καὶ τοὺς τῶνδε νῦν τοκέας , ὅσοι πάρεστε , οὐκ ὀλοφύρομαι μᾶλλον ἢ παραμυθήσομαι . ποιεῖ δὲ τοῦτο ἀναγκαίως ,
κατηφῶ καὶ ἄχθομαι καὶ οὐ μᾶλλον αὐτοὺς ἢ τοὺς ζῶντας ὀλοφύρομαι : τοῖς μὲν γὰρ ἀκολουθίᾳ φύσεως τὸ ἀναγκαῖον ἀποβῆναι
6789766 κηδειους
με κήδει . ” κηδείους τοὺς πρὸς γένους : “ κηδείους οἳ πάντες ὀλέθριον ἦμαρ ἐπέσπον . ” μήποτ '
: τουτέστιν ὑπηρέτιδες εὖ τιθεῖσαι τὰ κατὰ τὸν οἶκον . κηδείους ] συγγενικάς . εὔφρον ' ] λείπει λόγον .
6774934 βροτους
δεσμεύων αὐτοῦ τὰς φρένας . αὐονὰ ] ὁ ξηραίνων τοὺς βροτούς . διανταία ] ἡ διαμπὰξ τιμωρουμένη . αὐτουργίαις ]
' : εὔηθες δέ τοι τὸ καὶ δοκεῖν ὄρνιθας ὠφελεῖν βροτούς . ] Κάλχας γὰρ οὐκ εἶπ ' οὐδ '
6564048 γοους
δ ' ἀντὶ γάμου τε καὶ ἥβης κάλλιπες ἡδίστῃ ματρὶ γόους καὶ ἄχη . Εὐρύσορον περὶ σῆμα τὸ Φαιναρέτης ποτὲ
οἴχετ ' ἄϊστος ἄπυστος , ἐμοὶ δ ' ὀδύνας τε γόους τε κάλλιπεν : οὐδέ τι κεῖνον ὀδυρόμενος στεναχίζω οἶον
6504350 ἀσε
' ἐνέμοντο . ” ἆσε ἐπὶ μὲν τοῦ ἔβλαψεν “ ἆσέ με δαίμονος αἶσα κακή , ” ἐπὶ δὲ τοῦ
τὸ ἄω , ὃ δηλοῖ τὸ βλάπτω , οἷον : ἆσέ με δαίμονος αἶσα κακὴ καὶ ἀθέσφατος οἶνος , ὁ
6444299 φευγεις
βαλλέτω ὡς ἐθέλει : πάλιν Ἄρτεμις ἄμμιν ἀρήγει . οὐ φεύγεις τὸν Ἔρωτα , τὸν οὐ φύγε παρθένος ἄλλη .
δὴ σοί , ὦ Εὐθύφρων , τίς ἡ δίκη ; φεύγεις αὐτὴν ἢ διώκεις ; Διώκω . Τίνα ; Ὃν
6327758 γοων
: μέλλουσι γάρ ς ' , εἰ τῶνδε μὴ λήξεις γόων , ἐνταῦθα πέμψειν ἔνθα μήποθ ' ἡλίου φέγγος προσόψει
εἰς Κύπριν τρέπων . δοκεῖς τὸν Ἅιδην σῶν τι φροντίζειν γόων καὶ παῖδ ' ἀνήσειν τὸν σόν , εἰ θέλοις
6309400 λυσω
αὐτὸς διὰ τοῦ τος ; ἀλλ ' ἐγὼ μέν σοι λύσω τὴν ἀπορίαν καὶ ὑποδείξω τὸν τρόπον , δι '
τοὺς εἶμ ' ὀψομένη , καί σφ ' ἄκριτα νείκεα λύσω : ἤδη γὰρ δηρὸν χρόνον ἀλλήλων ἀπέχονται εὐνῆς καὶ
6300691 ἐθελουσα
αἰγῶν ποίμνας τ ' εἰροπόκων ὀίων , θυμῷ γ ' ἐθέλουσα , ἐξ ὀλίγων βριάει κἀκ πολλῶν μείονα θῆκεν .
εἰς τὴν μεγίστην με πόλιν αὖθις φέρουσα ἐμβαλεῖν οὐ κακοῦν ἐθέλουσα ἔπραττε , κακὸν δέ τι κἀνταῦθα ἰωμένη . ὁρῶσα
6265524 τεκμαρ
δ ' ἄμυδις πυρσοῖο σέλας προπάροιθεν ἰδόντες τό σφιν παρθενικὴ τέκμαρ μετιοῦσιν ἄειρεν , Κολχίδος ἀγχόθι νηὸς ἑὴν παρὰ νῆα
τις ποιῆσαι , καὶ ἐλπίζει τοῦτο τελέσαι . θεὸς ἅπαν τέκμαρ καὶ σημεῖον ἀνύεται καὶ τελειοῖ ἐπὶ ταῖς ἐλπίδεσσι :
6265090 θανοντας
ἐπὶ τῶν τόπων ὁ Ὀρόβιος καὶ βωμὸν ἐπέγραψε : τούσδε θανόντας ἔχει ξείνους τάφος , οἳ περὶ Δήλου μαρνάμενοι ψυχὰς
ὁ μέγας μαραίνει . θύρσον κισσύβιον ὄρτυκος οἴει σὺ τοὺς θανόντας , ὦ Νικήρατε , τρυφῆς ἁπάσης μεταλαβόντας ἐν βίῳ
6245584 ἀτῃ
χαλκείαις ἀκίδεσσι καταΐγδην ἐλάσαντες παῖδά τε καὶ γενέτειραν ὁμῇ συναπέφθισαν ἄτῃ : ἔφθισαν οὐκ ἀέκουσαν , ἐπεὶ περὶ παιδὶ θανόντι
δὲ Λοκρῶν λαός , ὅτ ' ἔδρακον ἄνδρα κακῇ δεδμημένον ἄτῃ : δὴ γάρ οἱ λασίοιο καρήατος ἄλλυδις ἄλλῃ ἐγκέφαλος
6228766 τυχα
βοᾶι βαρβάρωι στενακτὰν ἰαχὰν μελομέναν νεκροῖς δάκρυσι θρηνήσω . σχεδὸν τύχα , πέλας φόνος : κρινεῖ ξίφος τὸ μέλλον .
