Ἅιδην ὑπειλήφασιν ὑπὸ τῇ γῇ τόπον βαθύν , πολύχωρον καὶ ζοφερὸν κἀνήλιον . καὶ πυραμίδες στῆλαί τε κἀπιγράμματα πῶς οὐ
αὐτὸς , εὖ ἴσθι , λελύσῃ . . ἀναύγητον ] ζοφερὸν , σκοτεινόν . . κνεφαῖα ] σκοτεινά . .
6297933 πυρωπον
κεἰ μὴ θέλει ] ὁ Ἴναχος τοῦτο ποιῆσαι . . πυρωπὸν ] καυστικόν . . πυρώδη . μολεῖν ] ἐλθεῖν
. χόλου κρυόεντος : πυρώδους , καυστικοῦ , διὰ τὸ πυρωπὸν δὲ πυροειδές : καὶ οἱ ὀφθαλμοὶ γὰρ τοῦ θυμουμένου
5852991 ἀφιεντα
. Βλαστάνει δὲ τὰ μὲν ἐκ τοῦ αὐτοῦ τὴν ῥίζαν ἀφιέντα καὶ τὸ φύλλον , τὰ δὲ ἑκάτερον ἐξ ἑκατέρου
ἀέρος ἔφη τροχοειδῶς πεπιλημένα πυρὸς ἔμπλεα εἶναι ἀπό τινων στομίων ἀφιέντα τὰς φλόγας . Διογένης δὲ καὶ ἐμπίπτειν εἰς τὴν
5742171 λαμποντα
τοὺς πόδας καὶ χαμαιπετὴς γενόμενος ἀναβάτην λαμβάνει καὶ τρυφῶντα καὶ λάμποντα : ὁ δὲ ἐπὶ τὸ σοβαρώτερον πεπαιδευμένος οὐκ εἰς
τῷ σκότει ποιεῖ αἴσθησιν , οἷον τὰ πυρώδη φαινόμενα καὶ λάμποντα , οἷον μύκης , κέρας , κεφαλαὶ ἰχθύων καὶ
5594467 ἐμποιουντα
λάζομαι ἐλαζόμην καὶ συναρχομένως λάζετο . Λαθικηδέα : τὸν λήθην ἐμποιοῦντα τοῖς παισὶ τῶν κακῶν ⌊ πάντων ⌋ . Λαισήια
καὶ Ἀλεξίκακον προσαγορεύουσιν , ὡς ἀποτρέποντα τῶν κακῶν καὶ ὑγίειαν ἐμποιοῦντα ταῖς ψυχαῖς καὶ σώμασιν , οὐ νόσον οὐδὲ μανίαν
5497851 σκοτεινον
γῆρας αἰεὶ βαρύτερον Αἴτνας σκοπέλων ἐπὶ κρατὶ κεῖται , βλεφάρων σκοτεινὸν φάος ἐπικαλύψαν . μή μοι μήτ ' Ἀσιήτιδος τυραννίδος
εἶναι λέγει κεκρυμμένα τοῖς χρώμασι . Διάφορόν γε μὴν τὸ σκοτεινὸν τό τε ἐν τοῖς νοητοῖς τό τε ἐν τοῖς
5473222 πτεροις
νῆες καὶ ἄλλαι μέλαιναι , αἱ ὁμόπτεροι καὶ τοῖς αὐτοῖς πτεροῖς κουφιζόμεναι , ἢ αἱ ὁμοίως πτεροῖς θέουσαι , ἤγαγον
ἀπέρριψεν αὐτῷ τὸν παῖδα τοῦ αἰθέρος εἰς γῆν κάτω αὐτοῖς πτεροῖς . Φασὶν δὲ καὶ Καρχηδόνιον νεανίαν ἀγρεῦσαι λέοντα ἄρτι
5446541 Ἀλλον
κηʹ . Ἕλκεα ἐκθύουσιν , ἢν ἀκάθαρτος ἐὼν πονήση . Ἄλλον τινὰ λόγον νυνὶ ἐκτίθεται , καὶ κελεύει σοι μηδέποτε
ἐστιν , ἐκλύτου καὶ παρέτου γιγνομένου τοῦ πεπονθότος τηνικαῦτα . Ἄλλον δὲ ξηρότατον ἤδη γεγενημένον , ὡς ὁμοιότατον εἶναι τὴν
5423208 χωσαντες
τούτων ἠπείλουν εἰς οὐρανὸν ἀναβήσεσθαι , καὶ τὴν μὲν θάλασσαν χώσαντες τοῖς ὄρεσι ἐκποιήσειν ἔλεγον ἤπειρον , τὴν δὲ γῆν
ἐπλήθυε τοῖς κατιοῦσιν ἐκ τῶν ὀρῶν νάμασι , τὰ πολλὰ χώσαντες ἀγορὰν αὐτόθι κατεστήσαντο , ᾗ καὶ νῦν ἔτι χρώμενοι
5408079 καλυπτων
τε κεραυνούς , βάλλων † ἐς ῥοθίους φλογερούς , βελέεσσι καλύπτων παμφλέκτους , κρατερούς , φρικώδεας , ὀμβριμοθύμους , πτηνὸν
] πᾶν δέ τ ' ἐπισκύνιον κάτω ἕλκεται , ὄσσε καλύπτων : τὸ περὶ τὰς ὀφρῦς δέρμα : κατὰ μετάθεσιν
5381258 γευειν
. Λέγεται δὲ καὶ ἐπὶ μάγων . Χαλεπὸν χορίου κύνα γεύειν . Χρήματ ' ἀνήρ : πενιχρὸς δ ' οὐδέποτ
ἐν Εὐβοίᾳ Χαλκιδεῖς ἐπὶ φιλαργυρίᾳ ἐκωμῳδοῦντο . Χαλεπὸν χορίου κύνα γεύειν : τὸ ἔλυτρον τοῦ ἐμβρύου χόριον καλεῖται , οἱ
5367697 ὀμμασιν
τῶν ἀστέρων καὶ ἡλίου καὶ σελήνης τὰ προαπαντῶντα φωτίσματα τοῖς ὄμμασιν ἡμῶν , εἰς στενόν τι καὶ ἀμυδρὸν συνελαύνεται καὶ
τ ' ἔφυν εὐκάρδιος . Οἶμαι γὰρ οὐδ ' ἂν ὄμμασιν μόνην θέαν ἄλλον λαβόντα πλὴν ἐμοῦ τλῆναι τάδε :
5351288 μυοντα
ἄστρων : τοῖς μὲν πρὸς ἀνατολὰς κειμένοις ὄμμασι βλέποντα , μύοντα δὲ τοῖς πρὸς δύσιν . θέλει γὰρ αὐτὸν οἷς
