καὶ τῆς ἀγνοουμένης κακίας . καί μοι δοκεῖ πως ὁ μυθευόμενος ἐν Ἅιδου τῶν ψυχῶν τῶν ἀπολυθεισῶν τοῦ σώματος ἐξετασμὸς
καὶ τῆς ἀγνοουμένης κακίας . καί μοι δοκεῖ πως ὁ μυθευόμενος ἐν Ἅιδου τῶν ψυχῶν ἀπολυθεισῶν τοῦ σώματος ἐξετασμὸς ἐπὶ
4897106 προφητης
διὰ τοῦ στόματος ἔχομεν ἐκβαλεῖν αὐτήν . καὶ εἶπεν ὁ προφήτης : στόμα πρὸς στόμα ἐλάλουν τοῦ θεοῦ , καὶ
ἐργασίας πλέκτοντας . ” ταῦτα δὲ αὐτοῦ λέγοντος , ὁ προφήτης , “ μάντις Ἀπόλλων , ” εἶπε , “
4803200 χορος
τὸ παριστάμενον αὐταῖς δίκαιον προτιμῶσιν . ἔπειτα καὶ ἀεὶ ὁ χορὸς ἐν προσώπῳ τοῦ ποιητοῦ εἰσάγεται τῷ δικαίῳ προστιθέμενος :
μικτὸς αὔονα βροτοῖς . κῶλα κδʹ . + ὁ παρὼν χορὸς συνέστηκεν ἐκ κώλων χοριαμβικῶν νβʹ , ὧν τὰ μέν
4753173 ὑπωρειᾳ
ὁπόσοι τὴν ἑτέραν ἐτράποντο ἀπὸ τοῦ ὑψηλοῦ ἐπισκοπῶν ἐν τῇ ὑπωρείᾳ τῆς ἀνόδου ἔτι , κατὰ δυσβάτων καὶ ὀλισθηρῶν τῶν
ἐποικοδομεῖν ἔτι δεήσει . παπαῖ , κάτω ἔτι ἐσμὲν ἐν ὑπωρείᾳ τοῦ οὐρανοῦ : ἀπὸ μὲν γὰρ τῶν ἑῴων μόγις
4535232 ὠφεληται
ὡς εἰ μὲν νικήσει ὁ Σιτίας , ὤφειλε παρασχεῖν , ὠφέληται γάρ : εἰ δὲ μὴ νικήσει , καὶ οὕτως
ὃν σὺ μέγα φρονεῖς ; ” Ὁ αὐτὸς ἐρωτηθεὶς τί ὠφέληται ἐκ φιλοσοφίας ἔφη : τὸ αὐτὸς ἐν εὐδίᾳ ἑστὼς
4511703 ἱερος
λέγει γοῦν οὐχ ὁ Ἰακὼβ τῷ Ἰωσὴφ μᾶλλον ἢ ὁ ἱερὸς λόγος παντὶ τῷ τὸ μὲν σῶμα εὐεκτοῦντι , ἐν
πάσας συμβέβηκε τῆς εἰρήνῃ φίλης ἡσυχίας μακρὰν ἀπεληλαμένης , ὁ ἱερὸς συναινεῖ λόγος : οὐ γὰρ λέγει μὴ εἶναι πολέμου
4494251 Ἀργει
ἄχαριν ἀπώλετο . ὁ τοῦ θανόντος δ ' ἔστι παῖς Ἄργει πατρός ; ἔστ ' , ἄθλιός γε , κοὐδαμοῦ
κάθηται Γαργαρέων παισὶν βῆτα καὶ ἄλφα λέγων . Ἀργεῖος Φιλοκλῆς Ἄργει καλός , αἵ τε Κορίνθου στῆλαι καὶ Μεγαρέων ταὐτὸ
4437606 ὑπηνητης
, καὶ τὸ ἰούλοις ὑποσκιαζόμενος ἤδη , καὶ τὸ πρῶτος ὑπηνήτης . Ὤ . θαυμαστικόν . τῆς παρελθούσης κτλ .
ἦν παρώνυμον ἀπὸ τοῦ αἰχμή , ὤφειλε βαρύνεσθαι ὥσπερ ὑπήνη ὑπηνήτης , κώμη , ἡ πόλις , κωμήτης , κορύνη
4368210 δουλευουσα
τῆς ἐγώ ποτε ὅρους ἀνεῖλον πολλαχῆ πεπηγότας , πρόσθεν δὲ δουλεύουσα , νῦν ἐλευθέρα . πολλοὺς δ ' Ἀθήνας πατρίδ
ἀγγεῖον : παλαιὰ ὑπηρέτις , δούλη : ἡ μετὰ φόβου δουλεύουσα , παρὰ τὸ λα ἐπιτατικὸν καὶ τὸ τρεῖν :
4333301 Διῳ
λόγων πρὸς τοὺς ἀγῶνας θυσίας μεγαλοπρεπεῖς τοῖς θεοῖς συνετέλεσεν ἐν Δίῳ τῆς Μακεδονίας καὶ σκηνικοὺς ἀγῶνας Διὶ καὶ Μούσαις ,
τῇ πρώτῃ προσβολῇ ἀπέθανον : καὶ τούτων χαλκαῖ εἰκόνες ἐν Δίῳ ἑστᾶσιν , Ἀλεξάνδρου κελεύσαντος Λύσιππον ποιῆσαι , ὅσπερ καὶ
4318511 Θηβαις
οἱ δὲ καυθέντες τῶν στρατηγῶν τέσσαρες ἦσαν . τὸ δὲ Θήβαις πρὸς τὸ τελεσθέντων συναπτέον . * * γάρ .
Πλάτων ἐν Μενέλεῳ μέμνηται . Φασὶ δὲ , ὅτι ἐν Θήβαις οἱ ἑαυτοὺς ἀναιροῦντες οὐδεμιᾶς τιμῆς μετεῖχον . Καὶ Ἀριστοτέλης
4310221 σκηνη
ὡδί πως . ἐν ἐαρινῷ καιρῷ πολυτελέσι δαπάναις κατεσκευάζετο ἡ σκηνὴ τριωρόφοις οἰκοδομήμασι , πεποικιλμένη παραπετάσμασι καὶ ὀθόναις λευκαῖς καὶ
λιμένος καὶ τῆς νήσου περιφέροντες . ἐπὶ δὲ τῆς νήσου σκηνὴ πεποίητο τῷ ναυάρχῳ , ὅθεν ἔδει καὶ τὸν σαλπικτὴν
4264720 Φαωνι
. ἀτηρότατον . Ἀριστοφάνης Σφηξίν . Πλάτων δ ' ἐν Φάωνι ἀτηρίας . , . . ἄτοπον : ἀντὶ τοῦ
δίεισιν ὥσπερ ἐπὶ παροψήματος λέγων τῶν παροψίδων . ἐν δὲ Φάωνι : τὰ δ ' ἀλλότρι ' ἔσθ ' ὅμοια
4242800 Ἐρεχθει
Τυνδάρεω θυγατέρα καὶ τεννηνοδίαν † σέβει , ὁ δὲ Ἀθηναῖος Ἐρεχθεῖ Ποσειδῶνι θύει καὶ Ἀγραύλῳ Ἀθηναῖοι καὶ τελετὰς καὶ μυστήρια
: ! ! ! ! ! ! ! [ ἐν Ἐρεχθεῖ ] Εὐριπίδης [ ! ! ! ! ! !
