ἀγέλης καὶ τῶν θρεμμάτων τῶν ἐμῶνμὴ γάρ ποτε σκυθρωπάζων ἐγὼ θεασαίμην τὸ ποίμνιονλόγος ἡγείσθω πρὸς Μουσῶν λειμῶνας καὶ νάματα ,
πρὸς αὐτὸν εὐνοϊκῶς ἔχοντας : εἰ δὲ λῃστὰς ἢ πολεμίους θεασαίμην ἐπ ' αὐτὸν ὁρμῶντας , ὁπλισαίμην καὶ παρὰ δύναμιν
4761134 καταπεψαι
ἀριστᾶν ἁρμόττει ψυχρὸν τοσοῦτον ὅσον ἔσται πρὸ τοῦ δειλινοῦ γυμνασίου καταπέψαι δυνατός . ὄψον δ ' ἕξει λάχανον ἑφθὸν ἢ
ἀλαζονείᾳ . ὑγιῶς δὲ τῇ τροπῇ διόλου ἐχρήσατο , τῷ καταπέψαι τὸν κόρον ἐφαρμόσας . διὰ γὰρ τοῦ κόρου ,
4694114 εὐπροσιτος
' ἂν τούτῳ κατ ' ἄλλην χρείαν ὁ εὐπρόσοδος , εὐπρόσιτος , εὐέντευκτος , εὐεπίμικτος , εὐξύμβολος , μειλίχιος ,
τε δεσπότης ἐκ τῆς πρὸς τοὺς οἰκέτας ἰταμότητος ἢ φιλανθρωπίας εὐπρόσιτος , ἢ φιλαπεχθήμων τοῖς ἐντυγχάνουσιν δόξειεν : τόν τε
4657872 τερπνον
' ἵπποις χρυσέαις καὶ Κορίνθου δειράδ ' ἐποψόμενος δαιτικˈλυτάν . τερπνὸν δ ' ἐν ἀνθρώποις ἴσον ἔσσεται οὐδέν . εἰ
θανεῖν ἀώρους παῖδας , ἀλλ ' εὐδαίμονας ἐν γῆι πατρώιαι τερπνὸν ἐκπλῆσαι βίον . πάντας δὲ βωμούς , οἳ κατ
4619309 προσφερων
πάντα βλαστάνει βροτοῖς φθίνει τε . καὶ παιδὶ καὶ γέροντι προσφέρων τρόπους σφαγὰς δὲ Δαναοῦ παρθένων Λυγκεὺς φυγὼν Ἄβαντα φύει
ψυχραὶ , τούτῳ φάρμακον μὲν μὴ διδόναι , θεραπεύειν δὲ προσφέρων ψύγματα καὶ πρὸς τὴν κοιλίην καὶ πρὸς τὸ ἄλλο
4607115 ἀποδοκιμαζων
λόγον , ἀλλ ' ὅμως καὶ οὕτως λάθοι τις ἂν ἀποδοκιμάζων μᾶλλον , ὅσον εἰς τὴν παροῦσαν σκέψιν , ἢ
, μήτ ' ἕνα ὑμέων ἐξαίρετον ἀποκρίνων μήτε τοὺς λοιποὺς ἀποδοκιμάζων . Ἀλλ ' , οὐ γὰρ οἷά τέ ἐστι
4513762 ἀνδρ
' Ἑρμῆ , μὴ λέγε , ἀλλ ' ἔα τὸν ἄνδρ ' ἐκεῖνον οὗπέρ ἐστ ' εἶναι κάτω : οὐ
τεμένεα νέμεται καὶ δαῖτας ἐΐσας δαίνυται , ἃς ἐπέοικε δικασπόλον ἄνδρ ' ἀλεγύνειν : πάντες γὰρ καλέουσι . πατὴρ δὲ
4390021 Ἐρωτ
Μούσαισι : κοράσια , τὰν Ἀφροδίταν τιμᾶτ ' ἢ τὸν Ἔρωτ ' ὔμμιν ἐφοπλίσομαι . αἱ Μοῦσαι ποτὶ Κύπριν :
: ” κοράσια , τὰν Ἀφροδίταν τιμᾶτ ' ἢ τὸν Ἔρωτ ' ὔμμιν ἐφοπλίσομαι . “ αἱ Μοῦσαι ποτὶ Κύπριν
4352853 χαιρων
, ἀνωϊστί , δόλῳ οὐλομένης ἀλόχοιο . ὣς οὔ τοι χαίρων τοῖσδε κτεάτεσσιν ἀνάσσω : καὶ πατέρων τάδε μέλλετ '
μὲν δὴ αὐτοὶ Πυθαγόρειον ἤδη τῷ Ἀπολλωνίῳ ἐφάνη καὶ ἠκολούθει χαίρων . Τὸν δὲ ὄχθον , ἐφ ' οὗ οἱ
4348455 μωμον
τὸ μὲν ἄξιον ἐπαίνου ἐπαίνωι τιμᾶν , τῶι δὲ ἀναξίωι μῶμον ἐπιτιθέναι : ἴση γὰρ ἁμαρτία καὶ ἀμαθία μέμφεσθαί τε
τῷ προσώπῳ εὐειδεῖς καὶ ἐπιτερπεῖς , ἐοικότες γυναικί , ἀλλὰ μῶμον ἕξουσιν ἐν τῷ ἀριστερῷ ὀφθαλμῷ ἢ περὶ τὸν ἕνα
4341663 φορεις
χειμάζομαι . ἁγνὰς μέν , ὦ παῖ , χεῖρας αἵματος φορεῖς ; χεῖρες μὲν ἁγναί , φρὴν δ ' ἔχει
δέ , ἔφη , καὶ τὸν θυμὸν ἐν τῇ ψυχῇ φορεῖς ἠκονημένον , χαλεπὸν οὕτως καὶ βίαιον κέντρον . οὐκ
4332928 πολυμοχθε
χειρὸς , ἔχοντα [ οὕτως ] : ⌊ Ἀρετὰ ⌋ πολύμοχθε ⌊ ⌋ γένει βροτείωι , θήραμα ⌊ κάλλιστον ⌋
μεστὲ Ἄρες : ὦ πολύμοχθος Ἄρης : ἔδει : ὦ πολύμοχθε Ἄρες . Ἀττικὴ δέ ἐστιν ἡ κλίσις : τί
4319456 εὐξυνετον
: τοῦτο προσέθηκε διὰ τὸ εἶναι τὸν αὐτὸν ξυνιέντα καὶ εὐξύνετον , καὶ ἐντεῦθέν φησι ληφθῆναι τὸ τῆς συνέσεως ὄνομα
