. παραινεῖν ἕτοιμον , ἃ ποιεῖν ἀπορώτερον . ἔλαφον τὸ θέρος ἐπὶ ναμάτων ἐκόμιζε χρείαν . ἀφικόμενος δὲ καὶ παραστὰς
κοῖλα πάντα εἶναι κατὰ μὲν χειμῶνα θερμότατα , κατὰ δὲ θέρος ψυχρότατα : διὰ τοῦτο καὶ τὰ ἐπιπολῆς πάντα συμμεταβάλλει
9230705 ἐαρ
τῆς μουσικῆς , φησί . οὔτε γὰρ ὕπνος οὔτ ' ἔαρ ἐξαπίνας γλυκερώτερον : οὔτε ὁ ὕπνος ἡμῖν γλυκύτερος οὔτε
φέρει ὑγρὴ καὶ θερμή : τοιόνδε τὸ ὑγρὸν καὶ θερμὸν ἔαρ : δεύτερον τὸ θέροϲ , μετόπωρον ἧϲϲον , χειμὼν
8494768 μετοπωρον
τοιαύτη . Φυλλοβολεῖ δὲ πάντα τοῦ μετοπώρου καὶ μετὰ τὸ μετόπωρον , πλὴν τὸ μὲν θᾶττον τὸ δὲ βραδύτερον ὥστε
δὲ τὸ θέρος αὐχμηρὸν γένηται καὶ βόρειον , τὸ δὲ μετόπωρον ἔπομβρον καὶ νότιον , κεφαλαλγίας ἐς τὸν χειμῶνα καὶ
8443746 φθινοπωρον
δὲ χειμῶνα , ξηροῦ δ ' ἔαρ , καὶ ὑγροῦ φθινόπωρον . Ἐὰν δὲ ἰσομοιρῇ , τὰ κάλλιστα εἶναι τοῦ
δὲ καιρὸς , ἤτοι ἔαρ , ἢ θέρος , ἢ φθινόπωρον , ἢ χειμὼν , τρισὶ ζωδίοις τείνεται . Ἡ
8008174 χειμωνα
δριμύτητα τοῦ ἀλλαντοπώλου . πρὸ χελιδόνων ] ἤτοι κατὰ τὸν χειμῶνα . εἰς τὰ κόχωνα : κοχώνη τόπος ὑπὸ τὸ
θέρος ποιεῖν , ἐκ δὲ τοῦ σκοτεινοῦ τὸ ὑγρὸν πλεονάζον χειμῶνα ἀπεργάζεσθαι . ἀκολούθως δὲ τούτοις καὶ περὶ τῶν ἄλλων
7963921 χειμων
' ἐνιαύσιοι ἑπτὰ : εἰσὶ δὲ αὗται : σποράτος : χειμὼν : φυταλίαι [ ] : ἔαρ : θέρος :
. οἷον , ὥς φησιν αὐτός , ἐὰν ὑπὸ κύνα χειμὼν γένηται καὶ πάγος , τοῦτο κατὰ συμβεβηκός φαμεν ,
7743767 ἐαρος
σύναις : ὠς γὰρ ὀΐγοντ ? [ ] ? ' ἔαρος πύλαι ? [ [ ἀμβροσίας ] ? ὀσδόμενοιαις ?
ξένη καὶ ἡ ψυχὴ τοῦ σώματος καὶ ἡ ἀηδὼν τοῦ ἔαρος καὶ ἡ χελιδὼν τῆς οἰκίας καὶ ὁ Γανυμήδης τοῦ
7565953 θερους
τῇ νήσῳ : τῇ Σφακτηρίᾳ . τοῦ δ ' αὐτοῦ θέρους . . . : μετάβασις ἐκεχειρία : διάλειψις τοῦ
κατῄει : βουκολῶν δὲ κατὰ τὴν Αἴτνην χείματός τε καὶ θέρους ἠγραύλει . τούτου λέγουσιν Ἐχεναΐδα νύμφην ἐρασθεῖσαν παρακελεύσασθαι αὐτῷ
7458746 χειμεριον
δυσφεγγές , ἀνήλιον , ἄκρατον , ἄνισον ταῖς ὥραις , χειμέριον δυσχείμερον , κρυῶδες κρυμῶδες , παγετῶδες , κάτομβρον ,
ὁδὸν ψαμμώδη καὶ ἄνυδρον : εἰ γάρ τι καὶ νᾶμα χειμέριον ἦν , ἐξήραντο ὑπὸ τῆς φλογὸς τοῦ ἡλίου ,
7455699 ἠρος
Πολυδεύκεα Πολυδεύκη , τείχεα τείχη , βέλεα βέλητὸ γὰρ ἔαρος ἦρος καὶ κέαρος κῆρος διὰ τὸ εἶναι φύσει μακρὰν πρὸ
θάλασσαν , εἰ μὴ μόνος ἐκεῖνος . Στεφανηφόρου μετ ' ἦρος μέλομαι ῥόδον τέρεινον † σὺνεταιρεῖ ἀύξει † μέλπειν .
7330325 μετοπωρου
ψυκτικὴν μήτε ὑγραντικήν , τοῦ δ ' ἔαρος καὶ τοῦ μετοπώρου μέσον τι ἔχουσαν . τοῖς μὲν οὖν εὐόγκως βουλομένοις
: τῇ μὲν ὄψει καλὸν τὸ ἄνθος ἄοσμον δέ . μετοπώρου δὲ τὸ λείριον τὸ ἕτερον καὶ ὁ κρόκος ,
7182149 θαλπος
ὥστε τοξότης ἀφῆκα θυμῷ καρδίας τοξεύματα βέβαια , τῶν σὺ θάλπος οὐχ ὑπεκδραμῇ . Ὦ παῖ , σὺ δ '
ὁκοίη ἂν ἡ ὥρη , ταύτῃ ὁμοίως , οἷον ἀνώμαλον θάλπος ἢ ψῦχος τῆς αὐτῆς ἡμέρης , ὅταν τοιαῦτα ποιέῃ
7154032 χειμωνος
βαθέων φρεάτων γίνεσθαι : κατὰ μὲν γὰρ τὴν ἀκμὴν τοῦ χειμῶνος ἥκιστα τὸ ὕδωρ ἐν αὐτοῖς ὑπάρχειν ψυχρόν , κατὰ
ἔπλει τῷ τῆς τραπέζης ἱστίῳ θέρους πρὸς τὰ ψυχρότερα , χειμῶνος δὲ πρὸς τὰ θερμότερα πλέων : ὥστε πανταχόθεν αὐτοῦ
6911532 φθινοπωρου
δὲ ἐγεννήθη ἀπὸ τοῦ θέρους , ἀπεκλείσθη δὲ ἀπὸ τοῦ φθινοπώρου . ὅθεν τὸ φθινόπωρον τὰ μὲν δι ' ἑαυτοῦ
μηκώνιον ξυλλέγων ταμιεύου , καὶ θεράπευε . Ἐν Θάσῳ , φθινοπώρου περὶ ἰσημερίην καὶ ὑπὸ πληϊάδα , ὕδατα πουλλὰ ,
6862939 κρυος
ἀρκτικοῦ κύκλου τριάκοντα καὶ ἓξ τμήματα πάντα ἐστὶν ἀοίκητα διὰ κρύος : στάδιοι δ ' εἰσὶν οὗτοι δισμύριοι καὶ ͵ε
. εἶαρ ἐμοὶ τριπόθητον ὅλῳ λυκάβαντι παρείη , ἁνίκα μήτε κρύος μήθ ' ἅλιος ἄμμε βαρύνει . εἴαρι πάντα κύει
6848523 ψυχος
προήκουσαν ἀποστέγειν τὴν ἀκτῖνα καὶ παρέχειν τοῖς πλέουσι πλεῖν κατὰ ψῦχος . πᾶς δὲ ὁ περίοικος λεὼς συνίασιν ἄλλοι ἄλλοις
γὰρ ὡς τὸ πολὺ τὸν ἥλιον , φεύγειν δὲ τὸ ψῦχος : τὴν δὲ ψιλότητα τοῦ σώματος μηδὲν ἐνοχλεῖν .
