βότρυσι δ ' ἔστεψεν κάρα , Σαλαμῖνα κοσμῶν πατρίδα τὴν εὐάμπελον . Κύπριδος δὲ μίσημ ' , Ἀρκὰς Ἀταλάντη ,
μέρος ἐκ τῆς σποδοῦ τῆς ἀνενεχθείσης ὑπὸ τοῦ Αἰτναίου πυρὸς εὐάμπελον τὴν γῆν ἐποίησεν . ἔχει μὲν γὰρ τὸ λιπαῖνον
4925463 ἐλλαμπομενον
, τὸ δὲ τῆς ἐλλάμψεως τοιοῦτον οἷον χωρὶς ἔχειν τὸ ἐλλαμπόμενον , οὕτω λέγομεν . Δεῖ δὲ νῦν ἀκριβέστερον λέγοντας
λόγου μετέχειν , ὡς ὑπὸ τῆς τὸν λόγον ἐχούσης δυνάμεως ἐλλαμπόμενον , ὡς εἴπομεν : εἴρηκε γὰρ καὶ προλαβών ,
4917685 γεωργικης
λέγουσαν , ταῦτα ἐννοοῦσαν ὁ Λάμπις ὁ βουκόλος μετὰ χειρὸς γεωργικῆς ἐπιστὰς ἥρπασεν αὐτήν , ὡς οὔτε Δάφνιδος ἔτι γαμήσοντος
Νῶε τὸν δίκαιον , ὃς τὰ πρῶτα καὶ στοιχειώδη τῆς γεωργικῆς κτησάμενος τέχνης ἄχρι τῶν περάτων αὐτῆς ἐλθεῖν ἠσθένησε :
4893548 αἰσθητικης
τὰ ἄλλα εἴδη κωλύσει . δῆλον δὲ μάλιστα ἐκ τῆς αἰσθητικῆς τοῦτο δυνάμεως : αὕτη γὰρ σῶμα μὲν οὐκ ἔστιν
. καὶ γὰρ καὶ ἡ κατὰ τὸ πείθεσθαι λόγῳ τῆς αἰσθητικῆς ἐνέργεια μόνου ἀνθρώπου ἐνέργεια , ὅτι μηδ ' ἁπλῶς
4868498 ἀποφερεται
. ὄζει τὰ ἴχνη , ἀπόζει , πνεῖ ἀποπνεῖ , ἀποφέρεται ἀπ ' αὐτῶν τὸ πνεῦμα . ἄνοσμα : δύσοσμα
ὅτι πλέον μὲν ὁ ἀδικῶν , ἔλαττον δὲ ὁ ἀδικούμενος ἀποφέρεται . πλεονέκτης γὰρ ὢν ὁ ἄδικος τῶν ἀγαθῶν ,
4787833 κοπῃ
συμβαίνει δὲ ἴδιόν τι περὶ τὴν ἐλάτην : ὅταν γὰρ κοπῇ ἢ κολουσθῇ ὑπὸ πνεύματος ἢ καὶ ἄλλου τινὸς περὶ
σῶμα λίθινον . τὸ συμμιγὲς ὕδωρ ὅταν ἐν τῇ συμμείξει κοπῇ , μετέβαλεν εἰς ἀέρος ἰδέαν : γενόμενος δὲ ἀὴρ
4730939 κακωθεισης
εἰκὸς ἂν ἐθελῆσαι καὶ ἀμείνονα γενέσθαι μηδαμοῦ τῆς προτέρας ἀμελείᾳ κακωθείσης . δυσωπείτω δέ σε καὶ τὰ τῶν ἀδελφῶν οὕτω
πλείω , διότι ἡπατῖτις : ἦν δὲ καὶ ἀπὸ ἀρτηρίης κακωθείσης κακὸν σημεῖον , οἵως Ποσειδωνίῃ . Οὗτος ὁ λόγος
4721623 διακρινει
' ἴδω . τοῦ μὴ δικάζειν . τοῦτο δὲ Ἅιδης διακρινεῖ πρότερον ἢ ' γὼ πείσομαι . σὺ δ '
αἰσθήσεως δοξάζῃ , καὶ μήτε τὸ ἄλλου πάθος ἄλλος βέλτιον διακρινεῖ , μήτε τὴν δόξαν κυριώτερος ἔσται ἐπισκέψασθαι ἕτερος τὴν
4713035 παρδαλεως
ταύτῃ τοι καὶ δοκεῖ τὸ ζῷον ἐκ καμήλου τε καὶ παρδάλεως συνεστάναι . τὰ δ ' οὕτως ἐξ ἑτερογενῶν συνελθόντα
ὁ γινόμενος καιομένου ψιμυθίου , φῦκος , στέαρ λέοντος καὶ παρδάλεως καὶ ὑαίνης πάνυ , καστόρειον , σηπέας ὄστρακον ,
4712554 πηγης
τοῦ ψεύδους ἀρχήν , ἀτυφίαν δὲ ἀληθείας , ἑκάτερον δὲ πηγῆς λόγον ἔχον : ῥέουσι γὰρ ἀπὸ μὲν τοῦ ψεύδους
σεμνοὶ καὶ ἀξιόπιστοι μάρτυρες , ἐμοὶ δοκεῖν οὐ πιόντες τῆς πηγῆς : οὐ γὰρ ἂν ἐμέμνηντο αὐτῶν . Ὁ μὲν
4710817 φανταστικης
τε καὶ φανταστικῆς ψυχῆς , διοικεῖσθαι δὲ δύναται ὑπὸ τῆς φανταστικῆς καίπερ ἄμοιρος φαντασίας καὶ δόξης : οὕτως γέ τοι
, οἷον ψυχικῆς καὶ κατὰ τόπον ὁρμητικῆς , ὀρεκτικῆς καὶ φανταστικῆς καὶ διανοητικῆς , τοῦ δὲ μεγέθους ἡμῶν ἕτερον μέσον
4701376 βλεπεται
: τὸ δὲ μὴ σφαιρικὸν ὄρος , ἄλλ ' οἷον βλέπεται , πολὺ ἔτι ἐλάττονα . τὸ δὲ τοιοῦτον μέρος
ἄλληλα σπουδῆς καὶ συννεύσεως καὶ τὸ σύρρουν ὧδε μόνον οὐ βλέπεται . ἀλλ ' ὅμως καίτοι φεύγοντες περικαταλαμβάνονται : κρατεῖ
4693162 καπνωδους
, ὡς τὰ Μετεωρολογικὰ αὐτοῦ , ἔνθα διαλέγεται περὶ τῆς καπνώδους ἀτμίδος καὶ αὐχμηρώδους , περὶ βροντῆς τε καὶ ἀστραπῆς
ὡς ἁπλῶς εἰπεῖν ἀπὸ τῆς ἀναθυμιάσεως ταῦτα τῆς ξηρᾶς καὶ καπνώδους . εὑρίσκεται δὴ πάντ ' ἐν τοῖς μετάλλοις τοῖς
