καὶ τῶν καλλικόμων Μουσῶν κῆρυξ τῶν τε ἐπισήμων καὶ ἄγαν εὐφήμων ὕμνων κρατὴρ γλυκύτατος . ἠυκόμων : καὶ νῦν τοῦτο
τόκος δὲ καλεῖται ὁ γεννώμενος παῖς . μέμνησο δὲ ὅτι εὐφήμων ὀνομάτων ἄπιστοι αἱ ἐτυμολογίαι , ἐὰν μὴ καὶ τὰ
5346724 προξενων
ἐπὶ τῶν ἀναισθήτων . Ἀγέλαστος πέτρα : ἐπὶ τῶν λύπης προξένων : ἐφ ' ᾗ ἡ Δημήτηρ , ὅτε τὴν
ἐπὶ τῶν ἀναισθήτων . Ἀγέλαστος πέτρα : ἐπὶ τῶν λύπης προξένων . ἐφ ' ᾗ Δημήτηρ ὅτε τὴν κόρην ἐζήτει
5182103 Σολομωντος
σαυτῷ παρασχεῖν ἐν ὥρᾳ τῇ οἰκείᾳ γινομένῃ . καὶ τοῦτο Σολομῶντος . * μηδ ' ἀναβάλλεσθαι ἔς τ ' αὔριον
ἀνελεήμων ἐλθὼν πρός τινα τῶν διδασκάλων καὶ ἀναπτύξας τὴν σοφίαν Σολομῶντος εὗρεν εὐθύς : ὁ ἐλεῶν πτωχὸν θεῷ δανείζει .
5024491 ὁρμησω
; φέρ ' ἀλλ ' ἐς ἄλλην δή τιν ' ὁρμήσω πόλιν ; κἄπειθ ' ὑποβλεπώμεθ ' ὡς ἐγνωσμένοι ,
τοῦ Ἱέρωνος . ἢ οὕτως : ἐπὶ τὸν ἀνθηρὸν στόλον ὁρμήσω τῆς ἀρετῆς τοῦ Ἱέρωνος , ἵν ' ᾖ ἀνθηρὸν
5015288 ἀνασχομενη
' ἀνάκτων , ἐξ οὗ βοτρυόεσς ' οἰνὰς ὑποχθόνιον πτόρθον ἀνασχομένη θαλερῷ ἐπήξατο πήχει αἰθέρος : ὀφθαλμῶν δ ' ἐξέθορον
ἄπειρον , καὶ οὐδαμοῦ στῆναι δυνηθεῖσα , μᾶλλον δὲ οὐκ ἀνασχομένη πόθῳ τῆς ἀπείρου φύσεως , ἡ δὲ πρώτη εἰς
4930294 εἰσαμειψαι
' ] ἐάσει . οὐδ ' ] ἐάσει εἰσελθεῖν . εἰσαμεῖψαι ] εἰσελθεῖν . θΞ εἰσαμεῖψαι ] εἰσελθεῖν ἔσω :
' ] ἐάσει εἰσελθεῖν . εἰσαμεῖψαι ] εἰσελθεῖν . θΞ εἰσαμεῖψαι ] εἰσελθεῖν ἔσω : ἐνταῦθα γὰρ τοῦτο σύναπτε .
4883577 προσεδοκατο
ἑβδομήκοντα , ἣν ἐφύλαττε Πτολεμαίου στρατηγὸς Μενέλαος ναῦσιν ἑξήκοντα , προσεδοκᾶτο δὲ καὶ αὐτὸς Πτολεμαῖος ἑκατὸν τεσσαράκοντα ναυσὶν ἐπιπλεύσασθαι .
διαφερόντως δὲ τοῖς ὁμόροις , ὅσῳ καὶ τὰ δεινὰ ἐγγυτέρω προσεδοκᾶτο . εἷς δὲ δὴ ἐκ τῶν ἀστυγειτόνων βασιλέων ὄνομα
4849886 ἐκβαλει
τις ἔλεγε πιεζομένῳ χαλεπωτάτῃ νόσῳ , ὅτι ταύτην ἑτέρᾳ αὐτὸς ἐκβαλεῖ κουφοτάτῃ τε καὶ δεινὸν οὐδὲν ἐχούσῃ , τῶν ἀτοπωτάτων
καὶ τοὺς ἄνδρας αὐτοὺς προσαπολεῖ καὶ πάσας εἰσάπαξ τὰς ἐλπίδας ἐκβαλεῖ , εἰ δὲ τὰς ναῦς προβάλοιτο αὐτῶν καὶ τόν
4823290 ἐδεξασθε
καὶ πόλιν ἀξιόχρεων παρεχομένους καὶ ξύνεσιν δοκοῦντας ἔχειν , μὴ ἐδέξασθε : καὶ τὴν αἰτίαν οὐχ ἕξω πιστὴν ἀποδεικνύναι ,
μάχην ἐλθόντα οὐδὲν ἐντιμότερον τῶν ὑπὸ τοῦ βαρβάρου πάλαι πεμπομένων ἐδέξασθε . ὅσοι μὲν γὰρ καὶ δάκρυσι τοὺς Λακε -
4816906 ὀδυρειται
θρηνήσῃ τὴν τύχην , ἂν οἰκείοις σχολάσῃ τοῖς πάθεσιν , ὀδυρεῖται τότε τὰς ἑαυτοῦ συμφορὰς , δακρύσει τὰ δυστυχήματα :
καὶ ἐκ τῶν χρεῶν ὡς ἀπορῶν καὶ πάντ ' ἀπολωλεκὼς ὀδυρεῖται , βραχέ ' ἡμῶν ἀκούσατε . οὗτος γὰρ ἐκ
4769628 Φημη
ἐπτηχότων καθάπερ ἐν προσδοκίᾳ βροντῆς ἢ σεισμῷ πάντα κινοῦντι ἔρχεται Φήμη , ἡ θεὸς ἧς πόρρω τὸ ψεῦδος , τὸν
γενεαῖς ὕμνησεν Ἡσίοδος ποιήσας τὰ ἔπη ταῦτα ἃ πάντες ᾄδουσι Φήμη δ ' οὔτις πάμπαν ἀπόλλυται ἥντινα πολλοὶ λαοὶ φημίξωσι
4762579 προδρομος
δὲ ἀπαθὴς καὶ ἄμικτος τῷ σώματι καὶ χωριστός , οἷον πρόδρομος τοῦ ποιητικοῦ , ὥσπερ ἡ αὐγὴ τοῦ φωτός ,
