τῶν ἀναγκαίων χρείαν ὑστερουμένῳ . * δαίμονι δ ' οἷος ἔησθα : δαίμων οὐ μόνον ὁ ἀπονέμων ἡμῖν τὸν βίον
ἐργάζεσθαι τρέψῃς αὐτήν , ἄμεινον . δαίμονι δ ' οἷος ἔησθα : ἤγουν οἷος εἶ τὸν βίον , κἄν τε
5809019 οἰωνος
: μέλαιναι * ζοφεραί : σκοτειναί οὐδέ τις οὐδ ' οἰωνός : ἤτοι οὐδείς , φησιν , τῶν οἰωνῶν τῷ
μετήχθη . Τὰ εἰς ΩΝΟΣ ἁπλᾶ ὑπερδισύλλαβα ὀξύνεται : κοινωνός οἰωνός Γελωνός . τὰ δὲ σύνθετα προπαροξύνεται : τετράγωνος εὔφωνος
5498443 ὁμηλικας
ἐπὶ γ ' οὖν τοῦ Διομήδους Καὶ βουλῆ μετὰ πάντας ὁμήλικας ἔπλευ ἄριστος : ὅ τε πλοῦτος ὅτε μὲν κακίας
μὴν , ὃν ὁ Ἀπόλλων ἐφίλησεν : ἐλθόντας δὲ καὶ ὁμήλικας ἐν Αἰγίνῃ νικᾶ . Νίσου τ ' ἐν εὐαγκεῖ
5368559 χρηματιστικος
τρόπος νοητέος , ὅσπερ ἐστὶ κατὰ τὰς τοποθεσίας τῶν ἀστέρων χρηματιστικὸς παραχρῆμα κατὰ τὴν τῶν ζῳδίων φύσιν . Συγκρίνειν δὲ
ἥδιστος , τὸν ἑαυτοῦ ἕκαστος μάλιστα ἐγκωμιάσεται ; ὅ τε χρηματιστικὸς πρὸς τὸ κερδαίνειν τὴν τοῦ τιμᾶσθαι ἡδονὴν ἢ τὴν
5358221 ἀρχικος
τε ἡγησομένῳ . καὶ νῦν ἀρχικὸς μὲν ὁ πεπαυμένος , ἀρχικὸς δὲ ὁ παραλαμβάνων τὸν θρόνον , δικαιοσύνης τε ἑταίρω
φρόνιμος , ὡς οἱ παρόντες πανταχοῦ πάντες ὡμολόγουν . καὶ ἀρχικὸς δ ' ἐλέγετο εἶναι ὡς δυνατὸν ἐκ τοῦ τοιούτου
5325799 ἀξιωματικος
λῇς μοι ἀεῖσαι : θέλεις συγκριθῆναί μοι ταῖς ᾠδαῖς ; ἀξιωματικὸς ὁ λόγος . ὅσον θέλω : ἐφ ' ὅσον
τύραννον ἐοικέναι Θρασυβούλῳ τῷ Λύκου , Ἄλλως . ὁ μὲν ἀξιωματικὸς καὶ αὐθάδης , ὁ δὲ μαινόμενος καὶ , ὡς
5287414 δολερος
, ῥᾴδιος , πρόσοδον τὴν πολιτείαν πεποιημένος : ὕπουλος , δολερός , ἐπίβουλος , κακοήθης , ἀπατεών , ἐπιβουλεύων ,
μὲν ψόγου δύστροπος , κακοήθης , εἴρων , ἐπίβουλος , δολερός , ὕπουλος , ἐπίσκιος : τοῦ δ ' ἐπαίνου
5268108 οἰκονομικος
πάντων τῶν ἀνθρωπίνων . ὅστις ἂν οὖν ὑμῶν βούληται ἢ οἰκονομικὸς ἢ δημηγορικὸς ἢ στρατηγικὸς γενέσθαι ἢ ὅμοιος Ἀχιλλεῖ ἢ
, ; , ; , . . Ἀσκληπιόδοτος ἀποθάνωμεν χρηματισμός οἰκονομικὸς δὲ ὢν καὶ γεωργικός , ἀποθανόντος αὐτῷ τοῦ πατρός
5260709 εὐμενης
τινα αἴσθῃ καταγέλαστον καὶ τοῦ παντὸς ἡμαρτηκότα , τούτῳ καὶ εὐμενὴς εἶ καὶ φιλάνθρωπος καὶ ἄγασθαι οὐκ ὀκνεῖς τὴν σοφίαν
προσέβαλλεν ὅσον ἀπὸ βοῆς ἕνεκεν , ὅπως μὴ δῆλος εἴη εὐμενὴς αὐτοῖς ὤν . ἐπεὶ δ ' οὐδὲν ἀπὸ τῆς
5254759 πλουτων
] εἰς γάμον ἠγόμην . ὄζων τρυγός : ἁπλῶς εἰπεῖν πλουτῶν πᾶσι πράγμασι τοῖς ἐξ ἀγρῶν τῷ βίῳ χρησίμοις .