4231582 καλουμενος
ᾀσεῖ δ ' ὥς ποκ ' ἔδεκτο : τὶς αἰπόλος καλούμενος Κομάταςταὐτὸν δέ ἐστιν εἰπεῖν Μενάλκαςτοῦ οἰκείου δεσπότου θρέμματα βόσκων
ἔτι δὲ καλλιώνυμον καὶ ἔλλοπας . περὶ τοῦ τίς ὁ καλούμενος ἱερὸς ἰχθὺς ὁ τὴν Τελχινικὴν ἱστορίαν συνθείς , εἴτε
4217286 παραδεδομενος
παραγραφή . Ἡ μετάληψις : οὐκ ἦν ὅτε ἀνῃρεῖτο οὔπω παραδεδομένος : τὸ γὰρ κατὰ τὸν χρόνον μεταλαμβάνει δηλαδὴ καὶ
τῶν ἐπὶ Λαομέδοντος ἐξαναστάντων Τρώων ἄνδρες ἀγαθοί , ὡς ὁ παραδεδομένος μῦθος δηλοῖ . τὰ δὲ παρ ' ἐμοῦ ὑπομνήματα
4207806 Σικυωνι
χρόνον καθεσταμένα . χρήσιμοι δ ' εἰσὶν οὗτοι Ἀθήνησι καὶ Σικυῶνι : ἐν ταύταις γὰρ σκληρὰ τὰ ὕδατα . τοῖς
ὁ ἐν Σαλαμῖνι , τέταρτος δὲ καὶ πέμπτος ὁ ἐν Σικυῶνι καὶ ὁ ἐν Σκύρῳ , ἐν Ἀπολλωνίᾳ δὲ τῇ
4198823 Σαουλ
ὄνομα Σαμουήλ , οὐχ ὑφηγεῖται τὰ τῆς βασιλείας δίκαια τῷ Σαοὺλ [ οὐδ ' ] ἔτι διατρίβοντι ἐν τοῖς σκεύεσιν
καὶ προφήτην : καὶ ἰδὼν αὐτόν τις ἔφη : Καὶ Σαοὺλ ἐν προφήταις ; Καὶ ἐστὶ παροιμία : λαμβάνεται δὲ
4185479 Ῥοδῳ
ἁλμυρίς . φύεται δ ' ἐν Ἐρετρίᾳ , Κύμῃ , Ῥόδῳ , Κνίδῳ καὶ Ἐφέσῳ . ἡ δὲ λειόφυλλος ἀνὰ
κτητικὸν Θερμικός . Θέρμυδρα , λιμὴν τῆς μιᾶς τῶν ἐν Ῥόδῳ πόλεων . τὸ ἐθνικὸν Θερμυδρεύς . Θέρνη , πόλις
4169358 βυβλοις
ἐθέλει πῦρ ὑπὸ πλευρὰ βαλών : ἡ δὲ πρὶν ἐν βύβλοις πεπονημένη ἄθλια τρίζει ψυχὴ ἀνιηρῷ δαίμονι μεμφομένη . Εὐοπλῶ
πάσας σχεδὸν τάς τε τῶν Ἑλλήνων καὶ βαρβάρων πράξεις ἐν βύβλοις δώδεκα . . . . . . : ἐπὶ
4079393 ἐκπεμπομενη
καὶ αἰσχρῶς δουλεύουσα , διὰ τοῦτο πάλιν ὑπὸ τὴς δίκης ἐκπεμπομένη εἰς ὀνώδη ἄνθρωπον ἀναβιῶναι ὡς ἂν ἔτι μᾶλλον ἐπιθυμίαις
οἷον Ἡμέρα . λόγος δέ ἐστι φωνὴ σημαντικὴ ἀπὸ διανοίας ἐκπεμπομένη , οἷον Ἡμέρα ἐστί . διάλεκτος δέ ἐστι λέξις
4052831 Ἐρυθραιος
: ἧς φησι Θεόφραστος ἐρασθῆναι κριόν . ὁ δὲ Πύρρος Ἐρυθραῖος ἢ Λέσβιος , μελῶν ποιητής . τὰ Πύρρω :
συστολὴν ἐν πάσαις ταῖς ἀρτηρίαις ἅμα γιγνομένην : ὁ δὲ Ἐρυθραῖος Ἡρακλείδης ἔφη διάστασιν καὶ συστολὴν ἀρτηριῶν καὶ καρδίας ὑπὸ
4048126 δωδεκαμηχανος
ἑστῶτες ὠρύονται . ἀναβιῶν ' ἐκ τῆς νόσου Ξενοκλῆς ὁ δωδεκαμήχανος , ὁ Καρκίνου παῖς τοῦ θαλαττίου τὸ Σποργίλου κουρεῖον
Καὶ τοῖς τρόποις ἁρμόττον ὥσπερ περὶ πόδα . Ξενοκλῆς ὁ δωδεκαμήχανος , ὁ Καρκίνου παῖς τοῦ θαλαττίου . Τὸ Σποργίλου
4041232 ὑπαρκτη
ῥητέον εἶναί τινα περὶ τὸν βίον ἐπιστήμην . Πᾶσά τε ὑπαρκτὴ τέχνη καὶ ἐπιστήμη ἐκ τῶν ἀποδιδομένων ὑπὸ αὐτῆς τεχνικῶν
, δεήσει μὴ ὄντων θεῶν μηδὲ δικαιοσύνην ὑπαρκτὴν εἶναι . ὑπαρκτὴ δέ ἐστιν ἡ δικαιοσύνη : ῥητέον ἄρα καὶ θεοὺς
4026875 Περγαμῳ
, ὃς ἦν Ἀλεξάνδρου μὲν υἱός , τρεφόμενος δὲ ἐν Περγάμῳ , τὴν δ ' ἡλικίαν περὶ ἑπτακαίδεκα ἔτη γεγονώς
ἀεί . καὶ παρελθόντος ἐνιαυτοῦ καὶ μηνῶν ἐπὶ τὴν ἐν Περγάμῳ καθέδραν ἤλθομεν . Νῦν δὲ ὅθεν ἐξέβημεν τρεπώμεθα πρὸς
4016094 καθαρος
, ἄμαχος , πρᾶγμα μεῖζον ἢ δοκεῖς . ἐκ διαδοχῆς καθαρὸς δοῦλος μεῖζον μεῖζον , μικρὸν μικρόν ἐπίδημος ἀνακάμψει ἀνὰ
ἐκείνους , τὰ δὲ καθ ' ἡμέραν τάδε : ἄρτος καθαρὸς εἷς ἑκατέρῳ , ποτήριον ὕδατος : τοσαῦτα ταῦτα .