ἃ παρὰ πετρίνας πόντου δειράδας ἀλκυὼν ἔλεγον οἶτον ἀείδεις , εὐξύνετον ξυνετοῖς βοάν , ὅτι πόσιν κελαδεῖς ἀεὶ μολπαῖς ,
4284088 γεωργον
' ἀνὴρ καὶ φιλοθρέμμων τοῦ ζῴου τούτου , οὐ κατὰ γεωργὸν Αἰγύπτιον , οὐδὲ κατὰ ἱππικὸν Θετταλόν , οὐδὲ κατὰ
ἐλέγχονται . σφῆκές ποτε καὶ πέρδικες δίψει συνεχόμεναι ἧκον πρὸς γεωργὸν καὶ παρὰ τούτου ποτὸν ᾔτουν , ἐπαγγελλόμεναι ἀντὶ τοῦ
4260253 ἀρειονα
Νὺξ ἔτεκε τὴν ἀμείνω Ἔριν , φησὶ παρὰ τοῦ Διὸς ἀρείονα γενέσθαι δόντος αὐτῇ καὶ ἐν τῷ κόσμῳ δύναμιν σεμνοτέραν
αἰδὼς οὐκ ἔσται , βλάψει δ ' ὁ κακὸς τὸν ἀρείονα φῶτα μύθοισι σκολιοῖς ἐνέπων , ἐπὶ δ ' ὅρκον
4236850 συνευναζεσθαι
νέαν ποτὶ βάλλει κούρην : ἐπὶ τῶν πρεσβυτέρων βουλομένων νέαις συνευνάζεσθαι . Ἄξιος εἶ τῆς ἐν Ἄργει ἀσπίδος : ἐπὶ
γέροντι νέαν ποτιβάλλει κούρην : ἐπὶ τῶν πρεσβυτέρων βουλομένων νέαις συνευνάζεσθαι . Ἄξιος εἶ τῆς ἐν Ἄργει ἀσπίδος : ἐπὶ
4225775 τεθραμμενον
, ὅταν τεκόντος αἰχμάλωτος ἐς χέρας ἡ πατρομήτωρ τὸν δνόφῳ τεθραμμένον βάλῃ νεογνὸν σκύμνον . ᾗ μόνῃ ζυγὸν δούλειον ἀμφήρεισαν
“ , ὡς ” τραφείς “ . ὥσπερ οὖν ” τεθραμμένον “ , οὕτω ” κεκλαμμένον “ ἔφη . φορμίδες
4222026 συναγαγε
' αὔξων εἰς στάσιν ἄμμε βάλῃς † κόγχον καὶ κύαμον συνάγαγε κἂν τάδε δράσῃς ῥηϊδίως στήσεις τρόπαιον κατὰ πενίας †
χρήσασθαι ; ἀπορία καὶ δάνεια περιέστηκεν : κόγχον καὶ κύαμον συνάγαγε , φησὶν ὁ Κράτης , καὶ τὰ τούτοις πρόσφορα
4216152 καρπουμενη
ταύτης ἔπι τελοῦσα μὲν ἡ μήτηρ αὐτοῦ καὶ καθαίρουσα καὶ καρπουμένη τὰς τῶν χρωμένων οὐσίας ἐξέθρεψε τοσούτους τουτουσί , διδάσκων
? ἀνὴρ τοιάνδε ? μοῖραν παρὰ [ ] ? θεῶν καρπουμένη [ τέκμαρ ? ? δὲ λέξω ? τῶι ?
4208172 ἑψητοις
σοφή , σοφὴ σύ , εἰς δὲ τὸ ἐν τοῖς ἑψητοῖς ὡραῖον : οὐκ ἀπ ' ἐμοῦ σκεδάσεις ὄχλον ,
: σοφὴ σοφὴ σύ , εἰς δὲ τὸ ἐν τοῖς ἑψητοῖς ὡραῖον : οὐκ ἀπ ' ἐμοῦ σκεδάσεις ὄχλον ,
4176426 παιδεραστην
γείτων ἔκ τινος εὐτελοῦς αἰτίας προσκεκρουκὼς ἀνακρινόμενος εἴπῃ μοιχὸν ἢ παιδεραστήν , τοῦτ ' ἐκεῖνο , ἐκ τῶν Διὸς δέλτων
ἔρωτι . τόν μοι Πάν : ἐπικαλεῖται τὸν Πᾶνα ὡς παιδεραστήν , ἐπεὶ καὶ αὐτὸς τοιοῦτός ἐστιν . καὶ Καλλίμαχος
4175489 κομπασαι
τὸ κέρδος , πῆμα δ ' οὐκ ἀντιρρέπει : ὡς κομπάσαι τῷδ ' εἰκὸς ἡλίου φάει ὑπὲρ θαλάσσης καὶ χθονὸς
ἐκγόνους οἱ θεοὶ τρέπουσιν . εἰ δὲ πάρεργον χρή τι κομπάσαι , γύναι , οὐρανὸν ὑπὲρ γῆς ἔχομεν εὖ κεκραμένον
4173597 συνετον
λόγους ἀεὶ τὰ σεμνὰ πάντα κέκτηται φθόνον ἅπαν τὸ λίαν συνετόν ἐστ ' ἐπίφθονον ἀδικώτατον πρᾶγμ ' ἐστὶ τῶν πάντων
ἐπὶ παραδειγμάτων ὅτι οὐκ εἰκὸς ἐθελῆσαι προδοῦναι Περικλέα , τὸν συνετόν , τὸν οὕτω λαμπρὸν καὶ μέγαν καὶ στρατηγὸν ἔνδοξον
4151845 καλαις
τὰ εἰς αις ἀποστρέφονται τὴν ὀξεῖαν τάσιν , οἷον παῖς καλαῖς σοφαῖς μεγάλαις ἀρίσταιςχωρὶς τοῦ δαίς , ὃ σημαίνει τὴν
ἐγένετο τὸ Ἑλληνικόν , καὶ ἐσκήνησαν αὐτοῦ ἐν πολλαῖς καὶ καλαῖς οἰκίαις καὶ ἐπιτηδείοις δαψιλέσι : καὶ γὰρ οἶνος πολὺς
4141473 περιγιγνομενον