4672023 γευστον
ἡδύ , ὃ πρὸς ἑαυτὸ ἕλκει , καὶ γεῦσιν τὸ γευστόν : ὥστε συμβαίνει τὴν ἀκρασίαν ὑπὸ λόγου γίνεσθαι ,
ἧς εἰπὼν οὐ σιωπήσομαι . Σκευάζεται δὲ ἐκ τούτου καὶ γευστόν , μεγάλην ἐνέργειαν ἐμποιοῦν τῷ γευομένῳ . ἐὰν γάρ
4659781 καταδενδρος
τὸ ὑλακτεῖν μεμορημένοι , ἐν ἴσῳ τῷ πεπονημένοι . ὑλήεσσα κατάδενδρος . Ὑλακίδης Ὑλάκου υἱός . Ὕλλος ποταμὸς ἐν Λυδίᾳ
πολλοὶ συναθροισθέντες : ἡ γὰρ νῆσος αὐτοῖς ἐστι τραχεῖα καὶ κατάδενδρος . μικρὸν δὲ πρὸ ἡμῶν οἰκέτην τινὰ μυθολογοῦσιν οἱ
4659025 φθαρτικη
προσομοιάζουσά πως ταύτῃ , καὶ ἰδικῶς ἐστι πασῶν τῶν βοτανῶν φθαρτική . σκευάζουσι δὲ αὐτὴν ἐν Ἀραβίᾳ οὕτως : ξηράναντες
γεῦσις γάρ τις ἀμφότερα , ἀλλὰ τὸ μὲν φαύλη καὶ φθαρτική , τὸ δὲ τελειωτικὸν καὶ κατὰ φύσιν , τὸ
4655563 ῥοης
ἐναντίας ὠθοῦν , αὐτὸ μὲν ὑπὸ γῆν ἔδυ , τῆς ῥοῆς ἀθρόας ἐπιχυθείσης , καὶ ἐποίησεν τὸν σεισμόν , ἡ
τοῖς ἔμπροσθεν ὁμολογεῖται . τὸ γὰρ ἐμποδίζον καὶ ἴσχον τῆς ῥοῆς τὰ ὄντα λοιδορεῖν μοι φαίνεται διὰ παντὸς ὁ τὰ
4630895 ἀνατομης
ἢ τοιᾶσδε ὃ μέλλει συμβῆναι τεκμαίρεσθαι : καὶ ἀπὸ τῆς ἀνατομῆς τῶν ζῴων τὰ ὅμοια νοεῖν . σχίζοντες γὰρ μέσον
καὶ κοινωνεῖ τῶν αὐτῶν νοσημάτων : καὶ φανερῶς διὰ τῆς ἀνατομῆς δείκνυται τοὺς σπερματικοὺς ἔχον πόρους καὶ τὸ μέγιστον τοῦ
4579289 παρωκεανιτις
Σαντόνων πόλις ἐστὶ Μεδιολάνιον . ἔστι δ ' ἡ μὲν παρωκεανῖτις τῶν Ἀκυιτανῶν ἀμμώδης ἡ πλείστη καὶ λεπτή , κέγχρῳ
συχνὴ δὲ καὶ . . . τῶν ἐκτὸς ἡ μὲν παρωκεανῖτις ἡ πρόσβορρος ἀμοιρεῖ διὰ τὰ ψύχη , ἡ δ
4565200 ἐμποιητικη
ἡ τοῦ Γαλατικοῦ : σιελισμοῦ δ ' οὐ πάνυ ἐστὶν ἐμποιητικὴ καὶ ἀμβλέως πως καταστρέφει : δεῖ δὲ λαμβάνειν ξηρόν
μήτε σφόδρα ἐπιπόνως μήτε ἀταλαιπώρως , ἡ γὰρ ἀργία περιττωμάτων ἐμποιητικὴ , ταλαιπωρία δὲ πλείστη διαφθείρει τὰς καθάρσεις καὶ ξηραίνει
4544798 παχυτητος
παράθεσιν γίνεται πνεύματος πλείονος . ἔσθ ' ὅτε δὲ καὶ παχύτητος τοῦτο τεκμήριον , διορισθήσεται δὲ ἐκ τοῦ τὰς ἐπιγινομένας
: τὸ δὲ οὖρον μόλις προέρχεται ὑπὸ τῆς θερμασίης καὶ παχύτητος τοῦ οὔρου : κἢν μὲν ἐάσῃς αὐτὸ ὀλίγον χρόνον
4536175 ἀμεριστου
τὰ ἐν ἡμῖν συνιστάμενα ἐκείνων εἴδωλα , τῆς ἐκείνων φύσεως ἀμερίστου οὔσης καὶ αἰωνίου , τούτων δὲ μεριστῶν ἐν ἡμῖν
ὁρατοῦ . πέπηγε δ ' ὁ οὐρανὸς ἔκ τε τῆς ἀμερίστου φύσεως καὶ τῆς μεριστῆς : ἡ μὲν οὖν ἀμέριστος
4525238 κρατειται
ὡς τῶν βρωμάτων τὰ μὲν βραδέως , τὰ δὲ ταχέως κρατεῖται . τοῦτο γὰρ καὶ πάντη ἦν δῆλον ὡς οὐχ
] τήν . βάξιν ] φήμην . κρατεῖ ] ἤγουν κρατεῖται . ἀνδρόβουλον κέαρ ] τὸ μείζονα ἢ κατὰ γυναῖκα
4519063 ναματων
παροιμίᾳ πρέποντας τῇ ἀπὸ Κόδρου , καθάπερ οἶμαι καὶ τῶν ναμάτων τὰ διαφανῆ τε καὶ καθαρὰ ἀνιχνεύοντές τε καὶ διαμώμενοι
δὲ δύναμις λουτρὸν ἐπὶ τοῖς προτέροις ἐγείρειν , ἕνεκά γε ναμάτων θαρρούντως ἐγείρει καὶ οὐ δέδοικε , μὴ τὸ μὲν
4511652 μετεχουσα
: καὶ ἡ μέν ἐστιν ἀπὸ τοῦ πρώτου νοητοῦ , μετέχουσα καὶ τῆς τοῦ δημιουργοῦ δυνάμεως , ἡ δὲ ἐνδιδομένη
ῥᾳδίως ποτὲ πᾶσα φύσις ἱκανὴ γένοιτο θεωρῆσαι , μὴ θαυμαστῆς μετέχουσα φύσεως . ὃ νῦν εἰρήκαμεν ἐροῦμέν τε , ὥς
4510169 διατεινουσης
δὲ τῆς τοιαύτης κατασκευῆς δύναται καὶ τῆς ἀπ ' ἄκρων διατεινούσης ἐπὶ τὰ ὅλα καὶ τῆς ἐν μέρει θέσεως .
