οὕτω τύχῃ , νῦν δὲ ἀποκλινούσης , καὶ νῦν μὲν οὐρίου φερομένου τοῦ πνεύματος , πάλιν δὲ ἐναντίου . χρὴ
οὕτω μεγαλοφώνως καὶ θαρρούντως , ὥσπερ οἱ πλέοντες ἐπὶ πνεύματος οὐρίου : εἰς ἄκρον τὸ καρχήσιον ζυγώσας τὸ κέρας ,
7182881 πνευσαντος
γίνεται πάλιν ἐκ δευτέρου , καὶ ἀνέμου κατὰ πρόσωπον Βακτρίων πνεύσαντος , νικᾶι Ἀρτοξέρξης , καὶ προσχωρεῖ αὐτῶι πᾶσα Βακτρία
, τοῦτον ἀλεύασθαι καὶ παγάδας αἵ τ ' ἐπὶ γαῖαν πνεύσαντος Βορέαο δυσηλεγέες τελέθουσιν . προτρεψάμενος αὐτὸν τῷ χειμῶνι ἐργάζεσθαι
6890767 κατερχεται
ὁ τοῖς ποσὶ μακρὰ βιβάς , σπουδῇ δὲ ἥκει καὶ κατέρχεται ; μῶν ἐπιφωνήσομεν αὐτῷ ; Καὶ μάλα . Κλεόλαε
. ] : ἐπεὶ Νεοπτόλεμος Ἑρμιόνην γαμεῖ τὴν Μενέλεω , κατέρχεται εἰς Δελφοὺς περὶ παίδων χρησόμενος : οὐ γὰρ αὐτῷ
6766621 πυρσος
ἐν Κιθαιρῶνι . ἔσκηψεν ] ἐπῆλθεν . φάος ] ἤγουν πυρσός . ἐπ ' Αἰγίπλακτον ] ἤγουν τῆς Μεγαρίδος ,
ἐν . σθένουσα ] ἰσχύουσα . λαμπὰς ] ἤγουν ὁ πυρσός . δ ' ] γάρ . μαυρουμένη ] ἀμαυρωθεῖσα
6710324 σφοδρου
τὴν τῶν ἀνθρώπων . χειμῶνος γὰρ ὄντος ἄλλως τε καὶ σφοδροῦ τρέφειν ἀπὸ τῆς χώρας οὐκ ἔστι τὰ θρέμματα .
δὲ ἡ ἀνία καὶ ὁ ἰός . ἐνδεικτικὸν δὲ τοῦ σφοδροῦ δήγματος τὸ βούβρωστις , ὡσανεὶ λέγει , τοιαύτη δὲ
6685633 ἀνεμος
τὴν ῥάβδον ἐκτείνει , κελεύσαντος τοῦ θεοῦ . κἄπειτ ' ἄνεμος καταράττει , νότος βιαιότατος , ὅλην τὴν ἡμέραν καὶ
ἐβουλήθησαν μὴ κατοκνῆσαι , ῥᾳδίως ἐγένετο , καὶ οὐκ ἂν ἄνεμος ἐκώλυσεν . βοηθήσαντες δὲ ἅμ ' ἡμέρᾳ πανδημεὶ οἱ
6644780 βορεου
καὶ ἡμέρας μέν τινας ἐπλέομεν εὐκράτῳ ἀέρι χρώμενοι , ἔπειτα βορέου σφοδροῦ πνεύσαντος μέγα κρύος ἐγένετο , καὶ ἀπ '
, μῆκος δὲ ͵ατʹ . Ἀπὸ Πάφου εἰς Ἀλεξάνδρειαν δίαρμα βορέου σταδίων ͵γωʹ . Ῥόδου περίμετρος στάδια ͵ατʹ : Κῶ
6514817 νοτος
ὁ λαμπρὸς τῆς Λύρας ἑσπέριος ἀνατέλλει . Αἰγυπτίοις λὶψ ἢ νότος , ὑετία . κθʹ . ὡρῶν ιδ : ὁ
ʹ : ὁ λαμπρὸς τοῦ Ὕδρου ἑῷος δύνει . Ἱππάρχῳ νότος ἢ βορέας , χειμάζει . κʹ . Αἰγυπτίοις χειμῶνος
6495466 ὑετος
οὐ μὴν ἀλλὰ καὶ ἀστραπὴ διαΐξασα καὶ βροντὴ καταρραγεῖσα καὶ ὑετὸς ἢ χιὼν ἢ χάλαζα κατενεχθεῖσα καὶ ταῦτα δυσείκαστα πάντα
βορείου Χηλῆς κρύπτεται . Αἰγυπτίοις ὑετοί , χειμαίνει . Εὐδόξῳ ὑετὸς καὶ ἄνεμος μεταπίπτων . Δοσιθέῳ ἐπισημαίνει . ηʹ .
6421018 ἀνεμου
κλάδων , πετάσαντες τὰ ἱστία καθάπερ ἐν θαλάττῃ ἐπλέομεν τοῦ ἀνέμου προωθοῦντος ἐπισυρόμενοι : ἔνθα δὴ καὶ τὸ Ἀντιμάχου τοῦ
: θύραι δ ' ἐπέκειντο φαειναί . ἡ δ ' ἀνέμου ὡς πνοιὴ ἐπέσσυτο δέμνια κούρης , στῆ δ '
6330718 ῥαχιαν
εἰ συνέβη , πλέοντος τοῦ πλοίου , γενέσθαι ἀμπώτιδα καὶ ῥαχίαν . περὶ τούτων Ὅμηρος : Ἔνθεν μὲν Σκύλλη ,
χρήσασθαι τῇ πόλει . τίνα γὰρ μεσόγειαν ἢ ποίαν Ἀτλαντικὴν ῥαχίαν οὐκ ἔσεισεν ; ἢ ποῖον κόλπον ὧν ἴσασιν ἄνθρωποι
6314493 ἀλυσμος
προϊούσης δὲ τῆς ἡμέρης , ἥ τε ἄση πλείων καὶ ἀλυσμὸς , καὶ πνεῦμα σμικρῷ πυκνότερον : καὶ θρασύτερον καὶ
ὁτὲ δὲ ἀγρυπνίη , καὶ ῥιπτασμὸς μετὰ σιγῆς , καὶ ἀλυσμὸς , καὶ χεὶρ πρὸς ὑποχόνδρια ὡς ὀδυνωμένῳ : ὁτὲ
6298196 ῥοιζῳ
τούτων δυστυχοῦντας . θύννος διωκόμενος ὑπὸ δελφῖνος καὶ πολλῷ τῷ ῥοίζῳ φερόμενος ἐπειδὴ καταλαμβάνεσθαι ἔμελλεν , ἔλαθεν ὑπὸ σφοδρᾶς ῥύμης
νεῦρα βόεια λᾶα βάλῃ κατέναντα , διασκεδάσῃ δ ' ὑπὸ ῥοίζῳ ἠέρι πεπταμένας δολιχὰς στίχας , αἳ δὲ φέβονται ,
6294894 Τυρσηνικου
ἐπειδὴ ὁ πορθμὸς μέσος κεῖται τοῦ τε Ἀδριατικοῦ καὶ τοῦ Τυρσηνικοῦ πελάγους τὸ μὲν λῆγον , τὸ δὲ ἀρχόμενον .
