καὶ ἀνὴρ καὶ πρό γε πολλῶν ἐγώ . ὁ γὰρ Εὐάγριος ἄρχων Ὀλυμπίου μὲν βουληθέντος , ἐμοῦ δὲ φράσαντος ,
πωλεῖσθαι τοὺς ἀγροὺς τοῦ μηδὲν ἐπὶ τῆς ἀρχῆς πεπρακότος . Εὐάγριος γὰρ χρυσὸν τοσοῦτον εἶχε μέν , ἐκτήσατο δὲ οὐδέποτε
7193457 οἰμωξει
. ὄξος ἡ φακῆ οὐκ εἶχε . πάλιν ᾔτησας , οἰμώξει μακρὰ πρῶτος μαγείρων , φησίν . ἕτερα μυρία τοιαῦτα
. ὄξος ἡ φακῆ οὐκ εἶχε . πάλιν ᾔτησας , οἰμώξει μακρά πρῶτος μαγείρων , φησίν . ἕτερα μυρία τοιαῦτα
7161376 Κορινθιακος
Ἀθήνας τε καὶ Θήβας χρήματα ἀποστείλας : ὅ τε ὀνομαζόμενος Κορινθιακὸς πόλεμος ἀπὸ τούτων ἐξήφθη τῶν χρημάτων , ὡς ἀπολείπειν
τούτων τοῦτό ἐστι τὸ αἴτιον : μετὰ δὲ ταῦτα ὁ Κορινθιακὸς πόλεμος ἐγένετο , ἐν ᾧ ἐγὼ κἀκεῖνος στρατεύεσθαι ἠναγκαζόμεθα
6975935 ἀπειρω
τόπος , πάλιν αὐτὸς ἐν ἑτέρῳ , καὶ τοῦτο μέχρις ἀπείρω συμβήσεται . ἀνάγκα τοιγαροῦν τὰ μὲν ἄλλα ἐν τόπῳ
ὁ τόπος πάλιν αὐτὸς ἐν ἑτέρῳ , καὶ τοῦτο μέχρι ἀπείρω συμβασεῖται . ἀνάγκα τοιγαροῦν τὰ μὲν ἄλλα ἐν τόπῳ
6972177 Ἀκοντιος
ἦν ἡμῖν ἡ σπουδὴ τὸν ἄνδρα ἀρέσαι λόγοιςτούτου τοίνυν ἀδελφὸς Ἀκόντιος ὢν κηδεστὴς Εὐτροπίου γίνεται , τοῦ Κέλσου ἀδελφοῦ ,
οἷς ἐπίστανται μεγάλους ὄψεταί τις καὶ τοῖς ἄλλοις μεγάλους . Ἀκόντιος ἀδελφὸς Ἀντωνίνου τοῦ Ἀρμενίουτὸν δὲ Ἀντωνῖνον αὐτὸς μὲν ἔτι
6917518 Μελητε
εἰσάγεις . Ἔτι δὲ ἡμῖν εἰπέ , ὦ πρὸς Διὸς Μέλητε , πότερόν ἐστιν οἰκεῖν ἄμεινον ἐν πολίταις χρηστοῖς ἢ
οὐδ ' ὁπωστιοῦν . Ἄπιστός γ ' εἶ , ὦ Μέλητε , καὶ ταῦτα μέντοι , ὡς ἐμοὶ δοκεῖς ,
6885583 Ποιησω
. ἐκ μεσημβρίας δὲ παρέσῃ μοι , ὦ Σώκρατες . Ποιήσω ὡς λέγεις , κἀγὼ δὲ ἐπάνειμι ἐς Κυνόσαργες ,
τούτων ἀπήρχοντο χαριστήρια τοῖς θεοῖς ἀπονέμοντες . 〛 ποιῶ : Ποιήσω . . τὰς χύτρας : Τὰ τζυκάλια . .
