ἀστεφάνωτος ἐκ τῆς Ὀλυμπίας ἀπῄει , ἀλλ ' ὅτι τῶν εἰσελθόντων πρὸς αὐτὸν ἄριστ ' ἐμάχετο , ἐστεφανοῦτο καὶ νικῶν
κελεύσαντος Τείσιδος καὶ τῶν οἰκείων ἔφασκε . συμβουλευόντων δὲ τῶν εἰσελθόντων ὡς τάχιστα λῦσαι καὶ τὰ γεγενημένα δεινὰ νομιζόντων εἶναι
7887179 Κελτιβηρσι
, ὁ τὴν Καρχηδόνα ὕστερον ἑλών , ὑποστρατευόμενος τότε Λευκόλλῳ Κελτίβηρσι πολεμοῦντι , ἐς τὸν Μασσανάσσην ἀφικνεῖτο , πεμφθεὶς ἐλέφαντας
ἐπώνυμον ἦν , καὶ Καρθάλων : οἳ φυλάξαντες Ῥωμαίους τε Κελτίβηρσι πολεμοῦντας καὶ Μασσανάσσην ἐπικουροῦντα υἱῷ πρὸς ἑτέρων Ἰβήρων συγκεκλεισμένῳ
7789028 παραβασι
] τῶν μετοικισθέντων νεοσσῶν . ὑστερόποινον ] ἤτοι ὕστερον . παραβᾶσι ] τοῖς . παραβᾶσι ] ἤγουν τοῖς παρανόμοις ἐκείνοις
ὀξείας βοῆς γινόμενον . Ὑπὲρ τῶν μετοικισθέντων νεοσσῶν πέμπει τοῖς παραβᾶσι καὶ μετοικίσασιν αὐτοὺς ὕστερον τιμωρίαν . μετοίκων ] τῶν
7764699 Κοννακοριξ
Καὶ τῶν φρουρῶν ἔτι μᾶλλον ἦν χαλεπώτερος ὁ ἐφεστηκὼς αὐτῶν Κοννακόριξ , οὐκ ἀπείργων ἀλλ ' ἐπιτρέπων τοῖς ὑπὸ χεῖρα
λόγοις ἐξηπατημένοι ὡς ἀληθέσι τοῖς τερατευθεῖσιν ἐπίστευον . Ὁ δὲ Κοννακόριξ , ὡς ἠπατημένους ἔγνω , κατὰ μέσας νύκτας ἐπιβιβάσας
7684215 κατεπεμψε
Λυδῶν πάλιν ἀποστάντων αὐτὸς ἐλαύνων ἐπὶ Βαβυλῶνος Μαζάρην τὸν Μῆδον κατέπεμψε προστάξας , ὅταν κατάσχῃ τὴν χώραν , ἀφελέσθαι τὰ
στρατιωτῶν , καὶ Ἀσκληπιόδωρον τὸν Φίλωνος τοὺς φόρους ἐκλέγειν . κατέπεμψε δὲ καὶ ἐς Ἀρμενίαν Μιθρήνην σατράπην , ὃς τὴν
7595063 ἀπαρασκευοις
. προσπεσόντες δὲ συντεταγμένοι μὲν ἀσυντάκτοις , ἕτοιμοι δ ' ἀπαρασκεύοις , τῆς τε παρεμβολῆς ἐκράτησαν καὶ τῶν στρατιωτῶν πολλοὺς
πολεμεῖν . δεδογμένον δὲ αὐτοῖς εὐθὺς μὲν ἀδύνατα ἦν ἐπιχειρεῖν ἀπαρασκεύοις οὖσιν , ἐκπορίζεσθαι δὲ ἐδόκει ἑκάστοις ἃ πρόσφορα ἦν
7594256 δωματιοις
βοηθεῖν . εἰσὶ δὲ οἳ καὶ κατακλείσαντες ἑαυτοὺς ἐν τοῖς δωματίοις ἔμενον ἀπρόϊτοι , καὶ πολλοὶ ἐξ αὐτῶν αὐτοῦ θνῄσκοντες
εἰ γνήσιος . . ἐκαλεῖτο δέ τις ἐν τοῖς νυμφικοῖς δωματίοις καὶ κλίνη παράβυϲτοϲ , ἧς μέμνηται Ὑπ . ἐν
7554102 ἐπιλεκτοις
Ἅμα δὲ τούτοις πραττομένοις Θηβαῖοι μὲν ἐστράτευσαν ἐπ ' Ὀρχομενὸν ἐπιλέκτοις ἀνδράσι πεντακοσίοις , καὶ συνετέλεσαν πρᾶξιν ἀξίαν μνήμης :
τοῖς μὲν ἱππεῦσιν προκαταλαμβάνοντα τὰς ἀποχωρήσεις , τοῖς δ ' ἐπιλέκτοις ἐνέδρας ποιούμενον , τοῖς δ ' ἄλλοις κούφοις ἐπιφαινόμενον
7524279 ὡπλιζετο
δέχεσθε φιλίως τοὺς ἄνδρας . Ὁ μὲν δὴ Ὑστάσπας ἀπιὼν ὡπλίζετο : οἱ δ ' ὑπηρέται ἤλαυνον εὐθὺς ὡς ἐκέλευσεν
τὸν καινὸν λαβὼν πρὸς δεῖπνα θυσίας θ ' ἃς θεοῖς ὡπλίζετο , Ξοῦθος μὲν ὤιχετ ' ἔνθα πῦρ πηδᾶι θεοῦ
7520552 Πουλχερ
. , . . ὅτι Κλώδιος ὁ πατρίκιος , ὁ Ποῦλχερ ἐπίκλην , τοῦτ ' ἔστιν εὐπρεπής , τῆς Γαΐου
δ ' αἴτιος τοῦ ὀλέθρου κατέστη τῷ βασιλεῖ Πόπλιος Κλαύδιος Ποῦλχερ : ἐμπεσὼν γὰρ εἰς τὰ λῃστήρια , τῶν Κιλίκων
7499646 ἀκοντισταις
στρατιωτῶν ἑτοίμῃ τῇ ἀγορᾷ χρησαμένων ἀναχθεὶς αὐτίκα σὺν τοξόταις καὶ ἀκοντισταῖς ἐπὶ τῶν καταστρωμάτων πολλοῖς , προσπεσὼν ἄφνω τοῖς Ἀθηναίοις
