περιέχουσιν , ὡς καὶ ὁ Ἄρατός φησιν : οἱ στάθμη νεάτης ἀποτείνεται Ἄρκτου εἰς πόδας ἀμφοτέρους , ὅσση ποδὸς εἰς
, ἀναπέμπει . Γένυος : στόματος , κατὰ μάγουλον . νεάτης : ἐσχάτης . ὑπένερθεν : ὑποκάτωθεν , ὑπεράνωθεν ,
6905852 ἀερθεις
Ἀντίμαχος ῥίμφα δ ' ἀπ ' ἠπείροιο μελαίνης ὑψός ' ἀερθεὶς Πηλείδης ἀπόρουσεν ἐλαφρὸς ἠύτε κίρκος , τοῦ δ '
ὡς μνοῦς ἐστιν , ἔστι δ ' ὅτε ἀντιτυπεύμενος : ἀερθεὶς δὲ καὶ ὑπερπιμπλάμενος ἐκδιδοῖ κατὰ τὰς φλέβας τῷ σώματι
6893695 οὐρης
τε καὶ κεφαλῆι ἀνελίσσεται : ἀντία δ ' Ἵππου ἐξ οὐρῆς Κένταυρον ἐφέλκεται ἑσπερίη Νύξ . ταῦτα μὲν ὡς ἐν
ἀμφοτέρας χεῖρας τανύοντι ἔοικεν : ἴση οἱ στάθμη νεάτης ἀποτείνεται οὐρῆς ἐς πόδας ἀμφοτέρους , ὅσση ποδὸς ἐς πόδα τείνει
6832693 ὑψι
' Ἀβαντιάδης , ὁ δ ' ἄρ ' ἔκποθεν ἀφράστοιο ὕψι μάλ ' ἐκ δονάκων ἀνεπάλμενος , ἤλασε μηρόν ἀίγδην
εἰς ψει διὰ διφθόγγου γράφονται , οἷον αὐτοψεί πλὴν τοῦ ὕψι , ἀντὶ τοῦ ἐφ ' ὕψους . Τὰ εἰς
6802581 λαιης
ἐπεστηρίζετο ταύρωι , ὑγροπόρου λοφιῆς δεδραγμένος : ἄκρα δὲ χειρὸς λαιῆς μοῦνον ἔδειξεν : ἀτεκμάρτοιο δὲ ῥείθρου πηδάλιον κούφιζε παρήορον
Ἄβυδος ἐναντίον ὅρμον ἔθεντο . Εὐρώπης δ ' αἱ μὲν λαιῆς ὑπὸ νεύματι χειρὸς Ῥώονθ ' ἑξείης , Ἀσίης δ
6684565 ἀστυφελικτος
[ ! ! ! ! ] ? [ ! ] ἀστυφέλικτος ? ? [ ] ? ? ἰχθύβοτος [ ]
, σφαίρης κέντρον ἐοῦσα μετάρσιον : ἐκ δὲ Βορῆος ἄξων ἀστυφέλικτος , ἰσόρροπος , ὀρθὸς ὁδεύων , ἀκροπαγὴς ἑκάτερθεν ἀερτάζων
6669745 στροφαλιγγα
ἐσκληκὸς τῆς γαλῆς , καθάπερ τὸ καλούμενον σίλφιον ἢ τυροῦ στροφάλιγγα . * κατεμπάζῃ ἤγουν κατεπείγῃ : σῶχε διὰ κνησ
ἄξονα , γείτονα πόντου , τὴν αὐτὴν ἐπὶ νύσσαν ἔχει στροφάλιγγα κελεύθου ἄβροχος ἀστυφέλικτον ἑλισσομένη περὶ κέντρον . ἀλλὰ παλαιγενέων
6637497 ἀντελλοντι
κάρη δ ' ἑτέρης μετὰ χειρὸς τόξῳ ἀνέρχονται καὶ Τοξότῃ ἀντέλλοντι . Σὺν τοῖς Ἑρμαίη τε Λύρη καὶ στήθεος ἄχρις
κατάγει : . . . Αὐτὴ δ ' Αἰγοκερῆϊ κατέρχεται ἀντέλλοντι , ἦμος καὶ Προκύων δύεται , τὰ δ '
6583269 οὐρην
' ἐπὶ γοῦνα ἀμφότερ ' Ὑδροχόου , καὶ Κήτεος εἰναλίοιο οὐρήν , ἠδὲ Λαγωοῦ ἀπὸ στέρνων ἐπὶ μέσσα νισσόμενον ,
: στεινή τ ' ἐκτάδιός τε πέλει καὶ νῶτα καὶ οὐρήν : ῥινὸν δ ' ἀμφοτέροισιν ἐπικλείουσιν ἀοιδοὶ ῥιγεδανόν :
6583243 αἰγλης
ἐν εὐστέρνοις χοάνοισι τῶν δύο τῶν ὀκτὼ μερέων λάχε νήστιδος αἴγλης , τέσσαρα δ ' Ἡφαίστοιο : τὰ δ '
ῥηθεῖσι : “ τὰς δύο τῶν ὀκτὼ μερέων λάχε Νήστιδος αἴγλης , τέσσαρα δ ' Ἡφαίστοιο , τὰ δ '
6570349 ὑπατης
ἡ δὲ σελήνη ἑβδόμη οὖσα τάξιν ἐπέχει φθόγγου τοῦ λεγομένου ὑπάτης μέσης . τὸ δὲ ἀπὸ γῆς διάστημα μέχρι τῆς
ἔχει λόγον , τὸν δὲ βαρὺν τὸν Κρόνον , εἴπερ ὑπάτης . Οἱ δὲ δὴ πρῶτοι ἀπὸ τῶν πρὸς ἡμᾶς
6561449 ῥοος
ἐς Λιβύην ὁρόωσα . τὸν δὲ μετ ' ἐκδέχεται Γαλάτης ῥόος , ἔνθα τε γαῖα Μασσαλίη τετάνυσται , ἐπίστροφον ὅρμον
καὶ χωλαὶ ἐκ ταύτης τῆς νούσου γίνονται . Ὁκόταν δὲ ῥόος λευκὸς ἐγγένηται , οἷον ὄνου οὖρον φαίνεται , καὶ
6543459 ἀκροτατης
. σὺ δὲ οὐδ ' ἂν ἐκπλαγείης Δεινὸν ἀπ ' ἀκροτάτης κορυφῆς νεύοντα νοήσας οὐδὲ μορμολύττεταί σε ἀνὴρ σιδηροῦς φανταζόμενος
' ἐπὶ γῆρας ἐλέγχει οὐλόμενον , κεφαλῆς δ ' ἅπτεται ἀκροτάτης . Ἆ μάκαρ εὐδαίμων τε καὶ ὄλβιος , ὅστις
6533873 οὐρη
τοῦ συνῆκται , ἔσφιγκται , πέπλεκται . πεδανὴ δέ οἱ οὐρή : καὶ γὰρ πεδανὴ λέγεται ἡ λεπτὴ οὐρὰ καὶ
κύνεσσι πανείκελον ὠπήσαιο μείζοσι ποιμενικοῖς , λασίη δ ' ἐπιέσπεται οὐρή : ἡ δέ τε κυρτοῦται μεσάτην ῥάχιν , ἀμφὶ
6525230 μεσσα
δὲ πόσιας : ἀντὶ τοῦ τρεῖς μοίρας πόρε ] δός μέσσα μὲν ὄξευς , δοιὰς δὲ γλυκέος , τουτέστι τὰς
καὶ Κήτεος εἰναλίοιο οὐρήν , ἠδὲ Λαγωοῦ ἀπὸ στέρνων ἐπὶ μέσσα νισσόμενον , πρώτους τε πόδας Κυνός , ἠδὲ καὶ
6520831 νειοθι
οὖν βορέω καὶ ἀλήσιος ἠελίοιο μεσσηγὺς κέχυται : τὰ δὲ νειόθι τέλλεται ἄλλα πολλὰ μεταξὺ νότοιο καὶ ἠελίοιο κελεύθου .
