εἰκὸς ἂν ἐθελῆσαι καὶ ἀμείνονα γενέσθαι μηδαμοῦ τῆς προτέρας ἀμελείᾳ κακωθείσης . δυσωπείτω δέ σε καὶ τὰ τῶν ἀδελφῶν οὕτω
πλείω , διότι ἡπατῖτις : ἦν δὲ καὶ ἀπὸ ἀρτηρίης κακωθείσης κακὸν σημεῖον , οἵως Ποσειδωνίῃ . Οὗτος ὁ λόγος
5876956 ἰσχυροτερης
κάτω ὀστέον ἄσαρκον , καὶ οὐκ εὐξύγκρυπτον , καὶ κατατάσιος ἰσχυροτέρης δέεται . Ἢν δὲ μὴ τοῦτο ξυντριβῇ , ἀλλὰ
θήλεος : καὶ πρόσθεν πήγνυται τὸ ἄρσεν , ἀπὸ γὰρ ἰσχυροτέρης καὶ παχυτέρης γονῆς γίνεται . Ὁκόταν δὲ κινηθῇ τὸ
5876437 παρασπαδος
. κοινοτάτη μὲν οὖν ἐστὶ πᾶσιν ἥ τε ἀπὸ τῆς παρασπάδος καὶ ἀπὸ σπέρματος . ἅπαντα γὰρ ὅσα ἔχει σπέρματα
ξηροῖς μόνον : φύεται δὲ καὶ ἀπὸ σπέρματος καὶ ἀπὸ παρασπάδος . Κέδρον δὲ οἱ μέν φασιν εἶναι διττήν ,
5809297 ὑπηρετουσης
, τὰ δὲ ἐξόπισθεν εἰς ἀναγκαίαν κατέχεται χρείαν ὑπὸ τῆς ὑπηρετούσης [ εἰς ] : πτύγματος γὰρ ὑποθέσει τὸν δακτύλιον
ἕκαστον δεῖ ποιεῖν τῶν γινομένων , τῆς ποιούσης αὐτὰ καὶ ὑπηρετούσης , ὡς δῆλον ἐπὶ τῆς ἀρχιτεκτονικῆς . ὅλως δὲ
5711099 μεταμελειας
καὶ μελαγχολικῶν νόσων καὶ φροντίδων καὶ κατηφείας καὶ στυγνότητος καὶ μεταμελείας καὶ συγχύσεως καὶ βίας καὶ ἐκεχειρίας τῶν ὠφελίμων πράξεων
, οἷον ἀνεμοφόρητα : οὕτως Ἀπίων . οἱ δὲ τὰ μεταμελείας ἄξια . μηκάδες Λ . . . . μ
5637199 ὑποσταλησεται
οἷον περιεχούσης τὰ μέρη τοῦ λόγου , ἐξ ἧς εἴπερ ὑποσταλήσεται ὄνομα ἢ ῥῆμα , τὰ τοῦ λόγου οὐ συγκλείεται
ἐπὶ τῶνδε τῶν μορίων τὸ αὐτὸ παρακολουθήσει . πάλιν γὰρ ὑποσταλήσεται ὁ περὶ αὐτῶν λόγος ἐν φωνῇ καὶ δηλουμένῳ ,
5616094 ἀντλεις
ἥρπασεν . ἐπὶ τῶν κακὰ σφίσιν αὐτοῖς ἐπαγομένων . Κοσκίνῳ ἀντλεῖς : ἐπὶ τῶν ἀνηνύτως καὶ μάτην πονούντων . Κοινὰ
Καὶ Ἡρόδοτος δὲ Κολοφώνιον καλεῖ τὸν ἄριστον χρυσόν . Χαμαὶ ἀντλεῖς , Πλίνθον πλύνεις , Φακὸν κόπτεις : αὗται πᾶσαι
5585529 καλοκαγαθια
Ὅτι ὥσπερ ἀπὸ τοῦ καλὸς καὶ ἀγαθὸς σύνθετον ὄνομα γίνεται καλοκαγαθία , καὶ ἀπὸ τοῦ θεὸς καὶ τοῦ ἐχθρὸς θεοεχθρία
Ἀνημιοβολαία : ἀπὸ συντάξεως ὄνομα γίνεται : καλὸς καὶ ἀγαθὸς καλοκαγαθία , θεοῖς ἐχθρός θεοεχθρία . οὕτως οὖν ἀνημιοβόλιον ἀνημιοβολαία
5566048 νεκροβασταξ
προτέρου ἄναξ ἄνακτος , Ἀστυάναξ Ἀστυάνακτος , τοῦ δὲ δευτέρου νεκροβαστάξ νεκροβαστάγος , αὐτοσφάξ αὐτοσφάγος : τὸ πολυπάταξ σημειῶδες κατὰ
τὰ δὲ ἀπὸ ῥήματος συγκείμενα : βλεφαριπάξ καὶ λητροβαστάξ καὶ νεκροβαστάξ . τὸ δὲ Ἄσφαξ βαρύνεται ὡς ἐθνικόν . Τὰ
5540793 ἀρχικη
ὅτι φιλοσοφία ἐστὶ τέχνη τεχνῶν καὶ ἐπιστήμη ἐπιστημῶν ἐμάθομεν ὅτι ἀρχική ἐστι , διὰ δὲ τοῦ ὅρου τοῦ ἐκ τοῦ
ἡ αἴσθησις , ἐπειδὴ καὶ αὐ - τὴ δύναμίς ἐστιν ἀρχική , προσεχέστερον δέ ἐστι χρῆμα ἢ ἕξις τε καὶ
5465399 εια
ὤφειλεν οὔτε ἐκτείνειν τὸ α : τὰ γὰρ διὰ τοῦ εια ὀξυνόμενα ἐκτείνοντα τὸ α ἐπὶ οὐσιῶν λαμβάνονται , οἷον
ἀπὸ τῶν εἰς υς ληγόντων ἀρσενικῶν θηλυκὰ παρεσχηματισμένα διὰ τοῦ εια διὰ τῆς ει διφθόγγου γράφονται , οἷον ταχύς ταχεῖα
5451288 μικροπρεπεια
ἀπόρους ἀσωτία καὶ πολυτέλεια , πολλοὺς δὲ ἀδόξους αἰσχροκέρδεια καὶ μικροπρέπεια . μετά γε μὴν τὴν κακίαν δευτέρα τῶν τοιούτων
