δαιτὸς ἐΐσης . αὐτὰρ ἐπεὶ πόσιος καὶ ἐδητύος ἐξ ἔρον ἕντο , οἳ μὲν κακκείοντες ἕβαν κλισίην δὲ ἕκαστος ,
χεῖρας ἴαλλον . αὐτὰρ ἐπεὶ πόσιος καὶ ἐδητύος ἐξ ἔρον ἕντο , δὴ τότε Δημόδοκον προσέφη πολύμητις Ὀδυσσεύς : “
9780171 ἐρον
προκείμενα χεῖρας ἴαλλον . αὐτὰρ ἐπεὶ πόσιος καὶ ἐδητύος ἐξ ἔρον ἕντο , τοῖσι δὲ μύθων ἦρχε περίφρων Πηνελόπεια :
ἐδεύετο δαιτὸς ἐΐσης . αὐτὰρ ἐπεὶ πόσιος καὶ ἐδητύος ἐξ ἔρον ἕντο , οἳ μὲν κακκείοντες ἕβαν κλισίην δὲ ἕκαστος
8596746 ἐδητυος
τῶν ἰατρῶν ἀφαιροῦσι τὰς πλησμονάς . Αὐτὰρ ἐπεὶ πόσιος καὶ ἐδητύος ἐξ ἔρον ἕντο , καὶ τὴν ἐπιθυμίαν πληρώσαντες οἱ
. καὶ Ὅμηρος οὕτως παρετυμολογεῖ : αὐτὰρ ἐπεὶ πόσιος καὶ ἐδητύος ἐξ ἔρον ἕντο , : οἱ μὲν κακκείοντες ἔβαν
8193687 μελιφρονος
μὲν οὔτε βοῶν ἄροτος μέλει οὔτε τις ἄλλη φυταλιὴ καρποῖο μελίφρονος , οὐδὲ μὲν οἵγε ποίμνας ἑρσήεντι νομῷ ἔνι ποιμαίνουσιν
˘˘αγορα – ] [ – ] [ – ] ο μελίφρονος ὕπνου [ ] [ – ˘˘ ἁμετέραν ] [
7798726 ἀπιης
. . τηλόθεν ἐξ ἀπίης : ὅτι παραλλήλως τηλόθεν ἐξ ἀπίης . οἱ δὲ νεώτεροι ἐξεδέξαντο τὴν Πελοπόννησον . .
οὐχ ὡς οἱ νεώτεροι τὴν Πελοπόννησον . φησὶ γοῦν ἐξ ἀπίης γαίης δεκάτῳ ἐνιαυτῷ . . . . ἀρηίφιλον Μενέλαον
7783243 ὠτειλης
. . ὄφρα οἱ αἷμ ' ἔτι θερμὸν ἀνήνοθεν ἐξ ὠτειλῆς : ἡ διπλῆ ὅτι τὴν ἐκ χειρὸς πληγὴν ὠτειλὴν
ἐμέ τε συναρπάσας ἤδη παρὰ πόδας ἑστῶτα καὶ τῷ τῆς ὠτειλῆς περιρρεόμενον αἵματι , δρομαίως τὸ τάχος πρὸς τοὺς ἑταίρους
7723461 ὑπατοιο
Ἀργοῦς ἦγ ' ἅλαδε προτέρωσε . δέμας δέ οἱ ἐξ ὑπάτοιο κράατος ἀμφί τε νῶτα καὶ ἰξύας ἔστ ' ἐπὶ
, χρυσείαις φολίδεσσι διαυγέας : ἀμφὶ δὲ νώτοις κράατος ἐξ ὑπάτοιο καὶ αὐχένος ἔνθα καὶ ἔνθα κυάνεαι δονέοντο μετὰ πνοιῇσιν
7713681 ἀγροτεραων
ὅτι γράφει „ ἐξ Ἐνετῆς , ὅθεν ἡμιόνων γένος ” ἀγροτεράων . „ ταύτην δέ φησιν Ἑκαταῖον τὸν Μιλήσιον δέχεσθαι
Ὅμηρος μέμνηται ” ἐξ Ἑνετῶν , ὅθεν ἡμιόνων γένος „ ἀγροτεράων . ” καὶ Διονύσιος ὁ τῆς Σικελίας τύραννος ἐντεῦθεν
7710355 ποσιος
δοκέῃ , καὶ κλύζειν θαμινὰ , τοῦ κνεώρου τρίψας ἥμισυ πόσιος , μέλιτος παραμίξας τρίτον μέρος κοτύλης , καὶ τευτλίου
πόλιν πλῆθος ἐν τοῖς ἀρίστοις ” εὐνήν τ ' αἰδομένη πόσιος δήμοιό τε φήμην ” . καὶ τὸ Ἑλλήνων πλῆθος
7701656 Ἀσκανιης
ἐπ ' Ἀσκανίῳ ” δώματ ' ἔχουσι ῥόῳ , λίμνης Ἀσκανίης ἐπὶ χείλεσιν : „ ἔνθα Δολίων υἱὸς Σιληνοῦ νάσσατο
Οἳ καὶ ἐπ ' Ἀσκανίων δώματ ' ἔχουσι ῥοῶν λίμνης Ἀσκανίης ἐπὶ χείλεσιν , ἔνθα Δολίων υἱὸς Σειληνοῦ νάσσατο καὶ
7662702 ἀποφθεγματος
κατασκευαζούσης τὴν θέσιν , ἢ ἀπὸ παροιμίας ἢ χρείας ἢ ἀποφθέγματος χρησίμου ἢ ἱστορίας , ἢ ἀπὸ ἐγκωμίου ἢ ψόγου
Ἀρετὴ τριὰς , σύνεσις καὶ κράτος καὶ τύχη : ἐξ ἀποφθέγματος Ἀπολλωνίδου τοῦ Νικαέως . ἄλλοι δέ φασι Δημητρίου τοῦ
7535813 ὁτουπερ
τοῖς καθ ' ἑαυτὸν ἕκαστος καὶ τῶν καθ ' ἑαυτὸν ὅτουπερ ἂν τύχῃ μάλιστα δεόμενος . ὑμεῖς δὲ τῷ δι
φαινοίμεθα θαἰμάτια , τὰ σκεύη , τοὺς ἵππους , πᾶν ὅτουπερ ἂν ἡ πομπὴ δέηται . ὥσθ ' ὅταν φῶσιν
7460583 ἀκαλαρρειταο
: ὄνομα ποταμοῦ , ὁ Ὠκεανός , οἷον : ἐξ ἀκαλαρρείταο βαθυρρόου Ὠκεανοῖο . . . . ἐκ τούτου γίνεται
, θείῳ τ ' ἀσφάλτῳ τε πολυφλοίσβῳ τε θαλάσσῃ ἐξ ἀκαλαρρείταο βαθυρρόου Ὠκεανοῖο . ἀλλὰ μάκαρ Ἀὴρ διὰ τῶν νεφέων
7417992 καταφθιμενου
εὐρὺν ἀνερκέα θῆκας Ἀχαιῶν : ῥηίτεροι δ ' ἄρα σεῖο καταφθιμένου πελόμεσθα δυσμενέσιν . Σὺ δὲ χάρμα πεσὼν μέγα Τρωσὶν
τᾶς δυσδαίμονος , οὐ παλαιῶν πατρὸς σφαγιασμῶν . οἴμοι τοῦ καταφθιμένου τοῦ τε ζῶντος ἀλάτα , ὅς που γᾶν ἄλλαν
7381187 ἀδυτοιο
μοι φέρε πάμπαν ἐπισταμένη Μήδεια , φωριαμῶν ἀνελοῦσα θυώδεος ἐξ ἀδύτοιο . Αὐτίκα δ ' οὐλαοπλάσμαθ ' ὑπὸ πέπλους ἐπονεύμην
καὶ τὰ μέλλοντα . ἴαχεν ] ἐβόησεν . Γ ἐξ ἀδύτοιο ] ἤγουν ἐκ τοῦ ναοῦ δι ' οὗ οὐκ
7350591 Αὐλητου
. Ἀσκὸν δέρεις : ἐπὶ τῶν ἀνοήτως τι πραττόντων . Αὐλητοῦ βίον ζῇς : ἐπὶ τῶν ἐξ ἀλλοτρίων βιούντων .