τι εἶδος οὔτε τὰ τεύχεα καλά , τά που μάλα νειόθι λίμνης κείσεθ ' ὑπ ' ἰλύος κεκαλυμμένα : κὰδ
6490604 φαεινεται
πάντα καὶ ἔγχνοα , τοῖα κονίης ἢ καὶ ἀπὸ σπληδοῖο φαείνεται ὅστις ἐπαύρῃ . τῷ ἴκελος Περσεῖος ὑποτρέφεται πετάλοισι ,
ἢ ὡς ἐκεῖνός φησι γράφεσθαι : „ ἢ Κριῷ ἀνιόντι φαείνεται ἢ ἐπὶ Ταύρῳ , ” ἢ νὴ Δία ,
6466607 βορεαο
κνέφας . οὐδὲ μὲν ἠοῖ πείσματα νηὸς ἔλυσαν ἐπὶ πνοιῇ βορέαο . Λημνιάδες δὲ γυναῖκες ἀνὰ πτόλιν ἷζον ἰοῦσαι εἰς
δὲ νέον κατεφαίνετο γαῖα : καὶ τότ ' ἀναρπάγδην ὀλοὴ βορέαο θύελλα μεσσηγὺς πέλαγόσδε Λιβυστικὸν ἐννέα πάσας νύκτας ὁμῶς καὶ
6460534 περιτροχον
ἄειρεν : ἔχει δέ τι θάμβος ἑκάστη εἰς πόλον ἑδριόωσα περίτροχον . ἀλλ ' ἐνὶ θώκωι πρωτοφανὴς Σοφίη περιδέξιος οἷα
κεν νώτοισιν ἐπ ' ἀμφοτέροισιν ἔχῃσι λευκὸν σῆμ ' ἑκάτερθε περίτροχον ἠύτε μήνης : τήνδε συ ἡγεμόνα σχὲ περιτρέπτοιο κελεύθου
6456841 ὑπενερθεν
φυλῆς , οὓς Διόδωρος καλεῖσθαί φησι Παιανιέαν καθύπερθεν καὶ Παιανιέαν ὑπένερθεν : ὁμοίως δ ' ἑκατέρου τῶν δήμων τὸν δημότην
αἱ μὲν ἀπὸ στιβαρῶν ὤμων δύο , ταὶ δ ' ὑπένερθεν τέσσαρες αἰνοτάτῃσιν ἐπὶ πλευρῇς ἀραρυῖαι : ἰσθμὸν δ '
6451387 τμηθεισα
ποιεῖν , ὅταν ἄρχηται τὸ μετόπωρον : τῆμος ἀδηκτοτάτη πέλεται τμηθεῖσα σιδήρῳ , μετρίως ξηρῶν ὄντων τῶν ξύλων ὑγρότητός τέ
' οὗ φαντάζεσθαι τοὺς πλέοντας τὴν ἀπόκλεισιν τῶν πετρῶν : τμηθεῖσα πεύκη : συνεκδοχὴ , ἀπὸ μέρους τὸ πᾶν .
6439418 ἑτερης
πρῶτον δόμον λίθου αἰθιοπικοῦ ποικίλου , τεσσεράκοντα πόδας ὑποβὰς τῆς ἑτέρης τὸ μέγαθος ἐχομένην τῆς μεγάλης οἰκοδόμησε : ἑστᾶσι δὲ
, καὶ ὅκως ἂν ἔχοντα τὰ σώματα παραλάβωσιν ἐκ τῆς ἑτέρης ὥρης , καὶ ὁκοιουτινοσοῦν χυμοῦ δυναστεύοντος ἐν τῷ σώματι
6413516 ὠκεανοιο
τὰ περὶ τὰς πλημμυρίδας τοῦ ὠκεανοῦ καὶ τὰς ἀμπώτεις ἀψορρόου ὠκεανοῖο , λέγοντα καί „ τρὶς μὲν γάρ τ '
οὐκ ἐπίοπτος , ὁ δ ' ἀντίος ἐκ βορέαο ὑψόθεν ὠκεανοῖο . Δύω δέ μιν ἀμφὶς ἔχουσαι Ἄρκτοι ἅμα τροχόωσι
6413434 ἰξυος
ἰχθύες . Πείσματι : σχοινίῳ . μηκεδανῷ : μακρῷ . ἰξύος : ὀσφύος . Ἀείρει : κρατεῖ , βαστάζει .
