μικρὰ ξύλα τὰ ὡσανεὶ ἧλοι πεπηγμένα ἐν τῷ ἄξονι : θραύων δὲ σάρκας : ἀντὶ τοῦ θραυόμενος . συντριβόμενος τὴν
ὁ ῥήτωρ ἐκ προοιμίων καταστέλλει τὴν διαβολὴν διὰ τῆς εὐχῆς θραύων τὸ πάθος καὶ ἐκβάλλειν ἐπειγόμενος : οὐκοῦν ὁ μὲν
6223190 σχοινιοις
μέρεσι ἀπὸ μεταφορᾶς τῶν ποδήρεις ἐχόντων χιτῶνας . ποδωτοῖς * σχοινίοις * . Θρῇσσαι δὲ αἱ Θρᾳκικαὶ γυναῖκες ἀπὸ τοῦ
: προθυμουμένη λαβεῖν . Θείνουσι : τύπτουσιν . Βροχίδεσσιν : σχοινίοις . μεθέπουσιν : σύρουσιν , Ὡς δ ' ὅτε
5997772 κυμασι
: σὲ δὲ καὶ Νηρηΐδων ἁλιπορφύρων χοροὶ ἄκροις ἐπισκιρτῶντες τοῖς κύμασι κύκλῳ περὶ πᾶσαν χορεύουσι : σὸς ἐραστὴς οὐ ποταμός
: συστροφαῖς . παλιῤῥοίαις : ταῖς ὑποστροφαῖς τῶν κυμάτων , κύμασι , ταῖς εἰς τοὐπίσω ῥεύσεσιν , ἢ ταῖς ἀναστροφαῖς
5908453 χαρεισαι
ιβʹ , ὧν τελευταῖος ἐπακούσατε δεξάμεναι θυσίαν καὶ τοῖς ἱεροῖσι χαρεῖσαι . καλεῖται δὲ τὸ μέτρον τοῦτο ἀριστοφάνειον , ὡς
ἱεροῖσι / ] ] θύμασι . φανεῖσαι ] παραγενόμεναι . χαρεῖσαι ] εὐφρανθεῖσαι . τελευταῖος τῶν ἀναπαίστων . ⸎ .
5873154 πελαγεσι
ἡ ἐχενηῒς ἑταίρη καὶ φίλη , ἢ καὶ αὐτὴ ἐν πελάγεσι διατρίβει . Ἣ δή τοι : ἥτις , παρέλκει
βορβόροις παρὰ τὸ κτεῖναι ἅμα . τενάγεσσι : πλατείαις βαθέσι πελάγεσι παρὰ τὸ τείνειν ἔξω τὸ ἄγος ἢ τὸ μίασμα
5872748 πεισμασι
ἢ ἀφριζομένης , δηλαδὴ τῇ κωπηλασίᾳ , πίσυνοι καὶ θαρροῦντες πείσμασι λεπτοδόμοις : τοῖς λεπτῶς κατεσκευασμένοις ἤτοι ταῖς ναυσί .
κωπηλασίᾳ , ἢ τῷ βιαίῳ ἀνέμῳ : πίσυνοι καὶ θαρροῦντες πείσμασι λεπτοδόμοις , ἤτοι ταῖς ναυσὶ ταῖς λεπτοκατασκεύοις . πλὴν
5828308 συνετριψαν
συντρίβω , ἀφ ' οὗ τὸ κατέαξαν , ἀντὶ τοῦ συνέτριψαν . . ποιήσει : Καταστήσει . . ὄντως :
ἐλαύνοντες , συντρίβοντες . Κρᾶτα : κεφαλήν . συνηλλοίησαν : συνέτριψαν , συνέθλασαν . ὄλλυται : φθείρεται . πότμῳ :
5811458 φρυκτωρια
εἰ δ ' ἐς δόλον τιν ' ἥδ ' ἄγει φρυκτωρία , μαθόντες ἐχθρῶν μηχανὰς κατασκόπου βουλευσόμεσθα : τήνδ '
ἐστίν . στρατιωτικὰ δὲ καὶ τὸ πυρσεῦσαι , φρυκτωρῆσαι , φρυκτωρία . καὶ αἱ φυλακαί , καὶ προφυλακαί , καὶ
5810125 καταπελταις
καὶ ὅταν Ἀθήνας πολιορκῇ , μυρίαις πανοπλίαις καὶ τοῖς ἴσοις καταπέλταις καὶ πᾶσι τοῖς ἄλλοις βέλεσιν εἰς τὸν πόλεμον ἱκανοῖς
γὰρ αὐτοῖς οἱ ἀπὸ τῶν τειχῶν συναγωνιζόμενοι καὶ τοῖς ὀξυβελέσι καταπέλταις οὓς μὲν ἀπέκτεινον τῶν πολεμίων , οὓς δὲ κατετίτρωσκον
5787302 ὁρμοις
τοῖς δικαίοις κοσμήμασι , λέγω δὴ οὐκ ἐσθῆτι ἁλουργεῖ καὶ ὅρμοις , ἀλλ ' οἷς προεῖπον ἐκείνοις , ἀρετῇ καὶ
καὶ Ἡνιόχων καὶ Ἀραξῶν . Ὃν παραμειβόμενοι , μυχάτοις ἐπεπλείομεν ὅρμοις Οὔρων , Χιδναίων τε , Χαρανδαίων , Σολύμων τε
5773641 σκαφεσι
τὰς δαπάνας . ἔπειθ ' ἡμεῖς μὲν κατὰ θάλατταν πολεμοῦντες σκάφεσι πολιτικοῖς μᾶλλον κινδυνεύομεν , ὑμεῖς δὲ πολίτας ἔχετε τοὺς
καὶ τούτων ἑκάστη πόλιν ἔχει καὶ λιμένας δυναμένους τοῖς χειμαζομένοις σκάφεσι παρέχεσθαι τὴν ἀσφάλειαν . καὶ πρώτη μέν ἐστιν ἡ
5734383 στεμμασιν
με σφάξαι θέληις . τίς ἡδονή σοι θεοῦ θανεῖν ἐν στέμμασιν ; λυπήσομέν τιν ' ὧν λελυπήμεσθ ' ὕπο .
