τοῦ τέγους τὸν κέραμον αὐτοῦ χαλάζαις στρογγύλαις συντρίψομεν . κἂν γαμῇ ποτ ' αὐτὸς ἢ τῶν ξυγγενῶν ἢ τῶν φίλων
θεοῖς θύειν , ὅταν γυναῖκα κατορύττῃ τις , οὐχ ὅταν γαμῇ . ἡ φύσις ἑκάστῳ τοῦ γένους ἐστὶν πατρίς .
5455459 πεπεισμενοις
τοίνυν ὑμῖν ἀλλήλοις ἐρίζειν καὶ διεστάναι , τοῖς μὲν ταῦτα πεπεισμένοις , τοῖς δὲ ταῦτα , τὰ κοινὰ δ '
, τὴν δὲ τῶν λόγων πειθὼ μὴ φοβερὰν εἶναι τοῖς πεπεισμένοις . ἐγὼ δὲ τὰς μεγάλας ἔχθρας ἡγοῦμαι βίᾳ μὲν
5446222 κατωρυξα
αὐτὸς κλαίει . ὁ δὲ εἶπε κἀγὼ οὖν γυναῖκα καλὴν κατώρυξα , καὶ ὅταν κλαύσω τῆς λύπης κουφίζομαι . ἡ
ἐγώ ποτε ἐν Αἰγύπτῳ τιμωρῶν τῷ Ἀγχιάλου φόνῳ εἰς τάφρον κατώρυξα καὶ κύνας αὐτῇ συγκαθεῖρξα ; Τίς οὖν ἡ μεταβολή
5376339 ὑσομεν
] ] ἀροτριᾶν . ἐν ὥρᾳ ] ἤγουν ἐγκαίρως . ὕσομεν ] βρέξομεν . ὑμῖν ] τοῖς κριταῖς . ἀμπέλους
, ἢν νεᾶν βούλησθ ' ἐν ὥρᾳ τοὺς ἀγρούς , ὕσομεν πρώτοισιν ὑμῖν , τοῖσι δ ' ἄλλοις ὕστερον .
5283054 Δοκιμαζε
Ἀρετὴν ἐπαίνει . Κακοὺς μίσει . Τὸν κρατοῦντα τίμα . Δοκίμαζε φίλους . Ὅμοιος σαυτῷ γίνου . Ἐπαγγέλλου μηδενί .
, ἄχρις ἂν τὸ θεῖον ἀναχωρήσῃ ἐκ τῆς ὑδραργύρου . Δοκίμαζε δὲ τὴν ὑδράργυρον οὕτως . Λαβὼν αὐτὴν , βαλὼν
5260866 Συρακοσια
κάλλος : πλὴν οὐχ ὁμολογεῖ : προσποιεῖται δὲ Ἑλληνὶς εἶναι Συρακοσία . καὶ τοῦτο δὲ τῆς ἀπάτης ἐστὶ σημεῖον .
, Ἀρχιμήδους ἐξευρόντος . ὄνομα δ ' ἦν τῇ νηὶ Συρακοσία : ὅτε δ ' αὐτὴν ἐξέπεμπεν Ἱέρων , Ἀλεξανδρίδα
5240928 γελωσα
γανόωσα : χαίρουσα , καλλωπιζομένη , εὐφραινομένη . καγχαλόωσα : γελῶσα , εὐφραινομένη , εὐφραινομένη λίαν , ὑπερβαλλόντως χαίρουσα ,
φοβῇ τοὺς κύνας ; Ἡ δὲ πρὸς αὐτὸν οὕτως ἔφη γελῶσα : Ὅτι μὲν ἐγὼ ταῦτα πάντα κατέχω εὖ οἶδα
5233503 συμπλακῃ
προσφιλῆ τε καὶ μὴ ἐναντία ἀλλήλοις : ὅταν γὰρ ἅπαξ συμπλακῇ καὶ δέξηται , καθάπερ φύσις τις αὕτη μία γίνεται
τοῦ καί τῶν τε τούτῳ ἰσοδυναμούντων . . Ἐὰν πτωτικὸν συμπλακῇ , οὔποτε κατὰ τὸν ἑξῆς λόγον δύναται κοινὸν παραληφθῆναι
5222688 τυχηις
εἰς ἄλλους τρόπους μισεῖς τε λίαν καὶ φιλεῖς ὃν ἂν τύχηις ; οὐκ οἶσθ ' ὑβρισθεῖσάν με καὶ ναοὺς ἐμούς
σαυτοῦ . τοῦτο γὰρ ἀθάνατόν ἐστι , κἄν ποτε πταίσας τύχηις , ἐκεῖθεν ἔσται ταὐτὸ τοῦτό σοι πάλιν . πολλῶι
5194037 κατακοψεις
δράττεταί ? ? γε τῶν τριχῶν . ἄνθρωπε [ ] κατακόψεις με : χαῖρε ? ? ? , Κλεινία .
