καὶ οὐ παραφρονεῖ , γίνωσκε ὅτι καὶ οὕτως οὐ πάντως περισώζεται , διὰ τὸ κύριον τοῦ μορίου . εἰ δέ
ὁρώντων γὰρ τῶν ἀγαθῶν τὰ μὲν ἀπόλλυται , τὰ δὲ περισώζεται . ἐν δὲ τῷ μεσουρανήματι ἢ τῇ ἐπαναφορᾷ τοῦ
5253400 ἀτελης
ὁπότε εἰσίοιμι ὑποστένων καὶ μύχιόν τι καθάπερ ἐξ ᾠοῦ νεοττὸς ἀτελὴς ὑποκρώζων ὥστ ' ἐμὲ ὅσον αὐτίκα οἰόμενον ἐπιβήσειν αὐτὸν
: καταμελήσας δέ , χωλὴν τοῦ βίου διαπορευθεὶς ζωήν , ἀτελὴς καὶ ἀνόητος εἰς Ἅιδου πάλιν ἔρχεται . ταῦτα μὲν
5210751 δημοκρατικου
περὶ Ἰβηρίαν , ὅτε ἡμεῖς ἐδρῶμεν : ὅτι δέ ἐστι δημοκρατικοῦ πατρός , διὰ τὴν αὐτὴν αἰτίαν ὑπὸ μὲν τῆς
δὲ τοῦ στρατηγοῦ , γνώμῃ μὲν ὁμοῦ σφισιν ἀρίστου καὶ δημοκρατικοῦ φανέντος , ὑπὸ δ ' ἐσχάτης ἀνάγκης ἡττημένου .
4958959 ἀπολλυται
ᾧ δὲ ἐγγιγνόμενα ἀεὶ ἕκαστα αὐτῶν φαντάζεται καὶ πάλιν ἐκεῖθεν ἀπόλλυται , μόνον ἐκεῖνο αὖ προσαγορεύειν τῷ τε τοῦτο καὶ
συνιέναι : λέγει γάρ : φήμη δ ' οὔτις πάμπαν ἀπόλλυται , ἥντινα λαοὶ πολλοὶ φημίξωσι : θεός νύ τίς
4934910 λογικος
. ὃ καὶ πέπονθε Θεμιστοκλῆς , μηδὲν οἴκοθεν προσμαθὼν , λογικὸς ἦν ὁ ἀνὴρ , οἴκοθεν παιδευθείς . ἀπαίδευτος ἡ
μᾶλλον καὶ τὸ ἧττον : οὐ γὰρ λέγεταί τις μᾶλλον λογικὸς οὐδὲ μᾶλλον θνητὸς καὶ ἧττον λογικὸς ἢ ἧττον θνητός
4928468 τιθηνου
τὸ γεννηθὲν εὐθέως , παιδίον δὲ τὸ τρεφόμενον ὑπὸ τῆς τιθηνοῦ , παιδάριον δὲ τὸ ἤδη περιπατοῦν καὶ τῆς λέξεως
τὸ γεννηθὲν εὐθέως , παιδίον δὲ τὸ τρεφόμενον ὑπὸ τῆς τιθηνοῦ , παιδάριον δὲ τὸ ἤδη περιπατοῦν καὶ τῆς λέξεως
4856717 βροτου
: διότι ἀθάνατοι οἱ θεοί , † τὸ ἄμοιρον εἶναι βρότου , ὅ ἐστιν αἵματος . . . . ἀμβρακία
: διότι ἀθάνατοι οἱ θεοί , † τὸ ἄμοιροι εἶναι βρότου , ὅ ἐστιν αἵματος . Ὠρίων , . ,
4833214 ἀτεχνου
τὰς ἀρετὰς καὶ κακίας τῶν σιτίων καὶ τῶν ὄψων πολυπραγμοσύνην ἀτέχνου τινὸς εἶναί σοι δοκεῖ , καὶ ταῦτα τοῦ γενναιοτάτου
ἄτεχνος , ἂν τὸ ἓν ἐκεῖνο προσλάβῃ , τεχνίτης ἐξ ἀτέχνου ἀποτελεῖται ἐκ καταλήψεως μιᾶς , ἀποκληρωτικὸν λέξει . ἐπὶ
4745396 ἀφθαρτος
σχεδὸν μέν τι ἤδη ὁ Κρίτων . ” Ἠΐθεος . ἄφθαρτος πρὸς γυναῖκας . Ἥκιστα . οὐ πάνυ . Ἠλύγη
φησὶ γὰρ ἐν τοῖς Περὶ ψυχῆς ἀκροαματικοῖς ὅτι ἡ ψυχὴ ἄφθαρτος : εἰ γὰρ ἦν φθαρτή , ἔδει μάλιστα αὐτὴν
4710023 ἀναισθητος
τῶν ἀδυνάτων . Ἄχρι κόρου : ὅτι ἄχρι κόρου ἐκεῖνος ἀναίσθητός ἐστι : καί : οὗτος ἄχρι κόρου φενακίζει .
. ὁ δὲ θεὸς οὐχ , ὥσπερ ἐνίοις δόξει , ἀναίσθητός ἐστι καὶ ἀνόητος : ὑπὸ γὰρ δεισιδαιμονίας βλασφημοῦσι :
4702968 τελειος
' ἐκάλεσαν ὅτι τῶν σχημάτων ὁ κύκλος ἀπήρτισται καὶ ἔστι τέλειος . καὶ τὸ ποτήριον οὖν τὸ δεχόμενον τὴν ὑγρὰν
καὶ ἀεὶ ἄλλη : ἡ δὲ κίνησις οὐκ ἦν ἡ τέλειος ἐνέργεια , καθάπερ εἴρηται πρότερον , ἀλλ ' ἡ
4642814 ἀπαθης
, ἄρα σύμφωνόν ἐστιν . Ἔτι πᾶς παρακείμενος ἀπαθήςλέγω δὲ ἀπαθής διὰ τὸ ἑώρακα πᾶς παρακείμενος ἀπαθὴς ἀρχόμενον ἀπὸ τοῦ
τιμῶν ; οὔτ ' οὖν ἐλεύθερος ἔσῃ οὔτε αὐτάρκης οὔτε ἀπαθής : ἀνάγκη γὰρ φθονεῖν , ζηλοτυπεῖν , ὑφορᾶσθαι τοὺς
4616166 πεφυσημενος
εἰ δέ , ὡς ὁ Πτολεμαῖός φησι , κουφότερος ὁ πεφυσημένος ἐστὶν ἀσκὸς τοῦ ἀφυσήτου . . , . :
προγάστωρ κωμῳδεῖται . ἐν τῇ τῶν Χοῶν ἑορτῇ ἐτίθετο ἀσκὸς πεφυσημένος , οἱ δέ φασιν ὡς πλήρης οἴνου , εἰς
4552054 δουλου
, φημί , κύριε , ὁ υἱὸς τοῦ θεοῦ εἰς δούλου τρόπον κεῖται ἐν τῇ παραβολῇ ; Ἄκουε , φησίν
τοῦ δέοντος ἔχεται : δεῖ γάρ , ἐπεὶ υἱὸς διαφέρει δούλου καὶ τὰς ἀρχὰς αὐτῶν διαφόρους εἶναι . ἡ μὲν
4495716 ἀδοξος
ἀνεπιτήδειος , μάταιος εἰς τὸ ἀνεπιτήδειος διαλέγεσθαι , ἄκαιρος , ἄδοξος . καταπύγων ] πορνευόμενος , φλύαρος , μιαρός .
