αὐτὸς κλαίει . ὁ δὲ εἶπε κἀγὼ οὖν γυναῖκα καλὴν κατώρυξα , καὶ ὅταν κλαύσω τῆς λύπης κουφίζομαι . ἡ
ἐγώ ποτε ἐν Αἰγύπτῳ τιμωρῶν τῷ Ἀγχιάλου φόνῳ εἰς τάφρον κατώρυξα καὶ κύνας αὐτῇ συγκαθεῖρξα ; Τίς οὖν ἡ μεταβολή
5970758 εὐτυχησῃ
πεπονθότων σωμάτων , καὶ τυγχάνει γε τούτου πολλάκις , ὅταν εὐτυχήσῃ πόρων ἐπιτηδείων εἰς ἔκρουν , οἷον ὀχετῶν τινων .
ἕπεσθαι τῇ ἀρετῇ τὴν εὐδαιμονίαν , ἂν μὴ καὶ γένος εὐτυχήσῃ καὶ κάλλος , ἀλλὰ καὶ χρυσόν ὃς καὶ χρυσὸν
5871776 ἠρεμῃ
μάλιστα πλήμην , ὥστε ἀρχομένης ἤδη τῆς εἰσαγωγῆς , ὅταν ἠρεμῇ τὸ πέλαγος , ὑπ ' αὐτοῦ φέρεσθαι τοῖς ἐπὶ
, καθάπερ καὶ πρότερον εἴρηται . ἐκεῖ γὰρ ἂν μὴ ἠρεμῇ τὸ ὕδωρ , ἀλλὰ πολλὴ γένηται κίνησις , οὐχ
5794624 Συρακοσια
κάλλος : πλὴν οὐχ ὁμολογεῖ : προσποιεῖται δὲ Ἑλληνὶς εἶναι Συρακοσία . καὶ τοῦτο δὲ τῆς ἀπάτης ἐστὶ σημεῖον .
, Ἀρχιμήδους ἐξευρόντος . ὄνομα δ ' ἦν τῇ νηὶ Συρακοσία : ὅτε δ ' αὐτὴν ἐξέπεμπεν Ἱέρων , Ἀλεξανδρίδα
5736859 καταδικασθῃ
θαυμάζων δὲ αὐτόν φησιν , ὅτι κἂν ἐκεῖνος ὁ μέγας καταδικασθῇ . Γ ἐκ τῆς Νιόβης δὲ † † .
κακά . Ἐρήμη δίκη : ὅταν μὴ ἀπαντήσας ὁ διωκόμενος καταδικασθῇ . Ἑστίᾳ θύει : ἐπὶ τῶν πολλὰ ἑστιώντων .
5730352 πινωσι
Ἀνερροθίαζε περὶ τὰ χείλη τῆς νεώς . Ὅταν δὲ δὴ πίνωσι τὴν ἐπιδέξια . Οἴνου παρόντος ὄξος ἠράσθη πιεῖν .
, ὥς φησι Γαληνός . Διαβήτης λέγεται , ὅταν ἅμα πίνωσι καὶ οὐρῶσι συνεχῶς : λέγεται δὲ καὶ εἰς τὰ
5724916 εὐτυχῃ
φανερὰ μὴ δίωκε τἀφανῆ . Ἀνὴρ πονηρὸς δυστυχεῖ , κἂν εὐτυχῇ . Ἄνθρωπος ὢν γίνωσκε τῆς ὀργῆς κρατεῖν . Ἅπαντας
ταῦτ ' ἐστὶν ὄψις , παραπέτασμα τοῦ βίου . Κἂν εὐτυχῇ τις , ὡς ἔοικε , προσδοκᾶν ἀεί τι δεῖ
5712232 νοωμεν
ἐστίν . Τὸ νοοῦν καὶ κρῖνον , ὅταν ὁρῶμεν καὶ νοῶμεν , ὅτι τε ὁρῶμεν καὶ ὅτι νοοῦμεν , τὸ
κατὰ παραύξησιν δέ , ὅταν ἀπὸ τοῦ κοινοῦ ἀνθρώπου κινούμενοι νοῶμεν , οἷον ὃς οὐκ ἐῴκει ἀνδρί γε σιτοφάγῳ ,
5654752 γινεο
, οἷον ἄγε χέλυ δῖά μοι λέγε , φωνάεσσα δὲ γίνεο καὶ τὰ ἑξῆς . ὁ δὲ Ἡρόδοτος καὶ μᾶλλον
ἄκουε τά σε χρὴ πάντα φυλάσσειν . μήτε φιλομμειδὴς μάλα γίνεο μήτε κατηφής . μήτ ' ἔσο πάμπαν ἀεργός ,
5652608 προσαγῃ
εἴκοσι στάδια . πλησίον ὢν τῆς ἑτέρας συνέταξεν , ἐπειδὰν προσάγῃ τοῖς τείχεσι , τέσσαρας ἱππεῖς ἐστεφανωμένους θέοντας ἥκειν ἀγγέλλοντας
αὐτῶν παρέπλει , ἵνα , ἢν μὲν ἡ πολεμία τριήρης προσάγῃ τῇ νηὶ , ὑπὸ τῶν ἐν [ ταῖς ]
5590772 προσιῃς
καὶ εὐκοσμότατα προσάγειν , ὡς ὀψομένων τῶν Ἰνδῶν ὅπως ἂν προσίῃς . ἀκούσας δὲ ταῦτα ὁ Κῦρος παρήγγειλε τῷ πρώτῳ
τί οὖν ἐπὶ πάντων οὐχ ὁμαλίζεις , καὶ ὅταν Καίσαρι προσίῃς καὶ ὅταν τῷ δεῖνι ; εἰ τὸν ἀπαθῆ τηρεῖς
5582794 ἐξιπταται
οὔτε τι εἰπεῖν οὔτ ' ἔρξαι δύναται . πολλάκις γὰρ ἐξίπταται ὁ νοῦς τῆς ψυχῆς , καὶ ἐν ἐκείνῃ τῇ