ἀκοντιστὰς μὲν ἐπὶ τοῖς θωρακοφόροις τάξω , ἐπὶ δὲ τοῖς ἀκοντισταῖς τοὺς τοξότας . τούτους γὰρ πρωτοστάτας μὲν τί ἄν
7494841 διανειμαντα
νήσου Σάωνα κληθῆναι , τὸ δὲ πλῆθος εἰς πέντε φυλὰς διανείμαντα τῶν ἰδίων υἱῶν ἐπωνύμους αὐτὰς ποιῆσαι . οὕτω δ
τῷ Διί . καὶ ἄλλως δὲ καλῶς ἔχειν ἐδόκει μοι διανείμαντα τοῖς παισὶν οὖσι τὴν ἀρχὴν αὐτὸν εὐωχεῖσθαι τὰ πολλὰ
7484633 Παρθυαιοις
τὸν Ἀλεξανδρεῦσι πολεμήσαντα , ἐπὶ δὲ Γαβινίῳ Κράσσον τὸν ἐν Παρθυαίοις ἀποθανόντα καὶ Βύβλον ἐπὶ τῷ Κράσσῳ . παρὰ δὲ
Τληπόλεμος δὲ Πυθοφάνους τῶν ἑταίρων ξυνετάχθη αὐτῷ σκοπεῖν τὰ ἐν Παρθυαίοις τε καὶ Ὑρκανίοις . Τοῦτο τὸ τέλος Δαρείῳ ἐγένετο
7483218 ἐξεπορθησε
τοῖς πλησιοχώροις ἐπέστησεν . Ἑξῆς δὲ τήν τε Σάμβου βασιλείαν ἐξεπόρθησε καὶ τὰς πλείστας πόλεις ἐξανδραποδισάμενος καὶ κατασκάψας κατέκοψε τῶν
υἱὸν ἔκτεινε φόρους πρήσσοντας παρ ' Εὐβοέων . καὶ Κυλικρῆνας ἐξεπόρθησε ληιζομένους , καὶ αὐτόθι πόλιν ἐδείματο Ἡράκλειαν τὴν Τρηχινίαν
7468119 Φοιβιδας
ὑμῶν . ἀναμνῆσαι δ ' ὑμᾶς πρῶτον βούλομαι , ὅτε Φοιβίδας ἠγγέλθη τὴν Καδμείαν κατειληφὼςὁ δὲ Φοιβίδας ἐστί μοι Λακεδαιμόνιοιπῶς
Θηβαίων γίγνεσθαι δεῖν οἴεται . Ἐγὼ δ ' ὅτι μὲν Φοιβίδας ὁ ταῦτα πράξας ἦν καὶ οὐδὲν ἐπράχθη τούτων ἀπὸ
7448724 ἀντεποιησατο
Καλακτίνων πατρίδα κατέστησε , καὶ πολλοὺς εἰς αὐτὴν οἰκίζων οἰκήτορας ἀντεποιήσατο μὲν τῆς τῶν Σικελῶν ἡγεμονίας , μεσολαβηθεὶς δὲ νόσῳ
εἰς τὴν ἀκρόπολιν εἰσίασιν . “ Προσεποιήσατο : ἀντὶ τοῦ ἀντεποιήσατο : Ἰσαῖος ἐν τῷ κατὰ Νικοδήμου ” οὐδεὶς πώποτε
7444009 ἐπεκουρησε
τάχιστα γηράσκει εἶπε : „ χάρις „ . Ὁ αὐτὸς ἐπεκούρησέ ποτέ τινι αἰτήσαντι αὐτόν , καί τις πρὸς αὐτὸν
τάχιστα γηράσκει εἶπε : „ χάρις „ . Ὁ αὐτὸς ἐπεκούρησέ ποτέ τινι αἰτήσαντι αὐτόν , καί τις πρὸς αὐτὸν
7442009 Σολυμα
Σόλυμοι ἔθνος βαρβαρικόν . ἔστι δὲ καὶ κατὰ Πισιδίαν ὄρη Σόλυμα καλούμενα . σόλος Ἀπίων δίσκος σιδηροῦς , ὁτὲ δὲ
Ἱεροκολπίτης . Ἱεροσόλυμα , ἡ μητρόπολις τῆς Ἰουδαίας , ἣ Σόλυμα ἐκαλεῖτο , ἀπὸ τῶν Σολύμων ὀρῶν . ὁ πολίτης
7435584 Λεντλος
συνωμοσίαν ἐπήχθησαν ὡς ἀναστήσοντες ἐπὶ Ῥωμαίους τὴν Γαλατίαν . καὶ Λέντλος μὲν αὐτοῖς συνέπεμπεν ἐς Κατιλίναν Βουλτούρκιον , ἄνδρα Κροτωνιάτην
καὶ συμμάχους τῆς ἡγεμονίας ἀνηγόρευεν ἄκυρον δὲ τὸ δόγμα ἐποίησε Λέντλος ὁ ἐπικαλούμενος Σπινθήρ . οἱ δὲ Κρῆτες ἀπηλλάγησαν .
7435268 ἐπηχουν
' Ἑκάτη τῶν βασιλείων πρόδομος μελάθρων . τὸν δὲ χαλκὸν ἐπήχουν ἐν ταῖς ἐκλείψεσι τῆς σελήνης καὶ ἐπὶ τοῖς κατοιχομένοις
ἠκόντιζον τῶν ἐν ταῖς ἐπάλξεσι φαινομένων , καὶ τὰ τόξα ἐπήχουν θαμὰ τῶν βελῶν ἀναπεμπομένων σφενδόναι τε ἐφέροντο μετάρσιοι καὶ
7430002 δεινοπαθησας
μοι ἔξωθεν στηθέων ἐκθρώσκει . ” ἀλυσκάζων ἐκκλίνων . ἀλαστήσας δεινοπαθήσας , χαλεπήνας , στενάξας . ἄλαστα γὰρ τὰ χαλεπά
ἀρσενικοῦ , ἀλεκτορὶς δὲ θηλυκόν . ἀλαστήσας : σχετλιάσας , δεινοπαθήσας : ἀπὸ τοῦ ἀλαστῶ ἀλαστήσω . . . .