κανοῦν τὴν μάχαιραν φέρειν κατακρύπτοντες αὐτὴν ταῖς ὀλαῖς καὶ τοῖς στέμμασιν . καὶ ἐν εἰσθέσει τοῦ χοροῦ ἓξ κῶλα :
5717863 πεπλοις
. πᾶσα μὲν ἐσφήκωτο καλυψαμένη [ ] χρόα [ ] πέπλοις [ ] , ποιμενίῳ ζωστῆρι περίπλοκος : ἐκ δὲ
ἄλλην ὀμπνίαν κειμηλίων , σὺν τῷ γεραιῷ πατρὶ πρεσβειώσεται , πέπλοις περισχών , ἦμος αἰχμηταὶ κύνες , τὰ πάντα πάτρας
5705667 τειχεσι
μιμοῦ τὸν Σπαρτιάτην Λυκοῦργον . ὃν γὰρ τρόπον οὗτος οὐ τείχεσι τὴν πόλιν ἔφραξεν , ἀλλ ' ἀρετῇ τοὺς ἐνοικοῦντας
τὴν στρατιὰν τὴν πεζὴν αὐτὸς μὲν τοῖς ἐν τῷ Πλημμυρίῳ τείχεσι κατὰ γῆν ἔμελλε προσβαλεῖν , αἱ δὲ τριήρεις τῶν
5692415 ἐπηχουν
' Ἑκάτη τῶν βασιλείων πρόδομος μελάθρων . τὸν δὲ χαλκὸν ἐπήχουν ἐν ταῖς ἐκλείψεσι τῆς σελήνης καὶ ἐπὶ τοῖς κατοιχομένοις
ἠκόντιζον τῶν ἐν ταῖς ἐπάλξεσι φαινομένων , καὶ τὰ τόξα ἐπήχουν θαμὰ τῶν βελῶν ἀναπεμπομένων σφενδόναι τε ἐφέροντο μετάρσιοι καὶ
5690641 βελεσι
' ἐπὶ τῶν τειχῶν ἑστῶτες τὸ μὲν πρῶτον ὤκνουν τοῖς βέλεσι χρήσασθαι , προκειμένων αὐτοῖς σκοπῶν πολιτικῶν ἀνδρῶν , ὧν
τε καὶ φρουρ - άρχαις καὶ σίτῳ καὶ ὅπλοις καὶ βέλεσι καὶ πᾶσι τοῖς ἀναγκαίοις . ἔνια δὲ τῶν φρουρίων
5645527 εἰσελθοντων
ἀστεφάνωτος ἐκ τῆς Ὀλυμπίας ἀπῄει , ἀλλ ' ὅτι τῶν εἰσελθόντων πρὸς αὐτὸν ἄριστ ' ἐμάχετο , ἐστεφανοῦτο καὶ νικῶν
κελεύσαντος Τείσιδος καὶ τῶν οἰκείων ἔφασκε . συμβουλευόντων δὲ τῶν εἰσελθόντων ὡς τάχιστα λῦσαι καὶ τὰ γεγενημένα δεινὰ νομιζόντων εἶναι
5637715 ὀπαδοις
κέντρωι δῆθεν ὡς θείνων , χερί . διπλοῦς δ ' ὀπαδοῖς ἦν γέλως φόβος θ ' ὁμοῦ , καί τις
ἵνα στόμασι καὶ ὄνυξι μερισώμεθα τὸν κατάρατον . Πείθεται ταῖς ὀπαδοῖς ὁ Διόνυσος , κάμπτεται τοῖς αὐτῶν ὀδυρμοῖς καὶ δάκρυσι
5621046 λαφυροις
Ὁμήρου πολὺ ἂν ἀραρώτερον ἐπὶ τῶν φίλων λέγειν ἢ τοῖς λαφύροις , ὅτι τοῖς φρονίμοις ὄντως ὀλίγον τὸ φίλον .
νενικηκὼς τοὺς πολεμίους τοσαυτάκις ἀνήχθη , πολλαῖς μὲν ἀσπίσι καὶ λαφύροις κύκλῳ κεκοσμημένων τῶν Ἀττικῶν τριήρων , πολλὰς δ '
5617986 ξυστοις
ἀγκύραις καὶ κλίμαξιν ἐπιβαίνειν ἐπειρῶντο τῶν νεῶν , οἱ δὲ ξυστοῖς καὶ παλτοῖς καὶ δόρασι μακροῖς κατηκόντιζον τοὺς προμαχομένους ,
μετὰ δὲ τοῦτο οἱ μὲν αὐτῶν δόρασι καὶ ἀκοντίοις καὶ ξυστοῖς τοὺς ἐπιόντας ἠκόντιζον , οἱ δὲ λίθοις ἔβαλλον ἄνωθεν
5607523 μελουσι
ἔμολεν ἔμολε δάκρυα δάκρυσί μοι φέρων : Ἰλίου κατασκαφαὶ πυρὶ μέλουσι δαΐωι δι ' ἐμὲ τὰν πολυκτόνον , δι '
ἔσεσθε δὴ κάτω . τί ταῦτ ' ὀδύρηι κἀπὶ τοῖς μέλουσι νῶιν κακοῖς σὲ λυπεῖς , ἥτις εἶ ποτ '
5599371 πυργωματων
. πυλωμάτων ] τῶν πυλῶν . πυλωμάτων ] ἤτοι τῶν πυργωμάτων . μάλ ' εὐγενῆ τε καὶ τὸν Αἰσχύνης καλῶς
τὴν ἴλην ἔχειν . . ἐπάλξεις ] τείχη . πύλας πυργωμάτων ] ἐν γὰρ πύργοις αἱ πύλαι . . σοῦσθε
5598308 συστασεσιν
πολλάκις ἤδη , δεικνύντι τὰ πλεῖστα τῶν σωμάτων ἀνομοιομερῆ ταῖς συστάσεσιν ὑπάρχοντα . Ἔτι δὲ κἀκ τῶν χρωμάτων ἔστι στοχάσασθαί
ὑφαιρεῖταί τι τῇ φαντασίᾳ τῆς λεπτότητος , τὰ ταῖς λεπταῖς συστάσεσιν ἐπιμιγνύμενα χρώματα , ὥσπερ δῆτα τὸ πολὺ τοῦ χρώματος
5588898 ὑποδημασιν
καὶ Ἄγνων χρυσοῦς ἥλους ἐν ταῖς κρηπῖσι [ καὶ τοῖς ὑποδήμασιν ] ἐφόρει . Κλεῖτος δ ' ὁ Λευκὸς καλούμενος
τῷ πλήθει τῶν χιτωνίσκων , οὐ τοῖς ἀμφιέσμασιν , οὐχ ὑποδήμασιν , οὐ κατασκευῇ τριχῶν , οὐκ ὀδμῇ : καὶ
5584899 οὐτιδανοις
γὰρ ὁ πλοῦς τὰ ἐπιτήδεια κομίζει : προσέθηκεν ἐπίτηδες τὸ οὐτιδανοῖς , οἷον ἀχρείοις . τροπικῶς δὲ ῥόθια εἶπε τὰ
τοῦ πολέμου ῥεύμασιν . . ἀκριτόφυρτος ] ἀδιαίρετος . . οὐτιδανοῖς ἐν ῥοθίοισι ] ἀχρείοις , ἤτοι ἀνευφράντοις , οὔτι
5584859 χαλκειοις
ἕλκος ἔτειρεν . κῶμα : θάνατος . χαλκείῃσι : τοῖς χαλκείοις σκαφίοις ἐλάχαινον , ὅ ἐστιν ἔσκαπτον . ἡ δὲ
καὶ ξηράν , καθάπερ ἔστιν ἰδεῖν ἐπὶ τῶν ἐν τοῖς χαλκείοις γεννωμένων ἐκ τοῦ ἑψομένου ἰλυώδους ὕδατος πώρων . τὰ
5576237 ναυτικοις
πόλεως , καὶ κατασκευάζονται πρὸς αὐτῷ κώμην βραχεῖαν , δυσὶ ναυτικοῖς πληρώμασιν ἐν οἷς ἀπανέστησαν τῆς Ἑλλάδος ἀποχρῶσαν , ἣν
, καὶ δὴ καὶ τοῖς πλοίοις τε αὐτοῖς καὶ τοῖς ναυτικοῖς ὀργάνοις εἰς τὴν τῶν πλοίων χρείαν καὶ περὶ τοὺς
5561115 σαγηναις
' ὁπότε φράσσωνται ἐπί σφισι πεπτηυίας ἰχθυβόλοι , κοίλῃσι περιπτύσσουσι σαγήναις ἀσπασίως , πολλὴν δὲ ποτὶ ῥηγμῖνας ἄγουσιν ἄγρην νόσφι
τὰ γῆς ἐποπτεύει . κυνηγέτας γὰρ ἄνδρας εἶδεν ἐξαίφνης ὁμοῦ σαγήναις καὶ σκύλαξιν εὐρίνοις , ἰδὼν δ ' ἔφευγε ,
5553494 γναθοις
πάτταλον , καὶ τὸ χρῶμα ξυλοειδές , πρὸς δὲ ταῖς γνάθοις ἀπὸ τοῦ στόματος ἀρξαμένην ἀντὶ πώγωνος μακρὰν σάρκα καὶ
; πώλους ἀπάξω κοιράνωι Τιρυνθίωι . οὐκ εὐμαρὲς χαλινὸν ἐμβαλεῖν γνάθοις . εἰ μή γε πῦρ πνέουσι μυκτήρων ἄπο .