διαπνεῖ δὲ ἐπὶ πλεῖστον καταιγίζουσα τῷ τοῦ λόγου πνεύματι καὶ ἐξίπταται κουφιζομένη τῷ τῆς γλώττης πτερῷ . ταῦτά με τὰ
5577390 γραψῃ
τοὺς μέλλοντας τῶν ὁριστικῶν περισπῶσιν οἱ Δωριεῖς , οἷον δεξῇ γραψῇ τυψῇ ποιησῇ καὶ τοὺς ὁμοίους . οὕτω καὶ τὸ
τοὺς μέλλοντας τῶν ὁριστικῶν περισπῶσιν οἱ Δωριεῖς , οἷον δεξῇ γραψῇ τυψῇ ποιησῇ καὶ τοὺς ὁμοίους . οὕτω καὶ τὸ
5561934 Φησεις
: ὅταν δὲ χρῆσθαι , ἡ ἀμπελουργική ; Φαίνεται . Φήσεις δὲ καὶ ἀσπίδα καὶ λύραν ὅταν δέῃ φυλάττειν καὶ
τοῦτον ὀκλαδίαν πόει . Μακάριος εἰς τἀρχαῖα δὴ καθίσταμαι . Φήσεις γ ' , ἐπειδὰν τὰς τριακοντούτιδας σπονδὰς παραδῶ σοι
5545128 προσερχομενον
βοηθὸς καὶ εὐτυχίας παρεκτικός , διδοὺς αὐτῷ τὸν προσέρποντα καὶ προσερχόμενον χρόνον τῶν πραγμάτων ὧν ἐπιθυμεῖ καιρόν . ὥσπερ γάρ
συμβεβηκότος κατηγορῆται , οἷον ἵνα εἴπω ὅτι τὸ λευκὸν τὸ προσερχόμενον ζῷόν ἐστιν : εὑρίσκομαι γὰρ κατηγορῶν τοῦ συμβεβηκότος τὸ
5522368 δεξωνται
ἀνεῳχθέντες κλεισθῶσιν ὑπὸ τοῦ ἐλαίου ἐπιπωματικοῦ ὄντος , καὶ μὴ δέξωνται ἀέρα ἔκτοθεν . . , . , . λιπαρὸς
τοὺς Ἐπιδαμνίους καὶ Ζακυνθίους καὶ ὥς : καὶ ἐὰν μὴ δέξωνται Κερκυραίους προέσθαι : προδοῦναι ξυγκρούειν δέ : ἀπὸ κοινοῦ
5516310 ἐχητε
χάριν πνεύματος ἀγαθοῦ ἀγαπᾷ κατὰ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ . Ἐὰν ἔχητε ἀγαθὴν διάνοιαν , τέκνα , καὶ οἱ πονηροὶ ἄνθρωποι
ἐφ ' Ἱερὸν παρέπεμψα τῷ δήμῳ τὸν σῖτον , ἵνα ἔχητε ἄφθονον ὠνεῖσθαι καὶ μηδὲν ὑμῖν τὸ κατ ' ἐμὲ
5514101 σταθεισα
εἰρηνεύετε ἐν αὑτοῖς , ἵνα κἀγὼ κατέναντι τοῦ πατρὸς ἱλαρὰ σταθεῖσα λόγον ἀποδῶ ὑπὲρ ὑμῶν πάντων τῷ κυρίῳ ὑμῶν .
κάρα δάκρυα προῆκεν , ὀμμάτων πέπλον προθείς . ἡ δὲ σταθεῖσα τῶι τεκόντι πλησίον ἔλεξε τοιάδ ' : Ὦ πάτερ
5500798 Ἠσαϊας
μόνον ἡμᾶς εὐνοεῖν τοῖς ὁμοφύλοις , ὡς οἴονταί τινες , Ἠσαΐας ὁ προφήτης ἔφη : ” Εἴπατε τοῖς μισοῦσιν ὑμᾶς
ὁδοῦ τῆς πονηρᾶς καὶ ζῆν αὐτόν . “ πάλιν ὁ Ἠσαΐας : ” Ἐπιστράφητε οἱ τὴν βαθεῖαν βουλὴν βουλευόμενοι καὶ
5497867 ἐργαζηται
περὶ πᾶσαν ἐργασίαν ; Ναί . Ὅταν ἄρα τὰ αἰσχρὰ ἐργάζηται , ἑκοῦσα ἐργάζεται διὰ δύναμιν καὶ τέχνην : ταῦτα
κατὰ τῶν πτερυγωμάτων , ἵνα κατ ' αὐτῶν ἡ διόπτρα ἐργάζηται . δεῖ δὲ καθιέναι τὸν λωτὸν τῆς διόπτρας εἰς
5487631 φθασῃ
. ἐν ταύτῃ δ ' ἦν γεγραμμένον ὅτι ἐὰν παραγενόμενος φθάσῃ τοὺς ἐπιβαλλομένους διατηρῆσαι Δαρείῳ τὴν Περσέπολιν , κύριος ἔσται
ἰδίαν ἐρημίαν τῶν βοηθούντων . οἱ δὲ Καρχηδόνιοι φοβούμενοι μὴ φθάσῃ διαβὰς εἰς Λιβύην Γέλων , εὐθὺς ἐξέπεμψαν πρὸς αὐτὸν
5446222 γαμῃ
τοῦ τέγους τὸν κέραμον αὐτοῦ χαλάζαις στρογγύλαις συντρίψομεν . κἂν γαμῇ ποτ ' αὐτὸς ἢ τῶν ξυγγενῶν ἢ τῶν φίλων
θεοῖς θύειν , ὅταν γυναῖκα κατορύττῃ τις , οὐχ ὅταν γαμῇ . ἡ φύσις ἑκάστῳ τοῦ γένους ἐστὶν πατρίς .