6881871 προαγομαι
ἔτ ' : οὔκ , ἀλλ ' εἰς τὸ πρόσθεν προάγομαι ? [ , πληγήν ] τιν ' ἀνυπέρβλητον ἐξαίφνης
τῷ ὄντι ἄνδρας ἡγούμεθα . ὑφ ' ἧς φιλοτιμίας κἀγὼ προάγομαι πλεῖστα πράγματα ἔχειν καὶ ζῆν ἐπιπόνως παρ ' ὁντινοῦν
6849056 ναυαγησεις
φόβου ἐρώτησον καὶ ἀκούεις ἀλήθειαν θ ἐὰν πλεύσῃς ἄρτι , ναυαγήσεις ι ὁ ἀπόδημος ἀπέθανεν α οὐ πρεσβεύεις , οὐχ
ἐὰν πιστεύσῃς α πρεσβεύεις καὶ κινδυνεύεις β ἐὰν πλεύσῃς , ναυαγήσεις γ ὁ ἀσθενῶν σωθήσεται δ οὐ λαμβάνεις τὴν παραθήκην
6847919 Δημ
ὡς ἕτεροί τινες λέγουσιν , οἷον Λ . τε καὶ Δημ . ὁ Ἀβδηρίτης , εὔλογα τὰ συμβαίνοντα : φασὶ
. . σκαφίον : Ἀ . ἐν τῇ πρὸς τὴν Δημ . γρ . ἀπολ . ὅτι δὲ τὸ σκαφίον
6838611 Γλυκη
ἤδη τήνδε καὶ Φιλαινέτην . οὔκουν ἐπείξεσθ ' ; ὡς Γλύκη κατώμοσεν τὴν ὑστάτην ἥκουσαν οἴνου τρεῖς χοᾶς ἡμῶν ἀποτείσειν
, τάδε τέρα θεάσασθε . Τὸν ἀλεκτρυόνα μου ξυναρπάσασα φρούδη Γλύκη . Νύμφαι ὀρεσσίγονοι , ὦ Μανία , ξύλλαβε .
6837562 ἐλεγχθῃ
ἣν εἰκότως τὸ ψεῦδος ἀλήθεια δοκεῖ καὶ ἡ αὐτῆς ἀπάτη ἐλεγχθῇ , πιστεύειν ποιεῖ τῷ ἀληθεῖ μᾶλλον : ὥστε λεκτέον
σημεῖον : ὁ γὰρ συνειδὼς ἀποκτείνει ἂν εἰκότως ἵνα μὴ ἐλεγχθῇ . Προκατασκευαζόμενος δὲ γίνεται , ὅτ ' ἂν πρὸ
6825482 αἰτιαθεις
εἴκοσι Κερκυραίοις βοηθήσων διαφερομένοις πρὸς Κορινθίους . μετὰ δὲ ταῦτα αἰτιαθεὶς ἀσεβεῖν ὡς καὶ αὐτὸς τοὺς Ἑρμᾶς περικόψας καὶ εἰς
μεγαλοφροσύνῃ , ὅς γε τὰ πατρῷα τοῖς οἰκείοις παρεχώρησε . αἰτιαθεὶς γὰρ ὑπ ' αὐτῶν ὡς ἀμελῶν , “ τί
6820088 Ἀγαν
ἂν τάδ ' ἔστη τῇδε , μὴ θεῶν μέτα . Ἄγαν ὑπερβριθὲς τόδ ' ἄχθος ἤνυσαν . Τοιόνδε μέντοι Ζηνὸς
σοῦ τέκνου καὶ θεῶν ἱκνοῦμαι μὴ προδοὺς ἡμᾶς γένῃ . Ἄγαν γε λυπεῖς . Οὐ κάτοισθ ' ἐγὼ θεοῖς ὡς
6818643 ἀπεθανες
οὗτος ὁ πλήξας ἐπλήγης , σὺ δὲ ἀνελὼν τὸν ἕτερον ἀπέθανες . . Ἐτέοκλες . . μελεόπονος ] ἤγουν μέλεα