, ἐπιψαυε [ ! ] ! ! ! [ [ ἰξύος ] ἀκροτάτης ? ? ? , ἕπεται ? δέ
6400896 ἠμος
μινύθοντας ἡρῶσσαι Λιβύης τιμήοροι , αἵ ποτ ' Ἀθήνην , ἦμος ὅτ ' ἐκ πατρὸς κεφαλῆς θόρε παμφαίνουσα , ἀντόμεναι
ὄψ ' ἀρόσῃς , τόδε κέν τοι φάρμακον εἴη : ἦμος κόκκυξ κοκκύζει δρυὸς ἐν πετάλοισι τὸ πρῶτον , τέρπει
6393707 λαμπεται
ὑπὲρ τῶν καταρρακτῶν μεθόριον Αἰγύπτου λέγω καὶ Αἰθιοπίαςἐν μὲν Ἐλεφαντίνῃ λάμπεται πάντα , καὶ νεῲ καὶ ἄνθρωποι καὶ στῆλαι ,
ἡ μὲν νεφοῦται καὶ ὕεται ἡ δὲ αἰθρίᾳ καὶ ἡλίῳ λάμπεται , κατὰ τοῦτο μόνον διάφοροι . αἱ δὲ ἀπὸ
6378764 ὁσση
ὑψικόμοισι ἠπύει , ὅς τε μάλιστα μέγα βρέμεται χαλεπαίνων , ὅσση ἄρα Τρώων καὶ Ἀχαιῶν ἔπλετο φωνὴ δεινὸν ἀϋσάντων ,
: οἱ στάθμη νεάτης ἀποτείνεται οὐρῆς εἰς πόδας ἀμφοτέρους , ὅσση ποδὸς εἰς πόδα τείνει , αὐτὰρ ἀπὸ ζώνης ὀλίγον
6365089 ἀγινει
γὰρ τὸ ρ ψιλόν . . . . , . ἀγινεῖ : ἐκ τοῦ ἄγω τοῦ σημαίνοντος τὸ φέρω γίνεται
ἀτάλαντον ἁπάντη μεσσηγὺς γαῖαν , περὶ δ ' οὐρανὸς αὐτὸν ἀγινεῖ . ὠνόμασται δ ' ἄξων διὰ τὸ περὶ αὐτὸν
6357261 ἀκαμας
ἀθανάτοισι : θεοῖς : τὸ στερητικὸν α βραχύνεται πλὴν τοῦ ἀκάμας καὶ ἀθάνατος . φιλή : προσφιλής : εἰ μὴ
αὐτοῦ τε περιπολουμένου καὶ δι ' αὐτοῦ πάντων ἐρχομένων . ἀκάμας τε χρόνος περί τ ' ἀενάωι ῥεύματι πλήρης φοιτᾶι
6356459 κεραων
: διπλὰ δέ οἱ μετόπισθε μετάφρενα πίονα δημῷ : ὀξεῖαι κεράων δὲ μετήοροι ἀντέλλουσιν αἰχμαὶ πευκεδαναί , μελανόχροον εἶδος ἔχουσαι
ἐπερχομένῃσιν ἀρηρότα ποιήσασθαι . Αὐτὸς δ ' ἂν μάλα τοι κεράων ἑκάτερθε διδοίη ὠκεανὸς τά τε πολλὰ περιστέφεται ἑοῖ αὐτῷ
6354080 μεσσοθι
ἀνθρώπους . Τῷ μή μοι πελάγει νεφέων εἰλυμένῳ ἄλλῳ εὔχεο μεσσόθι κεῖνο φανήμεναι οὐρανῷ ἄστρον , αὐτὸ μὲν ἀνέφελόν τε
μὲν ἐπικραδάοιεν ἄκοντας ἀμφιδύμους ταναούς , δρεπάνην δ ' ἐπὶ μεσσόθι ζώνης : καὶ γὰρ καὶ θήρεσσι πικρὸν φόνον ἐντύνοιντο
6351174 ἑλισσομενος
κράτος αἰὲν ἀείσω . σοὶ δὴ πᾶς ὅδε κόσμος , ἑλισσόμενος περὶ γαῖαν , πείθεται , ᾗ κεν ἄγῃς ,
ἕτεραι δὲ τῶν λοιπῶν μερῶν , καταπηδῶν δὲ καὶ ἄτακτα ἑλισσόμενος ποτὲ μὲν εἰς τὸ βάθος κάτεισι , ποτὲ δ
6350321 Κητεος
Νότιον δέ ἑ κικλήσκουσιν . Ἄλλοι δὲ σποράδην ὑποκείμενοι Ὑδροχοῆϊ Κήτεος αἰθερίοιο καὶ Ἰχθύος ἠερέθονται μέσσοι νωχελέες καὶ ἀνώνυμοι :
μέσσοιο διεκπερόωντ ' ἐπὶ γοῦνα ἀμφότερ ' Ὑδροχόου , καὶ Κήτεος εἰναλίοιο οὐρήν , ἠδὲ Λαγωοῦ ἀπὸ στέρνων ἐπὶ μέσσα
6332516 σκολιοιο
ἰὸν ἀποσκεδάσεις : τῷ δὲ ποτῷ καὶ δεινὰ φαλάγγια καὶ σκολιοῖο σκορπίου ἐκφεύξῃ κέντρα φέροντ ' ὀδύνας . * †
καὶ πάντων μῖσος κτώμενον ἐκ συνοχῶν πάσας ἀμφὶ γυναῖκας ὑπὸ σκολιοῖο τυπέντα τόξου νυκτερινὰς οὐκ ἀποθέσθ ' ὀδύνας : ἀλλὰ
6326749 νειοθεν
τὴν βρύχιον καὶ βαθεῖαν . τὸ δὲ βρύχιον ἀντὶ τοῦ νείοθεν καὶ ἀπὸ τοῦ βυθοῦ . . ᾖσαν δὲ καὶ
ῥόος παλίνορσος [ ] , ὅπῃ πιτυώδεος [ ] ὕλης νείοθεν ἐρρίζωντο συνήλικες ἔρνεσι νύμφαι . τοῖα δ ' Ἁμαδρυάδων
6326064 χαροποιο
κρατερήν τε . τῆς ἦν τρεῖς κεφαλαί : μία μὲν χαροποῖο λέοντος , ἡ δὲ χιμαίρης , ἡ δ '
' ἔχουσιν , ὅτε σφαλερώτερος αἰθὴρ ὀκτὼ νυξὶ πέλει χήτει χαροποῖο σελήνης . Τῶν ἄμυδις πάντων ἐσκεμμένος εἰς ἐνιαυτὸν οὐδέποτε
6303944 εὐδιος
