οὐχὶ λιμὸν ἐπακολουθῆσαι τῷ δίψει αὐτῶν : καὶ ὅτι οὐ μεσοῦντος θέρους χρὴ ἀροῦν , ἢ οὐκ ἄν τι ὄφελος
τούτων λέγει , καὶ ὅτι δεῖ ὕδωρ ἐκ Διὸς γενέσθαι μεσοῦντος ἤδη ἔαρος . ἡνίκα ὁ κόκκυξ ᾄδειν ἄρχεται καὶ
7271199 ἀρχομενου
πυθμένι φειδὼ πρὸς ἀπόλαυσιν τῶν κατὰ καιρῶν . προτροπή . ἀρχομένου δὲ πίθου : ἵνα ἀκριβὴς ᾖ ἡ παραίνεσις καὶ
ὁ βασιλεὺς ὑπεδέξατο καὶ δωρεαῖς μεγάλαις τετίμηκεν . Ἦρος δὲ ἀρχομένου κατὰ τῶν Τούρκων ἐστράτευσεν ἐπαγόμενος ξὺν αὐτῷ τὸν Χρυσόσκουλον
7062645 ἀκμαζοντος
ἑστιᾶσθαι . δάφναι τε ἦσαν πολλαί , φυτοῦ διὰ τέλους ἀκμάζοντος ἡδεῖαι προσιδεῖν κόμαι : ἄμπελοι δὲ πάνυ σφόδρα εὐθενούντων
, καὶ νέου ἔτους , καὶ μεσοῦντος τοῦ ἔτους καὶ ἀκμάζοντος καὶ παυομένου καὶ λήγοντος . καὶ αἱ ὧραι ,
6996694 φθινοπωρου
δὲ ἐγεννήθη ἀπὸ τοῦ θέρους , ἀπεκλείσθη δὲ ἀπὸ τοῦ φθινοπώρου . ὅθεν τὸ φθινόπωρον τὰ μὲν δι ' ἑαυτοῦ
μηκώνιον ξυλλέγων ταμιεύου , καὶ θεράπευε . Ἐν Θάσῳ , φθινοπώρου περὶ ἰσημερίην καὶ ὑπὸ πληϊάδα , ὕδατα πουλλὰ ,
6949296 χειμωνος
βαθέων φρεάτων γίνεσθαι : κατὰ μὲν γὰρ τὴν ἀκμὴν τοῦ χειμῶνος ἥκιστα τὸ ὕδωρ ἐν αὐτοῖς ὑπάρχειν ψυχρόν , κατὰ
ἔπλει τῷ τῆς τραπέζης ἱστίῳ θέρους πρὸς τὰ ψυχρότερα , χειμῶνος δὲ πρὸς τὰ θερμότερα πλέων : ὥστε πανταχόθεν αὐτοῦ
6875883 ἐπιγιγνομενου
* * * τοῖς ἡδίστοις παρεξετάζεσθαι : Τοῦ δ ' ἐπιγιγνομένου θέρους οἱ Πελοποννήσιοι καὶ οἱ ξύμμαχοι ἐς μὲν τὴν
ἑκάστης γὰρ πόλεως Ἀκαρνανίας ἀπέστειλαν τοὺς ἐκεῖσε οἰκήσοντας τοῦδ ' ἐπιγιγνομένου χειμῶνος . . . : μετάβασις Ἠιόνι : Ἠιών
6809559 θερους
τῇ νήσῳ : τῇ Σφακτηρίᾳ . τοῦ δ ' αὐτοῦ θέρους . . . : μετάβασις ἐκεχειρία : διάλειψις τοῦ
κατῄει : βουκολῶν δὲ κατὰ τὴν Αἴτνην χείματός τε καὶ θέρους ἠγραύλει . τούτου λέγουσιν Ἐχεναΐδα νύμφην ἐρασθεῖσαν παρακελεύσασθαι αὐτῷ
6699127 ἠρος
Πολυδεύκεα Πολυδεύκη , τείχεα τείχη , βέλεα βέλητὸ γὰρ ἔαρος ἦρος καὶ κέαρος κῆρος διὰ τὸ εἶναι φύσει μακρὰν πρὸ
θάλασσαν , εἰ μὴ μόνος ἐκεῖνος . Στεφανηφόρου μετ ' ἦρος μέλομαι ῥόδον τέρεινον † σὺνεταιρεῖ ἀύξει † μέλπειν .
6569802 ἐαρος
σύναις : ὠς γὰρ ὀΐγοντ ? [ ] ? ' ἔαρος πύλαι ? [ [ ἀμβροσίας ] ? ὀσδόμενοιαις ?
ξένη καὶ ἡ ψυχὴ τοῦ σώματος καὶ ἡ ἀηδὼν τοῦ ἔαρος καὶ ἡ χελιδὼν τῆς οἰκίας καὶ ὁ Γανυμήδης τοῦ
6567475 μετοπωρου
ψυκτικὴν μήτε ὑγραντικήν , τοῦ δ ' ἔαρος καὶ τοῦ μετοπώρου μέσον τι ἔχουσαν . τοῖς μὲν οὖν εὐόγκως βουλομένοις
: τῇ μὲν ὄψει καλὸν τὸ ἄνθος ἄοσμον δέ . μετοπώρου δὲ τὸ λείριον τὸ ἕτερον καὶ ὁ κρόκος ,
6009837 μηνιαιου
κα . ἐπειδὴ δὲ καὶ ἐν τῷ ἡμίσει τοῦ μέσου μηνιαίου χρόνου ἡμέραι μὲν περιέχονται ιδ με νε ἔγγιστα ,
ιβ νε . αὗται δὲ μεριζόμεναι παρὰ τὰς τοῦ μέσου μηνιαίου χρόνου τῆς σελήνης ἡμέρας κθ λα ν η ἔγγιστα
5993438 Βισαλτιαν
πρώιον καρπόν . Θεόπομπος ἱστορεῖ κατὰ τὴν Φιλίππου ἀρχὴν περὶ Βισαλτίαν καὶ Ἀμφίπολιν ἔαρος μέσου ὄντος τὰς μὲν συκὰς σῦκα
τετάρτηι τῶν Ἱστοριῶν κατὰ τὴν Φιλίππου φησὶν ἀρχὴν περὶ τὴν Βισαλτίαν καὶ Ἀμφίπολιν καὶ Γραιστωνίαν τῆς Μακεδονίας ἔαρος μεσοῦντος τὰς
5980068 ἐπιοντος
τέμνοντες οἷον ἐν κήποις ὀχετούς , ἵνα ὥσπερ ἐκ νάματος ἐπιόντος ἄρδοιτο . καὶ πρῶτον μὲν ὀχετοὺς κρυφαίους ὑπὸ τὴν
οὕς τ ' ὀλοοῖο πυρὸς καταδάμνατ ' ἀυτμὴ ῥηιδίως , ἐπιόντος ὀπωρινοῦ Βορέαο : ὣς τοῦ ἐπεσσυμένοιο κατηρείποντο φάλαγγες .