συγκρίνεις : ἐπὶ τῶν τὰ ἐλάττω τοῖς μείζοσι συγκρινόντων . Αὐλητοῦ βίον ζῇς : ἐπὶ τῶν ἐξ ἀλλοτρίων βιούντων .
7344012 Γοργειην
ἀποπλύνειε θαλάσσῃ , θερμὴν ἐξ ὁμάδου κεφαλὴν ἔτι καὶ τρομέουσαν Γοργείην κατέθηκεν ἐπὶ χλοεραῖς βοτάνῃσιν . ὄφρα δ ' ὅγ
πιστεύων περ ἔολπά μιν εἶναι ἄπιστον . Ἀλλ ' οὐ Γοργείην μὲν ἐτώσιος ἀνθρώποισι σμερδαλέην κεφαλὴν φάτις ἔμμεναι : οὐδ
7328519 Ἀλυβης
: Αὐτὰρ Ἁλιζώνων Ὀδίος καὶ Ἐπίστροφος ἦρχον , τηλόθεν ἐξ Ἀλύβης , ὅθεν ἀργύρου ἐστὶ γενεθλή . Ἐπαινεῖ δὲ μάλιστα
ὁ γὰρ Ὅμηρος τὴν Ἀλύβην γενέθλην τοῦ ἀργύρου ὠνόμασεν . Ἀλύβης παγέντα βώλοις : ἀργύρῳ φησίν . Ὅμηρος : τηλόθεν
7304479 ἐνοπης
Ἀργὼ πεύκῃσιν τ ' ἠδὲ δρυσὶν γομφωθεῖσα ἄι ' ἐμῆς ἐνοπῆς καὶ γὰρ πάρος ἔκλυες ἤδη ἡνίκα δένδρε ' ἔθελγον
δέ κε γῆρυν ἐν οὔασιν ἀλγινόεσσαν δέξηται στυγερῆς τ ' ἐνοπῆς κωκυτὸν ἀκούσῃ , οὐ τηλοῦ θανάτοιο τάχ ' ἔσσεται
7291947 Ὀποεντος
: ναῖον δ ' ἐσχατιὴν Φθίης Δολόπεσσιν ἀνάσσων . ἐξ Ὀπόεντος : Ὀποῦς πόλις τῆς Λοκρίδος , ἀπὸ Ὀπόεντος τοῦ
ἐν ὑμετέροισι δόμοισιν , εὖτέ με τυτθὸν ἐόντα Μενοίτιος ἐξ Ὀπόεντος ἤγαγεν ὑμέτερόνδ ' ἀνδροκτασίης ὕπο λυγρῆς , ἤματι τῷ
7263949 ἐριβωλακος
διαδοχῆς ἥκοντες σύμμαχοι : “ οἵ ῥ ' ἐξ Ἀσκανίης ἐριβώλακος ἦλθον ἀμοιβοὶ ἠοῖ τῇ προτέρῃ . ” ἄδηλον δὲ
ὑπὸ γούνατ ' ἔλυσεν , ὅς ῥ ' ἐκ Παιονίης ἐριβώλακος εἰληλούθει , καὶ δὲ μετ ' Ἀστεροπαῖον ἀριστεύεσκε μάχεσθαι
7251196 ἀρνακιδων
εἰπεῖν : τίς ἄν μοι ἐπιβάλοι καὶ ἐπιθήσει σκέπασμα ἐξ ἀρνακίδων , ὡς ἂν γνώμην εὕροιμι ἀποστερητικήν ; ὁ δὲ
, ὅτι γέρων ἦν καὶ βραδύς , ζητεῖ γνώμην ὡς ἀρνακίδων ἤτοι νέον νοῦν καὶ δεκτικὸν τῶν μαθημάτων , ἢ
7248058 αὐτοῤῥιζων
, ἢ χρυσὸν ἀναθείς . Τὸ δενδρολίβανόν φασι φυτεύεσθαι ἐξ αὐτοῤῥίζων καὶ ἀποσπάδων : δεῖ δὲ τοῦτο ποιεῖν κατατιθέντας εἰς
. οὐ μόνον δὲ ἐξ ἀποσπάδων , ἀλλὰ καὶ ἐξ αὐτοῤῥίζων κατατίθεται . ἔστω δὲ τὰ αὐτόῤῥιζα μὴ ἐλάττω διετοῦς
7247847 δορποιο
ἴαινε Νεοπτολέμοιο φίλον κῆρ . Καί ῥ ' οἳ μὲν δόρποιο ποτὶ κλισίῃσι μέλοντο υἱὸν Ἀχιλλῆος θεοειδέα κυδαίνοντες ἶσον ἐπουρανίοισιν
τόν ῥά οἱ Εὐρύκλεια φίλοις ' ἐπὶ γούνασι θῆκε παυομένῳ δόρποιο , ἔπος τ ' ἔφατ ' ἔκ τ '
7246714 εὐεργεσιης
τέχνας . Μουσάων δ ' ὑποφῆται ἀείδοντι Πτολεμαῖον ἀντ ' εὐεργεσίης . τί δὲ κάλλιον ἀνδρί κεν εἴη ὀλβίῳ ἢ
εἰσέτι θάλλοις , ἕως ὅτε κέδρον ἱκάνῃς : ἀντ ' εὐεργεσίης τετανυμμένης πάντοθεν οἰκτρῷ ὔμμι θεὸς πανεπόπτης διπλόον ἐγγυαλίξῃ μακροπόρευτον
7237431 ἐπεμβολης
τοῦ ζῆν ἀσφαλῶς ᾑρημένος . τὸ δὲ κατὰ παρένθεσιν ἐξ ἐπεμβολῆς γίνεται , οἷον τοῦ τ ' ἐκεῖνον , ὅπερ
κατ ' ὀρθότητα ὡς ἐπὶ τὸ πολὺ καὶ τὰ χωρὶς ἐπεμβολῆς , κῶλα δὲ τὰ ὀλίγῳ τῶν κομματικῶν μείζονα ἢ
