περὶ ψυχῆς ποιήσασθαι τὸν λόγον καὶ τῆς τῶν θείων ψυχῶν χορείας καὶ περὶ τῆς συμπεριπολήσεως τῶν τε ἄλλων καὶ τῶν
δὲ τῆς μουσικῆς , ὃ νυνδὴ σχεδὸν ἥμισυ διεληλυθέναι τῆς χορείας εἴπομεν καὶ διαπεπεράνθαι , καὶ νῦν οὕτως εἰρήσθω :
6847092 φημας
τὴν Ἤλιδα , ὅτι πολλοὶ ξένοι ἐκεῖσε ἤρχοντο ἀγωνισόμενοι . φήμας δὲ ὄπισθεν , οἷον τῇ φωνῇ ἀκολουθῶν : ὡς
, ἐν οἷς ἀποθήσεται τὰ τῶν θεῶν ὀνόματα καὶ τὰς φήμας αὐτῶν . Οἷς μὲν οὖν ἡ μνήμη ἔρρωται ,
6706099 τελετας
: δαίμονές τινες κομψοὶ τὰ εἰς ὄρχησιν καὶ εἰς Διονύσου τελετάς , οἱ Σάτυροι . Εὔπολις . σιλλαίνει : μυλλαίνει
κάλλιστον , ὁ Διονύσιος διδάσκων ὡς ἀληθῶς τὰς τῶν θεῶν τελετάς . ταῦτα διεγείρει πρεσβύτας , ταῦτα συγκαλεῖ νέους ,
6700261 Εἰλειθυιας
Διός , Ἡλίου , Ἑρμοῦ , Ἀπόλλωνος , Πανός , Εἰλειθυίας , ἄλλων πλειόνων . τὸν δ ' ἀέρα προσαγορεῦσαί
πολιορκῶν οὐδὲν ἀνύσει διὰ τὸ ἐπικοινωνεῖν τῷ Αἰγοκέρωτι τὸ τῆς Εἰλειθυίας ζῴδιον ἀκέφαλον ὄν , ἐν δὲ ταῖς τελευταίαις ὥραις
6630804 σειρας
ἐκκλησίᾳ τῶν θεῶν δημηγορῶν , ὁπότε ἠπείλεις αὐτοῖς ὡς ἀπὸ σειρᾶς τινος χρυσῆς ἀναρτησόμενος τὰ πάντα : ἔφησθα γὰρ αὐτὸς
ἐκ στοιχείων , οὔτε ἐκ μερῶν , ἀλλά τις οἷον σειρᾶς ἐστι πρόοδος καθ ' ὑπόβασιν προποδίζουσα πρώτων καὶ μέσων
6627331 λαμπαδος
ποῖός σοί τις δοκεῖ εἶναι ; ” Φανὸς ἐπὶ τῆς λαμπάδος , ἀλλὰ μὴ ἐπὶ τοῦ κερατίνου λέγε : τοῦτο
Ἀνδροκλέης πολεμαρχεῖ τίς δέ ς ' ἐτύφλωσεν ; τίς ἀφείλετο λαμπάδος αὐγάς ; Ἐπειοῦ δειλότερος κεράμιον οἰνηρόν κυρηβάσασθαι Κἀγὼ γὰρ
6574799 ἀστραπας
ἂν οὐδ ' ἡ Περικλέους : ἐκείνου μέν γε τὰς ἀστραπὰς καὶ βροντὰς καὶ πειθοῦς τι κέντρον δόξῃ παραλαβόντες ,
τῶν διαπύρων λίθων καθιεμένων εἰς ψυχρὸν ὕδωρ πάθος . Ξενοφάνης ἀστραπὰς γίνεσθαι λαμπρυνομένων τῶν νεφῶν κατὰ τὴν κίνησιν . Ἐμπεδοκλῆς
6564143 θεας
ἐσεβάσθη † μου ὁ τοῦ νοῦ ὀφθαλμὸς ὑπὸ τῆς τοιαύτης θέας . Οὐ γάρ , ὥσπερ ἡ τοῦ ἡλίου ἀκτίς
ἢ πετόμενον ἄνθρωπον ἢ λιθούμενον . καὶ τῷ ἔρωτι τῆς θέας ταύτης δοὺς ἐμαυτὸν περιῄειν τὴν πόλιν , ἀπορῶν μὲν
6488961 ἀκαμαντοποδος
οὔ νιν διώξω : κεινὸς εἴην . Ἐλατὴρ ὑπέρτατε βροντᾶς ἀκαμαντόποδος Ζεῦ : τεαὶ γὰρ Ὧραι ὑπὸ ποικιλοφόρμιγγος ἀοιδᾶς ἑλισσόμεναί
λόγος : ὑπέρτατε βροντᾶς ἐλατὴρ Ζεῦ : οἷον ἡνίοχε . ἀκαμαντόποδος δὲ , μὴ καμνούσης τοὺς πόδας . ἀκοπιάστου καὶ
6474790 ἁγιας
τὰς ἀποκαλύψεις καὶ τὰ ὁράματα ἅ μοι ἔδειξεν διὰ τῆς ἁγίας Ἐκκλησίας αὐτοῦ τελειώσῃ , ἵνα με ἰσχυροποιήσῃ καὶ δῷ
[ , . ] περὶ τούτων τά τε ἐπὶ τῆς ἁγίας κιβωτοῦ ἱστορούμενα μηνύει τὰ τοῦ νοητοῦ κόσμου τοῦ ἀποκεκρυμμένου
6442165 γονας
βουλόμενος τῆς αὑτοῦ φύσεως ὅτι πλεῖστον καὶ ἀκριβέστατον εἰς τὰς γονὰς καταθέσθαι . ἦν γὰρ ὑπὲρ τῶν ὅλων ἡ βουλὴ
τείνων , χθόνιαι φλέβες γελῶσιν . Χθονοφοίτορες δὲ Μοῖραι κρυφίας γονὰς ἀρούρης πάλιν εἰς φάος καλοῦσι , χθόνα ποικίλην τελοῦσαι
6437353 τελετων
τελείαις νοῦν καθαρθέντα : ὃν καὶ μύστην γεγονότα τῶν θείων τελετῶν καὶ συμπεριπολοῦντα ταῖς τῶν οὐρανίων χορείαις καὶ περιόδοις ἐγέραρεν
καλουμέναις νύμφαις ὁμαρτεῖ . καὶ Νεάνθης ἐν τῷ πρώτῳ Περὶ τελετῶν φησι χρησμὸν Διῒ δοθῆναι , ὅτι ὁ ἐκ τῆς
6354715 κεστος
κεντός : καὶ ἀποβολῇ τοῦ ν , καὶ προσθέσει , κεστὸς ἀκεστός : καὶ τὸ θηλυκὸν ἀκεστὴ , καὶ τροπῇ
: τὰς γαίας . Ἀκήν : ἡσυχίαν . κεστούς : κεστὸς ἔνδυμα Ἀφροδίτης . Ἐχθαίρω : νεμεσῶ . Ποντογενείας :
6344164 μαντειας
ἦλθον οἱ ἀποσταλέντες παρ ' ἐκείνου , ἀναγγέλλοντες καὶ μηνύοντες μαντείας ποικίλας καὶ αἰνιγματώδεις καὶ ἀσαφεῖς : τοῦτο γὰρ δηλοῖ