μεταρρίπτει θεός . τῶν ἐν Θερμοπύλαις θανόντων εὐκλεὴς μὲν ἁ τύχα , καλὸς δ ' ὁ πότμος , βωμὸς δ
6227261 φρονεοντας
Σθένελός τε ὁ ποιητὴς οὐ κακῶς εἴρηκεν : οἶνος καὶ φρονέοντας ἐς ἀφροσύνας ἀναβάλλει . ὁ δὲ Φωκυλίδης ἔφη :
παραφρονέοντας μέχρις ἂν ἐπέγρωνται , ἔπειτα δὲ ὑγιέας ἐόντας καὶ φρονέοντας ὥσπερ καὶ πρότερον , ἐόντας τ ' αὐτέους ὠχρούς
6209105 νυμφικον
ἱερὸν Ἀφροδίτης , ἀναμνήσθητι σαυτῆς , ἀναλάμβανε τὸ κάλλος τὸ νυμφικόν . ” καὶ ταῦτα ἅμα λέγουσα ἐνέδυε καὶ ἐκόσμει
. ἢ ῥύμμα , ἀντὶ τοῦ ῥύπον . καὶ ταῦτα νυμφικόν : Περὶ γαμηλίων λουτρῶν Μένανδρος ἐν Κρητί φησι καὶ
6201675 μανιης
' οὐκ οἶδ ' ὅπως προὔπεσον : ἀλλὰ τί περὶ μανίης γράφεις ; Τί γὰρ , εἶπεν , ἄλλο ,
τοὺς ἐν τῇ πόλει , ἅτε τηλοῦ ἐκδεδημηκὼς , δοξάζεται μανίης νοῦσον διὰ τὸ φιλέρημον : σπεύδουσι δὲ Ἀβδηρῖται ἀργυρίου
6141931 Λαοκοωντος
Ἀπόλλωνος Περγάμῳ ἐν ζαθέῃ . Προπάροιθε δὲ Τρώιοι υἷες παίδων Λαοκόωντος ἀμείλιχα δῃωθέντων τεῦξαν ἅμ ' ἀγρόμενοι κενεὸν τάφον ᾧ
καὶ [ Χαρίβοιαν ] , ὅτε προλιπόντε Καλύδνας υἱέα [ Λαοκόωντος ] ὑπὲρ βωμῶν ἐπάσαντο δήεις καὶ σκυτάλην ] ἐναλίγκιον
6141682 ἀεκοντας
. Τοὺς μὲν ἀπορρήτοις ἐρύων ἴυγξιν ἀπ ' αἴθρης ῥηϊδίως ἀέκοντας ἐπὶ χθόνα τήνδε κατῆγες , τοὺς δὲ μέσους μεσάτοισιν
Ὕπνον κοσμῶν ; οὐ γὰρ ἐνταῦθά γε ἄναξ ἀνθρώπων οὐδὲ ἀέκοντας ἕλκει πρὸς ἑαυτὸν οὐδὲ πρὸς βίαν κατακοιμίζει , ἀλλὰ
6140578 τοκεας
καιρῷ ἀνάγκης καιρῷ δυσκαίρῳ ληφθείς , Καὶ τοὺς τυχόντας ἄνδρας τοκέας λέγε . Ἐλεύθερον ἀδύνατον εἶναι τὸν πάθεσι δουλεύοντα .
ταύτην τοῖς ἐνθάδε κειμένοις ἀποδοῦναι χάριν , εἰ τοὺς μὲν τοκέας αὐτῶν ὁμοίως ὥσπερ ἐκεῖνοι περὶ πολλοῦ ποιοίμεθα , τοὺς
6135985 ἰαπτει
δαυλοὶ γὰρ πραπίδων δάσκιοί τε τείνουσιν πόροι κατιδεῖν ἄφραστοι . ἰάπτει δ ' ἐλπίδων ἀφ ' ὑψιπύργων πανώλεις βροτούς ,
καὶ ὁ αὐτὸς ἐπὶ τοῦ χαλεποῦ καί τε τυπῇσιν ἀμυδροτέρῃσιν ἰάπτει . κέλευθος ὁμῶς : κατεναντίον τῷ κεράστῃ . ὁ
6116967 γεραια
ἐπέρρεπε γαμβροῖσιν ἀείδειν . μεταμανθάνουσα δ ' ὕμνον Πριάμου πόλις γεραιὰ πολύθρηνον μέγα που στένει κικλήσκους ' Ἄπαριν τὸν αἰνόλεκτρον
ἐλθεῖν δ ' ἔτλησαν δεῦρο καὶ ξένον πόδα θεῖναι μόλις γεραιὰ κινοῦσαι μέλη , πρεσβεύματ ' οὐ Δήμητρος ἐς μυστήρια
6107927 θρηνω
μὴ εἴη κατ ' Αἰολίδα διάλεκτον , περισπᾶται : σκηνῶ θρηνῶ σφηνῶ φωνῶ ὠνῶ κοινωνῶ . τὸ πώνω βαρύνεται ὡς
τυφθῆναί σε . Θ . οἰμώζειν : Οἰμώζω , τὸ θρηνῶ . ἀφ ' οὗ οἰμωγὴ , ὁ θρῆνος ,
6068478 ἀνιη
δρόμον ἐκτελέσωσιν ἄτρυτοι , καὶ μή τιν ' ἕλοι μεσσηγὺς ἀνίη . Αἰσχρίων δ ' ὁ Σάμιος ἔν τινι τῶν
ἄρα στενάχων ἀπόρουσεν εἰσοπίσω , μάλα γάρ οἱ ἐδάμνατο θυμὸν ἀνίη . Τοῦ δ ' ἄρ ' ἀπεσσυμένοιο ποθὴ Φυλάκεσσιν
6057443 ἀριστεας
. ὅτε τοίνυν ἀδικούσαις ἐνίους τῶν οἰκητόρων τιμαῖς δωροῦνται τοὺς ἀριστέας οἱ νόμοι , πῶς οὐ πᾶσιν ἂν εἴη κεχαρισμένος
καὶ τὴν Μέμνονος ἰσχὺν καὶ τὸν Ἕκτορα καὶ τοὺς ἄλλους ἀριστέας . οἷς δῶμα Περσεφόνας : οἷς τοῖς ἀριστεῦσι τῆς
6042434 ὀιστους
' ἔφευγον : ὡς δ ' οὐκέτ ' εἶχ ' ὀιστούς , ἤσχαλλεν , εἶτ ' ἑαυτόν ἀφῆκεν εἰς βέλεμνον
ἐπιστύφουσι ποθεῖσαι . Ἄρτεμις εὐρίνων ἑσμὸν ἄγει σκυλάκων . ἐπιλίζοντας ὀιστούς Τευθρανίδης , ὦ κλῆρον ἀεὶ πατρώιον ἴσχων , κέκλυθι
6039480 τλασα
. τοῦ συνεύδοντος ] ἤτοι τοῦ χρόνου ὃν ἐκάθευδον . τλᾶσα ] ὑπομείνασα . ἀπενθήτωι ] ληξάσηι τοῦ πένθους .