ὡς ἄλλων ἐφεπομένων : ὁ γὰρ πρόδρομός τινων ἀκολοθούντων ἐστὶ πρόδρομος καὶ οὐδὲ πάνυ πολὺ τὸ μέσον τοῦ προδρόμου καὶ
4749828 Σειρηνων
καὶ τοὐπτάνιον ἁρμόσωμ ' ἅπαξ , ὅπερ ἐπὶ τῶν ἔμπροσθε Σειρήνων , Σύρε , ἐγένετο , καὶ νῦν ταὐτὸ τοῦτ
φασι τοὺς Ἰθακησίους ναύτας ὑπὲρ τοῦ μὴ κατακοῦσαι τῆς τῶν Σειρήνων ᾠδῆς , ἀλλὰ μολύβδου τινὸς μαλθακὴν ὁμοῦ καὶ ἄτρωτον
4739547 Ἠχω
πληγέντες ἔφευγον . τοῦ δὲ Πανὸς τὸ στρατήγημα τιμῶντες τὴν Ἠχὼ τῷ Πανὶ φίλην ᾄδομεν καὶ τοὺς κενοὺς καὶ τοὺς
πᾶσαι καλαί , πᾶσαι μουσικαί . Καὶ μιᾶς τούτων θυγάτηρ Ἠχὼ γίνεται , θνητὴ μὲν ὡς ἐκ πατρὸς θνητοῦ ,
4732908 γοοις
ἢ ὅτι σκυλευόμεναι θρῆνον ἐγείρουσι καὶ τὸ αὐτῶν ὄμμα ἐκτήκουσι γόοις κατ ' Εὐριπίδην , ἢ ὅτι ὁρῶντες αὐτὰς ἕτεροι
δίδυμα μέμονε φρήν , σὲ πάρος ἢ ς ' ἀναστενάξω γόοις . Πυλάδη , πέπονθας ταὐτὸ πρὸς θεῶν ἐμοί ;
4703254 φιλτροις
σφῇσιν ἀτασθαλίησι πολυφθόρου Αἰήταο : ἠδ ' ὡς παρθενίοις αὐτοῦ φίλτροις ἐδαμάσθη αἰνόγαμος Μήδεια , θεᾶς Ἥρης διὰ βουλάς ,
γυνή , μυρίων οἰκετῶν ὑπηρετουμένη πλήθει . τινὲς γὰρ τοῖς φίλτροις τῶν θεραπαινίδων δελεασθέντες ὠλιγώρησαν τῆς δεσποίνης , φιλοσοφίας ,
4699901 καλειτε
ἐν Γέλωτί φησι πέλανον * * * * * ἃ καλεῖτε σεμνῶς ἄλφιθ ' ὑμεῖς οἱ βροτοί . Δίδυμος δὲ
εύιον ? ? ἠδ ' Ἀσκλαπιὸν ὑψιτέχναν δισσούς ] τε καλεῖτε Διοσκούρους σεμνάς τε [ Χάριτας ] ? ? εὐκλεεῖς
4651087 ἀποκλεισθῃ
εἰώθει . Λακτίζει δὲ τοῖσι ποσὶν , ὁκόταν ὁ ἀὴρ ἀποκλεισθῇ ἐν τοῖσι μέλεσι καὶ μὴ οἷός τε ἔῃ διεκδῦναι
, διάῤῥοιαι λαμβάνουσιν . Ἢν δὲ τουτέων μὲν τῶν ὁδῶν ἀποκλεισθῇ , ἐς δὲ τὰς φλέβας , ἃς προείρηκα ,
4646847 ἐπιστρεφομενη
πλαγίων φωτιζομένη μηνοειδὲς ποιεῖ τὸ σχῆμα , εἶτα ἐπὶ πλεῖον ἐπιστρεφομένη πρὸς αὐτὸν διχότομον , εἶτα ἀμφίκυρτον καὶ μετὰ τοῦτο
ἐντρέπεται ἐπιστροφὴν ποιεῖται , ὅ ἐστι μετατροπὴν λαμβάνει . ἐντροπαλιζομένη ἐπιστρεφομένη . ἐντύνεαι παρασκευάζῃ . ἐντυπὰς ἐν χλαίνῃ . τῶν
4646694 εἰρυεται
: ἐξαπίνης γὰρ εἰρύεται : ὑφεῖναι τῶν πόνων , ᾗ εἰρύεται : ὁμοίως γὰρ ὅλον ξυμπίπτει : ὅταν δὲ δὴ
σημεῖον τὴν αὐτὴν ὥρην τῆς ἡμέρης φυλάσσειν : ἐξαπίνης γὰρ εἰρύεται : ὑφεῖναι τῶν πόνων , ᾗ εἰρύεται : ὁμοίως
4630948 εἰσιδων
γὰρ πλοκάμου ὄφεις ἔχουσιν ἐξαπτομένους ταῖς κεφαλαῖς . . οὐδεὶς εἰσιδὼν ἕξει πνοὰς ] λιθοῦται γὰρ αὐτίκα . . φρούριον
ἃ πόντος νοτίδι διακλύζει μέλας νεὼς ἄπωθεν , μή τις εἰσιδὼν σκάφος βασιλεῦσιν εἴπηι κἆιτα ληφθῶμεν βίαι . ὅταν δὲ
4625833 προπομποι
δεικτικῶς . αἵδε ] ἀδελφαί . προπομποί ] προακόλουθοι . προπομποί ] ἤγουν προπέμπουσαι αὐτόν . θ γενεᾷ ] τῶν
Ὀρέστης : Κλυταιμήστρας εἴδωλον : χορὸς Εὐμενίδων : Ἀθηνᾶ : προπομποί . Αἰσχύλου Εὐμενίδες . ἡμέτερον : † ἡ εἴσθεσις
4619130 ἀγελαστος
παρὰ τὸ ἀγάλλω . ἀγαλαίων : ἰδιωτῶν . ῥεμβωδῶν . ἀγέλαστος πέτρα : ἐπὶ τῶν λυπως προξένων . ἐπ '
καὶ φρὴν ἀγέλαστος . οὐκοῦν οὐκ ἐκώλυσε λέγειν καὶ νοῦς ἀγέλαστος καὶ διάνοια ἀγέλαστος καὶ τὰ ὅμοια . . .