. ἔστι δὲ περὶ χρημάτων δαπάνας ὑπερβολή , ἔλλειψις δὲ μικροπρέπεια , ὧν μεγαλοπρέπεια μεσότης ἐστί . οὐ τὸ μὴ
5431644 ὀρεγομενῳ
' ἧς ἂν μάλιστα ἐνόμιζον παιδευθῆναι τὰ προσήκοντα ἀνδρὶ καλοκαγαθίας ὀρεγομένῳ : νῦν δὲ πῶς οἴει με ἀθύμως ἔχειν ,
τὰ καθ ' ἕκαστα ἑκούσια . διότι γὰρ ἐπιθυμοῦντι καὶ ὀρεγομένῳ περιγίνεται , οὐκέτι φησὶ τὴν ἀκολασίαν ἑκούσιον εἶναι ,
5429069 πιλιδιον
χωρὶς πίλου εἰσάγουσι τὸν Τήλεφον . τὸ δὲ τοῦ Τηλέφου πιλίδιον , τὸ νῦν λεγόμενον καμαλαύκιον . Γ πρὸς τοὺς
ἐν Τιμαίῳ Πλάτων . πιλῆσαι συμπιλῆσαι , συμπίλησις , πιλίον πιλίδιον . οὐ μόνον δὲ ὁ ἐπὶ τῆς κεφαλῆς ἐπιτιθέμενος
5422590 σορου
ὑφιστάμην τὸν ἆθλον καὶ τὰ ψυχρὰ ἐκεῖνα τὰ ἐκ τῆς σοροῦ φιλήματα ὑπερήδιστά μοι ἐποίει ὁ λιμός . εἶτα ὀλίγου
λυπεῖσθαι ὁρῶσαν αὐτήν : ἀλλ ' ἀντὶ κέδρου : ἀντὶ σοροῦ : ἀπὸ κέδρου γὰρ αἱ σοροί . [ συνθάπτειν
5420204 ἀπολειπομενην
πέρα τοῦ δέοντος ἥρμοττε . καιρὸς δ ' ἐπὶ τὴν ἀπολειπομένην διήγησιν ἐπανάγειν . ὡς γὰρ δὴ τὰ περὶ τὸν
ὧν οὐδὲ ἰδεῖν ἔνια ῥᾴδιον παρά τινα σμικρότητα καὶ ἰσχὺν ἀπολειπομένην αὐτοῖς ἀπὸ τῶν ἄλλων θηρίων : ὁπηλίκον γάρ τι
5410836 λογαριων
, ἀπολεῖς με . τῶν γὰρ ἐκ τῆς ποικίλης στοᾶς λογαρίων ἀναπεπλησμένος νοσεῖς : ἀλλότριόν ἐσθ ' ὁ πλοῦτος ἀνθρώπῳ
, ἀπολεῖς με : τῶν γὰρ ἐκ τῆς ποικίλης στοᾶς λογαρίων ἀναπεπλησμένος νοσεῖς : „ ἀλλότριόν ἐσθ ' ὁ πλοῦτος
5393128 αἱμωδιας
αἰτίων , ἡ τοῦ συμφέροντος τήρησις γίγνεται , ὡς ἐπὶ αἱμωδίας ἡ ἀνδράχνη . οὔτε γὰρ τὸ συνεκτικὸν αἴτιον ἐνταῦθά
τοῦτο πάσχοντας , σκληροτέρους ἀποτελεῖν χρὴ διὰ τῶν στυφόντων . αἱμωδίας δ ' ἴαμά ἐστιν ἀνδράχνη , αὐτή τε καὶ
5393014 ἀπειροκαλια
ἐπὶ τὸν ἄρχοντα χειρῶν ἀδίκων ἀναφέρουσι . , . . ἀπειροκαλία ἀλλ ' εἰμὶ λίαν ἀπειρόκαλος , ὡς διαβεβοημένα ἐπιδιηγούμενος
Ἀντωνίου περιγενέσθαι . τοσοῦτος ἦν οἶστρος αὐτῷ κατὰ Ἀντωνίου καὶ ἀπειροκαλία . ἐβεβαίου τε αὖθις τοῖς δύο τέλεσι τοῖς ἀπὸ
5392166 ἀναλω
ν ἀναλῶ , ὡς αἴτιος ἀναίτιος : ἐκ δὲ τοῦ ἀναλῶ παράγωγον ἀναλίσκω . ἢ παρὰ τὸ ἅλις ἐπίρρημα .
τουτέστι τὸ τὰ συνηθροισμένα διασκορπίζειν , καὶ πλεονασμῷ τοῦ ν ἀναλῶ , ὡς αἴτιος ἀναίτιος : ἐκ δὲ τοῦ ἀναλῶ
5384465 ἀναιρουμενη
αὐτόθεν τοῖς σμιλιωτοῖς ἐκκοπεῦσιν ἐκκοπτέσθω , ὅλη ἐκ τῆς βάσεως ἀναιρουμένη : ἐὰν δ ' ᾖ πυκνὴ ἢ ὀστώδης ,
ἀνοικοδεσπότητος ἢ ἀνεπικράτητος ἡ γένεσις εὑρεθῇ ὑπὸ μηδεμιᾶς κακωτικῆς ἀκτῖνος ἀναιρουμένη , τὴν προγεγονυῖαν σύνοδον ἢ πανσέληνον μοιρικῶς ἐπιγνόντας ἐπί
5380990 ἐμφερειας
ἐπὶ τῆς ἐπιγονατίδος . ἀπὸ τῆς ἔξω πρὸς τὴν μηχανὴν ἐμφερείας . διὰ τὸ ἄνω εἶναι τοῦ ἄρθρου τὸ κοῖλον
. οζʹ . Εἴρηται μὲν ἀπὸ τῆς πρὸς τοὺς στάχυας ἐμφερείας ἐκ τῆς τῶν ἐπινεμήσεων γινομένης . εὐχρηστεῖ τε ἐπί
5373778 τελεωτερα
ἐπὶ μεγεθῶν μόνον ἢ ἀριθμῶν μόνον . Προβαίνει ἤδη πρὸς τελεώτερα : ἐκ μεγεθῶν μὲν γὰρ καὶ ὅρων οἱ λόγοι
ἐστὶν ὁ μῦθος , εἶθ ' οὕτως χωρητέον ἐπὶ τὰ τελεώτερα . Ἢ οὖν διὰ ταῦτα προτέτακται ὁ μῦθος ἢ
5362753 βαρυδαιμων
καινὸν κακόν , εἴ γε τῷ πάντα μακαρίῳ ὁ πάντα βαρυδαίμων ἑαυτὸν ἐξομοιοῦν ἐτόλμησεν . ὑπερθεῖτ ' ἂν οὗτος ἥλιον