, πάσαις δ ' ἔθηκεν εὐκλεέστερον βίον γυναιξίν , ἔργον τλᾶσα γενναῖον τόδε . ὦ τόνδε μὲν σώσας ' ,
6038814 ποθους
ἐστίν ; Ἆρ ' ἀγγέλλεται χρηστόν τι ; Τοῦτο γὰρ ποθοῦς ' ἐγὼ πάλαι ἔνδον κάθημαι περιμένουσα τουτονί . Ταχέως
μολπαῖς , ἐγώ σοι παραβάλλομαι θρήνους , ἄπτερος ὄρνις , ποθοῦς ' Ἑλλάνων ἀγόρους , ποθοῦς ' Ἄρτεμιν λοχίαν ,
6035443 δες
[ ] νέμονται [ ] , ! ! ! ] δες ἄγχι βεβῶτες [ ] ὁμοιον ? ? ? [
κτησάμην οὐκ εὐθὺς ἀπεδίδρασκες ἐκ διδασκάλου ; δὶς παῖ - δες οἱ γέροντες νάνους τίς δὲ εἶς ἐγγύτατα ὁ λοιπὸς
6027025 ἀδοκητος
τίν ' αὐδὰν ἀύσω βοάσω ; πόθεν μοι συνέκυρς ' ἀδόκητος ἡδονά ; πόθεν ἐλάβομεν χαράν ; ἐμοὶ γενέσθαι πάντα
καὶ ὁ θόρυβος Ῥωμαίοις ἐξ εὐνῆς ἀνισταμένοις ἐν μελαίνῃ νυκτὶ ἀδόκητος ἐμπεσὼν ἐπιφοβώτατος ἦν , τῶν τε ῥωμαϊζόντων ἀκούοντες ,
6025086 ταλαν
τοὺς κάδους ξυλλαμβάνειν ; μὴ σκῶπτέ μ ' , ὦ τάλαν , ἀλλ ' ἕπου δεῦρ ' ὡς ἐμέ .
μέλεος , ὦ τάλας ἐγὼ τάλας , ἀπὸ δὲ συγγόνων τάλαν ' ἄνομα πάθεα φῶτά τε λιτομένα , πολυδάκρυτον Ἀίδα
6018082 ἐμους
' Εὐμάθει τούτῳ , μεταπεμψάμενος τοὺς οἰκείους καὶ φίλους τοὺς ἐμοὺς Εὐμάθης ἐνεφάνισε τὰ χρήματα , ἃ ἦν μοι παρ
ὅτι δεῦρο ἀνιὼν οὐχὶ τὼ ὀφθαλμὼ τοῦ ἀετοῦ ἐνεθέμην τοὺς ἐμοὺς ἐξελών : ὡς νῦν γε ἡμιτελὴς ἀφῖγμαι καὶ οὐ
5976410 ἀλυξειν
δουρὶ κιχήσομαι , οὐδέ σέ φημι δηρὸν ἐμῆς ἀπὸ χειρὸς ἀλύξειν αἰπὺν ὄλεθρον . Ἦ ῥα καὶ ἔγχος ἀφῆκεν ,
: ἠέ τι ἔλπῃ νοστήσειν καὶ ἐμεῖο μένος καὶ χεῖρας ἀλύξειν ; Ἐσσὶ μὲν ἰητήρ , μάλα δ ' ἤπια
5968580 νηπιαχοισι
εἰσέτι παιδνὸν ἐόντα , μέλισσά τις ὡς ἐπὶ σίμβλῳ χείλεσι νηπιάχοισι τιθαιβώσσουσα ποτᾶτο . τῷ δὲ λιγυφθόγγων ἐπέων μελέων θ
ἀνθρώποις μέγα κῦδος ἀέξεται ἠδὲ καὶ ἔργον , φύζα δὲ νηπιάχοισι μάλ ' εὔαδεν ἠδὲ γυναιξί : κείνῃς θυμὸν ἔοικας
5967299 σωφρονιστας
ἵσταται αὐλητής . . . . ἀρχὴ ] δηλοῖ τοὺς σωφρονιστάς . . παιδαγωγῶν ] οἱ καλούμενοι παιδονόμοι . .
θνητὰ δὲ ἀντ ' ἀθανάτων ᾕρηται καὶ νουθετητὰς μὲν καὶ σωφρονιστάς , ἔτι δὲ ἔλεγχον καὶ παιδείαν ἀποδιδράσκει , κόλακας
5957659 στεναχουσα
, τοτὲ δ ' ὀψέ περ ὡς ἐν ὀνείρῳ λαθρίδιον στενάχουσα φίλης μιμνῄσκετο πάτρης . Αἰακίδης δὲ γέροντα Νεοπτόλεμος βασιλῆα
κἀκεῖθι , Διὸς μέγα χωσαμένοιο , δειλαίη Σύβαρις , ναέτας στενάχουσα πεσόντας , μηναμένους ὑπὲρ αἶσαν ἐπ ' Ἀλφειοῦ γεράεσσιν
5938933 ἀλεγω
δέ μ ' ἐπιγράψας ταρσὸν ποδὸς εὔχεαι αὔτως . οὐκ ἀλέγω , ὡς εἴ με γυνὴ βάλοι ἢ πάϊς ἄφρων
, . ἀλέγω : τὸ φροντίζω ἡ φροντίς . καὶ ἀλέγω μετὰ τοῦ ἐπιτατικοῦ α καὶ οὐκ ἀλέγω , τὸ
5935196 ὑποπεσοντας
τοῖς θρασύτατα μαχομένοις ἐπερρίπτουν καὶ ταῖς ἐσχάταις συμφοραῖς περιέβαλλον τοὺς ὑποπεσόντας : διὰ γὰρ τῶν θωράκων καὶ τῶν ὑποδυτῶν παρεισπίπτουσα
πολὺ γὰρ εἰώθασιν οἱ πρὸς τοὺς ἀντιταττομένους φοβεροὶ πρὸς τοὺς ὑποπεσόντας ὑπάρχειν μέτριοι . διὸ καὶ ταχὺ τοῦ Σόφακος ὁ
5932827 στυγερου
' ἄρα καὶ φθιμένης περ ὀλέθριος ἔσκεν ὀπωπή , καὶ στυγεροῦ Κρονίδαο μολεῖν ὑπὸ δῶμα κελαινὸν πολλοῖς αἴσιμον ἔπλετ '
φίλον προσελέξατο θυμόν : Ὤ μοι ἀτασθαλίης , ὤ μοι στυγεροῦ βιότοιο , ἣ πόσιν ἀμφαγάπησα δυσάμμορος ᾧ σὺν ἐώλπειν
5929564 ἀειραι
, προσάγεται , ἐπιπόνως δὲ τοῦτο . ἄνω τὴν χεῖρα ἀεῖραι εὐθεῖαν παρὰ τὸ οὖς ἐκτεταμένου τοῦ ἀγκῶνος οὐ μᾶλλον
κεν Βέβρυξι πελάσσῃ , πρὶν χείρεσσιν ἐμῇσιν ἑὰς ἀνὰ χεῖρας ἀεῖραι . τῶ καί μοι τὸν ἄριστον ἀποκριδὸν οἶον ὁμίλου
5919672 κακωϲ
δὲ τὴν ἐπίδοϲιν . πέψεωϲ γὰρ ϲημεῖα οὐκ ἔϲτιν ὅτε κακῶϲ ἐπιφαίνεται . Τί ἐϲτι πυρετόϲ . πυρετόϲ ἐϲτι θερμότηϲ
] ειν ? ? ] ! ϲτραϲ ? κόρην ] κακῶϲ ] ωϲ ] ! [ ! ] ! !
