λέγεται : ἦρ ' ἔτι παρθενίας ἐπιβάλλομαι , Σαπφώ . ἦρ ' ἔστι θ ' ὕδωρ ς . . .
' ὥσπερ οἶμαι τὴν ἡμέραν ἠριγένειαν ὀνομάζει , τὴν τὸ ἦρ γεννῶσαν , ὅπερ ἐστὶν ὄρθρον , οὕτω λυκηγενῆ προσηγόρευσε
7763438 ψυχρη
' ὅτ ' ἂν ἐκ νεφέων πτῆται νιφὰς ἠὲ χάλαζα ψυχρὴ ὑπὸ ῥιπῆς αἰθρηγενέος Βορέαο , ὣς κραιπνῶς μεμαυῖα διέπτατο
ἄρκτον ὁ οἶκοϲ : εἰ δὲ καὶ εἴη αὔρη Βορέου ψυχρὴ ἐπιπνείουϲα , ζωγρήϲει κακῶϲ κεκαφηότα θυμόν . ἔϲτω δὲ
7618004 εὐδιος
χόλον , ὄλβον ὀλέθρου , ὄφρα γάμῳ πρηΰς τε καὶ εὔδιος ἀντιάσειε . στὰς δ ' ἄρ ' ἐπὶ ῥηγμῖνος
μόθοιο ἀσπασίως γάνυταί τε καὶ εἰρήνης καμάτοισι τέρπεται ἁρπαλέοισι καὶ εὔδιος εἰλαπινάζει , ἀνδρῶν τε πλήθουσα χοροιτυπίης τε γυναικῶν :
7617538 πτυει
πλευρὸν καὶ ἐς τὴν κληῗδα ἐνίοτε , καὶ τὸ σίελον πτύει ὑπό - χολον καὶ ὕφαιμον , ὅταν τύχῃ ῥηγματίας
: ἐπὴν ἄορτρον σπασθῇ τοῦ πλεύμονος , τὸ πτύσμα λεπτὸν πτύει , ἐνίοτε δὲ αἱματῶδες , ἀφρονέει τε καὶ πυρετὸς
7608618 ἐπομβρος
ὕδρωπας : ἢν δ ' ὁ χειμὼν νότιος γένηται καὶ ἔπομβρος καὶ εὔδιος , τὸ δὲ ἦρ βόρειόν τε καὶ
τὸ πρωϊαίτερον ἢ ὀψιαίτερον , καὶ εἰ ἡ ὥρη ἐγεγόνει ἔπομβρος ἢ αὐχμηρὴ , ψυχρὴ ἢ θερμὴ , νήνεμος καὶ
7606055 παρακεκλιται
δὲ αἴτιον , ὅπερ ἔφην . τὸ μὲν γὰρ πρῶτον παρακέκλιται ἡ διάνοια καὶ ἐπιτεταμένως περὶ αὐτὰ ἐνεργεῖ , ὥσπερ
τετραμμένος , ἄχρις Ἐλανῶν . κεῖθεν δ ' ὀλβίστων Ἀράβων παρακέκλιται αἶα , πολλὸν ἀνερχομένη , δισσῇ ζωσθεῖσα θαλάσσῃ ,
7579048 χεει
παραμένειν ἀεί , Φύλλα τὰ μέν τ ' ἄνεμος χαμάδις χέει , ἄλλα δέ θ ' ὕλη τηλεθόωσα φύει ὧς
ἀνθρώποισι πιφαυσκόμενος τὰ ἃ κῆλα : κοιμήσας δ ' ἀνέμους χέει ἔμπεδον , ὄφρα καλύψῃ ὑψηλῶν ὀρέων κορυφὰς καὶ πρώονας
7478256 δειλη
τὸ τὴν ἔλην τοῦ ἡλίου . δεέλη ἐστὶ , καὶ δείλη . Δίκτυον . παρὰ τὸ βαλεῖν , ὃ ἐστὶ
μέρος τῆς ἡμέρας , ὡς Ὅμηρος : ἢ ἠὼς ἢ δείλη ἢ μέσον ἦμαρ . ὁ δὲ Ἡσίοδος οὐ τοῦ
7467523 ἀπλετος
ὠκὺν ὀϊστόν : ἔξοχα γὰρ τόδε φῦλον , ὅς ' ἄπλετος ἔτραφεν αἶα , πουλυγόνον τελέθει : τὸ μὲν ἄρ
ψυχοῦσα τὰ πάντα . Νώτοις δ ' ἀμφὶ θεᾶς φύσις ἄπλετος ᾐώρηται . Χαῖται μὲν γὰρ ἐς ὀξὺ πεφρικότι φωτὶ
7465950 ἐπισημαινει
: Προκύων ἑσπέριος ἀνατέλλει . Εὐκτήμονι καὶ Φιλίππῳ καὶ Δημοκρίτῳ ἐπισημαίνει . δʹ . ὡρῶν ιγ ∠ ʹ : ὁ
. . . . . ἐν δὲ τῇ κθ Εὐδόξῳ ἐπισημαίνει . . . . . α : . .
7458127 μεσση
Θαργηλιῶνος . . . νὺξ δ ' ἀρ ' ἔην μέσση , λαμπρὴ δ ' ἐπέτελλε σελήνη . . .