Ἀλλ ' ἀθάνατός εἰμ ' . Ἀλλ ' ὅμως ἂν ἀπέθανες . Δεινότατα γάρ τοι πεισόμεσθ ' , ἐμοὶ δοκεῖ
6813373 ῥαφη
ῥαφῆς δύο γένωνται ῥωγμαί , ἢ μιᾶς γεγενημένης συναποστῇ ἡ ῥαφή , ἑκατέρωθεν ἐκτιτράσθω ὅλον τὸ ἀφεστὸς ὀστέον καὶ ἐκκοπτέσθω
ΦΗ λήγοντα δισύλλαβα προσηγορικὰ παραληγόμενα Α ὀξύνεται : ἁφή βαφή ῥαφή γραφή σκαφή . τὰ δὲ κύρια βαρύνεται : Τράφη
6802160 μεταστησαμενος
περὶ τῶν μεγίστων ἡ ἀρχὴ αὕτη ἀφανῶς δικάζει , καὶ μεταστησάμενος πάντας ἐνέκειτο ἐρωτῶν , ὅστις εἴη , ὁ δὲ
σά . Κύρῳ δὲ ἐπιμελὲς ἐγένετο τὰ Κροῖσος εἶπε , μεταστησάμενος δὲ τοὺς ἄλλους εἴρετο Κροῖσον ὅ τι οἱ ἐνορῴη
6794363 ἠκουσατ
τ ' ἀρκέσαι σᾶς δειρᾶς . ἰώ μοί μοι . ἠκούσατ ' ἀρχὰς δεσπότου στεναγμάτων ; ἰὼ τέκνον . καλεῖ
Ναυσίμαχον καὶ Ξενοπείθην τοὺς εἰληχότας ἡμῖν , παρεγραψάμεθα , ὥσπερ ἠκούσατ ' ἀρτίως , μὴ εἰσαγώγιμον εἶναι τὴν δίκην .
6773506 ἐξεταζω
σοι ταῦτα εἴτε μή : τὸν γὰρ λόγον ἔγωγε μάλιστα ἐξετάζω , συμβαίνει μέντοι ἴσως καὶ ἐμὲ τὸν ἐρωτῶντα καὶ
: καὶ οὐ τὸ δυστύχημα ὀνειδίζω , τὸν δὲ τρόπον ἐξετάζω : ἐν γὰρ τούτοις κώλοις ὁμοία ἡ τελευτὴ γέγονεν
6772496 παραπληγικα
δὲ βραχέαι , μᾶλλον δὲ νυκταλώπων . κυνάγχαι δὲ καὶ παραπληγικὰ ἢ σκληρὰ καὶ ξηρὰ ἢ σμικρὰ καὶ ὀλιγάκις ἀνάγουσαι
πόνος : σκληρόταται δὲ καὶ βιαιόταται , αἱ ἐς τὰ παραπληγικὰ ἄγουσαι . Πάντα δὲ ταῦτα ἐπὶ τῇσιν ὑποστροφῇσιν ἐγένετο
6769611 Θεονοη
: Μενέλαε , διαπεπράγμεθ ' : ἐκβαίνει δόμων ἡ θεσπιωιδὸς Θεονόη : κτυπεῖ δόμος κλήιθρων λυθέντων . φεῦγ ' :
ἢ ἀρετῆς ἵστωρ . Διόνυσος . Διδοίνυσος . Ἀθηνᾶ . Θεονόη : ἡ τὰ θεῖα νοοῦσα . Ἥφαιστος . φάεος
6766990 θεραπαινις
διὰ τὸ νυμφεύω νυμφίος . . . . ἀμφίπολος : θεραπαινίς : παρὰ τὴν ἀμφί πρόθεσιν καὶ τὸ πολῶ ,
κεκλεισμένον , ἤρασσε μετὰ σπουδῆς . ἐπεὶ δὲ ἀνέῳξεν ἡ θεραπαινίς , ἐπιπεσὼν τῇ Καλλιρόῃ τὴν ὀργὴν μετέβαλεν εἰς λύπην
6756065 ἀναβιβαζω