5917169 ἀθαναταν
αἰθέρος ἀστὴρ τὸν δύσμορον ἐξολέσειεν . Οὐ γὰρ ἔτ ' ἀθανάταν φλόγα λεύσσειν ἐστὶν ἐμοὶ φίλον , ὡς ἐκρεμάσθην ,
βροτοῖς αἰεί τι φέροισαι . Κύπρι Διωναία , τὺ μὲν ἀθανάταν ἀπὸ θνατᾶς , ἀνθρώπων ὡς μῦθος , ἐποίησας Βερενίκαν
5897661 κατενασσε
ὀπάσσας : τὰς διατριβὰς πορίσας , ὅ ἐστι παρασχών . κατένασσε : κατῴκισε . . . ἐν μακάρων νήσοισι :
Ἀπόλλων ] φέρων ἐς Ὑπερβορέους [ γέροντα ] σὺν τανισφύροις κατένασσε [ ] κούραις δι ' εὐσέβειαν , ὅτι μέγιστα
5894270 κυπελλοις
δὴ κλισίῃσιν ἐν Ἀτρεΐδαο γένοντο . τοὺς μὲν ἄρα χρυσέοισι κυπέλλοις υἷες Ἀχαιῶν δειδέχατ ' ἄλλοθεν ἄλλος ἀνασταδόν , ἔκ
. ὅτ ' ἐγὼ πίω τὸν οἶνον , ὑπὸ κυρτοῖσι κυπέλλοις τὸν ἐμὸν νόον ἁπλώσας θιάσωι τέρπομαι κούρων . ὅτ
5886249 δαμηναι
ὅσς ' ἐπέπαντο . νῦν δέ με λευγαλέαις ἔρισιν εἵμαρτο δαμῆναι καὶ πενίῃ καὶ ὅς ' ἄλλα βροτοὺς κηφῆνας ἐλαστρεῖ
ὅσς ' ἐπέπαντο . νῦν δέ με λευγαλέαις ἔρισιν εἵμαρτο δαμῆναι καὶ πενίῃ καὶ ὅς ' ἄλλα βροτοὺς κηφῆνας ἐλαστρεῖ
5875052 ἀργαλεον
τὸ ἄλγος ἀλγαλέον καὶ κατὰ τροπὴν τοῦ λ εἰς ρ ἀργαλέον : ὡς ἀργαλέον : Ἀργαλέον τὸ βαρὺ καὶ δύσκολον
περὶ σήματι : σὺν δέ οἱ ἄλλο πῆμα μάλ ' ἀργαλέον πόσιος πέλεν ἀμφ ' ἀλαοῖο . Καί ῥ '
5874414 ἐπιρροθον
καὶ παραγενέσθαι νύκτερον τέλος : περιφραστικῶς νύκτα τῶν πολλῶν κλαυθμῶν ἐπίρροθον καὶ αὐξητικήν . νύκτα δὲ εἶπεν ἤτοι ἀθυμίαν καὶ
. ἐπίρροθον ] βοηθόν . ἐπίρροθον ] κινητικόν . Ξ ἐπίρροθον ] σύμφωνον . Ξ ἰαμβικοὶ τρίμετροι στίχοι ἕξ .
5871978 νυκτερον
κλαγγηδὸν ἐπειγόμεναι βρωμοῖο χειμῶνος μέγα σῆμα , καὶ ἐννεάγηρα κορώνη νύκτερον ἀείδουσα , καὶ ὀψὲ βοῶντε κολοιοί , καὶ σπίνος
† ἀνδρὸς εὐτυχοῦντος , ὡς δυσμενοῦς ὑπερτέρου , ἐλπίς ἐστι νύκτερον τέλος μολεῖν , παγκλαύτων ἀλγέων ἐπίρροθον . ὅ τοι
5870569 ἑκητι
ἐπιρρημάτων , σαφὲς ἐγένετο . Καταστατέον δὲ καὶ πῶς τὸ ἕκητι ἐγένετο . δόκησιν μὲν ἔχει προϋπάρχουσαν τοῦ ἀέκητι ,
ταῦτα γοῦν φησι τὸν μὲν Τηλέμαχον τηλικοῦτον εἶναι Ἀπόλλωνός γε ἕκητι , τὰς δὲ Τυνδάρεω κούρας ὑπὸ Ἀρτέμιδος ηὐξῆσθαι .
