: ἐξ οὗ μυθολογεῖται πάντας τοὺς σφοδροὺς ἀνέμους κυΐσκεσθαι χωρὶς ζεφύρου καὶ βορέου : θεογενεῖς γὰρ οὗτοι . εἶτα Προμηθεὺς
ὁπόσαι ὑπὸ ἡλίῳ εἰσί , καὶ τὸ πέλαγος οἰκειοῦται , ζεφύρου τε πηγὰς ἔχει , ἀλλ ' ἀνδράσιν ἐστεφανῶσθαι αὐτὴν
8362281 Ζεφυρου
, καὶ Μοῦσαί τε καὶ Ὧραι . περὶ δὲ ἀνέμου Ζεφύρου , καὶ ὡς ὑπὸ τοῦ Ἀπόλλωνος Ὑάκινθος ἀπέθανεν ἄκοντος
τὸ δὲ ῥόθιον πρὸς ὑποδοχὴν ἐκολποῦτο κυμαίνειν εἰωθός , καὶ Ζεφύρου τι κατέχει τὸ σῶμα λιγυρῷ πνεύματι τὴν θάλατταν κατευνάζοντος
8126433 Αἰγαιου
- λον στάδια λʹ : ἐπὶ τὸ Ἄργεννον διὰ τοῦ Αἰγαίου στάδια φʹ : ἐπὶ τὸ Ἐρυθραῖον Κορυναῖον στάδια κεʹ
πορφυρευθῆναί φησιν ἀπὸ τῆς θαλάσσης . αἱ μέν τ ' Αἰγαίου : Αἰγαῖος ποταμὸς περὶ Κέρκυραν : τούτου θυγάτηρ Μελίτη
8015012 νοτου
τὰ ἐνθέματα μὴ τοῦ βοῤῥᾶ πνέοντος ἐντίθεσθαι , ἀλλὰ τοῦ νότου . ἐκεῖνο μέντοι δῆλόν ἐστιν , ὅτι ὄμβρος τῷ
δὲ μεταξὺ καὶ ἄλλοι ποταμοὶ πλωτοὶ , ῥέοντες ὡσαύτως ἀπὸ νότου πρὸς βορρᾶν καὶ τὸν ὠκεανόν . ἐξῆρται γὰρ ἡ
7972873 βορεην
ἄνθρωποι , ὀργήν τε καὶ ξύνεσιν βελτίους εἰσὶ τῶν πρὸς βορέην , ᾗπερ καὶ τὰ ἄλλα τὰ ἐμφυόμενα ἀμείνω ἐστίν
δὲ τοῦ Αἵμου τῶν κορυφέων τρεῖς ἄλλοι μεγάλοι ῥέοντες πρὸς βορέην ἄνεμον ἐσβάλλουσι ἐς αὐτόν , Ἄτλας καὶ Αὔρας καὶ
7963024 ζεφυρος
ἢ ἔπομβρος καὶ ἀνέμων ἀκρασία . Δοσιθέῳ εὐδία , ἐνίοτε ζέφυρος πνεῖ . ιβʹ . ὡρῶν ιδ : ὁ λαμπρὸς
καὶ τὸ λοιπὸν τῶν Πλειάδων ἀνίσχει , καὶ τὴν ὀγδόην ζέφυρος ὄρθρου ἄρχεται πνέειν , καὶ τὴν ἐννάτην ζάλη γὰρ
7927964 χευμα
, τόν ῥ ' ὑποκυσσαμένη τέκεν Ἀπόλλωνι ἄνακτι Ἀμφρύσου παρὰ χεῦμα Φερητιὰς Ἀντιάνειρα . Τῷ καὶ μαντοσύνην ἔπορεν καὶ θέσφατον
ἀπολέσθαι . . . Μηδέ ποτ ' ἐκ λήθης ῥεύσωμεν χεῦμα ταπεινόν . ἧς κατασύρονται πολλοὶ σκολιοῖσι ῥεέθροις . .
7818271 ἠλιβατος
. ἔστι δέ τις ἄκρη Ἑλίκης κατεναντίον Ἄρκτου , πάντοθεν ἠλίβατος , καί μιν καλέουσι Κάραμβιν , τῆς τ '
, ἧχί τε καὶ χάλκειος ἐς οὐρανὸν ἔδραμε κίων , ἠλίβατος , πυκνοῖσι καλυπτόμενος νεφέεσσιν . πόντος μὲν πρώτιστος Ἰβηρικὸς
7799906 Ἀρκτουρου
τὴν Αἰθιοπίαν κατὰ τὰς τοῦ Κυνὸς ἀνατολὰς ἕως τῆς ἐπιτολῆς Ἀρκτούρου , καθ ' οὓς χρόνους καὶ οἱ ἐτησίαι πνέουσιν
Ἀρκτούροιο . Καὶ τοῦ μὲν μάλα πάγχυ μετήοροί εἰσι κέλευθοι Ἀρκτούρου , τὸ δὲ θᾶσσον ὑφ ' ἑσπερίην ἅλα νεῖται
7799135 προχοαι
αὖτ ' ἀγκῶνα ποτὶ ῥόον , ἀμφὶ δὲ δοιαί σχίζονται προχοαί : τὴν μὲν καλέουσι Νάρηκος , τὴν δ '
μετὰ τοῦτον ἡ κατ ' Αἴγυπτον Ἀλεξάνδρεια καὶ τοῦ Νείλου προχοαί , βορειότατον δὲ τὸ τοῦ Βορυσθένους [ στόμα ]
7747287 βορεαο
κνέφας . οὐδὲ μὲν ἠοῖ πείσματα νηὸς ἔλυσαν ἐπὶ πνοιῇ βορέαο . Λημνιάδες δὲ γυναῖκες ἀνὰ πτόλιν ἷζον ἰοῦσαι εἰς
δὲ νέον κατεφαίνετο γαῖα : καὶ τότ ' ἀναρπάγδην ὀλοὴ βορέαο θύελλα μεσσηγὺς πέλαγόσδε Λιβυστικὸν ἐννέα πάσας νύκτας ὁμῶς καὶ
7707889 Περσις
δίμετρον ἀκατάληκτον , τὸ δὲ γʹ ἑφθημιμερές . ἰὼ ἰὼ Περσὶς ] τροχαϊκά . πέμψω σε ] ἰαμβικὸν δίμετρον .
καὶ τὴν Ἀσίαν . καλὰ ἱμάτια φοροῦσαι . λευκοφοροῦσαι ἡ Περσὶς δηλονότι . κατεσκευασμένη . ἐστολισμένη . κεκοσμημένη . ἐπιτετηδευμένη
7696978 ζεφυροιο
ἐς νότον , οἱ δ ' ἐπὶ ῥιπὴν εὔρου καὶ ζεφύροιο : τίς ἂν πάντων ὄνομ ' εἴποι ; οὐ
παρὰ στόμα Θερμώδοντος . τῆς δὲ πρὸς ἀντιπέραιαν ὑπαὶ ῥιπὴν ζεφύροιο φαίνετ ' ἀπειρεσίου ποταμοῦ ῥόος Εὐφρήταο , ὃς δ
7692571 Εὐξεινου
ἐγχρίμψητε , δηλονότι μέχρις ἂν εἰς τὸν μυχὸν ἀφίκησθε τοῦ Εὐξείνου πόντου : ἐνταῦθα γὰρ καὶ ἡ Σκυθία τελευτᾷ .