νικητήρια φέροντες ; Σωκράτης πένης , Σωκράτης αἰσχρός , Σωκράτης ἄδοξος , Σωκράτης δυσγενής , Σωκράτης ἄτιμος . Πῶς γὰρ
4465799 κατοχος
οὕτως ἐκδέχεσθαι τὴν παρὰ τῶν θεῶν ἔλλαμψιν : ὁ γὰρ κάτοχος γινόμενος ταῖς Μούσαις θεῖος ποιητὴς γίνεται . Ποία δέ
τοῦ χαλκοῦ , λάμβανε ἀργύρου λίτραν αʹ : ἔστι αὐτοῦ κάτοχος . Ἔχουσιν δὲ ἐν ταῖς ἄλλαις γραφαῖς καὶ διαφόρους
4463558 κενος
: ἐν δὲ τοῖς πρακτοῖς ὁ περὶ τῶν καθόλου λόγος κενός , αἱ γὰρ πράξεις ἐν τοῖς καθ ' ἕκαστα
σχοινίῳ . ἔβαλλον κύκλῳ . . τῶν ἀλφίτων , ἐπεὶ κενός ἐστι . . σκυτοτόμοι : Ἐπειδὴ οἱ σκυτοτόμοι ἐν
4461888 στενοντος
' ἔσω ῥηγμῖνος αὐδηθήσεται ἔρημος ἐν κρόκαισι νυμφίου δρόμος , στένοντος ἄτας καὶ κενὴν ναυκληρίαν καὶ τὴν ἄφαντον εἶδος ἠλλοιωμένην
ἐπεδέθη τινὶ δένδρῳ , τὸ τηνικαῦτα ἀκούσας ὁ μῦς αὐτοῦ στένοντος ἐλθὼν τὸν κάλων περιέτρωγε καὶ λύσας αὐτὸν ἔφη :
4454803 Βρεφος
τὸ βλώσκειν ἐν τῷ αὔξεσθαι , ὅ ἐστι μολίσκειν . Βρέφος , παρὰ τὸ φέρβω φέρβος : καὶ μεταθέσει τῶν
μέλλοντος γράφεται , τὸ δὲ νυνὶ ἐπὶ ἐνεστῶτος μόνου . Βρέφος μὲν τὸ γεννηθὲν εὐθέως , παιδίον δὲ τὸ τρεφόμενον
4453692 ἐμφανως
γὰρ πεπονθέναι ὠφελοῦς ' ὑμᾶς ἅπαντας οὐ λόγοις ἀλλ ' ἐμφανῶς : πρῶτα μὲν τοῦ μηνὸς εἰς δᾷδ ' οὐκ
τῇ δὲ τρίτῃ λύσας , εὑ - ρήσεις τὰς χοιράδας ἐμφανῶς συνεστραμμένας καὶ τὸν πέριξ τόπον λελεπισμένον . ταύτας οὖν
4425411 κλοπη
πλεονεκτήματος , ὅτῳ καὶ πέπρακται : ἡ δὲ διὰ προδοσίας κλοπὴ τῷ προδιδόντι μᾶλλον αἰσχύνην , οὐ τοῖς ἐκ τούτου
ἀμφιβαλλόμενον . οἷον τί ἐστι τὸ πραχθὲν , ἱεροσυλία ἢ κλοπὴ , ἰδιωτικὸν ἢ δημόσιον . ἐν δὲ συλλογισμῷ οὐκ
4424393 γονου
ἐουσέων , φθοραὶ οὐκ ἐγγίγνονται οὐδὲ κακώσιες ἐν τῇ τοῦ γόνου ξυμπήξει , ἢν μή τινος ἀνάγκης βιαίου τύχῃ ἢ
ἀριθμοίη καὶ γενεαλογοίη ὁ ἐρευνῶν ἀπὸ τοῦ Ἐπάφου τοῦ πρώτου γόνου , τοῦ γεννηθέντος ἐκ τῆς Ἰοῦς , ποιούμενος τὴν
4402281 ἐκπεμπομενη
καὶ αἰσχρῶς δουλεύουσα , διὰ τοῦτο πάλιν ὑπὸ τὴς δίκης ἐκπεμπομένη εἰς ὀνώδη ἄνθρωπον ἀναβιῶναι ὡς ἂν ἔτι μᾶλλον ἐπιθυμίαις
οἷον Ἡμέρα . λόγος δέ ἐστι φωνὴ σημαντικὴ ἀπὸ διανοίας ἐκπεμπομένη , οἷον Ἡμέρα ἐστί . διάλεκτος δέ ἐστι λέξις
4387783 ἀθανατος
Ἡ γὰρ μερικὴ ἡμετέρα ἅτε κακυνομένη καὶ ἀμφισβήτησιν ἔσχεν εἰ ἀθάνατός ἐστιν . κθʹ Ἡνίκ ' ἂν πρὸς ἄκρῳ Δύο
ναί ἐρεῖ καὶ αὐτὴν προσθήσει τούτῳ τὴν κατάφασιν ναί , ἀθάνατός ἐστι λέγων , καὶ περὶ τοῦ τινὸς ἀνθρώπου ὅτι
4375569 φιληδονος
Αἰγυπτιακῶν ἔργων „ : ἐπεὶ ζῶν γε ὁ βασιλεὺς καὶ φιλήδονος τρόπος ἐν ἡμῖν γεγηθέναι τὴν ψυχὴν ἀναπείθει ἐφ '
νομίζων τὰς εὐεργεσίας ] . οὐδεὶς γὰρ οὕτω μαλακὸς οὐδὲ φιλήδονος ὃς οὐχ ἥδεται τῇ αὑτοῦ πράξει , κἂν τύχῃ
4362539 ὑλικος
αἰθέριος ὡς τέλειος κατείληφε τὸν τρία , ὁ δ ' ὑλικὸς ὡς ἀτελὴς καὶ παθητικὸς ἔστερξε τὴν δυάδα . ἀλλὰ
; Ὁ καλὸς κόσμος , οὐκ ἔστι δὲ ἀγαθός : ὑλικὸς γάρ , καὶ εὐπάθητος , καὶ πρῶτος μὲν πάντων
4353078 κρατειται
ὡς τῶν βρωμάτων τὰ μὲν βραδέως , τὰ δὲ ταχέως κρατεῖται . τοῦτο γὰρ καὶ πάντη ἦν δῆλον ὡς οὐχ
] τήν . βάξιν ] φήμην . κρατεῖ ] ἤγουν κρατεῖται . ἀνδρόβουλον κέαρ ] τὸ μείζονα ἢ κατὰ γυναῖκα