5867528 ἠδικημενους
ἡμεῖς οὐχ οἷοί τε γενοίμεθ ' ἂν πάντας ἐξευρεῖν τοὺς ἠδικημένους . Ὃ τοίνυν πάντων ἀναιδέστατον μέλλειν αὐτὸν ἀκούω ποιεῖν
, ὦ γενναῖε , συνθεὶς ἀπολογίαν ἧκε παρ ' ἄνδρας ἠδικημένους . κἂν γὰρ αὐτίκα φανῇς , ὅ γε παρελθὼν
5864870 Φη
τέτυκται ὀιζυρώτερον ἄλλο χήρης ἐν μεγάροισιν ἀκιδνότερόν τε γυναικός . Φῆ μέγα κωκύουσα : πάις δέ μιν ἀντίον ηὔδα :
παισὶ λιπεῖν , αὐτοὶ δ ' ἐν προμάχοισι θανεῖν . Φῆ ποτε Πρωτόμαχος , πατρὸς περὶ χεῖρας ἔχοντος , ἡνίκ
5863318 κακαν
λειμώνι ' ἔπαυλα μηνῶν ἀνήριθμος αἰὲν εὐνῶμαι χρόνῳ τρυχόμενος , κακὰν ἐλπίδ ' ἔχων ἔτι μέ ποτ ' ἀνύσειν τὸν
ἀπὸ λόγων ποριζομένοις ἀγαθὸν εἶναι . ἡμεῖς δὲ ἐτηρήσαμεν πᾶσι κακὰν τὸ τοιοῦτο γενόμενον : οὐδὲν γὰρ τῶν μὴ ἀργῶν
5858673 ἠνιδε
ὡς δηλοῖ τὸ ἐπίγραμμα νᾶμα τὸ Διηνὸν γλυκερὸν ποτόν , ἠνιδὲ πίῃς , παύσει μὲν δίψης , εὐθὺ δὲ καὶ
ὡς δηλοῖ τὸ ἐπίγραμμα νᾶμα τὸ Διηνὸν γλυκερὸν ποτόν , ἠνιδὲ πίῃς , παύσει μὲν δίψης , εὐθὺ δὲ καὶ
5857997 Δοτε
τὸ φέγγος φιλοπαννύχου χορείας στεφανηφόροισι μέλπει δύο φωσφόροις μιγεῖσι . Δότε μοι πόθου κύπελλον γλυκερῆς βρύον μελίσσης , ἵνα τὰς
ἐγὼ δὲ ἀναμνησθεὶς τῶν πτωχῶν τοῦ πάλιν εὐποιεῖν ᾐτησάμην λέγων Δότε μοι ἕκαστος ἀμνάδα μίαν εἰς ἔνδυσιν τῶν πτωχῶν τῶν
5857485 διολλυμαι
κόρη καθῆψεν ὤμοις τοῖς ἐμοῖς Ἐρινύων ὑφαντὸν ἀμφίβληστρον , ᾧ διόλλυμαι . Πλευραῖσι γὰρ προσμαχθὲν ἐκ μὲν ἐσχάτας βέβρωκε σάρκας
δ ' ἐπίσταμαι : τοῦ παιδὸς ὄντος τοῦδ ' ἐγὼ διόλλυμαι † γόνοιον † μήλων κἀφροδισίαν ἄγραν ζῆ , πῖνε
5856810 ἀλεγιζω
σέθεν δ ' ἐγὼ οὐκ ἀλεγίζω : παρὰ τὸ ἀλέγω ἀλεγίζω . . . . ἀλετρεύουσα : ὀρφναίης ἐνὶ χαλκὸν
ἰχθύσι κυδιόωσα ἄπρηκτος καὶ ἄιστος . Ἐγὼ δέ μιν οὐκ ἀλεγίζω οὐδέ μιν ἀθανάτῃσιν ἐπουρανίῃσιν ἐίσκω . Ὣς φάτο :
5852018 θυμε
χλοερὸν δρέπων δὲ φύλλον ἐδόκει τελεῖν Κυθήρην . ἄγε , θυμέ , πῆι μέμηνας μανίην μανεὶς ἀρίστην : τὸ βέλος
μέροϲ λόγου κ ! [ τοῦδε ϲυμπλέκειν [ ἔγειρε , θυμέ , γλῶτταν [ εὐκέραϲτον ὀρθουμένην εἰϲ ὑπόκριϲιν λόγων .
5845436 μησατ
. Ἀλλ ' ἐπεὶ οὖν μοι θυμὸς ἐνὶ προτέροισιν ἀεῖσαι μήσατ ' ἀναγκαῖον χρεῖος , σάφα νῦν καταλέξω , ὁππόθεν
Ἀγαμέμνων ; ποῦ Μενέλαος ἔην ; τίνα δ ' αὐτῷ μήσατ ' ὄλεθρον Αἴγισθος δολόμητις , ἐπεὶ κτάνε πολλὸν ἀρείω
5844035 ἀμεγαρτον
δ ' ἐγκύρσας ἁλιήων πολλὴν ῥηϊδίως ἄγρην ἕλεν ἠδ ' ἀμέγαρτον . ἀλλὰ τὸ μὲν ναύτῃσιν ἀλεξήσειε Κρονίων ἐμβύθιος ,
καὶ τὸ πολύ , ὡς τὸ „ πόνον δ ' ἀμέγαρτον ὄφελλεν „ . ἀλλ ' ἐπὶ μὲν τοῦ εὐτελοῦς
5838018 καιριον
, καὶ μάλιστα ἤν τε τὸ πάθος ἀξιόλογον ᾖ καὶ καίριον τὸ πεπονθὸς μόριον , συμμεταβάλλει τε καὶ ἀλλοιοῖ καὶ
ἀλλὰ πρῶτον μέν πῃ περὶ μέτρον καὶ τὸ μέτριον καὶ καίριον καὶ πάντα ὁπόσα χρὴ τοιαῦτα νομίζειν , τὴν †
5830147 ἐμμεμαωτες
ὅππῃ σε κραδίη θυμός τε κελεύει : ἡμεῖς δ ' ἐμμεμαῶτες ἅμ ' ἑψόμεθ ' , οὐδέ τί φημι ἀλκῆς
' ἔλαψαν . τοὺς δὲ μέτ ' ἄλλοι πάντες ἐπέσσυθεν ἐμμεμαῶτες . ἀργαλέων ὀδυνῶν ἄκος ἔμμεναι ἀνθρώποισιν . ] Διόνυσος
5824805 ἀυτω
προοιμίοις οὐ καλοῖς , οὐκ εὐσχήμοσιν : ὦ τάλας δισσῶς ἀυτῶ : τὸ ὦ τάλας δεύτερον βοῶ διὰ τὸ μεγάλα
ἀρῆξαι διαπεπραγμένῳ : τί γάρ ; ἰοὺ ἰού . κωφοῖς ἀυτῶ καὶ καθεύδουσιν μάτην ἄκραντα βάζω . ποῦ Κλυταιμήστρα ;
5823967 ἐας
τυράννους ? τεύχων ? [ ] [ δεινὰ ] ? ἐᾶς . ἔτι δὲ στρατιώτας [ ] [ ] ?
τυράννους ? τεύχων ? [ ] [ δεινὰ ] ? ἐᾶς . ἔτι δὲ στρατιώτας [ ] [ ] ?
