. . . . . . . . . . σταθερῶς προξενῶν ; οὐκ ἔαρ στιλπνὸν τοῖς ἄνθεσιν ; οὐ
Ἀνδροκλέων , Διονυσιοκουροπυρώνων . Οἰκοῦσι φεύγοντες ἀΐδρυτον κακόν . Οὕτω σταθερῶς τοῖς λωποδύταις ὁ πόρος πεινῶσι παφλάζει . Κἀνθένδ '
6787758 ἀφθαρτοις
εἴη ἂν ἐπίσης ὄντα τοῖς ἀιδίοις τὰ γεννητὰ καὶ τοῖς ἀφθάρτοις τὰ φθαρτά . ἀλλ ' οὐδὲ τὰ μὲν ἐγγύτερα
δὲ γενητῶν σύμβολα , ὀνόματα , μὴ ζήτει παρὰ φύσεσιν ἀφθάρτοις : μήτ ' οὖν διαπόρει , εἰ τὸ τῶν
6782588 ἐπιτηδευσεων
γένεσις ἀμφοῖν εἰσάγηται , προεκτρεχέτω ὁ Κάιν : ὅταν δὲ ἐπιτηδεύσεων σύγκρισις ἐξετάζηται , φθανέτω ὁ Ἄβελ . γενομένῳ γὰρ
. Θέλει δὲ εἰπεῖν , ὅτι ἄμεινόν ἐστιν ἀφίστασθαι τῶν ἐπιτηδεύσεων , αἷς οὐκ εὐφυῶς τις προσφέρεται , καὶ ἐπιχειρεῖν
6738371 Τερμησσος
διέστηκεν Ἀλεξανδρείας πρὸς ἀνατολὰς Ϛʹ μιᾶς ὥρας : ἡ δὲ Τερμησσὸς ἔχει τὴν μεγίστην ἡμέραν ὡρῶν ιδ γʹ , καὶ
Ἀγανίππην τοῦ Τερμησσοῦ λέγουσι , ῥεῖ δὲ καὶ οὗτος ὁ Τερμησσὸς περὶ τὸν Ἑλικῶνα , τὴν δὲ εὐθεῖαν ἐρχομένῳ πρὸς
6725768 ἀδιαστροφος
Ἀπρέπεια . Ἑλληνισμὸς μὲν οὖν ἐστι λέξις ὑγιὴς , καὶ ἀδιάστροφος λόγου μερῶν συμπλοκὴ μετάλληλος : Βαρβαρισμὸς δέ ἐστι λέξις
πρὸς τὴν ἡδίστην ἀπόλαυσιν ὁρμώμενα . ἡ γὰρ φύσις αὐτῶν ἀδιάστροφος οὖσα τὴν ἀναπλήρωσιν τῆς ἐνδείας ἡγεῖται μέγιστον ἀγαθόν ,
6617241 ἐξαρχει
ἰσότατι γὰρ ἁ κοινωνία , καὶ ἐν τᾷ ταύτας ἀποδιανομᾷ ἐξάρχει μὲν ἁ δικαιοσύνα , μετέχει δ ' ἁ κοινωνία
δὲ τεκμήρασθαι τὸ αὐτὸ τοῦτο , φημὶ ὅτι ἡ σελήνη ἐξάρχει χλιαρᾶς τινος θερμασίας , καὶ ἐξ ἑτέρων πλείστων .
6600379 Γυμνησιων
, * μᾶλλον αἱ Πιτυοῦσσαι καὶ πρὸς ἑσπέραν κεκλιμέναι τῶν Γυμνησίων . καλεῖται δ ' αὐτῶν ἡ μὲν Ἔβουσος πόλιν
πρὶν καταβαλεῖν τὸν ἄρτον . ταῦτα μὲν οὖν οὗτοι περὶ Γυμνησίων νήσων . Δίων δὲ ὁ Κοκκειανὸς ταύτας πλη -
6585217 συγκεκαλυμμενος
τῷ τέλει κορωνίς . 〛 ὁ Προμηθεὺς ἀπαγγέλλει αὐτῷ τινὰ συγκεκαλυμμένος . ὅπως μή μ ' ὄψεται : Ἤγουν δέδοικα
τοῖς ἀκροάμασι προσπαίζων . καὶ ὑπὸ τῶν μίμων εἰσεφέρετο ὅλος συγκεκαλυμμένος καὶ ἐτίθετο εἰς τὴν γῆν ὡς εἷς ὢν τῶν
6575192 παιδευτικος
γνῶναι παντελῶς ἀδύνατον . Ὁ μὲν οὖν σκοπὸς τοῦ βιβλίου παιδευτικός : τὸ δὲ μέτρον ὥσπερ ἥδυσμά τι τῷ σκοπῷ
οὐ φιλοπόλεμος δέ , εἰρηνικός , εἰρηνοποιός , εἰρηνοφύλαξ , παιδευτικός , ἀρχικός , νομοθετικός , εὖ ποιεῖν πεφυκώς ,
6556889 Μικρος
. . . . πγ ∠ ʹ ια ∠ ʹδ Μικρὸς Αἰγιαλός . . . . . . . .