περιϊέναι τὴν Ἑλλάδα κύκλῳ μετὰ βέλους καὶ χρησμούς τινας καὶ μαντείας λέγειν , ὡς ἔνθους . Λυκοῦργος δὲ ὁ ῥήτωρ
6339838 Ὡρας
τὰ δέοντα ποιεῖν , μή πως ὀκνήσας κινδύνῳ περιπέσῃ . Ὥρας δέ ποτε χειμῶνος τυγχανούσης , μύρμηκες σῖτον ἡλίαζον βραχέντα
ἐν πενιχρᾷ ἐσθῆτι ἢ ζῆν ἀδόξως ἐν πλούτῳ γαυρούμενον . Ὥρας δέ ποτε χειμῶνος τυγχανούσης , μύρμηκες σῖτον ἡλίαζον βραχέντα
6325658 τελετης
δὲ παρὰ Χαλδαίων καὶ μάγων , ἃ δὲ παρὰ τῆς τελετῆς τῆς ἐν Ἐλευσῖνι γινομένης , ἐν Ἴμβρῳ τε καὶ
ἡ σύνοδος γέγονεν αὕτη ; γάμου τοῦ νεανίου δηλονότι καὶ τελετῆς ἐρωτικῆς : τί οὖν οὐκ ἤδη τὸ πρᾶγμα τελεῖται
6319049 ἐπιπνοιας
δυσκράτητον . δυσκάθαρτον : ἀκάθαρτον . ἐπταικότα : πταίσαντα . ἐπιπνοίας : ἐπιπνεύσεως . εὐτελοῦς : ταπεινῆς . ἔχθους :
γάρ τοι καὶ τοῖς καταλογάδην , ἔφην , ἐνθέου τινὸς ἐπιπνοίας , εἰ μέλλουσιν μὴ ταπεινοὶ φανεῖσθαι καὶ φαύλης φροντίδος
6318028 κιθαρας
γυναικὶ τῇ καὶ τοῦ γένους ἀξίᾳ . Τῆς Ὀρφέως ἀπόζεις κιθάρας ἐν τῷ λέγειν : ὁ Ὀρφεὺς γέγονε μουσικὸς Θρᾷξ
διὰ τοὺς τῶν χορευτῶν πόδας : ἀκούουσι γὰρ ἐκεῖνοι τῆς κιθάρας : τουτέστιν , ὁποῖόν ἐστι τὸ μέλος αὐτῆς ,
6315779 γαμηλιου
ἀνάγκης , ἵδρυται γὰρ ἐν Βερροίᾳ . μετὰ δὲ τοῦ γαμηλίου Διὸς σὺ κύριος γενέσθαι τοὺς γάμους , ἢν ἀναλῦσαι
θανεῖν ἐλευθεροῦται φιλαιάκτων κακῶν . ἐλθέτω μόρος , πρὸ κοίτας γαμηλίου τυχών . ἀμφυγᾶς τίν ' ἔτι πόρον τέτμω γάμου
6299845 βροντας
διοικητὴν αὐτὸν τῶν οὐρανίων πάντων φησίν . . Ἐλατὴρ ὑπέρτατε βροντᾶς ] ὡς ἐπὶ ἵππου χρῆται τῷ λόγῳ : ἴσως
ἴσθι τόδ ' ἔμπεδον , οὐδ ' εἰ πυρφόρος ἀστεροπητὴς βροντᾶς αὐγαῖς μ ' εἶσι φλογίζων . Ἐρρέτω Ἴλιον ,
6293180 μουσης
τοῦ μέλους ὑποχαλᾶν , καὶ ὅ τι ποτέ ἐστι τῆς μούσης σύντονον ἐᾷ , πᾶν δὲ ὅ τι γλύκιστον αὐλῳδίας
, ᾧ δὴ τὴν ἀρχὴν τῆς Ἑλληνικῆς τε καὶ νομικῆς μούσης ἀποδιδόασι , τό τε τῆς ἁρμονίας γένος ἐξευρεῖν φασι
6291777 ἱερουργιας
καὶ καθιδρύσεις ἀγαλμάτων καὶ δὴ καὶ εἰς τὰς τῶν θυσιῶν ἱερουργίας . Οὐδὲ γὰρ ἂν ἄλλως τοῖς ἐπὶ γῆς τόποις
τοῦ Καρκίνου αʹ δωδεκατημόριον σημαίνει περὶ ἀρχῆς ἢ ἀρχιερωσύνης ἢ ἱερουργίας , τὸ βʹ περὶ μεγάλου πράγματος καὶ ἀξίας καὶ
6285069 Ἰαπετον
τοῦ οὐρανοῦ καὶ ὀξυτάτης ταύτης πάσης κινήσεως : διὸ καὶ Ἰαπετὸν κληθῆναι παρὰ τὸ ἴεσθαι καὶ πέτεσθαι , ὑπὸ τῶν
. . ἀποθραυσθῇς ] τῆς κοσμιότητος καὶ σεμνότητος ἀποπέσῃς . Ἰαπετὸν ] ἀρχαῖον ⌈ καὶ / μωρόν : ὁ γὰρ
6252009 θρησκειας
καὶ ταῖς λοιπαῖς κατ ' αὐτὸν ἱστορίαις περί τε τῆς θρησκείας τῆς Αἰγυπτιακῆς καὶ τῶν βασιλέων αὐτῶν . Τί δέ
ἀπονέμων καὶ τοὺς ἐπιμελησομένους αὐτῶν ἱερεῖς καθιστὰς ἁγνείας τε καὶ θρησκείας καὶ καθαρμοὺς καὶ τὰς ἄλλας θεραπείας καὶ τιμὰς πάνυ
6246619 χορειαις
. . . . | εἴδεσι χαίρει ταῖς τῶν ἀνθρώπων χορείαις φαινόμενος : ἂν μουσικὴν ποθῇς τινα λύραν , ἐγγὺς
διὰ βίου μουσικὴν ἀσκεῖν , καὶ μέλεσι καὶ ῥυθμοῖς καὶ χορείαις ἐχρῶντο δεδοκιμασμέναις , ἔν τε ταῖς ἰδιωτικαῖς εὐφροσύναις κἀν
6229970 Μοιρας
παρέστησεν ὁ χρυσοκόμης Ἀπόλλων τὴν Εἰλείθυιαν κεχαρισμένα φρονοῦσαν καὶ τὰς Μοίρας . ἡ δὲ ἔνδειξις οὐ μόνον περὶ εὐτοκίας ,
ἔπραττον ἢ ἐπεκέκλωστό μοι ὑπὸ τῆς Μοίρας ; Ὑπὸ τῆς Μοίρας δηλαδή . Οὐκοῦν καὶ οἱ χρηστοὶ ἅπαντες καὶ οἱ
6204910 ἐπισημασιας
: . . . . . Καὶ τούτων ἀνέγραψα τὰς ἐπισημασίας καὶ κατέταξα κατά τε Αἰγυπτίους καὶ Δοσίθεον , Φίλιππον
ἐπιπολάσας , τῇ μὲν ἐκκριτικῇ δυνάμει διωθεῖται κατὰ τὰς παροξυσμῶν ἐπισημασίας . ἀμέλει καὶ ῥῖγος ἐπισυμβαίνει ὧδε , θέρμη δ
6182530 Καλλιοπης