4618146 γεμουσι
φρέαρ δ ' ἐλαίου μεστόν : αἱ δὲ λήκυθοι μύρου γέμουσι , τὸ δ ' ὑπερῷον ἰσχάδων . Ὀξὶς δὲ
, νόθον ἐπ ' ἐνέδρᾳ τῶν θεωμένων δημιουργεῖ . τοιαύτης γέμουσι βαρυδαιμονίας οἱ λίαν εὐτυχεῖς , ἧς τὰς ὑπερβολὰς αὐτοὶ
4611734 ΧΖ
ἐπεζεύχθω ἡ ΓΖ . ἴση ἄρα ἐστὶν ἡ ΔΧ τῇ ΧΖ . ἔστι δὲ καὶ ἡ ΔΕ τῇ ΕΓ ἴση
ὑπερβολή , ἧς ἄξων ὁ ΑΒ , ἀσύμπτωτος δὲ ἡ ΧΖ , ἡ δὲ δοθεῖσα γωνία ὀξεῖα μείζων οὖσα τῆς
4606722 καταδυομενων
Ὀρβηλίων χώραν : ἡ δέ ἐστι φαραγγώδης καὶ δασεῖα . καταδυομένων τῶν βαρβάρων ἐς τὰ ἄλση καὶ τοὺς θάμνους ,
χαλεπῶς δὲ τὴν ἀπειλὴν φερόντων καὶ ἐφ ' οἷς ἐσυκοφαντοῦντο καταδυομένων ὁ τέταρτος καθ ' ἡλικίανἦν δὲ τολμητὴς μετ '
4594175 φερομαι
μηδέν τι τολμῶν , ἀλλὰ τὴν τόλμαν φράσων . Πῆι φέρομαι ; πτερόεις με δι ' ἠέρος ἔμφρονι ῥοίζωι Σειρήνων
περὶ τοῖν σφυροῖν κατὰ τοὺς Περσικοὺς σατράπας . ἀλλὰ καὶ φέρομαι συνεχῶς ἐφ ' ἵππου , τὰ πρὸ τοῦ δὲ
4592017 ἀκαρπου
ἀπέκτεινε , καὶ ἀκρωτηριάσας αὐτὸν ἐσωφρόνησε . τῆς δὲ γῆς ἀκάρπου μενούσης , ἔχρησεν ὁ θεὸς καρποφορήσειν αὐτήν , ἂν
ἐξεγείρεις ἐμβοήσασα καὶ ἀποτρέπεις καταβουκολουμένους ὑπὸ τῶν εἰδώλων καὶ τῆς ἀκάρπου πιθανουργίας , οὐδὲ ἀποκλύσεις , τὸ λεγόμε - νον
4572555 ἀγωνιζομεναι
δὲ καὶ μέχρι νῦν ὁ ἀγὼν οὗτος , καὶ αἱ ἀγωνιζόμεναι γυναῖκες χρυσοφόροι ὀνομάζονται . Θεόφραστος δὲ ἀγῶνα κάλλους φησὶ
δὲ καὶ μέχρι νῦν ὁ ἀγὼν οὗτος : καὶ αἱ ἀγωνιζόμεναι γυναῖκες χρυσοφόροι ὀνομάζονται . . Πολυκράτης δὲ πάσης συμβουλίης
4571949 Κασανδρας
υἱόν : καὶ διὰ τοῦτο ἕκτον συγγενῆ τοῦτον νομίζουσι τῆς Κασάνδρας , κακῶς . ἐγὼ δὲ ἑνδέκατον γινώσκων ἢ δωδέκατον
εἶναι . τινὲς δὲ νέῳ : ἔλεγον δὲ τὰ τῆς Κασάνδρας λέκτρα οὐκ ὀφείλειν προκριθῆναι τῆς Ἀχιλλέως ἀρετῆς . ὁ
4565300 καταλειψασαι
οὐδὲ ὑμεῖς μηχανὴν σωτηρίας εὑρήσετε περιιοῦσαι καὶ ἐλθοῦσαι ὡδί , καταλείψασαι τὰ οἰκεῖα οἰκήματα . ἰαμβικοὶ τρίμετροι στίχοι τρεῖς .
ἢ ἀρτιζυγίαν τὴν ὑγιοζυγίαν τῶν ἀνδρῶν . καὶ ἀφεῖσαι καὶ καταλείψασαι τὰς ἐν τοῖς λέκτροις εὐνὰς τὰς ἁβροχίτωνας τὴν τέρψιν
4558777 ἠισθετ
, ὡς λάθοι , παιδεύεται . νεανίαν δ ' ὡς ἤισθετ ' ἐκτεθραμμένον , ἐλθεῖν ς ' ἔπεισε δεῦρ '
γὰρ παῖδα φήις ς ' ἄγειν ἐμόν : τίς Σπαρτιατῶν ἤισθετ ' ; ἢ ποίαν βοὴν ἀνωλόλυξας , Κάστορος νεανίου
4538780 σταθερως
. . . . . . . . . . σταθερῶς προξενῶν ; οὐκ ἔαρ στιλπνὸν τοῖς ἄνθεσιν ; οὐ
Ἀνδροκλέων , Διονυσιοκουροπυρώνων . Οἰκοῦσι φεύγοντες ἀΐδρυτον κακόν . Οὕτω σταθερῶς τοῖς λωποδύταις ὁ πόρος πεινῶσι παφλάζει . Κἀνθένδ '
4538476 δᾳδουχος
ἱπποτροφίαν κατελθόντι † τὸν ἵππον † ἐπεὶ καὶ Καλλίας ὁ δᾳδοῦχος ὁ ἐν τῇ ἱερᾷ στολῇ προελθὼν ἐπὶ τὴν μάχην
δᾴδων ἐπιτελεῖται αὐτῆς τὰ μυστήρια ἢ ὅτι δᾷδα φορεῖ : δᾳδοῦχος γὰρ ἡ θεός . ? . . . μετὰ
4529468 βακχη
τὴν πρέπουσαν παρθένοις αἰδῶ ἀναλαβοῦσα , ἐξορμῶ καὶ ἐκβακχεύω καθάπερ βάκχη τις ἐπὶ τοὺς νεκροὺς ἀπορρίψασα τό τε κρήδεμνον καὶ
ἀπ ' ἐκείνου . κασσωρεύουσα πορνεύουσα . βασσάρα δὲ ἡ βάκχη , ἡ πόρνη τὸ δὲ κοιλανεῖ κενώσει , δαπανήσει
4528187 ἐξελυσε
τὴν ψυχὴν διέφθειρεν , ἀλλὰ καὶ τὰς τῶν δυνάμεων ὁρμὰς ἐξέλυσε , καὶ οἱ στρατιῶται τὸν χειμῶνα κατατετριφότες ἐν ἀνέσει
ἡ πάλης ἐμπείραμος τὴν πρόσθ ' ἄνασσαν ἐμβαλοῦσα Ταρτάρῳ ὠδῖνας ἐξέλυσε λαθραίας γονῆς , τὰς παιδοβρώτους ἐκφυγοῦς ' ὁμευνέτου θοίνας
4509193 ὠκεια
– – – – κρυερὸν γὰρ οὐκ ἄλυξεν μόρον , ὠκεῖα δέ νιν φλὸξ κατεδαίσατο δαλοῦ περθομένου ματρὸς ὑπ '
δράματι ἔδειξε Πλευρωνίαις : κρυερὸν γὰρ οὐκ ἤλυξεν μόρον , ὠκεῖα δέ νιν φλὸξ κατεδαίσατο , δαλοῦ περθομένου ματρὸς ὑπ