ὀπισθίων μερῶν , δύο μὲν ἐγρηγορότα , δύο δὲ ἡσυχῆ μύοντα : καὶ ἐπὶ τῶν ὤμων πτερὰ τέσσαρα , δύο
5327685 ἐπιτερπη
ἐννεοττεύειν ὄρνεα παντοδαπὰ ταῖς φύσεσιν , ἃ τὴν χρόαν ἔχειν ἐπιτερπῆ καὶ τὴν μελῳδίαν προσηνεστάτην . διὸ καὶ πάντα τὸν
τοῦ ἐνιαυτοῦ παραμένειν θάλλοντα καὶ τὴν ὅλην πρόσοψιν ἀνθηρὰν καὶ ἐπιτερπῆ παρεχόμενα . μυθολογοῦσι δὲ μετὰ τῆς Κόρης τὰς τῆς
5313746 παρεμπιπτοντα
καὶ ἀνθελκομένην εἴσω , καὶ τῇ ἀτάκτῳ ταύτῃ κινήσει τὰ παρεμπίπτοντα ῥίγη ἐργάζεσθαι . Οὕτως οὖν ἐδείχθη ὁ ἀκριβὴς ,
τελώνου ὄνομα . φάραγγα δὲ καὶ Χάρυβδιν διὰ τὸ τὰ παρεμπίπτοντα ἁρπάζειν καὶ κατεσθίειν , ὡς φάραγξ καὶ ἡ Χάρυβδις
5298121 φασμασιν
: μετεωρίζομαι : δείμασι φάσμασι : ἤτοι ἀντὶ τοῦ δεινοῖς φάσμασιν ἢ δείμασι φασμάτων . ὁ δὲ νοῦς : τί
δὴ τοὺς ἱερέας καταμανθάνειν ἀπὸ τῆς ὅλης τάξεως ἐν τοῖς φάσμασιν , ἣν οὐ τηροῦντα διελέγχεται , καὶ ἀποδοκιμάζειν αὐτῶν
5255179 θυραθεν
ἀθυμίαι , ἐνθυμίαι καὶ ἱλαρότητες , καὶ ταῦτα μηδενός τινος θύραθεν οὕτω διατιθέντος τὸν ἄνθρωπον . Αὐτοῦ δὲ μόνου ποιάν
ἦν αἰσθέσθαι χρωμάτων τε καὶ μεγεθῶν διὰ μέσου φωτὸς τοῦ θύραθεν . Εἰς ἀερῶδες δὲ τὸ τῆς ἀκοῆς ἡμῶν μετέπλασεν
5247905 ὀφθαλμοις
ἔοικε κακόν τι ποιῶν ἢ ἰδών . ἐὰν δεδορκὼς τοῖς ὀφθαλμοῖς , ταῦτα προβουλεύει κακὰ μᾶλλον ἢ μετανοεῖ . πνεῦμα
ὅπως αἱ ψυχαὶ τῶν νικητῶν ἐξερχόμεναι ἀπὸ τοῦ κόσμου πᾶσιν ὀφθαλμοῖς ἀνθρώπων θεωρηθῶσιν . ὁμοίως ? [ δὲ καὶ ἴνα
5243493 τρεφομενα
θεοῦ τραπείσας πρὸς ἡμᾶς : ἢ θεόθρεπτα τὰ ἐκ θεῶν τρεφόμενα καὶ αὐξανόμενα πρὸς ἡμᾶς : ἢ ὑπὸ θεῶν ἐνεχθέντα
μὲν ἕλκοντα αὐτὰ , τὴν δ ' ἀποστέγοντα : μὴ τρεφόμενα γὰρ φθείρεται . Καὶ ταῦτα καὶ εἴ τι τοιοῦτον
5231562 περιιοντα
Θεόμανδρον τὸν Κυρηναῖόν φησι Θ . ἐν τῷ περὶ Εὐδαιμονίας περιιόντα ἐπαγγέλλεσθαι διδάσκειν εὐτυχίαν . Οὐκ , εἰ δή που
, ἀλλ ' εἰπὲ καὶ μὴ περιίδῃς με σοῦ τυφλότερον περιιόντα ἐν τῷ βίῳ . “ ὁ δὲ δή με
5221503 πυρωδη
, ἀλλὰ μᾶλλον τῇ ὅλῃ κράσει . τὴν ἐξ ἀρχῆς πυρώδη δυσκρασίαν ἦν ἐσχηκὼς , ἣν ἄλλοι ὀλίγου δεῖν ἅπαντες
, ταριχευόμενος ἐν καρδάμῳ . Σκίλλα δύναμιν ἔχει δριμεῖαν , πυρώδη : πολύχρηστος δὲ γίνεται ὀπτηθεῖσα , στέατι δ '
5215738 εἰδωλοις
εἴτε κατὰ φωνῆς φοράν , εἴτε αὐτῶν τούτων εἴτε ἐν εἰδώλοις ὄντων , ὁπόσα μουσικὴ μιμουμένη καὶ ἔτι γραφικὴ μιμήματα
ἐν διαστάσει φαντάζεσθαι . ὅπερ γὰρ ἐν τοῖς τῶν αἰσθητῶν εἰδώλοις τὸ ἀμενηνὸν καὶ καθ ' ἑαυτὸ ἀνεπέρειστον , τοῦτο
5212658 βοστρυχοις
, οὐ χαλκός , οὐ σίδηρος ] , ἐπὶ δὲ βοστρύχοις πῦρ ἔφερον , οὐδ ' ἔκαιεν . οἱ δ
ἔσω ξίφους : ἀλλ ' ἴτω ξανθοῖς ἐπ ' ὤμων βοστρύχοις γαυρούμενος . [ εἰ γὰρ Ἀργείους ἐπάξει τοῖσδε δώμασιν
5204620 ἐσθιοντα
ἐστιν ἐπὶ τοσοῦτον , ὥστε αὔξεσθαι τὰ παιδία ταχύτερον κράμβην ἐσθίοντα . καὶ βωλίτας δὲ φαύλους εἴ τις φάγοι ,
Συμεὼν καὶ Γὰδ ἀνέλωσιν αὐτόν . Καὶ ὁρῶντες κἀμὲ μὴ ἐσθίοντα , ἔθεντό με τηρεῖν αὐτὸν , ἕως οὗ ἐπράθη
5171919 κινουμενα
στρογγύλα , τά τε κινούμενα ἑστῶτα καὶ τὰ ἑστῶτα πολλάκις κινούμενα φαίνεται . πλείστη δὲ κἀν τοῖς μεγέθεσι κατὰ τὸ
ὁ δικαστής ; ἀλλ ' ἐπειδὴ τὰ ἐκ τῶν προσώπων κινούμενα κεφάλαια ἐκλείπει , ὅταν ἀόριστον πρόσωπον ἢ πάντῃ ἐξισάζον
5152119 τροφοεντα
. . Β Η Θ Ι Κ . κύματά τε τροφόεντα , τά τε προσερεύγεται αὐτήν : ὣς Δαναοὶ Τρῶας