5951310 ἑσπερα
ἐπὶ τῷ κωλῦσαι δηλονότι ὀψέ : οὐ λέγει ὅτι ἦν ἑσπέρα , ἀλλ ' ὡς ὥρα ἐνάτη ἢ δεκάτη :
ὅσα ἐποίησεν , καὶ ἰδοὺ καλὰ λίαν . καὶ ἐγένετο ἑσπέρα καὶ ἐγένετο πρωΐ , ἡμέρα ἕκτη . καὶ συνετελέσθησαν
5930573 ληξαντος
φίλους ἐμβιβάσαι . . Γενομένου δὲ τοῦ κατακλυσμοῦ καὶ εὐθέως λήξαντος , τῶν ὀρνέων τινὰ τὸν Ξίσουθρον ἀφιέναι . Τὰ
τοῦ θέρους , διὸ καὶ ἐπήγαγε τετραμμένου εἴαρος , τουτέστι λήξαντος . θεῖος ἄωτος : τὸ θεῖον ἀπάνθισμα τῶν ἡρώων
5883531 Ζευξιδαμου
καὶ οὐ πεφευγότος πω τελευτᾷ νόσῳ , Ἀρχίδαμος δὲ ὁ Ζευξιδάμου μετὰ Λεωτυχίδην ἀπελθόντα ἐς Τεγέαν ἔσχε τὴν ἀρχήν .
δ ' ἐπὶ Πλάταιαν : ἡγεῖτο δ ' Ἀρχίδαμος ὁ Ζευξιδάμου Λακεδαιμονίων βασιλεύς : καὶ καθίσας τὸν στρατὸν ἔμελλε δῃώσειν
5861035 ἱσταμενου
καὶ τριακονθήμερον καὶ ἑξάμηνον . τὰ δὲ μέρη τοῦ ἔτους ἱσταμένου τοῦ ἔτους , καὶ πάλιν πρωῒ τοῦ ἔτους ,
σελήνης ἀριθμούμενος μὴν ἔχει . οἱ . . . δευτέρα ἱσταμένου καὶ καθεξῆς οὕτως μέχρι τῶν δέκα : εἶτα μία
5792556 ἀνισχουσιν
Ἕλληνα κλητέον . καὶ δὴ δύ ' αὗται λαμπάδες ῥητορικῆς ἀνίσχουσιν , ἡ μὲν τὴν Εὐρώπην , ἡ δὲ καταλάμπουσα
' ἐννάτης λέγω δὴ ἕως τρισκαιδεκάτης Ἀρκτοῦρος καὶ Παρθένος τε ἀνίσχουσιν ὁμοίως τεσσαρεσκαιδεκάτῃ τε Ἵππος Πλειάς τ ' ἀνίσχει .
5753584 ἠρι
Συρακουσίων . ὁ δέ : ὁ Γύλιππος ἅμα δὲ τῷ ἦρι . . . : ἀρχὴ τοῦ ιηʹ ἔτους τοῦ
, ὃν καὶ πατριάρχην τῶν ἀνατολικῶν μερῶν κατέστησεν , ἅμα ἦρι ἐκπέμπει . καὶ ὃς ἀναχθεὶς ἐξ Ἰταλίας ἀφικνεῖται ἐς
5736733 ἐαρ
τῆς μουσικῆς , φησί . οὔτε γὰρ ὕπνος οὔτ ' ἔαρ ἐξαπίνας γλυκερώτερον : οὔτε ὁ ὕπνος ἡμῖν γλυκύτερος οὔτε
φέρει ὑγρὴ καὶ θερμή : τοιόνδε τὸ ὑγρὸν καὶ θερμὸν ἔαρ : δεύτερον τὸ θέροϲ , μετόπωρον ἧϲϲον , χειμὼν
5714292 Βηχες
παροξυσμοῦ : ἡ δὲ ἐπιοῦσα , εὐφορωτέρη ὡς ἐπιτοπουλύ . Βῆχες ξηραὶ , βραχὺ ἐρεθίζουσαι , ἀπὸ πυρετοῦ πυρικαέος ,
, ὀδυνώδης , ἐν τῇ τετάρτῃ ἢ τῇ πέμπτῃ . Βῆχες ἤρξαντο περὶ ἡλίου τροπὰς τὰς χειμερινὰς ἢ πέμπτῃ καὶ
5713791 ἐπιγενομενου
τῷ φρουρίῳ καὶ πειρᾶσαι , εἰ δύναιτο , πνεύματος ἐπιφόρου ἐπιγενομένου καταφλέξαι αὐτό . κελεύει τοίνυν φακέλους ὕλης παντοδαπῆς ,
κρισίμῃσι : καὶ ἐὰν , ἐκλελοιπότος τοῦ πυρετοῦ καὶ ἱδρῶτος ἐπιγενομένου , πυῤῥὸν οὖρον οὐρήσῃ , λευκὴν ὑπόστασιν ἔχον ,
5710806 θερος
. παραινεῖν ἕτοιμον , ἃ ποιεῖν ἀπορώτερον . ἔλαφον τὸ θέρος ἐπὶ ναμάτων ἐκόμιζε χρείαν . ἀφικόμενος δὲ καὶ παραστὰς
κοῖλα πάντα εἶναι κατὰ μὲν χειμῶνα θερμότατα , κατὰ δὲ θέρος ψυχρότατα : διὰ τοῦτο καὶ τὰ ἐπιπολῆς πάντα συμμεταβάλλει
5690550 ἐτησιαι
. διὰ τί μετὰ ἡμέρας ἑβδομήκοντα τῶν χειμερινῶν τροπῶν οἱ ἐτησίαι νότοι οἱ καλούμενοι ὀρνιθίαι πνέουσι ; ἢ μάλιστα φαίνεται
δὲ καὶ τοὺς σικύους καὶ τὰς κολοκύντας , ὅταν οἱ ἐτησίαι πνεύσωσι , σκάλλοντες κονιορτοῦσι καὶ οὕτω γλυκυτέρους καὶ ἁπαλωτέρους
5683855 τρυγητου
δικέλλης τραυματισθεισῶν ἀμπέλων . μγʹ . πῶς δυνατὸν πρὸ τοῦ τρυγητοῦ προκαταμανθάνειν τὴν ἐσομένην πολυοινίαν ἢ καλλιοινίαν ἢ κακοοινίαν .