[ ] ? [ ] οι , τῶν δέ τε μέσση ? [ ] [ λεχωιὰς ] Ὠγυγίη χθών [
7432018 καρποισι
' ἐπὶ ἔργα χέρας φέρον : ἀμφὶ δ ' ἀλωαὶ καρποῖσι βρίθοντο : μέλαινα δὲ γαῖα τεθήλει . Αἰπύτατον δ
δονοῦνται , τὰ βροτῶν δ ' ἔλαμψεν ἔργα , † καρποῖσι γαῖα προκύπτει , καρπὸς ἐλαίας † προκύπτει : †
7431770 πλωουσι
ναυπηγοὶ καὶ οἱ ναῦταί εἰσιν , ὅσοι κατὰ τοὺς ποταμοὺς πλώουσι . πέμπτον δὲ γένος ἐστὶν Ἰνδοῖσιν οἱ πολεμισταί ,
κρέα ἐσιτέοντο . ὑπὸ δὲ τὴν ἕω ἀναχθέντες σταδίους τριακοσίους πλώουσι , καὶ καθορμίζονται ἐς Δαγάσειρα : ἔνθα νομάδες τινὲς
7421445 πνει
λείπω λείπεις λείπει , ποιῶ ποιεῖς ποιεῖ . τὸ δὲ πνεῖ καὶ ῥεῖ καὶ πλεῖ οὐκ ἰσοσυλλαβεῖ . οὕτω καὶ
. ναῦς ὥς τις ἐκ μὲν γῆς ἀνήρτηται βρόχοις , πνεῖ δ ' οὖρος , ἡμῖν δ ' οὐ κρατεῖ
7401215 χειμεριος
θαλίαις ἡ πόλις ἦν ὥσπερ εἰκός : καὶ πᾶς ὁ χειμέριος χρόνος ἀμφὶ ταῦτα ἐδαπανήθη . ἀρχομένου δ ' ἔαρος
. . Αἰγυπτίοις λὶψ ἢ νότος : Εὐδόξῳ καὶ Δοσιθέῳ χειμέριος ἀήρ . . . . . ἐν δὲ τῇ
7399022 ξηρη
ἑπτά : βήξ τε γὰρ ἴσχει μιν , βληχρὴ καὶ ξηρὴ ἐοῦσα , γαστήρ τε σκληρὴ γίνεται , ἅτε τοῦ
καὶ μαλακόν : καὶ γὰρ ἡ ὥρη θερμή τε καὶ ξηρὴ , καὶ ποιέει τὰ σώματα καυματώδεα καὶ αὐχμηρά :
7392673 Δωι
Δωι ἐπισημαίνει , ἄνεμος ψυχρός . . , . α Δωι ἐπισημαίνει . . , . κθ Δωι ἐπισημαίνει .
, . θ Δωι χειμών . . , . ιδ Δωι βρονταί , ἀστραπαί , ὕδωρ , ἄνεμοι . .
7390129 χαλαζα
: ” Ἥξει γὰρ ὀργὴ θεοῦ ὡς πῦρ καὶ ὡς χάλαζα συγκαταφερομένη βίᾳ καὶ ὡς ὕδωρ σῦρον ἐν φάραγγι .
τῇ σαρκὶ τοῦ ὀστρέου , ὥσπερ ἐν τοῖς συείοις ἡ χάλαζα , καί ἐστιν ἣ μὲν χρυσοειδὴς σφόδρα , ὥστε
7373619 χροιῃ
, ἄθυμοι , μελαγχολώδεεϲ . ἐπὶ δὲ τὸ λευκότερον , χροιῇ μὲν λευκόχλωροι , γνώμῃ δὲ φαιδρότεροι : ϲιτίων ἄρξαϲθαι
, πολέες δέ τε χάρμ ' Ἀφροδίτης : ἤρισε γὰρ χροιῇ . τὸ δέ που ἐπὶ μέσσον ὄνειδος ὅπλον βρωμήταο
7356489 Δοσιθεῳ
ʹ : ὁ λαμπρὸς τῆς βορείου Χηλῆς ἑῷος δύνει . Δοσιθέῳ ὑετία . ιαʹ . ὡρῶν ιδ ∠ ʹ :
: Ἀρκτοῦρος ἑῷος δύνει . Αἰγυπτίοις ζέφυρος . Εὐδόξῳ καὶ Δοσιθέῳ νοτία . ηʹ . Αἰγυπτίοις ἀργεστὴς ἢ ζέφυρος πνεῖ
7353554 κληροισιν
. πρῶτα μὲν Ὠδονίηθε Μίδης ἅπερ Ἀσίδος ἀρχὴν λείπων ἐν κλήροισιν ἀνέτρεφεν Ἠμαθίοισιν , αἰὲν ἐς ἑξήκοντα πέριξ κομόωντα πετήλοις
τ ' Ἰωνιάδες Νύμφαι στέφος ἁγνὸν Ἴωνι Πισαίοις ποθέσασαι ἐνὶ κλήροισιν ὄρεξαν . ἤνυσε γὰρ χλούνηνδε μετεσσύμενος σκυλάκεσσιν , Ἀλφειῷ
7345953 πουλυς
γὰρ ποτὶ βυσσὸν ἴῃ θοὰ κύματα τέμνων , δὴ τότε πουλὺς ὅμιλος ὁμαρτῇ ποντοπορεύων ἰχθυόεις ἕπεται , κατὰ δ '
διετέλεσεν , ἕως ἀπέθανεν : ἐν δὲ τῇ ἀρτηρίῃ ψόφος πουλὺς ἐνῆν , καὶ ἱδρῶτες πονηροὶ , καὶ ἐμβλέψιες ἐμφρονώδεες
7344850 μακρη
ἐξερύθροισι χρώμασι λυόμενα , ἐλπὶς ἐκμανῆναι . Δυσεντερίη σπληνώδεσι μὴ μακρὴ , χρήσιμον , μακρὴ δὲ , πονηρόν : ληγούσης
καὶ ὕστερον ἐσσομένοισι . Καί οἱ πὰρ κλισίην φαρέτρη παρεκέκλιτο μακρὴ ἰῶν πεπληθυῖα : πέλοντο δ ' ἄρ ' οἳ
7341388 εἰαρι
ἀναγκαίοις τε τόποισιν φλεγμαίνοντα πάθη καταπλάσμασι τοῖσδ ' ἀκέσαιο . εἴαρι δ ' αἶρε πόην καὶ καύματι καὶ φθινοπώρῳ .