' ἀμφὶ Σύρτιν καὶ Λιβυστικὰς πλάκας στενήν τε πορθμοῦ συνδρομὴν Τυρσηνικοῦ καὶ μιξόθηρος ναυτιλοφθόρους σκοπάς , τῆς πρὶν θανούσης ἐκ
6264388 αἰφνιδιος
καὶ δραστικωτάτη μάλιστα πάντων , ἡ κατὰ νώτου τῶν πολεμίων αἰφνίδιος ἐπιβολή , εἴ πῃ δυνατὸν γένοιτο προεκπέμψαντι στρατιωτῶν σύνταγμα
ἀλλὰ γὰρ οὕτω διακειμένων καὶ τοιαῦτα ταῖς ψυχαῖς ἀναπολούντων , αἰφνίδιος καὶ ἀπροσδόκητος ταραχὴ καταλαμβάνει . προσταχθεὶς γὰρ ὁ τῆς
6250717 σκηπτος
οἷς ἔδει τιμᾶσθαι ἐπὶ τούτοις καὶ εὐθύνεσθαι , οἷον ἠνέχθη σκηπτὸς ἐπὶ τὴν Περικλέους οἰκίαν , εὑρέθησαν χίλιαι πανοπλίαι καὶ
ἡ παῖς ἦν : καὶ ἀπέσφακτο ἄν , εἰ μὴ σκηπτὸς κατηνέχθη ἀμφοῖν μέσος . μὴ ἰσχύουσα τεκεῖν ὁμοῦ τι
6192494 καταφερεται
Διονύσου γενόμενος . χορεύων δὲ τῷ θεῷ πρὸς τὴν γῆν καταφέρεται : καὶ Γῆ τιμῶσα Διόνυσον ἄνθος ἀνῆκεν ὁμώνυμον βλάστημα
νενόμικεν , ἡ δὲ Ἰὰς τὸ στερεὸν ὑποστελλομένη τοῦ α καταφέρεται πρὸς τὸ η . τὸ δὲ ε θῆλυ μέν
6183508 πνεοντος
δενδρίτιδες γενόμεναι . Τινὲς συμβουλεύουσιν ἔαρος ἀρχομένου , ζεφύρου μέντοι πνέοντος , τὰ κλήματα λαμβάνειν , καὶ παραχρῆμα φυτεύειν .
τῆς ἀσπίδος τὸν Τυφῶνα ἀφιέντα διὰ τοῦ στόματος τοῦ πῦρ πνέοντος καπνὸν μέλανα τὸν ἀδελφὸν τοῦ πυρός . αἰόλην δὲ
6183225 ἀτμις
βόθρῳ καταλιπεῖν : ὁκόταν δὲ ὁ χύτρινος ζέσῃ καὶ ἡ ἀτμὶς ἐπανῇ , ἢν μὲν ᾖ λίην θερμὴ ἡ πνοιὴ
τέφρας διηθούμενον ὕδωρ καίει τὰ σώματα . τούτου δὲ συμβαίνοντος ἀτμὶς ἀποπορεύεται πολλή , ὥστε μειοῦσθαι τοὺς ὄγκους διὰ τὴν
6159539 ἐπιγενομενου
τῷ φρουρίῳ καὶ πειρᾶσαι , εἰ δύναιτο , πνεύματος ἐπιφόρου ἐπιγενομένου καταφλέξαι αὐτό . κελεύει τοίνυν φακέλους ὕλης παντοδαπῆς ,
κρισίμῃσι : καὶ ἐὰν , ἐκλελοιπότος τοῦ πυρετοῦ καὶ ἱδρῶτος ἐπιγενομένου , πυῤῥὸν οὖρον οὐρήσῃ , λευκὴν ὑπόστασιν ἔχον ,
6158474 ῥαγεντος
ἐστὶν , ὅταν ἀραιωθέντος τοῦ περιτοναίου περὶ τὸν βουβῶνα ἢ ῥαγέντος κατέλθῃ ἄχρι βουβῶνος τὸ ἔντερον , καὶ θεραπεύεται εἰ
, ἀνέλπιστον . Τοῖσιν ὑδρωπιώδεσι , κατὰ φλέβας ἐς κοιλίην ῥαγέντος τοῦ ὕδατος , λύσις . Δυσεντερίη ἀκαίρως ἐπιστᾶσα ἀπόστασιν
6150789 ληξαντος
φίλους ἐμβιβάσαι . . Γενομένου δὲ τοῦ κατακλυσμοῦ καὶ εὐθέως λήξαντος , τῶν ὀρνέων τινὰ τὸν Ξίσουθρον ἀφιέναι . Τὰ
τοῦ θέρους , διὸ καὶ ἐπήγαγε τετραμμένου εἴαρος , τουτέστι λήξαντος . θεῖος ἄωτος : τὸ θεῖον ἀπάνθισμα τῶν ἡρώων
6142554 ὑποκατωθεν
διήνυσε καὶ ἐπορεύθη ἀτραποὺς καὶ ὁδοὺς νέρθε τῆς θαλάσσης ἤτοι ὑποκάτωθεν , εἶτα θαυμαστικὸν ἀστίβητον οἶμον , κευθμῶνος ἐν σή
Πᾶσαν : ὅλην , καὶ ὅλην νῆα . ὑποτρόπιος : ὑποκάτωθεν , ὢν , ὑποκάτω τῆς τρόπεως , τῆς .