! ? ? δράττεταί τε τῶν τριχῶν . ἄνθρωπε , κατακόψεις με . χαῖρε , Κλεινία . πόθεν [ πάρεσθ
5155126 Καρπον
μισθόν , οἷον ὁ Ῥαδάμανθυς . Ἔλαχε ] Εἶχε . Καρπὸν ] Ἤγουν τὸν λογισμὸν καὶ διάνοιαν . Καρπὸν ἀμώμητον
θαλαττία διαρρήγνυται , ὥς φασιν , ἀνθρώπου προσπτύσαντος αὐτῇ . Καρπὸν δὲ ἰτέας εἴ τις θλιβέντα δοίη πιεῖν τοῖς ἀλόγοις
5130004 καταλιπῃ
πολλοὺς πρὶν ἂν ἐξ αὑτοῦ ποιησάμενος ἄλλον ἀνθ ' ἑαυτοῦ καταλίπῃ διάδοχον τῆς κολάσεως , οἱ μὲν ἕνα , οἱ
ἀναλαβὼν ταῖς τριήρεσιν ἀπαγάγῃ , μόνην δὲ τὴν ἰδίαν ἐκεῖ καταλίπῃ οὐχ ὡς Ἀριάδνην καθεύδουσαν , οὐδὲ Διονύσῳ νυμφίῳ ,
5031058 πιστευῃ
τινι ἐγγίγνεται : καταφρόνησις δέ , ὃς ἂν καὶ γνώμῃ πιστεύῃ τῶν ἐναντίων προέχειν : ὃ ἡμῖν ὑπάρχει . καὶ
ὄζων ἐπιθυμεῖ οἴκαδε ἐλθεῖν , ἵν ' ἡ γυνὴ αὐτοῦ πιστεύῃ μηδὲ διανοηθῆναι μηδένα ἂν φιλῆσαι αὐτόν . Νὴ Δί
5019382 διολεσαι
χαλεπούς : εἰ δὲ μή , οὐ περιμενοῦσιν ἄλλους σφᾶς διολέσαι , ἀλλ ' αὐτοὶ φθήσονται αὐτὸ δράσαντες . Ἀληθῆ
βρόχου παγόδετον ὕδωρ : ὃν ἄμουσος ἰδών αἰπόλος ἀγρότας ἔθελε διολέσαι , κεφαλὰν λιγύθρουν τῷ σταχυοτόμῳ δρεπάνῳ θερίσας . κατὰ
5014775 ποτηριοις
καὶ ὃ μέν , ὡς πρόκειται , παραιτεῖται πίνειν μεγάλοις ποτηρίοις , ὃ δὲ τὸν Σωκράτην παράγει τῷ ψυκτῆρι πίνοντα
ἄξιον δ ' ἐστὶ ζητῆσαι εἰ οἱ ἀρχαῖοι μεγάλοις ἔπινον ποτηρίοις . Δικαίαρχος μὲν γὰρ ὁ Μεσσήνιος , ὁ Ἀριστοτέλους
5009095 ἀποθηται
καὶ ἐξευμενίσασθαι τόνδε , ἵν ' οὕτως ἰάσεως τύχῃ καὶ ἀποθῆται τὰ δυσχερῆ καὶ παύσηται ποινηλατούμενος . Προφητεύουσι δὲ οἱ
εἰς τὰ ἴδια , ἵνα τὸν ἀγερθέντα χρυσὸν τῷ θεῷ ἀποθῆται εἰς τὸ ἐν Ὑπερβορέοις ἱερόν . γενόμενος δὲ ἐν
5001378 διαγῃς
. σὺ δ ' ἅμα τῷ σαυτοῦ , ὁπόταν ἄμεινον διάγῃς , τὰ λοιπά σοι οὖρα ἀνεξετάζων , βραχύ τι
ὧδέ σοι ἐκτεθείκαμεν , ὡς ἂν ἑπόμενος ταύτῃ ἄμεινόν τε διάγῃς καὶ τὰς μελετωμένας ἀποδιοπομπῇ νόσους , κοινῇ δὲ τοῦτο
4981484 σημαντηριον
ἀγαθήν , φίλην . δύσφροσιν ] τοῖς ἐχθροῖς αὐτοῦ . σημαντήριον ] σφραγῖδα τῆς πρὸς τὸν ἄνδρα εὐνοίας . μήκει
πολεμίαν τοῖς δύσφροσιν , καὶ τἄλλ ' ὁμοίαν πάντα , σημαντήριον οὐδὲν διαφθείρασαν ἐν μήκει χρόνου . οὐδ ' οἶδα
4976832 κραθεισα
διὰ τὴν ὑπάρχουσαν ὑγρότητα : σύμμετρος γὰρ ἡ δριμύτης γίνεται κραθεῖσα τῷ ὑδατώδει καὶ ποιεῖ τινα χυμὸν , ἀποξηραινομένου δὲ
ὡς εἰπεῖν αὕτη δοκεῖ φθείρειν ἄκρατος οὖσα ἢ μὴ καλῶς κραθεῖσα : καὶ ὅσαι δὲ θερμαὶ καὶ ξηραὶ καὶ ἰσχυραὶ
4974026 κἀλλως
βίον ] [ θηριώδη ] [ παρέχωμεν ] , [ κἄλλως ] [ τὸ ] δυσμενὲς ‖ [ ! !
σφόδρα : τὸ γὰρ ὑίδιον τηρεῖ με , κἄστι δύσκολον κἄλλως κυμινοπριστοκαρδαμογλύφον . ταῦτ ' οὖν περί μου δέδοικε μὴ
4973757 ἀποστραφεισα
ἀποστραφήσονται ὧδε . „ κατὰ γὰρ τὸν δειχθέντα τέταρτον ἀριθμὸν ἀποστραφεῖσα τοῦ διαμαρτάνειν ἡ ψυχὴ κληρονόμος ἀποδείκνυται σοφίας . πρῶτος
ἐπισυναγούσης τὰ ὑγρὰ καὶ μέλανα ποιούσης καὶ μάλισθ ' ὅταν ἀποστραφεῖσα ᾖ ἡ λαμπρύνουσα τὰ οὖρα χροιά . Τοῦτο δὲ
4958830 πλουτῃ
ἰσχυρός , ἐάν τε μικρὸς καὶ ἀσθενής , καὶ ἐὰν πλουτῇ καὶ μή . ἐὰν δ ' ἄρα πλουτῇ Κινύρα
καὶ ἐὰν πλουτῇ καὶ μή . ἐὰν δ ' ἄρα πλουτῇ Κινύρα τε καὶ Μίδα μᾶλλον , ᾖ δὲ ἄδικος
4951413 Ἀγριοις
, καὶ κατεδύοντο . δηλοῦται δὲ ὑπὸ Φερεκράτους ἐν τοῖς Ἀγρίοις , ὅταν λέγῃ ὁ δὲ δὴ δελφίς ἐστι μολιβδοῦς
τοῦτο προὐτένθευσαν ἡμέρᾳ μιᾷ . μνημονεύει αὐτῶν καὶ Φερεκράτης ἐν Ἀγρίοις : μὴ θαυμάσῃς : τῶν γὰρ προτενθῶν ἐσμέν ,
4951106 λανθανετω
ὦ Μέγιλλέ τε καὶ Κλεινία , μηδὲ τοῦθ ' ἡμᾶς λανθανέτω περὶ τόπων ὡς οὐκ εἰσὶν ἄλλοι τινὲς διαφέροντες ἄλλων
εἰς δύναμιν εὐμενεῖς ἵλεῴ τε προσαγώμεθα . Τόδε δὲ μὴ λανθανέτω γιγνόμενον ἡμᾶς εὐτύχημα , ὅτι καθάπερ εἴπομεν τὴν τῶν
