λεχθὲν εἰ τὸ προσλαμβάνον θεραπείαν ὥσπερ χώραν οἰκείαν μὴ μᾶλλον εὐσθενεῖ καὶ καλλικαρπεῖ συνεργούσης τῇ φύσει τῆς τέχνης : ἀλλ
δ ' ἐν τοῖς οἰκείοις τόποις καλλίω γίνεται καὶ μᾶλλον εὐσθενεῖ : καὶ γὰρ τοῖς ἀγρίοις εἰσὶν ἑκάστοις οἰκεῖοι ,
4756804 ἐμους
' Εὐμάθει τούτῳ , μεταπεμψάμενος τοὺς οἰκείους καὶ φίλους τοὺς ἐμοὺς Εὐμάθης ἐνεφάνισε τὰ χρήματα , ἃ ἦν μοι παρ
ὅτι δεῦρο ἀνιὼν οὐχὶ τὼ ὀφθαλμὼ τοῦ ἀετοῦ ἐνεθέμην τοὺς ἐμοὺς ἐξελών : ὡς νῦν γε ἡμιτελὴς ἀφῖγμαι καὶ οὐ
4574993 παρθενωνας
, ὅταν δόμους μὲν τούσδε προσίδω κενούς , κενοὺς δὲ παρθενῶνας ; καὶ τὰ ἑξῆς ἐπὶ τούτοις . καὶ πένητα
ὅταν θρόνους τῆσδ ' εἰσίδω πάντας κενούς , κενοὺς δὲ παρθενῶνας , ἐπὶ δὲ δακρύοις μόνη κάθωμαι , τήνδε θρηνωιδοῦς
4566626 βροτους
δεσμεύων αὐτοῦ τὰς φρένας . αὐονὰ ] ὁ ξηραίνων τοὺς βροτούς . διανταία ] ἡ διαμπὰξ τιμωρουμένη . αὐτουργίαις ]
' : εὔηθες δέ τοι τὸ καὶ δοκεῖν ὄρνιθας ὠφελεῖν βροτούς . ] Κάλχας γὰρ οὐκ εἶπ ' οὐδ '
4470664 σους
μέρει τῆς παρατάξεως ἔξεστί σοι τὰς πέλτας , τουτέστιν τοὺς σοὺς ὑπηκόους , στῆσαι : ἀλλὰ μηνίων : μηνίων τινές
, [ εἰ ? ] τοὺς [ ] ? μὲν σοὺς προγόνους ὁ ] δῆμος οὐδὲ μεθυσθέντι ? ] ᾤετο
4464419 δομους
ἐμὴν ἀγγείλατ ' ἐντολήν , ὅπως τὸν παῖδα τόνδε πρὸς δόμους ἐμοὺς ἄγων Τελαμῶνι δείξει μητρί τ ' , Ἐριβοίᾳ
τὸν πέλανον δὲ ἐπὶ τῆς θυσίας φασίν : εἰς τοὺς δόμους τῆς Κόρης καὶ τοῦ βασιλέως τῶν κάτω Πλούτωνος :
4421430 ὀλωλῃ
, ὡς ἐκεῖ ἔσσεται ἦμαρ ὅτ ' ἄν ποτ ' ὀλώλῃ Ἴλιος ἱρή ἀντὶ τοῦ ὅτ ' ὀλεῖται . .
ὅρκια . . ἔσσεται ἦμαρ ὅτ ' ἄν ποτ ' ὀλώλῃ Ἴλιος ἱρή : ἀντὶ τοῦ ἀπολεῖται , πρὸς ὃ
4396070 ἀνακτας
μάρνανται , σκύλακες δὲ συνέμποροι ἡγεμονῆες κνώδαλα σημαίνουσι καὶ ἰθύνουσιν ἄνακτας εὐνὴν εἰς αὐτὴν καὶ ἀρηγόνες ἐγγὺς ἕπονται . οὐδ
ἠΰτε σάρκας ἀλλοτρίας : οἱ δ ' αὖτις ἑοὺς κορέσαντες ἄνακτας φύονται : τόδε πού σφι Ποσειδάων ἐπένευσε . τοῖον
4373448 γεραια
ἐπέρρεπε γαμβροῖσιν ἀείδειν . μεταμανθάνουσα δ ' ὕμνον Πριάμου πόλις γεραιὰ πολύθρηνον μέγα που στένει κικλήσκους ' Ἄπαριν τὸν αἰνόλεκτρον
ἐλθεῖν δ ' ἔτλησαν δεῦρο καὶ ξένον πόδα θεῖναι μόλις γεραιὰ κινοῦσαι μέλη , πρεσβεύματ ' οὐ Δήμητρος ἐς μυστήρια
4321462 αὐξεις
καὶ λέγεις καὶ πράττεις αὔξεις μὲν τὰ τῆς σοφίας , αὔξεις δὲ τὰ Παμφυλίας : ἐγὼ δὲ δεξάμενος τὸν Λητόιον
, ὡς ἐπὶ παντὶ σφαλερὰ κεῖσαι , καὶ τὰ μὲν αὔξεις , τὰ δ ' ἀποφθινύθεις : κοὐκ ἔστιν ὅρος
4312012 ὀιστους
' ἔφευγον : ὡς δ ' οὐκέτ ' εἶχ ' ὀιστούς , ἤσχαλλεν , εἶτ ' ἑαυτόν ἀφῆκεν εἰς βέλεμνον
ἐπιστύφουσι ποθεῖσαι . Ἄρτεμις εὐρίνων ἑσμὸν ἄγει σκυλάκων . ἐπιλίζοντας ὀιστούς Τευθρανίδης , ὦ κλῆρον ἀεὶ πατρώιον ἴσχων , κέκλυθι
4271471 ὁρατε
ἂν σώσητε πάσῃ προθυμίᾳ διαφθειρόμενα τὰ ἤθη τῆς πόλεως . ὁρᾶτε γάρ , εἰς ἃ προελήλυθεν ἡ τοῦ δήμου ἀκοσμία
περὶ τὸν αὐχένα καὶ ἐπὶ τῶν ὤμων ἐνίους ἐσπειραμένους . ὁρᾶτε , ” ἔφη , “ ὅπως ἔφριξα , ὦ
4253568 εὐτυχως
καὶ νῦν καθεκάστην ἐπιδιδόντων καὶ πρὸς ἕω καὶ πρὸς δυσμὰς εὐτυχῶς χωρούντων εὐδοκίᾳ Θεοῦ καὶ χάριτι , ὡς ἐκ τῶν
πόλιν οἰκήσετε ; οἱ δὲ ὦ μακάριοι , μέλλοντες ἀποθνῄσκειν εὐτυχῶς πρὸ τοῦ πειραθῆναι δεσμῶν , πρὸ τοῦ δουλείαν λῃστρικὴν
4237425 θανοντας
ἐπὶ τῶν τόπων ὁ Ὀρόβιος καὶ βωμὸν ἐπέγραψε : τούσδε θανόντας ἔχει ξείνους τάφος , οἳ περὶ Δήλου μαρνάμενοι ψυχὰς
ὁ μέγας μαραίνει . θύρσον κισσύβιον ὄρτυκος οἴει σὺ τοὺς θανόντας , ὦ Νικήρατε , τρυφῆς ἁπάσης μεταλαβόντας ἐν βίῳ
4225369 διθρονον
δὴ πέραινε , καὶ κόπον μὴ προστίθει . Ὅπως Ἀχαιῶν δίθρονον κράτος , Ἑλλάδος ἥβας , τοφλαττοθρατ τοφλαττοθρατ , Σφίγγα