5443219 ὀσφρανθωσι
θεοί . ἀθανασίαν εὕρηκα : τοὺς ἤδη νεκροὺς , ὅταν ὀσφρανθῶσι , ποιῶ ζῆν πάλιν . τοιοῦτόν τι οὐκ ἂν
: ἀθανασίαν ηὕρηκα : τοὺς ἤδη νεκρούς , ὅταν μόνον ὀσφρανθῶσι , ποιῶ ζῆν πάλιν . ἀλαζονικὸν δ ' ἐστὶ
5405123 κενεβρειον
καὶ ἡ ἀγορὰ δέ , ὅπου πωλεῖται τὰ τοιαῦτα , κενέβρειον λέγεται . καρυκοειδέα : καρύκη εἶδός ἐστιν ὑποτρίμματος ἐκ
θ ' ἁρμονίαις χιάζων ἢ σιφνιάζων . Οὐκ ἔσται , κενέβρειον ὅταν θύσῃς τι , καλεῖν με . Τί γὰρ
5398063 ἀναμνησθω
, ἐς τοὺς πόδας τοῦτο ἀποσκώπτων . ἀλλ ' ὅταν ἀναμνησθῶ τοῦ γέροντος ἐκείνου Ἡρακλέους , πάντα ποιεῖν προάγομαι καὶ
ἀπὸ τοῦ ” ἀντὶ πολλῶν , ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι ” ἀναμνησθῶ „ χρημάτων ὑμᾶς ἑλέσθαι νομίζω τὸ τῇ πόλει συμφέρον
5392938 αἰσθανηται
ἐφορᾷ , πέμπων πιστοὺς ἐπισκοπεῖται . καὶ οὓς μὲν ἂν αἰσθάνηται τῶν ἀρχόντων συνοικουμένην τε τὴν χώραν παρεχομένους καὶ ἐνεργὸν
δίκαιον . οὕτως οὐδὲ τὸ δυνάμει αἰσθητικόν , ὅταν ἐνεργείᾳ αἰσθάνηται , πάσχειν κυρίως ἢ ἠλλοιῶσθαι λέγειν δεῖ . τὸ
5392859 σαπωνι
συμφέρει δὲ τὴν κεφαλὴν τῷ θείῳ τε καὶ περδικιάδος καὶ σάπωνι προχρίειν . λαβὼν λιθαργύρου ⋖ ιστʹ . πηγάνου φύλλων
τῆς χρήσεως ὄξει διαλύων ἐπίχριε : ὅταν δὲ ξηρανθῇ , σάπωνι ἀπόσμηχε . ποιεῖ τοῦτο καὶ πρὸς τὰς ὀχθώδεις διαθέσεις
5370519 μνημονευε
. Ἑρμηνεία . Κἂν πλούσιος γέγονας καὶ περίβλεπτος , Πενίας μνημόνευε τῆς σῆς συντρόφου . Κλείσωμεν τὴν θύραν , τὴν
† ὅπως ἀρέσῃς μᾶλλον αὐτῷ , καὶ ὅταν πλουτήσῃς ἐμοῦ μνημόνευε . ” Καλλιρόη δὲ τὸ μὲν πρῶτον ὥρμησεν ,
5358528 ἐπιστευσας
δηλαδὴ περὶ αὐτῶν . οὐ γὰρ δὴ ἐκείνοις ἂν αὐτοῖς ἐπίστευσας ἐπαινοῦσι τὰ αὐτῶν . Οὐδαμῶς , ἀλλὰ οἱ ἄλλοι
νῦν γεγενημένῳ ἠπίστησας : ὅταν δὲ μὴ πείθεσθαι , αὐτῷ ἐπίστευσας τῷ συμβουλεύοντι μὴ πείθεσθαι : κοινωνεῖ δὲ καὶ τοῦτο
5328807 θεωρῃ
δὲ γίνεται , ὅταν τις τὴν μὴ εἰκόνα ὡς εἰκόνα θεωρῇ ἢ τὴν εἰκόνα ὡς μὴ εἰκόνα . αἱ δὲ
τὴν ἐπιστήμην . κατ ' ἐνέργειαν δέ , ὡς ὅταν θεωρῇ , καὶ τοῦτο διττῶς : ἢ περὶ τῶν ἀιδίων
5325088 τυχωμεν
ὥστ ' ἀσφαλῶς ἐπράττομεν : νυνὶ δ ' , ὅταν τύχωμεν , στρατευόμεσθ ' αἱρούμενοι καθάρματα στρατηγούς . κἄν τις
: καὶ οἳ χάριν ἔχειν ὁμολογήσαντες , ἂν λιμένος ἔφη τύχωμεν ἀπαλλαγέντες τοσούτου κλύδωνος , Σωτῆρας ὑμᾶς ἐπιφανεῖς μετὰ τῶν
5325068 δεησεως
μεταπείθοντι . ἵνα ἄλλον νοήσωμεν προσερχόμενον τῷ μουσικῷ χάριν τινὸς δεήσεως καὶ ὧν λέγει , ἵνα μὴ πεισθῇ τῷ προσιόντι
μάλιστα , ὁ αὐτὸς δὲ λόγος καὶ περὶ θωπείας καὶ δεήσεως καὶ λιτανείας καὶ πάντων τῶν τοιούτων . Διονύσιος γοῦν
5321230 φυσῃ
πότιζε : τινὲς δὲ τὸν ἐγκέφαλον τοῦ λαγωοῦ ἐν χοιρείᾳ φύσῃ ἐμβαλόντες καὶ ὀπτήσαντες , διδόασιν ἐσθίειν , μετὰ τῆς
στόμια δέχηται τἀμά , μηδὲ πρὸς βίαν ἐμοῦ κολαστοῦ προστυχὼν φύσῃ φρένας . Καὶ δὴ τελεῖται τἀπ ' ἐμοῦ :
5315209 διδασκῃ
ἔργα πονηρότερα ἐργάσεται καὶ τοὺς ὑεῖς ἢ ἄλλους οὓς ἂν διδάσκῃ χείρους δημιουργοὺς διδάξεται . Πῶς δ ' οὔ ;
τῶν ἐνθυμημάτων τοῦτ ' ἐσχηκέναι τὸ πάθος . οὓς ἐὰν διδάσκῃ τις ἐφ ' ἑκάστῳ πράγματι παρατιθεὶς τὸν λόγον ,
5312890 μελλωσιν
τε καὶ εὔχονται αὐτοῖς ὑπὲρ γενέσεως παίδων , ὅταν γαμεῖν μέλλωσιν . ἐν δὲ τῶι Ὀρφέως Φυσικῶι ὀνομάζεσθαι τοὺς Τριτοπάτορας
τοὺς δούλους ἑτέραις ἀνάγκαις , ὑφ ' ὧν καὶ ἢν μέλλωσιν ἀποθανεῖσθαι κατειπόντες , ὅμως ἀναγκάζονται τἀληθῆ λέγειν : ἡ
5311460 ἐθελησῃς
, οὐ μὴν κατασπάσειν γε , σὺ δέ , ὁπόταν ἐθελήσῃς , ῥᾳδίως ἅπαντας αὐτῇ κεν γαίῃ ἐρύσαι αὐτῇ τε
οὖν πρὸς αὐτόν : “ Οὐκ ἀπιστοῦσά σοι μὴ οὐκ ἐθελήσῃς ἀφεῖναι Κλειτοφῶντα ταύτης ἐδεήθην τῆς κλοπῆς , ἀλλ '
5308151 θυωσι
δὲ τῶν σπονδῶν παιὰν ᾄδεται . ὅταν δὲ τοῖς ἥρωσι θύωσι , βουθυσία μεγάλη γίνεται καὶ ἑστιῶνται πάντες μετὰ τῶν
μητρὶ τῶν θεῶν , ἀκολουθῶν Μενάνδρῳ λέγοντι Μιλησίους , ὅταν θύωσι τῇ Ῥέᾳ , προθύειν Τιτίᾳ καὶ Κυλλήνῳ . .
