ἂν μὴ τὸ θέατρον ἀργὸν ἦι καὶ ὁ δῆμος ἀργὸς καθέζηται , ὁ χορὸς οὐκ ἔχων πρὸς τοὺς ὑποκριτὰς διαλέγεσθαι | ||
αὐτὸν ἢ ὠθοίη ἧττον ἂν σφάλλοιτο . ἐπειδάν γε μὴν καθέζηται , πρῶτον μὲν ἠρεμεῖν δεῖ διδάσκειν τὸν ἵππον , |
ἐξ αὐτοῦ ῥίζαι ἁπαλαί . Ὁκόταν δὲ ἐς τὸ κάτω λάβηται , τότε δὴ ἕλκει ἐκ τῆς ῥίζης ἰκμάδα καὶ | ||
δέξασθαι τὸν ἐνεργείᾳ νοῦν . Ὅταν δὴ τούτου τοῦ ὀργάνου λάβηται , τότε καὶ ὡς δι ' ὀργάνου καὶ ὡς |
αὐχένι δυσμενέεσσιν . θάλλε μοι , εἰσέτι θάλλεις ἕως ὅτε ψαύσῃς Ὀλύμπου , γῆς Φαρίης κρατέων ἠδ ' Ἀρκαδίης μετὰ | ||
ἀνίσταται ἡ νειαίρη , καὶ σκληρὴ γίνεται , καὶ ἢν ψαύσῃς , ἀλγέει , καὶ βρύχει , καὶ πῦρ ἔχει |
ἀλλὰ καὶ οἱ ἦχοι ὁ μὲν δασύς , ὁ δὲ ψιλός , ὥστε πολλὰ ἀνόμοια εἶναι . Καὶ ἐν ᾠδαῖς | ||
τοῖς ἄλλοις ζῴοις διὰ τὴν ἁπαλότητα τῶν σαρκῶν καὶ διότι ψιλός ἐστιν , οὔτε θριξὶ σκεπόμενος , ὥσπερ τὰ πολλὰ |
ὁ δὲ ὀπίσω αὐτοῦ τεταγμένος ἐκ δόρατος τοῦ οὐραγοῦ παραπορευόμενος προτάσσηται τοῦ οὐραγοῦ , καὶ οἱ λοι - ποὶ ὁμοίως | ||
διάστημα : ἀλλ ' ἐν ταῖς συμβολαῖς , ὅταν μὲν προτάσσηται ἡ πρώτη τάξις , δεῖ ὡς πρὸ ἑνὸς μιλίου |
κουφότατον . Τεκμήριον δὲ μέγιστον , ὅταν ἄνθρωπος ἐν ἡλίῳ βαδίζῃ , ἢ καθίζῃ ἱμάτιον ἔχων : ὁκόσα μὲν τοῦ | ||
ἐπανοιδέει , καὶ οἱ ὀφθαλμοὶ ὑγροὶ γλαμυροὶ , καὶ ἢν βαδίζῃ , ἆσθμά μιν λαμβάνει , καὶ ἀσθενείη γίνεται . |
συνεργεῖν ὁ ἀήρ . καὶ πάλιν εἰ ὁ παρθένου ὡροσκοπούσης τετανόθριξ χαροπὸς λευκόχρως , δεήσει μηδένα τῶν Αἰθιόπων παρθένον ἔχειν | ||
, καλλίτριχος , εὐθύθριξ , καὶ ἀπότριχες οἱ ἄνηβοι . τετανόθριξ , οὐλοκάρηνος , καὶ οὐλότριχες παρ ' Ἡροδότῳ . |
ὑπερώην : ἢν δὲ φλέγμα συστῇ ἐς τὴν ὑπερώην , ἀποιδέει καὶ ἐμπυΐσκεται . Ὅταν οὕτως ἔχῃ , καίειν τὸ | ||
ἡ νειαίρη πυριφλεγέθης ἐστὶ , καὶ ἐς τὸ ἰσχίον ἐνίοτε ἀποιδέει , καὶ ὀδύνη ἴσχει τὴν νειαίρην γαστέρα καὶ τοὺς |
, φάκελος δὲ ὁ δεσμός : ἀφ ' οὗ καὶ φακιόλιον . φάκαι γὰρ παρὰ Ῥωμαίοις τὰ δεσμά . . | ||
. συδάριον . ῥάκος ἡμιτριβές . λινοῦν τι . ἢ φακιόλιον , κροσοὺς ἔχον ἀμφοτέρωθεν . . τύμβος ὁ τάφος |
γοργόμματος , στρογγυλοπρόσωπος , ὦτα ἔχων μικρά , χαροπός , νουνεχής , ἀλλοπρόσαλλος , ὀξυόρμητος , ἕτοιμος εἰς τὸ ἐξορμᾶν | ||
δὲ τὸν μασχαλισμὸν καὶ ἐν Ἠλέκτρᾳ . ἔμβαρός εἰμι : νουνεχής , φρόνιμος . Μένανδρος Φάσματι . ἦν τῶν Ἀθηναίων |
εἰς κύκλον ἐγγράφεσθαι λέγεται , ὅταν ἑκάστη γωνία τοῦ ἐγγραφομένου ἅπτηται τῆς τοῦ κύκλου περιφερείας . Σχῆμα δὲ εὐθύγραμμον περὶ | ||
τὰ δύο δεδομένα ᾖ , τὰ δὲ λοιπὰ πλὴν ἑνὸς ἅπτηται θέσει δεδομένης εὐθείας , καὶ τοῦθ ' ἅψεται θέσει |
φόνον ἀδίκως καὶ τοῦτον οἰκείας παιδός , τοῖς δὲ θεοῖς καταβαίνων ἤδη προσεύχομαι εὐτυχεστέραν μὲν τῆς ἀπελθούσης εἶναί μοι γονὴν | ||
ἐγὼ δὲ οὐ φαίνομαί σοι ἀξιοπιστότερος εἶναι ; Δύσκολος σκάλαν καταβαίνων σφαλεὶς κατέπεσε . τοῦ δὲ οἰκοκυροῦ εἰπόντος : Τίς |
καὶ ταχὺς μᾶλλον ἤπερ πυκνός . Βραδύς , ἀραιός , ὑπόσομφος , ἀνώμαλος , ἄτακτος : ἐπιτεινομένου δὲ τοῦ πάθους | ||