δίδωσί μοι ἀλκὴν καὶ δύναμιν μέλπειν καὶ λέγειν ὅπως τὸ δίθρονον κράτος τῶν Ἀχαιῶν , ἤτοι τοὺς δύο βασιλεῖς ,
4189334 ἡμετερους
μαθητὴς ὀχούμενον , ἀπεπήδα δὲ περὶ τὰς θύρας ὡς τοὺς ἡμετέρους , οἳ ἐκάθηντο θέατρον αὐτῷ . καὶ οὕτως ἀντὶ
ἐπαινέσαντες γὰρ πολλὰ ἑαυτοὺς οὐδαμοῦ ἀντεῖπον ὡς οὐκ ἀδικοῦσι τοὺς ἡμετέρους ξυμμάχους καὶ τὴν Πελοπόννησον : καίτοι εἰ πρὸς τοὺς
4162695 ἡλιε
κοτύλῃ , χαλκῆν μυῖαν , ἔξεχ ' ὦ φίλ ' ἥλιε , τρυγοδίφησις , μηλολάνθη , χελιχελώνη , σκανθαρίζειν ,
. ναί , δέσποτα μακρόθυμε , πολυέλεε κύριε , νοητὲ ἥλιε , βασιλεῦ τῆς δόξης , τῶν κατ ' ἐμὲ
4160387 τεκν
ταχὺ τὸν εὐτυχῆ μετέβαλεν δαίμων , ταχὺ δὲ πρὸς πατρὸς τέκν ' ἐκπνεύσεται . ἰώ μοι μέλεος . ἰὼ Ζεῦ
τε σαοῖ , καὶ πότμον ἐπισπεῖ εὖτε δόλοις νήχοντα κακοφθόρα τέκν ' ἁλιήων οἰωνὸν χραίνωσιν , ὁ δ ' ἐς
4149980 λαους
καὶ ἐπὶ πόλεμον ὁρμῶσα . ὁ δὲ Ἀπίων ἡ τοὺς λαοὺς σώζουσα . λαρόν προσηνές , ἡδύ . εἴρηται δὲ
ἑπτὰ τὸν ἀριθμόν , καὶ [ τοὺς ] ἄλλους ὁμοίως λαοὺς αὐτόχθονας . ἀκολούθως δὲ τούτοις νομισθῆναι τὴν νῆσον ἱερὰν
4137908 ἐκλιπων
, ἐνέχυρα δέ . Ἐκλείψας οὐ δόκιμον , ἀλλὰ τὸ ἐκλιπών . Χρηστὸς τὰ ἤθη πληθυντικῶς φυλάττου : οἱ γὰρ
δ ' αὖ μετὰ τοῦτον , ἀνὴρ τὴν ἑαυτοῦ μὲν ἐκλιπών , ἑτέρωσε δὲ οἰκῶν , κέρδεσι δὲ τοῖς ἐν
4131177 μυσαχθεις
, μὴ ἀπαγορευόντων τῶν νόμων , τὴν παρὰ ταύτης ἀηδίαν μυσαχθεὶς καὶ ἥν φησι κεφάλαιον τῶν πόνων τὴν εὐδαιμονίαν παραγίγνεσθαι
συμμίξαντες παρέθεντο τῆι τραπέζηι . τοῦτο δὲ Ζεὺς ἐγνωκὼς καὶ μυσαχθεὶς τὴν μὲν τράπεζαν ἀνέτρεψεν , ὅθεν ἐκεῖνος ὁ τόπος
4108511 μεθιετε
τοὺς μάλα θαρσύνεσκε παριστάμενος ἐπέεσσιν : Ἀργεῖοι μή πώ τι μεθίετε θούριδος ἀλκῆς : οὐ γὰρ ἐπὶ ψευδέσσι πατὴρ Ζεὺς
τοι φρένες ἐσθλῶν . ὑμεῖς δ ' οὐκ ἔτι καλὰ μεθίετε θούριδος ἀλκῆς πάντες ἄριστοι ἐόντες ἀνὰ στρατόν . οὐδ
4106245 ἠνυσα
Φλιοῦς ἣν αὐτὸς δείματο , λευκόλοφος . Ἀτραπὸν εἰς Ἀίδαο ἤνυσα , τὴν οὔπω τις ἐναντίον ἦλθεν ὁδίτης . Ἦ
, καὶ νύξας ἐχάλαξα , καὶ οὐ φεύγοντος ἔτεινα . ἤνυσα δ ' ὦν τὸν ἄεθλον , ἀνείλκυσα χρύσεον ἰχθύν
4093138 ἀμον
ἐν ἐκθέσει δὲ στίχοι ἰαμβικοὶ τρίμετροι ἀκατάληκτοι ἕξ . τὸν ἀμόν νυν ἀντίπαλον ] ἀντισπαστικὰ κῶλα εʹ . τὰ δʹ
Μὴ τάσσε : χώρει δ ' ἔνθαπερ κατέκτανες πατέρα τὸν ἀμόν , ὡς ἂν ἐν ταὐτῷ θάνῃς . Ἦ πᾶς
4068788 φραζονται
εἴη . ἀλλὰ πολὺ μεῖζόν τε καὶ ἀργαλεώτερον ἄλλο μνηστῆρες φράζονται , ὃ μὴ τελέσειε Κρονίων : Τηλέμαχον μεμάασι κατακτάμεν
δὲ τοὺς μυόθηρας , οἳ καλοῦνται καὶ ὀροφίαι . * φράζονται : λέγουσι , καλοῦσι ἀκοντίαι : οὕτως διατρέχοντες κατὰ
4066712 πρασσοντας
ἐλαφρὸν ] ῥᾴδιον ὅστις ] ἐκείνῳ ὑπάρχει πημάτων ] συμφορῶν πράσσοντας ] πάσχοντας ἤγουν τοὺς κακοπραγοῦντας ἠπιστάμην ] ἐγίνωσκον ἀρήγων
Τοὺς δὲ πλησιάζοντας , καὶ πολλῷ μᾶλλον τοὺς ἀφειδέστερον τοῦτο πράσσοντας , ἐπιμελέστερον ἑαυτῶν προνοητέον , ἵνα ὡς ὅτι ἄριστα
4064398 ἀωριαν
' ἦν ἄρτι κοὐκ ἀωρί ” . λέγουσι δὲ καὶ ἀωρίαν καὶ τὴν ὥραν . Ἀριστοφάνης Ἀχαρνεῦσιν : „ ἀλλ
διατρίβοιεν . σχοινίον ] τὸ κοκκίνῳ βεβαμμένον . ἀλλ ' ἀωρίαν ἥκοντες : ἀντὶ τοῦ ἀωρίᾳ καὶ μεθ ' ἡμέραν
4061907 προπασα
, τὴν βίαν . . αἰχμὰν ] ἐξουσίαν . . πρόπασα ] ὅλη . στονόεν λέλακε χώρα ] θρηνητικὸν ἤχησε
μόρον τῶν οἰχομένων αἴρω δοκίμως πολυπενθῆ . νῦν γὰρ δὴ πρόπασα μὲν στένει γαῖ ' Ἀσὶς ἐκκενουμένα . Ξέρξης μὲν
4059022 σωφρονιστας
ἵσταται αὐλητής . . . . ἀρχὴ ] δηλοῖ τοὺς σωφρονιστάς . . παιδαγωγῶν ] οἱ καλούμενοι παιδονόμοι . .