τὸ στόμα τὸ κατὰ Βυζάντιον , ταπεινότερον ὂν τὸ τοῦ Εὐξείνου ἔδαφος τοῦ τῆς Προποντίδος καὶ τῆς ἑξῆς θαλάττης πληρωθῆναι
7664906 ποντου
πόρον , ἤγουν πρὸς τὰ ἀριστερὰ μέρη , τοῦ Εὐξείνου πόντου ἐξ ἐναντίας τοῦ Βορυσθένους ποταμοῦ μεγαλώνυμος καὶ ἔνδοξός τις
τυρὸν καὶ σίλφιον . ἅττα τε σάρκα μὴ πίειραν ἔχῃ πόντου τέκνα , τῷδε τρόπῳ χρὴ σκευάζειν . ἤδη σοι
7660107 ὑπωρειαν
τῷ ῥεύματι κατηρεφῆ διὰ τῆς ὑπωρείας πῆ μὲν ἔγκοιλον τὴν ὑπώρειαν τέμνοντες , πῆ δὲ προσοικοδομοῦντες , ἔστι δὲ οὗ
λεγόμενον τῶν βαρβάρων προσηγορίας ἐποίησαν εὐξείνου τυχεῖν . Περὶ τὴν ὑπώρειαν δὲ τοῦ καλουμένου Αἵμου πόλις ἐστὶ λεγομένη Μεσημβρία ,
7657744 ἀκται
κατὰ τὸ θυρῶν ἀρασσομένων . νωλεμές : συχνῶς . ἁλιμυρέες ἀκταί : αἱ ὑπὸ θαλάσσης περιρρεόμεναι ἢ περιρραινόμεναι . θελήμονα
πετράων νωλεμὲς οὔατ ' ἔβαλλε , βόων δ ' ἁλιμυρέες ἀκταί : δὴ τότ ' ἔπειθ ' ὁ μὲν ὦρτο
7641908 Τυρσηνικου
ἐπειδὴ ὁ πορθμὸς μέσος κεῖται τοῦ τε Ἀδριατικοῦ καὶ τοῦ Τυρσηνικοῦ πελάγους τὸ μὲν λῆγον , τὸ δὲ ἀρχόμενον .
' ἀμφὶ Σύρτιν καὶ Λιβυστικὰς πλάκας στενήν τε πορθμοῦ συνδρομὴν Τυρσηνικοῦ καὶ μιξόθηρος ναυτιλοφθόρους σκοπάς , τῆς πρὶν θανούσης ἐκ
7583086 κυματος
ταθείς : ἄχναν δ ' ὕπερθε τεᾶν κομᾶν βαθεῖαν παριόντος κύματος οὐκ ἀλέγεις , οὐδ ' ἀνέμου φθόγγον , πορφυρέαι
δ ' ἔοικεν ἡλίου πρὸς ἀντολὰς πνέων ἐσᾴξειν , ὥστε κύματος δίκην κλύζειν πρὸς αὐγάς , τοῦδε πήματος πολὺ μεῖζον
7582980 πελαγους
καὶ μέλανες ἐὰν πολλοὶ φανῶσιν ὕδωρ . Καὶ ἐὰν ἐκ πελάγους ὄρνιθες φεύγωσι χειμῶνα σημαίνουσι . Καὶ σπίνος ἐν οἰκίᾳ
καὶ ἀνετέτατο ἰσχυρῶς , ἵνα ὅ τε ναύαρχος τὰ ἐκ πελάγους πάντα ἐφορᾷ καὶ τοῖς ἐπιπλέουσιν ἀφανὴς ᾖ τῶν ἔνδον
7547302 ποροιο
καιρός . Πρῶτον : πρώτως . ἐπιψαίρωσι : κινηθῶσιν . πόροιο : τοῦ πόντου . πειρήσονται : δοκιμάσωσι , δοκίμασον
μὲν ἔχηι κατὰ βένθεα χαλκοῦ πορθμοῦ χωσθέντος βροτέωι χροῒ ἠδὲ πόροιο , αἰθὴρ δ ' ἐκτὸς ἔσω λελιημένος ὄμβρον ἐρύκει
7543149 βορεας
: ὁ λαμπρὸς τῆς βορείου Χηλῆς ἑῷος δύνει . Αἰγυπτίοις βορέας σφοδρός . Καλλίππῳ καὶ Εὐκτήμονι ἐπισημαίνει . βʹ .