6130709 καταγεται
διὰ κρίκων διειλημμένοι . τούτων δὲ οἱ κάλοι , οἷς κατάγεται τὸ ἱστίον , μέσουροι λέγονται , οἱ δὲ ἑλκόμενοι
γὰρ ἐν Λήμνῳ Λαμάχῃ μιγεὶς Λευκοφάνην γεννᾷ , ἐξ οὗ κατάγεται Βάττος ὁ κτίστωρ Κυρήνης ὁ διὰ στάσιν ἐκ τῆς
6123781 ζεφυρου
: ἐξ οὗ μυθολογεῖται πάντας τοὺς σφοδροὺς ἀνέμους κυΐσκεσθαι χωρὶς ζεφύρου καὶ βορέου : θεογενεῖς γὰρ οὗτοι . εἶτα Προμηθεὺς
ὁπόσαι ὑπὸ ἡλίῳ εἰσί , καὶ τὸ πέλαγος οἰκειοῦται , ζεφύρου τε πηγὰς ἔχει , ἀλλ ' ἀνδράσιν ἐστεφανῶσθαι αὐτὴν
6123077 ἐξαιρεται
μεθορίῳ τῆς Παμφυλίας καὶ τῆς Λυκίας πρόκεινται : ἐντεῦθεν γὰρ ἐξαίρεται πρὸς ὕψος ὁ Ταῦρος : τὸ δ ' ἀληθὲς
ἀπογυμνοῦται τὰ πρόσγεια μέρη καὶ τὰ φανέντα ἐν ἀρχαῖς ταπεινὰ ἐξαίρεται μᾶλλον . τῶν τε οὐρανίων ἡ περιφορὰ ἐναργής ἐστι
6111485 πλους
ζητῆσαι , διὰ ποίαν αἰτίαν ὥσπερ ἀπὸ τοῦ πλόος γίνεται πλοῦς κατὰ κρᾶσιν τῶν δύο οο εἰς τὴν ου δίφθογγον
: δυσεπίβολος μὲν , ἐπιφορώτερος δὲ ἐκείνων καὶ συντομώτερος ὁ πλοῦς . Μετὰ δὲ τὸν Σίνθον ποταμὸν ἕτερός ἐστι κόλπος
6109925 πλεουσα
τοῖς νώτοις καλὴ παρθένος ἐπεκάθητο , ἐπὶ Κρήτην τῷ ταύρῳ πλέουσα . ἐκόμα πολλοῖς ἄνθεσιν ὁ λειμών : δένδρων αὐτοῖς
πολλῶν καὶ ἀνδρῶν , ὅσοι Πυγμαλίωνος τυραννίδα ἔφευγον , ἀφικνεῖται πλέουσα Λιβύης ἔνθα νῦν ἐστιν Καρχηδών . ἐξωθούμενοι δ '
6108914 λαβρος
, παρὰ τὸ μὴ λάω ἢ τὸ οὐ βλέπω . λάβρος : ἀπὸ τοῦ λίαν καὶ τοῦ βορός . Ὑπέροπλοι
Ἐνιπέως Λευκωσία ῥιφεῖσα τὴν ἐπώνυμον πέτραν ὀχήσει δαρόν , ἔνθα λάβρος Ἲς γείτων θ ' ὁ Λᾶρις ἐξερεύγονται ποτά .
6091419 σεισμος
μάχην στρατῶν ἢ διοσημία φανῇ αἰφνίδιος ἢ τῆς γῆς γένηται σεισμός , ἀποστρέφονται εὐθὺς οἱ ἄνθρωποι καὶ ἀποχωροῦσιν ἀπ '
φρέατος ὕδατος πιόντα προειπεῖν , ὡς εἰς τρίτην ἡμέραν ἔσοιτο σεισμός , καὶ γενέσθαι . ἀνιόντα τε ἐξ Ὀλυμπίας ἐς
6091087 ἀμπωτις
μεγάλου καὶ ἑνὸς ρ . . . . , . ἄμπωτις : ἡ ξηρασία , ἡ † ῥιχία . κυρίως
ὑποσταλῆναι τὸ ὕδωρ ἔσω εἰς τὰ κοῖλα τῆς γῆς λέγεται ἄμπωτις , τὸ δὲ πάλιν ἐκρεῦσαι τοῦτο καλεῖται ῥαχία .
6088207 σαλος
ἠρεμήσῃ τὸ σῶμα καὶ ἡ ταραχὴ τοῦ πνεύματος καὶ ὁ σάλος τῶν ὑγρῶν ἀπογαληνωθῇ . προπίνειν δὲ μέχρι πλείονος ὕδωρ
δὲ Τετρισιάδος ἤτοι Ἄκρας εἰς Βιζώνην πολίχνιον , ἐν ᾧ σάλος , στάδιοι ξʹ , μίλια ηʹ . Τοῦτο τὸ
6086977 δυεται
Σελήνη φαεσφοροῦσα τεύξεται , ἀλλ ' ὁτὲ μὲν ἑσπέρας φανεῖσα δύεται , ὁτὲ δὲ ἐπίμονος μέχρι τινὸς μέρους , ἔσθ
τῷ σχήματι κεχρημένης ἄλλοτε παρ ' ἄλλοις ἕκαστα αὐτῶν καὶ δύεται καὶ ἀνατέλλει καὶ τούτου ἕνεκα δεήσει ἅμα καὶ σβέννυσθαι
6082693 ὠθουμενος
δὲ δὴ τοῦτο συμβαίνει καὶ ὁ ἀὴρ ἀπομάττεται καθάπερ κηρὸς ὠθούμενος καὶ πυκνούμενος , πῶς καὶ ποία τις ἡ ἔμφασις
αὐτόθεν τοῦ πυρός , ἅτε οὐκ εἰς κενὸν ἐξιόντος , ὠθούμενος ὁ πλησίον ἀὴρ εὐκίνητον ὄντα ἔτι τὸν ὑγρὸν ὄγκον
6075320 προσγειος
ἀπρόσμικτοι , ἀπροσπέλαστοι , τραχὺς αἰγιαλός , ᾐὼν σκληρά , πρόσγειος θάλαττα , καὶ εἴ τις βιάζοιτο , ὑπόγειος ,
: ἡ δ ' Ὀρτυγία συνάπτει γεφύραι πρὸς τὴν ἤπειρον πρόσγειος οὖσα , κρήνην δ ' ἔχει τὴν Ἀρέθουσαν ,
6075207 ἐπλεομεν
ἐς τὸ ὕδωρ , καὶ πάλιν ὁμοίως καθέντες τὴν ναῦν ἐπλέομεν διὰ καθαροῦ καὶ διαυγοῦς ὕδατος , ἄχρι δὴ ἐπέστημεν
' ἀνάγκῃ καὶ τοῦτο ἐγίγνετο . Ἐν ᾧ μὲν γὰρ ἐπλέομεν , ἀστέγαστον ἦν τὸ πλοῖον , εἰς ὃ δὲ
6067343 πρηστηρ
θαλάσσης δὲ τὸ μὲν ἥμισυ γῆ , τὸ δὲ ἥμισυ πρηστήρ . δυνάμει γὰρ λέγει ὅτι τὸ πῦρ ὑπὸ τοῦ
ὕλης , ἣν ἑκάτερος αὐτῶν ἐφέλκεται , θερμοτέραν μὲν ὁ πρηστήρ , παχυτέραν δὲ ὁ τυφών . . , :
6063153 κατεπεσε
ἐθαύμασα ἐπὶ ἐπιληπτικοῦ , πῶς πυκνῶς λαμβανόμενος ὁ ἄνθρωπος οὐκέτι κατέπεσε . δίδου δὲ οὐγ . βʹ ἢ γʹ .