θνητὰ δὲ ἀντ ' ἀθανάτων ᾕρηται καὶ νουθετητὰς μὲν καὶ σωφρονιστάς , ἔτι δὲ ἔλεγχον καὶ παιδείαν ἀποδιδράσκει , κόλακας
4038839 σκοτιη
, οὐρανόθεν δὲ μέλαν χάος , ἠδέ τις ἄλλη ὠρώρει σκοτίη μυχάτων ἀνιοῦσα βερέθρων : αὐτοὶ δ ' εἴτ '
ἑταιρὶς μὴ πολιτεύηται , μήπως συλλαβοῦσα νόθον τέκῃ τέκνον καὶ σκοτίη ἀνατέλλῃ γενεθλίη . ταῦτα Ἱπποκράτης λαβὼν παρὰ Πλάτωνος :
4021443 λαμβανομεθα
ἀνάγκη ἢ τῶν προτάσεων λαβέσθαι ἢ συγχωρῆσαι τῷ συμπεράσματι . λαμβανόμεθα οὖν τῆς δευτέρας προτάσεως . οὐ γάρ ἐστιν ὁ
θεούς . νῦν δ ' εὐθὺς ὑπὸ πάσης φαντασίας κεχηνότες λαμβανόμεθα καὶ μόνον , εἴπερ ἄρα , ἐν τῇ σχολῇ
4011199 οἰωνοισιν
μετεκίαθεν ὅσσοι ἔναιον Ἄργος , ἐπεὶ δεδαὼς τὸν ἑὸν μόρον οἰωνοῖσιν ἤιε , μή οἱ δῆμος ἐυκλείης ἀγάσαιτο : οὐ
γονῆες ῥίπτους ' ἐς βαθὺ κῦμα βορήν τ ' ἔμεν οἰωνοῖσιν . ἔμπαλι δ ' ἀρητοὶ παῖδες τοκέεσσι γένοντο εὐτραφέες
4009290 ταλαιπωρουμενους
ἀπάγει πικροτάτην δουλείαν , τοὺς μὲν ἅμα γυναιξὶ καὶ παισὶ ταλαιπωρουμένους , τοὺς δὲ καὶ χωρὶς τῶν εἰρημένων . Ὑπερβολὴν
ἐτεθνήκει Κλεόμβροτος , ἐνταῦθα [ καὶ ] τοὺς Σπαρτιάτας καὶ ταλαιπωρουμένους ἐπελάμβανεν ἀνάγκη μὴ ἐνδιδόναι : παρὰ γὰρ τοῖς Λακεδαιμονίοις
4008413 ἐπληττεν
τὴν αὐτοκτόνον , καὶ τῷ στρατῷ μὲν συμβαλεῖν οὐκ εὐτύχουν ἔπληττεν αὐτοὺς ὁ στρατὸς γὰρ ὡς βέλος , τοῖς τέκτοσιν
τὴν Ἀριάδνην παρῆν ὁ Ἀπόλλων νέος ὢν καὶ τὴν λύραν ἔπληττεν : ἢ ὅτι Πηλέως γαμοῦντος παρῆσαν μὲν ἅπαντες οἱ
4002662 λελακε
θʹ πρόπασα ] ὅλη ἤδη ] νῦν στονόεν ] θρηνητικόν λέλακε ] ἤχησεν , ἐθρήνησε μεγαλοσχήμονα ] ἤγουν μεγάλην ἀρχαιοπρεπῆ
αἰχμὰν ] ἐξουσίαν . . πρόπασα ] ὅλη . στονόεν λέλακε χώρα ] θρηνητικὸν ἤχησε χώρα . ὁ πρῶτον κατὰ
3999986 βυθωι
εὐφημίαι . φελλοὶ ] ἐκεῖνοι γὰρ ἐπιπλέοντες σημαίνουσι τὴν ἐν βυθῶι σαγήνην : οὕτω καὶ ἡμεῖς ζῶντες σὲ τὸν θανόντα
ἐν οὐρανῶι ἐστι καὶ ἐν γαίηι πολυκάρπωι ἐν πόντου τε βυθῶι , σεμνὴ Βάκχοιο πάρεδρε , τερπομένη θαλίαισι , γαμοστόλε
3997293 ἀναλκιδας
καταστραφέντων κίνδυνος εἴη παθεῖν τι ἰσχυρῶς ἐθάρρει : καὶ γὰρ ἀνάλκιδας ἡγεῖτο εἶναι αὐτοὺς καὶ ἀσυντάκτους ὄντας ἑώρα , καὶ
που μάλα ἔλπεαι υἷας Ἀχαιῶν ἀπτολέμους τ ' ἔμεναι καὶ ἀνάλκιδας , ὡς ἀγορεύεις ; καὶ ὅσα ἑξῆς ἐπιλέγει τὸν
3996302 ἐπανερχομενους
ταῖς γενέσεσιν εὕρωμεν τοὺς κακοποιοὺς ἐπικέντρους , τοὺς δὲ ἀγαθοποιοὺς ἐπανερχομένους , καὶ πάλιν ἐὰν ἡ Σελήνη ἀπορρεύσῃ μὲν τῶν
γενέσεσιν εὕρωμεν τοὺς μὲν κακοποιοὺς ἐπικέντρους , τοὺς δὲ ἀγαθοποιοὺς ἐπανερχομένους , καὶ ἡ Σελήνη δὲ τῶν μὲν κακοποιῶν ἀπορρεύσῃ
3989043 ἀλκυονων
ὄνομα κείρυλος λέγεσθαι . Ἀντίγονος δέ φησι τοὺς ἄρσενας τῶν ἀλκυόνων κηρύλους λέγεσθαι , οὓς καὶ γηράσκοντας αἱ θήλειαι βαστάζουσι
τὴν δὲ λῆρον καὶ μυθικὴν τοῦ κήυκος ἱστορίαν καὶ τῶν ἀλκυόνων ἐῶ . διπλῶν μεταξὺ ἤτοι Μυκόνου καὶ Τήνου ἢ