κδ : . . . Αἰγυπτίοις χειμέριος περίστασις , Εὐδόξῳ βορέας ψυχρός . . . . . ἐν δὲ τῇ
7511073 Προποντις
Παμφυλίᾳ καὶ τοῦ Ποντικοῦ τὰ καλούμενα δεξιὰ μέρη καὶ ἡ Προποντὶς καὶ ἡ ἐφεξῆς παραλία μέχρι Παμφυλίας ποιεῖ τινα χερρόνησον
καλοῦσι Θρᾴκιον Βόσπορον , ὃ τετραστάδιόν ἐστιν . ἡ δὲ Προποντὶς χιλίων καὶ πεντακοσίων λέγεται τὸ μῆκος σταδίων τὸ ἀπὸ
7510252 ῥιπῃ
' ᾤχετο Κολχίδα γαῖαν . Τὸν δ ' ἕλεν ἀμφασίη ῥιπῇ στιβαροῖο σόλοιο , Αἰήτην . οἳ δ ' ὥστε
μέμυκε , ῥοχθεῦσιν δὲ κάλωες , ἐπημύει δὲ κεραίη , ῥιπῇ ἐπειγομένη , πρύμνῃ δ ' ἔπι πάντα χαλινὰ ἰθυντὴρ
7504082 ὀρεος
εἰσανέβησαν , ὅ μιν τότε κουρίζοντα Δίκτῃ ἐν εὐώδει , ὄρεος σχεδὸν Ἰδαίοιο , ἄντρῳ ἐγκατέθεντο καὶ ἔτρεφον εἰς ἐνιαυτόν
Ἀνόπαια : τείνει δὲ ἡ Ἀνόπαια αὕτη κατὰ ῥάχιν τοῦ ὄρεος , λήγει δὲ κατά τε Ἀλπηνὸν πόλιν , πρώτην
7486614 χερσον
ἐχόμενα , τὰ δὲ καὶ ὑπὸ χειμώνων σκληρῶν ἐς τὴν χέρσον ἐξωθέεσθαι , καὶ οὕτω δὴ καὐτὰ σηπόμενα ἀπόλλυσθαί τε
. ὅταν οὖν τὰ ἀεροπόρα αἰθεροβατεῖν ὀφείλοντα καταβαίνῃ , πρὸς χέρσον ἀφικνούμενα τῷ κατὰ φύσιν ἀδυνατεῖ χρῆσθαι βίῳ . τοὐναντίον
7479640 βορεω
ἠερόεις ἐπάγει νότος : ἀντία δ ' αὐτὸς Κηφεὺς ἐκ βορέω μεγάλῃ ἀνὰ χειρὶ κελεύει . Καὶ τὸ μὲν ἐς
ἀνατέλλοντα , ἔνθεν μὲν ἡ Ἐρυθρὴ παρήκει θάλασσα , πρὸς βορέω δὲ ἡ Κασπίη τε θάλασσα καὶ ὁ Ἀράξης ποταμός
7475418 ῥαχιαν
εἰ συνέβη , πλέοντος τοῦ πλοίου , γενέσθαι ἀμπώτιδα καὶ ῥαχίαν . περὶ τούτων Ὅμηρος : Ἔνθεν μὲν Σκύλλη ,
χρήσασθαι τῇ πόλει . τίνα γὰρ μεσόγειαν ἢ ποίαν Ἀτλαντικὴν ῥαχίαν οὐκ ἔσεισεν ; ἢ ποῖον κόλπον ὧν ἴσασιν ἄνθρωποι
7473759 Τημος
καὶ αὐτὴν ἔσχατον οὐρὴν Κενταύρου φορέουσιν ἀνερχόμεναι ἔτι Χηλαί . Τῆμος ἀποιχομένην κεφαλὴν μέτα δύεται Ἵππος , καὶ προτέρου Ὄρνιθος
καὶ αὐτὴν ἔσχατον οὐρὴν Κενταύρου φορέουσιν ἀνερχόμεναι ἔτι Χηλαί . Τῆμος ἀποιχομένην κεφαλὴν μέτα δύεται Ἵππος , καὶ προτέρου Ὄρνιθος
7470248 κατερχεται
ὁ τοῖς ποσὶ μακρὰ βιβάς , σπουδῇ δὲ ἥκει καὶ κατέρχεται ; μῶν ἐπιφωνήσομεν αὐτῷ ; Καὶ μάλα . Κλεόλαε
. ] : ἐπεὶ Νεοπτόλεμος Ἑρμιόνην γαμεῖ τὴν Μενέλεω , κατέρχεται εἰς Δελφοὺς περὶ παίδων χρησόμενος : οὐ γὰρ αὐτῷ
7465563 Εὐρου
ὑγρὸς ἄῃσιν : ἐς Νοτίην δὲ θάλασσαν ἐπειγομένου Βορέαο : Εὔρου δ ' ἱσταμένοιο ποτὶ Ζεφύροιο κέλευθα : πρὸς δ
. ἐπειγομένου : γράφεται ἐγειρομένου . ἐγειρομένου : πνέοντος . Εὔρου : ἀνατολικοῦ ἀνέμου πνέοντος . ποτὶ ζεφύροιο κέλευθα :
7461693 λιψ
ἕπεται νεφέλη . Περὶ γὰρ τοὺς τόπους τούτους ὅ τε λὶψ ἀμφότερα ταχέως ποιεῖ πνέων ἀπὸ τοιαύτης ἀρχῆς , ὅ
νὶψ νιβός : ἔστιν δὲ ὄνομα κρήνης . οὕτως καὶ λὶψ διὰ τοῦ Ι . ὁ δὲ ἄνεμος λέγεται καθὰ
7460720 ᾠκεον
πόλις ” μερόπων ἀνθρώπων , ἀλλ ' ἔθ ' ὑπωρείας ᾤκεον πολυπιδάκου „ Ἴδης . „ τοῦ δὲ τρίτου ἐπὶ
” Μέλας , τρίτατος δ ' ἦν ἱππότα Οἰνεύς : ᾤκεον δ ' ἐν „ Πλευρῶνι καὶ αἰπεινῇ Καλυδῶνι .
7448365 Παρνασσου
. ὁ δὲ Σκήψιός φησι μήτε Ἐλεῶνα μηδένα τόπον τοῦ Παρνασσοῦ δείκνυσθαι , ἀλλὰ Νεῶνα , καὶ ταύτην οἰκισθεῖσαν μετὰ
Κῆρες ἀναπλάκητοι . Ἔλαμψε γὰρ τοῦ νιφόεντος ἀρτίως φανεῖσα φάμα Παρνασσοῦ τὸν ἄδηλον ἄνδρα πάντ ' ἰχνεύειν : φοιτᾷ γὰρ
7436302 σκοπιην
, λαιψηρὰ δὲ γούνατ ' ἐνώμα . οἳ δὲ παρὰ σκοπιὴν καὶ ἐρινεὸν ἠνεμόεντα τείχεος αἰὲν ὑπ ' ἐκ κατ
αὖτις ὑποστρέψας πρὶν Λήμνου γαῖαν ἱκέσθαι : Ἠέλιος γάρ οἱ σκοπιὴν ἔχεν εἶπέ τε μῦθον . [ βῆ δ '
7425011 κελευθων
πελάζων δωδεκατημορίοισιν ἐν ἀλλαγμοῖσιν ἑαυτῶν ἀχθοφόρους ὑδρέας τε καθαρτῆράς τε κελεύθων ἀμφοδικῶν , οἰκτρούς τ ' ἀμαρησκαπτῆρας ἔσεσθαι ἀγγέλλει ,
χερσὶ καλύπτρας . ἔνθα πύλαι Νυκτός τε καὶ Ἤματός εἰσι κελεύθων , καί σφας ὑπέρθυρον ἀμφὶς ἔχει καὶ λάινος οὐδός
7421772 Ἐρυθρα
ἐθνικὸν Ἐρυθραῖος καὶ Ἐρυθραία καὶ Ἐρυθραῖον . καί ἐστιν ἄκρα Ἐρυθρά τῆς Λιβύης , ὡς Ἀρτεμίδωρος ἑβδόμῃ γεωγραφουμένων . Ἐρυθρὰ
