τὸ μεσουράνημα : καὶ ὁ συναχθεὶς πρὸς ἀναφορὰν χρόνος ἔσται βιώσιμος . κατὰ τὸ πλεῖστον δὲ οὗ ἂν προσνεύσῃ ὁ
γλυκεῖ . καὶ ἐὰν βούληταί τις ἀσθενοῦντος ἀνθρώπου διαπειρᾶσθαι εἰ βιώσιμος , λούειν κελεύουσι τρεῖς ἡμέρας , κἂν περιενέγκῃ βιώσιμος
6490933 κρισιμος
παραφροσύνη ἦν , ὅτε καὶ ἡ πίστις τῆς ἡμέρας , κρίσιμος οὖσα πέμπτη : οὐ δύναται δὲ ἡ φύσις ἐπὶ
δὲ ἑπτὰ ἀριθμὸς περιττὸς καὶ οὐδὲ συνεζευγμένος καὶ διὰ τοῦτο κρίσιμος . υναʹ . Αἰτία συλλήψεως ἡ τῆς μήτρας σύμμετρος
6241440 φονευς
τοὐμὸν ἀμπτυχαί τ ' ἐλεύθεροι , ἐπεὶ πατρὸς πέπτωκεν Αἴγισθος φονεύς . φέρ ' , οἷα δὴ ' χω καὶ
Λυδοὶ φέροντες τὸν νεκρόν , ὄπισθε δὲ εἵπετό οἱ ὁ φονεύς . Στὰς δὲ οὗτος πρὸ τοῦ νεκροῦ παρεδίδου ἑωυτὸν
6192451 Στιλπωνι
τὸ ἐντελὲς ἔχειν . Ἐνεβρίμει : ἀντὶ τοῦ ὠργίζετο : Στίλπωνι Μητροκλῆς Ἐνεβρίμει τῷ Στίλπωνι Μητροκλῆς . Ἐκδείας : τὰς
Ἐνεβρίμει : ἀντὶ τοῦ ὠργίζετο : Στίλπωνι Μητροκλῆς Ἐνεβρίμει τῷ Στίλπωνι Μητροκλῆς . Ἐκδείας : τὰς τῶν φόρων ἐκλείψεις ἦν
6081771 ἐκδημος
Ὀρέστης , ὥς σφε τερφθείης ἰδών , χρόνον παλαιὸν δωμάτων ἔκδημος ὤν . ἀλλ ' ὡς μακρὰν ἔτεινον , εὔρυτον
ἔσται καὶ πλούσιος καὶ ἀρχοντικὸς καὶ ἐπ ' ἐλπίσι χρησταῖς ἔκδημος καὶ βασιλικαῖς δωρεαῖς τε καὶ τιμαῖς , καὶ γυναικὶ
6010227 κεκαθαρμενος
ἐθέσπισε , τέκνον , καλῶς σπεύδεις λῦσαι τὸ σκῆνος : κεκαθαρμένος γάρ . ὁ Ποιμάνδρης , ὁ τῆς αὐθεντίας νοῦς
καὶ ἕνωσιν ἀδιάλυτον ἄγει τὴν πρὸς ἄλληλα : ὅ τε κεκαθαρμένος τοῦ σοφοῦ νοῦς ἀρρήκτους καὶ ἀπήμονας διαφυλάττει τὰς ἀρετάς
6010002 ἁνθρωπος
, εἰπεῖν πρὸς τοὺς παρόντας ὡς τυφλόν ἐστι τοῦ μέλλοντος ἅνθρωπος : ἐκφαγεῖν γὰρ ἂν Ἀθηναίους τοῖς αὑτῶν ὀδοῦσιν ,
τῶν Ἀχαιῶν ; ἐροῦμεν , νὴ Δία : πρώην ἔγημεν ἅνθρωπος καὶ συγγνώμη τῆς γυναικὸς ἐχομένῳ . τοῦτο γὰρ ἡμῖν
5976415 ἐγγυητης
Σερουίλιος τὸν δῆμον ἀδικεῖ ; οὐ γὰρ δὴ θεῶν τις ἐγγυητὴς τοῖς στρατηγοῖς τῆς ἁπάντων ψυχῆς τῶν ἀγωνιουμένων γίνεται ,
ἑκόντας ποιεῖν τὰ δέοντα . εἰ μὲν γάρ ἐστί τις ἐγγυητὴς ὑμῖν θεῶν ὡς , ἐὰν ἄγηθ ' ἡσυχίαν καὶ
5954406 νοστιμος
, . , . . Ἀνόστιμος : παρὰ τὸ νόστος νόστιμος καὶ ἀνόστιμος , . , , . . α
δ ' ἄλλον : Περσεὺς καὶ μετὰ Νεῖλον ἐς οἰκία νόστιμος ἦλθεν ? . δεῦρο ? τέκνον , σπεύδοις σέο
5949480 φλεγματικος
τὸ ψυχικὸν πνεῦμα ὑγρότητος ἅμα καὶ ψύξεως . ἐὰν οὖν φλεγματικὸς ᾖ μόνον ὁ τὸν λήθαργον ἐργαζόμενος χυμὸς , ὁ
ἡλικίας καὶ ἀπὸ τῆς ἄλλης διαγωγῆς τῷ τοιούτῳ μειρακίῳ ὁ φλεγματικὸς ἐπλεόναζε χυμός . καὶ ἀποροῦσί τινες λέγοντες , τί
5939236 διψωσα
τοὺς προδήλως τὸ ψεῦδος ἀντὶ ἀληθείας προσφέροντας . ἔλαφός τις διψῶσα κατῆλθεν ἐπί τινα πηγὴν τοῦ ὕδωρ πιεῖν . ἰδοῦσα
γείτων ἐστί τις κάπηλος : οὗτος εὐθὺς ὅταν ἔλθω ποτὲ διψῶσα , μόνος οἶδ ' ὥς γ ' ἐμοὶ κεράννυται
5933425 ἀναχθησεται
λόγου μερῶν ἐκεῖνο λέγομεν , ὡς ἐν οὐδεμιᾷ τῶν κατηγοριῶν ἀναχθήσεται : οὐ γὰρ προηγουμένη αὐτῶν ἐστιν ἡ σημασία ,
καὶ τὴν οὐσίαν , καὶ ὁ ἄνθρωπος ὑπὸ τὴν οὐσίαν ἀναχθήσεται . καὶ ἐπὶ τῶν ἄλλων κατηγοριῶν ὡσαύτως . Ἀποροῦσι
5905318 τεθνηκεν
' αὐτόν ; τί δ ' ] οὐκ , εἰ τέθνηκεν , τούτου αἰτία εἶ σύ , ἐπεὶ οὐ ζῶσαν
Ἀττικοῖς παρολκῇ τοῦ μαλα γίνεται , καθάπερ ἦ μάλα δὴ τέθνηκεν . ἦ μάλ ' ἐλαφρὸς ἀνήρ . τὸ δὲ
5898909 ἀντεγκληματικη