4012556 κατοχος
οὕτως ἐκδέχεσθαι τὴν παρὰ τῶν θεῶν ἔλλαμψιν : ὁ γὰρ κάτοχος γινόμενος ταῖς Μούσαις θεῖος ποιητὴς γίνεται . Ποία δέ
τοῦ χαλκοῦ , λάμβανε ἀργύρου λίτραν αʹ : ἔστι αὐτοῦ κάτοχος . Ἔχουσιν δὲ ἐν ταῖς ἄλλαις γραφαῖς καὶ διαφόρους
3998770 ἀπελευθερος
ὧδε ἀσπαζόμενοςἈλκιμέδοντος μὲν δὴ αὗται θυγατέρες , ὁ δὲ Ἀλκιμέδων ἀπελεύθερος τοῦ Ἡρώδουκαθευδούσας δὲ αὐτὰς ἐν ἑνὶ τῶν πύργων ,
ἐρρωμένως τῆς πρύμνης ὁ Κλάτιος ὄνομα . ὃς ἦν Νέρωνος ἀπελεύθερος , ἀπολειφθεὶς μελεδωνὸς τῶν ἐν Ῥώμῃ καὶ ἔφορος ,
3996162 ἀλιτηρος
. Περίηρς : † ὅπως ἀνὴρ δ ' ἐν ἀσμένοισιν ἀλιτηρὸς ἧστ ' ἐπὶ θάκας κατὰ πέτρας ὁρέων μὲν οὐδὲν
ὁ δὲ Ἀλκμάν : ὅπως ἀνὴρ δ ' ἐν ἀσμένοισιν ἀλιτηρὸς ἧστ ' ἐπὶ θάκας κατὰ πέτρας ὁρέων μὲν οὐδὲν
3995085 σπαργανοις
τοῖς οἴκοις θέμενοι σὺν θρήνῳ γυναικείῳ λαθραίως ἔπεμπον , ἐνδήσαντες σπαργάνοις πορφυροῖς , κοινωνὸν τὸ τῆς νυκτὸς σκότος τοῦ μηχανήματος
βορᾷ νηδύν , τὸν ἀντίποινον ἐκλάψας πέτρον , ἐν γυιοκόλλοις σπαργάνοις εἰλημένον , τύμβος γεγὼς Κένταυρος ὠμόφρων σπορᾶς . νήσοις
3989254 ἀνακομισθεις
τις ὑπὸ τῆς ἑαυτοῦ μητρὸς πάλιν τίκτεσθαι . ἀπὸ ξένης ἀνακομισθεὶς εἰς τὴν ἑαυτοῦ κατέλαβε τὴν μητέρα νοσοῦσαν καὶ ἐκληρονόμησε
δ ' αὐτῇ : καὶ ὅτε ἀπὸ Τροίας ὁ Μενέλαος ἀνακομισθεὶς ἑώρα τὴν ἀλη - θῆ Ἑλένην παρὰ τῷ Πρωτεῖ
3978887 βενθεσιν
κινήσεως , σκαίρω ἐπὶ τῆς εὐτάκτου καὶ εὐρύθμου . Ἐν βένθεσιν : ἐν βαθέσιν . ὑπόβρυχα : ἐν τῷ βυθῷ
ταχυτῆτα καὶ ἀλκήν . οὐ μὲν γάρ τι φύγεσκε βαθείης βένθεσιν ὕλης κνώδαλον , ὅττι δίοιτο : καὶ ἴχνεσι γὰρ
3972835 λεγομενος
καὶ ὑγροί . Μέλανος διὰ βένθεα : Μέλας πόντος οὕτω λεγόμενος , ὡς ἱστορεῖ Εὔδοξος ἐν δʹ Γῆς περιόδου :
, μέγα καὶ ὑπὲρ μέτρον . Κάλλιχθυς : ὁ ἱερὸς λεγόμενος , ἱερὸς ἰχθύς . ἰαίνεται : εὐφραίνεται . Ὄρκυνος
3970668 εὐφοροϲ
: πῦρ δριμύ : κατάκλιϲιϲ ἐπὶ μὲν τὴν φλεγμαίνουϲαν πλευρὴν εὔφοροϲ : ἐν ἕδρῃ γὰρ ἵζει τῇ ἑωυτέου ὁ ὑμήν
τὸ πλῆθοϲ ἥ τε ὀδύνη μηκέτι ᾖ εὔπνουϲ τε καὶ εὔφοροϲ εἴη ὁ ἄνθρωποϲ , πεπαῦϲθαι χρὴ νομίζειν τὴν ἀκμήν
3967462 ἐνθουσιᾳ
ἐστιν τῆς ψυχῆς τὸ ἐνθουσιῶν , καὶ εἰ πᾶν μόριον ἐνθουσιᾷ , καὶ εἰ πᾶς ἐνθουσιασμὸς ἐκ θεῶν , καὶ
ἀπεμάξατο τὰς περὶ τῶν μελλόντων ἀψευδεστάτας διὰ τῶν ὀνείρων μαντείας ἐνθουσιᾷ , τοτὲ δὲ κἀν ταῖς ἐγρηγόρσεσιν : ὅταν γὰρ
3963445 ξυνετοισι
τῷ Ἀριστοτέλει ἡ ἀσάφεια μονονουχὶ ἐπάγοντι τὸ Ὀρφικὸν ἐκεῖνο ἀείδω ξυνετοῖσι , θύρας δ ' ἐπίθεσθε βεβήλοις , καὶ τὸ
οἰκείων ἀνέμων ταμίας , δασύς , ἄλλοτε δεῖος , ἀξύνετα ξυνετοῖσι λέγων , νόμον ἐκ νόμου ἕλκων : ἓν δ
3955016 Προγνωστικου
θεῷ ἥ τε παροῦσα πραγματεία πληροῦται καὶ τὰ σχόλια τοῦ Προγνωστικοῦ . δόξα τῷ θεῷ . ἀμήν . Κολλύριον ὀφθαλμικὸν
καὶ θεραπείας προηγεῖσθαι ὀφείλει σημείωσις . λοιπὸν ἀρξώμεθα ἀπὸ τοῦ Προγνωστικοῦ . | ἀλυσμόν : ἀπορίαν , ἀμηχανίαν . ὡς
3945136 Ὑπερβιῳ
ἐν τῇ μάχῃ τοῦ Τυφῶνος , , πάντως καὶ τῷ Ὑπερβίῳ πρὸς τὸν λόγον τοῦ ἐν τῇ ἀσπίδι αὐτοῦ σήματος
μάχῃ . εἰκὸς δὲ πράξειν ἄνδρας ὧδ ' ἀντιστάτας : Ὑπερβίῳ τε πρὸς λόγον τοῦ σήματος σωτὴρ γένοιτ ' ἂν
3943643 τοπος
Ἑρμαία ἄκρα . Κατὰ δὲ μέσον τὸν κόλπον κεῖται Ποντίων τόπος καὶ πόλις . Περὶ δὲ τὴν πόλιν λίμνη κεῖται
συκάμινος . δοκεῖ δὲ καὶ ἡ χώρα συμβάλλεσθαι καὶ ὁ τόπος ὁ ἔνικμος πρὸς τὸ διαμένειν . τὰ γὰρ ἐν
3937521 Ἀεροπη
καὶ ὁ φρουρὸς αὐτῆς Ἄργος καὶ Ἀτρεὺς καὶ Θυέστης καὶ Ἀερόπη , καὶ τὸ χρυσοῦν ἀρνίον καὶ Πελοπείας γάμος καὶ
: Τήθη ἐστὶν ἡ τοῦ πατρὸς μήτηρ , ὡς ἡ Ἀερόπη τῷ Ὀρέστῃ , καὶ ἡ τῆς μητρὸς δὲ μήτηρ
3931324 πλανωμενος
σὺν ἡδονῇ τὸν πλανώμενον ὑποδέχονται καὶ θεραπεύουσιν , ὅ τε πλανώμενος , εἰ συντύχοι μόνον ἀνθρώποις , μάλιστα χαίρει .