ἐστὶν ἡ θάλασσα , πολλαὶ γάρ εἰσιν , οἷον ἡ Ἐρυθρά , ἡ Νεκρά , ἀλλ ' ὅτι ἐν χρήσει
7414690 βορεου
καὶ ἡμέρας μέν τινας ἐπλέομεν εὐκράτῳ ἀέρι χρώμενοι , ἔπειτα βορέου σφοδροῦ πνεύσαντος μέγα κρύος ἐγένετο , καὶ ἀπ '
, μῆκος δὲ ͵ατʹ . Ἀπὸ Πάφου εἰς Ἀλεξάνδρειαν δίαρμα βορέου σταδίων ͵γωʹ . Ῥόδου περίμετρος στάδια ͵ατʹ : Κῶ
7413667 ἀντολιην
ἀλλὰ μετ ' ἄρκτους τέτραπται , καὶ τοῖος ἐπ ' ἀντολίην πάλιν ἕρπει , οἷος καὶ νοτίης Λιβύης ἐπὶ τέρμα
τὸ πρῶτον ἀπ ' οὔρεος Ἀρμενίοιο . τοῦ δὲ πρὸς ἀντολίην βορέην ἐπικέκλιται ἰσθμός , ἰσθμὸς Κασπίης τε καὶ Εὐξείνοιο
7408407 Καυκασου
λαμβάνει μῆκος ἐπὶ τῆς διὰ στηλῶν καὶ Κασπίων πυλῶν καὶ Καυκάσου γραμμῆς , ὡς ἂν εὐθείας , τὸ δὲ τῆς
, τοσοῦτον γὰρ ἐπέχει μέτρον τῆς γῆς ὁ ἀγκὼν τοῦ Καυκάσου , τὸ δὲ περὶ τοῦ ἐν τῇ ἡμεδαπῇ Ταύρου
7405612 νοτος
ὁ λαμπρὸς τῆς Λύρας ἑσπέριος ἀνατέλλει . Αἰγυπτίοις λὶψ ἢ νότος , ὑετία . κθʹ . ὡρῶν ιδ : ὁ
ʹ : ὁ λαμπρὸς τοῦ Ὕδρου ἑῷος δύνει . Ἱππάρχῳ νότος ἢ βορέας , χειμάζει . κʹ . Αἰγυπτίοις χειμῶνος
7405470 ὠκεανοιο
τὰ περὶ τὰς πλημμυρίδας τοῦ ὠκεανοῦ καὶ τὰς ἀμπώτεις ἀψορρόου ὠκεανοῖο , λέγοντα καί „ τρὶς μὲν γάρ τ '
οὐκ ἐπίοπτος , ὁ δ ' ἀντίος ἐκ βορέαο ὑψόθεν ὠκεανοῖο . Δύω δέ μιν ἀμφὶς ἔχουσαι Ἄρκτοι ἅμα τροχόωσι
7399554 ἀπορρωγες
' ἀπόερσε . ” ἀπόστιχε ἄπιθι . ἀπομόρξατο ἀπεψήσατο . ἀπορρῶγες αἱ ἀνέχουσαι πέτραι : “ ἀκταὶ ἀπορρῶγες λιμένος ποτιπεπτηυῖαι
, καὶ κλίνεται ῥωγός ῥῶγες καὶ μετὰ τῆς ἀπό προθέσεως ἀπορρῶγες . . . . ἀπόφασθε : φημί , τὸ
7388778 λιβος
Φάψ Φαβός , φλέψ φλεβός , Νίψ Νιβός , λίψ λιβός , Ἄραψ Ἄραβος , Χάλυψ Χάλυβος , Κίνυψ Κίνυφος
τοῖς τοιούτοις οὔτε κρατῆρος μέρος εἶναι μετασχεῖν , οὐ φιλοσπόνδου λιβός , βωμῶν τ ' ἀπείργειν οὐχ ὁρωμένην πατρὸς μῆνιν
7376619 πρηωνα
ἐπὶ τὰ ἔσχατα μέρη τῶν Γαδείρων , ἐπὶ τὸν μακρὸν πρηῶνα , ἤτοι τὴν μεγάλην ἐξοχὴν , τῶν ἐπὶ πολὺ
: ὄρη γάρ εἰσι μεγάλα καὶ ὑψηλά . Μακρὸν ὑπὸ πρηῶνα ] τοῦτ ' ἔστιν ὑπὸ τὴν μεγάλην ἐξοχὴν τῶν
7373145 συρεται
μισητὸς , καιρὸς , θανατηφόρος . ἕρπει : ἀκολουθεῖ , σύρεται , διατρέχει , ἐπιγίνεται : ἕρπει ἐπὶ τῶν βραδέως
μὲν ἔθνη τὴν Ἰταλίαν κατοικεῖ . Ἐκεῖθεν δὲ πρὸς ἀνατολὰς σύρεται ἢ τὴν θάλασσαν ἐπερεύγεται ὁ Ἀδρίας κόλπος , τοὺς
7371982 χλοαουσι
τοῖς ἄλλοις . ταμίαι : διοὰ παροχεῖς . παρὰ δὲ χλοάουσι ῥεέθροις : ὑπερβατὸν κατὰ λέξιν . χλοάουσι : φύουσιν
. παρὰ δὲ χλοάουσι ῥεέθροις : ὑπερβατὸν κατὰ λέξιν . χλοάουσι : φύουσιν , ἀκμῶσι , καὶ ἀναβλαστάνουσι , βλυστάνουσιν
7362803 Συρτιν
πολυανθρωπίᾳ τῶν ὁμοεθνῶν προέχοντες νέμονται τοὺς τόπους τοὺς περὶ τὴν Σύρτιν . τῶν δὲ προειρημένων Λιβύων γεωργοὶ μέν εἰσιν οἷς
μέχρι τοῦ στόματος τῆς Σύρτιδος Μάκαι . Εἰς δὲ τὴν Σύρτιν ἀπὸ Ἑσπερίδων εἰσπλέοντι Ἡράκλειοι θῖνες : ἔχονται δὲ τούτων
7362435 ἀμφιτριτης
χειμερία οὖσα ταραχθῇ . ζέει : βράζει , ἀναβράζει . ἀμφιτρίτης : θαλάσσης . Προὔχουσαν : προβλήτιδα , προέχουσαν ,
Κασπιάδων πυλέων νοτιώτερον οἶμον ἔχουσα , ἑλκομένη καὶ μέχρις ὁμωνύμου ἀμφιτρίτης . τριχθὰ δέ μιν ναίουσι διασταδόν , οἱ μὲν
7361894 θεουσα
πλείστοις ἡ αὐτὴ εἶναι καὶ Εἰλείθυια , ἀπαύστως εἰλουμένη καὶ θέουσα περὶ τὴν γῆν , ἣν εὔχονται ἐλθεῖν αὑταῖς ἠπίαν
Θέμιστι δὲ καλλιπαρῄῳ δέκτο δέπας : πρώτη γὰρ ἐναντίη ἦλθε θέουσα , καί μιν φωνήσας ' ἔπεα πτερόεντα προσηύδα :
7358581 νοτιους
: δι ' ὃ τούς τε ὄμβρους συμφέρει βορείους μὴ νοτίους εἶναι καὶ πλῆθος χιόνος ὅπως τηκομένη κατὰ μικρὸν διαδύηται
αὐτοῦ λεγομένας σφραγῖδας , τὰς μὲν βορείους καλῶν τὰς δὲ νοτίους , ὅρια ἀποφαίνει τῶν κλιμάτων ἀμφοῖν τὰς Κασπίους πύλας
7358152 Τριτωνος
εἷλκον ἀκάνθας . ἡ δὲ Φαληρικὴ ἦλθ ' ἀφύη , Τρίτωνος ἑταίρη , ἄντα παρειάων σχομένη ῥυπαρὰ κρήδεμνα τοὺς δ
: αὔξεται γὰρ ὑπὸ τῆς κατασυρομένης ἰλύος τῆς Νείλου . Τρίτωνος ἐκβολαῖσιν τοῦ Νείλου ταῖς ἐκχύσεσι καὶ ταῖς ἀναβάσεσι .