6819214 καυμα
τόπων ὡρμημένοις ἠπίστατο κρύος μὲν καὶ χιόνα φέρειν δυναμένους , καῦμα δὲ καὶ ἥλιον οὐδαμῶς . ἦν μὲν δὴ μὴν
μέσοι εἰσίν , ὦτα δὲ ἔχουσι μικρά , καὶ πρὸς καῦμα ἀπαγορεύουσι δυσπνοίᾳ . Σαυρομάται δὲ ἵπποι μείζους τῶν Ἰβήρων
6743651 θερεος
: πιθαναὶ δ ' ἐργατίδες σιμοπρόσωποι ξουθόπτεροι μέλισσαι , θαμιναὶ θέρεος ἔριθοι λιπόκεντροι βαρυαχεῖς πηλουργοὶ δυσέρωτες ἀσκεπεῖς τὸ γλυκὺ νέκταρ
πωτῶντο ξουθαὶ περὶ πίδακας ἀμφὶ μέλισσαι . πάντ ' ὦσδεν θέρεος μάλα πίονος , ὦσδε δ ' ὀπώρας . ὄχναι
6724480 χειμερινην
τούτων , εἰ μὲν τοσοῦτον ἦν τὸ διαφέρον παρὰ τὴν χειμερινὴν τοῦ ἡλίου πορείαν , ὥστε ποιεῖν θέρος περὶ τὴν
αὐτῷ καταστήσαντες τὴν ἑαυτῶν καὶ ποιήσαντες ζητεῖν τόπους ἑτέρους εἰς χειμερινὴν καθέδραν ; εἶθ ' οὓς ἀπολωλέναι πάλαι προσῆκεν ,
6613900 ὀμβρους
ὑδρεῖα , χειμῶνος δ ' ἐπιλείπειν : πίπτειν δὲ τοὺς ὄμβρους ἐν τοῖς ἄνω μέρεσι τοῖς προσαρκτίοις καὶ ἐγγὺς τῶν
διὰ τὴν λεπτομέρειαν διακρινόμενον νέφη τε συνιστάνειν ὁμιχλούμενον καὶ καταστάζειν ὄμβρους ὑπὸ πιλήσεως καὶ διατμίζειν τὰ πνεύματα . γράφει γὰρ
6511653 πνειν
τερπνῷ , ψυχαγωγίας γέμοντι καὶ ῥᾳστώνης , ἔνθα μετρίας τε πνεῖν αὔρας εἰκὸς καὶ πηγὰς καθαρὰς καὶ διαφανῆ νάματα ῥεῖν
. . Αἰγυπτίοις καὶ Εὐδόξῳ ἔαρος ἀρχή : ζέφυρος ἄρχεται πνεῖν καὶ ἐνίοτε χειμών . . ιδ : Αἰγυπτίοις καὶ
6471512 χιων
ἐν τοῖς καλοῖς συμποσίοις , ἐν οἷς πολλὴ μὲν ἡ χιών , πολλὴ δὲ ὕβρις , αἰσχραὶ δὲ ἅμιλλαι ,
καὶ διὰ τί πῦρ ] καὶ διὰ τί ψύχει ἡ χιών . . . . . . Καὶ Θεόφραστος μέντοι
6424967 πνεει
εἰς ξένους τόπους , ὅπου τροπή , κίνδυνος ἐστομωμένος , πνέει καθ ' ἡμῶν φλεγμονὰς πυρεκβόλους ; μικρόν τι καρτέρησον
τῷ καί μιν δελέασσιν ἀποπνείουσιν ἀϋτμὴν ῥηϊδίως ἕλκουσιν , ὅσα πνέει ἐχθρὸν ἄημα . εἴκελα δὲ τρίγλῃσιν ὕεσσί τε ,
6382814 τροπας
τοῖς ἀδύτοις ὑπάρχοντες ἄλλοι τὴν διάνοιάν εἰσι βέβηλοι , τῷ τροπὰς πρὸς τὸ χεῖρον καὶ τύπους αὐτὴν λαμβάνειν φαύλους :
ΕΖ δύνει ἤπερ ἡ ΗΘ . εʹ Ἡ μετὰ θερινὰς τροπὰς ἡμέρα καὶ νὺξ τὸ συναμφότερον τῆς μετὰ τροπὰς χειμερινὰς
6377923 νοτος
ὁ λαμπρὸς τῆς Λύρας ἑσπέριος ἀνατέλλει . Αἰγυπτίοις λὶψ ἢ νότος , ὑετία . κθʹ . ὡρῶν ιδ : ὁ
ʹ : ὁ λαμπρὸς τοῦ Ὕδρου ἑῷος δύνει . Ἱππάρχῳ νότος ἢ βορέας , χειμάζει . κʹ . Αἰγυπτίοις χειμῶνος
6370996 ὡραις
χαλάζας δὲ κατὰ τοὐναντίον ἐν ταῖς εὐδιεινοτέραις συμβαίνειν χώραις ἢ ὥραις . θέρους γοῦν μάλιστα καὶ μετοπώρου γίνεσθαι , χειμῶνος