βαθεῖα καταφορὰ ᾖ , μέγας ἐστὶ καὶ ἀραιὸς καὶ οἷον ὑπόσομφος , τὴν ἐν τῇ πληγῇ σφοδρότητα οὐκ ἔχωνδοκεῖ μὲν |
εἰ τοῦτ ' ἐμπόδιόν σοι : Εἰς τὸ σιωπῆσαι . ἐζωσμένος ὡς γυνή . . κυάμους τρώγων : Ἢ δικάζων | ||
ἡμῖν ἐφόδιον σῶον : ὃ γὰρ ὁ Σάτυρος ἔτυχεν ἔχων ἐζωσμένος , ὅτε ἐναυαγήσαμεν , οὐκ ἀφῄρητο ὑπὸ τῶν λῃστῶν |
χροιῇ , τὰς ὅ γ ' ἀναπλώσας ὡσεί τέ τις ὠκύαλος νηῦς χρυσείου ταλάροιο περίσκεπε χείλεα ταρσοῖς . τοῖος ἔην | ||
βοήσας , ῥίμφα διώκοντες , τὰς δ ' οὐ λάθεν ὠκύαλος νηῦς ἐγγύθεν ὀρνυμένη , λιγυρὴν δ ' ἔντυνον ἀοιδήν |
: πλῦναι γὰρ χρὴ καὶ πλῦναι μέχρις ἂν τὸ πηλῶδες ἐξέλθῃ , κατὰ τὴν θείαν Μαρίαν . Πᾶσα γὰρ γῆ | ||
λέγει πρὸς τὰς λοιπὰς τὰς ἔσω , ἵνα τὸ ἡμιχόριον ἐξέλθῃ : μὴ νῦν μοι τὰν ἐκβακχεύουσαν : ἐπειδὴ μέλλουσιν |
φθεγγόμενα καὶ βοῶντα μέγιστον τὰ σιδήρια λέγεται , ἐάν τις ἅψηται : ὥστε τοῦτο μὲν ὑπὸ σοφίας ἔλαθες οὐδὲν εἰπών | ||
Α γωνίας λαβεῖν , παραφέρομεν τὸ ΘΚ κανόνιον ἕως ἂν ἅψηται τοῦ ἄκρου τοῦ μοιρογνωμονίου , καὶ τηροῦντες τὴν θέσιν |
τιάρα καὶ κίδαρις καὶ καυσία καὶ κυνῆ καὶ στεφάνη καὶ περικεφαλαία καὶ ἐπικρατὶς καὶ καμαλαύχιον καυμελαύκιον λέγεται . τὸ κεφαλοδέσμιον | ||
' ἀντίφρασιν οὕτως τὸ ἀσθενέστατον , οἷον εὔθλαστον . ἄφαλος περικεφαλαία μὴ ἔχουσα φάλους : τοὺς δὲ φάλους οἱ μὲν |
ἅμμα γίνεται κατὰ τὰ ἀπολήγοντα τοῦ βρέγματος . οὗτος ὁ ἐπίδεσμος ἀναγέγραπται ἐπὶ τῶν κυνικῶς σπωμένων καθ ' ἓν μέρος | ||
οὖν ἰσοπαχὲς ἦν ἕκαστον τῶν μορίων , ὁ πλατύτατος ἂν ἐπίδεσμος ἄριστος ὑπῆρχεν , ὅλον ὁμαλῶς τε καὶ συνεχῶς ἐκ |
τὸ δὲ ἀντὶ τοῦ γάρ . ὁπλίτης ] ἱστάμενος . ὁπλίτης ] ὁπλοφόρος . ὁπλίτης ] ἤγουν ὡπλισμένος . προσαμβάσεις | ||
τὸν ἐφ ' ἵππων ὁπλίτην : κορυστὴς γὰρ ἀπὸ μέρους ὁπλίτης καὶ μαχητής . κήξ ο . . , : |
καὶ διαφανὴς , καὶ ἐπιλαμβάνει τὴν πνοιὴν , καὶ ἢν φλεγμαίνῃ τὰ σιαγόνια ἔνθεν καὶ ἔνθεν , ἀποπνίγεται : ἢν | ||
ῥινῶν κολιάνδρου χυλόν , ἢ ὀπὸν χυλισθέντα . Ἐὰν ὀφθαλμὸς φλεγμαίνῃ , λιβανωτοῦ ἄῤῥενος , ἐν ἄλλῳ δέ , ἀρνείου |
γράμμαθ ' , ἑρμήνευε . σπαθᾶν τὸν ἱστὸν οὐκ ἔσται σπάθη . πουλυπόδειον , σηπιδάριον , κάραβον , ἀστακόν , | ||
δυναμένης ἐκ τοῦ τρήματος . μᾶλλον δ ' εὐθετεῖ ἡ σπάθη ἐπὶ τῆς ἔμπροσθεν διαφορᾶς . ταύτης καταρτιζομένης ὡσαύτως τοῦ |
ἔτι τύπτων τὸν Ἰάσονα λόγχῃ πληγεὶς ἀποθνῄσκει : ἕτερος δὲ ἀναβαίνων ἐφ ' ἵππον ἐγκαταληφθεὶς καὶ πολλὰ τραύματα λαβὼν ἀπέθανεν | ||
' ἄν τις αὐτὸ τοιοῦτον ὂν ἕλοι ἀπὸ τῆς ψυχῆς ἀναβαίνων : ἐνταῦθα γὰρ διαιρεῖν ῥᾴδιον , καὶ ῥᾷον ἄν |
οὐσίαν τοῦ πράγματος καὶ οὐκ ὀρθῶς : καὶ ὥσπερ ὁ στύλος κυρίως μὲν λέγεται στύλος παρὰ τὸ ἵστασθαι , ἐὰν | ||
τὸ ἵστασθαι , ἐὰν δὲ πέσῃ οὐκ ἔτι κυρίως καλεῖται στύλος ἀλλὰ πλάγιος στύλος , οὕτως καὶ ἡ εὐθεῖα ὀρθῶς |
μὲν καὶ κόσμῳ παραπλήσιον , μικρότερον δ ' ἐπίκειται , πυλίδας ἔχον καὶ θύρας ἀνεῳγυίας . τρίτον τε καὶ τέταρτον | ||