3986478 προδιδασκων
ἀδελφὴν οὐχ ὅσιον ὑπέλαβεν ἐπὶ τὰ τῆς ἠτυχηκυίας παρέρχεσθαι , προδιδάσκων τὰ συγγενικὰ δίκαια μὴ λύειν μηδ ' ἐπιβαίνειν πταίσμασι
: ἀλλ ' ὦ Δελφῶν πλείστας ἀκονῶν Φοῖβε μαχαίρας καὶ προδιδάσκων τοὺς σοὺς προπόλους . κἀν τοῖς ἑξῆς δ '
3981927 τοισδ
Ἑλληνικῶι . ἥκω δὲ τὴν Λάκαιναν ἄξων : δόμοις γὰρ τοῖσδ ' ἐν αἰχμαλωτικοῖς κατηρίθμηται Τρωιάδων ἄλλων μέτα . οἵπερ
τἀπίλοιπ ' ἤνπερ πύθῃ ; ὀπταὶ κίχλαι δ ' ἐπὶ τοῖσδ ' ἀνάβραστ ' ἠρτυμέναι περὶ τὸ στόμ ' ἐπέτοντ
3980581 πυκινην
τείχεος , οὐδ ' ἐς Ἀχαιοὺς μίσγετο : μητρὸς γὰρ πυκινὴν ὠπίζετ ' ἐφετμήν . ἔνθα στὰς ἤϋς ' ,
ἐρέουσα ἀντὶ τοῦ σημαίνουσα . . τοὺς ὅ γε συγκαλέσας πυκινὴν ἠρτύνετο βουλήν : ὅτι Ζηνόδοτος γράφει αὐτὰρ ἐπεί ῥ
3971763 διεπλευσαμεν
κήτους διαλελυμένην ἴσως ἑωράκατε . μέχρι μὲν οὖν Σικελίας εὐτυχῶς διεπλεύσαμεν : ἐκεῖθεν δὲ ἁρπασθέντες ἀνέμῳ σφοδρῷ τριταῖοι ἐς τὸν
μὴ εἰς ἅπαν ταῖς ἀνιάτοις παρανομίαις ἀφεθῆναι . χειμῶνος μέσου διεπλεύσαμεν ἀγνοοῦντες , ὅσος χειμὼν ἔφεδρός ἐστιν ὁ κατὰ γῆν
3971207 ὀλοφυρομαι
καὶ τοὺς τῶνδε νῦν τοκέας , ὅσοι πάρεστε , οὐκ ὀλοφύρομαι μᾶλλον ἢ παραμυθήσομαι . ποιεῖ δὲ τοῦτο ἀναγκαίως ,
κατηφῶ καὶ ἄχθομαι καὶ οὐ μᾶλλον αὐτοὺς ἢ τοὺς ζῶντας ὀλοφύρομαι : τοῖς μὲν γὰρ ἀκολουθίᾳ φύσεως τὸ ἀναγκαῖον ἀποβῆναι
3965370 ἀριστεας
. ὅτε τοίνυν ἀδικούσαις ἐνίους τῶν οἰκητόρων τιμαῖς δωροῦνται τοὺς ἀριστέας οἱ νόμοι , πῶς οὐ πᾶσιν ἂν εἴη κεχαρισμένος
καὶ τὴν Μέμνονος ἰσχὺν καὶ τὸν Ἕκτορα καὶ τοὺς ἄλλους ἀριστέας . οἷς δῶμα Περσεφόνας : οἷς τοῖς ἀριστεῦσι τῆς
3964111 φυλαττετε
τυράννους . τί οὖν ἐστι τοῦτο ; ἀπιστία . ταύτην φυλάττετε , ταύτης ἀντέχεσθε : ἂν ταύτην σῴζητε , οὐδὲν
δὲ , ἔφη , τάξαντες ἑαυτοὺς ἄνευ στάσεως καὶ εἰσαῦθις φυλάττετε τὴν τάξιν , ἣν αὑτοῖς δεδώκατε . Θέογνις ἐν
3958316 πρωτ
καὶ κακὸς ἄνδρ ' ἀγαθόν . Οὐδεὶς ἀνθρώπων , ὃν πρῶτ ' ἐπὶ γαῖα καλύψηι εἴς τ ' Ἔρεβος καταβῆι
πάρα . δέχομαι : παρεὶς δὲ γραμμάτων διαπτυχὰς τὴν ἡδονὴν πρῶτ ' οὐ λόγοις αἱρήσομαι . ὦ φιλτάτη μοι σύγγον
3958034 τουσδε
. ] : εἶπε δὲ φωνήσας : Πόλυβε , θρεπτήρια τούσδε ἵππους τοι δώσω δυσμενέων ἐλάσας . ζητοῦσι δὲ πάλιν
, ἐκήρυξεν , εἰ μεταθοῖντο , στρατεύσειν ἑαυτῷ . καὶ τούσδε μὲν ὁ Πάπιος μεταθεμένους ἐστράτευεν : οἱ δ '
3951047 Ἑλληνικους
| οὐδὲ ζῶον . τὰ γὰρ οὐράνια σώματα κατὰ τοὺς Ἑλληνικοὺς καὶ παλαιοὺς λόγους ὄντα ἀγένητα ἀρχὴν ἔχει τὸ κέντρον
τὴν ἑορτὴν ταύτην καταστησάμενοι , τί προσῆκεν αὐτοῖς τοὺς μὲν Ἑλληνικοὺς ἅπαντας σέβειν θεούς τε καὶ δαίμονας , τῶν δὲ
3950945 δρυοχους
διὰ τῆς δωρησαμένης θεοῦ τὸ τῆς χλανίδος κάλλος ἐσήμηνεν . δρυόχους : ἐν οἷς καταπήσσεται ἡ τρόπις ξύλοις , ταῦτα
οἱ περίπατοι . Δρόμοις , τοῖς γυμνασίοις . Δρύοχοι . δρυόχους ἐν Τιμαίῳ καλεῖ τὰ στηρίγματα τῆς πηγνυμένης νηός .