7428813 ἐπεξιοντων
στράτευμα καὶ ἐπ ' αὐτῷ καὶ λοιμοῦ , ἀνεχώρησεν , ἐπεξιόντων Περσῶν , ὡςανεὶ ἡττημένῳ . Ἐπανελθόντα δὲ αὐτὸν ἐκ
καὶ αὐτοὶ τὰ ἴσα δρᾶν ἐσπούδαζον . ὁπλιζομένων ἀνθωπλίζοντο , ἐπεξιόντων ἀντεπεξῄεσαν , ἀναπαυομένων ἀντανεπαύοντο . Κλεομένης λάθρα παράγγελμα ἔδωκεν
7427127 σημανας
” „ οὗτος δὲ τίς ἐστι ; „ τῷ δακτύλῳ σημάνας ἐμέ . ” υἱός ἐστι τοῦδε , ” καὶ
στάδια δέκα . τῶν δὲ πολεμίων ἐκβοηθησάντων ὁ Μέμνων ἀνακλητικὸν σημάνας ἀνεχώρησεν εἴσω τοῦ τείχους , καὶ οἱ πολέμιοι δὲ
7426390 Λευκολλῳ
νεώτερος , ὁ τὴν Καρχηδόνα ὕστερον ἑλών , ὑποστρατευόμενος τότε Λευκόλλῳ Κελτίβηρσι πολεμοῦντι , ἐς τὸν Μασσανάσσην ἀφικνεῖτο , πεμφθεὶς
, ἀλλὰ καὶ ἃ παρεσκεύαστο πέμπειν τοῖς Μιθριδατείοις , ἐξαπέστειλε Λευκόλλῳ . Ταῦτα οἱ περὶ Κλεοχάρην θεασάμενοι , καὶ τέλεον
7422520 γερανοις
φησίν , ὁμογενέσι ζώιοις συναγελάζεται ὡς περιστεραὶ περιστεραῖς καὶ γέρανοι γεράνοις καὶ ἐπὶ τῶν ἄλλων ἀλόγων ὡσαύτως . ὣς δὲ
τοῦ στόματος : πρὸς δὲ τοὺς τρισπιθάμους πόλεμον εἶναι ταῖς γεράνοις καὶ τοῖς πέρδιξιν , οὓς χηνομεγέθεις εἶναι : τούτους
7403198 πελασαντες
δὲ ἐπὶ τοῦ φρουρίου τῇ καταλήψει ὀλίγαις ἡμέραις ὕστερον Ζαριάσποις πελάσαντες τῇ μὲν πόλει προσβαλεῖν ἀπέγνωσαν , λείαν δὲ πολλὴν
. μάχονται δὲ ἀπὸ ἵππων , σειρὰς ἱμάντων ἑλίσσοντες : πελάσαντες δὲ τοῖς πολεμίοις ἐφιᾶσι τοὺς ἀπὸ τῶν ἱμάντων βρόχους
7397597 λεηλατησαι
Ἀρταφρένης ἔχων ἀνδρῶν δύναμιν οὐκ ὀλίγην . Τὸ δὲ μὴ λεηλατῆσαι ἑλόντας σφέας τὴν πόλιν ἔσχε τόδε . Ἦσαν ἐν
ἧκεν ἔχων ἱππέας καὶ πεζούς . ἐβουλεύσατο οὖν κράτιστον εἶναι λεηλατῆσαι ἐκ τῆς Μηδικῆς , καὶ λαμπρότερόν τ ' ἂν
7397055 ἀγκυρισας
ἐστι ταῦτα καὶ τὸ “ διαλαβὼν ” καὶ τὸ “ ἀγκυρίσας ” . ΓΘ καταγαγὼν ] κατάξας . Γ Χερρονήσου
' ὄντα καὶ κεχηνότα , καταγαγὼν ἐκ Χερρονήσου , διαλαβὼν ἀγκυρίσας , εἶτ ' ἀποστρέψας τὸν ὦμον αὐτὸν ἐνεκολήβασας .
7382346 τραγικωτερα
! ! ! ! ! ! πεφρικότα ] ? ? τραγικώτερα ? ? ? δάκρυα λείβειν ? ? . [
. . . . ταῦτα μέντοι καὶ πολλὰ τούτων ἕτερα τραγικώτερα τοῖς Ἐμπεδοκλέους ἐοικότα τεράσμασιν ὧν καταγελῶσιν εἱλίποδ ' ἀκριτόχειρα
7379839 προδοντος
πόλεως εἷλε . καὶ τὸ τελευταῖον Σαραπίωνος Σύρου τὴν ἄκραν προδόντος , συμπάντων τῶν ἐν τῇ πόλει δραπετῶν ὁ στρατηγὸς
ἅπαντας . ἦσαν ἄνδρες πεντακισχίλιοι . Λυσίμαχος Ἀμφιπόλεως κρατήσας Ἀνδραγάθου προδόντος πολλὰ καὶ μεγάλα χαρισάμενος αὐτῷ , μείζονα δὲ ὑποσχόμενος
7373477 Καλλιξεινος
ἦν ἡ ἐγγυθήκη , σαφῶς παρίστησιν , ὡς καὶ ὁ Καλλίξεινος εἴρηκε , λεβήτων αὐτὰς ὑποθήματα εἶναι . οὕτως γὰρ
τὸν ἀριθμὸν ἀναγράψαι ῥᾴδιον . κατέλεξε δ ' αὐτὸν ὁ Καλλίξεινος . ἐστεφανώθησαν δ ' ἐν τῷ ἀγῶνι καὶ στεφάνοις
7362044 Πολυστρατον
Νικιάδην , Μέλητον , Ἀρχεβιάδην , Ἄρχιππον , Διογένη , Πολύστρατον , Ἀριστομένη , Οἰωνίαν , Παναίτιον . Πρώτη μέν
τὴν παιδίσκην καὶ συγκατέκλεισε τῷ Περσαίῳ . οἶδα δὲ καὶ Πολύστρατον τὸν Ἀθηναῖον , μαθητὴν δὲ Θεοφράστου , τὸν ἐπικαλούμενον
7358811 Χερρονησιτης
φησι : Ἀψινθίοισι πρὸς μεσημβρίαν ὁμουρέουσι Χερρονήσιοι . Ἡρόδοτος δὲ Χερρονησίτης : Χερρονησῖται ἀπὸ τῶν πύργων ἐσημήναντο τοῖσιν Ἀθηναίοισι τὸ
ἀριστερᾷ Πίγρης , ὁμώνυμος τῷ μεγάλῳ „ . τὰ ἐθνικὰ Χερρονησίτης καὶ Πελλαῖος καὶ Ἀπαμεύς . ἔστι καὶ τῆς μικρᾶς
7357803 προὐνοησεν
τί δὲ νυκτὸς μὲν καὶ τοῦ μὴ ἀνείμονά τινα κοιμηθῆναι προὐνόησεν , ἡμέρας δὲ καὶ τοῦ μὴ ἐγρηγορότα γυμνὸν ἀσχημονεῖν
δέ , ” ἔφη , “ καὶ τὸ αὐτόματον ἡμῶν προὐνόησεν . ἡ γὰρ τὸν θάλαμον αὐτῆς πεπιστευμένη Κλειὼ κεκοινώνηκέ
7357266 ἐπινωμᾳ
] μερίζει , ἀποκληροῖ . ἐπινωμᾷ ] μερίζει . Ξ ἐπινωμᾷ ] διαμερίζει . ἐπινωμᾷ ] ἐπιμερίζει . θ ἐπινωμᾷ
δ ' ἔρις ἅδ ' ὀτρύνει . ξένος δὲ κλήρους ἐπινωμᾷ Χάλυβος Σκυθῶν ἄποικος , κτεάνων χρηματοδαίτας πικρός , ὠμόφρων
7340616 ναυκληρων
τῶν συναγορευόντων αὐτοῖς , ἔτι δὲ τῶν ἐμπόρων καὶ τῶν ναυκλήρων περὶ ἔκπλουν ὄντων ἐκ τοῦ Πόντου , καὶ Βυζαντίων
κερδαλέας πρὸς τὸν μάντιν κατεροῦσιν , ὥστ ' ἀπολεῖται τῶν ναυκλήρων οὐδείς . Πῶς οὐκ ἀπολεῖται ; Προερεῖ τις ἀεὶ
7331683 βυρσοπωλης
. λέπαδνα : οἱ στηθιαῖοι λῶροι : τοῦτο δὲ ὡς βυρσοπώλης εἶπεν . ΓΘ ἄλλως : λεπτότατα καὶ εἰς πολλὰ
διὰ τὸ δύσοσμον . καὶ γὰρ αἱ βύρσαι δύσοσμοι , βυρσοπώλης δὲ ὁ Κλέων . ἰστέον ὡς βυρσοδέψης ἦν ὁ
7330630 ἐπικουρουντες
δή τινος πρῶτον ὀλίγοις πρὸς οὐ πολλοὺς γινομένης ἐξέδραμόν τινες ἐπικουροῦντες τοῖς σφετέροις ἐξ ἑκατέρου χάρακος : ἔπειθ ' ἕτεροι
βοηθοὶ διαφέρουσιν . ἐπίκουροι μὲν γάρ εἰσιν οἱ τοῖς πολεμουμένοις ἐπικουροῦντες , ὡς τοῖς Τρωσίν : βοηθοὶ δὲ οἱ σύμμαχοι
7330610 τευχηστην
μηχανῆς πεποιημένον . . χρυσήλατον ] ἐκ χρυσοῦ κατεσκευασμένον . τευχηστὴν ] ὡπλισμένον . . ἡγουμένη ] προοδοποιοῦσα . .