4338407 Ἰσμαηλ
προπαιδεύματα , ἐκβληθήσεται δὲ καὶ ὁ σοφιστὴς αὐτῶν υἱὸς ἐπίκλησιν Ἰσμαήλ . ἐνδύσονται δὲ τὴν φυγὴν ἀίδιον , βεβαιοῦντος τοῦ
σεμνότητας ὀνομάτων ἐπαμπισχόμενος , γελᾶται . ζῆν δὲ εὔχεται τῷ Ἰσμαήλ , οὐ τῆς μετὰ σώματος ζωῆς ἐπιστρεφόμενος , ἀλλ
4320141 ἐνθυμησεως
φύσει μάντις ὢν , ἀλλ ' ἀπὸ λογισμοῦ κρίνων καὶ ἐνθυμήσεως . τοῦτο γὰρ δηλοῖ τὸ θυμόμαντις . . θυμόμαντις
φύσει μάντις ὤν , ἀλλ ' ἀπὸ λογισμοῦ μόνον καὶ ἐνθυμήσεως κρίνων . ἤγουν οὐ τέχνῃ μάντις ὤν , ἀλλ
4320012 οἰακοστροφος
ἱππικῶν ἐκ πλευμόνων . σὺ δ ' ὥστε ναὸς κεδνὸς οἰακοστρόφος φράξαι πόλισμα , πρὶν καταιγίσαι πνοὰς Ἄρεως : βοᾷ
εἱμαρμένης ἥττηται , φησὶν ὁ χορός : τίς οὖν ἐστιν οἰακοστρόφος καὶ κυβερνήτης τῆς ἀνάγκης ; ἤτοι τίς ἐστιν ὁ
4298600 ἑρμηνευεται
λόγοις . πῶς δὲ συγγενής ἐστιν , ἐροῦμεν ἑξῆς . ἑρμηνεύεται δὲ καὶ οὕτως : οὕτω δὲ ἅτε πατρῷον :
ἣ αἰτία τῆς τῶν ζῴων διαμονῆς ἐστι : Βάλλα δὲ ἑρμηνεύεται κατάποσις : ἐκ ταύτης οὖν γίνεται ὁ Δάν ,
4256169 μετριωτερος
φιλοσοφία καὶ ἡ πρὸς ταύτην αἰδώς , καὶ διὰ τοῦτο μετριώτερός ἐστιν ὑμῖν καὶ φορητὸς ἔτι . φέρει γάρ τινα
τέκτων ἢ κάπηλός τις συμπερινοστῶν τῇ στρατιᾷ . πλὴν ἀλλὰ μετριώτερός γε ὁ ἰδιώτης οὗτος ἦν , αὐτὸς μὲν αὐτίκα
4252360 ἀπειρος
. πῶς οὖν δυνήσηι ; μῶν ἄπειρος εἶ ξένου ; ἄπειρος : οὔπω Βιστόνων ἦλθον χθόνα . οὐκ ἔστιν ἵππων
νωθής , βραδύς , μισοστρατιώτης , ἀνεπιστήμων , ὀκνηρός , ἄπειρος , ἀμαθὴς τῶν στρατιωτικῶν , ὑπνώδης , μέθυσος ,
4246923 ἐπικρατειται
: ὁ δ ' ἄωρος ὑπὸ ψυχρᾶς οὐσίας καὶ γεώδους ἐπικρατεῖται καὶ διὰ τοῦτο σφοδρῶς ξηραντικός ἐστι . ξηρανθεὶς δ
σιτοπόνοι τεχνιτεύουσι , καὶ τὸν σεσοβημένον περὶ μέλος , πῶς ἐπικρατεῖται ὑπὸ κιθάρας ἢ αὐλοῦ ἢ καὶ ᾄδειν ἐπισταμένου .
4242970 ὁμομητριων
ἀχθομένου τοῦ πατρὸς καὶ λέγοντος ἀγνοεῖν , ὅτι δυεῖν ὄντων ὁμομητρίων ὁ μὲν ἤδη τέθνηκεν , ὁ δ ' ἔρημος
' ἧς νῦν ἐστι λαμπρός , ἀλλοτρίαν , ἀδελφῶν τριῶν ὁμομητρίων ἐπικλήρων καταλειφθεισῶν αὑτὸν τῷ πατρὶ αὐτῶν εἰσποιήσας , οὐδεμίαν
4229339 ἀπεστερηκως
τοίνυν ἀσελγὴς ὢν καὶ βίαιος καὶ τὴν τῶν ἀδελφῶν οὐσίαν ἀπεστερηκὼς οὐκ ἀγαπᾷ τὰ ἐκείνων ἔχων , ἀλλ ' ὅτι
πάλιν γένηται . φυγὰς δὴ γίγνεται ἐκ τούτων , καὶ ἀπεστερηκὼς ὑπ ' ἀνάγκης ὁ πρὶν ἐραστής , ὀστράκου μεταπεσόντος
4226703 συμπας
γενεθλίοις , βωμοὶ δὲ ᾑμάττοντο , ἦγε δὲ πανήγυριν ὁ σύμπας οἶκος : δαίμων δέ , ὡς ἔοικεν , ἐπετώθασε
θυμίαμα συντίθεται , σύμβολα τῶν στοιχείων , ἐξ ὧν ἀπετελέσθη σύμπας ὁ κόσμος . στακτὴν μὲν γὰρ ὕδατι , γῇ
4221389 ὑγιεινος
ἀπὸ παντὸς τοῦ σώματος , καὶ ἀπὸ μὲν τῶν ὑγιεινῶν ὑγιεινός , ἀπὸ δὲ τῶν νοσερῶν νοσερός . ἀπὸ παντὸς
ἦν τῇ τοῦ παντὸς φύσει , ὥστε ἐκ τοιαύτης διαίτης ὑγιεινός τε ἦν καὶ ἰσχυρός , καὶ κατεγήρα εἰς τὸ
4219076 κοσμος
: καὶ τρίτον τὸ συνεστηκὸς ἐξ ἀμφοῖν . καὶ ἔστι κόσμος ὁ ἰδίως ποιὸς τῆς τῶν ὅλων οὐσίας ἤ ,
' οὐδένα τόπον στερουμένου τινὸς ὧν νῦν ὁ σύμπας ἔχει κόσμος , ἀνάγκη πᾶσα ὑπὸ τῶν ὑπερκειμένων συγκεκοσμῆσθαι καὶ πεπληρῶσθαι
4213939 συνθετου
. πάλιν δὲ λέγεται ἐξ οὗ καὶ τὸ ἐκ τοῦ συνθέτου , οἷον ἐκ τῆς ὕλης καὶ τῆς μορφῆς ,