θρασύτητα δὲ τὸν Ἀγύρριον κωμῳδοῦσι . πέρδεται δὲ , στρηνιᾷ πλουτῶν , ἐπεὶ τοῖς πολυφάγοις παρέπεται τὸ πέρδεσθαι . ]
5248023 φιλιππος
, φίλυπνος , φιλοκυνηγέτης , φιλογεωργός , φιλόκυβος , φιλοχωρῶν φίλιππος , φιλοφροσύνη , τάχα καὶ φιλόφρων ἀπ ' αὐτῆς
τε τὸ τέλος τὴν αὐτὴν φυλάττει γραφήν : οἷον , φίλιππος : ἱππόδρομος : ἱππαλεκτρυών : τὸ Ἰώσηπος οὐ παρὰ
5208076 σπουδαιος
, καὶ διὰ τοῦτο αἱρετόν ἐστιν . αἱρεῖται γὰρ ὁ σπουδαῖος καὶ ζῆν καὶ αἰσθάνεσθαι καὶ νοεῖν , ὅτι αἰσθάνεται
τὸ ἡδὺ καὶ τὸ ἵλεων τοῦτο : ἵλεως δὲ ὁ σπουδαῖος ἀεὶ καὶ κατάστασις ἥσυχος καὶ ἀγαπητὴ ἡ διάθεσις ἣν
5164428 ἐρον
προκείμενα χεῖρας ἴαλλον . αὐτὰρ ἐπεὶ πόσιος καὶ ἐδητύος ἐξ ἔρον ἕντο , τοῖσι δὲ μύθων ἦρχε περίφρων Πηνελόπεια :
ἐδεύετο δαιτὸς ἐΐσης . αὐτὰρ ἐπεὶ πόσιος καὶ ἐδητύος ἐξ ἔρον ἕντο , οἳ μὲν κακκείοντες ἕβαν κλισίην δὲ ἕκαστος
5114523 φιληδονος
Αἰγυπτιακῶν ἔργων „ : ἐπεὶ ζῶν γε ὁ βασιλεὺς καὶ φιλήδονος τρόπος ἐν ἡμῖν γεγηθέναι τὴν ψυχὴν ἀναπείθει ἐφ '
νομίζων τὰς εὐεργεσίας ] . οὐδεὶς γὰρ οὕτω μαλακὸς οὐδὲ φιλήδονος ὃς οὐχ ἥδεται τῇ αὑτοῦ πράξει , κἂν τύχῃ
5109338 κακος
τοῦτο καὶ τὸ ἀλεξιφάρμακος ἀπὸ τοῦ ἀλέξω γέγονε καὶ τοῦ κακός , ἀλεξώκακος καὶ τροπῇ τοῦ ω εἰς ι ἀλεξίκακος
ἐφ ' ἑστίαν . πρὸς τοῖσδε νῦν ἄκουσον ὡς φαίνηι κακός : χρῆν ς ' , εἴπερ ἦσθα τοῖς Ἀχαιοῖσιν
5063273 μεθυστης
καὶ συμμάχων καὶ ξένων , ἄλλως τε καὶ αὐτὸς ὢν μεθυστὴς καὶ ἀσελγής . ἡ δὲ τρίτη καὶ τελευταία ἀλλ
ἔπινες ὁμοίως ἡδὺς αὐτοῖς φαίνεσθαι : ἑλοῦ οὖν , πότερον μεθυστὴς εἶναι θέλεις καὶ ἡδὺς ἐκείνοις ἢ νήφων ἀηδής .
5044791 ἀπωμοτος
σοφὸς νοῦς ἐξ ἀμηχάνων ἄγει καὶ πάντα κηλεῖ , κἂν ἀπώμοτός τις ᾖ ῥᾷον γένηται καὶ βιῷ μάντιδος πρὸ Πυθίας
σοφὸς νοῦς ἐξ ἀμηχάνων ἄγει καὶ πάντα κηλεῖ , κἂν ἀπώμοτός τις ᾖ . ὅρκων ἐρῶσιν οὐδὲν εὐχερέστερον . κλύδωνα
5019820 ὁσιος
. ὅσιος ] δίκαιος . θ ὅσιος ] εὐσεβής . ὅσιος ] ἄξιος . μομφῆς ] μέμψεως . μομφῆς ]
ὕδασιν ἐξαρδῶν ἀεί . ὑμεῖς δ ' [ ἐπειδὰν ] ὅσιος ἦι Κάδμου πόλις χωρεῖτε , [ παῖδες ] ,
5001510 φιλοχρηματος
, πλούσιος μὲν σφόδρα , ὡς κακόβιος δέ τις καὶ φιλοχρήματος καὶ σκνιφὸς κωμῳδεῖται , ὅστις ἕνεκα τῆς φειδωλίας οὐδένα
, πάσας δὲ ἐν τῷ ὀργάνῳ , οὕτως καὶ ὁ φιλοχρήματος οὐδὲν τῶν πέλας ἕνεκα οἰκονομεῖ , ἕλκει δὲ ἐφ
4991482 ἰτης
Διοδώρου δὲ σοφιστής , ὑπὸ δὲ Πύρρωνος ἐγένετο παντοδαπὸς καὶ ἴτης καὶ οὐδέν . Ὅ θεν καὶ ἐλέγετο περὶ αὐτοῦ
' ὡς γόης εἶ , φάναι , μήθ ' ὡς ἴτης μήθ ' ὡς ἀλαζὼν μήθ ' ὡς φιλοχρήματος μήθ
4980944 ἐσθλων
τινα μὴ λαμβάνει , μάταια πάντ ' ἂν εἴη . ἐσθλῶν ] ὁποῖον καὶ ὁ νόστος . τὴν ὄνησιν ]
ὀπί . Δάλιε , χοροῖσι Κηΐων φρένα ἰανθεὶς ὄπαζε θεόπομπον ἐσθλῶν τύχαν . Βασιλεῦ τᾶν ἱερᾶν Ἀθανᾶν , τῶν ἁβροβιών
4977590 πρεπων
ὅσον , αὐτὸς δὲ ὡς γενναῖός τε καὶ σώφρων καὶ πρέπων κατασχεῖν ἃ διανοεῖται , πέμπωμεν ἐφ ' ἃ ὥρμηκεν
ὅτι τοῖς μεγάλοις πράγμασι καὶ περὶ τηλικούτων λόγοις ἁρμόδιος καὶ πρέπων ὁ ὑψηλὸς χαρακτήρ . Ϙγʹ Ἀλλὰ τῶν προτέρων συγγνώμην
4975542 πραος
οὐ δύναται . Ἑρμηνεία . Γαστρὸς τὸν κόρον οὐκ οἴσει πρᾶος ἀνήρ , Ἡ δὲ κτηνώδης φύσις εἰς ἄγαν φέρει
[ εἴτε ] ? οἶστρος ἢ κεραυνὸς [ εἴσελθε ] πρᾶος ? ? τασδ ? [ αἰσχρὸν ] ? δὲ
4962780 ἀκοσμου