θνητὸς ὢν ἀγνωμόνει τίς ἀτιμόθεος ] [ καὶ ] [ βαρυδαίμων ] [ ] [ ὃς ] τάδε λεύσσων οὐ
5353962 διισταν
: . . . ὡς δὲ Ἀπολλόδωρος , ἀπὸ τοῦ διιστᾶν τοὺς δακτύλους καὶ διέχειν . . . . ̈
διαφορὰς τὰς πρὸς ἕκαστον τοῦ προκειμένου τὸν διὰ τοῦ ὁρισμοῦ διιστᾶν αὐτὸ τῶν ἄλλων ἐθέλοντα , δῆλον . εἰ γὰρ
5340866 ἐθελησειν
τῶν τοιούτων ἀπολογεῖσθαι . τίς γὰρ ἔστιν ἐλπὶς τοὺς ἄλλους ἐθελήσειν ποιεῖν τὰ ὑπὸ τῶν στρατηγῶν προσταττόμενα , ὅταν αὐτοὶ
καὶ ὁποσοιοῦν τολμήσειαν , ἐκ τοῦ παραχρῆμα ἔχοντάς γε ὅπλα ἐθελήσειν σφᾶς αὐτοὺς ξυνελευθεροῦν . καὶ ὡς ἐπῆλθεν ἡ ἑορτή
5337843 ζητωσι
εἰς Δελφοὺς ἐπηρώτων πότερον μένωσιν ἐπὶ ταύτης ἢ ἑτέραν χώραν ζητῶσι . τοῦ δὲ θεοῦ φήσαντος λευκοὺς κόρακας πρότερον φανεῖσθαι
. . : σπονδαὶ Ἀθηναίων καὶ Ἀργείων ἑκατονταετεῖς ἐπαγγέλλωσιν : ζητῶσι . ταύτην τὴν πόλιν : ἐξ ἧς οἱ πολέμιοι
5332998 συλα
δὲ οὕτως ἡ δίκη , διότι ὑπὲρ τοῦ ἐμφανίσαι τὰ σῦλα καὶ τὸν πωλήσαντα ἐγίνετο . Εἰς λατομίας . Φιλόξενος
διὰ τῆς δίκης τὸν ἔχοντα ἐμφανῆ καταστῆσαι καὶ αὐτὰ τὰ σῦλα καὶ παρὰ τίνος ὠνήσατο ταῦτα . καὶ εἰ μὲν
5331330 φαρμαξαι
ἀκολάστων ἐπὶ τὰ χείρονα , καὶ ὡς οὐκ ἂν ἠδυνήθην φαρμάξαι φίλον ἢ φίλου μοιχεῦσαι γύναιον , ἵνα καὶ τῆς
Τρώων , καὶ πρότερον Ἥρα πρὸς τὴν Ἀφροδίτην , παρακαλοῦσα φαρμάξαι τὸν πατέρα καὶ δοῦναι τὸ φίλτρον αὐτῇ , τὸν
5330873 καταποθεντα
τοῦ στομάχου , οἳ μηδέν τι διακαρτερήσαντες , αὖθις τὰ καταποθέντα ἀνάγουσιν . ὀξυρεγμίαι δέ τινες ἔτι γεγενημέναι ἐλπίδας τινὰς
κωδείας τὴν κεφαλήν . σμήριγγας ἐστάλαξε : φασὶ γὰρ αὐτὸν καταποθέντα ὑπὸ τοῦ κήτους διὰ τὴν ὑγρότητα τῶν ἐντέρων ἤγουν
5330491 προσφιλεστερα
τὰ χαλεπὰ τῶν ἀλλήλους φυλαττόντων ; ποία μὲν τοῖς πολίταις προσφιλεστέρα πόλις ; ποία δὲ τιμιωτέρα τοῖς ξένοις ; ποία
οὐδ ' ἂν μεταγνοίη ἔτι ἤδη εἰθισμένη καὶ τῷ χρόνῳ προσφιλεστέρα γενομένη . Εἰ δὲ τὰς καθ ' ἕκαστον ψυχὰς
5329742 δυστυχουσα
τῆς διακρίσεως καὶ τῶν κύκλῳ βοστρύχων , ὡς ἐκ πολλοῦ δυστυχοῦσα . ἡ δὲ κόρη νεαρὸν πρόσωπον , οἵα ἂν
εὑρεῖν καὶ ἀπὸ τοῦ χρώματος : ἐπὶ γὰρ τῆς καθάρσεως δυστυχοῦσα ἡ φύσις , ὠχρότερον ποιεῖ τὸ χρῶμα : εἰ
5325162 ὁλικωτερα
ἄνεισιν ἐπὶ τὰ τελειότερα καὶ ἀπὸ τῶν μερικωτέρων ἐπὶ τὰ ὁλικώτερα : τελειότερον γὰρ κατάφασις μὲν ἀποφάσεως ἅτε ὕπαρξιν σημαίνουσα
καθάπερ γὰρ ἐν τοῖς ἀύλοις εἴδεσιν ἀεὶ τὰ πολυδυναμώτερα καὶ ὁλικώτερα προηγεῖται τῶν μερικωτέρων καὶ ὑφειμένων , οὑτωσὶ καὶ ἐν
5324775 ἐπιθυμησειν
αὐτοῖς ἡ ἐκεχειρία . ἀνοκωχῆς : ἤγουν διακοπῆς . μᾶλλον ἐπιθυμήσειν αὐτούς : ἡγούμενοι δηλονότι ἐπιθυμήσειν τοὺς Ἀθηναίους . εὐτύχει
ἐδέδισαν φοβεῖσθαι , καὶ γενομένης ἀνοκωχῆς κακῶν καὶ ταλαιπωρίας μᾶλλον ἐπιθυμήσειν αὐτοὺς πειρασαμένους ξυναλλαγῆναί τε καὶ τοὺς ἄνδρας σφίσιν ἀποδόντας
5323209 εἰκαιων
ἀστεῖος ὤν : ὅσῳ γάρ , οἶμαι , λίθων μὲν εἰκαίων ἀμείνων χρυσός , τὰ δ ' ἐν ἀδύτοις τῶν
οἱ Κολοφώνιοι . Κύπριος βοῦς : ἐπὶ τῶν κοπροφάγων καὶ εἰκαίων . Κάμηλος καὶ ψωριῶσα πολλῶν ὄνων ἀνατί - θεται
5321658 κατε
σαφηνίσαι ] ? καὶ κηρύξαι [ ἐκέλευσεν ] ? . κατε [ ! ! ! ! ! ! ! !