, περιβόλους : καὶ θριγκῶσαι τὸ ῥῆμα . ψαλίδας , πυλίδας , γεῖσα γεισώματα , γεισήποδας γεισηποδίσματα γεισηποδίζειν . στεγάζειν |
, ὥστ ' ἤδη δόξα νενίκηκεν , ὡς ὅστις ἂν ἐπιβῇ τῆς γῆς , γέγευται τῆς τέχνης καὶ ῥητορείας κεκοινώνηκεν | ||
ὁ πλοῦτος αὐτὸς ἀναφύεται : οὐδὲ γὰρ ἂν εἶχεν οἷ ἐπιβῇ ἡ φιλαργυρίη , οὐδ ' ἂν Ἀβδηρῖταί με νῦν |
ἄλλως τε καὶ ὅτ ' ἂν μὴ εἰς αὐτὸν ἄντικρυς ἀναφέρηται ὡς ἐπὶ τοῦ Ἀρχιδάμου τοῦ κρινομένου δώρων : ἐπειδὴ | ||
δὲ οὐ λεκτέον ἄστρου , ἐὰν δευτέραι ὥραι ἢ τρίτηι ἀναφέρηται ὑπὲρ γῆς , ἀλλὰ τότε μόνον , ὅτε ἅμα |
δ ' ὅτ ' ἀφ ' ὑψηλῆς κορυφῆς ὄρεος μεγάλοιο κινήσῃ πυκινὴν νεφέλην στεροπηγερέτα Ζεύς , ἔκ τ ' ἔφανεν | ||
ἐπαΐξας πατρὸς Διὸς ἐκ νεφελάων . ὡς δ ' ὅτε κινήσῃ Ζέφυρος βαθὺ λήϊον ἐλθὼν λάβρος ἐπαιγίζων , ἐπί τ |
οὐδ ' ἔχει λύσιν . Νῦν γὰρ ἐσχάτας ὅπερ ῥίζας ἐτέτατο φάος ἐν Οἰδίπου δόμοις , κατ ' αὖ νιν | ||
ἔξω ποιέεσθαι τὸ πρῶτον : καὶ ὁ ὑμὴν ἐξ ἐκείνου ἐτέτατο ἅπας περιέχων τὴν γονήν . Τοιαύτην μὲν ἐγὼ εἶδον |
με ἄπο θυμοῦ ποιήσαις ἀδικεῖς . ἢ ὦν παῦσον τὰν ἀπήνειαν τῶ παιδός , ἢ ἐγὼν τὸ ἀμυνοῦμαι . καὶ | ||
με ἄπο θυμοῦ ποιήσαις ἀδικεῖς . ἢ ὦν παῦσον τὰν ἀπήνειαν τῶ παιδός , ἢ ἐγὼν τὺ ἀμυνοῦμαι . καὶ |
λεπτὴ τοῦ ἐγκεφάλου ἁπτομένη , οὐκ ἔτι ἡ αὐτὴ ἐπὴν τρωθῇ . Φλέβες δὲ περαίνουσι μὲν ἐς τὴν κορυφὴν διὰ | ||
ἤν τέ τι ἐμπέσῃ αὐτέῳ , καὶ ἢν αὐτὸς καταπεσὼν τρωθῇ , καὶ ὁκωσοῦν τρωθεὶς κατ ' ἀντίον γενομένου τοῦ |
δὲ καὶ ἐνταῦθα ἡ λέξις αὕτη . . γράφεται καὶ ψαίρει . κυρίως δὲ ἡ λέξις ἐπὶ τῶν λαιφῶν τῶν | ||
ἵστατο ἀλλ ' εἰς ἀέρα ἐφέρετο , διὰ τοῦτο τὸ ψαίρει τὸν λευρὸν οἷμον τοῖς πτεροῖς εἶπεν . ἴσθι δ |
, ἐκπερι - σπασθεῖσα δὲ τὴν αφχψ καὶ ἐπικατασταθεῖσα τὴν αβγδ . ἡ δὲ τῶν ἀποκαταστάσεων διαφορὰ ὁμοία ταῖς ἐπὶ | ||
ἀσπίδα δὲ τὴν ἐπὶ λαιάν . Οἷον ἔστω σύνταγμα τὸ αβγδ , λοχαγῶν δ ' ἐν αὐτῷ ζυγὸν τὸ αβ |
, ὀδύνης ἐπιτεταμένης οὔσης , οὐ δύναται μέγα διασταλῆναι ὁ θώραξ , ἢ ὅτι ὑπόκειται φλεγμονὴ ἐν τῷ θώρακι καὶ | ||
κόραξ ὦ κόραξ , ὁ Φαίαξ ὦ Φαίαξ , ὁ θώραξ ὦ θώραξ , ὁ τέττιξ ὦ τέττιξ , ὁ |
εἰσὶ καὶ τὸ ἀναρριχᾶσθαι διὰ σχοινίου καὶ τὸ προτείναντα ἢ ἀνατείναντα τὼ χεῖρε πὺξ ἔχειν ἀτρεμίζειν τε μέχρι πλείστου καὶ | ||
ανατεῖναν τῆς περιφερείας τοῦ ὅπλου , ἐν τῷ κατασκοπεῖν ἐκεῖνον ἀνατείναντα καὶ ἀκοντίζοντα εὐθέως ἠκόντιζε κατ ' αὐτοῦ βουλόμενος , |
τοῖς κατὰ μέρος . Ἐπὶ τῶν τῆς γένυος διαφορῶν , ὑπτίου τοῦ πάσχοντος ἐσχηματισμένου , ἄν τε καθ ' ἓν | ||
! ! θεν ? : ! ιον Ἀϲτυάνακτοϲ [ ] ὑπτίου ? [ κατακειμένου [ ] , δοίδυκτακαιϲ [ ! |
ἐκ τῆς ἰδίας τάξεως εἰς ἑτέραν τάξιν , οἷον καρδία κραδία , δαρτά δρατά : καλεῖται δὲ τοῦτο καὶ ἐναλλαγὴ | ||
τραπός καὶ ἀτραπός καὶ κατὰ μετάθεσιν ἀταρπός , ὡς καρδία κραδία , ἐξ ἧς ὁδοῦ ἡ ὁδός , κατ ' |
πέλεκυς , τὰ δὲ ἐπὶ τῆς γαστρὸς ἐᾶν καθεύδειν ἅμα θλιβόμενος . καὶ πλειστάκις δὲ ἀποκείρασθαι καὶ τοὺς ὀδόντας λευκοὺς | ||
ἐν ἑσπερινῷ σκότει ] . ‖ ‖ Στενοχωρεῖται πᾶς ἔφρων θλιβόμενος ὑπὸ φιλαργυρίας καὶ φιλοδοξίας καὶ φιληδονίας καὶ τῶν ὁμοιοτρόπων |