4482137 τἀπιχειρα
? ? [ ] ? , ὁποῖα ? [ ] τἀπίχειρα ταῖς τυραννίσιν : ἐπεὶ ? [ ] δ '
φλυάρου ; . ὑψηγόρου ] μεγαλαύχου καὶ σοβαροῦ . . τἀπίχειρα ] τὰ ἆθλα καὶ ἐπιτίμια . . οὐδέπω ταπεινός
4476999 ἐφιετο
ἔρωτα γινώσκειν ὅτι ἁπάντων τούτων ἐπιδεής : οὐ γὰρ ἂν ἐφίετο αὐτῶν , εἴπερ εἶχε : ταῦτά σου ἀκούων τὸν
Θυάτειρα , εἶτ ' Ἀπολλωνίδα ἔσχεν , εἶτ ' ἄλλων ἐφίετο φρουρίων : οὐ πολὺν δὲ διεγένετο χρόνον , ἀλλ
4472493 θρηνος
πολὺ συνηγμένος : κομμὸς δὲ θρήνου πενθικώτερον πλέον , ὁ θρῆνός ἐστι δ ' ἠρεμέστερον μέρος . κομμὸν πάλιν ἄλλος
πολὺ συνηγμένος : κομμὸς δὲ θρήνου πενθικώτερον πλέον , ὁ θρῆνός ἐστι δ ' ἠρεμέστερον μέρος . κομμὸν πάλιν ἄλλος
4464218 αὐδης
καλλιπλοκάμοιο : ἔνθα στὰς ἐβόησα , θεὰ δέ μευ ἔκλυεν αὐδῆς . ἡ δ ' αἶψ ' ἐξελθοῦσα θύρας ὤϊξε
τῆς φθογγῆς , αὐδήεις αὐδῆς , ἡ αὐδή γὰρ τῆς αὐδῆς , λαχνήεις λάχνης , ἡ λάχνη γὰρ τῆς λάχνης
4460852 πενθων
: ἦν δὲ ἐτῶν κβʹ . Ὁ δὲ Θησεὺς βασιλεὺς πενθῶν αὐτὸν ἐξεῖπε τῇ Φαίδρᾳ τὴν ἑαυτοῦ λύπην , ὀνειδίζων
στρατείαν ἐνέβαλον . κάθησο τοίνυν πρὸς πάντα ταῦτα ἐπτοημένος , πενθῶν , ἀτυχῶν , δυστυχῶν , ἐξ ἄλλου ἠρτημένος καὶ
4459901 ἐπιβεβηκασι
' ἂν ἐξελεγξάντων . ” Πλάτων Γοργίᾳ . Ἀναβάτης . ἐπιβεβήκασι δὲ τοῦ ἁρματίου δίφρου ἡνίοχος καὶ παραβάτης , ὃν
σειραῖοι , καὶ αἱ τούτων ἡνίαι σειραὶ καὶ παρηορίαι . ἐπιβεβήκασι δὲ τοῦ ἁρματείου δίφρου ἡνίοχος καὶ παραβάτης : ὃν
4459831 ἐφορου
Βάκχαι , ἐπειδὴ αὗται ἐνθουσιῶσαι ὑπὸ τοῦ δεσπότου Διονύσου τοῦ ἐφόρου τῆς τελεστικῆς , κάτοχοι αὐτοῦ γίνονται καὶ εὔποροι [
τοῦ ξενίου Διός ξενίοιο ] τοῦ φιλοξένου ξενίοιο ] τοῦ ἐφόρου τῶν ξένων Ἀείδω : τραγῳδῶ . ἐρίκυδες : ἔνδοξον
4454552 ἀνοιγων
ἐς τὴν τοῦ Προμηθέως γαστέρα τρυφᾷ : ἕστηκε γὰρ αὐτὴν ἀνοίγων , ἤδη μὲν ἀνεῳγμένην , ἀλλὰ τὸ ῥάμφος ἐς
βιάζονται κἀκεῖναι φιλεῖν : σὺ δὲ μείζονα ποιεῖς τὴν ἡδονὴν ἀνοίγων τὰ φιλήματα . πρὸς δὲ τὸ τέρμα αὐτὸ τῆς
4452769 ἐνεχομενων
ἐκεῖθεν ἐπιῤῥοήν . Αἰσώπειον αἷμα : ἐπὶ τῶν δυσαπονίπτοις ὀνείδεσιν ἐνεχομένων . ἐπειδὴ τοῖς Δελφοῖς ἀδίκως ἀνελοῦσι τὸν Αἴσωπον ,
Τὸ Αἰσώπου αἷμα : ἐπὶ τῶν δυσαποτρίπτοις ὀνείδεσιν ἢ κακοῖς ἐνεχομένων . Τὸ πολλὰ πράττειν οὐκ ἐν ἀσφαλεῖ βίου :
4448187 ἐξεθορον
ἐγίγνετο ἄτακτος : ἣν οἱ Νομαντῖνοι κατιδόντες ἀπὸ τῶν τειχῶν ἐξέθορον καὶ διώκοντες ἔκτειναν ἄνδρας μὲν ἐς τετρακισχιλίους , ἐλέφαντας
πτόρθον ἀνασχομένη θαλερῶι ἐπτύξατο πήχει αἰθέρος : ὀφθαλμῶν δ ' ἐξέθορον πυκινοὶ παῖδες , φωνήεντες ὅταν πέσηι ἄλλος ἐπ '
4447147 κειρει
, ὁ δὲ καταχεῖ μέλος τῆς σύριγγος , ἄλλος δρεπάνῃ κείρει τὰ δράγματα , ἕτερος ἀρότρῳ χρυσέῳ ἐργάζεται , οὗ
, ᾧ δὴ πολλὰ περὶ ῥόπαλ ' ἀμφὶς ἐάγῃ , κείρει τ ' εἰσελθὼν βαθὺ λήϊον : οἳ δέ τε
4445127 θανουσαν
πῶς ἢ ποῦ : ἔξεισί τις ἀγγέλλων αὐτὴν ζῆν ἢ θανοῦσαν ὀδύρωμαι : πόριζε : ἀπὸ κοινοῦ τὸ μηχανάν :
δὲ μῦθος καὶ ὅτι Μέροψ Κῷος ἀπαύστως τὴν γυναῖκα πενθῶν θανοῦσαν , ξενίσας Ῥέαν μετεβλήθη εἰς ἀετὸν καὶ σύνεστιν ἀεὶ
4435818 χωλαι
καὶ τὸ ὀδύρεσθαι : αἱ Λιταὶ καθ ' Ὅμηρον καὶ χωλαὶ καὶ ῥυσαὶ ὑπὸ βραδύτητος , τουτέστιν ὑπὸ μακρολογίας ,
Ἑλένης τῶν γάμων τὰ πεντάγαμβρα νυμφεῖα μερίσασθαι ἢ γυιαὶ αἱ χωλαὶ φύσει ἢ αἱ χωλοποιοῦσαι παρὰ τὸ γυίω τὸ βλάπτω
4432421 ἀντιπαλοισι
ὅσπερ μέγιστον ῥῦμα τῶν πολλῶν κακῶν βριθὺς ὁπλιτοπάλας , δάϊος ἀντιπάλοισι ἀποπτύξαι δεῖ καὶ καθήρασθαι στόμα ○○ μειξοβόαν πρέπει διθύραμβον
δῆμον ἄγειν ἀξιῶν καὶ ὀρθοῦν , βριθὺν ὁπλιτοπάλαν , δάϊον ἀντιπάλοισι . . . . Ε : . . .