οὕτω καὶ ὑπερτελεῖς μὲν καὶ ἐλλιπεῖς παμπόλλους καὶ ἀτάκτους εὑρίσκεσθαι ἀκόσμου οὔσης τῆς αὐτῶν εὑρέσεως , τελείους δὲ εὐαριθμήτους τε
ἐποίησε τὸν ἀνθρώπειον βίον πόριμον ἐξ ἀπόρου καὶ κεκοσμημένον ἐξ ἀκόσμου , τάξεις τε πολεμικὰς εὑρὼν μέγιστον εἰς πλεονεκτήματα ,
4959644 ἑντο
δαιτὸς ἐΐσης . αὐτὰρ ἐπεὶ πόσιος καὶ ἐδητύος ἐξ ἔρον ἕντο , οἳ μὲν κακκείοντες ἕβαν κλισίην δὲ ἕκαστος ,
χεῖρας ἴαλλον . αὐτὰρ ἐπεὶ πόσιος καὶ ἐδητύος ἐξ ἔρον ἕντο , δὴ τότε Δημόδοκον προσέφη πολύμητις Ὀδυσσεύς : “
4956652 δυσμενης
ἀπὸ τῆς ἔχθρας τῆς ἐσομένης φέρειν . ὅτι μὲν γὰρ δυσμενὴς ἐπὶ τούτοις ἐκεῖνος καὶ πάντα ἐπιβουλεύσει τρόπον καὶ συνεργῶν
ἐπιστολῆς εἰς Βαβυλῶνα ἡκούσης , ὑφ ' ἧς ἂν αὐτοῖς δυσμενὴς ἐπανῆκεν ἐκεῖνος , ψηφίζονται παρὰ συγγενῆ με γυναῖκα εἰσιόντα
4955954 πεπασθαι
τῶν ὁμοίων πόλεμον αἴρονται μέγαν . δούλους γὰρ οὐ καλὸν πεπᾶσθαι κρείσσονας τῶν δεσποτῶν . περισσόμυθος ὁ λόγος , εὐγένειαν
ἵππους τῶν φαυλοτέρων , καλὸν δὲ καὶ φιλοχρύσῳ τὴν λίθον πεπᾶσθαι , ᾗ βασανίζουσι τὸν χρυσόν : κτήσαιτο δ '
4950629 ἠσθ
; πόσα τοι ἔτε ' ἐστί , φέριστε ; πηλίκος ἦσθ ' , ὅθ ' ὁ Μῆδος ἀφίκετο ; εἷς
Ἀγαμέμνων ἄναξ ; ἦλθες εἰς Ἄργος μεθ ' ἡμῶν κἀμὸς ἦσθ ' ἀεί ποτε . ὧδ ' ἔχει : καὶ
4925700 ἀσεβης
ὁ βλεπεδαίμων . ὁ δὲ ἐναντίος ἄθεος , ἀνίερος , ἀσεβής , δυσσεβής , ἀθέμιτος , μισόθεος , θεομισής ,
λαβεῖν τι . βωμολόχος : ἀντὶ τοῦ ” κακοῦργος , ἀσεβής “ . ἀπὸ τῶν λοχώντων τὰ ἐν τοῖς βωμοῖς
4918038 ἠπιος
συσχηματιζόμενος εὐεργετικὸς εἶναι καὶ πολὺ μᾶλλον ἀγαθοποιός , ἀγαθοποιῷ δὲ ἤπιος αὐτὸ μόνον , καὶ κακοποιὸς κακοποιῷ , κατὰ δὲ
καὶ Ἰωνικῇ τροπῇ ἠγηλάζει . Ἤπιος . παρὰ τὸ ἔπος ἤπιος , καὶ τροπῇ τοῦ ε εἰς η , ἤπιος
4914399 συνετος
, ἀνὴρ Ἰταλὸς καὶ τῶν εὖ γεγονότων . ὃς ἄγαν συνετὸς ὢν καὶ πεπαιδευμένος καὶ ψυχῆς ἀνδρείαν πλουτῶν τοῖς τε
ἡδύβιος , κατωφερὴς εἰς γυναῖκας , Ἑρμοῦ δὲ εὐπαίδευτος , συνετὸς καὶ ἐρωτικὸς εἰς παῖδας , Ἡλίου δὲ καὶ Σελήνης
4906794 ἠσθα
εἰσοικούμενον εἴσδεξαι πνεῦμα τὸ τρίτον ὥσπερ στέφος . νεκρὸς γὰρ ἦσθα τὸ πρὶν εἰς φθορὰν πέλων τάφῳ κατῴκησάς τε νεκρὸς
γράφῃς , ἄλλοις καλέ , ἐμοὶ δὲ ὑπερήφανε . οὐκ ἦσθα συγκείμενος ἐκ σαρκὸς , καὶ τῶν , ὅσα τούτοις
4893335 δικαιοτατος
. Ι Μ Ο Ρ . ὃν Χείρων ἐδίδαξε , δικαιότατος Κενταύρων : ἡ διπλῆ ὅτι Ὅμηρος δεδιδάχθαι μέν φησιν
ἐκ τοῦ Περὶ βασιλείας . Βασιλεύς κ ' εἴη ὁ δικαιότατος , δικαιότατος δὲ ὁ νομιμώτατος . ἄνευ μὲν γὰρ
4892278 ἐφυς
. Τουτὶ μὰ Δί ' οὐκ ἐπεπύσμην . Ἀμαθὴς γὰρ ἔφυς κοὐ πολυπράγμων , οὐδ ' Αἴσωπον πεπάτηκας , ὃς
ἐπίστασαι φίλους . ἀμαθής τις εἶ θεὸς ἢ δίκαιος οὐκ ἔφυς . αἴλινον μὲν ἐπ ' εὐτυχεῖ μολπᾶι Φοῖβος ἰαχεῖ
4890616 τοιος
νεφέων ἐρεβεννὴ φαίνεται ἀὴρ καύματος ἐξ ἀνέμοιο δυσαέος ὀρνυμένοιο , τοῖος Τυδεΐδῃ Διομήδεϊ χάλκεος Ἄρης φαίνεθ ' ὁμοῦ νεφέεσσιν ἰὼν
φησιν ἀλλ ' ἧμαι παρὰ νηυσὶν ἐτώσιον ἄχθος ἀρούρης , τοῖος ἐὼν οἷος οὔ τις Ἀχαιῶν χαλκοχιτώνων . ἄχθεται γὰρ
4885812 μακαριος
ἔθος Ῥωμαίων Ῥωμαῖοι διαφυλάττοντες : ὃ οὐ μόνον διατετήρηκεν ὁ μακάριος ὑμῶν ἐπίσκοπος Σωτὴρ , ἀλλὰ καὶ ἐπηύξηκεν : ἐπιχορηγῶν
: Ἐὰν ᾖς νοήμων καὶ ποιήσῃς ὡς γέγραπται , ἔσῃ μακάριος : νικήσεις γὰρ μεθόδῳ πενίαν , τὴν ἀνίατον νόσον
4883566 ἐξελαμψεν