: διόπερ αὐτός τε ἐν ἀηδίᾳ καὶ ἄσῃ περιρρέων καὶ πλανώμενος γίνεται τούς τε ἀκούοντας ἀντὶ τοῦ πείθειν τὰ ὦτα
3927996 Ἰλιῳ
Ἀσκληπιόν . λέγεται δὲ καὶ τοιοῦτον : μηκυνομένου τοῦ πρὸς Ἰλίῳ πολέμου τοῖς Ἕλλησιν , προαγορεῦσαι [ δὲ ] αὐτοῖς
ἐπιφανέστατα Φωκεῦσίν ἐστιν ἐν κοινῷ : πολέμου γὰρ τοῦ πρὸς Ἰλίῳ μετεσχήκασι , καὶ Θεσσαλῶν ἐναντία ἐπολέμησαν πρότερον ἔτι ἢ
3923282 Ἀρητησιον
, : , † . . . . , : Ἀρητήσιον : τόπος Ἀθή - νησιν οὕτω καλούμενος , ὅτι
κατὰ τῶν ἐχθρῶν ἀρὰς ἐποιήσατο : παρὰ τὰς ἀρὰς οὖν Ἀρητήσιον ὁ τόπος ἐκλήθη . οὕτως Φιλόχορος ἐν τῇ δευτέρᾳ
3904638 Ὑμεναιος
ὄνομα , ἧς Ἀρχίας κύριός ἐστιν , ὁ δ ' Ὑμέναιος ἐπιτήδειος , ὁ Φιλωνίδης δ ' ἐρᾶν φησίν .
μή , τί δεῖ πονεῖν ; τίν ' ἄρ ' Ὑμέναιος διὰ λωτοῦ Λίβυος μετά τε φιλοχόρου κιθάρας συρίγγων θ
3900641 Δαιδαλου
ταχύ : τί σιγᾷς ; οὐκ ἐρεῖς ; Ἑρμῆς ἔγωγε Δαιδάλου φωνὴν ἔχων ξύλινος βαδίζων αὐτόματος ἐλήλυθα . Πρῶτον μὲν
οὐδέν . Ἀττικὸς ὁ τοῦ δεν πλεονασμός . Δαιδάλου . Δαιδάλου , ὡς ἔοικεν , τῶν τῆς γονῆς ὀχετῶν Σωκράτης
3890400 Τροιᾳ
νομὸν ἐποίει . λέγει οὖν ἀντὶ τῶν κατανομῶν τῶν ἐν Τροίᾳ ταῦτα τὰ μέρη περάσεις τὰ Λακωνικὰ περάσεις δὲ Ὄνου
ἐλθεῖν ἐς Τροίαν Ἀχιλλεῖ μαχουμένας οὐκ ἀπέκτεινεν ὁ Ἀχιλλεὺς ἐν Τροίᾳ , πιθανὸν γὰρ οὐκ οἶδ ' ὅπως Πριάμου πολεμήσαντος
3878073 μυθικη
γὰρ ἦσαν καὶ Ἀθῆναι καὶ Ἀφροδίται καὶ οὐ μία οὐδὲ μυθικὴ ὡς τὰ πολλὰ τῶν ὀνομάτων γηγενεῖς λέγει τοὺς Ἀθηναίους
, ἔθος δὲ ἡμῖν τὸ μὴ δημοσίᾳ γυναικὶ μίγνυσθαι . μυθικὴ δὲ πίστις ἐστὶ πραγμάτων ἀγενήτων τε καὶ πεπλασμένων παραδοχή
3872185 κατωτατος
, ἐξετάζουσιν , ζητοῦσιν . Τάρταρός ἐστιν ὁ ὑπὸ γῆν κατώτατος τόπος . Τάρταρον ] τὸν ὑπὸ τὴν γῆν κατώτατον
τῶν ἐμῶν βουλῶν , φησί , καλύπτει καὶ κατέχει ὁ κατώτατος τόπος τοῦ Ἅιδου , ὁ σκοτεινότατος , τὸν ἀρχαιότατον
3869171 τεθαπται
ἢ ἴσασιν ὑπὲρ αὐτῆς Εὐκτήμονα λῃτουργήσαντα , ἔτι δὲ ποῦ τέθαπται , ἐν ποίοις μνήμασι : τίς εἶδε τὰ νομιζόμενα
μὲν ἐκεῖθέν ἐστι τὸ Τρωϊκόν : ἀντικρὺ δὲ ὁ Αἴας τέθαπται ἐν τῷ Ῥοιτείῳ . Οὐ μεγάλοι , ὦ Ἑρμῆ
3857661 σπηλαιῳ
κατέχωσαν . * γρώνῳ δὲ τῷ κοίλῳ βερέθρῳ δὲ τῷ σπηλαίῳ * λέγεται δὲ ὁ αὐτὸς καὶ Βήρεθρον . ἄλλως
γοῦν περὶ τὸν Ὀδυσσέα καίπερ ὄντες ἐν τῷ τοῦ Κύκλωπος σπηλαίῳ : ἔνθα δὲ πῦρ κείαντες ἐθύσαμεν ἠδὲ καὶ αὐτοὶ
3857399 Βηθλεεμ
Βέλβινα : πόλις Λακωνική . . . Βηθλεεμμίτης : ἀπὸ Βηθλεέμ . . . Βηρυτός : πόλις Φοινίκης , κτίσμα
αὐτοῦ , ὄντων ἡμῶν ἐν Γαδέρ , πλησίον Ἐφραθὰ οἴκου Βηθλεέμ , Βάλλα ἦν μεθύουσα καὶ κοιμωμένη ἀκάλυφος κατέκειτο ἐν
3842982 σχολαζοντων
γεωδαισίας . ὥσπερ δὲ ἡ εὕρεσις τῶν τοιούτων ὑπὸ τῶν σχολαζόντων , οὕτω καὶ ἡ περὶ ταῦτα ἐνέργεια σχολῆς δεῖται
οὔτε θάλπος οὔτε κρυμὸν ἐκτρεπόμενος , ἄθυρμα νηπίων καὶ μειρακίων σχολαζόντων . συνελάσαντες τὸν ἄθλιον ἄχρι τοῦ γυμνασίου καὶ στήσαντες
3835608 Ὀρεστῃ
ἄπειρος † ἐνδυτήριον κακῶν , καὶ παρ ' Εὐριπίδῃ ἐν Ὀρέστῃ : ἣ πόσιν † ἀπείρονι περιβαλοῦσα ὑφάσματι , .