7211768 Ἀθηνεων
ἤθελον γάρ κεν κρατήσας , πλοῦτον ἄφθονον λαβὼν καὶ τυραννεύσας Ἀθηνέων μοῦνον ἡμέρην μίαν , ἀσκὸς ὕστερον δεδάρθαι κἀπιτετρίφθαι γένος
δή κου μάλιστα τῶν μνηστήρων ἠρέσκοντό οἱ οἱ ἀπ ' Ἀθηνέων ἀπιγμένοι , καὶ τούτων μᾶλλον Ἱπποκλείδης ὁ Τεισάνδρου καὶ
7166134 Ἀβροτονου
Πέργαμος , ὡς Κύζικος Κυζικηνός . δυνατὸν δὲ καὶ ἐξ Ἀβροτόνου φάναι τὸ ἐθνικόν . πολλὰ γὰρ τοιαῦτα , μάλιστα
λιμήν . Ταύτης ὁ παράπλους ἡμέρας μιᾶς . Ἀπὸ δὲ Ἀβροτόνου Ταριχεῖαι , πόλις καὶ λιμήν . Παράπλους ἀπὸ Ἀβροτόνου
7148145 ἰϲου
ἀμυδρῶϲ , τὸ ἀνάπαλιν , εἰ δὲ ϲυμμέτρωϲ , ἐξ ἴϲου . τὸ δὲ νᾶπυ πρὸ τῆϲ τρίψεωϲ ὄξει ἀποβρεχόμενον
α νήϲτει . Ἔλιγμα ἄλλο : βούτυρον νεαρὸν μετ ' ἴϲου μέλιτοϲ ἑψήϲαϲ δίδου κοχλιάρια β . ἐπὶ δὲ τῶν
7140837 ἀμοιβοι
τὸ ἀλλεπάλληλοι : οἵ ῥ ' ἐξ Ἀσκανίης ἐριβώλακος ἦλθον ἀμοιβοί , οἱ ἐξ ἀμοιβῆς Τρωσίν . . . .
αὐτῷ βαῖν ' ὅς τις περὶ πόρτακι μήτηρ . ” ἀμοιβοί οἱ ἐκ διαδοχῆς ἥκοντες σύμμαχοι : “ οἵ ῥ
7138460 Ἐλεωνος
. ̈ : Βάκιδες δὲ τρεῖς , ὧν πρεσβύτατος ἐξ Ἐλεῶνος τῆς Βοιωτίας , ὁ δὲ δεύτερος Ἀττικός , τρίτος
' ἐνὶ πῖλος ἀρήρει . τήν ῥά ποτ ' ἐξ Ἐλεῶνος Ἀμύντορος Ὀρμενίδαο ἐξέλετ ' Αὐτόλυκος πυκινὸν δόμον ἀντιτορήσας ,
7131540 ὀχεων
σχέτλιος : ἦ που πολλὰ μετεστοναχίζετ ' ὀπίσσω ἣν ἄτην ὀχέων : ἣ δ ' οὐ παλινάγρετός ἐστιν . αὐτὰρ
καὶ αὐτοὶ θῆρες ἀριζήλοιο Διὸς τρομέουσι γενέθλην . ἤριπες ἐξ ὀχέων χθαμαλῆς ἐπὶ νῶτα κονίης σὸν δέμας οἰοπόλοισιν ἐνὶ δρυμοῖσι
7130584 Αἰσυμηθεν
Αἰσυμνῆται : ; . . α ; . , . Αἰσύμηθεν : ἀπὸ Αἰσύμης πόλεως Θρᾳκικῆς , . , .
ποιητὴς λέγει ἐν τῷ Καταλόγῳ περὶ τοῦ Νιρέως Νιρεὺς αὖ Αἰσύμηθεν ἄγε τρεῖς νῆας ἐίσας , Νιρεὺς ὃς κάλλιστος ἀνὴρ
7095960 ὑπεροπτησεως
δοῦναί τι τοῖς ἔχουσι θερμὴν καὶ ξηρὰν κρᾶσιν καὶ ἐξ ὑπεροπτήσεως τῆς ξανθῆς χολῆς τεταρταΐζουσιν , ἐξ ἐκείνων ἐπιδιδόναι τῶν
πόματα , γινώσκειν δεῖ τοιαύτην σκληρίαν , ὅτι μᾶλλον ἐξ ὑπεροπτήσεως χυμῶν γέγονεν . ἀνάγκη γοῦν τοῖς χλιαρὰν τὴν διάθεσιν
7085585 ἀμφιρυτης
δὲ καλὸς Ἀρχέστρατός φησι : κεστρέα δ ' Αἰγίνης ἐξ ἀμφιρύτης ἀγόραζε , ἀνδράσι τ ' ἀστείοισιν ὁμιλήσεις . Διοκλῆς
δὲ καλὸς Ἀρχέστρατός φησι : κεστρέα δ ' Αἰγίνης ἐξ ἀμφιρύτης ἀγόραζε . ὅτι δὲ εἶδος κεστρέων οἱ νήστις δῆλον
7084256 κελαινου
, παλίντιτα πνεύματ ' ἐπάξεις θήσεις δ ' ἐξ ὄμβροιο κελαινοῦ καίριον αὐχμὸν ἀνθρώποις , θήσεις δὲ καὶ ἐξ αὐχμοῖο
ἔπη χθονί καρπὸν φέροντα πάντα μὴ πράσσειν καλῶς . κοίμα κελαινοῦ κύματος πικρὸν μένος ὡς σεμνότιμος καὶ ξυνοικήτωρ ἐμοί :
7082290 ὀμβροιο
ἐθέληισθα , παλίντιτα πνεύματα ἐπάξεις : θήσεις δ ' ἐξ ὄμβροιο κελαινοῦ καίριον αὐχμόν ἀνθρώποις , θήσεις δὲ καὶ ἐξ