ἄρχειν , κἂν εἰ βούλοιο λαβὼν τὴν μάστιγα τύπτειν , ἐῷεν ἄν . Πόθεν , ἦ δ ' ὅς , | ||
αὐτοῖς καὶ ἱερὰ τὰ παρὰ τῶν ἀνθρώπων ἠφανίζετο οὔτε ὅπως ἐῷεν ἀσελγαίνειν . μόγις δὴ ὁ Ζεὺς ἐννοήσας λέγει ὅτι |
Φιλώνδας , ᾧ συνέστησεν τὸν πατέρα τὸν ἐμόν , ἐπειδὰν ἀφίκηται ἄγων τὰ ξύλα , τὸ ναῦλον παρασχεῖν , εἰς | ||
ἄκρας ἐπιφανείας ἀνακάμπτει πάλιν , ἄχρις ἂν ἐπὶ τὸν αὐτὸν ἀφίκηται τόπον , ἀφ ' οὗ τὸ πρῶτον ὡρμήθη : |
θήκην τῶν λόφων . Γ τὴν θήκην τῶν λόφων . λοφεῖον ] τὴν θήκην τοῦ κράνους τοῦ τριλόφου . λεκάνιον | ||
, κομμώτριον , ξυρόν , κάτοπτρον , οὗ τὴν θήκην λοφεῖον καλοῦσι , ψαλίς , παρωπίς , προσωπίς καὶ ὡς |
τετυγμέναι : καὶ γὰρ καὶ ἡ εἰς τὸ κάτω τετυγμένη καταίτυξ καλεῖται . Ἀμάρα , τὸ ὑδραγώγιον τὸ ἐπὶ τοῦ | ||
τεύξω τεύξ καὶ τύξ : καὶ ἐν συνθέσει ἄντυξ καὶ καταίτυξ : ἐξ ἄντυγος ἡνία τείνας , οἱονεὶ ἐξάψας τὰς |
μᾶλλον τῆς περὶ τὸ κύτος κινήσεως ὁπότε τὴν τοῦ βαρυτέρου τύπτοι ἤχου προετικήν . Εἰς πᾶν γὰρ ὃ βαρὺς φθόγγος | ||
πρός τι : τὸ γὰρ ἆρα ᾗ μὴ ἔχει χειρὶ τύπτοι ἄν τις ; ἐρωτᾶν ἐστιν εἰ ποιήσειέ τι μετὰ |
' ἐπενόουν ὡς ἐν ἀδοκήτῳ , τὴν ναῦν κρούοντες ἐπὶ πρύμναν ἀντισπᾶν . τὸ δ ' αὐτὸ ποιούντων καὶ τῶν | ||
: θαυμάζω σε , ἐπὶ ἐπαίνου καὶ πολλάκις ἐπὶ ἐκπλήξεως πρύμναν κρουομένους : ἐπαναχωροῦντας . πρὶν : ἕως οὗ ἡ |
Ἰλίωι ἐπ ' ἀκροτάτωι τῶν κολωνῶν τειχίσαι , ὅτι νῦν Πέργαμος καλεῖται . Μητρόδωρος ἐν Τρωικοῖς . . . * | ||
τὰ Πιέρων , τῶν ἑνὶ Φάγρης ἐστὶ οὔνομα καὶ ἑτέρῳ Πέργαμος . Ταύτῃ μὲν δὴ παρ ' αὐτὰ τὰ τείχεα |
γενομένου δὲ τούτου , τῇ δεξιᾷ χειρὶ διακρατουμένης τῆς τοῦ σκόλοπος λαβῆς , ἡ ἀκμὴ καθίεται εἰς τὴν οὐρήθραν , | ||
καὶ τῶν ἑαυτοῦ παθῶν ἀντιληπτικός τέ ἐστι καὶ παραμυθητικός : σκόλοπος γὰρ αὐτῷ καταπαγέντος ἐπὶ τὴν ἄρσιν τούτου ὁρμᾷ τῇ |
τοῦ Διὸς ὁρῶντος αὐτήν . τὸ δωδεκατημόριον τῆς Σελήνης ὅταν ἐκπέσῃ εἰς τὸν ὡροσκόπον ἢ εἰς τὸ μεσουράνημα ἢ εἰς | ||
αἱ κοτύλαι . ὅταν οὖν διά τινα τῶν εἰρημένων αἰτίαν ἐκπέσῃ τῆς οἰκείας ἕδρας τὸ διηρθρωμένον ὀστοῦν , ἡ κατ |
: τῷ κύκλῳ ἑλκύσματι αὐτὰρ ὅ γε : ὁ δὲ κεράστης πλάγιος ἐπικυλίεται τῷ σώματι . * ὅγε : ὅτε | ||
: ζητεῖ καὶ βλέπει ζητεῖ : κυρίως ὁρᾷ ὄψεται οἷσι κεράστης : τὸ δὲ οἷσι ἀντὶ τοῦ ᾧτινι : ἀπὸ |
' ὃ δὲ τετρύπηται πρὸς ἔκκρισιν , ἀπὸ τῆς χρείας οὐρήθρα ὀνομάζεται : τὸ δὲ σκέπον τὸ ἄκρον ποσθή . | ||
ὥσπερ βάλανος τὸ τοῦ καυλοῦ ἄκρον : ἧς τὸ τρύπημα οὐρήθρα . πόσθη δὲ τὸ ἐπ ' αὐτῇ δέρμα , |
ὕπνωι παρειμένος τάχ ' ἐξ ἀναιδοῦς φάρυγος ὠθήσει κρέα . δαλὸς δ ' ἔσωθεν αὐλίων † ὠθεῖ † καπνὸν παρευτρέπισται | ||
ὥσπερ δαλόν , διαφέρειν δὲ ταύτηι , ἧι ὁ μὲν δαλὸς ἀνωφερὲς ἔχει τὸ πῦρ , ὁ δὲ αἰθὴρ κατωφερές |
εἰσὶν ἀρότρων , τὸ μὲν καλεῖται πηκτόν , τὸ δὲ αὐτόγυον : καὶ τὸ μὲν ἐκ συμβολῆς ξύλων ἔχον τὸ | ||
ἐν αὐτῷ φλεγῆναι τοὺς Γίγαντας τῷ κεραυνῷ Διῒ ἀνθισταμένους . αὐτόγυον δὲ δύο εἴδη εἰσὶν ἀρότρων , τὸ μὲν καλεῖται |