οἰκεῖα ἐγκλήματα . ἐπεὶ δὲ ἡ Νάβιδος ἐν Σπάρτῃ τυραννὶς κατε - λέλυτο , ἐς πλείστην ὠμότητα ἀνδρὸς ἀφικομένου ,
5310250 μερικωτερου
, ἵνα τὸν καθολικώτερον καὶ περιεκτικώτερον σκοπὸν αἱρώμεθα μᾶλλον τοῦ μερικωτέρου . ὅθεν οὐκ ἀποδεκτέον τοὺς λέγοντας τὸν Σοφιστὴν περὶ
τοὺς ὅρους . τὸν γὰρ μέσον οὐ κοινὸν ληπτέον ὄντος μερικωτέρου τοῦ συμπεράσματος διὰ τὸ προσκατηγορούμενον ἀλλὰ προσεχῆ καὶ τῆς
5307228 ἐργολαβειν
οὗτος ] ἐπὶ τὸ δεύτερον νόμιμον μεταβαίνει . . . ἐργολαβεῖν ] ἵνα διὰ τοῦ ἐν τῷ θεάτρῳ στεφανοῦσθαι ἔχῃ
ἔνιοι τῶν ἀνθρώπων διὰ φιλαργυρίαν οὐκ ὀκνοῦσι καὶ ἀλλοτρίας συμφορὰς ἐργολαβεῖν . πλούσιός τις δύο θυγ . ἔχ . συνέβη
5304529 ἐνθυμησεως
φύσει μάντις ὢν , ἀλλ ' ἀπὸ λογισμοῦ κρίνων καὶ ἐνθυμήσεως . τοῦτο γὰρ δηλοῖ τὸ θυμόμαντις . . θυμόμαντις
φύσει μάντις ὤν , ἀλλ ' ἀπὸ λογισμοῦ μόνον καὶ ἐνθυμήσεως κρίνων . ἤγουν οὐ τέχνῃ μάντις ὤν , ἀλλ
5294356 λειχω
τοῦ νικῶντας . . . . ἀπολιχμήσονται : ἀπολείξουσιν : λείχω λειχῶ , καὶ λιχμῶ λιχμήσω . . . .
τοῦ λιχμῶ δευτέρας συζυγίας τῶν περισπωμένων : τοῦτο ἀπὸ τοῦ λείχω πλεονασμῶ τοῦ μ λιχμῶ : τὸ λι , ι
5293536 νοσεις
' ἐπ ' ἄλλον εἶμι βελτίω λόγον . κεἰ μὲν νοσεῖς τι τῶν ἀπορρήτων κακῶν , γυναῖκες αἵδε συγκαθιστάναι νόσον
γὰρ οὖν καὶ τόδε πῶς οὐ ταπεινόν , ὅτι καὶ νοσεῖς τὰ ὅμοια τοῖς ἰδιώταις καὶ ὁ πυρετὸς οὐ διαγιγνώσκει
5292443 συντριβης
τοῦ οἴκτου . . ὀλολυγμὸν ἱερὸν εὐμενῆ παιώνισον ] μετὰ συντριβῆς εὐχὴν ἐξιλαστικὴν ᾆσον . . Ἑλληνικὸν νόμισμα ] ἤτοι
. ὀλολυγμὸν ] ὕμνον . ὀλολυγμὸν ] μετὰ θρήνου καὶ συντριβῆς εὐχήν . θ ὀλολυγμὸν ] ἤτοι μετὰ θρήνου ὕμνον
5289012 βιαστικως
ἡ ἀδικία βία κεκλῆσθαι , τὸ γὰρ μετὰ δυνάμεως καὶ βιαστικῶς τι πράττειν βία εἴρηται : τὸ δὲ ἴα ,
. βίᾳ ] * σὺν . τῇ δυνάμει αὑτοῦ ἢ βιαστικῶς . ἐμίσησεν , * αὐτὸν . ἐμίσησε . *
5282916 ψιλης
οὐδ ' ἡμεῖς ἐκείνους λέγομεν ἔχειν τέχνην ῥητορικὴν τοὺς ἐκ ψιλῆς παρατηρήσεως τῶν ῥητορικῶν λόγων δυναμένους λόγους ποιεῖν ῥητορικούς ,
μοιχὸς τῆς ἑαυτοῦ γυναικὸς πᾶς ὁ ἀκόλαστος . μηδὲν ἕνεκα ψιλῆς ἡδονῆς ποίει . ἴσθι μοιχὸς εἶναι κἂν νοήσῃς μοιχεῦσαι
5275398 κλυσμον
ἀλλὰ καὶ ἐκ δευτέρου καὶ τρίτου πολλάκις ἐνιέναι τὸν ἁπαλὸν κλυσμὸν ἔχοντα ἢ ῥητίνης τι ἢ βουτύρου , καὶ μετὰ
ὑποφραττόμενον γὰρ ὑπὸ τῶν ἀντερεισάντων τὸ τρύπημα τοῦ αὐλίσκου τὸν κλυσμὸν οὐκ ἀφίησιν εἰς τὸ πρόσθεν . τὸ δ '
5269515 Ἀρξομαι
' ἔδοξα μᾶλλον ἑτέρων τὰ περὶ τὸν βίον ἀκριβῶσαι . Ἄρξομαι δ ' ἀφ ' οὗπερ ἀναγκαῖον ἄρξασθαι . Μωυσῆς
τοῦ πράγματος : ταῦτα γὰρ καὶ ὅσια καὶ δίκαια . Ἄρξομαι δὲ ἐντεῦθεν . Ἐπειδὴ χορηγὸς κατεστάθην εἰς Θαργήλια καὶ
5253795 βαθυτατου
ποτ ' ἐσθλῇ . * μυχάτοιο : βαθεός ἢ ὑστάτου βαθυτάτου ἐνδοτάτου Μελισσήεντος : Μελισσήεντα δέ φησιν τὸν τόπον τοῦ
. καὶ τὰ μὲν νῶτα αὐτῷ κυανοῦ μεμίμηται χρόαν τοῦ βαθυτάτου , ὑπέζωσταί γε μὴν λευκὴν τὴν νηδύν : ἄρχεται
5245585 ὁρωμενης
Σελήνης ὑπὸ τὰς αὐγὰς οὔσης τοῦ Ἡλίου καὶ ὑπὸ Ἄρεος ὁρωμένης ὁ φυγὼν ἢ ἀπὸ πυρὸς ἢ ἀπὸ σιδήρου ἀπόλλυται
Σελήνης ὑπὸ τὰς αὐγὰς οὔσης τοῦ Ἡλίου καὶ ὑπὸ Ἄρεως ὁρωμένης ὁ φυγὼν ἢ ἀπὸ πυρὸς ἢ ἀπὸ σιδήρου ἀπόλλυται
5240752 πεφυκα
τί σοι κακόν ἐστιν ἐνταῦθα ; οἷα λέγεις ; πέτεσθαι πέφυκα ὅπου θέλω , ὕπαιθρον διάγειν , ᾄδειν ὅταν θέλω
ἐξετείνοντο ἐπὶ συγκεκροτημένοις καὶ ὄγκον ἔχουσι μέλεσιν , ἀπὸ τοῦ πέφυκα παρακειμένου , ἐνεστὼς πεφύκω , ὡς ἀπὸ τοῦ δέδοικα
5239676 αἰσχους
, ἄλλο τι ὁ Ἔρως κάλλους ἂν εἴη ἔρως , αἴσχους δὲ οὔ ; Ὡμολόγει . Οὐκοῦν ὡμολόγηται , οὗ
καὶ τὸν σκηνητὴν οἰκουρόν : καὶ ἕκαστον ἐκ τοῦ πρόσθεν αἴσχους εἰς τὸ ἐναντίον κάλλος μεταμορφοῦν . Ἐγὼ δὲ εἰμὶ
5238301 περαινοντι
' ἐκ περαινόντων τε καὶ ἀπείρων περαίνοντί τε καὶ οὐ περαίνοντι , τὰ δ ' ἐξ ἀπείρων ἄπειρα φανέονται .