4939588 στεργει
καὶ λέγοις πρόσω . μακράν γε μὲν δὴ ῥῆσιν οὐ στέργει πόλις . βραχὺς τορός θ ' ὁ μῦθος :
νοητέον καὶ ἐπὶ τῆς Γλαύκης , εἴπερ με τῷ ὄντι στέργει ἡ γυνή , καὶ ἄνευ τοῦ λαβεῖν τὰ δῶρα
4936290 χαιρῃ
τὸ στόμ ' ὡς κομψὸν φορεῖ . ἂν δὲ μὴ χαίρῃ γελῶσα , διατελεῖ τὴν ἡμέραν ἔνδον , ὥσπερ τοῖς
τὸ στόμ ' ὡς κομψὸν φορεῖ . ἂν δὲ μὴ χαίρῃ γελῶσα , διατελεῖ τὴν ἡμέραν ἔνδον , ὥσπερ τοῖς
4935714 ἐπικαλουμενοις
ἦρξαν , παραγιγνόμενοι προθύμως τοῖς αἰεὶ ἢ βαρβάροις ἢ Ἕλλησιν ἐπικαλουμένοις , ἐπεὶ εἴ γε ἡσυχάζοιεν πάντες ἢ φυλοκρινοῖεν οἷς
λέγεται γενέσθαι ἐν τῷ τότε ἐς τὸ πιστεῦσαί τε τοῖς ἐπικαλουμένοις ὡς πιθανοῖς δὴ ἐν παντὶ οὖσι , καὶ ἐπὶ
4930479 ἐπιλιπῃ
ἐδώδιμα , ταῦτα μὲν πάντα πολύγονα πεποίηκε , ἵνα μὴ ἐπιλίπῃ κατεσθιόμενα , ὅσα δὲ σχέτλια καὶ ἀνιηρά , ὀλιγόγονα
φύσεως , ἢ ἀπὸ ἔθους : ἢ ὅτ ' ἂν ἐπιλίπῃ νόμος . ἐκ τῆς τοῦ ἐναντίου ἀντιφάσεως , τοῦτον
4921619 ὁμιλητον
ᾧ οὐ δύναταί τις ὁμιλεῖν διὰ τοῦ θορύβου . οὐχ ὁμιλητὸν ] ἀνυπόστατον . οὐχ ὁμιλητὸν θράσος ] ἀλόγιστος ὁρμὴ
πολεμίους θρασυνθῆναι . . . εὐεστοῖ ] εὐτυχίᾳ . . ὁμιλητὸν ] φορητὸν , ὑπομονητόν . . κρατοῦσα ] εὐτυχής
4919582 προσεπεσε
ἀναλίσκει καὶ ποιεῖ τῶν πενθούντων σκυθρωπότερον , οὐχ ὅτι αὐτῷ προσέπεσέ τι κακόν , ἀλλ ' ὅτι τῷ πέλας ἧκέ
ἀναλίσκει καὶ ποιεῖ τῶν πενθούντων σκυθρωπότερον , οὐχ ὅτι αὐτῷ προσέπεσέ τι κακόν , ἀλλ ' ὅτι τῷ πέλας ἧκέ
4916571 δοξαζουσα
ἀκρότατον ἀγαθόν . ὡσαύτως καὶ τὸ ψεῦδος οἴεται ἀληθές : δοξάζουσα γὰρ τὸν θεὸν πάντα δύνασθαι , οἴεται καὶ τὰ
; Ψευδὴς δ ' αὖ δόξα ἔσται τἀναντία τοῖς οὖσι δοξάζουσα , ἢ πῶς ; Οὕτως : τἀναντία . Λέγεις
4915804 Εἰπατε
Λύχνος ὁ Μεγαπένθους παρέστων . εὖ γε ἐποίησαν ὑπακούσαντες . Εἴπατε οὖν ὑμεῖς ἃ σύνιστε Μεγαπένθει τούτῳ : προτέρα δὲ
καὶ πάντα τὰ ἔθνη , Θεὸς εἰς ἄνδρα ὑποκρινόμενος . Εἴπατε οὖν ταῦτα τοῖς τέκνοις ὑμῶν μὴ ἀπειθεῖν αὐτῷ .
4909120 ἐγκατατεταγμενον
ποῖόν ἐστι τὸ κατηγορούμενον ζῷον τοῦ ἀνθρώπου , αὐτὸ τὸ ἐγκατατεταγμένον ἢ ἄλλο καθολικώτερον ; εἰ μὲν γὰρ τὸ ἐγκατατεταγμένον
. εἰ γὰρ εἴπω ὁ Σωκράτης ἄνθρωπος , δηλῶ τὸν ἐγκατατεταγμένον καὶ θεωρούμενον ἐν τῷ Σωκράτει : εἰ δὲ εἴπω
4906868 ἐπιβαλλῃς
, ἢ τιτάνῳ , ἢ ὡς ἐπινοεῖς . Καὶ ἐὰν ἐπιβάλλῃς ἀργύρῳ , ποιεῖς χρυσόν : ἐὰν δὲ χρυσῷ ,
' ἔα μαίνεσθαι . κλαύσει , τὴν χεῖρ ' ἢν ἐπιβάλλῃς . παύσασθε μάχης καὶ λοιδορίας . ἀλλ ' ἐπίδειξαι
4906697 σβεννυναι
κηλοῦν καὶ πεῖθον . κατακοιμίζειν τὸν λύχνον : ἀντὶ τοῦ σβεννύναι . κυανεῖ ἡ θάλαττα : ἀντὶ τοῦ κυανίζει ,
. οἱ δὲ Ῥηγῖνοι τὸ μὲν πρῶτον ὀλίγοι προσβοηθήσαντες ἐπεχείρουν σβεννύναι τὴν φλόγα , μετὰ δὲ ταῦτα Ἑλώριδος τοῦ στρατηγοῦ
4901000 ὑποδυσεται
: οὐκ ἀπείρατον αὐτῶι ἔδοξεν ἐκλιπεῖν εἴ πη Ὀσρόης γνωσιμαχήσας ὑποδύσεται τοῖς ἐκ Ῥωμαίων τε καὶ ἑαυτοῦ ξὺν δίκηι ἀξιουμένοις
προσφερόμενος , ψεκτήν . εἰκότως τοίνυν ὁ μὲν βασιλέως ὄνομα ὑποδύσεται ποιμὴν προσαγορευθείς , ὁ δ ' ὀψαρτυτοῦ τινος ἢ
4900604 λαβητε
ὃς ἐσφέρει νόσον καινὴν γυναιξὶ καὶ λέχη λυμαίνεται . κἄνπερ λάβητε , δέσμιον πορεύσατε δεῦρ ' αὐτόν , ὡς ἂν
' ὁρᾷς ὅσους ἄνωθεν ἐπεφόρησε τῶν λίθων , ἵνα μὴ λάβητε μηδέποτ ' αὐτήν . Εἰπέ μοι , ἡμᾶς δὲ
4879593 διαφυγουσιν
γὰρ οἷόν τε ἦν τοῖς τοὺς ἐν τῷ πολέμῳ κινδύνους διαφυγοῦσιν ἀθανάτους εἶναι τὸν λοιπὸν χρόνον , ἄξιον ἦν τοῖς
θήσουσιν . τὰ μὲν δὴ γέρα ταῦτα τοῖς τὰς εὐθύνας διαφυγοῦσιν : ἂν δέ τις τούτων , πιστεύων τῷ κεκρίσθαι
4868600 χρονιζουσα
τίκτειν ὕδερον : πᾶσα γὰρ εἴτε θερμὴ δυσκρασία εἴτε ψυχρὰ χρονίζουσα καὶ ἐπικρατοῦσα καταβάλλει τὴν δύναμιν καὶ τὴν τροφήν .