, οὐκ ἀμφίβολος μέν , καθὸ ἐπὶ τέλει συντεθεῖσα ἡ πλάγιος δεόντως πρὸς τὸ σημαινόμενον ἐκλίνετο , ἀλλήλοις ἔδωκαν , | ||
ἡ πόλις : βόστριχες : γοσταὶ αἱ κριθαί : δόγμος πλάγιος , λοξός : δόχμη δῶρον : κόχλος : κόπρος |
μεταξὺ τοῦ Πυθίου καὶ τοῦ Ὀλυμπίου . περὶ δὲ τοῦ Ἅρματος τοῦ Βοιωτιακοῦ οἱ μέν φασιν ἐκπεσόντος ἐκ τοῦ ἅρματος | ||
καὶ πονηρὸν ἴσως καλεῖς , ὅτι σοι τὴν δι ' Ἅρματος γράφω δέον θαυμάζειν ὅτι σοι γράφειν ἐτόλμησα . εἰ |
ἀδευκέα καπνὸν ἔχουσι . τόσσας μὲν νήσους ἐφέπει ῥόος Ὠκεανοῖο εὐρυτέρας : ἕτεραι δέ τ ' ἀπειρέσιαι γεγάασιν , αἱ | ||
ἐλέγομεν . εἰ δὲ μετὰ τὴν ἀνάπτυξιν , τῆς σύριγγος εὐρυτέρας καθεστώσης , ἀπαιωροῖτο τοῦ δέρματος , περιελοῦμεν τὰ ἀφεστῶτα |
' ἐλάτῃσι , καὶ οἱ ἀνατλῆναι καὶ ἀκαμπέα γούνατ ' ἐρεῖσαι ζῳόν τ ' ἐν φθιμένοισι μολεῖν ὑπὸ κεύθεα γαίης | ||
οὖν αὐτὸν εἰπεῖν τί ἔστι τὸ προκείμενον , ἵνα ἔχωμεν ἐρεῖσαι τὴν διάνοιαν κατὰ τίνος φέρει τὰ λεγόμενα : οὐ |
ἐστιν ἀνατολή , ὅταν ἔξω τῶν αὐγῶν τοῦ ἡλίου πρῶτον ἱστῆταί τι ἄστρον καὶ πρὸ αὐτοῦ ἀνατέλλον ὀφθῇ : ἑῴα | ||
ἐστιν ἀνατολή , ὅταν ἔξω τῶν αὐγῶν τοῦ ἡλίου πρῶτον ἱστῆταί τι ἄστρον καὶ πρὸ αὐτοῦ ἀνατέλλον ὀφθῇ : ἑῴα |
τὸ ὄργανον ᾧ διέρχεται τὸ πνεῦμα , καὶ πᾶν τὸ διατεταμένον εἰς εὐθύτητα σχῆμα αὐλὸν καλοῦμεν ὥσπερ τὸ στάδιον καὶ | ||
δόξα , μάζα , πίσσα , δίψα . Πᾶν τὸ διατεταμένον εἰς εὐθύτητα σχῆμα αὐλὸν καλοῦμεν , ὥσπερ τὸ στάδιον |
διελθεῖν , ἵνα μηδὲν τῶν ἀνηκόντων εἰς τὴν ὑποκειμένην ἱστορίαν ἀγνοῆται . Φρίξον τὸν Ἀθάμαντος μυθολογοῦσι διὰ τὰς ἀπὸ τῆς | ||
τοῦ θεοῦ : διὸ οὐδὲ ἐπιστρέφεται κἂν ὑπὸ πάντων ἀνθρώπων ἀγνοῆται . σεαυτοῦ μὴ κρατῶν ἄλλων μὴ θέλε κρατεῖν . |
ἡ λέξις , τὸ σαφῶς , τὸ καθαρῶς , τὸ πολλοστῶς , τὸ ποικίλως . οὗτος ὁ περὶ τῆς τῶν | ||
ἕπεται τούτῳ τὸ ποικίλως . διαφέρει δὲ τὸ ποικίλως τοῦ πολλοστῶς , τὸ τῶν ἰδεῶν τῆς λέξεως . ἔστι δ |
τοῦ λόγου πίστις : ἔνθα τραχύς ἐστι τῆς μήτρας ὁ χιτών , ἐκείνοις μόνοις συνδεῖται . ἔχει δ ' ὕλας | ||
τοὐντεῦθεν ἐπεκάλυπτε χλαῖνα τὰ κάτω τοῦ σώματος . λευκὸς ὁ χιτών : ἡ χλαῖνα πορφυρᾶ : τὸ δὲ σῶμα διὰ |
τοὺς ξὺν αὐτῷ ἀπεκτονώς , ὁπλίζων δὲ τοὺς Ἀρείους καὶ ξυνάγων εἰς Ἀρτακόανα πόλιν , ἵνα τὸ βασίλειον ἦν τῶν | ||
πᾶν δέ τ ' ἐπισκύνιον κάτω ἕλκεται . 〚 ἐπισκύνιον ξυνάγων : Ὅμηρος [ . Ρ , ] πᾶν δέ |
Πρυτανεῖον . θεσμοθέσιον , θόλος , καὶ ἡ τοῦ σίτου θήκη . Πρόχυσις . τὸ ἀποσπεῖσαι . Πρόπολος . νεωκόρος | ||
καὶ ἐρωτῶντος , τί σημεῖον ἔχει ἡ τοῦ πατρὸς αὐτοῦ θήκη , ἀπεκρίθη : Ἔβησσεν . Κυμαῖος πύκτην ἰδὼν πολλὰ |
πρώτη : διὸ καὶ αὕτη ἑτερότης ἐλέγετο , ὅτι ὁμοῦ ἐξέφυσαν κίνησις καὶ ἑτερότης : ἀόριστον δὲ καὶ ἡ κίνησις | ||
μὲν ἐξ αὐτῶν τῶν κεφαλῶν ἢ κονδύλων τῶν ὑπερκειμένων ὀστῶν ἐξέφυσαν , οἱ δὲ μικρὸν τούτων κατωτέρω , πλησίον δὲ |
αὐτὸν ἢ ἀποτεῖσαι . ἐὰν δ ' ἀργυρίου τιμηθῇ , δεδέσθω τέως ἂν ἐκτείσῃ . Ὅμοιός γ ' , οὐ | ||