τε τῆς λύπης καὶ τῆς ἡδονῆς κακίζεται . σώματος γὰρ συνθέτου ὥσπερ χυμοὶ ζέουσιν ἥ τε λύπη καὶ ἡ ἡδονή
4198415 τηλικοσδε
ξένε γέγονε μὲν γὰρ ἀμφὶ τὰ εἴκοσί που μάλιστα ἔτη τηλικόσδε ἐλάσας ἐς Τροίαν , ἁβρῷ δ ' ἰούλῳ βρύει
ὦ Μέλητε ; τοσοῦτον σὺ ἐμοῦ σοφώτερος εἶ τηλικούτου ὄντος τηλικόσδε ὤν , ὥστε σὺ μὲν ἔγνωκας ὅτι οἱ μὲν
4194531 ἐξωστρακισθη
τοῖς ἐνδόξοις τῶν πολιτῶν , μὴ τὴν δημοκρατίαν καταλύσαιεν . ἐξωστρακίσθη δὲ οὗτος οὐ διὰ δυνάμεως φόβον καὶ ἀξιώματος ,
κωλύει τὸν Ἀριστείδην χρηστὸν νομίζεσθαι , μηδ ' εἰ πολλάκις ἐξωστρακίσθη , τί λέγεις κατ ' ἐκείνων ὡς ἰσχυρὸν τὸ
4167848 μακαριος
ἔθος Ῥωμαίων Ῥωμαῖοι διαφυλάττοντες : ὃ οὐ μόνον διατετήρηκεν ὁ μακάριος ὑμῶν ἐπίσκοπος Σωτὴρ , ἀλλὰ καὶ ἐπηύξηκεν : ἐπιχορηγῶν
: Ἐὰν ᾖς νοήμων καὶ ποιήσῃς ὡς γέγραπται , ἔσῃ μακάριος : νικήσεις γὰρ μεθόδῳ πενίαν , τὴν ἀνίατον νόσον
4164736 φθαρτος
ἕνα εἶναι , ἀλλ ' ἔστι κατὰ μέρη γενητὸς καὶ φθαρτός , ὡς καὶ τὸ ὅλον σῶμα : εἰ δὲ
' ὅτι μερίζει τὴν ὄπα , τὸ δ ' ὅτι φθαρτός ἐστι , καὶ ἐξ ἄλλων ἄν τις ἴσως ἑπομένων
4156890 νοσωδης
, ὅτι καλὸν εἴη ὧδέ που , ἔφη : Ἀλλὰ νοσώδης ὁ τόπος . Σχολαστικὸς νοσῶν συνετάξατο τῷ ἰατρῷ ,
, ὅσον ἱκανόν ἐστιν τῷ τρεφομένῳ . κἂν μέν τις νοσώδης ὑποπίπτῃ διάθεσις , ταύτην δεῖ ἀκολούθως ἀνασκευάζειν , τοῦ
4156456 θεοβλαβης
διαφθαρήσεσθαι τῶν μόρων . οὕτω δ ' ἄρα παρεφρόνει καὶ θεοβλαβὴς ἦν ταῦτα πείθων ὑμᾶς , ὥστ ' οὐδ '
μέλλειν . ὁ δὲ Κέραμβος ὑπὸ μεγαλαυχίας ἐκ νεότητος οἷα θεοβλαβὴς ἀπελαύνειν μὲν ἐκ τῆς Ὄθρυος εἰς τὸ πεδίον οὐκ
4149966 προσδεομενος
ἂν ὥσπερ πτωχὸς περιέποιτο . ἀεὶ γάρ τοι προσαιτῶν καὶ προσδεόμενος ἢ φιλήματος ἢ ἄλλου τινὸς ψηλαφήματος παρακολουθεῖ . εἰ
' αὑτοῦ καὶ τῆς αὑτοῦ διανοίας , οὐθενὸς ἔξωθεν κόσμου προσδεόμενος οὐδὲ ἐπιθέτου τιμῆς οὐδὲ φαλάρων καὶ πτερῶν , ὥσπερ
4132143 ἀλλοδαπος
ἐὰν δὲ μηδέτερος τῶν φωστήρων βλέπῃ τὸν ὡροσκόπον ξένος καὶ ἀλλοδαπός ἐστιν ὁ κλέπτης . Τὴν δὲ τοῦ κλέπτου μορφὴν
τε φίλοι καὶ μώνυχες ἵπποι καὶ κύνες ἀγρευταὶ καὶ ξένος ἀλλοδαπός ; ἶσόν τοι πλουτέουσιν , ὅτωι πολὺς ἄργυρός ἐστι
4127695 ἰδιος
τὰ χρησιμώτατα ἐκλέγουσαν ἀφ ' ἑκατέρας , οὐδείς ἐστι χαρακτὴρ ἴδιος , ἀλλ ' ὡς ἂν οἱ μετιόντες αὐτὴν προαιρέσεως
, οἷον ἄρσεως ἢ βάσεως , ἢ ὅλου ποδός : ἴδιος δὲ ῥυθμοποιίας ὁ παραλλάσσων ταῦτα τὰ μεγέθη εἴτ '
4122300 ἀδουλος
ἴδετέ με , ἄοικός εἰμι , ἄπολις , ἀκτήμων , ἄδουλος : χαμαὶ κοιμῶμαι : οὐ γυνή , οὐ παιδία
φράσας ἀπῆλθεν ἐκ τῆς οἰκίας μόνος , ὦ γυναῖκες , ἄδουλος , ἄπορος , οὐδὲ τὴν ἐφήμερον ὁ δύστηνος ἐκ
4115374 περιπατουν
δὲ κατὰ τὸν χρόνον ἐκεῖνον βιβλιοθήκη τις ἦν ἔμψυχος καὶ περιπατοῦν μουσεῖον , καὶ κρίνειν γε τοὺς παλαιοὺς ἐπετέτακτο ,
: τὸ τρεφόμενον ὑπὸ τῆς τήτθης . Παιδάριον : τὸ περιπατοῦν , καὶ ἤδη τῆς λέξεως ἀντιλαμβανόμενον . Παιδίσκος :
4108237 ἐστερημενος
νοσερός : νωθὴς ὁ στερημένος τοῦ θέειν : νήστης ὁ ἐστερημένος σιτίων : νέπους ὁ ἐστερημένος ποδῶν . Εἰς νω
+ . ἄνηστις : παρὰ τὸ νῆστις ἄνηστις , ὁ ἐστερημένος τῶν σιτίων . . . . ἀνῆκεν : ἵημι