οὖν οὔσης τῆς τῶν μαθημάτων θεωρίας καὶ οὕτως ἐπὶ πάντα διατεινούσης , ἡ μαθηματικὴ ἐπιστήμη γνῶσίς ἐστι μέση , πλεονάζουσα
4501937 ἀναθυμιασις
; βρασμώδης στενοχωρία τοῖς ἔνδοθεν ἐπιγίνεται σπλάγχνοις , ἐξ ἧς ἀναθυμίασις πλείστη ὑγρῶν πρὸς τὸν ἐγκέφαλον γίνεται . ὁ δὲ
τριχοῦσθαι τὸ γένειον πέφυκε γίνεσθαι , πλείων καὶ ἡ λιγνυώδης ἀναθυμίασις γίνεται . τό τε οὖν πρᾶγμα ὡς ἐπὶ τὸ
4501676 θερμοτητος
πνεύματα οὐδὲ τὴν ἀρχὴν λαμβάνουσι τῆς συστάσεως ὑπὸ τῆς φυσικῆς θερμότητος ἐκνικώμενα , δῆλον ἂν εἴη , ὡς κατά τι
ὅσον ἂν ὁ ἥλιος ἐπέλθῃ ταχὺ προηλλοίωσεν , βραχείας δεόμενον θερμότητος : ἅμα δὲ καὶ ἐν αὐτῷ συνεργάζεται δύναμις ἰσχυρὰ
4493530 καταφυτος
μὲν περικείμενον ἔχων σιδηροῦν περίφραγμα , ἐντὸς δ ' αἰγείροις κατάφυτος . πάλιν δ ' εἴ τις εἰς τὴν ἀγορὰν
ἔχον τῆς Ἴσιδος , Σεσώστριος ἀφίδρυμα : εἶτα νῆσος ἐλαίᾳ κατάφυτος ἐπικλυζομένη , μεθ ' ἣν ἡ Πτολεμαῒς πρὸς τῇ
4485204 ἀλεεινον
χιών : καὶ πολὺς ὄκνος ἦν ἀνίστασθαι : κατακειμένων γὰρ ἀλεεινὸν ἦν ἡ χιὼν ἐπιπεπτωκυῖα ὅτῳ μὴ παραρρυείη . ἐπεὶ
. . τύρσεις ] τὸ ἐν ὕψει ᾠκοδομημένον . . ἀλεεινὸν τὸ πηγνύμενον , φησὶ , τῆς χιόνος καὶ μὴ
4479260 αὐλητικης
ὁ αὐλός , μόνη δὲ κιθάρα Ἀπόλλωνος , ἀλλὰ καὶ αὐλητικῆς καὶ κιθαριστικῆς εὑρετὴς ὁ θεός . δῆλον δ '
ἡ συνήθεια καὶ τὰ φοβερὰ τῶν πραγμάτων καταπραΰνει . ἁλιεὺς αὐλητικῆς ἔμπειρος ἀναλαβὼν αὐλοὺς καὶ τὰ δίκτυα παρεγένετο εἰς τὴν
4460849 ἰριδος
τὰς αὐγὰς πρὸς τὸν οὐρανὸν ἀνακλῶντος , ὅπερ κἀπὶ τῆς ἴριδος ἐπὶ τῶν νεφῶν συμβαίνει . Μητρόδωρος διὰ τὴν πάροδον
τὰ πολλά , καίτοι ψυχρότητι ὑπερβάλλουσα : μηδὲ ὑπὲρ τῆς ἴριδος ἡμᾶς διδάσκειν πότερον ἴνδαλμά ἐστι καὶ δόκησις τῶν ὀμμάτων
4455695 εὐκρασιας
καὶ ποταμῶν αὐθιγενῶν καὶ χειμάρρων φορὰς καὶ πελαγῶν ἀναχύσεις καὶ εὐκρασίας ἀέρος καὶ τῶν ἐτησίων ὡρῶν τροπάς , εἶτα ἥλιον
καρποφορίαν καὶ εὐγονίαν ἡ φύσις , καιρίους ὑετούς , ἀέρος εὐκρασίας , τὰς τιθηνοὺς τῶν φυομένων συνεχεῖς καὶ μαλακὰς δρόσους
4453531 καθαρα
μὲν εὐκρινείας αὗται . Λέξις δὲ εὐκρινής , ἥπερ καὶ καθαρά . Σχήματα μὴν εὐκρινείας τὸ κατ ' ἄθροισιν ὡρισμένον
χρή . Χαλβάνη ἐστὶ καλλίστη ἡ λιβανοειδής , χονδρώδης καὶ καθαρά , ἄξυλος , ἔχουσα δέ τι καὶ τοῦ σπέρματος
4450515 δυσεκκριτος
δέ φησιν ὡς ὁ τῆς θρίδακος καυλὸς πολύτροφός ἐστι καὶ δυσέκκριτος μᾶλλον τῶν φύλλων : ταῦτα δὲ πνευματικώτερά ἐστι καὶ
. εἰ δὲ ἐπιμένοι τὰ τῆς ὀδύνης καὶ ὁ λίθος δυσέκκριτος , ἔρχου ἐπὶ τὰ ἰσχυρότερα τῶν βοηθημάτων . τοιοῦτον
4434034 οἰσοφαγου
ποιεῖ ἀνακλωμένη ἡ γλῶττα . εἶτα λοιπὸν διέρχονται διὰ τοῦ οἰσοφάγου , οὐχ ὡς διά τινος ἀψύχου , ἀλλὰ δι
χρόνῳ καὶ θερμωλὴν ποιέωσιν . Ῥεῦμα πουλὺ ὁπόταν διὰ τοῦ οἰσοφάγου ἐς τὴν κοιλίην ῥεύσῃ , ἴνησις γίνεται κάτω ,
4430177 λιγνυς
ἵστασαν οἴνου κίρνασθαι , θυέων δ ' ἄπο τηλόθι κήκιε λιγνύς : αἱ δὲ πολυκμήτους ἑανοὺς φέρον , οἷα γυναῖκες
ἄπο τρύγα τήν τε καμίνων ἔντοσθεν χοάνοιο διχῆ πυρὸς ἤλασε λιγνύς : ἄλλοτε δὲ χρυσοῖο νέον βάρος ἐν πυρὶ θάλψας
4399700 σφιγγει
- τερὴς οὖσα καὶ πρὸς αὑτὴν πεφυκυῖα βούλεσθαι συνιέναι , σφίγγει πάντα καὶ κενὴν χώραν οὐδεμίαν ἐᾷ λείπεσθαι . διὸ
γυῖα καὶ τὰ μέλη : τὰ γὰρ σπάργανα συγκολλᾷ καὶ σφίγγει τὰ τῶν βρεφῶν μέλη . τύμβον δὲ καὶ τάφον
4387514 τελειοτητος
τῷ κατὰ τὸ σῶμα θνητῷ , κατὰ λόγον ἀμφοῖν τῆς τελειότητος ἐφίεσθαι . Καὶ πρῶτον μὲν ὀρέγεσθαι τοῦ εἶναι ,
γνώσεως , ἀλλ ' οὐσίας καὶ τῆς ὅλης καὶ νοητῆς τελειότητος . Οὕτω γὰρ πολλαχοῦ καὶ ὁ Ἰάμβλιχος καὶ οἱ
4377280 ῥωξ
καὶ ἐπὶ τῆς σταφυλῆς διὰ τοῦ ω λεγόμενον , οἷον ῥώξ ῥωγός παρὰ Ἀρχιλόχῳ . . Τῷ βωκί , τὸν
κ κλίνεται , βωκός πτωκός , πλὴν τοῦ ῥωγός : ῥώξ δέ ἐστιν εἶδος φαλαγγίου : ἐπὶ γὰρ τῆς σταφυλῆς
4373284 ἀποφορα
τούτῳ τεάφην : καὶ χρῶ τῷ πυρὶ μέχρις οὗ ἡ ἀποφορὰ ἐξαθμηθῇ : εἶτα σχιστῆς στυπτηρίας καὶ κινναβάρεως ἐπὶ ἰσομέτρους
γίνεται τοῖς σώμασιν , ἀλλὰ πρὸς λόγον τῆς προσθέσεως καὶ ἀποφορὰ διὰ τῶν κατωνομασμένων ἀποκρίσεων , ταύτῃ ἐπ ' ἐλάχιστον
4356666 καθαρτικης
περὶ ἀγιγάρτου σταφυλῆς . ηʹ . περὶ τῆς θηριακῆς καὶ καθαρτικῆς ἀμπέλου . θʹ . περὶ μυροσταφύλου . ιʹ .