λιγέων δ ' ἀνέμων ἐπ ' ἀϋτμένα χεῦε κύματά τε τροφόεντα πελώρια , ἶσα ὄρεσσιν . ἔνθα διατμήξας τὰς μὲν
5149490 ὀψει
δέ σοι Πρισκιανὸς παρεστήξει πατρὶ βοηθῶν τε καὶ συγχαίρων . ὄψει δὲ καὶ σὺ τοῦτον ὁπόσα λέγοι νικῶντα . πρέπουσά
τὰ ἔμβρυα τῶν ζώων . εἰ δὲ ἐν τῇ ὥρᾳ ὄψει τοῦτό γε κάλλιστον , οὐδὲν σημεῖον , ἐπεὶ καὶ
5138348 ἰσχεσθαι
παχὺ ὡς ἕλκος , πληγώδης ὑγρασία . Ἰχὼρ ἀπὸ τοῦ ἴσχεσθαι ἐντὸς τοῦ σαρκίου ἰσχὼρ καὶ ἰχώρ . ἰχὼρ ῥεῦσις
. μνηστῆρας δ ' οὐ πάμπαν ἀγήνορας εἴα Ἀθήνη λώβης ἴσχεσθαι θυμαλγέος , ὄφρ ' ἔτι μᾶλλον δύη ἄχος κραδίην
5138177 λειωθειϲα
ῥίζα λεῖα μετὰ μέλιτοϲ κινεῖ ἔμετον , καὶ κελτικῆϲ ῥίζα λειωθεῖϲα ὅϲον ⋖ ζ ἐν μελικράτῳ καὶ ποθεῖϲα καθαίρουϲιν ἄνω
λιβανωτὸϲ καὶ μάννα ἐμπλάϲϲεται ἐπὶ τέλει τῆϲ ἑψήϲεωϲ . ϲμύρνα λειωθεῖϲα ϲὺν ὀλίγῳ μέλιτι ἢ ὄξει ἢ ὕδατι ἢ οἴνῳ
5133003 παχυν
ὠφελεῖ καὶ τὰ κατὰ θώρακα καὶ πνεύμονα πάθη . τοῖς παχὺν ἠθροικόσι χυμὸν οἱ λεπτόταται τῶν οἴνων χρήσιμοι : ἐὰν
, εὐπληθεῖς τῷ προσώπῳ , ὀξυγένειοι , μεγαλόφθαλμοι , τράχηλον παχὺν τετράγωνον , δειλοὶ τῇ ψυχῇ , λεπτοὶ τῇ φύσει
5125192 φωτεινα
ἔοικέ τε κατὰ μέρος εὐητρίοις ὑφαῖς ἢ γραφαῖς συνεφθαρμένα τὰ φωτεινὰ τοῖς σκιεροῖς ἐχούσαις : εὔφωνά τε εἶναι βούλεται πάντα
ἐπὶ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ : αἱ δὲ λαβοῦσαι εἶδον τὰ φωτεινὰ ἅρματα τὰ ἐλθόντα ἐπὶ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ , καὶ
5121325 φλογι
τοῦ δήγματος ὄντος , σικύαν προσβάλλειν τῷ δήγματι σὺν πολλῇ φλογί , καὶ κατασχάζειν τοὺς πέριξ τόπους . συνεπισπασθήσεται γὰρ
θερμόν , ἢ φλόξ τιϲ ἢ φύϲιϲ οὖϲα παραπλήϲιοϲ τῇ φλογί , καὶ ἐνδείᾳ καὶ περιουϲίᾳ καὶ κακίᾳ τροφῆϲ διαφθείρεται
5085257 Ἀνθρωπον
, ἀποκάμπτεται τὸ ῥάμφος αὑτοῦ , καὶ λιμῷ ἀποθνήσκει . Ἄνθρωπον ἀεὶ ἐν κινήσει καὶ θυμῷ διάγοντα , καὶ μήτε
γλαῦκα τρέχει , καὶ πρὸς αὐτῇ ὤν , πιέζεται . Ἄνθρωπον ἀσθενῆ καὶ προπετευόμενον βουλόμενοι σημῆναι , νυκτερίδα ζωγραφοῦσιν :
5050092 ζωια
πρὸς τὴν νίκην , δόξαι τῆς σωτηρίας αἴτια γεγονέναι τὰ ζῶια : χάριν οὖν αὐτοῖς τοὺς ἀνθρώπους ἀποδοῦναι βουλομένους εἰς
, . ̈ . , Δ . γεγενημένα εἶναι τὰ ζῶια συστάσει † ειδεεναστρον πρῶτον τοῦ ὑγροῦ ζωιογονοῦντος . .
5049114 φωτοειδες
φωτὸς οὔτε τὸ ὁρῶν ἐνεργήσειεν ἂν περὶ τὸ ὁρατόν . φωτοειδὲς γὰρ ὂν καὶ τὸ ὁρατικὸν ἡμῶν , ὡς περιφανῶς
διὸ καὶ τοῦ ἔξωθεν δεῖται φωτὸς καὶ τὸ ὁρατικὸν ὡς φωτοειδὲς καὶ τὰ χρώματα ὡς φῶτά τινα ὄντα , ὡς
5044620 ἰταμον
ὁρῶν προσβλέψῃ δριμύ , καὶ ἐκείνη κατὰ τὴν ἑαυτῆς φύσιν ἰταμὸν ἀντιβλέψῃ , καί τι καὶ φύσημα ἐμπνεύσῃ ἑαυτῇ μὲν
ταῖς λέξεσιν δὲ ἑτέραις ἐχρήσατο , % ὡς τὸ λείαν ἰταμὸν αὐτῆς ἐκφευξούμενος . % ἔφησε γὰρ μὴ εἰδέναι %
5043576 κυκλοτερη
δεῖ δ ' ἐν τῷ καιρῷ τῆς κατουλώσεως κασσιτέρινον σωλῆνα κυκλοτερῆ ἐντιθέναι , ἔξωθεν μὲν ἀχανῆ , εἰς δὲ τὸ
τῶν κινδύνων οὐ καταπλαγέντες συνεφράξαντο καὶ τὴν ὅλην τάξιν ποιήσαντες κυκλοτερῆ τά τε τέκνα καὶ τὰς γυναῖκας εἰς μέσον ἀπέλαβον
5038469 καθοραν
τὸν λογισμὸν ἀπαιδευσίᾳ καὶ ἀμελετησίᾳ χαλεπῶς ᾐκίσαντο καὶ δυνάμενοι ὀξὺ καθορᾶν ἐπηρώθησαν . οὕτως φησὶ ” τὴν γυναῖκα Λὼτ στραφεῖσαν
ἐπήγαγε , τὸ ὥσπερ ἀπὸ σκοπιᾶς ἐντεῦθεν δύνασθαι τὸν θεὸν καθορᾶν καὶ πάντα τὰ ἐν τῇ συστοιχίᾳ τοῦ θεοῦ .
