τυραννικὸν ποιητικῷ , ποτέρῳ ἂν αὐτοῖν φανείη ἐνθεώτερος , καὶ οὐράνιος , καὶ ἄξιος Ἀφροδίτης ἐπονομάζεσθαι , καὶ ἔργον εἶναι | παραπτώματα αὐτῶν , ἀφήσει καὶ ὑμῖν ὁ πατὴρ ὑμῶν ὁ οὐράνιος : ἐὰν δὲ μὴ ἀφῆτε τοῖς ἀνθρώποις , οὐδὲ |
γαῖαν , οἶκε θεῶν μακάρων , ῥόμβου δίναισιν ὁδεύων , οὐράνιος χθόνιός τε φύλαξ πάντων περιβληθείς , ἐν στέρνοισιν ἔχων | τῆς γῆς , εἷς γάρ ἐστιν ὑμῶν ὁ πατὴρ ὁ οὐράνιος . μηδὲ κληθῆτε καθηγηταί , ὅτι καθηγητὴς ὑμῶν ἐστιν |
πατρὸς τυμβωρύχος : Οἷον τυμβωρύχου πατρός . 〚 ἐπειδὴ ὁ χθόνιος λέγεται μὲν καὶ ὁ γήϊνος : λέγεται δὲ καὶ | ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς δώσει ἀγαθὰ τοῖς αἰτοῦσιν αὐτόν . Πάντα οὖν ὅσα ἐὰν θέλητε ἵνα ποιῶσιν ὑμῖν οἱ ἄνθρωποι |
' εἴη τελευτά ? . [ ] γετε ? χώρας χθόνιος ? ? μνοις ! ! ! ! ! ! | πλησίον σου ὡς σεαυτόν . λέγει αὐτῷ ὁ νεανίσκος , Πάντα ταῦτα ἐφύλαξα : τί ἔτι ὑστερῶ ; ἔφη αὐτῷ |
καὶ σοί ; Ἔμοιγε . Οὐκοῦν ὅπου τύραννός ἐστιν ἄρχων ἄγριος καὶ ἀπαίδευτος , εἴ τις τούτου ἐν τῇ πόλει | χειρὸς καὶ λέγει τοῖς ἀγγέλοις αὐτοῦ : συγχάρητέ μοι ὅτι πρόβατον ἀπολωλόμενον ηὗρον . καὶ μεγάλη χαρὰ γίνεται ἐν τῷ |
] Κυδώνιον : Κρητικόν . μονιὸν δάκος : [ ὗς ἄγριος ὃς ἂν μὴ συναγελάζηται ] ? ? ἑτέροις . | δὲ περιοχὴ τῆς γραφῆς ἣν ἀνεγίνωσκεν ἦν αὕτη : Ὡς πρόβατον ἐπὶ σφαγὴν ἤχθη , καὶ ὡς ἀμνὸς ἐναντίον τοῦ |
ὁ γὰρ ἀνέραστος φεύγει καὶ ἀποδιδράσκει τὸν ἐρωτικόν , ἅτε βέβηλος καὶ ἀτέλεστος τῷ θεῷ καὶ τοσοῦτον ἀνδρεῖος , ὅσον | ἐν τῇ δυνάμει αὐτοῦ . Καὶ ὅτε εἶδον αὐτόν , ἔπεσα πρὸς τοὺς πόδας αὐτοῦ ὡς νεκρός : καὶ ἔθηκεν |
ἐλέγχων καὶ ὅσων ἀθέατος καὶ ἀνήκοος δεῦρο εἰσῆλθες ὥσπερ τις βέβηλος παντάπασιν . εἶτα μύστης ὢν τὸν ἱεροφάντην ἐξετάζεις ; | καὶ βλέπων ταῦτα . καὶ ὅτε ἤκουσα καὶ ἔβλεψα , ἔπεσα προσκυνῆσαι ἔμπροσθεν τῶν ποδῶν τοῦ ἀγγέλου τοῦ δεικνύοντός μοι |
, ὡς ὅταν λέγωσιν ἐνάλιος Ζεύς , χθόνιος Ζεύς , αἰθέριος Ζεύς , ὁ δὲ πρὸ τῶν τριῶν , ὡς | δεξιὰν σιαγόνα [ σου ] , στρέψον αὐτῷ καὶ τὴν ἄλλην : καὶ τῷ θέλοντί σοι κριθῆναι καὶ τὸν χιτῶνά |
Πτολεμαίων φιλοσόφων ἑτέρων μερὶς οὐ μετρία καὶ ὁ ἐκ Σταγείρων αἰθέριος νοῦς , ὁ τοῖς νέοις σοφοῖς τοῖς ἀνεγνωκέναι μαθήματα | . τῷ τύπτοντί σε ἐπὶ τὴν σιαγόνα πάρεχε καὶ τὴν ἄλλην , καὶ ἀπὸ τοῦ αἴροντός σου τὸ ἱμάτιον καὶ |
, προσδοκώμενος θάνατος , ἐγκύματος ὁδοιπόρος . Κυμάτων ὁδοιπόρος , θαλάσσιος βερεδάριος , ἀνέμων ἰχνευτής , ἀνέμων συνοδευτής , οἰκουμένης | οὕτως ἔχεις καὶ σὺ κρατοῦντας τὴν διδαχὴν Νικολαϊτῶν ὁμοίως . μετανόησον οὖν : εἰ δὲ μή , ἔρχομαί σοι ταχύ |
, ὃ καὶ ἀηδὼν καλεῖται ὑπὸ πάντων γινωσκόμενον . Ἐχῖνος θαλάσσιος ὑπὸ πάντων γινωσκόμενος . Εὔανθος λίθος ἐστὶ πάγχρυσος : | γὰρ καρδία σου οὐκ ἔστιν εὐθεῖα ἔναντι τοῦ θεοῦ . μετανόησον οὖν ἀπὸ τῆς κακίας σου ταύτης , καὶ δεήθητι |
. ὁ δὲ πρὸς ταῖς δυσμαῖς τόπος αὐτός τέ ἐστιν ὑγρὸς διὰ τὸ κατ ' αὐτὸν γινομένου τοῦ ἡλίου τὰ | , ἴνα μετὰδοσο ποίὀσιν τοῖς πτωχοῖς . τοῦ θέλη ὁ Θεὸς τιἂν νἡστείαν . Ἄκουσον , δικαὶε Ἱωάννη , ποίαν |
εὔδιος , ἀντὶ τοῦ ἐν εὐδίᾳ καὶ ἡσυχίᾳ τυγχάνων ἀνθρώπων ὑγρὸς τόπος . ἀδινῆς εὐνῆς : νῦν οἰκτρᾶς , λυπηρᾶς | διἀβόλο καὶ τοῖς δέμοσην αὐτοῦ : οὐ κρίνη αὐτὸν ὁ Θεὸς εἰς τὸν αἰῶνα τοῦ αἰῶνος . Δευτέρα ἀμαρτία ἐστὴν |
εἰς ΧΟΣ δισύλλαβα μὴ ὄντα ἐπιθετικὰ βαρύνεται : κόλχος βρόγχος μόσχος κόχλος τρόχος βρόχος . σεσημείωται τὸ μυχός . τὸ | πρὸς αὐτοὺς μετὰ τὰς ἡμέρας ἐκείνας , λέγει κύριος , διδοὺς νόμους μου ἐπὶ καρδίας αὐτῶν , καὶ ἐπὶ τὴν |
: δίκετε τρομερὰ σώματα : ἔρριψεν : τέλεον : ἡ μόσχος δηλονότι : θηλυκῶς γὰρ εἶπεν : οὗ κατῴκισεν : | καίτοι οὐκ ἀμάρτυρον αὑτὸν ἀφῆκεν ἀγαθουργῶν , οὐρανόθεν ὑμῖν ὑετοὺς διδοὺς καὶ καιροὺς καρποφόρους , ἐμπιπλῶν τροφῆς καὶ εὐφροσύνης τὰς |
. , . , , . Φωνή ἐστιν ἀὴρ πεπληγὼς αἰσθητὸς ἀκοῇ τὸ ὅσον ἐφ ' ἑαυτῷ ἐστιν . πᾶσα | ἀθετῶ τὴν χάριν τοῦ θεοῦ : εἰ γὰρ διὰ νόμου δικαιοσύνη , ἄρα Χριστὸς δωρεὰν ἀπέθανεν . Ὦ ἀνόητοι Γαλάται |
ἤρτηται οὖν ὁ νοητὸς κόσμος τοῦ θεοῦ , ὁ δὲ αἰσθητὸς τοῦ νοητοῦ , ὁ δὲ ἥλιος διὰ τοῦ νοητοῦ | ποιήσας ἄνθρωπος ζήσεται ἐν αὐτῇ . ἡ δὲ ἐκ πίστεως δικαιοσύνη οὕτως λέγει , Μὴ εἴπῃς ἐν τῇ καρδίᾳ σου |
ἡ αὐτὴ ἐκνεφίας ποιεῖ . κεραυνὸς δὲ καὶ πρηστὴρ καὶ τυφὼς κατασκήψας σκηπτὸς λέγεται . τοσαῦτα μὲν ἀρκέσει ὡς ἐν | κωλυθέντες ὑπὸ τοῦ ἁγίου πνεύματος λαλῆσαι τὸν λόγον ἐν τῇ Ἀσίᾳ : ἐλθόντες δὲ κατὰ τὴν Μυσίαν ἐπείραζον εἰς τὴν |
. ] : ἐξετύφην μὲν οὖν κλαί - ουσα . τυφὼς οὖν ἡ ἐκ τῆς ἀναθυμιάσεως συστροφὴ πρὶν ἐκπυρωθῆναι τὸν | ἀδελφοί , ὑπὲρ τῆς θλίψεως ἡμῶν τῆς γενομένης ἐν τῇ Ἀσίᾳ , ὅτι καθ ' ὑπερβολὴν ὑπὲρ δύναμιν ἐβαρήθημεν , |
ἄλοχον ὡς πατρὸς βίαι ; οἰκεῖος αὐτὸν ὤλες ' ἁρμάτων ὄχος ἀραί τε τοῦ σοῦ στόματος , ἃς σὺ σῶι | ἀλλὰ δι ' ἐπιστροφῆς ὀρθῆς ἐξομολογήσεως θερμῆς τὰς δυνάμεις τῶν δαιμόνων ἐνίκησεν καὶ σύνθρονος τοῖς ἐπισκόποις καὶ λειτουργὸς τοῦ θεοῦ |
Ὄχθαι . τὰ χείλη τῶν ποταμῶν τὰ ἐξέχοντα . ἔχω ὄχος ἔξοχος , καὶ θηλυκὸν ὄχη , καὶ πλεονασμῷ τοῦ | φονεύς , ἰδὲ τὸν Κυπριανὸν ὅτι καὶ αὐτὸς ἐκ γένους δαιμόνων ἐγέννατον καὶ χίλια τριάκοντα βρέφη ἀνήλωσεν καὶ ἄλλα ἐστατὸν |
ἔπειθ ' ὑπ ' αὐτοὺς θήκαμεν παρεμβολήν . ἐπεὶ δὲ Τιτὰν ἥλιος δυσμαῖς προσῆν , ἐπέσχομεν , θέλοντες ὄρθριον μάχην | , ψεύστοις ἐστὶν . Ὁ δὲ Ἱωάννης εἶπεν : Ἡπέ μει καὶ περι τῆς αὐτῆς νιστίας . Μεγάλη γὰρ χάρης |
, γαῖά τε καὶ πόντος πολυκύμων ἠδ ' ὑγρὸς ἀήρ Τιτὰν ἠδ ' αἰθὴρ σφίγγων περὶ κύκλον ἅπαντα . . | μετάδιδὸν αὐτῶν . Ὁ δὲ Ἰωάννης εἶπεν : Κύριε ὑπέ μει καὶ περὶ τῶν γυναικῶν . Ἔως εὐλογηθῆ ἡ γηνὶ |
καὶ ἐπὶ γενικῆς : δαφνών : παρθενών : ἀνδρών : λειμών : χειμών : ἀγών : αἰών : σεσημείωται τὸ | τύπον τῶν ἥλων καὶ βάλω μου τὴν χεῖρα εἰς τὴν πλευρὰν αὐτοῦ , οὐ μὴ πιστεύσω . Καὶ μεθ ' |