πρόσοδοι μακάρων ἱερώταται εὐστέφανοί τε θεῶν θυσίαι θαλίαι τε παντοδαπαῖσιν ὥραις , ἦρί τ ' ἐπερχομένῳ Βρομία χάρις εὐκελάδων τε
6362523 εὐκρατον
καὶ δυσκρασίαν θερμὴν , ὡς πυρῶδες ἔχειν τὸ θερμὸν οὐκ εὔκρατον , οὐδὲ μέτριον . ἐπὶ δὲ τῶν θηλέων παιδίων
μὲν οἶνον διὰ τὸ φλέγμα , ὕστερον δὲ παρέχει πολὺν εὔκρατον , ἵνα ἐκεῖνο τῇ παχύτητι κατάσχῃ κατὰ τὴν θερμασίαν
6356492 ὀμβροι
δεσπότης οὗτός ἐστιν . ἢ ὅτι ἐκ τῆς θαλάσσης οἱ ὄμβροι ἀναδίδονται , εἶθ ' οὕτως ῥήγνυνται , ἐκ δὲ
δὲ τῆς πρὸ θʹ καλανδῶν Σεπτεμβρίων ἀλοήσομεν , οὐ γὰρ ὄμβροι οὐδὲ δρόσοι οὐδ ' ἐν ταύταις γίνονται ταῖς ἡμέραις
6347123 ἀμητου
“ μεταφορικῶς τὴν καλάμην εἴρηκεν . καὶ γὰρ ἐπὶ τοῦ ἀμητοῦ τὸ πλῆθος ἰδόντα τῆς καλάμης καὶ τὴν εὐγένειαν ἔστιν
τῆς πεύσεως : αἱδὶ μέν σοι Πληιάδες σπόρου τε καὶ ἀμητοῦ ξύμβολα δυόμεναι ἢ αὖ πάλιν ἐκφανῶς ἔχουσαι , ὡς
6290940 χαλαζαν
τοῖς πρὸς βορρᾶν ἐστραμμένοις μέρεσι τῆς Ἰνδικῆς ὡρισμένοις καιροῖς καὶ χάλαζαν ἄπιστον τὸ μέγεθος καὶ τὸ πλῆθος καταράττειν , καὶ
ὀλιγάκις καὶ ὅταν ἧττον ᾖ ψῦχος . εἶναι δὲ τὴν χάλαζαν τοῦ καταφερομένου πῆξιν ἐκ τῶν νεφῶν ὕδατος . ἐκ
6261552 πνει
λείπω λείπεις λείπει , ποιῶ ποιεῖς ποιεῖ . τὸ δὲ πνεῖ καὶ ῥεῖ καὶ πλεῖ οὐκ ἰσοσυλλαβεῖ . οὕτω καὶ
. ναῦς ὥς τις ἐκ μὲν γῆς ἀνήρτηται βρόχοις , πνεῖ δ ' οὖρος , ἡμῖν δ ' οὐ κρατεῖ
6253959 ὀμβρος
τὸν δὲ κοχλίαν μὴ φαίνεσθαι θέρους , ἀλλ ' ὁπόταν ὄμβρος γένηται ἀναδυόμενον φαίνεσθαι , διὰ τῶν φυτῶν βαίνειν ἕλκοντα
τὸν δ ' οὔτ ' ἂρ χειμὼν κρυόεις , οὐκ ὄμβρος ἀπείρων , οὐ φλὸξ ἠελίοιο δαμάζεται , οὐ νόσος
6237367 ἐπομβρον
χρόνοι τῆς φυτείας καθ ' ἑκάτερον : τὴν μὲν γὰρ ἔπομβρον καὶ ψυχρὰν ὀλίγον πρὸ ἰσημερίας δεῖ , τότε γὰρ
, ψύχη καὶ ἄνεμοι ἔσονται . τὸ ἔαρ νότιον καὶ ἔπομβρον . τὸ δὲ θέρος εὔκρατον , καὶ μᾶλλον χειμερινόν
6215563 ἠρ
λέγεται : ἦρ ' ἔτι παρθενίας ἐπιβάλλομαι , Σαπφώ . ἦρ ' ἔστι θ ' ὕδωρ ς . . .
' ὥσπερ οἶμαι τὴν ἡμέραν ἠριγένειαν ὀνομάζει , τὴν τὸ ἦρ γεννῶσαν , ὅπερ ἐστὶν ὄρθρον , οὕτω λυκηγενῆ προσηγόρευσε
6165723 θερει
ὀρχοῦ , εἴπερ ηὔλεις ἐν θέρει : ἀλλ ' ἐν θέρει σὺ τὸν σῖτον ἀποτίθει καὶ μὴ λυρίζων ἡδύνῃς ὁδοιπόρους
γε ἕτερος τῶν βατράχων , ὁ τὰς θάμνους ἐπιὼν τῷ θέρει , φωνὴν δὲ οὐκ ἔχων , ποιεῖ ποτε μὲν
6161083 ἐαρινην
Ϙα . . . , ἀπὸ τροπῶν χειμερινῶν εἰς ἰσημερίαν ἐαρινὴν Εὐδόξωι καὶ Δωι ἡμέραι Ϙα , Εὐκτήμονι Ϙβ .