5305145 ἀποστραφεισα
ἀποστραφήσονται ὧδε . „ κατὰ γὰρ τὸν δειχθέντα τέταρτον ἀριθμὸν ἀποστραφεῖσα τοῦ διαμαρτάνειν ἡ ψυχὴ κληρονόμος ἀποδείκνυται σοφίας . πρῶτος
ἐπισυναγούσης τὰ ὑγρὰ καὶ μέλανα ποιούσης καὶ μάλισθ ' ὅταν ἀποστραφεῖσα ᾖ ἡ λαμπρύνουσα τὰ οὖρα χροιά . Τοῦτο δὲ
5297108 ἀναπηδησασα
ὑπό τε τῆς χορείας αὐτοὺς καὶ τῆς ὕβρεως , ἀδοκήτως ἀναπηδήσασα καὶ ἐσθοροῦσα τοὺς μὲν τοῖς ὄνυξι διέξηνε , τοὺς
ὅ τι πάθοι . ἡ δὲ ὡς εἶδέ με , ἀναπηδήσασα παίει με κατὰ τῶν προσώπων , ὕφαιμον βλέ -
5295092 κλαῃς
; Ἡμεῖς φράσομεν . Λέγε δὴ ταχέως , ἵνα μὴ κλάῃς . Ἀκροῶ δή , καὶ τὰς χεῖρας πειρῶ κατέχειν
λύχνος παρ ' Ἀττικοῖς ὁ πολὺ ἔλαιον ἀναλίσκων . ἵνα κλάῃς : καλεῖ τὸν παῖδα πλησίον ἐλθεῖν τῆς κλίνης ,
5287875 βοηθῃ
τοὺς φρυκτοῖς γνωρίζοντας τὰ ἀλλήλων πάθη , ὅπως τὰ μέρη βοηθῇ , ἄν τι δέωνται ἀλλήλων . Ἂν δὲ μὴ
δαίμονα λέγει αὐτὸς τὸ θεῖον . ὅταν γὰρ τὸ θεῖον βοηθῇ καὶ πάντα τὰ καλὰ χορηγῇ , χρεία φίλων οὐκ
5282538 ἀπαντησῃ
περὶ μεγάλων πραγμάτων ἐπεχείρησα δημηγορεῖν : καὶ πάλιν : μηδεὶς ἀπαντήσῃ μοι δύσκολος , ὅτι μέλλω συμβουλεύειν ὑμῖν περὶ ὧν
, ἀλλ ' ἐκεῖνο φοβούμενος μή μοι παρ ' ὑμῶν ἀπαντήσῃ τὸ δοκεῖν μὲν ἀληθῆ λέγειν , ἀρχαῖα δὲ καὶ
5282527 Λεγωμεν
ἓν εἰ ἔστιν , ἆρα οὐ σκεπτέον ; Σκεπτέον . Λέγωμεν δή , ἓν εἰ ἔστι , τἆλλα τοῦ ἑνὸς
ἓν ζῷον φαίνεσθαι , ἄνθρωπον . Περιπέπλασται , ἔφη . Λέγωμεν δὴ τῷ λέγοντι ὡς λυσιτελεῖ τούτῳ ἀδικεῖν τῷ ἀνθρώπῳ
5281876 καῃ
δύνοντι καὶ ἀφανεῖς γίνονται νύκτας μ . Ἐν δὲ τῇ καῃ Εὐδόξῳ Ὑάδες ἀκρόνυχοι δύνουσιν . Ἐν δὲ τῇ κγῃ
Ὠρίων ἄρχεται δύνειν : καὶ χειμάζει . Ἐν δὲ τῇ καῃ Εὐδόξῳ Λύρα ἑῷος ἐπιτέλλει . Ἐν δὲ τῇ κζῃ
5281461 λεπτυνθῃ
χύματος καὶ ποιεῖ τὸ ἐναιώρημα . ὅταν δὲ ἐπὶ πλέον λεπτυνθῇ καὶ πεφθῇ , ὑφίσταται ἐπὶ τὸ χῦμα καὶ ποιεῖ
καὶ ποιεῖ τὸ ἐναιώρημα . ὅταν δ ' ἐπὶ πλεῖστον λεπτυνθῇ καὶ πεφθῇ , ἐφίσταται ἐπὶ πολὺ τοῦ χύματος καὶ
5280895 μεμπτεοι
κατεσθίειν . „ οὕτω καὶ τῶν παίδων οἱ ῥᾴθυμοι οὐ μεμπτέοι εἰσίν , ὅταν αὐτοὺς οἱ γονεῖς οὕτως ἄγωσιν .
ἡμετέρᾳ συγγενείᾳ χαρίζεσθαι . ” οὕτω καὶ τῶν οἰκετῶν οὐ μεμπτέοι εἰσίν , ὅσοι δι ' ἀγάπην τῶν οἰκείων δεσποτῶν
5271704 μενοιεν
πετόμενον , σοὶ δ ' οἱ γευσάμενοί σου μένοντες καὶ μένοιεν καὶ μήποτε πεισθεῖεν εἶναι τὰ χείρω βελτίονα . τῷ
ἀκινδυνότερα . εἰ δὲ μὴ μεταβάλλοιεν , ἀλλ ' ἄπεπτοι μένοιεν αἱ φλεγμοναὶ καὶ σκιῤῥώδεις καχεξίας ἐπιφέρουσαι τῷ σώματι καὶ
5270199 αἰσθηται
τοῖς ἄλλοις δυσὶ ποσὶν οἰακίζει ἑαυτὸν , ἡνίκα δ ' αἴσθηται κακοῦ τινος παραυτὰ χαλᾷ τοὺς πόδας καὶ ἔνδοθεν τοῦ
πρὸς τοὺς τοιούτους ἔχειν . καὶ διὰ τοῦτο ἄν τις αἴσθηται μόνον μέλλοντας αὐτοὺς τούτων τι ποιεῖν , ἀποκτενεῖν συνώμοσαν
5269781 νοῃ
μηδὲ αὐτὸ μένειν ἁπλοῦν , καὶ ὅσῳ ἂν μάλιστα αὐτὸ νοῇ : διχάσει γὰρ αὐτὸ ἑαυτό , κἂν σύνεσιν δῷ
ψυχὴ καὶ ζωὴ κρείττων ἡ νόησις , καὶ ὅταν ψυχὴ νοῇ , καὶ ὅταν νοῦς ἐνεργῇ εἰς ἡμᾶς : μέρος
5259371 περιστοιχιζεται
ὑπὲρ τοῦ μὴ διαφυγεῖν τὰ θηρία ἐκεῖθεν . καὶ τὸ περιστοιχίζεται πάλιν ἐπήγαγεν : ὃ καὶ ἄμεινον . καὶ καθημένους
: Δημοσθένης Φιλιππικοῖς φησι “ μέλλοντας ” ἡμᾶς καὶ καθημένους περιστοιχίζεται “ ἐκ μεταφορᾶς τῶν κυνηγετῶν : κατὰ γὰρ τὰς
5234855 ἐπιβαλλῃς
, ἢ τιτάνῳ , ἢ ὡς ἐπινοεῖς . Καὶ ἐὰν ἐπιβάλλῃς ἀργύρῳ , ποιεῖς χρυσόν : ἐὰν δὲ χρυσῷ ,
' ἔα μαίνεσθαι . κλαύσει , τὴν χεῖρ ' ἢν ἐπιβάλλῃς . παύσασθε μάχης καὶ λοιδορίας . ἀλλ ' ἐπίδειξαι
5234356 ἐπαινωμεν
τήν τε ὑπερβολὴν καὶ τὴν ἔλλειψιν , ἵνα κατὰ λόγον ἐπαινῶμεν καὶ ψέγωμεν τὰ μακρότερα τοῦ δέοντος ἑκάστοτε λεγόμενα καὶ
τοῖς αὐτοῖς χρῆσθαι κεφαλαίοις , οἷσπερ καὶ ὅταν ἄνδρα τινὰ ἐπαινῶμεν . δεῖ τοίνυν εἰδέναι , ὅτι καὶ ἐπὶ τούτων
5234297 περιπεσῃ
, ἔχων τε ἀπέλθῃ τὴν ἀκίδα ὁ δελφὶς καὶ ἀθηρίᾳ περιπέσῃ αὐτός : ὅταν δὲ αἴσθηται καμόντα καί πως παρειμένον
ἰσχυρὴ , καὶ τὸ ἴκταρ ξηραίνεται . Ταῦτα ἢν ἐγκύμονι περιπέσῃ , θνήσκει , καὶ οὐκ ἂν δυνήσεται διαφυγεῖν .