Εἰ δέ νύ τοι κεράσαι φίλον ἔπλετο δοιὰ γένεθλα , εἴαρι μὲν πρώτιστα λέχος πόρσυνε κύνεσσιν : εἴαρι γὰρ μᾶλλον
7330585 χειμεριοι
, σκόπελοι , σπιλάδες , βράχη , χοιράδες , ἄκραι χειμέριοι , κατήνεμοι , ὀξεῖαι , σκληραί , περιπετεῖς ,
τῆι δ ἡμέραι Δημοκρίτωι Πλειάδες δύνουσιν ἅμα ἠοῖ : ἄνεμοι χειμέριοι ὡς τὰ πολλὰ καὶ ψύχη ἤδη καὶ πάχνη ἐπιπνεῖν
7324420 δινῃσι
δ ' ἰλυόεντος ὑπὲκ φλοίσβοιο φύονται : εὖτε γὰρ ἐν δίνῃσι παλιρροίῃς τε θαλάσσης βράσσηται πάμφυρτος ἀφυσγετὸς ἐξ ἀνέμοιο σπερχομένου
κῦμ ' ἀλίαστον ἐφέσσατο νειόθι δύψας : ἀμφὶ δέ οἱ δίνῃσι κυκώμενον ἄφρεεν ὕδωρ πορφύρεον , κοίλην δ ' ἄιξ
7303867 Καλλιππῳ
ὁ καλούμενος Αἲξ ἑῷος δύνει . Μητροδώρῳ καὶ Εὐκτήμονι καὶ Καλλίππῳ χειμῶνος περίστασις . Δημοκρίτῳ βρονταί , ἀστραπαί , ὕδωρ
Ϙβʹ , Δημοκρίτῳ ἡμέραι Ϙαʹ , Εὐκτήμονι ἡμέραι Ϙʹ , Καλλίππῳ πθʹ . . . . Ὑπολαμβάνουσι γὰρ οἱ πλεῖστοι
7302589 καρφει
ἀέξει , ῥεῖα δέ τ ' ἰθύνει σκολιὸν καὶ ἀγήνορα κάρφει Ζεὺς ὑψιβρεμέτης , ὃς ὑπέρτατα δώματα ναίει . ὑπολαβόντες
] τοὺς προπέμποντας ⌈ αὐτούς * [ αὐτόν ] ἐν κάρφει γὰρ ἠρέμα τις προμύσσει . ἐν κάρφει ἠρέμα προμύσσειν
7297330 ἀεξομενον
οὐ σέβω . μήποτε πάλιν ἴδοις ἀλφεσίβοιον ὕδωρ , ἔνθεν ἀεξόμενον ζώφυτον αἷμα βροτοῖσι θάλλει . † ἄγειος ἐγὼ βαθυχαῖος
δεσμῷ ἐν ἀρρήκτῳ : κεῖρεν δέ οἱ αἰετὸς ἧπαρ αἰὲν ἀεξόμενον : ὃ δ ' ἄρα στενάχοντι ἐῴκει . Καὶ
7291354 ἀντελλοντι
κάρη δ ' ἑτέρης μετὰ χειρὸς τόξῳ ἀνέρχονται καὶ Τοξότῃ ἀντέλλοντι . Σὺν τοῖς Ἑρμαίη τε Λύρη καὶ στήθεος ἄχρις
κατάγει : . . . Αὐτὴ δ ' Αἰγοκερῆϊ κατέρχεται ἀντέλλοντι , ἦμος καὶ Προκύων δύεται , τὰ δ '
7283720 θυελλα
ἀπὸ τοῦ ἄω ἄελλα , οὕτως καὶ ἀπὸ τοῦ θύω θύελλα . Ὀψέ : μόλις . ἀπολήξασα : παύσασα ,
καταντίον Ἀτρυτώνης , δὴ τότε παύσατο κῦμα , κατευνήθη δὲ θύελλα σμερδαλέη , καὶ χεῦμα κατεπρήυνε γαλήνη . Οἳ δὲ
7281961 πνοιας
καταιβασίαι ἄνοδοί τε , ἣ μὲν πρὸς Βορέαο τετραμμένη ἠχήεντος πνοιάς , ἣ δὲ Νότοιο καταντίον ὑγρὸν ἀέντος , τῇ
μὲν ἐκ βορέαο μί ' οἴη φοινίσσοιτο , ἐκ βορέω πνοιάς κε φέροι , νοτίη δὲ νότοιο : ἢ καί
7281549 ὀμιχλη
* νεμέθων : νεμόμενος * ἀχλύς : ζόφος σκοτός , ὀμίχλη κακοσταθέοντα δέ , ἤγουν μηδ ' ὁπωσοῦν ἠρεμοῦντα καὶ
γέροντι : καρπαλίμως δ ' ἀνέδυ πολιῆς ἁλὸς ἠΰτ ' ὀμίχλη , καί ῥα πάροιθ ' αὐτοῖο καθέζετο δάκρυ χέοντος
7278914 ὁμοιη
σῶμα διαφέρει ἑκά - στου . Ψυχὴ μὲν οὖν αἰεὶ ὁμοίη καὶ ἐν μέζονι καὶ ἐν ἐλάσσονι : οὐ γὰρ
λυομένης , πάντα λύεται , ἡ γὰρ λύσις τῇ φθέγξει ὁμοίη , λύεται δὲ ἐν γονίμῃ . Ἢν αἱ φλέβες
7264164 αὐχμος
παρὰ τὸ ἄζω , τὸ ξηραίνω , γίνεται ἀχμός καὶ αὐχμός , . , , . , . * *
ἢ θερμὸς ἢ ὑγρὸς ἢ ξηρός . καὶ γὰρ ὁ αὐχμός , νόσος , καὶ ἡ ἐπομβρία , νόσος .
7260221 αἰγλη
τὸ λίαν γίνεται αἴγλη : πάνυ γάρ ἐστιν ὁρμητικὴ ἡ αἴγλη . οὕτως εὗρον ἐν Ἐπιμερισμοῖς τοῦ Ψαλτῆρος . σημαίνει
αὐτοὺς κύματα μακρὰ φέροντο : περὶ στεροπῇσι δ ' ἀνάσσης αἴγλη μαρμαίρεσκε διὰ κνέφας ἀίσσουσα . Οἳ δ ' ἄποτον
7252802 μεμυκε
ὀφθαλμόϲ : καὶ εἰ μὲν τὸ βλέφαρον μόνον παραλυθείη , μέμυκε διηνεκῶϲ ὁ ὀφθαλμὸϲ καὶ ἀναιϲθητεῖ τὸ βλέφαρον . εἰ
ὡς δάμαλιν ἂμ πέτραις ἠλιβάτοις , ἵν ' ἀλκᾷ πίσυνος μέμυκε φράζουσα βοτῆρι μόχθους . ὁρῶ κλάδοισι νεοδρόποις κατάσκιον νεύονθ
7250259 ἀϋτμη
' ἠελίοιο τυπείσας ἀμφότερον δίψη τε φίλη τ ' ἐκάλεσσεν ἀϋτμή : πίδακι δ ' ἐμπέλασαν Βρομιώτιδι καὶ μέγα χανδὸν
ὀλοώτατος εἴρηκεν ] ὅμοιον τῷ ” κλυτὸς Ἀμφιτρίτη καὶ θεσμὸς ἀϋτμή ” καὶ „ κλυτὸς Ἱπποδάμεια „ . . .