5547365 μετωποις
κεράεσσι . κάρτος δ ' αὖτ ' ὀΐεσσιν ἐν ἀργαλέοισι μετώποις : πολλάκι δ ' ὁρμηθέντες ἐνὶ ξυλόχοισιν ἔθηκαν καὶ
] λῶιστον ὤσπερ τελεῦμεν ἐγ χοροῖς Διωνύσου . κοἰ μὲν μετώποις ἐς [ ] κόνιν κολυμβῶντες [ ἔκοπτον ἀρνευτῆρες ?
5547137 πλεουσι
τοῦ κέρδους , Εὐλιμένη διὰ τὸ χρείαν λιμένων εἶναι τοῖς πλέουσι , Δωτὼ διὰ τὰς δωτίνας καὶ ἀντικαταλλάξεις , Κυμοθόη
ὅπλων ἐπιστάτης : τάξις δὲ τάξιν παρεκάλει νεὼς μακρᾶς , πλέουσι δ ' ὡς ἕκαστος ἦν τεταγμένος . καὶ πάννυχοι
5541899 Ἐπιδαμνιοις
ταύταις Ἐπίδαμνον ἐς φιλίαν ὑπηγάγοντο , καὶ τοῖς Ἰσσίοις καὶ Ἐπιδαμνίοις πολιορκουμένοις ὑπὸ Ἰλλυριῶν ἐς ἐπικουρίαν ἔπλεον . Ἰλλυριοὶ μὲν
Ἅμα δὲ τούτοις πραττομένοις Κορκυραῖοι μὲν βοηθήσαντες Ἀπολλωνιάταις καὶ τοῖς Ἐπιδαμνίοις τοὺς μὲν στρατιώτας Κασάνδρου ὑποσπόνδους ἀφῆκαν , τῶν δὲ
5536271 χηραμα
: ἔχει * ἐειδόμενος : ὁμοιούμενος * ἵνα : ὅπου χηραμά : τὰς καταδύσεις . * χηραμά : ὅπου ποιήσῃ
* ἵνα : ὅπου χηραμά : τὰς καταδύσεις . * χηραμά : ὅπου ποιήσῃ αὑτῷ φωλεούς φωλεούς τὰς καταδύσεις ἢ
5515814 ἀποκαταστησας
τῷ δὲ πολιτικῷ πλήθει συνεπιλαβόμενος τῆς οἰκοδομίας καὶ τὴν ἐλευθερίαν ἀποκαταστήσας τιμῶν ἰσοθέων ἔτυχε παρὰ τοῖς εὖ παθοῦσι : Δημητριάδα
δυσὶ νικήσας μάχαις καὶ συλλαβὼν ἐκρέμασεν , Εὐμένει τὴν ἀρχὴν ἀποκαταστήσας . Κρατερὸς δὲ συμμαχῶν Ἀντιπάτρωι κατὰ τῶν Ἑλλήνων αἴτιος
5513242 ὀμβροις
γε ἡμᾶς ὅτι ὕονται δεῖ , ἀλλὰ πάρεσμεν αὐτοὶ τοῖς ὄμβροις καὶ προσοικοῦμεν ὡς ἔπος εἰπεῖν τὰς ὄχθας . καὶ
τοιαῦτ ' ἐστὶν ἃ λέγουσιν οἱ προστιθέντες τὴν αἰτίαν τοῖς ὄμβροις . Βούλομαι δέ σοί τι καὶ περὶ τῶν νεφῶν
5505484 λιμεσιν
θάλασσαν , οὔπω πελαγίζοντος τοῦ σκάφους ἀλλ ' ἐπὶ τοῖς λιμέσιν ἐποχουμένου . ὡς δὲ ἔδοξεν οὔριον εἶναι πρὸς ἀναγωγὴν
εὔκαιρον , ὀχυρὰν , φυσικὸν εὐτύχημά τι : συναγομένη γὰρ λιμέσιν ἐπὶ νῆσον δυσίν πάσῃ σκεπεινὴν νηὶ καταγωγὴν ἔχει .