3947585 νομευειν
! ! ! ! ! ! ! ! ! [ νομεύειν ] πήματ [ ] ? [ ' ] ἀποπτύειν
ἀπάμυνον ] ἐρινύν . [ ] μῶμαρ ? ὁμήθεα μῆλα νομεύειν [ . ] [ ] ! ! ! ἐπιτέρπομαι
3947271 δεσμοισιν
' ἐλάασκε γυναικῶν . οἱ μέν νυν Βρόμιον Πενθηϊάδαι φυλακῆες δεσμοῖσιν δοκέοντο σιδηρείοισιν ἄγεσθαι ἄλλοι Καδμεῖοί τε : θεοῦ δ
σὺν δὲ πόδας δεῖ ὅτε δέει γλῶσσάν τε νόον τε δεσμοῖσιν ἀφράστοισι : φιλεῖ δέ ἑ μαλθακὸς ὕπνος . καὶ
3945340 λησῃ
χρονίων νοσημάτων : ὡς γὰρ αὐτὸς λέγει ὅτι “ οὐ λήσῃ ὅπῃ τρέψηται τὸ νόσημα ” . Τέταρτος προσδιορισμός ἐστιν
μιᾶς ἐκπεφυκότα καὶ βλαστάνοντα : ὃν μήποτε ὑπομείνῃς μεθέσθαι , λήσῃ γὰρ ἅμ ' αὐτῷ καὶ σωρὸν ἀθρόον ἀγαθῶν μεθέμενος
3942549 μησατ
. Ἀλλ ' ἐπεὶ οὖν μοι θυμὸς ἐνὶ προτέροισιν ἀεῖσαι μήσατ ' ἀναγκαῖον χρεῖος , σάφα νῦν καταλέξω , ὁππόθεν
Ἀγαμέμνων ; ποῦ Μενέλαος ἔην ; τίνα δ ' αὐτῷ μήσατ ' ὄλεθρον Αἴγισθος δολόμητις , ἐπεὶ κτάνε πολλὸν ἀρείω
3942012 εὐφεγγης
μοιρῶν θ ' ὅρι ' ἀλλάξωσιν ἀλλήλων Κύπρις τε καὶ εὐφεγγὴς θοὸς Ἑρμῆς , αὐλῶν ἢ κιθάρης ἢ ἀοιδῆς εὐρύθμοιο
καθίστατο : ἐπεί γε μέντοι λευκόπωλος ἡμέρα πᾶσαν κατέσχε γαῖαν εὐφεγγὴς ἰδεῖν , πρῶτον μὲν † ἠχῇ κέλαδος Ἑλλήνων πάρα
3940873 Δαναους
καὶ κοινῶς ἅπαντας Τρῶας τοὺς συμπολεμήσαντας αὐτοῖς , ὥσπερ καὶ Δαναοὺς καὶ Ἀχαιοὺς τοὺς ἐναντίους : ἀλλ ' οὐ δήπου
σφῶι μὲν αὖθι , σὺ καὶ κρατερὸς Λυκομήδης , ἑσταότες Δαναοὺς ὀτρύνετον ἶφι μάχεσθαι : αὖταρ ἐγὼ κεῖς ' εἶμι
3934637 κρατη
ὃ δηλοῖ τὴν τρίχα : γέγονε δὲ ἀπὸ τοῦ κρατῶ κράτη : ἐκβολῇ τοῦ ρ , κάτη , καὶ τροπῇ
ἐνήσει Τῖφυς ἄθραυστον σκάφος . Γραικοὺς δὲ χώρας τουτάκις λαβεῖν κράτη θαλασσόπαις δίμορφος αὐδάξει θεός , ὅταν παλίμπουν δῶρον ἄγραυλος
3925040 παιζουσιν
ἡμεῖς καὶ πάντες ὅσοι παίζουσι τοῦτο ποιοῦσιν ἢ τούτου γε παίζουσιν ἐφιέμενοι . Καὶ κινδυνεύει , εἴτε τις παῖς εἴτε
, τά τ ' ἔνδον εὐτρεπῆ ποίει λαβών . οἷα παίζουσιν φίλαι παρθένοι Λυδῶν κόραι , κοῦφα πηδῶσαι κόμαν ,
3920476 ἠκε
[ ] ' ὦδε δεῖ πέμπειν . σὺ δ ' ἦκε , Μητροῖ , πρός με τῆι ἐνάτηι πάντως ὄκως
τὸ κρέας λαβεῖν ᾔτει . ἡ δ ' εἶπεν “ ἦκε τῇδε καὶ δέχου χαίρων : φίλος γὰρ εἶ μοι
3918267 ἀρρηκτοισι
⌊ τε ⌋ πίθοι κατακείαται ἐν Διὸς οὔδει . ἐν ἀρρήκτοισι δόμοισιν : κακῶς δὲ εἶπεν ἐν ἀρρήκτοισι δόμοισιν ἀντὶ
οὐδέ ἑ τάρβος οὐλοὸν οὐδὲ βαρεῖαι ὑπήλυθον Αἰήταο μήνιες : ἀρρήκτοισι δ ' ἐνιζεύξας ἔχεν ὅρκοις . τῶ καὶ ὅτ
3917849 ἀγγελλουσα
καὶ Ἰλιάδεσσι γυναιξὶν ὄρθρον ὑπὸ σκιόεντα πολύθροος ἤλυθε φήμη δήιον ἀγγέλλουσα φόβον σημάντορι καπνῷ . αὐτίκα δ ' ἐξέθορον πυλέων
ἐς οὖς ἀεὶ πέμπουσα μύθους ἐπὶ τὸ δυσμενέστερον , ὄνειδος ἀγγέλλουσα τἀγαμέμνονος καὶ τοῦθ ' ὃ μισήσειαν Αἰγίσθου λέχος οἱ
3908892 διους
? ? ? ? ? ! [ [ ] ! διους λαθρέμπορος ? ? εἰς ὑμενηίους ? ? ? ?
? ? ? ? ? ! [ [ ] ! διους λαθρέμπορος ? ? εἰς ὑμενηίους ? ? ? ?