δονούμενον ἔνθα καὶ ἔνθα , ἔλθοις σὺν νεφέλαις νοτίαις , ὄμβροιο γενάρχα : τοῦτο γὰρ ἐκ Διός ἐστι σέθεν γέρας
7058195 Ἐπιδαυρου
ὀκτωκαίδεκα ἔτεα γεγονώς . Τούτους ὁ μητροπάτωρ Προκλέης , ἐὼν Ἐπιδαύρου τύραννος , μεταπεμψάμενος παρ ' ἑωυτὸν ἐφιλοφρονέετο , ὡς
καὶ παρεῖναι βοηθέοντας σφίσι τοὺς Ἀργείους καὶ λαθεῖν τε ἐξ Ἐπιδαύρου διαβάντας ἐς τὴν νῆσον καὶ οὐ προακηκοόσι τοῖσι Ἀθηναίοισι
7043723 Ἐνετης
κολωνούς : ὄρη . τοῖσίν τ ' Ἐνετήιος : ἀπὸ Ἐνέτης πόλεως Παφλαγόνων . Ὅμηρος : ἐξ Ἐνετῶν , ὅθεν
κολωνούς : ὄρη . τοῖσίν τ ' Ἐνετήιος : ἀπὸ Ἐνέτης πόλεως Παφλαγόνων . Ὅμηρος : ἐξ Ἐνετῶν , ὅθεν
7035046 οὐρανοθεν
δι ' ἔλεον τοῦ γένους ἡμῶν εἰς νοῦν τὸν ἀνθρώπινον οὐρανόθεν ἀποστέλλει . παραμένοντος γὰρ ἐν ψυχῇ τοῦ θεοειδεστάτου καὶ
. . . . . Μ . ὀρώρει δ ' οὐρανόθεν νύξ . νύκτα οὐδέποτε ἐξ Ὀλύμπου ἐρεῖ γεγονέναι ὁ
7028361 ῥοαων
τρήρωνες ὑπὸ ζαθέῳ τράφον ἄντρῳ ἀμβροσίην φορέουσαι ἀπ ' Ὠκεανοῖο ῥοάων : νέκταρ δ ' ἐκ πέτρης μέγας αἰετὸς αἰὲν
ἔοικεν : οὐδὲ σέ γ ' ἠριγένεια παρ ' Ὠκεανοῖο ῥοάων λήσει ἀνερχομένη χρυσόθρονος , ἡνίκ ' ἀγινεῖς αἶγας μνηστήρεσσι
7027446 ἀγχιμολον
: ἀναχαλάσας , ἀνακουφίσας , ἀναβαστάσας . . . . ἀγχίμολον : ἐγγύς , πλησίον : παρὰ τὸ ἄγχι καὶ
ἀγχίαλον βʹ : τὸ παράλιον . καὶ κύριον ὄνομα . ἀγχίμολον βʹ : τὸ σύνεγγυς . καὶ τὸ μετ '
7023727 αὐχμοιο
ὄμβροιο κελαινοῦ καίριον αὐχμόν ἀνθρώποις , θήσεις δὲ καὶ ἐξ αὐχμοῖο θερείου ῥεύματα δενδρεόθρεπτα , τά τ ' αἰθέρι ναιήσονται
ἐκεῖ εὑρέθη δάφνης ] ἢ δίδου πιεῖν ἔλαιον τῆς δάφνης αὐχμοῖο ] ξηρᾶς φέροις ] πρόσφερε κόψας ] λειώσας κατέστεφε
7021093 παλιντιτα
πνοιαῖσι καταφθινύθουσιν ἄρουραν : καὶ πάλιν , ἢν ἐθέλῃσθα , παλίντιτα πνεύματ ' ἐπάξεις : θήσεις δ ' ἐξ ὄμβροιο
πνοιαῖσι καταφθινύθουσιν ἄρουραν : καὶ πάλιν , ἢν ἐθέλῃσθα , παλίντιτα πνεύματ ' ἐπάξεις θήσεις δ ' ἐξ ὄμβροιο κελαινοῦ
7020181 Αἰης
οὐδέ κοτ ' ἂν μέγα κῶας ἀνήγαγεν αὐτὸς Ἰήσων ἐξ Αἴης τελέσας ἀλγινόεσσαν ὁδόν , ὑβριστῆι Πελίηι τελέων χαλεπῆρες ἄεθλον
ὧλλοι ἥρωες , Φινῆος ὃ δὴ πλόον ἄλλον ἔειπεν ἐξ Αἴης ἔσσεσθαι : ἀνώιστος δὲ τέτυκτο πᾶσιν ὁμῶς . Ἄργος
7016315 ἀναγκηϲ
ϲῶμα γεῶδέϲ τέ ἐϲτι καὶ ψυχρόν , ἐκλυθήϲεται δὲ ἐξ ἀνάγκηϲ τριχῶϲ , ἢ θερμαινόμενον ἢ ὑγραινόμενον ἢ ϲυναμφότερον ἅμα
? καὶ τὰϲ αἰτίαϲ καὶ τὰϲ ἀποδείξειϲ ] , ἐξ ἀνάγκηϲ γίνεται μυριάκιϲ ] ? ἀγκωνιϲαμένοιϲ , ῥῆϲιν λέγειν μακρὰν
7004352 Εὐρυτιωνος
μετ ' Εὐρυτίωνος ἐλθών , προέμενος ἐπὶ τὸν σῦν ἀκόντιον Εὐρυτίωνος τυγχάνει καὶ κτείνει τοῦτον ἄκων . πάλιν οὖν ἐκ
τῆς Ἄκτορος θυγατρός . Φερεκύδης δὲ , ἐξ Ἀντιγόνης τῆς Εὐρυτίωνος . Ἄλλοι δὲ , ἐκ Λαοδαμείας τῆς Ἀλκμαίωνος .