] ! [ . . . θελουσ ! [ ! λειμών ? ? ? [ ! ] ! ! ! | σκέλη , ἀλλ ' εἷς τῶν στρατιωτῶν λόγχῃ αὐτοῦ τὴν πλευρὰν ἔνυξεν , καὶ ἐξῆλθεν εὐθὺς αἷμα καὶ ὕδωρ . |
τοῦτον ὁρᾶν ἅπαν καθαρόν τε καὶ γνήσιον τῆσδε τῆς γῆς βλάστημα , ποιητὴς ἂν εἴποι , καὶ μάλ ' ἐπανθοῦν | θεόν , ἀλλὰ ἐπιστεῖλαι αὐτοῖς τοῦ ἀπέχεσθαι τῶν ἀλισγημάτων τῶν εἰδώλων καὶ τῆς πορνείας καὶ τοῦ πνικτοῦ καὶ τοῦ αἵματος |
χείρονος παράγειν ὑπομένων : εἰ δ ' οὐκ ἔστι μὲν βλάστημα ἡ ψυχή , ἐνοῦσα δὲ ἐν τῷ σώματι κρατεῖται | ὑμᾶς , καὶ πῶς ἐπεστρέψατε πρὸς τὸν θεὸν ἀπὸ τῶν εἰδώλων δουλεύειν θεῷ ζῶντι καὶ ἀληθινῷ , καὶ ἀναμένειν τὸν |
ὅτι οὐδὲν ἔχω , οὐδενὸς δέομαι : ἴδετε , πῶς ἄοικος ὢν καὶ ἄπολις καὶ φυγάς , ἂν οὕτως τύχῃ | ὁ Κύριος ἐνόπιον ἀγγέλων καὶ ἀνθρωπὼν . Ὁ τημὸν τὴν κυριἀκὴν μετὰ παντὸς τοῦ οἶκου αὐτοῦ , ἀπὸ ὥρας θʹ |
εἰς ος δισύλλαβα προπερισπώμενα ἐν τῇ συνθέσει προπαροξύνονται , οἶκος ἄοικος , κοῦρος ἐπίκουρος : οὕτως καὶ πῶλος αἰολόπωλος , | , καὶ ὁ Κύριος κιριἀκὴ . Ὁ τημῶν τὴν ἀγίαν κυριἀκὴν , τὴμὰ αὐτὸν ὁ Κύριος ἐνόπιον ἀγγέλων καὶ ἀνθρωπὼν |
γεγραμμένος οὐκ οὐσία ἀλλὰ συμβεβηκός , οὐκ ἔμψυχος ἀλλ ' ἄψυχος , οὐκ αἰσθητικὸς ἀλλ ' ἀναίσθητος , ἀλλὰ ζῷον | τοῦ θησαυροῦ αὐτοῦ καινὰ καὶ παλαιά . Καὶ ἐγένετο ὅτε ἐτέλεσεν ὁ Ἰησοῦς τὰς παραβολὰς ταύτας , μετῆρεν ἐκεῖθεν . |
. νόμων δὲ ὁ μὲν ἔμψυχος βασιλεύς , ὁ δὲ ἄψυχος γράμμα . πρᾶτος ὦν ὁ νόμος : τούτῳ γὰρ | οἱ δὲ δίκαιοι εἰς ζωὴν αἰώνιον . Καὶ ἐγένετο ὅτε ἐτέλεσεν ὁ Ἰησοῦς πάντας τοὺς λόγους τούτους , εἶπεν τοῖς |
κυανώπιδες [ ] ἤρυσαν [ ὕδωρ ] κάλπισι [ ] κυανέαις καὶ ἔσβεσαν ἀκάματον [ ] πῦρ . Φιλίννης Θεσσαλῆς | κόσμῳ ἐστὶν ἤδη . ὑμεῖς ἐκ τοῦ θεοῦ ἐστε , τεκνία , καὶ νενικήκατε αὐτούς , ὅτι μείζων ἐστὶν ὁ |
συμπαθὼν δὲ τῇ Ἀνδρομάχῃ ὀδύρεται τὴν ἅλωσιν τῆς Τροίας : κυανέαις ἵπποισι : μελαίναις . ἐπὶ γὰρ ἵππων μελαινῶν λέγουσι | ἡ σκοτία ἐτύφλωσεν τοὺς ὀφθαλμοὺς αὐτοῦ . Γράφω ὑμῖν , τεκνία , ὅτι ἀφέωνται ὑμῖν αἱ ἁμαρτίαι διὰ τὸ ὄνομα |
δυναμένην λῆξαι . τοῖς μὲν οὖν ἐκ τούτων ὁ δεσμὸς ἐλαφρὸς οὐ δεχομένων τῶν ὑποσχέσεων ἀλαζονείας ὑποψίαν , οὐδαμοῦ γὰρ | ἀκούσας ταῦτα περίλυπος ἐγενήθη , ἦν γὰρ πλούσιος σφόδρα . Ἰδὼν δὲ αὐτὸν ὁ Ἰησοῦς [ περίλυπον γενόμενον ] εἶπεν |
ἐπικερτομέων προσέφης Πατρόκλεες ἱππεῦ : ὢ πόποι ἦ μάλ ' ἐλαφρὸς ἀνήρ , ὡς ῥεῖα κυβιστᾷ . εἰ δή που | ναοῦ ἐσχίσθη εἰς δύο ἀπ ' ἄνωθεν ἕως κάτω . Ἰδὼν δὲ ὁ κεντυρίων ὁ παρεστηκὼς ἐξ ἐναντίας αὐτοῦ ὅτι |
τῶν πολεμίων σάκη διασείων . σαυρωτῆρος τῆς ἐπιδορατίδος . σαώτερος σωτήριος . εἴρηται δὲ ἀπὸ τοῦ ἀπολελυμένου Αἰολικοῦ τοῦ σάος | , ἐστὶν ἐπὶκατάρατος . Ὁ δὲ Ἰωάννης εἶπεν : Κὺριε ὑπε μει καὶ περὶ τῆς ἀγάπης . ἀγαπίσωμεν ἀλλοίλους . |
ἀήρ ἀέρος ἀέριος , αἰθήρ αἰθέρος αἰθέριος , σωτήρ σωτῆρος σωτήριος : οὕτως οὖν καὶ ἀλιτήρ ἀλιτῆρος ἀλιτήριος . ἀπὸ | , ἐστὶν ἐπὶκατάρατος . Ὁ δὲ Ἰωάννης εἶπεν : Κὺριε ὑπε μει καὶ περὶ τῆς ἀγάπης . ἀγαπίσωμεν ἀλλοίλους . |
καὶ τὴν ὀνομασίαν ἔσχεν ἡ πόλις . . . Βοῦς Κύπριος : κοπροφάγος , εἰκαῖος , ἀκάθαρτος . Σημαίνει δὲ | ὁ γρηγορῶν καὶ τηρῶν τὰ ἱμάτια αὐτοῦ , ἵνα μὴ γυμνὸς περιπατῇ καὶ βλέπωσιν τὴν ἀσχημοσύνην αὐτοῦ . καὶ συνήγαγεν |
τῶν πλουσίων καὶ ὑβριστῶν . Τοιοῦτοι γὰρ οἱ Κολοφώνιοι . Κύπριος βοῦς : ἐπὶ τῶν κοπροφάγων καὶ εἰκαίων . Κάμηλος | καὶ ἐποτίσατέ με , ξένος ἤμην καὶ συνηγάγετέ με , γυμνὸς καὶ περιεβάλετέ με , ἠσθένησα καὶ ἐπεσκέψασθέ με , |
ἄμφω γὰρ ἑνὸς ὀνόματα κύρια : τὸ δὲ ἄγνος καὶ ἁγνὸς καὶ ἀργὸς καὶ Ἄργος ἕτερα . ποικίλη δὲ καὶ | . καὶ πάλιν Ἠσαΐας λέγει , Ἔσται ἡ ῥίζα τοῦ Ἰεσσαί , καὶ ὁ ἀνιστάμενος ἄρχειν ἐθνῶν : ἐπ ' |
δέρμα ἰχνεύμονος ἢ φώκης ἢ ἐλάφου ἢ γυπὸς καὶ φόρει ἁγνὸς ὤν . εἰ δὲ καὶ χρυσώσῃς ἔξωθεν , κάλλιον | , ᾧ καὶ εἶπεν μαρτυρήσας , Εὗρον Δαυὶδ τὸν τοῦ Ἰεσσαί , ἄνδρα κατὰ τὴν καρδίαν μου , ὃς ποιήσει |
ὕπνου φησίν . ἄλλως : ἀντὶ τοῦ ὕπνον , παρόσον ἀφεγγής ἐστι . κατέχευας , ὦ κιθάρα , ἁπαλὸν καὶ | ἡ πίστις ἡμῶν . τίς [ δέ ] ἐστιν ὁ νικῶν τὸν κόσμον εἰ μὴ ὁ πιστεύων ὅτι Ἰησοῦς ἐστιν |
ἔα . τίς ἀχώ , τίς ὀδμὰ προσέπτα μ ' ἀφεγγής , θεόσυτος , ἢ βρότειος , ἢ κεκραμένη ; | οὖς ἀκουσάτω τί τὸ πνεῦμα λέγει ταῖς ἐκκλησίαις . ὁ νικῶν οὐ μὴ ἀδικηθῇ ἐκ τοῦ θανάτου τοῦ δευτέρου . |
ποταμῶν οὔτ ' αἰθέρος ὄμβριον ὕδωρ , ἀλλὰ μέγας πόντος γενέτωρ νεφέων ἀνέμων τε καὶ ποταμῶν . . . . | παρὰ κυρίου , εἴτε δοῦλος εἴτε ἐλεύθερος . Καὶ οἱ κύριοι , τὰ αὐτὰ ποιεῖτε πρὸς αὐτούς , ἀνιέντες τὴν |
μεγίστη καὶ Διὸς αἰθήρ , ὁ μὲν ἀνθρώπων καὶ θεῶν γενέτωρ , ἡ δ ' ὑγροβόλους σταγόνας νοτίας παραδεξαμένη τίκτει | εἶπεν αὐτοῖς . λυόντων δὲ αὐτῶν τὸν πῶλον εἶπαν οἱ κύριοι αὐτοῦ πρὸς αὐτούς , Τί λύετε τὸν πῶλον ; |
' , ἐκλύετε ; περγάμων γε κτύπον . ἔνοσις ἅπασαν ἔνοσις ἐπικλύζει πόλιν . ἰὼ ἰώ , τρομερὰ τρομερὰ μέλεα | χαρᾶς ὑμῶν , τῇ γὰρ πίστει ἑστήκατε . ἔκρινα γὰρ ἐμαυτῷ τοῦτο , τὸ μὴ πάλιν ἐν λύπῃ πρὸς ὑμᾶς |
στεφθεῖσα χλόα νάρθηκας εἰς ἱεροὺς ῥόμβου θ ' εἱλισσομένα κύκλιος ἔνοσις αἰθερία βακχεύουσά τ ' ἔθειρα Βρομίωι καὶ παννυχίδες θεᾶς | εἰ ὁ θεὸς νεκροὺς ἐγείρει ; ἐγὼ μὲν οὖν ἔδοξα ἐμαυτῷ πρὸς τὸ ὄνομα Ἰησοῦ τοῦ Ναζωραίου δεῖν πολλὰ ἐναντία |
φάτις δόξα : “ φάτις ἀνθρώπους ἀναβαίνει . ” φαέθων λάμπων . ἔστι δὲ καὶ ἵππου ὄνομα . φαείνω φανῶ | ὀσμὴ ἐκ ζωῆς εἰς ζωήν . καὶ πρὸς ταῦτα τίς ἱκανός ; οὐ γάρ ἐσμεν ὡς οἱ πολλοὶ καπηλεύοντες τὸν |
σφάλλων , ἀγύρτης , οἶστρος , ἀνακάμπτων , δορεύς , λάμπων , Κύκλωπες , ἐπιφέρων , Σόλων , Σίμων . | λέγων αὐτῷ , Κύριε , μὴ σκύλλου , οὐ γὰρ ἱκανός εἰμι ἵνα ὑπὸ τὴν στέγην μου εἰσέλθῃς : διὸ |
Φαραώ : λέγεται γὰρ τῷ προφήτῃ : „ ἰδοὺ αὐτὸς ἐκπορεύεται ἐπὶ τὸ ὕδωρ , καὶ στήσῃ συναντῶν αὐτῷ παρὰ | καὶ εὐθὺς ἦν ἐν τῇ συναγωγῇ αὐτῶν ἄνθρωπος ἐν πνεύματι ἀκαθάρτῳ , καὶ ἀνέκραξεν λέγων , Τί ἡμῖν καὶ σοί |