οὐκ εἶναι τὰ θεῶν δῶρα οἶσθά που ἐξ ἑνὸς τῶν Καλλιόπης θιασωτῶν ἀκούσας . ὁρᾷς γὰρ καὶ τὰς μελίττας ,
. ἔτι δὲ Κρόνου τινές , ἄλλοι δὲ Διὸς καὶ Καλλιόπης φασὶ τοὺς Κορύβαντας τοὺς αὐτοὺς τοῖς Καβείροις ὄντας ,
6176231 οὐρανιας
διακρίνουσα τὰς ψυχὰς ἀπ ' ἀλλήλων , καὶ τὰς μὲν οὐρανίας , τὰς δὲ δαιμονίας , τὰς δὲ ἀνθρωπικὰς ποιοῦσα
ἴδιον τῆς ψυχικῆς περιόδου : τὸ δὲ τῆς περιφορᾶς τῆς οὐρανίας νοήσεως . Τὸ δὲ καθορᾷ μὲν αὐτὴν δικαιοσύνην ,
6161392 ὑμνησον
ἀστραπῆς αἴτιον ἐπίνειμαι , ἤγουν ἐπέξελθε , τόξευσον , τουτέστιν ὕμνησον τοιοῖσδε μέλεσιν , ἤτοι διὰ τοιούτων ποιημάτων , καὶ
ὡς ἐξευμενίζων ὁ θρῆνος τοὺς θεούς . Ξ παιάνισον ] ὕμνησον . Ξ παιάνισον ] κρότησον . Ξ παιάνισον ]
6145763 ἀναβλεποντες
ἐτεθήπεσαν , ὥσπερ ἐς ἀνδριάντα τινὰ καὶ τὸ κολοσσὸν μόλιν ἀναβλέποντες : οὕτω τὰ πάντα ἦν ὑπὲρ ἄνθρωπον . τήν
τοὺς σπόγγους καὶ τὰς ἐγκεντρίδας ἀναδραμεῖν εἰς τοὺς τοίχους : ἀναβλέποντες δὲ ἐκεῖνοι καὶ θαυμάζοντες τὰς τέχνας , λαβεῖν αὐτὸν
6136985 Νυμφας
εἰς τὴν πήραν ἐνθέμενος οὐ πρόσθεν ἀπῆλθε , πρὶν τὰς Νύμφας εὐφημῆσαι καὶ αὐτὴν τὴν θάλασσαν : καίπερ γὰρ αἰπόλος
ὅτε τὰς βοῦς ἀπελαύνων Γηρυόνου παρεγένετο . τινὲς δὲ τὰς Νύμφας ἀναδοῦναι αὐτὰ , ὡς ὁ Πίνδαρος . θερμὰ Νυμφᾶν
6136733 νυμφας
ὕδατι τότε πρῶτον ἐπόθη κεκραμένον : διόπερ ὀνομασθῆναι τὰς πηγὰς νύμφας καὶ τιθήνας τοῦ Διονύσου , ὅτι τὸν οἶνον αὐξάνει
Μαλιάδες ψίττα Ῥοιαί ψίττα Μελίαι παρθένων ἦν : τὰς γὰρ νύμφας εὐφημοῦσαι θέουσι , παροξύνουσαι ἀλλήλας εἰς τάχος . τὸ
6136568 ἀτραπους
ἀλλ ' ἀστίβητον οἶμον ἀλλ ' ὅστις διήνυσε καὶ ἐπορεύθη ἀτραποὺς καὶ ὁδοὺς νέρθε τῆς θαλάσσης ἤτοι ὑποκάτωθεν , εἶτα
σιφνεύς , κευθμῶνος ἐν σήραγγι τετρήνας μυχούς , νέρθεν θαλάσσης ἀτραποὺς διήνυσε , τέκνων ἀλύξας τὰς ξενοκτόνους πάλας καὶ πατρὶ
6128099 βυθους
κυάμου λέψας κολοκάσιον ἐντμήξας τε . ἠὲ καὶ ὄστρεα τόσσα βυθοὺς ἅ τε βόσκεται ἅλμης , νηρῖται στρόμβοι τε πελωριάδες
Γεωργικοῖς τάδε τῶν ὀστρέων καταλέγει : ἠὲ καὶ ὄστρεα τόσσα βυθοὺς ἅτε βόσκεται ἅλμης , νηρῖται στρόμβοι τε πελωριάδες τε
6125291 δυσκριτους
Παλαμήδῃ προσῆψεν : ἴσως δὲ κἀκείνῳ Προμηθέως . , : δυσκρίτους : Δυσκαταλήπτους , δυσγνώστους : οἷον ὁ Ὠρίων ὅταν
τοῦ τινὰς μὲν κλείειν , τινὰς δὲ δοκεῖν . : δυσκρίτους ] Δυσνοήτους . : ἐνοδίους ] Τοὺς ἐξ ὑπαντήσεως
6122573 καρποφορου
γὰρ περιττὸν ἀναχυθείη τὸ ῥεῦμα , λιμνῶδες καὶ τελματῶδες ἀντὶ καρποφόρου γῆς ἔσται τὸ πεδίον . πρὸς εὐφορίαν οὖν μεμετρημένης
αὐτῶν ἀκμαζούσας ἤδη σπορολογεῖσθαι τὰς ἀρούρας καὶ τὰ κράτιστα τῆς καρποφόρου ἐλωβήσαντο . . Ὅτι Κοίντου Σερουιλίου τὸ τρίτον [
6119879 ὠδινος
τι περὶ τοῦ σοῦ κυήματος ἄφροντις γενόμενος καὶ τῆς ἐμῆς ὠδῖνος συμφροντίσαις . Ὡς οὖν ἐδόκει αὐτῷ , καθίσαντες ἐπὶ
, ὑπονοεῖσθαι μόνον δίδωσιν ἑαυτό , καὶ τοῦτο μέχρι μόνης ὠδῖνος , καὶ ὅσα περὶ τούτου προείρηται , ἐπεὶ οὐδὲ
6112550 Λητους
Ζεὺς δὲ ἐμέλλησε ῥίπτειν αὐτὸν εἰς Τάρταρον , δεηθείσης δὲ Λητοῦς ἐκέλευσεν αὐτὸν ἐνιαυτὸν ἀνδρὶ θητεῦσαι . ὁ δὲ παραγενόμενος
εὐγενῆ , Σαπφόος Σαπφοῦς τὴν Σαπφόα τὴν Σαπφώ , Λητόος Λητοῦς τὴν Λητόα τὴν Λητώ : πρόσκειται δηλονότι ἐπὶ ἀρσενικῶν
6105741 Νησω
τῆς Θρᾳκίας ἐλθὼν τὰς τοῦ Τεύκρου βασιλέως θυγατέρας ἔγημε , Νησὼ καὶ Βατείαν . καὶ ἐκ μὲν τῆς Νησοῦς ἦν
καὶ τὴν κεφαλὴν ἤγουν τὸν νοῦν ἐν δεινοῖς λόγοις . Νησὼ δὲ μήτηρ σιβύλλης . * τὴν σίβυλλαν λέγει θυγατέρα
6102130 διακονιας
. ὕστερον δὲ ἐνομίσθη ἐδέατρον καλεῖν τὸν ἐπιστάτην τῆς ὅλης διακονίας καὶ παρασκευῆς . ἐθάς : φίλος , συνήθης .