ἵνα ᾖ ἐλλεῖπον τὸ μίμνειν , καὶ γίνεται ἀντὶ τοῦ τρυγητοῦ , τουτέστιν ἡ ξηρασία τῆς λίμνης . * πυθμένι
5682908 μετοπωρον
τοιαύτη . Φυλλοβολεῖ δὲ πάντα τοῦ μετοπώρου καὶ μετὰ τὸ μετόπωρον , πλὴν τὸ μὲν θᾶττον τὸ δὲ βραδύτερον ὥστε
δὲ τὸ θέρος αὐχμηρὸν γένηται καὶ βόρειον , τὸ δὲ μετόπωρον ἔπομβρον καὶ νότιον , κεφαλαλγίας ἐς τὸν χειμῶνα καὶ
5675527 ὑπεφαινεν
τοὺς ἄνδρας τοῦ πατρὸς οὐκ ἔλαττον . ὡς δὲ ἕως ὑπέφαινεν καὶ ἀνεῴγνυντο θύραι , καὶ πρὸς ἔργα ἐχώρουν ἄνθρωποι
αὐτοῦ ἐποιεῖτο . παρασκευασάμενος οὖν χειμῶνος καλῶς , ἐπειδὴ ἔαρ ὑπέφαινεν ἤδη , ἄρας ἐκ τῆς Ἀδριανοῦ παντὶ τῷ στρατῷ
5667938 ἐξηκοντος
φιλοτιμηθεὶς πρὸ τῆς πατρίδος ἀποθανεῖν κατελύθη , Σέξστος δὲ Καῖσαρ ἐξήκοντος αὐτῷ τοῦ χρόνου τῆς ἀρχῆς ἀνθύπατος ὑπὸ τῆς βουλῆς
ἀρχὰς καὶ πλοῦτον | καὶ σῶμα αὐτό , πάλιν αὖ ἐξήκοντος τοῦ χρόνου ἀπαιτήσαιεν | , ἀγανακτήσομεν καὶ πρὸς τὸν
5663097 ἐπνευσαν
ἐπινέφελον : θέρος οὐ λίην καυματῶδες ἐγένετο : ἐτησίαι ξυνεχέες ἔπνευσαν : ταχὺ δὲ περὶ ἀρκτοῦρον , ἐν βορείοισι πουλλὰ
, ἦν ὅσον ψεκάς : καὶ οἱ ἐτησίαι οὐ κάρτα ἔπνευσαν , καὶ οἱ πνεύσαντες διεσπασμένως . Τοῦ θέρεος καῦσοι
5658936 παυομενου
γάλακτι καὶ τοῖϲ πρὸϲ φλυκταίναϲ καὶ ἕλκη κολλυρίοιϲ χρώμεθα : παυομένου δὲ ἐν τῷ χρόνῳ τοῦ ῥεύματοϲ , μεταβαίνομεν ἐπὶ
λεγομένου , ἔτι τὰς εὐθύνας τῆς προτέρας στρατηγίας ὀφείλων . παυομένου δὲ τοῦ πολέμου καὶ Ἄννωνος ἐπὶ διαβολαῖς ἐς Καρχηδόνα
5641316 δειλης
Ἀθηναῖοι ἀνταναγαγόμενοι ἐναυμάχησαν περὶ Ἄβυδον κατὰ τὴν ᾐόνα , μέχρι δείλης ἐξ ἑωθινοῦ . καὶ τὰ μὲν νικώντων , τὰ
νέφη . Ὁ δὲ ζέφυρος λειότατος τῶν ἀνέμων καὶ πνεῖ δείλης καὶ ἐπὶ τὴν γῆν καὶ ψυχρὸς , τῶν ἐνιαυσίων
5624146 χειμωνα
δριμύτητα τοῦ ἀλλαντοπώλου . πρὸ χελιδόνων ] ἤτοι κατὰ τὸν χειμῶνα . εἰς τὰ κόχωνα : κοχώνη τόπος ὑπὸ τὸ
θέρος ποιεῖν , ἐκ δὲ τοῦ σκοτεινοῦ τὸ ὑγρὸν πλεονάζον χειμῶνα ἀπεργάζεσθαι . ἀκολούθως δὲ τούτοις καὶ περὶ τῶν ἄλλων
5624097 σφοδρου
τὴν τῶν ἀνθρώπων . χειμῶνος γὰρ ὄντος ἄλλως τε καὶ σφοδροῦ τρέφειν ἀπὸ τῆς χώρας οὐκ ἔστι τὰ θρέμματα .
δὲ ἡ ἀνία καὶ ὁ ἰός . ἐνδεικτικὸν δὲ τοῦ σφοδροῦ δήγματος τὸ βούβρωστις , ὡσανεὶ λέγει , τοιαύτη δὲ
5615757 πνεουσιν
τοῖς ἀνεπιπλήκτοις ; λιπῶσιν , εὐρύνονται , πιαίνονται , λαμπρὸν πνέουσιν : εἶτα αἴρονται τὰ ἀσεβείας , οἱ πανάθλιοι καὶ
, Κύπρι , τὰ σὰ μὴ φέρουσα κέντρα . Γάμιαι πνέουσιν αὖραι , μέλος ὀργάνων δονεῖται , τάχα παστὸν Ἀφροδίτῃ
5614369 Ἐκβατανα
κατασημηνάμενον τὸ γραμμάτιον πέμψαι παρὰ τὸν Ἀπολλόδωρον ἐκ Βαβυλῶνος εἰς Ἐκβάτανα , δηλοῦντα μηδέν τι δεδιέναι Ἡφαιστίωνα : ἔσεσθαι γὰρ
τῆς βασιλικῆς ἴλης ἡγεμόνι ἐπέστειλεν , ἐπειδὰν ἐκ Σούσων εἰς Ἐκβάτανα ἀφίκηται , κατελέλειπτο γὰρ ἐν Σούσοις ἀρρωστῶν , ἀναλαβόντα
5607822 ἀρκτουρου
, προσαγορευόμενον Μυτιστράτιον : πλησίον δὲ εἶναι τὴν ἀπὸ μὲν ἀρκτούρου μέχρι πλειάδος ἀναβάλλουσαν οὐδενὸς χεῖρον τῶν ἄλλων ὑδάτων ,
ἀκρόνυχοι ὅταν ἅμα δυομένῳ ἀνατέλλῃ . Αἱ μὲν οὖν τοῦ ἀρκτούρου λεγόμεναι ἀνατολαὶ ἀμφοτέρως συμβαίνουσιν : ἡ μὲν γὰρ τοῦ
5602497 χειμερινας
Εὐκτήμονι Ϙʹ , Καλλίππωι Ϙβʹ . Ἀπὸ ἰσημερίας μεθοπωρινῆς ἐπὶ χειμερινὰς τροπὰς Εὐδόξωι ἡμέραι Ϙβʹ , Δημοκρίτωι ἡμέραι Ϙαʹ ,
καὶ ἡ ἡμέρα αὐτοῖς ἔσται τριάκοντα ἡμερῶν , κατὰ δὲ χειμερινὰς τροπὰς τὸν συνάμφω χρόνον νυκτὸς καὶ ἡμέρας ὑπὸ τὸν