καὶ προανέχειν πάνυ σφόδρα ποιήσει φάρμακον τὸν ἀπὸ τῶν ἑρπετῶν περιγιγνόμενον τοῖς ἀνθρώποις ὄλεθρον , οὐ μήποτε συγχωροῦν εἰς ἔργον
διαφυγόντος ἔχεως τὸν ἐπὶ τῇ συνουσίᾳ παρὰ τῆς θηλείας αὐτῷ περιγιγνόμενον θάνατον , μὴ ἐν ὁδῷ ποτε ἢ ἐν ἄλλῳ
4126167 ἀμμεων
! ! ! [ καὶ τὸν μο ? [ ] ἀμμέων [ ] λάμπρω τε ? ! [ ] δι
δοκίμοι τὸν δολομάχανον νικάσην Ἔρον , οὖτος δοκίμοι τοὶς ὐπὲρ ἀμμέων εὔρην βραϊδίως ἄστερας ὀππόσσακιν ἔννεα . καὶ νῦν ,
4101587 κοινουμενος
ἀπόλαυσιν ἁρπάζων καὶ νυκτὶ καὶ μέθηι καὶ θεράποντι καὶ τιθηνῶι κοινούμενος τὸ πάθος . οὐκ ἀναιδὴς δὲ μητρὶ περὶ γάμων
ἐξετάζων ἀπ ' ἀρχῆς καὶ κατὰ φύσιν , τῷ κάμνοντι κοινούμενος αὐτῷ τε καὶ τοῖς φίλοις , ἅμα μὲν αὐτὸς
4093317 θεαμα
μάχης ἐλθεῖν τῷ Φαέθοντι . καὶ δὴ ἐφαίνοντο προσιόντες , θέαμα παραδοξότατον , ἐξ ἵππων πτερωτῶν καὶ ἀνθρώπων συγκείμενοι :
δυστυχίας ἀφῖξαι ] ἦλθες ξυνασχαλῶν ] συλλυπηθησόμενος δέρκου ] βλέπε θέαμα ] θεωρίαν τόνδε ] ἤγουν ἐμέ τὸν συγκαταστήσαντα ]
4076487 ἀμεμφη
, αὐτὸς δὲ σῴζῃ τόνδε τιμήσας λόγον . καὶ μὴν ἀμεμφῆ τόνδ ' ἐτείνατον λόγον , τίμημα τύμβου τῆς ἀνοιμώκτου
εὔδρομον ὁρμήν , εἰρήνην , ὑγίειαν ἄγων ἠδ ' ὄλβον ἀμεμφῆ . Ὦ τὸν ὑποχθόνιον ναίων δόμον , ὀμβριμόθυμε ,
4074438 ἡδιστον
Νεαλύτη καὶ Ὤκιμον , φησὶν Ἀναξανδρίδης . οὔκ ἐσθ ' ἥδιστον ἀποθανεῖν , φησὶ Φιλέταιρος , βινοῦνθ ' ἅμα ,
τὴν θάλατταν ἡμεροῦσα , καὶ ταῖς νήσοις ἐγκαταμίγνυται , θεαμάτων ἥδιστον , ἤπειρος ἐν νήσοις , καὶ τούτων ἐνίων νοτιωτέρα
4066226 φρενι
? ? τοῦτο κἀξεπίϲταμαι ? ? ? ? ? ? φρενὶ ? ? ] ! οορφανιμαλιϲνιων ? ! ! !
δέ τ ' ἀκούει . ἀλλ ' ἀπάνευθε πόνοιο νόου φρενὶ πάντα κραδαίνει . αἰεὶ δ ' ἐν ταὐτῶι μίμνει
4060652 ὑμνον
, τῇ περ πρυμνήσι ' ἀνῆπτο , Ὀρφείῃ φόρμιγγι συνοίμιον ὕμνον ἄειδον ἐμμελέως , περὶ δέ σφιν ἰαίνετο νήνεμος ἀκτή
Ἤγουν μέμψις καὶ ὁ ψόγος . Ἐπίνικον ] Ἤγουν ἐπινίκιον ὕμνον . Λιπαρὸν ] Ἤγουν λαμπρὸν καὶ ἐπίδοξον . Κόσμον
4055940 ὑπερφεροντα
: λίαν με τῷ δικαίῳ συνέχεις , διόπερ ἐγὼ καίπερ ὑπερφέροντα τῇ βίᾳ τὸν ἆθλον ἐποίσω μέχρι θανάτου . ἀρρενικῶς
δὲ αὐτῶι καὶ σκηναὶ μεγαλοπρεπεῖς , καὶ ὅπλα * κάλλει ὑπερφέροντα . εἵπετο καὶ τὸ τῶν ἑταίρων ἄγημα . .
4054685 ἐχθρον
παράγραφος . πιστεύω ἀπολεῖσθαι τὸν ἔχοντα ἐν τῷ σάκει τὸν ἐχθρὸν τοῦ Διὸς δαίμονα . πέποιθα ἀπολεῖσθαι τὸν ἔχοντα ἐν
ὑμνοῦσι Χρὴ δὲ πᾶν ἔρδοντ ' ἀμαυρῶσαι τὸν ἐχθρόν . ἐχθρὸν δέ που λέγει τὸν ἀντίπαλον . καὶ σχεδὸν ἔν
4053533 χαιρον
δὲ ἵλεῳ γίνονται , ῥητέον ὡς οὐ χαίρει Θεόςτὸ γὰρ χαῖρον καὶ λυπεῖται , οὐδὲ ὀργίζεταιπάθος γὰρ καὶ τὸ ὀργίζεσθαι
, τὸ δὲ σῶμα ἀποθνῇσκον πάλιν ἀνεζωπύρησε καὶ ἐξανέστη , χαῖρον ἐπὶ τῇ τῆς ἐρωμένης συμπλοκῇ . καὶ τοῦτό ἐστι
4043183 ἐχητον
κρεῖσσον καὶ ἄρειον , ἢ ὅθ ' ὁμοφρονέοντε νοήμασιν οἶκον ἔχητον ἀνὴρ ἠδὲ γυνή : πόλλ ' ἄλγεα δυσμενέεσσι ,
τε ; ἦ ἵνα δυστήνοισι μετ ' ἀνδράσιν ἄλγε ' ἔχητον ; οὐ μὲν γάρ τί πού ἐστιν ὀϊζυρώτερον ἀνδρὸς
4040980 κηδομενον
τὸν χῶρον , ὁ μὲν ἵππος πρῴ τε κομίζων τὸν κηδόμενον εἰς τὴν ἐπιμέλειαν καὶ ἐξουσίαν παρέχων ὀψὲ ἀπιέναι ,