καὶ φαῦλον ἰατρὸν ὑπηρέτην οὐ καλοῦμεν Ἀσκληπιοῦ καὶ τῆς Ἄρεως διακονίας ἐκβάλλομεν τὸν ἀδίκοις ἐπιχειροῦντα σφαγαῖς καὶ προπέτειαν ἀθλητοῦ τὸν
6084168 ἐφημεριων
Αἰγύπτου γαίης προκαθήμενος ἠδὲ Κανώπου , ἐξ ἀρετῆς ἕνα πρῶτον ἐφημερίων θεραπεύσας . Νῦν δ ' ἤτοι ἐρέω μάλ '
ἀοιδῇ . Οὐρανίων ἄστρων ἀτραπούς , πλάστιγγας Ἀνάγκης , ᾗσιν ἐφημερίων μερόπων γένος ἐκμεμέτρηται Μοιράων τε κέλευθα βροτήσια , καὶ
6078091 ᾠδης
οὐρανὸν ἀηδόνες ἀπὸ γῆς ἵπτανται : τολμᾷ γὰρ ἀνάγειν ὑπὲρ ᾠδῆς εἰς αὐτὸν οὐρανὸν ὁ μῦθος ὄρνιθας . . .
τὸν νόμον τὸν ἁρμόζοντα τοῖς ἱππικοῖς διὰ μολπῆς , ἤγουν ᾠδῆς , Αἰολίδος , ἤγουν Θηβαϊκῆς ἢ Πινδαρικῆς . πέποιθα
6058602 πανδημου
περιφανὲς τὸ τοῖς μαθηταῖς ἐνδιδόναι μικρὰν ἐντεῦθεν ἔχειν ῥᾳστώνην εἴτε πανδήμου τινὸς ἑορτῆς ἀγομένης εἴτε σύγγραμμα νέου πεπληρωκότος , ἐφ
κατεῖχε καὶ σκότος . Ἑταίρα ὄνομα , οὐκ ἐκ τοῦ πανδήμου καὶ ἀσελγοῦς ἐπιτηδεύματος . αἰσχύνασαι τὴν λατρείαν τὴν περὶ
6049230 χορους
δ ' ἄπο καὶ χαροποιῶν : τουτέστι : καταπαύσαντες τοὺς χοροὺς καὶ τὰς ᾠδὰς καὶ τὰς θυσίας οἱ ἄνδρες ἀνεπαύοντο
, Ἀρτέμιδι , καὶ κατ ' ἀγυιὰς κρατῆρας ἱστάμεν καὶ χοροὺς καὶ στεφαναφορεῖν καττὰ πάτρια θεοῖς Ὀλυμπίοις πάντεσσι καὶ πάσαις
6046224 ἁγιστειας
οἱ Ἀρμένιοι σέβονται . αἱ μὲν οὖν ἱεροποιίαι μετὰ μείζονος ἁγιστείας ἐνταῦθα συντελοῦνται , καὶ τοὺς ὅρκους περὶ τῶν μεγίστων
σωμάτων κοινωνίας εἰ μὴ δώσει τις τὸν τοιοῦτον τρόπον τῆς ἁγιστείας , ἀμφοτέρων διαμαρτήσει , καὶ τῶν ἀύλων ἀγαθῶν καὶ
6030704 Ῥεας
τῆς οἰκίας , ὅτε ἐτίκτετο , καὶ τύμπανα ἠκούετο ἐκ Ῥέας , ἐλέγοντο δὲ καὶ αἱ Νύμφαι χορεῦσαί οἱ καὶ
κατὰ τὴν νύκτα , τὴν σεμνὴν θεόν . λέγεται δὲ Ῥέας ἱερὸν πλησίον τῶν Πινδάρου οἴκων εἶναι . φησὶν οὖν
6028173 ἰουσας
θάνατον μηδὲ προαπόλλυσθαι , καὶ ἐπιστολὰς τὰς μὲν δεῦρ ' ἰούσας οὐκ ἄνευ δακρύων ἐδεχόμην , πέμπειν δὲ οὐ μάλα
ὁδοὺς , ἤτοι τὰς δυσχερεῖς καὶ οὐ κατ ' εὐθεῖαν ἰούσας , προσείπατε , ἀρξάμεναι κατὰ τάξιν ἀπὸ τοῦ δυτικοῦ
6009238 Μουσας
λεπταὶ ῥήσιες Ἡσιόδου μουσοπνόων στομάτων . Ὡς δὲ ποιητὴς τὰς Μούσας καλεῖ ἵνα δόξῃ τὸ ποίημα εἶναι Μουσῶν . Ὁ
ἢ καὶ εἰς τὸν ἔπειτα χρόνον ἔσονται τὴν περὶ τὰς Μούσας παιδείαν τε καὶ παιδιάν , οἰόμεθα ἐξέσεσθαι τοῖς ποιητικοῖς
6006936 ἁγνας
ἀρετήν . τῶν δὲ τυχὼν Ἑρμῆν καὶ Μούσας ἱλάσομ ' ἁγνάς οὐ δαπάναις τρυφεραῖς , ἀλλ ' ἀρεταῖς ὁσίαις .
δὲ αἰθέρος ἀντὶ τοῦ ἀέρος ἐκδεξώμεθα : ἔνθα ποθ ' ἁγνάς : ὅπου λέγεται ὑπὸ τῶν Μουσῶν τὴν ἐν μουσικῇ
5991412 Περσεφονης
ἀγκάλαις τῆς Ἀφροδίτης , ὥσπερ καὶ ἐν ταῖς ἀγκάλαις τῆς Περσεφόνης . τοῦτο δὲ τὸ λεγόμενον τοιοῦτόν ἐστιν ἀληθῶς :
. μηνίσασα : ὀργισθεῖσα . Δημήτηρ : ἡ μήτηρ τῆς Περσεφόνης . ἀμάθυνεν : ἠφάνισεν . ἐπεμβαίνουσα : τύπτουσα .