βάθος καὶ πλάτος τῆς ἀρτηρίας ἐπὶ πολὺ διϊσταμένης γινόμενος . Μικρὸς σφυγμός ἐστιν ὁ τοὐναντίον ἐπ ' ἐλάχιστον κατὰ μῆκος
6542994 φιλαρετου
σοφοῦ γεγόνασι , κατὰ δὲ τοὺς ἐν ἀλληγορίᾳ νόμους ὑπὸ φιλαρέτου ψυχῆς τὸν ἀληθῆ ζητούσης θεόν . Χαλδαῖοι γὰρ ἐν
τὴν μαθηματικὴν ἐπιστήμην διαπονοῦσιν , ἐκτετίμηται δ ' ὑπὸ τοῦ φιλαρέτου Μωυσέως , ὃς τὸ κάλλος αὐτῆς ἀνέγραψεν ἐν ταῖς
6532277 Πληιαδων
πράττε . ἔργον ἐπ ' ἔργῳ : ἀδιαλείπτως . * Πληιάδων Ἀτλαγενέων ἐπιτελλομενάων : ὁ μὲν Ἄτλας λέγεται παῖς Ἰαπετοῦ
βαθύπεπλον ἑὸν δέμας ἀμφικαλύψαι ἀχλύι καὶ νεφέεσσιν ἀνηναμένην χορὸν ἄλλων Πληιάδων αἳ δή οἱ ἀδελφειαὶ γεγάασιν : ἀλλ ' αἳ
6531329 στρατηλατης
ἐς μάχην ; ἀσφαλὴς γάρ ἐστ ' ἀμείνων ἢ θρασὺς στρατηλάτης . κομπὸς εἶ σπονδαῖς πεποιθώς , αἵ σε σώιζουσιν
φόνον , σύ τ ' ἀντὶ πατρός , Αἰγιαλεῦ , στρατηλάτης νέος κατάστας παῖς τ ' ἀπ ' Αἰτωλῶν μολὼν
6528028 ἀγωνιζομεναι
δὲ καὶ μέχρι νῦν ὁ ἀγὼν οὗτος , καὶ αἱ ἀγωνιζόμεναι γυναῖκες χρυσοφόροι ὀνομάζονται . Θεόφραστος δὲ ἀγῶνα κάλλους φησὶ
δὲ καὶ μέχρι νῦν ὁ ἀγὼν οὗτος : καὶ αἱ ἀγωνιζόμεναι γυναῖκες χρυσοφόροι ὀνομάζονται . . Πολυκράτης δὲ πάσης συμβουλίης
6520013 εὐτεκνος
ἔδαφος : εἰ δὲ παρὰ τὸ δάπεδον , ὁμοίως τῷ εὔτεκνος , εὔμετρος , εὐπρόσωποςἀλλ . ' εἰ καὶ τὰ
ἄνδρα χρὴ κτᾶσθαι φίλον . ἡ γὰρ τεκοῦσα τόνδε πατρὶς εὔτεκνος . Θησεῦ , πάλιν με στρέψον ὡς ἴδω τέκνα
6514295 συσκηνος
συσσιτία , συμπότης , συλλογεύς , συστρατιώτης , σύνεδρος , σύσκηνος , συστράτηγος συντράπεζος , συνεραστής , σύμπλους , σύντροφος
δ ' ἀπεκρίνατο : Ἔστι νὴ Δί ' ἀνὴρ ἡμῖν σύσκηνος , ὃς ἐν παντὶ μαστεύει πλέον ἔχειν . ἄλλος
6513818 βαθμος
ἐνδύσαι ἐνβύσαι , . , . * . Βηλός : βαθμὸς θύρας , ἢ ὁ οὐρανός , οἷον : ῥῖψε
, ἀλλὰ οὗτος τοῦ ἑτέρου ἰσχυρότερος . ὁμοίως ὁ συγκριτικὸς βαθμὸς καὶ τούτοις τοῖς τοῦ αὐτοῦ γένους οὖσιν καὶ τούτοις
6507776 ἑκατονταρχης
Β ὁ βουκινάτωρ ΚΠ ὁ τὴν κάππαν βαστάζων ΡΧ ὁ ἑκατοντάρχης ἢ ἰλάρχης ΙΧ ὁ δεκάρχης , κοντὸν μετὰ σκούτου
καὶ ὁ τούτων ἀφηγούμενος καλεῖται ταξίαρχος , ὑπὸ δέ τινων ἑκατοντάρχης . αἱ δὲ δύο τάξεις καλοῦνται σύνταγμα , λόχων
6494993 τρισκαιδεκατος
Ἠλεκτρύων : οὗ Ἀλκμήνη : ἀφ ' ἧς καὶ Ἀμφιτρύωνος τρισκαιδέκατος ὁ Ἡρακλῆς . . * : Τρισκαιδέκατος γόνος εὑρεθείη
: ἑνδέκατος ἀνδριαντοποιὸς Φωκαεύς : δωδέκατος ἐπιγραμμάτων ποιητὴς λιγυρός : τρισκαιδέκατος Μάγνης , Μιθραδατικὰ γεγραφώς : τεσσαρεσκαιδέκατος ἀστρολογούμενα συγγεγραφώς .
6440712 ἰνωδης
. Δεῖ τοίνυν εἰδέναι , ὡς ἡ τῶν μυῶν οὐσία ἰνώδης ἐστὶ καὶ σαρκώδης . καὶ διὰ μὲν τοῦ σαρκώδους
παχεῖα καὶ λεία καὶ σαρκώδης , ἡ δὲ λεπτὴ καὶ ἰνώδης . διόπερ ἀπορήσειεν ἄν τις εἰ ῥίζας τὰς τοιαύτας
6435965 σειρηνες
θελκτικαὶ ἦσαν . ἐστέναζε θελκτικὸν καὶ λιγυρὸν ὥσπερ αἱ θρυλλούμεναι σειρῆνες . ἔστι δὲ * καὶ * ζωύφιον ὅμοιον μελίσσῃ
ταύτας φησὶ κατεχούσας αἱμυλίαις τοὺς παραπλέοντας . εἰσὶ δὲ καὶ σειρῆνες ζωύφια μικρά , μελίσσαις παρόμοια . * κλώμακας τραχεῖς
6435903 Σωρα
τὸ ἐθνικὸν Σουρηνός ὡς Καρρηνός . ἔστι καὶ Φοινίκης πόλις Σῶρα . τὸ ἐθνικὸν Σωρανός ὡς Νωλανός . Σοῦσα ,
. . . . . . ρλγ κα Ἀρκατοῦ βασίλειον Σῶρα . . . ρλ κα : Πάλιν τὰ μὲν
6431438 Ἀντειαν
καὶ Ἄνθεια . μήποτε δὲ δεῖ γράφειν ἀντὶ τῆς Ἀνθείας Ἄντειαν . οὐ γὰρ εὑρίσκομεν παρ ' οὐδενὶ Ἄνθειαν ἀναγεγραμμένην
, συλλήβδην καὶ τὰ σώματα ἀπέδοτο ἁπασῶν ἑπτὰ οὐσῶν , Ἄντειαν καὶ Στρατόλαν καὶ Ἀριστόκλειαν καὶ Μετάνειραν καὶ Φίλαν καὶ
6424143 εὐπαις
διώκοντες , ἀλλ ' ἀοράτῳ σπορᾷ φρονήσεως χρώμενοι δογμάτων . εὔπαις γὰρ ὁ γάμος οὗτος οὐ σώματα συμπλέκων , ἀλλ
μέρη γὰρ τέκνα γονέωνεἰς ἀπαιδίαν κινδυνεύω περιελθεῖν ὁ πολύπαις καὶ εὔπαις ἄχρι πρὸ μικροῦ νομισθείς . „ ὁ δὲ πρεσβύτατος
6411037 ὠλες
; μισοῦν γε πατρίδα σὴν Ἀχιλλέως φόνωι . Ἑλένη νιν ὤλες ' , οὐκ ἐγώ , μήτηρ γε σή .