μὲν τὰ ὀθόνιά νυν ἐπ ' ἀριστερὰ ἢ ἐπὶ δεξιὰ δεδέσθω Ὀθόνας τοὺς ἐπιδέσμους καλεῖ . “ ἐπ ' ἀριστερὰ |
, εἰλεόϲ , ἰϲχιάϲ , πυρετὸϲ τριταῖοϲ , ποδάγρα , ἀποπληξία , αἱμορροίδεϲ , ἀρθρῖτιϲ . ὅταν δέ τι μέλλῃ | ||
μὲν ἅμα τῶν νεύρων ἀπολεϲάντων αἴϲθηϲίν τε καὶ κίνηϲιν , ἀποπληξία τὸ πάθοϲ ὀνομάζεται : κατὰ θάτερον δὲ μέροϲ , |
δ ' ἁπλῶς διδάσκει , ὅτι τουτὶ μὲν ὀλιγωφε - λές ἐστι , πλείονας δ ' ἔχει τὰς ὀχλήσεις , | ||
δ ' ἁπλῶς διδάσκει , ὅτι τουτὶ μὲν ὀλιγωφε - λές ἐστι , πλείονας δ ' ἔχει τὰς ὀχλήσεις , |
δυοῖν δεούσῃσιν . Ἢν δέ τις ἀνακῶς θεραπεύῃ καὶ μὴ καταστῇ ἐν τουτέῳ τῷ χρόνῳ τὰ ἐν τῇσι κεφαλῇσι μεγάλα | ||
εἰς διοίκησιν , οὐδὲν ἐξαμαρτάνει , ὅταν δὲ εἰς ἀπορίαν καταστῇ , ἀναγκάζεται εἰσαγγελίας δέχεσθαι καὶ δημεύειν τὰ τῶν πολιτῶν |
, ἐς τοὺς πόδας τοῦτο ἀποσκώπτων . ἀλλ ' ὅταν ἀναμνησθῶ τοῦ γέροντος ἐκείνου Ἡρακλέους , πάντα ποιεῖν προάγομαι καὶ | ||
ἀπὸ τοῦ ” ἀντὶ πολλῶν , ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι ” ἀναμνησθῶ „ χρημάτων ὑμᾶς ἑλέσθαι νομίζω τὸ τῇ πόλει συμφέρον |
τίς ἐστιν . ὃς ἕλκει τὸ ἱμάτιον , ἵνα μὴ πονήσῃ τὴν ἀπὸ τοῦ αἴρειν λύπην , καὶ μιμούμενος τὸν | ||
πυρετοὶ τούτῳ τῷ τρόπῳ γίγνονται . ὅταν πλέον τοῦ καιροῦ πονήσῃ , ὑπερεξήρηνε τὴν σάρκα . κενωθεῖσα δὲ τοῦ ὑγροῦ |
ὅσσα ἠέρι συννήχονται . . . . . . καὶ πλατὺς ἀὴρ μηναῖός τε δρόμος καὶ ἀείπολος ἠελίοιο . τῶν | ||
ἐκπίπτων παντελῆ ποτε . Ἐν τῇ Ἐρυθρᾷ θαλάττῃ γίνεται ἰχθὺς πλατὺς τὸ σχῆμα κατὰ τὴν βούγλωττον , ὥς φασι . |
γῆς ὑπερθανὼν πύργων ἐπ ' ἄκρων στὰς μελάνδετον ξίφος λαιμῶν διῆκε , τῆιδε γῆι σωτηρίαν , λόχους ἔνειμεν ἑπτὰ καὶ | ||
ἔκοπτε τὰ δένδρα . καὶ τοῦτο μὲν στρατευσάμενος τὸ θέρος διῆκε καὶ τὸ Μακεδονικὸν στράτευμα καὶ τὸ τοῦ Δέρδα : |
πρὸς τὸ δάπεδον ψοφεῖ . εἴποις δ ' ἂν καὶ κροτεῖ καὶ ἠχεῖ καὶ κτυπεῖ . κυνήποδες ἔγκοιλοι , στερεοί | ||
ἐν τούτοις : προτάσσεται καὶ συμφώνων , ὡς τὸ [ κροτεῖ ἀριστᾷ ] : σημεῖον χρηματισμοῦ , ὅταν μόνον Πούβλιον |
τι κέρδος αἰσχύνην προσποριζόντων ἑαυτοῖς καὶ μὴ ἐπιστρεφομένων ταύτης . Κωφότερος τοῦ Τορωναίων λιμένος : λιμήν τις ἦν στενὰς ἔχων | ||
μοιχὸν εἰς μυχόν : ταύτης μέμνηται Καλλίας ἐν Ἀταλάντῃ . Κωφότερος τοῦ Τορωναίου λιμένος : λιμήν ἐστι περὶ Τορώνην τῆς |
πολιτείᾳ , εἶπεν : μήτε λίαν ἐγγύς , ἵνα μὴ κατακαῇ , μήτε πόῤῥω , ἵνα μὴ ῥιγοῖ . Ὁ | ||
τελευτήσει Μελέαγρος , ὅταν ὁ καιόμενος ἐπὶ τῆς ἐσχάρας δαλὸς κατακαῇ . τοῦτο ἀκούσασα τὸν δαλὸν ἀνείλετο Ἀλθαία καὶ κατέθετο |
προσαγορεύουσι καὶ μετροῦσι τὰ νάματα , καὶ πανήγυρις αὐτοῖς ὁ πῆχυς γίνεται . . . Δεινὸς χρηματιστὴς ἐκ τῆς κατὰ | ||
γενικῆς στάχυος , βότρυος , κέγχρυος πλὴν τῶν δύο τούτων πῆχυς πήχεως , καὶ πέλεκυς πελέκεως . ταῦτα γὰρ μόνα |
, οὐδὲ δόκωσις παρὰ τάς πως διακειμένας δοκούς , οὐδὲ πυγμὴ παρὰ τήν πως ἐσχηματισμένην χεῖρα , οὕτως εἰ οὐδὲν | ||
ἀτελοῦς πυγμῆς συγκείμενος . καὶ δήλη μὲν ἡ πάλη , πυγμὴ δὲ τὸ πρὶν ἐσκευάζετο οὕτως . εἰς στρόφιον ὅ |