αὐτὰ λεπτά : καὶ γίνονται δεύτερα λεπτὰ ἐννακόσια . ταῦτα ἀναβιβάζω ἤτοι μοιράζω : γίνονται δέκα καὶ πέντε πρῶτα λεπτά
λ παρὰ μ , καὶ γίνονται ͵ασ δεύτερα λεπτά . ἀναβιβάζω ταῦτα : γίνονται πρῶτα λεπτὰ κ . τὰ κ
6746914 Θεωρις
κατ ' Ἀριστογείτονος , εἰ γνήσιος . μάντις ἦν ἡ Θεωρὶς , καὶ ἀσεβείας κριθεῖσα ἀπέθανεν , ὡς καὶ Φιλόχορος
κατ ' Ἀριστογείτονος , εἰ γνήσιος . μάντις ἦν ἡ Θεωρὶς , καὶ ἀσεβείας κριθεῖσα ἀπέθανεν , ὡς καὶ Φιλόχορος
6737794 σκωψας
, καὶ τούτους οὕνεκα τουδί , ἵν ' ὁ σύνδουλος σκώψας αὐτοῦ τὰς πληγὰς εἶτ ' ἀνέροιτο : Ὦ κακόδαιμον
ζήτει . καὶ Ταχὼς δ ' ὁ Αἰγυπτίων βασιλεὺς Ἀγησίλαον σκώψας τὸν Λακεδαιμονίων βασιλέα , ὅτ ' ἦλθεν αὐτῷ συμμαχήσων
6727870 Λαις
ἥκουσιν Μεγα - ρόθεν , εἰσὶ δέ / Κορίνθιαι : Λαὶς μὲν ἡδὶ Μεγακλέους . Τίμαιος δ ' ἐν τῆι
; νυνὶ μὲν ἥκουσιν Μεγαρόθεν , εἰσὶ δὲ Κορίνθιαι : Λαὶς μὲν ἡδὶ Μεγακλέους . Τίμαιος δ ' ἐν τῇ
6727716 Λεωκρατης
ἐφ ' ὧν οὐδενὸς τὸ σῶμα τὸ ἑαυτοῦ παρέσχε τάξαι Λεωκράτης . ὧν εἰκὸς ὑμᾶς ἀναμνησθέντας τὸν μηδὲ συνεξενεγκεῖν μηδ
ἦν μοι τὸ συμβόλαιον : ἐπειδὴ δ ' ὅ τε Λεωκράτης ἐξεκεχωρήκει ὅ τε Πολύευκτος μοχθηρῶς εἶχεν , τηνικαῦτ '
6718771 διωκαθω
τοῦ τέλους εἰς Ω ἐποίησε τὸ ῥῆμα : κιάθω ἀμυνάθω διωκάθω . τὸ μέντοι φιλομαθῶ καὶ εὐσταθῶ περισπῶνται : παρ
] γρ . αὐτὸς . γραφὴν ] ψυχικὸν ἔγκλημα . διωκάθω ] καταδιώξω , ἐξάξω . γραψάμενος ] κατηγορίαν αὐτῶν
6712076 κακοτυχε
οὐκ ἔχω σοι δοῦναι οὐδέν . δαιμόνιε ] δυστυχέστατε , κακότυχε . , ἄθλιε ἢ καὶ εὐτυχέστατε . χρῆμα ]
περισσοτέραν . δίκαιον ] εὔλογον . κακόδαιμον ] δυστυχέστατε , κακότυχε . , ἄθλιε . τὸ ” οὐδὲν “ μετὰ
6708993 θανουμεθα
ἠκούσαμεν : Πυλάδη , θανούμεθ ' , ἀλλ ' ὅπως θανούμεθα κάλλισθ ' : ἕπου μοι , φάσγανον σπάσας χερί
ἐλεύθεροι γὰρ κοὐδὲν ἠδικηκότες τῆς σῆς ἕκατι ζημίας [ ] θανούμεθα . [ ] πολλοῖσι δῆλον [ ὡς θεήλατον ]