ἔχουσα τὸ πονοῦν σύντομον ἔχει τὸν χρόνον , ἡ δὲ χρονίζουσα περὶ τὴν σάρκα ἀβληχρὸν ἔχει τὸν πόνον . Ἀδικοῦντα
4867600 αἰτιωμεθ
πλεῖστος οἶνος ἐκποθῇ . εἶθ ' ὅταν τὸν οἶνον αὐτὰς αἰτιώμεθ ' ἐκπιεῖν , λοιδοροῦνται , κὠμνύουσι μὴ ' κπιεῖν
πλεῖστος οἶνος ἐκποθῇ . εἶθ ' ὅταν τὸν οἶνον αὐτὰς αἰτιώμεθ ' ἐκπιεῖν , λοιδοροῦνται κὠμνύουσι μὴ πιεῖν ἀλλ '
4860299 πταρνυται
ξυνιέναι , καὶ βαδίζειν αὐτὸν ἐκέλευσεν . ἤδη δὲ ἀποχωρῶν πτάρνυται : κἀκεῖνος εὐθὺς ἀνεβόησεν ὡς εἴη κίναιδος . εἶτα
τοῦτον εὐθὺς ἐν ἀγορᾷ . αὑτῷ βαδίζει καὶ λαλεῖ καὶ πτάρνυται ἕκαστος ἡμῶν , οὐχὶ τοῖς ἐν τῇ πόλει .
4855582 ὀμοσωμεν
οὐκ ἐὰν γράψωμεν αὐτὰ ἐν ταῖς ὁμολογίαις οὐδ ' ἐὰν ὀμόσωμεν ἀμφότεροι καθ ' ἱερῶν , ἀλλ ' ἐὰν κοινὰς
λέγεις καλῶς ἔχει . ὡς ὀμιώμεθα : Ἀντὶ τοῦ ὅπως ὀμόσωμεν . Σκύθαινα : Τὴν ὑπηρέτιν λέγει . Σκύθας γὰρ
4842091 ἀπαγριουται
ἐμφανεστάτη γε κοινοτάτη πᾶσιν ἀγεωργησία : πάντα γὰρ ὡς εἰπεῖν ἀπαγριοῦται . Ἐνίοτε δὲ καὶ οἱονεὶ πηρώσει τινὶ μεταβάλλουσιν εἰς
δὲ οὐκ ὀρθῶς . ἐξαμελούμενον γὰρ ἅπαν χεῖρον γίνεται καὶ ἀπαγριοῦται , θεραπευόμενον δὲ οὐχ ἅπαν βέλτιον , ὥσπερ εἴρηται
4841944 ὀλοιμην
τοιάδ ' ἐμοὶ ξύνοικος ἐν δόμοισι μὴ γένοιτ ' : ὀλοίμην πρόσθεν ἐκ θεῶν ἄπαις . αἰαῖ αἰαῖ μελέων ἔργων
ἤδη σώματα λεύσσω τῶν οἰχομένων παίδων : μελέα πῶς ἂν ὀλοίμην σὺν τοῖσδε τέκνοις κοινὸν ἐς Ἅιδην καταβᾶσα ; στεναγμόν
4830238 ἀξιωσουσιν
ἀξιώσουσι : Λακεδαιμονίοις δ ' ἐπεξιόντες καὶ τἀκείνων καθαιροῦντες οὐκ ἀξιώσουσιν οὐδένα αὐτοῖς νεμεσᾶν . εἰ φαίνονται τοίνυν ἐκ τούτων
ἢ τοῖς κατηγόροις : νυνὶ δὲ ἡμῶν πάντα ταῦτα παρεχομένων ἀξιώσουσιν ὑμᾶς τοῖς αὑτῶν πείθεσθαι λόγοις μᾶλλον ἢ τῷ πατρὶ
4825116 κρινωσιν
εὐγνώμονάς τινας καὶ συγγνωμονικοὺς ὀνομάζομεν , ὅταν περὶ ἑτέρων πραττόντων κρίνωσιν ὀρθῶς καὶ οἰκείως τοῖς προσώποις καὶ τοῖς πράγμασιν ,
' ὑμῖν τὰ νικητήρια ἐντελῆ μέν , ὅταν οἱ θεοὶ κρίνωσιν , ἐπὶ ἐντελέσι τοῖς ἔργοις διαλύσομαι : νῦν δὲ
4818846 αἰοναν
δεῖται στύφεσθαι τὰ μόρια ταῦτα , ὥστε ἀφεψήσαντα ἀψίνθιον ἐλαίῳ αἰονᾶν δεῖ ἢ μηλίνῳ ἢ σχινίνῳ ἢ μαστιχίνῳ . ὡσαύτως
εἰ δὲ καὶ πελιδνὸν γενέσθαι φθάσειεν , ἀποσχάζοντα καταπλάττειν , αἰονᾶν δὲ τὰ μὲν πλεῖστα δι ' ὕδατος θερμοῦ :
4814657 Τιτιῳ
δὲ τῇ ὀργῇ καὶ ἠδόξει , Πομπήιος ὤν , ἐπὶ Τιτίῳ γενέσθαι , οὐκ ἐπιφανεῖ πάνυ ἀνδρί , καὶ ὑπώπτευεν
τοὺς στρατηγοὺς ἐς ἀλλήλους , Τιτίῳ δὲ σαυτὸν ἐπιτρέπειν : Τιτίῳ γὰρ ἐπιτέτραπται τὰ περὶ σὲ ὑπὸ Ἀντωνίου : καὶ
4812381 δυσδιαφορητος
μόριον ἀλθαίας ῥίζης ἐνεψηθείσης . ὅταν δὲ δυσεκπύητος ᾖ καὶ δυσδιαφόρητος ὁ ὄγκος , τῷ διὰ τῶν ἰσχάδων καταπλάσματι χρήσῃ
, καταπλάττειν . ἐφ ' ὧν μέντοι δυσεκπύητός τε καὶ δυσδιαφόρητος ὁ ὄγκος ἐστί , τοὺς ἐσφηνωμένους χυμοὺς ἡγητέον εἶναι
4809236 βλεπῃς
καὶ τοῖς ἀγνοοῦσι κηρύσσεις τὸν τεθνηκότα κἂν μὲν τὸ ἄντρον βλέπῃς , τὸν Ῥέας ὑπομιμνήσκῃ τόκον , ἂν δὲ τὴν
τῶν ἄλλως ἐχόντων ὅρα μὴ σὺ μὲν εἰς τὰ γράμματα βλέπῃς , οἱ δ ' εἰς ἀλλήλους νεύμασι τὸν ἔπαινον
4805252 παραδεχομενον
ἢ γεγεναμένον ἀρχοντικόν : κοινοβουλευτικὸν δὲ τὸ ἄλλο πλᾶθος τὸ παραδεχόμενον τὰ προσυνηδρευμένα καὶ ἐπιψαφιζόμενον καὶ ἐπικυροῦν τὰ ἐπὶ κρίσει
θορύβοις οὐ καθεκτή . οὐχ ὁμιλητὸν θράσος : οὐχ ὁμιλίαν παραδεχόμενον , ἤτοι ἀναιδὴς καὶ μηδὲ ὁμιλίαν παραδεχομένη τινός .