5809108 τωνδ
: τἀκεῖθεν γὰρ εὖ πεπραγμέν ' ἐστίν , εἴ τι τῶνδ ' ἐστὶν καλῶς . ἔα : τίν ' ἄνδρα
καὶ ὁ Διιτρέφης δραξάμενος ἔφη : Ζεῦ μὴ λάθοι σε τῶνδ ' ὃς αἴτιος φακῶν . καὶ ἄλλος ἑξῆς ἀνεβόησε
5807719 ἐτλης
ἀλλάων αἵ τ ' εἰν ἁλὶ ναιετάουσιν , οὕνεκεν οὐκ ἔτλης εὐνῇ Διὸς ἱεμένοιο λέξασθαι , ἀλλ ' ἐμέ γ
ἅλα δοίης , ὃς νῦν ἀλλοτρίοισι παρήμενος οὔ τί μοι ἔτλης σίτου ἀποπροελὼν δόμεναι : τὰ δὲ πολλὰ πάρεστιν .
5805650 λευσσω
παρενείραντες οὖν τὸ Υ ἰδίῳ ἔθει , παρέσει τοῦ Β λεύσσω . ἐνεστῶτος δὲ εἶναι οἶμαι ὡς τὸ ἄξετε καὶ
. ἔα ἔα : τίνας Ἰλιάσιν τούσδ ' ἐν κορυφαῖς λεύσσω φλογέας δαλοῖσι χέρας διερέσσοντας ; μέλλει Τροίαι καινόν τι
5802783 ἀναγουϲι
ϲμικρὸν καὶ ϲφόδρα ξανθὸν τὸ αἷμα , καὶ ξὺν βηχὶ ἀνάγουϲι : κἢν μὴ ἀνάγωϲι δέ , διηνεκέωϲ βήϲϲουϲι :
δὲ ἀναβήϲϲουϲι ὡϲ ἀνάξοντεϲ . ματαιοπονέουϲι δέ : οὐδὲν γὰρ ἀνάγουϲι : ἢν δέ τι τοῦ πνεύμονοϲ ἀπορραγείη βίῃ ,
5796725 θριγκους
' ἀνάγκη καὶ σιωπώντων κλύειν τειχέων καὶ δὴ τοὺς Ποσιδείους θριγκοὺς ⚕ – ἀποσεισαμένη × – ] τριταῖος ? ὥστε
: τίς ὅδ ' ὀρνίθων καινὸς προσέβα ; μῶν ὑπὸ θριγκοὺς εὐναίας καρφυρὰς θήσων τέκνοις ; ψαλμοί ς ' εἴρξουσιν
5792596 φευγε
δ ' ἐμέ : ἀνύειν ἐκπληροῦν : παρελθὼν τοὺς Δελφοὺς φεῦγε : ποῖ με χρὴ πάτερ μολεῖν : ἐκ τῶν
, αὐτὸς σημανεῖ : σὺ δ ' ἐκλιπὼν γῆν τήνδε φεῦγε , πρίν σε παῖδα Πρωτέως ἰδεῖν , ὃς ἄρχει
5791074 ματαν
εἴδους διὰ τὴν παρθενίαν . ἑξῆς τέ φησιν : ἀλλὰ μάταν ἀναχόρευτος ἅδε ματαιολόγων φήμα προσέπτατο Ἑλλάδα μουσοπόλου σοφᾶς ἐπίφθονον
ἄκεά τ ' οὐ βέβαια τλάμων [ δέ τις ] μάταν παρηγορεῖ . μηδέ τις κικλῃσκέτω ξυμφορᾷ τετυμμένος , τοῦτ
5789398 ἐπινοω
ἢ παρασύμβαμα , λέγω δὴ τὸ μέλει . . Ὅπερ ἐπινοῶ καὶ αὐτὸ ἀναδέχεσθαι νοουμένην εὐθεῖαν τὴν κατὰ τοῦ παρυφισταμένου
δὲ καὶ προστάτας τοὺς αὐτοὺς μὰ τοὺς θεοὺς ἔγωγε οὐκ ἐπινοῶ . ἀλλὰ κἂν ἐξ ἴσου δέῃ τὴν συμμαχίαν ποιεῖσθαι
5788814 κακο
: Ἡ γραῦς τὸ ἄροτρον ἐκπίνουσα , φησί , οἷα κακὸ τὴν γῆν ἀναστρέφει . Ἦδ ' ὅς : τίθεται
: Ἡ γραῦς τὸ ἄροτρον ἐκπίνουσα , φησί , οἷα κακὸ τὴν γῆν ἀναστρέφει . Ἦδ ' ὅς : τίθεται
5788510 εἰσοκε
: τὸν δ ' ἐνὶ λέκτροις Ὑψιπύλης εἰᾶτε πανήμερον , εἰσόκε Λῆμνον παισὶν ἐπανδρώσῃ , μεγάλη τέ ἑ βάξις ἔχῃσιν
νέμονται . θαῦμα δὲ Καππαδόκεσσι μέγ ' ἔδρακον ὠκυπόδεσσι : εἰσόκε μὲν νεογιλὸν ὑπὸ στομάτεσσιν ὀδόντα καὶ γλαγερὸν φορέουσι δέμας
5787857 ἐμαυτην
λόγους πικρῶς φέρουσι τῶν ἐλασσόνων ὕπο : ὅμως δ ' ἐμαυτὴν οὐ προδοῦς ' ἁλώσομαι . εἴπ ' , ὦ
δὲ ἔφη ‚ τό τε ἀπόρρητον ἐκφαίνουσα ἥκω καὶ παύσουσα ἐμαυτὴν ἱερωμένην ‚ . ταῦτα δὲ ἔλεγεν , ὅτι ἦν
5785546 ἐμω
ποτὲ δὲ μεταβάλλει αὐτὸ εἰς η : ἔπω εἶπον , ἐμῶ ἤμουν . Ἐπίθημα , καὶ ἀνάθημα . παρὰ τὸ
τὸ πέπονθα , κὤτι δεῦρο κάλημι : κὤτι γ ' ἐμῶ μάλιστα θέλω γενέσθω μαινόλα θυμῶ : τίνα δηὖτε πειθὼ
5784862 Κυθηρης
ἀπ ' ἀργυρέου δὲ μετάλλου δίσκον χειρὶ φέρει καλύκων πλήσασα Κυθήρης . Καὶ βλοσυρὸν ζυγίης Φθινοπωρίδος ἔδρακον ὄμμα , ἥτε
ῥόδον τὰ νῦν , Ἀθήνη . Ὁ Ἔρως ὁ τῆς Κυθήρης , τὸ ῥόδον πάλιν Κυθήρης : κατέχω δύο κρατοῦντας
5781101 Τοια
γεγράφθαι δὲ πρὸς τοὐπίγραμμαοὐ χεῖρον δὲ καὶ αὐτὸ εἰπεῖν , Τοῖα παθόντ ' οἶμαι καὶ Τάνταλον αἴθοπος ἰοῦ μηδαμὰ κοιμῆσαι
τειρόμενός περ ἀργαλέως : Ἥρη γὰρ ἐνέπνευσεν μέγα κάρτος . Τοῖα δ ' ἄρ ' ἐν μέσσοισι δολοφρονέων ἀγόρευεν :
5777305 ἀμοχθως
' ἐπιθύνως ' ἔργοις , πάντ ' ἐκτελέουσιν ᾗσιν ἐπιφροσύνῃσιν ἀμόχθως , ὥς κ ' ἐθέλωσιν . ἐν δὲ Λέοντι
φέρεται ῥεῖθρον εἰς αὐτὸν ἐκ τοῦ ἄλσους . ῥεῖα ζώοντες ἀμόχθως καὶ ῥᾳδίως καὶ ἀπόνως . ῥήγεα : “ ῥήγεα