] ἐκ χρυσοῦ κατεσκευασμένον . θ τευχηστὴν ] ὁπλίτην . τευχηστὴν ] στρατιώτην , ὁπλίτην . τευχηστὴν ] στρατιώτην .
7326925 Πτωου
τρόφιν καὶ ἀδελφὸν † ἀπὸ τῶν ἀγαστόρων καὶ ὁμογαστόρων τοῦ Πτώου καὶ Ἀπόλλωνος ὑπάρχοντος τοῦ πατρός . καὶ ἄλλο τι
δεξιᾷ πέντε που καὶ δέκα σταδίους τοῦ Ἀπόλλωνός ἐστι τοῦ Πτώου τὸ ἱερόν . εἶναι δὲ Ἀθάμαντος καὶ Θεμιστοῦς παῖδα
7323859 Ἀκουσαντες
πάντες συμβάλλετε , ἵνα τὰς ἑαυτῶν ἕκαστοι χώρας καταμάθητε . Ἀκούσαντες δὲ ταῦτα οἱ μὲν συνεσκευάζοντο , ὁ δὲ Κῦρος
ἄνδρας ἅπαντας . Ἀνέκραγεν ἡ βουλὴ ὡς εὖ λέγει . Ἀκούσαντες δὲ ταῦτα Μαντίθεος καὶ Ἀψεφίων ἐπὶ τὴν ἑστίαν ἐκαθέζοντο
7319807 Πανακος
[ κδʹ . Πρὸς τὰς ἐκ τοκετοῦ χλωράς . ] Πάνακος ῥίζας τρίψας ἐν οἴνῳ γλυκεῖ δίδου πιεῖν νηστικῇ .
νίτρου λεάνας , δίδου πίνειν μεθ ' ὕδατος θαρρῶν . Πάνακος ῥίζης , κυμίνου , ἀνὰ δραχμὰς δύο , νίτρου
7315867 ἀνεστρεψεν
ζητῶν ἢ λείχων τὴν δρόσον τῶν ἤτοι θερόεις μέν : ἀνέστρεψεν ἐπὶ τὸν φρῦνον : θερόεις μὲν γὰρ οὗτος ,
ἱδρύσασθαι καὶ ὀνομάσαι Σώτειραν , ἡνίκα Ἀστερίωνα τὸν Μίνω καταγωνισάμενος ἀνέστρεψεν ἐκ τῆς Κρήτης . ἀξιολο - γώτατον δὲ εἶναι
7313238 ταραττομενοις
: τοῖς δὲ ἀνθρώποις τὰ μὲν ὑπὸ ζόφου καὶ λαίλαπος ταραττομένοις , τὰ δὲ ὑπὸ ἀστραπῶν , [ καὶ ]
πρὸς τοὺς γεγαμηκότας εἰρήνην πρυτανεύειν : καί που καὶ δήμοις ταραττομένοις ἐμμελῶς διελέχθη καὶ τοὺς πλείστους αὐτῶν ἔπεισεν ὑπουργεῖν τῇ
7309063 φρονημασιν
οὕτως ἐποίησε συμπαθεῖς τοὺς ἐν τῷ συνεδρίῳ καὶ ταπεινοὺς τοῖς φρονήμασιν ὥστε δοκεῖν αὐτοὺς ἡττῆσθαι καὶ μὴ νενικηκέναι . Ὅτι
, πολέμιόν τε οὐδὲν ὁρῶντες ἐς ἀντίπαλον μάχην καὶ τοῖς φρονήμασιν ἐς πᾶσαν ὕβριν ὠλισθηκότες . ὃ δὴ καὶ περιφανῶς
7302968 παθητικους
οὐκ ἐμπίπτει . ἀλλ ' ἥξεις εὐθὺς ἐπὶ τοὺς ἐπιλόγους παθητικοὺς ὄντας , καὶ καταδρομὴν πολλὴν ἔχοντας τοῦ φονεύσαντος ἐπιτρόπου
ἀπὸ τοῦ δευτέρου ἀορίστου . Ἤδη δὲ καὶ τοὺς ὁριστικοὺς παθητικοὺς ἀνασκοπήσωμεν χρόνους . Ἔστι μὲν οὖν ὁ παθητικὸς ἐνεστὼς
7302889 οἰμωγματων
πεπαιτέρα γὰρ μοῖρα τῆς τυραννίδος . ἦ γὰρ τεκμηρίοισιν ἐξ οἰμωγμάτων μαντευσόμεσθα τἀνδρὸς ὡς ὀλωλότος ; σάφ ' εἰδότας χρὴ
ὁ Πολυνείκης , ἐντέλλεται μήτε διὰ θυσιῶν μήτε δι ' οἰμωγμάτων τιμηθῆναι αὐτόν . ὀξυμόλποις ] ὀξυτάτοις θρήνοις . ὀξυμόλποις
7300674 ᾠκιστο
ἐπὶ δὲ ταῖς Βαβυλωνίαις πύλαις πέραν τοῦ Εὐφράτου ποταμοῦ πόλις ᾤκιστο ὄνομα Χαρμάνδη „ . τὸ ἐθνικὸν τῷ μὲν τῆς
μεγάλη δὲ πόλις ἡ Γάζα ἦν καὶ ἐπὶ χώματος ὑψηλοῦ ᾤκιστο καὶ τεῖχος περιεβέβλητο αὐτῇ ὀχυρόν . ἐσχάτη δὲ ᾠκεῖτο
7297528 συναγε
βόθρον προεμβληθέντος . Ἡνίκα ὁ φλοιὸς αὐτῶν ῥήγνυσθαι μέλλει , σύναγε ταύτας , καὶ ἀπολεπίσας ἅλμῃ πλῦνον , τοῦτο γὰρ
συνέμιξεν . σύναγε ] συνέμιξε . σύναγε ] συνῆγε . σύναγε ] ἥνωσε . θ σύναγε ] συνῆψε . Ξ
7297130 συνετελεσε
ἐκεῖνοι μὲν ἐπὶ σμικροῖς θεωρήμασι μέγιστον ἐφρόνησαν , Πυθαγόρας δὲ συνετέλεσε τὴν περὶ τῶν οὐρανίων ἐπιστήμην καὶ ταῖς ἀποδείξεσιν αὐτὴν