ἄλλο βούλεται ἢ εὐθεῖαν περαίνειν διὰ τοῦ νόμου καὶ εὐθεῖαν περαίνοντι ἕπεσθαι τῷ θεῷ . Τίς ὑπονοίας χρεία παρὸν σκοπεῖν
5235009 βαναυσου
οἱ δὲ βάναυσον τὸν ἀπάνθρωπον καὶ ὑπερήφανον . ἔνιοι δὲ βαναύσου χειρὸς τῆς ὑβριστικῆς ἢ τεχνικῆς . δηλοῖ δὲ τοὺς
τὸ ἔργον τοῦ δαπανήματος . Ἃ δὲ λέγει περὶ τοῦ βαναύσου καὶ τοῦ μικροπρεποῦς δῆλά ἐστιν : εἶναι μὲν οὖν
5234621 πενιχρας
φαίνεται κἀνθάδε : φησὶ γὰρ τοῦτον τὸν τρόπον ἐπὶ παρθένου πενιχρᾶς : ” βαρὺ γὰρ φορτίον πατρὶ κόρη διὰ σπάνιν
ἦ που ἐκεῖνον μέμνησθε τὸν γέροντα τὸν φιλάργυρον , οὗ πενιχρᾶς ἠράσθη κόρης ὁ παῖς , ἦν γὰρ εὐπρόσωπος αὕτη
5230166 εὐηθεια
δ ' οἴεσθαι ὅτι μόνοις ποτὲ τοῖς κατὰ διάνοιαν ἐπανέξουσιν εὐήθεια πολλή . οὗ χάριν ἀμφότερα τιθέασι , διὰ μὲν
ἀποτίκτειν πολλάκις ὠδῖσιν αὐταῖς ἐναποθνῄσκουσιν . ὅλως τοῦτ ' οὐκ εὐήθεια δεινὴ μήτραν ὑπολαμβάνειν γῆν ἐγκεκολπίσθαι πρὸς ἀνθρώπων σποράν ;
5224945 προσγινηται
πλαγίας πτώσεως , ἐπὰν ἑτέρῳ προσώπῳ ἡ διάθεσις τοῦ ῥήματος προσγίνηται : ἐκ δὲ πλαγίας ὀνόματος εὐθείας ἐπιφέρεται ἄρθρα ,
ᾖ τῶν ἀγαθῶν τὸ τέλος , τὸ δὲ ἕνεκεν αὐτοῦ προσγίνηται , † πάντα αἱρετώτερα ἑνὸς ἢ δυοῖν τοῦ τέλους
5218063 Ὠνομασθη
καὶ τὴν ἐνέργειαν , ἥτις ἐστὶ πρᾶξις μετὰ λόγου . Ὠνομάσθη γοῦν καλόν , ὅτι κλητικόν ἐστιν ἐφ ' αὑτό
εἰς π , Παρνασσός . . . . , : Ὠνομάσθη δὲ Παρνασσὸς ἀπὸ Παρνησσοῦ τοῦ ἐγχωρίου ἥρωος , ὡς
5216914 ἀισσειν
ἀικάς : τὰς φορὰς καὶ τὰς ὁρμάς , ἀπὸ τοῦ ἀίσσειν . . . ὁ δὲ Ἀπίων λέγει ἀπὸ τοῦ
αἱ πνοαὶ αἱ κάτω ἀίσσουσαι . . συστροφάς ἀπὸ τοῦ ἀίσσειν . : αἰγίδες καὶ καταιγίδες , . Β .
5208210 Ἐρυκινος
πόλις Σικελίας . Φίλιστος ὀγδόῳ . τὸ ἐθνικὸν Ταυακῖνος ὡς Ἐρυκῖνος . Ταΰγετον , ὄρος τῆς Λακωνικῆς . Ὅμηρος „
Ἀρκεσίνην Μινώην † Ὑγιάλην . λέγεται δὲ Ἀμοργῖνος , ὡς Ἐρυκῖνος . λέγεται καὶ Ἀμόργιος : οὕτως Χάραξ . τὸ
5207752 ξεω
ξένος : Ξενίων ὄνομα κύριον : ξενὼν τὸ περιεκτικόν : ξέω : ξερόν : σεσημείωται τὸ ξαίνω ῥῆμα διὰ τῆς
καὶ μῦθος . Μεθόδιος . σημαίνει δὲ τὸ αἱματῶ καὶ ξέω , . , , . . α . +
5200822 ἐκκρινεσθαι
κύστιν , ὥστε ποτὲ μὲν μυξώδη καὶ πεταλώδη καὶ παχέα ἐκκρίνεσθαι , καὶ ἤτοι πυκνῶς ἀποδίδοσθαι τὰ οὖρα , ἢ
ἐπὶ δὲ τῶν θυμουμένων ἀνάπαλιν : ἐν αὐτῷ μὲν τῷ ἐκκρίνεσθαι μᾶλλον μὲν θερμαίνει τὸ δακνῶδές τε καὶ δριμὺ οὐκ
5191057 συγκεκραμαι
. Πολλὰ κακὰ φέροντι . Θ . . . . συγκέκραμαι : Μεμιγμένος εἰμί . . ἥνωμαι . . πολύφορος
ἑταῖρος , καὶ ὅσα τοιαῦτα . ἀνακέκραμαι πρὸς αὐτόν , συγκέκραμαι , συνῆμμαι , φιλικῶς ἔχω , εὔνους εἰμὶ αὐτῷ
5190223 ΠΑΝΤΑ
ἐφορατικὴ δύναμις μᾶλλον δὲ περιφραστικῶς , αὐτὴ ἡ Εἱμαρμένη . ΠΑΝΤΑ ΙΔΩΝ ΔΙΟΣ ΟΦΘΑΛΜΟΣ . Ἤγουν πάντα βλέπων ὁ Ζεὺς
Πρόκλος , ὀβελίζει τοὺς ἑπτὰ τούτους στίχους : ἀπὸ τοῦ ΠΑΝΤΑ ΙΔΩΝ , μέχρι τοῦ , ΑΛΛΑ ΤΑΓ ' ΟΥΠΩ
5185409 ἐθνικος
διαφέρει διάλεξις διαλέκτου , ὅτι διάλεκτος μέν ἐστι φωνῆς χαρακτὴρ ἐθνικός , διάλεξις δὲ τῆς συνήθους φωνῆς ἐκτροπὴ ἐπὶ τὸ