5032639 παρεστωσιν
χειρός . τὸ δὲ καὶ συμμαχία θόρυβον , καὶ τοῖς παρεστῶσιν αὐτοῖς συμμάχοις ἔκπληξιν καὶ τάραχον ἐκίνησε μέγαν διὰ τὸ
ἐν δόμοις : ἐπεὶ δ ' ἐγὼ φυλακὰς ἀνῆκα τοῖς παρεστῶσιν κακοῖς , βέβηκεν . ἀλλὰ τῆιδέ νιν δοξάζομεν μάλιστ
5027926 δασεσι
χώραν , ἀλλ ' ὑπὸ τῇ λεπτῇ ψάμμῳ καὶ τοῖς δασέσι θάμνοις πλήθουσαν : ἀλλ ' ὅμως ἐπαρκεῖς καὶ ἱκαναὶ
* * κατατέμνουσα . . Τὸ μελαμφύλλοις λέγει ἢ ταῖς δασέσι καὶ σκιὰν ὑπὸ τοῦ δάσους ποιούσαις ἢ ταῖς μέλανα
5026730 ἑρπετοις
τοὺς πάγους ὠφελεῖ τὰς ἀμπέλους , καὶ ἀντίκεινται τοῖς φθοροποιοῖς ἑρπετοῖς . καὶ γίγαρτα δὲ κόπρον ποιεῖ , πολλῷ δὲ
ἀπαλλάξει αὐτοῖς . Ἡ Κρήτη καὶ τοῖς λύκοις καὶ τοῖς ἑρπετοῖς θη - ρίοις ἐχθίστη ἐστίν . ἀκούω δὲ Θεοφράστου
5019154 πεφυκοτα
ἀναλῶσαι . αἰσχρὸν οὖν ἡγοῦντο τὸν μὲν ἀπ ' ἀθανάτων πεφυκότα πάντα ποιεῖν ἕνεκα τοῦ τὴν πατρίδ ' ἐλευθερῶσαι ,
καὶ ῥίζα , σὺν αὐτῷ προελθοῦσα τὸν ἀπ ' ἐκείνου πεφυκότα τρόπον , ὥσπερ καὶ ἡ μία ῥίζα τῶν πάντων
5009183 σκοτει
μέλιτι σαυτὸν καταπάττεις : ἐπὶ τῶν ἡδυπαθεῖν διωκόντων . Ἐν σκότει ὀρχεῖσθαι : ἐπὶ τῶν ἀμαρτύρως μοχθούντων . Ἐν νυκτὶ
ὑμῶν , καὶ ἐκεῖ ἔσονται ἐν ἀνάγκῃ μεγάλῃ καὶ ἐν σκότει καὶ ἐν παγίδι καὶ ἐν φλογὶ καιομένῃ , καὶ
5005895 αὐχμηρον
γενέσεως καὶ σπέρματος οὐσίαν νομίζοντες : Τυφῶνα δὲ πᾶν τὸ αὐχμηρὸν καὶ πυρῶδες καὶ ξηραντικὸν ὅλως καὶ πολέμιον τῇ ὑγρότητι
τῷ ξηρανθῆναι τοὺς μῦς περαιτέρω τοῦ προσήκοντος , ὥστε ἀποδύντων αὐχμηρὸν καὶ προσεσταλμένον φαίνεσθαι τὸ σῶμα καὶ πρὸς τὰς κινήσεις
5004452 κινουμενοις
τύχῃ τοιαύτη τις οὖσα . ὥσπερ οὖν κἀν τοῖς ἄλλοις κινουμένοις ἡ σφοδρότης ἐπὶ τῆς ἑκάστου βίας τίθεται , οὕτως
τοίνυν τὰ πράγματα οὐχ ἕστηκεν ἀλλ ' ἀεὶ κινεῖται καὶ κινουμένοις αὐτοῖς οὐ δύναται συγκινεῖσθαί τε καὶ συνακολουθεῖν ἡ ἡμετέρα
5000893 ἀεροειδη
πλοκάνου ἅπαντα , τὰ δ ' ἐγκύρτια καὶ τὸ κύτος ἀεροειδῆ , καὶ λαβὼν αὐτὸ περιέστησεν τῷ πλασθέντι ζῴῳ τρόπον
δὲ καὶ Χρύσιππος . καὶ Ἀντίπατρος ἐν ἑβδόμῳ περὶ κόσμου ἀεροειδῆ φησιν αὐτοῦ τὴν οὐσίαν . . ̈ . .
4979246 πεπηγοτα
. τραχὺς αὐχὴν ὥσπερ λοφιὰ ἀμαθοῦς σὺν ὕβρει . τράχηλον πεπηγότα ἀκλινῆ σκαιὸν καὶ αὐθάδη λέγε καὶ ἀμαθίαν δὲ ἀνατίθει
καὶ αὐχμώδη κόμην ἄφελε προσώπου : στόματος ἀφρώδη : τὸν πεπηγότα ῥύπον ὑπὸ τοῦ ἀφροῦ : πέλανον : κυρίως πέλανος
4977030 ὑπνοις
πέττειν χρὴ ἐν ἡσυχίᾳ φυλάττοντας τὸν ἄνθρωπον καὶ ἀσιτίᾳ καὶ ὕπνοις : τοὺς δὲ λεπτοτέρους ἔμετος ἐκβάλλει , ποτὲ μὲν
καρδίας τόνον , οὐκ ἀπεικός , χρονίζοντός τινος ἐν τοῖς ὕπνοις καὶ τοῦ προσήκοντος πέρα , καὶ αὐτὸν δὴ τὸν
4957395 βασταζειν
, καὶ ὄνος ἀκούων προσεδέχετο , λέγων αὐτὸς μόνος δύνασθαι βαστάζειν τὸ Ζήνωνος φορτίον . ̈ . . καί ποτε
' ὁ γέρων φιλοπότης ὢν ἐκ τῆς συνεχοῦς συνηθείας ῥᾳδίως βαστάζειν ἔσθενεν . τί δὲ καὶ Διομήδους καὶ Αἴαντος καὶ
4952280 στρυφνοις
τὴν σάρκα θερμοῖς καὶ ψυχροῖς καὶ τοῖς περὶ τὴν γλῶτταν στρυφνοῖς , καὶ ὅσα θερμαντικὰ ὄντα δριμέα ἐκαλέσαμεν , ἀδελφὰ
τῇ φιλίᾳ συμβαίνει τῶν ἀγαθῶν μόνῃ : ἐν δὲ τοῖς στρυφνοῖς καὶ πρεσβυτικοῖς ἧττον γίνεται ἡ φιλία , ὅσῳ δυσκολώτεροί
4941069 βαρεα
λίαν χλωρά : βραδέως γὰρ ἀναφέρεται τὰ ἐκτρυπήματα διὰ τὸ βαρέα εἶναι : τῶν δὲ ξηρῶν ταχέως καὶ εὐθὺς ὁ