εἰς τιμὴν τῶν Διοσκούρων κατηστερίσθησαν , ὡς Εὐριπίδης φησὶν ἐν Ὀρέστῃ δι ' Ἑλένην . ἣ δ ' χρεὼν καὶ
3835302 ᾀδεται
τὴν Ἀσίαν . ἐτήτυμον ] ἀληθές ἐστιν . κρατεῖ ] ᾄδεται . σαφηνής ] ἀληθής . τοῦτο ] κατὰ .
ἐποίησαν μὲν ὅσοις τὰ ἡρώων ἐμέλησεν ἐν Ἰλίῳ παθήματα , ᾄδεται δὲ ὑπὸ Ἀθηναίων ὡς θεοί σφισιν ἐν Μαραθῶνι καὶ
3834139 Γενικοις
κριοῦ λεγομένου παρ ' αὐτοῖς , ὥσπερ καὶ ἐν τοῖς Γενικοῖς τοῦ Ἑρμοῦ καὶ ἐν Κυραννίσι βίβλοις εἴρηται . Ἐντεῦθεν
μεταβολαί . Πῶς πάλιν διαιρετῆς ; Οὐκ ἤκουσας ἐν τοῖς Γενικοῖς ὅτι ἀπὸ μιᾶς ψυχῆς τῆς τοῦ παντὸς πᾶσαι αἱ
3830546 τρισσων
ἐπιγράμματι γραφέντι εἰς Νεοπτόλεμον Πισίδην οὕτως εἰμὶ Νεοπτόλεμος Κρεσσοῦ , τρισσῶν δ ' ἕν ' ἀδελφῶν ἔστασαν Τλωεῖς , κῦδος
μίαν δέ ἑ καίπερ ἐοῦσαν : τρισσῶς καὶ τοπικῶς διενείματο τρισσῶν ἠπείρων ὀνομασίας αὐτῇ διατιθέμενος . . ἠπείροισι ] γαίαις
3818787 θεωρος
οὕνεκα ἀντὶ τοῦ διότι . Θεατὴς ἀγώνων καὶ θεάτρων : θεωρὸς δὲ ὁ εἰς θεῶν ἑορτὰς πεμπόμενος . ὅθεν καὶ
διὰ τὸ κυκλοτερῆς [ ] εἶναι . Ἄμυρις μαίνεται : θεωρὸς γὰρ ὀνόματι Ἄμυρις ὑπὸ Συβαριτῶν πεμφθεὶς εἰς Δελφοὺς περὶ
3817860 τριοδῳ
δὲ γυνὴ μὲν ἐξ ἀνδρός , ὅτι τοὺς ἐν τῇ τριόδῳ μιγνυμένους ὄφεις ἐντυχὼν ἀπέκτεινεν , ἐκ δὲ γυναικὸς αὖτις
' ἐπ ' ἀμφοτέροισι πολύκλαυτον φιλότητος ἕστηκεν λείῃ μνῆμα παρὰ τριόδῳ . Αἱ νόμιμοι δύο γρῆες ὁμήλικες ἦμεν , Ἀναξὼ
3816839 ποιητα
γραφεῖον ἐξηρτημένον ἔχοντ ' , Ἀπόκριναί , φησιν , ὦ ποιητά μοι , τί βουλόμενος ἔγραψας ἐν τραγῳδίᾳ ἔρρ '
καὶ ἀπὸ τούτων ἐπὶ τὰ νοατά : ταῦτα δὲ σύμφωνα ποιητά , θεωρούμενα δι ' αὐτῶν ἀλάθεα . διωρισμένων δὲ
3816343 ἡμετερος
τι τοῖοι ἀμυνέμεναι καὶ ἐφ ' ἑνὸς τοῦ Πατρόκλου , ἡμέτερος θεράπων : τοιοῦτον οὖν καὶ τὸ ἁμόνπρὸς . οἷς
, ὅτε ἐπὶ δείξεως λαμβάνεται , ἐμὸς εἶ φίλος , ἡμέτερος ὑπάρχεις οἰκέτης , Χρὴ ἄρα καλεῖν , καθάπερ καὶ
3812868 ὀνομαζομενος
γίγνεται , ἐν δὲ τῇ παντελεῖ ἐπιστροφῇ ὁ πέτρινος δὴ ὀνομαζόμενος τῇ Κελτῶν φωνῇ , ὅς ἐστι πάντων χαλεπώτατος .