5231709 αἰσθωνται
πάσας ἔχειν τὰς ἐλπίδας . προσέχειν οὖν ἄξιον , ἵνα αἴσθωνται , διότι ἐπ ' οὐδενὶ ἄλλῳ τιμῶνται ἢ τῷ
δὲ ἐσθῆτος , ἔχουσι δὲ οἰκίας , ἐὰν καὶ μικρὸν αἴσθωνται ψύχους , εὐθὺς ἀποδιδράσκουσι τὸν ἀέρα καὶ τὰ σώματα
5226225 ἀκουητε
ζητεῖτε τὸν ὑπομνήσοντα ὑμᾶς , ἀλλ ' ἄχθεσθε , ἐὰν ἀκούητε τούτων . εἶτα λέγετε ἀφιλόστοργος γέρων : ἐξερχομένου μου
ἐν κωκυτοῖς , μὴ ἁρπάζετε τὸ θρηνεῖν , ἐάν τινας ἀκούητε ἢ σφαττομένους ἢ ἡττημένους : ἐν τούτῳ γὰρ τῷ
5225487 ἐμεινα
. κακὸν ἄν τι μεῖζον ἔλαβον , εἰ πλείω χρόνον ἔμεινα : καὶ νῦν δ ' οὐχ ὑγιαίνειν μοι δοκῶ
γηροβοσκοὺς ἐλπίδας ἐμαυτῇ καταλιπεῖν , οὐκ ἠβουλήθην , ἀλλ ' ἔμεινα ἐπὶ τῆς αὐτῆς ἑστίας καὶ τὸν αὐτὸν ἔστερξα βίον
5223213 ἡκωσι
θερμαινόντων . ὅταν δ ' ἐπὶ πλεῖστον ὑγρότητος καὶ θερμότητος ἥκωσι , νοσώδης ἡ κεφαλὴ γίνεται καὶ ῥᾳδίως ὑπὸ τῶν
ἁπάσης . ἐπαινεῖται γὰρ ὁ δαπανώμενος , ὅταν οἱ μὲν ἥκωσι πεπαιδευμένοι , τὰ δὲ ὅταν καὶ οὕτω κρατῇ :
5222830 καταλιπῃ
πολλοὺς πρὶν ἂν ἐξ αὑτοῦ ποιησάμενος ἄλλον ἀνθ ' ἑαυτοῦ καταλίπῃ διάδοχον τῆς κολάσεως , οἱ μὲν ἕνα , οἱ
ἀναλαβὼν ταῖς τριήρεσιν ἀπαγάγῃ , μόνην δὲ τὴν ἰδίαν ἐκεῖ καταλίπῃ οὐχ ὡς Ἀριάδνην καθεύδουσαν , οὐδὲ Διονύσῳ νυμφίῳ ,
5212747 λεγῃ
. Αὐτοῦ μὲν οὖν , ἵνα σοι κατ ' ὀφθαλμοὺς λέγῃ . Κατάθου σὺ τὰ σκεύη ταχέως , χὤπως ἐρεῖς
τῆς ἐντελεχείας λέγει : ὅταν δὲ τὴν λογικὴν ψυχὴν ἐντελέχειαν λέγῃ , τὸ κεχωρισμένον . Ῥάκος πολυσχιδὲς ἐργασάμενος , ἔξωσον
5210590 χελυδρος
δὲ ἑξῆς οὕτως : ὁ δὲ Πρίαμος ἀναιρεθήσεται , ὅταν χέλυδρος καὶ τὰ ἐξῆς . ὁ δὲ χέλυδρος εἶδος ὄφεως
πρὶν δ ' ἀμυδρὸν οὔνομ ' αἰστώσας σκότῳ , ὅταν χέλυδρος πυρσὸν ὠμόθριξ βαρὺν ἀπεμπολητὴς τῆς φυταλμίας χθονὸς φλέξας τὸν
5209562 συνιστηται
, ἤτοι τῶν ἀρετῶν , ἤτοι κἄν τε ἡ εὐδαιμονία συνίστηται ἐκ πασῶν τῶν ἐνεργειῶν τῶν ἀρετῶν , εἴτε εὐδαιμονία
, ἤτοι τῶν ἀρετῶν , ἤτοι κἄν τε ἡ εὐδαιμονία συνίστηται ἐκ πασῶν τῶν ἐνεργειῶν τῶν ἀρετῶν , εἴτε εὐδαιμονία
5208897 εἰπωσι
ἄλλας νήσους οἰκουμένας ἔστιν ἰδεῖν , οὐδὲν ἐχούσας ὅ τι εἴπωσι καὶ παρ ' ὧν φόρον ἐκλέγειν ὑμῖν πρὸ τοῦ
, τῶν εἰς ἁρπαγὴν ἐξουσίαν λαβόντων ἔσται ; ἐὰν οὖν εἴπωσι προσελθοῦσαι ὅτι , ὦ βασιλεῦ , ἀλλ ' ἡμεῖς
5201911 προσπολους
οὐκ ἂν δυναίμην μητρὸς ἐσβλέψαι τάφον . αἰσχρόν γε μέντοι προσπόλους φέρειν τάδε . τί δ ' οὐχὶ θυγατρὸς Ἑρμιόνης
ὃν μῆνα ἔτεκεν αὐτήν , πέμπουσα ἀμφιπόλους , ἀντὶ τοῦ προσπόλους , ἤγουν δούλους , ἐκέλευσεν αὐτοῖς δηλονότι δοῦναι τὸ
5198632 ἰδηις
. αὔλει [ μοι ] . Νεκρὸν ἐάν ποθ ' ἴδηις καὶ μνήματα κωφὰ παράγηις , κοινὸν ἔσοπτρον ὁρᾶις :
θεοῖς . . φίλους εὐσέβει . . ὃ ἂν μὴ ἴδηις , μὴ λέγε . . εἰδὼς σίγα . .