5463623 προσεχοιτε
εἰ μὴ τοῖς πάλαι κεκρικόσι μηδὲ τοῖς ἐφ ' ἑαυτῶν προσέχοιτε , ἀλλὰ τοῖς τὰ συμβησόμενα ἐκ τῶν λογισμῶν ἀναμένουσι
εἶναι μαχομένους ἢ διαλλαττομένους . εἰκότως δ ' ἄν μοι προσέχοιτε τὸν νοῦν μᾶλλον ἑτέρων τυχὸν μὲν καὶ ἄλλως ,
5462301 κυμασιν
καχλάζον . . . μυδαλέοι : διάβροχοι . ῥοθίοισιν : κύμασιν . ὠρέξαντο : ἐλάβοντο . οἷά τε πολλά :
καὶ ἐξ αὐτοῦ καὶ μαινόμενοι τῷ τύμματι αὐτοῦ ἐν τοῖς κύμασιν ἀτάκτως νήχονται , πολλάκις δὲ καὶ ἐπιπηδῶσι καὶ ταῖς
5461208 ὁλκασι
μηχανῶν ἀφιεμένοις , ἔπειτα πολλῇ τῇ ῥύμῃ μέσαις ἐμβάλλει ταῖς ὁλκάσι : καὶ οἱ ἐπὶ τῶν καταστρωμάτων ὁπλῖται εὐθὺς οἱ
νομαῖς , τῶν ἰχθύων ἐστὶν διάθεσιν ἐμπόροις ἔχων , ταῖς ὁλκάσι τε ναυσὶν ἀνάπλουν ἀσφαλῆ . Ὁμώνυμος δὲ τῷ ποταμῷ
5458782 πλοιοις
περῶσιν εὐμαρῆ γενέσθαι τὸν πόρον , τοὺς δὲ ἐν τοῖς πλοίοις διαβάλλοντας ἐποκειλάντων πολλῶν πλοίων ἐπὶ ταῖς πέτραις καὶ συναρραχθέντων
ς ' : ἐν ἀρχῇ πῆμα , κοὐδέπω μεσοῖ τοῖς πλοίοις : τοῖς μικροῖς , ἃ δὴ καὶ λεπτὰ ἄλλοθι
5447599 Οἰος
ἐξ Οἴου Λεοντίδος ” ἐν Οἴῳ Οἶόνδε εἰς Οἶον . Οἶος , πολίχνιον Τεγέας . Αἰσχύλος Μυσοῖς . οἱ πολῖται
. Ὁδός . παρὰ τὸ ἕω τὸ ἐκπέμπω ὁδός . Οἶος . ὁ μόνος . πλεονασμῷ τοῦ ο . ἰὸς
5421460 ὀθοναις
καὶ ὄξει , τὰ δ ' ἄλλα προβολαῖς ἱματίων ἢ ὀθόναις κεχαλασμέναις τῆς φορᾶς ἀνέλυον ὅλως τε οὐδὲν προθυμίας ἀνδρὶ
δαπάναις κατεσκευάζετο ἡ σκηνὴ τριωρόφοις οἰκοδομήμασι , πεποικιλμένη παραπετάσμασι καὶ ὀθόναις λευκαῖς καὶ μελαίναις , βύρσαις τε παταγούσαις καὶ χειροτινάκτῳ
5419778 πνοαις
ἀπὸ τῆς ἄρκτου πνοαῖς : Λυκόφρων : ἀπαρκτίαις πρηστῆρος αἴθωνος πνοαῖς . . . . ἀπάργματα : αἱ μεγάλαι ἀπαρχαὶ
. . . . ἀπαρκτίαις : ταῖς ἀπὸ τῆς ἄρκτου πνοαῖς : Λυκόφρων : ἀπαρκτίαις πρηστῆρος αἴθωνος πνοαῖς . .
5412397 στεναχιζων
καὶ ἐν γένους παραλλαγῇ καὶ ἀριθμοῦ : τοῦ εἵνεκα σὺ στεναχίζων , τῆς ἕνεκεν καὶ νῆες τῶν ἐν συλην !
ἐΐσκεις ; ἀλλὰ πατὴρ τεός εἰμι , τοῦ εἵνεκα σὺ στεναχίζων πάσχεις ἄλγεα πολλά , βίας ὑποδέγμενος ἀνδρῶν . ”
5411890 πετροβολοις
ἄλλον τινὰ δύνῃ τρόπον , καὶ τῷ ἐνετῆρι καὶ τοῖς πετροβόλοις ἄνωθεν τύπτοντας κελεύειν διακόπτειν τὰς ὀροφὰς αὐτῶν . πρὸς
εἰς τὰ διωρμισμένα πλοῖα τῶν Ῥοδίων ἐνέβαλε , τοῖς δὲ πετροβόλοις τὰ τείχη διέσεισε , τοῖς δ ' ὀξυβελέσι τὰ
5411405 ἐργαστηριοις
μὲν Γεργίνοι συναναμιγνύμενοι τοῖς κατὰ τὴν πόλιν ἔν τε τοῖς ἐργαστηρίοις καὶ ταῖς ἀγοραῖς ὠτακουστοῦσι κατασκόπων ἔχοντες τάξιν , ὅτι
οὗτος ὡς πολυλόγος κατηγορεῖτο , ὅτι πολλοὺς λόγους ἐν τοῖς ἐργαστηρίοις καὶ τραπέζαις διεξήρχετο περὶ φιλοσοφίας . λέγει οὖν ὅτι
5394303 λασιοις
παραπίπτοντας λίθους εἰς τοὐπίσω σφαινδονᾷ τοῖς ποσίν ⋮ Ἐπτέρωται δὲ λασίοις μὲν τοῖς πτεροῖς , ἀρθῆναι δὲ καὶ εἰς βαθὺν
καὶ ἄπρατος ἀληθῶς ἐστιν ἐγγραφή . Ἡ στρουθὸς ἡ μεγάλη λασίοις μὲν τοῖς πτεροῖς ἐπτέρωται , ἀρθῆναι δὲ καὶ ἐς
5388119 ἐχαραξεν
σημείων κατέκρυψεν . ὁρᾷς γὰρ ὡς τῶν λέξεων τὰ πρῶτα ἐχάραξεν γράμματα : λέγει γὰρ Α ἀποβάς , Β βήματα
χροιῆς γλαυκῶν φοινίσσοντο λίθων ἑλίκεσσιν ὀπωπαί . ἀργυφέους δ ' ἐχάραξεν ἐπὶ γναθμοῖσιν ὀδόντας ἄκρα δακεῖν σπεύδοντας ἐυστρέπτοιο χαλινοῦ :
5382236 ὑπησαν
ἐμπεριέχηται . ὡς ἐν τῷ , ἕνα λίθον πένθ ' ὑπῆσαν σκόρπιοι . Σολοικίζει δὲ καὶ , ὁ τὸ παιδίον
ἔμενε . τὸν δὲ ἔκαμπτεν οὐδέν . ἕως μὲν οὖν ὑπῆσαν ἐλπίδες καταλλαγῶν , ἀνεῖχεν . ἐπεὶ δὲ πόλεμος μὲν
5379477 ἀπεσταλμενοις
, ἕως ἂν παραγινομένους ἀσπάσηται . Παρελθόντων δὲ σὺν τοῖς ἀπεσταλμένοις δώροις καὶ ταῖς διαφόροις διφθέραις , ἐν αἷς ἦν
τὰς παρὰ τοῦ Ἐλεαζάρου . Περὶ πολλοῦ δὲ ποιούμενος τοῖς ἀπεσταλμένοις ἀνδράσιν ἐντυχεῖν , ἐκέλευσε τοὺς λοιποὺς πάντας ἀπολῦσαι τοὺς
5368908 Μαγκινος
. βοῆς δ ' ὡς ἐπὶ νίκῃ γενομένης ὅ τε Μαγκῖνος , ἐκφερόμενος ὑπὸ τῆς ἡδονῆς καὶ τὰ ἄλλα ταχὺς
σὺν τῷ ἑαυτοῦ στρατῷ , Νικομήδης δὲ ἐς Πέργαμον , Μαγκῖνος δὲ ἐπὶ Ῥόδου . ὧν , ὅσοι τὸ στόμα
5362953 ἀνεμοις
Ἀγχίαλον πόλιν , ἔχουσαν καὶ λιμένα τοῖς ἀφ ' ἑσπέρας ἀνέμοις , στάδιοι οʹ , μίλια θʹ , γʹ .