6993275 ἱπποιο
Ἀστυδάμας . Καί τις τῶν χρησμοποιῶν φησι Βοιωτοὶ δ ' ἵπποιο ποτιστείχουσι Κολωνὸν , Ἔνθα λίθος τρικάρανος ἔχει καὶ χάλκεος
, βαίνει ποσσὶν ἕκηλος ὑπὲρ ποιμνήιον ἕρκος : ὣς Ὀδυσεὺς ἵπποιο κατήιεν . Ἀμφὶ δ ' ἄρ ' αὐτῷ ὄβριμοι
6978931 Αἰγιου
: σταδίους δὲ Αἴγιον περὶ τοὺς τριάκοντα ἀπέχει Ῥυπῶν . Αἰγίου δὲ τὴν χώραν διέξεισι μὲν ποταμὸς Φοῖνιξ , διέξεισι
Φλιάσιος οἶνος , ἐκ Κορίνθου στρώματα , ἰχθῦς Σικυῶνος , Αἰγίου δ ' αὐλητρίδες , τυρὸς Σικελικός , μύρον ἐξ
6937927 Ἀμαζωνων
, : οἱ μὲν μεταγράφουσιν Ἀλαζώνων , οἱ δ ' Ἀμαζώνων ποιοῦντες : τὸ δ ' ἐξ Ἀλύβης ἐξ Ἀλόπης
μὲν ἀπολύεται τῇ μεταγραφῇ : γράφει γὰρ οὕτως „ αὐτὰρ Ἀμαζώνων Ὀδίος καὶ Ἐπίστροφος ἦρχον ” , ἐλθόντ ' ἐξ
6933654 τηλοθεν
ἵνα νόστιμον ἦμαρ ἴδηαι χαίρων καρπαλίμως , εἰ καὶ μάλα τηλόθεν ἐσσί . [ εἴ κέν τοι κείνη γε φίλα
σχεδίᾳ ” τὸν δ ' ἐξ Αἰθιόπων ἀνιὼν κρείων Ἐνοσίχθων τηλόθεν „ ἐκ Σολύμων ὀρέων ἴδεν . „ τάχα δὲ
6928261 ἀλτο
, λίγξε βιός , νευρὴ δὲ μέγ ' ἴαχεν , ἆλτο δ ' ὀϊστὸς ὀξυβελὴς καθ ' ὅμιλον ἐπιπτέσθαι μενεαίνων
Ἀχιλλῆος θῆκε προπάροιθεν ἀείρας . ἣ δ ' ἴρηξ ὣς ἆλτο κατ ' Οὐλύμπου νιφόεντος τεύχεα μαρμαίροντα παρ ' Ἡφαίστοιο
6911858 ἀντροιο
τε : τὸ δ ' ἐγγύθεν ἱερὸν ὕδωρ Νυμφᾶν ἐξ ἄντροιο κατειβόμενον κελάρυζε . τοὶ δὲ ποτὶ σκιαραῖς ὀροδαμνίσιν αἰθαλίωνες
δρεπτομένοις αὐτοῖσι μελιχρῆς ἄνθος ὀπώρης : ψυχρὸν δ ' ἐξ ἄντροιο προχεύμενον ἄργυφον ὕδωρ οἷον κεκμηῶσι ποτὸν γλυκερόν τε λοετρόν
6900267 ἐπεφυκον
ἄπλαστοι : μεγάλη δὲ βίη καὶ χεῖρες ἄαπτοι ἐξ ὤμων ἐπέφυκον ἐπὶ στιβαροῖσι μέλεσσι . ] τῶν δ ' ἦν
ἄπλατοι : μεγάλη δὲ βίη καὶ χεῖρες ἄαπτοι ἐξ ὤμων ἐπέφυκον . δηλοῖ γὰρ ὅτι τῶν σωμάτων τὴν ῥώμην ἤσκουν
6890700 πεφυωτας
, τὸν δ ' ἐλαίης . ἢ στικτέον μετὰ τὸ πεφυῶτας , ἵνα ἐν τοῖς ἑξῆς λείπῃ τὸ ἦν ῥῆμα
. δοιοὺς δ ' ἄρ ' ὑπήλυθε θάμνους ἐξ ὁμόθεν πεφυῶτας : ὁ μὲν φυλίης , ὁ δ ' ἐλαίης
6888580 ἑωθινου
ἐστιν ὁ κέραμος μισθώσιμος ὁ τοῖς μαγείροις , εὐθὺς ἐξ ἑωθινοῦ ἕστηκεν ἐλθών : κἂν ἴδῃ μισθούμενον εἰς ἑστίασιν ,
γὰρ πρῶτα τῶν θεαμάτων ἄχρι τρίτης ἢ τετάρτης ὥρας ἐξ ἑωθινοῦ ταῦτα ἦν : Ἰουδαῖοι μαστιγούμενοι , κρεμάμενοι , τροχιζόμενοι
6882093 Ἐφυρης
ἡ Σαρωνικὴ , καὶ ἡ μὲν Κορινθία ἐξ ἐναντίας τῆς Ἐφύρης , ὃ ἔστι τῆς Κορίνθου πόλεως πρὸς δύσιν ἐστὶν
' ἐφόρει γυάλοισιν ἀρηρότα : τόν ποτε Φυλεύς ἤγαγεν ἐξ Ἐφύρης , ποταμοῦ ἀπὸ Σελλήεντος ὅς οἱ καὶ τότε παιδὸς
6878825 ἑταρῳ
ἐς ἀργύρεον . Ἀγλαΐας τόδε σοι Βυζάντιος ἐσθλὸν ἰάλλω ἰητὴρ ἑτάρῳ δῶρον ἀοιδοπόλῳ , ὀφθαλμῶν μὲν ἄκος , Δημήτριε ,
ὕλην θεσπεσίην παρενήνεον , ἦρα φέροντες ὑστατίην καὶ πένθος ὁμῶς ἑτάρῳ καὶ ἄνακτι , κλαίοντες μάλα πολλὰ περισταδόν . Ἣ
6865928 ἀκοσμου
οὕτω καὶ ὑπερτελεῖς μὲν καὶ ἐλλιπεῖς παμπόλλους καὶ ἀτάκτους εὑρίσκεσθαι ἀκόσμου οὔσης τῆς αὐτῶν εὑρέσεως , τελείους δὲ εὐαριθμήτους τε
ἐποίησε τὸν ἀνθρώπειον βίον πόριμον ἐξ ἀπόρου καὶ κεκοσμημένον ἐξ ἀκόσμου , τάξεις τε πολεμικὰς εὑρὼν μέγιστον εἰς πλεονεκτήματα ,
6865395 νεεσσι
φρεσὶν οὐδέ τις ἀλκή . ἦ τοιόσδε ἐὼν ἐν ποντοπόροισι νέεσσι πόντον ἐπιπλώσας , ἑτάρους ἐρίηρας ἀγείρας , μιχθεὶς ἀλλοδαποῖσι
ὁρόων βλοσυρὸν δάκος Ἀμφιτρίτης ἤθεσιν ἐν τραφεροῖσι πολὺ πλέον ἠὲ νέεσσι δηθύνων ἑτάροισι μετέννεπεν ἐγγὺς ἐοῦσι : Γαῖα , φίλη
6864113 Πυλαιμενεος