ἐμάνητε , πᾶσά τ ' ἐξεβακχεύθη πόλις . Διόνυσος ἡμᾶς ὤλες ' , ἄρτι μανθάνω . ὕβριν γ ' ὑβρισθείς
6407699 Χυτρεους
τάφους λουτρά . Χύτραν ποικίλλειν : ἐπὶ τῶν ἀδυνάτων . Χυτρεοῦς : ἤτοι ὀστράκινος , εὐτελής . Χρυσὸς Κολοφώνιος :
: ἐπὶ τῶν ἀδυνάτων . Χυτρεοῦς θεός . καί : Χυτρεοῦς ἄνθρωπος : ὀστράκινος , εὐτελής . Χωρὶς τὰ Μυσῶν
6403280 κοσμητικη
ἡ σοφία , πρωτίστη οὖσα πασῶν , ὡς τοῦ πρωτίστου κοσμητικὴ μορίου ὑπάρχουσα , λέγω δὴ τοῦ θεωρητικοῦ νοῦ ,
τῷ ] οἴκῳ συμφερόντων . θʹ [ Ἠθικὴ δὲ ἐπιστήμη κοσμητικὴ τῶν ἠθῶν ] . ιʹ Διαλεκτικὴ δὲ ἐπιστήμη τοῦ
6401593 κεδναν
[ ] ! [ ! ] φατ [ [ ] κεδνὰν [ [ ] ! [ . . . .
[ ] ! [ ! ] φατ [ [ ] κεδνὰν ? [ [ ] ! [ ] του ?
6400518 διαρρεων
τοῖς Ἀλβανοῖς οἱ Ἀρμένιοι συνάπτουσιν . Ὁ δὲ Κῦρος ὁ διαρρέων τὴν Ἀλβανίαν καὶ οἱ ἄλλοι ποταμοὶ οἱ πληροῦντες ἐκεῖνον
ὠνεῖται τῇ θεῷ ὅπου ἀνεῖλεν ὁ θεός . ἔτυχε δὲ διαρρέων διὰ τοῦ χωρίου ποταμὸς Σελινοῦς . καὶ ἐν Ἐφέσῳ
6399431 Βαιου
. εἶπον δὲ περὶ ἔκγονος καὶ ἔγγονος ἀλλαχοῦ * . Βαίου : ὄνομα κύριον . ὁ Βαῖος κυβερνήτης τοῦ Ὀδυσσέως
καὶ πινόμενά ἐστιν ἥδιστα : τὰ γὰρ περὶ Βαίας ἢ Βαίου λιμένα τῆς Ἰταλίας παντελῶς ἄποτα . σταθμήσας τὸ ἀπὸ
6393818 ἐϋστεφανος
πάρος ἦσαν ἐϋπλοκαμῖδες Ἀχαιαί , Τυρώ τ ' Ἀλκμήνη τε ἐϋστέφανός τε Μυκήνη : τάων οὔ τις ὁμοῖα νοήματα Πηνελοπείῃ
κεφαλῆφιν ἀείρας . ” καὶ κόσμου γυναικείου γένος : “ ἐϋστέφανός τε Μυκήνη . ” ἐπὶ δὲ τοῦ “ ὅντε
6379332 μεταληφθεισα
κρίσεως καὶ δίκης εἰσηγεῖται : ἡ γὰρ προσηγορία τῆς Μαδιὰμ μεταληφθεῖσα ἐκ κρίσεως ὀνομάζεται . διττὸν δὲ τοῦτο . δηλοῖ
. ἐκεῖθεν δὲ καὶ ἐπὶ τοὺς ῥητορικοὺς λόγους ἡ κλῆσις μεταληφθεῖσα τοῦ προοιμίου κράτος ἔσχε τῷ χρόνῳ συνήθης εἶναι τοῖς
6379086 διακοσμος
γε ταύτης αὐτὸ τὸ ὄν , ὁ κρύφιος τῷ ὄντι διάκοσμος . Ἔτι οὖν μειζόνως ἡ τούτου αἰτία παντελής :
καὶ νοερὰς πολλὰς τάξεις παρειλήφαμεν , καὶ τῶν ψυχῶν ὁ διάκοσμος πολλαχῇ τῷ κατ ' εἴδη τὰ ὄντα διακρίνειν μελετήσαντι
6367672 παροικει
ἤπειρον Ἰβηρίας ἔχοντι , εἰς Καρτηίαν στάδιοι νʹ . Ἐνταῦθα παροικεῖ τὸ ἔθνος [ τῶν ] Βαστουλῶν τῶν καλουμένων Ποινῶν
, πρὶν ἐγγραφῆναι τῇ πόλει αὐτῆς , τοῖς ἐγκυκλίοις μαθήμασι παροικεῖ , ἵνα διὰ τούτων πρὸς τελείαν ἀρετὴν ἀφέτως ὁρμήσῃ
6367583 ἀσυμφωνος
τοιούτων ἀνθρώπων ὅ γε μουσικὸς ἐρῴη ἄν : εἰ δὲ ἀσύμφωνος εἴη , οὐκ ἂν ἐρῴη . Οὐκ ἄν ,
τρίγωνος πλευρὰ σύμφωνος καὶ ἀβλαβής ἐστιν , ἡ δὲ τετράγωνος ἀσύμφωνος καὶ ἀνώμαλος πρὸς τὴν τῶν ἀποτελεσμάτων ἔκβασιν γίνεται .
6366478 ἀντεκτισις
. καὶ ὁ δοῦλος μετὰ τοῦ ςʹ . Ποινή . ἀντέκτισις . Παταΐκοισι . θεοὶ Φοινικικοὶ ἐν ταῖς πρύμναις ἱδρυμένοι
πλεονεκτοῦν μήτε πλεονεκτούμενον : ὥσθ ' ἡ ἀντίδοσις καὶ ἡ ἀντέκτισις τῶν δυνάμεων ἀναλογίας ἐξισουμένη κανόσιν ὑγιείας καὶ ἀτελευτήτου σωτηρίας
6364889 εὐμενεια
εὐγένεια , εὐλάβεια , εὐγλωττία , εὐφημία , εὐσέβεια , εὐμένεια , εὐμουσία , εὐτέλεια , εὐερμία , εὐκολία ,
ἕξις κάτω κατεσταλμένας τὰς κόρας ἔχουσα ] . Εὔνοια : εὐμένεια : ἀσπασμός : ἀγάπησις . αʹ Εὔνοια μὲν οὖν
6358256 ἐβλαστησεν
τῷ λογισμῷ τὰς ἀπαρχὰς τῆς εὐφορίας ὧν ἤνθησεν , ὧν ἐβλάστησεν , ὧν ἐκαρποφόρησεν ἡ ψυχὴ καλῶν , ἐπιδεικνυμένους ἄντικρυς
Ἀγχιάλη Δικταῖον ἀνὰ σπέος , ἀμφοτέρῃσιν δραξαμένη γαίης Οἰαξίδος , ἐβλάστησεν . ] Ὅτι δὲ νύμφη τις Οἰαξίδος γῆς δραξαμένη
6344234 ἀλεξιτηριος
οὕτω καλούμενος ἀποσοβητὴς τῶν κακῶν . ἀλεξητήριος ] διώκτης . ἀλεξιτήριος ] βοηθός . βάσις εὐκτική . φερώνυμος ὅ ἐστιν
οὖν συμφώνως ἑαυτῷ τιμῷτο . ἀλεξητήριος ] ἀποσοβητής . θΞ ἀλεξιτήριος ] οὕτω καλούμενος ἀποσοβητὴς τῶν κακῶν . ἀλεξητήριος ]
6343126 παρελειπεν
κατὰ Ῥωμαίων ὁδὸν ἐς ἐπιχείρησιν , οὐδ ' ἡττώμενος , παρέλειπεν , ὃς καὶ Σαυνίταις καὶ Κελτοῖς συνετίθετο καὶ ἐς
σχεδὸν ἀχρόνως αἰσθανόμεθα . διὰ δὲ τὸ ἐναργῆ αὐτὰ εἶναι παρέλειπεν . ἑξῆς δὲ ὅταν λέγῃ “ τὰ δὲ γεννώμενα
6337040 τἀληθεστατα
κουρὰν ὁμοιότατα τοῖς πάνυ σώφροσι διακείμενος , καὶ δείκνυσιν ὁ τἀληθέστατα περὶ τῶν ἡρώων συγγεγραφώς , ἅτε τῶν μὲν συστρατιώτης
δὲ λέγω σαφῶς μὲν εἰδὼς ὅτι καὶ οὗτος αὐτὸς οὐ τἀληθέστατα λέγει περὶ πάντων , καὶ δὴ καὶ τὸ τοῦ
6332387 προυπτος
φανερὰ καὶ οὐκ ἀμφίβολα . θ προῦπτος ] ὁμολογούμενος . προῦπτος ] ἐμπρέπων , ὁμολογούμενος . προῦπτος ] ἀληθής .