τὸ πεδίον καὶ περιπλακεὶς τῇ Χλόῃ [ καὶ ] λιποθυμήσας κατέπεσε . Μόλις δὲ ἔμβιος ὑπὸ τῆς Χλόης φιλούσης καὶ
6054370 λιψ
ἕπεται νεφέλη . Περὶ γὰρ τοὺς τόπους τούτους ὅ τε λὶψ ἀμφότερα ταχέως ποιεῖ πνέων ἀπὸ τοιαύτης ἀρχῆς , ὅ
νὶψ νιβός : ἔστιν δὲ ὄνομα κρήνης . οὕτως καὶ λὶψ διὰ τοῦ Ι . ὁ δὲ ἄνεμος λέγεται καθὰ
6053651 κλυδων
περὶ γλαύκου τοῦ ἰχθύος ἐπιφέρει : αἱ ξανθοχρῶτες , ἃς κλύδων Αἰξωνικὸς πασῶν ἀρίστας ἐντόπους παιδεύεται : αἷς καὶ θεὰν
δ ' οὑξ Ἀθηνῶν δεινὸς ἡνιοστρόφος ἔξω παρασπᾷ κἀνοκωχεύει παρεὶς κλύδων ' ἔφιππον ἐν μέσῳ κυκώμενον . Ἤλαυνε δ '
6051245 ἐξιησιν
ἐτησίας αἰτίαν παρέχειν , διὰ τοῦθ ' ὁ Νεῖλος οὐκ ἐξίησιν εἰς θάλατταν , ἀλλ ' ἐπ ' αὐτὰ τὰ
Γλαῦκος καὶ ὁ Ἵππος : πληρωθεὶς δὲ καὶ γενόμενος πλωτὸς ἐξίησιν εἰς τὸν Πόντον καὶ ἔχει πόλιν ὁμώνυμον ἐφ '
6051142 βορρας
: οἶδε δὲ καὶ τοῦτο , ὅτι ἄρα ὁ μὲν βορρᾶς ἀρρενοποιός ἐστιν , ὁ δὲ νότος θηλυγόνος εἶναι πέφυκε
ψύχρωσις ἀνέμου , καὶ βροχίτζας , τὴν δὲ τρισκαιδεκάτην πνεῖ βορρᾶς ἐκ τῶν Ὑάδων , τεσσαρεισκαιδεκάτῃ τε αὖθις ἄστρον προσδύνει
6047553 ζεφυρος
ἢ ἔπομβρος καὶ ἀνέμων ἀκρασία . Δοσιθέῳ εὐδία , ἐνίοτε ζέφυρος πνεῖ . ιβʹ . ὡρῶν ιδ : ὁ λαμπρὸς
καὶ τὸ λοιπὸν τῶν Πλειάδων ἀνίσχει , καὶ τὴν ὀγδόην ζέφυρος ὄρθρου ἄρχεται πνέειν , καὶ τὴν ἐννάτην ζάλη γὰρ
6046672 Καμψαντι
' ἀπ ' ἄλσους : τοῦτο δὲ τέμενος Ἀπόλλωνος . Κάμψαντι δὲ τὴν ἄκραν ἐπιμήκης κόλπος , Αὐλεὼν ὄνομα :
πράττονται . . . ὀβολοστατεῖ . . . Ἀρδηττός . Κάμψαντι τοῦ τείχους , ὦ βουλή , ἐστὶ γωνιασμὸς ἐν
6035359 συρομενη
εἰς τὸ πηδάλιον καὶ ἐν τῇ θαλάσσῃ καθῆκεν καὶ ἔμεινε συρομένη ἐν αὐτῇ καὶ διὰ τοῦτο ἐκλήθη Σαρωνικὸν τὸ πέλαγος
δύσιν κατὰ τοῦ Ἀδριατικοῦ ἐστι πελάγους , ἥ τε Σαρωνικὴ συρομένη ἐστὶ πρὸς ἀνατολάς . Καὶ ταύτην τὴν Κορινθίαν Σαρωνίδα
6034570 ἐπιπνεοντος
καταλίποιεν . Ἀλλ ' ὅ γε εὔστοχος θηρατὴς βορέου μὲν ἐπιπνέοντος ἐς νότον ἱστάτω τὰ θήρατρα : τούτου δ '
ζεφυρίας , ζεφύρων , ἀνέμου δεξιοῦ γενομένου , ἐπιγενομένου , ἐπιπνέοντος , προσπνέοντος , προπέμποντος , παραπέμποντος , συμπροπέμποντος ,
6027369 βροντη
ὁριζόμενοι λέγομεν , ἄλλως δ ' ἀποδεικνύντες . ἀποδεικνύντες γὰρ βροντή ἐστι πυρὸς ἀπόσβεσις ἐν νέφει , ἡ ἀπόσβεσις πυρὸς
τοῦ πνεύματος πειρωμένου διαφορηθῆναι , κτύπος γίνεται , καὶ καλεῖται βροντή . ἐκεῖνο δὲ τὸ πνεῦμα ἐν τῷ μέσῳ τῶν
6025958 ἐφερετο
δι ' ὅλης τῆς ὁδοῦ τὸ γλεῦκος ἔρρει . ἑξῆς ἐφέρετο τετράκυκλος μῆκος πηχῶν εἴκοσι πέντε , πλάτος τεσσαρεσκαίδεκα :
παντελῶς ἔπηξεν ἡμᾶς , εἶθ ' ὁ λιμὸς ἥπτετο . ἐφέρετο πρὸς Δίωνα τὸν διάπυρον : ἀλλὰ γὰρ οὐδ '
6024281 πρυμναν
' ἐπενόουν ὡς ἐν ἀδοκήτῳ , τὴν ναῦν κρούοντες ἐπὶ πρύμναν ἀντισπᾶν . τὸ δ ' αὐτὸ ποιούντων καὶ τῶν
: θαυμάζω σε , ἐπὶ ἐπαίνου καὶ πολλάκις ἐπὶ ἐκπλήξεως πρύμναν κρουομένους : ἐπαναχωροῦντας . πρὶν : ἕως οὗ ἡ
6016041 διανυσας
κατεστρατοπέδευσεν . ἑξῆς δ ' ἐν ἡμέραις τέτταρσι τὴν Σιττακινὴν διανύσας ἧκεν εἰς τὰ καλούμενα Σάμβανα . ἐνταῦθα δὲ μείνας
τὴν ἀγοράν , ὑπὲρ τὰς τρισχιλίας . οὗτος μὲν οὖν διανύσας τὸ Λιβυ - κὸν πέλαγος καὶ χειμασθεὶς ἀπέβαλε τῶν
6009840 ἀνισχει
τε , ἀλλά γε καὶ τῇ ἕκτῃ Ἀρκτοῦρος προσφερόμενος ἡμερινὸς ἀνίσχει καὶ τῇ ἑβδόμῃ δύεται Ἵππος ἀπὸ πρωίας , ὀγδόῃ