χόλον , ὄλβον ὀλέθρου , ὄφρα γάμῳ πρηΰς τε καὶ εὔδιος ἀντιάσειε . στὰς δ ' ἄρ ' ἐπὶ ῥηγμῖνος
μόθοιο ἀσπασίως γάνυταί τε καὶ εἰρήνης καμάτοισι τέρπεται ἁρπαλέοισι καὶ εὔδιος εἰλαπινάζει , ἀνδρῶν τε πλήθουσα χοροιτυπίης τε γυναικῶν :
6302706 κεντροιο
καὶ κρίσιας θαμινὰς ἐπάγουσι βροτοῖσιν : ἢν δ ' ἀγαθὸς κέντροιο κρατῇ , ὀλοὸς δ ' ἀπόκεντρος , σχήματι συμφώνῳ
. τὸν δὲ χαλαζήεντα κόρη Τιτηνὶς ἀνῆκε σκορπίον , ἐκ κέντροιο τεθηγμένον , ἦμος ἐπέχρα Βοιωτῷ τεύχουσα κακὸν μόρον Ὠαρίωνι
6287887 ἀντολιην
ἀλλὰ μετ ' ἄρκτους τέτραπται , καὶ τοῖος ἐπ ' ἀντολίην πάλιν ἕρπει , οἷος καὶ νοτίης Λιβύης ἐπὶ τέρμα
τὸ πρῶτον ἀπ ' οὔρεος Ἀρμενίοιο . τοῦ δὲ πρὸς ἀντολίην βορέην ἐπικέκλιται ἰσθμός , ἰσθμὸς Κασπίης τε καὶ Εὐξείνοιο
6276377 ἁλος
κεἴ τις ἀνὴρ αἰτεῖται ἐπαγροσύνην τε καὶ ὄλβον , ἐξ ἁλὸς ᾧ ζωή , τὰ δὲ δίκτυα κείνῳ ἄροτρα ,
ἐπ ' ἠιόνων σχεδόθεν βάλον : ἔνθα δὲ Κίρκην εὗρον ἁλὸς νοτίδεσσι κάρη περιφαιδρύνουσαν , τοῖον γὰρ νυχίοισιν ὀνείρασιν ἐπτοίητο
6249143 ἀκρης
μετ ' ἀντολίηνδε Χελιδόνιαι γεγάασι τρεῖς νῆσοι μεγάλης Παταρηΐδος ἔνδοθεν ἄκρης . Κύπρος δ ' εἰς αὐγὰς Παμφυλίου ἔνδοθι κόλπου
νήιος ἐκ κοτίνοιο φάλαγξ , θαλέθει δέ τε φύλλοις , ἄκρης τυτθὸν ἔνερθ ' Ἀχερουσίδος . εἰ δέ με καὶ
6249108 Βοωτης
ὑπὸ τῶν ἀρχαίων οὕτως αὐτὰς λέγεσθαι , διότι ταύταις ὁ Βοώτης ἅμα ἄρχεται καταδύεσθαι . Κλεόστρατον γοῦν τὸν Τενέδιον ἀρχαῖον
ἀνατέλλων . Ἀρκτοῦρος : ὁ δὲ αὐτὸς Ἀρκτοφύλαξ καλεῖται καὶ Βοώτης οἱονεὶ βουκόλος τις ὤν : κατέχει γὰρ καὶ ῥόπαλον
6245661 νοτιος
ʹ γʹ γʹ ἐλς τῆς ἑπομένης τοῦ ῥόμβου πλευρᾶς ὁ νότιος . . . . . . . . Αἰγόκερω
εἰς ω . καὶ παρ ' Ὁμήρῳ : κατὰ δὲ νότιος ῥέεν ἱδρώς . ἀντὶ τοῦ κατὰ νῶτον ἐφέρετο .
6236058 δινηεις
. . . . . . . . . . δινήεις προΐησιν ἀεξόμενος Διὸς ὄμβρῳ . Υἱὸς δ ' αὖτ
σημαίνει δ ' ὅμως καὶ τὸ περικυκλούμενον ὡς ἐνταῦθα . δινήεις δ ' ὑπένερθεν : ὁ ῥοῦς , φησί ,
6230487 πετρης
' ἄρ ' Ἕκτωρ ἀντικρὺ μεμαώς , ὀλοοίτροχος ὣς ἀπὸ πέτρης , ὅν τε κατὰ στεφάνης ποταμὸς χειμάρροος ὤσῃ ῥήξας
κυκλώσαντες , ἅτ ' ἀνδράσι δυσμενέεσσι διπλὰ περιπροβαλόντες ἀνάρσια τείχεα πέτρης . καὶ τότ ' ἀνὴρ ἄργιλον ὁμοῦ πίειραν ἀείρας
6225908 ὀλοοισιν
ὃ δ ' ἄρ ' ὑψόθεν ἔκ τινος ἄκρης ἀθρήσας ὀλοοῖσιν ἐπέσσυται ἀγρευτῇσι σμερδαλέον βλοσυρῇσιν ὑπαὶ γενύεσσι βεβρυχώς : ὣς
: ἐφρασάμην Πάρθων τε δύας καὶ Κτησιφόωντα . Ἀμφὶ πόθοις ὀλοοῖσιν ἀκὴν ἔχε , λεῖπέ τε κεστούς : ἐχθαίρω τὰ
6205671 σχεθε
καὶ ἠλιτόμηνον ἐόντα , Ἀλκμήνης δ ' ἀπέπαυσε τόκον , σχέθε δ ' Εἰλειθυίας . αὐτὴ δ ' ἀγγελέουσα Δία
ἑτέρας ἀρκούσης . . καταπάλμενος ? οὐδὲ στεφάνη δόρυ οἱ σχέθε χαλκοβάρεια , ἀλλὰ δι ' αὐτῆς ἦλθε καὶ ὀστέου
6192167 ἀμφιτριτης
χειμερία οὖσα ταραχθῇ . ζέει : βράζει , ἀναβράζει . ἀμφιτρίτης : θαλάσσης . Προὔχουσαν : προβλήτιδα , προέχουσαν ,
Κασπιάδων πυλέων νοτιώτερον οἶμον ἔχουσα , ἑλκομένη καὶ μέχρις ὁμωνύμου ἀμφιτρίτης . τριχθὰ δέ μιν ναίουσι διασταδόν , οἱ μὲν
6171821 Ἀσιδος
ὀτοτοτοῖ , μάταν τὰ πολλὰ βέλεα παμμιγῆ γᾶς ἀπ ' Ἀσίδος ἤλθεταἰαῖ ' δᾴαν Ἑλλάδα χώραν . πλήθουσι νεκρῶν δυσπότμως