τούτου ὕπαρξις . “ καὶ ἔστιν ἡ τῆς συνερωτήσεως πιθανότης προῦπτος . πάσης γὰρ φύσεως καὶ ψυχῆς ἡ καταρχὴ τῆς
6329773 περιστυλος
. ἔχεται δὲ τῆς ἀγορᾶς ναὸς ἀρχαῖος στοαῖς ἐν κύκλῳ περίστυλος , ὁ δὲ ὄροφος κατερρύηκε τῷ ναῷ καὶ ἄγαλμα
τοῖς ἐπιγενομένοις . εἰσελθόντι μὲν γὰρ τὸν περίβολον οἶκος ἦν περίστυλος , ἑκάστης πλευρᾶς ἐκ τετταράκοντα κιόνων ἀναπληρουμένης , καὶ
6321563 Ἀμαζονιδα
δοτικὰς συνάπτουσιν : οἷον Διονύσιος ὁ Χαλκιδεύς : Μυρρίνην τὴν Ἀμαζονίδα περιβλεψάμενος , ἔδωκεν αὐτῷ τὰς ἄλλας Ἀμαζονίδας μετακαλέσασθαι .
Ἀμαζόνων : Ἀμαζονίδα λίμνην λέγει τὴν θάλασσαν τὴν παρὰ τὴν Ἀμαζονίδα νῆσον : εἰς γὰρ τὸν Εὔξεινον πόντον οἰκοῦσιν αἱ
6308932 ἁψικορος
ἐν τῷ α , οὐχὶ σινόμωρος , ὁ λίχνος καὶ ἁψίκορος . σκορδινᾶσθαι : τὸ παρὰ φύσιν ἀποτείνειν τὰ μέλη
ἀδιόρθωτος ἐνδεὴς ἀεὶ ἀβέβαιος ἀλήτης ἐπτοημένος φορᾷ χρώμενος εὐεπιχείρητος ἐπιμανὴς ἁψίκορος φιλόζωος δοξοκόπος βαρύμηνις βαρύσπλαγχνος βαρύθυμος βαρυπενθὴς δυσόργητος ψοφοδεὴς ὑπερθετικὸς
6307770 πελαγιος
δύσφθαρτος , μετρία πρὸς ἐκκρίσεις . διαφέρει δ ' ἡ πελάγιος τῆς πετραίας , διάπυρος οὖσα κινναβάρει καὶ χρυσώπῃ :
ἐν ταῖς χειμεριωτάταις ἡμέραις χαίρει τε πρόσγειος μᾶλλον ὢν ἢ πελάγιος . ζῇ δ ' οὐ πλέον δύο ἐτῶν .
6298708 παρακλητος
νόμων , καὶ ἐλευθερώσῃ δὲ τὰς ψυχὰς τῆς ἀγνοίας γινόμενος παράκλητος καὶ κορυφαῖος τῆς κατὰ τήνδε τὴν γενεὰν ἀποστολῆς .
δυνατώτατον , ὑφ ' οὗ Γάιος ἐξευμενισθήσεται . ὁ δὲ παράκλητος ἡ πόλις Ἀλεξανδρέων ἐστίν , ἣν τετίμηκε μὲν ἐξ
6283318 Περσιδες
. . . . . . . . . α Περσίδες . . . . . . . . .
χαῖρε βασίλισσα τῶν Περσίδων τῶν βαθυζώνων . βαθύζωνοι δὲ αἱ Περσίδες , διὰ τὸ κροσσωτὰς ζώνας ἔχειν . ταῦτα δὲ
6281684 Λεωστρατου
εἰκοστῆς ὀλυμπιάδος , ἣν ἐνίκα στάδιον Εὐρυβάτης Ἀθηναῖος ἄρχοντος Ἀθήνησι Λεωστράτου . οὗτος ἔργον ἁπάντων μεγαλοπρεπέστατον ἀποδειξάμενος αὐτὸς εὐθὺς ἅμα
τούτων δ ' οὕτως ἐχόντων ἀξιοῦμεν κληρονομεῖν , οὐδεμίαν οὐσίαν Λεωστράτου ἀφελόμενοι , τῆς ὑπ ' Ἀρχιάδου δὲ καταλειφθείσης [
6277943 Ἑκαστῳ
λοιπαὶ κηʹ , αἵτινες τὴν γεννητικὴν ἡμέραν ἐδήλουν . [ Ἑκάστῳ βασιλεῖ ὁ ἐξ ἔθους προστιθέμενος ἀριθμὸς ὁ ὑποτεταγμένος ἐκ
ὠφέλημαι , καταβεβλημένων ὑμῶν διδαχὴν ἐμοὶ πρὸς τὸ βασιλεύειν . Ἑκάστῳ δὲ τρία τάλαντα προσέταξεν ἀργυρίου δοθῆναι καὶ τὸν ἀποκαταστήσοντα
6274523 ἐξῃρημενη
ἔστ ' ἂν ὦσι , φανερὸν ὅτι ἔστι τις ἑνὰς ἐξῃρημένη προακτικὴ πασῶν τῶν ἑνάδων . κἂν δὲ δοθῇ αὐτοῖς
; ἢ οὔτε ἑαυτῆς ἐστίν , οὔτε ἐκείνων , οὔτε ἐξῃρημένη , οὔτε συντεταγμένη , οὐδὲ γὰρ καθ ' ὕπαρξιν
6274429 φασκωλιου
ἐπιπλέον ἐστὶ τοῖς ἐντέροις . σχῆμα δ ' ἔχει μάλιστα φασκωλίου τε καὶ θυλάκου καὶ σάκκου , στόμα μὲν ἔχοντος
εἶδε τὸν δεσπότην καὶ τὸν ὁμόδουλον , ἑαυτὸν ἀποκλίνας τοῦ φασκωλίου , κατὰ τὸν αὐτὸν χρόνον καὶ τὴν φρουρὰν καὶ