4097724 ἀποθνησκει
καὶ πυρετὸς λεπτὸς ἔχει καὶ τοῦ σώματος ἀκρασίη . Οὗτος ἀποθνήσκει τριταῖος ἢ πεμπταῖος : ἐς δὲ τὰς ἑπτὰ οὐκ
ἄνω τοῦ χρόνου ὅτι τὸ κύκνειον οὕτω καλούμενον ᾄσας εἶτα ἀποθνήσκει . τιμᾷ δὲ ἄρα αὐτὸν ἡ φύσις καὶ τῶν
4097695 ὁριστικος
. ἄλλως τε εἰ τῷ διαιρετικῷ ἐναντιοῦται , οὗτινος ὁ ὁριστικὸς χωρὶς οὐ δύναται ὁρίσαι , δῆλον ὅτι καὶ τῷ
ἐπειδὴ [ δὲ ] ἐκ τῆς διαιρετικῆς μεθόδου λαμβάνων ὁ ὁριστικὸς οὕτως ὁρίζεται , φησὶν οὖν ὅτι οὐ καλῶς ἐποιοῦντο
4094239 φθειρεται
τὸ μὴ ὄν . τὸ μὲν οὖν οὐκ ὂν οὐ φθείρεται : πάσχειν γάρ τι δεῖ τὸ φθειρόμενον . ἀλλ
' ἃς ὀλισθοῦσα , ἡνίκα ἀπὸ τῆς κρήνης ἐπανῄει , φθείρεται . καὶ τῷ ἀδελφῷ μηνύει τὸ γεγονός : ὁ
4087867 ψυχομενος
ἡ χρεία , ἡ εἱμαρμένη . δονακώδεος : ὑλώδους . ψυχόμενος : ψυχιζόμενος , τῷ ψυχρῷ βρεχόμενος . ἑλειονόμοι :
ὃν οὐκ ἔστιν ἀποθέσθαι , ὁ δὲ ἀπόθετος , ὁ ψυχόμενος καὶ ἡλιούμενος . περὶ φοίνικος ἐρεῖς ὄρθιος , ὑψηλός
4084801 ἀπολυεται
ἀμφιβολίαν πέσοι τι , ἧς καὶ τὰ λοιπὰ τῶν λέξεων ἀπολύεται διὰ τῶν συμφερομένωντὸ . ἄρα ἆ ἀπεκόπη διὰ τὸ
τῷ πράγματι ι στρατεύῃ εὐτυχῶς α οὐκ ἀθαρρῶν ἀγωνίζου β ἀπολύεται ὁ συνεχόμενος γ καταλλάσσῃ τῇ γυναικί δ ἱερατεύεις ἐκ
4081851 πονηρος
μᾶλλον πέφυκε τἀνθρώπῳ . Ὁ δ ' αὖ οὐ πάνυ πονηρὸς καθέστηκεν ἀπὸ τῆς τῶν χρωμάτων τεκμαιρομένων ἡμῶν οἰκειότητος .
ἔλυσε τοὺς νόμους : εἰ δ ' ἐκβαλεῖν ἀπάτην ἣν πονηρὸς ἄνθρωπος ἐνέθηκέ σοι , μένει μὲν Ἱεροκλῆς ἐν τῷ
4079111 προκοπτων
τέλειος τελείαν ἀπάθειαν αἰεὶ μελετᾷ . ἀλλ ' ὅ γε προκόπτων δεύτερος ὢν Ἀαρὼν μετριοπάθειαν , ὡς ἔφην , ἀσκεῖ
ἐν Κολλυτῷ ποτε Οἰνόμαον ὑποκρινόμενος κατέπεσεν . μετὰ ταῦτα δὲ προκόπτων τῇ ἡλικίᾳ ἐπὶ τὸ πολιτεύεσθαι καὶ τὰ κοινὰ πράττειν
4076844 ἀπολειπομενος
διέβαλλεν αὐτὸ ὡς μειρακιῶδες , ἵνα ὑπερεωρακὼς αὐτοῦ μᾶλλον ἢ ἀπολειπόμενος φαίνοιτοτὰ δὲ ἀμφὶ μελέτην ἐλλογιμώτατος : ἀσφαλὴς μὲν γὰρ
τὸ ἀλγεινὸν φεύγουσιν . ἄνθρωπος δὲ φύσει φρονήσεως μετέχων , ἀπολειπόμενος δὲ αὐτῆς διὰ φαυλότητα καὶ ῥᾳθυμίαν , δόξης καὶ
4069248 σῳζεται
μὲν ἐπίφθονον , ἥκιστα δὲ περιμάχητον , καὶ ἀφύλακτον ὂν σῴζεται καὶ ἀμελούμενον ἰσχυρότερον γίγνεται . Σὺ δὲ δή ,
; τί οὖν θαυμαστόν , εἰ καὶ ἄνθρωπος ὡσαύτως μὲν σῴζεται , ὡσαύτως δ ' ἀπόλλυται ; αὔξει δ '
4069063 ἀχρωματος
οὐρανοῦ : περὶ δὲ αὖ τῶν ἔξω τοῦ οὐρανοῦ εἶπεν ἀχρώματος ἀσχημάτιστος ἀναφὴς οὐσία ὄντως οὖσα : καὶ ἔτι ἀνωτέρω
παλαμναῖος ἀνελεύθερος ἀπότομος θηριώδης ἀνδραποδώδης δειλὸς ἀκόλαστος ἄκοσμος αἰσχρουργὸς αἰσχροπαθὴς ἀχρώματος ἄμετρος ἄπληστος ἀλαζὼν δοκησίσοφος αὐθάδης βάναυσος βάσκανος φιλεγκλήμων δύσερις
4067218 θνητος
, ὡς ὅσων ἂν πόλεων μὴ θεὸς ἀλλά τις ἄρχῃ θνητός , οὐκ ἔστιν κακῶν αὐτοῖς οὐδὲ πόνων ἀνάφυξις :
' , ἐγὼ δ ' ὔμμιν θεὸς ἄμβροτος , οὐκέτι θνητός καὶ ἤδη γάρ ποτ ' ἐγὼ γενόμην κόρη τε
4060372 πληττομενος
ἐν τοῖς κέρασι δὲ τοῖς κοίλοις ἀπειλημμένος ἀὴρ ἦχόν τινα πληττόμενος τῷ ἔξωθεν ἀέρι ποιεῖ προσκρούων . καὶ διὰ τοῦτό
; τί οὖν οὐκ ἐγκαλοῦμαι ταῖς πρὸ τῶν Τρωικῶν συμφοραῖς πληττόμενος ; ὑμεῖς δέ , ὦ πρὸς Διός , νέων