γὰρ ἔχει χάριν : αὐθάδης δὲ τρόπος πολλάκι δὴ βλαβερὰν ἐξέλαμψεν ἄταν . Τὸ μὲν ἰσχυρὸν γενέσθαι τῆς φύσεως ἔργον
τὴν γένεσιν ἐρεῖς τι καὶ περὶ φύσεως , οἷον ὅτι ἐξέλαμψεν ἐξ ὠδίνων εὐειδὴς τῷ κάλλει καταλάμπων τὸ φαινόμενον ἀστέρι
4880554 δραστηριος
δακρύοις εἰς τὸ θῆλυ τρεπόμενος ἐλεινὸς ἦν ἂν μᾶλλον ἢ δραστήριος . κτεῖν ' , εἰ δοκεῖ σοι : δυσκλεᾶς
γὰρ οὐδὲν οὐδετέρωθι , καθὸ γιγνώσκει . Εἰ γὰρ καὶ δραστήριος εἴη ἡ γνῶσις , ἀλλὰ καθὸ δρᾷ τι ,
4875164 ἀγαθος
κοσκίνῳ : λεγόμενόν τι , οἷον τἀληθῆ πάντα . Ταμίας ἀγαθός : ἐπὶ τῶν ἀκριβῶς φυλαττόντων τά τε ἴδια τά
ὁ ἥλιος ἐξ ἀνάγκης κινεῖται , ὁ θεὸς ἐξ ἀνάγκης ἀγαθός ἐστιν . ἐπὶ δὲ τῶν ἐν γενέσει καὶ φθορᾷ
4870139 εὐγνωμων
ἀνὴρ ποῖός τις ; . . . τοισιν ἄριστος : εὐγνώμων , φιλόμουσος , ἐρωτικός , εἰς ἄκρον ἁδύς ,
κυμαίνοντα . . . Πανταχοῦ γὰρ οἶμαι καλὸν χρήστης , εὐγνώμων καὶ δίκαιος . . . Ἀρρήτῳ πόθῳ τὸ πλησιάζον
4869385 ὀξυχολος
καὶ τοῦ ἀγγέλου τῆς πονηρίας τὰ ἔργα . πρῶτον πάντων ὀξύχολός ἐστι , καὶ πικρὸς καὶ ἄφρων , καὶ τὰ
ἀντὶ τοῦ : διαπαντὸς ὀξύθυμός ἐστιν . δριμεῖα χολά : ὀξύχολός ἐστι , παραδείκνυσιν αὐτοῦ τὸ ὀξύχολον . τὰ Δάφνιδος
4866788 ἡδιστος
καὶ ἀμπεχόνῃ καὶ φωνῇ καὶ βαδίσματι : ὁ μὲν ὡς ἥδιστος ἰδεῖν ὤν , ὁ δὲ ὡς ἀληθέστατος : καὶ
' ἀλλήλων μὴ ἡδεῖς ὄντας , οὐχ οἷόν τε . ἥδιστος δὲ ὁ φίλος τῷ φίλῳ . διὰ τοῦτο δὲ
4861841 κωλυσῃς
ὅτι ἐστὶ καὶ ἄλλῃ τινὶ Ῥοδάνης καλός . μή με κωλύσῃς μηδὲ θελήσῃς φόνου εἴργειν ἐν ἐρημίᾳ . οἶδας δὲ
ἑτέρους . ἐμὲ δὲ προθυμούμενον ἀπελθεῖν εἰς τὸν Δία μηδαμῶς κωλύσῃς . θαρρῶ γὰρ ταύτην τὴν δωρεὰν , ἤτοι τὸ
4861637 σῳζων
, ἀψινθίῳ κατέπασας Ἀττικὸν μέλι . εἰ γάμος ἦν ὁ σῴζων τὴν ἄλλου νόσον νόσον σῴζων αὐτὸς ἀποθνῄσκει νοσῶν .
ἐσχατιῆς , ᾧ μὴ πάρα γείτονες ἄλλοι , σπέρμα πυρὸς σῴζων , ἵνα μή ποθεν ἄλλοθεν αὕοι , ὣς Ὀδυσεὺς
4851836 γηραλεος
καθιζόμενον ἔμπροσθεν τῶν βοῶν αὐτοῦ εἰς ἀροτριασμόν : ὑπῆρχεν δὲ γηραλέος πάνυ τῇ ἰδέᾳ : εἶχεν δὲ ἐνηγκαλισμένον τὸν υἱὸν
ὁπόσον κεν ἔχων ἀφίκοιο οἴκαδ ' ἄνευ προπόλου μὴ πάνυ γηραλέος . ἀνδρῶν δ ' αἰνεῖν τοῦτον ὃς ἐσθλὰ πιὼν
4847457 κοινωνικος
τῇ ὀργῇ κατὰ τὸ προσῆκον . . Ἐπειδὴ πολιτικὸς καὶ κοινωνικός ἐστιν ὁ ἄνθρωπος φύσει , ἀνάγκῃ καὶ λόγων καὶ
τοῦ λογικοῦ καὶ κοινωνικοῦ ζῴου . Ὁ τοῦ ὅλου νοῦς κοινωνικός . πεποίηκε γοῦν τὰ χείρω τῶν κρειττόνων ἕνεκεν καὶ
4846262 νομιμος
ἣν ὁ μὲν τιμῶν καὶ φυλάττων καὶ μηδὲν ἐναντίον πράττων νόμιμος καὶ θεοφιλὴς καὶ κόσμιος , ὁ δὲ ταράττων ὅσον
τὸ εἰ ἐφόνευσε : δεύτερον δὲ κατὰ ζήτησιν , εἰ νόμιμος ὁ φόνος ἢ δίκαιος , ἢ σύμφορος : ὥσπερ
4843649 εὐσεβης
ἄρα τὰ περὶ τοὺς θεοὺς νόμιμα εἰδὼς ὀρθῶς ἂν ἡμῖν εὐσεβὴς ὡρισμένος εἴη ; Ἐμοὶ γοῦν , ἔφη , δοκεῖ
Κοριολανὸς ἔπαθεν , ἐδάκρυσεν , ἀνέζευξεν . ἡ μὲν ἀνάζευξις εὐσεβὴς , ὀλέθριος δὲ τῷ στρατηγῷ : Τυρρηνοὶ γὰρ ὡς
4842977 κηδειν
μή μοι ἀπέχθηαι φιλέοντι . καλόν τοι σὺν ἐμοὶ τὸν κήδειν ὅς κ ' ἐμὲ κήδῃ : ἶσον ἐμοὶ βασίλευε
τοῦ ἀνέμου πνοή . κεράσαι : μῖξαι . προχέαι . κήδειν καὶ κήδεσθαι : λυπεῖν . καὶ φροντίζειν . καὶ
4842600 ἀπανθρωπος
εὐπαράπειστος , εὐπαράγωγος , πεπλανημένος , σφαλερός , σκαιός , ἀπάνθρωπος , ἀνεπιεικής , ὑβριστής , ἑτερόρροπος , ἄνισος ,
, φιλανθρωπία , φιλανθρώπως , φιλανθρωπεύεσθαι . τὸ δὲ ἐναντίον ἀπάνθρωπος , ἀπανθρωπία , ἀπανθρώπως : οὐ γὰρ καὶ ἀπανθρωπεύεσθαι