6272438 σκοτωδης
ἐμπέσῃ τὸ καταπληκτικὸν θηρίον ἢ ἐπιβάλῃ . * ὑποζοφόωσα : σκοτώδης * ἄκροθεν οὐρή : κατὰ τὸ ἄκρον ἡ οὐρά
. ὁ μὲν γὰρ ἥλιος φαεινός , ὁ δὲ ἀὴρ σκοτώδης καὶ ἐναντίος τούτου ἐστίν . ἣν Ὕδραν , ἤγουν
6270820 συναυλια
ἡ φίλησις ἢ ἡ συνομιλία καὶ ἡ συνδιαγωγὴ καὶ ἡ συναυλία , γίνεται δὲ ἡ εὔνοια χρονιζομένη φιλία , τουτέστι
γέροντας . ἐπὶ δὲ χοροῦ καὶ συμφωνία καὶ συνῳδία καὶ συναυλία . καὶ ἡ μὲν εἴσοδος τοῦ χοροῦ πάροδος καλεῖται
6269755 Εὐφροσυνη
τοῖς δεξιοῖς τοῦ Ἀπόλλωνος . ὦ σεβασμία Ἀγλαΐα καὶ ὦ Εὐφροσύνη φίλη τῶν μολπῶν , θυγατέρες τοῦ κρατίστου τῶν θεῶν
ἢ σβεσθῆναι τὸ πνευμάτιον ἢ μεταστῆναι καὶ ἀλλαχοῦ καταταχθῆναι . Εὐφροσύνη ἀνθρώπου ποιεῖν τὰ ἴδια ἀνθρώπου , ἴδιον δὲ ἀνθρώπου
6263892 Ῥοδογουνην
καὶ γενόμενος αἰχμάλωτος δίαιταν εἶχεν ἐν Φραάτου βασιλέως , καὶ Ῥοδογούνην ἔζευξεν αὐτῷ τὴν ἀδελφὴν ὁ βασιλεύς . παρὰ δὲ
βεβούλευσαι , Χαιρέα ; καὶ Στάτειραν ἄγεις εἰς Συρακούσας καὶ Ῥοδογούνην τὴν καλήν ; “ ἠρυθρίασεν ὁ Χαιρέας καὶ ”
6262613 Γαζα
διὰ τοῦ α Γαζᾶται , ὡς πολυίστωρ . ἔστι καὶ Γάζα τείχισμα Θρᾴκης . Γάζακα , πόλις μεγίστη τῆς Μηδίας
τὸ ἀπὸ Γάζης μέχρις Αἰγύπτου . Ἰώνη γὰρ καὶ ἡ Γάζα ἐκαλεῖτο ἀπὸ Ἰοῦς , βοῦν ἔχουσα πλησίον ἐν τῇ
6257449 Μιδεα
σταδίους : ἔρημος δ ' ἐστὶ κἀκείνη καὶ ἡ πλησίον Μιδέα , ἑτέρα οὖσα τῆς Βοιωτικῆς : ἐκείνη γὰρ ἔστι
† γενομένης γενόμενον Ἠλεκτρύωνι : ἀφ ' ἧς καὶ πόλις Μιδέα ἐν Ἄργει : ὃν ἀνεῖλεν ὁ Τληπόλεμος . οἱ
6257141 βεβαιοτης
δηλούμενον ἴσον ἐστὶ τῷ στήριγμα καὶ ἔρεισμα καὶ ὀχυρότης καὶ βεβαιότης ἁπάντων ἐστὶν ὁ ἀσφαλὴς θεός , ἐνσφραγιζόμενος οἷς ἂν
περιέχει καὶ τὴν ἐλευθερίαν , ἢ τοὐναντίον τῶν νόμων ἡ βεβαιότης καὶ τὸ τῆς γνώμης τῶν εὖ πολιτευομένων ἐλεύθερον οὐδὲ
6253459 Πραξιδαμαντος
παῖς , εἶτα Πραξιδάμας ὁ ἐκ Σωκλείδου ἐναγώνιος γίνεται : Πραξιδάμαντος πάλιν σχολάζει ὁ υἱὸς ὁ τοῦ νικηφόρου πατήρ .
νῦν πέφανται οὐκ ἄμμορος ἀμφὶ πάλᾳ κυναγέτας , ἴχˈνεσιν ἐν Πραξιδάμαντος ἑὸν πόδα νέμων πατˈροπάτορος ὁμαιμίοις . κεῖνος γὰρ Ὀλυμπιόνικος
6248560 βαρυμηνις
, θηριώδης , ἀνήμερος , δύσθυμος , δυσόργητος , μηνιῶν βαρύμηνις , ἰοῦ γέμων , σκορπιώδης , σκορπίος ζητῶν ὅτῳ
, αὐξητά , φαεσφόρε , κάρπιμε Παιάν , ἀντροχαρές , βαρύμηνις , ἀληθὴς Ζεὺς ὁ κεράστης . σοὶ γὰρ ἀπειρέσιον
6238319 ἐνδειξαμενης
ἐπικρατήσεως οἰκείως εὑρεθείσης μήτε οἰκοδεσποτικῆς προφάσεως μήθ ' ἑτέρας ἀγωγῆς ἐνδειξαμένης ἐνέργειαν μεγάλα αἴτια ἀγαθῶν καὶ ἀπροσδόκητα ἐγένετο , ὁτὲ
ἐκστήσεται τῆς τοῦ ἄρθρου παραθέσεως , μάλιστά γε τῆς φωνῆς ἐνδειξαμένης διὰ τῆς πάμπαν ἀνακολουθίας τὸ ἀκοινώνητον τῶν ἄρθρων ;
6236353 Λιμην
. . . . . . . . . . Λιμήν χωστὸς ὑπόκειται καὶ Λέχαιον λεγομένη πόλις . . .