γὰρ ἀπὸ ῥητοῦ τὴν παραγραφὴν ποιεῖται . ἡ μέντοι ἀντίθεσις ἀντεγκληματική : ἀντεγκαλεῖ γὰρ ὁ φεύγων ὡς ἄξιος παθεῖν τοῦτο
καὶ διανοίᾳ ἀντιστατικὴ ἀντίθεσις εὑρίσκεται , ἀλλ ' ἐνίοτε καὶ ἀντεγκληματική : οἷον νόμος τὸν καταφεύγοντα ἐπὶ τὰς Ἁρμοδίου καὶ
5894807 τἀρ
τὴν λοιδορίαν , τὸν κωλακρέτην , τὰ τριώβολα . Ἅπαντα τἄρ ' αὐτῷ ταμιεύει ; Φήμ ' ἐγώ . Ἥν
μὲν αὑτὴν χὤστις Αἴγισθον στυγεῖ . ἐμοί τε καὶ σοί τἄρ ' ἐπεύξομαι τάδε . αὐτὴ σὺ ταῦτα μανθάνους '
5885540 ἀποφερων
ὅτι ἔσται πρόθυμος . οὐ γὰρ δὴ τὴν πρᾶξιν οἴχεται ἀποφέρων ὁ χρόνος , ἀλλ ' , ἢν ἐθέλῃς ,
παραδοὺς ἑαυτὸν τοῖς πορφυρεῦσι συγκατεδύετο καὶ τὸ γινόμενον ἐκ τούτου ἀποφέρων ἔτρεφε τὸν Δεινίαν : καὶ νοσήσαντά τε ἐπὶ μήκιστον
5878946 ἐρυθριων
, ἐπεὶ μηδὲ ἰδεῖν αὐτὴν ἠνειχόμην , οὕτω μεγάλην οὖσαν ἐρυθριῶν . ὡς δὲ ἔδει τῶν κεράμων ἕνα πέμψαι φίλῳ
τούτου γὰρ καὶ ὁ στρατιώτης ὑπήκοος γενήσεται τῷ ἄρχοντι , ἐρυθριῶν αὐτόν , καὶ τοῦ πρακτέου περιγίνεται . Τὰ παρὰ
5829868 παρης
τε μία παχῆα κἀμίαι δύο διατετμαμέναι μέσαι φάσσαι τε τοσσαῦται παρῆς σκορπίοι τε . Ἀριστοτέλης δὲ παρετυμολογῶν αὐτῆς τοὔνομά φησιν
ἐς ἣν ἡ λύπη με προάγει . κτεινομένῳ μὲν οὐ παρῆς , τῶν φονέων σε περισπασάντων περὶ θύρας , ἐπεὶ
5821314 ποτιτροπαιος
ἡμῖν δώσουσιν . ποτιτρόπαιος ] προστρόπαιος ἀντὶ τοῦ ἐναγής . ποτιτρόπαιος ] ἐναγής . τὸ μὲν πρῶτον πρὸς πάσας ὁ
καὶ φονεύσας . ὑπαί τε γᾶν ] ὑπὸ γῆν . ποτιτρόπαιος ] προστρόπαιος , ἱκέτης . χωρεῖτε ] τὸ μὲν
5812173 ἀποκοιτος
, οὐκ ἐγίνετο ἐπὶ τοῦ Κρόνου αὐτοὶ γὰρ ἡμεῖς ἐσμενοὐδὲ ἀπόκοιτός ποτε ἐκεῖνος παρὰ τῆς Ῥέας ἦν οὐδὲ ἀπολιπὼν ἂν
Οὐκ οἶδα , ὦ Χελιδόνιον . ἀλλ ' ὁ μηδέποτε ἀπόκοιτός μου γενόμενος ἀφ ' οὗ γυναικὶ ὁμιλεῖν ἤρξατοπρῶτον δὲ
5800285 λοιπος
δοθείς : ἔστιν δὲ ὁ ΑΒ Μο α , καὶ λοιπὸς ἄρα ὁ ΒΓ ἔστιν δοθείς : δοθὲν ἄρα καὶ
, ὧν ὁ ΑΗ τοῦ ΔΕ ἐστι διπλασίων , καὶ λοιπὸς ἄρα ὁ ΗΓ λοιποῦ τοῦ ΕΓ ἐστι διπλασίων :
5775955 σαπρος
, καὶ οὐδὲν ὠφελήθη . Τῷ δὲ Φοίνικι ἐξετμήθη κύκλος σαπρὸς , καὶ τὸ ἕλκος ἐκαθάρθη μὲν τὸ πλέον ,
οὔ , “ φησιν , ” ἀλλ ' Αἴσωπος ὁ σαπρὸς λαλεῖν ἤρξατο στωμύλως . “ καὶ ὁ δεσπότης :
5775089 φιλιχθυς
τῇ μητρὶ ὀρνίθειον ζωμὸν πιστεύσω ; Ἀνδρακύδης ὁ Κυζικηνὸς ζωγράφος φίλιχθυς ὤν , ἐπὶ τοσοῦτον ἦλθεν ἡδυπαθείας ὡς καὶ τοὺς
Χαιρεφίλου τοῦ ταριχοπώλου υἱούς . περὶ Καλλιμέδοντος τοῦ Καράβου ὅτι φίλιχθυς ἦν καὶ διάστροφος τοὺς ὀφθαλμούς φησι Τιμοκλῆς : εἶθ
5749075 φιλουμενος
ἔχει πολλῶν ὄντων τῶν κωλυόντων ἔχειν . Καὶ θαυμαζόμενος καὶ φιλούμενος ἦλθε , δι ' ὅσων ἦλθεν ἐθνῶν , ὁ
ὃ παρὰ σοὶ μέγα , συμφοιτητὴς ἐμὸς Ἱερώνυμος φιλῶν καὶ φιλούμενος ἐν τῇ κοινωνίᾳ τῶν λόγων . ἔπειθ ' οὕτως
5741063 ζητουμενος
, ποιῶσι τρεῖς ἀριθμοὺς ἐν ἴσῃ ὑπεροχῇ . Ἔστω ὁ ζητούμενος ʂ α . καὶ ἐὰν μὲν συντεθῇ μετὰ Μο
τὴν Ὀξυάλκου τοῦ βασιλέως θυγατέρα Δαμασαλκίδαν κανηφοροῦσαν βιασάμενος ἔφθειρεν : ζητούμενος δὲ ὑπὸ τοῦ τυράννου πρὸς κόλασιν , διὰ φόβον
5733411 ὑπερημερος
χρήσεται τῷ λόγῳ τὴν τύχην καταμεμφόμενος , ὅτι διὰ πενίαν ὑπερήμερος ἐγένετο . εἶτα χάριν ὁμολογήσαντι τῷ δαίμονι τῷ σώσαντι
ἀλλ ' εἴασε καταδικάσασθαι αὐτοῦ τὸν Ἀριστόδικον . ἐπεὶ δὲ ὑπερήμερος ἐγένετο , ἐξέτεισε τὴν δίκην , καθ ' ὅτι
5702115 Κορυδος
. πρῶτον μὲν ἦν σοι Καλλιμέδων ὁ Κάραβος , ἔπειτα Κόρυδος , Κωβίων , Κυρηβίων , ὁ Σκόμβρος , ἡ
