σταδίους διελθόντες ἐς τριακοσίους : ὁ δὲ λιμὴν μέγας καὶ εὔκυκλος καὶ βαθὺς καὶ ἄκλυστος , ὁ δὲ ἔσπλους ἐς
: εἰ γάρ τις ἁπλοῦς ἐστιν , οὗτος τῷ ὄντι εὔκυκλος ὀφείλει εἶναι : εἰ δέ τις σκέπαρνος , οὗτος
6061428 κυκλοτερης
βραχυτέρη ἐοῦσα , καὶ καμπυλωτέρη , καὶ ἰθυτέρη , καὶ κυκλοτερής : καὶ πολλαὶ ἄλλαι ἰδέαι τοῦ τοιουτέου τρόπου ,
ἀσπίδος περιφέρειαν . ἅλωα : ἀπὸ τοῦ ἅλωνος , ἐπεὶ κυκλοτερής ἐστιν , ὥσπερ καὶ οἱ περὶ τὸν ἥλιον καὶ
5980568 ζυγος
εἰς Φρυγίαν [ ὃς ἦν ἀμπέλινος , ᾧ συνεδέδετο ὁ ζυγὸς καὶ ὁ ῥυμός ] . λέγεται δὲ Ἀλέξανδρον διαλῦσαι
ἢ μᾶλλον ἔνδρυον τὸν ἱστοβοέα βοῶν ἑλκόντων καὶ μέσαβον ὁ ζυγὸς ὁ ἀναμεταξὺ τῶν βοῶν . ἔνδρυον : ἀπὸ μέρους
5760937 ἀπλανεων
γαῖα μὲν οὖν ὑπάτη τε βαρεῖα τε μεσσόθι ναίει : ἀπλανέων δὲ σφαῖρα συνημμένη ἔπλετο νήτη : μέσσην δ '
μνημονεύων δὲ αὐτῶν Ἄρατος οὐθετέρως αὐτοὺς καλεῖ : ἄρκιος εἴην ἀπλανέων τά τε κύκλα τά τ ' ἠέρι σήματ '
5747825 στρογγυλος
ἔβαλεν . Ἐλήλαται : κρέμαται , ἐκκρέμαται . Δινωτός : στρογγύλος , συστρεπτικός . κύβος : σφαῖρα . ἅμματος :
ἐπιγινομένῳ : ὁ δὲ καρπὸς μέγεθος μὲν ἡλίκον σήσαμον , στρογγύλος δὲ καὶ τῷ χρώματι χλωρός , ἀγαθὸς δὲ διαφερόντως
5671461 Ὁλος
ἔχων ἰσόρροπον τὸ κέρδος Ἀθυμίαν δίδωσι τοῖς μόχθοις ἀεί . Ὅλος ὁ βίος ἐλλύχνιον . Ἑρμηνεία . Ἅπαν τοῦ βίου
τὸ δ ' ἄλλο , ὅθεν ἕλκουσι , σχοίνου . Ὅλος δὲ ἔσω κατακρέμαται καὶ ἀνασπᾶται ὅπλοις ἢ κηλωνείοις :
5625906 τεμνομενος
περὶ τὸν Ἀκεσίνην ποταμόν . ἅπας δὲ κάλαμος εὔζωος καὶ τεμνόμενος καὶ ἐπικαιόμενος καλλίων βλαστάνει : ἔτι δὲ παχύρριζος καὶ
Ὅτι δὲ ἄργυρος ἰοῦ δεκτικὸς , ὃς καὶ διΐστησιν ἔξω τεμνόμενος ὑπὸ τῶν ὑγρῶν τὴν ὑγρότητα καὶ ψυχρότητα παντὸς μᾶλλον
5591776 νεατος
: ἡ μὲν γλῶσσα , φησί , τραχύνεται ὁ δὲ νέατος ἰσθμός , τουτέστιν ὁ ἔσχατος , ἤγουν τὰ παρίσθμια
ἀφρὸς ἐπιστύφων ἐμπλάσσεται , ἀμφὶ καὶ ὁλκός τέτρηχε γλώσσης , νέατος δ ' ὑποκάρφεται ἰσθμός , ξηρὰ δ ' ἐπιλλύζων
5554806 πυθμην
γὰρ ὀννώρινε νύκτας , τὼ δὲ πίθω πατάγεσκ ' ὀ πύθμην . σὺ δὴ τεαύτας ἐκγεγόνων ἔχηις τὰν δόξαν οἴαν
μέσσα , Διὸς δ ' ἐκ πάντα τέτυκται : Ζεὺς πύθμην γαίης τε καὶ οὐρανοῦ ἀστεροέντος . καὶ ἀρχὴ μὲν
5544373 σκολιος
γράφονται : οἷον , σμοῖος τὸ ἐπιθετικόν : σκοῖος ὁ σκολιός : δοῖος : μνοῖος ὁ ἰπνός : γλοῖος ἡ
τὰ μέτρα τῆς ζωῆς . νγʹ Ὃ δ ' αὖ σκολιός Εἰπὼν περὶ τοῦ εὐγενεστέρου τῶν ἵππων , λοιπὸν τὰ
5540081 πους
βʹ ποδὸς διαλελυμένου εἰς τρίβραχυν , εἶτα χορίαμβος , εἶτα ποὺς ἁπλοῦς . Τὸ βʹ προσοδιακὸν τρίμετρον ἀκατάληκτον : ἡ
ἀντικαταδύνει καὶ οὐχ , ὡς οὗτοί φασιν , ὁ δεξιὸς ποὺς καὶ τὸ δεξιὸν γόνυ τῷ Τοξότῃ ἀντικαταφέρεται . Ἠγνοήκασι
5505338 ἀμφιβιος
ταμίης νεφελώδεος Οὐλύμποιο , Αἰγόκερως , γαίης τε καὶ ὕδατος ἀμφίβιος θήρ , Κριὸς ὅ τ ' οὐρανίου κορυφῆς ὅρος
ἐστι ξανθὸν καὶ λεῖον : φιλεῖται δὲ ὑπὸ τῶν ἰχθύων ἀμφίβιος ὤν , καὶ νηχόμενος αὐτοὺς κατεσθίει περὶ αὐτὸν συναγομένους
5459122 δακτυλος
πούς , εἶτα βακχεῖος , εἰ δὲ βούλεταί τις , δάκτυλος : εἶτα κρητικός : μεθ ' οὕς εἰσι δύο
ὑγροτέρῳ τῷ σκέλει χρῶνται : ὥσπερ ὁ μέγας τῆς χειρὸς δάκτυλος : μάλιστα γὰρ οὗτος ἐκπίπτει φύσει : οἷς μὲν