7249042 μελιλωτος
ῥόδον , τὰ δὲ ξηρανθέντα καθάπερ ὁ κρόκος καὶ ὁ μελίλωτος : χλωρὰ γὰρ ὑγρότερα . Τὰς μὲν οὖν φύσεις
ἐέρσα κάλα κέχυται τεθάλαισι δὲ βρόδα κἄπαλ ' ἄνθρυσκα καὶ μελίλωτος ἀνθεμώδης : πόλλα δὲ ζαφοίταις ' ἀγάνας ἐπιμνάσθεις '
7238195 φαεινεται
πάντα καὶ ἔγχνοα , τοῖα κονίης ἢ καὶ ἀπὸ σπληδοῖο φαείνεται ὅστις ἐπαύρῃ . τῷ ἴκελος Περσεῖος ὑποτρέφεται πετάλοισι ,
ἢ ὡς ἐκεῖνός φησι γράφεσθαι : „ ἢ Κριῷ ἀνιόντι φαείνεται ἢ ἐπὶ Ταύρῳ , ” ἢ νὴ Δία ,
7236953 στρωμνη
ἐστιν ἡ κλίνη , εὐνὴ δὲ ἡ ἐπ ' αὐτῆς στρωμνή . λαβεῖν καὶ δέξασθαι διαφέρει . λαβεῖν μὲν γάρ
γάρ ἐστιν ἡ κλίνη , εὐνὴ δὲ ἡ ἐπὶ ταύτης στρωμνή . φησὶ γοῦν Πηνελόπη ἔνθα οἱ ἐκθεῖσαι πυκνὸν λέχος
7231682 βεβαυια
ἀφίκηται . εἰ δ ' ἄρ ' ὑπὲρ κέντροιο Σεληναίη βεβαυῖα τὴν αὐτὴν ἐπέχῃ μοῖραν πολεμοκλόνῳ Ἄρῃ , ἢ ζῶον
: οὐ μὴν πᾶσα διαπρὸ περίδρομος , ἀλλὰ διαμφὶς ὀξυτέρη βεβαυῖα πρὸς ἠελίοιο κελεύθους , σφενδόνῃ εἰοικυῖα . Τί γὰρ
7229358 ψαμμωδεα
τοὺς Ἰχθυοφάγους Γαδρώσιοι ἐς τὸ ἄνω οἰκέουσι γῆν πονηρὴν καὶ ψαμμώδεα , ἔνθεν καὶ τὰ πολλὰ κακὰ ἡ στρατιή τε
τοῖσι βράχεσι τὰς νέας . ἀλλὰ τὰ μὲν κατὰ Λευκάδα ψαμμώδεα ὄντα καὶ τοῖσιν ἐποκείλασι ταχεῖαν τὴν ὑπονόστησιν ἐνδιδοῖ :
7227446 αἰα
μιν ἄλλυδις ἄλλῃ ἐσκέδασεν διὰ τυτθά : περίαχε δ ' αἶα καὶ αἰθήρ , ἐκλύσθη δ ' ἄρα πᾶσα περίδρομος
* ἵξεται : εἰσίξεται ἡ αἶσα ἐλεύσεται * αἶσα : αἶα . * ἤτοι : δηλονότι ἀλλ ' ἤτοι θέρεος
7222844 οὐρη
τοῦ συνῆκται , ἔσφιγκται , πέπλεκται . πεδανὴ δέ οἱ οὐρή : καὶ γὰρ πεδανὴ λέγεται ἡ λεπτὴ οὐρὰ καὶ
κύνεσσι πανείκελον ὠπήσαιο μείζοσι ποιμενικοῖς , λασίη δ ' ἐπιέσπεται οὐρή : ἡ δέ τε κυρτοῦται μεσάτην ῥάχιν , ἀμφὶ
7219918 ὡρῃ
ὡς εἴ τις ἀπὸ στάχυν ἀμήσηται ληίου ἀζαλέοιο θέρευς εὐθαλπέος ὥρῃ . Ἣ δὲ μέγα μύζουσα κυλίνδετο πολλὸν ἐπ '
βορὸν , καὶ ἀγρυπνίη βορόν . Ἐνθέρμῳ φύσει καὶ θερμῇ ὥρῃ , κοίτη ἐν ψύχει παχύνει , ἐν θερμῷ λεπτύνει
7218294 ἑτερη
ταχέως , καὶ ἀπέφθειρεν . Ἑτέρη λευκοῖς θυγατέρα ἔτεκεν : ἑτέρη ἐρυθροῖς , ὡς ἔδει . Φρικώδεες , ἀσώδεες ,
πλούτῳ καὶ γενεῇ κατ ' ἐμέ : ἡ δ ' ἑτέρη προβέβηκε . τί λώϊον ; εἰ δ ' ἄγε
7216170 ἐπιπνει
ἔρχεται . ἐπιπνεῖ ] ἐμπίπτει . ἐπιπνεῖ ] κινεῖται . ἐπιπνεῖ ] + ἐπὶ τὴν πόλιν . ἐπιπνεῖ ] ἐπέρχεται
καὶ πόλεων πυρπολήσεις : ἐπιδεξίως οὖν τὸ πνεῖ ἔφη . ἐπιπνεῖ λαοδάμας ] ἐπέρχεται ὁ τὸν λαὸν δαμάζων Ἄρης .