4803136 ἀναιρουμενη
αὐτόθεν τοῖς σμιλιωτοῖς ἐκκοπεῦσιν ἐκκοπτέσθω , ὅλη ἐκ τῆς βάσεως ἀναιρουμένη : ἐὰν δ ' ᾖ πυκνὴ ἢ ὀστώδης ,
ἀνοικοδεσπότητος ἢ ἀνεπικράτητος ἡ γένεσις εὑρεθῇ ὑπὸ μηδεμιᾶς κακωτικῆς ἀκτῖνος ἀναιρουμένη , τὴν προγεγονυῖαν σύνοδον ἢ πανσέληνον μοιρικῶς ἐπιγνόντας ἐπί
4796070 κινῃ
κινδύνου ? ? ? ? ? ? ? ? θ κινῇ ἐκ τοῦ τόπου ι οὐ βλάπτῃ . μὴ ἀγωνία
φροντίζων ἀγανακτεῖς , βαρέως ἔχεις . στρέφῃ ] περιστρεφῇ , κινῇ , κινῆσαι , κίνησιν ἔχεις . δέον . .
4795874 σωσασαν
ἡμετέρων ἐχθρῶν γενόμενοι τὴν χώραν ἡμῶν ἔτεμον τὴν πολλάκις τούτους σώσασαν καὶ τὴν πόλιν ἕτοιμοι κατασκάπτειν ἦσαν , ἣν πολλάκις
δωρεᾶς ἄξιος ἦν οὔτε τιμωρίας ὑπεύθυνος . ἄτοπον οὖν τὴν σώσασαν ὑμᾶς ῥητορείαν μηδὲν πλέον κερδᾶναι τῆς ἡσυχίας . τίς
4782764 ψηφισηται
θέσφατα . χρῶνται δ ' αὐτοῖς , ὅταν ἡ βουλὴ ψηφίσηται , στάσεως καταλαβούσης τὴν πόλιν ἢ δυστυχίας τινὸς μεγάλης
σαφῶς , πλὴν ἐάν τινας ὁ δῆμος ἢ ἡ βουλὴ ψηφίσηται : τούτους δ ' ἀναγορευέτω . τί οὖν ,
4780619 λυπηθειη
τέχνης παρασκευαζούσης αὐτῷ καὶ χαριζομένης , μὴ ἔχειν ὑπὲρ ὅτου λυπηθείη : οὔτε γὰρ χρήματά ἐστιν αὐτῷ οὔτε οἶκος οὔτε
εἰς τὸ σύμμετρον αὖθις , βραχύ τι ἂν τὰ σώματα λυπηθείη καὶ τὰ φθάσαντα λυμανθῆναι ῥᾳδίως ἂν ἡ δύναμις ἀνακαλέσαιτο
4779639 δεξωνται
ἀνεῳχθέντες κλεισθῶσιν ὑπὸ τοῦ ἐλαίου ἐπιπωματικοῦ ὄντος , καὶ μὴ δέξωνται ἀέρα ἔκτοθεν . . , . , . λιπαρὸς
τοὺς Ἐπιδαμνίους καὶ Ζακυνθίους καὶ ὥς : καὶ ἐὰν μὴ δέξωνται Κερκυραίους προέσθαι : προδοῦναι ξυγκρούειν δέ : ἀπὸ κοινοῦ
4774829 ἐπιζητησει
ἐπεὶ μάτην ἀετὸς ἂν εἴην ἀντὶ θεοῦ γεγενημένος . Οὐκοῦν ἐπιζητήσει με ὁ πατὴρ καὶ ἀγανακτήσει μὴ εὑρίσκων , καὶ
σχέσιν τε καὶ σύνταξιν , ὡς εἴρηται καὶ πρότερον , ἐπιζητήσει ἡμῖν ὁ λόγος ἀρχὴν ἑτέραν πρὸ τῶν πάντων ,
4773129 παρῃ
τὴν Ἀττικὴν πολέμου , ὃς λυπήσει μὲν ἕκαστον , ἐπειδὰν παρῇ , γέγονεν δ ' ἐν ἐκείνῃ τῇ ἡμέρᾳ .
ποιεῖν . Ὡς οὐδὲν ἡ μάθησις , ἂν μὴ νοῦς παρῇ . Ὦ Ζεῦ , τὸ πάντων κρεῖττόν ἐστι νοῦν
4763620 πωλωσιν
, ὅταν κακοῦ τινος ἀπαγγελθέντος τῇ πόλει τίμιον τὸν σῖτον πωλῶσιν . οὕτω δ ' ἄσμενοι τὰς συμφορὰς τὰς ὑμετέρας
τοῖς μαγείροις ἃ παράκειθ ' ἑκάστοτε , ἡνίκ ' ἂν πωλῶσιν αἰγῶν κρανία , ξυλήφιον μυρρίνης ἔχουσα λεπτὸν ὀρθὸν ἐν
4759038 προσθεισα
τῷ συμπεράσματι τῷ ἐξ ἀρχῆς καὶ τοῦτο πρότασιν ποιησαμένη καὶ προσθεῖσα αὐτῇ τῶν ἀληθῶν τινα ἐξ ἀρχῆς κειμένων προτάσεων οὕτω
- ] δὲ τὴν καρδίαν [ τοῖς ] στέρνοις αὐτῆς προσθεῖσα [ ] καὶ λιπαρέστερον καταφιλοῦσα [ - ] τοῖς
4757033 ἐπιτυχῃ
ὡς τὰ μὲν αὐτῶν εὑρίσκειν ἵνα αἱρήσηται καὶ πῶς αὐτῶν ἐπιτύχῃ βουλεύσηται , τὰ δὲ εὑρίσκειν ἵνα ἐκφεύξηται , καὶ
τὰ νοσσία αὑτοῦ . ἐὰν οὖν τις τὴν βοτάνην ταύτην ἐπιτύχῃ , πρὸς πολλὰ ποιήσει ἃ οὐκ ἔξεστι λαλεῖν .