: κόμαι δὲ κηρόχρωτος ὡς ἀγάλματος αὐτοῖσι βοστρύχοισιν ἐκπεπλασμένου ξουθοῖσιν ἀνέμοις ἐνετρύφων φορούμεναι : ΑΧΙΛΛΕΥΣ , ΦΟΙΝΙΞ , ΘΕΡΣΙΤΑΣ ,
5362722 γοεδνα
ἀπρὶξ καὶ οἷον ἐμμανῶς τίλλε τὰς ἑαυτοῦ τρίχας . . γόεδνα ] ἤτοι ἕδνα καὶ δῶρα τοῖς γόοις καὶ τοῖς
ἐν Αἰγύπτωι . ἀπὸ τῶν σταχύων δὲ ἡ μεταφορά . γόεδνα : τῶν γόων τὸ ἄνθος ἀποδρέπομαι . ἀερίας ἀπὸ
5361214 βελεσιν
: τοιούτους ἀγρευτῆρας , ἰοχέαιρα : ἡ χαίρουσα ἐν τοῖς βέλεσιν . Ἰόντων : πορευομένων . Ἱσταμένοιο : ἀρχομένου .
δουλείαν ἐντὸς τῶν τειχῶν ἐγκαθείρξαντες ἔπειτα ἐπάλξεσι καὶ πύργοις καὶ βέλεσιν ἠμύνοντο , ὅπως μὴ εἰσίοι ἔξωθεν παρ ' αὐτούς
5354190 τειχεσιν
εὐρὺ καὶ σκηνὰς καὶ τεῖχος ἐν στρατοπέδῳ καὶ πόλιν συμπεφραγμένην τείχεσιν οὐκ οἶδ ' ὅπως οὐκ Αἰθίοπες οὗτοι καὶ Τροία
ὑπὸ τῶν τοῦ Ἀρχιμήδου μηχανημάτων ἡσσώμενος προσβάλλειν μὲν οὐκέτι τοῖς τείχεσιν ἐθάρσει , χρόνῳ δὲ τὴν πολιορκίαν ἐπέτρεψε . καὶ
5353069 ἀποβας
ἄλλας τε ναῦς καὶ ὁπλίτας . αὐτὸς δὲ τῆς νυκτὸς ἀποβὰς εἰς τὴν Αἴγιναν πορρωτέρω τοῦ Ἡρακλείου ἐν κοίλῳ χωρίῳ
παιδὶ παραδοῦναι , καὶ διὰ τοῦτο ἦλθεν εἰς Ῥόδον . ἀποβὰς δὲ τῆς νεὼς σὺν τοῖς ἥρωσι κατά τινα τῆς
5349890 ὀπαις
παχεῖα , καθ ' ἃ ψαύει τῶνδε τῶν ὀστῶν , ὀπαῖς λεπταῖς τέτρηται . καὶ διὰ ταύτης γέ τοι πρώτης
σαῦρον καὶ χύτραν κεραμέαν τῶν νεωστὶ εἰργασμένων διατρήσας πάνυ λεπταῖς ὀπαῖς , ὡς μὴ εἴργειν μὲν τὸ πνεῦμα , οὐ
5342431 Ἀντιον
ξιφίᾳ . φάσγανα : ξίφη . τεχνήσαντες : κατασκευάσαντες . Ἀντίον : ἐναντίον ξιφίου . ἰθύνουσιν : ὁρμῶσιν . ἀναδύεται
μέλλοντα , ἀσπάσιος ὄνομα ῥηματικόν : ὡς θαυμάσω θαυμάσιος . Ἀντίον , παρὰ τὸ ἄντω βαρύτονον ῥῆμα . ἐστὶ δὲ
5341014 προσηγαγεν
δεισιδαιμονίας ἀναμνησθεὶς , κατ ' ἀνάγκην [ τοῖς ] βωμοῖς προσήγαγεν τοὺς προσήκοντας . Ἀθυμήσας δ ' ἐπὶ τοῖς πραχθεῖσιν
: ὡς δὲ ῥᾷον ἔσχε καὶ ὁ ἰατρὸς αὐτῷ τροφὴν προσήγαγεν „ σὺ δέ με , ἔφη , βούλει ἤδη
5337434 πηλαμυδων
. ἄμφω δὲ τὼ λόγω ἐνταῦθα ὁρίζομεν . Θήραν δὲ πηλαμύδων εἰπεῖν μὴ πάνυ τι συνειθισμένην οὐκ ἔστιν ἔξω τῆσδε
ἱππούρων , πομπίλων , τευθίδων , ἐγχελύων , ἐγγραυλῶν , πηλαμύδων , καὶ σκιαίνης . Ἐν τῷ πέμπτῳ δὲ περὶ
5335924 κολποις
αὐτῷ θυγατέρα μελανοπλόκαμον τὴν Εὐάδνην . κρύψε δὲ παρθενίαν ὠδῖνα κόλποις ἡ Πιτάνη , ἤγουν συνέλαβε δὲ ἐν τοῖς μυχοῖς
καὶ χρήματα καὶ ἀνδράποδα καταλιπεῖν . αἱ γυναῖκες ἐν τοῖς κόλποις κρύπτουσαι ξίφη τοῖς ἀνδράσι συνεξῆλθον . οἱ μὲν δὴ
5331984 ἐντυχουσιν
ἀπῄεσαν : ξυνέβη δὲ μικροῦ δεῖν αὐτοῖς κινδυνεῦσαι τοῖς σκοποῖς ἐντυχοῦσιν : ὅμως μέντοι ἐσώθησαν συνέσει τοῦ τῶν σκοπῶν κατάρχοντος
Ἀγκῶνα . οὐ μόνον δὲ Λυδῶν γυναῖκες ἄφετοι οὖσαι τοῖς ἐντυχοῦσιν , ἀλλὰ καὶ Λοκρῶν τῶν Ἐπιζεφυρίων , ἔτι δὲ
5331796 λεπτοδομοις
ἀφριζομένης , δηλαδὴ τῇ κωπηλασίᾳ , πίσυνοι καὶ θαρροῦντες πείσμασι λεπτοδόμοις : τοῖς λεπτῶς κατεσκευασμένοις ἤτοι ταῖς ναυσί . πλὴν
, διὰ τοῦτο πόντιον εἶπεν . πίσυνοι ] θαρροῦντες . λεπτοδόμοις ] λεπτοῖς . πείσμασιν ] σχοινίοις . μηχαναῖς ]
5328254 φολιδεσσι
: σκληραῖς ξηραῖς * ἐπιφρικτήν : καὶ γὰρ ὀρθιάζουσαν * φολίδεσσι : λέπεσσι * φοινήεσσαν : ἐρυθράν αἱματόεσσαν ἀμυδρότατον :
πόδες ὑψιτενεῖς , ἴκελοι νωθροῖσι καμήλοις , ὁπποῖον θαμινῇσιν ἀρηράμενοι φολίδεσσι σκληρῇς ἄχρι διπλῆς ἐπιγουνίδος : ὕψι δ ' ἀείρει