4417829 προσδερκεται
τήνδ ' ἐσκόμιζε : τὸν κρατοῦντα μαλθακῶς θεὸς πρόσωθεν εὐμενῶς προσδέρκεται . ἑκὼν γὰρ οὐδεὶς δουλίῳ χρῆται ζυγῷ . αὕτη
ὄμμ ' ἐκτημέναι , μονόδοντες , ἃς οὔθ ' ἥλιος προσδέρκεται ἀκτῖσιν οὔθ ' ἡ νύκτερος μήνη ποτέ . πέλας
4413828 Σειρηνος
καὶ παλίσσυτος ποσὶν ἔβαινεν εἱρκτῆς ἐντός , ἐν δὲ καρδίᾳ Σειρῆνος ἐστέναξε λοίσθιον μέλος , Κλάρου Μιμαλλὼν ἢ Μελαγκραίρας κόπις
ἡδὺ καὶ ἁπαλόν : εἶπεν ἄν τις λαλούσης αὐτῆς ἀκούειν Σειρῆνος . πολυπραγμοσύνης δὲ ἁπάσης γυναικείας καὶ περιεργίας ἀπήλλακτο .
4403814 ἀστικων
πενήτων , εὐπόρων , οἰκετῶν , ἐλευθέρων , γεωργῶν , ἀστικῶν , ἀνδρῶν , γυναικῶν , νέων , πρεσβυτέρων μόνον
, ἐπειδή σε ἔγνωμεν ἅπαξ . δοκεῖς δέ μοι τῶν ἀστικῶν εἶναί τις , οὐ ναύτης οὐδ ' ἐργάτης ,
4396431 μεγαλοδωρος
διὰ τοῦ ω μεγάλου γράφονται : οἷον , Ἀθηνόδωρος : μεγαλόδωρος : αἰχμάλωτος : ἀνάλωτος . Τὰ παρὰ τὸ καριν
αὐτοὶ τοῖσδεσιν ἐμπελάζουσι διὰ νοῦ τυφλότητα καὶ ἀγνωμοσύνην . τύχη μεγαλόδωρος , ἀλλ ' ἀβέβαιος , φύσις δὲ αὐτάρκης :
4392618 Ἀτρειδαις
τίμασεν ἐποίκων Αἰγίνας τε Μενοίτιον . τοῦ παῖς ἅμ ' Ἀτρείδαις Τεύθραντος πεδίον μολὼν ἔστα σὺν Ἀχιλλεῖ μόνος , ὅτ
Τοῖά μοι πάννυχα καὶ φαέθοντ ' ἀνεστέναζες ὠμόφρων ἐχθοδόπ ' Ἀτρείδαις οὐλίῳ σὺν πάθει . Μέγας ἄρ ' ἦν ἐκεῖνος
4387264 διεπερασεν
ἔμπορος τῇ τοῦ φίλου γνώμῃ πλοιαρίῳ ἐπιβὰς σὺν τοῖς σώμασιν διεπέρασεν εἰς Σάμον , καὶ ἀποβάς , ξενίαν λαβών ,
ἀπήντησεν δορί , πληγὴν σιδήρωι παραδοθεῖσαν εἰσιδών , κνήμην τε διεπέρασεν Ἀργεῖον δόρυ : στρατὸς δ ' ἀνηλάλαξε Δαναϊδῶν ἅπας
4384139 ἐπιλανθανεται
τὸ πρόσωπον , καὶ τῆς συντρόφου καὶ φίλης αἰδοῦς εἰκότως ἐπιλανθάνεται : οὐ γὰρ ὑφορᾶται τῶν ἀστειοτέρων τὰ σκώμματα πάντων
καταξιώσατε . Τρόπος ἀγαθὸς οὔτε μεταβάλλεται ταῖς εὐτυχίαις οὔτ ' ἐπιλανθάνεται φιλίας , βελτίων δὲ τύχης ἁπάσης καθέστηκε . ταῦτα
4382535 Δαναϊδες
. Ἀταλάντη . Βάκχαι . Βασσάραι . Γλαῦκος πόντιος . Δαναΐδες . Δικτυουργοί . Ἕπτ ' ἐπὶ Θήβας . Εὐμενίδες
αἱ Ἡλιάδες τῶν Ἡλιάδων , οἱ Δαναΐδαι τῶν Δαναϊδῶν αἱ Δαναΐδες τῶν Δαναΐδων , οἱ Πριαμίδαι τῶν Πριαμιδῶν αἱ Πριαμίδες
4381674 ἀχνυμενην
μύθοισιν ὅσοις βαρὺ πένθος ὑπείκει , καί περ ἔτ ' ἀχνυμένην . Ἣ δ ' οὐ λάθεθ ' οἷο δρόμοιο
πένθεσι λευγαλέοισι καὶ ἄλγεσι θυμὸν ἀχεύειν . Τῶ σε καὶ ἀχνυμένην μεθέτω γόος υἱέος ἐσθλοῦ : καὶ γάρ οἱ κλέος
4380588 δυσμαχος
“ δεινῶς τ ' ἦν ἐπιπληκτικὸς καὶ ἐν ταῖς ζητήσεσι δύσμαχος : τά τε δεῖπνα λοιπὸν παρῃτεῖτο διὰ τὰς προειρημένας
ἄκοντας κλόνῳ χρῆται τρίχας , ὁποῖα Κῦρος τοξικῆς ἐμπείραμος : δύσμαχος ὕστριξ καὶ ὀϊστοὺς τὰς τρίχας καὶ ἐχθρὰς ἀφίησι τοῖς
4378843 ἀκαμαντοποδος
οὔ νιν διώξω : κεινὸς εἴην . Ἐλατὴρ ὑπέρτατε βροντᾶς ἀκαμαντόποδος Ζεῦ : τεαὶ γὰρ Ὧραι ὑπὸ ποικιλοφόρμιγγος ἀοιδᾶς ἑλισσόμεναί
λόγος : ὑπέρτατε βροντᾶς ἐλατὴρ Ζεῦ : οἷον ἡνίοχε . ἀκαμαντόποδος δὲ , μὴ καμνούσης τοὺς πόδας . ἀκοπιάστου καὶ
4376370 θυρωροι
ὑποβαρβαρίζοντες ταῦτα νουθετοῦσιν οἱ πολλοὶ καὶ φέρουσιν ἐνίοτε ἀντὶ παιδαγωγῶν θυρωροὶ γιγνόμενοι τοῖς αὐτῶν δεσπόταις , ὁπόταν καταλύσωσι τὴν τέχνην
μελισσῶν ἔξοδον . Οὖροι γὰρ οἱ φυλάσσοντες : καὶ οἱ θυρωροὶ οἱ τὰς θύρας φρουροῦντες . Κίβδηλον . οἱονεὶ κρύβδηλόν
4374094 προσκαλειται
πολλῷ τῷ δικαίῳ περιεῖναι βουλόμενος συνεχώρουν . καὶ μετὰ ταῦτα προσκαλεῖται μέν με τὴν δίκην πάλιν , ἐπειδὴ θᾶττον ἀνείλετο
ἐπὶ τῶν ἀμφισβητούντων κλήρου ἢ ἐπικλήρου : ὁ γὰρ ἀμφισβητῶν προσκαλεῖται τὸν ἐπιδεδικασμένον πρὸς τὸν ἄρχοντα : εἰ δὲ μὴ
4373596 ὀρεγει
τοῦ Λυκούργου Λακωνικὴ | μήτηρ , ἵνα παιδὸς δυσπραγίαν παραμυθήσηται ὀρέγει τῷ παιδὶ δραπετεύοντι [ προειποῦσα νίκην ἢ θάνατον .