. φαίνεται δὴ ὁ ἥλιος κατὰ τὸ α γενόμενος ἰσημερίαν ἐαρινὴν ποιεῖσθαι , κατὰ δὲ τὸ β τροπὴν θερινήν ,
6144726 ἀμπωτεσι
παλιρροίαις χρωμένων : εὐρεῖς γὰρ ἔστιν ὅτε κόλποι θαλάττης ὑποσυρείσης ἀμπώτεσι βαθὺς ἐξαίφνης αἰγιαλός εἰσι καὶ μικρὸν ὕστερον ἀναχυθείσης πελάγη
μὲν ἐν τῇσι πλημμυρίῃσιν , ὑπέμενε δὲ καὶ ἐν τῇσιν ἀμπώτεσι τὸ ὕδωρ μεμιγμένον τῷ ποταμῷ : Καύμανα δὲ οὔνομα
6113637 ἐαρι
καταβόλους τιθέντες ὡς σπέρματα . . . καὶ αὔξεται , ἔαρι δ ' ἐμπίπλαται παχυνόμενα λευκῷ χυμῷ γαλακτώδει : πάλιν
, ἀνθίας δὲ χείματι . λέγει δὲ Ἀνάνιος οὕτως : ἔαρι μὲν χρόμιος ἄριστος , ἀνθίας δὲ χειμῶνι , τῶν
6110698 ὑετον
ἐπίθεσιν πρὸς τὴν πόλιν ποιεῖν ὡς τῶν φυλάκων διὰ τὸν ὑετὸν ἀναχωρούντων . Ὅτι κατόπιν τῆς πέτρας τοὺς κρημνοβατεῖν ἐπιτηδείους
ἐτησίων γένεσιν . ἡ δὲ φύσις οὐ ματαιουργός , ὡς ὑετὸν χορηγεῖν μὴ δεομένῃ γῇ , καὶ | ἅμα χαίρει
6100784 βρονται
δ ' εὐξαμένου ζοφερὸς ἐξαίφνης ἀὴρ συνέδραμε νεφούμενος πάντοθεν , βρονταί τε γίνονται καὶ ἀστραπαὶ συνεχεῖς : τοσοῦτος δὲ κατερράγη
συνήντησε πάλιν ἐν ἀέρι τάδε τοῖσδε , καὶ συνέρραξαν , βρονταί τε ἀπετελέσθησαν καὶ ἀστραπαὶ , καὶ πρὸς τὸν πάταγον
6065689 θερινην
ἡγητέον . Οἰνοπίδης δὲ ὁ Χῖός φησι κατὰ μὲν τὴν θερινὴν ὥραν τὰ ὕδατα κατὰ τὴν γῆν εἶναι ψυχρά ,
χειμερινὴ δὲ ἡ ΛΕΜΝ , ὥστε καὶ τὴν μὲν ΓΚ θερινὴν γίνεσθαι σκιάν , τὴν δὲ ΓΖ ἰσημερινήν , τὴν
6062800 αὐξει
σύσπειρον κριθὰς ἀραιάς , καὶ πολλάκις αὐτῷ τῷ ἐνιαυτῷ ἀνδρόμηκες αὔξει ἡ κυπάρισσος : τοσοῦτον γὰρ αὔξει , ὅσον αἱ
φησιν . ῥεῖα : εὐκόλως . βριάει : ἰσχυροποιεῖ : αὔξει . χαλέπτει : εἰς χαλεπώτατα ἄγει . ἀρίζηλον μινύθει
6054155 ὑετοι
αὐτὴν τελέσωσι καὶ ὑποστρέψωσιν . ὅτι βρονταὶ καὶ ἀστραπαὶ καὶ ὑετοὶ οὔκ εἰσιν ἐν τῆι Ἰνδικῆι , ἄνεμοι δὲ πολλοὶ
ἐὰν ᾖ ἄλυτα , συνίστησι καὶ σῴζει . οἱ δὲ ὑετοὶ κατακλύζουσι καὶ αἱ ψακάδες , καὶ ἡ σελήνη ἀμαυροῖ
6052638 ἠρι
Συρακουσίων . ὁ δέ : ὁ Γύλιππος ἅμα δὲ τῷ ἦρι . . . : ἀρχὴ τοῦ ιηʹ ἔτους τοῦ
, ὃν καὶ πατριάρχην τῶν ἀνατολικῶν μερῶν κατέστησεν , ἅμα ἦρι ἐκπέμπει . καὶ ὃς ἀναχθεὶς ἐξ Ἰταλίας ἀφικνεῖται ἐς
6048130 βορεας
: ὁ λαμπρὸς τῆς βορείου Χηλῆς ἑῷος δύνει . Αἰγυπτίοις βορέας σφοδρός . Καλλίππῳ καὶ Εὐκτήμονι ἐπισημαίνει . βʹ .
κδ : . . . Αἰγυπτίοις χειμέριος περίστασις , Εὐδόξῳ βορέας ψυχρός . . . . . ἐν δὲ τῇ
6021894 μεσαζων
τὴν καταφορὰν συνίστανται δῖναι θαυμασταί : πᾶς δ ' ὁ μεσάζων τόπος ὑπὸ τῆς παλιρροίας ἀφροῦ τε πληροῦται καὶ τοῖς
τῷ ἰδίῳ γενομένου , ὁ χειμὼν ἄρχεται μὲν ὑδατώδης , μεσάζων δὲ ἀνεμώδης , καὶ λήγων χαλαζώδης καὶ χιονώδης .
5980570 ψυχρος
τὸ θερμὸν ἀπὸ τοῦ ψυχροῦ , ἐπεί τοι , εἰ ψυχρὸς ἦν ὁ ἐν τοῖς ὄμμασιν ἀτμός , διειστήκει ἂν
' εἰ κατὰ κρᾶσιν , ποιός τις ἂν γίγνοιτο , ψυχρὸς ἢ θερμός : εἰ δὲ ὡς εἶδος , κἂν
5979300 ζεφυρος
ἢ ἔπομβρος καὶ ἀνέμων ἀκρασία . Δοσιθέῳ εὐδία , ἐνίοτε ζέφυρος πνεῖ . ιβʹ . ὡρῶν ιδ : ὁ λαμπρὸς
καὶ τὸ λοιπὸν τῶν Πλειάδων ἀνίσχει , καὶ τὴν ὀγδόην ζέφυρος ὄρθρου ἄρχεται πνέειν , καὶ τὴν ἐννάτην ζάλη γὰρ
5958596 ἀρχομενου
πυθμένι φειδὼ πρὸς ἀπόλαυσιν τῶν κατὰ καιρῶν . προτροπή . ἀρχομένου δὲ πίθου : ἵνα ἀκριβὴς ᾖ ἡ παραίνεσις καὶ
ὁ βασιλεὺς ὑπεδέξατο καὶ δωρεαῖς μεγάλαις τετίμηκεν . Ἦρος δὲ ἀρχομένου κατὰ τῶν Τούρκων ἐστράτευσεν ἐπαγόμενος ξὺν αὐτῷ τὸν Χρυσόσκουλον