μὲν τῆς προσοριζούσης χώρας κατεκτήσατο , μεγάλας δὲ πράξεις πολεμικὰς συνετέλεσε . περιβόητος δὲ γενόμενος ἐπ ' ἀνδρείᾳ τοὺς ὑφ
7295286 ἀναμιμνησκω
εὐαγγέλιον ἔχεις : ἡδέως σε εἶδε . κἀγὼ δὲ αὐτὸν ἀναμιμνήσκω καὶ ἐπαινῶ σε παρ ' ἐκείνῳ . ” τοῦτο
Σαλαμῖνα . ὁρᾷς , ὅπως σε διὰ τῶν τροπαίων παλαιῶν ἀναμιμνήσκω χρόνων ; Ἥκεις εὖ ποιῶν ἐπὶ μείζω , οἶμαι
7294500 σασα
; ὦ φίλον Οἰδίπου τέκος , ἔδεις ' ἀκού - σασα τὸν ἁρματόκτυπον ὄτοβον ὄτοβον , ὅτε τε σύριγγες κλάγξαν
τοῦ βασιλέως τοὺς Κυρηναίους πικρῶς ἐχειρώσατο , καὶ ἀναχωρή - σασα εἰς Αἴγυπτον ἐτελεύτησε , καθὼς ἱστορεῖ Μενεκλῆς , ὁ
7292240 Μαγας
νεωτερίσειαν , ἀνεῳγυῖαν ἔχοι τὴν διὰ τῶν πυλῶν εἴσοδον . Μάγας Παραιτώνιον κατασχὼν συνέταξε τοῖς φρυκτωροῖς πυρσὸν φίλιον αἴρειν ἑσπέρας
. Παρὰ τοῦ βασιλέως γράμμαθ ' ἥκει σοι Μάγα . Μάγας , κακόδαιμον , γράμματ ' οὐκ ἐπίσταται . Οὐ
7292118 Ἑψε
: μίλτου Σινωπικῆς οὐγγίας ἕξ : ὄξους κύαθον ἕνα . Ἕψε λιθάργυρον , ψιμμύθιον , ἅλας λειότατον ποιήσας , μέχρις
, ἀνὰ λίτ . α , ὄξους τὸ ἀρκοῦν . Ἕψε ἔλαιον , λιθάργυρον , ψιμμύθιον : μεσαζούσης δὲ τῆς
7283988 κορυπτιλος
δὲ ὁ λευκὸς παραγωγῶς ὡς ἀπὸ τοῦ ὁδὸς ὁδίτης , κορυπτίλος ὁ κεράστης ἢ ὁ τοῖς κέρασι πλήττων . ὁ
κορυπτίλος ὁ κεράστης ἢ ὁ τοῖς κέρασι πλήττων . ὁ κορυπτίλος : ὁ πλήκτης ἀπὸ τοῦ κορύπτω . πρὸς τὸν
7281639 προετεταχατο
τῇ ἐρυθρᾷ θαλάσσῃ καὶ Σιττακηνοὶ εἰς βάθος ἐπιτεταγμένοι ἦσαν . προετετάχατο δὲ ἐπὶ μὲν τοῦ εὐωνύμου κατὰ τὸ δεξιὸν τοῦ
. τοῦ δὲ δεξιοῦ οἵ τε Ἀρμενίων καὶ Καππαδοκῶν ἱππεῖς προετετάχατο καὶ ἅρματα δρεπανηφόρα πεντήκοντα . οἱ δὲ Ἕλληνες οἱ
7281241 διηνυον
τοῦ . . ΖΩΕΣΚΟΝ . Ἤγουν ἔζων , τὴν ζωὴν διήνυον . Ζῶ κοινὸν , ἀφ ' οὗ ζώω παρὰ
ἐπὶ ζευγῶν πορευόμενοι , τὴν ἡμερησίαν πορείαν ἐν τρισὶν ἡμέραις διήνυον . ἦσαν δέ τινες αὐτοῖς καὶ τῶν εἰς τοὺς
7280560 μυμυ
ἵνα ξυναυλίαν κλαύσωμεν Οὐλύμπου νόμον . Μυμῦ μυμῦ μυμῦ μυμῦ μυμῦ μυμῦ . Τί κινυρόμεθ ' ἄλλως ; Οὐκ ἐχρῆν
ξυναυλίαν κλαύσωμεν Οὐλύμπου νόμον . Μυμῦ μυμῦ μυμῦ μυμῦ μυμῦ μυμῦ . Τί κινυρόμεθ ' ἄλλως ; Οὐκ ἐχρῆν ζητεῖν
7280233 Ἀλβια
καὶ διὰ τοῦ π καὶ διὰ τοῦ β . καὶ Ἀλβία ἡ χώρα διὰ τοῦ β . Ἀλπηνοί , κώμη
καὶ Ἄλπεις . καὶ Ἄλπεια ὄρη , καὶ Ἄλβαια καὶ Ἀλβία ἡ χώρα . . . † ἀλπηνός : κώμη
7279873 ξυνωρισιν
] τὸν τοὺς χαλινοὺς φέροντα . αὐτοῖς ] σύν . ξυνωρίσιν ] ἅρμασιν . τελευταῖος τῶν τριμέτρων ἰάμβων . #
ς ' ἆρα κινήσειν ἐγὼ αὐτοῖς τροχοῖς τοῖς σοῖσι καὶ ξυνωρίσιν . οἷον τὸ πραγμάτων ἐρᾶν φλαύρων : ὁ γὰρ
7279701 χασκεις
” Μέλλων ὁδεύειν τῆς κυνός τις ἑστώσης εἶπεν “ τί χάσκεις ; πάνθ ' ἕτοιμά σοι ποίει : μετ '
μεμνῆσθ ' ἃ λέγω , πρόσεχ ' οἷς φράζω , χάσκεις αὐτός . βλέψον δεῦρ ' εἴ πως αὐτὰ φράσεις
7273216 χρυσονομου
ἐφέταις , ἤτοι τοξόταις καὶ ἡγεμόσι , τοῖς ἀπὸ τῆς χρυσονόμου γενεᾶς , ὀχυροῖς , στυφέλοις καὶ σκληροῖς ὁ ἰσόθεος
* ταρακτικοῖς ἢ σκληροῖς . ἐφέταις ] * τοξόταις . χρυσονόμου ] * πλουσιωτάτης : τοιοῦτοι γὰρ οἱ Πέρσαι .