6703997 κατακειμαι
τέθνηκας ζητῶν ἐμὲ , ἐγὼ δὲ ζῶ καὶ τρυφῶ , κατάκειμαι δὲ ἐπὶ χρυσηλάτου κλίνης μετὰ ἀνδρὸς ἑτέρου . πλὴν
ἔστιν , ἡ δ ' οὐ φαίνεται . ἐγὼ δὲ κατάκειμαι πάλαι χεζητιῶν , τὰς ἐμβάδας ζητῶν λαβεῖν ἐν τῷ
6697984 εἰσελθωμεν
. Τῆς δὲ Παρθένου ζῴδιον πληρώσαντες εὐθέως πρὸς τὸν Ζυγὸν εἰσέλθωμεν , ὃν καὶ Χηλὰς καλοῦσι . φύσει δ '
εἰσαγώγιμον τὴν δίκην οὖσαν . ἀλλ ' εἰς ποῖον δικαστήριον εἰσέλθωμεν , ἄνδρες δικασταί , εἰ μὴ πρὸς ὑμᾶς ,
6695700 ἀπῃμεν
ᾖα , τὸ πληθυντικὸν ᾔαμεν καὶ κατὰ συγκοπὴν ᾖμεν καὶ ἀπῇμεν καὶ προῇμεν , οἷον : προῇμεν τῇ βουλῇ ,
ἀνανῶ ἄνηνα ἠνηνάμην ἠνήνατο καὶ ἀπηνήνατο . . . . ἀπῇμεν : ἀπὸ τοῦ εἴω , τοῦ σημαίνοντος τὸ πορεύομαι
6692889 Ἡκω
δωμάτιον ἀπόρρητον , καὶ καταθέμενος λέγει πρὸς αὐτήν : “ Ἥκω σοι φέρων σωρὸν ἀγαθῶν : ἀλλ ' ὅπως εὐτυχήσασα
τὸν ἐμὸν βίοτον κατέχοις καὶ μὴ λήγοις στεφανοῦσα . ] Ἥκω Διὸς παῖς τήνδε Θηβαίαν χθόνα Διόνυσος , ὃν τίκτει
6685688 προεδωκε
τῇ πόλει . Τάραντα δὲ φρουρουμένην ὑπὸ Ῥωμαίων Κονωνεὺς ὧδε προέδωκε . κυνηγετεῖν εἴθιστο ὁ Κονωνεὺς καὶ φέρων αἰεί τι
καὶ ζηλούμενος διὰ τὴν πρὸς ὑμᾶς πίστιν , ἀπέδοτο καὶ προέδωκε τὸ τῆς ⌈ ὑμετέρας ⌉ ἡγεμονίας ἀξίωμα , καὶ
6682562 εἰσειμι
πράγματα παρασχὼν ὑμῖν καὶ διοχλήσας . ἀλλ ' ἐγὼ μὲν εἴσειμι , ὅταν εἰσίω , ὅπως ἄν τι νουθετήσαιμι καὶ
καὶ νεκρός , νυνὶ δὲ πλουτεῖς . Εὐκαταφρόνητος τῇ στολῇ εἴσειμι καὶ ταῦτ ' εἰς γυναῖκας . Ὡς ἡδὺ πρᾶος
6680973 τεθνηξῃ
: κἂν ἀποθάνῃς , φησὶ , κατὰ τὴν ἐκκλησίαν ἐνδόξως τεθνήξῃ ὡς καὶ πρὸς τὸν θάνατον ἀφόβως ὁρμήσας καὶ μετὰ
ἐμοὶ κεκλαύσεται , τὸ κολάζειν δηλονότι , σὺ δὲ χάνας τεθνήξῃ . τὸν υἱόν ] κολάσεις δηλονότι . σὺ δ
6680226 ᾐμεν
ἀπὸ γὰρ τοῦ εἴω . ἦμεν : Ὑπήρχομεν . . ᾖμεν : Ἐπορευόμεθα . . . πόπανα : Γλυκύσματα .