πληρώσεως . Θαλῆς μὲν οὖν , εἷς τῶν ἑπτὰ σοφῶν ὀνομαζόμενος , φησὶ τοὺς ἐτησίας ἀντιπνέοντας ταῖς ἐκβολαῖς τοῦ ποταμοῦ
3805264 γεγραμμενος
? ? ἐτῶν ἀδιάφθοροι ; νόμος δὲ βλάπτει με οὐ γεγραμμένος ἄλλως δὲ ἔθει φλυάρωι πληρούμενος ἐπειδὴ παρ ' ἡμῖν
εἶναι τὴν καρδίαν . ὁ μὲν πρῶτος ὑπ ' αὐτοῦ γεγραμμένος οὐσιώδης ἐστὶ κατὰ τὴν Ἐρασιστράτου δόξαν συγκείμενος , ἐπειδὴ
3802056 ὑπηνῃ
γεγηρακότων ἵππων . Λάγνου σημεῖα : λευκόχρως , δασὺς τῇ ὑπήνῃ , εὐθείας καὶ παχείας τὰς τρίχας ἔχων , λιπαρὸν
καὶ ἵππων ὀκτὼ * * νέος ἔτι ἐν ἁπαλῇ τῇ ὑπήνῃ , ὁπότε καὶ οἱ ποιηταὶ τὰ δένδρα τὰ νέα
3798778 Κορινθῳ
αὐτὸν ἐξ ἅπαντός σοι συνοικεῖν , μὴ θέλε μένειν ἐν Κορίνθῳ καὶ ἁπλῶς μηδὲν ἄλλο θέλε ἢ ἃ ὁ θεὸς
ʃ τουτέστιν πολιτείᾳ , ἵνα κἀκεῖ ἔχῃ πάντα ὡς ἐν Κορίνθῳ εἰ δέ τις τὸ παραυτίκα κτἑ . : τουτέστιν
3791658 ὑμνος
ποιητικόν , εἰ τὴν Ἀφροδίτην ἀφεὶς ὕμνησε τὴν Φρύνην Ἀφροδίτης ὕμνος ἐπιγράψας τοῖς ἔπεσιν ; Ἀριθμείτω δὴ Πραξιτέλης τὸ πλῆθός
, λέγων : ὦ θρασύβουλε , ὁ θησαυρὸς καὶ ὁ ὕμνος ἀπαγγελεῖ καὶ διηγήσεται ἐν τοῖς λόγοις τῶν θνητῶν ,
3783176 ἐτευξ
Ἄργον , τὸν Ἑρμῆς παῖδα γῆς κατέκτανεν . τί οὖν ἔτευξ ' ἔτ ' ἄλλο δυσπότμῳ βοΐ ; βοηλάτην μύωπα
Ὁμήρου ἐπὶ τῆς ἡφαιστοτεύκτου ἀσπίδος εἰπόντος : ἐν μὲν γαῖαν ἔτευξ ' , ἐν δ ' οὐρανόν , ἐν δὲ
3782210 σκελετος
παρὰ Πλάτωνι ἀσκελὲς καὶ ἄπουν : τάχα δὲ καὶ ὁ σκελετὸς καὶ σκελετεύειν καὶ κατεσκελετευμένος ἀπὸ τῆς τῶν μερῶν τούτων
ἐπίκτητος . Σκελετός ἐστιν ἡ ὅλη σύνταξις τῶν ὀστῶν . σκελετὸς δὲ ὁ ἀπεξηραμμένος τόπος . γόμφωσίς ἐστι συνάρθρωσις κατὰ
3770325 Ἀλεξανδρειᾳ
καὶ διακόσια στάδια . τὴν δὲ Ἡροφίλην οἱ ἐν τῇ Ἀλεξανδρείᾳ ταύτῃ νεωκόρον τε τοῦ Ἀπόλλωνος γενέσθαι τοῦ Σμινθέως καὶ
οὖν καὶ μενόντων ἐν θυίᾳ καταχέονται τὰ τηκτά . Ἐν Ἀλεξανδρείᾳ , φηϲίν , ἐπί τινοϲ γυναικὸϲ κινδυνευούϲηϲ ζητήϲαϲ λυχνίδα
3760446 ἐνυλος
ἀγήραος . ἄζωνος . ἀμφιπρόσωπος . ἀναγωγός . ἄφθεγκτος . ἔνυλος . ἐποχεῖσθαι . ἑπτάκτις . ζωναῖος . κηλίς .
φυτὸν λόγος ἐστὶν ἐν ζωῇ κείμενος . Εἰ δὴ ὁ ἔνυλος λόγος ὁ τοῦ φυτοῦ , καθ ' ὃν τὸ
3759721 ᾐδετο
ἢ τὰ πρὸς ταῖς πηγαῖς δένδρα πολὺς μὲν ἐν συμποσίοις ᾔδετο , πολὺς δὲ ἐν σπουδαῖς . ἐπεὶ δὲ θυμοῦ
κρατὴρ τῆς σπονδῆς ἵσταται , εἶθ ' οὕτως ὁ ὕμνος ᾔδετο . ὁ δὲ νοῦς : ἤδη κιρνάτω τις τὸν
3752855 Δωδωνῃ
. κοινῶς δὲ περὶ πάντων τῶν Ἰώνων τρυφῆς Ἀντιφάνης ἐν Δωδώνῃ τάδε λέγει : πόθεν οἰκήτωρ , ἤ τις Ἰώνων
Ἐπαφρόδιτος ἐν τῇ πʹ τῆς Ἰλιάδος „ τιμᾷ τοὺς ἐν Δωδώνῃ ἔχοντας ἐπιφανὲς μαντεῖον ‚ τὸν δ ' ἐς Δωδώνην
3745590 ἐγεννηθη
ὁ περίπατος διὰ τῶν ἀναφορῶν τῆς πόλεως ἐν ᾗ τις ἐγεννήθη : τῶν δὲ ἐν τῷ μεσουρανίσματι ἢ ἐν τῷ
ἀριθμὸς οὕτως ἂν εὑρεθείη : ἐντὸς γὰρ τῆς δεκάδος οὔτε ἐγεννήθη , οὔτε γεννήσει τινά . Οἷον , ἔστω αʹ
3743549 τραγικος
ὁ δὲ νοῦς πέπαικται εἰς τραγῳδίαν : ὁ γὰρ χαρακτὴρ τραγικὸς , ὡς ἐν Ὀρέστῃ [ ] ἀναβοάσομαι πατρὶ Ταντάλῳ
Σωτίων τε καὶ Ἀγαθοσθένης οἱ φιλόσοφοι , καὶ Εὐριπίδης ὁ τραγικὸς οὑτωσὶ λέγων : ἃν ὑγραίνει καλλιστεύων ὁ ξανθὰν χαίταν
3740061 τετραμετροις
. τῇ δὲ στροφῇ ἐν κώλοις προᾳσθείσῃ τὸ ἐπίρρημα ἐν τετραμέτροις ἐπάγεται . καὶ τῆς ἀντιστρόφου τῇ στροφῇ ἀντᾳσθείσης ,
ἐν τοῖς Καλλιμάχου γὰρ ἀναγέγραπται κέβλη . εἶτα μύρμηξ Ἑρμίππου τετραμέτροις . καὶ Θεμιστοκλέους τὸν πρωνός τις ὢν κεβλήπυρίς τις
3732359 Ἱμερος
ἔρριψεν ἑαυτὸν εἰς ποταμὸν Μαραθῶνα , ὃς ἀπ ' αὐτοῦ Ἵμερος μετωνομάσθη . Ὕστερον δὲ Εὐρώτας ἐκλήθη δι ' αἰτίαν
μόλῃ . ὦ θεοί , τίς ἆρα Κύπρις ἢ τίς Ἵμερος τοῦδε ξυνήψατο ; ὀρθόκερως φρίκη † ἕως ὅτε †