ξύλον τοῦ εἰδέναι γνωστὸν καλοῦ καὶ πονηροῦ . ποταμὸς δὲ ἐκπορεύεται ἐξ Ἐδὲμ ποτίζειν τὸν παράδεισον : ἐκεῖθεν ἀφορίζεται εἰς | εὐθὺς ] ὑπήντησεν αὐτῷ ἐκ τῶν μνημείων ἄνθρωπος ἐν πνεύματι ἀκαθάρτῳ , ὃς τὴν κατοίκησιν εἶχεν ἐν τοῖς μνήμασιν : |
καὶ Δαρειὰν κεκλημένον . ἢ τὴν Δαρείαν ψυχὴν ἀναπέμψει ὁ Ἅιδης τοῦ τάφου ἔξωθεν . θεομήστωρ δὲ κικλήσκετο : θεομήστωρ | Μεσοποταμίαν , Ἰουδαίαν τε καὶ Καππαδοκίαν , Πόντον καὶ τὴν Ἀσίαν , Φρυγίαν τε καὶ Παμφυλίαν , Αἴγυπτον καὶ τὰ |
δὲ οἱ δώδεκα θεοὶ οὗτοι : Ζεύς , Ποσειδῶν , Ἅιδης , Ἑρμῆς , Ἥφαιστος , Ἀπόλλων , Δημήτηρ , | ἐπίστασθε ἀπὸ πρώτης ἡμέρας ἀφ ' ἧς ἐπέβην εἰς τὴν Ἀσίαν πῶς μεθ ' ὑμῶν τὸν πάντα χρόνον ἐγενόμην , |
Νεῖκος ᾧ διακρίνεται . φησὶ δ ' οὕτω : Ζεὺς ἀργὴς Ἥρη τε φερέσβιος ἠδ ' Ἀϊδωνεὺς Νῆστίς θ ' | ἐκκλησίας τῆς οὔσης ἐν Ἰερουσαλὴμ περὶ αὐτῶν , καὶ ἐξαπέστειλαν Βαρναβᾶν ἕως Ἀντιοχείας : ὃς παραγενόμενος καὶ ἰδὼν τὴν χάριν |
; . τέσσαρα γὰρ πάντων ῥιζώματα πρῶτον ἄκουε : Ζεὺς ἀργὴς Ἥρη τε φερέσβιος ἠδ ' Ἀιδωνεύς Νῆστίς θ ' | παροξυσμὸς ὥστε ἀποχωρισθῆναι αὐτοὺς ἀπ ' ἀλλήλων , τόν τε Βαρναβᾶν παραλαβόντα τὸν Μᾶρκον ἐκπλεῦσαι εἰς Κύπρον . Παῦλος δὲ |
τῆς φωνῆς διὰ τοῦ στόματος τοῦ ταύρου , δόξῃ ὁ ταῦρος καιόμενος μυκηθμὸν ἀποτελεῖν . τούτου δὲ τὸ ἀπάνθρωπον θεασάμενος | εἰς τὰ εἴδωλα καὶ εἰς τὸν ἥλιον καὶ εἰς τοὺς ἀστέρας , καὶ οἵτινες ἐν αἱρέσει τὴν πίστιν ἐμίαναν , |
ἀπεδόμην . ” , . . Φάσμα ὁ δὲ ἕτερος ταῦρος ἐμυκήσατο , κακὸν φώνημα Γάρμῳ : καὶ ἔδοξε τράγος | ὁ ἔχων τὰ ἑπτὰ πνεύματα τοῦ θεοῦ καὶ τοὺς ἑπτὰ ἀστέρας : Οἶδά σου τὰ ἔργα , ὅτι ὄνομα ἔχεις |
τὸ λίαν γίνεται αἴγλη : πάνυ γάρ ἐστιν ὁρμητικὴ ἡ αἴγλη . οὕτως εὗρον ἐν Ἐπιμερισμοῖς τοῦ Ψαλτῆρος . σημαίνει | γραμματεῖς λέγοντες , Διὰ τί οἱ μαθηταί σου παραβαίνουσιν τὴν παράδοσιν τῶν πρεσβυτέρων ; οὐ γὰρ νίπτονται τὰς χεῖρας αὐτῶν |
αὐτοὺς κύματα μακρὰ φέροντο : περὶ στεροπῇσι δ ' ἀνάσσης αἴγλη μαρμαίρεσκε διὰ κνέφας ἀίσσουσα . Οἳ δ ' ἄποτον | τί καὶ ὑμεῖς παραβαίνετε τὴν ἐντολὴν τοῦ θεοῦ διὰ τὴν παράδοσιν ὑμῶν ; ὁ γὰρ θεὸς εἶπεν , Τίμα τὸν |
παρούσης ἴχνη ζητεῖς : ἐπὶ τῶν ἀδήλων ⋮ Ἡ γὰρ ἄρκτος χειμῶνος μὲν ἀποτίκτει , καὶ φωλεύει τεκοῦσα , καὶ | προτόπλαστον Ἀδᾶμ . Τὅτε εἶπεν πρὸς τὰ πνεύματα : Τὰ σὰ ἐκ τῶν σῶν σοὶ προσφέρονταις , κατὰ πάντα καὶ |
ὁ χερσαῖος πόδας μὲν ἔχει πενταδακτύλους , καθάπερ καὶ ἡ ἄρκτος , ῥύγχος ὑός , ὀδόντας οὓς μὲν προβάτου , | φόβου , καὶ περὶ τοῦ μεγάλου τρισαγίου , καὶ τὰ σὰ ἐκ τῶν σῶν σοῖ πρὸςφέροντες , καὶ ἐπάρσεως τὸ |
Στράβων ἑβδόμῃ . οὕτως καὶ ἡ χώρα . Δουσαρή , σκόπελος καὶ κορυφὴ ὑψηλοτάτη Ἀραβίας . εἴρηται δὲ ἀπὸ τοῦ | πατέρας ὑμῶν , λέγων πρὸς Ἀβραάμ , Καὶ ἐν τῷ σπέρματί σου ἐνευλογηθήσονται πᾶσαι αἱ πατριαὶ τῆς γῆς . ὑμῖν |
ἔχει μέσος : τοία Στυγός σε μελανοκάρδιος πέτρα Ἀχερόντιός τε σκόπελος αἱματοσταγὴς φρουροῦσι , Κωκυτοῦ τε περίδρομοι κύνες , ἔχιδνά | , ἀλλ ' ὡς ἐφ ' ἑνός , Καὶ τῷ σπέρματί σου , ὅς ἐστιν Χριστός . τοῦτο δὲ λέγω |
ᾠῶν πουλυπόδια ἐξέρπει ὥσπερ τὰ φαλάγγια πολλά . ὁ δὲ θῆλυς πουλύπους ὁτὲ μὲν ἐπὶ τοῖς ᾠοῖς , ὁτὲ δ | μητρὸς αὐτῆς καὶ νύμφην κατὰ τῆς πενθερᾶς αὐτῆς , καὶ ἐχθροὶ τοῦ ἀνθρώπου οἱ οἰκιακοὶ αὐτοῦ . Ὁ φιλῶν πατέρα |
τοῦ ω φθόγγος , στρογγύλος τε ὢν καὶ συνεστραμμένος , θῆλυς δὲ ὁ τοῦ η : διαχεῖται γάρ πως ἐν | ὅταν ἀφέλωμαι τὰς ἁμαρτίας αὐτῶν . κατὰ μὲν τὸ εὐαγγέλιον ἐχθροὶ δι ' ὑμᾶς , κατὰ δὲ τὴν ἐκλογὴν ἀγαπητοὶ |
τοῦ “ βιοθρέμμονα ” δῆλον , ὅτι ἀήρ , οὐχὶ αἰθήρ . Αἰθέρα : τὸν ἀέρα : ὁ γὰρ αἰθὴρ | ταλαιπωρήσατε καὶ πενθήσατε καὶ κλαύσατε : ὁ γέλως ὑμῶν εἰς πένθος μετατραπήτω καὶ ἡ χαρὰ εἰς κατήφειαν . ταπεινώθητε ἐνώπιον |
οὐδὲν ἐμπόδιον , οὐ τοῦ ἡλίου πῦρ , οὐχ ὁ αἰθήρ , οὐχ ἡ δίνη , οὐχὶ τὰ τῶν ἄλλων | αὐτῶν , καὶ ὁ θάνατος οὐκ ἔσται ἔτι , οὔτε πένθος οὔτε κραυγὴ οὔτε πόνος οὐκ ἔσται ἔτι : [ |
, οἷον οὐδὲ εἷς λειμὼν νοτερός τε καὶ ἁβρὸς καὶ εὐθαλὴς τεκεῖν ὑπὸ δρόσῳ ἐαρινῇ οἶδεν , ἐρύθημά τε ὡραῖον | οἱ ἄγγελοι , καὶ εἶπον : Σὲ ὑμνούμεν . Καὶ ὄταν ἀνοίξει τὰς θύρας τῆς ἐκκλησίας κρατὸν κάλαμων καὶ γράφον |
χωρίων ; καίτοι Σωκράτει μὲν ἀπέχρησε πλάτανος εὐφυὴς καὶ πόα εὐθαλὴς καὶ πηγὴ διαυγὴς μικρὸν ἀπὸ τοῦ Ἰλισσοῦ , κἀνταῦθα | : Κύριε , ὑπέ μοι οἰ ἀναγνῶσται τίνες εἰσὶν , ὄταν ἔλθωσιν ἐν ἀμβόνῳ ψάλλοντες ; Ἄκουσον , δίκὲε Ἱωάννη |
δὲ μεταξὺ τὰ μὲν μεσημβρινὰ ἡ Ἀμαθουσία , καὶ ὁ Ὄλυμπος τὸ ὄρος , τὰ δὲ ἀρκτικὰ ἡ Λαπηθία . | καὶ γυνὴ ἐὰν λευκαίνουν τρίχας τῆς κεφαλῆς αὐτῆς καὶ πορνεύῃ καλεῖται οὕτως ὅτι μὲν εἰς τὸ ἴδιον τέκνον αὐτῆς ἐμοίχευσεν |
: Ἥτε καθαλλομένη ἰοειδέα πόντον ὀρίνει ἐπάλμενος ὀξέϊ δουρί . Ὄλυμπος οὕτω ψιλοῦται , καὶ οὕτω λέγεται οὐρανός . Ὁμοίως | , ἰδαῖ πολῆς δαίμονοι , οὐχ ἡμῶν ἀποχὴ τῶν βρομάτων καλεῖται , ἀλλὰ πάντων τῶν κακῶν . Ὁ γὰρ νιστεύεις |
Εὐθυμίᾳ τε μέλων εἴην , τοῦτ ' αἴτημί σε ὁ ζαμενὴς δ ' ὁ χοροιτύπος , ὃν Μαλέας ὄρος ἔθρεψε | αὐτοὺς ὁ Θεός : ὡς τῶν Ιοὔδαν ἐν τῷ πυρὶνῳ ποταμῷ . Τρίτη ἀμαρτία ἐστὶν . ἐὰν τὴς τὰς ἕξ |
ἀποδέχεται ὁ Πίνδαρος τὴν μετὰ συνέσεως τόλμαν τόλμα τέ μιν ζαμενὴς καὶ σύνεσις πρόσκοπος ἐσάωσεν : ἡ μὲν σύνεσις προεπισκοποῦσα | σάλπιγγα , Λῦσον τοὺς τέσσαρας ἀγγέλους τοὺς δεδεμένους ἐπὶ τῷ ποταμῷ τῷ μεγάλῳ Εὐφράτῃ . καὶ ἐλύθησαν οἱ τέσσαρες ἄγγελοι |
τὸ αἷμα . Αὕτη ἐστὶν κιννάβαρις τῶν φιλοσόφων καὶ χαλκὸς ἄσκιος ξανθός . Ὧδε μνήσθητι ὡς ἔλεγεν ὁ ἀρχαῖος : | πιστοῦ λόγου , ἵνα δυνατὸς ᾖ καὶ παρακαλεῖν ἐν τῇ διδασκαλίᾳ τῇ ὑγιαινούσῃ καὶ τοὺς ἀντιλέγοντας ἐλέγχειν . Εἰσὶν γὰρ |
] φυε ? [ ] [ ] επται ? ? ἄσκιος ἀήρ [ ] δύω κατὰ βασμὸν ἔασι [ ] | καὶ ἡ ἐκείνων ἐγένετο . Σὺ δὲ παρηκολούθησάς μου τῇ διδασκαλίᾳ , τῇ ἀγωγῇ , τῇ προθέσει , τῇ πίστει |
. ἀμέτρητ ' ] ἄπειρε . μετέωρον ] κρεμαμένην . Αἰθὴρ ] πῦρ . βροντησικέραυνοι ] αἱ τὰς βροντὰς καὶ | βλέπειν τὴν φωνὴν ἥτις ἐλάλει μετ ' ἐμοῦ : καὶ ἐπιστρέψας εἶδον ἑπτὰ λυχνίας χρυσᾶς , καὶ ἐν μέσῳ τῶν |