7212769 χειμα
, καὶ ἀκήρατος ἀλυπία καὶ ἡδεῖα δίαιτα : οὔτε γὰρ χεῖμα σφοδρὸν οὔτε θάλπος ἐγγίγνεται , ἀλλ ' εὔκρατος ἀὴρ
κεν ἰδὼν ἐλέφαντα ἢ κορυφὴν ὄρεος παναπείριτον ἢ νέφος αἰνὸν χεῖμα φέρον δειλοῖσι βροτῶν ἐπὶ χέρσον ὁδεύειν . ἴφθιμον δὲ
7204876 κληθρα
τῆς λύπης γίνεσθαι . ὁ δὲ νοῦς : σὺ παρὰ κλῆθρα ἵστασο : σοὶ γὰρ μέλει ἡ ἐκ τῶν οἴκων
τῆς λύπης γίνεσθαι . ὁ δὲ νοῦς : σὺ παρὰ κλῆθρα ἵστασο : σοὶ γὰρ μέλει ἡ ἐκ τῶν οἴκων
7203676 θωρηξ
σάκος οὔτασε δουρὶ ἐγγύθεν ὁρμηθείς : πυκινὸς δέ οἱ ἤρκεσε θώρηξ , τόν ῥ ' ἐφόρει γυάλοισιν ἀρηρότα : τόν
βίῃ , ϲμικρόν , λευκόν , ϲτρογγύλον , χαλαζῶδεϲ . θώρηξ εὐρύτεροϲ μέν , ἀδιάϲτροφοϲ δὲ ἠδὲ ἀνέλκωτοϲ . εἰ
7198590 μετοπωρον
τοιαύτη . Φυλλοβολεῖ δὲ πάντα τοῦ μετοπώρου καὶ μετὰ τὸ μετόπωρον , πλὴν τὸ μὲν θᾶττον τὸ δὲ βραδύτερον ὥστε
δὲ τὸ θέρος αὐχμηρὸν γένηται καὶ βόρειον , τὸ δὲ μετόπωρον ἔπομβρον καὶ νότιον , κεφαλαλγίας ἐς τὸν χειμῶνα καὶ
7196763 ζεφυρος
ἢ ἔπομβρος καὶ ἀνέμων ἀκρασία . Δοσιθέῳ εὐδία , ἐνίοτε ζέφυρος πνεῖ . ιβʹ . ὡρῶν ιδ : ὁ λαμπρὸς
καὶ τὸ λοιπὸν τῶν Πλειάδων ἀνίσχει , καὶ τὴν ὀγδόην ζέφυρος ὄρθρου ἄρχεται πνέειν , καὶ τὴν ἐννάτην ζάλη γὰρ
7194305 κεχυται
τηλεθάει δάφναις καὶ μύρτοισι καὶ εὐώδει κυπαρίσσῳ , ἔνθα πέριξ κέχυται βοτρυόπαις ἕλικι ἄμπελος , εἰαρινοὶ δὲ λιγυφθόγγοισιν ἀοιδαῖς κόσσυφοι
τηλεθάει δάφναις καὶ μύρτοισι καὶ εὐώδει κυπαρίσσῳ , ἔνθα πέριξ κέχυται βοτρυόπαις ἕλικι ἄμπελος : εἰαρινοὶ δὲ λιγυφθόγγοισιν ἀοιδαῖς κόσσυφοι
7194052 ὑϲτερηϲ
ἀτρέμαϲ εἴϲω θέει , ἡϲυχῇ πιεζευμένη καὶ χριομένη πρόϲθεν τοῖϲι ὑϲτέρηϲ μειλίγμαϲι . Περὶ ἀρθρίτιδοϲ καὶ ἰϲχιάδοϲ . Ξυνὸϲ μὲν
τοῖϲι μηρίοιϲι ἡ γυνή . προπίπτει κοτὲ τὸ ϲτόμιον τῆϲ ὑϲτέρηϲ μοῦνον μέϲφι τοῦ αὐχένοϲ , ἀλλ ' αὖθιϲ εἴϲω
7193616 βαιος
οὕτως βαῖνον . ἐὰν μὲν οὖν παρὰ τὸ βῶ , βαιός καὶ ἠβαιός πλεονασμῷ τοῦ η , ὡς μύω ἠμύω
παρὰ τὴν ἥβην , ἡβαιός , ἐξ οὗ καὶ τὸ βαιός κατὰ ἀποβολὴν τοῦ η . . . + .
7193418 Εὐκτημονι
πατρὶ τῷ Ἁγνίου καὶ Φιλάγρῳ τῷ πατρὶ τῷ Εὐβουλίδου καὶ Εὐκτήμονι τῷ βασι - λεύσαντι , καὶ εἰδέναι Εὐκτήμονα ἀδελφὸν
Χηλῆς ἑῷος δύνει . Αἰγυπτίοις βορέας σφοδρός . Καλλίππῳ καὶ Εὐκτήμονι ἐπισημαίνει . βʹ . ὡρῶν ιδ ∠ ʹ :
7193018 ἀμαθος
' οὗ τὸ θαμέες γὰρ ἄκοντες . . . . ἄμαθος : ἡ ψάμμος : παρὰ τὸ ψάμαθος γίνεται ἀποβολῇ
ἀμάθοιο βαθείης . παρὰ τὸ ψάμαθος καὶ ἀποβολῇ τοῦ ψ ἄμαθος . ἢ ἄμυθός τις οὖσα , τουτέστιν ἡ ἀνεπίγνωστος
7189008 χειμαινει
. . ἐν δὲ τῇ δ Εὐδόξῳ τροπαὶ χειμεριναί : χειμαίνει . . Οὐρ . διδ . Εὐδόξῳ , Δημοκρίτῳ
χειμαίνει . Ἐν δὲ τῇ βᾳ Εὐκτήμονι Δελφὶς ἐπιτέλλει : χειμαίνει . Ἐν δὲ τῇ δῃ Εὐδόξῳ τροπαὶ χειμεριναί :
7179887 Δελφιν
θέαν τῆς πομπῆς ἦλθε , φησί , καὶ ἰδοῦσα τὸν Δέλφιν ἠράσθη αὐτοῦ . εἰώθασι γὰρ τῇ Ἀρτέμιδι κανηφορεῖν αἱ
ἐλθεῖν τῆς πομπῆς , καὶ οὕτω συμβέβηκεν ἰδεῖν με τὸν Δέλφιν . ἁ μεγάλοιτος : ἡ μεγάλως δυστυχής . οἶτος
7175485 νηνεμος
τοῖς ποταμοῖς ποιοῦνται τὰς διατριβὰς τὰ ὄρνεα . . 〚 νήνεμος αἴθρη : Οἷον , ὑπὸ τῆς εὐαερίας λῆξις κυμάτων
- βαθής , ἐν σκέπῃ τῶν πνευμάτων , ἀπήνεμος , νήνεμος , ὑπήνεμος , ἀσφαλής , ἀκύμων , ἀκίνδυνος ,