7357349 ἀπηλιωτης
ἥλιος εὐθέως ἀνατείλῃ . τέταρτός ἐστιν σχηματισμὸς ὁ καλούμενος μεσημβρινὸς ἀπηλιώτης , ὅταν τοῦ ἡλίου ἐπὶ τοῦ μεσημβρινοῦ ὄντος ὁ
Μένανδρος Θετταλῇ . . . εἶτ ' ἀπέδραν μόνος . ἀπηλιώτης : ἐν τῷ π καὶ ἀντήλιος καὶ πάντα τὰ
7345514 πνευσαντος
γίνεται πάλιν ἐκ δευτέρου , καὶ ἀνέμου κατὰ πρόσωπον Βακτρίων πνεύσαντος , νικᾶι Ἀρτοξέρξης , καὶ προσχωρεῖ αὐτῶι πᾶσα Βακτρία
, τοῦτον ἀλεύασθαι καὶ παγάδας αἵ τ ' ἐπὶ γαῖαν πνεύσαντος Βορέαο δυσηλεγέες τελέθουσιν . προτρεψάμενος αὐτὸν τῷ χειμῶνι ἐργάζεσθαι
7330981 αἰγιαλος
ἔχουσι , πέλαγος . Ἐπέδραμον : ἐπιτρέχουσιν . αἰγιαλοῖσι : αἰγιαλὸς παρὰ τὸ αἶα ἡ γῆ καὶ τὸ γείτων καὶ
* κρόκῃσι κρόκαις , αἰγιαλοῖς . κρόκη δὲ λέγεται ὁ αἰγιαλὸς ἀπὸ τοῦ κείρω τὸ κόπτω κερόκη καὶ κρόκη ,
7324151 Μυκαλη
. Ἑκαταῖος Ἀσίᾳ . τὸ ἐθνικὸν Μυήσιος ὡς Φαγρήσιος . Μυκάλη , πόλις Καρίας . Ἡρόδοτος πρώτῃ . τὸ ἐθνικὸν
Ἄνδρος , Τῆνος , Μύκονος , Ἰκαρία , Σάμος , Μυκάλη : ἡ δὲ Εὐρώπη ἀπὸ τοῦ εὔρους ὠνομάσθη :
7319032 εὐρου
ζεφύρωι [ ] [ ] : τὸν χειμῶνα ἐκ τοῦ εὔρου [ ] , δύνει δὲ ἐν τῶι λιβί [
περὶ τὰς νήσους , Δρυμοῦσαν καὶ Πήλην , αὔρα τις εὔρου ὑπήρχετο καὶ περαιτέρω προϊόντων εὖρος ἤδη λαμπρὸς , καὶ
7316703 παραπεπταται
καναχηδὸν ἐπ ' ἀλλήλῃσι φέρεσθαι . ἐκ δὲ τοῦ οἰγόμενος παραπέπταται ἐγγύθι Πόντος πολλὸς ἐὼν καὶ πολλὸν ἐπ ' ἀντολίης
βεβλημένος ἄλλος Ὀϊστὸς αὐτὸς ἄτερ τόξου : ὁ δέ οἱ παραπέπταται Ὄρνις ἀσσότερος βορέω . Σχεδόθεν δέ οἱ ἄλλος ἄηται
7309909 φολιδεσσι
: σκληραῖς ξηραῖς * ἐπιφρικτήν : καὶ γὰρ ὀρθιάζουσαν * φολίδεσσι : λέπεσσι * φοινήεσσαν : ἐρυθράν αἱματόεσσαν ἀμυδρότατον :
πόδες ὑψιτενεῖς , ἴκελοι νωθροῖσι καμήλοις , ὁπποῖον θαμινῇσιν ἀρηράμενοι φολίδεσσι σκληρῇς ἄχρι διπλῆς ἐπιγουνίδος : ὕψι δ ' ἀείρει
7303697 ἀνεμου
κλάδων , πετάσαντες τὰ ἱστία καθάπερ ἐν θαλάττῃ ἐπλέομεν τοῦ ἀνέμου προωθοῦντος ἐπισυρόμενοι : ἔνθα δὴ καὶ τὸ Ἀντιμάχου τοῦ
: θύραι δ ' ἐπέκειντο φαειναί . ἡ δ ' ἀνέμου ὡς πνοιὴ ἐπέσσυτο δέμνια κούρης , στῆ δ '
7298977 Ἑρκυνιου
παρεκτεινόμενα καὶ ἐφαπλούμενα ἐπὶ τὰς ἄκρας καὶ τὰς ἐξοχὰς τοῦ Ἑρκυνίου δρυμοῦ . Τὴν δὲ γῆν ἐκείνην , δηλονότι τὴν
, ὅπου αἱ τοῦ Ἴστρου πηγαὶ πλησίον Σοήβων καὶ τοῦ Ἑρκυνίου δρυμοῦ : ἄλλαι δ ' εἰσὶν ἐπιστρέφουσαι πρὸς τὴν
7295920 Ἀργω
, πρῶτα ὑπέθετο : εἴθ ' ὤφελε : περιφραστικῶς ἡ Ἀργώ : οὐκ ὤφειλεν ἡ Ἀργὼ παρελθοῦσα τὰς Συμπληγάδας εἰς
τῷ Τοξότῃ ἀντικαταφέρεται . ἠγνοήκασι δὲ καὶ τὰ περὶ τὴν Ἀργώ : ἄρχεται γὰρ ἀντικαταδύνειν οὐ τῷ Σκορπίῳ , ἀλλὰ
7288602 διεζωσμενη
τῆς Ἑλλάδος ἀρχὴ κατὰ πολὺ ἀνερχομένη προσεγγίζει , διπλῇ θαλάσσῃ διεζωσμένη ἢ περιεχομένη , τῇ Αἰγαίᾳ δηλονότι καὶ τῇ Σικελικῇ
κατάπλεως , εὔδενδρος ἅπασα , λάσιος , ποταμοῖς καὶ πηγαῖς διεζωσμένη πρὸς ἄφθονον ὑδρείαν , ὡς ἐκ τῶν προπόδων ἄχρι
7287223 ὑφαλοι
ἃς ἐναυάγησαν οἱ Ἕλληνες . σπίλοι δὲ καὶ σπιλάδες αἱ ὕφαλοι πέτραι καὶ τραχεῖαι λέγονται . * γωλειὰ δὲ καὶ