5322578 φλογεας
οὐράνιον ὑψιπετὲς ἐς μέλαθρον , Ὠαρίων ἢ Σείριος ἔνθα πυρὸς φλογέας ἀφίησιν ὄσσων αὐγάς , ἢ τὸν ἐς Ἅιδα μελάγχρωτα
καλοῦμεν ἡμεῖς . ἔγειρε φλογέας : Νοητέον οὕτως , ἔγειρε φλογέας λαμπάδας ἐν χερσὶ τινάσσων . [ ἥκεις γὰρ νυκτέρου
5320257 σκοπας
τόπους παρατηροῦσι τῶν ἐλεφάντων τὰς εἰσόδους καὶ τὰς ἐκτροπάς , σκοπὰς ἀπὸ τῶν ὑψηλοτάτων δένδρων ποιούμενοι : καὶ ταῖς μὲν
, ἡ δὲ στρατιὰ παρετέτακτο αὐτῷ ὥσπερ παρήγγειλε , κατέχων σκοπὰς ἄλλας πρὸ ἄλλων συνεκάλεσε τοὺς ἡγεμόνας καὶ ἔλεξεν ὧδε
5318820 ἐλαφοις
ὀρθῶς λέγει ἀμφ ' ἔλαφον κεραόν . ἔστι δὲ τοῖς ἐλάφοις τὸ χρῶμα ἐπίξανθον , κατάστικτον λευκοῖς γράμμασιν : πλείω
καὶ τὸ μὲν ἧττον λαγωοῖς δυσμενὲς , τὸ δὲ μεῖζον ἐλάφοις πολέμιον . Ἄμφω γε μὴν τὼ θῆρε πανομοίω τὴν
5316873 φρουριοις
ἡμᾶς θαλάσσης κρατοῦμεν καὶ τῆς κατ ' αὐτὴν ἁπάσης καὶ φρουρίοις αὐτὴν ἄνω καὶ κάτω ἠσφαλισάμεθα διὰ τῶν πορθμῶν τῶν
ἐν ταῖς λαμπάσι γυμνασιαρχούμενοι : οἵ τε φρουρεῖν ἐν τοῖς φρουρίοις οἵ τε πελτάζειν καὶ περιπολεῖν τὴν χώραν πάντα ταῦτα
5310358 ἐπισταταις
εἰωθυίας ὥρας χαλεπὰς διὰ φόβων προσδεχομένοις , ἢ καὶ ποιμνίων ἐπιστάταις . ἐπειδὴ γὰρ συγκεχωρήκαμεν ἡμῖν αὐτοῖς εἶναι μὲν τὸν
καὶ μελιττουργοῖς καὶ τοῖς περὶ τὰ τοιαῦτα φυλακτηρίοις τε καὶ ἐπιστάταις ὀργάνων νομοθετήσει , τὰ μέγιστα ἤδη νενομοθετηκὼς περὶ γάμους
5304568 ἀκτωρ
τότ ' ἀβλαβὴς ἐπῆν , τόξαρχος πολιήταις , Σουσίδαις φίλος ἄκτωρ ; πεζοὺς γάρ σφε καὶ θαλασσίους ὁμόπτεροι κυανώπιδες νᾶες
Περσῶν . Σουσίδος ] † τῆς πόλεως τῶν Σούσων . ἄκτωρ ] ἄρχων , ἡγεμών . ἀντιστροφὴ κώλων ιʹ .
5302744 ἰχνεσι
δ ' οὐχ εὕρισκεν ἐπὶ τὸ σπήλαιον ἀφικνεῖται τοῖς μὲν ἴχνεσι διαρτώμενος , οὐδὲν δὲ ἧττον οἰόμενος δεῖν διερευνήσασθαι τὸν
, οὐδὲ θοοὺς βάπτεν πόδας , ἀλλ ' ὅσον ἄκροις ἴχνεσι τεγγόμενος διερῇ πεφόρητο κελεύθῳ : καὶ δ ' ἄλλω
5287903 ῥειθροις
στίλβουσα καὶ καλύπτεται ἐν τοῖς Νείλου γλυκέσιν οἷα δὴ μέλι ῥείθροις , νικῶσα ἡλίου δὲ φῶς ἅπαν φαίνει ἄνωθεν μηδόλως
, καρτεροῖς εἴγρει πάγοις λίμνην τε τέμνων Τάναϊς ἀκραιφνὴς μέσην ῥείθροις ὁρίζει , προσφιλεστάτην βροτοῖς χίμετλα Μαιώταισι θρηνοῦσιν ποδῶν .
5286639 ῥοθιοισι
ῥεύμασιν . . ἀκριτόφυρτος ] ἀδιαίρετος . . οὐτιδανοῖς ἐν ῥοθίοισι ] ἀχρείοις , ἤτοι ἀνευφράντοις , οὔτι δάνος καὶ
, παῖδες δ ' ἐπ ' ἐρετμοῖς ἥμενοι γλαυκὴν ἅλα ῥοθίοισι λευκαίνοντες ἐζήτουν ς ' , ἄναξ . ἤδη δὲ
5281919 κουφαις
αὑτοὺς μήτε τῇ διὰ δοράτων καὶ ξιφῶν θαρροῦντες μάχῃ , κούφαις δὲ καὶ παρῃωρημέναις ἐσθῆσι κοσμούμενοι : τὰ πλεῖστα γοῦν
τὴν ἀνατολὴν στρατοπέδων γνώμῃ . ταῦτα δὲ αὐτοῦ διατυποῦντος καὶ κούφαις καὶ ἀδήλοις ἐπαιωρουμένου ἐλπίσι , διηγγέλλετο τὰ πραττόμενα ἔς
5279858 τοξευμασιν
ἀσπίδος καὶ κνημῖδος καὶ κράνους ἑκηβόλοις τοῖς ὅπλοις διαχρώμενον , τοξεύμασιν ἢ ἀκοντίοις ἢ σφενδόναις ἢ λίθοις ἐκ χειρός .
, ἑκὰς δ ' ἀφεστὼς πολεμίους ἀμύνεται τυφλοῖς ὁρῶντας οὐτάσας τοξεύμασιν τὸ σῶμά τ ' οὐ δίδωσι τοῖς ἐναντίοις ,
5279582 καταγεια
καὶ ἔτι πλείους συνιόντες οἰκίαν κατεσκευάζοντο μίαν ἑτέρων μὲν τὰ κατάγεια λαγχανόντων , ἑτέρων δὲ τὰ ὑπερῷα . ὁ μὲν
Θραικίοις σιροῖς ἐν τῶι βαράθρωι χειμάζειν ] σιροῖς : τὰ κατάγεια : Θεόπομπος καὶ Σοφοκλῆς ἐν Ἰνάχωι σιροὶ κριθῶν .