ὁ Καρκίνος „ ἀνατέλλῃ , τῶν μὲν πρὸς ἄρκτους οὐθὲν ἀνίσχει , ” τῶν δὲ πρὸς νότον ὁ Λαγωός ,
6006222 δυεσθαι
συμμύειν ἀλλὰ καὶ τὸν καυλὸν ὁτὲ μὲν ἀναβαίνειν ὁτὲ δὲ δύεσθαι καὶ καταβαίνειν ἀπὸ δυσμῶν μέχρι μέσων νυκτῶν , ὡσαύτως
ἀλλὰ τὰ μὲν πρῶτα σημεῖα [ τῆς φυλακῆς ] φησι δύεσθαι , τὰς δὲ Πλειάδας ἀνατέλλειν . πῶς γὰρ ἂν
6006006 κατεστρατοπεδευσεν
Μεσσήνην , Ἱέρων μὲν ἐπὶ τοῦ λόφου τοῦ καλουμένου Χαλκιδικοῦ κατεστρατοπέδευσεν , οἱ δὲ Καρχηδόνιοι τῇ πεζῇ στρατιᾷ παρενέβαλον εἰς
τοῦ τείχους καὶ διὰ τῆς Ἀχραδινῆς πορευθεὶς εἰς τὴν ἀγορὰν κατεστρατοπέδευσεν , οὐδενὸς τολμῶντος ἐπεξιέναι . ὁ δὲ σύμπας ἀριθμὸς
6002168 χειμαρρους
πολλὰ δὲ κατέκλυσε καὶ τῶν σωμάτων καὶ τῶν χρηστηρίων ἐπιπεσὼν χειμάρρους νύκτωρ : καὶ τῆς βασιλικῆς δὲ κατασκευῆς ἐξηλείφθη πολλή
δὲ τοῦ πράγματος ἐπιστήμονες τάχιστα διασῴζονται : καὶ μὴν ὥσπερ χειμάρρους ὁ πολὺς ἄκρατος ἐπικλύζων τὴν ψυχὴν τοτὲ μὲν βρίθουσαν
5999072 Ἰσσον
εἰς [ Νικόπολιν ] . Ἀπὸ τοῦ Ἱεροῦ εἰς πόλιν Ἰσσὸν στάδιοι ψʹ . Ἀπὸ Ἰσσοῦ εἰς τὰς Ἀμανικὰς πύλας
ἐπὶ τὴν ἐκβολὴν τοῦ Κύδνου . καὶ μὴν ἐπί γε Ἰσσὸν καὶ τὴν κατ ' αὐτὴν θάλατταν οὔτ ' ἄλλη
5993609 ἐπιγαστριον
δ ' ἔχει τάξιν ἡ μετρίως ἐντείνουσα τοὺς κατ ' ἐπιγάστριον μῦς ὑπὲρ τοῦ τὰ κάτω φρενῶν ἀποθεραπεῦσαι σπλάγχνα .
στόμα τῆς ὑστέρας , παρ ' ἡμῶν γὰρ διελόντων τὸ ἐπιγάστριον καὶ κομισαμένων τὰ ἐνδοσθίδια , συμπεσόντος τοῦ σώματος εὐχερὴς
5990719 βορεας
: ὁ λαμπρὸς τῆς βορείου Χηλῆς ἑῷος δύνει . Αἰγυπτίοις βορέας σφοδρός . Καλλίππῳ καὶ Εὐκτήμονι ἐπισημαίνει . βʹ .
κδ : . . . Αἰγυπτίοις χειμέριος περίστασις , Εὐδόξῳ βορέας ψυχρός . . . . . ἐν δὲ τῇ
5972768 ἐξεναντιας
ἔμαθε δὲ βδελύττεσθαι τοὺς ὑβριστὰς , οὔτε μὴν τοῖς ἀγαθοῖς ἐξεναντίας φιλονεικεῖ , οὐδὲ τὸ τῶν πραγμάτων τέλος πρὸς ἄνυσιν
: τὴν γὰρ Κασπίαν ὁ Πτολεμαῖος ἐναποκλείων ἠπείρῳ νήσου φύσιν ἐξεναντίας τὴν φύσιν ὥριζε . καὶ ἴσως οἱ εἰσβάλλοντες ἐκεῖ
5971283 ἀποτομου
τὸν ἐν Χαλύβοις δαμάζεις σὺ βίαι σίδαρον , οὐδέ τις ἀποτόμου λήματός ἐστιν αἰδώς . καί ς ' ἐν ἀφύκτοισι
ξυνεληλυθότες πρὸ τῆς πόλεως παρατεταγμένοι ἦσαν ἐπὶ γηλόφου οὐ πάντῃ ἀποτόμου : κύκλῳ δὲ τοῦ γηλόφου ἁμάξας περιστήσαντες ἐντὸς αὐτῶν
5969865 ὑπερβαλων
κερκούρους ξύμπαντας , αὐτὸς δὲ ταῖς τριακοντόροις τε καὶ ἡμιολίαις ὑπερβαλὼν τὴν ἐκβολὴν τοῦ Ἰνδοῦ καὶ προελθὼν καὶ ταύτῃ ἐς
τριήρεις ἡμέρᾳ μιᾷ . Ἱμίλκων φοβηθεὶς μὴ Διονύσιος τὸ ναυτικὸν ὑπερβαλὼν ὑπὲρ τὴν ἄκραν ἐπιπλεύσας τοὺς Καρχηδονίους ἐπὶ τῷ στόματι
5968664 βρεχει
εἰ δὲ ἀπορία εἴη , ὡς Ἀριστοτέλης λέγει , ἑαυτὴν βρέχει , καὶ ἐς κόνιν ἐμπεσοῦσα φύρει τὰ πτερά ,
] εἰπέ , ἀπόδειξαι . , ἀπόδειξον . ὕει ] βρέχει . . . δήπου ] περισσόν , ὁμολογουμένως .
5965143 στενου
φρενῶ : ἑνὸς , ἑνῶ : ξένου , ξενῶ : στενοῦ , στενῶ τὸ περισπώμενον , οὗ τὸ δεύτερον στενοῖς
γὰρ τὸ μὴ κατ ' αὐχένα εἶναι διαβατὴν μηδὲ ἀπὸ στενοῦ τινος ὡρμῆσθαι , ἀλλ ' ἐπὶ μήκους παρατείνουσαν τὴν
5964870 ἀγκυρας
ἀμφοτέροις θαυμασιώτερα . Τῶν μὲν Μηθυμναίων , πρὶν ἀνασπάσαι τὰς ἀγκύρας , ἔπλεον αἱ νῆες καὶ τῆς ναυαρχίδος ἡγεῖτο δελφὶν
πρυμνήσια , ἄλλοι δὲ ἀνεῖλκον τὰς ἀποβάθρας , ἄλλοι δὲ ἀγκύρας ἀνιμῶντο : πάντων δὲ βοὴ καὶ τάραχος ἦν .