5989084 Ὑπερμνηστρας
Κρηθέως τοῦ Αἰόλου τοῦ Ἕλληνος τοῦ Διός , μητρὸς δὲ Ὑπερμνήστρας τῆς Θεστίου τοῦ Ἄρεως : σφάγια δ ' ἅμ
φυλάξαντα . Λέγεται οὖν διὰ τοῦτο τὰς Δαναΐδας , ἄνευ Ὑπερμνήστρας , ἐν Ἅιδου κατακριθῆναι εἰς τετρημένον πίθον ὕδωρ ἀντλεῖν
5975104 Κορης
τρίτος δέ ἐστιν Αἰγινήτου Κάλλωνος : ὑπὸ τούτῳ δὲ ἄγαλμα Κόρης τῆς Δήμητρος ἕστηκεν . Ἀρίστανδρος δὲ Πάριος καὶ Πολύκλειτος
τὸν Πλούτωνα μεθ ' ἅρματος ἐπελθόντα ποιήσασθαι τὴν ἁρπαγὴν τῆς Κόρης . τὰ δὲ ἴα καὶ τῶν ἄλλων ἀνθῶν τὰ
5972171 Λατοι
* * * ἄγοις , ὦ κλυτά , θεράποντα , Λατοῖ * * * ἀγοράζειν Ὦ Πάν , Ἀρκαδίας μεδέων
οἷον Ὁ Μουσαγέτας με καλεῖ χορεῦσαι ἄγοις ὦ κλυτὰ θεράποντα Λατοῖ . Ἐπιωνικὸν δὲ ἀπὸ μείζονος τρίμετρον καταληκτικόν ἐστι ,
5969987 Εἰδυια
Αἰήτης δὲ πανύστατος ὦρτο θύραζε , ἐκ δ ' αὐτὴ Εἰδυῖα δάμαρ κίεν Αἰήταο , Χαλκιόπης ἀίουσα . τὸ δ
Νηρηΐδος † τέκνον ἄρτι βλάστεσκε † , τὴν δ ' Εἰδυῖα πρίν ποτ ' Ὠκεανοῦ τίκτει κόρη κρημνούς τε καὶ
5961898 Χαριτας
αὐτὴν ἤδη τὴν ἐς ἀκρόπολιν Ἑρμῆν ὃν Προπύλαιον ὀνομάζουσι καὶ Χάριτας Σωκράτην ποιῆσαι τὸν Σωφρονίσκου λέγουσιν , ᾧ σοφῷ γενέσθαι
τε ἱερὰ εἶναι καὶ οἰκεῖα τῷ ἐς Ἄδωνιν λόγῳ , Χάριτας δὲ Ἀφροδίτῃ μάλιστα φίλας εἶναι θεῶν : ἀστράγαλον δὲ
5953083 Δωδωνιδας
Πληιάδες εἴρηνται . Φερεκύδης δὲ . . . τὰς Ὑάδας Δωδωνίδας νύμφας φησὶν εἶναι καὶ Διονύσου τροφούς . . .
„ . καὶ Σοφοκλῆς Ὀδυσσεῖ ἀκανθοπλῆγι ” τὰς θεσπιῳδοὺς ἱερίας Δωδωνίδας ” . Ἀπολ - λόδωρος δὲ ἐν αʹ περὶ
5951543 συνελευσεις
αἰσχροποιούς , ἀκαθάρτους πρὸς τὰς συνουσίας , ἀθεμίτους πρὸς τὰς συνελεύσεις , ἐπιβουλευτικοὺς θηλυκῶν προσώπων καὶ μάλιστα τῶν οἰκειοτάτων ,
Κρόνου , τουτέστιν Αἰγόκερω καὶ Ζυγῷ , συγγενικὰς ποιοῦσιν τὰς συνελεύσεις . ὡροσκοπήσαντι δὲ ἢ μεσουρανήσαντι τῷ προειρημένῳ σχήματι ἡ
5944411 πανηγυρεις
] τοῖς καταγγελεῦσι τῶν μυστηρίων . καθόλου πάντες οἱ τὰς πανηγύρεις καταγγέλλοντες σπονδοφόροι . . . . μυστηριώτιδας ] τὰ
. κἀντεῦθεν δὲ ἄδηλον , ἤτοι ἀγλαΐαν τὴν κατὰ τὰς πανηγύρεις φησί , καθ ' ἣν πάντες γαννύμενοι τερπόμεθα ,
5935268 ἐκεχειριας
ἄλλό ἐστιν , ἢ διάλυσις καὶ ταραχὴ τῆς ἐν σώματι ἐκεχειρίας , ἐπειδὰν αὖθις συμπεσόντα ἀλλήλοις τά τε ὥσπερ πόλεως
πολὺ τῶν σπονδοφόρων καὶ τῶν κηρύκων τῶν ἐν τοῖς πολέμοις ἐκεχειρίας κομιζόντων ἱερώτερος . βούλεται μὲν οὖν καὶ προθυμεῖται καθ
5930836 ἀνηγαγε
οὐκ ἀργῶς τοῦτο εἴρηκεν , ἀλλ ' ἐπὶ ἔνδοξον πρόσωπον ἀνήγαγε τὴν κρίσιν . οὐ γὰρ ἰδιώτης , φησίν ,
τὸ πολὺ δέος ἐπὶ τὰς τῶν ὀρῶν κορυφὰς τοὺς ἀρτοπόπους ἀνήγαγε καὶ σωτήριον ἓν ἐφαίνετό μοι κατελθεῖν τε ἐκείνους καὶ
5921476 Μουσης
οὐδεὶς Ἀμφίων οὐδὲ Ὀρφεύς : ὁ μὲν γὰρ υἱὸς ἦν Μούσης , οἱ δὲ ἐκ τῆς Ἀμουσίας αὐτῆς γεγόνασι :
αὐτῷ ἐπιγεγράφθαι : ὧδε Λίνον Θηβαῖον ἐδέξατο γαῖα θανόντα , Μούσης Οὐρανίης υἱὸν ἐϋστεφάνου . καὶ ὧδε μὲν ἀφ '
5920384 τροφους
θυγατέρας Εὔβοιαν καὶ Πρόσυμναν καὶ Ἀκραίαν , εἶναι δὲ σφᾶς τροφοὺς τῆς Ἥρας : καὶ ἀπὸ μὲν Ἀκραίας τὸ ὄρος
μετὰ δὲ ταῦτα γνόντος τὴν φθοράν , καὶ τάς τε τροφοὺς καὶ τὸν Ἄττιν ἀνελόντος καὶ τὰ σώματα ἐκρίψαντος ἄταφα
5920097 μυστας
καταπτωτικοὺς ἢ θεῶν ἢ νεκρῶν εἰδωλοποιητὰς καὶ ἀποκρύφων ἢ ἀπορρήτων μύστας : τὸ δ ' ὅμοιον , κἂν τὴν σύνοδον