7264157 βραδυνε
οἴκους , ταῦτά μοι πρᾶξον , τέκνον , καὶ μὴ βράδυνε μηδ ' ἐπιμνησθῇς ἔτι Τροίας : ἅλις γάρ μοι
τὴν ἐπαγγελίαν γενόμενος καὶ ἀναρτήσας ἑαυτὸν τῆς ἀκροάσεως “ μὴ βράδυνε ” φησὶν “ ἀλλ ' ἤδη διηγοῦ . ”
7263495 προειστηκεσαν
δὲ ὑσγινοβαφῆ , πολλοὶ δὲ καὶ κυάνεα εἶχον περιβόλαια . προειστήκεσαν δὲ τούτων ἀργυράσπιδες Μακεδόνες πεντακόσιοι . κατὰ δὲ μέσην
ὄντες τὴν ἐκ τῶν νόμων ἀνάγκην τοῖς ἀπειθοῦσι προσφέρειν : προειστήκεσαν γὰρ τοῦ πλήθους οἱ δήμαρχοι καὶ κωλύσειν ἔμελλον ,
7262293 Ἀμφισσευσι
, ἐδῄωσαν γὰρ καὶ Εὐβοέων τὴν χώραν , τρίτην δὲ Ἀμφισσεῦσι , τεμόντες καὶ τὴν Ἀμφισσέων περὶ ἀκμὴν σίτου .
προστάγματα τῶν Ἀμφικτυόνων . τὰ δ ' αὐτὰ καὶ τοῖς Ἀμφισσεῦσι συνέβη . Λοκρῶν δ ' εἰσὶν οὗτοι τῶν Ὀζολῶν
7261704 ἀνευροι
: αὐτὸς δὲ πάντα ἀνηρεύνα , εἴ που τὸν Ἁβροκόμην ἀνεύροι . Ὁ δὲ Ἁβροκόμης τὰ μὲν πρῶτα ἐπιπόνως ἐν
Παρσώνδην ἐξέκαμε , καὶ δῶρα προτείνων , εἴ τις αὐτὸν ἀνεύροι ἢ ζῶντα ἢ τεθνεῶτα , ὑπελάμβανέ που ἐν κυνηγεσίῳ
7260802 Δικαιοπολι
ὠνούμενοι . Γ πημανεῖται ] βλάψει , λυπήσει , ὦ Δικαιόπολι . Γ ἐξομόρξεται : ἐναποψήσεται , ἐναπομάξει . ὡς
. Κλάων μεγαριεῖς . Οὐκ ἀφήσεις τὸν σάκον ; Δικαιόπολι Δικαιόπολι , φαντάδδομαι . Ὑπὸ τοῦ ; Τίς ὁ φαίνων
7259039 ἐπιταξαντος
Καλλιρρόῃ ταῦτα λαβὼν ἐκόμιζεν , ἐνεδρευθεὶς ὑπὸ τῶν Φηγέως παίδων ἐπιτάξαντος τοῦ Φηγέως ἀναιρεῖται . Ἀρσινόην δὲ μεμφομένην οἱ τοῦ
δέ σοι οὕτως , εἴ σοι φίλον . καί ποτε ἐπιτάξαντος τοῦ ἰατροῦ , οὐκ ἠνέσχετο δέξασθαι ὁ κάμνων ,
7258974 σφενδονηταις
ἄλλον χρόνον ἐστρατευόμην ὁμοῦ τοῖς Γυμνοῖς οἷον ψιλοῖς τισιν ἢ σφενδονήταις ἐκείνοις ἐμαυτὸν ξυντάττων , νυνὶ δὲ ὁπλιτεύσω καὶ κοσμήσει
πολλοῖς μὲν ἱππεῦσι , πολ - λοῖς δὲ ἀκοντισταῖς καὶ σφενδονήταις καὶ ὁπλίταις δὲ οὐκ ὀλίγοις , καὶ οἱ ἐν
7258391 πτερωτῳ
ὥρμησα ἀπέδιλος ] ἀνυπόδητος , γυμνοὺς ἔχουσα τοὺς πόδας ὄχῳ πτερωτῷ ] ἐν ἅρματι ἢ ἐν πτεροῖς : ὄχημα γὰρ
τολμηρότερον ἐνταῦθα παρεῖναι : ἦλθον δὲ καὶ ὥρμησα ἀπέδιλος ὄχῳ πτερωτῷ . διὰ τοῦτο δὲ δηλοῖ ὅτι σπουδαίως παρεγένοντο ,
7257160 χειρωματα
τυμβοχόα ] ἐπιτάφια . θ χειρώματα διὰ χειρῶν ἐργαζόμενα . χειρώματα ] θύματα τὰ διὰ τῆς χειρὸς γινόμενα . θ
χειρώματα ] θύματα τὰ διὰ τῆς χειρὸς γινόμενα . θ χειρώματα ] θύματα . μήτε μὴν ὀξυτάτοις θρήνοις τιμᾶν αὐτόν
7256985 ὀχους
' ἀγρὸν οὗ πόσις θυηπολεῖ Νύμφαισιν . ἀλλὰ τούσδ ' ὄχους , ὀπάονες , φάτναις ἄγοντες πρόσθεθ ' : ἡνίκ
ἰδόντες οἱ ναυπηγοὶ κατεσκεύασαν νῆας . πρώτιστος : πρῶτος . ὄχους : ἢ πλοῖα , ἅρματα : ὀχήματα τῆς θαλάσσης
7255893 εἰδικαι
ὁ γ , καὶ πάντες οἱ ἐφεξῆς ἀριθμοί . αἱ εἰδικαὶ ταῖς εἰδικαῖς . ἀντὶ τοῦ πολλαπλασιεπιδίτριτος ἢ πολλαπλασιεπιτέταρτος καὶ
ἵππος . εἰ δὲ αἱ ἄτομοι οὐσίαι , καὶ αἱ εἰδικαὶ οὐσίαι ὁμοίως οὐσίαι ὡς ἴσον ἀφεστηκυῖαι τῶν ἀτόμων οὐσιῶν
7255446 ἀπεσταλμενοις
, ἕως ἂν παραγινομένους ἀσπάσηται . Παρελθόντων δὲ σὺν τοῖς ἀπεσταλμένοις δώροις καὶ ταῖς διαφόροις διφθέραις , ἐν αἷς ἦν
τὰς παρὰ τοῦ Ἐλεαζάρου . Περὶ πολλοῦ δὲ ποιούμενος τοῖς ἀπεσταλμένοις ἀνδράσιν ἐντυχεῖν , ἐκέλευσε τοὺς λοιποὺς πάντας ἀπολῦσαι τοὺς
7253734 Μενεστρατον
ἐν τῷ λόγῳ ὑποσημαίνει , καὶ Λυσίας ἐν τῷ πρὸς Μενέστρατον , εἰ γνήσιος ὁ λόγος ἐστίν . Πρόκλησις :
τὰ ἥδιστα πεποιηκέναι . Ἀκούω δ ' αὐτὸν καὶ εἰς Μενέστρατον ἀναφέρειν τι περὶ τῶν ἀπογραφῶν τούτων : τὸ δὲ
7252440 Μυθον
τουτογί , ὦ φίλταται , τὸν χρησμὸν εἰ προδώσομεν . Μῦθον βούλομαι λέξαι τιν ' ὑμῖν , ὅν ποτ '
ψυχὴν ἐκεῖ ἐκδιδόντες . ριγʹ Σχολὴ μὲν δὴ ὡς ἔοικε Μῦθον βούλεται εἰπεῖν , διὰ τοῦ μύθου διεγείρων ἡμᾶς ,
7250156 Ἀμπελωνας
δὲ τῶν κακοποιῶν τις ἐπίδῃ ἀνυπερθέτως τὸ τοιοῦτον συμβήσεται . Ἀμπελῶνας δὲ καὶ κήπους ἐν Ἰχθύσι καὶ Καρκίνῳ καὶ Ὑδροχόῳ
καὶ τῶν κακοποιῶν τις ἐπίδῃ ἀδηρίτως τὸ τοιοῦτον συμβήσεται . Ἀμπελῶνας δὲ καὶ κήπους ἐν Ἰχθύσιν , Καρκίνῳ , Ὑδροχόῳ
7247038 Ὀπιου
πάσχοντας : ἔχει δὲ ἡ γραφὴ αὐτοῦ . οὕτως : Ὀπίου . . . . . . . . .