ναῦν περιπεσεῖν ἐν χειμῶνι , ἕρματα ἕρματα κρύφια , πέτραι ὕφαλοι , σκόπελοι , σπιλάδες , βράχη , χοιράδες ,
7286022 ἀροτρου
Τῶν δ ' ἐν ἀγρῷ σκευῶν τὰ ἀναγκαῖα ἄροτρα καὶ ἀρότρου μέρη , καὶ ἅμαξα καὶ ἁμάξης μέρη . τὰ
Καλλικρατίδας , οὐκ ἀπὸ σκαπάνης ὁ Λύσανδρος , οὐκ ἀπὸ ἀρότρου ὁ Δερκυλλίδας . Θητικὰ ταῦτα , εἰλωτικά : ταῦτα
7284904 ζεφυρον
: ἀνατολικοῦ ἀνέμου πνέοντος . ποτὶ ζεφύροιο κέλευθα : πρὸς ζέφυρον ἀπὸ δύσεως πνέοντα . Πρὸς δ ' εὖρον :
τετραμμένῳ ἐς θάλασσαν , ἐν ᾧ στοά τις ἐξῳκοδόμητο κατὰ ζέφυρον ἄνεμον ἐπὶ τεττάρων οἶμαι ἢ καὶ πέντε ὀροφῶν ἀφορῶσα
7282185 πνεουσιν
τοῖς ἀνεπιπλήκτοις ; λιπῶσιν , εὐρύνονται , πιαίνονται , λαμπρὸν πνέουσιν : εἶτα αἴρονται τὰ ἀσεβείας , οἱ πανάθλιοι καὶ
, Κύπρι , τὰ σὰ μὴ φέρουσα κέντρα . Γάμιαι πνέουσιν αὖραι , μέλος ὀργάνων δονεῖται , τάχα παστὸν Ἀφροδίτῃ
7277359 ἑρματα
” ἐπὶ δὲ τῶν ἐνωτίων “ ἐν δ ' ἄρα ἕρματα ἧκεν ἐϋτρήτοισι λοβοῖσι ” καὶ ἐν Ὀδυσσείᾳ “ ἕρματα
ἄρα ἕρματα ἧκεν ἐϋτρήτοισι λοβοῖσι ” καὶ ἐν Ὀδυσσείᾳ “ ἕρματα δ ' Ἐρυδάμαντι δύο θεράποντες ἔνεικαν . ” ἐπὶ
7274187 ἐρευγεται
πολὺς ὠκεανός : τρεῖς γὰρ κόλπους μεγάλα κύματα ἔχοντας συστρέφων ἐρεύγεται ἢ ἀποτίκτει ἐξ ἑαυτοῦ ἔσωθεν βάλλων εἰς τὴν ἤπειρον
' ἀμφαδὸν ἄμμιγα παύροις Πόντον ἐς Ἄξεινον κυρτὴν ὑπ ' ἐρεύγεται ἄκρην . καί νύ κε δηθύνοντες Ἀμαζονίδεσσιν ἔμειξαν ὑσμίνην
7271237 πορθμου
: ἀτὰρ σινόδοντα μὲν ὃν ζήτει παχὺν εἶναι : ἐκ πορθμοῦ δὲ λαβεῖν πειρῶ καὶ τοῦτον , ἑταῖρε . ταὐτὰ
' αὐτὸν ἐς τὴν Εὐρώπην διὰ τοῦ στενοῦ τῆς Προποντίδος πορθμοῦ , ἤδη τε τῷ Βυζαντίῳ προσπελάζοντα , φασὶν ἀντιπνοίᾳ
7269459 Ὑαδες
αʹ , ἐφ ' ἑκατέρων τῶν ὤμων αʹ : οὗτοι Ὑάδες λέγονται : ἐπὶ δὲ τοῦ ἀριστεροῦ γόνατος τοῦ ἐμπροσθίου
τὸ αὐτὸ , καὶ λὶψ προσεπιπνέει , τῇ πέμπτῃ προσανίσχουσιν Ὑάδες , καὶ βροχή τε , καὶ τὴν ἑβδόμην ἅπασαν
7268667 ἠπειροιο
: ὡς ἔχει ταυτί ῥόχθει γὰρ μέγα κῦμα ποτὶ ξερὸν ἠπείροιο . αὐτὸς δὲ κλάγξας πέτετο πνοιῇς ἀνέμοιο . αἰγιαλῷ
δέ τις αἰπεῖα Προποντίδος ἔνδοθι νῆσος τυτθὸν ἀπὸ Φρυγίης πολυληίου ἠπείροιο εἰς ἅλα κεκλιμένη , ὅσσον τ ' ἐπιμύρεται ἰσθμός
7267703 Εὐρωπειης
τήν τε κλείουσι Κάραμβιν , ἡ δὲ βορειοτέρη γαίης ὕπερ Εὐρωπείης , τήν ῥα περικτίονες κριοῦ καλέουσι μέτωπον : αἵτ
αὐτὰρ ὑπ ' ἄκρην Ἱρήν , ἣν ἐνέπουσι κάρην ἔμεν Εὐρωπείης , νήσους Ἑσπερίδας , τόθι κασσιτέροιο γενέθλη , ἀφνειοὶ
7265906 Αἰγαιος
. ὥσπερ δὴ Λέσβον τὴν νῆσον , περὶ ἣν | Αἰγαῖος κυμαίνων σχίζεται , ἄμουσον οὖσαν χρόνον τὸν ἔμπροσθεν [
. περὶ σὲ πᾶσα φύσις θαλάσσης δείκνυται : ἔνθεν μὲν Αἰγαῖος δι ' Ἑλλησπόντου μέσου τοῖς σοῖς αἰγιαλοῖς προσορμίζεται :
7263690 ὑετος
οὐ μὴν ἀλλὰ καὶ ἀστραπὴ διαΐξασα καὶ βροντὴ καταρραγεῖσα καὶ ὑετὸς ἢ χιὼν ἢ χάλαζα κατενεχθεῖσα καὶ ταῦτα δυσείκαστα πάντα
βορείου Χηλῆς κρύπτεται . Αἰγυπτίοις ὑετοί , χειμαίνει . Εὐδόξῳ ὑετὸς καὶ ἄνεμος μεταπίπτων . Δοσιθέῳ ἐπισημαίνει . ηʹ .