5449867 πηχυς
προσαγορεύουσι καὶ μετροῦσι τὰ νάματα , καὶ πανήγυρις αὐτοῖς ὁ πῆχυς γίνεται . . . Δεινὸς χρηματιστὴς ἐκ τῆς κατὰ
γενικῆς στάχυος , βότρυος , κέγχρυος πλὴν τῶν δύο τούτων πῆχυς πήχεως , καὶ πέλεκυς πελέκεως . ταῦτα γὰρ μόνα
5446843 ἀντελλοντι
κάρη δ ' ἑτέρης μετὰ χειρὸς τόξῳ ἀνέρχονται καὶ Τοξότῃ ἀντέλλοντι . Σὺν τοῖς Ἑρμαίη τε Λύρη καὶ στήθεος ἄχρις
κατάγει : . . . Αὐτὴ δ ' Αἰγοκερῆϊ κατέρχεται ἀντέλλοντι , ἦμος καὶ Προκύων δύεται , τὰ δ '
5434791 στιχος
στίχος ὁ εἷςῬουβὴν „ Συμεὼν Λευί : ” καὶ ὁ στίχος ” φησίν „ ὁ δεύτερος ἄνθραξ καὶ σάπφειρος „
ὀξεῖαν φωνὴν ἀφιεῖσι διὰ τὸν πόνον . Ἔπος λέγεται πᾶς στίχος ἰαμβικὸς καὶ τροχαϊκὸς καὶ ἀναπαιστικὸς καὶ δακτυλικὸς καὶ οἱῳδήποτε
5421448 νοτιος
ʹ γʹ γʹ ἐλς τῆς ἑπομένης τοῦ ῥόμβου πλευρᾶς ὁ νότιος . . . . . . . . Αἰγόκερω
εἰς ω . καὶ παρ ' Ὁμήρῳ : κατὰ δὲ νότιος ῥέεν ἱδρώς . ἀντὶ τοῦ κατὰ νῶτον ἐφέρετο .
5401370 νυγματωδης
, πυρετὸς ὀξὺς , ὀδύνη νυγματώδης : ἔστι δὲ ὀδύνη νυγματώδης , ὡς εἴ τις ψηφῖδα ῥίψας ἐν ὕδατι ποιήσειε
τέτταρα : βὴξ , δύσπνοια , πυρετὸς ὀξὺς , ὀδύνη νυγματώδης : ἔστι δὲ ὀδύνη νυγματώδης , ὡς εἴ τις
5397350 πλαγιος
, οὐκ ἀμφίβολος μέν , καθὸ ἐπὶ τέλει συντεθεῖσα ἡ πλάγιος δεόντως πρὸς τὸ σημαινόμενον ἐκλίνετο , ἀλλήλοις ἔδωκαν ,
ἡ πόλις : βόστριχες : γοσταὶ αἱ κριθαί : δόγμος πλάγιος , λοξός : δόχμη δῶρον : κόχλος : κόπρος
5374246 ἑλιξ
ὡς μηκέτι μηδὲ πυρῆνα μήλης παραδέχεσθαι . εἰ δ ' ἕλιξ ἐντέρου κατωλισθηκέναι τύχοι , ἀπὸ τῶν κενεώνων ἀρξάμενοι τοῦ
ἀποβολῇ τοῦ ω λάψ , ὡς φυλάξω φύλαξ , ἑλίξω ἕλιξ , καὶ κατὰ ἀναδιπλασιασμὸν λάλαψ , μετὰ προσθέσεως τοῦ
5373134 Ἀρκτοφυλαξ
Κασσιέπεια , Ὄρνις , Λύρα , Ἐνγόνασι , Στέφανος , Ἀρκτοφύλαξ , Ἡνίοχος ἐφ ' ὧι Αἲξ Ἔριφοι , Δελτωτόν
Εὐριπίδης Ὑψιπύλῃ , Ἀριστοφάνης Λημνίαις καὶ Λυσιστράτῃ . Ἀρκτοῦρος καὶ Ἀρκτοφύλαξ : ὁ Βοώτης ὀνομαζόμενος : Λυσίας ἐν τῷ κατὰ
5346892 ἐνερευθης
ἥ γε μὴν πτίλωσις , παχύτης οὖσα βλεφάρων , τυλώδης ἐνερευθής , ἀπὸ παχυτέρων καὶ πλέον διεφθορότων χυμῶν γινομένη ,
] Τοῖς μὲν ὑπὸ φαλαγγίων δεδηγμένοις αὐτὸς μὲν ὁ τόπος ἐνερευθής ἐστι καὶ ὅμοιος κεντήμασιν , οὔτε διῳδηκὼς , οὔτε
5342680 ἀμφικυρτος
ιβην , πανσέληνος δὲ περὶ τὴν διχομηνίαν : καὶ πάλιν ἀμφίκυρτος μετὰ τὴν διχομηνίαν , διχότομος δὲ περὶ τὴν κγην
τοῦ Ἡλίου ἀποδιαστῇ μοίρας Ϙ ἐπὶ τετραγώνου πλευρᾶς ὑπάρχουσα . ἀμφίκυρτος δέ ἐστι πρώτη , ὅταν ἡ Σελήνη εἰς τὸ
5322630 δομη
εἰς θηλυκόν . ἀπὸ γὰρ τοῦ δέμας μεταπλάσας εἶπεν ἡ δομή . * παλεύσῃ ἀπατήσῃ τοὺς δυσμενεῖς ἤτοι τοὺς Τρῶας
τρόπος τροπή , νόμος νομή , γόνος γονή , δόμος δομή , στρόφος στροφή , πόθος ποθήπερὶ τούτου οὖν ἐν
5319323 ἠματιος
σὺν πᾶσι χρήεσσι . πρὸ γάρ τ ' ἀλέγυνεν ἕκαστα ἠμάτιος : θῆλυν μὲν ὄιν γάλα τ ' ἔκτοθι ποίμνης
: ἢ παρὰ τὸ σειριάειν , τουτέστι λάμπειν . ἔρχεται ἠμάτιος : διὰ τὸ εἶναι μικρὰν τὴν ἡμέραν : τὸ
5281173 Ἀρκτος
' ἕλεν ὕπνος . ἆμος δὲ στρέφεται μεσονύκτιον ἐς δύσιν Ἄρκτος Ὠρίωνα κατ ' αὐτόν , ὃ δ ' ἀμφαίνει
τοῦ πανσέπτου καὶ παντάρχου . Τέλος τοῦ πρώτου βιβλίου . Ἄρκτος θηρίον ἐστί , ζῷον δασὺ καὶ νωθρόν , κατὰ