5758815 εὐστοχον
ἀνθρωπίνων , κατὰ δὲ τὸ προορατικὸν τῆς κυβερνητικῆς τέχνης τὸ εὔστοχον τῆς μαντικῆς . Εἰ δέ σου ἀντετίθει τύχη τῷ
τὸ πᾶν διελέσθαι ὡς δεῖ . Οὔτε τὸ θεῖον πάντων εὔστοχον , οὔτε τὸ ἀνθρώπινον πάντων ἄστοχον . Καὶ περὶ
5758428 βλεπω
] Τῷ πολέμῳ . Θεάομαι σαφὲς ] * Θεάομαι καὶ βλέπω πρᾶγμα σαφές , τὸν Ἀλκμαίωνα πρῶτον διεξάγοντα καὶ ἰθύνοντα
: ποθεινός : ποθητός : πολυπόθητος . Βλέφαρον παρὰ τὸ βλέπω καὶ αἴρω , βλεπέαρόν τι ὄν : τὰ γοῦν
5758353 ἀλγεων
Ἀθηνᾶ , ὄρθου τήνδε πόλιν τε καὶ πολίτας , ἄτερ ἀλγέων [ τε ] καὶ στάσεων καὶ θανάτων ἀώρων σύ
οὐδὲ γὰρ θανατοῖ τὸ κακὸν ἐϲ ἀπαλλαγὴν βίου αἰϲχροῦ καὶ ἀλγέων δεινῶν πρόϲθεν ἢ ἐϲ μέλεα διατμηθῆναι τὸν ἄνθρωπον :
5755594 ἰθειαν
Τρῶες ἔασι νεοδμήτῳ ὑπ ' ἀνάγκῃ , οἵ ῥα δίκην ἰθεῖαν ἐπὶ σφίσι ποιήσονται οὔ τινι ἦρα φέροντες , ἐπεὶ
καὶ σκολιαῖς ὁδοῖς . * ἀκάνθης : τῆς σπείρας * ἰθεῖαν . . . στίβον : ὁδὸν τὴν εὐθεῖαν *
5754200 τερματ
δὲ μήποθ ' ὁμάρτει , εὖτ ' ἂν ὁδοῦ τελέηις τέρματ ' ἐπ ' ἐμπορίην . Τῶν ἀγαθῶν ἐσθλὴ μὲν
ποσὶ πάντας ἐνίκα . στὰν δὲ μεταστοιχί : σήμηνε δὲ τέρματ ' Ἀχιλλεύς . τοῖσι δ ' ἀπὸ νύσσης τέτατο
5752252 ἀνωγα
ξένῳ γένωμαι τῷδε χειρωθεὶς βίᾳ ; ἴθ ' , ὡς ἄνωγα , σὺν τάχει . Τοῦτον δ ' ἐγώ ,
, πάρος κακότητι πελάσσαι : ὁπλοτέρῃσι δὲ πάγχυ τάδε φράζεσθαι ἄνωγα . νῦν γὰρ δὴ παρὰ ποσσὶν ἐπήβολός ἐστ '
5744150 παρηγορεων
ἐπισταδόν : ἐφεστηκυῖαι . τήν γε : τὴν μητέρα . παρηγορέων : παραμυθούμενος . ὧδε λίην : πάνυ τετηρημένως .
ἄλλοτε καὶ διπλῆν ἐς πόσιν ὀρνύμενοι : ἠοῦς μὲν κεράσαιο παρηγορέων κακοῦ ὁρμήν ὅσσοις ἀλγεινὸς λάμπεται ἠέλιος : νυκτὶ δ
5742456 πλυνω
συλλαβὰς , διὰ τοῦ υ ψιλοῦ γράφονται : οἷον , πλύνω : δύνω : μολύνω : κρατύνω : φαιδρύνω :
μακρῷ βαρύνεται , εἰ μὴ προκατάρχοιτο ὄνομα : δύνω θύνω πλύνω φύνω μηκύνω πλατύνω ταχύνω τραχύνω . σεσημείωται τὸ βυνῶ
5741289 τεισειν
ἐγὼ δέ τοι αὐτὸν ὑπίσχομαι , ὡς σὺ κελεύεις , τείσειν αἴσιμα πάντα μετ ' ἀθανάτοισι θεοῖσι : ” τὸν
οὐ γὰρ ἱκάνει χερσὶ βιησόμενος , μέμονεν δέ τοι ἄξια τείσειν δωτίνης : ἀίων ἐμέθεν μέγα δυσμενέοντας Σαυρομάτας , τοὺς
5739782 παγχυ
ἔγω δὲ κῆν ' ὄττω [ ] τις ἔραται : πάγχυ ] δ ' εὔμαρες σύνετον πόησαι πάντι ] τοῦτ
στρατιῶται οἱ ταύτῃ ἀκούοντες ταῦτα ἐς φόβον κατιστέατο , ἐλπίζοντες πάγχυ ἀπολέεσθαι ἐς οἷα κακὰ ἧκον : πρὶν γὰρ ἢ
5739469 ἀναιδεϊ
ἠέ τι μέτρον ἐπίσταται , ἀλλ ' ἀτέλεστον λυσσομανῆ βούβρωστιν ἀναιδέϊ γαστρὶ φυλάσσει : οὐδέ ποτ ' ἂν λήξειεν ἐδητύος
ἀπὸ τοῦ βοῦ ἐπιτατικοῦ μορίου ὄντος καὶ τοῦ βρωτὴς . ἀναιδέϊ : ἀναισχύντῳ , τῇ ἀεὶ ζητούσῃ βρώματα . φυλάσσει
5738248 ἐνοησα
μέσου ἀορίστου οἱ Συρακούσιοι διὰ τοῦ α προφέρονται : ἐνοήσω ἐνοήσα , ἐγράψω ἐγράψα : ὁμοίως καὶ τὸ ἐπάξα ἀντὶ
μέσου ἀορίστου οἱ Συρακούσιοι διὰ τοῦ α προφέρονται : ἐνοήσω ἐνοήσα , ἐγράψω ἐγράψα : ὁμοίως καὶ τὸ ἐπάξα ἀντὶ
5734183 μεμηνας
οὗ δηλοῖ τὸν πόλεμον μαινομένη . μέμηνας ] ἐμάνης . μέμηνας ] ὀργίζῃ . μέμηνας ] μαίνῃ . γράφεται καὶ
, ὡς οὐκ οἶσθα ποῦ ποτ ' εἶ λόγων : μέμηνας ἤδη , καὶ πρὶν ἐξεστὼς φρενῶν . στείχωμεν ἡμεῖς
5733067 νυον
ἀρτηρίας . τὸ δὲ περιέχον αὐτοὺς τοὺς ὄρχεις δέρμα † νυὸν † ὄσχεον ὠνομάσθη † εἰς † τοὺς ὄρχεις καὶ
δ ' ἥγε καὶ ἐκ θυμοῦ στενάχουσα μύθοισιν πυκινοῖσι φίλην νυὸν ὧδε μετηύδα : δαιμονίη παίδων , τί νύ τοι
5731674 γοοωσα
γονεῖς ἀμφοτέρους ζῶντας , . . . Ἀμβλήδην : ἀμβλήδην γοόωσα , ἀναφέρουσα ἀθρόως τὸ πνεῦμα , . * .