τῆς ἀτραποῦ ἑκάστης ἐφεστὼς ἐν τῇ εἰσόδῳ μάλα τις ἀξιόπιστος ὀρέγει τε τὴν χεῖρα καὶ προτρέπει κατὰ τὴν αὑτοῦ ἀπιέναι
4370662 ὁραις
ὦ παῖ , τὰς τύχας ἐκ τῶν πόνων θηρᾶν : ὁρᾶις γὰρ πατέρα σὸν τιμώμενον . πατρὸς δ ' ἀνάγκη
' ἐπιφέρει : τὰ δυσχερῆ γὰρ καὶ τὰ λυπήσοντά σε ὁρᾶις ἐν αὐτῶι , τὰ δ ' ἀγάθ ' οὐκ
4369777 ὁπλιτοπαλας
ἔχθουσιν βροτοί : ὅσπερ μέγιστον ῥῦμα τῶν πολλῶν κακῶν βριθὺς ὁπλιτοπάλας , δάϊος ἀντιπάλοισι ἀποπτύξαι δεῖ καὶ καθήρασθαι στόμα ○○
διὰ τῶν ὅπλων δεινὸς εἶναι καὶ κατὰ τὸν Αἰσχύλον βριθὺς ὁπλιτοπάλας , δάϊος ἀντιπάλοισι . . . Π . τῆς
4369189 θαλαμηπολων
μόνον ὁ παστός , ἀλλὰ καὶ ὁ οἶκος . θ θαλαμηπόλων ] τῶν νεονύμφων καὶ οἰκουρῶν . Ξ πολλὰ δ
αὐτὰς ἕτεροι ἀθλίως ἑλκομένας δακρύων σταλαγμοὺς ἐξ ὀφθαλμῶν καθιᾶσιν . θαλαμηπόλων ] νέων νυμφῶν ἢ οἰκουρῶν : θάλαμος γὰρ οὐ
4367881 ἠκουετο
, κατὰ τὴν Ὁμηρικὴν χρῆσιν σημαῖνον τὸ ἀκούομεν ἢ τὸ ἠκούετο ἐν τῷ πευθόμεθ ' ᾗχι ἕκαστος καὶ πεύθετο γὰρ
καὶ ἀκοῦσαι καὶ ἰδεῖν : μαστίγων τε γὰρ ὁμοῦ ψόφος ἠκούετο καὶ οἰμωγὴ τῶν ἐπὶ τοῦ πυρὸς ὀπτωμένων καὶ στρέβλαι
4362745 ἀπαιτηθῃ
μαθὼν γὰρ ὁ Πολυμήστωρ ἐκεῖσε τοὺς Ἕλληνας ἐλθόντας φοβούμενος μὴ ἀπαιτηθῇ τὰ χρήματα , ἔσφαξε τὸν Πολύδωρον καὶ ἔρριψεν εἰς
ἐτιμωρήσατο δέον τοῦτο ποιεῖν , ἀλλ ' ἵνα μὴ δίκας ἀπαιτηθῇ τῆς μοιχείας , προτέρα ἐφόνευσεν : περὶ τοῦ φόνου
4362548 ναυβατης
Πῶς εἶπας ; Οὐ γὰρ δὴ σύ γ ' ἦσθα ναυβάτης ἡμῖν κατ ' ἀρχὴν τοῦ πρὸς Ἴλιον στόλου .
ἀκόσμως , ἀλλὰ πειθάρχῳ φρενὶ δεῖπνόν τ ' ἐπορσύνοντο , ναυβάτης τ ' ἀνὴρ τροποῦτο κώπην σκαλμὸν ἀμφ ' εὐήρετμον
4361257 ἐπεπτωκει
δὲ ἀπὸ ὀνηλάτου , οὗ ὁ μὲν ὄνος εἰς πηλὸν ἐπεπτώκει : ὁ δὲ , δέον βοηθεῖν , ἐπεκαλεῖτο τὸν
μὲν ἠμύνοντο ἐς ἑκατέρους ἐπιστρεφόμενοι : ὡς δὲ τὸ πλεῖστον ἐπεπτώκει , Νικομήδης μὲν ἔφευγε μετὰ τῶν ὑπολοίπων ἐς Παφλαγονίαν
4360921 ἐλαφριζουσα
. καὶ στέφος ἀσκήσασα γαμήλιον ἤλυθε Πειθώ , τοξευτῆρος Ἔρωτος ἐλαφρίζουσα φαρέτρην . καὶ βριαρὴν τρυφάλειαν ἀπὸ κροτάφοιο μεθεῖσα ἐς
Παλλάδος ἐννεσίῃσιν : ἀνηέρθη δὲ μάλ ' ὦκα δούρατ ' ἐλαφρίζουσα , θοὴ δ ' ὠλίσθανε πόντῳ : καί οἱ
4359868 δωροφαγοι
. Παιδευτικὸς οὖν ὁ λόγος : δεικνὺς οὗ μὲν οἱ δωροφάγοι τεταγμένοι τυγχάνουσιν , οὗ δὲ οἱ Μουσῶν θεραπευταί :
τοὺς βασιλεῖς , οἳ πολλοῦ δέουσιν εὐπόρους ποιεῖν τοὺς ἀνθρώπους δωροφάγοι τινὲς ὄντες . Μονονουχὶ λέγει σαφῶς , εἰ γέρας
4359497 ἐπωνυμιαι
τὰς δὲ λοιπὰς δι ' οἶκτον καταστερίσας Ζεὺς Ὑάδας ἐπωνόμασεν ἐπωνυμίαι τοῦ ἀδελφοῦ : αἱ δὲ πλείους ζ βραδέως μέν
ἐξ ἐρωτικῆς διαθέσεως . ἐπέπνευσε γὰρ αὐτῶι ὁ Ἔρως . ἐπωνυμίαι ] τῆι δὲ ἐπωνυμίαι ἐβεβαιοῦτο ὁ εὔμοιρος αὐτοῦ βίος
4357692 μελεον
Θεύδοτε , κηδεμόνων μέγα δάκρυον , οἵ σε θανόντα κώκυσαν μέλεον πυρσὸν ἀναψάμενοι , αἰνόλινε , τρισάωρε , σὺ δ
ἴδω : ἐὰν δὲ κεῖται , οὕτως συντακτέον : χρόνῳ μέλεον φυγάδα ὡς ἴδω : πληρώσαιμι : περιβάλοιμί τε τὰς
4355266 τερπουσιν