4834058 ζηλωτος
σοι εἶναι καὶ ἐλεινός ; Οὐκ ἔμοιγε , οὐδὲ μέντοι ζηλωτός . Οὐκ ἄρτι ἄθλιον ἔφησθα εἶναι ; Τὸν ἀδίκως
: καὶ ζηλῶσαι μὲν τὸ μακαρίσαι , ἀφ ' οὗ ζηλωτός , ζηλῆσαι δὲ τὸ ζηλοτυπῆσαι , ἀφ ' οὗ
4831234 παρεγυμνου
γνώμην , τὸ σῶμα δὲ οὕτω καρτερός : καὶ ἅμα παρεγύμνου ἑαυτὸν μᾶλλον ἄχρι πρὸς τὸ αἴσχιστον . αὖθις ἐπὶ
καὶ αὐτὸς φυγὰς θεόθεν γενόμενος ἥκειν πίσυνος μαινομένωι Νείκει τοσοῦτον παρεγύμνου ὅσον καὶ Πυθαγόρας οἶμαι καὶ οἱ ἀπ ' ἐκείνου
4825663 ἀμαθης
' ἑνὸς μ γράφεται : ἄμαθος γὰρ λέγεται παρὰ τὸ ἀμαθὴς * καὶ * ἀμέτρητος εἶναι καὶ ἐν συγκοπῇ ἄμος
καὶ οὐκ εὐτελὴς ὤν , ἠλίθιος δὲ μᾶλλον , οἷον ἀμαθὴς καὶ ἀνόητος , ὃς εἰ παιδευθείη καλὸς ἂν εἴη
4823781 ἀπληκτος
θ ' ὅταν δεήσῃ , καὶ τἄλλα πειθαρχεῖ καλῶς , ἄπληκτος ὥσπερ ἵππος . ἡ δ ' ὑστάτη ποῦ '
ἐραστὴς μετὰ σωφροσύνης τε καὶ αἰδοῦς , δόξης ἑταῖρος , ἄπληκτος , κελεύσματι καὶ λόγῳ μόνῳ ἡνιοχεῖται . Ταῦτα μὲν
4812030 ξυνεσει
τι ἐς αὐτὸ μᾶλλον ἑτέρου ἄξιος θαυμάσαι : οἰκείᾳ γὰρ ξυνέσει καὶ οὔτε προμαθὼν ἐς αὐτὴν οὐδὲν οὔτ ' ἐπιμαθών
ὦ φίλ ' Ἕκτορ , εἶχον ἄνδρ ' ἀρκοῦντά μοι ξυνέσει γένει πλούτωι τε κἀνδρείαι μέγαν : ἀκήρατον δέ μ
4792833 ἐδιδαξατο
καὶ τούτους εἰδέναι , τὴν δὲ σύμπασαν τέχνην αὐτὸς ἑωυτὸν ἐδιδάξατο , θείᾳ φύσει κεχρημένος , καὶ τοσοῦτον ὑπερβεβηκὼς τῇ
ταῖς νόσοις φάρμακα παισί τε ἑαυτοῦ παρέδωκε καὶ τοὺς ξυνόντας ἐδιδάξατο , τίνας μὲν δεῖ προσάγειν πόας ὑγροῖς ἕλκεσι ,
4790733 ταρασσομενος
συρομένῳ Ἄχνην : ῥοὴν αἵματος , ἀφρόν . Παφλάζων : ταρασσόμενος , καὶ ἠχῶν . ὑποβρύχιον : ὑποκάτω , μέγα
μεθ ' ἡμέραν , νυκτὸς διὰ τῶν ἐνυπνίων ἐκπηδῶν , ταρασσόμενος , πρὸς πᾶσαν ἀπαγγελίαν τρέμων , ἐξ ἐπιστολῶν ἀλλοτρίων
4788390 γεγεννημενους
τὰ φυτὰ τοῦ παραδείσου , ὡς πάντας ἀπὸ τοῦ Ἀδὰμ γεγεννημένους ἀπὸ τῆς εὐωδίας νυστάξαι , χωρὶς τοῦ Σήθ ,
οἱ πρόγονοι καλοὶ κἀγαθοὶ καὶ δίκαιοι , τοὺς ἐκ τούτων γεγεννημένους εὐγενεῖς φασιν εἶναι . ἄλλο δέ , ἂν ὦσιν
4786873 φιλοπαις
Εἶτα τῇ διανοίᾳ , καὶ δῆλον ἐξ ὧν πρὸ τούτου φιλόπαις ἦν καὶ φιλόστοργος , καὶ πρὸς τὴν παῖδα χρηστὸς
παρ ' Ἑλλήνων φησὶν Ἡρόδοτος μαθεῖν τὸ παισὶν χρῆσθαι . φιλόπαις δ ' ἦν ἐκμανῶς καὶ Ἀλέξανδρος ὁ βασιλεύς .
4784862 γενοιο
νόμοις πατρὸς δεῖ πωλοδαμνεῖν κἀξομοιοῦσθαι φύσιν . Ὦ παῖ , γένοιο πατρὸς εὐτυχέστερος , τὰ δ ' ἄλλ ' ὅμοιος
εἰ δέ μοι τὴν γυναῖκα ἄγοις , ἀντὶ πολλῶν ἂν γένοιο . ” Ταῦτα ἐγίνετο καὶ ὁ μὲν ἀπήλαυνε παραδοὺς
4780609 κωμαζων
ἐν τῷ Ἀπολλωνίου τοῦ Τυανέως βίῳ 〛 κραιπαλόκωμος : ὁ κωμάζων ἐν κραιπάλοις τοῖς ἱεροῖς . . τοῦτο μετωνυμία καλεῖται
τοῦ σχήματος κατηγόρει τὸ πάθος : παράφορός τε γὰρ καὶ κωμάζων εἱστήκει οὐ δυνάμενος ἐρείδειν τὼ πόδε , ἀλλ '
4776983 κοσμιος
πόλιν . Ὁ δὲ πρεσβεύων ἦν ἀνὴρ ἀγαθός τε καὶ κόσμιος , ἀσκητικοῖς διαλάμπων κατορθώμασιν : ἦν δὲ ὁ καθηγούμενος
πυρρὸς τὴν χροιάν , τὴν φωνὴν ὀξύς . Ὁ δὲ κόσμιος βαρὺ φθέγγεται , βραχὺ μέν , τὰ δὲ βλέφαρα
4775345 ὀλβος
: περισσὸν τὸ ἓν ὡς : οὐ μόνιμος ὁ μέγας ὄλβος . κατέκλυσε γὰρ αὐτὸν δαίμων τις , ὡσεὶ λαῖφος
καταστᾶσα ὅτι αὐτὴν δίκαιόν ἐστι , ἀναγορεύειν : ὁ γὰρ ὄλβος οὐ βέβαιος , ἀλλ ' ἐφήμερος ἐξίπτατ ' οἴκων
4768012 δυσμενεσιν