5945300 τροπεων
θανάτου αἴτιόν ἐστιν . Οἱ δὲ καῦσοι γίνονται ἀπὸ ἡλίου τροπέων θερινῶν . . . . , ὅτι ἡ ἀκαθαρσίη
Ἀρτιγένεος , λευκὸν , παχὺ , ὅμοιον . Ἡλίου χειμερινέων τροπέων , ἄστρον οὐ σμικρόν : πέμπτῃ δ ' ὕστερον
5933032 αἰθριον
αὐλαῖαι κατὰ τὸν ἀνάπλουν ἁλουργεῖς ἐνεπετάννυντο . Μετὰ δὲ τοῦτο αἴθριον ἐξεδέχετο , τὴν ἐπάνω τῆς ὑποκειμένης προστάδος τάξιν κατέχον
θερμότης , ἁπλῶς τὸ χειμερινὸν ἢ εὐδιεινὸν καὶ ὑέτιον ἢ αἴθριον : ἔτι δὲ τὸ πολλάκις ἢ ὀλιγάκις , καθ
5920630 ψυχροτατον
, ὅτι ἴσως οὐκ ἠκριβολογήσατο ἐνταῦθα Ἱππο - κράτης , ψυχρότατον βρῶμα εἰπὼν τὴν φακήν . ἤρκει γὰρ εἰπεῖν ψυχράν
ψυχρὸν τὸ ὕδωρ γευσαμένῳ τε καὶ ἔτι μᾶλλον ἁψαμένῳ οἷον ψυχρότατον : ἐγκλίναντος δὲ τοῦ ἡλίου ἐς ἑσπέραν θερμότερον ,
5913661 χειμωνι
κεφαλῆς ὡς ἐπιτοπολὺ , ἢ τῶν ἔμπροσθεν . Καὶ ἐν χειμῶνι πλέονα χρόνον ζῇ ὥνθρωπος ἢ ἐν θέρει , ὅστις
εὐωχοῦνται : ὅτι τὰς ἰδίας σάρκας ὁ πολύπους ἐσθίει τῷ χειμῶνι οὕτως ἱστορεῖ καὶ ὁ Ἡσίοδος : ὅτ ' ἀνόστεος
5912790 ἀκμαζοντος
ἑστιᾶσθαι . δάφναι τε ἦσαν πολλαί , φυτοῦ διὰ τέλους ἀκμάζοντος ἡδεῖαι προσιδεῖν κόμαι : ἄμπελοι δὲ πάνυ σφόδρα εὐθενούντων
, καὶ νέου ἔτους , καὶ μεσοῦντος τοῦ ἔτους καὶ ἀκμάζοντος καὶ παυομένου καὶ λήγοντος . καὶ αἱ ὧραι ,
5908071 εὐδιαν
Φίλτατοι δ ' εἰσὶν οἱ ἐρῳδιοὶ τοῖς ἀνθρώποις καὶ προσημαίνουσιν εὐδίαν τε καὶ χειμῶνα , μάλιστα πρὸς ἐκεῖνο τὸ μέρος
. . . . . ἐνάλιος θεωρία , χραίνοντες οὐραίοισιν εὐδίαν ἁλός . ἀπομνημονεύσω δέ σοι ἃ περὶ ἑκάστου ἔλεξαν
5898652 πνιγος
ἡ πρώτη τε τὴν κλῆσιν γένους , μακρὸν δὲ δὴ πνῖγός τε τὸ τρίτον πάλιν , τέταρτον ” ᾠδή “
ἡ πρώτη τε τὴν κλῆσιν γένους , μακρὸν δὲ δὴ πνῖγός τε τὸ τρίτον πάλιν , τέταρτον ” ᾠδή “
5884976 πληρουμενος
Διὸς ὄμβρῳ : ” οὐχ ὡς Δημήτριος ὁ Πύκτης , πληρούμενος . ἐπὶ δὲ τοῦ προχειρισάμενος “ αὐτὰρ ἐγὼ κήρυκά
θέρει τὸν πάντα διαμένων χρόνον : χειμῶνι μὲν γὰρ αὔξεται πληρούμενος τοῖς γινομένοις ὄμβροισιν , ἐν δὲ τῷ θέρει ἀπὸ
5866751 χιονα
μηχανώμεθα , τὸ καλὸν δὲ χρῶμα δευσοποιῷ χρώζομεν . καὶ χιόνα μὲν πίνειν παρασκευάζομεν , τὸ δ ' ὄψον ἂν
μέλλον προεγνωκέναι . ἴσασι γοῦν καὶ χειμῶνα μέλλοντα , καὶ χιόνα ἐσομένην προμηθέστατα ἐφυλάξαντο . καὶ τοῦ καταληφθῆναι δέει ἀποδιδράσκουσιν
5860825 ὀμβρον
παλάμην ἐτίταινε φέρων χθονὶ νύμφιον ὕδωρ , πυκνὸν ἀκοντίζων αὐτόσσυτον ὄμβρον ἐρώτων , καὶ νεφέλης ἔπλησε μελανστέρνοιο καλύπτρην . ἣ
ὡς δ ' οὔ μοι μέλει ἄκουσον : ὅταν ἄνωθεν ὄμβρον ἐκχέηι , ἐν τῆιδε πέτραι στέγν ' ἔχων σκηνώματα
5848731 ἐτησιαι
. διὰ τί μετὰ ἡμέρας ἑβδομήκοντα τῶν χειμερινῶν τροπῶν οἱ ἐτησίαι νότοι οἱ καλούμενοι ὀρνιθίαι πνέουσι ; ἢ μάλιστα φαίνεται
δὲ καὶ τοὺς σικύους καὶ τὰς κολοκύντας , ὅταν οἱ ἐτησίαι πνεύσωσι , σκάλλοντες κονιορτοῦσι καὶ οὕτω γλυκυτέρους καὶ ἁπαλωτέρους
5822728 καυματος
ὑγιαίνεται : ἡ γὰρ σὰρξ ἡ τοῦ ἕλκεος ὑπὸ τοῦ καύματος τοῦ ἐν τῷ σώματι ἕψεται , καὶ ὑπερυγραίνεται ,
δὲ τοὺς θεατὰς ἀσίτους , ὃ καὶ τὴν ἀπὸ τοῦ καύματος διεκώλυε βλάβην , ἦσαν δὲ οὗτοι μαστιγοφόροι τε καὶ
5818713 νοτερον
ἀργαλέου κρύους εἰς πραεῖαν ἡδονὴν ἔαρος γαληνοῦται , καὶ τὸ νοτερὸν τῆς ἐαριζούσης καταστάσεως ἔμπυρος ἡ τοῦ θέρους βία πυκνοῖ
τευχέων ῥίψω γαίας παγάν , ἃν ἀποχεύονται Κασταλίας δῖναι , νοτερὸν ὕδωρ βάλλων , ὅσιος ἀπ ' εὐνᾶς ὤν .