θύουσι τῷ Ἀπόλλωνι , ὡς καὶ ὁ Καλλίμαχός φησι : τέρπουσιν λιπαραὶ Φοῖβον ὀνοσφαγίαι . κλειτὰς ὄνων ἑκατόμβας : τὸ
ὑπερβόρειοι ὄνους θύουσι τῷ ἀπόλλωνι . ὡς καὶ καλλίμαχος . τέρπουσιν [ ] λιπαραὶ φοῖβον ὀνοσφαγίαι . δίδυμος δέ φησι
4354950 ˘⚔
[ – ˘˘ – – ] καδέων ἀνάπαυσιν [ – ˘⚔ ] Ἐμοὶ μὲν οὖν ἀσφαλέστατον ἁ προ [ ]
] ! υ τίς ἐστί ; τίς καταισχύνει ? [ ˘⚔ ; [ ] θεν οὐκ οἶδ ' : οὖσα
4354705 ἐπανηκων
τοιγὰρ θέλους ' ἄκοντι : οὐκ ἐγίνωσκε γὰρ ὁ Πολυνείκης ἐπανήκων εὑρήσειν τὸν ἀδελφὸν ἀποδιώκοντα αὐτὸν τῆς ἰδίας πόλεως :
τῷ τόξῳ τηνικαῦτα ἐκλειφθῆναί οἱ τὴν μελέτην : ὡς δὲ ἐπανήκων οὐχ οἷός τε ἔτι τεῖναι τὸ τόξον ἐγίνετο ,
4349401 ὀμφαι
δὴ καὶ τὸ Πυθικὸν στόμιον , παρ ' οὗ αἱ ὀμφαὶ ἀνέπνεον , ἀποφράττειν ὥρμησεν , ὡς μηδὲ τῷ Ἀπόλλωνι
φόβαι , ῥόδα τε κόμαισι μείγνυται , ἀχεῖ τ ' ὀμφαὶ μελέων σὺν αὐλοῖς , οἰχνεῖ τε Σεμέλαν ἑλικάμπυκα χοροί
4349046 γεναμενης
, τὰ χείρονα μηνύει , ἐν δὲ ταῖς ἐπαναφοραῖς συνόδου γεναμένης Ἡλίου καὶ Σελήνης τε τῶν μεγάλων φωστήρων , οὗτος
. γάγγραινα δέ ἐστιν ὁδὸς ἐπὶ νέκρωσιν , ὅταν σήψεως γεναμένης μελαίνωνται τὰ μόρια . , , . = ,
4348015 χυτλα
Πύρραν , Ἄντισσαν καὶ Ἐρεσσόν . ὁ μὲν γὰρ ἀμφὶ χύτλα : ἐπειδὴ δέδωκεν αὐτῷ ἡ Κλυταιμνήστρα χιτῶνα ἔξοδον μὴ
ἔδοντες . ἔνθεν νῦν , εὖτ ' ἄν σφιν ἐτήσια χύτλα χέωνται Κύζικον ἐνναίοντες Ἰάονες , ἔμπεδον αἰεί πανδήμοιο μύλης
4343983 προσπολων
ἴστε τίς ποτ ' ἐν δόμοις βοὴ † ἠχὼ βαρεῖα προσπόλων † ἀφίκετο ; οὐ γάρ τί μ ' ὡς
φέροντας . ἀλλ ' ὅσον τάχος χρεὼν κόσμον κομίζειν δεῦρο προσπόλων τινά . εὐδαιμονήσει δ ' οὐχ ἓν ἀλλὰ μυρία
4343372 ἐβλεπεν
τῶν προβάτων ἡγεῖτο σύριγγος ἦχος ἥδιστος , καὶ τὸν συρίττοντα ἔβλεπεν οὐδείς , ὥστε τὰ ποίμνια καὶ αἱ αἶγες προῄεσαν
καὶ Σωκράτης ἑώρα τὰ καλὰ τῶν σωμάτων , καὶ ταχέως ἔβλεπεν , καὶ πάντα ἔβλεπεν : οὐκ ἐλάνθανεν δὲ αὐτὸν
4343110 ἀθεωρητος
, καὶ ἔστιν ἐν ἐκτάσει τοῦ ι . παρὰ τὴν ἀθεώρητος καὶ τὴν ἀθεωρήτου τὸ ἀθεωρητί , ἀκονιτί , ἀμογητί
εὐάγωγος ψυχή , ἀνήκοος μὲν καὶ ἄπειρος λόγων ἐρρωμένων , ἀθεώρητος δὲ τοῦ ἀληθοῦς , ἀπερινόητος δὲ τοῦ πατρὸς καὶ
4335105 ἀχλυι
' ἀμβροσίη Νὺξ παιδὶ φίλῃ καὶ πάντα κατέκρυφεν Οὐρανὸς ἄστρα ἀχλύι καὶ νεφέεσσι φέρων χάριν Ἠριγενείῃ . Τρῶες δ '
χειμῶνα φυγόντες . οἱ δ ' ἔνδον πολέμῳ τε καὶ ἀχλύι κυμαίνοντες , ἀνδράσιν οἰχομένοισι καὶ οὐ φεύγουσιν ὁμοῖοι ,
4329030 μεθισταμενος
ὁρίζων ἐφάπτεται . λέγω , ὅτι καὶ τροπὰς ποιεῖται ἐναντίως μεθιστάμενος . εἰλήφθωσαν γὰρ ἴσαι τε καὶ ἀπεναντίον περιφέρειαι αἱ
ταῖς ἀνατολαῖς πρὸς ἄρκτους μεθίστηται , ταῖς δύσεσι πρὸς μεσημβρίαν μεθιστάμενος φαίνεται . καὶ ἄλλοτε ἄλλως ὑπὲρ ἡμᾶς ἵσταται .
4324985 Κρηστωνης
ἐκτακεῖσα , Μουνίτου τοκάς : ὃν δή ποτ ' ἀγρώσσοντα Κρηστώνης ἔχις κτενεῖ , πατάξας πτέρναν ἀγρίῳ βέλει , ὅταν
Κρηστών παρ ' Ἡροδότῳ . Λυκόφρων ” ὁρκωμοτῆσαι τόν τε Κρηστώνης θεόν „ . ὁ πολίτης Κρηστωναῖος παρὰ Πινδάρῳ .