Τιθύμαλλος οὐδεπώποτ ' ἠράσθη φαγεῖν . ἦν δὲ καὶ ὁ Κόρυδος τῶν δι ' ὀνόματος παρασίτων . Τιμοκλῆς : ἀγορὰν
5700071 τηλικουτος
κἀγὼ μὲν ὁ τάλας νεκρὸν ἀντὶ νυμφίου ἐκομισάμην καὶ ἔθαψα τηλικοῦτος ὢν ἄρτι γενειάσκοντα τὸν ἄριστον παῖδα τὸν ἀγαπητόν :
. οὐ γὰρ ἂν τρὶς πιὼν οὕτως κατηνέχθη ὑπὸ μέθης τηλικοῦτος ὤν . ἦν οὖν καὶ τότε μεγάλα ποτήρια ,
5699664 μεταπεισθεις
εἰδότος ὅτι φαῦλα καὶ διώκοντος : ὁ μὲν γὰρ ἠπατημένος μεταπεισθεὶς δύναται ἀγαθὸς γενέσθαι , ὁ δὲ δι ' ἀκρασίαν
καινόν : ἐπάγει γάρ μοι τὸν Θέρσανδρον εὐθὺς παρελθόντα . μεταπεισθεὶς γὰρ ὑπὸ τοῦ φίλου , πρὸς ὃν ᾤχετο ,
5692128 δεησομενος
αὐθαδείας , ἧς πολὺς ἔπνει τότε , ὑφεῖται νυνὶ καὶ δεησόμενος ὑμῶν ἥκει συγχωρῆσαι καὶ ταύτην αὐτῷ τὴν χάριν .
στρατοῦ . Καμβύσης δὲ ἀκούσας τούτων προθύμως ἔπεμπε ἐς Σάμον δεησόμενος Πολυκράτεος στρατὸν ναυτικὸν ἅμα πέμψαι ἑωυτῷ ἐπ ' Αἴγυπτον
5686486 ἀπελθῃ
Καὶ πότε Ἀθηναίοις ἀθανασίαν ὁ Ζεὺς ὑπέσχετο ; ἐὰν γὰρ ἀπέλθῃ ὁ λοιμός , Ἀλκιβιάδης ἐπὶ Σικελίαν οὐκ ἄγει ;
μετ ' αὐτῆς γε ἡ ἀφροσύνη , καὶ οὐ μὴ ἀπέλθῃ ἀπ ' αὐτῶν οὔθ ' ἡ δόξα οὔθ '
5673017 ὀφειλετης
Σελήνη αὐξιφωτοῦσα ἔστω ὁ δανειστής , ὁ δὲ Ἥλιος ὁ ὀφειλέτης , ἐὰν δὲ ἡ Σελήνη λήγῃ ἀνάπαλιν ὁ μὲν
χρεολύτης : πλὴν τῶν κατὰ συναλοιφὴν γινομένων , οἷον χρέος ὀφειλέτης χρεωφειλέτης καὶ χρεωστῶ καὶ χρεώστης . Τὰ παρὰ τὸ
5666033 παραφρονει
τὸ “ Σαβαζίου ” . ἐκεῖνος δέδὲ ⌈ , ἐπεὶ παραφρονεῖ , [ ἐπὶ τοῦ παραφρονεῖν * ] συμβουλεύει ⌈
ἐὰν δὲ κυρίως ἀκούηται , ἀπεμφαίνει : ὁ γὰρ ἑκατονταετὴς παραφρονεῖ . δεῖ οὖν μεταλαμβάνειν εἰς τὸ πολυετής . ὡς
5657798 ὑπηρχες
τῷ αὐτοῦ ἔρωτι . * † ἀφανής . * † ὑπῆρχες . * τῇ Εὐρυανάσσῃ : † τῇ Εὐρυανάσσῃ τοὔνομα
μεμήνυκε τῇ γραΐ : ἤτοι πάλαι ποτέ μοι ἄκοντι χρησίμη ὑπῆρχες διὰ τὴν ἔνδειαν , νῦν δ ' οὐκέτι σου
5657704 ἐξελευσεται
: οὕτω γὰρ τῶν τόπων ἀφλεγμάντων γενομένων τὸ ἐγκείμενον ῥᾳδίως ἐξελεύσεται . καὶ κλύζειν δὲ μελικράτῳ καλόν ἐστιν αὐτοὺς ,
τὸν τούτου κύριον , καὶ εἰ μὲν οὗτος ἀναποδίζει ταχέως ἐξελεύσεται κενὸς καὶ ἄπρακτος , εἰ δὲ στηρίζει καὶ οὕτω
5655225 Φαεινος
ἀπέθετο . Γ τυννουτονί : συλλαβὼν τοὺς δακτύλους φησί . Φαεινὸς δὲ ἀντὶ τοῦ μικρόν . ΓΓΘ τυννουτονί ] κόμμα
ἀντιγραφεύς . τὰ γὰρ ἐν τούτοις λεγόμενα ἔγραφον ἀμφότεροι . Φαεινὸς οὖν τὸν Φανὸν ἀπὸ τοῦ φαίνειν καὶ φανερὰ ποιεῖν
5652535 εἰσεληλυθεν
μου τὰ χρήματα . Ὡς σοβαρός , ὦ Δάματερ , εἰσελήλυθεν ὁ συκοφάντης . Δῆλον ὅτι βουλιμιᾷ . Σὺ μὲν
τὸν ἑστιῶντα , τῆς θύρας χασμωμένης ἂν ἐπιλάβηται , πρῶτος εἰσελήλυθεν . καὶ πάλιν ἐπὶ δεῖπνον ἐλθῶν εἰς Κόρινθον Χαιρεφῶν
5650898 μιαρε
ἐπὶ τῶν πονηρῶν : καὶ Ἀριστοφάνης ἐν Ἀμφιαράῳ , Ὦ μιαρὲ , καὶ Φρυνώνδα , καὶ πονηρὲ σύ . λέγεται
ὁ καρτερός . Ὦ βδελυρὲ κἀναίσχυντε καὶ τολμηρὲ σὺ καὶ μιαρὲ καὶ παμμίαρε καὶ μιαρώτατε , ὃς τὸν κύν '
5649947 ἀπηλθες
τί φὴς ἰδὼν ἔνθεν γε πᾶς δ ' ἐλευθερῶν † ἀπῆλθες εὐθὺς ὡς ταχύ . σιωπῇ φασι τούτῳ τῷ θεῷ
' ἐλευθέραν τὰς πλησίον Νύμφας στεφανοῦσαν , Σώστρατε , ἐρῶν ἀπῆλθες εὐθύς ; εὐθύς . ὡς ταχύ . ἦ τοῦτ
5649245 βατης
τὸ βίβημι βατήρ . . . . . βάτης : βάτης : παρὰ τὸ βαίνω βάντης ὤφειλεν εἶναι , ὡς
φαίνω φάντης καὶ ἱεροφάντης . ἀλλ ' ἀπὸ τοῦ βίβημι βάτης καὶ διαβάτης καὶ ἱπποβάτης . Φιλόξενος . . .