7169667 ἀποριη
] μέζον , ἢν προϲφέρωνται καὶ καταπίνωϲι : ἄϲη , ἀπορίη , ὄψιεϲ ἀμαυραί , ὤτων ἦχοι , βάρεα κεφαλῆϲ
, δυσφόρως : διψώδης : ἀσώδης : πουλὺς βληστρισμός : ἀπορίη : παρέκρουσεν : ἄκρεα πελιδνὰ , καὶ ψυχρά :
7169611 Ὀϊστος
Ἐνγόνασιν , Ὀφιοῦχος , Ὄφις , Λύρα , Ὄρνις , Ὀϊστός , Ἀετός , Δελφίς , Προτομὴ Ἵππου καθ '
ἀντέλλουσα . Λύρη τότε Κυλληναίη καὶ Δελφὶς δύνουσι καὶ εὐποίητος Ὀϊστός . Σὺν τοῖς Ὄρνιθος πρῶτα πτερὰ μέσφα παρ '
7167864 εὐθαλες
' ἀκούσας , φύσεως δ ' ἄμειψε μορφήν , φυτὸν εὐθαλὲς δ ' ἐπήχθη . ὁ δὲ Φοῖβος † ἠὲ
κᾶπον ὄλωνται , ἠδὲ τὰ χλωρὰ σέλινα τό τ ' εὐθαλὲς οὖλον ἄνηθον ὕστερον αὖ ζώοντι καὶ εἰς ἔτος ἄλλο
7166961 δυεται
Σελήνη φαεσφοροῦσα τεύξεται , ἀλλ ' ὁτὲ μὲν ἑσπέρας φανεῖσα δύεται , ὁτὲ δὲ ἐπίμονος μέχρι τινὸς μέρους , ἔσθ
τῷ σχήματι κεχρημένης ἄλλοτε παρ ' ἄλλοις ἕκαστα αὐτῶν καὶ δύεται καὶ ἀνατέλλει καὶ τούτου ἕνεκα δεήσει ἅμα καὶ σβέννυσθαι
7159968 ἀφωνιη
, πρωῒ μὲν ἐκοιμήθη σμικρὰ , ταχὺ δὲ ψύξις , ἀφωνίη , λεπτὸν πνεῦμα καὶ μινυθῶδες : ὀψὲ δὲ πάλιν
βαρύϲ , βαρύτατοϲ : μεϲηγὺ δὲ τῆϲ ὀδύνηϲ ἀτονίη καὶ ἀφωνίη . διάφραγμα καὶ ὑπεζωκὼϲ ἕλκονται : ἀπὸ τῶνδε γὰρ
7157131 καλεεται
, ἄνδρας μικροὺς ἐκ ξύλου πεποιημένους μεγάλα αἰδοῖα ἔχοντας . καλέεται δὲ τάδε νευρόσπαστα ” . καὶ παρακατιὼν δέ :
ἐκ λίμνης μεγάλης τὴν πέριξ νέμονται ἵπποι ἄγριοι λευκοί : καλέεται δὲ ἡ λίμνη αὕτη ὀρθῶς μήτηρ Ὑπάνιος . Ἐκ
7155319 χωρη
ἀρχαί τε ἦσαν καὶ φόρων ἐπιτάξιες . Ἡ Περσὶς δὲ χώρη μούνη μοι οὐκ εἴρηται δασμοφόρος : ἀτελέα γὰρ Πέρσαι
ὧραι μεγίστας μεταβολὰς ποιέονται καὶ πυκνοτάτας , ἐκεῖ καὶ ἡ χώρη ἀγριω - τάτη καὶ ἀνωμαλωτάτη ἐστίν : καὶ εὑρήσεις
7150418 χιονωδης
καὶ τῷ εὔρῳ ἀνέμῳ : ὁ δὲ χειμὼν κατεψυγμένος καὶ χιονώδης , ὄμβροι δὲ ἔσονται συνεχεῖς καὶ ποταμοὶ μεγάλοι .
ὑδατώδης , μεσάζων δὲ ἀνεμώδης , καὶ λήγων χαλαζώδης καὶ χιονώδης . ἐν τῷ ἔαρι πνέουσιν ἄνεμοι ζέφυροι λαμπροί .
7134271 φριξ
καὶ ἔγχεσι πεφρικυῖαι . οἵη δὲ Ζεφύροιο ἐχεύατο πόντον ἔπι φρὶξ ὀρνυμένοιο νέον , μελάνει δέ τε πόντος ὑπ '
ἐκαλοῦντο ἀπὸ τῶν τόπων Βορεάδαι . πεφρίκοντας : διακινοῦντας : φρὶξ γὰρ κυρίως ἡ ἠρεμαία κίνησις τῶν κυμάτων . μυθικὸν
7129722 μεσσῃ
Ἀρχέστρατός φησιν : σηπίαι Ἀβδήροις τε Μαρωνίᾳ τ ' ἐνὶ μέσσῃ . Ἀριστοφάνης : ὀσμύλια καὶ μαινίδια καὶ σηπίδια .
, ἀλλὰ μεθορμηθεὶς ἐνὶ κύμασιν ἐλλάβετ ' αὐτῆς , ἐν μέσσῃ δὲ καθῖζε τέλος θανάτου ἀλεείνων . τὴν δ '
7118934 ἀνεμωδης
ὁ ἐν τῷ ἡγουμένῳ ὤμῳ τοῦ Ὠρίωνος κρύπτεται . Αἰγυπτίοις ἀνεμώδης κατάστασις . Μητροδώρῳ καὶ Καλλίππῳ νοτία . γʹ .
ὡρῶν ιδ ∠ ʹ : Στάχυς ἑσπέριος ἀνατέλλει . Αἰγυπτίοις ἀνεμώδης κατάστασις . Εὐκτήμονι καὶ Φιλίππῳ ὀρνιθίαι ἄρχονται πνεῖν ,
7115635 Ὀρνις
τοῖς βορεινοῖς τόποις ἔσω τοῦ βορείου πόλου ἐστὶν ὁ λεγόμενος Ὄρνις , ὑπὲρ ὃν Ὀϊστὸς παρατείνει , ὅπου ἡ Ἄρκτος
Βορρόθεν δέ ἐστι Δελφίν , Λύρα , τὸ Ζεῦγμα , Ὄρνις πλὴν τοῦ λαμπροῦ ἀστέρος κατὰ τὸ ὀρθοπύγιον αὐτοῦ καὶ
7110404 ἀντελλει
πᾶσα δ ' εὐθαλὴς Αἴγυπτος ἁγνοῦ νάματος πληρουμένη φερέσβιον Δήμητρος ἀντέλλει στάχυν . . Αἰγύπτιος . . . : .