τύπον ὑποκοριστικοῦ , οὐ μὴν ἔστιν ὑποκοριστικόν . καὶ τὸ Ἀσίδος ἀντὶ τοῦ Ἀσίας . ὁππότε : Ἀττικόν ἐστι παρῳχημένου
6167099 τετραμμενος
δέ τ ' ἀράς . μηδ ' ἄντ ' ἠελίου τετραμμένος ὀρθὸς ὀμιχεῖν , αὐτὰρ ἐπεί κε δύῃ , μεμνημένος
Ἴστρος ἐκδιδοῖ ἐς αὐτήν , πρὸς εὖρον ἄνεμον τὸ στόμα τετραμμένος . Τὸ δὲ ἀπὸ Ἴστρου ἔρχομαι σημανέων τὸ πρὸς
6163677 ἑλικος
πρώτην δὲ προηγουμένην αἰτίαν εἶναι καὶ τοῦ πλάνου καὶ τῆς ἕλικος τὴν κατὰ λοξοῦ τοῦ ζῳδιακοῦ κύκλου κίνησιν : καὶ
βουλήσεσιν , ὥς φησι Διονύσιος . Σ . Ο : ἕλικος : Τὸ ἁπλοῦν ἀντὶ συνθέτου , ὡς καὶ Διονύσιός
6161281 οὐρος
τοὺς ἀνάντεις τόπους . οὐρίαχοι ὁ οὔραχος τοῦ δόρατος . οὖρος ὁ φύλαξ , καθὸ συνήθως : “ οὖρος Ἀχαιῶν
, ἀλλὰ προσεπισφραγιζόμενος τὸ τῆς ἐξουσίας προσέθηκεν , Ἧι λιγὺς οὖρος ἐπιπνείῃσιν ὄπισθεν , τῇ νηὶ δὴ λέγων τῇ πλεούσῃ
6150724 ἐνδοθι
δίνῃ πορφύροντα διήνυσαν Ἑλλήσποντον : ἔστι δέ τις αἰπεῖα Προποντίδος ἔνδοθι νῆσος τυτθὸν ἀπὸ Φρυγίης πολυληίου ἠπείροιο εἰς ἅλα κεκλιμένη
καὶ πρόσθεν ἐμῆς ἐπάκουσεν ἐφετμῆς Ἕκτωρ , ὁππότε μιν κατερήτυον ἔνδοθι πάτρης . Ὣς φάτο Πουλυδάμαντος ἐὺ σθένος : ἀμφὶ
6149558 κατερχεται
ὁ τοῖς ποσὶ μακρὰ βιβάς , σπουδῇ δὲ ἥκει καὶ κατέρχεται ; μῶν ἐπιφωνήσομεν αὐτῷ ; Καὶ μάλα . Κλεόλαε
. ] : ἐπεὶ Νεοπτόλεμος Ἑρμιόνην γαμεῖ τὴν Μενέλεω , κατέρχεται εἰς Δελφοὺς περὶ παίδων χρησόμενος : οὐ γὰρ αὐτῷ
6146173 ἐπιτελλεται
στροφάλιγγες ἀπείριτοι εἱλίσσονται , ἄλλη δ ' αἶψ ' ἑτέρῃ ἐπιτέλλεται αἰὲν ἐπιπρό νειόθεν ἰλίγγοισιν ἐπήορος ἀίσσουσα ὧς τότε κεῖνο
ἂν δ ' ἑξήκοντα μετὰ τροπὰς ἠελίοιο , ἕως τοῦ ἐπιτέλλεται ἀκροκνέφαιος : αὕτη ἐστὶν ἡ ἑσπερία ἐπιτολὴ τοῦ Ἀρκτούρου
6144772 σκη
θαλαττία σκδ Κρῆθμον σκε Κριθαί σκϚ Ἄλφιτα σκζ Ἀλφίτων μάζα σκη Περὶ κρίμνου καὶ πόλτου σκθ Κρίνον σλ Κροκοδείλιον σλα
ʹ # ʹ ὑπάται μέσαι συνημμένων διεζευγμένων ὑπερβολαίων ρϘβ σιϚ σκη σνϚ σπη τδ τμβ τπδ υλε υνϚ φιβ #
6143212 τπδ
, τοῖς οὖν ἐν αὐτῷ γινομένοις μετρεῖται . τκδ τξδ τπδ υλβ υπϚ φιβ φοϚ χμη ψκθ ψξη ωξδ Ϡοβ
δύο μο σ . . Τετράκις γὰρ τὰ ϘϚ , τπδ , οἷς προστίθεμεν τὸν ἀπὸ τῆς ὑπεροχῆς τῶν ιβ
6142930 παραμεσος
πρῶτος τῶν τεσσάρων , ὁ δὲ μέσος , ὁ δὲ παράμεσος , ὁ δὲ μικρός . τούτων τὰ ὀστᾶ σκυταλίδες
τῆς μέσης ἐπιτείναντι τόνον ἡ παρ ' αὐτὴν κειμένη χορδὴ παράμεσος καλεῖται . αἱ δὲ μετὰ ταύτην διὰ τὰς ὁμοίας
6140520 αἰγιαλοιο
θάλασσα : δοιοῦ δ ' ἕστασαν ὑψοῦ ἐπ ' ὀφρύσιν αἰγιαλοῖο φῶτες ἀολλήδην θηεῦντο δὲ ποντοπόρον βοῦν . ἐν δ
' ἠέρος ἄστρα φαείνῃ ὧς τότ ' ἀριστῆες δολιχοῦ πρόπαρ αἰγιαλοῖο ἤλυον ἑρπύζοντες . ἐπήλυθε δ ' αὐτίκ ' ἐρεμνή
6139716 ὀφθαλμοιο
δὲ δείσαντες ἀπεσσύμεθ ' . αὐτὰρ ὁ μοχλὸν ἐξέρυς ' ὀφθαλμοῖο πεφυρμένον αἵματι πολλῷ . τὸν μὲν ἔπειτ ' ἔρριψεν
σῶμα περιστερεῶνα τὸν ὀρθόν Ἠελίου κόσμον τὸν ἀτέρμονα κυκλώσαντος παύσεις ὀφθαλμοῖο δυσαυγέας ἀμβλυντῆρας . καὶ κεφαλῆς πόνος ἐν ταύτῃ παράχρημα
6131542 ἀπλανεων
γαῖα μὲν οὖν ὑπάτη τε βαρεῖα τε μεσσόθι ναίει : ἀπλανέων δὲ σφαῖρα συνημμένη ἔπλετο νήτη : μέσσην δ '
μνημονεύων δὲ αὐτῶν Ἄρατος οὐθετέρως αὐτοὺς καλεῖ : ἄρκιος εἴην ἀπλανέων τά τε κύκλα τά τ ' ἠέρι σήματ '
6129010 ἠους