πνεύματα : ὁ δὲ αἰθὴρ ἔρημος τούτων ἁπάντων καθέστηκεν . Αἰθὴρ ] * Ἐνταῦθα θηλυκῶς κεῖται , καθ ' ὁμοιότητα | ἐντολῆς . συμβέβηκεν αὐτοῖς τὸ τῆς ἀληθοῦς παροιμίας , Κύων ἐπιστρέψας ἐπὶ τὸ ἴδιον ἐξέραμα , καί , Ὗς λουσαμένη |
βουλήν . ἐκ Χάεος δ ' Ἔρεβός τε μέλαινά τε Νὺξ ἐγένοντο . Γαῖα δέ τοι πρῶτον μὲν ἐγείνατο ἶσον | Ἰακώβ ; οὐκ ἔστιν [ ὁ ] θεὸς νεκρῶν ἀλλὰ ζώντων . καὶ ἀκούσαντες οἱ ὄχλοι ἐξεπλήσσοντο ἐπὶ τῇ διδαχῇ |
σεύεσθ ' ἐν τεύχεσσιν ἑοῦ πατρός : ἀλλά μιν ἔσχε Νὺξ ἥ τ ' ἀνθρώποισι λύσιν καμάτοιο φέρουσα ἔσσυτ ' | τοῦτο γὰρ Χριστὸς ἀπέθανεν καὶ ἔζησεν ἵνα καὶ νεκρῶν καὶ ζώντων κυριεύσῃ . σὺ δὲ τί κρίνεις τὸν ἀδελφόν σου |
θαλίαις ἡ πόλις ἦν ὥσπερ εἰκός : καὶ πᾶς ὁ χειμέριος χρόνος ἀμφὶ ταῦτα ἐδαπανήθη . ἀρχομένου δ ' ἔαρος | κυριότητα δὲ ἀθετοῦσιν , δόξας δὲ βλασφημοῦσιν . ὁ δὲ Μιχαὴλ ὁ ἀρχάγγελος , ὅτε τῷ διαβόλῳ διακρινόμενος διελέγετο περὶ |
. . Αἰγυπτίοις λὶψ ἢ νότος : Εὐδόξῳ καὶ Δοσιθέῳ χειμέριος ἀήρ . . . . . ἐν δὲ τῇ | τὴν νεφέλην , καὶ ἐξέλθωσιν ἔξω τοῦ οὐρανοῦ καὶ σαλπίσουσιν Μιχαὴλ καὶ Γαβριὴλ μετὰ τῶν κεράτων ἐκείνων , καθὼς προεῖπεν |
λύχνων ἁφάς . εἶτ ' οὐ μέγιστός ἐστι τῶν θεῶν Ἔρως καὶ τιμιώτατός γε τῶν πάντων πολύ ; οὐδεὶς γὰρ | ἡ γῆ , ἰῶτα ἓν ἢ μία κεραία οὐ μὴ παρέλθῃ ἀπὸ τοῦ νόμου ἕως ἂν πάντα γένηται . ὃς |
οὐδ ' ἐπὶ σοὶ μούνῳ κατεθήξατο τόξα καὶ ἰοὺς πικρὸς Ἔρως . τί ζῶν ἐν σποδιῇ τίθεσαι ; πίνωμεν Βάκχου | ἐστιν ἐπὶ θύραις . ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι οὐ μὴ παρέλθῃ ἡ γενεὰ αὕτη ἕως ἂν πάντα ταῦτα γένηται . |
θηρῶν ἀνόητα γένη , σοὶ δὲ καὶ χθὼν πᾶσα καὶ πόντος καὶ ὁ παμμήστωρ Ἄρης . καίτοι γε πόσῳ κρεῖττόν | λαὸν περιούσιον , ζηλωτὴν καλῶν ἔργων . Ταῦτα λάλει καὶ παρακάλει καὶ ἔλεγχε μετὰ πάσης ἐπιταγῆς : μηδείς σου περιφρονείτω |
παρεῖχ ' ἄφερτον Ἰδαία χιών , ἢ θάλπος , εὖτε πόντος ἐν μεσημβριναῖς κοίταις ἀκύμων νηνέμοις εὕδοι πεσών τί ταῦτα | καὶ ἀγαπητοὶ οἱ τῆς εὐεργεσίας ἀντιλαμβανόμενοι . Ταῦτα δίδασκε καὶ παρακάλει . εἴ τις ἑτεροδιδασκαλεῖ καὶ μὴ προσέρχεται ὑγιαίνουσιν λόγοις |
πόνον : μόχθον . Ψυχήν : κατά . πολυδαίδαλος : ποικίλος , πανοῦργος , φρόνιμος , πολύδουλος , πολυσύνετος , | ' ἐν παντὶ συνιστάνοντες ἑαυτοὺς ὡς θεοῦ διάκονοι , ἐν ὑπομονῇ πολλῇ , ἐν θλίψεσιν , ἐν ἀνάγκαις , ἐν |
ἀμηχάνῳ τόλμῃ τὸ στρατόπεδον ἐπόρθει . φόνος τε ἦν ἑκατέρων ποικίλος : ὑπὸ δὲ μεγέθους πεδίου τε καὶ κονιορτοῦ τὰ | ἐκ τῆς κεφαλῆς ὑμῶν οὐ μὴ ἀπόληται . ἐν τῇ ὑπομονῇ ὑμῶν κτήσασθε τὰς ψυχὰς ὑμῶν . Ὅταν δὲ ἴδητε |
τροφῆς θρέψαι τραφῆναι , τροφεύς , εὔτροφος ἔντροφος σύντροφος , τροφός τρόφιμος , παρατρέφεσθαι συντρέφεσθαι ἀποτρέφεσθαι ὑποτρέφεσθαι . ἀπὸ δ | καὶ διδάσκων τὰ περὶ τοῦ κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ μετὰ πάσης παρρησίας ἀκωλύτως . Παῦλος δοῦλος Χριστοῦ Ἰησοῦ , κλητὸς ἀπόστολος |
δὲ ἡ μὲν συγγενὴς Αἰνείου λέγεται γενέσθαι , ἡ δὲ τροφός . τελευτῶντες δὲ ἀφικνοῦνται τῆς Ἰταλίας εἰς Λωρεντόν , | πάντα καθ ' ὁμοιότητα χωρὶς ἁμαρτίας . προσερχώμεθα οὖν μετὰ παρρησίας τῷ θρόνῳ τῆς χάριτος , ἵνα λάβωμεν ἔλεος καὶ |
στίλβων : στιλβανός : οἰκτίρμων : σκιρτῶ : κιρνῶ : κίρκος : θίῤῥον τὸ τρυφερόν : ἰλκαγλοιός , ῥύπος : | καὶ ἄλλοι γηραλέοι , καὶ ἄλλοι νεώτεροι , καὶ ἄλλοι βρέφη : ἐν τῇ ἀναστάσει ποταποὶ ἀναστήσονται ; καὶ ἤκουσα |
τάχα μοῦνος ἐναντίον ἰσοφαρίζοι αἰετὸς αἰθερίοισιν ἐπιθύνων γυάλοισιν , ἢ κίρκος ταναῇσι τινασσόμενος πτερύγεσσιν , ἢ δελφὶς πολιοῖσιν ὀλισθαίνων ῥοθίοισι | καὶ ὑποκρίσεις καὶ φθόνους καὶ πάσας καταλαλιάς , ὡς ἀρτιγέννητα βρέφη τὸ λογικὸν ἄδολον γάλα ἐπιποθήσατε , ἵνα ἐν αὐτῷ |
αὐλῶν λυσιῳδῶν , τραγικῶν , κιθαριστηρίων . ὁ δὲ καλάμινος αὐλὸς τιτύρινος καλεῖται τοῖς ἐν Ἰταλίᾳ Δωριεῦσιν . ὁ δὲ | οὐκ ἔστιν φθόνος , οὐκ ἔστιν μισαδελφία , οὐκ ἔστιν ἀδικία , οὐκ ἔστιν ὑπερηφανία , οὐκ ἔστιν καταλαλιά , |
, ὥσπερ οἶμαι δεδιώς , μή τινα φθόγγον ἔμμουσον ὁ αὐλὸς κινήσας ἀντηχεῖν ἀναπείσῃ τῷ Σατύρῳ τὴν Νύμφην . τοῦτο | τὴν δόξαν τοῦ πέμψαντος αὐτόν , οὗτος ἀληθής ἐστιν καὶ ἀδικία ἐν αὐτῷ οὐκ ἔστιν . οὐ Μωϋσῆς δέδωκεν ὑμῖν |
πραγματεία τοιαύτη : εὑρεῖν οἴκησιν ἐν ᾗ λόγου χάριν ὁ καρκίνος τῷ λέοντι ἐν ἴσοις χρόνοις ἀνατέλλει [ πρὸς τὸ | λέγει μοι , Μὴ σφραγίσῃς τοὺς λόγους τῆς προφητείας τοῦ βιβλίου τούτου , ὁ καιρὸς γὰρ ἐγγύς ἐστιν . ὁ |
ἡ μὲν οὖν πίννη ὄστρεόν ἐστιν , ὁ δὲ πιννοτήρης καρκίνος μικρός . καὶ ἡ πίννη διαστήσασα τὸ ὄστρακον ἡσυχάζει | εὐδόκησας . τότε εἶπον , Ἰδοὺ ἥκω , ἐν κεφαλίδι βιβλίου γέγραπται περὶ ἐμοῦ , τοῦ ποιῆσαι , ὁ θεός |
οὐ μὲν ἔτι ζώοντα καταυτόθι τέτμον ἄνακτα Ὕλλον , ὃν εὐειδὴς Μελίτη τέκεν Ἡρακλῆι δήμῳ Φαιήκων : ὁ γὰρ οἰκία | μου , καθὼς πάντοτε ὑπηκούσατε , μὴ ὡς ἐν τῇ παρουσίᾳ μου μόνον ἀλλὰ νῦν πολλῷ μᾶλλον ἐν τῇ ἀπουσίᾳ |
προσώπῳ . Καθῆστο δὲ ἐπ ' ἄκρας τῆς κορυφῆς παρθένος εὐειδὴς μὲν οὔ , ὡραία δέ , ἀληθινοῦ καὶ ἀρχαίου | ἐν τῇ παρουσίᾳ Τίτου : οὐ μόνον δὲ ἐν τῇ παρουσίᾳ αὐτοῦ ἀλλὰ καὶ ἐν τῇ παρακλήσει ᾗ παρεκλήθη ἐφ |
βέλος , καὶ ἀπέκτεινε τὸν ἄνδρα . Κηρύλος δὲ καὶ ἀλκυὼν ὁμόνομοι καὶ σύμβιοι . * * καὶ γήρᾳ γε | ὄφις ἐξηπάτησεν Εὕαν ἐν τῇ πανουργίᾳ αὐτοῦ , φθαρῇ τὰ νοήματα ὑμῶν ἀπὸ τῆς ἁπλότητος [ καὶ τῆς ἁγνότητος ] |
ἀντέθηκεν οὖν αὐτῷ κουρέα . [ Ἄλλως . ὁ ἄρσην ἀλκυὼν κηρύλος λέγεται . ἐν δὲ ταῖς συνουσίαις ἀποθνήσκει . | , ἐν οἷς ὁ θεὸς τοῦ αἰῶνος τούτου ἐτύφλωσεν τὰ νοήματα τῶν ἀπίστων εἰς τὸ μὴ αὐγάσαι τὸν φωτισμὸν τοῦ |
ὡς εἴρηται , λόγῳ τοιῷδε ἀλληγορίας : ἀλληγορεῖται γὰρ ὁ Ὠκεανὸς εἰς τὸν νοῦν ἐτυμολογούμενος , ἀπὸ τοῦ ὠκέως νάειν | : τὸ ποτήριον ὃ δέδωκέν μοι ὁ πατὴρ οὐ μὴ πίω αὐτό ; Ἡ οὖν σπεῖρα καὶ ὁ χιλίαρχος καὶ |