5279182 τομος
καὶ τμῆμα , καὶ διὰ τί μὴ εἶπε τμῆμα ἀλλὰ τόμος . Πρὸς μὲν οὖν τὴν πρώτην ζήτησιν , ἥτις
πάλιν ἀπὸ τοῦ τέμω γίνεται τομός ὀξυτόνως ὁ τέμνων καὶ τόμος βαρυτόνως ὁ τεμνόμενος : καὶ πάλιν παρὰ τὸ τρέχω
5230277 ζωνη
τὴν ἡμέραν τε καὶ τὴν ὁδόν . μία τε οἷον ζώνη διὰ παντὸς τοῦ ἀέρος ἦγεν εἰς τὸ ἱερὸν κατ
ἐπεζεύχθωσαν αἱ ΚΞ ΞΜ . Ἐν μὲν ἄρα κόσμῳ μέση ζώνη ἐστὶν ἡ ΚΑΜ , ἐν δὲ γῇ ἡ ΟΕΠ
5229275 ῥις
, στόμα , βρόγχος , τραχεῖα ἀρτηρία , πνεύμων . ῥὶς μὲν καὶ στόμα πρὸς τὸ ἀναπνεῖν , ὁ δὲ
σημαίνει ἄνδρα . εὐθύτης ῥινὸς γλώττης ἀκρασίαν τινὰ λέγει . ῥὶς ἡ μείζων καλλίονα δηλοῖ ἄνδρα . εἰ δὲ πάνυ
5207360 κατηξιος
δὲ ἡ ῥὶς καταγῇ , τρόπος μὲν οὐχ εἷς ἐστι κατήξιος : ἀτὰρ πολλὰ μὲν δὴ καὶ ἄλλα λωβέονται οἱ
οὐδ ' ὅκοι τῆς κεφαλῆς . Τούτων τῶν τρόπων τῆς κατήξιος ἐς πρίσιν ἀφήκει , ἥ τε φλάσις ἡ ἀφανὴς
5198232 ὀγκος
τῶν ἄλλων μερῶν τοῦ σώματος ὡς προείρηται , ὁ σκιρρώδης ὄγκος ἀνώδυνός ἐστιν , ἐπὶ δὲ μαστοῦ γίνεται ὀδύνη οὐ
περὶ τὸν βρόγχον γινόμενος ὄγκος βρογχοκήλη ὠνόμασται : πᾶς γὰρ ὄγκος παρὰ τοῖς ἀρχαίοις κήλη ὠνόμασται : τὸ μὲν οὖν
5190077 παραπληρωμα
, σὺν αὐτοῖς δὲ καὶ τὴν ἐκτὸς εὐετηρίαν ὥς τι παραπλήρωμα τάττοντες . δεῖ γὰρ καὶ αὐτῆς ἐνίοτε τῷ εὐδαίμονι
τὰ παραπληρώματα : περιέχεται γὰρ τὸ μὲν ἀπὸ τῆς ΑΓ παραπλήρωμα , τὸ δὲ ἀπὸ τῆς ΓΒ ἤτοι τῆς ΗΚ
5168374 ὀσφυς
μέσον ἐστὶ τοῦ μεταφρένου καὶ ὀσφύος . διαδέχεται οὖν ἡ ὀσφὺς , ἥτις ἰξὺς ὠνόμασται , καθ ' ὃ ζωννύμεθα
τὸ καταλῆγον ἀντίστερνον . τὸ δ ' ἀπὸ τῆς ῥάχεως ὀσφὺς τὸ μέχρι γλουτῶν . τὴν δὲ ῥάχιν ἔνιοι τῶν
5150105 δονειται
μὴ φέρουσα κέντρα . Γάμιαι πνέουσιν αὖραι , μέλος ὀργάνων δονεῖται , τάχα παστὸν Ἀφροδίτῃ Χαρίτων πλέκουσι κῶμοι . Ὁ
τὸ στόμα ἐναπερείσῃ , προσίασι καὶ αἱ λοιπαί , καὶ δονεῖται τὰ ἄγκιστρα ὑπὸ τὸν αὐτὸν καιρὸν περιπαρέντα τοῖς ἰχθύσιν
5143469 ἀνενεχθησεται
γὰρ ἀπέχει τοῦ ἰσημερινοῦ . τὸ μὲν ἄρα δη τεταρτημόριον ἀνενεχθήσεται ἐν μοίραις χρονικαῖς ρεʹ , τὸ δὲ δα τεταρτημόριον
, τὸ ἕκτον γίνεται λεʹ : ἐν τούτοις ὁ Λέων ἀνενεχθήσεται . καὶ ὁμοίως κατὰ τὴν προκειμένην ἔφοδον , ἐὰν
5140590 ὀξεια
χαλεπὸν εἶναι καὶ ἐλέφαντι ἐνεγκεῖν : καὶ ἄνωθεν ἡ κατάβασις ὀξεῖα ἦν : ὁ δὲ καὶ ἐνταῦθα ἔπαιεν . εἰ
ὀφείλει εἶναι , οὐ περισπωμένη γίνεσθαι : ἄτοπον γάρ . ὀξεῖα τοίνυν ὀφείλει τίθεσθαι καὶ ἐνταῦθα ἐπὶ τῷ δείν '
5138305 λεπτη
εὔκαρπος , πολύφορος , δικαία . τὸ δ ' ἐναντίον λεπτή , πετρώδης , ψαμμώδης , λιθώδης , ὑπόλιθος ,
φορή . ψυχῆϲ κατάϲταϲιϲ : αἴϲθηϲιϲ ξύμπαϲα καθαρή : διάνοια λεπτή : γνώμη μαντική . προγιγνώϲκουϲι μὲν ὦν πρώτιϲτα μὲν
5128965 φαεινεται
πάντα καὶ ἔγχνοα , τοῖα κονίης ἢ καὶ ἀπὸ σπληδοῖο φαείνεται ὅστις ἐπαύρῃ . τῷ ἴκελος Περσεῖος ὑποτρέφεται πετάλοισι ,
ἢ ὡς ἐκεῖνός φησι γράφεσθαι : „ ἢ Κριῷ ἀνιόντι φαείνεται ἢ ἐπὶ Ταύρῳ , ” ἢ νὴ Δία ,
5126645 κοιλη
καλεῖ Πύλον ὁμωνύμως τῇ πόλει . ὅτι δὲ διώριστο ἡ κοίλη Ἦλις ἀπὸ τῶν ὑπὸ τῷ Νέστορι τόπων , ὁ
. Νυμφῶν ἄντρον ἦν , πέτρα μεγάλη , τὰ ἔνδοθεν κοίλη , τὰ ἔξωθεν περιφερής . Τὰ ἀγάλματα τῶν Νυμφῶν
5124518 κνημη