, ἀκάμας , ζώιων ἡδεῖα πρόσοψι , δεξιὲ μὲν γενέτωρ ἠοῦς , εὐώνυμε νυκτός , κρᾶσιν ἔχων ὡρῶν , τετραβάμοσι
εἰκοστὴν ἤτοι τὴν τετάρτην καὶ εἰκοστὴν ὀλίγοι καλήν φασι . ἠοῦς γιγνομένης ⌊ ⌋ : ἕως τῆς ἕκτης ὥρας οὕτω
6124161 ὁλκος
ἐπιδείκνυνται , διερευνᾷ μή τισιν ἀναγκαίαις αἰτίαις ἐνδέδενται , ὧν ὁλκὸς ἡ δύναμις . εἰ γάρ τις , φησί ,
Συρίης τε πόληες θινὸς ἔπι στρεπτῆς περιμήκεες : ἀμφὶ γὰρ ὁλκὸς ἐς δύσιν ἔστραπται πολιῆς ἁλός , ἄχρι κολώνης οὔρεος
6123282 κυκλοτερης
βραχυτέρη ἐοῦσα , καὶ καμπυλωτέρη , καὶ ἰθυτέρη , καὶ κυκλοτερής : καὶ πολλαὶ ἄλλαι ἰδέαι τοῦ τοιουτέου τρόπου ,
ἀσπίδος περιφέρειαν . ἅλωα : ἀπὸ τοῦ ἅλωνος , ἐπεὶ κυκλοτερής ἐστιν , ὥσπερ καὶ οἱ περὶ τὸν ἥλιον καὶ
6122101 ἀσπετος
Ὀλυμπίου εἰσὶν ἀοιδοί , ἃς ἐν χέρσῳ θρέψε Διὸς παῖς ἄσπετος ὄμβρος , λευκοτέρας χιόνος , ἔσθειν δ ' ἀμύλοισιν
ἂν δ ' ὀλοὸν σύριγξ ' ἐπὶ δ ' ἔβραχεν ἄσπετος αἰθήρ : Δένδρεα δ ' ἐσμαράγησε , κραδαινόμεν '
6120326 τεταται
' Ὁμήρῳ ἀμφίβολον ἐξηγήσαντο : ἀλλ ' ἐπὶ νὺξ ὀλοὴ τέταται . καὶ τό : καὶ χοροί εἰσι καὶ ἀντολαὶ
δ ' ᾐόνα πᾶσαν ὑπ ' ἀπλάτοις μελέεσσι κεκλιμένοις , τέταται δὲ νέκυς ῥίγιστος ἰδέσθαι . τοῦ μέν τις φθιμένοιο
6118389 δεδραγμενος
καὶ ἰαμβικοῦ πεπλεγμένον : τοιοῦτον γάρ ἐστι τὸ αἱματοέσσης κόνιος δεδραγμένος βεβρυχώς , κἀκεῖνο δὲ ὅπερ ὁ Διονύσιος ἐν τῷ
' ἵππων καὶ δίφρου κεῖτο τανυσθείς , βεβρυχώς , κόνιος δεδραγμένος αἱματοέσσης : εἰ γὰρ μεταθείης τὰς λέξεις , ποιήσεις
6116078 ἠελιῳ
καί οἱ μελέων διακέκριται ἄλλων κινῆσαι χειμῶνας , ὅτ ' ἠελίῳ συνίωσιν . Ἀλλὰ τὰ μὲν , κεφαλήν τε καὶ
: πολλαὶ ἔσονται μεταβολαί . ἤδη νῦν Φοίνικες ὑπ ' ἠελίῳ δύνοντι : τοὺς Καρχηδονίαν οἰκοῦντάς φησι Φοίνικας . οὗτοι
6114299 ἑλιξ
ὡς μηκέτι μηδὲ πυρῆνα μήλης παραδέχεσθαι . εἰ δ ' ἕλιξ ἐντέρου κατωλισθηκέναι τύχοι , ἀπὸ τῶν κενεώνων ἀρξάμενοι τοῦ
ἀποβολῇ τοῦ ω λάψ , ὡς φυλάξω φύλαξ , ἑλίξω ἕλιξ , καὶ κατὰ ἀναδιπλασιασμὸν λάλαψ , μετὰ προσθέσεως τοῦ
6111702 νειατον
ἀγχίμολόν ῥά οἱ ἦλθε κατὰ στίχας , οὖτα δὲ δουρὶ νείατον ἐς κενεῶνα , διὰ πρὸ δὲ χαλκὸν ἔλασσε :
Διομήδους Ἄρης οὐ κατ ' ἄλλο τι μέρος , ἀλλὰ νείατον ἐς κενεῶνα , σφόδρα πιθανῶς : ἐπὶ γὰρ τὰ
6104579 ἑτερη
ταχέως , καὶ ἀπέφθειρεν . Ἑτέρη λευκοῖς θυγατέρα ἔτεκεν : ἑτέρη ἐρυθροῖς , ὡς ἔδει . Φρικώδεες , ἀσώδεες ,
πλούτῳ καὶ γενεῇ κατ ' ἐμέ : ἡ δ ' ἑτέρη προβέβηκε . τί λώϊον ; εἰ δ ' ἄγε
6104576 πυθμην
γὰρ ὀννώρινε νύκτας , τὼ δὲ πίθω πατάγεσκ ' ὀ πύθμην . σὺ δὴ τεαύτας ἐκγεγόνων ἔχηις τὰν δόξαν οἴαν
μέσσα , Διὸς δ ' ἐκ πάντα τέτυκται : Ζεὺς πύθμην γαίης τε καὶ οὐρανοῦ ἀστεροέντος . καὶ ἀρχὴ μὲν
6102257 μαρμαιρων
ἐστιν ὁμίχλης ἠελίου δύνοντος ἐπὶ κλίσιν ἠριγενείης . αὐτὰρ ὃ μαρμαίρων ἀκρέσπερος ἔρχεται ἀστήρ οὐρανὸν αἰγλήεντα διαυγέα πρῶτα χαράσσων :
κατὰ σκοπιὰς Παλλήνης φύεται ἀστέριος καλὸς λίθος οἷά τις ἀστὴρ μαρμαίρων , λυχνίς τε πυρὸς φλογὶ πάμπαν ὁμοίη . Ἴστρον
6099721 τελεθοι
εὖ μίσγοιο βαλὼν κυανωπὸν ἀκάνθης θλάσπι τε σὺν τούτοις ἰσοβαρὲς τελέθοι , τόσσον δ ' ὑπερικοῦ , τόσσον δ '
φέρματι γᾶν πανώρῳ : πρόνομα δὲ βότ ' ἀγροῖς πολύγονα τελέθοι : τὸ πᾶν τ ' ἐκ δαιμόνων λάχοιεν .