: τὸ δὲ στῆθος ἔξω προεωθεῖτο καὶ τὸ νῶτον εἰς τοὔπισθεν ἀντεσπᾶτο ὥσπερ ἱστίον ἐξ ἀνέμου κεκυρτωκός . ἠρέμει δὲ | ||
, ἕλκει δὲ κώπην ὥστε ναυβάτης ἀνήρ , ἱμᾶσιν ἐς τοὔπισθεν ἀρτήσας δέμας : αἱ δ ' ἐνδακοῦσαι στόμια πυριγενῆ |
, πολλοὶ δὲ διωκόμενοι κατὰ πύργων ἤριπον εἰς Ἀίδαο πανύστατον ἅλμα θορόντες . παῦροι δὲ στεινῆς διὰ κοιλάδος , οἷάτε | ||
πέντε δὲ ἀγωνίσματα , ἃ αὖθις εἰς πένταθλον συνεμίχθη , ἅλμα , δίσκος , ἀκόντιον , δρόμος , πάλη . |
βραχυτέρη ἐοῦσα , καὶ καμπυλωτέρη , καὶ ἰθυτέρη , καὶ κυκλοτερής : καὶ πολλαὶ ἄλλαι ἰδέαι τοῦ τοιουτέου τρόπου , | ||
ἀσπίδος περιφέρειαν . ἅλωα : ἀπὸ τοῦ ἅλωνος , ἐπεὶ κυκλοτερής ἐστιν , ὥσπερ καὶ οἱ περὶ τὸν ἥλιον καὶ |
: εἰ δέ τι παράδοξον γένοιτο καὶ πολλὴν οὕτως ἡλικίαν διέλθοι , αὕτη σοι τοῦ μέλλοντος ἡ φροντὶς πικροτάτη γενήσεται | ||
βολὴν κατὰ τοῦ στόματος ἀκοντίσας εἴ που καὶ ὑπεισέλθοι ἢ διέλθοι αὐτοῦ τὸ στόμα τὸ δόρυ : ἄλλως : εἰ |
ξὺν ἱδρῶτι , περὶ θάνατον . Κρίτωνι ἐν Θάσῳ , ποδὸς ὀδύνη ἤρξατο ἰσχυρὴ ἀπὸ δακτύλου τοῦ μεγάλου ὀρθοστάδην περιιόντι | ||
, μῆκος ποδῶν ιϚ , πάχος δακτύλων ιβ , πλάτος ποδὸς καὶ τετάρτου . Τὰ ξύλα ταῦτα περιστομίσι καὶ χελωνίοις |
ἀλλὰ νῦνὁρᾷς ; ἐπειδὴ ἐναντίον ἐμοῦ κατείρηκέ σου , κοινῇ βουλευώμεθα ἐγώ τε καὶ σὺ ἐς τίνος ἂν αὐτὸν πέμποιμεν | ||
γένοιτο τύραννος ; Ναὶ μὰ Δία , ὦ Σώκρατες , βουλευώμεθα δῆτα , ὡς δοκεῖ γέ μοι βουλῆς δεῖν περὶ |
δι ' ὀπῆς κἀπὶ τέγους . καὶ ἀπὸ μὲν τῶν μοχλῶν τὸ μόχλωσον τὴν θύραν ἐν Λημνίαις Ἀριστοφάνους , ἀπὸ | ||
δρᾶσαι δὲ ἦν οὐδὲν ἕτερον πλὴν τοῦ μηδένα τῶν ἔνδον μοχλῶν ἐᾶν ἅπτεσθαι . φανείσης δὲ ἡμέρας ἀνασπάσαντες τὰς θύρας |
ἐκ πληγῆς τινος ὁ ὀφθαλμὸς ῥῆξιν ὑπομείνῃ φλεβίου μικροῦ καὶ ἐκχυθῇ αἷμα καὶ γένηται ἐρυθρὸν τὸ λευκὸν , οὐχ ὅλον | ||
ῥαγῇ , κίνδυνοϲ μὲν πνίξιοϲ , ἢν πολλὸν καὶ ἁθρόον ἐκχυθῇ πῦον : ἢν δ ' ὦν ἐκρέῃ ϲχέδην , |
μηδένα λῦσαι τῶν κειμένων . Ὀμοσάντων δ ' , ἐπεὶ χρηστηριαζόμενος ἤκουσε παρὰ τοῦ θεοῦ , ὡς εὐδαίμων ἡ πόλις | ||
, ὃς περὶ τῆς ἀρχῆς , εἰ πολυχρόνιος ἔσται , χρηστηριαζόμενος , ἀνεῖλεν ὁ Ἀπόλλων χρησμὸν τοιοῦτον αὐτῷ ἀλλ ' |
εἰσιν . οὐθὲν γὰρ τούτων ἀντιμαρτυρεῖται ταῖς αἰσθήσεσιν , ἂν βλέπῃ τις τίνα τρόπον τὰς ἐναργείας , τίνα καὶ τὰς | ||
ἐστι νῆστις . εἰς τοὺς καλοὺς δ ' ἄν τις βλέπῃ , καινὸς θεατροποιός : ὑφείλετ ' ἄρνα ποιμένος παίζων |
στόμα πικρὸν , καὶ τὰ σπλάγχνα οἱ δοκέει κρεμᾶσθαι , σκοτοδινίη , δυσθυμίη , δυσεργίη : ταῦτα δὲ πάντα , | ||
Ὅταν δὲ ὑπερεμέσωσιν ὑπὸ τῶν αὐτῶν , ἴσχει ὀδύνη καὶ σκοτοδινίη καὶ βάρος τὴν κεφαλήν : ὀδύνη μὲν ὑπὸ τῆς |
Καὶ πότε Ἀθηναίοις ἀθανασίαν ὁ Ζεὺς ὑπέσχετο ; ἐὰν γὰρ ἀπέλθῃ ὁ λοιμός , Ἀλκιβιάδης ἐπὶ Σικελίαν οὐκ ἄγει ; | ||
μετ ' αὐτῆς γε ἡ ἀφροσύνη , καὶ οὐ μὴ ἀπέλθῃ ἀπ ' αὐτῶν οὔθ ' ἡ δόξα οὔθ ' |
τὸ κοῖλον τοῦ ποδὸς καὶ τῆς πτέρνης καὶ ἐγκύκλιον κατὰ σφυροῦ , ἵνα ἁρμόσῃ ἐφ ' ὧν σφυρὸν σὺν πτέρνῃ | ||