θῆκας Ἀχαιῶν : ῥηίτεροι δ ' ἄρα σεῖο καταφθιμένου πελόμεσθα δυσμενέσιν . Σὺ δὲ χάρμα πεσὼν μέγα Τρωσὶν ἔθηκας ,
ἀνδρὶ μάχεσθαι γῆς πέρι καὶ παίδων κουριδίης τ ' ἀλόχου δυσμενέσιν : θάνατος δὲ τότ ' ἔσσεται , ὁππότε κεν
4766315 ὑπερφιαλος
καὶ θοᾶν ἵππων ἐλάτειραν ἀεῖσαι ; κείνῳ μὲν Αἴτνα δεσμὸς ὑπερφίαλος ἀμφίκειται * * * ἀλλ ' οἶος ἄπˈλατον κερά̆ϊζε
Θέμι ταῦτα διείρεο : οἶσθα καὶ αὐτὴ οἷος κείνου θυμὸς ὑπερφίαλος καὶ ἀπηνής . ἀλλὰ σύ γ ' ἄρχε θεοῖσι
4765339 ἀθυμος
προσβαλεῖν ] πλησιάσειν . θΞ ἄθυμος ] δειλός . Ξ ἄθυμος ] δειλός , ἄφρων . ἄθυμος ] δειλός ,
] δειλός . Ξ ἄθυμος ] δειλός , ἄφρων . ἄθυμος ] δειλός , ἄψυχος . ἄθυμος ] δειλός ἐστιν
4750231 αἱρετος
τοὺς ἐπαινοῦντας . Εἰ δὲ ὁ ἔπαινος δι ' ἑαυτὸν αἱρετός , καὶ ἡ εὐδοξία : καὶ γὰρ οὐδὲν ἕτερον
: πλοῦτος δὲ ἧττον ἀγαθὸν ὢν ὑγείας δι ' αὑτὸν αἱρετός ἐστι : πάλιν γὰρ τὸ μεταλαμβανόμενον καὶ δεόμενον δείξεως
4747555 ξεινοισιν
οὐδ ' ἂν μειλίχως μυθεόμενος , οὐδ ' εἰ παρὰ ξείνοισιν ἡμένη τύχηι , ἀλλ ' ἐμπέδως ἄπρηκτον αὑονὴν ἔχει
πατέρ ' ἐκ πόντοιο Ποσειδάωνα κικλήσκων , μήποτ ' ἔτι ξείνοισιν ἑκὼν ἀνιηρὸς ἔσεσθαι . Καὶ σὺ μὲν ὕμνησαί μοι
4744023 ἐλλειπων
φροντίδα . ὁ μὲν οὖν μεγαλόψυχος τοιοῦτος . ὁ δὲ ἐλλείπων μικρόψυχος , ὁ δὲ ὑπερβάλλων χαῦνος : οὐκ εἰσὶ
τὸ μᾶλλον ἢ προσήκει χαίρειν ταῖς ἡδοναῖς , ὁ δὲ ἐλλείπων παρὰ τὸν ὀρθὸν ποιεῖ λόγον διὰ τὸ ἔλαττον ἢ
4742592 γενναιοτερος
ἀκροώμενος καὶ κηλούμενος , ἡγούμενος ἐν τῷ παραχρῆμα μείζων καὶ γενναιότερος καὶ καλλίων γεγονέναι . καὶ οἷα δὴ τὰ πολλὰ
, ὅθεν εὐκλεέστερος μὲν Ὀλυμπιονίκης ὁ ἐξ Ὀλυμπιονικῶν οἴκου , γενναιότερος δὲ στρατιώτης ὁ μὴ ἀστρατεύτων ἡδίους τε τῶν ἐπιτηδεύσεων
4742077 ἐσει
, ὅτι ἐὰν ταῦτα πράξῃς , τοῖς μὲν πολεμίοις ἐπιτετειχικὼς ἔσει , φιλίαν δὲ πόλιν διασεσωκώς , εὐκλεέστατος δὲ ἐν
. ἀλλ ' ἐν πράγμασιν , Στρατοφάνη , καινοῖς ] ἔσει σὺ σφόδρα τ ' ἀνελπίστοις τισίν . οὗ δοκεῖς
4740553 προπεμπων
τὴν προπεμπτικὴν οὑτωσί πως : ὑποκείσθω δὲ ἡμῖν νέος συνήθης προπέμπων φίλον . οὐκοῦν ὁ τοιοῦτος ἐνταῦθα ὥσπερ τι πεπονθὼς
τῆς ἑωυτοῦ παῖδας . Ἐπείτε δέ σφεας ἀπεπέμπετο , εἶπε προπέμπων αὐτούς : Ἆρα ἴστε , ὦ παῖδες , ὃς
4733995 ἀστος
κέχρηται ἐν Ἡρακλείδαις τε καὶ Θησεῖ , βελτίω δ ' ἀστός , ἐπιχώριος , ἐγχώριος , ἡμεδαπός , ὁμόφυλος ,
νήσων εὐδείελος ἠέ τις ἀκτή . ξεῖνος αἴτ ' ὦν ἀστός : καὶ ξένος ὢν καὶ πολίτης ὁ Ἰάσων ,
4731952 ἀρνακιδων
εἰπεῖν : τίς ἄν μοι ἐπιβάλοι καὶ ἐπιθήσει σκέπασμα ἐξ ἀρνακίδων , ὡς ἂν γνώμην εὕροιμι ἀποστερητικήν ; ὁ δὲ
, ὅτι γέρων ἦν καὶ βραδύς , ζητεῖ γνώμην ὡς ἀρνακίδων ἤτοι νέον νοῦν καὶ δεκτικὸν τῶν μαθημάτων , ἢ
4731146 ὁτουπερ
τοῖς καθ ' ἑαυτὸν ἕκαστος καὶ τῶν καθ ' ἑαυτὸν ὅτουπερ ἂν τύχῃ μάλιστα δεόμενος . ὑμεῖς δὲ τῷ δι
φαινοίμεθα θαἰμάτια , τὰ σκεύη , τοὺς ἵππους , πᾶν ὅτουπερ ἂν ἡ πομπὴ δέηται . ὥσθ ' ὅταν φῶσιν
4721982 θυμοειδης
δεῖν εἶναι ; Τιθῶμεν , ἔφη . Φιλόσοφος δὴ καὶ θυμοειδὴς καὶ ταχὺς καὶ ἰσχυρὸς ἡμῖν τὴν φύσιν ἔσται ὁ
ἑαυτῆς ζητοῦσα καὶ ἑαυτὴν γινώσκουσα : ἡ μέντοι αἰσθητικὴ καὶ θυμοειδὴς καὶ ἐπιθυμητικὴ οὐ κινεῖται κύκλῳ , ἀλλ ' εὐθεῖαί
4720680 κρυψινους
ῥυτίδας ἐν τῷ σώματι ἔχων , χλωρός , ψεύστης , κρυψίνους , σκολιόφρων , δασύς , στυγνοπρόσωπος , ὀζόχρωτος .