5811107 πλημμυρων
ἥλιον : Νεῖλος δ ' ἐδόκει μοι κατηφής , καίπερ πλημμυρῶν τοῖς ῥεύμασι : μικροῦ δὲ ἀντηλλαξάμην τὸν Κιμμερίων βίον
πάντα ἀλεαίνοντος , τάχα δὲ ἐπεὶ καὶ ταῖς θεριναῖς τροπαῖς πλημμυρῶν ὁ ποταμὸς προαναλίσκει τὰς νεφώσειςἄρχεται μὲν γὰρ ἐπιβαίνειν θέρους
5806671 ἀνεμον
χωρία οἰκημένοι . Ὅσοι μέν νυν αὐτῶν αὐξόμενον ἔμαθον τὸν ἄνεμον καὶ τοῖσι οὕτω εἶχε ὅρμου , οἱ δ '
καὶ τρόπον τινὰ τοῦτο ἕρμα ἑαυταῖς ἐπιτεχνῶνται πρὸς τὸν ἐμπίπτοντα ἄνεμον τά τε ἄλλα καὶ ἵνα μὴ παρατρέψῃ τῆς ὁ
5803158 βορρας
: οἶδε δὲ καὶ τοῦτο , ὅτι ἄρα ὁ μὲν βορρᾶς ἀρρενοποιός ἐστιν , ὁ δὲ νότος θηλυγόνος εἶναι πέφυκε
ψύχρωσις ἀνέμου , καὶ βροχίτζας , τὴν δὲ τρισκαιδεκάτην πνεῖ βορρᾶς ἐκ τῶν Ὑάδων , τεσσαρεισκαιδεκάτῃ τε αὖθις ἄστρον προσδύνει
5782369 νεφους
Β , τὴν τοῦ πυρὸς ἀπόσβεσιν , τοῦ Γ τοῦ νέφους , ὡς ἐν αὐτῷ τοῦ πυρὸς ἀποσβεννυμένου . τούτου
. Σοφοκλῆς Πολυξένῃ : ἀπ ' αἰθέρος δὲ κἀπὸ λυγαίου νέφους . Ἄργος δὲ παροίτατος : εἷς τῶν Φρίξου παίδων
5776074 ἡλιος
τε καὶ ἠελίοιοκατ ' ἰθύ . οὐκ ἐκλείπει δὲ ὁ ἥλιος , ἀλλ ' ἡμῖν δοκεῖ : κατὰ κάθετον γὰρ
τὸ Κ σημεῖον Ὑδροχόου κ λε , ἐν ᾧ ὁ ἥλιος κατὰ τὸ τέλος τῆς μέσης πενταμήνου παραγίγνεται : καὶ
5756583 ἰσημεριαν
εἰς τὴν ἀπὸ τῆς θερινῆς τροπῆς ἐπὶ τὴν ἑξῆς μετοπωρινὴν ἰσημερίαν τὰς λοιπὰς εἰς τὸν ἐνιαύσιον χρόνον ἡμέρας ἔγγιστα Ϙβʹ
τῶν δρωμένων καιρός : περὶ γὰρ τὸ ἔαρ καὶ τὴν ἰσημερίαν δρᾶται τὰ δρώμενα , ὅτε τοῦ μὲν γίνεσθαι παύεται
5752624 Νειλος
Αἴγυπτον , ὅπου εἰς τὸν καταβασμὸν τοῦ ὄρους ἐκπέμπει ὁ Νεῖλος γλυκὺ ῥεῦμα , τίμιον τοῖς ἐκεῖ , ἀπὸ τῶν
καθειστήκεισαν ἑκατοντάρουροι . Πληρούμενος δὲ ὁ ποταμός , καθὼς ὁ Νεῖλος , ἐν ταῖς πρὸς τὸν θερισμὸν ἡμέραις , πολλὴν
5750308 ἀηρ
[ ὅθεν δὴ βούλεται αὐτὸν οὕτως εἰπεῖν , ὅτι ἐστὶν ἀήρ ] . τὸν δὲ αἰθέρα τῇδέ πῃ ὑπολαμβάνω ,
τῆς ἀρτηρίας ἀέρι τὸ αἷμα , καὶ τῷ αἵματι ὁ ἀήρ , καὶ οὕτω πυρούμενα πάσχουσι καὶ ποιοῦσι πρὸς ἄλληλα
5748350 αὐραι
μὲν ἐξ ἡλίου τοῖς σώμασιν περιχεόμενον συμμέτρως αὐτὰ παρεμυθεῖτο , αὖραι δὲ ἐκ ποταμῶν ὥρᾳ θέρους ἐπιπνέουσαι ἀνέψυχον αὐτοῖς τὰ
εἰς τὴν θάλατταν καὶ τοῦ πελάγους ἐγγὺς ὄντος ἀναδιδόμεναι συνεχεῖς αὖραι , λεπταὶ μὲν αἱ ἐκ τοῦ πελάγους , παχεῖαι
5740847 χειμεριος
θαλίαις ἡ πόλις ἦν ὥσπερ εἰκός : καὶ πᾶς ὁ χειμέριος χρόνος ἀμφὶ ταῦτα ἐδαπανήθη . ἀρχομένου δ ' ἔαρος
. . Αἰγυπτίοις λὶψ ἢ νότος : Εὐδόξῳ καὶ Δοσιθέῳ χειμέριος ἀήρ . . . . . ἐν δὲ τῇ
5732710 ὡρας
κζʹ πρὸ τῆς τοῦ ἡλίου ἀνατολῆς , τουτέστιν μετὰ ε ὥρας ἔγγιστα ἰσημερινὰς τοῦ μεσονυκτίου , ἐπειδήπερ ἡ μὲν μέση
τῶν αὐτῶν νυκτερινῆς . Τῇ εἰκοστῇ καὶ τετάρτῃ , ἀπὸ ὥρας ἑβδόμης καὶ αςʹ μορίων ὥρας ἡμερινῆς , ἕως τῶν
5730985 θερινας
μοι προσωφελῆσαι κατὰ λόγον τὸ γενόμενον θέρος : τὰς γὰρ θερινὰς νούσους χειμὼν ἐπιγενόμενος λύει , καὶ τὰς χειμερινὰς θέρος