ἐξ αὖτις ἰὼν προμάχοισιν ἐμίχθη . Ἔνθά οἱ υἱὸς ἐπᾶλτο Πυλαιμένεος βασιλῆος Ἁρπαλίων , ὅ ῥα πατρὶ φίλῳ ἕπετο πτολεμίξων
λέγεσθαι ὑφ ' Ὁμήρου . . ἔνθα οἱ ὑιὸς ἐπᾶλτο Πυλαιμένεος βασιλῆος Ἁρπαλίων , ὅ ῥα πατρὶ φίλῳ ἕπετο πτολεμίζων
6863339 αὐτοιο
ἑκὼν Βούνῳ παρέδωκε φυλάσσειν εἰσόκεν αὐτὸς ἵκοιτ ' ἢ ἐξ αὐτοῖό τις ἄλλος , ἢ παῖς ἢ υἱωνός : ὁ
Βούνωι παρέδωκε φυλάσσειν , εἰσόκεν αὐτὸς ἵκοιτ ' ἢ ἐξ αὐτοῖό τις ἄλλος , ἢ πάις ἢ υἱωνός : ὃ
6845175 ἰωνικης
ὡς οὐκ ἀναπαιστικὸν ἡγούμενοι , ἀλλὰ προσοδιακόν , τὸ ἐξ ἰωνικῆς καὶ χοριαμβικῆς , τῆς ἰωνικῆς καὶ βραχεῖαν τὴν πρώτην
ἀλλὰ προσοδιακόν , τὸ ἐξ ἰωνικῆς καὶ χοριαμβικῆς , τῆς ἰωνικῆς καὶ βραχεῖαν τὴν πρώτην δεχομένης . δύναται δὲ καὶ
6841709 τρωγοις
, πλῆρες δὲ σχαδόνων , καὶ ἀπ ' Αἰγίλω ἰσχάδα τρώγοις ἁδεῖαν , τέττιγος ἐπεὶ τύγα φέρτερον ᾄδεις . ἠνίδε
τοῦ ν ἰσχάδες : „ καὶ ἀπ ' Αἰγείρου ἰσχάδα τρώγοις „ . . . , . . . :
6826524 ἀργυρεων
ἀγαθοῦ καὶ σώφρονος ἀνδρός , ὃς κυλίκων ἔσχεν πλῆθος ἀπειρέσιον ἀργυρέων χρυσοῦ τε καὶ ἠλέκτροιο φαεινοῦ , τῶν προτέρων πάντων
λάβοις χρύσεα πτερὰ καί σευ ἀπ ' ὤμων τείνοιτ ' ἀργυρέων ἰοδόκος φαρέτρη καὶ σταίης παρ ' Ἔρωτα , φίλ
6802916 στιβαροισι
ὁμῶς , κεφαλαὶ δὲ ἑκάστῳ πεντήκοντα ἐξ ὤμων ἐπέφυκον ἐπὶ στιβαροῖσι μέλεσσιν . οἳ τότε Τιτήνεσσι κατέσταθεν ἐν δαῒ λυγρῇ
μεγάλη δὲ βίη καὶ χεῖρες ἄαπτοι ἐξ ὤμων ἐπέφυκον ἐπὶ στιβαροῖσι μέλεσσι . ] τῶν δ ' ἦν χάλκεα μὲν
6802196 αἱμορραγιηϲ
προκαλέεται καὶ βοτάναϲ καὶ ϲπέρματα . ἢν δ ' ἐξ αἱμορραγίηϲ ὁ κίνδυνοϲ , ἴϲχειν μὲν οὐκ ἐϲ ἀμβολὴν τῶνδε
ἐπίϲχεϲιϲ οὐ μάλα ῥηϊδίη : αἱ γὰρ διαϲφύξιεϲ τῆϲ ἀρτηρίηϲ αἱμορραγίηϲ πρόκληϲιν ποιέονται , καὶ τὸ τρῶμα οὐ ξυμφύει τῇ
6792573 Ἀργεος
εὐνῆς ἕνεχ ' ἧς ἀλόχοιο , οἶκον ἀποπρολιπὼν φεῦγ ' Ἄργεος ἱπποβότοιο , ἷξεν δ ' Ὀρχομενὸν Μινυήιον : καί
τὰ Ἴσθμια ἄγεται : Ὅμηρος : ἔστι πόλις Ἐφύρη μυχῷ Ἄργεος ἱπποβότοιο : ἢ ἐπεὶ μυχοί εἰσι τῶν χωρῶν αἱ
6783942 αἰνυτο
. καὶ πάλιν : καὶ τότε Μάντης μὲν δεσμὸν βοὸς αἴνυτο χερσίν , Ἴφικλος δ ' ἐπὶ νῶτ ' ἐπεμαίετο
τετάνυστο . ἔνθα δ ' ὁ μὲν χρύσειον ἀπὸ δρυὸς αἴνυτο κῶας , κούρης κεκλομένης , ἡ δ ' ἔμπεδον
6782577 Ἀρκαδιης
[ ] φίλος [ γόνος ] , ἧς ἀπὸ λέκτρων Ἀρκαδίης [ ] ἐφύτευσε ? [ ] Λυκάονα ποιμένα γαίης
τε τῆς Ἀρκαδίης εἴκοσι καὶ ἑκατὸν καὶ ἐκ τῆς λοιπῆς Ἀρκαδίης χίλιοι : τοσοῦτοι μὲν Ἀρκάδων : ἀπὸ δὲ Κορίνθου
6774731 ἀποφθορης
ὀλίγα : ὠφελέειν οὐδὲν ἠδύνατο : ἀπέθανεν . Γυναῖκα ἐξ ἀποφθορῆς νηπίου , τῶν περὶ Παντιμίδην , τῇ πρώτῃ πῦρ
, ἔκφρων νύκτα καὶ ἡμέρην , ἔθανεν . Ὁκόσῃσιν ἐξ ἀποφθορῆς περὶ ὑστέρην καὶ οἰδημάτων ἐς καρηβαρίην τρέπεται , κατὰ
6764146 ὁμαδου
τὰ δρώμενα θεωμένοις μετὰ φρονήματος καὶ ἡσυχίας , τὴν δὲ ὁμάδου γέμουσαν συμμιγοῦς ἐπὶ γῆς ἐρριμμένων τῶν ἱκετῶν . μᾶλλον
ἀλλά που ἤδη φθεῖσθαι ὁμῶς τεκέεσσι καὶ ἐκλελαθέσθαι ἀνίης λευγαλέης ὁμάδου τε δυσηχέος . Ὡς ὄφελόν με σεῖο πατὴρ κατέπεφνε
6760086 αἰθρης
κόλπων τ ' ἠερίων . . . . . . αἴθρης μέρος ἠελίου τε καὶ μήνης ὀχετῶν ἠδ ' ἠέρος
καλούμενος ὀρθὸν Ὁρίζων , ὃς δὲ Μεσημβρινὸς ὑψοῦ ἄκρης κυρτούμενος αἴθρης . ἀμφότεροι δ ' ἄρα τοίγε πόλων ἔντοσθεν ἐόντες
6758320 ὁμιλησεις
οὐκ ἔμοιγε ἐπ ' ὀλέθρῳ πρόσει οὐδὲ ἐπὶ βλάβῃ τινὶ ὁμιλήσεις , ἀλλ ' ἐπὶ παντὶ ἀγαθῷ . καὶ ὠφελοῦνται