γῆρας δὴ καὶ νόσος καὶ πάντα τὰ τοιαῦτα τοῖς μὲν βαρέα φαίνεται καὶ χαλεπά , τοῖς δ ' ἐλαφρά τε
4937663 καμινοις
τῶν χαλκέων φυσητήρ , ὃς ταῖς φύσαις συνημμένος ἐντίθεται ταῖς καμίνοις καὶ παραπέμπει τὸ πνεῦμα . ἐσεσιδήρωτο : ὥστε ὑπὸ
σφόδρα ἐμβάλλων μέλιτι σβέννυε σίδηρον , καὶ τὴν ἐν ταῖς καμίνοις τῶν σιδηρέων γιγνομένην τρύγα , ἣ σκωρία κέκληται ,
4931953 διαπυρον
Αἴθωνα δὲ αὐτὸν εἶπεν , ἤτοι διὰ τὸ τοῦ θηρίου διάπυρον , ἢ ὅτι ὁ ἥλιος ἐν αὐτῷ γινόμενος σφοδρῶς
καὶ Ὅμηρος . . πρηστῆρα καλεῖ τὸν Αἴαντα διὰ τὸ διάπυρον καὶ θερμὸν εἶναι ἐν ταῖς μάχαις . δυσμενεστάτου ξένων
4928057 ἀνιπτασθαι
ἐκτοπίζεσθαι τῶν ἀνθρώπων δύναται ὡς καὶ ἐν ἐρημίᾳ ἀνθρώπου ἐπιστάντος ἀνίπτασθαι καὶ νικᾶν τῇ πτήσει τὴν τούτου θέαν : γενοίμην
; ἢ πάλιν δι ' ἀέρος εἰς οὐρανὸν ἀπὸ γῆς ἀνίπτασθαι καὶ τὰς ἐν οὐρανῷ φύσεις ἐξετάζειν , ὡς ἔχουσιν
4913241 ἀφιλον
ξένης , ὦ τλάμων , ὅ τι καὶ πόλις τέτροφεν ἄφιλον ἀποστυγεῖν καὶ τὸ φίλον σέβεσθαι . Ἄγε νυν σύ
τινὰς τούτοις ἄγει : καὶ γὰρ ἂν ψυχρὸν εἴη καὶ ἄφιλον . καίτοι τινὲς στίχον προσέγραψαν τὴν αἰτίαν προστιθέντες :
4909534 τροχῳ
κοτυλῶδες ἀγγεῖον . ὅτι κύλιξ λέγεται ἀπὸ τοῦ κυλίεσθαι τῷ τροχῷ . Ἀθηναῖοι δὲ καὶ ἰατρικὴν πυξίδα κυλικίδα καλοῦσι διὰ
πλήθει τῶν δορυφόρων : τοῖς δὲ πιστοτέροις ἐν τῷ μικροτέρῳ τροχῷ καὶ πρὸς τῆς ἀκροπόλεως μᾶλλον ὄντι διετέτακτο ἡ φρουρά
4909346 ῥυσει
δὲ εἶδος ὡρισμένον μένει . πῶς οὖν ἔλεγον πάντα ἐν ῥύσει εἶναι ; διό φησιν ἀλλὰ ταῦτα παρέντας ἐκεῖνα δεῖ
ἐκ τῶν σωματικῶν καὶ αἰσθητῶν : ἐν συνεχεῖ γὰρ ταῦτα ῥύσει καὶ μεταβολῇ πολλάκις ἐδηλώθη κατ ' οὐδένα τρόπον μόνιμα
4906278 εἰσπνεομενος
καὶ ἐν συμμετρίᾳ ἄγει , καὶ οὐκέτι πληκτικὸς εὑρίσκεται ὁ εἰσπνεόμενος ἀὴρ τῆς τραχείας ἀρτηρίας καὶ τοῦ πνεύμονος καὶ τῆς
συμμεμυκότων καὶ πεφραγμένων τῇ τῶν ὑγρῶν ἐπιρρεύσει διανοίγει ὁ ἀὴρ εἰσπνεόμενος καὶ διίστησιν . ὅθεν τὰ ἀναπνεόντα ἐν τῷ ὑγρῷ
4900688 αἰθεριου
ἐνιαυτῶν περιόδοις . ὅταν μὲν οὖν ἔμπρησις καταλαμβάνῃ , ῥεῦμα αἰθερίου πυρὸς ἄνωθεν ἐκχεόμενον πολλαχῇ σκεδάννυσθαι , μεγάλα κλίματα τῆς
πνευμάτων πλήρη καὶ ὑγρᾶς ὄντα συστάσεως , ἐκ δὲ τῆς αἰθερίου ζωῆς τὴν ἐνέργειαν ποριζόμενον , ἀμφοτέροις τοῖς ὀργάνοις ἐμπνευστοῖς
4883463 διιστησιν
μικρὰ ᾠά . καὶ Σπεύσιππος δ ' ἐν δευτέρῳ Ὁμοίων διίστησιν αὐτὰς τῶν θύννων καὶ Ἐπίχαρμος ἐν Μούσαις . Κρατῖνος
εἰς τὴν γνάθον . ἀλλ ' οὐδὲ ὁ ἄρχων οὑτοσὶ διίστησιν αὐτοὺς καὶ λύει τὴν μάχηντεκμαίρομαι γὰρ τῇ πορφυρίδι τῶν
4869012 εὐρουν
: τοῖς μὲν γὰρ πεπιέσθαι ἀνάγκη τὰ σπλάγχνα καὶ μὴ εὔρουν τὸ πνεῦμα ἐκφέρειν , μηδὲ ἐσφέρειν ἐν τοῖς πόνοις
ἐπὶ τούτοις , εἰ ἕλοιτό τις ἐμεῖν , λεπτὸν καὶ εὔρουν παρασκευαζέτω τὸ φλέγμα , ῥαφανῖδας ἐσθίων ἐν τῷ δείπνῳ
4858464 ἐνθησω
στίχος . αὐτὰρ ἐγὼ σῖτον καὶ ὕδωρ καὶ οἶνον ἐρυθρόν ἐνθήσω , μενοεικέ ' , ἅ κέν τοι λιμὸν ἐρύκοι
πόντον . αὐτὰρ ἐγὼ σῖτον καὶ ὕδωρ καὶ οἶνον ἐρυθρὸν ἐνθήσω μενοεικέ ' , ἅ κέν τοι λιμὸν ἐρύκοι ,
4858383 ἀναισθητα
μορφὴν μὲν ἐπιβάλλει τοῖς ἀμόρφοις , ὄψεως δὲ ἀναπίμπλησι τὰ ἀναίσθητα . διὰ πάσης γὰρ ἔρχεται τῆς οὐσίας πλάττων ,
τὰ συνεχῆ καὶ ἀποκτείνει τὸν ἄνθρωπον . ὅταν δὲ τελέως ἀναίσθητα γένηται τὰ οὕτω παθόντα σώματα , τὸ πάθος οὐκέτι
4851531 ὁρωμενα