5277747 Πελασγιωτιδος
τὴν συνεχῆ παραλίαν , ἥπερ ἐστὶν ἤδη Μαγνησίας καὶ τῆς Πελασγιώτιδος γῆς . Φεραὶ μὲν οὖν εἰσι πέρας τῶν Πελασγικῶν
περὶ Σκοτοῦσσαν Πελασγίας : ἔστι δ ' ἡ Σκοτοῦσσα τῆς Πελασγιώτιδος Θετταλίας : συνακολουθῆσαι δὲ γυναῖκας τὰς πλείστας , ὧν
5276203 Μι
, οὐ διδάσκαλος . Μοχθεῖν ἀνάγκη τοὺς θέλοντας εὐτυχεῖν . Μί ' ἐστὶν ἀρετὴ τὸν ἄτοπον φεύγειν ἀεί . Μακάριος
, οὐ διδάσκαλος . Μοχθεῖν ἀνάγκη τοὺς θέλοντας εὐτυχεῖν . Μί ' ἐστὶν ἀρετὴ τἄτοπον φεύγειν ἀεί . Μακάριος ,
5275338 σφενδοναι
λίθους δαψιλεῖς ἐπιτιθέασιν . ὁπλισμὸς δ ' ἐστὶν αὐτοῖς τρεῖς σφενδόναι , καὶ τούτων μίαν μὲν περὶ τὴν κεψαλὴν ἔχουσιν
φεύγει ] . γυναικάνδρεσσι ποθεινοί . αἴ κά τυ βλείης σφενδόναι . ἔνθα δέος , ἐνταῦθα καἰδώς . ἱαρὸν ἁ
5274126 Ἐρυθραιων
Κνωποῦ ἀδελφὸς μετὰ δυνάμεως ἐπελθὼν ταῖς Ἐρυθραῖς ἑορτῆς οὔσης τῶν Ἐρυθραίων προσβοηθούντων ἐπῆλθε τοῖς τυράννοις καὶ πολλοὺς αἰκισάμενος τῶν περὶ
Ἀσσυρίους φασὶ τοὺς περὶ Βαβυλῶνα . Φοίνικες καλοῦνται διὰ τὸ Ἐρυθραίων εἶναι ἀπόγονοι : μέτοικοι γὰρ οὗτοι τῶν Ἐρυθραίων .
5266424 ἐντομοις
. τῶν δὲ πεζῶν τοῖς μὴ ἔχουσι πνεύμονα οἷον τοῖς ἐντόμοις ἡ ἔμψυξις τοῦ ἐμφύτου θερμοῦ δι ' αὐτῶν τῶν
καθ ' αὑτήν . τοῖς δ ' ἀναίμοις καὶ τοῖς ἐντόμοις καὶ μὴ δεχομένοις πνεῦμα ἐν τῷ ἀνάλογον τὸ σύμφυτον
5265220 σταλικες
δίκτυον , τῷ σχήματι πεποιημένον ὥσπερ τὰ σύσπαστα βαλάντια . στάλικες δὲ καὶ σχαλίδες καὶ σχαλιδώματα ξύλα ὀρθά , ἐξ
κυνηγίου καλῶς ἔχον εἶναί μοι δοκεῖ διασαφῆσαι . λίνα καὶ στάλικες [ ποδάγραι βρόχοι ] καὶ πᾶσα ἀρκυοστασία καὶ αἱ
5263824 ἐκπατιοις
οὕτω γὰρ ὤφειλεν εἰπεῖν , στροφοδινοῦνται ἐν ἄλγεσι τῶν παίδων ἐκπατίοις , ὕπατοι , ἤγουν ὑπεράνω τῶν λεχέων , πληττόμενοι
μέγαν ἐκ θυμοῦ κλάζοντες Ἄρη τρόπον αἰγυπιῶν , οἵτ ' ἐκπατίοις ἄλγεσι παίδων ὕπατοι λεχέων στροφοδινοῦνται πτερύγων ἐρετμοῖσιν ἐρεσσόμενοι ,
5263719 κουφοις
ἀθροίζουσι : καὶ τοῦτο διατελοῦσι πράττοντες μετὰ πάσης καταφρονήσεως : κούφοις γὰρ χρώμενοι καθοπλισμοῖς καὶ παντελῶς ὄντες εὐκίνητοι καὶ ὀξεῖς
κομψῶς προτείνατε , ἵνα γυμνασθῶ . καὶ οἱ ἀθληταὶ τοῖς κούφοις νεανίσκοις δυσαρεστοῦσιν : οὐ βαστάζει με , φησίν .
5262118 ὁμοφυλοις
δὲ τίθετε τοσοῦτον κακόν , μικρᾶς προθυμίας μέγαν προξενοῦντες τοῖς ὁμοφύλοις τὸν ὄλεθρον ; εἴπατε οὖν ὁποτέρῳ τούτων στοιχεῖτε ,
ἀντὶ τοῦ φανερῶς . Δημοσθένης : καὶ ἄντικρυς ἦν τοῖς ὁμοφύλοις ἐχθρός . . . , . . . :
5258295 ἐπαιανισαν
Ὡς δ ' ἀφῃρέθησαν αἱ τράπεζαι καὶ ἔσπεισάν τε καὶ ἐπαιάνισαν , ἔρχεται αὐτοῖς ἐπὶ κῶμον Συρακόσιός τις ἄνθρωπος ,
καὶ γὰρ ἦν λάσιον τὸ χωρίον : ἐπεὶ δ ' ἐπαιάνισαν , τότε δὴ ἔγνωσαν , καὶ εὐθὺς ἀντιπαρήγγειλαν ἅπαντας
5256439 προσκαθημενων
τὸ μεθιστάναι αὐτὴν οὐκ ἐδόκει ἡμῖν ἀσφαλὲς εἶναι ὑμῶν πολεμίων προσκαθημένων . Καὶ τὰ μὲν ἐς τὰς ἐμὰς διαβολὰς τοιαῦτα
μάχοιντο προθυμότερον ὡς ἀποληψόμενοι χρυσοῦ μοίρας μεγίστας . Μυγδόνιος πολεμίων προσκαθημένων λιμῷ πιεζόμενος , σωροὺς ὑπερμεγέθεις γῆς καὶ λίθων ἐν
5252288 κολπωι
' ὑμῶν στρατηγὸς τὰς μὲν πόλεις τὰς ἐν τῶι Παγασίτηι κόλπωι κατοικουμένας ἔλαβεν ἁπάσας , ὑμῖν μὲν ἐνόρκους , ἐμοὶ
ἐκείνης τῆς λαλησάσης πρὸς αὐτὸν κλαίων κατεφίλησε καὶ ἐπέθηκε τῶι κόλπωι καὶ ἤρξατο λέγειν : “ αὕτη ἐστὶν ἡ σὰρξ
5251468 φρουρειται
