐντὸς τριῶν
5621111 Αἰσχυνομαι
παιδίον ἀπέθανεν . ἰδὼν οὖν πλῆθος λαοῦ συνελθὸν ἔλεγεν : Αἰσχύνομαι εἰς τοσοῦτον ὄχλον μικρὸν παιδίον προφέρειν . Σχολαστικὸς οἰκίαν
δὲ μή , νενόηκ ' ἐγώ : μισῶμεν ἀλλήλους . Αἰσχύνομαι πλουτοῦντι δωρεῖσθαι φίλῳ , μή μ ' ἄφρονα κρίνῃ
5618972 ἐξοινος
τὰ δύο ὁ - ρῶν οἴεται τέσσαρα , ὥσπερ ἂν ἔξοινός τις ὢν οὗτος καὶ κραιπαλῶν τύχη , οἷα μὲν
τὰ δύο ὁ - ρῶν οἴεται τέσσαρα , ὥσπερ ἂν ἔξοινός τις ὢν οὗτος καὶ κραιπαλῶν τύχη , οἷα μὲν
5617270 καθημενους
. ἐπὶ τοῦ μὴ χρῆναι ἐπὶ ταῖς τῶν θεῶν ἐλπίσι καθημένους ἀργεῖν . Βαλανεὺς εἶ : ἐπὶ τοῦ πολυπράγμονος :
οὕτως ἀνιχνεῦσαι τὸ πρᾶγμα πολλάς τε ἡμέρας ἐπ ' αὐτῷ καθημένους καὶ οὐκ ἀνιέντας καὶ τοὺς ἔχοντας μὲν ἐλέγχειν ,
5611356 βριθω
ὁ ἥρως , οἷον : κούρην Βρισῆος : παρὰ τὸ βρίθω βρίσω Βρισεύς καὶ πατρωνυμικὸν Βρισηΐς : Βρισηΐς γὰρ λέγεται
τὸ ὑπάρχω , ὡς καὶ παρὰ τὸ ἥδω ἡδὺς , βρίθω βριθὺς , οὕτω παρὰ τὸ ἔω ἐΰς . Ἐϋῤῥεῖος
5611229 μεμηνεναι
πολλοῦ εἰς τὴν πατρίδα περίβλεπτός τε καὶ λαμπρὸς ἦν , μεμηνέναι προσποιούμενος ἐνίοτε καὶ ἀφροῦ ὑποπιμπλάμενος τὸ στόμα : ῥᾳδίως
γνόντες ἀπέσχοντο , μόνη δὲ Δημήτηρ οὐκ ἔγνω διὰ τὸ μεμηνέναι αὐτὴν διὰ τὴν ἁρπαγὴν τῆς Κόρης , ὅθεν λαβοῦσα
5604170 ἑκασταχοθεν
δὲ οὐδὲν δεῖ τὰς ἀκροπόλεις ἐχόντων , ἀλλ ' οἱ ἑκασταχόθεν μέγιστοι καὶ δυνατώτατοι τὰς ἑαυτῶν πατρίδας ὑμῖν φυλάττουσι :
τοῦτο μόνον καλῶς συντετάχθαι . καὶ μὴν τούς γε ἐπιτηδειοτάτους ἑκασταχόθεν ἐπιλέξαντες κέρδος οὐ μικρὸν τοῦτο εὕρεσθε : οὐ γὰρ
5595687 ἀπολειν
κατὰ τὸ ἔργον κινδυνευούσας . διατριβῆναι : διαφθαρῆναι . ʃ ἀπολεῖν τὸν χρόνον . κακοῖ τὸ ναυτικόν : ἤγουν εἰς
συμπράξειν τῷ σώματι , παθόντα δέ [ τι ] πάντας ἀπολεῖν τοὺς μετ ' αὐτοῦ . τὴν δὲ φάλαγγα τῶν
5594610 παρασιτειν
. Γυναικὶ δὴ πίστευε μὴ πίνειν ὕδωρ . Ὅτε τοῦ παρασιτεῖν πρῶτον ἠράσθην μετὰ Φιλοξένου τῆς Πτερνοκοπίδος νέος ἔτ '
κατὰ τὰ πάτρια . Ὃς δ ' ἂν μὴ θέλῃ παρασιτεῖν , εἰσαγέτω καὶ περὶ τούτων εἰς τὸ δικαστήριον .