3724624 ὑπαιθρος
τῆς χρείας γινόμενοςἐγὼ δέ , εἰ μὴ σὺ παράσχοις , ὕπαιθρος διαχειμάσω . Εἰ τὸ κερδαίνειν τοῦτο γριπίζειν λέγεται καὶ
τοῦ σώματος ἐνδείκνυσθαι , ὅτι ἡ ἀφελὴς καὶ λιτὴ καὶ ὕπαιθρος δίαιτα οὐδὲ τὸ σῶμα λυμαίνεται : ἰδοὺ καὶ τούτου
3723867 ὑμνουμενος
Ἴστω γὰρ καὶ γινωσκέτω ὁ υἱὸς τοῦ Σωστράτου , ὁ ὑμνούμενος δηλονότι , ἔχων δαιμόνιον καὶ λαμπρὸν πόδα καὶ προοίμιον
ἵππος καὶ ποικιλώτατος αὐτῷ τε Διὶ προσφιλέστατος , ὧδέ πως ὑμνούμενος ὑπ ' αὐτῶν , θυσίας τε καὶ τιμὰς ἅτε
3723856 λεχθησομενοις
τὰ λεγόμενα ὑπ ' ἐμοῦ , ἐν ἡμῖν , τοῖς λεχθησομένοις ὑφ ' ἡμῶν . ἐπὶ τόπου , ἐπὶ χρόνου
ὁ ποιητὴς ἀνατολὴν βραδεῖαν εἰπεῖν ἡλίου πειρώμενος , χρησίμην τοῖς λεχθησομένοις περὶ τῆς ἐν τῷ λυκόφωτι τῶν ἡρώων ταφῆς ,
3720711 Δικτης
: Μυθεύουσιν ἐν Κρήτῃ γενέσθαι τὴν Διὸς τέκνωσιν ἐπὶ τῆς Δίκτης , ἐν ᾗ καὶ ἀπόρρητος γίνεται θυσία . Λέγεται
: μυθεύουσιν ἐν Κρήτῃ γενέσθαι τὴν Διὸς τέκνωσιν ἐπὶ τῆς Δίκτης , ἐν ᾗ καὶ ἀπόρρητος γίνεται θυσία . λέγεται
3718905 ἐκπεσων
τοῖς Ἴβηρσι πολεμήσας χρόνον ὕστερον Σικελίαν ἀπέστησεν , εἶτ ' ἐκπεσὼν ἐνθένδε εἰς τὴν Ἀσίαν ἁλοὺς ὑπὸ τῶν Ἀντωνίου στρατηγῶν
συνοραθήσεται : πρὸς μὲν γὰρ τῷ ἀπηλιωτικῷ ὁρίζοντι ὁ τόπος ἐκπεσὼν κατὰ τὸ πρῶτον τριτημόριον τοῦ ὅλου χρόνου τῆς ἐκλείψεως
3717466 Πολυϊδῳ
ἕλῃς ἄνευ δορός . οἶσθ ' οὖν ὃ δρᾶσον Εὐριπίδης Πολυΐδῳ . ὁ Εὐριπίδης ἀναλαμβάνει τὸ πρόσωπον τοῦ Μενελάου καὶ
τὰ ἐν Ἅιδου τῆς γῆς , ὡς καὶ αὐτὸς ἐν Πολυΐδῳ [ . ] τίς δ ' οἶδεν , εἰ
3713882 Λυκειῳ
ἐκκροτοῦσι , καὶ πολλοὺς εἶδον οὐλὰς ἐνηνοχότας ἀπὸ τῶν ἐν Λυκείῳ τραυμάτων . ὧν ἴσως μὲν οὐκ ἂν ἐγένετο Τιτιανός
, ἐνταῦθα δὲ ὀλίγου καὶ οἱ κίονες οἱ ἐν τῷ Λυκείῳ ἐθορύβησάν τ ' ἐπὶ τοῖν ἀνδροῖν καὶ ἥσθησαν .
3711644 Στεφανηφορος
πατητήριον , ὡς Ἀνδροτίων ἢ Φίλιππος ἐν τῷ Γεωργικῷ . Στεφανηφόρος : Ἀντιφῶν ἐν τῷ πρὸς Νικοκλέα . Στεφανηφόρου ἡρῷον
γένους τῶν ἱεροφαντῶν δεδήλωκεν Ἑλλάνικος ἐν β Ἀτθίδος . . Στεφανηφόρος : . . . Στεφανηφόρου ἡρῶιον , ὡς ἔοικεν
3711169 περισωζεται
καὶ οὐ παραφρονεῖ , γίνωσκε ὅτι καὶ οὕτως οὐ πάντως περισώζεται , διὰ τὸ κύριον τοῦ μορίου . εἰ δέ
ὁρώντων γὰρ τῶν ἀγαθῶν τὰ μὲν ἀπόλλυται , τὰ δὲ περισώζεται . ἐν δὲ τῷ μεσουρανήματι ἢ τῇ ἐπαναφορᾷ τοῦ
3709757 ἀνηλατο
Διὸς κεφαλῆς , ὡς ὁ μῦθος , μεθ ' ἵππου ἀνήλατο , ἢ ὅτι , ὡς Μνασέας , ἡ Ποσειδῶνος
ἀνθρώπων ἐν γήρᾳ θεασάμενος τοῦτο τὸ παιδίον . Ταῦτα εἰπὼν ἀνήλατο καθάπερ ἀηδόνος νεοττὸς ἐπὶ τὰς μυρρίνας , καὶ κλάδον
3707514 Τηλεγονου
Τηλέμαχον , ἐμέμφετο τοῖς ὀνειροπόλοις . οἱ δὲ ἐπυνθάνοντο τοῦ Τηλεγόνου πόθεν εἴη καὶ τίνων γονέων , ὅτι τοιοῦτον ἄνδρα
ἐπιδεικνύντος καὶ ὅπερ ἔδωκε κέντρον θαλάσσιον τῆι Κίρκηι ὡς καὶ Τηλεγόνου αὐτὸν εἶναι τὸν πατέρα πεπίστευκε , καὶ ῥίπτει ἑαυτὸν
3706885 μαντις
καὶ Διόνυσος μάντις , καὶ ἐν Βάκχαις φησὶ [ ] μάντις δ ' ὁ δαίμων ὅδε : τὸ γὰρ βακχεύσιμον
: χορὸς γεωργῶν ἀθμονέων : θεράπων Τρυγαίου ἕτερος : Ἱεροκλῆς μάντις χρησμολόγος : δρεπανουργός : λοφοποιός : θωρακοπώλης : σαλπιγγοποιός
3704962 ἀσοφος
, καὶ ὁ θαλάττιος , καὶ ὁ σοφὸς καὶ ὁ ἄσοφος : κἂν ἐπὶ τοῦ ὠκεανοῦ ἔλθῃς τὰς ἠϊόνας ,
καὶ ᾠδῇ ᾑρημέναι πρῶτον . Ὄρκυνος ὄνομα κητώδης ἰχθὺς οὐκ ἄσοφος ἐς τὰ αὑτοῦ λυσιτελέστατα , δῶρον λαχὼν φύσει τοῦτο
3702487 Λυομενῳ
θάλασσαν τὴν τοῦ Εὐξείνου Πόντου . καίτοι Αἰσχύλος ἐν Προμηθεῖ Λυομένῳ τὸν Φᾶσιν ὅρον τῆς Εὐρώπης καὶ τῆς Ἀσίας ποιεῖ
ἔθνος φησίν : Αἰσχύλος τε Γαβίους διὰ τοῦ γ ἐν Λυομένῳ Προμηθεῖ . Ὁμοίως καὶ Φιλοστέφανός φησι καὶ ἄλλοι .