ἐναντίοις γίνεται . τοῦ χειμερινοῦ μὲν γὰρ ἀρχὴ μετὰ τροπὰς θερινὰς τοῦ Μεταγειτνιῶνος μηνός , ἐν ᾧ σπείρουσι ῥάφανον ῥαφανίδα
5726505 μετοπωρινην
ἑξῆς ἔτει , πρώτωι δὲ μετὰ τὴν ἅλωσιν ὑπὸ τὴν μετοπωρινὴν ἰσημερίαν ἄραντες οἱ Τρῶες ἐκ τῆς γῆς περαιοῦνται τὸν
δὲ ἰδίως τῇ τοῦ Νείλου ἀναβάσει , κατὰ δὲ τὴν μετοπωρινὴν ἰσημερίαν τῷ σπόρῳ , κατὰ δὲ τὴν χειμερινὴν τροπὴν
5721390 ἀνισχει
τε , ἀλλά γε καὶ τῇ ἕκτῃ Ἀρκτοῦρος προσφερόμενος ἡμερινὸς ἀνίσχει καὶ τῇ ἑβδόμῃ δύεται Ἵππος ἀπὸ πρωίας , ὀγδόῃ
ὁ Καρκίνος „ ἀνατέλλῃ , τῶν μὲν πρὸς ἄρκτους οὐθὲν ἀνίσχει , ” τῶν δὲ πρὸς νότον ὁ Λαγωός ,
5720625 ἀροτου
πλῆθος οὐκ εὐπόριστα . οὕτως οὖν καὶ περὶ βοῶν τοῦ ἀρότου ἕνεκα καὶ περὶ πάντων οἰήσεται νοῦν τις οὐκ ἔχων
Πλειάδων δυνουσῶντοῦτο δὲ δεῖ προσεκδέξασθαι τὸ ἕωθεν δεῖ ἄρχεσθαι τοῦ ἀρότου , καὶ θερίζειν ἀνατελλουσῶν τοῦτο δὲ δεῖ πάλιν προσεκδέξασθαι
5710806 μεσουντος
οὐχὶ λιμὸν ἐπακολουθῆσαι τῷ δίψει αὐτῶν : καὶ ὅτι οὐ μεσοῦντος θέρους χρὴ ἀροῦν , ἢ οὐκ ἄν τι ὄφελος
τούτων λέγει , καὶ ὅτι δεῖ ὕδωρ ἐκ Διὸς γενέσθαι μεσοῦντος ἤδη ἔαρος . ἡνίκα ὁ κόκκυξ ᾄδειν ἄρχεται καὶ
5670397 ἀστραπαι
] ἤγουν διὰ ταῦτα αἰθάλουσα φλόξ ] καυστικός , ἤγουν ἀστραπαί τε καὶ κεραυνός λευκοπτέρῳ ] ἤγουν λευκῇ νιφάδι ]
παρέχουσιν , οἳ Κύκλωπες , ἤγουν αἱ βρονταί , αἱ ἀστραπαί , καὶ οἱ κεραυνοὶ τὰ μὲν ἄλλα ὅμοιοι τοῖς
5668996 ὀπωρινον
ἐκ τῶν μυιῶν ἐστι τοῦτο . Ἀμητῆρας : θεριστάς . ὀπωρινόν : κατὰ , κατὰ θέρος , ἐν τῷ θέρει
τῶν ἀδμώνων : ἄδμωνες εἶδος ἰχθύος τῶν λεγομένων συακίων . ὀπωρινόν : θερινὸν , ποτέ . ὁπλίζονται : κατασκευάζουσιν .
5668103 χειμερινας
Εὐκτήμονι Ϙʹ , Καλλίππωι Ϙβʹ . Ἀπὸ ἰσημερίας μεθοπωρινῆς ἐπὶ χειμερινὰς τροπὰς Εὐδόξωι ἡμέραι Ϙβʹ , Δημοκρίτωι ἡμέραι Ϙαʹ ,
καὶ ἡ ἡμέρα αὐτοῖς ἔσται τριάκοντα ἡμερῶν , κατὰ δὲ χειμερινὰς τροπὰς τὸν συνάμφω χρόνον νυκτὸς καὶ ἡμέρας ὑπὸ τὸν
5657196 ὑετων
, τοῖς δικαίοις δὲ εἰς γεωργίαν τῆς ἀμοιβῆς οὔσης , ὑετῶν μὲν ἐκ τοῦ Διὸς ἐπιχεομένων ἡμέρων , δρυῶν δὲ
πολλὰ καὶ ἀθρόα γινόμενα ἀπεργάζεται ὑετούς . καὶ ἐκ τῶν ὑετῶν τούτων ὁ Νεῖλος πλημμυρεῖ , τοῦ θέρους , ἀπὸ
5638724 ἀρκτουρου
, προσαγορευόμενον Μυτιστράτιον : πλησίον δὲ εἶναι τὴν ἀπὸ μὲν ἀρκτούρου μέχρι πλειάδος ἀναβάλλουσαν οὐδενὸς χεῖρον τῶν ἄλλων ὑδάτων ,
ἀκρόνυχοι ὅταν ἅμα δυομένῳ ἀνατέλλῃ . Αἱ μὲν οὖν τοῦ ἀρκτούρου λεγόμεναι ἀνατολαὶ ἀμφοτέρως συμβαίνουσιν : ἡ μὲν γὰρ τοῦ
5606959 καταστημα
περὶ τῶν μερικωτέρων . συνάγχαι γὰρ εἰσβάλλουσι περὶ τὸ ἑωθινὸν κατάστημα , ἴκτεροι δὲ περὶ τὸ μεσημβρινὸν , περὶ δὲ
ἐστιν , ἥ τε μηνοειδὴς θεὸς καὶ τὸ τοῦ ἀέρος κατάστημα , τὰ δ ' ἑξῆς δύο ἀσώματα , ἐπεὶ
5598592 ἀλεαν
ὁ ἐργάτης ἀμύνηται τὰς ἐκ τοῦ ὑε - τοῦ προσβολὰς ἀλέαν ἔχων καὶ τὴν ἀπ ' ἐκείνου ψῦξιν διαφεύγων .