Μυστηρίων πάτριόν ἐστι ταῖς θεαῖς ἀνιεροῦν καὶ τὰς στολὰς τοὺς μύστας , ἐν αἷς τύχοιεν μυηθέντες . μυστήρια δὲ δύο
5919633 νευρας
, καὶ πάχος τὸ ἴσον . . τὸ δὲ τῆς νευρᾶς μῆκος διπλάσιον καὶ ἔτι δεκατημορίῳ τοῦ τοῦ ἀγκῶνος μήκους
δὲ ῥώμην καὶ μάλα ἁλτικήν : πηδᾷ γοῦν ὥσπερ ἀπὸ νευρᾶς οἰστὸς ἀφεθείς . * * λέγουσιν οὖν οἱ λόγοι
5909300 μεταρσιου
ἀεὶ τὸν ὀρθὸν λόγον , εἴληπται δὲ οὐκ ἀπὸ τῆς μεταρσίου φύσεως , ἀλλ ' ἀπὸ τῆς γεωδεστέρας ὕλης ,
ἀλλ ' οἷς ἂν ὁ θεὸς ὀμβρήσῃ λόγοις ἐκ τῆς μεταρσίου καὶ καθαρᾶς φύσεως , ἣν οὐρανὸν κέκληκεν : ἐξίτω
5903852 ἀηδονων
αὑτοῦ γενέσθαι . λέγουσι δὲ οἱ Θρᾷκες , ὅσαι τῶν ἀηδόνων ἔχουσι νεοσσιὰς ἐπὶ τῷ τάφῳ τοῦ Ὀρφέως , ταύτας
λειμῶνος ἀκηράτου ξυμβάλοι . Καὶ οὔπω , ξένε , τῶν ἀηδόνων ἤκουσας , οἷον τῷ χωρίῳ ἐναττικίζουσιν , ἐπειδὰν δείλη
5901835 Θειαν
ἀκολούθως τῷ Ἡσιόδῳ : καὶ γὰρ ἐκεῖνος Ἡλίου μητέρα τὴν Θείαν γενεαλογεῖ : Θεία δ ' Ἠέλιον τέκε μέγαν λαμπράν
Κοῖόν τε Κρεῖόν θ ' Ὑπερίονά τ ' Ἰαπετόν τε Θείαν τε Ῥείαν τε Θέμιν τε Μνημοσύνην τε Φοίβην τε
5895430 Θεμιδος
ἐπὶ θρόνων Ὥρας ἐποίησεν Αἰγινήτης Σμῖλις . παρὰ δὲ αὐτὰς Θέμιδος ἅτε μητρὸς τῶν Ὡρῶν ἄγαλμα ἕστηκε Δορυκλείδου τέχνη ,
ὑπὲρ χθονός ὑπέρ ] ? τ ' ὠκεανοῦ ⌊ ⌋ Θέμιδος ? ? ? [ ! λ ? [ εχε
5885629 ἀντομενος
ἀποδεχόμενος , ἄθρησον καὶ ἐπίσκεψαι , εἰ ἄριστόν ἐστιν , ἀντόμενος καὶ συναντώμενος , ἤγουν ἐντείνων τὰς τῆς μουσικῆς χορδάς
ἀποδεχόμενος , ἄθρησον καὶ ἐπίσκεψαι , εἰ ἄριστόν ἐστιν , ἀντόμενος καὶ συναντώμενος , ἤτοι ἐντείνων τὰς τῆς μουσικῆς χορδάς
5884958 δαφνας
, ὦ Λατοῦς παῖ . ἀλλ ' ἐκπαύσω γὰρ μόχθους δάφνας ὁλκοῖς , χρυσέων δ ' ἐκ τευχέων ῥίψω γαίας
, καὶ καθευδήσας ὁ Ἡσίοδος ὄναρ εἶδεν , ἐννέα γυναῖκας δάφνας αὐτὸν ψωμιζούσας : ἐδήλου δὲ τὸ ὄναρ πάντως ὡς
5880613 εὐοφθαλμου
πρὸς τὰς τοῦ ἡλίου ἀκτῖνας ἀντιβλέπουσινἢ ἅρπαγας τῆς ὀφθαλμίας ἤτοι εὐοφθάλμου Ἑλένης . πρώτους δὲ τῶν νομίμων τοὺς ἅρπαγας εἶπεν
μέγαν . σὺν τούτοις . ποταπόν ; ἔλαμψε . τῆς εὐοφθάλμου . τουτέστι τούτων γενομένων νὺξ ἤδη παρῆν . ἐπιθυμητὸν
5873928 φωσφορον
. λάλησον ὁποῖον ἐὰν ἦς , ὅτι ὁρκίζω σε θεὸν φωσφόρον ἀδάμαστον , τὸν τὰ ἐν καρδίᾳ πάσης ζωῆς ἐπιστάμενον
ὑπὲρ δὲ τοῦτον ἔνιοι μὲν τὸν στίλβοντα , εἶτα τὸν φωσφόρον , ἄλλοι δὲ τὸν φωσφόρον , ἔπειτα τὸν στίλβοντα
5870498 μελπει
? ? . . . . . . . . μέλπει δ ' ἐν δένδρεσι λεπτὰν ἀηδὼν ἁρμονίαν ὀρθρευομένα γόοις
κομίζει . Ὅθεν ἡ πόλις τὸ φέγγος φιλοπαννύχου χορείας στεφανηφόροισι μέλπει δύο φωσφόροις μιγεῖσι . Δότε μοι πόθου κύπελλον γλυκερῆς
5860386 πομπας
. . . . πομπεῖα δὲ λέγεται τὰ εἰς τὰς πομπὰς κατασκευαζόμενα σκεύη , ὡς ὁ αὐτὸς ῥήτωρ κατ '
καὶ θεῶν οὐδὲν ἀδικούντων , οὓς μὴ πανηγύρεις ἀφέλησθε καὶ πομπὰς καὶ ἑορτὰς μηδὲ τοὺς τάφους τὰ ἐναγίσματα , οὐδὲν
5857714 μυσταις
παρ ' ἐμοῦ . ἱεροῖσι ] ὕμνοις . , τοῖς μύσταις , τοῖς ἀφιερωμένοις ἀνδράσιν ἡμῖν . . ἡ τοῦ
' ἐπίφαυσκον θνητοῖς ἀνθρώποισιν ἄκη : μετὰ δ ' ὅρκια μύσταις : ἀρχαίου μὲν πρῶτα χάους ἀμέγαρτον ἀνάγκην καὶ Κρόνον
5856249 ἰσχυροποιει
λέγει τί ἐδόξασεν ἕκαστος αὐτῶν τῶν παλαιῶν περὶ αὐτῆς καὶ ἰσχυροποιεῖ τὰς δόξας αὐτῶν , εἶτα καὶ ἀνατρέπει αὐτάς .
καὶ ἄδοξόν φησιν . ῥεῖα : εὐκόλως . βριάει : ἰσχυροποιεῖ : αὔξει . χαλέπτει : εἰς χαλεπώτατα ἄγει .