παλίμβολος , ἐγκρυφίας , ἐπίσκιος , πολλαπλοῦς τὸ Πλάτωνος , κρυψίνους , γοητευτικός , κακοῦργος , πανοῦργος , ψεύστης ,
4720152 κρεαδιων
' ἐψώμισεν . ἀπὸ δὲ κρεῶν , ἢ ὡς Ξενοφῶν κρεαδίων , κρεωφάγος κρεωφαγία , κρεανομία , κρεωσιτεῖν , κρεωπῶλαι
μὴ κινεῖσθαι . χαρίεν γάρ , ἔφη , εἰ ἕνεκα κρεαδίων τῇ θυγατρὶ τὸν παῖδα ἀποβουκολήσαιμι . ἀκούσας ταῦτα ὁ
4719418 παρανομος
: ἀπὸ δὲ τοῦ πράγματος : ἀλλ ' ἡ Πλαταιέων παράνομος ἅλωσις οὐ συγχωρεῖ βέβαιον ἑστάναι τὸν νόμον . Ἰστέον
παράνομος ἄνισός τίς ἐστι καὶ πλεονέκτης . ἐπεὶ δὲ ὁ παράνομος ἄδικός τίς ἐστι καὶ ὁ νόμιμος δίκαιος , φανερὸν
4711664 πρηξεις
μόνον πιναραῖς ἀλόχοις γάμον ἐζεύξαντο , καὶ δ ' αὐτοὶ πρήξεις κυθέρης ἀγάπησαν ἀθέσμους . εἴκελα δ ' ἀντέλλουσα πάλιν
. τῆς Τροίας . . . . οὐ γάρ τι πρήξεις ἀκαχήμενος υἷος ἑῆος , οὐδέ μιν ἀνστήσεις , πρὶν
4710604 μεγαλοφρων
πλουσίων , εἷς που τάχα ἐν μυρίοις , δαψιλὴς καὶ μεγαλόφρων τὸν τρόπον εὑρεθείη , τοῦτο ἱκανῶς δείκνυσι τὸ μὴ
τοῦτο αἰεὶ γίγνεται . Ἡράκλειτος † Βαθέωνος , Ἐφέσιος , μεγαλόφρων γεγονὼς καὶ ὑπερόπτης παρ ' ὅντιν ' οὖν .
4710356 Αὐλητου
. Ἀσκὸν δέρεις : ἐπὶ τῶν ἀνοήτως τι πραττόντων . Αὐλητοῦ βίον ζῇς : ἐπὶ τῶν ἐξ ἀλλοτρίων βιούντων .
συγκρίνεις : ἐπὶ τῶν τὰ ἐλάττω τοῖς μείζοσι συγκρινόντων . Αὐλητοῦ βίον ζῇς : ἐπὶ τῶν ἐξ ἀλλοτρίων βιούντων .
4701916 ἀφροσυνα
Σίπυλος . θνατοῖς ἐν γλώσσᾳ δολία νόσος , ἇς ἀχάλινος ἀφροσύνα τίκτει πολλάκι δυστυχίαν . πίσσα δ ' ἀπὸ γραβίων
μείζονα μοῖραν ἐφέρετο , ἀλλὰ τὰ χείρονα , πολλά κα ἀφροσύνα καὶ ἀταξία περὶ τὰν ψυχὰν ὑπᾶρχεν : αἴ τε
4701599 πονηρος
μᾶλλον πέφυκε τἀνθρώπῳ . Ὁ δ ' αὖ οὐ πάνυ πονηρὸς καθέστηκεν ἀπὸ τῆς τῶν χρωμάτων τεκμαιρομένων ἡμῶν οἰκειότητος .
ἔλυσε τοὺς νόμους : εἰ δ ' ἐκβαλεῖν ἀπάτην ἣν πονηρὸς ἄνθρωπος ἐνέθηκέ σοι , μένει μὲν Ἱεροκλῆς ἐν τῷ
4699508 ποσιος
δοκέῃ , καὶ κλύζειν θαμινὰ , τοῦ κνεώρου τρίψας ἥμισυ πόσιος , μέλιτος παραμίξας τρίτον μέρος κοτύλης , καὶ τευτλίου
πόλιν πλῆθος ἐν τοῖς ἀρίστοις ” εὐνήν τ ' αἰδομένη πόσιος δήμοιό τε φήμην ” . καὶ τὸ Ἑλλήνων πλῆθος
4698494 φαιδρος
εἰς ἄφθαρτον , ἱλαραῖς ὄψεσιν ἐκ τῆς κατὰ ψυχὴν εὐθυμίας φαιδρὸς καὶ γεγηθώς φησιν : „ ἐμοὶ μὲν ἀπαλλάττεσθαι καιρὸς
βασιλείαν διὰ τὴν πρὸς Πολυσπέρχοντα ὀργήν . ταῦτα ἀναγνοὺς Κάσσανδρος φαιδρὸς καὶ περιχαρὴς ἐγένετο καὶ τὸν Νικάνορα παραπέμποντα ἐπισπασάμενος εὐηγγελίσατο
4697918 ἀποφθεγματος
κατασκευαζούσης τὴν θέσιν , ἢ ἀπὸ παροιμίας ἢ χρείας ἢ ἀποφθέγματος χρησίμου ἢ ἱστορίας , ἢ ἀπὸ ἐγκωμίου ἢ ψόγου
Ἀρετὴ τριὰς , σύνεσις καὶ κράτος καὶ τύχη : ἐξ ἀποφθέγματος Ἀπολλωνίδου τοῦ Νικαέως . ἄλλοι δέ φασι Δημητρίου τοῦ
4689205 οἰκτρος
οὐκ ἐμποιεῖ : οἰκώδης , φορεύς : οἰκῆϊ λευκῷ : οἰκτρός : οἴκυλος , τὸ ὄσπριον : οἶκτος : οἰκτίρμων
μύστρα : στρύχνος : ἀμυδρός : σεσημείωται τὸ οἶκτος καὶ οἰκτρός : οἶστρος : οἰκτίρμων : οἶδμα : οἴτη ὁ
4682591 λυσειεν
τὰ δὲ τοιαῦτα ὀλέθρια καὶ ἄλλως παιδίοισιν : καὶ αἷμα λύσειεν ἂν ῥαγὲν , μᾶλλον δὲ τοῖσι τελειοτέροισιν ἐπιφαίνεται .