5190959 Αὐριον
τὸ ἀκὴ , καὶ πλεονασμῷ τοῦ μ , ἀκμή . Αὔριον , πλεονασμῷ τοῦ ρ : ἐστὶ γὰρ παρὰ τὴν
] νεκεινου ! [ . . . ἀνεμοτρεφέων πυλάων ἀρίσταρχον Αὔριον δαμασίμβροτον , εἰριπόνοι δμωαί : θάμβος κεδνοὺς κιβωτὸν κίρτος
5188851 ὁμοθυμαδον
παιᾶνα : ὅταν δὲ τὸν Ἐνυάλιον παρακαλέσωμεν , τότε πάντες ὁμοθυμαδὸν ἀνθ ' ὧν ὑβρίσθημεν τιμωρώμεθα τοὺς ἄνδρας . Ταῦτα
' ἐξολωλότες . Οὐδὲν ποιοῦμεν , ὦνδρες . Ἀλλ ' ὁμοθυμαδὸν ἅπασιν ἡμῖν αὖθις ἀντιληπτέον . Ὢ εἶα . Εἶα
5182648 ῥεχθῃ
ὅταν πραχθῶσι τὰ πράγματα οὕτως ὡς λέγω . . γράφεται ῥεχθῇ , τυπωθῇ , ἑδραιωθῇ . . μαλακογνώμων ] ταπεινός
πραχθῶσι τὰ πράγματα οὕτως ὡς λέγω . * : ταύτῃ ῥεχθῇ : Ὅταν τυπωθῇ ὑπὸ τῶν Μοιρῶν καὶ ἑδραιωθῇ οὕτως
5181877 ὀργιζηται
μοι Γλυκέρα , ἅπαξ αὐτὴν ἁρπάσας κατεφίλησα : ἂν ἔτι ὀργίζηται , μᾶλλον αὐτὴν ἐβιασάμην : κἂν βαρυθύμως ἔχῃ ,
εἰσὶ καὶ γοργότερον τὸν ἵππον ἀποδεικνύουσι . καὶ γὰρ ὅταν ὀργίζηται ἵππος ἵππῳ ἢ ἐν ἱππασίᾳ θυμῶται , εὐρύνει μᾶλλον
5177688 λυπωνται
ταῦτα ἀκόλαστοι γίνονται ἄνθρωποι : ἵν ' ὅλως γὰρ μὴ λυπῶνται μηδὲ ἀλγῶσι , μεγάλας καὶ σφοδρὰς ἡδονὰς ἑαυτοῖς πορίζουσι
ἐπ ' αὐτοὺς ἀφιεῖσιν , ὅταν τι παρὰ τῶν πραγμάτων λυπῶνται . καίτοι πολλάκις αὐτοὶ σφᾶς αὐτοὺς ἀπολλύουσιν , ἀλλ
5173408 διεξιωμεν
μαθητοῦ τὰ κατὰ μέρος ἀναγράψομεν , ὅταν τὰς πράξεις αὐτοῦ διεξίωμεν . τὸν δ ' οὖν Λίνον φασὶ τοῖς Πελασγικοῖς
: τοῖς δὲ λείπουσιν , ὅταν τὰ λείποντα τῷ πεπραγμένῳ διεξίωμεν λέγοντες ὑβριστὴς γάρ ἐστιν ὁ τύπτων τινά , ὁ
5171910 κινηται
. ἐὰν δὲ αὐτὴ ἡ ☾ ἀνεπιθεώρητος πάντα ᾖ , κινῆται δὲ ἐπὶ τὰ μεγάλα , ἐπὶ τὴν ☍ ἐλθοῦσα
σώματι ἰσχυρῷ κινουμένῳ συμβαίνει σφάλλεσθαι ἰσχυρῶς , ὅταν ἄνευ ὄψεως κινῆται , οὕτω καὶ τὰς τοιαύτας ἕξεις ἄνευ νοῦ πονηρὰς
5171542 δυσκινητων
, οἱ δ ' Αἰθίοπες , γενομένων αὐτῶν βαρέων καὶ δυσκινήτων , καταπηδῶντες ἀπὸ τῶν δένδρων καὶ χρώμενοι ξύλοις πεπυρακτωμένοις
οἱ ἀγροῖκοι μαντεύονται . Τίθεται τοίνυν ἐπὶ τῶν νωθρῶν καὶ δυσκινήτων . Οἱ δὲ ἐπὶ τῶν εἰκῆ ταῖς μαντείαις φλυαρούντων
5167427 περιεχωσιν
, ΒΓ δοθεῖσά ἐστιν . Ἐὰν δύο εὐθεῖαι δοθὲν χωρίον περιέχωσιν ἐν δεδομένῃ γωνίᾳ , ᾖ δὲ συναμφότερος δοθεῖσα ,
τῶν εὐωνύμων , ὁ δὲ Κρόνος ἐκ τῶν δεξιῶν αὐτὴν περιέχωσιν , ὁ φυγὼν ἀνασταυρωθήσεται . Σελήνης μεσουρανούσης ἢ δυνούσης
5166057 διδωμεν
οὐ δυνάμεθα ἀρκεῖσθαι τοῖς παροῦσιν , ὅταν καὶ τρυφῇ πολὺ διδῶμεν , καὶ τὸ ἐργάζεσθαι . . . . αί
ἢ οὐ μακρᾷ πολιορκίᾳ αἱρήσειν . μόνον μὴ μέλλωμεν μηδὲ διδῶμεν αὐτῇ καιρὸν ἔτι βουλεύεσθαι καθ ' ἡμῶν , ἀλλὰ
5165951 οἰωμεθα
συμφήσωμεν ὡς ταῦθ ' οὕτως ἔχει , καὶ μὴ μόνον οἰώμεθα δεῖν τἀλλότρια ἄνευ κινδύνου λέγειν , ἀλλὰ καὶ συγκινδυνεύωμεν
Τὸν δὲ φιλόσοφον , ἦν δ ' ἐγώ , τί οἰώμεθα τὰς ἄλλας ἡδονὰς νομίζειν πρὸς τὴν τοῦ εἰδέναι τἀληθὲς
5163753 σημηνῃ
' ἀναστρέψωσιν οἱ πολέμιοι καὶ ἐκ τοῦ ποταμοῦ ὁ σαλπικτὴς σημήνῃ τὸ πολεμικόν , ἀναστρέψαντας ἐπὶ δόρυ ἡγεῖσθαι μὲν τοὺς
ἱππέας ἐκέλευσεν ὀπίσω τῶν ἐλεφάντων ἀτρεμεῖν , ἕως αὐτός τι σημήνῃ . γενομένων δ ' ἐν χερσὶ πάντων οἱ μὲν
5161995 φηι
. Ἡ . γοῦν κακίζων φαίνεται τὴν γένεσιν , ἐπειδὰν φῆι : γενόμενοι ζώειν ἐθέλουσι μόρους τ ' ἔχειν ,