τοῦ πλεῖν καὶ τοῦ ὁδεύειν : περαιτέρω γὰρ λοιπὸν ὁ Ὠκεανὸς καὶ πάντα ἀφανῆ , ζόφου ὄντος . τὰ ἐντεῦθεν | ἑαυτούς : λέγω γὰρ ὑμῖν [ ὅτι ] οὐ μὴ πίω ἀπὸ τοῦ νῦν ἀπὸ τοῦ γενήματος τῆς ἀμπέλου ἕως |
βάτραχοι μηδὲν περαιτέρω δρᾶν δυνάμενοι μεγάλα ἐκεκράγεσαν . καὶ ὁ ἔχις νικήσας ᾐτιᾶτο αὐτούς , εἴγε συμμαχήσειν αὐτῷ ὑποσχόμενοι παρὰ | Ἢρ τοῦ Ἰησοῦ τοῦ Ἐλιέζερ τοῦ Ἰωρὶμ τοῦ Ματθὰτ τοῦ Λευὶ τοῦ Συμεὼν τοῦ Ἰούδα τοῦ Ἰωσὴφ τοῦ Ἰωνὰμ τοῦ |
, Μουνίτου τοκάς : ὃν δή ποτ ' ἀγρώσσοντα Κρηστώνης ἔχις κτενεῖ , πατάξας πτέρναν ἀγρίῳ βέλει , ὅταν τεκόντος | χιλιάδες , ἐκ φυλῆς Συμεὼν δώδεκα χιλιάδες , ἐκ φυλῆς Λευὶ δώδεκα χιλιάδες , ἐκ φυλῆς Ἰσσαχὰρ δώδεκα χιλιάδες , |
, τοῦ Αἰήτου πυθομένου περὶ τῶν προειρημένων ἦ βλαστὸς οὐκ ἔβλαστεν οὑπιχώριος ; λέγοντα : καὶ κάρτα φρίξας τ ' | νιστίας . Μεγάλη γὰρ χάρης ἐστὶν ἠ νηστεία : πολλοὶ διἀ τῆς νηστείας , ὑπερέβησαν μετὰ τὰ οὐρανία , καὶ |
μὲν οὐκ ἄρ ' ᾖστε τὸν Προμηθέα ἦ βλαστὸς οὐκ ἔβλαστεν οὑπιχώριος ; καὶ κάρτα : φρίξας γ ' εὐλόφῳ | σὰ ἐκ τῶν σῶν σοὶ προσφέρονταις , κατὰ πάντα καὶ διἀ πάντα . Καὶ ἀπεκρίθησαν οἱ ἄγγελοι , καὶ εἶπον |
φερέσβιος ἠδ ' Ἀιδωνεύς Νῆστίς θ ' , ἣ δακρύοις τέγγει κρούνωμα βρότειον . ἀγένητα : στοιχεῖα . παρ ' | μὲν γὰρ κρίμα ἐξ ἑνὸς εἰς κατάκριμα , τὸ δὲ χάρισμα ἐκ πολλῶν παραπτωμάτων εἰς δικαίωμα . εἰ γὰρ τῷ |
ὡς φάτις ἀνδρῶν , χιών τ ' οὐδαμὰ λείπει , τέγγει θ ' ὑπ ' ὀφρύσι παγκλαύτοις δειράδας : ᾇ | σοί . δι ' ἣν αἰτίαν ἀναμιμνῄσκω σε ἀναζωπυρεῖν τὸ χάρισμα τοῦ θεοῦ , ὅ ἐστιν ἐν σοὶ διὰ τῆς |
τοῖς ἄλλοις εἰωθότων , ἀλλ ' ἔρως ὁ οὐράνιος καὶ ἀκήρατος καὶ θεῖος ὄντως , ἐξ οὗ πᾶσαν ἀρετὴν φύεσθαι | ὃν ὑμεῖς λέγετε ὅτι θεὸς ἡμῶν ἐστιν : καὶ οὐκ ἐγνώκατε αὐτόν , ἐγὼ δὲ οἶδα αὐτόν . κἂν εἴπω |
διαχωρέει : ἡ δὲ ἰκμὰς ἀπ ' αὐτῶν ἰσχυρὴ καὶ ἀκήρατος προσγινομένη ἰσχύν τε παρέχει τῷ σώματι πολλὴν καὶ αὔξην | τὸ ὄνομα αὐτοῦ . γράφω ὑμῖν , πατέρες , ὅτι ἐγνώκατε τὸν ἀπ ' ἀρχῆς . γράφω ὑμῖν , νεανίσκοι |
κόπτει αὐτούς , πολλῶν δὲ καὶ τοὺς ὀφθαλμοὺς ἐξέκοψεν ὁ κόραξ . μάχεται δὲ καὶ ὄρνιθι ἰσχυρῷ , τῷ καλουμένῳ | οἴδατε ὅτι πᾶς ἀνθρωποκτόνος οὐκ ἔχει ζωὴν αἰώνιον ἐν αὐτῷ μένουσαν . ἐν τούτῳ ἐγνώκαμεν τὴν ἀγάπην , ὅτι ἐκεῖνος |
κατὰ φαυλότητα ἴσας τὰς ψυχὰς ἔχουσι . κόρακος ] ὡς κόραξ ἐσθίων νεκρῶν σῶμα βοᾷ , οὕτω καὶ ὁ δαίμων | μετὰ χαρᾶς προσεδέξασθε , γινώσκοντες ἔχειν ἑαυτοὺς κρείττονα ὕπαρξιν καὶ μένουσαν . μὴ ἀποβάλητε οὖν τὴν παρρησίαν ὑμῶν , ἥτις |
ὄφις καὶ ὄφεας καὶ ὄφεις . Ὦ ὄφιες καὶ ὦ ὄφις καὶ ὦ ὄφεες καὶ ὦ ὄφεις . Ἰστέον ὅτι | Καὶ τότε παραλαμβάνει αὐτὸν ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστὸς τῆς δεξιᾶς χειρὸς καὶ λέγει τοῖς ἀγγέλοις αὐτοῦ : συγχάρητέ μοι |
μῦθος . Λέγεται καὶ περὶ τῆς ὕδρας τῆς Λερναίας ὅτι ὄφις ἦν ἔχων πεντήκοντα κεφαλάς , σῶμα δὲ ἕν , | . τὸ μυστήριον τῶν ἑπτὰ ἀστέρων οὓς εἶδες ἐπὶ τῆς δεξιᾶς μου , καὶ τὰς ἑπτὰ λυχνίας τὰς χρυσᾶς : |
⌋ δέ , ἐν ὧι [ ἡ καταβολή ] , ἀμέτοχός ψυχροῦ , δῆλον [ ὅτι καὶ τὸ ] κατασκευαζόμενον | Ναασσών , Ναασσὼν δὲ ἐγέννησεν τὸν Σαλμών , Σαλμὼν δὲ ἐγέννησεν τὸν Βόες ἐκ τῆς Ῥαχάβ , Βόες δὲ ἐγέννησεν |
καὶ ὁ τόπος δέ , ἐν ὧι ἡ καταβολή , ἀμέτοχός ἐστιν ψυχροῦ , δῆλον ὅτι καὶ τὸ κατασκευαζόμενον ζῶιον | υἱοῦ Ἀβραάμ . Ἀβραὰμ ἐγέννησεν τὸν Ἰσαάκ , Ἰσαὰκ δὲ ἐγέννησεν τὸν Ἰακώβ , Ἰακὼβ δὲ ἐγέννησεν τὸν Ἰούδαν καὶ |
” ὁτὲ δὲ ἐπιγονή , “ πεντήκοντα δ ' ἕκασται γόνος δ ' οὐ γίνετ ' αὐτῶν . ” ἐπὶ | λαλούσης μετ ' ἐμοῦ λέγων , Ἀνάβα ὧδε , καὶ δείξω σοι ἃ δεῖ γενέσθαι μετὰ ταῦτα . εὐθέως ἐγενόμην |
τε γυναῖκά τε θήσατο μαζόν : αὐτὰρ Ἀχιλλεύς ἐστι θεᾶς γόνος , ἣν ἐγὼ αὐτὴ θρέψά τε καὶ ἀτίτηλα καὶ | , καὶ ἐλάλησεν μετ ' ἐμοῦ λέγων , Δεῦρο , δείξω σοι τὸ κρίμα τῆς πόρνης τῆς μεγάλης τῆς καθημένης |
πλῆθος ἕτερον ἦν κακὸν ἄφατον : καθάπερ γάρ τις θάνατος ἕρπων τὴν ἁπάντων ζωὴν κατεβόσκετο , ὡς ἐκ τούτου τὰς | οἶκον αὐτοῦ , καὶ τοὺς καμάτους αὐτοῦ . Ὁ δὲ Ἱωάννης εἶπεν : Ἐἃν τις τὰς ἕξ ἡμέρας νηστεύων καὶ |
τάξις : κυρίως δὲ ἡ στρατιωτικὴ τάξις . καὶ τὸ ἕρπων δὲ καταχρηστικῶς εἴρηται ἀντὶ τοῦ ἱπτάμενος . * οὐλαμός | ἀγίαν κυριἀκὴν οὐ τιμὰ , ψεύστοις ἐστὶν . Ὁ δὲ Ἱωάννης εἶπεν : Ἡπέ μει καὶ περι τῆς αὐτῆς νιστίας |
δὲ ψόφοις πλησιάζειν . τούτων δέ , ὅσα ἂν ὁ πῶλος φοβῆται , οὐ χαλεπαίνοντα δεῖ ἀλλὰ πραΰνοντα διδάσκειν ὅτι | , Γεννήματα ἐχιδνῶν , τίς ὑπέδειξεν ὑμῖν φυγεῖν ἀπὸ τῆς μελλούσης ὀργῆς ; ποιήσατε οὖν καρπὸν ἄξιον τῆς μετανοίας : |
χαλινοφόροισι ταθεὶς ἔσφιγξεν ἱμάντας . καὶ κεψαλὴν ἔκλινε καὶ αὐχένα πῶλος ἀλήτης λοξὸν ἐπιστρέψας βεβιασμένον ἅρπαγι ῥιπῆι . Καὶ προτενὴς | ὠφέλιμός ἐστιν , ἐπαγγελίαν ἔχουσα ζωῆς τῆς νῦν καὶ τῆς μελλούσης . πιστὸς ὁ λόγος καὶ πάσης ἀποδοχῆς ἄξιος : |
. κωμικὴ δὲ ἐσθὴς ἐξωμίς : ἔστι δὲ χιτὼν λευκὸς ἄσημος , κατὰ τὴν ἀριστερὰν πλευρὰν ῥαφὴν οὐκ ἔχων , | [ τῷ ] παροργισμῷ ὑμῶν , μηδὲ δίδοτε τόπον τῷ διαβόλῳ . ὁ κλέπτων μηκέτι κλεπτέτω , μᾶλλον δὲ κοπιάτω |
ποι , ὁμολογῶ φονεὺς εἶναι . Ἡ δὲ νὺξ οὐκ ἄσημος : τοῖς γὰρ Διπολίοις ὁ ἀνὴρ ἀπέθανε . Περὶ | : παραλαμβάνει τοὺς ἀμετανοήτους ὁ διάβολος καὶ ἀπάγει αὐτοὺς τῷ διαβόλῳ τῷ πατρὶ αὐτοῦ . Ἐὰν δὲ ποιήσῃ θυσίαν ὁ |
ὀφθαλμὸν , ὅταν ὁ διατείνων ἀπὸ τοῦ ἐγκεφάλου καὶ μήνιγγος πόρος ἐπὶ τὸν ὀφθαλμὸν ἀποῤῥαγῇ , ὡς ἀβλεψίαν τελείαν γενέσθαι | οὖν ποίησον ὅ σοι λέγομεν : εἰσὶν ἡμῖν ἄνδρες τέσσαρες εὐχὴν ἔχοντες ἐφ ' ἑαυτῶν . τούτους παραλαβὼν ἁγνίσθητι σὺν |
πράγματα ἀγερμὸς συναγερμός , ἄθροισις συνάθροισις , συναθροισμὸς ἀθροισμός , πόρος , συναγωγή , ἔρανος , συλλογή , σύστασις : | καὶ περὶ τῆς λυτουργίας , ὅταν ποιεἴση ὁ ἰὲρενς τὴν εὐχὴν τῆς προθέσεως , καὶ ἀπὲρχετε ἰἐρουργὴν . Ἄκουσον , |
ἀθανάτοισι : θεοῖς : τὸ στερητικὸν α βραχύνεται πλὴν τοῦ ἀκάμας καὶ ἀθάνατος . φιλή : προσφιλής : εἰ μὴ | τῇ ἐρήμῳ ; τίσιν δὲ ὤμοσεν μὴ εἰσελεύσεσθαι εἰς τὴν κατάπαυσιν αὐτοῦ εἰ μὴ τοῖς ἀπειθήσασιν ; καὶ βλέπομεν ὅτι |