4055531 μενει
τὰ κατὰ Φωκέων , εἰπέ μοι , σωζόμενα ; οὐ μένει σοι τῶν χρημάτων ἡ κτῆσις ἀκέραιος , ἣν κατὰ
τινὲς φυτεύοντες ταυρείᾳ χολῇ τὰς ῥίζας χρίουσι , καὶ ἀβλαβῆ μένει τὰ οὕτω φυτευόμενα . Τινὲς δὲ τῆς πολυπρέμνου καλουμένης
4043813 διανοια
διανοίας , τουτέστι νοούσης , ἔσται διάνοια ὁ ὄγκος , διάνοια δὲ ὢν οὐκ ἔσται τὸ ζητοῦν ἀλλὰ τὸ ζητούμενον
ὃ αἱ προτάσεις συνεπέραναν , δόξα μετὰ λόγου λέγεται . διάνοια δέ ἐστιν ἡ τῶν καθόλου μετὰ λόγου γνῶσις :
4037790 παλιμφημον
παίδων ἀλλὰ μὴ τούτους κληρονομεῖν , τὸ μὲν ἀπευκτὸν καὶ παλίμφημον ἡσύχασεν , ἵνα μὴ πατὴρ καὶ μήτηρ προσοδεύεσθαι δοκῶσι
καὶ τὴν τῆς φύσεως ἀκολουθίαν αἰεὶ σκοπῶν οὐδὲν ᾠήθη χρῆναι παλίμφημον εἰσηγεῖσθαι : γονέων μὲν γὰρ εὐχαί , ζῶντας ἀπολιπεῖν
4036944 ἀνακλισεως
ὑπερέχοντος καὶ ὑπερεχομένου , καὶ αὖ ἕξεως καὶ διαθέσεως , ἀνακλίσεως , καθίσεως , στάσεως , καὶ αὖ πατρὸς υἱέος
φρουροίη καὶ ἄστρα βλέποι τις ὑπνῶν ; ἀλλ ' ἐπὶ ἀνακλίσεως ἁπλῶς εἴρηται , ἵν ' εἴη ὁ φύλαξ οὗτος
4035883 τελειουται
καί φησιν , ὅτι μὲν ἐπὶ ἀῤῥένων ἄχρι τριάκοντα ἡμερῶν τελειοῦται τὸ βρέφος , ἐπὶ δὲ θηλειῶν ἄχρι τεσσαράκοντα .
τῶν ἀνθρώπων , τελειοῦται , ὅσα δὲ οὒ , οὐ τελειοῦται . τοῦτο δὲ εἶπε διὰ τοὺς χρησμοὺς τοὺς κειμένους
4033665 φυσικου
ἀστρονομοῦντος ἔλαβε τὰς ἀρχάς , ὁ δὲ ἀστρονόμος παρὰ τοῦ φυσικοῦ , τὸν αὐτὸν τρόπον χρὴ καὶ τὸν γεωγράφον παρὰ
ἐπιθέσεως δὲ καὶ ἀντεπιθέσεως πειρατικῆς Γάδ , Ἀσὴρ δὲ τοῦ φυσικοῦ πλούτουμακαρισμὸς γὰρ ἑρμηνεύεται , ἐπειδὴ μακάριον κτῆμα νενόμισται πλοῦτος
4033037 καταβιβασθῃ
εἴρηται δὲ ἐκ μεταφορᾶς τοῦ σιδήρου . . ἤγουν ὅταν καταβιβασθῇ ἀπὸ τοῦ θρόνου καὶ τῆς βασιλείας . γράφεται ῥεχθῇ
ῥεχθῇ , ἀντὶ τοῦ πραχθῇ . . : Ἤγουν ὅταν καταβιβασθῇ ἀπὸ τοῦ θρόνου καὶ τῆς βασιλείας . . :
4032727 ὡρισμενος
κίνησις , πᾶσα κίνησις ἀτελής : οὐ γὰρ ἦν ἡμῖν ὡρισμένος ὁ κατηγορούμενος . πάλιν δὲ ὁ τοῦδέ τινος πρὸς
ὅτι πόρρω τοῦ παρόντος νῦν . Τὸ δὲ ποτὲ χρόνος ὡρισμένος ὑπὸ τοῦ παρόντος νῦν καὶ τοῦ προτέρου καὶ τοῦ
4027485 πνιγεται
στένει , καὶ ἀθυμέει μᾶλλον ἢ πρὶν φαγεῖν , καὶ πνίγεται , καὶ τὰ νεῦρα ἕλκεται , καὶ αἱ μῆτραι
καὶ δύσελπις μᾶλλον ἢ πρὶν φαγεῖν : πολλάκις δὲ καὶ πνίγεται . Ὁκόταν ὧδε ἔχῃ , φάρμακον πῖσαι κάτω ,
4027361 ὁλοκληρος
. ἀρτίκολλον : ὁλόκληρον . κόλλος γὰρ ὁ συντετελεσμένος καὶ ὁλόκληρος λόγος . ἢ ἀρτίκολλον τὸ ἄρτι κολληθὲν καὶ συντεθέν
, ὅτε καὶ εἰς τὸ ξύννομον ἄστρον ἀνάγεται ὑγιὴς καὶ ὁλόκληρος γενόμενος : ὑγιὴς μὲν τῇ τῶν παθῶν ὡς νοσημάτων
4023001 ἐτυμος
ἀλαλκομένη καὶ Ἀλαλκομενηΐς ἐν διπλασιασμῷ , ὡς ἀτηρός ἀταρτηρός , ἔτυμος ἐτήτυμος , ἀτάλλειν καὶ ἀτιτάλλειν . ἢ ἀπὸ Ἀλαλκομενέως
. . . . ἀταρτηροῖς : παρὰ , ἀταρτηρός ὡς ἔτυμος ἐτήτυμος ' . . . . ἀταρπός : σημαίνει
4020158 ἠρχθαι
μὴ ξυνεχέως τοιαύτας νούσους ποιέει διὰ τὸ μὴ ἐν ὥρῃ ἦρχθαι , ἀλλὰ ἀνώμαλα γίνεται : διόπερ καὶ αἱ ὧραι
ἀπέστη καὶ εἰ μετεωρισθῇ : μὴ πιέζειν δὲ καὶ μὴ ἦρχθαι μὲν ἐκ τοῦ ὑγιέος , τελευτῆσαι δ ' εἰς
4019393 νοων