7263172 παλιρροιαις
λέγονται κύματα ἐξερχόμενα καὶ πάλιν εἰσερχόμενα . διαύλοις οὖν ταῖς παλιρροίαις τῶν κυμάτων . δίαυλοι δὲ τὰ ἔνθεν καὶ ἐκεῖθεν
καὶ τοὐναντίον ἀφαυαίνουσι : καὶ πελαγῶν ἐργάζονται τροπὰς ἐξαναχωρούντων ἢ παλιρροίαις χρωμένων : εὐρεῖς γὰρ ἔστιν ὅτε κόλποι θαλάττης ὑποσυρείσης
7259290 Αἰγυπτοιο
ὡς δ ' ὅτ ' ἀπ ' Αἰθιόπων τε καὶ Αἰγύπτοιο ῥοάων ὑψιπετὴς γεράνων χορὸς ἔρχεται ἠεροφώνων , Ἄτλαντος νιφόεντα
' Ὁμήρου διιπετέα φάσκοντος τὸν Νεῖλον ἂψ δ ' εἰς Αἰγύπτοιο διιπετέος ποταμοῖο . . εἰσὶ δέ τινες , οἵ
7254181 κολποιο
ποτὸν ἡδὺν ἔπινεν . καί ῥ ' ὁ μὲν ἐκ κόλποιο τροφοῦ θόρε ποσσὶ Θυώνης . ξεῖν ' ἄγε δὴ
ἄητο ἠοῦς τελλομένης . οἱ δὲ χθονὸς εἰσανέχουσαν ἀκτὴν ἐκ κόλποιο μάλ ' † εὐρεῖαν ἐσιδέσθαι φρασσάμενοι κώπῃσιν ἅμ '
7252817 νοτον
δὲ ιθʹ τοῦ Ζυγοῦ ἕως ιθʹ τοῦ Αἰγόκερω ἀναβαίνει τὸν νότον . Ἐὰν δὲ καὶ τὸν βαθμὸν τοῦ ἀνέμου ζητῶμεν
ἐειδόμενος περιτέλλῃ , οὐδ ' ὁπότ ' ἀκτίνων αἱ μὲν νότον αἱ δὲ βορῆα σχιζόμεναι βάλλωσι , τὰ δ '
7250411 Σειριου
. εὖ δὲ φέροι καὶ χεῖμα Διὸς καὶ δίψιον ὥρην Σειρίου : ἱμείροι δὲ πόνων , ἐράοι δὲ θαλάσσης :
καὶ ὁ ὄνος : δέδοικε δὲ μάλιστα ἰχθύων τὴν τοῦ Σειρίου ἐπιτολὴν οὗτος ὁ ὄνος . Τίκτεται δὲ ἄρα ἐν
7248170 διναις
. φρεσὶν ] ἤγουν λογισμοῖς . τελεσφόροις ] τετελεσμένοις . δίναις ] στροφαῖς , ἤγουν πολλοὺς λογισμοὺς ἀνελίσσει καθ '
αὐτοῦ καθίησιν ἐς τὸ ὕδωρ , καὶ εἰλεῖται ἐν ταῖς δίναις στρεφόμενον , τό γε μὴν τέλος διὰ χειρῶν ἔχει
7246933 Εὐξεινοιο
ἀυτῆς , ἐσσυμένως μάλα πᾶσαν ἀνεπλήμμυρε θάλασσαν ὅσση ἀπ ' Εὐξείνοιο κατέρχεται Ἑλλήσποντον , καί μιν ἐπ ' ἠιόνας Τροίης
πρὸς ἀντολίην βορέην ἐπικέκλιται ἰσθμός , ἰσθμὸς Κασπίης τε καὶ Εὐξείνοιο θαλάσσης . τῷ δ ' ἐνὶ ναιετάουσιν ἑωθινὸν ἔθνος
7246295 ἀλκηεντες
ἅμα Βαστάρναι τε , Δακῶν τ ' ἄσπετος αἶα καὶ ἀλκήεντες Ἀλανοί , Ταῦροί θ ' , οἳ ναίουσιν Ἀχιλλῆος
Κιμμέριοί τε καὶ οἱ πέλας Εὐξείνοιο Κερκέτιοι Τορέται τε καὶ ἀλκήεντες Ἀχαιοί , οὕς ποτ ' ἀπὸ Ξάνθοιο καὶ Ἰδαίου
7238709 Πληιαδας
καὶ Ὅμηρος ἐν Ὀδυσσέως ἀνάπλῳ παρὰ Καλυψοῦς μνήμην ἔσχε : Πληιάδας τ ' ἐσορῶντα καὶ ὀψὲ δύοντα Βοώτην ἄρκτον θ
Ὑάδας φασὶν εἰρῆσθαι , τὰς δὲ ἐπὶ τῆς ἡμιτόμου πλευρᾶς Πληιάδας καλεῖσθαι . Ἄτλαντος γὰρ τοῦ Ἰαπετοῦ καὶ Αἴθρας τῆς
7234035 Νοτου
καὶ ἡμῖν ἐφώτισεν . Ἑξῆς τούτοις ὀνόματα τῶν ἀνέμων εἰπὼν Νότου καὶ Βορέου καὶ τῶν λοιπῶν , ἐπιλέγει : Ἀλλ
Ἐπεὶ δὲ πληθὺς μυρίανδρος βαρβάρων ἐκ τῶν πυλῶν ὥρμησεν ὡς Νότου νέφος βρυχὴν ἀπειλοῦν καὶ προδεικνύον σπόρον , οἱ σοὶ
7233837 Σικελικου
καὶ φιλίαν ἔθετο Μαμερτίνοις , τοῖς ἐπὶ τοῦ πορθμοῦ τοῦ Σικελικοῦ κατῳκημένοις , οὐ πρὸ πολλοῦ κἀκείνοις ἐς ἰδίους ξένους
Φάρος , πρὸ τῆς Ἰταλίας δὲ αἱ Διομήδειοι . τοῦ Σικελικοῦ δὲ τὸ ἐπὶ Κρήτην ἀπὸ Παχύνου τετρακισχιλίων καὶ πεντακοσίων
7230515 ἐρετμοις
' ἠελίοιο βολῇσιν γνάμψαντες , παρὰ Πουλὺν ἔπειτ ' ἤλαυνον ἐρετμοῖς Αἰγιαλὸν πρόπαν ἦμαρ ὁμῶς καὶ ἐπ ' ἤματι νύκτα
πλευρὰν καὶ κορεσθέντες εὖ μάλα τροφῆς , εἶτα μέντοι τοῖς ἐρετμοῖς ἕκαστος ἐπιχειροῦσι , πλανώμενοι δεῦρο καὶ ἐκεῖσε . κάθηται
7229090 ἀκταν
πνεύμασι Ζεφύρου , τὰν πολυόρνιθον ἐπ ' αἶαν , λευκὰν ἀκτάν , Ἀχιλῆος , δρόμους καλλισταδίους , ἄξεινον κατὰ πόντον
ἀλλά μ ' ὁ παγκοίτας Ἅιδας ζῶσαν ἄγει τὰν Ἀχέροντος ἀκτάν , οὔθ ' ὑμεναίων ἔγκληρον , οὔτ ' ἐπὶ
7226260 σπιλαδεσσιν