5588322 μετοπωρινην
ἑξῆς ἔτει , πρώτωι δὲ μετὰ τὴν ἅλωσιν ὑπὸ τὴν μετοπωρινὴν ἰσημερίαν ἄραντες οἱ Τρῶες ἐκ τῆς γῆς περαιοῦνται τὸν
δὲ ἰδίως τῇ τοῦ Νείλου ἀναβάσει , κατὰ δὲ τὴν μετοπωρινὴν ἰσημερίαν τῷ σπόρῳ , κατὰ δὲ τὴν χειμερινὴν τροπὴν
5573005 τελευτωντος
αὐτῷ μᾶλλον καὶ δυναστεύει τὸ τῆς παλαιᾶς ἀναρμοστίας πάθος , τελευτῶντος δὲ ἐξανθεῖ τοῦ χρόνου καὶ σμικρὰ μὲν τἀγαθά ,
χρῆται , ἐνίοτε ὡς ἀρσενικῷ , ἐνίοτε δὲ ὡς οὐδετέρῳ τελευτῶντος τοῦ μηνός : τοῦ κατὰ σελήνην λέγει μηνός :
5567480 ὀρθρου
γένεσιν . οὕτω γὰρ καὶ ἡμέραν φαμὲν γίνεσθαι ἐκ τοῦ ὄρθρου τοῦ ἔχοντος ἀμυδρὸν τὸ φῶς : ἀμέλει τοι μετὰ
κηρωτῇ , ἐμπλάσας τε ἐπίθες ἑσπέρας καὶ ἔα διανυκτερεῦσαι , ὄρθρου δ ' ἀφελὼν τὸ φάρμακον ῥῆξον τὴν φλύκταιναν καὶ
5562445 συνεπηγνυτο
βουλῇ , αὐτὸς δ ' ὀχυρωσάμενος φρούριον μηχανὰς ἐν αὐτῷ συνεπήγνυτο καὶ σῖτον συνέφερε . Φλάκκος δ ' αὐτῷ σιτολογῶν
ἐς Ἐλευσῖνα καὶ Μέγαρα ἀνεχώρει καὶ μηχανὰς ἐπὶ τὸν Πειραιᾶ συνεπήγνυτο καὶ χῶμα αὐτῷ προσχοῦν ἐπενόει . τέχναι μὲν δὴ
5550251 ὑπαρχομενου
παρατραγόντες ἑαυτοὺς καὶ ἐκεῖνοι βόσκουσι . χειμῶνος δὲ λήγοντος καὶ ὑπαρχομένου ἦρος καὶ ἐλευθέρου τοῦ Ἴστρου ῥέοντος μισεῖ τὴν ἀργίαν
δὲ ἐπὶ πόδα ἀναχωρεῖ βλέπων ἀντίος . τοῦ γήρως δὲ ὑπαρχομένου ἐπὶ τὰ αὔλια ἔρχεται καὶ ἐπὶ τὰς καλύβας καὶ
5532382 Αἰνου
? Λιβηθρίδες [ ] ἐντυν [ Πόλτυος ] ὡς ? Αἴνου [ ] τε ! εριάδαο ! ! π ?
πειρώμενοι τῶν πλοίων οὐδὲν ἀπέσυραν : οἱ δὲ ἀπὸ τῆς Αἴνου τῶν φυλάκων ἀγγειλάντων ἐπεξελθόντες ἐδίωξαν τοὺς Ἀθηναίους , οἱ
5529319 προιοντος
φοβηθέντες καὶ τὸ μέγεθος καταπλαγέντες ἔφευγον . ὡς δὲ χρόνου προιόντος συνεῖδον αὐτῆς τὸ πρᾷον , ἐθάρρησαν μέχρι τοῦ προσελθεῖν
καθάπερ ἐς τὸν Σκιπίωνα τεχνάζων . οὐδενὸς δ ' αὐτῷ προιόντος οὐδ ' ἐς ἀπόκρισιν ἀναστήσας Σύλλας ἐχώρει πρόσω τὰ
5528011 Θαργηλιωνος
[ . ] οὕτως γράφει : ἑάλω μὲν ἡ Τροία Θαργηλιῶνος μηνὸς , ὡς μέν τινες τῶν ἱστορικῶν , ιβ
αὐτῆι ἡμέραι . . . : δωδεκάτη μὲν ἔην μηνὸς Θαργηλιῶνος . . . νὺξ δ ' ἀρ ' ἔην
5521352 πορευομενου
περιφέρειαν διαπορεύεται . Καὶ ἐπεὶ ἀπὸ θερινῶν τροπῶν τοῦ ἡλίου πορευομένου ἡμέρα μὲν ἡ πρότερον τῆς ὕστερόν ἐστιν μακροτέρα ,
ΖΕΗ . Λέγω , ὅτι ἀπὸ θερινῶν τροπῶν τοῦ ἡλίου πορευομένου , ἐὰν μήτε δύσις μήτε ἀνατολὴ γένηται τῷ ἡλίῳ
5513070 ἐκλιποντος
ἐς τοσοῦτον ἐθεράπευσεν , ἐς ὅσον ἀποκαταστῆσαι . Κράτητος δὲ ἐκλιπόντος κατέσχε τὴν σχολήν , ἐκχωρήσαντος αὐτῷ Σωκρατίδου τινός .
τῷ δὲ Καππάδοκι καὶ αὐτῷ δὲ τῷ ἔθνει κοινῇ . ἐκλιπόντος δὲ τοῦ βασιλικοῦ γένους οἱ μὲν Ῥωμαῖοι συνεχώρουν αὐτοῖς
5512334 πνευσαντος
γίνεται πάλιν ἐκ δευτέρου , καὶ ἀνέμου κατὰ πρόσωπον Βακτρίων πνεύσαντος , νικᾶι Ἀρτοξέρξης , καὶ προσχωρεῖ αὐτῶι πᾶσα Βακτρία
, τοῦτον ἀλεύασθαι καὶ παγάδας αἵ τ ' ἐπὶ γαῖαν πνεύσαντος Βορέαο δυσηλεγέες τελέθουσιν . προτρεψάμενος αὐτὸν τῷ χειμῶνι ἐργάζεσθαι
5509109 ἐαρινης
ψυχρῷ , τὸ δ ' ἀπὸ τῆς χειμερινῆς τροπῆς ἕως ἐαρινῆς ἰσημερίας μελανόχροας , συμμέτρους τοῖς μεγέθεσι , τετανότριχας ,
γʹ . ἐν ταύτῃ δὲ τῇ τριζῳδίᾳ ἀπαρτίζεται ἡ τῆς ἐαρινῆς ὥρας τροπή , ἥτις καλεῖται ἀήρ . Τέταρτον ζῴδιον
5505564 ἐαρινην
Ϙα . . . , ἀπὸ τροπῶν χειμερινῶν εἰς ἰσημερίαν ἐαρινὴν Εὐδόξωι καὶ Δωι ἡμέραι Ϙα , Εὐκτήμονι Ϙβ .