5644615 τυγχανεις
σε προσληψόμενος . ᾤετο γὰρ τὸν ὄντα οὗ νῦν ὢν τυγχάνεις μηδὲν φιλανθρωπίᾳ ποιεῖν , πάντα δὲ ἀργυρίου . ἐγὼ
σφόδρα τούτους τοὺς λόγους ἀκροώμενος , οὓς καὶ σὺ νῦν τυγχάνεις δὴ διεξιών , ἄγαμαι . Εἶπον οὖν ἐγὼ ὅτι
5623475 βασιληιη
. αἰὼν παῖς ἐστι παίζων , πεσσεύων : παιδὸς ἡ βασιληίη . Πόλεμος πάντων μὲν πατήρ ἐστι , πάντων δὲ
Δαρεῖος τὴν βασιληίην ἔσχε , πυνθάνεται ὁ Συλοσῶν ὡς ἡ βασιληίη περιεληλύθοι ἐς τοῦτον τὸν ἄνδρα τῷ κοτε αὐτὸς ἐν
5622407 ἐκαμεν
ἂν τὸ γόνυ βρέξειας . Ἐρεῖς δ ' ἐπὶ ἀρρώστου ἔκαμεν , ἠρρώστησεν , ἐνόσησεν , ἠσθένησεν , ἐμαλακίσθη ,
διαφθαρῆναι ἐν τῇ φυγῇ , εἰ μὴ Ἀλεξάνδρῳ τὸ σῶμα ἔκαμεν . καὶ αὐτὸς ἐς ἔσχατον κινδύνου ἐλθὼν ἐκομίσθη ὀπίσω
5600083 θανατωδης
μὲν παλαιοτέροισι μακροτέρη γίνεται , τοῖσι δὲ νεωτέροισι βραχυτέρη , θανατώδης δὲ οὐδετέροισιν . Ἰσχιὰς δὲ ὅταν γένηται , ὀδύνη
Ταῦτα ποιέουσα ὑγιὴς γίνεται : ἡ δὲ νοῦσος βληχροτέρη καὶ θανατώδης , καὶ διαφεύγουσιν αὐτὴν παῦραι . Ἢν δὲ ἑλκωθέωσι
5575020 γηρων
τοῦ γ εἰς κ , † οἷον † ὁ μὴ γηρῶν . ἢ παρὰ τὸ κηραίνω : ὤφειλεν εἶναι ἀκήραντος
στερητικοῦ α ἀγήρατος καὶ ἀκήρατος , ὁ ἄφθαρτος καὶ μὴ γηρῶν , . , . * . Ἀκηχέδαται : λυποῦνται
5572619 κἀνθαδ
ὃν ἐννέπει , εἴτ ' οὖν ἐπ ' ἀγρῶν εἴτε κἀνθάδ ' εἰσιδών ; σημήναθ ' , ὡς ὁ καιρὸς
ἐπεμβαλεῖν ἐμοί . ταῦτ ' ἆρ ' ἐπ ' ἀκταῖς κἀνθάδ ' ἠγγέλθης μανείς . ὤφθημεν οὐ νῦν πρῶτον ὄντες
5565231 βραδυνας
τοῦ Ἅιδου οὐδὲ δυνατὸν ταχέως ἐξιέναι . ἀπολογεῖται δὲ ὡς βραδύνας . ἄλλως τε πάντως : καὶ ἄλλως δέ ,
μέλλουσαν οἱ θεοὶ διεσώσαντο . ἀλλὰ γὰρ ἔξω τῆς παστάδος βραδύνας ὁ λόγος πολὺ τῆς νύμφης ἠμέλησεν , ὥσπερ οὐκ
5557640 Νεαιρα
, εἴρηκα πρὸς ὑμᾶς : ὡς δ ' ἐστὶν ξένη Νέαιρα αὑτηὶ καὶ συνοικεῖ Στεφάνῳ τουτῳὶ καὶ πολλὰ παρανενόμηκεν εἰς
πονηρίαν , ἵνα καὶ ἐκ ταύτης εἰδῆτε ὅτι οὐκ ἔστιν Νέαιρα αὑτηὶ ἀστή . Ἐπαίνετον γὰρ τὸν Ἄνδριον , ἐραστὴν
5553068 Εὐαγριος
καὶ ἀνὴρ καὶ πρό γε πολλῶν ἐγώ . ὁ γὰρ Εὐάγριος ἄρχων Ὀλυμπίου μὲν βουληθέντος , ἐμοῦ δὲ φράσαντος ,
πωλεῖσθαι τοὺς ἀγροὺς τοῦ μηδὲν ἐπὶ τῆς ἀρχῆς πεπρακότος . Εὐάγριος γὰρ χρυσὸν τοσοῦτον εἶχε μέν , ἐκτήσατο δὲ οὐδέποτε
5541587 μετριωτερος
φιλοσοφία καὶ ἡ πρὸς ταύτην αἰδώς , καὶ διὰ τοῦτο μετριώτερός ἐστιν ὑμῖν καὶ φορητὸς ἔτι . φέρει γάρ τινα
τέκτων ἢ κάπηλός τις συμπερινοστῶν τῇ στρατιᾷ . πλὴν ἀλλὰ μετριώτερός γε ὁ ἰδιώτης οὗτος ἦν , αὐτὸς μὲν αὐτίκα
5536854 ἠπιστασο
ἦν τι τὸ κακόν : μανθάνω . τρυφᾶν γὰρ οὐκ ἠπίστασο . οὐκ ἠπιστάμην ; τί δ ' ἐσθ '
' ἦν ἄν , εἰ σύ γ ' εὖ φρονεῖν ἠπίστασο . Μή μ ' ἐκδίδασκε τοῖς φίλοις εἶναι κακήν
5527108 Θεοδοτος
φθάσαι τοὺς φεύγοντας , καὶ ἑάλω , εἰ μὴ ὁ Θεόδοτος , οὗ πρόσθεν ὁ λόγος ἐμνήσθη , τοῦ κρότου
βουλὴν προυτίθεντο περὶ τοῦ Πομπηίου . καὶ παρὼν ὁ Σάμιος Θεόδοτος ὁ ῥήτωρ , διδάσκαλος ὢν τοῦ παιδός , ἀθέμιστον