αὐτοῦ τε περιπολουμένου καὶ δι ' αὐτοῦ πάντων ἐρχομένων . ἀκάμας τε χρόνος περί τ ' ἀενάωι ῥεύματι πλήρης φοιτᾶι | τῷ λαῷ τοῦ θεοῦ : ὁ γὰρ εἰσελθὼν εἰς τὴν κατάπαυσιν αὐτοῦ καὶ αὐτὸς κατέπαυσεν ἀπὸ τῶν ἔργων αὐτοῦ ὥσπερ |
ὁ δ ' ἐναντίος σκαιός , ἐκμελής , ἄγροικος , ἄμικτος , εἴρων , ἀλαζών , ὑπεροπτικός , ὑπέρφρων , | ὁ Ἰησοῦς , Ἀμὴν ἀμὴν λέγω ὑμῖν , ἐὰν μὴ φάγητε τὴν σάρκα τοῦ υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου καὶ πίητε αὐτοῦ |
πᾶσα ξηραντικὴν ἔχει δύναμιν , καὶ ὅταν ἀκριβῶς ᾖ πυρώδους ἄμικτος οὐσίας , ἀδηκτότατα ξηραίνει : συντελεῖ δ ' εἰς | Διὰ τοῦτο λέγω ὑμῖν , μὴ μεριμνᾶτε τῇ ψυχῇ τί φάγητε , μηδὲ τῷ σώματι τί ἐνδύσησθε . ἡ γὰρ |
τἀτύχημ ' αὐτὴν φυγεῖν τὸ συμβεβηκός . σὺ δέ τις ὑψηλὸς σφόδρα [ ] ν ? [ ] βάρβαρος [ | τῷ ἀνδρί . τοῦτο δὲ πρὸς τὸ ὑμῶν αὐτῶν σύμφορον λέγω , οὐχ ἵνα βρόχον ὑμῖν ἐπιβάλω , ἀλλὰ πρὸς |
ἄλλως : ὁ δὲ ἕτερος ὁ τοῦ λευκοῦ χαμαιλέων γένους ὑψηλὸς μὲν ὁρᾶται , καὶ ἄνω τῆς γῆς οὗτος ὑπερέχων | ἐγὼ οὐδέποτε σκανδαλισθήσομαι . ἔφη αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς , Ἀμὴν λέγω σοι ὅτι ἐν ταύτῃ τῇ νυκτὶ πρὶν ἀλέκτορα φωνῆσαι |
λέγει γοῦν οὐχ ὁ Ἰακὼβ τῷ Ἰωσὴφ μᾶλλον ἢ ὁ ἱερὸς λόγος παντὶ τῷ τὸ μὲν σῶμα εὐεκτοῦντι , ἐν | ἄγγελος κυρίου καὶ παρέλαβεν τὴν γυναῖκα αὐτοῦ : καὶ οὐκ ἐγίνωσκεν αὐτὴν ἕως οὗ ἔτεκεν υἱόν : καὶ ἐκάλεσεν τὸ |
πάσας συμβέβηκε τῆς εἰρήνῃ φίλης ἡσυχίας μακρὰν ἀπεληλαμένης , ὁ ἱερὸς συναινεῖ λόγος : οὐ γὰρ λέγει μὴ εἶναι πολέμου | εἶχεν ἵνα τις μαρτυρήσῃ περὶ τοῦ ἀνθρώπου : αὐτὸς γὰρ ἐγίνωσκεν τί ἦν ἐν τῷ ἀνθρώπῳ . Ἦν δὲ ἄνθρωπος |
ἐξ ἀριστεροῦ : ἦν γὰρ καὶ ὁ σπλὴν κυρτὸς καὶ σκληρὸς , καὶ ἄνω : περιεγένετο : ὑποστροφή . Ἦν | , ἵνα περισσεύητε μᾶλλον . οἴδατε γὰρ τίνας παραγγελίας ἐδώκαμεν ὑμῖν διὰ τοῦ κυρίου Ἰησοῦ . τοῦτο γάρ ἐστιν θέλημα |
ὄρνις ἀπὸ ζέματος ἡ ἁπλουστέρῳ γειναμένη ζωμῷ καὶ ἰσικὸς ὁμοίως σκληρὸς , οἷός ἐστιν ὁ ἀπὸ τῆς κηρίδος καὶ ὁ | πατὴρ ἐν ἐμοί ἐστιν ; τὰ ῥήματα ἃ ἐγὼ λαλῶ ὑμῖν ἀπ ' ἐμαυτοῦ οὐ λαλῶ : ὁ δὲ πατὴρ |
: διὰ τὴν αὐτὴν χρείαν καὶ ἐπιθυμίαν . ὡς δὲ ἄφαντος ἔπελες : ὡς δὲ ἀφανὴς ἐγένου , καὶ οἱ | ἐντεῦθεν , ἐκ τῶν ἡδονῶν ὑμῶν τῶν στρατευομένων ἐν τοῖς μέλεσιν ὑμῶν ; ἐπιθυμεῖτε , καὶ οὐκ ἔχετε : φονεύετε |
ἠφανίσθη ὁ θεός , μετὰ δὲ ταῦτα καὶ ἡ Ἀριάδνη ἄφαντος ἐγενήθη . μυθολογοῦσι δὲ Νάξιοι περὶ τοῦ θεοῦ τούτου | παθήματα τῶν ἁμαρτιῶν τὰ διὰ τοῦ νόμου ἐνηργεῖτο ἐν τοῖς μέλεσιν ἡμῶν εἰς τὸ καρποφορῆσαι τῷ θανάτῳ : νυνὶ δὲ |
τ [ ] ἐραννὰν ἐπὶ δαῖτα ? [ ] ὀρικοίτας Κένταυρος [ ] αἰτεῖ δέ με παίδατα ? [ ] | ταῦτα εἶπεν αὐτῷ , Μακάριος ὅστις φάγεται ἄρτον ἐν τῇ βασιλείᾳ τοῦ θεοῦ . ὁ δὲ εἶπεν αὐτῷ , Ἄνθρωπός |
ἠεροειδῆ καὶ προσκεκλιμένος μὲν ἐπ ' οὐδαίοιο χαμεύνης κεῖτο μέγας Κένταυρος , ἀπηρήρειστο δὲ πέτρῃ ἱππείαισιν ὁπλαῖσι τανυσσάμενος θοὰ κῶλα | μείζων Ἰωάννου τοῦ βαπτιστοῦ : ὁ δὲ μικρότερος ἐν τῇ βασιλείᾳ τῶν οὐρανῶν μείζων αὐτοῦ ἐστιν . ἀπὸ δὲ τῶν |
, ἄρχοντος δὲ νοῦ ὅμως ἀνάγκης . Ὁ μὲν γὰρ νοητὸς μόνον λόγος , καὶ οὐκ ἂν γένοιτο ἄλλος μόνον | , οὐ μή με ἴδητε ἀπ ' ἄρτι ἕως ἂν εἴπητε , Εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι κυρίου . Καὶ |
τὸ ἔξω . Καὶ μέχρι τοῦ πρὸ τοῦ εἰδώλου ὁ νοητὸς κόσμος ἅπας τέλεος ἐκ πάντων νοητῶν , ὥσπερ ὅδε | τὸ τῆς συκῆς ποιήσετε , ἀλλὰ κἂν τῷ ὄρει τούτῳ εἴπητε , Ἄρθητι καὶ βλήθητι εἰς τὴν θάλασσαν , γενήσεται |
κύτος ἡμῶν . . . . ψυχῆς πάμμορφον ἄγαλμα . ἀγήραος . ἄζωνος . ἀμφιπρόσωπος . ἀναγωγός . ἄφθεγκτος . | . ἰδοὺ γὰρ ἀπὸ τοῦ νῦν μακαριοῦσίν με πᾶσαι αἱ γενεαί : ὅτι ἐποίησέν μοι μεγάλα ὁ δυνατός , καὶ |
, φαγὼν καὶ αὐτὸς γέγονεν ἀθάνατος , ἀλλ ' οὐκ ἀγήραος , ἐφ ' ᾧ κατεπόντισεν ἑαυτόν . μαντεύεται δὲ | . ἰδοὺ γὰρ ἀπὸ τοῦ νῦν μακαριοῦσίν με πᾶσαι αἱ γενεαί : ὅτι ἐποίησέν μοι μεγάλα ὁ δυνατός , καὶ |
ὅντινα τὸν Ὑψέα ποτὲ ἐν ταῖς ἐξοχαῖς τῆς Πίνδου ἡ Ναῒς εὐφρανθεῖσα τῇ τοῦ Πηνειοῦ μίξει ἐγέννησε Κρέουσα Γῆς οὖσα | περὶ τούτου οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ εἶπεν αὐτοῖς , Τοῦτο ὑμᾶς σκανδαλίζει ; ἐὰν οὖν θεωρῆτε τὸν υἱὸν τοῦ ἀνθρώπου ἀναβαίνοντα |
' ἔλακεν – – ˘ αἰάγμασι στένουσα νύμφα τις οἷα Ναῒς ὄρεσι † φυγάδα γάμων † ἱεῖσα γοερόν , ὑπὸ | τὸ πῦρ τὸ αἰώνιον . καὶ εἰ ὁ ὀφθαλμός σου σκανδαλίζει σε , ἔξελε αὐτὸν καὶ βάλε ἀπὸ σοῦ : |
σοι βούλεται παραστῆσαι , ὅτι ἕτερος νηπίων καὶ ἕτερος τελείων χῶρός ἐστιν , ὁ μὲν ὀνομαζόμενος ἄσκησις , ὁ δὲ | , Ἑτοίμασον τί δειπνήσω , καὶ περιζωσάμενος διακόνει μοι ἕως φάγω καὶ πίω , καὶ μετὰ ταῦτα φάγεσαι καὶ πίεσαι |
ἕξεις πλοῦτον : ἐπὶ τῶν ἀδυνάτων ⋮ Θεσσαλονίκῃ τῇ Μακεδονίτιδι χῶρός ἐστι γειτνιῶν καὶ καλεῖται Νίβας : οὐκοῦν οἱ ἐνταῦθα | τοῦ με παθεῖν : λέγω γὰρ ὑμῖν ὅτι οὐ μὴ φάγω αὐτὸ ἕως ὅτου πληρωθῇ ἐν τῇ βασιλείᾳ τοῦ θεοῦ |
προσηκόντων χάριτος τυχεῖν . οὐκοῦν καὶ ἐτάφη μεγαλοπρεπῶς καὶ ὁ γείτων τῷ φόνῳ ποταμὸς ἐκλήθη Πίνδος ἐκ τοῦ νεκροῦ καὶ | Ἰερουσαλήμ : ὑμεῖς μάρτυρες τούτων . καὶ [ ἰδοὺ ] ἐγὼ ἀποστέλλω τὴν ἐπαγγελίαν τοῦ πατρός μου ἐφ ' ὑμᾶς |
ποταμὸς κατέρχεται . Κρᾶθις : τὸ ἑξῆς : Κρᾶθις δὲ γείτων χῶρος συνοίκους αὐτοὺς δέξεται Κόλχων Πόλαις ἠδὲ Μυλάκων ὅροις | ἀπέστειλα αὐτοὺς εἰς τὸν κόσμον : καὶ ὑπὲρ αὐτῶν [ ἐγὼ ] ἁγιάζω ἐμαυτόν , ἵνα ὦσιν καὶ αὐτοὶ ἡγιασμένοι |
] μακάριος ἀνδράσιν τοῖς φιλοτρόφοις . Ψυχομαχῶ : ὁ γὰρ ἀλέκτωρ [ ] ἠστόχηκέ μου , καὶ θακοθαλπάδος ἐρασθεὶς ἐμὲν | δυνηθῆτε ἀντιστῆναι ἐν τῇ ἡμέρᾳ τῇ πονηρᾷ καὶ ἅπαντα κατεργασάμενοι στῆναι . στῆτε οὖν περιζωσάμενοι τὴν ὀσφὺν ὑμῶν ἐν ἀληθείᾳ |
σφόνδυλος ἀχεῖ πῖθ ' ἑλλέβορον . πτήσσει Φρύνιχος ὥς τις ἀλέκτωρ τάχα βαλλήσει . σκέλος οὐρανίαν ἐκλακτίζων . πρωκτὸς χάσκει | Σατανᾶς ἀνέστη ἐφ ' ἑαυτὸν καὶ ἐμερίσθη , οὐ δύναται στῆναι ἀλλὰ τέλος ἔχει . ἀλλ ' οὐ δύναται οὐδεὶς |