τῇ πτέρνῃ . τῶν δ ' ὀστέων τὸ μὲν ὀπίσω κνήμη , τὸ δ ' ἔμπροσθεν ἀντικνήμιον , τὰ δ
ἀνιόντα πολλάκις αὐτονυχεὶ θηεύμεθα . Τοῦ μὲν ἄρ ' οἴη κνήμη σὺν Χηλῇσι φαείνεται ἀμφοτέρῃσιν : αὐτὸς δ ' ἐς
5107419 συμπληρουται
οἰκεῖα πληρώματα ὁ νοῦς , ἐξ ὧν ὁ σύμπας ὁμοῦ συμπληροῦται , ἐπιδεὴς ἂν εἴη αὐτὸς ἑαυτοῦ , οὐ μόνον
περιττοῦ φύσιν ἔχουσι : μὴν δὲ καθ ' ἑβδομάδας τέσσαρας συμπληροῦται , τῇ μὲν πρώτῃ ἑβδομάδι διχοτόμου τῆς σελήνης ὁρωμένης
5106476 φθογγος
γίνεται . Τόνος δὲ λέγεται τετραχῶς : καὶ γὰρ ὡς φθόγγος καὶ ὡς διάστημα καὶ ὡς τόπος φωνῆς καὶ ὡς
τἀναντία συνισταμένῃ : ὅτε γὰρ τῷ διὰ τεσσάρων τινὸς βαρύτερος φθόγγος τῷ διὰ πέντε τοῦ ὁμοφώνου αὐτῷ κατὰ τὸ βαρύτερον
5099850 δεσμος
ἡμετέρᾳ δεσμὸς τὸ σῶμα , καὶ τῇ τοῦ παντὸς ἔσται δεσμός , καὶ εἴπερ ἡ μεριστὴ ψυχὴ πρὸς τὸ σῶμα
τοῦ ι γράφονται : οἷον , κτένιον : πέδιον ὁ δεσμός : ἐπὶ γὰρ τῆς γῆς παροξύνεται : πτύχιον :
5098897 ἐκτασις
τοῖς τοιούτοις τροπὴ τοῦ ε εἰς ο , καὶ αὖθις ἔκτασις τοῦ ο εἰς ω : νέμω , νωμῶ :
ἐστιν αὕτη καὶ οἷον γένεσίς τις ἀπὸ λόγου σπερματικοῦ καὶ ἔκτασις , τετευχυῖα παρὰ τὸ τοιοῦτον τῆς ὀνομασίας , παρ
5098843 ἑπταποροι
, λέγονται δὲ ἑπτά , καθότι καὶ Ἄρατός φησιν : ἑπτάποροι δὴ ταί γε μετ ' ἀνθρώποις καλέονται , ἓξ
; τίς ἀμείβει τὰν ἐμάν ; πρῶτα δύεται σημεῖα καὶ ἑπτάποροι Πλειάδες αἰθέριαι : μέσα δ ' αἰετὸς οὐρανοῦ ποτᾶται
5096934 βραχιων
πλείων ἢ κάτω . Ὁ δὲ ὦμος , καὶ ὁ βραχίων , καὶ τὰ προσηρτημένα τούτοισιν εὐαπόλυτά ἐστιν ἀπὸ τῶν
τοῦ βραχίονος ἐς τὸ ἔξω καμπύλον . Ὁμιλέει δὲ ὁ βραχίων τῷ κοίλῳ τῆς ὠμοπλάτης πλάγιος , ὅταν παρὰ τὰς
5086409 διαστασεσι
ἄν τις ἐκ τοῦ πᾶν σῶμα ὀργανικὸν τρισὶ μὲν κεχρῆσθαι διαστάσεσι , μήκει πλάτει καὶ βάθει , τέτταρσι δὲ πέρασι
καὶ πρῶτος δεσμὸς καὶ στερεοῦ δύναμις : ἐν γὰρ τρισὶ διαστάσεσι τὸ στερεὸν νοεῖσθαι . ἐπεὶ δὲ καὶ συμφώνους τινάς
5083756 αἰγοκερως
τὸ διαμετροῦν , Κρόνου ζυγός , Διὸς καρκίνος , Ἄρεως αἰγόκερως , Ἀφροδίτης ἰχθύες , Ἑρμοῦ παρθένος . καὶ ταπεινώματα
δὲ ἐν λε , τοξότης δὲ ἐν λα μʹ , αἰγόκερως δὲ ἐν κη κʹ , ὑδροχόος δὲ ἐν κε
5072521 ἱσταται
ἀρχῆς ἄχρι τέλους μέχρι τοῦ συνειδέναι τὴν γυναῖκα τῷ φόνῳ ἵσταται . ἔστι δὲ τῶν ἀεὶ ἐμπιπτόντων ἐν τῷ ἁπλῷ
' εἰ μὲν πρὸς ἐλεεινολογίαν λέγοι , ἐγγὺς τοῦ πρέποντος ἵσταται , εἰ δὲ πρὸς πᾶσαν ἰδέαν λόγου , οὐκ
5070845 ὁλος
ἀκίνητον εἶναι , ἀλλὰ ἀκίνητος οὕτως , ὅτι οὐ μεθίσταται ὅλος οὐδὲ ἄλλος καὶ ἄλλος ὑπάρχει , ἀλλ ' ὁ
θανατηφόρους ἔσεσθαι μηνύει . Ἐὰν δὲ ὁ Ἥλιος ἐν Κριῷ ὅλος ἐκλείπῃ ἢ καὶ ἀμαυρωθεὶς γένηται ὡς κάτοπτρον ἢ ὡς
5054412 ταχεια
δόντες τὸ λοιπὸν εὐτυχῆ με θήσετε . Φοίνισσα Σιδωνιὰς ὦ ταχεῖα κώπα , ῥοθίοισι Νηρέως εἰρεσία φίλα , χοραγὲ τῶν
στρατιὰν τὸν ἕτερον τῶν ὑπάτων Σερούιον Φούριον : καὶ ἐγίνετο ταχεῖα ἀμφοῖν ἡ ἔξοδος . οἱ δ ' Αἰκανοὶ μαθόντες
5053357 πορθμοιο
παροιτέρη : ἔμπροσθεν . ἀμφιλαφής : ἀμφοτέρωθεν πρόσορμον ἔχουσα . πορθμοῖο παροιτέρη Ἰονίοιο : [ καὶ ] τὸ Ἰόνιον πέλαγος
δ ' Ἰονίοιο παρὰ στόμα καὶ κελάδοντος Τυρσηνοῦ πόντοιο μέση πορθμοῖο διαρρὼξ εἰλεῖται , λάβροισιν ὑπ ' ἄσθμασι Τυφάωνος μαινομένη