. φαίνεται δὴ ὁ ἥλιος κατὰ τὸ α γενόμενος ἰσημερίαν ἐαρινὴν ποιεῖσθαι , κατὰ δὲ τὸ β τροπὴν θερινήν ,
5493846 ἐφορευοντος
τῆς Ἀθηνᾶς νεὼς ἐν Ἀθήναις ἐνεπρήσθη , [ Πιτύα μὲν ἐφορεύοντος , ἄρχοντος δὲ Καλλίου Ἀθήνησιν , ] οἱ Λακεδαιμόνιοι
τάσδε σπένδεται . Τρίτῳ καὶ δεκάτῳ ἔτει Δαρείου βασιλεύοντος , ἐφορεύοντος δὲ Ἀλεξιππίδα ἐν Λακεδαίμονι , ξυνθῆκαι ἐγένοντο ἐν Μαιάνδρου
5467697 προειρηκει
τῷ κόπῳ δ ' ἀπαυδήσας πεσὼν ἔκειτο νεκρός , ὡς προειρήκει . τὸν ἵππον οὖν παρ ' αὐτὸν εὐθέως στήσας
μυδαλέας ἐξ αἰθέρος καὶ αἱματοέσσας δὲ ψιάδας κατέχευεν ἔραζε : προειρήκει γὰρ τῶν νῦν αἷμα κελαινὸν ἐύρροον ἀμφὶ Σκάμανδρον ἐσκέδας
5461299 ἰσημεριαν
εἰς τὴν ἀπὸ τῆς θερινῆς τροπῆς ἐπὶ τὴν ἑξῆς μετοπωρινὴν ἰσημερίαν τὰς λοιπὰς εἰς τὸν ἐνιαύσιον χρόνον ἡμέρας ἔγγιστα Ϙβʹ
τῶν δρωμένων καιρός : περὶ γὰρ τὸ ἔαρ καὶ τὴν ἰσημερίαν δρᾶται τὰ δρώμενα , ὅτε τοῦ μὲν γίνεσθαι παύεται
5448718 ἐτησιων
τὸ ῥεῦμα . Θαλῆς δὲ ὁ Μιλήσιός φησιν ὑπὸ τῶν ἐτησίων † συνελαυνόμενα τὰ νέφη κατὰ τὰ ὄρη τῆς Αἰθιοπίας
: ἵν ' ἐπιδείξηται ὅτι καὶ τῶν καιρῶν καὶ τῶν ἐτησίων ὡρῶν αἴτιος οὔτ ' οὐρανὸς οὔθ ' ἥλιος οὔθ
5445915 πρωϊ
: οἵτινες ἐγίνοντο , ὅτε ὁ ἥλιος καὶ ἡ σελήνη πρωῒ ὑπὲρ γῆς φαίνονται . Ἢ ὅτι ἐκόμιζον αὐτὸν ,
, ὤτων ἦχος καὶ ῥινῶν ἔμφραξις καὶ ὀφθαλμοὶ δακρύουσι τῷ πρωῒ , τινὲς δὲ καὶ ἀμβλυωποῦσιν : ὅτε ταῦτα γίγνονται
5437972 θερινας
μοι προσωφελῆσαι κατὰ λόγον τὸ γενόμενον θέρος : τὰς γὰρ θερινὰς νούσους χειμὼν ἐπιγενόμενος λύει , καὶ τὰς χειμερινὰς θέρος
ἐναντίοις γίνεται . τοῦ χειμερινοῦ μὲν γὰρ ἀρχὴ μετὰ τροπὰς θερινὰς τοῦ Μεταγειτνιῶνος μηνός , ἐν ᾧ σπείρουσι ῥάφανον ῥαφανίδα
5434509 ποταμηδον
υἱοῦ εὑρέθη ἐν τῷ ὄρει τούτῳ , καὶ ἄφνω ἐρρύη ποταμηδὸν τὸ πῦρ , καὶ ἄπορον αὐτοῖς γέγονε τὸ παρελθεῖν
τοῦτο δὲ τὸ πῦρ ἐστιν ὅτε τοσοῦτον ὑπερβλύζει ὥστε καὶ ποταμηδὸν φέρεσθαι , καὶ ῥεῖν ὡς ὕδωρ μετὰ τῆς ἀναδιδομένης
5426113 ὠρυσσον
ἐπείτε ἐγίνετο βαθέα ἡ διῶρυξ , οἱ μὲν κατώτατα ἑστεῶτες ὤρυσσον , ἕτεροι δὲ παρεδίδοσαν τὸν αἰεὶ ἐξορυσσόμενον χοῦν ἄλλοισι
τὰς διώρυχας τὰς νῦν ἐούσας ἐν Αἰγύπτῳ πάσας οὗτοι ἀναγκαζόμενοι ὤρυσσον , ἐποίευν τε οὐκ ἑκόντες Αἴγυπτον , τὸ πρὶν
5421145 ἀμητου
“ μεταφορικῶς τὴν καλάμην εἴρηκεν . καὶ γὰρ ἐπὶ τοῦ ἀμητοῦ τὸ πλῆθος ἰδόντα τῆς καλάμης καὶ τὴν εὐγένειαν ἔστιν
τῆς πεύσεως : αἱδὶ μέν σοι Πληιάδες σπόρου τε καὶ ἀμητοῦ ξύμβολα δυόμεναι ἢ αὖ πάλιν ἐκφανῶς ἔχουσαι , ὡς
5416813 ἐπιλαβοντος
ἔτι ὑπεχώρεε ταὐτά . Τρίτῃ δὲ ἔθανε δείλης , πυρετοῦ ἐπιλαβόντος πάνυ ἰσχυροῦ . Αὕτη ἐδόκεεν ἀποθανεῖσθαι πάντως , ἥκιστα
ὑπὸ τὸν τῆς γενέσεως καιρόν . τοῦ δὲ τοῦ Κρόνου ἐπιλαβόντος τὸν τόπον ἐναντιότητα καὶ ψύξιν ἀποτελεῖ τῶν πράξεων :
5413478 οὐρησεν
λεπτὰ , οὐκ ἄχροα . Περὶ δὲ τεσσαρακοστὴν ἐὼν , οὔρησεν ὑπέρυθρα , ὑπόστασιν πολλὴν ἐρυθρὴν ἔχοντα : ἐκουφίσθη :
. Ἑβδόμῃ , ἄφωνος : ἄκρεα οὐκ ἔτι ἀνεθερμαίνετο : οὔρησεν οὐδέν . Ὀγδόῃ , ἵδρωσε δι ' ὅλου ψυχρῷ
5406454 ῥεοντος
τὴν χώραν σφετέραν , καίπερ ποταμοῦ διείργοντος τοῦ Παρίσου , ῥέοντος ἀπὸ τῶν ὀρῶν ἐπὶ τὸν Ἴστρον κατὰ τοὺς Σκορδίσκους
τῷ παρόντι πλείστην καὶ μεγίστην παρεχόμεναι κίνησιν , μετὰ τοῦ ῥέοντος ἐνδελεχῶς ὀχετοῦ κινοῦσαι καὶ σφοδρῶς σείουσαι τὰς τῆς ψυχῆς
5405138 Κνημος
καὶ Ἀνακτόριοι καὶ οἱ μετὰ τούτων , ἐν ἀριστερᾷ δὲ Κνῆμος καὶ οἱ Πελοποννήσιοι καὶ Ἀμπρακιῶται : διεῖχον δὲ πολὺ
καὶ προσηγορικὰ βαρύτονα διὰ τοῦ η γράφονται : οἷον , Κνῆμος ὄνομα κύριον : Φῆμος : Ῥῆμος ὄνομα ποταμοῦ :
5403818 Κυρηναιοισι