δεῖ γάρ με φαίνεσθαι τῶν φίλων μᾶλλον ἢ τῶν ἐμαυτοῦ κηδόμενον . Ὅταν παρ ' ὑμῶν ἀφίκηταί τις , πρῶτον
4038685 ἁδρον
ἀνέκραγεν , Ὦ κοράσια , δοῦλον ὑμῖν ἐώνημαι καλὸν καὶ ἁδρὸν καὶ Καππαδόκην τὸ γένος . ἦσαν δὲ τὰ κοράσια
πᾶν ? [ ] ? θοἰμάτιον [ εὔκαρπον ] , ἁδρὸν ἐκ ϲταχύων ? [ ! ! ] ! ιδον
4038494 φιλεοντ
εἰς ἄκρον ἁδύς , εἰδὼς τὸν φιλέοντα , τὸν οὐ φιλέοντ ' ἔτι μᾶλλον , πολλοῖς πολλὰ διδούς , αἰτεύμενος
ἄλλων ὠνῇ κλῆρον , μὴ τὸν τεὸν ἄλλος . Τὸν φιλέοντ ' ἐπὶ δαῖτα καλεῖν , τὸν δ ' ἐχθρὸν
4034786 ἀποτυχουσα
τῆς προειρημένης φοβηθεὶς οὐδὲ ἀποκρίσεως αὐτὴν ἠξίωσεν : ἡ δὲ ἀποτυχοῦσα τῆς προαιρέσεως ἐκ τῶν πλοκάμων ἕνα τῶν δρακόντων ἀπέσπασεν
παρ ' ἕκαστα τὴν τοῦ σώματος ποικιλίαν προβαλλομένης ἡ ἀλώπηξ ἀποτυχοῦσα εἶπεν : „ καὶ πόσον ἐγὼ καλλίων ὑπάρχω ,
4034772 βροτοις
ὁ Πίνδαρος : ἓν παρ ' ἐσλὸν πήματα σύνδυο δαίονται βροτοῖς . χρῶνται δὲ τῷ ἔμπαν ἀντὶ περισπωμένου τοῦ ὁμῶς
, ἢ τί τὸ κάλλιον † παρὰ θεῶν γέρας ἐν βροτοῖς ἢ χεῖρ ' ὑπὲρ κορυφᾶς τῶν ἐχθρῶν κρείσσω κατέχειν
4012259 σωφρονα
Σάμιοι , εὐκαταφρονήτους ἡ ἀμορφία εἴωθε ποιεῖν τοὺς νοῦν ἔχοντας σώφρονα καὶ ὄντας εὐγενεῖς τὸ λαλεῖν : καὶ γὰρ ἐν
ἐγκρατὴς καὶ ὁ σώφρων ταὐτόν ἐστιν , ἔδει καὶ τὸν σώφρονα φαύλας καὶ ἰσχυρὰς ἡδονὰς ἔχειν , ἐπηρεαζούσας αὐτὸν παραπλησίως
4005504 Ἐρως
λύχνων ἁφάς . εἶτ ' οὐ μέγιστός ἐστι τῶν θεῶν Ἔρως καὶ τιμιώτατός γε τῶν πάντων πολύ ; οὐδεὶς γὰρ
οὐδ ' ἐπὶ σοὶ μούνῳ κατεθήξατο τόξα καὶ ἰοὺς πικρὸς Ἔρως . τί ζῶν ἐν σποδιῇ τίθεσαι ; πίνωμεν Βάκχου
3999611 θαρσαλεαις
Τὸ τιμᾶν θεούς . ἡδύ τι θαρσαλέαις : Εὐφραντὸν ἐλπίσι θαρσαλέαις τὸν μακρὸν τείνειν βίον ἐν εὐφροσύναις φανεραῖς τρέφουσαν τὴν
: τόδ ' ] Τὸ τιμᾶν θεούς . ἡδύ τι θαρσαλέαις : Εὐφραντὸν ἐλπίσι θαρσαλέαις τὸν μακρὸν τείνειν βίον ἐν
3990704 γελων
νέος . Μάρψηται : καταλάβῃ . μάρψῃ : κρατήσῃ . γέλων : γέλωτα , εὐφροσύνην . ἐπιθήσεται : ποιήσει ,
καὶ δῆτα πολὺν ἡ μίλτος , ὦ Ζεῦ φίλτατε , γέλων πάρεσχεν , ἣν προσέρραινον κύκλῳ . τὸ τριώβολον δῆτ
3990390 ἀλιτρον
πρᾶν ἀμάντεσσι παρ ' Ἱπποκίωνι ποταύλει . εὗρε θεὸς τὸν ἀλιτρόν : ἔχεις πάλαι ὧν ἐπεθύμεις : μάντις τοι τὰν
ἀδίκων , μή τιν ' ὑπερβασίην κατέχων μήθ ' ὅρκον ἀλιτρόν , ἀλλὰ δίκαιος ἐών , μὴ τὰ δίκαια πάθηι
3984223 ἁλικιας
ἐκ παλαιῶν χρόνων : οὐκ ὀλίγα δὲ καὶ δι ' ἁλικίας ἁβατικάς τε καὶ γεροντικάς , καὶ δι ' εὐτυχίας
ἐν Πυθοῖ νίκην . Λυτήριον ] Ἀμοιβήν . Κρέσσονα μὲν ἁλικίας νόον φέρβεται ] * Δέον εἰπεῖν καὶ τὸ θάρσος
3976220 ὀφθηναι
βασιλεὺς ἡγήσεταί σε , ἐπειδὴ κακῶς ὑπ ' αὐτοῦ λέγεις ὀφθῆναι ; ” „ αὐτό με τοῦτο ἀπολώλεκεν , ὑπαχθεὶς
τοῖς νόμοις καὶ ὑμῖν . Εἰσὶ φύσεις ἀνθρώπων πολὺ διαφέρουσαι ὀφθῆναι τῶν ἄλλων τὰ περὶ τὴν ἡλικίαν : ἔνιοι μὲν
3969797 χρηστον
ἦν . Πολλὰ ἀγαθά σοι γένοιτο , ὅτι ἄνδρα καὶ χρηστὸν καὶ φιλόλογον καὶ Μαξίμου συγγενῆ καὶ ἡμῖν γε φίλον
φοβούμενοι τὸ θεῖον ἐπὶ τοῦ σοῦ πάθους μισῶ πονηρόν , χρηστὸν ὅταν εἴπῃ λόγον . ἀσυλλόγιστόν ἐστιν ἡ πονηρία .