δεσμωτηρίῳ ῥίνην ἀποκρύψειεν , ὅπως μηδεὶς τῶν δεσμωτῶν λαβὼν ἔπειτα λύσειεν ἑαυτόν . τοὺς οὖν φιλοτίμους καὶ φιλοπόνους μόλις μέν
4682468 ἐσθλος
, τοιοῦτός τοι ἑταῖρος ἀνὴρ φίλος οὔ τι μάλ ' ἐσθλός , ὅς κ ' εἴπηι γλώσσηι λῶια , φρονῆι
ἐστὶν ὄρεξις , ὑπερβαίνουσα δὲ μῆνις . ζῆλος τῶν ἀγαθῶν ἐσθλός , φαύλων δ ' ὑπέρογκος . τόλμα κακῶν ὀλοή
4682306 εὐπορου
, πόλις Φρυγίας : Ἀλέξανδρος : ἀπὸ Μάνου , σφόδρα εὐπόρου κτίστου . Μάνταλος , πόλις Φρυγίας , ὡς ὁ
ὡς οὔτ ' ἂν ἐβουλήθης οὔτε προσεδόκησας , πτωχὸν ἐξ εὐπόρου , μικρὸν ἐκ μεγάλου , δάκρυσι παραπεμπόμενον τὸν πρὶν
4680829 ἡσθησεται
εἴποι , ναυμαχοῦντος αὐτοῦ , κρείττων Ἑρμοκράτους ὁ ἔκγονος : ἡσθήσεται μὲν γὰρ καὶ ὁ πάππος ἔχων τῆς ἀρετῆς διάδοχον
] οἷς γὰρ ἕκαστος χαίρει πραττομένοις , οὗτος καὶ λεγομένοις ἡσθήσεται ἐμφρόνως καὶ τοῦτο καὶ φιλοσόφως φησίν : καὶ γὰρ
4678995 Ἀβροτονου
Πέργαμος , ὡς Κύζικος Κυζικηνός . δυνατὸν δὲ καὶ ἐξ Ἀβροτόνου φάναι τὸ ἐθνικόν . πολλὰ γὰρ τοιαῦτα , μάλιστα
λιμήν . Ταύτης ὁ παράπλους ἡμέρας μιᾶς . Ἀπὸ δὲ Ἀβροτόνου Ταριχεῖαι , πόλις καὶ λιμήν . Παράπλους ἀπὸ Ἀβροτόνου
4677211 Ψευδοστομου
. . . . . . . ριδ ιϚ : Ψευδοστόμου ποταμοῦ πηγαὶ ἀπὸ τοῦ Βηττιγὼ ὄρους . . .
. . . . . . . . ριζ ιδ Ψευδοστόμου ποταμοῦ ἐκβολαί ριζ γʹ ιδ Ποδοπέρουρα . . .
4671889 παρωξυμμενος
ἀδικήσῃ μὲν τὸν ἀγαθὸν ὁ φαῦλος , αὐτὸς ἐξ ἀλογίας παρωξυμμένος , Θεὸς ἀναίτιος : ἀδικήσῃ δὲ τὸν προσπεσόντα ,
καὶ τέλος τὴν ἀπολογίαν προσιέμενος ἔγνω μάτην κατὰ τοῦ φίλου παρωξυμμένος . ἢν δὲ ἀγεννέστερος καὶ ταπεινότερος , προσίεται μὲν
4668620 ἀστατος
πλεονέκτης κακονομώτατος ἄφιλος ἄοικος ἄπολις στασιώδης ἄτακτος ἀσεβὴς ἀνίερος ἀνίδρυτος ἄστατος ἀνοργίαστος βέβηλος ἐναγὴς βωμολόχος ἀλάστωρ παλαμναῖος ἀνελεύθερος ἀπότομος θηριώδης
ἀλλ ' ἡ φύσις ἡ ἔνυλος καὶ διὰ τὸ ἔνυλον ἄστατος , καὶ δῆλον ὅτι τοῖς ὀρθῶς κρίνουσιν οὐχ ὁ
4668463 ψευστης
ὁ μοιχὸς καὶ ὁ μέθυσος καὶ ὁ κατάλαλος καὶ ὁ ψεύστης καὶ ὁ πλεονέκτης καὶ ὁ ἀποστερητὴς καὶ ὁ τούτοις
κατὰ τῶν πλησίον . ὅτι μὲν οὖν ἐστι φιλαπεχθὴς καὶ ψεύστης καὶ τολμηρός , σχεδὸν ἱκανῶς ἐκ τῶν προειρημένων ὑπεδείχθη
4660842 γεγως
οἶδ ' ἄνδρα Μυσὸν Τήλεφον . . εἴτε δὲ Μυσὸς γεγὼς ἦν εἴτε κἄλλοθέν ποθεν , πῶς . . .
αἴθων εὐνάσῃ βαρὺν κλόνον ἀπ ' Αἰακοῦ τε κἀπὸ Δαρδάνου γεγὼς Θεσπρωτὸς ἄμφω καὶ Χαλαστραῖος λέων πρηνῆ θ ' ὁμαίμων
4660733 κτησεται
οἰκετῶν : οὐ γὰρ χρηματιστὰς ἀλλὰ τοὺς καλοὺς καὶ ἀγαθοὺς κτήσεται τῶν οἰκετῶν . καὶ κίνησις δὲ τοῦ μεγαλοψύχου βραδεῖα
ποιοῦν τέξεις ] γεννήσεις κελαινὸν ] μέλανα καρπώσεται ] ἤγουν κτήσεται πλατύρρους ] ὁ πλατὺ ἔχων ῥεῦμα ἀρδεύει ] διέρχεται
4659711 δημοκρατικος
τῷ πρώτῳ τῶν Ἀπομνημευμάτων . Ἦν δὲ καὶ ἰσχυρογνώμων καὶ δημοκρατικός , ὡς δῆλον ἔκ τε τοῦ μὴ εἶξαι τοῖς
ἐνθυμηθῆναι χρὴ ὅτι οὐδείς ἐστιν ἀνθρώπων φύσει οὔτε ὀλιγαρχικὸς οὔτε δημοκρατικός , ἀλλ ' ἥτις ἂν ἑκάστῳ πολιτεία συμφέρῃ ,
4654708 μετακομισθησεται
τὰ φῶτα διαμετρῇ ἄλληλα εὑρεθήσεται μέν , οὐ ῥᾳδίως δὲ μετακομισθήσεται ἀλλὰ μετὰ καμάτου . ἡ Σελήνη συνοδεύουσά τινι ἀστέρι
εὕρεσιν τοῦ ἀπολομένου μηνύουσιν , καὶ ἐξ ἄλλου εἰς ἄλλον μετακομισθήσεται τὸ ἀπολωλός . εἰ δὲ διαμετροῦσιν ἀλλήλους Ἥλιος καὶ

Back