5592328 δεξιωσαμενος
σιτηρεσίοις καὶ παντοίοις ἄλλοις δώροις , εὖ πεποιηκώς τε καὶ δεξιωσάμενος οὓς ᾔδει καλῶς ἀγωνισαμένους ἔτι τε δημηγορήσας καὶ πολλὰ
τῇ πηγῇ διώριστο , παρεληλύθει , τὴν μὲν ὁ πρόεδρος δεξιωσάμενος ἐκ τοῦ ὕδατος ἐξάγει , δύο παλαίσματα τοῦ Θερσάνδρου
5592327 χειροτονειν
Λαβοῦ λαβοῦ τῆς χειρὸς ὡς τάχιστά μου : μέλλω στρατηγὸν χειροτονεῖν Ἀγύρριον . * * * * Προσίσταταί μου πρὸς
καταφρονοῦντας τῶν ἰατρῶν . ὁμοίως κἂν ἐξουσίαν ἔχωμεν καὶ δυναστείαν χειροτονεῖν στρατηγούς , ὃν ὁ πατὴρ προστάξειε χειροτονήσομεν , ἀποπέμψαντες
5591304 ἐξηπατηκως
ἐν τῇ Ἑλλάδι ἐστέ : καὶ ἐγὼ μὲν ἔσομαι ὁ ἐξηπατηκὼς εἷς , ὑμεῖς δὲ οἱ ἐξηπατημένοι ἐγγὺς μυρίων ἔχοντες
⌉ , ἐξεληλεγμένος μὲν δῶρα κατὰ τῆς πόλεως εἰληφώς , ἐξηπατηκὼς δὲ καὶ τὸν δῆμον καὶ τὴν βουλὴν παρὰ τὴν
5589157 ἡσσονας
παιδιᾶς , τοῦτο δὲ ἐκ τοῦ ἐπανίστασθαι τῶν θάκων τοὺς ἥσσονας τῶν βελτίστων ἑκόντας , ἃ καὶ νῦν ἔτι φυλάσσεται
, οὐδὲ κατίσχει : ὃς δέ κε κέρδεα εἰδῇ ἐλαύνων ἥσσονας ἵππους , αἰεὶ τέρμ ' ὁρόων στρέφει ἐγγύθεν ,
5589135 κατελαβες
. . . : μὴ μνησικακήσηις , εἰ σὺ Φυλὴν κατέλαβες ] ὅτι μετὰ τὸ κατελθεῖν τοὺς μετὰ Θρασυβούλου Φυλὴν
] ἄρτος σκληρός πανουργήσας ] κλέψας εἰ . . . κατέλαβες ] ἐὰν ἐπλούτησας τὰ γὰρ ] ναί ταὐτομολεῖν ]
5585262 δωρουμενον
ἀζημίους δ ' ὠφελείας καὶ συνόλως ἀμιγῆ κακῶν τὰ ἀγαθὰ δωρούμενον ὕμνοις τε καὶ εὐδαιμονισμοῖς καὶ εὐχαῖς θυσίαις τε καὶ
οὐκ ἂν οὕτω ἄφθονα συναγάγοι ὥστε μὴ ἐπιλείπειν διδόντα καὶ δωρούμενον : εἶτα αὕτη αὖθις δευτέρα κακία προσγίγνεται μετὰ τὴν
5584686 δυσνους
τῶν πραγμάτων σεμνῶς : εἶθ ' ἡ αἰτία τοῦ παραλειφθέντος δύσνους γὰρ ἦν περὶ τὴν πόλιν καὶ ἄδικος πάνυ :
ἧς γνώμης ὁ πράξας πέ - πραχεν : ὅτι οὐ δύσνους ὢν οὐδὲ ἐπιβουλεύων καὶ ἑξῆς . Σωπάτρου . Ἡ
5583910 εἰσαγων
μὲν ἐκεῖνον ἐκπολεμῶν , εἰς δὲ τὴν μερίδα τὴν ἡμετέραν εἰσάγων , κἀν τοῖς συλλόγοις οὐκ ἀκινδύνους μέν , ἡδίστους
ἡμᾶς συγκοινωνεῖν ταῖς ματαίαις συμβουλίαις . Μάνδρας ἔσω πρόβατα ποιμὴν εἰσάγων μετ ' αὐτῶν καὶ λύκον ἤμελλε συγκλεῖσαι , εἰ
5581188 αἰσχροκερδης
ἀγερμός , βωμολοχία , θητεία . Φιλάργυρος , φιλόχρυσος , αἰσχροκερδής , φιλοχρήματος , φιλοκερδής , φιλοχρηματιστής , χρηματιστικός ,
καταχθέντας , ἀπάνθρωπος , ἐπαχθής , ἄπληστος , ἄμετρος , αἰσχροκερδής , βίαιος , ἀποπνίγων , πιέζων , λωποδυτῶν ,

Back