αὐτῷ τρεῖς χαλκέους κολοσσοὺς ἑπταπήχεας , τοῖσι γούνασι ἐρηρεισμένους . Κυρηναίοισι δὲ καὶ Θηραίοισι ἐς Σαμίους ἀπὸ τούτου τοῦ ἔργου
, οἱ δὲ ἐν Αἰγύπτῳ οἰκέοντες Ἕλληνες εἴκοσι μνέας . Κυρηναίοισι δὲ Ἄμασις φιλότητά τε καὶ συμμαχίην συνεθήκατο . Ἐδικαίωσε
5392759 Πεμπτῃ
χείρω , μεγάλα καὶ ἐπίκαιρα , φόβος , δυσφορίη . Πέμπτῃ πρωῒ κατήρτητο , καὶ κατενόει πάντα : πουλὺ δὲ
: ἵδρωσε περὶ κεφαλὴν ὀλίγῳ ψυχρῷ : ἄκρεα ψυχρά . Πέμπτῃ , πάντα παρωξύνθη : πολλὰ παρέλεγε , καὶ πάλιν
5387192 Ἀδριανου
ἑξηκοστὰ ιγ , τὴν δὲ δευτέραν τῷ ιζʹ ἔτει ὁμοίως Ἀδριανοῦ κατ ' Αἰγυπτίους Ἐπιφὶ ιηʹ , τὸν δὲ τῆς
Ὀλυμπιεῖον , τόπος ἐν Δήλῳ , ὃν κτίσαντες Ἀθηναῖοι χρήμασιν Ἀδριανοῦ νέας Ἀθήνας Ἀδριανάς ἐκάλεσαν , ὡς Φλέγων ἐν Ὀλυμπιάδων
5380157 μετοπωρινης
γάρ , φησιν , ὁ Πλόκαμος πρὸ ? [ τῆς μετοπωρινῆς ἰσημερίας | , δύνει ] δὲ μετὰ [ τὴν
ἡμερῶν Ϙδʹ ∠ , τὸν δὲ ἀπὸ θερινῆς τροπῆς μέχρι μετοπωρινῆς ἰσημερίας ἡμερῶν Ϙβʹ ∠ , διὰ μόνων τούτων τῶν
5378448 αὐθιγενων
καὶ οὐκ ἠξίους ἄρχειν τῶν γνησίων τοὺς νόθους οὐδὲ τῶν αὐθιγενῶν τοὺς ἐπήλυδας , μάθε καὶ κατὰ τοῦτο ἁμαρτάνων μάλιστα
τὰ μητρῷα μέλη καὶ τύμπανα κροτοῦντες : Ῥωμαίων δὲ τῶν αὐθιγενῶν οὔτε μητραγυρτῶν τις οὔτε καταυλούμενος πορεύεται διὰ τῆς πόλεως
5378394 κωματος
Ϛʹ περὶ ἐπιληψίας . ζʹ περὶ κάρου . ηʹ περὶ κώματος . θʹ περὶ κατόχου . ιʹ περὶ ἀγρύπνου κώματος
ἐνάτης σχεδὸν παραλήρησις , καὶ αὖτις πρὸς ἑωυτὴν ἐλάλει μετὰ κώματος ἡμιτελέα : καὶ τῇ χειρὶ ἔστιν ὅτε ἐπωρέγετο πρὸς
5377856 σπορου
[ δʹ . ] γʹ . περὶ ἐγκεντρισμοῦ δάφνης καὶ σπόρου καὶ μοσχεύσεως . [ εʹ . ] δʹ .
σπέρματος ⋖ β πεπέρεως λευκοῦ σμύρνης ἀνὰ ⋖ β ξυλοκαρεοφύλλου σπόρου ἀκακίας ἀνὰ ⋖ α στυπτηρίας σχιστῆς ⋖ τ ⊂
5369628 προϊοντος
οἰκότριβας : μεμείωται δὲ τῆς οἰκίας οὐδέν , ἀλλὰ χρόνου προϊόντος πάντα διὰ πάντων ἔλαβεν αὔξησιν . οὐκ ἂν οὖν
συγχωρεῖτε δὲ μηδὲν ἀδικοῦντας , ἀλλὰ καὶ πάντων , ὡς προϊόντος τοῦ λόγου δειχθήσεται , εὐσεβέστατα διακειμένους καὶ δικαιότατα πρός
5364494 ξυνεχης
πουλλὰ , λεπτά : πυρετὸς φρικώδης , πουλύς : ἱδρὼς ξυνεχὴς δι ' ὅλου : κεφαλῆς καὶ τραχήλου βάρος μετ
πολὺς ἄνω αἰρόμενος ἢ ἥλιος κατὰ προσώπου ἀντιλάμπων ἢ νιφετὸς ξυνεχὴς ἢ ὕδωρ λάβρον ἐξ οὐρανοῦ ἢ τόποι σύνδενδροι ἢ
5363548 καηναι
αὐτῇ . Φασὶ δέ τινες καὶ Διόγνητον ἐν τῷ αὐτῷ καῆναι , ἐν ᾧ καὶ ἡ παῖς , σπουδασάντων Ναξίων
ἅψον ἐν λίχνῳ καὶ πρόσαγε τῇ μυρμηκίᾳ , ὥστε μὴ καῆναι μὲν , τὸν δὲ καπνὸν δέχεσθαι , καὶ ποίει
5362829 ἰκτεριωδεες
ἔχουσαι μικρὰ κοπρώδεα μεθ ' ὑποχονδρίου ἀλγήματος καὶ πλευροῦ , ἰκτεριώδεες : ἦρά γε , ἐπιστάντων τούτων , ἐκχλοιοῦνται ;
οἶδα . Περὶ ἡλίου τροπὰς χειμερινὰς , βόρεια ἦν : ἰκτεριώδεες ἐγένοντο κατακορέως , καὶ οἱ μὲν φρικώδεες , οἱ
5356600 χειμων
' ἐνιαύσιοι ἑπτὰ : εἰσὶ δὲ αὗται : σποράτος : χειμὼν : φυταλίαι [ ] : ἔαρ : θέρος :
. οἷον , ὥς φησιν αὐτός , ἐὰν ὑπὸ κύνα χειμὼν γένηται καὶ πάγος , τοῦτο κατὰ συμβεβηκός φαμεν ,
5348653 ἐννατην
καὶ τὴν ὀγδόην Στέφανος ἀνίσχει σὺν Ἐρίφοις . καὶ τὴν ἐννάτην Ἔριφοι φαίνονται σὺν Πλειάδαις , τὴν δὲ δεκάτην ὁ
, τὴν δὲ ὀγδόην καῦμα τε , καὶ ἄστρον τὴν ἐννάτην κρυπτὸν ἀνίσχει , καῦμα δὲ καὶ μέτριον τόδε πέλει
5342889 πεπαυμενου
ἔσει , πάντες δ ' ὡς πρόσθεν τὰς δωρεὰς ἕξουσι πεπαυμένου τοῦ νόμου , καὶ μηδενὸς ἔτ ' εἰσαῦθις ἐμποδὼν
εἰπεῖν ἀνῃρῆσθαι τὸν αὐτὸν μοιχὸν , λελυμένης τῆς ὀργῆς , πεπαυμένου τοῦ πάθους , τὴν πληγὴν ἐπήνεγκας . ΕΙΤΑ τῷ
5334721 ἐσεβαλον
πρωίτατα δὴ οἱ Λακεδαιμόνιοι καὶ οἱ ξύμμαχοι ἐς τὴν Ἀττικὴν ἐσέβαλον : ἡγεῖτο δὲ Ἆγις ὁ Ἀρχιδάμου Λακεδαιμονίων βασιλεύς .