6097181 κνημη
τῇ πτέρνῃ . τῶν δ ' ὀστέων τὸ μὲν ὀπίσω κνήμη , τὸ δ ' ἔμπροσθεν ἀντικνήμιον , τὰ δ
ἀνιόντα πολλάκις αὐτονυχεὶ θηεύμεθα . Τοῦ μὲν ἄρ ' οἴη κνήμη σὺν Χηλῇσι φαείνεται ἀμφοτέρῃσιν : αὐτὸς δ ' ἐς
6095729 ἐπαϊξας
προτιβάλλεται , οὔθ ' ὁράασθαι ἔλπεται , εἰσόκε δή μιν ἐπαΐξας ὀλοὸς θὴρ δαρδάψῃ : τῆς δ ' ἦτορ ὁμοίϊον
χαμαὶ πέσον ἐν κονίῃσιν . Ἀντίλοχος δ ' ἄρ ' ἐπαΐξας ξίφει ἤλασε κόρσην : αὐτὰρ ὅ γ ' ἀσθμαίνων
6092617 δυεται
Σελήνη φαεσφοροῦσα τεύξεται , ἀλλ ' ὁτὲ μὲν ἑσπέρας φανεῖσα δύεται , ὁτὲ δὲ ἐπίμονος μέχρι τινὸς μέρους , ἔσθ
τῷ σχήματι κεχρημένης ἄλλοτε παρ ' ἄλλοις ἕκαστα αὐτῶν καὶ δύεται καὶ ἀνατέλλει καὶ τούτου ἕνεκα δεήσει ἅμα καὶ σβέννυσθαι
6087293 τεμνων
μὲν καρπὸν ἀπολέγων κινδυνεύειν τοῖς ὀφθαλμοῖς , τὴν δὲ ῥίζαν τέμνων ἐκπίπτειν τὴν ἕδραν . Φυλάττεσθαι δὲ καὶ τὴν κενταυρίδα
τοῦτο δὲ ὡς βυρσέα σκώπτει . ΓΘ ὑποτέμνων ] πλαγίως τέμνων καὶ οὐκ ὀρθῶς . μοχθηροῦ ] πολλὰ μοχθήσαντος καὶ
6085867 πισυρες
ἀντομένοισιν ὁδουροῖς ἄιδα προσμάξηται ἐπὶ ζαμενὲς κοτέουσα . τῆς ἤτοι πίσυρες κοῖλοι ὑπένερθεν ὀδόντες ἀγκύλοι ἐν γναθμοῖς δολιχήρεες ἐρρίζωνται ἰοδόκοι
λέγει . ἐπαινεῖ δὲ καὶ τὸ διαυγὲς αὐτοῦ : κρῆναι πίσυρες ῥέον ὕδατι λευκῷ . τὸ δὲ δὴ κοῦφον καὶ
6076978 ὑψοθι
πέλαγος πεφόρητο ἐντενές , ἠύτε τίς τε δι ' ἠέρος ὑψόθι κίρκος ταρσὸν ἐφεὶς πνοιῇ φέρεται ταχύς , οὐδὲ τινάσσει
, ὅσον τέ περ ἥμισυ κύκλου ἀρχομένης ἀπὸ νυκτὸς ἀείρεται ὑψόθι γαίης . Ἀπορεῖται δή , πῶς καὶ ἐν ταῖς
6067101 ἠελιος
οὐ κατὰ διάνοιαν ἐφάνη αὐτοῖς μέγας κτλ . εὖτε γὰρ ἠέλιος φαέθων ὑπερέσχεθε γαίης : ἡ διπλῆ ὅτι ἐξ ἡρωικοῦ
γειοτόμον δαμάλῃσιν ἐπιθύνουσιν ἄροτρον : ἢ πάλιν ἑσπερίῃσιν ὅτ ' ἠέλιος ζυγὰ κλίνει , ὁππότε σημαίνουσιν ἑαῖς ἀγέλῃσι νομῆες ,
6065323 μεσσον
θυμὸν ἀλυίων , [ οἱ ] δ ' ἄλλοι κατὰ μέσσον ἐελμένοι ἠύτε κάπροι [ ! ! ] θόμενοι ?
ἀποπροέηκε χαμᾶζε κτεινόμενος : τῷ τόν γε κατ ' αὐχένα μέσσον ἔλασσε : φθεγγομένου δ ' ἄρα τοῦ γε κάρη
6060628 Ἀραβιης
πρῶτόν ἐστιν : πολλὰ γὰρ αὐτοῖσιν ἀπικνέεται χρήματα ἔκ τε Ἀραβίης καὶ Φοινίκων καὶ Βαβυλωνίων καὶ ἄλλα ἐκ Καππαδοκίης ,
ἄκρη ἐς μυχὸν ὀξυνθεῖσα τιταίνεται Ὠκεανοῖο : οὖρον δ ' Ἀραβίης τεκμαίρεται ἄγχι θαλάσσης εὐρύτερον , τόθι γαῖα κελαινῶν Αἰθιοπήων
6056228 πλευρῃσι
Κυρίσκος Ἱπποκράτει εἰσήγαγεν . καʹ . Τῶν ὀδυνέων καὶ ἐν πλευρῇσι καὶ ἐν στήθεσι , καὶ τοῖσιν ἄλλοισι τὰς ὥρας
μείζονες εἰσιδέειν Λίβυες κρατεροὶ γεγάασιν , ἀλλὰ δέμας δολιχοί : πλευρῇσι γὰρ ἀμφὶς ἔχουσι τῶν ἄλλων πλέονα σπαθίην κτένα :
6056213 ἑκατερθεν
κάμε τέχνῃ , πυκνὰ συναΐσσοντες : ἐπέψαυον δὲ λόφοισιν ἀλλήλαις ἑκάτερθεν ἐρειδόμεναι τρυφάλειαι . Ζεὺς δὲ μέγ ' ἀμφοτέροισι φίλα
θοῆς ἐπεβήσατ ' ἀπήνης , σὺν δέ οἱ ἀμφίπολοι δοιαὶ ἑκάτερθεν ἔβησαν . αὐτὴ δ ' ἡνί ' ἔδεκτο καὶ
6051077 ἠελιοιο
θεαὶ περικωκύσαντο υἱέα κυδαίνουσαι ἐυθρόνου Ἠριγενείης . Δύσετο δ ' ἠελίοιο φάος : κατὰ δ ' ἤλυθεν Ἠὼς οὐρανόθεν κλαίουσα
] [ τὸν μὲν πρῶτον ] ἔθαλψεν ? ὑπ ' ἠελίοιο ? ? [ βολαῖσιν ] [ ] πωτᾶτο φιλόδρομος
6050261 ἀκρην
Σαρπηδόνος : ἢ διαλύουσι μίαν λέξιν εἰς δύο , πόλιν ἄκρην ἀντὶ τοῦ ἀκρόπολιν , καὶ Σάμου ὑληέσσης Θρηϊκίης ,
τὸν βάλεν ἰῷ δῖος Ἀλέξανδρος , Ἑλένης πόσις ἠϋκόμοιο , ἄκρην κὰκ κορυφὴν , ὅθι τε πρῶται τρίχες ἵππων κρανίῳ
6049376 μεσσην
τὸν δ ' ἰθὺς μεμαῶτα βάλ ' ἔγχεϊ δῖος Ἀχιλλεὺς μέσσην κὰκ κεφαλήν : ἣ δ ' ἄνδιχα πᾶσα κεάσθη
καὶ αὖθις βαῖνεν ἐπ ' αὐτόν , τύψε δέ οἱ μέσσην κατὰ γαστέρα : πᾶς δέ οἱ εἴσω ὀξύσχοινος ἔδυνε
6048972 ἀνεμοιο
ἀλλήλοις περὶ πρέμνα , τὰ δ ' οὔ ποτε ἲς ἀνέμοιο σφῶν ἀπὸ νόσφι βαλέσθαι ἐπισθένει : ὣς ἄρα τώ
νεφέων ἀνεμοτρεφές , ἡ δέ τε πᾶσα ἄχνῃ ὑπεκρύφθη , ἀνέμοιο δὲ δεινὸς ἀήτης ἱστίῳ ἐμβρέμεται , τρομέουσι δέ τε
6044637 ἀθροος
αὐτοκέλευστος ὡρμήθη . . . . παράγγελμα : κρότος τε ἀθρόος οὐκ ἐκ παραγγέλματος ἀλλ ' ἔκ του αὐτοκελεύστου τῆς
φέρουσαι τὸν ὄμβρον . ἢ τὸν βρόχον . ὄμβρος ὁ ἀθρόος ὑετός , καὶ ὄμβριμον ὕδωρ τὸ ἐξ αὐτοῦ .