3961889 βωμολοχων
, οἷς βούλομαι διδόναι , τισὶ τῶν κολάκων καὶ τῶν βωμολόχων τῆς τυραννίδος διδόναι , οἷς οὐ βούλομαι . Τὴν
ἐπιθαλαττίδιον ναυτικῆς ἀπειροκαλίας ἀνάγκη γέμειν θορύβων τε ἀνελευθέρων καὶ φωνῶν βωμολόχων καὶ τῶν ἄλλων ἃ λυμαίνεσθαι καὶ διαφθείρειν ἤθη πόλεων
3961230 ἐκκεκηρυχθαι
ἠμὲν δέμας ἠδὲ καὶ αὐδήν : τοῦτον σχολῆς τῆσδ ' ἐκκεκηρῦχθαι λέγω . Καὶ ὃς ἀναστάς : οἱ μὲν ἐκήρυσσον
: τὸν δ ' ἀθλίως θανόντα Πολυνείκους νέκυν ἀστοῖσί φασιν ἐκκεκηρῦχθαι τὸ μὴ τάφῳ καλύψαι μηδὲ κωκῦσαί τινα , ἐᾶν
3948027 κονισας
, μή πως ὁ μέγας πλοῦτος καὶ ἡ εὐδαιμονία , κονίσας καὶ κονισθεὶς καὶ βληθεὶς ἐν τῷ ποδὶ καὶ ῥιφεὶς
ἐμαυτῆς οὖς ' ἀδείμαντος , φίλοι , μὴ μέγας Πλοῦτος κονίσας οὖδας ἀντρέψῃ ποδὶ ὄλβον , ὃν Δαρεῖος ἦρεν οὐκ
3944370 Σοραιχος
τὸν Ῥοδάνην , ” σὺ μέν “ , εἶπεν ὁ Σόραιχος , ” ὦ Ῥοδάνη , κατὰ χώραν μένε καὶ
πιστὸν ἡγουμένη καὶ τὸν Σόραιχον αἰδουμένη . ἐπελθὼν δὲ ὁ Σόραιχος πρῶτον αὐτὴν ἐκέλευε προσιέναι καὶ λέγει : ” ὦ
3940842 μαλερους
ἤγουν χωρὶς πέρατος . Πευκεδανούς : πυρόεντας , πικρούς . μαλερούς : καυστικούς . οἰστρήεντας : λυσσωμένους . Ἀναλθέας :
, ἄγριε δαῖμον , ἔχεις πυρόεντας ὀϊστούς , πευκεδανούς , μαλερούς , φθισόφρονας , οἰστρήεντας , τηκεδόνα πνείοντας , ἀναλθέας
3935532 φεροισα
αἴνησεν γάμον κρύβδαν πατρός , πρόσθεν ἀκειρεκόμαι μειχθεῖσα Φοίβωι καὶ φέροισα σπέρμα θεοῦ καθαρόν ] εἰ γὰρ ὁ πατὴρ αὐτὴν
[ ! ! ] ποτ ' εἶδεν ὑπὸ σπλάγχνοις [ φέροισα τόνδ ' ἀνέρ ' . ἔδοξε ? [ γάρ
3926567 ἁρπαζομενον
ἐς ἐχθροὺς ἐμπεσεῖν Τιτίνιον τοῦτο φάναι : ” περιεμένομεν φίλον ἁρπαζόμενον ἰδεῖν , “ καὶ ἔς τινα σκηνὴν ὑποχωρῆσαι μετὰ
παιόμενα ὠμῶς , οὔτε ἱερὰ πορθούμενα θεῶν οὔτε χρημάτων πλῆθος ἁρπαζόμενον οὔτε κατ ' ἄκρας ὅλην ἐμπιμπραμένην [ τὴν ]
3925702 πρᾳον
μὴ χαλεπῷ ἢ φθονεῖν τῷ μὴ φθονερῷ ἄφθονόν τε καὶ πρᾷον ὄντα ; ἐγὼ μὲν γάρ σε προφθάσας λέγω ὅτι
, πατὴρ δὲ οἶμαι διά τε τὴν κηδεμονίαν καὶ τὸ πρᾷον , Πολιεὺς δὲ κατὰ τὸν νόμον καὶ τὸ κοινὸν
3923618 σον
ἀποκλῖναι ; Τὸν σόν τοι παράδειγμ ' ἔχων , τὸν σὸν δαίμονα , τὸν σόν , ὦ τλᾶμον Οἰδιπόδα ,
λυπεῖν τὸν Δία . στέλλου κομίζου : Πορεύου εἰς τὸν σὸν οἶκον , καὶ φύλαττε τὸν παρόντα νοῦν , ἤγουν
3923484 δεδιδαγμενος
μέσσος δέ ἑ μεσσόθι τέμνει . Οὔ κεν Ἀθηναίης χειρῶν δεδιδαγμένος ἀνὴρ ἄλλῃ κολλήσαιτο κυλινδόμενα τροχάλεια τοῖά τε καὶ τόσα
τὸ ἕβδομον οὐκ ἐτόλμησεν ἔτι τῆς τύχης λαβεῖν πεῖραν , δεδιδαγμένος περὶ τῆς κατ ' αὐτὴν ἀβεβαιότητος μεγάλοις συμπτώμασι .
3922896 ἐησθα
τῶν ἀναγκαίων χρείαν ὑστερουμένῳ . * δαίμονι δ ' οἷος ἔησθα : δαίμων οὐ μόνον ὁ ἀπονέμων ἡμῖν τὸν βίον
ἐργάζεσθαι τρέψῃς αὐτήν , ἄμεινον . δαίμονι δ ' οἷος ἔησθα : ἤγουν οἷος εἶ τὸν βίον , κἄν τε
3921206 ἀπεχομενον
ἐπ ' αὐτοφώρῳ κλέπτην εἰλημμένον καὶ προδότην , τὸν οὐκ ἀπεχόμενον τῶν εἰς τὴν πόλιν ἀφικνουμένων χρημάτων , τὸν εἰς
δέ τις τὸν ἀνδροφόνον κτείνῃ ἢ αἴτιος ᾖ φόνου , ἀπεχόμενον ἀγορᾶς ἐφορίας καὶ ἄθλων καὶ ἱερῶν Ἀμφικτυονικῶν , ὥσπερ
3915699 θρεψοντα
οὐ τὰ γηροβοσκήσοντα τὸ σῶμα , τὰ δὲ τὴν ψυχὴν θρέψοντα τῇ ἀϊδίῳ τροφῇ . τὸ ἄρχειν ἑαυτοῦ κάλλιστον ἐφόδιον
κρίνειν προσήκει . πένητι μὲν ἀγαθόν : ἕξει γὰρ τὸν θρέψοντα αὐτὸν καὶ ἐπιμελησόμενον αὐτοῦ ὥσπερ καὶ τὰ βρέφη ,