καὶ Λιλυβαιίτης καὶ Λιλυβηίς . Λιμενῶτις , χερρόνησος Κελτική . Λιμήν , ὁ ὕφορμος τόπος . καὶ λιμενίτης ὁ ἐν
6229016 Ῥεβεκκας
σταθερῶς καὶ παγίως δόγμασιν * * * οὗτός ἐστιν ὁ Ῥεβέκκας ἀδελφός , τῆς ἐπιμονῆς : οἰκεῖ δὲ τὴν Χαρράν
Βάλλα , θυγάτηρ Ῥωθέου , ἀδελφοῦ Δεβόρρας , τῆς τροφοῦ Ῥεβέκκας : ἥτις ἐν μιᾷ ἡμέρᾳ ἐτέχθη , ἐν ᾗ
6228789 φιλοθεος
μὲν οὖν φίλαυτος διανομεὺς οἷος ὁ Κάϊν , ὁ δὲ φιλόθεος δωρητικὸς οἷος ὁ Ἄβελ . Ἔοικε γὰρ ἐπιδιαιρεῖν ὁ
, φιλαθήναιος , φιλοχρήματος φιλόχρυσος φιλάργυρος , φίλοινος φιλοπότης , φιλόθεος , φιλόδικος , φιλαλήθης , φιλοπράγμων , φιλαπόδημος ,
6225821 ἐπιστατει
τοῦ κακῶς ποιεῖν πολεμοῦντες ἀλλήλους ; πότερα πρὸς τῶν θεῶν ἐπιστατεῖ τις τοῦ βίου νυνὶ τύχη ἄγροικος ἡμῶν , οὔτε
γὰρ δικαστὴς οὔτε θεατὴς ὥσπερ ποιηταῖς ἐπιτιμήσων τε καὶ ἄρξων ἐπιστατεῖ παρ ' ἡμῖν . Λέγωμεν δή , ὡς ἔοικεν
6225206 ἐπεκουρησε
τάχιστα γηράσκει εἶπε : „ χάρις „ . Ὁ αὐτὸς ἐπεκούρησέ ποτέ τινι αἰτήσαντι αὐτόν , καί τις πρὸς αὐτὸν
τάχιστα γηράσκει εἶπε : „ χάρις „ . Ὁ αὐτὸς ἐπεκούρησέ ποτέ τινι αἰτήσαντι αὐτόν , καί τις πρὸς αὐτὸν
6222110 τελειουσα
οὕτως , ἀλληγορικῶς δὲ ἡ πάντα ἀνύουσα καὶ τρέφουσα καὶ τελειοῦσα : ἡ αὐτὴ γάρ ἐστι τῷ συμμιγεῖ καὶ εὐκράτῳ
τὸ κρεῖττον τὸ εὖ εἶναι ἑαυτῇ παρέχουσα καὶ ἀνεγείρουσα καὶ τελειοῦσα ἑαυτὴν , πολλῷ πλέον τὸ ἔλαττον τὸ εἶναι ἑαυτῇ
6221830 Σικυωνιαν
Μαίανδρον , ἀναφανέντας δὲ ἐν τῷ Ἀσωπῷ καὶ κατὰ τὴν Σικυωνίαν ἐκπεσόντας ὑπὸ ποιμένος τοῦ εὑρόντος δοθῆναι τῷ Ἀπόλλωνι .
θεωροὺς πέμψαντες εἰς Δελφοὺς ἐπηρώτων , εἰ δίδωσιν αὐτοῖς τὴν Σικυωνίαν . ἡ δ ' ἔφη καλόν τοι τὸ μεταξὺ
6217630 ὑπαλειφων
εἴρηται μὲν ἡμῖν ὅτι ὑμήν τις ἐστὶν ἐκ τοῦ στομάχου ὑπαλείφων τὸ ἔντερον , καὶ τῇ διατάσει τούτου συμπάσχει ὁ
μυρσίνῳ ἐλαίῳ , ὥστε κηρωτῆς ἔχειν πάχος , καὶ τούτῳ ὑπαλείφων χρῶ . Ἄλλο : καλαμίνθης ἁπαλῆς τὰ φύλλα καὶ
6213416 Ἀπαμειαν
. παρῆλθε δὲ καὶ ἀπὸ Σάρδεων ἐς Κελαινάς , ἣν Ἀπάμειαν καλοῦσιν , οἷ τὸν υἱὸν ἐπυνθάνετο συμφεύγειν . τῆς
στρατηγίαν . ὃ δ ' ὤμνυ τοῖς Ἀντιόχου πρέσβεσι περὶ Ἀπάμειαν τῆς Φρυγίας καὶ ὁ Ἀντίοχος ἐπὶ τοῦτο πεμφθέντι Θέρμῳ
6212870 Ἐντος
Ἀγαθοποιῶν ἐν κακίστοις ἀστέρων Ὕπαυγος ἀστὴρ τυγχάνων ἐν Ἡλίῳ , Ἐντός τε μοιρῶν πεντεκαίδεκα φθάσας , Τῶν ἡλιακῶν ἀδρανὲς φέρει
. . ὧν : Ἀφ ' ὧν . ἔνδον : Ἐντός . . . οὐκ ἔκφορα : Οὐκ ἔξω φερόμενα
6211771 φυλαξασα
Αἴγυπτος καὶ Δαναός : οὗ ἡ θυγάτηρ Ὑπερμήστρα , ἡ φυλάξασα τὸν ἄνδρα ἑαυτῆς Λυγκέα , τὸν υἱὸν Αἰγύπτου ,
Αἴγυπτος καὶ Δαναός . οὗ ἡ θυγάτηρ Ὑπερμνήστρα , ἡ φυλάξασα τὸν ἄνδρα αὑτῆς Λυγκέα : ἧς Ἄβας : οὗ
6208466 Πρωτη
πρὸ ταύτης ἐστὶν αἰὼν οὐ συμπαραθέων οὐδὲ συμπαρατείνων αὐτῇ . Πρώτη οὖν αὕτη εἰς χρόνον καὶ χρόνον ἐγέννησε καὶ σὺν
πάσας ἐφεξῆς τὰς ἐν τῇ τότε καταστάσει γενηθείσας παρανομίας . Πρώτη μὲν οὖν ἦν ἡ δόξασα γενέσθαι τοῦ κατὰ τῆς
6207824 ἀμετακινητος
κεφαλῆς . ἀερθείς : ἐπαρθεὶς , ὑψωθείς . Ἀστεμφής : ἀμετακίνητος , ἀμετάστροφος . μεγάρων : ὑψηλῶν οἰκημάτων , οἰκημάτων
φύσις γὰρ τῶν ἀγαθῶν καὶ ἐναρέτων ἀνθρώπων ἑδραία ἐστὶν καὶ ἀμετακίνητος , ὥσπερ καὶ ἡ ἁπλῆ φύσις . ἀκίνητον γὰρ
6206112 προσελαμβανον
τριάκοντα ἔτη γεγονότες : ἐπεὶ δὲ Κλέαρχον ἑώρων σπουδάζοντα , προσελάμβανον καὶ οἱ πρεσβύτεροι . πολὺ δὲ μᾶλλον ὁ Κλέαρχος