4756647 λυπουμενη
Πελίου φόνον εἰς Κόρινθον ἀφίκετο : οὐχ ᾧ τρόπῳ σὺ λυπουμένη νομίζεις ὅτι τὸ μὲν σὸν μισῶν λέχος , ἐκείνης
ἡλικίαν κατοδυρομένη τὴν ἑαυτῆς καὶ ὅτι μέλλοι πρὸ ὥρας ἀποθανεῖσθαι λυπουμένη , πολλὰ δὲ Ἁβροκόμην ὡς παρόντα ἀνεκάλει . Ἐν
4753599 ἀνδραποδῳ
τούτοις συζῆν ἄχρι παντὸς καὶ πολλάκις ὑβριζομένην ὕβρεις δεινὰς παραμένειν ἀνδραπόδῳ μηδενὸς ἀξίῳ . παρὰ γὰρ τῶν πλουσίων εἰς μὲν
εὖ χρῆσθαι καὶ κακῶς χρῆσθαι ἀργυρίῳ : ὁμοίως δὲ καὶ ἀνδραπόδῳ οἰκίᾳ ἐπίπλῳ , πᾶσι τοῖς τοιούτοις . τάχα δ
4749482 σκωληξι
ὅσα πείσεται σηπομένου τοῦ ὄνου τῇ τε ὀδμῇ καὶ τοῖς σκώληξι πεφυρμένη ἐῶ λέγειν . τέλος δὲ οἱ γῦπες διὰ
Ἰλϋσπῶντο , ἰλυσπᾶσθαι ἐστὶ , τὸ παρὰ τὸ πλησίως τοῖς σκώληξι : καὶ τοῖς ὄφεσιν ἰέναι : οἱονεὶ ἐν τῆ
4737746 βρωθηναι
γὰρ καὶ φαρμακῶδεϲ ὑπὸ τῶνδε γίγνεται : καὶ τὰ πράϲα βρωθῆναι ὑπὸ τοῦ χυλοῦ , ὀνηϲιφόρα καὶ ἥδιϲτα . ἤδη
δὲ τοῦτον ὑπεράνω τῆς κεφαλῆς ῥίψας εἰς θάλασσαν , ἐποίησε βρωθῆναι ὑπὸ τῆς χελώνης : τὰ εὐτυχήματα τοῦ Θησέως :
4736576 ὀνειροπολει
φαντάζεσθαι , ὀνειρώττειν δὲ τὸ καθ ' ὕπνους συνουσιάζειν . ὀνειροπολεῖ ] ἐν τοῖς ὀνείροις φαντάζεται . ἴσθι , ὅτι
καὶ οὕτως ἱππάζεσθαι Θ ὃ νῦν κελητιᾶν καλοῦμεν . Θ ὀνειροπολεῖ θ ' ἵππους : κἀν τοῖς ὀνείροις ἵππους περινοεῖ
4735733 τικτους
εἴ τί που πάθῃ : χάρις χάριν γάρ ἐστιν ἡ τίκτους ' ἀεί : ὅτου δ ' ἀπορρεῖ μνῆστις εὖ
αἰκῶς ; Πολὺ γάρ τι κακῶν ὑπερεκτήσω , σᾷ δυσθύμῳ τίκτους ' αἰεὶ ψυχᾷ πολέμους : τὰ δὲ τοῖς δυνατοῖς
4735098 ἐξεχ
καὶ ἄλλαι παιδιαί , ἐν κοτύλῃ , χαλκῆν μυῖαν , ἔξεχ ' ὦ φίλ ' ἥλιε , τρυγοδίφησις , μηλολάνθη
: λέξεις ἄρα ὥσπερ τὰ παιδία [ ] ' : ἔξεχ ' ὦ φίλ ' ἥλιε . ἐξιονθίζειν : ἐκ
4735060 ὑδατωδεστερα
: τὰ μὲν γὰρ μελαγχολικώτερα φύσει , τὰ δ ' ὑδατωδέστερα , τὰ δὲ πικρόχολα ταῖς οὐσίαις ἐστίν . καὶ
καὶ ὄγκος ἐν γαστρὶ ἔνεστι καὶ φῦσα , καὶ οὐρεῖ ὑδατωδέστερα , οἷς χρὴ τεκμαιρομένην μηδὲν διδόναι , ἔστ '
4734924 γεγαωτ
Ὀδυσσῆος μεγαλήτορος υἷι ἔοικε , Τηλεμάχῳ , τὸν ἔλειπε νέον γεγαῶτ ' ἐνὶ οἴκῳ κεῖνος ἀνήρ , ὅτ ' ἐμεῖο
? τε πάντα , [ ὅσσα ] τότ ' ἦγ γεγαῶτ ' , αὐτὸς δ ' ἄρα μοῦνος ? ἔγεντο
4734297 σωτηρσι
, καὶ γὰρ τὸν ὄρνιν ἐγνώρισε , τοιαύτας ἀποδίδως τοῖς σωτῆρσι τὰς χάριτας ; ἀλλὰ πῶς ἂν καὶ ἄλλος σπουδὴν
. ἐκ δὲ τούτου θύοντες καὶ τοῖς ἀποτροπαίοις καὶ τοῖς σωτῆρσι , καὶ μόλις καλλιερήσαντες , ἐπαύσαντο . ληγούσης δὲ
4733185 ὑπερπηδᾳ
θαυμαστὰ γὰρ τὸ τόξον ὡς ὀλισθάνει θεοῦ δὲ πληγὴν οὐχ ὑπερπηδᾷ βροτός εἰ δείν ' ἔδρασας , δεινὰ καὶ παθεῖν
ἀπρονοησίαν εἴρων ἐν ἑτέρῳ λέγει : Θεοῦ δὲ πληγὴν οὐχ ὑπερπηδᾷ βροτός . Πλὴν καὶ πληθὺν εἰσήγαγον ἢ καὶ μοναρχίαν
4731552 οἰκειοτατοις
τὸν εὐδαίμονα , φανερὸν ὅτι τοῖς βελτίστοις τῶν ἀνθρώπων καὶ οἰκειοτάτοις : οἳ δέ εἰσιν οἱ φίλοι καὶ οἱ ἐπιεικεῖς
ἄμεινον . κελεύει δὲ μήτε τὰ ἱμάτια περιρρήττειν ἐπὶ τοῖς οἰκειοτάτοις ἀποθανοῦσι μήτε ἀφαιρεῖν ἀπὸ τῆς κεφαλῆς τὰ παράσημα τῆς
4730728 ἱεροσυλοις
. θυηπολίαι ἀφρόνων πυρὸς τροφή : τὰ δ ' ἀναθήματα ἱεροσύλοις χορηγία . θέλε τοὺς συνόντας σοι αἰδεῖσθαί σε μᾶλλον
ὑβρισταῖς , βιαίοις , φθορεῦσιν , ἀνδροφόνοις , μοιχοῖς , ἱεροσύλοις , ὧν ἀφ ' ἑκάστου σπῶνταί τι μοχθηρίας καὶ
4723612 Ἐγκεφαλος
: ἢ ὅτι εἶδος τοῦ γενικοῦ σώματός ἐστι βλεπόμενον . Ἐγκέφαλος . παρὰ τὸ ἐγκεῖσθαι τῇ κεφαλῇ . Ἔδνον .