5044904 Ὀφις
τῆς Κασσιεπείας ὁ ἐν τῷ γόνατι . Δύνει δὲ ὁ Ὄφις ἐν ὥραις τρισὶν ὡς ἔγγιστα . Τῆς δὲ Λύρας
Ἄρκτων , Ἀρκτοφύλαξ , Στέφανος , Ἐνγόνασιν , Ὀφιοῦχος , Ὄφις , Λύρα , Ὄρνις , Ὀϊστός , Ἀετός ,
5041402 χαροπος
ὀφθαλμὸς αὐτοῦ ὁ δεξιὸς κέκραται αἵματος . Ὁ δὲ εὐώνυμος χαροπὸς ἔχων δύο κόρας , τὰ δὲ βλέφαρα [ ]
βλέφαρα κινεῖ μέσως , οὔτε συνεχῶς οὔτε διὰ χρόνου , χαροπὸς οὐ λαμπρόν , ὑγρὸν δὲ ὁρῶν , ἐρυθήματος ὑπόπλεως
5032561 τραχηλος
, χρῶμα ὄρτυγος , κεφαλὴ προμήκης , ῥύγχος ὀξύ , τράχηλος λεπτός , ὀφθαλμοὶ μεγάλοι , γλῶσσα ὀστώδης , πρόλοβον
δριμὺ καὶ κολλῶδες , φλεγμαίνει καὶ ἀνοιδίσκεται καὶ ξυντείνει ὁ τράχηλος , καὶ οὕτω προΐει ἐς οὖς : κἢν μὲν
5021768 ἡμισυς
διπλασία τῆς ὑπάτης ἐπιτέταται καὶ ὅλως ὁ δ τοῦ ὀκτὼ ἥμισυς καὶ τοῦ τρία ἐπίτριτος , ὡς ἂν ἀδιαφόρων οὐσῶν
μὲν οὖν ἀρτιάκις περισσός ἐστιν , φανερόν : ὁ γὰρ ἥμισυς αὐτοῦ περισσὸς ὢν μετρεῖ αὐτὸν ἀρτιάκις . λέγω δή
5007992 ὑγρος
. ὁ δὲ πρὸς ταῖς δυσμαῖς τόπος αὐτός τέ ἐστιν ὑγρὸς διὰ τὸ κατ ' αὐτὸν γινομένου τοῦ ἡλίου τὰ
εὔδιος , ἀντὶ τοῦ ἐν εὐδίᾳ καὶ ἡσυχίᾳ τυγχάνων ἀνθρώπων ὑγρὸς τόπος . ἀδινῆς εὐνῆς : νῦν οἰκτρᾶς , λυπηρᾶς
5007912 βορειος
. . . Ἰχθύων κγ # βο λβ δʹ ὁ βόρειος αὐτῶν . . . . . . . .
, ἄξων δὲ τῆς σφαίρας ὁ ΒΓ , πόλος δὲ βόρειος ἔστω τὸ Γ , οἴκησις δὲ πρὸς τῷ Ζ
5007242 βεβηκως
: ἀλλά μοι , φησίν , εἴη ῥαιβός , ἀσφαλῶς βεβηκὼς καὶ ἐπὶ κνήμαισιν δασύς . μὴ οὖν αὐτὸν οἴεσθε
ἃς νῦν δακρύεις εἰσορῶν , ὅτ ' ἐν πόνῳ ταὐτῷ βεβηκὼς τυγχάνεις ἄκων ἐμοί . Οὐ κλαυστὰ δ ' ἐστίν
4994947 βεβηκεν
, καὶ ἐπεζεύχθω ἡ ΟΕ . καὶ ἐπεὶ ἐπὶ τεταρτημορίου βέβηκεν , ἡ ὑπὸ ΖΟΕ γωνία ὀρθή ἐστιν . πάλιν
κύκλου ἐστὶν ρπʹ , ὥστε ἡ ὑπὸ τῶν ΓΑΔ γωνία βέβηκεν ἐπὶ ρπʹ ὅλου τοῦ κύκλου : τεσσάρων ἄρα ὀρθῶν
4992301 νειοθι
οὖν βορέω καὶ ἀλήσιος ἠελίοιο μεσσηγὺς κέχυται : τὰ δὲ νειόθι τέλλεται ἄλλα πολλὰ μεταξὺ νότοιο καὶ ἠελίοιο κελεύθου .
τι εἶδος οὔτε τὰ τεύχεα καλά , τά που μάλα νειόθι λίμνης κείσεθ ' ὑπ ' ἰλύος κεκαλυμμένα : κὰδ
4980397 σφαιρα
καὶ τὸ τίκτεται , διότι καὶ πρὸ τοῦ παχυνθῆναι ἡ σφαῖρα , ἦσαν πνεύματα , ἀλλὰ ταῦτα διεφοροῦντο . ἐπειδὰν
καὶ οὐδὲ τοῦτο ἁπλῶς : οὐδὲ γὰρ ἁπλῶς ἡ ἐξωτάτω σφαῖρα ἐν τόπῳ , ἀλλ ' ὡς ὅλη ἐν τόπῳ
4980175 τετραμμενος
δέ τ ' ἀράς . μηδ ' ἄντ ' ἠελίου τετραμμένος ὀρθὸς ὀμιχεῖν , αὐτὰρ ἐπεί κε δύῃ , μεμνημένος
Ἴστρος ἐκδιδοῖ ἐς αὐτήν , πρὸς εὖρον ἄνεμον τὸ στόμα τετραμμένος . Τὸ δὲ ἀπὸ Ἴστρου ἔρχομαι σημανέων τὸ πρὸς
4978487 σκεπαρνος
δὲ εὔκυκλος , ἡ δὲ κυκλικὴ ἐπίδεσις , ἄλλη δὲ σκέπαρνος . στεφανιαία μὲν οὖν ἐστιν ἡ κατὰ τοῦ βρέγματος
: σοφίην παιδεύεται . σκέπαρνος : εἶδός ἐστι δεσμοῦ ὁ σκέπαρνος , ὅταν ὁ ἐπίδεσμος πλάγιος δεθῇ . μαρτυρεῖ δὲ
4975531 οὐρῃ
οὐρὰ διὰ τὸ εἰς ἀλκὴν αὐτὸν προτρέπειν : Ὅμηρος : οὐρῇ δὲ πλευράς τε καὶ ἰσχία ἀμφοτέρωθεν μαστίεται , ἑὲ
πεφυλαγμέναι ὠκεανοῖο . Αὐτὰρ ὅγ ' ἄλλης μὲν νεάτῃ ἐπιτείνεται οὐρῇ , ἄλλην δὲ σπείρῃ περιτέμνεται : ἡ μέν οἱ
4975309 ῥομβος
Ἔστι καὶ ἰχθὺς ῥόμβος λεγόμενος : ἔστι καί τις τροχὸς ῥόμβος λεγόμενος , ὃν στρέφοντες καὶ ἱμαντίῳ τύπτοντες ἐκτύπουν .