εἰς αὐτὸν ὡς οἰκίον ἀμφοῖν ἄξιον τοῦ πνεύματός τε καὶ καθαρτικῆς ψυχῆς . οὕτως γὰρ οἱ τρεῖς προσπλακέντες εἰς μίαν
4355300 ὀμβριων
αὐχμῷ μεγάλῳ κακωθεῖσα ἡ γῆ πάντων ἐσπάνισεν οὐ μόνον τῶν ὀμβρίων , ἀλλὰ καὶ τῶν ναματιαίων ὑδάτων : ἐκ δὲ
' αὖ νεαρὸν εἰς αὐτὸ ἐγκατέστησεν . περὶ δὲ τῶν ὀμβρίων ὑδάτων γινώσκω τάδε : τὰ ὄμβρια κοῦφά τέ ἐστι
4347418 ἑξεως
αὐτὴν ἀναδοθῆναι ἢ πρὸ τροφῆς . πρὸς ἀναλογίαν δὲ τῆς ἕξεως καὶ ἡ διὰ τῆς αἰώρας κίνησις ἐπιτηδευέσθω , τὸ
ἀρχάς , τὰ τέλη δηλονότι , οὐ γινώσκομεν ἄνευ τῆς ἕξεως τῆς ἠθικῆς ἀρετῆς : πονηρὸν γὰρ τιθέμεθα τέλος ὑπὸ
4343024 εὐωδιας
δὲ τὰ τοῖς ἕλκεσιν ἐπιβαλλόμενα , διαπάσματα δὲ τὰ ὑπὲρ εὐωδίας τοῦ χρωτός , ἢ παντὸς ἢ μερικῶς μασχαλῶν καὶ
στρατιώτῃ λόφος , καλῷ δὲ μειρακίῳ ῥόδον καὶ διὰ συγγένειαν εὐωδίας καὶ διὰ τὸ οἰκεῖον τῆς χροιᾶς . περιθήσῃ δὲ
4333278 γευσαμενῳ
, ὑπόκιρρον ἐν τῷ μέλανι , τὸ ἔνδον λευκόν , γευσαμένῳ δριμύν . Σταφυλῖνος ἄγριος φύλλον μὲν ἔχει ὅμοιον γιγγιδίῳ
μέρους : ῥίζα παχεῖα καὶ μαλακή , ὀποῦ μεστή , γευσαμένῳ πικρά , ὀπιζομένη ὥσπερ ἡ θαψία . ἀποτίθεται δὲ
4328348 σαρξ
ὕλη φύσιν , πρίν τινα μορφὴν ὑποδέξασθαι , οἱονεὶ δυνάμει σὰρξ καὶ τὸ δυνάμει ὀστοῦν , ὅταν γένηται ὀστοῦν ἐνεργείᾳ
' ἐσχάτων τῶν καιρῶν . τότε ἀναστήσε - ται πᾶσα σὰρξ ἀπὸ Ἀδὰμ ἕως τῆς ἡμέρας ἐκείνης τῆς μεγάλης ,
4317925 φυτικης
[ ὥσπερ κύκλος ] , ἄλλου ἐνδόντος εἰς τοῦτο τῆς φυτικῆς δυνάμεως καὶ γεννητικῆς λεγομένης τὸ ποιεῖν . Εἰ τοῦτο
τὸν ἄνθρωπον ἐκ θρεπτικοῦ καὶ αὐξητικοῦ καὶ διαπλαστικοῦ καὶ ἁπλῶς φυτικῆς δυνάμεως , ἣν εὐθὺς ἡ πρώτη καταβολὴ τῆς γονῆς
4316162 σφραγις
δὲ τὸ στρουθίον ὠφελεῖ τοὺς αὐτοὺς ζωμῷ λαμβανόμενος . Λημνία σφραγὶς καὶ ἤδη νεμομένην ἰᾶται δυσεντερίαν πινομένη τε καὶ ἐνιεμένη
, κτείνουσα τοὺς ἐπιγινομένους σκώληκας . Ἡ δὲ Λημνία λεγομένη σφραγὶς γῆ ἔκ τινος ὑπονόμου ἀντρώδους ἀναφέρεται . Γύψος δύναμιν
4314324 ὁμοιοτατη
τὸν φίλον . ἐπήγαγεν ἢ παραπλησίως , τουτέστι παραπλήσιος καὶ ὁμοιοτάτη ἐστὶν ἡ τοῦ φίλου ζωὴ τῇ ἑαυτοῦ βιοτῇ .