5963899 λιβος
Φάψ Φαβός , φλέψ φλεβός , Νίψ Νιβός , λίψ λιβός , Ἄραψ Ἄραβος , Χάλυψ Χάλυβος , Κίνυψ Κίνυφος
τοῖς τοιούτοις οὔτε κρατῆρος μέρος εἶναι μετασχεῖν , οὐ φιλοσπόνδου λιβός , βωμῶν τ ' ἀπείργειν οὐχ ὁρωμένην πατρὸς μῆνιν
5957935 διναι
πολλάκις διὰ τὰς ἐγκοπὰς ἀνακλωμένου πρὸς ἐναντίαν τὴν καταφορὰν συνίστανται δῖναι θαυμασταί . πᾶς δ ' ὁ μεσάζων τόπος ὑπὸ
ἐκβαλεῖν . διαρθροῖ : διαπλάττει . δίναις : συστροφαῖς : δῖναι γὰρ τὰ κοιλώματα τῶν ὑδάτων . δρῶσα : ποιοῦσα
5949816 παλιρροιαις
λέγονται κύματα ἐξερχόμενα καὶ πάλιν εἰσερχόμενα . διαύλοις οὖν ταῖς παλιρροίαις τῶν κυμάτων . δίαυλοι δὲ τὰ ἔνθεν καὶ ἐκεῖθεν
καὶ τοὐναντίον ἀφαυαίνουσι : καὶ πελαγῶν ἐργάζονται τροπὰς ἐξαναχωρούντων ἢ παλιρροίαις χρωμένων : εὐρεῖς γὰρ ἔστιν ὅτε κόλποι θαλάττης ὑποσυρείσης
5948275 πνει
λείπω λείπεις λείπει , ποιῶ ποιεῖς ποιεῖ . τὸ δὲ πνεῖ καὶ ῥεῖ καὶ πλεῖ οὐκ ἰσοσυλλαβεῖ . οὕτω καὶ
. ναῦς ὥς τις ἐκ μὲν γῆς ἀνήρτηται βρόχοις , πνεῖ δ ' οὖρος , ἡμῖν δ ' οὐ κρατεῖ
5938044 λεπτυνθεντος
, οὕτω μαθεῖν ἐστιν , ὡς ἐνίοτε μὲν ὠμοῦ χυμοῦ λεπτυνθέντος πάνυ πέφυκε σύμβολον : γνοίης δ ' ἂν ἐντεῦθεν
καὶ πυρόεις καλούμενος ὃς καταφερομένου τοῦ πνεύματος καὶ ἐκπυρωθέντος καὶ λεπτυνθέντος γίνεται σκηπτὸς ὁ * καὶ * καταιβάτης , ὃς
5937097 τεναγη
θάτερον θατέρῳ . ἐγὼ μὲν οὖν δέχομαι τὸ συνεγγίζειν τὰ τενάγη τῇ Ἐρυθρᾷ θαλάττῃ , ἕως ἀκμὴν ἐκέκλειστο τὰ κατὰ
τὸν πόρον , ὥστε καὶ τὰς ἐπικειμένας νησῖδας ἐξηπειροῦσθαι καὶ τενάγη ποιεῖν ἀνώμαλα καὶ δυσφύλακτα : τὴν δ ' ἀνωμαλίαν
5936970 χαλαζα
: ” Ἥξει γὰρ ὀργὴ θεοῦ ὡς πῦρ καὶ ὡς χάλαζα συγκαταφερομένη βίᾳ καὶ ὡς ὕδωρ σῦρον ἐν φάραγγι .
τῇ σαρκὶ τοῦ ὀστρέου , ὥσπερ ἐν τοῖς συείοις ἡ χάλαζα , καί ἐστιν ἣ μὲν χρυσοειδὴς σφόδρα , ὥστε
5933683 καταδυσις
διήκων ἀπὸ τοῦ ἄνω μέρους ἕως κάτω στροφεύς . θαλάμη κατάδυσις : “ ὡς δ ' ὅτε πουλύποδος θαλάμης ἐξελκόμενος
τοιοῦτον ζῷον οἷον ἀσπάλαξ καὶ τὸ ὅμοια . χειραμός ἡ κατάδυσις . × δῶμα νῦν τὸν φωλεόν . οἳ δ
5930518 καταντικρυ
τὸ ἰθὺς τοπικῶς τίθησιν , ἀντὶ τοῦ ἐπ ' εὐθείας καταντικρὺ τῶν νεῶν . . . . κρόσσας μὲν πύργων
Ἀντίου κεκομίσθαι , ἑτέρους δ ' ἐκ Ταρακινῶν καὶ τῶν καταντικρὺ νήσων Ποντίων , ἄλλους δ ' ἐκ Πύργων :
5921618 παραπλευσαντες
καὶ Τῖφυς , καὶ τὴν ναῦν Ἀγκαῖος ὑπισχνεῖται κυβερνᾶν . παραπλεύσαντες δὲ Θερμώδοντα καὶ Καύκασον ἐπὶ Φᾶσιν ποταμὸν ἦλθον :
σθένοντες συχνῶς ἐκινδύνευον . πλὴν τῆς ἡμέρας ἀρχομένης τὸν ἀγκῶνα παραπλεύσαντες τοῦ προρρηθέντος Ἐκβόλου , κατήχθημεν περὶ δείλην βαθεῖαν εἴς
5913736 ἐπελθουσα
μὲν ἠγωνίζοντο , διέλυσε δὲ ἀπ ' ἀλλήλων καὶ τούτους ἐπελθοῦσα ἡ νύξ . ταύτην τὴν μάχην παρὰ ἀμφοτέρων ἢ
τῶν ταύτῃ προσχώρων οὐκ οἶδ ' ὅθεν αὐτοῖς τὴν ἀρχὴν ἐπελθοῦσα , ἐπινεμησαμένη δὲ καὶ διαφθείρασα πάσας τὰς ἐν τῇ
5912222 κατηνεχθη
τοῦ λούσασθαι , περιέπεσεν δὲ τῷ λυττῶντι κυνί : καὶ κατηνέχθη μὲν ἡ κεραμὶς ὑπὲρ τοῦ τὴν οἰκείαν χώραν ἀπολαβεῖν
περᾷ τὸν ποταμὸν ὀνόματι Φορβάν . Καὶ φιβλωθεὶς ὁ Ἀχελῷος κατηνέχθη ἀπὸ τοῦ ἵππου εἰς τὰ ῥεῖθρα τοῦ ποταμοῦ ,
5909843 Ἰσσικος
νότον ὁ Τυρρηνικός : ζʹ ἀνατολικώτερος τούτου κυρτὸν ἐπιστρεφόμενος ὁ Ἰσσικός : ηʹ ὁ Κρητικός : θʹ ὁ Εὔξεινος πόντος
ἀγὼν συνέπεσεν Ἀλεξάνδρῳ καὶ Δαρείῳ : καὶ ὁ κόλπος εἴρηται Ἰσσικός : ἐν αὐτῷ δὲ πόλις Ῥωσὸς καὶ Μυρίανδρος πόλις