κόσμοιο μέρος , στοιχεῖον ἀμεμφές , παμφάγε , πανδαμάτωρ , πανυπέρτατε , παντοδίαιτε , αἰθήρ , ἥλιος , ἄστρα , | ἔχετε διὰ τὸ μὴ αἰτεῖσθαι ὑμᾶς : αἰτεῖτε καὶ οὐ λαμβάνετε , διότι κακῶς αἰτεῖσθε , ἵνα ἐν ταῖς ἡδοναῖς |
δικαιοσύνης , φιλονάματε , δέσποτα κόσμου , πιστοφύλαξ , αἰεὶ πανυπέρτατε , πᾶσιν ἀρωγέ , ὄμμα δικαιοσύνης , ζωῆς φῶς | ἄλλον Ἰησοῦν κηρύσσει ὃν οὐκ ἐκηρύξαμεν , ἢ πνεῦμα ἕτερον λαμβάνετε ὃ οὐκ ἐλάβετε , ἢ εὐαγγέλιον ἕτερον ὃ οὐκ |
εἶναι καὶ ἱστίον τῷ ἅρματι , ἀφ ' οὗ καὶ αὐγή τις ἐπὶ τὸ μέτωπον καὶ τὴν κεφαλὴν ἥκει οὔπω | λέγω ὑμῖν μὴ ἀπελπιστεῖν τοῦ θεοῦ ἡμῶν φιλανθρωπίαν ὅτι αὐτὸς εἶπε : τὸν ἐρχόμενον πρός με οὐ μὴ ἐκβάλω ἔξω |
φαίνηται , ἀεξομένοιο διδάσκει μηνός : ὅτε πρώτη ἀποκίδναται αὐτόθεν αὐγή , ὅσσον ἐπισκιάειν , ἐπὶ τέτρατον ἦμαρ ἰοῦσα : | λέγω ὑμῖν μὴ ἀπελπιστεῖν τοῦ θεοῦ ἡμῶν φιλανθρωπίαν ὅτι αὐτὸς εἶπε : τὸν ἐρχόμενον πρός με οὐ μὴ ἐκβάλω ἔξω |
ὑπ ' ἐκείνου ἢ δι ' ἐκείνου . . πᾶσα χθών : ἤτοι χθὼν ἐστεφάνωνται τῷ ὠκεανῷ , ἢ ὑπὸ | ἢ ἀδελφὴ γυμνοὶ ὑπάρχωσιν καὶ λειπόμενοι τῆς ἐφημέρου τροφῆς , εἴπῃ δέ τις αὐτοῖς ἐξ ὑμῶν , Ὑπάγετε ἐν εἰρήνῃ |
” ὣς εἰποῦσα θεὰ σκέδας ' ἠέρα , εἴσατο δὲ χθών : γήθησέν τ ' ἄρ ' ἔπειτα πολύτλας δῖος | : λύσατε αὐτὸν καὶ φέρετε . καὶ ἐάν τις ὑμῖν εἴπῃ , Τί ποιεῖτε τοῦτο ; εἴπατε , Ὁ κύριος |
ὁ δ ' ἄρτιος οὐδέποτε τὸν περισσόν , ὡς οὐ γόνιμος ὢν οὐδὲ ἔχων δύναμιν ἀρχῆς . Ὥστε ἐν τῷ | , καθὼς εἶπεν ὁ προφήτης : τότε ἀνοίσωσιν ἐπὶ τὸ θυσιαστήριόν σου μόσχους . Καὶ πάλιν εἶπον : κύριε , |
τούτοις ἐπικρατοῦντος , ἑαυτῷ τε συντιθέμενος γεννᾷ τὸν ἄρτιον : γόνιμος γάρ ἐστι καὶ ἔχει δύναμιν ἀρχῆς καὶ διαίρεσιν οὐκ | , καθὼς εἶπεν ὁ προφήτης : τότε ἀνοίσωσιν ἐπὶ τὸ θυσιαστήριόν σου μόσχους . Καὶ πάλιν εἶπον : κύριε , |
ἔμελλεν ἐκτελέειν : τῶ καί μιν ἐυφρονέοντ ' ἀνὰ θυμὸν εὐρὺς ἀγάσσατο λαός : ὃ δ ' ἐν μέσσοισιν ἔειπεν | ὅταν ἀνοίξῃ τὴν δευτέραν σφραγῖδα , κρυβήσεται ἡ σελήνη καὶ οὐκ ἔσται ἐν αὐτῇ φῶς . καὶ ὅταν ἀνοίξῃ τὴν |
πάντες Ἀχαιοὶ ἄλλοι ὁμῶς ἄλλῃσιν ἐπάλξεσιν : ἔβραχε δ ' εὐρὺς αἰγιαλὸς καὶ νῆες , ἐπεστενάχοντο δὲ μακρὰ τείχεα βαλλομένων | δίκαιός μου ἐκ πίστεως ζήσεται , καὶ ἐὰν ὑποστείληται , οὐκ εὐδοκεῖ ἡ ψυχή μου ἐν αὐτῷ . ἡμεῖς δὲ |
σχεδὸν μέν τι ἤδη ὁ Κρίτων . ” Ἠΐθεος . ἄφθαρτος πρὸς γυναῖκας . Ἥκιστα . οὐ πάνυ . Ἠλύγη | . Οἴδατε δὲ καὶ ὑμεῖς , Φιλιππήσιοι , ὅτι ἐν ἀρχῇ τοῦ εὐαγγελίου , ὅτε ἐξῆλθον ἀπὸ Μακεδονίας , οὐδεμία |
φησὶ γὰρ ἐν τοῖς Περὶ ψυχῆς ἀκροαματικοῖς ὅτι ἡ ψυχὴ ἄφθαρτος : εἰ γὰρ ἦν φθαρτή , ἔδει μάλιστα αὐτὴν | διὰ παντὸς ἐν τῷ ἱερῷ εὐλογοῦντες τὸν θεόν . Ἐν ἀρχῇ ἦν ὁ λόγος , καὶ ὁ λόγος ἦν πρὸς |
ζῷον ὑπερφυές , Διονύσου ἄγαλμα , ᾧ Ἰνδοὶ ἔθυον : δράκων ἦν μῆκος πεντάπλεθρον , ἐτρέφετο δὲ ἐν χωρίῳ κοίλῳ | ἀπὸ τοῦ πονηροῦ . Ἐὰν γὰρ ἀφῆτε τοῖς ἀνθρώποις τὰ παραπτώματα αὐτῶν , ἀφήσει καὶ ὑμῖν ὁ πατὴρ ὑμῶν ὁ |
Αὐλίδι , πόλει τῆς Βοιωτίας . ἔνθα καὶ θυόντων αὐτῶν δράκων ἐπὶ τὸ πλησίον ἀνελθὼν δένδρον στρουθοῦ νεοσσοὺς ὀκτὼ διέφθειρεν | τὸν κύριον ἡμῶν ἐκ νεκρῶν , ὃς παρεδόθη διὰ τὰ παραπτώματα ἡμῶν καὶ ἠγέρθη διὰ τὴν δικαίωσιν ἡμῶν . Δικαιωθέντες |
πέλει : πουλὺς δὲ περὶ σφίσι πάμπαν ἄρηρε χρυσὸς δαιδαλέοισι κεκασμένος , οἷσι καὶ αὐτὸς Ἥφαιστος μέγα θυμὸν ἐν ἀθανάτοισιν | τοὺς ὁμοιουμένους τῶν ἀγγέλων διὰ τῆς ἐναρέτου αὐτῶν πολιτείας , κἀκεῖνά με δεῖ ἀγαγεῖν , καὶ τῆς φωνῆς μου ἀκούσωσιν |
Χῖός φησιν περὶ αὐτοῦ : ὣς ὃ μὲν ἠνορέῃ τε κεκασμένος ἠδὲ καὶ αἰδοῖ καὶ φθίμενος ψυχῇ τερπνὸν ἔχει βίοτον | τοὺς ὁμοιουμένους τῶν ἀγγέλων διὰ τῆς ἐναρέτου αὐτῶν πολιτείας , κἀκεῖνά με δεῖ ἀγαγεῖν , καὶ τῆς φωνῆς μου ἀκούσωσιν |
διὰ τοῦ δ κλίνεται εἴτε ἀρσενικὰ εἴη εἴτε θηλυκά , Ἄδωνις Ἀδώνιδος , Πάριδος Θέτιδος Μέμφιδος : τὰ ἐν τοῖς | οἴδατε πάντες . οὐκ ἔγραψα ὑμῖν ὅτι οὐκ οἴδατε τὴν ἀλήθειαν , ἀλλ ' ὅτι οἴδατε αὐτήν , καὶ ὅτι |
κλισμῶ , πρᾶτον ἴουλον ἀπὸ κροτάφων καταβάλλων , ὁ τριφίλητος Ἄδωνις , ὁ κἠν Ἀχέροντι φιληθείς . παύσασθ ' , | ' οὐρανοῦ ἐπὶ πᾶσαν ἀσέβειαν καὶ ἀδικίαν ἀνθρώπων τῶν τὴν ἀλήθειαν ἐν ἀδικίᾳ κατεχόντων , διότι τὸ γνωστὸν τοῦ θεοῦ |
δὲ ποιηταῖς θηλυκῶς . ἐκδεκτέον οὖν καὶ τὸ παρὰ Ἐρατοσθένει βαθὺς αὐλῶν θηλυκῶς εἰρῆσθαι , ὡς θῆλυς ἐέρσα . πᾶν | οὐ κατεάξει καὶ λίνον τυφόμενον οὐ σβέσει , ἕως ἂν ἐκβάλῃ εἰς νῖκος τὴν κρίσιν . καὶ τῷ ὀνόματι αὐτοῦ |
πολιῆς ἁλὸς ἄσπετον ὕδωρ . κολπώθη δ ' ὤμοισι πέπλος βαθὺς Εὐρωπείης ἱστίον οἷά τε νηὸς ἐλαφρίζεσκε δὲ κούρην . | ' ὄνομα καὶ ἐξάγει αὐτά . ὅταν τὰ ἴδια πάντα ἐκβάλῃ , ἔμπροσθεν αὐτῶν πορεύεται , καὶ τὰ πρόβατα αὐτῷ |
θατέρῳ . Ἡ μὲν γὰρ τοῦ πάντα περιέχοντος οὐρανοῦ κίνησις ἀπλανὴς οὖσα μία τέ ἐστι καὶ τεταγμένη , ἡ μέντοι | , μὴ ἐξέλθητε : Ἰδοὺ ἐν τοῖς ταμείοις , μὴ πιστεύσητε : ὥσπερ γὰρ ἡ ἀστραπὴ ἐξέρχεται ἀπὸ ἀνατολῶν καὶ |
, αἱ δὲ πρὸς αὐτὸ τὸ ζῆν . τούτων γὰρ ἀπλανὴς θεωρία πᾶσαν αἵρεσιν καὶ φυγὴν ἐπανάγειν οἶδεν ἐπὶ τὴν | γεγραμμένα ἐν τῷ βιβλίῳ τούτῳ : ταῦτα δὲ γέγραπται ἵνα πιστεύσητε ὅτι Ἰησοῦς ἐστιν ὁ Χριστὸς ὁ υἱὸς τοῦ θεοῦ |
δ ' ὅτε τις μυίῃσι περὶ γλάγος ἐρχομένῃσι χεῖρα περιρρίψῃ κοῦρος νέος , αἳ δ ' ὑπὸ πληγῇ τυτθῇ δαμνάμεναι | Ἰησοῦς ἔλεγεν , Πάτερ , ἄφες αὐτοῖς , οὐ γὰρ οἴδασιν τί ποιοῦσιν . ] διαμεριζόμενοι δὲ τὰ ἱμάτια αὐτοῦ |
οὔ πως ἅμα πάντα θεοὶ δόσαν ἀνθρώποισιν : εἰ τότε κοῦρος ἔα νῦν αὖτέ με γῆρας ὀπάζει . ἀλλὰ καὶ | ποιήσουσιν εἰς ὑμᾶς διὰ τὸ ὄνομά μου , ὅτι οὐκ οἴδασιν τὸν πέμψαντά με . εἰ μὴ ἦλθον καὶ ἐλάλησα |
μήτε χλιαρὰ μήτε πικρὰ , ἀλλ ' ἡδίστη . Ἀγέλαστος πέτρα : ἐπὶ τῶν λύπης προξένων ἡ παροιμία : ἐπ | ἐν ᾧ καυχῶνται εὑρεθῶσιν καθὼς καὶ ἡμεῖς . οἱ γὰρ τοιοῦτοι ψευδαπόστολοι , ἐργάται δόλιοι , μετασχηματιζόμενοι εἰς ἀποστόλους Χριστοῦ |