. τί τοῦτο ; φαντασία μοι ἐγένετο ἐλαίου ἀδιάκριτος , ὁμοιοτάτη , νὴ τὴν σὴν τύχην . δὸς ὧδε τὴν
4305578 ἐμφασεως
τῷ λόγῳ προσκείμενον μόριον ἐκ τοῦ περιττοῦ κόσμου χάριν ἢ ἐμφάσεως , οὗ ἀφαιρεθέντος οὐδὲν ἡ διάνοια βλάπτεται , ὡς
καὶ κατὰ τὴν πρὸς αὐτὰ τῆς ζωτικῆς ἐν τῷ αἰσθητηρίῳ ἐμφάσεως διέγερσιν ἐγγινόμενον . ἀλλ ' οὔπω τοῦτο ἡ αἴσθησις
4304831 τοπικης
ἐνδελεχῶς ἡμέρας . Ἀλλ ' ὅμως , τοσαύτης οὔσης τῆς τοπικῆς διαστάσεως , ἀνυπέρβλητον ἔχουσι πρὸς ἀλλήλους οἱ ἄνθρωποι τῶν
τὸ ἔνθα τὸ ἐνθάδε . ὅτι γὰρ οὐκ ἔστι τῆς τοπικῆς παραγωγῆς , σαφὲς ἐντεῦθεν . τὰ τοπικὰ παραχθέντα μετὰ
4296216 χελωνης
ἢ δεῖ χελώνης κρέα φαγεῖν ἢ μὴ φαγεῖν : τῆς χελώνης ὀλίγα κρέα βρωθέντα στρόφους ποιεῖ , πολλὰ δὲ καθαίρει
δέρμα συγκαύσας κατάχριε τὸν τόπον . ἄλλο . τῷ αἵματι χελώνης θαλασσίας τὸν τόπον κατάχριε . ἄλλο . λαβὼν μυόχοδον
4295366 καπνωδης
ἣ μὲν ὑγρὰ καὶ ἀτμώδης , ἣ δὲ ξηρὰ καὶ καπνώδης . καὶ ἡ πλεονάζουσα ὑγρὰ καὶ συνισταμένη νέφη ποιεῖ
τεφρώδης . ὠνόμασται δὲ παρὰ τὴν λιγνύν , ἥτις ἐστὶ καπνώδης αἰθάλη . γίνεται δὲ τοιαύτη διὰ τὴν ὑπερβάλλουσαν φλόγωσιν
4289651 ῥαξ
ἐᾷ πεσεῖν , φυσικῇ τινι ἀντιπαθείᾳ βοηθοῦν . Ὅταν ἡ ῥὰξ τοῦ βότρυος ὀροβιαία γενομένη ξηραίνεσθαι ἄρχηται , τότε πᾶν
ἢ κορίσκη λεγέσθω , τὸ δὲ κοράσιον μηδαμῶς . Ἡ ῥὰξ ἐρεῖς , ὁ δὲ ῥὼξ παράλογον . Κακοδαιμονεῖν οἱ
4281156 ὑπολευκος
δειλίαν καὶ πολυκέρδειαν ἀγγέλλει , ἡ δὲ ἄγαν ξανθὴ καὶ ὑπόλευκος , ὁποία Σκυθῶν καὶ Κελτῶν , ἀμαθίαν καὶ σκαιότητα
Ἀβρότονον : τούτου τὸ μὲν θῆλυ θάμνος ἐστὶ δενδροειδής , ὑπόλευκος , φύλλοις λεπτοσχιδέσιν ὥσπερ σερίφου περὶ τὰ κλώνια πλήρης
4273173 φυτου
καὶ γυναιξί : καὶ τὰ κοΐκινα δὲ πλέγματα Αἰγυπτιακά ἐστι φυτοῦ τινος , ὅμοια τοῖς σχοινίνοις ἢ φοινικίνοις . τὸ
ἁδρὰν λαμβάνουσιν , οὐδαμοῦ μὲν τῆς ἄλλης οἰκουμένης εὑρισκομένου τοῦ φυτοῦ τούτου , τῆς δ ' ἐξ αὐτοῦ χρείας εἰς
4264348 φυτων
ἦρος καὶ τοῦ μὲν ἀέρος φαιδροῦ γενομένου , τῶν δὲ φυτῶν θάλλειν ἀρχομένων καὶ τῶν λειμώνων τὰ σύντροφα κομώντων ,
μάλ ' ἐν νεφέεσσιν ἔχων ὀνύχεσσι μεμαρπώς . ἀπὸ δὲ φυτῶν , ὡς παρὰ Καλλιμάχῳ : ἄκουε δὴ τὸν αἶνον
4263776 προσπαθειας
ἐνόντα καὶ ἐγγεγραμμένον αὐτῇ παρορᾷ ἡ ἀνθρώπου ψυχὴ ὑπὸ τῆς προσπαθείας ἀποτυφλουμένη . τεκμήριον δὲ τοῦ εἶναι τὸν ὀρθὸν λόγον
συνῳδά . ἐκ δὲ τῆς πρὸς τὸ ἄρρεν ἢ θῆλυ προσπαθείας ἢ πρὸς ἀμφότερον τὰ πάθη συνίσταται περὶ ψυχήν .
4260650 πεπυρακτωμενος
, παρὰ τὸ μὴ καὶ τὸ ὕδωρ : ὁ γὰρ πεπυρακτωμένος σίδηρος οὐδόλως ὑγρότητος μετέχει , ἀλλὰ μόνης ξηρότητος .