5854351 Αἰολιδεσσι
τὴν πυρὰν τῆς πυρρίχης τὸ ὄνομα θέσθαι . . ἐν Αἰολίδεσσι : ἐπεὶ οἱ Αἰολεῖς κιθαρῳδοί : τὸ δὲ μέλος
οἱ Φοίνικες τὰ σφῶν αὐτῶν πράγματα . Τὸ δὲ ἐν Αἰολίδεσσι καὶ Θηβαϊκαῖς Καστόρειον μέλος , τὴν χάριν καὶ ἀρετὴν
5851647 λυρας
λέοντα καὶ Ἡρακλέα τὸν λυροκτύπον καὶ τοξικὸν , τὸν δίκην λύρας τὴν νευρὰν τοῦ τόξου κτυποῦντα ὥπλισε τὰς χεῖρας αὐτοῦ
τε ταῖς ὁδοῖς καὶ παρὰ τὰ ξυμπόσια , μηδὲν δεόμενοι λύρας μηδὲ αὐλῶνἀρχαῖα δὴ ταῦτα καὶ σκληρᾶς ἔτι καὶ ἀγροίκου
5848146 οὐρανιου
καὶ ναοὺς χρυσοῦς δύο Διός , τὸν μὲν μείζονα τοῦ οὐρανίου , τὸν δὲ ἐλάττονα τοῦ βεβασιλευκότος καὶ πατρὸς αὐτῶν
, μόχθον ὅλον ῥίψασα , καὶ εἰς πόλον ὄμμα βαλοῦσα οὐρανίου λαμπτῆρος ἀμέλγεται ὄμπνιον αἴγλην . Καὶ φλόγα κουφίζων κυρτούμενος
5847841 θυσιας
ποιεῖ διὰ τοὺς ἐνιδρυμένους βωμοὺς καὶ τὰς γινομένας ἐν αὐτοῖς θυσίας , τὰ δὲ πολυτελῆ χωρία ἔρημα καὶ ἄβατα ποιεῖ
, ταῦρον δὲ κατασκευασάμενοι χρυσοῦν , Αἰγυπτιακοῦ μίμημα τύφου , θυσίας ἀνῆγον ἀθύτους καὶ ἑορτὰς ἀνεόρτους καὶ χοροὺς ἀχορεύτους ἐπετέλουν
5835987 μουσικας
σπουδαίου ἄνευ τοῦ εὐωχεῖσθαι κιθαρίζειν . ἀμφίβολον οὖν πότερον ἀγλαΐζεται μουσικᾶς ἐν ἀώτῳ μουσικὰ συζητῶν παρὰ τὸ δεῖπνον , ἢ
παρέδωκαν ἄμμιν σαφῆ διάγνωσιν , οὐχ ἥκιστα δὲ καὶ περὶ μουσικᾶς . ταῦτα γὰρ τὰ μαθήματα δοκοῦντι ἔμμεναι ἀδελφεά :
5831370 Ἰνους
μόνοι δέ εἰσιν Ἑλλήνων Μεγαρεῖς οἱ λέγοντες τὸν νεκρὸν τῆς Ἰνοῦς ἐς τὰ παραθαλάσσιά σφισιν ἐκπεσεῖν τῆς χώρας , Κλησὼ
μᾶλλον : ἐς τοῦτο τὸ ὕδωρ ἐν τῇ ἑορτῇ τῆς Ἰνοῦς ἐμβάλλουσιν ἀλφίτων μάζας . ταύτας ἐπὶ μὲν αἰσίῳ τοῦ
5815557 σεμνας
πόλει γιγνομέναις ⌈ ⌉ ἔνοχος καθέστηκεν , ἐπιωρκηκὼς μὲν τὰς σεμνὰς θεὰς ἐν Ἀρείῳ πάγῳ καὶ τοὺς ἄλλους θεοὺς οὓς
τὴν συναφὴν περιποιεῖ γυναῖκας ἐπιπόνους καὶ αὐστηράς , Ζεὺς δὲ σεμνὰς καὶ οἰκονομικάς , Ἄρης δὲ θρασείας καὶ ἀνυποτάκτους ,
5814361 νεφελας
χρόνον βιοτεύσει . Ἅλιε καὶ φάος ἁμέρας οὐράνιαί τε δῖναι νεφέλας δρομαίου . ὁρᾶι σε κἀμέ , δύο κακῶς πεπραγότας
ἀργοὺς μὲν ὄντας πάντων τῶν ἄλλων , περὶ δὲ τὰς νεφέλας ἐπτοημένας . γνώμην ] συλλογιστικήν , νόησιν . διάλεξιν
5812976 ἀχιτωνας
μωρόφρονας , λιτούς , ἀσχήμονας , αἰσχρογέλωτας , κρατοπλαγεῖς , ἀχίτωνας , ἀεὶ κορυφῇσι φαλακρούς , ὧν ὁ βίος χλεύῃ
ἔθνεα . αὐτίκα Λακεδαιμονίοις τὰς κόρας γυμνάζεσθαι καὶ ἀχειριδώτως καὶ ἀχίτωνας παρέρπεν καλόν : Ἴωσι δὲ αἰσχρόν . καὶ τοῖς
5803882 χλιδων
οὐρανοστεγῆ κλαίεσκον , ἔνθα νυκτέρων φαντασμάτων ἔχουσι μορφὰς ἄπτεροι Πελειάδες χλιδῶν τε πλόκαμος ὥστε παρθένοις ἁβραῖς : ὅθεν καλεῖν Κουρῆτα
Ἱστοριῶν Αἰσχύλον ἱστορεῖν διὰ τὴν τρυφὴν τυχεῖν τῆς προσηγορίας : χλιδῶν τε πλόκαμος ὥστε παρθένοις ἁβραῖς : ὅθεν καλεῖν Κουρῆτα
5798941 ὑμεναιους
νομοῖς γενέσθαι , δοχμιᾶν διὰ κλειτύων βοσκήμασι σοῖσι συρίζων ποιμνίτας ὑμεναίους . σὺν δ ' ἐποιμαίνοντο χαρᾶι μελέων βαλιαί τε
δαίμονες τᾶς εὐπάτριδος γάμον Νηρήιδων ἔθεσαν πρώτας Πηλέως θ ' ὑμεναίους . σὲ δ ' ἐπὶ κάραι στέψουσι καλλικόμαν πλόκαμον
5796937 Κυπριας
δὲ Εὐρυμέδοντος καὶ Παφίας νύμφης : ἐγένετο δὲ ἱερεὺς τῆς Κυπρίας Ἀφροδίτης . πλειστάκις . οἱ ὕμνοι . Κινύραν .