πάσχοντος πόδα , ὁμοίως δὲ καὶ ἐπὶ τὸν εὐώνυμον . Ἐγκέφαλος δὲ λαγωοῦ περιχριόμενος εἰς τὰ οὖλα νηπίων ἀνοδύνως φύειν
4718487 ἀγχονῃ
, μῆλα ἐρυθρά : ὀφθαλμοὶ προπετέεϲ , ὡϲ ἐπ ' ἀγχόνῃ : ῥωχμὸϲ ἐν ἐγρηγόρϲει , πολλὸν δὲ μέζον τὸ
, τοῦ δὲ Κρόνου ἐκ τῶν εὐωνύμων , ὁ φυγὼν ἀγχόνῃ διαφθαρήσεται , ἐὰν δὲ ὁ μὲν Ἄρης ἐκ τῶν
4716863 αἰσχυνοιτο
δὲ αἰσθανομένη ἡ πόλις φιλοσοφίας ὅτι ἀτιμάζοι τὴν συνουσίαν καὶ αἰσχύνοιτο ὡς ἐπίψογον , συνελθοῦσα , ὅ τε δῆμος καὶ
οὗτος τὴν φρόνησιν . ἐρωτᾷ δὲ Σωκράτης Ἀπολλόδωρον εἰ οὐκ αἰσχύνοιτο σοφιστὴν ἐθέλων παρέχειν ἑαυτὸν εἰς τοὺς Ἕλληνας . καὶ
4711672 ἀνελουσι
ἐπὶ τῶν δυσαπονίπτοις ὀνείδεσιν ἐνεχομένων . ἐπειδὴ τοῖς Δελφοῖς ἀδίκως ἀνελοῦσι τὸν Αἴσωπον , ὠργίσθη ὁ θεός . Αἰέτιον χάριν
ἐπὶ τῶν δυσαπονίπτοις ὀνείδεσιν ἐνεχομένων : ἐπειδὴ τοῖς Δελφοῖς ἀδίκως ἀνελοῦσι τὸν Αἴσωπον ὠργίσθη ὁ θεός . Αἰγιέες οὔτε τρίτοι
4709717 ἐδομεν
ἀγνοῶ . ἡμεῖς δ ' ἐπείπερ ἅπαξ εἰς τοῦτο ἑαυτοὺς ἔδομεν , ἄνδρες ἀγαθοὶ γενώμεθα , τῶν τε ἄλλων ἃ
εἰκότως αὐτῷ δεδιότι καὶ βέβαιον ἔχοντι τὴν τυραννίδα ἀμνηστίαν αἰτοῦντι ἔδομεν καὶ ὠμόσαμεν ὑπὲρ αὐτῆς . εἰ δὲ ἡμῖν ὀμνύναι
4708483 Βακχι
ἐμοὶ ζητοῦσιν αὐτόν . ἀλλ ' εἴ τινα εὕροιμεν ὦ Βακχί , γραῦν , ὡς ἔφην : ἀποσώσει γὰρ ἂν
γὰρ ταῦτά σου ἀκούσασα . Ἅπαντα ἐκεῖνα οἴχεται , ὦ Βακχί , καὶ πέμπτην ταύτην ἡμέραν οὐδ ' ἑώρακα ὅλως
4704268 εὐδαιμοσι
ἀθλιώτερος οὐδεὶς οὔτ ' ἐκείνων εὐδαιμονέστερος . ἐν δὲ τοῖς εὐδαίμοσι καὶ Κέλσον τουτονὶ τίθημι πάλαι τε ὑπὸ σοῦ χρηστὸν
ἐπιθυμεῖν μάχεσθαι καὶ νικᾶν . ὡραῖον . ὀλβίοις ] τοῖς εὐδαίμοσι καὶ ἐνδόξοις . νικᾶσθαι ] ὥστε καὶ σοὶ πρέπει
4700643 ἀληθευῃ
. Οὐ γὰρ ὡς λίθον λέγει τὸ ὄν , ὅταν ἀληθεύῃ , ἀλλ ' εἴρηκε μιᾷ ῥήσει πολλά . Τὸ
ψευδῆ λέγοντι πιστεύσειεν ἄν , τῷ δὲ μηδ ' ἂν ἀληθεύῃ , χωρὶς ὑποψίας προσέξει . ἐν δὲ τοῖς ἀποδεικτικοῖς
4698382 διαψευδεται
ἐν τῇ θαλάσσῃ , τὴν ἀψευδέα καὶ ἀληθῆ : οὐ διαψεύδεται γὰρ τὴν ἑαυτοῦ ἐνέργειαν , ἀεὶ γὰρ τὰς ἀναθυμιάσεις
ἐναντία λέγει καὶ ὅμως μέντοι οὐκ ἐλέγχεται , ὅτι οὐδὲ διαψεύδεται διὰ τοῦτο προσέθετο τὸ καὶ ὀνόματος μὴ συνωνύμου ἀλλὰ
4697877 ἀφωτιστος
, κἂν ἐκεῖνος πόρρωθεν ᾖ . Πρὸς δὲ τὸν πυρώδη ἀφώτιστος οὖσα πρὸς ἡμᾶς ἔδοξεν εἶναι ἀγαθή : ἀνταρκεῖ γὰρ
μηνύει . Σελήνη ὑπὸ τὰς τοῦ Ἡλίου αὐγὰς οὖσα καὶ ἀφώτιστος παντελῶς ἀφανίζει τὸ κλέμμα . Ἥλιος καὶ Σελήνη ἅμα
4697765 γονιμωτατη
, εὑρήσεις τὸν κατὰ σύνθεσιν τὸν νεʹ . πέμπτον ἡ γονιμωτάτη ἑξὰς ἐφ ' ἑαυτὴν πολυπλασιασθεῖσα δυνάμει ἐπιγεννᾷ τὸν λϚʹ
ἄλλας γοῦν κόπρους μίξει παραμυθεῖσθαι . τρίτη ἡ ὀνεία , γονιμωτάτη τῇ φύσει οὖσα , καὶ πᾶσι τοῖς φυτοῖς μάλιστα
4695749 Γερων
στόμα : ὁ γὰρ σιωπῶν ἔνδον ἐγκρύπτει δόλον . } Γέρων γενόμενος μὴ γάμει νεωτέραν : ἄλλον γὰρ ἕξει :
κλαυθμάτων παραίτιος . Γῆ πάντα τίκτει καὶ πάλιν κομίζεται . Γέρων ἐραστὴς ἐσχάτη κακὴ τύχη . Γαμεῖν ὁ μέλλων εἰς
4695387 ἀσθενουντα
ὅμοιον τοῦτ ' ἐκείνῳ ἢ ἀνόμοιον φήσομεν ; Ἆρα τὸν ἀσθενοῦντα Σωκράτη , ὅλον τοῦτο λέγεις ὅλῳ ἐκείνῳ , τῷ
κατὰ τὸν αὐτὸν λόγον , Σωκράτη ὑγιαίνοντα καὶ Σωκράτη αὖ ἀσθενοῦντα . πότερον ὅμοιον τοῦτ ' ἐκείνῳ ἢ ἀνόμοιον φήσομεν
4694335 ἀπανθησῃ