ἄρτῳ κατάπλασσε . Πρὸς τοὺς ἐν τοῖς βλεφάροις ἄνθρακας . Ὀπίου , μίσυος ὀπτοῦ , ἀκακίας , λεπίδος χαλκῆς ἀνὰ
7246966 συνηγειρε
ὡς τάχιστα ἐπιμελεῖσθαι . Ἐπεὶ δὲ περιῆλθεν ὁ ἐνιαυτός , συνήγειρε στρατιὰν εἰς Βαβυλῶνα , καὶ λέγεται αὐτῷ γενέσθαι εἰς
. Ὁ δὲ Ἀρκεσίλεως τοῦτον τὸν χρόνον ἐὼν ἐν Σάμῳ συνήγειρε πάντα ἄνδρα ἐπὶ γῆς ἀναδασμῷ : συλλεγομένου δὲ στρατοῦ
7246514 κληιθρα
ἀκούσαθ ' οἷος κέλαδος ἐν δόμοις πίτνει . σὺ παρὰ κλῆιθρα , σοὶ μέλει πομπίμα φάτις δωμάτων : ἔνεπε δ
ἕδρας ἡ Τυνδαρὶς παῖς ἐκπεπόρθμευται χθονός . ὠή , χαλᾶτε κλῆιθρα , λύεθ ' ἱππικὰς φάτνας , ὀπαδοί , κἀκκομίζεθ
7245564 γυιοδαμαις
ἐν τῷ εὐθυδρομῆσαι καὶ νικῆσαι κατὰ τὸν δρόμον ἐν ταῖς γυιοδάμαις τῶν πληγῶν τοῦ φυλακίδα . κοινωνεῖ γὰρ αὐτῷ τῆς
, φησί , καὶ τὸν ἀλείπτην αὐτοῦ τοῖς πόνοις τοῖς γυιοδάμαις ποιήσαντα τὸν τῶν πληγῶν δρόμον εὐθυπορῆσαι . παγκρατιαστὴς γὰρ
7244911 κωλυσειν
ὃ δὲ Ῥωμαίους οἱ μόνους αὐξομένῳ μάλιστα ἐμποδὼν ἔσεσθαι καὶ κωλύσειν ἐς τὴν Εὐρώπην περαιούμενον . οὐδενὸς δέ πω φανεροῦ
προενστατέον καὶ προαγορευτέον : οὕτω γὰρ ἂν μάλιστα τὸν πυνθανόμενον κωλύσειν Εἰ προαισθάνηται , φησίν , ὁ ἐρωτῶν ὅτι μεταφέρεις
7244778 ὠφεληθειη
πεῖσαι δύναιτό τις μηδένα τῶν παρόντων , μήτ ' ἂν ὠφεληθείη μηδὲν ἀπ ' αὐτῶντίς γὰρ ἂν ἀνθρώπων ποτὲ πεισθείη
Μενοικεὺς ὠφεληθῆναι , ὅτ ' ἀπέθνῃσκεν ; Τοιαῦτά τις εἰπὼν ὠφεληθείη [ ἢ ] οἷα ἐκεῖνος ὠφελήθη . Ἔα ,
7244473 ἐτειχισε
ἐξ αὐτοῦ Νίνυαν παῖδα . μετὰ δὲ τὸν Νίνου θάνατον ἐτείχισε τὴν Βαβυλῶνα ὀπτῇ πλίνθῳ καὶ ἀσφάλτῳ καὶ τὸ τοῦ
Φοίνικες ἔσχον οἱ μετὰ Κάδμου . ὃς τήν τε Καδμείαν ἐτείχισε καὶ τὴν ἀρχὴν τοῖς ἐκγόνοις ἀπέλιπεν . ἐκεῖνοι δὲ
7242976 βαυ
' ἀνδρὸς ἄνδρα Κερκίδας ἀπέκτεινεν . × – ˘ “ βαύ βαύ ” καὶ κυνὸς φωνὴν ἱείς . ἀνὴρ ὅδ
ἀνδρὸς ἄνδρα Κερκίδας ἀπέκτεινεν . × – ˘ “ βαύ βαύ ” καὶ κυνὸς φωνὴν ἱείς . ἀνὴρ ὅδ '
7240512 ἀποβας
ἄλλας τε ναῦς καὶ ὁπλίτας . αὐτὸς δὲ τῆς νυκτὸς ἀποβὰς εἰς τὴν Αἴγιναν πορρωτέρω τοῦ Ἡρακλείου ἐν κοίλῳ χωρίῳ
παιδὶ παραδοῦναι , καὶ διὰ τοῦτο ἦλθεν εἰς Ῥόδον . ἀποβὰς δὲ τῆς νεὼς σὺν τοῖς ἥρωσι κατά τινα τῆς
7239011 Ψευδοφιλιππος
Καρχηδονίων μεθ ' ἱππέων χιλίων καὶ διακοσίων . Ὅτι ὁ Ψευδοφίλιππος περιβοήτῳ μάχῃ νικήσας Ῥωμαίους ἐξετράπη πρὸς ὠμότητα καὶ παρανομίαν
μετὰ τῶν ἱππέων καὶ πρὸς Καικίλιον ἀπεχώρησεν . ὁ δὲ Ψευδοφίλιππος ἐπὶ τοῖς πραχθεῖσιν ἀγανακτήσας τήν τε γυναῖκα καὶ τὰ
7234536 κρεαγρα
. . ἐκ δὲ τῶν σκευῶν . . . καὶ κρεάγρα . . . καὶ ἐξαυστήρ . . . .