διὰ τὸ ἄμετρον τῆς πυρώσεως : μύδρος γάρ ἐστιν ὁ πεπυρακτωμένος σίδηρος . διὸ καὶ ὁ Ἀναξαγόρας ἐξωστρακίσθη ἐκ τῶν
4254101 ὀργανοποιιας
καιρίαι . ταύτην τὴν κατασκευὴν ὁ Πασικράτης εἰσηγησάμενος κατηγόρησε τῆς ὀργανοποιίας ὡς ἀπράκτου : ἡ γὰρ ὅλη ἐνέργεια τοῦ ὀργάνου
τοῦ παλαιοῦ ζήλου παρὰ τοῖς ἀνθρώποις καὶ μάλιστα περὶ τὰς ὀργανοποιίας καὶ τὴν ναυτικὴν παρασκευήν . ἐξημερουμένων δ ' ἀεὶ
4251815 ἀνομοιοτητος
ἰσότητος . Ἐλέγομεν γὰρ οὖν . Καὶ μὴν καὶ ὅτι ἀνομοιότητός τε καὶ ἀνισότητος οὐ μετέχει , καὶ τοῦτο ἐλέγομεν
νῦν δὲ οὐκ ἔστιν ὁ διαλεκτικὸς περὶ γένος οὐ τῆς ἀνομοιότητός ἐστιν , ἀλλὰ μᾶλλον τῆς ὁμοιότητος : ἀόριστος γὰρ
4248703 καταταγης
δὲ μετὰ τὸν καταρτισμὸν πρὸς ἀσφαλῆ γνῶσιν τῆς τῶν ὀστέων καταταγῆς πειράζειν τὰ φυσικὰ τῆς χειρὸς ἐνεργήματα , κάμψιν λέγω
ὀφειλόντων παρατηρήσεως τυχεῖν . Ἔτι δὲ ἐπὶ τῆς τῶν πόλεων καταταγῆς τὰς μὲν παραλίους προχειρότερον ἄν τις ὑπογράφοι , τάξεώς
4243624 παρεχεται
καὶ Καρσὶν Ἀφροδισιεῦσιν : ἀλλὰ τόδε τὸ φρέαρ ἐς συγγραφὴν παρέχεται κυμάτων ἦχον ἐπὶ νότῳ πνεύσαντι . καὶ τριαίνης ἐστὶν
σοι τὸ ἐπὶ τούτῳ ἔτι λέγοιμι , ὅσας μὲν χρείας παρέχεται ὁ χρυσός , ὡς δὲ οἷς ἂν παρῇ ,
4238548 ἐλευθεριοτητος
λέγει , ἀλλ ' ὅτι οὔσης καὶ περὶ ταῦτα τῆς ἐλευθεριότητος , ἡ μεγαλοπρέπεια διοίσει αὐτῆς οὐκ ἐν τῷ εὐλόγως
λαμβάνειν τὸ εὖ πάσχειν : τὸ διδόναι ἄρα οἰκειότερον τῆς ἐλευθεριότητος . ἔτι τῆς ἀρετῆς τὸ καλὰ πράττειν μᾶλλον ἢ
4234825 χιονος
ἵππων καὶ τῶν ὑποζυγίων σακία περιειλεῖν , ὅταν διὰ τῆς χιόνος ἄγωσιν : ἄνευ γὰρ τῶν σακίων κατεδύοντο μέχρι τῆς
ῥοαὶ , ὃς ἀντὶ δίας ψακάδος Αἰγύπτου πέδον λευκῆς τακείσης χιόνος ἀρδεύει γύας . πῶς οὖν , ὦ σοφώτατε Εὐριπίδη
4231309 Ἰξος
κόμας ἐκ διαστημάτων βραχυτέρας καὶ λευκοτέρας καὶ μαλακωτέρας ἔχουσα . Ἰξός ἐστι καλὸς ὁ νέος , πρασίζων τῷ χρώματι κατὰ
ἶνες , τῷ εἶναι καὶ συνεστάναι παρέχουσι τῷ σώματι . Ἰξός . ἵκω ἵξω , ἵξομαι ἰξός . ὁ φθάνων
4230514 κατανοειται
ἤθη καὶ βουλεύματα τῶν ἀνθρώπων ἐκ τῆς μίξεως τῶν σημείων κατανοεῖται . συμβαίνει δὲ καὶ ἐκστάσεις τινὰς γίνεσθαι τοῦ εἴδους
, ἀψευδὲς δ ' ὅρασις , ᾗ τὰ ὄντα ὄντως κατανοεῖται . τὸν δὲ γεννηθέντα τρόπον χαρακτηρίζει διά τε τοῦ
4230347 ὑποστασεως
ὡς ἂν ἔχωμεν μνήμης , οὕτω περὶ τῆς τῶν πραγμάτων ὑποστάσεως φερόμεθα . Ἀλλ ' εἴπερ οὔτε αἰσθητόν ἐστι τὸ
ἢ τοὐναντίον δυστυχῆσαι ; ἀλλὰ καθολικῶς μὲν τῆς ἐξ ἀρχῆς ὑποστάσεως [ ὁ ] τῶν ἐπισήμων καὶ μέσων καὶ ταπεινῶν
4230043 ἐπιγλωττιδος
εἴρηται , τούτων ὑπάρχων κοινός , γλώττης καὶ στόματος παντὸς ἐπιγλωττίδος τε καὶ φάρυγγος καὶ στομάχου καὶ γαστρὸς καὶ λάρυγγος
γλίσχρου , μάλιστα ἐπὶ παιδίων . ἀγχόνη πυώδης ἀπόστασις μεταξὺ ἐπιγλωττίδος καὶ ῥίζης γλώττης . παρίσθμια φλεγμονὴ περὶ τὰ μῆλα
4228494 εὐκαρπιας
Σελεύκου τοῦ Νικάτορος . ἔστι δ ' εὐοινοτάτη καὶ πάσης εὐκαρπίας ἀνάμεστος . ἔστι δὲ καὶ ἑτέρα Λυδίας , Ἀντιόχου
, καθάπερ ἔφην , ἃ προσαγορεύουσι καρτάλους , ἀπαρχὴν τῆς εὐκαρπίας εἰς τὸ ἱερὸν κομίζει γεγηθὼς καὶ στὰς ἀντικρὺ τοῦ
4226544 δυναμενη
τῆς σήψεως ἐπιτεινομένης ἥ τε δύναμις ἀσθενεστέρα γίνεται οὐκ ἔτι δυναμένη φέρειν τὸ μέγεθος τῶν πυρετῶν οὔτε [ ἔτι δύνασθαί
τοῦ Κυπρίων βασιλέως , καὶ ὅμως οὐκ ἠγανάκτησεν ἡ θεὸς δυναμένη λίθον αὐτὴν ὥσπερ τὴν Νιόβην ἀπεργάσασθαι . ἐῶ γὰρ
4226455 κρεμαμενα
ἐόντα θανάτου : θανατῶδες δὲ καὶ χείλεα ἀπολυόμενα , καὶ κρεμάμενα , καὶ ψυχρὰ , καὶ ἔκλευκα γιγνόμενα . Κεκλιμένον
δὲ ταῦτα παραρτήματα ἐκ τροπῶν παχέων συγκείμενα διὰ ἁλύσεων χαλκῶν κρεμάμενα . τριῶν δὲ ἱστῶν ὑπαρχόντων ἐξ ἑκάστου κεραῖαι λιθοφόροι