ἐρησόμεθα , τίς ἂν εἴη ἡ Σάμη , ὅταν οὕτω φῆι : Δουλίχιόν τε Σάμην τ ' ἠδ ' ὑλήεντα
5150782 σφετεραι
τὴν χρόαν αὐτῶν . καὶ Ἰνδοὶ μὲν αὐτὸ φωνῆι τῆι σφετέραι δίκαιρον φιλοῦσιν ὀνομάζειν , Ἕλληνες δέ , ὡς ἀκούω
φόρτον κομίζουσι , καὶ ἐκκαθάραντες οἱ μαθόντες χρυσοχοεῖν σοφίαι τινὶ σφετέραι πάμπολυν πλοῦτον ὑπὲρ τῶν κινδύνων ἔχουσι τῶν προειρημένων :
5149616 Λεξεων
ταῖς Ἀττικαῖς λέξεσι . Ἐπιθέρσης δ ' ἐν βʹ τῶν Λέξεων ἄμβωνά φησι χεῖλος εἶναι σκεύους καὶ τῆς ἀσπίδος τὸ
ὁ τοῦ Διονυσίου ἐν αʹ περὶ τῶν παρὰ τοῖς ἱστορικοῖς Λέξεων ζητουμένων φησί : γυάλας ποτηρίου εἶδος , ὡς Μαρσύας
5148489 πλουτῃ
ἰσχυρός , ἐάν τε μικρὸς καὶ ἀσθενής , καὶ ἐὰν πλουτῇ καὶ μή . ἐὰν δ ' ἄρα πλουτῇ Κινύρα
καὶ ἐὰν πλουτῇ καὶ μή . ἐὰν δ ' ἄρα πλουτῇ Κινύρα τε καὶ Μίδα μᾶλλον , ᾖ δὲ ἄδικος
5146913 κατηγορηται
σημαντικὸν ἢ ἀληθείας ἢ ψεύδους : καὶ γὰρ ἂν ἀμέσως κατηγορῆται τοῦ ὑποκειμένου , καὶ τότε δυνάμει τὸ μὲν ἔστι
, ὡς ὅταν τὰ ἐν τῷ αὐτῷ ὑποκειμένῳ συμβεβηκότα ἀλλήλων κατηγορῆται , οἷον τοῦ Σωκράτους ὄντος φαλακροῦ καὶ φιλοσόφου λέγωμεν
5146812 μελλωσι
ῥήτορες ἐν σχήματι ὑπογραφῆς ὁμοῦ καὶ ἐπιγραφῆς . ὅταν γὰρ μέλλωσι δύο τινὰς ὑποθέσεις εἰπεῖν ἀλληλενδέτους καὶ συνεχεῖς , πληρώσωσι
ἄλλοι πάντες οἱ παριόντες εἰς ὑμᾶς , ἐπειδάν τινος κατηγορεῖν μέλλωσι , τοῦτο αὐτοῖς ὑπάρχειν ἀξιοῦσι παρ ' ὑμῶν ,
5144781 πιστευσωσιν
φησί τις προφητεία δυστυχήσειν τὰ τῇδε πράγματα , ὅταν ἀνδριᾶσι πιστεύσωσιν . λέγει δὲ καὶ ἕτερος προφήτης : συνάξει πᾶσαν
συγγραφάς , τούτου ἕνεκα σημηνάμενοι τίθενται παρ ' οἷς ἂν πιστεύσωσιν , ἵνα , ἐάν τι ἀντιλέγωσιν , ᾖ αὐτοῖς
5141968 Ἀναστα
καλέσας με παρέσχετό μοι ταύτας τὰς τρεῖς χορδὰς λέγων μοι Ἀνάστα , ζῶσαι ὥσπερ ἀνὴρ τὴν ὀσφῦν σου : ἐρωτήσω
τοῦ δὲ ἑνὸς νοήσαντος καὶ εἰπόντος πρὸς τὸν ἕτερον : Ἀνάστα , δίωξον αὐτόνἔφη : Ἄφες : ὅταν ἔλθῃ λαβεῖν
5139875 φαινωμαι
τοῦ βήματος . ἐὰν οὖν Ἑλληνικοῖς , ὥσπερ εἴωθα , φαίνωμαι παραδείγμασι χρώμενος , μὴ καταγελάσητε . οὐ γὰρ καταφρονῶ
ὑπ ' ἐμοῦ ἐξελεγχθήσονται ἔργῳ , ἐπειδὰν μηδ ' ὁπωστιοῦν φαίνωμαι δεινὸς λέγειν , τοῦτό μοι ἔδοξεν αὐτῶν ἀναισχυντότατον εἶναι
5135513 ἀστεργανορα
ἡ δὲ σύνταξις οὕτω , ταρβῶ γὰρ καὶ φοβοῦμαι τὴν ἀστεργάνορα παρθενίαν τῆς Ἰοῦς , εἰσορῶσα αὐτὴν δαπτομένην καὶ δαμαζομένην
τὸ ταρβῶ ὑποστικτέον , παρὰ δὲ τὸ ὁρῶσα συναπτέον τὸ ἀστεργάνορα παρθενίαν . ἀστεργάνορα ] ἣν οὐκ ἔστερξεν ὁ ἀνὴρ
5135471 ἀφεθωσι
δὲ αὐτῶν καὶ ἡ κάθειρξις καταψηφίζεται σιωπήν : ἐὰν δὲ ἀφεθῶσι καὶ ἐλεύθερον ἁπλώσωσι τὸ πτερὸν πάλιν γίνονται ἔμφωνοι ,
, ἀλλ ' οὐδὲ φωνὴν ἔτι ἀφιᾶσιν . ἐὰν δὲ ἀφεθῶσι , φωνήεντες πάλιν γίγνονται . μνημονεύει αὐτῶν Ἱππῶναξ οὕτως
5135330 ἀφισταμενην
πάλιν ζητητέον , πῶς ἐμπίπτει ὁ ὅρος : οἷον συνεχῶς ἀφισταμένην πόλιν ἐπέμφθη χειρωσόμενος ὁ στρατηγός : ἑλὼν κατέσκαψε καὶ
κἀνταῦθα πομπικὴν καὶ θεατρικὴν εἶναι δεῖ , τοῦ σεμνοῦ μὴ ἀφισταμένην . τριῶν γὰρ ὄντων τῶν τῆς ῥητορικῆς μερῶν τοῦ
5131450 ῥαισθῃ
καὶ δίκαιον νομίζων εἶναι ὅπερ ἂν βούληται πράττειν . : ῥαισθῇ : Ὅταν οὕτω τυφθῇ ὑπὸ τοῦ ἀναγκαίου ὥσπερ ὑπὸ