οἱ δὲ πεζῇ ἐκομίζοντο διὰ τῆς ἠπείρου . Ἐπειδὴ δὲ ἐσέβαλον ἐς τὴν Ἐφεσίην κομιζόμενοι οἱ Χῖοι , νυκτός τε
5315084 συμπαραπλεοντος
βασιλέως στρατηγοὶ μετὰ πάσης τῆς δυνάμεως , καὶ τοῦ στόλου συμπαραπλέοντος προῆγον ἐπὶ τὴν Αἴγυπτον . ὡς δ ' ἧκον
στρατιώταις ἀναζευγνύειν καὶ ταχὺ πάλιν ἐπανῆλθεν εἰς τὴν Συρίαν , συμπαραπλέοντος αὐτῷ καὶ τοῦ στόλου παντός . Πτολεμαῖος δὲ μετὰ
5312756 ἀφικνουνται
. Ἰλίου δὲ ἁλισκομένου τῶν Τρώων τινὲς διαφυγόντες Ἀχαιοὺς πλοίοις ἀφικνοῦνται πρὸς τὴν Σικελίαν , καὶ ὅμοροι τοῖς Σικανοῖς οἰκήσαντες
καὶ τὴν ἄλλην Εὔβοιαν . ἔχοντες οὖν ἤδη τὸν Ὠρωπὸν ἀφικνοῦνται ἐς Ῥόδον οἱ Ἐρετριῆς , ἐπικαλούμενοι ἐς τὴν Εὔβοιαν
5309353 ὀμβροι
δεσπότης οὗτός ἐστιν . ἢ ὅτι ἐκ τῆς θαλάσσης οἱ ὄμβροι ἀναδίδονται , εἶθ ' οὕτως ῥήγνυνται , ἐκ δὲ
δὲ τῆς πρὸ θʹ καλανδῶν Σεπτεμβρίων ἀλοήσομεν , οὐ γὰρ ὄμβροι οὐδὲ δρόσοι οὐδ ' ἐν ταύταις γίνονται ταῖς ἡμέραις
5305209 διηγαγον
χαρζαναῖς : καὶ μίαν ψυχὴν ἐκράτει ὁ ἄγγελος : καὶ διήγαγον πάσας τὰς ψυχὰς εἰς τὴν πλατεῖαν πύλην πρὸς τὴν
καὶ τῇ μετ ' ἐκείνην . ταύτας τρεῖς ἡμέρας ἑξῆς διήγαγον παντελῶς ἀνιδρωτὶ νύκτα καὶ ἡμέραν , ὥστε μηδὲ χιτωνίσκου
5303367 διελθοντος
γὰρ οὗτος φυγὼν εἰς Ἦλιν , ἐκεῖθεν εἰς Αἰτωλίαν ἐνιαυτοῦ διελθόντος ἐπανήρχετο . συμβαλόντες οὖν τὸν χρησμόν , τοῦτον ἡγεμόνα
ὡς λελοιπότα τὴν τάξιν ἀποκτεῖναι . Τούτου δὲ τοῦ ἔτους διελθόντος Ἀθήνησι μὲν ἦν ἄρχων Ἴσαρχος , ἐν δὲ τῇ
5292993 ἐαρι
καταβόλους τιθέντες ὡς σπέρματα . . . καὶ αὔξεται , ἔαρι δ ' ἐμπίπλαται παχυνόμενα λευκῷ χυμῷ γαλακτώδει : πάλιν
, ἀνθίας δὲ χείματι . λέγει δὲ Ἀνάνιος οὕτως : ἔαρι μὲν χρόμιος ἄριστος , ἀνθίας δὲ χειμῶνι , τῶν
5290174 κατεπλευσα
κατήχθη εἰς Αἴγιναν , καὶ ἐκεῖ ἐπράθη . ἐπειδὴ δὲ κατέπλευσα ἐγὼ τριηραρχῶν , προσέρχεταί μοι Δείνων ὁ ἀδελφὸς ὁ
τὸν Ἡγήσανδρον . [ Ἡγήσανδρος Διφίλου Στειριεὺς μαρτυρεῖ . Ὅτε κατέπλευσα ἐξ Ἑλλησπόντου , κατέλαβον παρὰ Πιτταλάκῳ τῷ κυβευτῇ διατρίβοντα
5290001 ἐπιγενομενης
πονηρόν . Ὁκόσοι σπληνώδεες ὑπὸ δυσεντερίης ἁλίσκονται , τουτέοισιν , ἐπιγενομένης μακρῆς τῆς δυσεντερίης , ὕδρωψ ἐπιγίνεται , ἢ λειεντερίη
πλὴν Αἰγύπτου διὰ τὴν ἰδιότητα τῆς χώρας , καὶ φθορᾶς ἐπιγενομένης τῶν τε καρπῶν καὶ πλήθους ἀνθρώπων , ἐξ Αἰγύπτου
5288628 παρασκευαζομενου
ἐξηκολουθηκέναι αὐτὸν αὐτῷ . ἱστορεῖ γὰρ Ἔφορος τοιοῦτον , ὅτι παρασκευαζομένου Ξέρξου τὸν ἐπὶ τῇ Ἑλλάδι στόλον , πρέσβεις παραγενέσθαι
στρατιὰν ἑτέραν ἄγων ἐπὶ Τυρρηνοὺς ἔμελλε ποιεῖσθαι τὴν ἔξοδον . παρασκευαζομένου δ ' αὐτοῦ καὶ τρίβοντος τὸν χρόνον ἔφθη τὸ
5283888 νοτοι
γλυκάζων : οὗτος δὲ τοιοῦτος γίνεται ὅταν ὑπὸ τὸν τρυγητὸν νότοι πνεύσωσι , παρ ' ὃ καὶ μελάντερος γίνεται .