3912789 εὐμενεστατον
ἀλόη ὀξὺ μὲν καθαρτικὸν οὐκ ἔστι , στομάχῳ δ ' εὐμενέστατον : ἀρκεῖ δ ' ὅσον δραχμὰς β μετὰ μελικράτου
ἀλόη ὀξὺ μὲν καθῆραι οὐκ ἔστι , στομάχῳ δ ' εὐμενέστατον ἴσα καὶ ἀψινθίῳ : ἀρκεῖ δ ' ὅσον δραχμὰς
3909415 ἀντειποντα
ἀπηξίου καὶ τῶν παίδων τῶν ἀρσένων τὸν πρεσβύτερον Φυλέα ἐξέβαλεν ἀντειπόντα ὡς οὐ δίκαια ποιοῖτο πρὸς ἄνδρα εὐεργέτην . αὐτὸς
τἀναντία συμβουλεύσαντα ἢ ἔδει , καὶ τῇ μὲν τῶν συμμάχων ἀντειπόντα εἰρήνῃ τῇ δὲ Φιλοκράτους συναγορεύσαντα , τοὺς χρόνους κατατρίψαντα
3908758 νεμοι
περὶ αὑτῆς , ὅτι παῖδα ἔχοι ποιμένα καὶ πολλάκις αὐτὴ νέμοι τὰ πρόβατα : ἔχειν δὲ μαντικὴν ἐκ μητρὸς θεῶν
χειρὶ παιωνίᾳ κατασχεθών , εὐμενῆ βίαν κτίσας , καὶ κράτος νέμοι γυναι - ξίν : τὸ βέλτερον κακοῦ καὶ τὸ
3908706 πολυκοιρανιη
ἑαυτῷ , θαυμασίῳ τὴν ἡγεμονικὴν ἐπιστήμηντὸ γὰρ „ οὐκ ἀγαθὸν πολυκοιρανίη „ λέλεκται δεόντως , ἐπειδὴ πολυτρόπων αἴτιαι κακῶν αἱ
τῶν πάντων . διὸ καὶ προϊών φησιν “ οὐκ ἀγαθὸν πολυκοιρανίη ” . ἀλλὰ μὴν καὶ διδασκαλικωτέρα ἐστὶ πασῶν ,
3905972 ἀνδρειον
, κἂν συνᾴδοντά τις τῷ σχήματι φθέγξηται . οὔτε γὰρ ἀνδρεῖον ἡ λεοντῆ τὸν Ἀριστοφάνους ἐποίει Ξανθίαν οὔτε δειλὸν ἡ
: ναὶ δὴ τὸν μὴ τῷ λόγῳ μὲν ἱκανὸν , ἀνδρεῖον δὲ σῶμα μόνον ἔχοντα , μεγάλη λήθη ἐν τῇ
3905217 κατεκταν
. Καίτοι νιν οὐ κεῖνός γ ' ὁ δύστηνός ποτε κατέκταν ' , ἀλλ ' αὐτὸς πάροιθεν ὤλετο . Ὥστ
Ζεῦ , γενέσθαι τῆσδέ μ ' ἐξάντη νόσου τὸν σὸν κατέκταν παῖδα μισῶ παρ ' ἐχθρῶν θῶπας εὐειδεῖς λόγους Χρυσεὺς
3899190 αἰτῃς
λόγων οὕτως ἔχειν . τῶν δὲ ἐμῶν ὅ τι ἂν αἰτῇς πέμψομεν τοῦ μὴ λυπεῖν . ἄλλως δὲ οὐ πέμψομεν
ἀλλάξαι τι δυνάμενος τῶν ἐπικεκλωσμένων , ὀλίγον αἰτεῖς ὁπόσον ἂν αἰτῇς , εἰ δὲ ὡς δέδοκται τῷ θεῷ πάντα ἔσται
3898191 δειλον
ἡμεῖς γε εἰς τὴν Ῥώμην κατάσκοπον πέμπομεν . οὐδεὶς δὲ δειλὸν κατάσκοπον πέμπει , ἵν ' , ἂν μόνον ἀκούσῃ
αὐτοῖς ἢ βλάβας ἐπεισάγοντες μετανοοῦσι : ἔσθ ' ὅτε δὲ δειλὸν καὶ εὐκαταφρόνητον ἦθος ἀναλαμβάνοντες , ἐγκρατεῖς καὶ ὑποκριτικοὶ καὶ
3896466 πραος
οὐ δύναται . Ἑρμηνεία . Γαστρὸς τὸν κόρον οὐκ οἴσει πρᾶος ἀνήρ , Ἡ δὲ κτηνώδης φύσις εἰς ἄγαν φέρει
[ εἴτε ] ? οἶστρος ἢ κεραυνὸς [ εἴσελθε ] πρᾶος ? ? τασδ ? [ αἰσχρὸν ] ? δὲ
3884699 ἀφοβον
, συννοίας καὶ κατηφείας ἀμέτοχος ὤν , ἄλυπόν τε καὶ ἄφοβον ζωὴν καρπούμενος , αὐστηροῦ καὶ αὐχμηροῦ βίου μηδ '
, καὶ ἐπιδεικνύτω τις τοῖς ἀρχομένοις ἑαυτὸν ἄξιον ἀρχῆς , ἄφοβον δεικνὺς καὶ σχῆμα καὶ πρόσωπον καὶ λόγους . Οἱ
3884225 χαρις
ιγʹ : τὸ ιδʹ ” ἦρί τ ' ἐπερχομένῳ βρομία χάρις “ δακτυλικὸν ὅμοιον τῷ ιδʹ : τὸ ιεʹ ”
ὅτι ἔξεστι καὶ νῦν αὐτὸν τιμῆσαι , οὐ γὰρ ἡ χάρις ἀπώλετο : καὶ αὔξησον αὐτό : ὅτι μᾶλλον δέξεται
3884075 κομιστεος
ὁμιλίας ἀποτέλεσμα . θ καρπὸς ] τὸ ἀποτέλεσμα αὐτοῦ . κομιστέος ] ὠφέλιμος . κομιστέος ] ἄξιος κομίσασθαί τινα αὐτόν
. ὄρνιθος ] τῆς τύχης καταχρηστικῶς . . καρπὸς οὐ κομιστέος ] οὐκ ἄξιος κομίζεσθαι ὁ καρπὸς τῆς τῶν πονηρῶν
3881668 προσμενων
καὶ τὸ ῥηθὲν ἀπαγγεῖλαι τρανῶς ἐπιτήδειος : οὕτως τοῖς βασιλείοις προσμένων τὴν βασιλέως ἁπλότητα ἐθεράπευε καὶ ὅλως εἶχε τοῖς ἑαυτοῦ
ἀπιών τε ἀναπαύεο μηδὲ λιπάρεε τῇ πόσι : ἐγὼ δὲ προσμένων αὐτοῦ τῇδε πάντα τὰ ἐπιτήδεα παρέξω τοῖσι ξείνοισι .