4225380 βαφης
μάκου καὶ τὸ ἄδυτον ἀνοίγει τῆς πορφύρας καὶ θησαυρὸν εὑρίσκει βαφῆς . Ἔθυεν οὖν τότε ὁ πατὴρ προτέλεια τῶν γάμων
σφισι καὶ τοὺς ξυγγενομένους αὐτοῖς ἐνουθέτει πικρότερον , οἷον ἀποπλύνων βαφῆς ἀτόπου : διεβέβλητο μὲν γὰρ πρὸς αὐτοὺς καὶ τὸν
4224211 ξηροτητος
ὑστερικῶς , ἢ τῆς ὑστέρας προπεπτωκυίας , ἢ ψύξεως ἢ ξηρότητος ἢ πολλῆς ὑγρότητος περὶ τὴν ὑστέραν οὔσης , ἐπί
αἴσθησιν τῆς τῶν ἀηδῶν χυμῶν ἀπαμβλυνάσης ἐπικλύσεως . τῆς δὲ ξηρότητος αὐτῶν συνδιατιθείσης τὸ τῆς γαστρὸς στόμα καὶ διερεθιζούσης τὴν
4223454 προδεδοται
ὅδ ' αὐτὸς νοῦν ἔχων οὐ τυγχάνει . ἀπωλόμεσθα : προδέδοται τὰ κρυπτά μου . πάντ ' οἶδα καὶ πεπύσμεθ
ἀτίμως φῂς ὑπὸ τῶν λοιπῶν ἀνθρώπων φέρεσθαι , πῶς οὐ προδέδοται τὰ νῦν μετ ' ἐμοῦ μέρος ὅσον ἐπὶ σοὶ
4223226 τραχεια
ἐφεξῆς δ ' ἐστὶν αἰγιαλὸς λιθώδης , καὶ μετὰ τοῦτον τραχεῖα καὶ δυσπαράπλευστος ὅσον χιλίων σταδίων παραλία σπάνει λιμένων καὶ
καὶ ὄργανον μὲν τῆς φυσικῆς δυνάμεως ὁ πνεύμων , ἡ τραχεῖα ἀρτηρία , ὑπερῴα , ὄργανα δὲ τῆς διαλέκτου χείλη
4221370 ῥητης
καὶ μέσον δυναμένη . Χωρίον γὰρ τὸ ΑΓ περιεχέσθω ὑπὸ ῥητῆς τῆς ΑΒ καὶ τῆς ἐκ δύο ὀνομάτων πέμπτης τῆς
Ὅτι ἐπειδὴ ἀδύνατον ῥητὴν εἶναι τὴν διάμετρον τῆς πλευρᾶς οὔσης ῥητῆς , ἐπενόησαν οὕτω λέγειν οἱ Πυθαγόρειοι καὶ Πλάτων ,
4219549 δεχομενη
ἑνὸς τῶν περιστατικῶν ἐν τῷ νόμῳ κειμένου : ἡ δὲ δεχομένη τὴν ἐξουσίαν τοῖς περιστατικοῖς πάλιν κέχρηται : ἀμφότερα δὲ
κώμης ἐστὶ * καὶ τὸ μέγεθος , τοσοῦτόν γε πλῆθος δεχομένη καὶ τὴν κατασκευὴν ὑπ ' ἐκείνων αὐτῶν κατεσκευασμένη καὶ
4218724 πηγη
. . οϚ ∠ ʹ ιϚ μεθ ' ὃ ἡ πηγὴ τὸ καλούμενον Στυγὸς ὕδωρ . . . . .
λεῖοι , τρεῖς αὐτῶν σκοτινοὶ καὶ εἷς φωτινός , καὶ πηγὴ ὕδατος ἀνὰ μέσον αὐτοῦ . καὶ εἶπον Πῶς λεῖα
4216423 κατασκευαζον
γὰρ ἄλλο μὲν εἴη τὸ ζητούμενον , ἄλλο δὲ τὸ κατασκευάζον , ἢ ἀσύστατον ἔσται τὸ ζήτημα ἢ ἀμαθὴς ὁ
ὂν ἐλάμβανε τὸ μηδαμῶς ὄν . ψευδῆ φαμεν . ἐπιχείρημα κατασκευάζον ὅτι οὐκ ἔστι ψευδῆς δόξα . ἆρ ' οὖν
4216242 συναγουσα
ἑτέρα ἐπέλευσις ἄφνω γένηται , ἔστιν ἡ δευτέρα ἀντέχουσα καὶ συνάγουσα καὶ φυλάττουσα αὐτούς . Πρὸς τούτοις , εἰ συμβῇ
στᾶσα γὰρ ἐξ ἀρχῆς ἐν τῷ ἑνί , εἶτα πολλὰ συνάγουσα ἵσταται ἐν αὐτοῖς διὰ τῆς μνήμης πάντα ἐν ἑαυτῇ
4216041 ῥαγεισης
δὲ τὰς Ῥάγας τὰς κατὰ Μηδίαν ὠνομάσθαι φησὶν ὑπὸ σεισμῶν ῥαγείσης τῆς περὶ τὰς Κασπίας πύλας γῆς , ὥστε ἀνατραπῆναι
αἷμα ῥέῃ , φλεβός τινος ἢ ἀρτηρίας δι ' ὁποιανδήτινα ῥαγείσης αἰτίαν . ἤτοι γὰρ διὰ πτῶμα ἢ πληγήν ,
4212388 ἐπιρροης
ἐν τῇ Ῥωμαίων πόλει , γίνεσθαι δέ μοι δοκοῦσιν ἐξ ἐπιρροῆς μὲν αἵματος , καθάπερ ἡ φλεγμονή , μὴ μέντοι
καὶ ἐρυθριάσαν τὸ πῦρ τὴν πρᾶξιν τοῦ υἱοῦ ἀνεκόπη τῆς ἐπιρροῆς . καὶ παρῆλθον ὁ παῖς καὶ ὁ πατὴρ ἀβλαβεῖς
4208641 συναπτομενα
, Ἰσμάρῳ . Δύο δὲ πελάγη τὰ ἐκ τοῦ Ἀδρίου συναπτόμενά φασιν ὑποκεῖσθαι τῇ προειρημένῃ θαλάσσῃ , ὧν τὸ μὲν
, Ἰσμάρῳ . Δύο δὲ πελάγη τὰ ἐκ τοῦ Ἀδρίου συναπτόμενά φασιν ὑποκεῖσθαι τῇ προειρημένῃ θαλάσσῃ , ὧν τὸ μὲν
4195923 περιποιητικη
ἀρετὴ λέγεται εἶναι τῶν ἀγαθῶν , ᾗ δὲ τραυμάτων [ περιποιητικὴ ] λέγεται εἶναι τῶν κακῶν . ἀλλ ' ἐπὶ
μήτε πλέον μήτε ἔλασσον ἔχουσά τι , καὶ τοῖς λοιποῖς περιποιητικὴ τοῦ τοιούτου αὐτὴ φανήσεται , ὡς ἄν τις δικαιοσύνη
4192003 κρασεως
τοῖς ἰατροῖς καὶ χωρίον ἐσκοπεῖτο τῇ νόσῳ κατάλληλον εὖ τε κράσεως ἔχον καὶ θυμηδίαν τινὰ παρέχον τῷ κάμνοντι , ὁ
οἰόν τ ' ἦν τὰ ἐξ ἐκείνων , ἴσοις μέτροις κράσεως συνίστασθαι : ἦ γὰρ ἂν ὁμοιοειδῆ καὶ ὁμοιότροπα ,
4189749 γραφομενα
καὶ ἀκαλήφη , ἡ κνίδη , σεσημείωται διὰ τοῦ η γραφόμενα . οὕτως Θεόγνωστος . . . . ἀκαλανθὶς :