5526977 κεισεται
ἀντεπιστολὴ Ξέρξου πρὸς Παυσανίαν τῶν ἀνδρῶν : λείπει ἡ ὑπέρ κείσεταί σοι εὐεργεσία κτἑ . : διὰ παντὸς εὐεργέτης κληθήσῃ
καὶ τῶν ἀνδρῶν οὕς μοι πέραν θαλάσσης ἐκ Βυζαντίου ἔσωσας κείσεταί σοι εὐεργεσία ἐν τῷ ἡμετέρῳ οἴκῳ ἐς αἰεὶ ἀνάγραπτος
5522895 ἐναντι
τὸ σάρον , τὸ κάλλυντρον πεύσεσθε : ἀκούσετε εὐθύ : ἔναντι , ἀντικρύ σοβαρός : σεσοβημένος ῥώμῃ πίσυνος : τῇ
ἀνάλωσις , ὡς ὁ Τοξότης ἀποβάλλων καὶ λαμβάνων , καὶ ἔναντι ζηλοτυπίας , ἔσται δὲ θεόγνωστος καὶ εὐχρημάτιστος καὶ ὄψεται
5522761 Ἰσχομαχος
τῇ ἀγορᾷ . Οὐδὲ ἄν γε νῦν , ἔφη ὁ Ἰσχόμαχος , ὦ Σώκρατες , ἑώρας , εἰ μὴ ξένους
τῶν δένδρων φυτεία ; Ἔστι γὰρ οὖν , ἔφη ὁ Ἰσχόμαχος . Πῶς ἂν οὖν , ἔφην ἐγώ , τὰ
5521894 ἐπειγ
' σίδοιμι μνῆμα . πολεμία γὰρ ἦν . ἀλλ ' ἔπειγ ' , ὡς μή σε πρόσθε ψῆφος Ἀργείων ἕληι
ἐξωπτημένη , ὥστ ' ἐπεὶ βούλει τῶν λελειμμένων φαγεῖν , ἔπειγ ' ἔπειγε , μή ποθ ' ὡς λύκος χανὼν
5521231 ἀκαθαρτος
ἀληθῶς ἔμψυχον , οἷον καὶ τοιαῦτα συνειδὼς βεβιωμένα ἑαυτῷ ὁ ἀκάθαρτος οὑτοσὶ τολμήσει βλέπειν εἰς ὑμᾶς καὶ τὸν βεβιωμένον αὑτῷ
τῶν ἀποκτεινάντων πάντων μὴ πείθηται τῷ νόμῳ , ἀλλ ' ἀκάθαρτος ὢν ἀγοράν τε καὶ ἆθλα καὶ τὰ ἄλλα ἱερὰ
5518590 κραιπαλη
κάλλαια καὶ κάλλη διαφέρει . κραιπάλη καὶ μέθη διαφέρει . κραιπάλη μὲν λέγεται ἡ χθεσινὴ μέθη , μέθη δὲ ἡ
καιρῶν περίοδος καὶ σύλληψις . κάλλαια καὶ κάλλη διαφέρει . κραιπάλη καὶ μέθη διαφέρει . κραιπάλη μὲν λέγεται ἡ χθεσινὴ
5514976 Φανοστρατος
ἱκανὸν ἐρῶ τεκμήριον : ὅτε γὰρ εἰς Σικελίαν ἐξέπλει τριηραρχῶν Φανόστρατος , διὰ τὸ πρότερον αὐτὸς ἐκπεπλευκέναι προῄδειν πάντας τοὺς
τὴν πόλιν πλείω ἀναλίσκεται ἢ εἰς αὐτοὺς τούτους . Καὶ Φανόστρατος μὲν τετριηράρχηκεν ἑπτάκις ἤδη , τὰς δὲ λῃτουργίας ἁπάσας
5511713 δημιος
' ἐν Ἀποκοπτομένῃ : οὐ συμποσίαρχος ἦν γάρ , ἀλλὰ δήμιος ὁ Χαιρέας , κυάθους προπίνων εἴκοσιν . Διόδωρος δ
τῇ τετάρτῃ : ἡμέας ἔχει φόβος τε καὶ δέος . δήμιος καὶ δημόκοινος διαφέρει . δήμιος μὲν γάρ ἐστιν ὁ
5508615 γνωσθεις
τὸ ἕτερος εἶναι παρὰ τοῦ γενομένου ὑπ ' αὐτοῦ αἰσθητοῦ γνωσθείς . Αἱ μὲν οὖν ἐν τοῖς σπέρμασι δυνάμεις ἑκάστη
σκευῇ καὶ τῇ τῆς φωνῆς ὁμοιότητι , ὡς δὲ εἶδε γνωσθείς τε καὶ διωκόμενος , ῥιπτεῖ ἑαυτὸν εὐθὺς κατὰ τοῦ
5496794 ἀναμνησθω
, ἐς τοὺς πόδας τοῦτο ἀποσκώπτων . ἀλλ ' ὅταν ἀναμνησθῶ τοῦ γέροντος ἐκείνου Ἡρακλέους , πάντα ποιεῖν προάγομαι καὶ
ἀπὸ τοῦ ” ἀντὶ πολλῶν , ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι ” ἀναμνησθῶ „ χρημάτων ὑμᾶς ἑλέσθαι νομίζω τὸ τῇ πόλει συμφέρον
5491095 ὀλιγοσιτος
παρ ' Εὐβούλῳ : ὕπνος αὐτὸν ὄντα κακόσιτον τρέφει . ὀλιγόσιτος δὲ παρὰ Στράττιδι : ὀλιγόσιτος ἦσθ ' ἄρα ,
. ὀλιγοσίτου δὲ μέμνηται Φρύνιχος ἐν Μονοτρόπῳ : ὁ δὲ ὀλιγόσιτος Ἡρακλῆς ἐκεῖ τί δρᾷ ; καὶ Φερεκράτης ἢ Στράττις
5490208 ἐξαρνος