τῇ ἀπαιδευσίᾳ ἔλεγχον ὑπομείνας καὶ μὴ αἰδεσθεὶς μεταμανθάνων , θαρρῶν ὁμιλήσεις τοῖς πλήθεσι καὶ οὐ καταγελασθήσῃ ὥσπερ νῦν οὐδὲ διὰ
6753968 λιπομεν
τετέλεστο ἅπαντα . καὶ αὖθις : ἑβδομάτῃ δ ' ἠοῖ λίπομεν ῥόον ἐξ Ἀχέροντος . ναὶ μὴν καὶ Καλλίμαχος ὁ
στρέψαντες , ὅπᾳ ποδὸς ἴχνια πρᾶτον ἁρμόσαμεν , ταύτᾳ καὶ λίπομεν βιοτάν . ἄρσενι δ ' Ὀθρυάδαο φόνῳ κεκαλυμμένον ὅπλον
6750086 ὑπαρχης
Σόλωνι συνέβη τελευτῆσαι τὸν βίον , οὗτοι δὲ πάλιν ἐξ ὑπαρχῆς λαγχάνουσί μοι τὰς δίκας , καὶ ἐγὼ τούτῳ ,
ἐαρίζουσα γῆ ἐκ χειμῶνος ἐκδίδωσι τὰ ῥόδα . οἷον ἐξ ὑπαρχῆς ἀνθεῖ αὐτοῖς ὁ οἶκος . Χρύσιππος δέ : μετ
6719533 ὑπνοιο
χηραμὰ κοῖλα καὶ ὑληώρεας εὐνάς κεινώσεις , δαπέδῳ δὲ πεσὼν ὕπνοιο κορέσσῃ . Εἰ δὲ τὰ μὲν καμάτου ἐπιδεύεται ,
ἴκτιδος ἥ τ ' ὄρνισι κατοικιδίῃσιν ὄλεθρον μαίεται , ἐξ ὕπνοιο συναρπάζουσα πετεύρων ἔνθα λέχος τεύχονται ἐπίκριοι ἢ καὶ ἀφαυρά
6707533 Ἐρεβους
δ ' οὐδ ' Ἀὴρ οὐδ ' Οὐρανὸς ἦν : Ἐρέβους δ ' ἐν ἀπείροσι κόλποις τίκτει πρώτιστον ὑπηνέμιον Νὺξ
οὖν καὶ σύγχρονος τοῖς ἀνθρώποις ἡ χρηστὴ ἔρις ἐκ τοῦ Ἐρέβους ἐκείνου καὶ τοῦ Χάους ἐγένετο . Ἡ δὲ φαύλη
6704515 ἐλελιξεν
ἐπερρώσαντο ἄνακτος κρατὸς ἀπ ' ἀθανάτοιο : μέγαν δ ' ἐλέλιξεν Ὄλυμπον , καὶ οὐδὲν ῥῆμα αὐτοῦ παλινάγρετον οὐδ '
Ζεὺς νεμέσησεν ἀπ ' αἰθέρος , ἀμφὶ δὲ γαῖαν Ἀργείων ἐλέλιξεν ὑπαὶ ποσί , σὺν δ ' ἐτίναξεν ἠέρα πᾶσαν
6694268 ἐπαναληψεως
ἔπληντ ' ἀλλήλῃσι : ἡ διπλῆ , ὅτι ταὐτὸν ἐξ ἐπαναλήψεως εἶπεν : προειπὼν γὰρ ῥινούς , ἐπενήνοχεν ἀτὰρ ἀσπίδες
τὸ γὰρ διὰ μακροῦ περιβλητικόν . εἰ δὲ καὶ ἐξ ἐπαναλήψεως γίνοιτο , ἕνεκα μὲν τῆς ἐπαναλήψεως εὐκρινῆ ποιεῖ τὸν
6687224 Ἠλυθε
ἄκαμπτος ἐδύσετο νειόθι γαίης , θεινόμενος στιβαρῇσι καταΐγδην ἐλάτῃσιν . Ἤλυθε δ ' αὖ Μόψος Τιταρήσιος , ὃν περὶ πάντων
οὐκ ἦεν ἀρηρώς : τοὔνεκεν Ἡφαίστοιο γόνον καλέεσκον ἅπαντες . Ἤλυθε δ ' Ἀλφειοῖο λιπὼν Πισάτιδας ὄχθας Αὐγείης , υἱὸς
6675665 ἰσοπεδου
Λίμνης τροχόν . ὁ δὲ νοῦς : ὦ δέσποινα τῆς ἰσοπέδου Λίμνης καὶ τῶν ἐν αὐτῇ γυμνασίων τῶν ἱπποκρότων .
τὰ κατόπιν κοιλαίνεται , τοσοῦτον τὸ τῶν ποδῶν μῆκος εἰς ἰσοπέδου δόξαν ἀναλαμβάνει . δειλίᾳ δ ' ὑπερβάλλει τοῦτο τὸ
6634447 ἑσπετο
οὔρεσιν ἀντιθέοιο καγχαλόων κούροιο μετ ' ἴχνια σύν τε κύνεσσιν ἕσπετο σύν θ ' ἑτάροις ἔθελέν τέ οἱ οἶος ἕπεσθαι
: ἐξ οὗ τῶν Ἰαμιδῶν τὸ γένος ὄλβος ἅμ ' ἕσπετο : ἀντὶ τοῦ τῷ τῶν Ἰαμιδῶν γένει ὄλβος ἠκολούθησεν
6631398 ἐχραε
ἐρέοντο : πῶς ἦλθες , Ὀδυσεῦ ; τίς τοι κακὸς ἔχραε δαίμων ; ἦ μέν ς ' ἐνδυκέως ἀπεπέμπομεν ,
. κοῖτον : θάνατον * οἱ : τῷ Κανώβῳ * ἔχραε : παρεῖχε ἐβάρησε , ἐβάρυνε * ἔχραε κοῖτον :
6625422 μνωοντο
ἐπὶ προτέροισι κάθιζον , βάντες ὑπὲρ θώκοιο , καὶ εἰρεσίης μνώοντο . Ἀπροφάτως δ ' ἀπὸ γῆς λεπτοὶ λύοντο κάλωες
. . . . οἳ δ ' ἄρα φύζης λευγαλέης μνώοντο καὶ ἐξ ὀλοοῦ πολέμοιο φεῦγον , ὅσοις ἀδάικτον ἔτι
6621711 ἀγαθοιο
ὅτι ὁ πόνος ἀγαθόν , διαχυθείς φησιν , αἵματός εἰς ἀγαθοῖο , φίλον τέκος . φησὶ δ ' ὁ Ἑκάτων
ἔφατ ' ἔκ τ ' ὀνόμαζεν : “ αἵματός εἰς ἀγαθοῖο , φίλον τέκος , οἷ ' ἀγορεύεις : τοιγὰρ
6617655 Ἀθοω
νιφόεντα ἀκροτάτας κορυφάς : οὐδὲ χθόνα μάρπτε ποδοῖιν : ἐξ Ἀθόω δ ' ἐπὶ πόντον ἐβήσετο κυμαίνοντα , Λῆμνον δ
ἐστιν ἀνδραδέλφη , ὡς Ἄθως : καὶ διαίρεσις γαλόω ὡς Ἀθόω δ ' ἐπὶ πόντῳ . . Λαοδίκην Πριάμοιο θυγατρῶν
6609558 Οὐλυμποιο