3904357 ἐσθλους
νᾶες ] πολυγόμφοι ἐλεύσαν [ Τροίαι ] κακόν , ἥρωας ἐσθλούς ? ? [ : τῶν ] μὲν κρείων Ἀγαμέμνων
ὄχεσφι , πεζοὺς δ ' ἐξόπιθεν στήσας πολέας τε καὶ ἐσθλούς . Καὶ τὸ εἶναι ἐν τοῖς στρατιώταις ἡγεμόνας κατὰ
3901959 προδωσομεν
γὰρ αἰσχρὸν τουτογί , ὦ φίλταται , τὸν χρησμὸν εἰ προδώσομεν . Μῦθον βούλομαι λέξαι τιν ' ὑμῖν , ὅν
δισσὰ πνεύματα πνεῖς , Ἔρως × – ὅμως τἀληθὲς οὐ προδώσομεν εἴξαντες ὄκνῳ Ἀθάνα τὰς γὰρ συμφοράς ἀπροσδοκήτους δαίμονες [
3901912 ηὐξησατε
, μὴ θεοῖσιν ταύτην μοῖραν ἐπαμφέρετε : αὐτοὶ γὰρ τούτους ηὐξήσατε ῥύματα δόντες , καὶ διὰ τοῦτο κακὴν ἔσχετε δουλοσύνην
, μὴ θεοῖσιν τούτων μοῖραν ἐπαμφέρετε : αὐτοὶ γὰρ τούτους ηὐξήσατε ῥύματα δόντες , καὶ διὰ ταῦτα κακὴν ἔσχετε δουλοσύνην
3896491 βαινει
τέλειον ἐστὶν ἠλεός . Ἠλίβατος . ἐφ ' ἣν πρώτην βαίνει ὁ ἥλιος : ἢ ἡ παραθαλασσία , ἡ ἐφ
πρὸς ἄλληλά τε οὕτως . ὑπείκει δὲ ὅσον ἐπὶ σμικροῦ βαίνει : τὸ δὲ ἐκ τετραγώνων ὂν βάσεων , ἅτε
3895746 ὀρινομενους
ὀιστοῖς ἠδὲ καὶ ἐγχείῃσι δεδεγμένοι , εἰσόκε πάντας ἀντιβίην ἀσπερχὲς ὀρινομένους ἐδάιξαν . ὡς δ ' ὅτε δούρατα μακρὰ νέον
' ἀναΐξας , ἴδε δὲ Τρῶας καὶ Ἀχαιοὺς τοὺς μὲν ὀρινομένους , τοὺς δὲ κλονέοντας ὄπισθεν Ἀργείους , μετὰ δέ
3889651 κακην
ἀδελφόν σου φονεύσας τιμωρίαν ὑπόσχῃς τοῖς θεοῖς . τὴν γὰρ κακὴν νίκην , λέγω δὲ τὴν γινομένην ἀνόμως , τιμᾷ
εὐτυχὴς ἀνήρ . ἀναρπαξάνδραν δὲ τὴν ἀναρπάξασαν πολλοὺς τῶν ἀνδρῶν κακὴν μοῖραν , κατὰ μεταπλασμὸν τοῦ ἀναρπάξανδρος . [ Εὐριπίδης
3883642 τοκεας
καιρῷ ἀνάγκης καιρῷ δυσκαίρῳ ληφθείς , Καὶ τοὺς τυχόντας ἄνδρας τοκέας λέγε . Ἐλεύθερον ἀδύνατον εἶναι τὸν πάθεσι δουλεύοντα .
ταύτην τοῖς ἐνθάδε κειμένοις ἀποδοῦναι χάριν , εἰ τοὺς μὲν τοκέας αὐτῶν ὁμοίως ὥσπερ ἐκεῖνοι περὶ πολλοῦ ποιοίμεθα , τοὺς
3879373 ζωοισι
: καὶ μυρίκης λάζοιο νέον πανακαρπέα θάμνον , μάντιν ἐνὶ ζωοῖσι γεράσμιον , ᾗ ἐν Ἀπόλλων μαντοσύνας Κοροπαῖος ἐθήκατο καὶ
, ἀλλὰ πορευομένων ἄλλοσε πολλάκις . ἄλλως : ἔργα δὲ ζωοῖσι : παρὰ τὸ Ὁμηρικόν : χρύσειαι , ζωῇσι νεήνισιν
3877418 τηνδε
εἴη προτροπή τις καὶ συμβουλή , οὐκ ἂν ὃ μὲν τήνδε τὴν ἐπιστήμην , ὃ δὲ τήνδε προέλοιτο . ὥστε
τῆς πόλεως , ἐν οἷς πάλαι τοὺς ἑαυτῶν νεκροὺς οἱ τήνδε κατοικοῦντες ἐνεταφίαζον Ἕλληνες : οὓς καὶ συνάγων καί τινι
3875303 ἐπηβολους
ἔοικεν , ἡμᾶς λυροποιοὺς δεῖν εἶναι καὶ τοιαύτης τινὸς ἐπιστήμης ἐπηβόλους . ἐνταῦθα γὰρ δὴ χωρὶς μὲν ἡ ποιοῦσα τέχνη
' ᾗ καὶ ἄλλων ἐπαινούντων ἐρυθριᾶν χρεὼν τοὺς ἀληθινῶς αὐτῆς ἐπηβόλους . χαλεπὸν μὲν γὰρ καὶ χρηματιστῇ συγγενέσθαι οὐδὲν ἐθέλοντι
3875086 λιγεια
ἐτυμώτερον δὲ οἱ Δωριεῖς λέγουσι „ Μῶς ' ἄγε Μῶσα λίγεια „ . . , : μῶμος : παρὰ τὸ
! | λίγεια τοῖον γὰρ ὑπώρορε ⌊ ⌋ | Μοῦσα λίγεια ? ? ? | καὶ Ἀλκμὰν | Μῶς '
3871394 τεισειν
ἐγὼ δέ τοι αὐτὸν ὑπίσχομαι , ὡς σὺ κελεύεις , τείσειν αἴσιμα πάντα μετ ' ἀθανάτοισι θεοῖσι : ” τὸν
οὐ γὰρ ἱκάνει χερσὶ βιησόμενος , μέμονεν δέ τοι ἄξια τείσειν δωτίνης : ἀίων ἐμέθεν μέγα δυσμενέοντας Σαυρομάτας , τοὺς
3867682 πνοιαις
, κυκλόθεν ἀδοκήτοις ἐρρίπιζον [ ] ἀῆται ? ? ? πνοιαῖς ? ? ? , οἱ μὲν ψιλοὺς πνεύματος [
ἀκάθαρτον : καὶ γὰρ ὑφάλοις χοιράσι καὶ ῥαχίαις ἐκτετράχυνται καὶ πνοιαῖς καταιγιζούσαις τὸ πλέον . ἐνταῦθα δὲ ἱδρῦσθαι Βερενίκην πόλιν
3866939 ὀψομενη
διαφόρους τόπους τὸ τελευταῖον ἀπῆλθε καὶ πρὸς τὸν Καύκασον , ὀψομένη τὸν Προμηθέα . . Ἡ Ἰὼ κατὰ χόλον τῆς
σὺ πάντας δαμνᾷ ἀθανάτους ἠδὲ θνητοὺς ἀνθρώπους . εἶμι γὰρ ὀψομένη πολυφόρβου πείρατα γαίης , Ὠκεανόν τε θεῶν γένεσιν καὶ
3866449 βρυουσαν
τὸ περιθέον ἄνωθεν πῦρ ἀποσβέσας τὴν ὕπουλον φλόγα καὶ κάτωθε βρύουσαν εἴασε . τὸ γὰρ πάλιν μὲν ἐκείνους νεωτερίσαι ,
ὀξυπύνδακα , στίλβουσαν , ἀνταυγοῦσαν , ἐκνενιμμένην , κισσῷ κάρα βρύουσαν , ἐπικαλούμενοι εἷλκον Διὸς σωτῆρος . κεντρωτός , ἱερός
3865707 θανηι
μυρίων μῆτερ τροπαίων , Ἕκτορος φίλον σάκος , στεφανοῦ : θανῆι γὰρ οὐ θανοῦσα σὺν νεκρῶι : ἐπεὶ σὲ πολλῶι
φεῦγ ' ὡς τάχιστα τῆσδ ' ἀπαλλαχθεὶς χθονός . ] θανῆι πρὸς ἀνδρὸς οὗ τάδ ' ἐστὶ δώματα . τί
3863161 ἡβη
καὶ ἵκετο , Ἀττικῶς . Ἥβης δὲ μέτρον , ἡ ἥβη περιφραστικῶς . Ἥβη δὲ ἡ ἐνηλικίωσις λέγεται . .