5902508 χαραδραν
προδραμόντες στάδια πέντε ἢ ἓξ τῶν ὁπλιτῶν , διαβάντες τὴν χαράδραν , ὁρῶντες πρόβατα πολλὰ καὶ ἄλλα χρήματα προσέβαλλον πρὸς
καπνοῦ πολλοῦ καὶ δριμέος , αἱ μὲν ἀκρίδες ὑπερπετόμεναι τὴν χαράδραν , καὶ διὰ τὴν τοῦ καπνοῦ δριμύτητα πνιγόμεναι ,
5897067 αἰγιαλος
ἔχουσι , πέλαγος . Ἐπέδραμον : ἐπιτρέχουσιν . αἰγιαλοῖσι : αἰγιαλὸς παρὰ τὸ αἶα ἡ γῆ καὶ τὸ γείτων καὶ
* κρόκῃσι κρόκαις , αἰγιαλοῖς . κρόκη δὲ λέγεται ὁ αἰγιαλὸς ἀπὸ τοῦ κείρω τὸ κόπτω κερόκη καὶ κρόκη ,
5896664 ἰσθμος
ἐξ ἀμφοτέρων τῶν μερῶν θάλασσαν ἔχων τόπος : εἴρηται δὲ ἰσθμὸς παρὰ τὸ ἐν στενῷ εἶναι , οἷον ἴστνος τις
τοὺς μετοίκους . πολλάκις δὲ καὶ συνεστράτευον τοῖς Ἀθηναίοις . ἰσθμὸς καὶ πορθμὸς διαφέρει . ἰσθμὸς μὲν γάρ ἐστι γῆς
5895725 ἐφθασεν
τοῦ μετεώρου τείχους τινά . καὶ δὴ εἰς ἔργον αὐτοῖς ἔφθασεν ἂν τὰ βεβουλευμένα , ἤδη τὴν κλίμακα ταῖς ἐπάλξεσι
ὀξύτητα τῆς πορείας καὶ γενόμενος πλησίον αὐτῶν ἀγνοούντων τὴν παρουσίαν ἔφθασεν ἀκρολοφίας τινὰς καὶ δυσχωρίας προκαταλαβόμενος . οἱ δὲ περὶ
5893531 πνεει
εἰς ξένους τόπους , ὅπου τροπή , κίνδυνος ἐστομωμένος , πνέει καθ ' ἡμῶν φλεγμονὰς πυρεκβόλους ; μικρόν τι καρτέρησον
τῷ καί μιν δελέασσιν ἀποπνείουσιν ἀϋτμὴν ῥηϊδίως ἕλκουσιν , ὅσα πνέει ἐχθρὸν ἄημα . εἴκελα δὲ τρίγλῃσιν ὕεσσί τε ,
5889353 καταδυεται
γὰρ ἀνθρώπου καὶ πολὺ ἔτι ἀπέχουσα , ὥς φασι , καταδύεται δὲ ἐς φάραγγας καὶ σπήλαια τὰ βαθύτατα . οἱ
Ἔλαφον διώκει λέων : ἡ δὲ φεύγουσα ὑπεξάγει , καὶ καταδύεται εἰς δρυμὸν βαθύν : ὁ δὲ λέων ἐπιστὰς τῷ
5885404 σχεδιαις
πεζῇ μὲν ἐλθεῖν παντελῶς , ὡς εἶπον , ἀδύνατον , σχεδίαις δὲ ὁμοίως ἀπορίᾳ τῶν παρ ' ἡμῖν ἐξ ἴσου
τῆι λοιπῆι κατασκευῆι τὴν τότε συνήθειαν ὑπερβάλλον , διὰ τὸ σχεδίαις πλεῖν τοὺς τότε ἀνθρώπους καὶ μικροῖς παντελῶς ἀκατίοις .
5884891 ἐνεχθεις
γῆς δένδρων , ἀλλ ' ὑπὸ φύσεως λογικῆς καὶ σπουδαίας ἐνεχθείς . παρὸ καὶ ἡ τεκοῦσα αὐτὸν φύσις ” στῆναι
, ὑπὸ τούτου μὲν ἀφεθείς , ὑπ ' ἐκείνου δὲ ἐνεχθείς : καὶ ὁ μὲν ἐτεθνήκει : τὴν γῆν δὲ
5884254 ἀπορρηξῃ
τις αὐτὸ ῥᾳδίως ἀποσπάσαι , πρὶν ἄν τι τῆς πέτρας ἀπορρήξῃ μέρος . τοῦτο καὶ ἐπὶ τοῦ πολύποδος λέγεται .
ἀγνοίας καὶ ἀηθείας , ἵνα εὐσκόπῳ πληγῇ τὴν ἀθλίαν ζωὴν ἀπορρήξῃ . καὶ οἱ μὲν οἷα διδάσκαλοι κακοδαιμονίας ὑφηγοῦντό τε
5878914 οὐριος
ὁμοίως οὐρίῳ ἀνέμῳ καὶ πνεύματι : ἄλλως : ὃν τρόπον οὔριος ἄνεμος ἱστίοις , οὕτως κἀγὼ ταύτῃ φανήσομαι , τουτέστι
προκεῖσθαί τινα πλοῦν ἴδιον αὐτοῖς , ἀλλ ' ἅπας ἄνεμος οὔριος αὐτοῖς ἐδόκει καὶ κατὰ πρύμναν εἱστήκει . Καλλιρόην δὲ
5878901 καταφερομενου
κεραυνῶν : πρηστήρ , ὁ καὶ πυρόεις καλούμενος , ὃς καταφερομένου τοῦ πνεύματος καὶ ἐκπυρωθέντος καὶ λεπτυνθέντος γίνεται : σκηπτός
τοῖς κάμνουσιν αἴσθησις κατ ' ἰσχίον ἢ μηρὸν γένηται ὡς καταφερομένου τινὸς ἐπὶ τὰ κάτω , ὅτε καί φασι μυρμηκίζειν
5871169 διαπυρος
οὕτως : ἀνὴρ ἐπ ' αὐτῷ αἴθων καὶ πρόθυμος καὶ διάπυρος τέτακται ἐν βίᾳ ἤτοι ἐν δυνάμει Πολυφόντου , περιφραστικῶς
ὑπὸ ψύχους μὲν ὠσθεῖς ' ἀνέμους ἐμποιεῖ , ἐμπίπτουσα δὲ διάπυρος γενομένη κεραυνούς , ἀθρόα δὲ φερομένη ἡμίπυρος οὖσα πρηστῆρας
5870860 καταιβατης
ἄλλας δὲ ὁμοειδεῖς καὶ εὐεπιγνώστους αἰτίας ὑέτιος καὶ ἐπικάρπιος καὶ καταιβάτης καὶ ἀστραπαῖος καὶ ἄλλως πολλαχῶς κατὰ διαφόρους ἐπινοίας .