στερεμνίῳ οὐρανὸς καλεῖται . . . . ἀκροτάτῃ κορυφῇ πολυδείραδος Οὐλύμποιο : ἡ διπλῆ , ὅτι ὄρος ὁ Ὄλυμπος ,
Τιτῆνες ἀγαυοί , οἱ δ ' ἄρ ' ἀπ ' Οὐλύμποιο θεοὶ δωτῆρες ἐάων οὓς τέκεν ἠύκομος Ῥείη Κρόνῳ εὐνηθεῖσα
6604480 Ἐρεβευς
δίφθογγον γίνεται Ἐρέβευς , ὡς παρὰ τῷ ποιητῇ Θ ἐξ Ἐρέβευς ἄξοντα κύνα στυγεροῦ Ἀΐδαο , ἀντὶ τοῦ ἐκ τοῦ
δὲ λαβὼν χεῖρα , Ν Ἰδομενεῦς μένος , Θ ἐξ Ἐρέβευς ἄξοντα . Ἐγνωσμένης οὖν τῆς κατὰ τὰς διαλέκτους διαφόρου
6604175 ἱκοιτ
δ ' ἄρ ' ἑκὼν Βούνωι παρέδωκε φυλάσσειν εἰσόκεν αὐτὸς ἵκοιτ ' ἢ ἐξ αὐτοῖό τις ἄλλος , ἢ παῖς
' ἄρ ' ἑκὼν Βούνῳ παρέδωκε φυλάσσειν , εἰσόκεν αὐτὸς ἵκοιτ ' ἢ ἐξ αὐτοῖό τις ἄλλος ἢ πάις ἢ
6603780 ἀελπτου
αὐτοὺς συναγαγὼν ἀπῆρεν ἐς τὸ πρόσω . οὕτω μὲν ἐξ ἀέλπτου τότε ὁ Ἀννίβας αὐτός τε περιῆν καὶ τὸν στρατὸν
καὶ ἀπειρίαν ὁδῶν καὶ ἵππων ἀνομοιότητα . ὧδε μὲν ἐξ ἀέλπτου στρατὸν ἀπογιγνώσκοντα αὑτοῦ περιέσωσε , καὶ τὸ στρατήγημα τόδε
6597264 Ἀλαζωνων
Ἁλιζώνων ἔθνος . . . ὁ δὲ Παλαίφατός φησιν ἐξ Ἀλαζώνων τῶν ἐν τῆι Ἀλόπηι οἰκούντων , νῦν δὲ Ζελείαι
συντηρουμένοις . . . Οἱ μὲν μεταγράφουσιν Ἁλιζώνων Ὀλιζώνων ἢ Ἀλαζώνων , οἱ δ ' Ἀμαζώνων ποιοῦντες , τὸ δ
6594883 ὠρνυτ
Ἀθήνη . Ἦμος δ ' ἠριγένεια φάνη ῥοδοδάκτυλος Ἠώς , ὤρνυτ ' ἄρ ' ἐξ εὐνῆφιν Ὀδυσσῆος φίλος υἱός ,
ἀελλῶν γένοιτο : “ ὣς ὅτι τῶν ὑπὸ ποσσὶ κονίσαλος ὤρνυτ ' ἀελλής . ” καὶ “ ἀελλόπιος Ἶρις ”
6593049 κηδειν
μή μοι ἀπέχθηαι φιλέοντι . καλόν τοι σὺν ἐμοὶ τὸν κήδειν ὅς κ ' ἐμὲ κήδῃ : ἶσον ἐμοὶ βασίλευε
τοῦ ἀνέμου πνοή . κεράσαι : μῖξαι . προχέαι . κήδειν καὶ κήδεσθαι : λυπεῖν . καὶ φροντίζειν . καὶ
6582420 μεταγραφουσιν
ἔθηκ ' ἀν ' Ἑλλάδα . , : οἱ μὲν μεταγράφουσιν Ἀλαζώνων , οἱ δ ' Ἀμαζώνων ποιοῦντες , τὸ
τὸ μεταβατικόν , τὸ αἴτει δ ' οἰωνὸν ἑὸν ἄγγελον μεταγράφουσιν εἰς τὸ ταχὺν ἄγγελον , ἢ τὸν ἀγαθὸν ἐκδέχονται
6582256 ἐξαυτις
. πάλιν γὰρ ἀναδίδοται καὶ αὐξάνει . . δ ' ἐξαῦτις . πάλιν ἠγάγετο τὴν Μνημοσύνην . δεῖ γὰρ καὶ
ἔργον ἐπιξυνώσατο βουλῇ . Αἰσονίδης δ ' ὅτε δὴ ἑτάροις ἐξαῦτις ἔμικτο ἐν χώρῃ ὅθι τούσγε καταπρολιπὼν ἐλιάσθη , ὦρτ
6573841 ἀντισπαστου
τροχαϊκῆς καταληκτικῆς . τὸ εʹ ἀντισπαστικὸν δίμετρον καταληκτικὸν Φερεκράτειον ἐξ ἀντισπάστου καὶ κρητικοῦ . τὸ Ϛʹ ὅμοιον τῷ γʹ ἰαμβικόν
ἰωνικοῦ καὶ διιάμβου . τὸ καʹ ἀντισπαστικὸν δίμετρον ὑπερκατάληκτον ἐξ ἀντισπάστου ἢ ἐπιτρίτου τετάρτου , διιάμβου καὶ συλλαβῆς . τὸ
6572675 ἀρχαιης
. ἐν δὲ τῷ Περὶ φυσῶν καὶ ἐν τῷ Περὶ ἀρχαίης ἰητρικῆς τὰ ἐν ἡμῖν πνεύματα . ἐν δὲ τῷ
τὸ ἄρθρον ἐμβαλεῖν : ὑπεραιωρέεται γὰρ ἐς ἰθυωρίην ὑπὲρ τῆς ἀρχαίης ἕδρης . Κατορθοῦσθαι οὖν χρὴ τοῖσι θέναρσι τῶν χειρῶν
6569962 ὀλοου
. οἳ δ ' ἄρα φύζης λευγαλέης μνώοντο καὶ ἐξ ὀλοοῦ πολέμοιο φεῦγον , ὅσοις ἀδάικτον ἔτι σθένος ἐν ποσὶ
δεξιτερῆς : ὃ δ ' ἄρ ' ἐσσυμένως ἀπόρουσεν ἐξ ὀλοοῦ πολέμοιο , κίεν δ ' ἄφαρ ἄστεος εἴσω :
6562882 ἀκεστης
, πίον τ ' ἀκέοντό τε δίψαν . καὶ ὄνομα ἀκεστής . παρὰ τὸ ἄχος ἰῶμαι . ἢ παρὰ τὴν
ἀκήματ ' ἔπασσε μελαινάων ὀδυνάων : παρὰ τὸ ἀκῶ ἐντεῦθεν ἀκεστής καὶ ἀκέστρια καὶ ἐπίθετον ἀνήκεστον , οἷον : ἀνήκεστον
6559906 ἠριπε
δόρυ πῆξεν ὤμων μεσσηγύς , διὰ δὲ στήθεσφιν ἔλασσεν : ἤριπε δ ' ἐξ ὀχέων , ἀράβησε δὲ τεύχε '
δ ' ἀν ' ὀδόντας ὑπὸ γλῶσσαν τάμε χαλκός : ἤριπε δ ' ἐν κονίῃ , ψυχρὸν δ ' ἕλε

Back