ἰσχίον ἡ δὲ ἔξω λαγὼν καὶ γλουτὸς ἡ δὲ ἔσω ἥβη , ἥτις καὶ συντέτρηται διὰ τὸ παριέναι τοὺς κρεμαστῆρας
3860240 καλυψει
λέων καὶ τὰ λοιπὰ , ὡς εἴρηται , ζῶα ποιοῦσι καλύψει χρώμενα . ἧκε : ἔξω ἔπεμψεν , ἔπεμπε ,
φύλαττε σώματος δίχα ῥύψας μέλανσιν ἔνδον ὡς κεκρυμμένην . αὕτη καλύψει κάλλος ἔκλαμπρον σκότει . ῥείθροις κάθαιρε ὡς χιόνα δ
3856697 γεγως
οἶδ ' ἄνδρα Μυσὸν Τήλεφον . . εἴτε δὲ Μυσὸς γεγὼς ἦν εἴτε κἄλλοθέν ποθεν , πῶς . . .
αἴθων εὐνάσῃ βαρὺν κλόνον ἀπ ' Αἰακοῦ τε κἀπὸ Δαρδάνου γεγὼς Θεσπρωτὸς ἄμφω καὶ Χαλαστραῖος λέων πρηνῆ θ ' ὁμαίμων
3850579 ὀς
περιβαλὼν αὐτὸ τὰ μὲν ἱκανὰ κατάλειπε , τὰ δὲ περιττὰ ὄς ' ἂν δύνῃ ἀπόδου , τὰ δὲ ἄλλα τοῖς
! ! ! ! ! ! ! ] πάντ ' ὄς ' ἐστὶ ἰρά [ ] κω [ ! !
3831416 ἀνθρωπινους
τεχνίτην μὲν τὸν θεόν , ὄργανα δὲ τοὺς λογισμοὺς τοὺς ἀνθρωπίνους , τέχνην δὲ τὴν ἀνθρωπίνην σπῶσαν ἡμᾶς ἐπὶ τὴν
τις ἡμῶν εἰς τὸν ἀγρὸν ἐξιὼν μνήματα παρελθὼν καὶ τάφους ἀνθρωπίνους : τούτων ἕκαστος ἔλεγεν εἰς ὥρας ἐγὼ πλεύσω ,
3827540 ἁπαξαπαντας
τῶν παραλίωνκαὶ δεῖν ἀπροφασίστως ἐν τούτῳ καὶ ἀμᾶσθαι καὶ ἀροτριᾶν ἁπαξάπαντας τοὺς γεωργούς . οὗτός τοι πεδίων : καὶ τοῖς
χρόνῳ : κᾆθ ' ὡς ἐκεῖνος κατέδομαι καὶ τοὺς λίθους ἁπαξάπαντας , οὐ γὰρ οὖν τὴν γῆν μόνην . διαφέρει
3826278 ὑπερθυμους
εὐρυοδείης πέμψαν καὶ δεσμοῖσιν ἐν ἀργαλέοισιν ἔδησαν , νικήσαντες χερσὶν ὑπερθύμους περ ἐόντας , τόσσον ἔνερθ ' ὑπὸ γῆς ὅσον
ἄλλοισι κακὸν μέγα πᾶσι φυτεῦσαι ; αὐτίκα γὰρ Τρῶας μὲν ὑπερθύμους καὶ Ἀχαιοὺς λείψει , ὃ δ ' ἡμέας εἶσι
3823769 κατεπινε
κριθὰς παρέθηκεν : ἀλλ ' ἐκεῖνος μὲν σπουδῇ τὰς κριθὰς κατέπινε δεδιώς , οἷα εἰκός , ἐμὲ τὸν συνάριστον .
ἄρ ' οὐκ ἀλαοσκοπιὴν ἔχεν , ἀλλὰ δοκεύων παῖδας ἑοὺς κατέπινε : Ῥέην δ ' ἔχε πένθος ἄλαστον . ἀλλ
3822467 εἰθε
τὸν ἀγῶνα ὑμεῖς , ἐμοὶ παραλειπτέον ἐστὶν ἀδικουμένῳ . ὡς εἴθε καὶ τῶν ἄλλων ἀνεκόπησαν τότε αἱ τόλμαι εὐθὺς ἀρξαμένων
ἐπικαθήμενος , μεταφορικῶς ἀπὸ τῶν μελισσῶν . εἴθε φαύλως : εἴθε ἐκ τοῦ ῥᾴστου καὶ οὕτως εὐχεροῦς : ἐπεὶ μηδὲ
3821725 σωιζειν
χρηστόν , μῆτερ , οὐχὶ βούλομαι ἄλλωι παρεῖναι μᾶλλον ἢ σώιζειν ἐμοί : ἀνανδρία γάρ , τὸ πλέον ὅστις ἀπολέσας
τὴν ἐμὴν δάμαρτά σε , ἣν Ζεὺς ἔπεμψε δεῦρό σοι σώιζειν ἐμοί . οἶδ ' οὕνεχ ' ἡμῖν οὔποτ '
3821263 ἀλητας
δράσαντας οὐκ ἀξιοῦντες ἐκδιδόναι , πόλιν τ ' ἀπολωλεκότας καὶ ἀλήτας γεγονότας σφῶν τ ' ἐν τῇ πενίᾳ ἱκέτας .