αἰτίας οἱ Ῥωμαῖοι ἐς τὸν Περσέως πόλεμον ὡς οὔπω κεκριμένον προσελάμβανον , καὶ πρέσβεις ἐς τοὺς φίλους βασιλέας Εὐμένη καὶ
6205797 Ὀκταουιαν
τὴν ἀδελφὴν Καίσαρος εἶχεν Ὀκταουίαν , ἐδικαίουν οἱ διαλλακταὶ τὴν Ὀκταουίαν Ἀντωνίῳ τὸν Καίσαρα ἐγγυῆσαι . καὶ ὁ μὲν αὐτίκα
ἐπιμίκτοις ἔκ τε φορτίδων νεῶν καὶ μακρῶν , καὶ τὴν Ὀκταουίαν ὁ Καῖσαρ χιλίοις λογάσι σωματοφύλαξιν , οὓς ἐπιλέξαιτο Ἀντώνιος
6203397 Πελληνευσιν
ἱστᾶσιν ἀνὰ τὴν πόλιν πᾶσαν . ἔστι καὶ Ἀπόλλωνος Θεοξενίου Πελληνεῦσιν ἱερόν , τὸ δὲ ἄγαλμα χαλκοῦ πεποίηται : καὶ
. καὶ παρέλαβε Πτολεμαῖος Ἀκροκόρινθον ἀκόντων τῶν φυλασσόντων . Αἰτωλοὶ Πελληνεῦσιν ἐπεστράτευον . πρὸ τῆς Πελλήνης ὄχθος ἐστὶν ὑψηλὸς ἀντικρὺ
6200543 ῥωμαλεος
ἔξω τοῦ βουλευτηρίου μετέωρον ἐξαρπάσας αὐτὸν ἀκμάζων τὸ σῶμα καὶ ῥωμαλέος ἀνὴρ ῥιπτεῖ κατὰ τῶν κρηπίδων τοῦ βουλευτηρίου τῶν εἰς
τὴν οὐρὰν καὶ ἀνεῳγμένους ἔχει τοὺς ὀφθαλμούς . ἔστι δὲ ῥωμαλέος καὶ συνετός . τὰ οὖν ἡμίβρωτα κρέα οὐ φυλάττει
6197810 ξυνοικισας
. διαβάλλω ἄξιος δ ' ἐμὸς γαμβρὸς κέκλησαι παῖδά μοι ξυνοικίσας . οὐ γὰρ θέμις βέβηλον ἅπτεσθαι δόμων πέπονθεν οἷα
πόλιν , ἣν ἐπενόει , τειχίσας ἐν ἡμέραις εἴκοσι καὶ ξυνοικίσας ἐς αὐτὴν τῶν τε Ἑλλήνων μισθοφόρων καὶ ὅστις τῶν
6197107 Παρος
Ἴσσα , Τραγούριον , Ἰσσέων κτίσμα , Φάρος ἡ πρότερον Πάρος , Παρίων κτίσμα , ἐξ ἧς Δημήτριος ὁ Φάριος
τὸν ἀοιδὸν ὀδύρατο Τήιον ἄστυ : σὲ πλέον Ἀρχιλόχοιο ποθεῖ Πάρος , ἀντὶ δὲ Σαπφοῦς εἰσέτι σεῦ τὸ μέλισμα κινύρεται
6196354 κοιται
βαρυπάλαμον ὄρσαι χόλον ; ἢ ἑτέρῳ λέχεϊ δαμαζομέναν ἔννυχοι πάραγον κοῖται ; τὸ δὲ νέαις ἀλόχοις ἔχθιστον ἀμπλάκιον καλύψαι τ
ὕπνοι , ἀγρυπνίαι . Τὰ ἐν ὕπνῳ , ἐνύπνια , κοῖται , καὶ ἐφ ' οἷσι , καὶ ὑφ '
6196210 ἀμωμος
καὶ Αὐτονόη καὶ Λυσιάνασσα Εὐάρνη τε φυὴν ἐρατὴ καὶ εἶδος ἄμωμος καὶ Ψαμάθη χαρίεσσα δέμας δίη τε Μενίππη Νησώ τ
, ἐγένετο παῖς αὐτῷ τὰ μὲν ἄλλα ὅμοιος , οὐκ ἄμωμος δέ , ὅτι καὶ σπίλους εἶχεν . Ἔδοξέ τις
6195285 σῳζομενων
πημάτων , σὺ δ ' ἐν δρόμῳ προστιθεὶς μέτρον κτίσον σῳζομένων ῥυθμόν , διὰ πέδον τοῦτ ' ἰδεῖν ἀνομένων βημάτων
τῶν συνεστρατευμένων τε πολλάκις ὑμῖν καὶ νῦν ὑφ ' ὑμῶν σῳζομένων ἐπενόουν πυθέσθαι , τί παθόντες ἐξ ἡμῶν ἢ τίνος
6192827 Φαντασια
γε ” φαίνεται “ αἰσθάνεσθαί ἐστιν ; Ἔστιν γάρ . Φαντασία ἄρα καὶ αἴσθησις ταὐτὸν ἔν τε θερμοῖς καὶ πᾶσι
τόπου τῆς μάχης . Προτροπὴ εἰς ἀνδρείαν καὶ πειθανάγκην . Φαντασία πλήθους . Φαντασία ὀλιγότητος . Τακτικά . Περὶ τῆς
6192598 ὑπηρετιν
ὀμιώμεθα : Ἀντὶ τοῦ ὅπως ὀμόσωμεν . Σκύθαινα : Τὴν ὑπηρέτιν λέγει . Σκύθας γὰρ καὶ τοξότας ἐκάλουν τοὺς δημοσίους
ἀκούομεν , φησί , τὴν πατρίδα αὐτὴν τὴν σήν , ὑπηρέτιν εἶναι τῆς ἐπὶ τῇ νίκῃ ᾠδῆς , ἤγουν ἡ
6192267 μετρητων
, λίαν δυσπόριστος : καὶ χρὴ πόνων καὶ φροντίδων οὐ μετρητῶν . Ταῦτα μὲν εἶπε πρίν . Νῦν δὲ φησίν
ὡς τὴν οὐσίαν καὶ τὰς δυνάμεις καὶ τὰ τέλη τῶν μετρητῶν ἀφορίζοντα τῆς τῶν μέτρων οὕτως ἐπωνυμίας ἠξίωται . καὶ
6192140 Ὀχιμος
τῶν δὲ παίδων τὰ ὀνόματά εἰσι ταῦτα : Κέρκαφος , Ὀχιμος , Ἀκτίς , Μακαρεύς , Τενάγης , Τριόπης ,
τῶν δὲ παίδων τὰ ὀνόματά εἰσι ταῦτα : Κέρκαφος , Ὀχιμος , Ἀκτίς , Μακαρεύς , Τενάγης , Τριόπης ,
6190585 Ἀντιασας
ἐπιτιθήσας . αἰόλος : διὰ τὴν πανουργίαν , πανοῦργος . Ἀντιάσας : ἐξ ἐναντίας ἐλθὼν , συναντήσας τὴν νῆα .