οὔ τι πέπυστο . Ἀλλ ' Ἑλένη μάλα πολλὰ διηνεκέως γοόωσα , ἄλλα μὲν ἐν Τρώεσσιν ἀύτεεν , ἄλλα δέ
5730018 ἐπιδευεις
Ἀχιλῆα : χαῖρ ' Ἀχιλεῦ : δαιτὸς μὲν ἐΐσης οὐκ ἐπιδευεῖς ἠμὲν ἐνὶ κλισίῃ Ἀγαμέμνονος Ἀτρεΐδαο ἠδὲ καὶ ἐνθάδε νῦν
σύλησέν τ ' ὄλβον , βιότου τ ' ἀνέφην ' ἐπιδευεῖς . ἐν δ ' ἄρ ' ὑποχθονίῳ κέντρῳ σύνεσίν
5724152 ἀνακτας
μάρνανται , σκύλακες δὲ συνέμποροι ἡγεμονῆες κνώδαλα σημαίνουσι καὶ ἰθύνουσιν ἄνακτας εὐνὴν εἰς αὐτὴν καὶ ἀρηγόνες ἐγγὺς ἕπονται . οὐδ
ἠΰτε σάρκας ἀλλοτρίας : οἱ δ ' αὖτις ἑοὺς κορέσαντες ἄνακτας φύονται : τόδε πού σφι Ποσειδάων ἐπένευσε . τοῖον
5719474 ἐπεσπον
οὐδὲ δίκαιοι πάντες ἔσαν : τῶ σφεων πολέες κακὸν οἶτον ἐπέσπον μήνιος ἐξ ὀλοῆς γλαυκώπιδος ὀβριμοπάτρης , ἥ τ '
' αὐτῷ Ἴλιον εἰς ἅμ ' ἕποντο καὶ αὐτοῦ πότμον ἐπέσπον . νὺξ δ ' ἥδε μάλα μακρή , ἀθέσφατος
5714760 Οἰδιποδαο
οὗ μέμνηται Καλλίμαχος . ἐκ μέν σε Σπάρτης ἕκτον γένος Οἰδιπόδαο ἤγαγε Θηραίην ἐς ἀπόκτισιν , ἐκ δέ σε Θήρης
υἱὸς Ταλαϊονίδαο ἄνακτος , ὅς ποτε Θήβας ἦλθε , δεδουπότος Οἰδιπόδαο ἐς τάφον : ἔνθα δὲ πάντας ἐνίκα Καδμείωνας .
5713002 μογερα
πάσχεις . σήμηνον ὅπη ] εἰπὲ ποῦ . . ἡ μογερὰ ] ἡ ἀθλία . . ἂ ἄ , ἔα
τὰ κῶλα . βαρυδότειρα ] βαρέα καὶ δυστυχῆ διδοῦσα . μογερὰ ] ἀθλία . πότνια ] σεβασμία . πότνια ]
5712356 κλυω
ἒ ἕ , ἒ ἕ , ὄτοβον ἁρμάτων ἀμφὶ πόλιν κλύω : ὦ πότνι ' Ἥρα . ἔλακον ἀξόνων βριθομένων
! ! ! ! ! ! ] Φοῖβε , τίνα κλύω τὸν α ? [ ὁ θυηπόλος [ ! !
5710186 ἱμειροντα
καί ῥ ' ὁτὲ μὲν τελέθειν δυσδερκέα νυμφευτῆρα , νωλεμὲς ἱμείροντα γάμων , ποτὲ δ ' αὖθις ὁρᾶσθαι θηλυτέρην νύμφην
ἡδέα παππάζοντα τεοῖς ἐπὶ γούνασιν ὄντα εἰκόνα σὴν ποθέοντα καὶ ἱμείροντα τεκούσης : οὐ γλυκὺς ἵμερος ἄλλος ἐπάξιος ἀμφ '
5710079 Αὐως
! [ [ ] ! ! η χρυσοπέδιλλος [ ] Αὔως [ [ ] ! — στίχοι ρλ [ ]
Ὅτε σὺν τῆι Σεβαστῆι Σαβείνηι ἐγενόμην παρὰ τῶι Μέμνονι . Αὔως καὶ γεράρω , Μέμνον , πάι Τιθώνοιο , Θηβάας
5710055 πρεσβευω
. καὶ διαπρεσβεύομαι . πρεσβεύω δὲ τὸ πρέσβις πέμπομαι . πρεσβεύω λέγεται καὶ τὸ τιμῶ . ὡς παρ ' Ἀριστείδῃ
πρὸς τὸν Πέρσην τὸ πρέσβεις πέμπω . καὶ διαπρεσβεύομαι . πρεσβεύω δὲ τὸ πρέσβις πέμπομαι . πρεσβεύω λέγεται καὶ τὸ

Back