' αἰσχρὸν χωρὶς ἐν πόλει τ ' ἴσον , ἱκέτας ἀλήτας συγγενεῖςοἴμοι κακῶν : βλέψον πρὸς αὐτούς , βλέψονἕλκεσθαι βίαι
3815217 Τρεφειν
οὔτε θηλέης , ἄνδρες δὲ πάντων τε καὶ πασέων . Τρέφειν τοὺς τοκέας τοῖσι μὲν παισὶ οὐδεμία ἀνάγκη μὴ βουλομένοισι
εἶναι τῷ πάθει τούτῳ καὶ εἰς φθισικὴν μεταπεσεῖν διάθεσιν . Τρέφειν δὲ δεῖ τούτους μᾶλλον τῇ πτισάνῃ , ὥστε καὶ
3812431 θαυμαζοιμεν
ἀπαλλάττειν : * * καὶ τί ἂν γίγνεσθαι οὐκ ἂν θαυμάζοιμεν . Οὕτως ἔχει . Πότερον οὖν δοκοῦσί σοι οἱ
καλὰς οὐ πλέον εἴκοσι σταδίων ἀπεχούσας : οὐκ ἂν οὖν θαυμάζοιμεν εἰ οἱ πολέμιοι , ὥσπερ οἱ δειλοὶ κύνες τοὺς
3810766 παλιντροπον
οἵας ἐναπεργάζῃ τοῖς πράγμασι . Καλῶς σε , πρὸς τὸ παλίντροπον ἀπιδόντες , τροχὸν τὸ τῶν σοφῶν ὠνομάκασι γένος :
τοῖς πολεμίοις , ἐνθυμούμενος τὰ ἄδηλα τῆς τύχης καὶ τὸ παλίντροπον τοῦ δαιμονίου φιλοῦντος ὡς τὰ πολλὰ νεμεσᾶν , ἵν
3810259 λιπων
μὲν Θράσων ' , ἀπεκτάγκασι δ ' οὔ . Ἥκει λιπὼν Αἰγαῖον ἁλμυρὸν βάθος Θεόφιλος ἡμῖν , ὦ Στράτων .
. Ἤλυθε δ ' Εὐρυτίων Ἴρου παῖς Ἀκτορίωνος τρηχείην Ὀπόεντα λιπὼν , σὺν δ ' ἤλυθεν Ἴδας Λυγκεύς θ '
3806845 χθονος
μελάθροισιν ὑποχθονίη ἐπορούσῃ λάβρος , ἄφαρ δέ τε πάντα κατὰ χθονὸς ἀμφιχέηται ἐκ θεμέθλων , μάλα γάρ ῥα περιτρομέει βαθὺ
Οἰδίπου ; σήμαινέ μοι . τὰ μὲν πρὸ πύργων εὐτυχήματα χθονὸς οἶσθ ' : οὐ μακρὰν γὰρ τειχέων περιπτυχαί [
3805524 ὀλοην
ἐκύλινδεν διὰ δρυμὰ πυκνὰ καὶ ὕλας Βιστονίης , ἵνα κῆρ ὀλοὴν καὶ πότμον ἐπίσπῃ . Αὐτὰρ ἐπεὶ Φινῆος Ἀγηνορίδαο λιπόντες
. ἀλλ ' ἔμπης μετὰ φῦλον ἐφημερίων ἀλεγεινῶν θηρσὶ Θυεστείην ὀλοὴν παρέθηκε τράπεζαν . Ἔστι δ ' ἐϋκρήμνοις ἐπὶ τέρμασιν
3800002 οὑνεχ
δείσητον , ἀλλὰ πάντ ' ἐπέξιτον , θεατῶν γ ' οὕνεχ ' , ὡς ὄντων σοφῶν . Καὶ μὴν ἐπ
σὺν ἔντεσι δούριος ἵππος . Θαύμαζον δὲ Σίνωνα περικλυτόν , οὕνεχ ' ὑπέτλη λώβην δυσμενέων πολυκηδέα : καί ῥά ἑ
3799880 πεπλους
εἶδεν ὁ Ξέρξης , αἰδεσθεὶς τὸ πτῶμα διαρρηγνύει τοὺς οἰκείους πέπλους . . ἐσφάδαζε ] ἐταράττετο , ἐστασίαζε . .
ἄνευ ποικιλμάτων ἐσθήματα ἑανοὺς καλεῖσθαι , τὰ δὲ σὺν ποικίλμασι πέπλους . τὸ δὲ ζῶμα ἔστι μὲν ἐπιτήδειον ἐνδῦναι ,
3796932 καμπτοντας
: οἰκῶν γὰρ τὸν Κορινθίων ἰσθμὸν ἠνάγκαζε τοὺς παριόντας πίτυς κάμπτοντας ἀνέχεσθαι : οἱ δὲ διὰ τὴν ἀσθένειαν οὐκ ἠδύναντο
μὴ δυνάμενον ζῆν ἀλύπως ἀποθανεῖν . ὡς δὲ τὴν ἄκραν κάμπτοντας ἡμᾶς εἶδον , ἐμβάντες ταχὺ ἀνηγάγοντο . ἐκλελάκτικεν ὁ
3786188 κλυων
' ἄελπτον . καὶ μὴν παρών γε κοὐ λόγους ἄλλων κλύων , Πέρσαι , φράσαιμ ' ἂν οἷ ' ἐπορσύνθη
Αὐτὸς βαρεῖαν ξυμφορὰν ἐν ὄμμασιν πατρὸς δεδορκὼς κοὐ κατὰ γλῶσσαν κλύων . Ποῦ δ ' ἐμπελάζεις τἀνδρὶ καὶ παρίστασαι ;
3781422 κτανοντας
πρὸς τύμβον , ἔνθα βουθυτεῖν μᾶλλον πρέπει ; ἢ τοὺς κτανόντας ἀνταποκτεῖναι θέλων ἐς τήνδ ' Ἀχιλλεὺς ἐνδίκως τείνει φόνον
ἔκλυσιν μόνην ἂν ἐλθεῖν τοῦδε τοῦ νοσήματος , εἰ τοὺς κτανόντας Λάϊον μαθόντες εὖ κτείναιμεν ἢ γῆς φυγάδας ἐκπεμψαίμεθα .
3777423 ῥυεσθε
Θήβας . πύργους ] + ἤγουν τὴν πόλιν . τούσδε ῥύεσθε ] μονόμετρον . ῥύεσθε ] φυλάσσετε . Ξ πότερον
Ζεῦ καὶ οἱ τὰς πόλεις συνέχοντες θεοί , οἵτινες δὴ ῥύεσθε καὶ φυλάττετε τούτους τοὺς πύργους τοῦ Κάδμου , ἤτοι

Back