ξενοκτόνος καὶ ὁ ψευδόμαντις , οἶδα , ὅπως λυπεῖ σε ὁρώμενα ἐν τοῖς θεοῖς , καὶ μάλιστα ὁπόταν ἡ μὲν
θερίζειν δὲ καὶ τρυγᾶν καὶ κλαδεύειν παρὰ μὲν τὸν καιρὸν ὁρώμενα τὰς πράξεις [ τὰς τοιαύτας ] καὶ τὰς ἐγχειρήσεις
4849069 χυτα
τρέφουσι κροκόδειλον , δεδιδαγμένον εἶναι χειροήθεα , ἀρτήματά τε λίθινα χυτὰ καὶ χρύσεα ἐς τὰ ὦτα ἐνθέντες καὶ ἀμφιδέας περὶ
στερεὰ καὶ βάρη πρὸς βάρη καὶ ὑγρὰ πρὸς ὑγρὰ καὶ χυτὰ πρὸς χυτὰ καὶ ξηρὰ πρὸς ξηρὰ καὶ ἀριθμοὺς πρὸς
4833143 περιψυχονται
: τῶν δ ' ἀμφημερινῶν οὐδὲ προηγεῖται ῥῖγος , ἀλλὰ περιψύχονται μόνον . ἔστι δ ' ἐν τοῖς τριταίοις καὶ
δὲ ἀμφημερινῶν οὐδὲ ῥῖγοϲ ὡϲ ἐπίπαν προηγεῖται , ἀλλὰ μόνον περιψύχονται . ἔϲτι δὲ ἐν τοῖϲ τριταίοιϲ πυρετοῖϲ καὶ τάξιϲ
4828723 σκιρτηματα
” ἀπολιταρεῖσθαι “ . λιταργισμοὺς ἐκάλουν ⌈ οἱ παλαιοὶ τὰ σκιρτήματα , ἀπὸ τοῦ ” λίαν ᾄττειν ἀργῶς “ ἢ
θᾶττον ] ταχέως , συντόμως . λιταργισμοὺς . . . σκιρτήματα , ⌈ ἀπὸ τοῦ ” λιθαργίζω “ θέματος ,
4821430 νυττει
: αἱ καταδύσεις . θράσσει : Βακχεῖός φησι κινεῖ , νύττει , Ἡρακλείδης ὁ Ταραντῖνος | ἐρεθίζει . ἔστι δὲ
. . . : Θράσσει . Βακχεῖός φησι κεντεῖ , νύττει . Ἡρακλείδης ὁ Ταραντῖνος ἐρεθίζει . ἔστι δὲ ὀχλεῖ
4816050 ἀποσπωμενον
, δὸς διὰ τέλους τὴν χάριν , μή με περιίδῃς ἀποσπώμενον ἀτυχοῦντος θείου καὶ πενομένων ἀδελφῶν καὶ μητρὸς ὑπὸ γήρως
τηροῦν μὲν αὐτῶν τὴν οἰκείαν διανομὴν καὶ τάξιν καὶ οὐκ ἀποσπώμενον ταύτης , τὸ αὐτὸ δ ' ὅμως ἐν ὅλοις
4803391 ὁρασθαι
δεῖ αὐτὸ μόνον εἶναι , εἰ μέλλοι καὶ ἐν ἄλλοις ὁρᾶσθαι : εἰ μή τις αὐτοῦ λέγοι τὸ εἶναι σὺν
, αὐτὸ δὲ τὸ φῶς καθ ' αὑτὸ πρὸς τὸ ὁρᾶσθαι ἱκανόν . εἰ δὲ ἐπὶ τῶν ἄλλων αἰσθήσεων τὸ
4794567 ἀναπεμπειν
ἐποίουν , ἀνεγειρομένῳ καὶ ἀναπηδῶντι τῷ πεπληρωμένῳ ἐκ τῶν ἐλλυχνίων ἀναπέμπειν τὸ ὕδωρ . ὑπέκειτο δὲ τὰ κυμβεῖα τοῖς ἐλλυχνίοις
κωλύοντα ζόφον ἀνατείνειν χεῖρας εἰς Ἥλιον ἀρετῇ καθήρας εἰς οὐρανὸν ἀναπέμπειν οἷον ἐκ ταρτάρου τινὸς καὶ ἀλαμποῦς βίου δεδώρηται ,
4792583 λειμωσιν
οἳ πολλοί τε εἰσὶ καὶ εὐστομοῦσιν ἐν ἄλσεσιν , οὔτε λειμῶσιν ἡδύ τι καὶ ἁπαλὸν χλοάζουσιν , ἀλλ ' ἐπειδὰν
γνώμῃ μέγα καὶ δὴ καὶ τῇ σῇ τὸν μὲν ἐν λειμῶσιν εὔχομαι τοῖς ἐκεῖ διατρίβειν , σὲ δ ' ἡμῖν
4787227 ἀενναῳ
ἴσως ἀπορεῖ τις λέγων ὅτι καὶ πῶς οὐ φθείρονται τῇ ἀεννάῳ κινήσει καὶ ἐνεργείᾳ ; καὶ λέγομεν ὅτι οὐκ ἔστι
ἄλλως τε δὲ καὶ διὰ τῶν συρίγγων αὐτῶν , τῇ ἀεννάῳ φορᾷ τῆς ὕλης καὶ τῇ ἀεὶ κενώσει , ἀποκενοῦται
4787059 ὑγροτητι
οἷον ἥ τε καθυγραίνουσα καὶ λουτροῖς καὶ ποτοῖς εἴπερ ἐν ὑγρότητι καὶ συντήξει τὸ πάθος καὶ τῷ κόπῳ λύουσα τὸν
πάθουϲ . Θαψία δριμείαϲ ἐϲτὶ καὶ ἰϲχυρῶϲ θερμαντικῆϲ δυνάμεωϲ ϲὺν ὑγρότητι : ἕλκει τοιγαροῦν ἐκ βάθουϲ βιαίωϲ καὶ αὐτὴ διαφορεῖ
4776450 ἀμυδρον
, μέχρις ἂν ἡ ἀντίπαλος μνήμης τὸν τύπον λεάνασα λήθη ἀμυδρὸν ἐργάσηται ἢ παντελῶς ἀφανίσῃ . τὸ δὲ φανὲν καὶ
ὁ δὲ ὄντως ἰατρὸς ἅπτεται τοῦ σφυγμοῦ , εὑρίσκει αὐτὸν ἀμυδρὸν καὶ ἀνώμαλον , καὶ λέγει μέγα κακόν . μικρὰ
4775862 πετεσθαι
' ὅπως σιγήσομ ' , ἢν μή μοι φράσῃς ὅποι πέτεσθαι διανοεῖ . Τί δ ' ἄλλο γ ' ἢ
: ὅταν οὖν ὑπὸ τοῦ γήρως ἀσθενήσωσιν καὶ μηκέτι δύνωνται πέτεσθαι , φέρουσιν αὐτοὺς αἱ θήλειαι ἐπὶ τῶν πτερῶν λαβοῦσαι
4775843 σφοδρον