κατάγει δ ' Ὄφιν αὐχένος ἐγγύς . καὶ πάλιν : ἀντέλλει δ ' Ὕδρης κεφαλὴ χαροπός τε Λαγωός καὶ Προκύων
7110360 ἠριγενεια
πρωΐας : “ ἀλλὰ μάλλ ' ἦρι νέονται . ” ἠριγένεια ἤτοι ἡ τὸ ἦρι γεννῶσα ἢ ἐν τῷ ἦρι
τότε κοιμήσαντο καὶ ὕπνου δῶρον ἕλοντο . ἦμος δ ' ἠριγένεια φάνη ῥοδοδάκτυλος Ἠώς , βάν ῥ ' ἴμεν ἐς
7109203 γαληνη
ἐρατεινήν : Μειλιχίη δέ τοι αἰὲν ἐπ ' ὀφρύσι νεῦσε γαλήνη παίδεσιν ἠδὲ τοκεῦσιν , ἐπὶ φρεσὶν ἠδὲ νόοιο ,
στησόμεθα : δώσω δὲ ἐγὼ τοῦ χοροῦ τὸ σύνθημα . γαλήνη μὲν ἔχει τοὺς ἀρχομένους ἅπαντας , καθάπερ ἐκ τρικυμίας
7108686 ἠντετο
Δημοφόωντι μενεπτολέμῳ τ ' Ἀκάμαντι Θησῆος μεγάλοιο δι ' ἄστεος ἤντετο μήτηρ Αἴθρη ἐελδομένη : μακάρων δέ τις ἡγεμόνευεν ὅς
ὡς ἄν τίς σε συναντόμενος „ ὡς ἁπτόμενος καὶ ” ἤντετο γάρ τοι Φοῖβος ” ὡς ἥπτετο ὁμολογεῖ τὴν βαρεῖαν
7108226 στροφος
καὶ δοῦναι , καὶ ἐᾶσαι ὑπνῶσαι : καὶ ἢν μὲν στρόφος γίνηταί οἱ περὶ τὸν ὀμφαλὸν , κύει : ἢν
ἀλγηδὼν ἐνείη , καὶ ἅμα τῷ ἀλγήματι ἢ βηχίον ἢ στρόφος ἢ πόνος κοιλίης : ὅταν δέ τι τουτέων παρῇ
7104521 χειμεριη
ὡς δ ' ὅταν ἀπροφάτως ἱστὸν νεός , εὖτε μάλιστα χειμερίη ὀλοοῖο δύσις πέλει Ὠρίωνος , ὑψόθεν ἐμπλήξασα θοὴ ἀνέμοιο
δὲ πανίχνια σημήναντο . ναὶ μὴν ἀνθρώποισι πέλει περιδέξιος ὥρη χειμερίη , στείβουσί τ ' ἀμοχθήτοισιν ὀπωπαῖς , οὕνεκα καὶ
7099463 ἰνδαλλονται
δικλίδ ' ἐπιπλήσσοντες ἀνακρούουσιν ὀχῆας , τοῖοί οἱ μουνὰξ ὑποκείμενοι ἰνδάλλονται ἀστέρες . Ἡ δ ' αὕτως ὀλίγων ἀποτείνεται ὤμων
βόσιός τε χατίζει , γυμναὶ δ ' ἡμερίδες περὶ βότρυσιν ἰνδάλλονται , δὴ τότε καὶ θηρᾶν πικρὴν ἐπὶ μῆτιν ὑφαίνει
7097508 λαβρος
, παρὰ τὸ μὴ λάω ἢ τὸ οὐ βλέπω . λάβρος : ἀπὸ τοῦ λίαν καὶ τοῦ βορός . Ὑπέροπλοι
Ἐνιπέως Λευκωσία ῥιφεῖσα τὴν ἐπώνυμον πέτραν ὀχήσει δαρόν , ἔνθα λάβρος Ἲς γείτων θ ' ὁ Λᾶρις ἐξερεύγονται ποτά .
7095464 ἠεριη
βυθοῖο τάρφεα , κωφὴ δέ σφιν ἐπιβλύει ὕδατος ἄχνη : ἠερίη δ ' ἄμαθος παρακέκλιται , οὐδέ τι εἶσι ἑρπετὸν
“ ἠὲ περὶ πτόλιος μαχεύμενοι . ” ἠερέθονται διασείονται . ἠερίη ὀρθρία , πρωϊνή . ἠέριαι πρωϊναί , ὀρθριναί .
7093282 ὑποχολα
δύσιας νότια καὶ ὑέτια ἦν . Μειράκιον , μυξώδεα , ὑπόχολα , πέπονα , γλίσχρα , συχνὰ διαχωρήματα : πῦρ
καὶ βὴξ , καὶ ὑποχωρήματα πουλλὰ , ὑδατώδεα , καὶ ὑπόχολα . Ὁ πυρετὸς ἐδόκει λῆξαι περὶ ἑβδόμην : ἡ
7084839 νειοθεν
τὴν βρύχιον καὶ βαθεῖαν . τὸ δὲ βρύχιον ἀντὶ τοῦ νείοθεν καὶ ἀπὸ τοῦ βυθοῦ . . ᾖσαν δὲ καὶ
ῥόος παλίνορσος [ ] , ὅπῃ πιτυώδεος [ ] ὕλης νείοθεν ἐρρίζωντο συνήλικες ἔρνεσι νύμφαι . τοῖα δ ' Ἁμαδρυάδων
7075419 ὑφαιμον
χολῆς . λέγει οὖν Ἱπποκράτης , ὅτι τὸ ξανθοχολικὸν καὶ ὕφαιμον σῶμα μελαγχολικὸν , ἐὰν μὴ ἔχῃ ἐξερώσιας τουτέστι κενώσεις
, γονοειδές : ἄγρυπνος ἁπάσας : μετὰ τὴν ἕκτην οὖρον ὕφαιμον . Τῷ Ἀντιφάνους , χειμῶνος , ἄλγημα πλευροῦ δεξιοῦ
7073818 ὑδατωδεα
, δυσεντεριώδεες ἐγένοντο οὗτοι πάντες : ἦρά γε ὅτι οὔρησαν ὑδατώδεα , σκεπτέον . Περὶ δὲ ἀρκτοῦρον , ἑνδεκαταίοισι πουλλοῖσιν
καταῤῥήγνυται ; καί τι καὶ κωματώδεες ; ἦρά γε καὶ ὑδατώδεα οὖρα ἐναιωρεύμενα λευκοῖσι , καὶ ποικίλως ἔκλευκα , δυσώδεα
7068157 χυσις
' εὐνὴν ἐπαμήσατο χερσὶ φίλῃσιν εὐρεῖαν : φύλλων γὰρ ἔην χύσις ἤλιθα πολλή , ὅσσον τ ' ἠὲ δύω ἠὲ
διαμπερές : ὣς ἄρα πυκνὴ ἦεν , ἀτὰρ φύλλων ἐνέην χύσις ἤλιθα πολλή . τὸν δ ' ἀνδρῶν τε κυνῶν
7063838 εἰκυια
εἰς νότια καὶ βόρεια . Πρὸς δὲ ἠελίοιο κελεύθους σφενδόνῃ εἰκυῖα , ἵνα τοὺς πόδας τῆς σφενδόνης , τὴν ἕω
ἐΐκτην . ” ἔϊκτο ὡμοιοῦτο . εἰκυῖα ἐοικυῖα : “ εἰκυῖα θεῇσι . ” εἰλαπίνη εὐωχία . εἶλαρ ἕρκος καὶ
7063277 κορθυεται
τέλειον σκεδαιομένη . * κορθύεται : ὁπλίζεται κορυφοῦται ὑψοῦται * κορθύεται οἶδος : ἀνεγείρεται οἴδημα * οἶδος : οἴδημα *
' ἑνὸς μέρους , τῆς κόρυθος , τὸ καθοπλίζεσθαι . κορθύεται διεγείρεται καὶ εἰς ὕψος αἴρεται . κόρσην κεφαλήν .