διάλεκτος καὶ διάλεξις : διάλεκτος μὲν γάρ ἐστι φωνῆς χαρακτὴρ ἐθνικός , διάλεξις δὲ τῆς συνήθους φωνῆς ἐπὶ τὸ σεμνότερον
5176788 ταχεα
ἀναρριχᾶσθαι διὰ σχοινίου καὶ πλεῖστα ἄλλα ὁμοιότροπα . τὰ δὲ ταχέα χωρὶς εὐτονίας καὶ βίας ἐστίν : δρόμοι δ '
ἀμφότερον βασιλεὺς ἀγαθὸς κρατερός τ ' αἰχμήτης . κραιπνά : ταχέα , ταχύτατα . ἄλκιμα : ἰσχυρὰ , καὶ στερεὰ
5171842 ὁρωντεϲ
τὰ μὲν ἐγγὺϲ βλέποντεϲ , τὰ δὲ ἐξ ἀποϲτάϲεωϲ οὐχ ὁρῶντεϲ . ἀνίατοϲ δέ ἐϲτιν ἡ τοιαύτη διάθεϲιϲ ὑπὸ ἀϲθενείαϲ
πάϲχουϲιν οἱ γηρῶντεϲ τοῖϲ μύωψιν : τὰ γὰρ ἐγγὺϲ μὴ ὁρῶντεϲ τὰ πόρρω βλέπουϲιν . Τὴν μὲν διὰ ψῦξιν γινομένην
5168441 προσθεσιος
ἐκ τῶν ὀξυτάτων νουσημάτων διὰ τεσσάρων ἐς τὰς εἴκοσιν ἐκ προσθέσιος τελευτῶσιν . Οὐ δύναται δὲ ὅλῃσιν ἡμέρῃσιν οὐδὲν τουτέων
θαλασσίων . Ὅταν δὲ ἡμέραι γένωνται δύο ἢ τρεῖς ἀπὸ προσθέσιος , σκεψάμενος , ἢν μὲν τὸ στόμα καλῶς ἔχῃ
5166617 εὐβλαστη
θῆναι πάλιν τῆς τροφῆς καὶ ταύτην πέψαι καὶ κατασχεῖν εἴπερ εὐβλαστῆ καὶ εὔκαρπα μέλλει γενήσεσθαι . Τροφῆς μὲν οὖν πλῆθος
πάντα δὲ τὰ ἐν Σκιάλᾳ φυτευθέντα καὶ θᾶττον αὐξάνεσθαι καὶ εὐβλαστῆ γίνεσθαι . Ὁ αὐτός φησι καὶ ὅτι ἡ Ἰνδικὴ
5162178 διαγιγνωσκομεν
σκοπῶμέν τι καὶ ὑπὸ τῶν ὀφθαλμῶν αὐτῶν , οὐδὲν ἀκριβὲς διαγιγνώσκομεν , ἢν δὲ ἀποστάντες ἐκ τοῦ συμμέτρου διαστήματος ἴδωμεν
καὶ ἥλιε καὶ ἀρετὴ καὶ σύνεσις καὶ παιδεία , ᾗ διαγιγνώσκομεν τὰ καλὰ καὶ τὰ αἰσχρά , βεβοήθηκα καὶ εἴρηκα
5154837 καυθεισης
ἀμφότεραι , ἄσπληνος , ἀσφοδέλου ἡ ῥίζα , καὶ μᾶλλον καυθείσης ἡ τέφρα , βάλσαμον , βάτου ἡ ῥίζα ,
ἄρκευθος , ἀσάρου ῥίζα , ἀσφοδέλου ἡ ῥίζα καὶ μᾶλλον καυθείσης ἡ τέφρα , ἀψίνθιον , βράθυ , βαλαύστιον ,
5145802 κενωσιος
ἀλλὰ διὰ ταχέος πάρεισιν . Ὅτι δὲ οὐδὲν ἐλάσσους ἀπὸ κενώσιος ἀκαίρου κακοπάθειαι γίνονται τῷ ἀνθρώπῳ ἢ καὶ ἀπὸ πληρώσιος
Ἄμεινον δὲ καὶ τὴν κοιλίην μαλθάξαι κούφῳ τινὶ , ὅσον κενώσιος εἵνεκεν τοῦ σίτου , καὶ ἐπὶ μὲν δέκα ἡμέρας
5144994 βελτιονων
' ἤδη : εἰ δὲ πολλῷ βελτίω τούτου καὶ ἐκ βελτιόνων , καὶ μηδενὸς τῶν μετρίων , ἵνα μηδὲν ἐπαχθὲς
, κάθιζε δὲ κλάοντας τοὺς καταγελάσαντας πολὺν δὴ χρόνον τῶν βελτιόνων . ὀφείλεις δὲ χάριν τοῖς θεοῖς πατὴρ γεγονώς .
5143524 ἀναφανειη
καὶ ἐλευθεροῦν οὐδὲν δεόμενος , καὶ κόλαξ αὐτὸς ἂν θεραπόντων ἀναφανείη ; Πολλὴ ἀνάγκη , ἔφη , αὐτῷ , ἢ
πιθανὸν ψεῦδος , εἰ μὴ τὸ περὶ αὐτὸ ἁμάρτημα πλῆρες ἀναφανείη καὶ τέλειον : ἀναφανεῖται δὲ ἐκ τοῦ μὴ περιέργως
5138189 παραγομενα
παράγεται . Τὰ εἰς μα οὐδέτερα ἀπὸ τῶν εἰς μι παραγόμενα , καὶ αὐτὰ ἀπὸ παθητικοῦ παρακειμένου τὴν γένεσιν ἔχοντα
τοῦ ι , καί τοι τὰ ἀπὸ τῶν εἰς α παραγόμενα εἰς ευς φυλάττει τὴν παραλήγουσαν : διὸ καὶ τὸ
5134122 κομμωτικης
συγκέχυται ῥητορικῆς καὶ σοφιστικῆς ἡ διάκρισις , ὀψοποιικῆς δὲ καὶ κομμωτικῆς φανεραί εἰσιν αἱ διακρίσεις . σὺ γάρ κτλ .