σεσωρευκότος διὰ σωφροσύνην καὶ φειδώ , ἀθρόως κυριεῦσαν τῶν πραγμάτων σφοδρόν τινα καὶ παντοῖον ὄλεθρον κατὰ τῶν εὑρεθέντων μαίνεται ,
καὶ ἀκρίβειά τις ἐν τούτοις ἐμφαίνεται , ἡ δὲ δεινότης σφοδρόν τι βούλεται καὶ σύντομον , καὶ ἐγγύθεν πλήττουσιν ἔοικεν
4768314 δεχομενοις
* τῆς θαλάσσης . * αὔξανε , ἤτοι ἡδεῖαν τοῖς δεχομένοις καὶ κρείττονα τῶν ἄλλων ποίει . . Ἀγαθαὶ δέ
τὰς δὲ διαμείψεις τῆς μορφῆς καὶ τοὺς μετασχηματισμοὺς ἐν τοῖς δεχομένοις ὑποτίθεται . Διόπερ κατὰ ζῴδιον καὶ καθ ' ὥραν
4761591 ἀναστελλουσι
τῶν δένδρων περιχώσαντες καὶ τὴν τοῦ χειμῶνος ὥραν ἐάσαντες πάλιν ἀναστέλλουσι τὴν γῆν κατὰ τὸν τοῦ βλαστοῦ καιρόν . ἅπασα
τις φθάσῃ ἐκκαθᾶραι τὸ πᾶν σῶμα , μετὰ τοῦτο τοῖς ἀναστέλλουσι καὶ ἀποκρουομένοις τοὺς ἐπιρρέοντας χυμοὺς χρήσηται φαρμάκοις , ἰάσατο
4760364 γεωδη
καὶ ὅσα ἐν ὕδασι ποιεῖται τὴν δίαιταν . Ἐπεὶ δὲ γεώδη τε καὶ πολύαιμα τὰ χερσαῖα εἴρηται καὶ παχύχυμα καὶ
τὰ μὲν οὖν ἐμπλαϲτικὰ φάρμακα τοιαῦτα . τὰ δὲ ϲτύφοντα γεώδη τέ ἐϲτι καὶ παχυμερῆ ταῖϲ τῶν ὄγκων ϲυϲτάϲεϲι ,
4753250 ξουθα
ἀναφαίνω . ξουθῆς δὲ εἶπε παρόσον τὰ πλεῖστα τῶν ὀρνέων ξουθὰ φαίνεται . Πανὶ νόμους : Ἐπεὶ νόμιος ὁ θεὸς
ἀμφὶ δ ' αὑτᾶς θροεῖς νόμον ἄνομον , οἷά τις ξουθὰ ἀκόρετος βοᾶς , φεῦ , φιλοίκτοις φρεσὶν Ἴτυν Ἴτυν
4752750 κινουσι
. αὗται μὲν οὖν εὐθὺς ἀποχωρισθεῖσαι τοῖς πρώτοις μυσὶ τοῖς κινοῦσι τὴν κατ ' ἰσχίον διάρθρωσιν ἐκφύονται : τὸ δ
ὑποτεταμένοι παντὶ τῷ περὶ τὸν τράχηλον ἐν κύκλῳ δέρματι . κινοῦσι δ ' ἅμα τοῖς χείλεσι τὰς γνάθους , ἡσυχαζούσης
4750765 ὑπεροχον
Ὅμηρον Ἄτλανθ ' ] εἶδον , ἀπὸ κοινοῦ ὑπείροχον ] ὑπέροχον , μέγα κραταιὸν ] ἰσχυρὸν λέγω οὐράνιον ] τὴν
' ἄμικτον ἱπποβάμονα στρατὸν θηρῶν , ὑβριστήν , ἄνομον , ὑπέροχον βίαν , Ἐρυμάνθιόν τε θῆρα , τόν θ '
4744050 ζωγραφουσιν
τῆς ἡδονῆς . Πρόγνωσιν εὐκαρπίας οἴνου βουλόμενοι σημῆναι , ἔποπα ζωγραφοῦσιν : ἐκεῖνος γάρ , ἐὰν πρὸ τοῦ καιροῦ τῶν
λιμοῦ ἀποθανόντα θέλοντες δηλῶσαι , ἀετὸν ἀποκεκαμμένον ἔχοντα τὸ ῥάμφος ζωγραφοῦσιν : ἐκεῖνος γάρ , γηράσκων , ἀποκάμπτεται τὸ ῥάμφος
4741940 διαπυροις
ἐκτομήν : μετὰ δὲ τὴν ἐκτομὴν καίειν τὰ χείλη καυτηρίοις διαπύροις , διά τε τὴν ὑποπτευομένην αἱμορραγίαν καὶ διὰ τὴν
αἰτίοις ἐπιστήσαντες καθέσει δακτύλων , καὶ τὰς ὑποπεσούσας ἐξάγουσι καὶ διαπύροις δὲ λίθοις ἢ τοῖς παρὰ τοὺς αἰγιαλοὺς ψηφίοις ὑφ
4737877 ἀποστρεφει
ὁδοῖς , ἐν τούτῳ προσελάσας ἐφ ' ἵππου ὁ Λεοντιάδης ἀποστρέφει τε τὸν Φοιβίδαν καὶ ἡγεῖται εὐθὺς εἰς τὴν ἀκρόπολιν
. τί δ ' ἐστὶ χρῆμα ; τίς ς ' ἀποστρέφει φόβος ; φεῦ φεῦ . τί τοῦτ ' ἔφευξας
4733634 ἐνδεικνυμενον
, καὶ τῶν ἄλλων ἀχρήστων . τί οὖν ἐστι τὸ ἐνδεικνύμενον τὰ χρήσιμα τῶν συμπτωμάτων , εἰπάτωσαν , πότερον φαινόμενον
αὐτόθι κατοπτηθέντοϲ καὶ τὸ πελιδνὸν ψῦξιν καὶ νέκρωϲιν τῶν ἐντὸϲ ἐνδεικνύμενον καὶ τὸ λιπαρὸν καὶ ἐλαιῶδεϲ ϲύντηξιν τῆϲ πιμελῆϲ ϲημαῖνον
4731480 ἐμβριθες
φερόμεναιτὸ δὲ Δίωνος ἦθος ἠπιστάμην τῆς ψυχῆς πέρι φύσει τε ἐμβριθὲς ὂν ἡλικίας τε ἤδη μετρίως ἔχον . ὅθεν μοι
δὲ οὐκ ἐν ῥυθμῷ ὂν τὸ ζῷον , ἀλλ ' ἐμβριθὲς μὲν τὰ μέσα , μακρὸν δὲ κατὰ τὸν αὐχένα
4731138 ἀμβλυ
βαρὺ ἀντίκειται φήσομεν , τὸ δὲ ἐν ὄγκῳ ᾧ τὸ ἀμβλύ , ἢ ὅπως ἂν ἄλλως ἐνδέχηται . ἔστι δὲ