ἰδεῖν . Νοήσας δὲ αὐτὸς πολὺς γίνεται , νοητός , νοῶν , κινούμενος καὶ ὅσα ἄλλα προσήκει νῷ . Πρὸς
ὡς ἐν τόπῳ τις τιθεῖτο τὸ τοιοῦτον , τὸν τόπον νοῶν ἢ πέρας σώματος τοῦ περιέχοντος καθὸ περιέχει , ἢ
4018630 ἐκκοπεις
οὖν αὐτὸν εἶναι τὸν Φινέα ὃς ὑπὸ Ἡλίου τοὺς ὀφθαλμοὺς ἐκκοπεὶς εἰς ἀσπάλακα μετεβλήθη , ζῷον οὐδ ' ὅλως τὸν
εἰς χρήματα ζημιωθεὶς οὐδὲ στρατιώτας ἀφαιρεθείς , ἀλλ ' αὐτὸν ἐκκοπεὶς τὸν ἕτερον τῶν ὀφθαλμῶν , νέου τινὸς ξύλῳ πατάξαντος
4018361 συνισταμενος
ἐστὶν ἀποστηματώδης ἐκ παχέων χυμῶν , ἐν τοῖς σαρκώδεσι τόποις συνιστάμενος , ἐπιεικὴς μὲν ὑπάρχων , ὅτε ἐν αὐτῷ μόνῳ
τὸ πᾶν ἐστιν ὁ ἀήρ , καὶ οὗτος πυκνούμενος καὶ συνιστάμενος ὕδωρ καὶ γῆ γίνεται , ἀραιούμενος δὲ καὶ διαχεόμενος
4018030 ἐφημερος
εἰπόντος Εὐριπίδου ὁ δ ' ὄλβος οὐ βέβαιος ἀλλ ' ἐφήμερος καὶ ὅτι μικρὰ τὰ σφάλλοντα , καὶ μί '
ἀπολλύς , σπαθῶν τὴν οὐσίαν , κατακυβεύων , καταπορνοκοπῶν , ἐφήμερος τῷ βίῳ . ἐπιρρήματα δ ' ἀφειδῶς , ἀταμιεύτως
4016537 γυμνουται
ἐκ τῆς συγγενείας σου „ . καὶ ὁ Ἰσαὰκ οὐ γυμνοῦται μέν , ἀεὶ δὲ γυμνός ἐστι καὶ ἀσώματος :
καταβέβηκεν ὁ ἄθλιος χρυσὸς ἅπαν , εἴ τι τοῦ σφυροῦ γυμνοῦται , περισφίγγων . ἄξιον δ ' ἦν σιδήρῳ τὰ
4015610 τοιοσδε
τι ἄλλο κώλυμα γένηται πρὸς τῶν ὑπάτων . ἦν δὲ τοιόσδε ὁ νόμος : Δημάρχου γνώμην ἀγορεύοντος ἐν δήμῳ μηδεὶς
τοῦ Αἴαντος θανάτῳ , ὁ Ἀγαπήνωρ δὲ ὁ τοιόσδε καὶ τοιόσδε ἐλθὼν εἰς τὴν Κύπρον χαλκωρυχήσει , οὗ τὸν πατέρα
4008065 καταβολῃ
/ ἐν ἀντιδόσει οὐσίας οὔτε ἐν ἀπογραφῇ τέλους οὔτε ἐν καταβολῇ φόρου ὁ τῶν δύο δούλων ἀριθμός . Ὁ δὲ
τιμήσαντες αὐτῷ . καὶ ἀνεπέμφθη γε εἰς τὴν Ἀσίαν ἐπὶ καταβολῇ τῶν χρημάτων , καὶ ὅσα μὲν ἔπασχεν ὑπὲρ πᾶσάν
4007893 δραπετευσας
Ταύρῳ κρύπτεται οἴκῳ ἀνδρὸς πλουσίου καὶ δύσκολον τὴν εὕρεσιν ὁ δραπετεύσας ἔχει . ἐν δὲ Διδύμοις ὁ φυγὼν εἴσω τῆς
ἠξιοῦτο ὡς ἐν ἄθλοις ἀρετῆς : νυνὶ δὲ ἀπαυθαδισάμενος καὶ δραπετεύσας τῆς καλῆς ἐπιστασίας αὑτῷ τε καὶ τοῖς ἀπογόνοις μεγάλων
4006075 προταθεντος
συμπέρασμα , τὸ πλουτήσειν τοῦτον , οὐκ ἐκ τῆς τοῦ προταθέντος λόγου δυνάμεως κατασκευασθέν , ἀλλὰ τῷ πιστεύειν τῇ τοῦ
τἀληθοῦς , ὃ καλεῖται θεωρητικόν , τὸ δὲ ποριστικὸν τοῦ προταθέντος [ λέγειν ] , ὃ καλεῖται προβληματικόν . ἐπὶ
4004264 ταπεινος
νοῦν δὲ ταπεινόν , ὡς ἔχει τὰ τοῦ Λυκόφρονος : ταπεινὸς δὲ ὁ νοῦν μὲν ἔχων ὑψηλόν , λέξεις δὲ
ἤθη πρὸς ἀπόνοιαν ἀποθηριοῦται : πᾶς γὰρ ὁ τῇ τύχῃ ταπεινὸς τοῦ μὲν καλοῦ καὶ τῆς δόξης ἑκουσίως ἐκχωρεῖ τοῖς
4002048 μεμορφωμενον
Εἶδος . εἶδος καὶ μορφὴ αἰσθητῶς : τὸ εἰδόμενον καὶ μεμορφωμένον , ἀοράτου τῆς ἀρχῆς ὑπαρχούσης , τουτέστι τῆς ὕλης
ἀστέρος : τὸ μὲν γάρ ἐστιν εἴδωλον ἐκ πολλῶν ἀστέρων μεμορφωμένον , τὸ δὲ κατὰ μίαν γραφὴν περιοριζόμενον . Φέρεται
3997534 φρουδος
διόπων στρατιᾶς οἷα πεπόνθαμεν , οἷά τις ἡμᾶς δράσας ἀφανῆ φροῦδος , φανερὸν Θρηιξὶν πένθος τολυπεύσας ; κακὸν κυρεῖν τι
υἱὸν ἡ δύστηνος ὧδ ' ὀλωλότα , ἀλλ ' ἐγγελῶσα φροῦδος ; Ὢ τάλαιν ' ἐγώ : Ὀρέστα φίλταθ '
3994371 Δαμωνι
καὶ Πυθοκλείδηι καὶ Ἀναξαγόραι : καὶ νῦν ἔτι τηλικοῦτος ὢν Δάμωνι σύνεστιν αὐτοῦ τούτου ἕνεκα . . . . .