3701937 ταφος
ἱδρυσαμένου Πελασγοῦ τοῦ Τριόπα , καὶ οὐ πόρρω τοῦ ἱεροῦ τάφος Πελασγοῦ . πέραν δὲ τοῦ τάφου χαλκεῖόν ἐστιν οὐ
ταύτης τὰ φύλλα ἐσιναμώρει τῆς μυρσίνης . ἔστι δὲ καὶ τάφος Φαίδρας , ἀπέχει δὲ οὐ πολὺ τοῦ Ἱππολύτου μνήματος
3695065 ἑρμηνευεται
λόγοις . πῶς δὲ συγγενής ἐστιν , ἐροῦμεν ἑξῆς . ἑρμηνεύεται δὲ καὶ οὕτως : οὕτω δὲ ἅτε πατρῷον :
ἣ αἰτία τῆς τῶν ζῴων διαμονῆς ἐστι : Βάλλα δὲ ἑρμηνεύεται κατάποσις : ἐκ ταύτης οὖν γίνεται ὁ Δάν ,
3694137 Ἰλιαδι
τε καὶ τὸν ἔτερπε λόγοις : ἅπαξ ἐνταῦθα ἐν τῇ Ἰλιάδι τὸ λόγοις . . : καὶ ἅπαξ ἐν τῇ
ἠμὲν λύει ἠδὲ καθίζει . * ) ὅτι καὶ ἐν Ἰλιάδι παρὰ Διὸς ἔχει γέρας τοῦτο Θέμις . . .
3692405 ἀδουλος
ἴδετέ με , ἄοικός εἰμι , ἄπολις , ἀκτήμων , ἄδουλος : χαμαὶ κοιμῶμαι : οὐ γυνή , οὐ παιδία
φράσας ἀπῆλθεν ἐκ τῆς οἰκίας μόνος , ὦ γυναῖκες , ἄδουλος , ἄπορος , οὐδὲ τὴν ἐφήμερον ὁ δύστηνος ἐκ
3691565 μετεωρος
βιαιότερον , βέλτιον δὲ ὁ ὑπερορῶν , καὶ ὑπερήφανος καὶ μετέωρος , καὶ ἀπὸ τῆς τερατείας ὁ τερατευόμενος , καὶ
σοὶ καταλύων , ὅτε πρὸς τὴν ἐνταῦθα στρατείαν ἡ Ἑλλὰς μετέωρος ἦν : ὡς δὲ καλὴν εὗρεν ὑποδοχὴν καὶ πλείστης
3690222 ἀκαθαρσιᾳ
γένει λαβεῖν ἀπεψίας . Τῆς δ ' ἀπεψίας ὁτὲ μὲν ἀκαθαρσίᾳ τῆς κοιλίας , ὁτὲ δὲ ὅλως καχεξία τις αἰτία
σου πορευόμενοι . Λέγω δὲ πρὸς αὐτήν : Οὐκ ἐν ἀκαθαρσίᾳ λέγει Κύριος τοὺς σεβομένους αὐτόν , οὐδὲ ἐν τοῖς
3687072 τεθνηκως
- ται . ἢ οὕτως : εἴ τις καὶ πρὶν τεθνηκὼς ἢ νῦν ὢν ἴσχεν ἐξαίρετόν τι , τοῦτο ἔσχον
λέγειν . ἔγνων ποτὲ καὶ Ἰόλαον : ὁ γὰρ Ἰόλαος τεθνηκὼς ἐπειδὴ ἔμαθεν Εὐρυσθέα ἐξαιτούμενον παρ ' Ἀθηναίων τοὺς Ἡρακλείδας
3685753 Βατος
δὲ εἰπεῖν ὅτι ὡς ἄνθη με εἶχε . Νίταρος καὶ Βάτος ἄνδρες ἦσαν θηλυπρεπεῖς καὶ ὡραῖοι : παρῄκαζεν οὖν αὐτὴν
δὲ πεποιημένη ἡ λέξις , . , . , . Βάτος : ἡ ἄκανθα : εἴρηται δὲ κατὰ ἀντίφρασιν ,
3678855 Τιμαιῳ
τὴν ἑτέραν ἐπεφύκει δέχεσθαι . μαρτύρια δὲ καὶ τὰ ἐν Τιμαίῳ περὶ τοῦ τὸν κόσμον ἄνοσον εἶναι καὶ μὴ φθαρησόμενον
πλοῦτος , ἰσχύς . ἴδωμεν δὲ καὶ ἃ ἐν τῷ Τιμαίῳ περὶ τῆς τοῦ παντὸς ὁ αὐτὸς φυσιολογεῖ ψυχῆς :
3677217 Πελοπιδων
ἔδοξαν οἱ σοφοὶ Ἕλληνες οὐ χρηστὸν πρᾶγμα ἐργάζεσθαι τὰ τῶν Πελοπιδῶν καὶ τὰ τῶν Λαβδακιδῶν κακὰ ξὺν ἡδονῇ ἀκούοντες ,
δόμος ἀσυντάτοισι δεσποτῶν κεχρημένος τύχαις , ἀλάστωρ τ ' εἰσπέπαικε Πελοπιδῶν . ἄστυτος οἶκος κοὐδὲ βυσαύχην θεᾶς Δηοῦς σύνοικος ,
3676978 Ἀσκληπιου
χρόνον , εἶτα ἀπελθὼν ἐν Περγάμῳ , ὡς δὴ τοῦ Ἀσκληπιοῦ πολὺ ἐκεῖσε φοιτῶντος , καὶ παραμείνας χρόνον ἔτυχεν ἰάσεως
Μίδου πλουσιώτεροι εἶεν . Πάνυ κομψούς , ἔφη , λέγεις Ἀσκληπιοῦ παῖδας . Πρέπει , ἦν δ ' ἐγώ ,
3675424 δεσμωτῃ
ὁμοῦ ἐξουσίᾳ καὶ ἀνάγκῃ : οἵα γένοιτ ' ἂν καὶ δεσμώτῃ ἀνδρὶ ἐξουσία ἑπομένῳ αὐθαιρέτως τοῖς ἄγουσιν : ὥστε ἐγὼ
Ἰνάχου ] καλούμενος , [ καθὼς ] Αἰσχύλος ἐν Προμηθεῖ δεσμώτῃ [ γράφει ] ἔσται δὲ θνητοῖς εἰσαεὶ λόγος μέγας

Back