τυπωθῇ , ἑδραιωθῇ . . μαλακογνώμων ] ταπεινός . . ῥαισθῇ ] οὕτως ὡς ἔφην δαμασθῇ . . ἀτέραμνον ]
5126048 ξυναυλια
. ξυναυλία ] ἡ ἕνωσις καὶ συμβολὴ τοῦ πολέμου . ξυναυλία ] ἡ συνάφεια τοῦ πολέμου . Ξ δορός ]
δὲ Ὄλυμπος δυστυχήσας διὰ τὴν μουσικὴν εὗρε τὸ συναλγεῖν . ξυναυλία καλεῖται ὅταν δύο αὐληταὶ συνᾴδωσιν , ἢ ὅταν κιθάρα
5125803 ἀναστω
. Σχολαστικῷ τις ἰατρῷ προσελθὼν εἶπεν : Ἰατρέ , ὅταν ἀναστῶ ἐκ τοῦ ὕπνου , ἡμιώριον ἐσκότωμαι καὶ εἶθ '
αἰτιολογικὴν σύνταξιν , ἡνίκα φαμὲν ἵνα ἀναγνῶ ἐτιμήθην , ἵνα ἀναστῶ ἠνιάθη Τρύφων . ὑγιῶς ἄρα ἀπὸ ἑνὸς τοῦ παρακολουθοῦντος
5125794 ταραχθεντων
τὰς πύλας ἐκκόπτειν . τῶν δὲ Φιδηναίων τῇ παραλόγῳ τόλμῃ ταραχθέντων καὶ τὰς πύλας ἀνοιξάντων καὶ τοῖς πολεμίοις ἐμπεσόντων ἀσυντάκτως
τῆς κόρης . τμʹ . Μυδρίασίς ἐστιν ἀμαύρωσις τοῦ ὁρατικοῦ ταραχθέντων τῶν ὑγρῶν . τμαʹ . Φθίσις ἐστὶ μείωσις τῆς
5117032 ἀπαλλαγω
καὶ τὴν ἡμέραν , κἄπειτ ' , ἐπειδὰν τῆσδ ' ἀπαλλαγῶ , πάλιν Φρύνην ἔχουσαν λήκυθον πρὸς ταῖς γνάθοις .
κληρονομήσω , ἵνα τῶν αὐτοῦ γένωμαι κύριος , ἵνα ἐχθροῦ ἀπαλλαγῶ : ἢ διὰ φιλίαν , ἢ ἔχθραν , ἢ
5115680 ὡρικην
' ἥδιον , ὦ Φαλῆς Φαλῆς , κλέπτουσαν εὑρόνθ ' ὡρικὴν ὑληφόρον , τὴν Στρυμοδώρου Θρᾷτταν ἐκ τοῦ φελλέως ,
φιλοπόλεμος οὗτος . Γ Λαμάχων ] οὗτος Ἀθηναίων στρατηγός . ὡρικὴν ὑληφόρον : ἀντὶ τοῦ ὡραίαν καὶ ἀκμαίαν . ὥρα
5113409 πεμψῃ
δὲ πένης ἐσθῆτα ἢ ἄργυρον ἢ χρυσὸν παρὰ τὴν δύναμιν πέμψῃ πλουσίῳ , τὸ μὲν πεμφθὲν ἔστω δημόσιον καὶ καταπραθὲν
φίλων , ὡς ἐὰν ἐπιστροφὴν ἡ πόλις ποιήσηται καὶ πρέσβεις πέμψῃ , δίκην ἐκεῖνοι δώσουσιν . ταῦτα μὲν τοίνυν τότε
5110399 ἀποδειξῃ
. Ἐγὼ τῶν ἀρχόντων κελευόντων συνεπριάμην . Ἐὰν μὲν τοίνυν ἀποδείξῃ , ὦ ἄνδρες δικασταί , ὡς ἔστι νόμος ὃς
ἐς τὴν σκηνὴν κομισθεὶς ἔτι ἔμπνους Δαΐφαντον ἐκάλει , ἵνα ἀποδείξῃ στρατηγόν : οἳ δὲ ἔφασαν τεθνάναι τὸν ἄνδρα .
5110007 κολαζητε
περὶ τῆς τούτου κολάσεως , ἀλλ ' ἐὰν καὶ μὴ κολάζητε τοὺς τοιούτους . κοινῇ μὲν γὰρ ἅπαντας ἀνθρώπους ἠδίκει
. Ὡς δ ' ἐν κεφαλαίῳ εἰρῆσθαι , ἐὰν μὲν κολάζητε τοὺς ἀδικοῦντας , ἔσονται ὑμῖν οἱ νόμοι καλοὶ καὶ
5102914 ἐκλαυσεν
συλλαβὴ λύει τὴν αἰτίαν , ἵνα ᾖ : τῆνον ἂν ἔκλαυσεν , εἰ ἐν Σικελίᾳ λέων ἦν . πολλαί οἱ
καὶ αὐτὸς σφόδρα : καὶ Μιχαὴλ ἰδὼν αὐτοὺς κλαίοντας , ἔκλαυσεν καὶ αὐτός : καὶ ἔπεσαν τὰ δάκρυα Μιχαὴλ ἐπὶ
5100600 τεκῃ
πρῶτον τῶν καλῶν δικαιοκρισία : † ὅρα τὸ κέρδος μὴ τέκῃ σοι ζημίαν . } Βίον πορίζου πάντοθεν πλὴν ἐκ
οὐχ ὥσπερ ἐν τοῖς ἔμπροσθεν , κἂν ἵππος βοὸς ἔκγονον τέκῃ , οὐ τοῦ τεκόντος δήπου ἔδει τὴν ἐπωνυμίαν ἔχειν
5098503 δελφινοφορος
. δελφίς : ὄργανον πολεμιστήριον πρὸς ναυμαχίαν , ὅθεν καὶ δελφινοφόρος ναῦς παρὰ Θουκυδίδῃ . δενδρυάζειν : κυρίως εἰς τὰς
τοῖσι Λυκούργου πατριώταις . Ὁ δὲ δὴ δελφίς ἐστι μολιβδοῦς δελφινοφόρος τε κεροῦχος , ὃς διακόψει τοὔδαφος αὐτῶν ἐμπίπτων καὶ
5093305 προδωτε
ἁλίσκεται . ἐὰν οὖν ταύτην , φησὶ , τὴν γῆν προδῶτε τοῖς πολεμίοις , ποίαν βελτίονα αὐτῆς εὑρήσετε ; .
ἁλίσκεται . ἐὰν οὖν ταύτην τὴν γῆν , φησί , προδῶτε τοῖς πολεμίοις , ποίαν βελτίονα ταύτης εὑρήσετε ; ποῖον

Back