Σκόπει μήν , ἔφη , ὦ Σώκρατες , ὅπως μὴ ἔξαρνος ἔσῃ ἃ νῦν λέγεις . Ἔσκεμμαι , ἦν δ
δὲ Νάναρος ἀφικομένῳ τῷ ἀγγάρῳ , καὶ ἀπαιτοῦντι Παρσώνδην , ἔξαρνος γενόμενος , οὐδαμοῦ ἔφη ἐκεῖνον ἑωρακέναι , ἐξ ὅτου
5489773 ἠπατησας
χαῖρε ὅτι ἔκλεψας τὸ πῦρ τοῖς ἀνθρώποις αὐτὸ δεδωκὼς καὶ ἠπάτησάς με διὰ τὴν τῆς κρεανομίας ἀπάτην 〛 . *
χαῖρε ὅτι ἔκλεψας τὸ πῦρ τοῖς ἀνθρώποις αὐτὸ δεδωκὼς καὶ ἠπάτησάς με διὰ τὴν τῆς κρεανομίας ἀπάτην 〛 . *
5489647 καταδικος
ἀκούειν ] πάρεστιν . γινώσκετε . τροπαιουχήσας . ἔσεται . κατάδικος . τιμωρητέος , δίκας ὀφείλων . μεμπτός : διὰ
πράγματα αἵρεσις , καταδίκη , κατάγνωσις , καὶ ὁ ἀνὴρ κατάδικος : ἀπὸ μὲν τούτου μόνου ὄνομα , τὰ δ
5489535 βιωτον
πειθοῦς ἀπώσασθαι . εὑρεθεῖσα δὲ ὑπὲρ τοιούτων καὶ τηλικούτων μόνη βιωτὸν ἡμῖν πεποίηκε τὸν βίον , τούς τε ἰδίους οἴκους
βασιλείας ἀσφαλεστάτης καὶ δόξης οὐ τῆς τυχούσης ὅμως οὐκ ᾤετο βιωτὸν αὐτῷ ταύτης ἐστερημένῳ , παρελθεῖν δὲ πάντας εὐδαιμονίᾳ ,
5486475 Διαγορου
ἐν μὲν ἀνδράσιν Εὐκλῆς Καλλιάνακτός τε ὢν καὶ Καλλιπατείρας τῆς Διαγόρου , Πεισίροδος δὲ ἐν παισίν , ὃν ἡ μήτηρ
ἀποκτεῖναι μὲν τὴν Φερενίκην ὤκνησαν ἐνθυμηθέντες τὸν Διαγόραν καὶ τοὺς Διαγόρου παῖδαςὁ γὰρ Φερενίκης οἶκος Ὀλυμπιονῖκαι πάντεςνόμος δὲ ἐγράφη τὸν
5484854 περυσι
αὐτὸς ἢ ὁ γείτων , ἀγνοήσει , καὶ νῦν ἢ πέρυσι , καὶ Ἀθήνησιν ἢ ἐν Αἰγύπτῳ , καὶ ζῶν
τοῖς πραττομένοις , ἀλλὰ τοῖς πράττουσι φθονεῖν . ἐπεὶ καὶ πέρυσι τοὺς λόγους τούτους πρὸς ἐμὲ ἔλεγον οἱ προεστῶτες αὐτῶν
5484372 δικαιε
τῆς μεγάλης καὶ ἐνδόξου αὐτοῦ παρουσίας : καὶ τότε , δίκαιε Ἁβραὰμ , γίνεται τελεία κρίσις καὶ ἀνταπόδοσις , αἰωνία
ὑμῖν τοῖς λόγοις . ἀνάπαιστοι τετράμετροι βʹ . ὦ ] δίκαιε . στεφανώσας ] κοσμήσας . ⸎ . . εἴσθεσις
5481750 μαγειρος
ἐβουλεύετο τί χρὴ ποιεῖν , ἕως παρελθὼν ὁ Σόφων αὐτῷ μάγειρος τὰ ἐξ Αὔγης εἶπεν Εὐβούλου : τί , ὦ
ρος ῥηματικὰ τῇ ει διφθόγγῳ θέλουσι παραλήγεσθαι , οἷον μάσσω μάγειρος , πέπτω πέπειρος , ὀνῶ ὄνειρος , οὕτως καὶ
5480803 δηθ
. σκαιότατον ] ἀπαίδευτον , ἀπαιδευτότατον . , ματαιότατον . δῆθ ' ] ἀργόν , ἀληθῶς . ἀπὸ . .
φέρων , εἰ μὴ καθαιρήσει τις , ἀποπαρδήσομαι ; Μὴ δῆθ ' , ἱκετεύω , πλήν γ ' ὅταν μέλλω
5477734 ἑψομαι
πεπρωμένη , ὅποι ποθ ' ὑμῖν εἰμὶ διατεταγμένος , ὡς ἕψομαί γ ' ἄοκνος : ἢν δέ γε μὴ θέλω
σοί , βασιλεῦ , ἐς μέσον φέρω , αὐτὸς μέντοι ἕψομαί τοι καὶ οὐκ ἂν λειφθείην . Κάρτα τε ἥσθη
5474475 Πηνικα
ἢ οὐ πρῲ ἔτι ἐστίν ; Πάνυ μὲν οὖν . Πηνίκα μάλιστα ; Ὄρθρος βαθύς . Θαυμάζω ὅπως ἠθέλησέ σοι
κατὰ μηδένα τρόπον εἴπῃς , ἀλλ ' ἐξ ἐκείνου . Πηνίκα μὴ εἴπῃς ἀντὶ τοῦ πότε : ἔστι γὰρ ὥρας
5474099 σκαπτει
ὁ δ ' ὡς ἐπ ' αὐτοῖς δὴ Κυκλωπίοισιν ὢν σκάπτει μοχλεύει θύρετρα κἀκβαλὼν σταθμὰ δάμαρτα καὶ παῖδ ' ἑνὶ
ἐν τῇ ὑπωρείᾳ πιναρὸς ὅλος καὶ αὐχμῶν καὶ ὑποδίφθερος ; σκάπτει δὲ οἶμαι ἐπικεκυφώς : λάλος ἅνθρωπος καὶ θρασύς .