δεόμενος οὗτος οἰκείου φωτὸς ἀπορίᾳ αὐγῆς ἀλλοτρίας . Ἔστω δὲ ῥόμβος οὗτος , μᾶλλον δὲ σφαῖρα τοιαύτη , ἣ δὴ
4973591 περιφερης
ἅμα τῇ πόσει περιρρεῖσθαι πεσόντα . ὁ δὲ Ἀρίσταρχος στροβηθεὶς περιφερὴς ἔπεσε τῇ τραπέζῃ , ὡς περικλασθῆναι περὶ αὐτήν :
τοῖς τῶν ἐλάφων δὲ παραπλήσια , σφυρὸν ὕπτιον , ὁπλὴ περιφερὴς , ὑφηλὴ , κραταιὰ κατὰ τῶν ἐλάφων τὰ ἰσχυρότατα
4968469 νεατης
περιέχουσιν , ὡς καὶ ὁ Ἄρατός φησιν : οἱ στάθμη νεάτης ἀποτείνεται Ἄρκτου εἰς πόδας ἀμφοτέρους , ὅσση ποδὸς εἰς
, ἀναπέμπει . Γένυος : στόματος , κατὰ μάγουλον . νεάτης : ἐσχάτης . ὑπένερθεν : ὑποκάτωθεν , ὑπεράνωθεν ,
4937549 κεφαλη
: Ἤθελον κοιμηθῆναι ἔτι ὀλίγον , ὅτι βεβαρημένη ἐστὶν ἡ κεφαλή μου : ἀλλὰ φοβοῦμαι , μήπως κοιμηθῶ καὶ βραδυνῶ
ἵνα κινδυνεύσωσιν . ” . . . Ψ : ἠθείη κεφαλή : προσφώνησις νέου πρὸς πρεσβύτερον : δῆλον οὖν ὅτι
4934152 ὑμην
καὶ εἴσω καὶ ἔξω ποιέεσθαι τὸ πρῶτον : καὶ ὁ ὑμὴν ἐξ ἐκείνου ἐτέτατο ἅπας περιέχων τὴν γονήν . Τοιαύτην
τὴν ἔμμηνον κάθαρϲιν , εἴ γε διὰ παντὸϲ εἴη διαφράττων ὑμὴν ἢ ϲάρξ : ἐπί τινων γὰρ ἐν τῷ μέϲῳ
4933704 Κενταυροιο
ὁπόσην ἐπέχει ποσίν : ἐν δέ οἱ Ἀργὼ καὶ μέγα Κενταύροιο μετάφρενον , ἐν δέ τε κέντρον Σκορπίου : ἐν
σπήλυγγος προπάροιθεν ἀλυσκάζοντες ἔμιμνον : οἰωνοί τ ' ἐκυκλοῦντο βοαύλια Κενταύροιο ταρσοῖς κεκμηῶσιν , ἑῆς δ ' ἐλάθοντο καλιῆς .
4922832 φοϚʹ
. Ὁ δὲ πῆχυς ἔχει εὐθυμετρικοὺς δακτύλους κδʹ , ἐμβαδομετρικοὺς φοϚʹ , στερεοὺς δὲ α͵γωκδʹ . Ὁ ποὺς ὁ Πτολομαϊκὸς
͵δρ : τοιούτου καὶ ἔστι τετράγωνος πλευρὰν ἔχων τὰ σι φοϚʹ . Προσλήψει δὲ τῶν τκδ φοϚʹ ἀναλυθέντων εἰς ὀκτωκαίδεκα
4922746 τροχος
ποτὲ μὲν κυκλοειδεῖς φαίνονται , ποτὲ δὲ παρεσπασμένοι . ἔστω τροχὸς ὁ ΑΒΓΔ , καὶ διήχθωσαν διάμετροι αἱ ΒΑ ,
. Ἔστι καὶ ἰχθὺς ῥόμβος λεγόμενος : ἔστι καί τις τροχὸς ῥόμβος λεγόμενος , ὃν στρέφοντες καὶ ἱμαντίῳ τύπτοντες ἐκτύπουν
4921265 Ἀρκτων
περὶ μὲν τοῦ Δράκοντος οὕτως γράφει : Μεταξὺ δὲ τῶν Ἄρκτων ἐστὶν ἡ τοῦ Ὄφεως οὐρά , τὸν ἄκρον ἀστέρα
τὸ δὲ μέσον αὐτοῦ πρὸς τῇ καμπῇ τοῦ διὰ τῶν Ἄρκτων Ὄφεως . Πάλιν ἐπὶ τῆς Κασσιεπείας ὁ μὲν Εὔδοξος
4920151 σκια
ζῶντας εὖ δρᾶν : κατθανὼν δὲ πᾶς ἀνὴρ γῆ καὶ σκιά : τὸ μηδὲν εἰς οὐδὲν ῥέπει . τερπνὸν τὸ
ὅτι δοκεῖ νῦν οὐδὲν ὑπάρχειν . πότνια τ ' Οἰδίπου σκιά : σκιὰν Οἰδίποδος αὐτὸν καλεῖ τὸν Οἰδίποδα : τυφλωθεὶς
4918324 περιοδος
ἐμβολίμων ὁμοίως ἐχρήσαντο . Καὶ δοκεῖ μάλιστα πάντων αὕτη ἡ περίοδος τοῖς φαινομένοις συμφωνεῖν . Ἡ σελήνη ὑπὸ τοῦ ἡλίου
κῶλα ζʹ καὶ τὰ τῆς ἀντιστροφῆς τοσαῦτα . τὸ αʹ περίοδος ἐξ ἰαμβικῆς καὶ τροχαϊκῆς συζυγίας : ἡ μέντοι τροχαϊκὴ
4912981 νεται
προήκει ἡ γένυς , καὶ εὐθεῖά ἐστι καὶ αὐξά - νεται κατ ' ὀλίγον ἐς μῆκός τε καὶ πάχος ,
τὸ τῶν ἐρίδων γένος , ἀλλὰ δύο . Λαμβά - νεται δὲ ἑαυτοῦ , ἐπειδὴ ἐν τῇ Θεογονίᾳ μίαν γέννησιν
4911845 κυκλειται
ὥσπερ ὑπὸ θεῶν τινος οἰακιζόμενος ἐναλλὰξ ἀγαθοῖς τε καὶ κακοῖς κυκλεῖται πάντα τὸν αἰῶνα . διόπερ παράδοξόν ἐστιν οὐκ εἰ