3875763 καθιζουσι
τεκμήριον ἔτι καὶ γυμνὴν κατανοῆσαι τὴν ἀλήθειαν ἐξειργάσαντο . καὶ καθίζουσι τὸν ἄνθρωπον ὡς ἱκέτην ἄγοντες παρὰ Ταίναρον , ἄνδρας
συμβαινόντων , αἴτιον δείκνυσθαι . Οὐ γὰρ ἐπὶ θρόνον αὐτὸν καθίζουσι τυραννικόν , ἀλλ ' ἐπὶ θρόνον ἱερατικὸν καὶ δεσπότου
3872075 νεανισκον
υἱὸν Ἀγαθοκλῆ , πρῶτον μὲν ἐν ταῖς Συρακούσαις συνέστησε τὸν νεανίσκον , ἀποφαινόμενος διάδοχον ἀπολείψειν τῆς ἀρχῆς : μετὰ δὲ
τοῖς Θηβαίοις . οὗτοι δὲ τῷ Ἐπαμεινώνδου πατρὶ παρέθεντο τὸν νεανίσκον καὶ προσέταξαν ἅμα τηρεῖν ἐπιμελῶς τὴν παρακαταθήκην καὶ προστατεῖν
3866119 θωμεθα
ἐνεργεῖ καὶ τί νοεῖ , ἵνα ἐκεῖνα αὐτὸν ἃ νοεῖ θώμεθα ; Ἢ δῆλον ὅτι νοῦς ὢν ὄντως νοεῖ τὰ
τί λήγει , ἵνα ἐὰν μὲν εἰς ἀληθὲς λήγῃ , θώμεθα τοῦτ ' ἀληθὲς διὰ τὸ ἀπ ' ἀληθοῦς τε
3864126 καθευδους
τις ἐξαύσας καταπίνει . ἀστραβεύειν τὰς ἐγκεντρίδας κόφινος στυλοβάτην γυνὴ καθεύδους ' ἐστὶν ἀργόν . μανθάνω . ἐγρηγορυίας δ '
' [ ὄμματα ] ? , προσυπέθηκεν τούτοις χλευαστικῶς ὅππαι καθεύδους ' ἁ κύων τὰν ῥῖν ' ἔχει : οὗτοι
3860003 πραττουσα
ἀνθρωπίνη φύσις ὀξύρροπος οὖσα καὶ προθύμως ὅ , τι βουληθείη πράττουσα οὐκ ἀνακοπήσεται τῆς ὁρμῆς τῇ τοιαύτῃ ὑμῶν ἀσφαλείᾳ .
γνώμην προσίσχετε , εἰ δυνατόν , καὶ μή τι μεῖζον πράττουσα τυγχάνει , πῆ δὲ τοιαῦτα καὶ ξυνεγιγόμην ἀεὶ τοῖς
3855783 δαιμον
] Οὐδέ τι γίγνεται ἔργον ἐπὶ χθονὶ σοῦ δίχα , δαῖμον , οὔτε κατ ' αἰθέριον θεῖον πόλον , οὔτ
καὶ τοῖσι δυστυχοῦσιν , ὧν πέφυκ ' ἐγώ . ὦ δαῖμον , ὡς οὐκ ἔστ ' ἀποστροφὴ βροτοῖς τῶν ἐμφύτων
3844510 χαλκανθες
γὰρ ὑποπίπτει καὶ οὐ τραχὺ τὸ ἀμιγές . τὸ δὲ χάλκανθες ἀπελέγχεται τῷ πυρί : εἰ γάρ τις ἐπιπάσσοι τὸν
θερμῆς τέφρας ἢ ἀνθρακιᾶς θείη , μεταβάλλει καὶ ἐρυθαίνεται τὸ χάλκανθες διὰ τὸ φύσει καιόμενον αὐτὸ τοιαύτην ἴσχειν χροιάν .
3842598 ἐπιβουλον
ἢ χῆνα πλατυγίζοντα καὶ κεχηνότα ἢ στρουθὸν ἢ πίθηκον , ἐπίβουλον κακόν . πρὸς οὓς Μασανάσσης ὁ Μαυρουσίων βασιλεὺς εἶπε
ἀπ ' ἀρχῆς βάλλει . Καὶ ἐπὶ τῷ βωμῷ τὸν ἐπίβουλον : λείπει , χρὴ κτείνειν . Ἀγασικλῆς ὁ Λακεδαιμονίων
3839617 περιθησω
. . . Ἀνάγκην δὲ ὑμῖν τοῖς ὑπ ' ἐμὲ περιθήσω ταύτην τὴν διὰ τοῦ λόγου μου ὑμῖν ἐντολὴν δεδομένην
τῆς ἀλλοδαπῆς ἀγνὼς οὐδ ' ἀφανὴς ἔσῃ : τοιαῦτά σοι περιθήσω τὰ γνωρίσματα ὥστε τῶν ὁρώντων ἕκαστος τὸν πλησίον κινήσας
3836425 σοφαις
εἰς αις ἀποστρέφονται τὴν ὀξεῖαν τάσιν , οἷον παῖς καλαῖς σοφαῖς μεγάλαις ἀρίσταιςχωρὶς τοῦ δαίς , ὃ σημαίνει τὴν εὐωχίαν
ἂν καὶ τὴν ἡδυσματοθήκην κυμινοδόκον , Νικοχάρους εἰπόντος ἐν Γαλατείᾳ σοφαῖς παλάμαις τεκτόνων εἰργασμένον , πόλλ ' ἐν αὑτῷ λέπτ
3835696 κοὐκ
ἐξήσκησαν ᾗ νομίζεται . Ἐπεὶ δὲ παντὸς εἶχε δρῶντος ἡδονὴν κοὐκ ἦν ἔτ ' ἀργὸν οὐδὲν ὧν ἐφίετο , κτύπησε
παῖς : ἀσπιδηφόρου : καλύπτεις ἐν ἀφανείᾳ : κρύπτεις : κοὐκ ἄν γε λέξαιμ ' ἐπ ' ἀγαθοῖσι : πρὸς
3835369 ἀσυκοφαντητον
στρεφομένων ταραχῆς . οὐδὲν γὰρ τῶν ἀληθῶν οἱ τοιοῦτοι κατέλιπον ἀσυκοφάντητον , οὐ τὴν οὐσίαν τοῦ θεοῦ , οὐ τὴν
εὔρυθμον , εὔμορφον , σύμμετρον , αὐτὸ αὑτῷ ἐοικός , ἀσυκοφάντητον , ἀνεπίληπτον , μηδαμῶς ἐλλιπές , ἐκ τῶν ἀρίστων
3834065 κτημα
δ ' εἰπεῖν οὐδὲν οὕτω Ῥωμαῖοι φυλάττουσιν οὔθ ' ὅσιον κτῆμα οὔθ ' ἱερὸν ὡς τὰ Σιβύλλεια θέσφατα . χρῶνται