, ἀνιμῶσα τὰ ζεστὰ διὰ τὸ τὰς χεῖρας καίεσθαι . κρεάγρα δὲ εἴρηται ἀπὸ τοῦ τὰ κρέα τὰ ἐπὶ τοῖς
7233170 ἀθυτων
δὴ καὶ τῶν ἀγαθῶν ἀνδρῶν ἄξιόν ἐστιν ἐπιμνησθῆναι οὓς οὗτος ἀθύτων καὶ ἀκαλλιερήτων ὄντων τῶν ἱερῶν ἐκπέμψας ἐπὶ τὸν πρόδηλον
. Ἀμεινιάδης ] οὗτος μάντις ἦν Ἀθηναῖος . . . ἀθύτων καὶ ἀκαλλιερήτων ] ἐκ παραλλήλου . . . .
7232460 προσκαθημενων
τὸ μεθιστάναι αὐτὴν οὐκ ἐδόκει ἡμῖν ἀσφαλὲς εἶναι ὑμῶν πολεμίων προσκαθημένων . Καὶ τὰ μὲν ἐς τὰς ἐμὰς διαβολὰς τοιαῦτα
μάχοιντο προθυμότερον ὡς ἀποληψόμενοι χρυσοῦ μοίρας μεγίστας . Μυγδόνιος πολεμίων προσκαθημένων λιμῷ πιεζόμενος , σωροὺς ὑπερμεγέθεις γῆς καὶ λίθων ἐν
7229005 ἀμελησεις
ἐμοὶ πειθόμενος εἰς τὴν θάλατταν φέρων ἐμβαλεῖς , γάμου δὲ ἀμελήσεις καὶ παίδων καὶ πατρίδος , καὶ πάντα σοι ταῦτα
ὑπογαστρίοις καὶ σαπέρδην ἐνθήσεις καὶ ἔτνος ὅτι κἀκεῖνο παρεσκεύαστο , ἀμελήσεις δὲ τῶν εὐτελεστέρων . Μάλιστα δὲ σωφρονητέον ἐν ταῖς
7226334 Τιμασιωνι
μὴ χωρεῖν πρόσω , τὸν δὲ ἐρρωμένως ξύν τε τῷ Τιμασίωνι καὶ τῷ Νείλῳ τοῦ τρίτου καταρράκτου ἔχεσθαι , περὶ
Ξενοφῶντος . καὶ ὁ Φρυνίσκος καὶ ὁ Κλεάνωρ συνωμολόγουν τῷ Τιμασίωνι . ἐντεῦθεν ὁ Σεύθης ἐλοιδόρει τὸν Ἡρακλείδην ὅτι οὐ
7224589 σωρακος
μάκτρα , σκαφίς , φορμός , ψίαθος , κόφινος , σώρακος , σταφυλοβόλιον , ὅ ἐστι ταμιεῖον . τριπτήρ ,
γὰρ κακοῦ τού μοι δοκεῖ . Κακῶν τοσούτων ξυνελέγη μοι σώρακος . δακτύλιον χαλκοῦν φέρων ἀπείρονα . Πρὸς τὸν στροφέα
7223139 προδραμων
] δή . ὑποδραμὼν τῶν ἐκ Πύλου : ἀντὶ τοῦ προδραμών , καταδραμὼν τοὺς ἐν Πύλῳ στρατηγούς . ὅτι συνεχῶς
ἐπιβάλλουσιν . Τις : αὐτῶν . προθορῶν : προπηδήσας ἢ προδραμών . ἑτέρης : μιᾶς . ἑτέρης στιχός : ἀπ
7220637 συναλλαγηναι
, τοῖς δὲ ἄλλοις εἰσπέμψαντες τοὺς φίλους καὶ ἀναγκαίους ἔπεισαν συναλλαγῆναι . καὶ ὀμόσαντες ὅρκους ἦ μὴν μὴ μνησικακήσειν ,
ἀποστάντος τοῦ Καίσαρος ἔπειθε τὰ ἐς ἀλλήλους μὴ δυσίατα ποιουμένους συναλλαγῆναι Λεπίδῳ τε καὶ Ἀντωνίῳ . οἱ δὲ προεώρων μὲν
7217548 Σπινθηρ
ἐν τῷ ὕψει ἀήρ . Ἐλατήρ : ὁ ἡνίοχος . Σπινθήρ : ὁ μικρὸς ἄνθραξ . Ἐλευθήρ : ὁ ἀπὸ
τὸ συνεσπειραμένην ἔχειν ἐν αὐτῷ τὴν τῆς δυνάμεως τελειότητα . Σπινθήρ . παρὰ τὸ σπεῖραι πεποίηται . ὁ τὸν τοῦ
7217134 περισχων
ἐς διαρπαγὴν τῶν ἐν αὐτῇ , τὴν δὲ ἀκρόπολιν κύκλῳ περισχὼν τῷ στρατῷ καὶ περισταυρώσας πάντοθεν καὶ μηχανὰς ἐπιστήσας ἐπολιόρκει
ἐκκλησία τηνικαῦτα οὖσατούτους τε ἅπαντας κατηκόντισε , πελτασταῖς ἐν κύκλῳ περισχὼν καὶ τοξόταις , καὶ τὸ ἄλλο ὅσον ἐν ἡλικίᾳ
7216704 ἀκολουθουσαι
. , . . , . ἀκολουθοῦντε : ἀντὶ τοῦ ἀκολουθοῦσαι δυϊκῶς . οὕτως Ἕρμιππος . καὶ γὰρ κέχρηνται ταῖς
. ψυχικὰ δὲ ἀγαθὰ τὰ σπουδαῖα ἠθικὰ καὶ αἱ τούτοις ἀκολουθοῦσαι πράξεις , οἷον ὅτι φρόνιμος , ὅτι σώφρων ,
7215897 Αἰγιεες
Ἀργεῖοι λινοθώρηκες , κέντρα πτολέμοιο . ὑμεῖς δ ' , Αἰγιέες , οὔτε τρίτοι οὔτε τέταρτοι οὔτε δυωδέκατοι οὔτ '
τινῶν , τίνες κρείττους τῶν Ἑλλήνων ; τοῦτο ἀντεφθέγξαντο : Αἰγιέες οὔτε τρίτοι οὔτε τέταρτοι . Ἄκαιρος εὔνοι ' οὐδὲν
7215888 μεθυσας
, καὶ ταύτῃ μηδὲ τὰς πύλας ἔχειν παρεγγυησάμενος κεκλεισμένας , μεθύσας τε τὸν δῆμον , ἐκ συνθήματος κατὰ τὴν αὐτὴν
αὖθις δὲ ἐλθὼν εἰς Χίον Μερόπην τὴν Οἰνοπίωνος ἐμνηστεύσατο . μεθύσας δὲ Οἰνοπίων αὐτὸν κοιμώμενον ἐτύφλωσε καὶ παρὰ τοῖς αἰγιαλοῖς
7213361 βρεχομαι
' ] † βρέχε τοὺς ὀφθαλμούς . τέγγομαι ] † βρέχομαι τοῖς δάκρυσι . βόα ] θρήνει . νυν ]
βρέχε . * τώ , ἤγουν τοὺς ὀφθαλμοὺς . * βρέχομαι τοῖς δάκρυσι δηλονότι . * καὶ ἰσόγοα ἤγουν διατόρως

Back