χρὴ τὸ μὲν αὐτίκα ἀσμένην δέχεσθαι : ὅταν δ ' ἀπανθήσῃ καλῶς , τηνικαῦτα ἤδη θεραπεύειν , τοῖς μὲν λουτροῖς
: πρῶτα γὰρ ἀνθεῖ τὰ κάτω , καὶ ὅταν ταῦτα ἀπανθήσῃ τὰ ἐχόμενα , καὶ οὕτως αἰεὶ βαδίζει πρὸς τὰ
4692094 ἑστιωμεθα
' : ἤδη σπένδομεν . πρὸς τῶν θεῶν , ἐνύπνιον ἑστιώμεθα ; αὑλητρὶς ἐνεφύσησεν : οἱ δὲ συμπόται εἰσὶν Θέωρος
δειπνῆσαι “ ἀπονίψασθαι δός , ὦ παῖ ” . ἐνύπνιον ἑστιώμεθα : ὅτι εἴρηται μὲν τὰ ἐν συμποσίῳ , οὐ
4690453 καταθυουσιν
καὶ θηλείας δορκάδας καὶ ἐκθεοῦσιν αὐτάς , τοὺς δὲ ἄρρενας καταθύουσιν . ἄθυρμα δὲ εἶναι τὰς θηλείας τῆς Ἴσιδός φασιν
αὐτὴν οἷα δήπου λεχὼ θεραπεύουσι . τὸ δὲ ἀρτιγενὲς βρέφος καταθύουσιν ὑποδήσαντες κοθόρνους . ὅ γε μὴν πατάξας αὐτὸ τῷ
4687277 σταθερα
πλέον τέναγος καὶ γαλήνη ταῖς εὐδίαις ὥσπερ ἐν λίμνῃ γίγνεται σταθερά . ἐν δὲ τοῖς δεξιοῖς φαίνεται ποταμός , καὶ
καλουμένη σταθερά . „ δύναται μέντοι καὶ θερμοτάτη εἶναι ἡ σταθερά , ὀξεῖα οὖσα : καὶ γὰρ τὸν ἥλιον ὅταν
4686230 ἐπιστευσας
δηλαδὴ περὶ αὐτῶν . οὐ γὰρ δὴ ἐκείνοις ἂν αὐτοῖς ἐπίστευσας ἐπαινοῦσι τὰ αὐτῶν . Οὐδαμῶς , ἀλλὰ οἱ ἄλλοι
νῦν γεγενημένῳ ἠπίστησας : ὅταν δὲ μὴ πείθεσθαι , αὐτῷ ἐπίστευσας τῷ συμβουλεύοντι μὴ πείθεσθαι : κοινωνεῖ δὲ καὶ τοῦτο
4684614 πλευμονες
Εὔβουλος δ ' ἐν Δευκαλίωνι : ἡπάτια , νῆστις , πλεύμονες , μήτρα . Λυγκεὺς δ ' ὁ Σάμιος ,
ἐπὶ τοῖς καταρρέουσιν ἀπὸ κελεύσματος . Ἡπάτια , νῆστις , πλεύμονες , μήτρα . Ἀλλ ' ἔστι τοῖς σεμνοῖς μὲν
4683316 ἐκλαμβανομενης
, ἀπὸ τῶν ἤδη κατατεταγμένων ἐπὶ τὰ μηδέπω τῆς χειρὸς ἐκλαμβανομένης . Τοῦτο δὲ γένοιτ ' ἂν , εἰ γράφοιτο
ὁπότε βούλοιτο διαπλεῦσαι , καὶ ταχέως πάλιν συνέκλειεν , εὐστόχως ἐκλαμβανομένης τῆς χρείας . ὁ δὲ διὰ τῆς διώρυχος ταύτης
4677106 ἐναπελειφθη
οὕτως : τρὶς τὰ τρία θ . εἶτα ἀφαιρεθείσης μονάδος ἐναπελείφθη ὁ ὀκτὼ ἀριθμός , καὶ τούτου τὸ ἥμισύ ἐστιν
. προπεμψαμένα ] η . ἐκπέμψασα . λείπεται ] † ἐναπελείφθη ἐν τοῖς οἴκοις . μονόζυξ ] † μεμονωμένη ,
4670017 κρυψε
τοῦ Κρόνου λέγεται τεκεῖν αὐτῷ θυγατέρα μελανοπλόκαμον τὴν Εὐάδνην . κρύψε δὲ παρθενίαν ὠδῖνα κόλποις ἡ Πιτάνη , ἤγουν συνέλαβε
ἐντὸς κόλπου . εἰ καὶ εὕρηται παρά τισι τῶν βιβλίων κρύψε τὸ ψε ψιλὸν ἀντὶ τοῦ ἔκρυψε κατὰ συγκοπὴν τοῦ
4666087 σκοποιμεν
καὶ τήμερον κρίναντες χρῆσθαι συμμάχοις αὐτοῖς , εἶτα τῇ ὑστεραίᾳ σκοποῖμεν πάλιν εἰ δεῖ ποιεῖν αὐτὸ τοῦθ ' ὃ βεβουλεύμεθα
μιᾷ φύσει χρώμενον . . . . . Εἰ γοῦν σκοποῖμεν , μία κατὰ δύναμίν ἐστιν ἡ ἀρετή : ταύτην
4665964 προσομιλησαι
, οὐ φάναι ἂν δώσειν αὐτῆι , εἰ μὴ αὐτῶι προσομιλήσαι . τὴν δὲ αὐτῶι ὑποσχέσθαι , θέλειν μέντοι ὁπλίζεσθαι
, οὐ φάναι ἂν δώσειν αὐτῇ , εἰ μὴ αὐτῷ προσομιλήσαι : τὴν δὲ αὐτῷ ὑποσχέσθαι : θέλειν μέντοι ὁπλίζεσθαι
4664324 καταλληλος
φαμὲν οὕτως , καλῶς ὁ ἄνθρωπος γράφει , καὶ ἔστι κατάλληλος ὁ λόγος : ἕκαστον γὰρ τῶν μορίων συμφέρεται τῷ
σὺν ὀξυμέλιτι τὰ σῦκα ἑψεῖται . ἥπατι δὲ φλεγμαίνοντι τῆλις κατάλληλος ἐν μελικράτῳ ἑφθὴ καὶ ἄρτος σὺν λινοσπέρμῳ : βέλτιον
4661978 ἐδοτε
εἴσεσθε . Ἃ γάρ μοι αὐτοὶ γνόντες τε καὶ ὑποσχόμενοι ἔδοτε , ὕστερον δὲ ἑτέροις πειθόμενοι ἀφείλεσθε , ταῦθ '
, ὃ καὶ πυθομένους ὑμᾶς ἀγαπήσειν οἴομαι . ἃ γὰρ ἔδοτε τοῖς ἡμετέροις ἐχθροῖς ἐν ἔτεσι δύο , ταῦτα λαβεῖν

Back