, εἰ μή τι κωλύει : βέλτιον δ ' ἀπὸ σφυροῦ ποιεῖσθαι τὴν ἀφαίρεσιν . διαστήσαντες δ ' ὅσον ἑπτὰ |
τῶν ἀπὸ προθέσεων ἀρχομένων , οἷον ἀναγινώσκω ἀνεγίνωσκον , καὶ ἀνέρχομαι ἀνηρχόμην : ἐπὶ τούτων γὰρ ἡ ἀρχὴ τοῦ ἐνεστῶτος | ||
οὐκέτι μοι μέλει . εἰς δὲ τὸν αἰθέρα αὐτὸν αὐτὸς ἀνέρχομαι καὶ τὸν πῆχυν παρὰ Πυθαγόρου λαβὼν μετρεῖν ἄρχομαι τὸ |
μὲν τῆς κεφαλῆς ὄπισθεν καθίενται , τὰς δὲ ἐκ τοῦ πώγωνος ἔμπροσθεν : ἔπειτα περιπυκασάμενοι τὰς τρίχας περὶ πᾶν τὸ | ||
τὸ μὲν ἀπὸ τοῦ πολέμου , τὸ δὲ ἀπὸ τοῦ πώγωνος . . . Θ . . σαρκασμοπιτυοκάμπται : Ὡς |
κύριον ἢ προσηγορικὸν ἢ ὑποκοριστικὸν προπαροξύνεται : Περγάντιον Αἰάντιον Βυζάντιον ἀρτοπώλιον πλοιάριον . Τὰ διὰ τοῦ ΑΙΟΝ μονογενῆ τρισύλλαβα προπαροξύνεται | ||
: δεῖ γὰρ κατόπιν τούτων ᾄδοντας ἕπεσθαι . ἥκω Θεαρίωνος ἀρτοπώλιον λιπών , ἵν ' ἐστι κριβάνων ἑδώλια . ἀλλ |
μᾶλλον ἁρμόζει : καὶ λαβόμενος τῆς χειρὸς Γλαβρίωνος εἷλκεν αὐτὸν καθίζεσθαι κελεύων ἐπὶ τοῦ βασιλείου θρόνου . ἦν δὲ ἐκεῖνος | ||
ταχὺ ἐπείθοντο . ἐπεὶ δὲ παρεγένοντο , πρῶτον μὲν ἐκέλευε καθίζεσθαι αὐτῶν ὅσοις ἐστὶ πλέον ἢ δυοῖν μηνοῖν ἐν τῇ |
καμφθέντα , ὀγκωθέντα , ἐπικαμφθέντα . Κυρτοῦνται : κάμπτονται . κυρτοῦται : ἐξογκοῦται . λύθρον : αἷμα , τὸ σεσημμένον | ||
: κολποῦται γὰρ ἡ παραλία , πλησιάζουσα δὲ τῇ Χαλκίδι κυρτοῦται πάλιν πρὸς τὴν ἤπειρον . Οὐ μόνον δὲ Μάκρις |
ζωῆς γὰρ καὶ πνεύματος ὁ ὡροσκόπος δοτὴρ καθέστηκεν , ὅθεν οἴαξ καλεῖται . σημαίνει δὲ τὴν τῆς νεότητος ἡλικίαν , | ||
ἐναντίον : γενέσθω : ἕρπε νῦν οἴαξ ποδός μοι : οἴαξ καλεῖται τὸ πηδάλιον . σὺ χειραγώγει με , φησὶ |
ἐπιφανείας τὴν ὄπισθεν : ὁ δὲ Κρητικὸς καὶ Περσικὸς καὶ χόριος , οὗτος δὲ τὸν αὐτὸν ἐπέχει τόπον τῆς φάλαγγος | ||
ὁ μὲν Μακεδών , ὁ δὲ Λάκων , ὁ δὲ χόριος , ὁ δ ' αὐτὸς Κρητικὸς καὶ Περσικός . |
κατάγομαι παρὰ σοί . Ποῖ δέ , ἔφη , καὶ κατάγῃ ; Παρὰ Ἱππάρχῳ . Τῷ φιλαργύρῳ ; ἔφη . | ||
καμίνοις . Ὁππότε δ ' ἂν σκοπιὴν ὡροσκόπον ὠδίνεσσιν Ἑρμείας κατάγῃ , τῷ δ ' ᾖ Κυθέρη ἐπίφοιτος , δὴ |
⌊ τ ' ⌋ εὐκάματον ” παρ ' Εὐριπίδη . εὐοχθέων : εὐεκτῶν καὶ εὐθηνούμενος : καλοὺς σωροὺς τῶν καρπῶν | ||
καρπῶν εὐπορίαν ἀφθόνων ἐκ τῆς ἐπιμελείας γεγονότων . τὸ δὲ εὐοχθέων σημαίνει οὐχὶ ἀχθόμενος , ἀλλ ' εὖ ἔχων , |
δὲ ἐσθῆτι μὲν ὑπὲρ γόνυ , κρηπῖδα δὲ τοῖν ποδοῖν ἐνῆπται καὶ αἱ χεῖρες ἐς ὦμον γυμναὶ διὰ τὸ ἐνεργοὺς | ||
σε τοῦ ἑταίρου . ὥπλισται δὲ ἢ τί ; Χλαμύδα ἐνῆπται , ξένε , τὸν Θετταλικὸν τρόπον , ὥσπερ τὸ |
πολεμίων μὲν πολιορκούντων τάς τε πύλας ἔκλειον καὶ τὰ ἔμβολα καθίεσαν : εἰρήνης δὲ οὔσης διὰ τὸ τὰς πύλας οὔσας | ||
ἐκ μετεώρου ἔχειν ἀμύνασθαι . Ποιήσαντες δὲ ταῦτα ἐκ μετεώρου καθίεσαν ἀρτῶντες κύκλῳ ἐφεστρίδας τε καὶ νάκη , ὡς ἂν |
, κολυμβᾶν Ἕλληνες . νῶτα καὶ τὸν νῶτον Ἀττικοί , νῶτος καὶ τοὺς νώτους Ἕλληνες . νέατον Ἀττικοί , ἔσχατον | ||
: Κνωτός : Ὦτος ὄνομα κύριον καὶ τὸ ὄρνεον : νῶτος ἐπὶ τῆς ψόας , ἐπὶ γὰρ τοῦ ἀνεμοῦ διὰ |