τῶν κρημνῶν ῥίψαντες σφᾶς ἀπέθανον . εἴχετό τε Ἀλεξάνδρῳ ἡ πέτρα ἡ τῷ Ἡρακλεῖ ἄπορος γενομένη καὶ ἔθυεν ἐπ ' | τοιοῦτοι καὶ οἱ χοϊκοί , καὶ οἷος ὁ ἐπουράνιος , τοιοῦτοι καὶ οἱ ἐπουράνιοι : καὶ καθὼς ἐφορέσαμεν τὴν εἰκόνα |
ξυλόχοισιν : τόποις ξύλους ἔχουσιν . ὀρέστερος : ὀρείφοιτος , ὀρεινὸς , ὀρειφοίτης , ἐν ὄρει διάγων . ἀγροιώτης : | : αὐτὸς γὰρ Ἰησοῦς ἐμαρτύρησεν ὅτι προφήτης ἐν τῇ ἰδίᾳ πατρίδι τιμὴν οὐκ ἔχει . ὅτε οὖν ἦλθεν εἰς τὴν |
„ . Ἀαρὼν δέ ἐστιν ὁ ἱερεύς , καὶ τοὔνομα ὀρεινὸς ἑρμηνεύεται , μετέωρα καὶ ὑψηλὰ φρονῶν λογισμός , οὐ | ἠκούσαμεν γενόμενα εἰς τὴν Καφαρναοὺμ ποίησον καὶ ὧδε ἐν τῇ πατρίδι σου . εἶπεν δέ , Ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι |
τὸ α μακρὸν καὶ ψιλοῦται : ἢ παρὰ τὴν αἶσαν αἴσιος καὶ Ἄσιος . . . . Ἀσιᾶτις : ἡ | Οὗτός ἐστιν ὁ υἱός μου ὁ ἀγαπητός , ἐν ᾧ εὐδόκησα : ἀκούετε αὐτοῦ . καὶ ἀκούσαντες οἱ μαθηταὶ ἔπεσαν |
. : Διὰ τί τῶν οἰωνῶν ὁ καλούμενος ἀριστερὸς , αἴσιος ; . . . Ἢ μᾶλλον , ὡς Ἰόβας | μου ὁ ἀγαπητός μου οὗτός ἐστιν , εἰς ὃν ἐγὼ εὐδόκησα καὶ ταύτην τὴν φωνὴν ἡμεῖς ἠκούσαμεν ἐξ οὐρανοῦ ἐνεχθεῖσαν |
ἐπιπλοκῆς συμφώνου παροξύνεται , καὶ μακρὸν ἔχει τὸ Α : ὕδρα πέτρα ῥήτρα φαρέτρα γάστρα μήτρα . σεσημείωται τὸ Τάναγρα | μου . καὶ θρὶξ ἐκ τῆς κεφαλῆς ὑμῶν οὐ μὴ ἀπόληται . ἐν τῇ ὑπομονῇ ὑμῶν κτήσασθε τὰς ψυχὰς ὑμῶν |
, ἢ τρίκρανος Σκύλλα , ποντία κύων , Σφίγξ , ὕδρα , λέαιν ' , ἔχιδνα , πτηνά θ ' | αὐτὸν καὶ βάλε ἀπὸ σοῦ : συμφέρει γάρ σοι ἵνα ἀπόληται ἓν τῶν μελῶν σου καὶ μὴ ὅλον τὸ σῶμά |
καὶ ἀνελθοῦσα ἀπηλλάττετο . ὀρχουμένης δὲ αὐτῆς καὶ παιζούσης ὁ τράγος μεμφόμενος αὐτὴν καὶ ὀνειδίζων ὡς τὰς ὁμο - λογίας | καὶ ὁ τὸ ἓν τάλαντον εἰληφὼς εἶπεν , Κύριε , ἔγνων σε ὅτι σκληρὸς εἶ ἄνθρωπος , θερίζων ὅπου οὐκ |
ἄρτων καὶ οἱ μὴ καλῶς ἐσκευασμένοι παχύχυμοι καὶ ὁ καλούμενος τράγος καὶ τὰ διὰ γλεύκους καὶ σεμιδάλεως πέμματα καὶ λάγανα | καὶ ὁ κόσμος σε οὐκ ἔγνω , ἐγὼ δέ σε ἔγνων , καὶ οὗτοι ἔγνωσαν ὅτι σύ με ἀπέστειλας , |
Ἄδρηστος ποταμοῖο παρὰ ῥόον Αἰσήποιο . Ἔνθα τετίμηταί τε καὶ Ἀδρήστεια καλεῖται . Δημήτριος δὲ ὁ Σκήψιος Ἄρτεμίν φησιν εἶναι | ἧς ἐλπίδος ἐγκαλοῦμαι ὑπὸ Ἰουδαίων , βασιλεῦ . τί ἄπιστον κρίνεται παρ ' ὑμῖν εἰ ὁ θεὸς νεκροὺς ἐγείρει ; |
Ἄδρηστος ποταμοῖο παρὰ ῥόον Αἰσήποιο , ἔνθα τετίμηταί τε καὶ Ἀδρήστεια καλεῖται . σφωίτερον μῦθον ἐν δ ' ἱστὸν θῆκεν | ἀνὰ μέσον τοῦ ἀδελφοῦ αὐτοῦ ; ἀλλὰ ἀδελφὸς μετὰ ἀδελφοῦ κρίνεται , καὶ τοῦτο ἐπὶ ἀπίστων ; ἤδη μὲν [ |
χόλον , ὄλβον ὀλέθρου , ὄφρα γάμῳ πρηΰς τε καὶ εὔδιος ἀντιάσειε . στὰς δ ' ἄρ ' ἐπὶ ῥηγμῖνος | Διὰ τοῦτο εἴρηκα ὑμῖν ὅτι οὐδεὶς δύναται ἐλθεῖν πρός με ἐὰν μὴ ᾖ δεδομένον αὐτῷ ἐκ τοῦ πατρός . Ἐκ |
μόθοιο ἀσπασίως γάνυταί τε καὶ εἰρήνης καμάτοισι τέρπεται ἁρπαλέοισι καὶ εὔδιος εἰλαπινάζει , ἀνδρῶν τε πλήθουσα χοροιτυπίης τε γυναικῶν : | Ἰησοῦς καὶ εἶπεν αὐτῷ , Ἀμὴν ἀμὴν λέγω σοι , ἐὰν μή τις γεννηθῇ ἄνωθεν , οὐ δύναται ἰδεῖν τὴν |
ἕλκος ἀκέσσεται . οἷσι δ ' ἀνάσσει , αὐτὸς ὁ πανδαμάτωρ βουληφόρος ἐστὶ βροτοῖσιν . αὐτὸς καὶ ποθέοντι τότε χραίσμησε | ἢ ἐν ἀκροβυστίᾳ ; οὐκ ἐν περιτομῇ ἀλλ ' ἐν ἀκροβυστίᾳ : καὶ σημεῖον ἔλαβεν περιτομῆς , σφραγῖδα τῆς δικαιοσύνης |
' ἡ μεγάλη Μοῖρα κομίζει γνώμη τε φίλων , χὠ πανδαμάτωρ δαίμων ὃς ταῦτ ' ἐπέκρανεν . Χωρῶμεν δὴ πάντες | νεκρῶν : καὶ ὑμᾶς νεκροὺς ὄντας τοῖς παραπτώμασιν καὶ τῇ ἀκροβυστίᾳ τῆς σαρκὸς ὑμῶν , συνεζωοποίησεν ὑμᾶς σὺν αὐτῷ , |
δὲ τὸ στρουθίον ὠφελεῖ τοὺς αὐτοὺς ζωμῷ λαμβανόμενος . Λημνία σφραγὶς καὶ ἤδη νεμομένην ἰᾶται δυσεντερίαν πινομένη τε καὶ ἐνιεμένη | ' ὃ καὶ δέδεμαι , ἵνα φανερώσω αὐτὸ ὡς δεῖ με λαλῆσαι . Ἐν σοφίᾳ περιπατεῖτε πρὸς τοὺς ἔξω , |
, κτείνουσα τοὺς ἐπιγινομένους σκώληκας . Ἡ δὲ Λημνία λεγομένη σφραγὶς γῆ ἔκ τινος ὑπονόμου ἀντρώδους ἀναφέρεται . Γύψος δύναμιν | γὰρ περισσεύματος καρδίας λαλεῖ τὸ στόμα αὐτοῦ . Τί δέ με καλεῖτε , Κύριε κύριε , καὶ οὐ ποιεῖτε ἃ |
, οὐδὲν δίκαιόν ἐστιν ἐν τῷ νῦν γένει . Ὦ γαῖα πατρίς , ἣν Πέλοψ ὁρίζεται , χαῖρ ' , | ἵνα μὴ ἐλθὼν λύπην σχῶ ἀφ ' ὧν ἔδει με χαίρειν , πεποιθὼς ἐπὶ πάντας ὑμᾶς ὅτι ἡ ἐμὴ χαρὰ |
ὅστις ἐστὶ μὴ χείρων πατρός . ἀεί ποθ ' ἥδε γαῖα τοῖς ἀμηχάνοις σὺν τῶι δικαίωι βούλεται προσωφελεῖν . τοιγὰρ | τὸν τύπον τοῦτον : Κλαύδιος Λυσίας τῷ κρατίστῳ ἡγεμόνι Φήλικι χαίρειν . Τὸν ἄνδρα τοῦτον συλλημφθέντα ὑπὸ τῶν Ἰουδαίων καὶ |
ἀπὸ τῆς μιᾶς τοῦ κόσμου συστάσεως καὶ μονοειδοῦς ὑποδιεκρίθη . Πᾶν γὰρ ἓν πρὸ τοῦ οἰκείου πλήθους ἐστὶ τῇ ἑαυτοῦ | ἄρσεσιν τὴν ἀσχημοσύνην κατεργαζόμενοι καὶ τὴν ἀντιμισθίαν ἣν ἔδει τῆς πλάνης αὐτῶν ἐν ἑαυτοῖς ἀπολαμβάνοντες . καὶ καθὼς οὐκ ἐδοκίμασαν |
μὴ ἓν μὴ ἔστι τοῦ εἰ ἓν μὴ ἔστιν ; Πᾶν τοὐναντίον . Τί δ ' εἴ τις λέγοι εἰ | ἐν πολλῷ ἀγῶνι . ἡ γὰρ παράκλησις ἡμῶν οὐκ ἐκ πλάνης οὐδὲ ἐξ ἀκαθαρσίας οὐδὲ ἐν δόλῳ , ἀλλὰ καθὼς |
ὡς καὶ Εὐριπίδης τὴν ἀγήρων ἀρετήν , καὶ Δημοσθένης τιμὰς ἀγήρως . ἐρεῖς δὲ πολυετής , μα - κρόβιος , | ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι εἰσίν τινες τῶν ὧδε ἑστώτων οἵτινες οὐ μὴ γεύσωνται θανάτου ἕως ἂν ἴδωσιν τὸν υἱὸν τοῦ |
ἰδυίῃσι πραπίδεσσι δῶμα φυλασσέμεναι μεγαλήτορος Ἀλκινόοιο , ἀθανάτους ὄντας καὶ ἀγήρως ἤματα πάντα . ἐν δὲ θρόνοι περὶ τοῖχον ἐρηρέδατ | , Πᾶς ὁ πιστεύων ἐπ ' αὐτῷ οὐ καταισχυνθήσεται . οὐ γάρ ἐστιν διαστολὴ Ἰουδαίου τε καὶ Ἕλληνος , ὁ |
κομίζῃ . ἀμφὶ δ ' ἄρ ' αὐχένι παιδὸς ἀερτάζουσα τιθήνη λᾶαν ἐρητύσει κακομήτιος ὄσσε Μεγαίρης : καὶ δέ σε | ὁδοῖς αὐτῶν , καὶ ὁδὸν εἰρήνης οὐκ ἔγνωσαν . οὐκ ἔστιν φόβος θεοῦ ἀπέναντι τῶν ὀφθαλμῶν αὐτῶν . Οἴδαμεν δὲ |
γῆρας ἑσπέραν βίου ἢ δυσμὰς βίου . . βαυβώ : τιθήνη Δήμητρος . σημαίνει δὲ καὶ κοιλίαν ὡς παρ ' | βλέπω . ἔλεγον οὖν ἐκ τῶν Φαρισαίων τινές , Οὐκ ἔστιν οὗτος παρὰ θεοῦ ὁ ἄνθρωπος , ὅτι τὸ σάββατον |