4321628 Λεοντινοις
τοὺς Ῥηγίνους λόγους ἐποιήσαντο , ἀξιοῦντες Χαλκιδέας ὄντας Χαλκιδεῦσιν οὖσι Λεοντίνοις βοηθεῖν : οἱ δὲ οὐδὲ μεθ ' ἑτέρων ἔφασαν
ἐπολιτεύθη . . . . , . Σικελία Γοργίαν ἐν Λεοντίνοις ἤνεγκεν , ἐς ὃν ἀναφέρειν ἡγώμεθα τὴν τῶν σοφιστῶν
4320886 ἐτικτετο
ἀφ ' ὧν κύμβαλά τε κατήχει τῆς οἰκίας , ὅτε ἐτίκτετο , καὶ τύμπανα ἠκούετο ἐκ Ῥέας , ἐλέγοντο δὲ
συμβόλων , ματαίων δὲ ὀνειράτων ἐπ ' ἐκείνῳ φανέντων ὅτε ἐτίκτετο , ὢ δυστυχοῦς μὲν τῆς ἐνεγκούσης , ὠδῖνος δὲ
4319014 ἐγκατοικοι
κάμνουσιν . Κολχίδος τε γᾶς : Αἱ παρθένοι τε αἱ ἐγκάτοικοι τῆς Κολχίδος γῆς , αἱ ἄτρεστοι καὶ ἄφοβοι ἐν
αἰχμαῖς ὀξείας ἄκρας ἐχούσαις , ἤγουν οἱ Κόλχοι . . ἐγκάτοικοι . ἁγνᾶς ] καθαρᾶς , διὰ τὴν τοῦ ἡλίου
4316518 ἐκτοθεν
τῶν Περσῶν ἀρχῆς . . . λίμνας ] θαλάσσης . ἔκτοθεν ] καὶ αἱ ἔξω τῆς θαλάσσης , ὅσαι εἰσὶ
νηός . ἀλλ ' ὅτε δὴ ἴδε χῶρον ὅτις πάτου ἔκτοθεν ἦεν ἀνθρώπων καθαρῇσιν ὑπεύδιος εἱαμενῇσιν , ἔνθ ' ἤτοι
4314246 καυχησεως
: ἢ πρόσφορος καὶ ἀγαθή τις ἡ τῆς τῶν ἐπῶν καυχήσεως ᾠδὴ ἢ ἡ καυχητικὴ ᾠδή . ὁ δὲ νοῦς
τρυφῆς πονηρᾶς , ἀπὸ ἐδεσμάτων πολλῶν καὶ πολυτελείας πλούτου καὶ καυχήσεως καὶ ὑψηλοφροσύνης καὶ ὑπερηφανίας , καὶ ἀπὸ ψεύσματος καὶ
4313163 μελπει
? ? . . . . . . . . μέλπει δ ' ἐν δένδρεσι λεπτὰν ἀηδὼν ἁρμονίαν ὀρθρευομένα γόοις
κομίζει . Ὅθεν ἡ πόλις τὸ φέγγος φιλοπαννύχου χορείας στεφανηφόροισι μέλπει δύο φωσφόροις μιγεῖσι . Δότε μοι πόθου κύπελλον γλυκερῆς
4312692 θεσπιζων
Ἀπόλλων ἐτίμησε καὶ ἐθαύμασε : καὶ ὅτι ἐπὶ τῶν τριπόδων θεσπίζων ᾤκισε τὴν ἤπειρον , ᾤκισε δὲ τὴν θάλασσαν ,
λεγόμενον καὶ τὸ μέλλον . χρειώ : μαντείαν . χρειὼ θεσπίζων μεταμώλιον : μεταμελείας ἄξιον . γράφεται δὲ καὶ μεταμώνιον
4310368 στεγαι
ἦσαν ἐκ χιόνος , καὶ ἐδάφη χιονικά , καὶ αἱ στέγαι ὡς διαδρομαὶ ἀστέρων καὶ ἀστραπαί , καὶ μεταξὺ αὐτῶν
ἐξωρμήκει : συνενήνεκτό τε εἰς ταυτὸν νεκροὶ , βωμοὶ , στέγαι , κόνις , αἷμα , ἔπιπλα , ὄροφοι ,
4308088 μνημοσυνον
βασκαίνειν , φθονεῖν . Τάφος , μνῆμα , μνημεῖον , μνημόσυνον , ἠρία , θῆκαι , σοροί , πύελοι ,
παρισούμενος Δαρείῳ διεφθάρη . Πυθόμενος γὰρ καὶ ἰδὼν Δαρεῖον ἐπιθυμέοντα μνημόσυνον ἑωυτοῦ λιπέσθαι τοῦτο τὸ μὴ ἄλλῳ εἴη βασιλέϊ κατεργασμένον
4307644 ἐληγε
, καὶ ἡ πρώτη Ῥωμαίων ἐς Ἰβηρίαν πεῖρα ἐς τοῦτο ἔληγε : χρόνῳ δ ' ὕστερον , ὅτε Ῥωμαῖοι Κελτοῖς
οὐχ ἧττον ἔπασχεν ἢ διετίθει τοὺς Καρχηδονίους . οὐ μὴν ἔληγε τῆς τόλμης , ἀλλὰ τῇ νίκῃ μετεωριζόμενος ἐνέκειτο ,
4306310 καλλιπλοκαμοιο
Διώνυσον Σεμέλη τέκε χάρμα βροτοῖσιν : οὐδ ' ὅτε Δήμητρος καλλιπλοκάμοιο ἀνάσσης , οὐδ ' ὁπότε Λητοῦς ἐρικυδέος , οὐδὲ
ἴδον αἰνὰ πέλωρα . ἔσταν δ ' ἐν προθύροισι θεᾶς καλλιπλοκάμοιο , Κίρκης δ ' ἔνδον ἄκουον ἀειδούσης ὀπὶ καλῇ
4302159 πεφυκαντι
ματέρας , ἀκρασίαν τε καὶ πλεονεξίαν : ἄμφω δὲ πολύγονοι πεφύκαντι . τᾶς μέν νυν ἀκρασίας ἐκβεβλαστάκαντι ἄθεσμοι γάμοι καὶ
εὐτυχίαις , αἳ καὶ αὐταὶ πολλάκις τάχιον ἀπόλλυσθαι ἢ γίνεσθαι πεφύκαντι : πάντα γὰρ ταῦτα , ἄστατά τε καὶ ἀβέβαια
4300116 ἀληθεστατης
πταίσμασι μεταβολὴν σὺν ὀργῆι τῆς πρόσθεν ὑπεροψίας μᾶλλον ἢ κρίσεως ἀληθεστάτης δικαιώσει εἰς τὸ κατ ' αὐτοῦ ἐπιβούλευμα ἐποιοῦντο .
τὸ διδάσκω καὶ σοφόν τινα ἀποτελῶ περὶ σοφίας αὐτῷ τῆς ἀληθεστάτης διαλεγόμενος , ποτὲ δὲ καὶ τὸ ἐξαπατῶ καὶ παραλογίζομαι

Back