μὲν τοῦ λόγου συνίσταται : οἷόν τε γὰρ τό τινος κτῆμα προσφωνεῖν , ὡς ἔστιν ἐπινοῆσαι καὶ ἐπὶ τῶν κτητικῶν
3832244 φορουντα
, ἔτι δὲ φῄς με καὶ χριστιανὸν ὡς κακὸν τοὔνομα φοροῦντα , ἐγὼ μὲν οὖν ὁμολογῶ εἶναι χριστιανός , καὶ
εὑρόντα ἔχειν ὑπόληψιν ὡς τὸν κόσμον ὅλον ἐπὶ τῶν ὤμων φοροῦντα . παραπλησίως δὲ καὶ τοῦ Ἡρακλέους ἐξενέγκαντος εἰς τοὺς
3832137 πληγῃς
μοι . Ποῖος στρατιώτης γέγονας , ἵνα παρεμβολὴν βαλὼν σὺ πληγῇς ; περικυκλεῖς ψευδῆ λόγον . τὸν αὐτὸν ἡμεῖς εἴχομεν
χερσὶν ἀμφήκη πυρόεντ ' αἰειζώοντα κεραυνόν : τοῦ γὰρ ὑπὸ πληγῇς φύσεως πάντ ' ἔργα βέβηκεν , ᾧ σὺ κατευθύνεις
3831997 πλουτον
, τὰς δὲ ἀλόγῳ μερίδι : ἄρχοντας ἑλώμεθα τοὺς ἱκανοὺς πλοῦτον , δόξαν , τιμάς , ἡδονὰς ἀφ ' ὧν
ὅσα δικαίως παραγίνεται . ἀλλὰ πενίαν μὲν ἔφερε ῥᾷον ἢ πλοῦτον ἕτεροι , διαίτῃ δὲ τῇ παραπεσούσῃ προσεκέχρητο , τῶν
3831311 Ἐρωτα
καὶ αὐτὴ παρέσομαι καὶ συμπράξω τὰ πάντα . Καὶ τὸν Ἔρωτα καὶ τὸν Ἵμερον καὶ τὰς Χάριτας ἄξεις ; Θάρρει
δὲ οὐδενός . διὸ καὶ ἐν τῇ Πολιτείᾳ ἔφη τὸν Ἔρωτα θεὸν εἶναι συνεργὸν ὑπάρχοντα πρὸς τὴν τῆς πόλεως σωτηρίαν
3829265 ἐνεδρευει
καὶ ἀπὸ τότε ἡ αἴθυια παρὰ τὸ χεῖλος τῆς θαλάσσης ἐνεδρεύει , μή πως ἡ θάλασσα τὸν χαλκὸν ἐξαγάγῃ .
, εἴτε ἄρα τοιοῦτος ἄνθρωπός ἐστιν οἷος φαίνεται , ἢ ἐνεδρεύει καὶ θηρεύεται τὴν δόξαν ἐπὶ ἀπάτῃ , καὶ ἃ
3826647 ἐξεπισταται
: Βροτοῖς ἅπασι κατθανεῖν ὀφείλεται : κοὐκ ἔστι θνητῶν ὅστις ἐξεπίσταται τὴν αὔριον μέλλουσαν εἰ βιώσεται : τὸ τῆς ψυχῆς
, μόνη δὲ σοφία τῶν ὄντων ἑκατέρων κρατεῖν ὡς ἑνὸς ἐξεπίσταται : πολιτεύεται μὲν γὰρ κατὰ πόλεμον ὡς εἰρήνην παντελῶς
3822737 κοὐ
χειν [ [ ἄλλοϲ ἄλλωι ] γὰρ [ γέγηθε ] κοὔ τι ταυτ [ [ ! ! ! ! !
βελτίων τ ' ἐϲ πάντ [ ] ' ἀνήρ . κοὔ ] τι πολλὰ δεῖ λέγειν ? ? ? [
3820261 προσφωνων
αἰνῶ , νῦν ἀποιμώζω παρών , πατροκτόνον θ ' ὕφασμα προσφωνῶν τόδε ἀλγῶ μὲν ἔργα καὶ πάθος γένος τε πᾶν
χρησμωιδὲ μέγιστε : ἡσυχίαι γὰρ ὕπνου γλυκεροῦ σιγηλὸς ἐπελθών , προσφωνῶν ψυχαῖς θνητῶν νόον αὐτὸς ἐγείρεις , καὶ γνώμας μακάρων
3815901 φρονει
σῖτον ἄγοι καὶ ἐν Κιλικίᾳ κρόκον : λείπει , οὐ φρονεῖ ἤ τι ἄλλο τοιοῦτον : λέγεται γὰρ ἐπὶ τῶν
δὲ πλοῦτον ἢ σθένος μᾶλλον φίλων ἀγαθῶν πεπᾶσθαι βούλεται κακῶς φρονεῖ . στείχομεν οἰκτροὶ καὶ πολύκλαυτοι , τὰ μέγιστα φίλων
3808241 γεροντα
καὶ Κλεῖτον τὸν σοφὸν καὶ Φιλώταν τὸν καλὸν καὶ τὸν γέροντα Παρμενίωνα καὶ τὸν διδάσκαλον Καλλισθένην καὶ Ἀριστοτέλην ἐμέλλησε καὶ
Ἵνα σβέσωμεν τὸ πῦρ . ὦ τύμβε : Ὡς πρὸς γέροντα εἶπεν . ἀντὶ τοῦ ὦ ταφῆναι ἄξιε . [
3805849 φρονιμον
, . καὶ μὴν οὐδ ' ὁ ἄφρων διδάξει τὸν φρόνιμον : οὐδὲ γὰρ ὁ τυφλὸς μηνυτικὸς γίνεται τῷ βλέποντι
ὅτι ἄνευ οἰκονομίας ἢ ἄνευ πολιτείας οὐ δυνατὸν εἰδέναι τὸν φρόνιμον τὸ ἑαυτοῦ ἀγαθόν . Πιστοῦται τὸ λεγόμενον καὶ ἀπὸ
3801687 σοις
φίλταθ ' Ἕκτορ . . . μαστὸν ἤδη πολλάκις νόθοισι σοῖς ] Τοῦτο παρ ' ἱστορίαν φασὶν εἰρῆσθαι : μὴ
ἠγωνίσμεθα . τίν ' ; ὡς ἀπαντᾶι δάκρυά μοι τοῖς σοῖς λόγοις . Φοίβωι ξυνῆψ ' ἄκουσα δύστηνον γάμον .
3798742 πλουτων
] εἰς γάμον ἠγόμην . ὄζων τρυγός : ἁπλῶς εἰπεῖν πλουτῶν πᾶσι πράγμασι τοῖς ἐξ ἀγρῶν τῷ βίῳ χρησίμοις .
θρασύτητα δὲ τὸν Ἀγύρριον κωμῳδοῦσι . πέρδεται δὲ , στρηνιᾷ πλουτῶν , ἐπεὶ τοῖς πολυφάγοις παρέπεται τὸ πέρδεσθαι . ]

Back