ἀριθμὸν τῶν μοιρῶν τοὺς τρεῖς ὑποβάλλει χρόνους , ἐν οἷς κυκλεῖται τὰ πάντα καὶ δι ' ὧν ἐπιτελεῖται , καὶ
4911016 πισυρεσσιν
τ ' ἠνεμόεντα καὶ αὐτῆς ἔθνεα γαίης . ἤτοι μὲν πισύρεσσιν ἐπὶ πλευρῇσιν ἄρηρε πάσῃσιν λοξῇσιν , ἀλιγκίη εἴδεϊ ῥόμβου
, ὁ δ ' αὖ κεράεσσι πεποιθώς , ἄλλοτε μὲν πισύρεσσιν , ὅτ ' ἐν δοιοῖσι κεράστης , χροιῇ δ
4906085 πυκνου
τὸ ὂν ἀγένητον ἀπολείπει : λέγει δὲ τὴν γῆν τοῦ πυκνοῦ καταρρυέντος [ ἀέρος ] γεγονέναι . . . καὶ
ἄστρα καὶ τὸν ἥλιον ἐκ πυρός φησι καὶ τοῦ πρώτου πυκνοῦ συγκεῖσθαι , τὴν δὲ σελήνην ἐκ τοῦ δευτέρου πυκνοῦ
4898789 ἐπικεκλιται
ἀπ ' οὔρεος Ἀρμενίοιο . τοῦ δὲ πρὸς ἀντολίην βορέην ἐπικέκλιται ἰσθμός , ἰσθμὸς Κασπίης τε καὶ Εὐξείνοιο θαλάσσης .
νῆις ἐὼν ἑτάροις ἅμα νήισινΑἶα δὲ Κολχίς Πόντου καὶ γαίης ἐπικέκλιται ἐσχατιῇσιν ; ” Ὧς φάτο : τὸν δ '
4896952 δοχμη
κατάπλεων ὑπέρπλεων , καὶ πούς , πῆχυς , παλαιστή , δοχμή , πυγών , ὀργυιά , καὶ ὅσα ἐπὶ τῶν
δὲ παλαιστὴ καὶ δῶρον καλεῖται , ἡ δὲ σπιθαμὴ καὶ δοχμή . ἄψιν : Αἰολικῶς ψιλοῦται ὡς καὶ τὸ ὔμμες
4891990 λαγονων
ποταμῶν ἄπειρα πηγαζούσης . ἐκρήγνυται γὰρ ἀπὸ τῶν κατὰ μέρη λαγόνων Ῥῆσός θ ' Ἑπτάπορός τε Κάρησός τε Ῥοδίος τε
δὲ καὶ σικύας κολλᾶν κατ ' ὀσφύος βουβώνων τε καὶ λαγόνων μετὰ πυρὸς πολλοῦ , καὶ προσκειμένας ἐᾶν ἐπὶ χρόνον
4888175 περιπατος
τὸ γὰρ σύμπτωμα τότε ἔσται , ὅτε καταντήσει ἐκεῖσε ὁ περίπατος . Μὴ ἀπόφηνον περὶ ἀποδημοῦντος ὅτι ἐτελεύτησε , πρὶν
πάροδον , ἀλλὰ κατὰ πῆξιν . Ὅτε δὲ καταντήσει ὁ περίπατος ἀπό τε τοῦ ὡροσκόπου καὶ τῶν λοιπῶν ἀφετῶν ἐπί
4868011 ἐπιστατων
ὃς δὴ λόγος καὶ νοῦς πρακτικὸς ὀνομάζεται , ταῖς ζωτικαῖς ἐπιστατῶν ὀρέξεσι καὶ αὐταῖς ταῖς αἰσθήσεσι καὶ δι ' αὐτῶν
μοι δοκεῖς Ὁμήρου καὶ Εὐριπίδου καὶ διὰ τοῦτο ἀγανακτεῖν ἵππων ἐπιστατῶν : εἰ δὲ ἐμέμνησο τούτων τε καὶ ὧν Ἀπόλλων
4865434 ἑῳοϲ
ἀλλοιοῖ τῇ ἑξῆϲ τὸν ἀέρα : μηνὶ Ϲεπτεμβρίῳ ιθ Ϲτάχυϲ ἑῷοϲ ἐπιτέλλει , ἀλλοιοῦται δὲ ὁ ἀὴρ πρὸ β ἡμερῶν
ιε τοῦ Ϲεπτεμβρίου μέχρι κδ . μηνὶ Ὀκτωβρίῳ Ϛ Ϲτέφανοϲ ἑῷοϲ ἐπιτέλλει καί ἐϲτι ϲφοδρὰ μεταβολὴ τοῦ ἀέροϲ : μηνὶ
4864551 ὠμος
θεοὶ εἰς λέβητα καὶ ὁλόκληρον αὖθις συμπήξαντες , ἐπεὶ ὁ ὦμος ἀπῆν , ἐλεφάντινον ἀντέθηκαν . διὸ καὶ οἱ ἐκ
ἐν ἄκρᾳ τῇ οὐρᾷ , καὶ τοῦ Κενταύρου ὁ δεξιὸς ὦμος , μικρὸν προηγούμενοι τοῦ μεσημβρινοῦ . Δύνει δὲ ἡ
4861542 καυλος
' Ὁμήρῳ λειμών . ἀσφόδελος βοτάνη πλατύφυλλος , ἧς ὁ καυλὸς καλεῖται ἀνθέρικος . καὶ Ἡσίοδος : οὐδ ' ὅσον
Καὶ τὸ φύλλον δὲ αὐτοῦ καὶ ὁ καρπὸς καὶ ὁ καυλὸς καὶ ὁ ὀπὸς καὶ ἁπλῶς τὸ πᾶν αὐτοῦ πολλῆς
4861141 νοειται
ἀνταγωνιστάς . ἠγνόηκε δὲ ὅτι ὁ ἀγὼν πρὸς τὸ ἐπαγόμενον νοεῖται . ἄνω μὲν οὖν περὶ τῆς νίκης λέγομεν αὐτοὺς
: οὕτω δ ' ἂν καὶ τὸ δαιμόνων γένος ἐπίμικτον νοεῖται καὶ θεοῖς τε καὶ ἀνθρώποις . Τοῦτο γάρ ἐστιν
4856301 ἠρ
λέγεται : ἦρ ' ἔτι παρθενίας ἐπιβάλλομαι , Σαπφώ . ἦρ ' ἔστι θ ' ὕδωρ ς . . .