σε προσηρώτα εἰ ἐπίστασθαι ἔστι μὲν ὀξύ , ἔστι δὲ ἀμβλύ , καὶ ἐγγύθεν μὲν ἐπίστασθαι , πόρρωθεν δὲ μή
4715654 ἐχοντ
ποτέ Εὐριπίδην ἰδοῦσαν ἐν κήπῳ τινί πινακίδα καὶ γραφεῖον ἐξηρτημένον ἔχοντ ' , Ἀπόκριναί , φησιν , ὦ ποιητά μοι
πιθανὰ διὰ τὸ γελοῖον : ἀγρὸν ἔσχ ' ἐλάττω γῆν ἔχοντ ' ἐπιστολῆς Λακωνικῆς . καὶ γὰρ ὁ γέλως πάθος
4712897 ἀναμιγνυσθαι
: ταῖς δὲ ῥισὶν ἐφελκομένους τὸν ἀέρα , τοῦτον γὰρ ἀναμίγνυσθαι : τῇ δὲ γλώσσῃ τοὺς χυμοὺς καὶ τὸ θερμὸν
, τὰς δὲ ποιότητας μηδαμῶς , ἢ τὰς μὲν ποιότητας ἀναμίγνυσθαι , μηκέτι δὲ τὰς οὐσίας , ἢ μηθέτερον ἀναμίγνυσθαι
4708996 λυγγα
: ἦρα τουτέοισι τὸ θολερὸν πνεῦμα καὶ τὸ γονοειδὲς διελθὸν λύγγα σημαίνει ; κοιλίη δὲ ἦρα χολώδης προσδιέρχεται ; τὸ
δ ' ἄλλα μεστὸς εὐλαβείας ἁνήρ ; οὐκ Ἀριστοφάνει μὲν λύγγα προσάπτει , οὐδὲν πρὸς λόγον , μᾶλλον δὲ καὶ
4703923 ἐλαφῳ
πίθηκον καὶ λύκον τε καὶ ὕαιναν ἀλλήλοις μίγνυσθαι οὐδὲ βούβαλον ἐλάφῳ , οὐδὲ ἀλλήλοις μιγνύμενα γεννᾶν . ταῦρος δὲ οὐ
μέγεθος βοός , τοῦ προσώπου τὸν τύπον [ ἐοικὸς ] ἐλάφῳ , ὡς Ἀριστοτέλης πέμπτῳ θαυμασίων ἀκουσμάτων . Γενέα ,
4703462 ἀκηρατον
τὴν πρᾶξιν , ἐν πυρὶ τὸν Παρμενίδου λόγον ὥσπερ χρυσὸν ἀκήρατον καὶ δόκιμον παρέσχε καὶ ἀπέδειξεν ἔργοις , ὅτι τὸ
ὁπόσον ἀνθρώπειον εἶχε παρὰ τῆς μητρὸς καὶ καθαρόν τε καὶ ἀκήρατον φέρων τὸ θεῖον ἀνέπτατο ἐς τοὺς θεοὺς διευκρινηθὲν ὑπὸ
4702220 ἐστερημενοις
τὸν Θεὸν λέγειν τοὺς κακοὺς ἀποστρέφεσθαι καὶ τὸν ἥλιον τοῖς ἐστερημένοις τῶν ὄψεων κρύπτεσθαι . Ἐκ δὲ τούτων καὶ ἡ
κυκωμένη , πῶς ἄν ποτε ἐπιλάβοιτο ἀλυπίας , συνοῦσα ἀγαθοῖς ἐστερημένοις ; Ἐγὼ καὶ θαλάττῃ διὰ τοῦτο ἀπιστῶ , κἂν
4695296 παρεχοντα
ἀναβάτῃ ἀσφαλεστέραν τὴν ἕδραν καὶ τοῖς ὤμοις ἰσχυροτέραν τὴν πρόσφυσιν παρέχοντα . τράχηλος εὐκαμπὴς ὡς ἀλεκτρυόνος , ἀλλ ' οὐχ
εἴκοντα . οὐχ ὁρᾶτε τοῦτο μὲν ἥλιον νυκτὶ μεθιστάμενον καὶ παρέχοντα ἀνατεῖλαι τοῖς ἀφανεστέροις ἄστροις , τοῦτο δὲ σελήνην ἐῶντα
4693895 ἀναλαμβανουσιν
τὴν Φειὰν αἱροῦσιν . καὶ ὕστερον αἵ τε νῆες περιπλεύσασαι ἀναλαμβάνουσιν αὐτοὺς καὶ ἐξανάγονται ἐκλιπόντες Φειάν , καὶ τῶν Ἠλείων
αὐτῆς ὅσον ἐπὶ σοὶ κατῄσχυνας ἄχρηστα ἐπιδείξας καὶ ἀνωφελῆ τοῖς ἀναλαμβάνουσιν : οὐδέποτε δ ' εὐσταθείας ὠρέχθης , ἀταραξίας ,
4693734 αὐγῃ
ἧς καὶ ἔστι νῦν ὁ λόγος : ἐν γὰρ τῇ αὐγῇ ἀείσε ἐσμὲν καὶ ἄνευ αὐτῆς εἶναι οὐ δυνάμεθα .
ὁρῇν αἰσχρόν : οὕτω δὲ τὸ μὲν χειριζόμενον ἐναντίον τῇ αὐγῇ , τὸν δὲ χειρίζοντα , ἐναντίον τῷ χειριζομένῳ ,
4692130 μαρμαρυγαις
φέγγει περιλαμπόμενος ἐν κύκλῳ δυσόρατος καὶ δυστόπαστος ἦν , ταῖς μαρμαρυγαῖς τῆς ὄψεως ἀμυδρουμένης : ἡ δέ , καίτοι πολλοῦ
ἑορταῖς , βρύουσι φιλοξενίας ἀγυιαί : λάμπει δ ' ὑπὸ μαρμαρυγαῖς ὁ χρυσός , ὑψιδαιδάλτων τριπόδων σταθέντων πάροιθε ναοῦ ,
4687914 ὀμμασι
πολὺν χρόνον βιωσόμενος . Οἱ ἀγαθοὶ εὐαπάτητοι . Ἐοίκασι τοῖς ὄμμασι τῆς γλαυκὸς οἱ περὶ τὴν ματαίαν σοφίαν ἠσχοληκότες :
τὰ περὶ κοίτης . μηδ ' ὕπνον μαλακοῖσιν ἐπ ' ὄμμασι προσδέξασθαι , πρὶν τῶν ἡμερινῶν ἔργων λογίσασθαι ἕκαστα :
4683546 καιομενοι
δὲ ἐν πλοίῳ ὁρώμενος δεινῆς νηνεμίας ἐστὶ σημαντικός . Οἶκοι καιόμενοι καθαρῷ πυρὶ καὶ μὴ συμπίπτοντες μηδὲ διαφθειρόμενοι πένησι μὲν
ταὐτό : ξηρότατοι γάρ , δι ' ὃ καὶ πηδῶσι καιόμενοι : δεῖ δὲ ἔνικμον εἶναι . Βέλτιστοι δὲ οἱ

Back