' , ἵν ' ἐκμάθῃς οἵων ὑπ ' ἀνδρῶν ἥδε φρουρεῖται πόλις . Ὁ ξεῖνος , ὦναξ , χρηστός :
ἐρυμνοῦ , ἐννέ ' ἐπ ' ὀργυιῶν ἕρκος περιμήκετον ἄντην φρουρεῖται πύργοισι καὶ εὐξέστοισι μύδροισιν , ἑπτὰ περὶ στεφάνοισι κυκλούμενον
5246497 μοχλοις
λελημμένος . τέλος δὲ δρυΐνοις συντριαινοῦσαι κλάδοις ῥίζας ἀνεσπάρασσον ἀσιδήροις μοχλοῖς . ἐπεὶ δὲ μόχθων τέρματ ' οὐκ ἐξήνυτον ,
τοῖς Μοχλικοῖς ἀπεδείξαμεν , διὰ δὲ τὸ ὅμοιον καὶ τοῖς μοχλοῖς ῥᾷον κινοῦσι τὰ βάρη , ὅταν ὡς ἐγγύτατα τοῦ
5242768 κολοκυνθων
. Φυλάξεις νεαρὰ τὰ σῦκα καὶ οὕτως . τῶν νεαρῶν κολοκυνθῶν χρὴ ἐξαιρεῖν ἐκ τῶν πλαγίων μέρη τινὰ σπληνίοις ἐοικότα
φύλλοις τῆς κολοκύνθης ἀμφιάσομεν , καὶ τέφραν τὴν ἀπὸ τῶν κολοκυνθῶν καυθεῖσαν ταῖς ῥίζαις περιβαλοῦμεν . Τούτῳ τῷ μηνὶ τῆς
5238745 Κελτικων
Ἀστιγίς ηʹ δʹʹ ληʹ γʹʹ Καρμονία ηʹ Ϛʹʹ ληʹ Βαιτικῶν Κελτικῶν Ἀρουκκί εʹ ∠ ʹʹγʹʹ ληʹ ∠ ʹʹγʹʹ Ἀροῦνδα Ϛʹ
τὰς Κελτικὰς κύνας οὐδὲ τὰς ταύταις ὁμοίας . γ Περὶ Κελτικῶν κυνῶν , καὶ οἷαι τὴν ἰδέαν αὗται . δ
5236128 λοφοις
τὰς τραπέζας ταυτηί Γ : περικεφαλαίαν δίδωσιν , ἵνα τοῖς λόφοις ἀπομάττῃ τὴν τράπεζαν . Γ ἔστι δὲ παρεπιγραφή .
Παλλαντίας , ὄνομα Κοπλανίῳ , πολλοὺς ἐπὶ τῶν ὀρῶν ὑπὸ λόφοις ἔκρυψαν οἱ Παλλάντιοι καὶ ἑτέροις ἐς τὸ φανερὸν τοὺς
5229235 δικτυοις
καθορᾶν , ὄνομα Ἰσραήλ , ἐνδεθείς ποτε τοῖς σωματικοῖς Αἰγύπτου δικτύοις ἐπιταγμάτων βαρυτάτων ἀνέχεται , ὡς πλίνθον καὶ πᾶν τὸ
τὸν σῦν . ὑποθῆξαι , ἵνα ἐκπέσῃ φεύγων καὶ τοῖς δικτύοις καταληφθῇ . ἁλόντος δὲ τοῦ θηρός , ὃ δὲ
5224461 ἀποπλους
νεὼς ἐκπέμπειν , ὅθεν καὶ στόλος λέγεται ὁ πολλῶν νεῶν ἀπόπλους . καταχρηστικῶς δὲ ἀποστέλλειν λέγεται καὶ τὸ δι '
προσγίγνεται καὶ ἀνάπαυλα πόνων τῶν παρόντων καὶ ἐς τὰ οἰκεῖα ἀπόπλους καὶ ἐς τὸ μέλλον εὔκλεια . οὕτω παροξύνας τοὺς
5223191 λαμπασιν
γηγενέτας δόμος οὐκέτι νύκτα δέρκεται , ἀελίου δ ' ἀναβλέπει λαμπάσιν . μῆτερ , παρών μοι καὶ πατὴρ μετασχέτω τῆς
, ὁ ταύτης πατὴρἡ γὰρ θάλασσα δυσχερῆ ταύτην ἐποίει , λαμπάσιν πάλιν αὐτὴν ἀνεζώωσεν ἤγουν ἡλίου κινήσεσι καὶ χρόνοις πάλιν
5218416 μασιν
ὑπερευδοκιμῆσαι : διὸ καὶ Ῥόδιον ἑαυτὸν ἐν τοῖς ποιή - μασιν ἀναγράφει . ἐπαίδευσε δὲ λαμπρῶς ἐν αὐτῇ καὶ τῆς
] ! ! ! [ ! ! ! ! ] μασιν [ ] ἐστηρίζετο ? ? ? [ ] ν
5218180 γναμπτοις
μυχόν καὶ τὸ Δάματρος κλυτὸν ἄλσος Ἐλευσῖνα καὶ Εὔβοιαν ἐν γναμπτοῖς δρόμοις : Πρωτεσίλα , τὸ τεὸν δ ' ἀνδρῶν
ὅταν ἀναλύωνται : γνάμψαι γὰρ τὸ κλάσαι , οἷον : γναμπτοῖς ἀγκίστροισι , τοῖς ἐπικεκλασμένοις . οὕτως Ὠρίων , .
5216088 πεδιονομοις
χώρας θεοῖς , εἶτα μερικῶς ἐπήνεγκε , πολισσούχοις λέγων καὶ πεδιονόμοις καὶ ἀγορᾶς ἐπισκόποις . ἐπεὶ δὲ καὶ τοὺς ἐκτὸς
. πεδιονόμοις ] τοῖς κατοικοῦσιν ἐν τῷ πεδίῳ . θ πεδιονόμοις ] τοῖς τιμωμένοις ἐν τοῖς πεδίοις . Ξ ἀγορᾶς
5211018 Ταδ
αἰνᾶς κακομαχάνου ἐφέδρανα στορνὺς θρόνους τοῖς τῆς ἀρχῆς παρέδροις : Τάδ ' ἐστὶ Περσῶν τῶν πάλαι βεβηκότων Σιδώνιον ἄστυ λιποῦσα
τὸν Αἵμονος φθόγγον συνίημ ' , ἢ θεοῖσι κλέπτομαι . Τάδ ' ἐξ ἀθύμου δεσπότου κελεύσμασιν ἠθροῦμεν : ἐν δὲ
5210059 νομασι
, πολυγύναικες δὲ καὶ πολύπαιδες , τἆλλα δὲ ἐμφερεῖς τοῖς νομάσι τῶν Ἀράβων : καὶ ἵπποι δὲ καὶ βόες μακροτραχηλότεροι
Λέγω δὲ τὰ λέγουσι αὐτοὶ Λίβυες . Θυσίαι δὲ τοῖσι νομάσι εἰσὶ αἵδε . Ἐπεὰν τοῦ ὠτὸς ἀπάρξωνται τοῦ κτήνεος

Back