κακῆς . Ἅλμενος : πηδήσας . ἀνέσχε : ἀνῆλθεν . Ἀντιάσας : συναντήσας . Κέκλεται : σημαίνει . αὖ :
6189801 ἐβλαστεν
, τοῦ Αἰήτου πυθομένου περὶ τῶν προειρημένων ἦ βλαστὸς οὐκ ἔβλαστεν οὑπιχώριος ; λέγοντα : καὶ κάρτα φρίξας τ '
μὲν οὐκ ἄρ ' ᾖστε τὸν Προμηθέα ἦ βλαστὸς οὐκ ἔβλαστεν οὑπιχώριος ; καὶ κάρτα : φρίξας γ ' εὐλόφῳ
6189713 ηὐξημενος
Ἡλιόδωρος ἀποδίδωσι πεποιημένον . ἐπιείσομαι ἐπελεύσομαι . ἐπιζάφελος ὁ λίαν ηὐξημένος : ἔγκειται γὰρ τὸ ὀφέλλειν : “ ὅτε κέν
δὲ ἔχει τέσσαρας καὶ πλευρὰς τέσσαρας , ἕκαστος δὲ κύβος ηὐξημένος ὢν ἐξ ἑκάστου τετραγώνου τῇ ἰδίᾳ πλευρᾷ πολυπλασιασθέντος ἐπίπεδα
6188862 ἐπιπλαττομενη
ἐξανθήματα θεραπεύει . ὀνίνησι δὲ καὶ τοὺς σκληροὺς σπλῆνας , ἐπιπλαττομένη πρόσφατός τε καὶ ξηρά . Κυτίσου τὰ φύλλα διαφορητικῆς
ἀναβρώσεως σηπεδονώδους συμπιπτούσης . ἴσατις ἡ ἥμερος κατὰ τῶν αἱμορραγούντων ἐπιπλαττομένη καλῶς ἐπέχει : κηκῖδες καυθεῖσαι : δεῖ δ '
6187507 ἐτυπωσε
εὐτελὴς ] φαῦλος . . ὤπασε ] ἱστόρησε . . ἐτύπωσε . . ἱέντα ] πέμποντα . . λιγνὺν ]
πρὸς ἑαυτόν , ὡς ἐνῆν ἀνθρώπινον νοῦν ἀνασπασθῇναι , καὶ ἐτύπωσε κατὰ τὰς ἐφικτὰς νοηθῆναι δυνάμεις . εἰς δὲ τὸ
6186681 Ἐπαφος
δὲ γένναν πρὸς δέκ ' ] τρισκαιδέκατος . ἀπὸ Ἰοῦς Ἔπαφος , οὗ Λιβύη , ἧς Βῆλος , οὗ Δαναὸς
τὴν ἀρχὴν ἔσται καὶ τὸ τέλος . σπέρμα ] ὁ Ἔπαφος . ἐκφυγεῖν ] λείπει τὸ δοίη . θέλουσαν ]
6184289 Ἀμφιθεας
ἔφην , υἱὸς ἦν Ἀπόλλωνος . ? Τένεδοςἀπὸ Τένου καὶ Ἀμφιθέας ἢ Ἡμιθέας τῶν Κύκνου παίδων . ἐκαλεῖτο δὲ Λεύκοφρυς
, ὡς Ἑκαταῖος , ἐν Ἑλλησπόντωι . ἀπὸ Τέννου καὶ Ἀμφιθέας ἢ Ἡμιθέας , τῶν Κύκνου παίδων , οἱονεὶ Τεννούεδος
6177148 συγγενοιτο
ἐξεδίδαξεν . καὶ γὰρ εἰ μέν τις περὶ αὐτῶν τούτων συγγένοιτο ὁτῳοῦν τῶν δημηγόρων , τάχ ' ἂν καὶ τοιούτους
. ἦλθε δὴ ὁ Πυθαγόρας καλούμενος , οἰόμενος , εἰ συγγένοιτο Φαλάριδι , βελτίω τὸ λοιπὸν αὐτὸν τοῖς ἀρχομένοις ἀπεργάσασθαι
6176261 ἀνιδρυτος
οὐκ ἄλλο τῶν εἰς κοινωνίαν οὐδὲν διασῴζεται , ἀλλ ' ἀνίδρυτος ὢν σπείρεται , πάντῃ φορούμενος καὶ μετανιστάμενος ἀεὶ καὶ
Μωυσέα ὁ μὲν φαῦλος , ὥσπερ ἄοικος καὶ ἄπολις καὶ ἀνίδρυτος καὶ φυγάς , οὕτως καὶ αὐτόμολος , ὁ δὲ
6174061 παρειληφοτων
ἀντιπόδων τῶν λεγομένων οὕτως ἀκούειν προσήκει ὡς μηδεμίαν ἡμῶν ἱστορίαν παρειληφότων περὶ τῆς νοτίου ζώνης , μηδ ' εἴ τινες
Κόιντος Σερουίλιος , Πόπλιος Κορνήλιος . τούτων δὲ τὴν ἀρχὴν παρειληφότων Λακεδαιμόνιοι κακοπαθοῦντες τῷ πολέμῳ τῷ τε πρὸς τοὺς Ἕλληνας
6172414 ἐπεστρατευσεν
οὓς διὰ τὸ πλῆθος τῶν παρ ' αὐτοῖς ἐλεφάντων οὐκ ἐπεστράτευσεν ὁ Ἀλέξανδρος . ὁρίζει δὲ τὴν χώραν ταύτην καὶ
ὑμῖν , ὅτε συνετίθεσθε , δίκαιον ἐφάνη . Δόλοψι γὰρ ἐπεστράτευσεν , οὖσι τῆς ἰδίας ἀρχῆς , καὶ δεινόν ,
6171388 ἀξιη
βοηθήσων . Πάντοθεν δ ' ἡμῖν καὶ λόγῳ καὶ ἔργῳ ἀξίη τιμὴ ἀπήντα , ὥστε μὴ μεταμελέεσθαι ὅτι οὐκ ἠλλαξάμεθα
: οὔτε γὰρ ἀκὶς ἐξῃρέθη , οὔτε αἱμοῤῥαγίη οὐδεμίη ἐγένετο ἀξίη λόγου , οὔτε φλεγμονὴ , οὔτε ἐχώλευσεν . Τὴν
6167902 πωρος
ὅτι δὲ πῶρος πένθος ἐστὶ , καὶ Ἀντίμαχός φησι , πῶρός τοι ἀλόχοισι καὶ οἷς τεκέεσσιν ἕκαστος . 〛 ἐπερωτῶν
ὅτι δὲ πῶρος πένθος ἐστὶ , καὶ Ἀντίμαχός φησι , πῶρός τοι ἀλόχοισι καὶ οἷς τεκέεσσιν ἕκαστος . 〛 ἐπερωτῶν

Back