μὲν γράμματα διὰ τὸ τούτοις πάντα παρ ' Αἰγυπτίοις τὰ γραφόμενα ἐκτελεῖσθαι : σχοίνῳ γὰρ γράφουσι καὶ οὐκ ἄλλῳ τινί
4184906 πολυγονατον
θαμνίον ἐστὶ φρυγανῶδες : ἔχει φύλλον ὀριγάνῳ ἐμφερές : καρπὸν πολυγόνατον ὥσπερ γλήχων : οὐκ ἔχει μέντοι σκιάδειον , ἐπ
ἀκτῆ : ἐλάττων καὶ βοτανωδεστέρα , καυλὸν ἔχουσα τετράγωνον , πολυγόνατον : τὰ δὲ φύλλα ἐκ διαστημάτων περὶ ἕκαστον γόνυ
4183642 παχυμερους
μὲν γὰρ τριταῖος ἐπὶ ξανθῆς χολῆς λεπτομεροῦς γινόμενος νοθεύεται δηλονότι παχυμεροῦς ταύτης γινομένης . ὑπὲρ δὲ τῶν τεταρταίων καὶ τῶν
τῇ γεύσει μετά τινος βραχείας γλυκύτητος : θερμαίνει γοῦν μετέχουσα παχυμεροῦς καὶ γεώδους ψυχρότητος , διαφορεῖ τε καὶ τόνον ἐντίθησι
4180594 ἀερωδους
συμπέπτωκεν ὁ ὀφθαλμὸς , ξηρανθείσης τῆς ὀχούσης αὐτὸν ὑγρότητος καὶ ἀερώδους οὐσίας . εἰ δὲ οὕτως ὁ ὑγρὸς ὀφθαλμὸς συμπέπτωκε
σύνεστι δέ τις αὐτῷ καὶ θερμότης , καὶ μὴν καὶ ἀερώδους τινὸς οὐσίας μετέχει λεπτομεροῦς . ὅσοι δὲ τὸ ῥῆόν
4178289 παχεια
λοιπὰ ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον ἐλευθεροῦνται . πολλάκις γὰρ ὕλη παχεῖα πλεονάζει ἐν τῷ σώματι , καὶ ταύτην ἤρξατο κενοῦν
ἐκκαλεῖ μολών . ἕλκων ἐφ ' αὑτὸν ὥστε καικίας νέφος παχεῖα γαστὴρ λεπτὸν οὐ τίκτει νόον . † ἀγνοεῖ †
4178044 νοησεως
οὐκ ἐνεργεῖ , οὐκ ἄρα οὐδὲ τῆς δόξης ἢ τῆς νοήσεώς εἰσι τὰ ἐνύπνια . Ἔτι παρὰ τὸ ἐνύπνιον πολλάκις
οὐδέποτε συντελέσει . οὐδέποτε οὖν ἔσται νενοηκώς : καίτοι πάσης νοήσεώς ἐστι πέρατα , καὶ τῆς πρακτικῆς καὶ τῆς θεωρητικῆς
4177043 συνεχηται
λεχθεῖσαν αἰτίαν πρότερον , ἵν ' ὡς ἂν ὑπὸ δεσμοῦ συνέχηται γλυκείᾳ ποιότητι κόλλης τρόπον ἑνούσης : ξηρὰ γὰρ ἀπολειφθεῖσα
δ ' ὡς ὅταν μὲν ὑπ ' εὐνοίας τὰ πράγματα συνέχηται καὶ πᾶσι ταὐτὰ συμφέρῃ τοῖς μετέχουσι τῶν πολέμων ,
4175944 περιμετρου
δὲ ἢ ι οαʹ : καὶ ὅτι τὸ ὑπὸ τῆς περιμέτρου τοῦ κύκλου ὡς εὐθείας καὶ τῆς ἐκ τοῦ κέντρου
: καί εἰσιν οἱ μὲν ʂ ἐκ τοῦ ἀπὸ τῆς περιμέτρου καὶ τοῦ δπλ . τοῦ ἐν τῷ ἐμβαδῷ ,
4173811 ἐπινηχεσθαι
. Ξενόφιλον δὲ ἐν μὲν τῇ πλησίον Ἰόππης οὐ μόνον ἐπινήχεσθαι πᾶν βάρος , ἀλλὰ καὶ παρὰ τρίτον ἔτος φέρειν
, διακολυμβᾶν κατακολυμβᾶν , ἐπικυματίζειν , ἐπιπολάζειν τῷ ὕδατι , ἐπινήχεσθαι ἐπιφέρεσθαι , κολυμβᾶν , ἀφ ' οὗ καὶ κολυμβήθραν
4172856 γεωδους
ἀμφοτέροις δὲ Κρόνος συνεργεῖ . Ἑξῆς δὲ τοῦ ἑπομένου τριγώνου γεώδους ὑπάρχοντος Ταύρου Παρθένου Αἰγόκερω Σελήνη περίγειος οὖσα τὴν οἰκοδεσποτείαν
εἰς γῆν . Ζῷα γίνεσθαι ἐξ ὑγροῦ καὶ θερμοῦ καὶ γεώδους , ὕστερον δὲ ἐξ ἀλλήλων : καὶ ἄρρενα μὲν
4171709 φυραματος
περικρατῇ τοῦ τε ἑκάστου τύπου ἐξ ἀρχῆς καταβεβλημένου καὶ τοῦ φυράματος τοῦ ἄνω γιγνομένου : ἡ δὲ ἐμπειρία , ὅπως
παῖ μεγαλόδοξε , καὶ ἕτερά τινα ἡμῖν ἐκ τῆς τοῦ φυράματος συσταθμίας . Τί δέ ἐστιν , Ὧρος εἶπε ,
4171236 θηρευουσα
αὐτῆς αὐλητική , τὸ μέτρον ἑκάστης χορδῆς τῷ στοχάζεσθαι φερομένης θηρεύουσα , ὥστε πολὺ μεμειγμένον ἔχειν τὸ μὴ σαφές ,
ἀριστερᾷ δὲ τῆς ἐσόδου Ποσειδῶν καὶ μετ ' αὐτὸν Ἄρτεμις θηρεύουσα ἕστηκε . κρῆναι δὲ πολλαὶ μὲν ἀνὰ τὴν πόλιν
4166617 ὑποκειμενη
ἀνδρείως ὑπομένει τὸν κίνδυνον ὅτε ἡ τοῦ νικᾶν ἐλπίς ἐστιν ὑποκειμένη : ὁ δὲ προειδὼς ἑαυτὸν ἡττηθησόμενον ἐν τῷ δρασμῷ
μόνον : λαιμὸν διὰ τὸ ἀπολαυστικὸν εἶναι . Ἡ δὲ ὑποκειμένη τῷ λάρυγγι ἀρτηρία τραχεῖα ὠνόμασται , ἐκ τοῦ πνεύμονος
4164586 ἡνωμενα
διαπέπρισται καὶ συνέχεται στροφώμασι καὶ περόναις , ἵνα ποτὲ μὲν ἡνωμένα , ποτὲ δὲ διὰ τῶν στροφωμάτων καμπτόμενα τὴν κατὰ
ἀθρόα : ὁμοῦ πάντα , ὁμοῦ ὄντα , τάδε τὰ ἡνωμένα . κε : ἂν , ἐάν . τέκοιεν :

Back