καλουμένης καὶ ἐς ἡμᾶς ἔτι Φωκίδος , οἳ Φιλογένει καὶ Δάμωνι ὁμοῦ τοῖς Ἀθηναίοις διέβησαν ἐς τὴν Ἀσίαν . τὴν
3994017 ἀκαμπης
προέφερον , ἀνακόπτοντα αὐτοὺς τοῦ ἐγχειρήματος . σιδηρόφρων γὰρ καὶ ἀκαμπὴς καὶ σκληρὸς θυμὸς αὐτῶν ἔπνει ἀναπτόμενος τῇ ἀνδρείᾳ ,
. καὶ ὁ φλοιὸς τῆς μὲν ἄρρενος παχύτερος καὶ περιαιρεθεὶς ἀκαμπὴς διὰ τὴν σκληρότητα , τῆς δὲ θηλείας λεπτότερος καὶ
3988512 ἀρθρου
ὅτι τινὲς τῶν νεωτέρων ἀνέγνωσαν χωρὶς τὸ ο , ὡς ἄρθρου ὄντος , εἶτα Ἰλῆος . Ὁ δὲ Ὅμηρος σὺν
καὶ ἐπιμόνου τρίψεωϲ μετὰ τοῦ ἀποπειρᾶϲθαι καὶ τῆϲ τοῦ πεπονθότοϲ ἄρθρου κάμψεώϲ τε καὶ ἐκτάϲεωϲ . Χαλᾶται τὰ ἄρθρα πολλάκιϲ
3988364 συνδεσμου
καὶ ἐργῶδες ἐν τοῖς ἐπιλογισμοῖς , κινουμένων καὶ τοῦ ἀναβιβάζοντος συνδέσμου καὶ τοῦ καταβιβάζοντος εἰς τὰ προηγούμενα τῶν ζῳδίων .
. ἔοικα δὲ τὰ μεταξὺ παρατρέχειν : ὑπὸ γὰρ τοῦ συνδέσμου τὰς συμβολὰς ὄχναι καὶ ῥοιαὶ καὶ μηλέαι ἀγλαόκαρποι ,
3986686 ποιητικου
ἐκ τῶν παρὰ Σώφρονι Ἴσθμια Θεωμένων καὶ κεχωρισμένον ἐστὶ τοῦ ποιητικοῦ προσώπου . ἔθος δὲ εἶχον οἱ κατ ' Ἀλεξάνδρειαν
ποιοῦν εἶναι τὸ μάλιστα αἴτιον , καὶ τὸ ποιοῦν τοῦ ποιητικοῦ αἰτίου ὀνόματι διαφέρει μόνον . ὅσα οὖν τὰ ποιοῦντα
3986314 μοριου
Δίδυμος ἔφη , καὶ παραλαμβάνει αὐτὸ παρὰ τὸ ἔτης μετὰ μορίου τοῦ ὦ κλητικοῦ . Πρὸς ὅν φησι Τρύφων ,
ἀπὸ μελαίνης χολῆς , αὖαι δὲ ἀπὸ λιγνύος καὶ μητρῴου μορίου , λευκαὶ δὲ ἀπὸ φλέγματος . Σημειώσεις τινὰς θέλει
3978448 ἐμψυχος
καὶ τὸ μὲν Α οὐσία , τὸ δὲ Β οὐσία ἔμψυχος αἰσθητική , τὸ δὲ Γ ζῷον . οὐ δὴ
ἐξ αὐτῶν . οἷον εἰ τὸ μὲν Α εἴη οὐσία ἔμψυχος αἰσθητική , ὁρισμὸς ὂν τοῦ ζῴου , τὸ δὲ
3974562 ἐλευσεται
μὴ φοβοῦ Ϛ κερδανεῖς ἀπὸ τοῦ πράγματος πολύ ζ οὐκ ἐλεύσεται ὁ ἀπόδημος : οὐ γὰρ ζῇ η λήψῃ τὸ
τοῦ Β παρὰ τὴν ΠΟ ἀγομένη διὰ μόνου τοῦ Κ ἐλεύσεται : δι ' ἀμφοτέρων ἄρα . Τῶν αὐτῶν ὄντων
3969127 κυριου
: ὁμοίως θέμις θέμιδος τὸ προσηγορικὸν ἠκολούθησε τῇ κλίσει τοῦ κυρίου : οὕτως οὖν τὰ εἰς δων ἐπὶ πόλεων δύο
διὰ τοῦ Ἡλίου εἴτε διά τινος τῶν συνδέσμων , τοῦ κυρίου αὐτοῦ μὴ ἐφορῶντος αὐτόν , δηλοῖ βλάβας μεγίστας ἐν
3966358 σωζεται
δὲ αὐξηθεὶς καταλύσει τοὺς ἄλλους βασιλεῖς , δι ' οὓς σώζεται Χερρόνησος . ὡς δ ' ἂν καὶ ἐξ αὐτῶν
τὴν μάχαιραν , ὑπὸ τῶν Κενταύρων καταληφθεὶς ἔμελλεν ἀπόλλυσθαι , σώζεται δὲ ὑπὸ Χείρωνος : οὗτος καὶ τὴν μάχαιραν αὐτοῦ
3964265 φονευς
τοὐμὸν ἀμπτυχαί τ ' ἐλεύθεροι , ἐπεὶ πατρὸς πέπτωκεν Αἴγισθος φονεύς . φέρ ' , οἷα δὴ ' χω καὶ
Λυδοὶ φέροντες τὸν νεκρόν , ὄπισθε δὲ εἵπετό οἱ ὁ φονεύς . Στὰς δὲ οὗτος πρὸ τοῦ νεκροῦ παρεδίδου ἑωυτὸν
3963504 αἰσθητου
ἀφεστηκυίας , καὶ ἐπεὶ διάφοροι πρὸς τὰ αὐτὰ σημεῖα τοῦ αἰσθητοῦ αἱ γωνίαι γίνονται , εἰκότως καὶ δύο αἱ κρίσεις
, ἀλλὰ διὰ τὸ ἐνυλότερον καὶ τοῦ αἰσθητηρίου καὶ τοῦ αἰσθητοῦ ἐν τούτοις εἴδους σφοδρότερον καὶ διὰ τοῦτο ἐναργέστερόν τε
3959733 ἐπιδηλος
νουσημάτων κρίνεται ἐν τεσσαρεσκαίδεκα ἡμέρῃσιν . Τῶν ἑπτὰ ἡ τετάρτη ἐπίδηλος : ἑτέρης ἑβδομάδος ἡ ὀγδόη ἀρχὴ , θεωρητὴ δὲ
ἐπὶ τὸ θερμότερον διατεθέντος ἀλλοίωσιν γεγονότων , δικαίως οὐδὲ πάνυ ἐπίδηλος ἐν τοῖς οὔροις γίνεται ἀλλοίωσις . Ἀπὸ μὲν τῶν

Back