' ὥσπερ οἶμαι τὴν ἡμέραν ἠριγένειαν ὀνομάζει , τὴν τὸ ἦρ γεννῶσαν , ὅπερ ἐστὶν ὄρθρον , οὕτω λυκηγενῆ προσηγόρευσε
4850702 περιφρασις
μανιάσιν λυσσήμασιν : ταῖς μανιώδεσι λύσσαις . σχῆμα δέ ἐστι περίφρασις : μανιάσιν λυσσήμασιν : ὡς τὸ φοίνικι λίνῳ ,
δὲ διὰ πλειόνων λέξεων τὸ σημαινόμενον ἀποδίδωσιν , ὃ καλεῖται περίφρασις , ὡς ὅταν λέγῃ υἷας Ἀχαιῶν τοὺς Ἀχαιοὺς καὶ
4850259 συνθετος
ἁπλῆ τίς ἐστι κατηγορία , ἡ δὲ τῶν πρός τι σύνθετος , ῥᾷον δὲ τὰ ἁπλᾶ μανθάνομεν τῶν πολυσχεδῶν ;
καὶ ὁ τῇδε ἵππος ἐκ τῶν τῇδε φύσεων ἀνομοίων οὐσῶν σύνθετος ᾖ . πάντα γὰρ ταῦτα κωμῳδοῦντός ἐστι μᾶλλον ἢ
4849383 φηρος
Τοὶ δ ' αὖθι μένουσιν Τόξον ἐπερχόμενον πρότεροι πόδες ἱππότα φηρός . Τόξῳ καὶ σπείρη Ὄφιος καὶ σῶμ ' Ὀφιούχου
, εἰ μὴ ἀπὸ συμφώνων ἄρχοιντο , ὀξύνεται : κηρός φηρός . τὸ μέντοι κλῆρος βαρύνεται ὡς ἀπὸ δύο συμφώνων
4848584 πηχεας
ἐπὶ Μοίριος βασιλέος , ὅκως ἔλθοι ὁ ποταμὸς ἐπὶ ὀκτὼ πήχεας τὸ ἐλάχιστον , ἄρδεσκε Αἴγυπτον τὴν ἔνερθε Μέμφιος :
τοῦ ᾠοῦ γίνεται , αὐξανόμενος δὲ γίνεται καὶ ἐς ἑπτακαίδεκα πήχεας καὶ μέζων ἔτι . Ἔχει δὲ ὀφθαλμοὺς μὲν ὑός
4847866 ὀνομαζεται
' ἀφείης ἂν τὸν αὐτὸν τρόπον , ὅτι οὐ λωποδύτης ὀνομάζεται . οὐδ ' εἴ τις παῖδα ἐξαγαγὼν ληφθείη ,
γινώσκειν , χωρὶς δὲ τούτων οὐδέν : διὸ καὶ στοιχείωσις ὀνομάζεται . τῶν δὲ θεωρημάτων καλουμένων τῶν μὲν στοιχείων ,
4845126 σπιθαμιαιος
, μικρότερα δὲ καὶ λιπαρώτερα καὶ ἐρυθρά : θάμνος δὲ σπιθαμιαῖος , εὔστομος , δριμύς , εὐώδης . Κότινος ,
ῥίζαν δὲ πολυσχιδῆ καὶ βαθεῖαν . Ὀρεοσέλινον : καυλός ἐστι σπιθαμιαῖος εἷς ἐκ ῥίζης λεπτῆς , περὶ δ ' αὐτὸν
4844654 μυωψ
καὶ ἦχόν τινα βομβώδη ἀφίησι καὶ τραχύν : ὁ δὲ μύωψ τῇ κυνομυίᾳ προσείκασται , βομβεῖ δὲ τοῦ οἴστρου μᾶλλον
ἰδιαζόντων : μονώψ κελαινώψ τυφλώψ . τὸ δὲ ἑλίκωψ καὶ μύωψ βαρύνεται , ὥσπερ τὸ κύκλωψ καὶ κέκρωψ καὶ ἴωψ
4833904 εὐθυτης
παράθεσις ἀπότασις : τὸ δ ' οὗ ἕνεκεν , ὀρθότης εὐθύτης : καὶ ἐπὶ τῶν ἄλλων ὁμοίως . Τὰ μὲν
τὸ δὲ ἐναντίον τούτου θηλυδρίαν καὶ ἀμαθέστερον σημαίνει ἄνδρα . εὐθύτης ῥινὸς γλώττης ἀκρασίαν τινὰ λέγει . ῥὶς ἡ μείζων
4832231 φρυγανωδης
ὑπόπλατυ . φύεται ἐν ὀρεινοῖς καὶ τραχέσι χωρίοις . Ἄλυπον φρυγανώδης ἐστὶ πόα , ὑπέρυθρος , λεπτόφυλλος καὶ λεπτόκαρπος :
ἔχουσα , περιεκτικὸν σπέρματος . Ἀνδρόσαιμον θάμνος ἐστὶ λεπτόκαρπος , φρυγανώδης , πεφοινιγμένος τὰ ῥαβδία : φύλλα τριπλάσια πηγάνου ,
4822756 ἀνελισσεται
γῆς τρόπον τινὰ ψαύει καὶ περιφερομένη πλησίον ἅρματος ὥσπερ ἴχνος ἀνελίσσεται , φησὶν Ἐ . , ἥ τε περὶ ἄκραν
Κριῷ λήγοντι φαείνεται ἢ ἐπὶ Ταύρῳ : σὺν τῷ πανσυδίῃ ἀνελίσσεται . Οὐδ ' ὅγε Ταύρου λείπεται ἀντέλλοντος , ἐπεὶ
4817454 κοιλοτης
τὸ εἶναι , οὗ καὶ νοουμένη ἀχώριστος , ὡς δὲ κοιλότης κεχωρισμένη καὶ οὐδὲν δεῖ τῷ νῷ προσεπινοεῖν τὸ ὑποκείμενον
. καὶ ἡ γαστὴρ αὐτή . καὶ ἡ τῶν ἑλκῶν κοιλότης . κράδης : οἱ μὲν τὰ τῆς συκῆς φύλλα

Back