καὶ ἐκπυρωθέντος καὶ λεπτυνθέντος γίνεται σκηπτὸς ὁ * καὶ * καταιβάτης , ὃς παχυνθέντος τοῦ πυρώδους πνεύματος γίνεται , καὶ
5865208 ἐπιπλευσας
: ἐὰν δὲ λάβῃς ἀτάκτως - φερομένας ἢ ἱστιοδρομούσας , ἐπιπλεύσας ἐν τάξει παντὶ τῷ στόλῳ τὰς μὲν ἀμυνομένας πειρῶ
ἐς τὴν χώραν ἀδεῶς ἐξῄεσαν : ὁ δὲ διεσκεδασμένων πάλιν ἐπιπλεύσας ἐς τὴν Σάμον πολλῷ πλείονα λείαν τῆς προτέρας ἥρπασε
5856259 χειμεριος
θαλίαις ἡ πόλις ἦν ὥσπερ εἰκός : καὶ πᾶς ὁ χειμέριος χρόνος ἀμφὶ ταῦτα ἐδαπανήθη . ἀρχομένου δ ' ἔαρος
. . Αἰγυπτίοις λὶψ ἢ νότος : Εὐδόξῳ καὶ Δοσιθέῳ χειμέριος ἀήρ . . . . . ἐν δὲ τῇ
5847275 γεφυρωσαι
, ὃν Βόσπορον Δαρεῖος ὁ Ξέρξου πατὴρ ἐγεφύρωσε πρὸ τοῦ γεφυρῶσαι Ξέρξην τὸν Ἑλλήσποντον . πέτραι Συμπληγάδες ἃς Ὅμηρος Πλακτὰς
ὄρυγμά τι ὀρύττειν ἔδει , σκάπτων πρῶτος , εἴτε ῥεῖθρον γεφυρῶσαι ἢ βάθος χῶσαι : πᾶν θ ' ὃ χειρῶν
5846032 ἀκατια
συμπλέκηται : δεήσει γὰρ τότε ποιητικοῦ τινος ἀνέμου ἐπουριάσοντος τὰ ἀκάτια καὶ συνδιοίσοντος ὑψηλὴν καὶ ἐπ ' ἄκρων τῶν κυμάτων
ἐφ ' ἡμῶν ἴσως ῥηθῆναι εἰκότως ὅτι πλεῖ πάντα ὁμοίως ἀκάτια καὶ πᾶσα βοῦς ἀροτριᾷ . οὐ τοίνυν κατὰ τοῦτο
5844763 μυσαντος
τῶν μητρέων ἐν φλογμῷ γενομένων , καὶ τοῦ στόματος σφέων μύσαντος : περιιδνοῦται γὰρ ὁ στόμαχος τοῦ αἰδοίου μετὰ τὸ
τὸ ὑγρόν , τὸ δέρμα προσκείμενον ἐῶντα , κἂν πληρωθῇ μύσαντος τοῦ τρήματος ἡ φλύκταινα , πάλιν αὐτὴν δεῖ τιτρᾶν
5842836 ἀναξηραινεσθαι
χρόνον τὸ ὕδωρ , καὶ τὰς ῥαχίας μετὰ τὴν ἀναχώρησιν ἀναξηραίνεσθαι , ὥστε τοὺς πλέοντας , εἰ περιπέσοιέν ποτε τούτῳ
Οἰνοπίδης δὲ ὁ Χῖος λέγει τοῦ μὲν χειμῶνος τῶν ποταμῶν ἀναξηραίνεσθαι τὰς πηγάς , ἐν δὲ τῶι θέρει θερμαινομένας ῥεῖν
5842203 ἐρεθιζεσθω
ἐμοὶ ῥιπτέσθω μὲν πυρὸς ἀμφήκης βόστρυχος , αἰθὴρ δ ' ἐρεθιζέσθω βροντῇ σφακέλῳ τ ' ἀγρίων ἀνέμων : χθόνα δ
δι ' ὅλου καυστικός . αἰθὴρ ] ἀήρ . . ἐρεθιζέσθω βροντῇ ] κινείσθω ἐν βροντῇ . σφακέλῳ ] συστροφῇ
5838060 μεσαζων
τὴν καταφορὰν συνίστανται δῖναι θαυμασταί : πᾶς δ ' ὁ μεσάζων τόπος ὑπὸ τῆς παλιρροίας ἀφροῦ τε πληροῦται καὶ τοῖς
τῷ ἰδίῳ γενομένου , ὁ χειμὼν ἄρχεται μὲν ὑδατώδης , μεσάζων δὲ ἀνεμώδης , καὶ λήγων χαλαζώδης καὶ χιονώδης .
5833455 διηκε
γῆς ὑπερθανὼν πύργων ἐπ ' ἄκρων στὰς μελάνδετον ξίφος λαιμῶν διῆκε , τῆιδε γῆι σωτηρίαν , λόχους ἔνειμεν ἑπτὰ καὶ
ἔκοπτε τὰ δένδρα . καὶ τοῦτο μὲν στρατευσάμενος τὸ θέρος διῆκε καὶ τὸ Μακεδονικὸν στράτευμα καὶ τὸ τοῦ Δέρδα :
5828811 νοτιους
: δι ' ὃ τούς τε ὄμβρους συμφέρει βορείους μὴ νοτίους εἶναι καὶ πλῆθος χιόνος ὅπως τηκομένη κατὰ μικρὸν διαδύηται
αὐτοῦ λεγομένας σφραγῖδας , τὰς μὲν βορείους καλῶν τὰς δὲ νοτίους , ὅρια ἀποφαίνει τῶν κλιμάτων ἀμφοῖν τὰς Κασπίους πύλας
5825046 κἀκειθεν
τῷ βέλει προσάψαντας βραχὺ βιβλίδιον τοξεύειν εἴς τινα τόπον συγκείμενον κἀκεῖθεν τὰς ἐπιστολὰς ἀναλαμβάνειν . Ἀρτάβαζος ὑποπτεύσας Παμμένη κοινολογεῖσθαι τοῖς
. εἰ δὲ κατὰ τοῦ κατάγματος βάλλεις , τὰ ἔνθεν κἀκεῖθεν ἐκκρεμῆ γινόμενα διαστρέφουσιν τὴν διάπλασιν . δεῖ οὖν καὶ
5824446 εὐδιας
, καλοὶ μὲν ὅρμοι τῇ νηὶ ταύτῃ , μεστὰ δὲ εὐδίας τε καὶ εὐπλοίας πάντα , Ποσειδῶν δὲ Ἀσφάλειος ἡ
ἔφερον . Τοῦ δὲ αὐτοῦ εἴδους ἐστὶ καὶ τὸ φαλακρότερος εὐδίας , καὶ τὸ κολοκύντης ὑγιέστερος . τὸ δὲ χρυσῶ

Back