5473447 δυστηνους
δὲ ἐς ἀργίην καὶ ῥᾳθυμίην . Τὰς ἀναξίους οὖν καὶ δυστήνους ψυχὰς ὁρεῦντες καὶ τοσαύτας , πῶς μὴ χλευάσωμεν τὸν
: κόλαξ , πού φησι , καὶ ἄνθρωπος δὲ γόης δυστήνους λόγους μελετῶν κυκᾷ τε καὶ ταράσσει , τυρβάσας ,
5472011 ἀθῳος
. . † Ἀτρῶιος : εἴρηται περὶ τούτου εἰς τὸ ἀθῷος . Ἀτρείδηισι , Θήβηισι , πύληισι : ἔχουσι τὸ
Δυσκόλου Μενάνδρου βρενθυόμενος λαρυγγίσῃ τάδε : οὐδὲ εἷς μάγειρον ἀδικήσας ἀθῷος διέφυγεν : ἱεροπρεπής πώς ἐστιν ἡμῶν ἡ τέχνη .
5470512 νωδος
οὐκ ἔχω δὲ οὐδὲ μικρὰν φροντίδα χειμῶνος , ὥσπερ οὐδὲ νωδὸς ἀνὴρ καρύων καὶ καρυδίων παρόντος αὐτῷ ἀμύλοιο ἤτοι πλακοῦντος
, ἀποστῆσαί με ἔχει τῆς οἰκονομίας : ὅτε γὰρ ἔτι νωδὸς ἦν διένευέν μοι ὅτι ἐὰν ἔλθῃ ὁ δεσπότης μου
5468095 ὑπερφυγῃ
ὡς ἐπιτοπολὺ ἀπέθανε , ἐπὴν τοῦτο γένηται : ἢν δὲ ὑπερφύγῃ ἡμέρας πέντε , ἔμπυος γίνεται , ἢν μή μιν
. Οὗτος ἐν ἑπτὰ ἡμέρῃσιν ἀποθνήσκει : ἢν δὲ ταύτας ὑπερφύγῃ , ὑγιὴς γίνεται . Ἑτέρη νοῦσος ἡ λεγομένη αὐαντή
5465863 Γωβρυας
διεπεπόμφει ὁ Κῦρος ἀπὸ τῆς τραπέζης , εἶπεν ἄρα ὁ Γωβρύας : Ἀλλ ' , ἐγώ , ὦ Κῦρε ,
συμπροθυμήσεσθαι ταῦτ ' ἔφασαν καὶ Κυαξάρης . Γαδάτας δὲ καὶ Γωβρύας καὶ τεῖχος ἑκάτερος αὐτῶν , ἢν ἐπιτρέψωσιν οἱ σύμμαχοι
5465367 ἀναποδιζει
ποιησόμεθα , ἀλλὰ ἀνωφερῶς : καὶ σκοπήσαντες ἕως ποίας μοίρας ἀναποδίζει , ἐκείνην συγκρινοῦμεν τίνα δύναται ἀκτινοβολῆσαι κατ ' ἐκεῖνον
εἰσόδου καὶ τὸν τούτου κύριον , καὶ εἰ μὲν οὗτος ἀναποδίζει ταχέως ἐξελεύσεται κενὸς καὶ ἄπρακτος , εἰ δὲ στηρίζει
5464250 ἀποδεδωκως
, διαλύειν μὲν ἡμᾶς Ὀνήτωρ οὐδ ' ἐπεχείρησεν , οὐκ ἀποδεδωκὼς δὲ τὴν προῖκα , ἀλλ ' αὐτὸς κύριος ὤν
μὲν οὖν προαίρεσις τύπῳ . προσέθηκε τὸ τύπῳ οὐχ ὡς ἀποδεδωκὼς τὸν λόγον τῆς προαιρέσεως , ἀλλ ' ἀντὶ τοῦ
5462109 παρασιτος
λύκος ὅμοιον κυνί , οὕτω καὶ κόλαξ καὶ μοιχὸς καὶ παράσιτος ὅμοιον φίλῳ . πρόσεχε τοιγαροῦν , μὴ ἀντὶ κυνῶν
μὲν προσιστάμενον δὲ λυπεῖ πανταχῇ . Κληθεὶς ἐπὶ δεῖπνον ὁ παράσιτος Ἀρχεφῶν ὑπὸ Πτολεμαίου τοῦ βασιλέως ἡνίκα κατέπλευσεν εἰς Αἴγυπτον
5458929 στιν
ὡς χαλεπόν . χαλεπώτατον . ἅπασι δ ' ἀργαλέα ' στιν , οὐκ ἐμοὶ μόνωι : ὑῶι πολὺ μᾶλλον ,
εἰσιὼν κέκραγε πρὸς τοὺς οἰκέτας ζητεῖ τε : Ποῦ ' στιν ἡ χύτρα ; Τίς τὴν κεφαλὴν ἀπεδήδοκεν τῆς μαινίδος
5458571 τεθνεως
τοῦ προστροπαίου : ὁ γοῦν Ἀντιφῶν ἐν τοῖς Φονικοῖς φησι τεθνεὼς οὗτος ἡμῖν ἐνθύμιον γενήσεται . ἀρχὴ τοῦ ζ ζῆλος
ἀπόφασις τὸ ὁ τεθνεὼς ἄνθρωπος οὐκ ἔστι καὶ τῆς ὁ τεθνεὼς νεκρός ἐστι τὸ ὁ τεθνεὼς νεκρὸς οὐκ ἔστιν ,
5452586 Ἀποληξις
ἐν τῷ περὶ τῆς μεταστάσεως ” περὶ τοίνυν “ ὧν Ἀπόληξις κατηγόρηκεν , ὡς στασιώτης ἦν ἐγὼ καὶ ὁ πάππος
οὐδὲν φρονεῖ νεώτερον , ἀλλ ' οἷά τις Λάχης ἢ Ἀπόληξις αὐστηρός ἐστι τοὺς τρόπους καὶ οὐκ ἐπιτρέπει τῇ γαστρὶ
5449358 κυϊσκεται
ἐπηλυγάζονται , καὶ τὸ στόμα αὐτέων ξυμμύει , καὶ οὐ κυΐσκεται , καὶ στεῤῥόν ἐστι , καὶ ἢν ψαύσῃς ,
δὲ ἐλάσσω τὰ καταμήνια χωρέῃ τοῦ δέοντος , οὐδὲ οὕτω κυΐσκεται : αἴτια δὲ τὰ ἐν τῇ προτέρῃ νούσῳ προειρημένα
5442950 ταρβεις
μέρους , ᾧ ἐπίκειται ὁ ζυγός . : πῶς οὐχὶ ταρβεῖς : Πῶς οὐχὶ φοβῇ τοιαῦτα ὑβριστικὰ λόγια κατὰ τοῦ
ἀγορεύεις θαρσαλέως πολλοῖσι μετ ' ἀνδράσιν , οὐδέ τι θυμῷ ταρβεῖς : ἦ ῥά σε οἶνος ἔχει φρένας , ἤ
5437801 ἀπελθῃς
] εἴπερ , ἐπεί . ἐς κόρακας ] ἀπελεύσῃ , ἀπέλθῃς , εἰς τὴν ἀπώλειαν . , φθαρῇ . ἰδοὺ
καὶ ἠφανισμένος . εἰ ] ἐπειδή . ἐς κόρακας ] ἀπέλθῃς . ὡς ] ὄντως . ἠλίθιον ] μωρόν .