. Πετραίην δὲ σκίαιναν ἐπὴν φόβος ἦτορ ἵκηται , ἐσσυμένως σπιλάδεσσιν ἐπέσσυτο καί τινα κοίλην χειὴν εἰσεπέρησε περίδρομον ἠὲ χαράδρην
σκολιή τε καὶ ἄσχετος , ἧχι θάλασσα συρομένη μακρῇσι περιβρέμεται σπιλάδεσσιν , Ἀονίῳ τμηθεῖσα πολυγλώχινι σιδήρῳ . πρὸς δὲ νότον
7223316 παρακεκλιται
δὲ αἴτιον , ὅπερ ἔφην . τὸ μὲν γὰρ πρῶτον παρακέκλιται ἡ διάνοια καὶ ἐπιτεταμένως περὶ αὐτὰ ἐνεργεῖ , ὥσπερ
τετραμμένος , ἄχρις Ἐλανῶν . κεῖθεν δ ' ὀλβίστων Ἀράβων παρακέκλιται αἶα , πολλὸν ἀνερχομένη , δισσῇ ζωσθεῖσα θαλάσσῃ ,
7223151 ἀνεμον
χωρία οἰκημένοι . Ὅσοι μέν νυν αὐτῶν αὐξόμενον ἔμαθον τὸν ἄνεμον καὶ τοῖσι οὕτω εἶχε ὅρμου , οἱ δ '
καὶ τρόπον τινὰ τοῦτο ἕρμα ἑαυταῖς ἐπιτεχνῶνται πρὸς τὸν ἐμπίπτοντα ἄνεμον τά τε ἄλλα καὶ ἵνα μὴ παρατρέψῃ τῆς ὁ
7219211 ἀμφινεμονται
' οὔνομα πᾶν ἀγορεύσω . Βένθεα κητώεντα πολυσκοπέλοιο θαλάσσης ἰχθύες ἀμφινέμονται ἀπείριτοι ἀργινόεντες παμμέλανες περκνοί τε καὶ αἰόλον εἶδος ἔχοντες
. . . καὶ Ἀπολλώνιος : δύω πεδίον τὸ Ἀρήϊον ἀμφινέμονται ταῦροι χαλκόποδες , στόματι φλόγα φυσιόωντες . σκίμψατο :
7216582 ἀπαρκτιας
μάλιστα ὅ τε καικίας καὶ λίψ : χαλαζώδης δ ' ἀπαρκτίας καὶ θρακίας καὶ ἀργέστης : νιφετώδης δὲ ὅ τε
. Αἴθριοι δὲ μάλιστα θρακίας καὶ ἀργέστης καὶ τῶν λοιπῶν ἀπαρκτίας : ἐκνεφίαι δὲ μάλιστα ὅ τε ἀπαρκτίας καὶ ὁ
7213221 Ἠριδανου
: ἀρθείην δ ' ἐπὶ πόντιον κῦμα τᾶς Ἀδριηνᾶς ἀκτᾶς Ἠριδανοῦ θ ' ὕδωρ , ἔνθα πορφύρεον σταλάσσους ' ἐς
δὲ ἔνδοθεν τῶν Ἀλπείων ἐπὶ τὸν Ἰόνιον , Πάδος ἀντὶ Ἠριδανοῦ μετονομασθείς . ἀφικομένου δ ' ἐς Ἰβηρίαν αὐτίκα ὁ
7206127 Ἑλικην
νήσου Αἰγῶν καλουμένης . Ὅμηρος : οἱ δέ τοι εἰς Ἑλίκην τε καὶ Αἰγάς . αὕτη γὰρ ἱερὰ Ποσειδῶνος ,
οὐκέτι ὄντων νέμονται τὴν χώραν οἱ Αἰγιεῖς . μετὰ δὲ Ἑλίκην ἀποτραπήσῃ τε ἀπὸ θαλάσσης ἐς δεξιὰν καὶ ἥξεις ἐς
7204150 Φαεθοντος
Οὐκαλέγων Οὐκαλέγοντος , Κελάδων Κελάδοντος , Ὑψίζων Ὑψίζοντος , Φαέθων Φαέθοντος . Καὶ τοῦτο δὲ μὴ ἀγνοητέον , ὅτι ἔστιν
, Ἄργον ὃς ὀφθαλμοῖσιν ἀμοιβαδὸν ὑπνώεσκεν : ἐν δὲ βίη Φαέθοντος ἀνὰ ῥόον Ἠριδανοῖο βλήμενος ἐκ δίφροιο : καταιθομένης δ
7202864 Ἰσσικος
νότον ὁ Τυρρηνικός : ζʹ ἀνατολικώτερος τούτου κυρτὸν ἐπιστρεφόμενος ὁ Ἰσσικός : ηʹ ὁ Κρητικός : θʹ ὁ Εὔξεινος πόντος
ἀγὼν συνέπεσεν Ἀλεξάνδρῳ καὶ Δαρείῳ : καὶ ὁ κόλπος εἴρηται Ἰσσικός : ἐν αὐτῷ δὲ πόλις Ῥωσὸς καὶ Μυρίανδρος πόλις
7201515 φαραγγες
, καὶ ἀντηχοῦσιν αὐτοῖς ᾄδουσιν οἵ τε σκόπελοι καὶ αἱ φάραγγες , καὶ μουσικωτάτους πάντων τούτους ἴσμεν ὀρνίθων καὶ ἱεροὺς
μυχῶν πρὸς τὸ δειρῶν : ἔνθα γὰρ ὄρη , καὶ φάραγγες καὶ κρημνοί . . Εἰκότως εἶπε τὸ ἀγγελίαις :
7200700 τεναγος
. Τέναγος . παρὰ τὸ τέγγω τὸ βρέχω . τέγγος τέναγος , ὁ ὑπόβροχος τόπος . Τάφρος . πλεονασμῷ τοῦ
τὴν ξυνεχῆ τῇ Ἀράβων γῇ , καὶ ἔνθεν μὲν ἐς τέναγος ἐπὶ πολύ , ἐκ δὲ τοῦ ἐς θάλασσαν κατὰ
7195378 Ὠριωνος
Πλειόνης , ἐδιώκοντο πέντε ὅλους ἐνιαυτοὺς κατὰ Βοιωτίαν ὑπὸ τοῦ Ὠρίωνος μετὰ καὶ τῆς μητρὸς αὐτῶν συγγενέσθαι ζητοῦντος αὐταῖς ,
ὡρῶν ιε ∠ ʹ : ὁ κοινὸς Ποταμοῦ καὶ ποδὸς Ὠρίωνος ἐπιτέλλει . Ἱππάρχῳ ἐτησίαι ἄρχονται πνεῖν . κεʹ .
7194453 λιβα
τῷ τόπῳ ἀνίσταται τὸ κῦμα , καὶ μάλιστα περὶ τὸν λίβα , ὁπόταν ἐπιλάβῃ καὶ τοῦ νότου : κατ '
ὅμοιον καὶ τὸ ἀνιηρέστερον καὶ παρ ' Αἰσχύλῳ τὸ ἀφθονέστερον λίβα . καὶ Ἐπίχαρμος δὲ εὐωνέστερον ἔφη . καὶ Ὑπερίδης

Back