ἐκ Κορίνθου Χαρικλέα νεανίαν οὐκ ἄμορφον , ἔχοντά τι καὶ κομμωτικῆς ἀσκήσεως ἅτε οἶμαι γυναίοις ἐνωραϊζόμενον : ἅμα δ '
5128694 κελευσεως
. ἀνηκουστεῖν ] τὸ δὲ ἀνηκουστεῖν τῆς τοῦ πατρὸς Διὸς κελεύσεως δυνατόν ἐστι πῶς ; ἐρώτησις ἔχουσα τὸ ἄλυτον ,
ἀναφορὰν ἔπεμψαν , δεόμενοι ὥστε παρασχεθῆναι αὐτοῖς ἀπὸ θείας αὐτοῦ κελεύσεως ἀγορασθῆναι τὰ Ὀλύμπια ἀπὸ τῶν Πισαίων τῆς Ἑλλάδος χώρας
5127550 κακηγορια
: βίαια δέ , οἷον πληγαὶ δεσμὸς θάνατος ἁρπαγὴ πήρωσις κακηγορία προπηλακισμός . συναλλάγματα δὲ καὶ τὰ τοιαῦτα λέγονται ,
τὸ ἐναντίον ψόγος , λοιδορία , βλασφημία , κακολογία , κακηγορία , κακισμός , διαβολή : ψέγειν , λοιδορεῖν ,
5127174 ἐγελασσεν
ἐόντες . ” Ὧς ἔφατ ' : ἐκ δ ' ἐγέλασσεν ἄδην Ἀφαρήιος Ἴδας , καί μιν ἐπιλλίζων ἠμείβετο κερτομίοισιν
ἐπὶ δὲ τῆς Πηνελόπης , οἷον „ ἀχρεῖον δ ' ἐγέλασσεν „ , ἐπίπλαστον καὶ ἐπιπόλαιον μέχρι τοῦ τὰ χείλη
5127122 ἀσαφους
ἐκ τοῦ ἀπρεποῦς , ἐκ τοῦ ἀσυμφόρου . ἐκ τοῦ ἀσαφοῦς οἷον ἀσαφὴς ἦν ὁ περὶ Νάρκισσον χρόνος . ἐκ
Οἰδίποδος τὸ αἴνιγμα διεσπάραξεν ἑαυτὴν ἡ Σφίγξ : ἐξότε : ἀσαφοῦς : ξυνετὸν μέλος ἔγνω : ἀπὸ κοινοῦ τὸ Σφιγγός
5126727 ῥᾳονος
ὥστε μηδὲ χιτωνίσκου δεῆσαι μεταλαβεῖν , καὶ οὔπω πρόσθεν ἐμαυτοῦ ῥᾴονος ᾐσθόμην . διήγαγον δὲ περιπάτῳ χρώμενος κατ ' οἰκίαν
διάγειν ὑμᾶς πυνθανώμεθα . τὴν δὲ ἀρχὴν ἐκεῖθέν ποθεν ποιήσομαι ῥᾴονος ἕνεκα παρακολουθήσεως , ὅθεν καὶ ἡνίκα ἐξηγούμην σοι περὶ
5125383 πηδᾳν
ἀνατρέχοντα ἄνω . χρεία δ ' ἐκ τῆς πέτρας εὐκόλως πηδᾷν εἰς τὴν ἅλα τὸν ἁλιέα , καὶ ἀπὸ ἐξ
μετ ' ἄλλου γυμνάζεσθαι . Ἀκταίνειν . γαυριᾷν καὶ ἀτάκτως πηδᾷν . Ἀκταίνειν , ἀκολασταίνειν , γαυριᾷν καὶ ἀτάκτως πηδᾷν
5122797 δοκησις
σκληρότερόν τε καὶ ἀμφίβολον , πρὸς ἕτερα δὲ καὶ ἡ δόκησις : τὰ δ ' ἐκ τῶν ἄλλων τραχέα .
: ὅ ἐστι , παρακονῶμαι . ἢ οὕτως : ἡ δόκησις ἀκόνη μοι : ὃ δοκῶ περὶ τῶν ἀνδρῶν ,
5122176 βαλβιδων
. Γ βασάνιζε ] κίνει , δοκίμαζε . Γ ἀπὸ βαλβίδων : ἀπ ' ἀρχῆς , εὐθέως . Γ ἀπὸ
. Γ δρᾶσον ] Ἀττικῶς ἀντὶ τοῦ δράσεις . ἀπὸ βαλβίδων : βαλβὶς ἡ ἄφεσις τῶν δρομέων . μετήνεγκεν οὖν
5121561 ποριζου
. Βάδιζε τὴν εὐθεῖαν , ἵνα δίκαιος ᾖς . Βίον πορίζου πάντοθεν πλὴν ἐκ κακῶν . Βουλόμεθα πλουτεῖν πάντες ,
ὅρα τὸ κέρδος μὴ τέκῃ σοι ζημίαν . } Βίον πορίζου πάντοθεν πλὴν ἐκ κακῶν . οὐκ ἔστιν οὐδὲν χεῖρον
5120263 παρεργου
- στα λόγια δυσπαρακολούθητά πως καὶ δυσερμήνευτα φαίνεται τοῖς ἐκ παρέργου χρηστηριαζομένοις . τοσαῦτα ἄν τις καὶ ἀπὸ τῶν σποράδην
εἶναι κατὰ φύσιν φιλαπεχθήμονα πρὸς αὐτάς . οὐ γὰρ ἐκ παρέργου , φησὶ , τὰς κατηγορίας ποιοῦμαι , τῷ συνεχεῖ
5112747 βαναυσια
' ἂν κατὰ Πλάτωνα καὶ δευτερουργοὺς τέχνας χειροτεχνία χειρουργία , βαναυσία βαναυσουργία . χειροτεχνεῖν χειρουργεῖν , βαναυσουργεῖν . χειροτέχνης χειρουργός
ταῦτα γὰρ ἅπαντα , οἶμαι , τύρβη καὶ ὄχλος καὶ βαναυσία , καὶ ἀρχαῖα μὲν τὰ θεάματα , ἀχρεῖα δὲ
5108354 ἐγκαθημενα
ὡϲ ἀποϲτῆναι τὸ πεπονθὸϲ ὀϲτοῦν . ῥᾳδίωϲ οὖν ἀναπλεύϲει τὰ ἐγκαθήμενα τῶν ὀϲτῶν , εἰ μήκωνοϲ ἀγρίαϲ καὶ ϲυκῆϲ φύλλα
καὶ τὰ ἐμπνευματοῦντα , καὶ τὰ παρεμπλαστικὰ , ἢ ἄλλως ἐγκαθήμενα τοῖς σώμασιν ἐπιμόνως : πονήσασα γὰρ ἡ γαστὴρ ἐπὶ
5106478 περισκοπει
ὡς ἐξῄει τὰς πύλας καὶ περιεσκόπει , ἐρομένου τινὸς τί περισκοπεῖ , αἰσχύνεσθαι ἔφη , μὴ ὀφθῇ , ὥσπερ ἐκ
προσποιούμενος οὗτός ἐστιν . Ἦλθεν , εἶτα πάλιν ἄπεισιν . περισκοπεῖ ἀκριβῶς , αὖθις ἐπανῆλθεν , ἔχανεν , εἴληπται ,
5101561 συμβαινουσης
τῶν μορίων βλαπτομένης ἡ τοιαύτη παράλυσις γίνεται , δυσκρασίας τινὸς συμβαινούσης , ἣν ἐπανορθοῦν χρὴ πρὸς τὸ σύμμετρόν τε καὶ
τόπων , ἐπειδὴ περὶ μόνους μὲν τοὺς πόδας τῆς ὀδύνης συμβαινούσης , ποδάγρα προσαγορεύεται , διαβιβαζομένης τε ἐπὶ τὰ γόνατα
5101128 λυομενα
ἔξω τῆς ἀνατρίψιος . Τὰ δὲ ἐκ τῆς κάτω κοιλίης λυόμενα δι ' οὔρων καὶ ἱδρώτων , ἢν ὀλισθῇ μετρίως
ἀνδρῶν καὶ τὰ τούτων ἐξήγετο λείψανα καὶ ἀτίμως λεπτυνόμενα καὶ λυόμενα εἰς ἀέρα ἐλικμᾶτο , τὰ δὲ καὶ ἐπὶ τῶν
5100027 συγκριτικου
ἐσχατώτατον : οὐδὲ ἀμεινότερον , καλλιώτερον , κρειττότερον ῥητέον : συγκριτικοῦ γὰρ συγκριτικὸν οὐ γίνεται . Εὑρέσθαι , οὐχ εὕρασθαι
ἥλιε . Περὶ τὰ Εἴδη : ὡς εἴτις ἁπλοῦν ἀντὶ συγκριτικοῦ τάξειεν , οἷον , δῖα θεάων , ἀντὶ τοῦ
5090763 καθυπερτερα
νομίζοντες ὅπερ ἦν , ἀπό τε τῶν παρόντων πολὺ σφῶν καθυπέρτερα τὰ πράγματα εἶναι καί , εἰ δύναιντο κρατῆσαι Ἀθηναίων
μᾶλλον : ἀπὸ κοινοῦ τὸ ἐν παντὶ δὴ ἀθυμίας ἦσαν καθυπέρτερα : τῶν Ἀθηναίων . φόβου : ἀπὸ φ .