6042721 ἐκαλυψεν
φάρεϊ πορφυρέωι , Τυρίης βλαστήματι κόχλου , ἀενάου βουβῶνος ἄναξ ἐκάλυψεν ὀπώρην ἄχρι ποδῶν πυκάσας θαλερὸν δέμας : ἐκ δὲ
τὸ ἐπίγραμμα : τήν ῥά ποτ ' Οὐλύμποιο περὶ πλευρὰς ἐκάλυψεν ὠκὺς ἀπὸ Θρῄκης ὀρνύμενος Βορέης : ἀνδρῶν δ '
6039700 κελαρυζει
ἀκρόπολιν πόλιν ἄκρην . πεποιημένον , ὡς τὸ τετριγῶτας καὶ κελαρύζει , καὶ λάψοντες γλώσσῃσι . Περίφρασίς ἐστι φράσις πλείοσι
. . . . τὸ δέ τ ' ὦκα κατειβόμενον κελαρύζει χώρῃ ἔνι προαλεῖ , φθάνει δέ τε καὶ τὸν
6034813 αὐλακος
Σ , οὕτως ἔχει καὶ ἐπὶ τῶν θηλυκῶν , αὖλαξ αὔλακος , πίδαξ πίδακος , κλίμαξ κλίμακος , πλάξ πλακός
ἐν ταύτῃ κύλικός τινος ἐκδεχομένης τὸν ἀρότην ἐπὶ τῷ τῆς αὔλακος τέλειμελαίνεσθαί τε τὸν χρυσὸν περισχίζουσα . ἑξῆς ὁρᾷς τέμενος
6032335 νεφεων
, ] εἰ μὴ Ἀθήνη λάβρον [ ἐπεβρόντησε ] διὲκ νεφέων καταβᾶσα [ ] : πληξαμένη θέναρι [ ] δ
, θηροτρόφε , ὑγροκέλευθε , μήτηρ μὲν Κύπριδος , μήτηρ νεφέων ἐρεβεννῶν καὶ πάσης πηγῆς νυμφῶν νασμοῖσι βρυούσης : κλῦθί
6032101 ὑπενερθε
οὐδέν , ἀτιμάσασα πανταχῇ πέτεται κατὰ Πίνδαρον τά τε γᾶς ὑπένερθε καὶ τὰ ἐπίπεδα γεωμετροῦσα , οὐρανοῦ τε ὕπερ ἀστρονομοῦσα
ἀνὰ σάρκα τιταίνει , ἥ ῥά οἱ ἐκ γένυος νεάτης ὑπένερθε πέφυκε λεπτή τ ' ἀργεννή τε , κακὴ δέ
6026983 δειρη
, ὑψικάρηνον , πιαλέον νώτοις καὶ λεπταλέον κώλοισιν : οὐτιδανὴ δειρὴ καὶ βαιοτάτη πάλιν οὐρή : τετράδυμοι ῥῖνες , πίσυρες
βαιὰ δ ' ὕπερθεν οὔατα λεπταλέοισι περιστέλλοιθ ' ὑμένεσσι : δειρὴ μηκεδανή , καὶ στήθεα νέρθε κραταιά , εὐρέα :
6026708 ἐστηρικται
πέδον Ἀλκινόοιο . τῇ δ ' ἐπὶ Νηρικίης Ἰθάκης ἕδος ἐστήρικται νήσων τ ' ἀλλάων , ὅσσας τ ' ἀπὸ
ἀλλ ' ἔφθασαν μὲν μέχρι γῆς , κάρα δὲ αὐταῖς ἐστήρικται ὑπεράνω τοῦ οὐρανοῦ . Πλέον δὲ αὐταῖς κατελθεῖν συμβέβηκεν
6022239 προηκει
καὶ χίλιοι , εὖρος δὲ ἐς εἴκοσί τε καὶ τετρακοσίους προήκει . πρῶτοι δὲ διαβῆναι λέγονται ναυσὶν ἐς τὴν νῆσον
ὀδμὴν ξὺν τῷ ἠέρι διὰ τῶν βρογχίων ξηρῶν ἐόντων : προήκει γὰρ ὁ ἐγκέφαλος τῆς ῥινὸς ἐς τὰ κοῖλα :
6017442 ἰουσης
οὐ συνίστανται . Παχύνεσθαι χρὴ τὸ διαχώρημα πρὸς τὴν κρίσιν ἰούσης τῆς νόσου [ . . ] : καλῶς ἔφη
οὕτω καὶ τὸ παχὺ δεῖ λεπτύνεσθαι , ἐν τῇ κρίσει ἰούσης τῆς νόσου . ἡ γὰρ φύσις ἐκ τῶν ἀντικειμένων
6017021 κιων
, ἤτοι φέρει μόχθον καὶ πόνον ἐν ἄλλοις : τουτέστι κίων τῆς οἰκίας οὖσα πονεῖ καὶ αὐτὴ σὺν τοῖς ἄλλοις
οὔσης . ἀγυιεῦ ] ἐν ταῖς ὁδοῖς ἱστάμενος . ἀγυιεὺς κίων εἰς . . . ἀμφοῖν . ἔστι δὲ ἴδιον
6009772 πισυρων
: τὰ γὰρ εἰς ὕψος ἀνατρέχοντα φυτὰ λεπτὰ καυλεῖα ποιοῦσιν πισύρων ] τεσσάρων βάρος ] σταθμόν αἴνυσο ] λαβέ γαίης
καὶ Ἰουλιανὸς ὁ βασιλεύς , ἀλλ ' ἐτέων οὐκ ἐπέβη πισύρων , ἐπεχείρησε δὲ χρόνοις ὕστερον καὶ Λούκιος , ἀνὴρ

Back