μὲν εἶπεν , ὁ δὲ ἤκουσεν . φίλια δὲ δῶρα Κυπρίας , τὰ προσφιλῆ δῶρα τῆς Ἀφροδίτης εἰ εἰς χάριν
5787638 Σαμοθραικην
τάς τε ἐπωιδὰς καὶ τελετὰς καὶ μυστήρια , καὶ περὶ Σαμοθράικην διατρίψαντας οὐ μετρίως ἐν τούτοις ἐκπλήττειν τοὺς ἐγχωρίους :
ἱδρύσασθαι καὶ θυσίας μεγαλοπρεπεῖς ἐπιτελέσαι : ὀνομάσαι δ ' αὐτὴν Σαμοθράικην , ὅπερ εἶναι μεθερμηνευόμενον εἰς τὴν Ἑλληνικὴν διάλεκτον ἱερὰν
5784393 Εἰρηνης
δὲ οὐχ ἧσσον τὸ Κηφισοδότου : καὶ γὰρ οὗτος τῆς Εἰρήνης τὸ ἄγαλμα Ἀθηναίοις Πλοῦτον ἔχουσαν πεποίηκεν . Ἀφροδίτης δὲ
Ἄρηος πλήγματα [ ] ? καὶ σακέων ἐστόρεσεν πάταγον , Εἰρήνης μόχθους εὐώπιδος ἔνθα κλαδεύσας γῆν ἐπὶ Νειλῶτιν νίσετο γηθαλέος
5781999 Λαϊδος
δὲ αὐτὸν Ἀριστοφάνης ὡς παρασίτους ἔχοντα , καὶ διὰ τὸν Λαΐδος ἔρωτα . κωμῳδεῖται δὲ ὡς συώδης ἐν τοῖς ἑταίροις
τοῖς προτέροις ποσίν . ἔστι δὲ καὶ ἄλλο ἐν Θεσσαλίᾳ Λαΐδος φάμενον μνῆμα εἶναι : παρεγένετο γὰρ καὶ ἐς Θεσσαλίαν
5780612 ἐπιτυχιας
τέλος ἓν τὸ τυχεῖν ὑγείας , οἱ δὲ τρόποι τῆς ἐπιτυχίας διαφέροντες . οὐκ ἐξαλλάττεται οὖν ὁ σκοπὸς , οὐδὲ
εἴη φρόνιμος ὁ καθόλου τέλος ἀγαθὸν προτιθέμενος καὶ περὶ τῆς ἐπιτυχίας αὐτοῦ καλῶς τὰς βουλὰς καὶ τὰς σκέψεις ποιούμενος .
5780568 παννυχιδας
μὲν φῶς τανύειν , ὁ δὲ κύματα μακρὰ περῆσαι . παννυχίδας δ ' ὁρίσαντες ἀκοιμήτων ὑμεναίων ἀλλήλων ἀέκοντες ἐνοσφίσθησαν ἀνάγκῃ
ὡς πνεῦμα διαδύεται καὶ διέρπει , βακχεῖα καὶ χοροὺς καὶ παννυχίδας ἐξετάζων καὶ συκοφαντῶν . : καὶ γὰρ τὸ παλαιὸν
5780190 λιτας
ἦμος καταίθων θύσθλα Κωμύρῳ λέων σφῷ πατρὶ λάσκε τὰς ἐπηκόους λιτάς , σκύμνον παρ ' ἀγκάλῃσιν ἀείτα βράσας . οὐ
εὑρίσκεται : † ἀφύλλου στόματος ἐξάπτων λιτάς : τὸ ἀφύλλους λιτάς ἐνταῦθα εἰς τιμὴν τοῦ Μενελάου Ὀρέστης εἶπε ταῖς μεγίσταις
5777624 εὐιον
τὸν Διόνυσον ᾄδειν ἔοικεν ἐν κορυφαῖς τοῦ Κιθαιρῶνος ὑποσκιρτῶν τι εὔιον . ὁ Κιθαιρὼν δὲ ὀλοφύρεται ἐν εἴδει ἀνθρώπου τὰ
ζάεντος φαμὶ ἰοπλοκάμων Μοισᾶν εὖ λαχεῖν . μισέω μνάμονα συμπόταν εὔιον ὀρσιγύναικα μαινομέναις Διόνυσον ἀνθέοντα τιμαῖς ὅτε Τυνδαριδᾶν ἀδελφῶν ἅλιον
5776824 ἀναθυμιασεις
κατὰ κοῖλον πρὸς ἡμᾶς , ἐν αἷς ἀθροιζομένας τὰς λαμπρὰς ἀναθυμιάσεις ἀποτελεῖν φλόγας , ἃς εἶναι τὰ ἄστρα . λαμπροτάτην
παθοῦσα διὰ τὸ μὴ πάντοτε τὰς ἐκ τῆς γῆς ἀνατελεῖσθαι ἀναθυμιάσεις , ἐπιλειψάσης τῆς ἐν αὐτῇ ὑγρότητος . . ἡ
5773221 Λευκοθεας
αὐτῷ τὸν ἀγῶνα ἄγουσι . τὴν μὲν δὴ Μολουρίδα πέτραν Λευκοθέας καὶ Παλαίμονος ἱερὰν ἥγηντο : τὰς δὲ μετὰ ταύτην
σχεδίας , νηχόμενος , ὑποβαλλούσης αὐτῷ κρή - δεμνον τῆς Λευκοθέας , ἐκπεσὼν εἰς τὴν Φαιάκων γῆν , ἱκετεύσας βασιλικὴν
5766876 παλαιας
, ἣν μητέρα καὶ τροφὸν τοῦ Πόντου κατεφήμισε λόγος ἐκ παλαιᾶς μνήμης παραδεδομένος : ταύτης τὸ μὲν περίμετρόν ἐστιν ὀκτακισχιλίων
τοῖς νῦν ἄπιστον καὶ ἀδόκητον καὶ διήγημα ἀμυδρὸν ἤδη τῆς παλαιᾶς εὐδαιμονίας , βασιλείαν συνθακοῦσαν φιλοσοφίᾳ καὶ τριβώνιον ἁλουργίδι συνδιαιτώμενον
5765451 προμοι
” . καὶ Λυκόφρων „ Ἄρνης παλαιᾶς γέννα , Τεμμίκων πρόμοι „ . δευτέρα πόλις Θεσσαλίας , ἄποικος τῆς Βοιωτίας
Τηνέρου τ ' ἀνάκτορα . κλέος δὲ σὸν μέγιστον Ἐκτήνων πρόμοι λοιβαῖσι κυδανοῦσιν ἀφθίτοις ἴσον . Ἥξει δὲ Κνωσσὸν κἀπὶ
5765375 Δημητρος
τινὸς τετυχηκότες . Μεταποντῖνοί γε μὴν τὴν μὲν οἰκίαν αὐτοῦ Δήμητρος ἱερὸν ἐκάλουν , τὸν στενωπὸν δὲ μουσεῖον , ὥς
ἁγνήν , ἱερὰν ὁσίοις μύσταις χορείαν . Ὦ πότνια πολυτίμητε Δήμητρος κόρη , ὡς ἡδύ μοι προσέπνευσε χοιρείων κρεῶν .

Back