5088587 ταυτοματου
καλλίστου τινὸς καὶ θειοτάτου δημιουργοῦ γεγονέναι , ἀλλ ' ἐκ ταυτομάτου . μετὰ δὲ ταῦτα ἐκ τοῦ ἐναντίου , ὅτι
Θεμιστώ : ὃς καὶ φησὶ , τῶν καρπῶν φθειρομένων ἐκ ταυτομάτου , ἐθελούσιον δοῦναι ἑαυτὴν εἰς σφαγήν . . .
5086234 ποιμνη
κόσμος ἅπας , ἡ μεγίστη καὶ τελεωτάτη τοῦ ὄντος θεοῦ ποίμνη : „ κύριος ποιμαίνει με , καὶ οὐδέν με
καὶ οἷον κατὰ σωρείαν , ἃ καλεῖται πλήθη , οἷον ποίμνη , δῆμος , σωρός , χορὸς καὶ τὰ παραπλήσια
5086059 συσσημου
' οἱ προεστῶτες τῶν δημιουργουμένων καὶ πωλοῦντες ταῦτ ' ἀπὸ συσσήμου , χωρὶς μὲν τὰ καινὰ χωρὶς δὲ τὰ παλαιά
: οἷς μέτρων μέλει καὶ τῶν ὡραίων , ὅπως ἀπὸ συσσήμου πωλοῖτο . Οὐκ ἔστι δὲ πλείω τὸν αὐτὸν μεταβάλλεσθαι
5085036 ἀναιδους
καὶ πλεονεκτικόν , ταῦτα καὶ παρ ' ἑκόντος λαμβάνειν ὁμοίως ἀναιδοῦς τινὸς καὶ φιλοκερδοῦς ἀνδρὸς καὶ πλεονέκτου : αἰτεῖν δέ
τεκνοποιεῖ ὅθεν Αἰσχύλος φησὶ παντρόφου πελειάδος . κυνὸς δὲ τῆς ἀναιδοῦς κατὰ τὸν Ὅμηρον εἵνεκ ' ἐμεῖο κυνὸς κακομηχάνου .
5083272 Ἀγρωστεως
, χελιδόνιον τὸ μικρότερον ἀρχομένης , τὰ καυστικὰ πάντα . Ἀγρώστεως ἡ ῥίζα μετρίως , καὶ ἡ πόα καταπλασσομένη μετρίως
δὲ τὴν διάθεσιν ἐκ τοῦ πρωτοπαθοῦντος εἰς ὅλην αὐτήν . Ἀγρώστεως ἡ ῥίζα δριμύ τι καὶ ὑποστῦφον ἔχει . Ἀλόη
5081600 πηγνυω
τετάρτη ἀπὸ τῆϲ ἕκτηϲ τῶν βαρυτόνων , ὡϲ ἀπὸ τοῦ πηγνύω γέγονε πήγνυμι . Μετοχή ἐϲτι λέξιϲ μετέχουϲα τῆϲ τῶν
τοῦ σορὸς ὁ τάφος καὶ τοῦ πηγνύω : τὸ δὲ πηγνύω ἀντὶ τοῦ κατασκευάζω . σοροπηγοῖς οὖν , φησίν ,
5079594 κοω
, ἄστρωτος εὕδω : καὶ τὰ μὲν πρᾶτ ' οὐ κοῶ , ἇς κά μ ' ἔχων ὥκρατος ἀμφέπηι φρένας
Ἱππεῦσιν , οἷον ” κοάλεμον αἱματοπώτην ” . παρὰ τὸ κοῶ ῥῆμα δηλοῦν τὸ νοῶ , οἷον „ ἡ δ
5076640 ΦΕΡΕΙ
παντελῶς τοῖς ἐκ νόμων δικαίοις ἐκκόπτεται τιμωρήμασιν . . ΤΟΙΣΙ ΦΕΡΕΙ . Τοῖς θεοφιλέσιν : οὗτοι δέ εἰσιν οἱ κατὰ
ἐν τοῖς κοιλώμασι τῶν στελεχῶν , μελίσσας . . ΤΟΙΣΙ ΦΕΡΕΙ ΜΕΝ . Τούτοις τοῖς κατὰ δίκην ζῶσιν , ἤγουν
5075390 φυλαττουσης
καταλυθέντων , ἀλλὰ τῆς κλήσεως αὐτῶν οὐκέτι τὴν ἀρχαίαν ἀκρίβειαν φυλαττούσης , ὡς ἔγνων ταῖς ἀρχαιρεσίαις αὐτῶν πολλάκις παρών .
δὲ τοῦτο χαλεπὸν ἦν καὶ σπάνιόν τι τῆς τε οἰκουροῦ φυλαττούσης καὶ ἄβρας τινὸς ἄλλης συμπαρούσης , ἀναπείθει τὴν κόρην
5071691 προμηθης
μὴ πιστὸν διὰ τὸ ἀπεχθές : ἀσφαλὴς γὰρ οὗτος καὶ προμηθής , ὃς οὐδὲ βουληθεῖσι τοῖς πολεμίοις ἐπιθέσθαι τὸν τοῦ
τι τοὺς ἐχθροὺς ῥᾳθυμοῦντας εἰσενέγκαιτο . φόβος γὰρ εὔκαιρος ἀσφάλεια προμηθής , ὡς καὶ καταφρόνησις ἄκαιρος εὐεπιβούλευτος τόλμα . Ἀνοχὰς

Back