5437392 μοιχος
ἀνθρώπου ἐπεισῆλθέν τις τῶν δοκούντων φιλολόγων , ὃς κατείληπτό ποτε μοιχὸς ἐν τῇ πόλει . ὁ δ ' Ἀλλ '
. κωμῳδεῖται δὲ ἐπὶ μοιχείᾳ καὶ ὡς ἀσέμνως κειρόμενος . μοιχὸς δὲ εἶδος καὶ ὄνομα κουρᾶς ἀπρεποῦς καὶ κιναιδώδους .
5434392 Ἀγυρριος
ἐγὼ ὑμῖν ἐρῶ , διότι οὗτοι ταῦτα νῦν γιγνώσκουσιν . Ἀγύρριος γὰρ οὑτοσί , ὁ καλὸς κἀγαθός , ἀρχώνης ἐγένετο
; Ὁ βελονοπώλης δ ' οὐχὶ μετὰ τοῦ Παμφίλου ; Ἀγύρριος δ ' οὐχὶ διὰ τοῦτον πέρδεται ; Φιλέψιος δ
5426424 παρεφρονει
Σενέκας μὲν “ ἐσωφρόνει Νέρων καὶ ἐσωφρόνει ἡ πολιτεία , παρεφρόνει , καὶ σὺν αὐτῷ ἐκείνη ” , Λίβιος δὲ
πλευροῦ ὀδύνη , ἄλγος ἐς γούνατα καὶ μηρόν : φαγὼν παρεφρόνει , ἐτελεύτησε ταχέως . Τῷ Κλεοτίμου σκυτεῖ , κοιλίης
5425559 ψιθυρος
: μέλισμα , μέλος , λάλημα , ὅθεν καὶ τὸ ψίθυρος ὁ λάλος . ἡ δὲ φωνὴ τῶν κατὰ μίμησιν
λαμβάνουσιν . ἔστι γὰρ ψίθυρ ψίθυρος ὡς μάρτυρ μάρτυρος καὶ ψίθυρος ψιθύρου ὡς μάρτυρος μαρτύρου : τὸ δὲ ψίθυρ παρὰ
5419193 Θανατε
ἀρκτέον τὸ πρᾶγμα σὺν τάχει τινί . Ὦ Θάνατε , Θάνατε , νῦν μ ' ἐπίσκεψαι μολών : καίτοι σὲ
χρόνον τρέφοιτε τήνδε τὴν νόσον ; Ὤμοι μοι . Ὦ Θάνατε Θάνατε , πῶς ἀεὶ καλούμενος οὕτω κατ ' ἦμαρ
5418768 κυβερνησις
ἄχρι συμπληρώσεως τῶν ἡμερῶν τοῦ τοιούτου ἔτους . ἡ δὲ κυβέρνησις τῶν ἀστέρων ἡν [ ] κυβερνῶσα τὰς ἡμέρας ἑκάστης
ἢ ἀκτίς , ἔσται ἡ κυβέρνησις τῆς μοίρας τοῦ ὡροσκόπου κυβέρνησις τοῦ αὐτοῦ ἀστέρος ἔστ ' ἂν συναντᾷ σῶμα ἑτέρου
5412137 προσμενω
κοσμικῶν πραγμάτων , τουτέστιν ἠρεμίαν σχών . σχολάζω καὶ τὸ προσμένω , ὅπερ συντάσσεται μετὰ δοτικῆς , ὡς τὸ σχολάζει
κοσμικῶν πραγμάτων , τουτέστιν ἠρεμίαν σχών . σχολάζω καὶ τὸ προσμένω , ὅπερ συντάσσεται μετὰ δοτικῆς , ὡς τὸ σχολάζει
5410418 διαμαρτυρια
. διαμαρτυρία καὶ διαμαρτυρεῖν : τρόπος τις ἦν παραγραφῆς ἡ διαμαρτυρία : . . . Δείναρχος μέντοι τὸ διαμαρτυρῆσαι τέθεικεν
ἁμωσγέπως . . . ἀνάκρισις , Ἀνθήνη , ἀποστασίου , διαμαρτυρία . . . ἐρανίζοντες . Λυσίας ἐν τῷ κατὰ
5403964 ἀνεκτος
ἐμὰ στήσεσθαι Ἀχαιοὺς λισσομένους : χρειὼ γὰρ ἱκάνεται οὐκέτ ' ἀνεκτός . ἀλλ ' ἴθι νῦν Πάτροκλε Διῒ φίλε Νέστορ
τὸ ἀποθνῄσκειν πάρισον . εἰ μέτριος εἴη μέχρι δεῦρο , ἀνεκτός , ἀλλ ' οὐκ ἀνήσει . πάλιν γοῦν ἐν
5403262 ταυταγι
νίκης εὔχεται , ποιεῖ αὐτὸν ὁ ποιητὴς εὐφημοῦντα , ἔσται ταυταγί . ἀκούετε λεῴ : Κῆρυξ ἐστὶν ἢ Πεισθέταιρος .
πᾶσι νικᾶν τοῖς κριταῖς καὶ τοῖς θεαταῖς πᾶσιν , Ἔσται ταυταγί . εἰ δὲ παραβαίην , ἑνὶ κριτῇ νικᾶν μόνον
5402550 Χαρμινος
εὐθὺς ἐπὶ τὰς τῶν Ἀθηναίων ναῦς εἴκοσιν , ἃς ἔχων Χαρμῖνος εἷς τῶν ἐκ Σάμου στρατηγῶν ἐφύλασσε ταύτας τὰς ἑπτὰ
εὐθὺς ἐπορεύοντο ἔχοντες πάντας τοὺς ἐπικαιρίους . ἐλθὼν δὲ ἔλεξε Χαρμῖνος : Εἰ μὲν σύ τι ἔχεις , ὦ Μηδόσαδες
5401487 συνοικειωθῃ
χρὴ καὶ τὸν τοῦ μεσουρανήματος δεσπότην : οὗτος γὰρ ᾧτινι συνοικειωθῇ προσώπῳ ἤτοι τῷ διώκοντι ἢ τῷ φεύγοντι ἢ μαρτυρηθῇ
χρὴ καὶ τὸν τοῦ μεσουρανήματος δεσπότην : οὗτος γὰρ ᾧτινι συνοικειωθῇ προσώπῳ ἤτοι τῷ διώκοντι ἢ τῷ φεύγοντι ἢ μαρτυρηθῇ

Back