7060756 θερεϊ
γάρ θ ' ὕδατι λιαρῷ ῥέει ἡ δ ' ἑτέρη θέρεϊ προρέει ἐικυῖα χαλάζῃ : ἡ διπλῆ ὅτι ἐκ τῆς
γίγνεται ἐξ αὐτῆς ὡσεὶ πυρός . ἡ δ ' ἑτέρη θέρεϊ προρέει ” εἰκυῖα χαλάζῃ ἢ χιόνι ψυχρῇ . ”
7060125 ὑετια
ἑσπέριος ἀνατέλλει . κζʹ . Καίσαρι βορρᾶς πνεῖ . Ἱππάρχῳ ὑετία . κηʹ . Αἰγυπτίοις βρονταί , ἐπισημασία . Φιλίππῳ
μὲν οὖν τῇ αῃ ἡμέρᾳ Εὐδόξῳ Ὠρίων ἀκρόνυχος δύνει : ὑετία . Καλλίππῳ ὁ Κριὸς λήγει ἐπιτέλλων : ὑετία ,
7054810 ἀημα
οἴκῳ . Ἄελλα καὶ θύελλα διαφέρει . ἄελλα μέν ἐστιν ἄημα συνεστραμμένον , θύελλα δὲ ἄελλα θύουσα καὶ ὁρμῶσα .
τῶν νεκρῶν δελεάτων . πνέει : ἔχει , πέμπει . ἄημα : ὀσμὴν , νεῦμα . Σύεσσι : χοίροις .
7050591 ἀνδραχλη
μὲν τοῖς πρώτοις ψύχεσιν , ἀχρὰς δὲ ὀψία χειμῶνος : ἀνδράχλη δὲ καὶ ἀφάρκη τὸ μὲν πρῶτον πεπαίνουσιν ἅμα τῷ
καθάπερ ἄμπελος , τὰ δὲ καὶ ὡς περιπίπτειν , οἷον ἀνδράχλη μηλέα κόμαρος . ἔστι δὲ καὶ τῶν μὲν σαρκώδης
7046799 χροιη
: τὸ σίαλον παχὺ καὶ λιγνυῶδες βήσσεται , καὶ ἡ χροιὴ μέλαινα καὶ ὑποιδαλέη , καὶ ὀδύναι λεπταὶ ὑπὸ τὸ
ὡς ἂν ἰσχύος ἔχωσιν , οὕτω καὶ γυῖα , καὶ χροιὴ ἐπὶ τὸ κάκιον ἢ ἄμεινον ἐπιδιδοῖ . δίκαιον δὲ
7046152 ἀραιην
τὸ ἀμύσσω . Ὅμηρος [ Ε ] : κατεμύξατο χεῖρα ἀραιήν : ὑβρίζεις ἀφανίζεις : τὸ κρήδεμνόν φησιν : ὦ
τε καὶ φλεγμαίνει , καὶ ὀδύνην παρέχει λεπτὴν καὶ βῆχα ἀραιήν τε καὶ ξηρὴν τὸ πρῶτον , ἔπειτα ἐπὶ μᾶλλον
7045539 ἀκρη
βάλ ' ὑπὸ κληῗδα μέσην : διὰ δ ' ἀμπερὲς ἄκρη αἰχμὴ χαλκείη παρὰ νείατον ὦμον ἀνέσχε : δούπησεν δὲ
τραπεζίῳ εἶδος ὁμοίη , ἀρξαμένη πρώτιστα Γαδειρόθεν , ἧχί περ ἄκρη ἐς μυχὸν ὀξυνθεῖσα τιταίνεται Ὠκεανοῖο : οὖρον δ '
7045360 λιψ
ἕπεται νεφέλη . Περὶ γὰρ τοὺς τόπους τούτους ὅ τε λὶψ ἀμφότερα ταχέως ποιεῖ πνέων ἀπὸ τοιαύτης ἀρχῆς , ὅ
νὶψ νιβός : ἔστιν δὲ ὄνομα κρήνης . οὕτως καὶ λὶψ διὰ τοῦ Ι . ὁ δὲ ἄνεμος λέγεται καθὰ
7045101 φυτλη
ἐν ἅπασι φύουσα καὶ κινουμένη . . . . . φύτλη : φύτλη : ἡ φύσις . ὡς ζεύγω ζεύξω
. τὰ δὲ εἰς λη , οὐκέτι : ὁμίχλη , φύτλη , γενέθλη , αἴγλη , τρώγλη . ὁμοίως οὖν
7045073 σκοτεινη
ἡ ὥσπερ ἀγείρουσα νεφέλας , καὶ ταύταις συγκαλυπτομένη , καὶ σκοτεινὴ καὶ ἀπροόρατος Εἱμαρμένη , πρὸ τοῦ εἰς ἔκβασιν ἀφικέσθαι
. Τὸ δὲ βάθος ἑκάστου ἡ ὕλη : διὸ καὶ σκοτεινὴ πᾶσα , ὅτι τὸ φῶς ὁ λόγος . Καὶ
7042422 πουλλα
εἴ τις ὕδωρ καὶ ἄλειφα ἐς χαλκεῖον ἐγχέας , ξύλα πουλλὰ ὑποκαίοι πουλὺν χρόνον , τὸ μὲν δὴ ὕδωρ πολλῷ
καὶ ἐμέουσι , καὶ ἔμπυοι γίνονται , καὶ ὡς τὰ πουλλὰ διεφθάρησαν : ἢν δὲ θεραπευθῶσιν ἀρχομένου τοῦ νουσήματος ,
7041696 ἀπειρεσιων
τάλας , ἔμελλες χρόνῳ στερεόφρων ἄρ ' ἐξανύσσειν κακὰν μοῖραν ἀπειρεσίων πόνων . Τοῖά μοι πάννυχα καὶ φαέθοντ ' ἀνεστέναζες
δὲ δαίνυται ὅν κ ' ἐθέλῃσι , κρινάμενος τὸν ἄριστον ἀπειρεσίων παρεόντων . Ἀλλ ' ἔμπης καὶ τοῖσιν ἀνάρσιοι ἀντιφέρονται

Back