ἀλδήσκω . ἀλεωρὴ , ἡ φυλακή : παρὰ τὸ τὴν ἀλέαν : ὃ σημαίνει τὴν θερμασίαν καὶ τὸ ὠρεῖν ὁ
5589050 νηνεμιας
ἀλλὰ παρέχει τινὰ καὶ ταῦτα χρείαν ἀναγκαίαν τοῖς φρονιμωτέροις : νηνεμίας γὰρ καὶ πνεύματα , εὐδίας τε καὶ χειμῶνας ἀπὸ
, στασίμῳ , λείᾳ θαλάττῃ , ἀκύμονι , ἀπράγμονι , νηνεμίας οὔσης , πεσόντος τοῦ πνεύματος , εὐαερίας οὔσης ,
5579884 ὡραι
. Περὶ τῶν εὐλογημένων ὡρῶν τῶν ἡμερῶν : αὗται αἱ ὧραι τῶν ἡμερῶν , ἐν αἷς ὅπερ βούλει ποιεῖσθαι ἔσεται
ἔστωσαν οὖν σοι οἵ τε μῆνες καὶ αἱ ἡμέραι καὶ ὧραι εὔγνωστοι εἰς τὸ ἐπισκέπτεσθαι τὰς ἀνατολάς τε καὶ δύσεις
5567041 ὡρων
δὲ τῶν Σινῶν ὅρμος τὰ Καττίγαρα τὴν μεγίστην ἡμέραν ἔχει ὡρῶν ιβ ∠ ʹ , καὶ διέστηκεν Ἀλεξανδρείας τοῦ νοτίου
οὖν ἐν ταῖς θεριναῖς τροπαῖς , ὥσπερ εἴπομεν , ιεʹ ὡρῶν τὴν μεγίστην ἡμέραν εἶναι , ἀκόλουθόν ἐστι τότε βραχυτάτην
5560865 ἐτησιων
τὸ ῥεῦμα . Θαλῆς δὲ ὁ Μιλήσιός φησιν ὑπὸ τῶν ἐτησίων † συνελαυνόμενα τὰ νέφη κατὰ τὰ ὄρη τῆς Αἰθιοπίας
: ἵν ' ἐπιδείξηται ὅτι καὶ τῶν καιρῶν καὶ τῶν ἐτησίων ὡρῶν αἴτιος οὔτ ' οὐρανὸς οὔθ ' ἥλιος οὔθ
5559785 αὐξεσθαι
βούλεται τιμὰς ἔχειν κοινάς , διαριθμῶν δ ' οὐδέν ' αὔξεσθαι θέλει . ἐπεὶ σὺ φέγγος , Τειρεσία , τόδ
. Βλαστός : παρὰ τὸ βλώσκειν , ὃ σημαίνει τὸ αὔξεσθαι , . , . , . Βλάσφημος : παρὰ
5554105 κρυμος
: καὶ τοῦ βορέου τὸ χρῆμα ἀμύθητον ἦν καὶ ὁ κρυμὸς ἐπηύξητο , οὐχ οὕτως πυκνὴν εὗρες ἂν ἐσθῆτα ὥστε
εἰς τὰς νύμφας . μετὰ δὲ χρόνον ὀλίγον ἐξαίφνης ἐγένετο κρυμὸς καὶ ἐπάγησαν αἱ χαράδραι καὶ πολλὴ κατέπεσε χιών ,
5537718 ὑδατα
ἀποδημίαϲ αὐτῇ χρῶνται , ὅταν ὑπονοῶϲι μοχθηρούϲ τιναϲ ἀέραϲ ἢ ὕδατα , ἔνθα πορεύονται . Λαβὼν ἐχίδναϲ νεοθηράτουϲ δ ,
δεξιὰν ἤπειρον ἐκπίπτει κατὰ πολλοὺς τόπους ἐκ πέτρας εἰς θάλατταν ὕδατα πολλά , πικρᾶς ἁλμυρίδος ἔχοντα γεῦσιν . παραδραμόντι δὲ
5531831 ὀμβρων
καὶ τὸν πλάγιον ἡ ἴυγξ αὐλόν : βούλεται δὲ τῶν ὄμβρων μιμεῖσθαι τὰς σταγόνας ὁ κόραξ . Σκορπίων μὲν ὁ
τῶν τοιούτων ἀφορμῶν οὐ τελέως ἐναργὴς ἦν ἡ περὶ τῶν ὄμβρων ἱστορία τοῖς τότε , καὶ ταῦτα τῶν ἱερέων φιλοπραγμονέστερον
5526854 παχνη
: δηλοῦται ὡς μὲν Ἀπίων ψῦχος , ὡς δὲ Ἡλιόδωρος πάχνη : Ἀπολλόδωρος τὸ ἐξ αἰθρίας ψῦχος . συμφερτή Ν
σπόρου ὥρα . . , . β Δωι ψύχη ἢ πάχνη . . , . ιζ Δωι χειμὼν καὶ κατὰ
5515198 τροπαι
βορειότερον αὐτῶν . Τέταρτος δέ , ἐν ᾧ αἱ χειμεριναὶ τροπαὶ γίνονται : ἔστι δ ' ἐν τούτῳ τὰ μέσα
: Δεύτερος δέ ἐστι κύκλος , ἐν ᾧ αἱ θεριναὶ τροπαὶ γίνονται : ἔστι δ ' ἐν τούτῳ τὰ μέσα
5509064 πενταδακτυλον
εἰ τὸ ἐσόμενον παιδίον ἀποβήσεται πενταδάκτυλον οὔτε μὴν εἰ μὴ πενταδάκτυλον : τὰ τοιαῦτα γὰρ πάντα τῆς θείας προνοίας καὶ
λέγεται ὡς ἐπὶ τὸ πολύ , οἷον τὸ γενέσθαι ἄνθρωπον πενταδάκτυλον ἢ ἐν γήρᾳ πολιοῦσθαι , τὸ δὲ ὡς ἐπ
5503291 χιονος
ἵππων καὶ τῶν ὑποζυγίων σακία περιειλεῖν , ὅταν διὰ τῆς χιόνος ἄγωσιν : ἄνευ γὰρ τῶν σακίων κατεδύοντο μέχρι τῆς
ῥοαὶ , ὃς ἀντὶ δίας ψακάδος Αἰγύπτου πέδον λευκῆς τακείσης χιόνος ἀρδεύει γύας . πῶς οὖν , ὦ σοφώτατε Εὐριπίδη
5500550 ἀκμαιον
ἐς Ζαρίασπα ἀφίκετο : καὶ αὐτοῦ κατέμενεν ἔστε παρελθεῖν τὸ ἀκμαῖον τοῦ χειμῶνος . ἐν τούτῳ δὲ ἀφίκοντο παρ '
καθάπερ ἔφην , οὐδὲ ἀντακολουθοῦσιν : ὅπερ μὲν γὰρ ἂν ἀκμαῖον ᾖ , πάντως καὶ λαμπρόν ἐστι καὶ ἤτοι σφοδρόν
5499481 αὐχμος
παρὰ τὸ ἄζω , τὸ ξηραίνω , γίνεται ἀχμός καὶ αὐχμός , . , , . , . * *
ἢ θερμὸς ἢ ὑγρὸς ἢ ξηρός . καὶ γὰρ ὁ αὐχμός , νόσος , καὶ ἡ ἐπομβρία , νόσος .
5497944 βορεης
ἔνθα δυώδεκα μὲν μένον ἤματα δῖοι Ἀχαιοί : εἴλει γὰρ βορέης ἄνεμος μέγας οὐδ ' ἐπὶ γαίῃ εἴα ἵστασθαι ,
γαῖαν , ἀλλά με κῦμα ῥόος τε περιγνάμπτοντα Μάλειαν καὶ βορέης ἀπέωσε , παρέπλαγξεν δὲ Κυθήρων . ἔνθεν δ '
5497622 ψυχροτερον
καὶ τὸ χωρίον ἀφορῶν : εἰ μὲν γὰρ ἐπὶ τὸ ψυχρότερον ῥέπουσι , δώσεις ἐλάχιστον , εἰ δ ' ἐπὶ
τὸ χωρίον : ἐν ἅπασι γὰρ τούτοις ἐπὶ μὲν τὸ ψυχρότερον ῥέπουσι δώσεις ἐλάχιστον , ἐπὶ δὲ τὸ θερμότερον ἐκτενέστερον

Back