ταινίᾳ παραπλησίου , θινῶν τε μεγάλων πάντῃ περικεχυμένων , ἐπειδὰν νότοι συνεχεῖς πνεύσωσιν , ἐπισείεται πλῆθος ἅμμου . αὕτη δὲ
5278523 φθινοπωρινης
ἐλάττονα τὰ ὑπὲρ γῆς τμήματα ἔχουσι : καὶ οὕτως ἀπὸ φθινοπωρινῆς ἰσημερίας μείζους αἱ νύκτες τῶν ἡμερῶν γίνονται . Καὶ
νοτίοις ἐν αἰγοκέρωτι . Ἀπὸ γὰρ ἰσημερίας ἐαρινῆς ἕως ἰσημερίας φθινοπωρινῆς ἓξ ὡρῶν ποιεῖται τὴν νύκτα , οὐ δύεται δέ
5276327 ῥυακος
τόποις ἀναφυσήματα πυρὸς ἀνείσης , καὶ πολλοῦ κατὰ τὴν χώραν ῥύακος ἐκχυθέντος , συνέβη φθαρῆναι τῆς γῆς ἐπὶ πολὺν τόπον
τόποις ἀναφυσήματα πυρὸς ἀνείσης , καὶ πολλοῦ κατὰ τὴν χώραν ῥύακος ἐκχυθέντος , συνέβη φθαρῆναι τῆς γῆς ἐπὶ πολὺν τόπον
5275937 Χρονου
ἐν Γαδείροις βωμὸς Ἐνιαυτῷ ἵδρυται καὶ Μηνὶ ἄλλος ἐς τιμὴν Χρόνου βραχυτέρου τε καὶ μακροτέρου . ἔστι δὲ καὶ Γήρως
Καὶ οὕτω τοῖσι τὰς νήσους οἰκημένοισι Ἴωσι ξεινίην συνεθήκατο . Χρόνου δὲ ἐπιγινομένου καὶ κατεστραμμένων σχεδὸν πάντων τῶν ἐντὸς Ἅλυος
5271586 ἐπλεον
δέος τὸ μέσον ἐφύλασσέ σφεων . Οἱ μὲν δὴ Ἕλληνες ἔπλεον ἐς τὴν Δῆλον , Μαρδόνιος δὲ περὶ τὴν Θεσσαλίην
δὲ ὁρμηθέντες ἐκ Κασπατύρου τε πόλιος καὶ τῆς Πακτυϊκῆς γῆς ἔπλεον κατὰ ποταμὸν πρὸς ἠῶ τε καὶ ἡλίου ἀνατολὰς ἐς
5271411 πρωιας
. ἔτι ὄρθρου βαθέος . Πρωί καὶ ὀψέ , οὐ πρωίας καὶ ὀψίας . Πλάτων ἐν Φαίδωνι : „ ἀνεῴγετο
μὲν νύκτωρ , ὥστ ' ἐμβάντας ἀφ ' ἑσπέρας ἐκβαίνειν πρωίας καὶ βαδίζειν τὸ λοιπὸν τῇ ὁδῷ , ἀλλὰ καὶ
5270944 ἀνισχουσι
ὀροπέδια . Ῥαιτοὶ δὲ καὶ Νωρικοὶ μέχρι τῶν Ἀλπείων ὑπερβολῶν ἀνίσχουσι καὶ πρὸς τὴν Ἰταλίαν περινεύουσιν , οἱ μὲν Ἰνσούβροις
τὴν ἐννάτην ἡ Λύρα ἐπανίσχουσα τὸν νότον ἐπιπνέει , τριακοστὴν ἀνίσχουσι Πλειάδες , καὶ βροντή τε , καὶ μετ '
5255572 χειμεριον
δυσφεγγές , ἀνήλιον , ἄκρατον , ἄνισον ταῖς ὥραις , χειμέριον δυσχείμερον , κρυῶδες κρυμῶδες , παγετῶδες , κάτομβρον ,
ὁδὸν ψαμμώδη καὶ ἄνυδρον : εἰ γάρ τι καὶ νᾶμα χειμέριον ἦν , ἐξήραντο ὑπὸ τῆς φλογὸς τοῦ ἡλίου ,
5254844 Νοεμβριου
δεῖ σε λούεσθαι τὸν Ἀπρίλλον μῆνα μέχρι καὶ ὅλου τοῦ Νοεμβρίου μηνὸς καὶ τοὺς ἀπηγορευμένους μῆνας ἀπέχου τοῦ λούεσθαι :
ἐστὶν ὁ Ὠρίων . φεύγουσαι : τουτέστι δοκὰς φεύγουσι μηνὸς Νοεμβρίου . θύουσιν ἀῆται : ὁρμῶσι καὶ ταράσσονται : ὅθεν
5251157 Ταυρομενιῳ
τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ ἔν τε Μεταποντίῳ τῆς Ἰταλίας καὶ ἐν Ταυρομενίῳ τῆς Σικελίας συγγεγονέναι καὶ διειλέχθαι κοινῇ τοῖς ἑκατέρωθι ἑταίροις
, ὑπολαβὼν ἐς τὸ Ταύρου στρατόπεδον οἴχεσθαι καὶ ἐπιχειρήσειν τῷ Ταυρομενίῳ , μετὰ δεῖπνον εὐθὺς ἐς Μεσσήνην περιέπλει , μέρος
5247219 εἰσβαλλοντος
οὐδὲν μὲν πάσχει μόριον οὐδέπω , φθάνομεν δὲ κενοῦν ἦρος εἰσβάλλοντος , πᾶσα φλὲψ ὁμοτίμως εἰς ἀφαίρεσιν ἐπιτήδειός ἐστιν .
κρεῶν θερμῶν ἐσθιομένων καὶ λαχάνων δριμυτέρων καὶ οἴνου πλείονος . εἰσβάλλοντος δὲ τοῦ ἦρος , ὃς μέν τις δι '
5246367 θερινων
ἡλίου κύκλος ὁ ΓΕΔ , καὶ ὁ ἥλιος ἀπὸ τροπῶν θερινῶν πορευόμενος ἐπὶ τοῦ ἰσημερινοῦ ἀνατολὴν πεποιήσθω κατὰ τὸ Δ
ἥλιος ἀνατολὴν πεποιημένος κατὰ τὸ Ε . Καὶ ἐπεὶ ἀπὸ θερινῶν τροπῶν τοῦ ἡλίου πορευομένου δύο ἀνατολαί εἰσιν κατὰ τὰ
5235154 δειλην
ὅτι οἱ ἀρχαῖοι τρισὶ τροφαῖς ἐχρῶντο . : ἔνιοι τὴν δείλην διατρίψας , οὐ φαγών . . . . .
νύκτας . ἐκ τούτων δὴ πάντων ἔλαβε τὸ , ἐς δείλην ἀσκαρίδες . ἡ γὰρ δείλη ἀναλογεῖ τῷ φθινοπώρῳ ,
5233852 ὀρθρος
τὸν πατέρα . τί λέγεις ; ἀλλὰ νῦν γ ' ὄρθρος βαθύς . νὴ τὸν Δί ' , ὀψὲ γοῦν
' ὀπύσει κἀκποήσεται γαλᾶς σοῦ μηδὲν ἥττους βδεῖν , ἐπειδὰν ὄρθρος ᾖ . Πρόβαινε , κἀν τὤχλῳ φυλάττεσθαι σφόδρα μή

Back