ἐσμεν ἤδη , ὅθενπερ εἰς ἐκκλησίαν ὡρμώμεθ ' ἡνίκ ' ᾖμεν . τὴν δ ' οἰκίαν ἔξεσθ ' ὁρᾶν ,
6667408 ἁλῳς
' οὐκ ἂν ἔγραψας , οὕτως , ἐὰν σὺ νῦν ἁλῷς , ἄλλος οὐ γράψει . Ὡς μὲν τοίνυν οὐ
ἐν τῇ παραληγούσῃ : ἔστι γὰρ ἐὰν ἁλῶ , ἐὰν ἁλῷς , ἐὰν ἁλῷ : καὶ κατὰ πλεονασμὸν τοῦ η
6667064 ἐκπιω
κἀπεκροφήσας : πλέον τι προσέθηκεν ὑπερβολῇ τῆς ἀπειλῆς , τῷ ἐκπίω ἐπενεγκὼν τὸ ἐκροφήσας . Γ οἷον ὄψομαί ς '
τῷ ἀπολλύναι τὸν οἶνον ἔφησεν : „ ἐὰν γὰρ αὐτὸν ἐκπίω , οὐ μόνον αὐτὸς ἀπόλλυται , ἀλλὰ κἀμὲ προσαπόλλυσιν
6662335 μαθηις
ποτ ' ἀγκάλαις ; ὁ Βακχίου παῖς , ὡς σαφέστερον μάθηις . ἐν σέλμασιν νεώς ἐστιν ἢ φέρεις σύ νιν
ἔξεστι . τῶν σῶν δ ' οὕνεχ ' , ὡς μάθηις , λόγων δώσω τόδ ' αὐτῆι : τῆσδε δ
6659063 Νικοφημου
] εἰς Σάμον κληρούχους ἔπεμψαν Ἀθηναῖοι ἐπ ' ἄρχοντος Ἀθήνησι Νικοφήμου . . . . ὡς γὰρ ἀπηλλάγη ] ἄλλο
ἐπιπλεύσας , ἔπειτα σφαλέντος τῷ βουλεύματι . . . . Νικοφήμου ] οὗτος ἦρξε πρὸ Θεμιστοκλέους , ἐφ ' οὗ
6657995 συκοφαντρια
γυναιξὶ πονηρὰ εἶ ; ὥσπερ δὲ πανδοκεύτρια , οὕτω καὶ συκοφάντρια . ἦπου : Ὄντως ἄρα . συκοφάντρια : Ἤγουν
. Τί δ ' ἐστίν ; ἦ που καὶ σὺ συκοφάντρια ἐν ταῖς γυναιξὶν ἦσθα ; Μὰ Δί ' ἐγὼ
6657526 Λογχατης
, ὁπλῖται δὲ καὶ πεζοὶ συναμφότεροι δισμύριοι . ὁ δὲ Λογχάτης ἀγνοούμενος παρελθὼν ἐς τὸν Βόσπορον προσέρχεται τῷ βασιλεῖ διοικουμένῳ
χαίροντες . ” “ Οὐ μόνον , ” ἐπεῖπεν ὁ Λογχάτης , “ ἀλλὰ ἕκαστος ἡμῶν ὅλος ὕβρισται , ὁπότε
6657288 μαστιγια
, τὸν δὲ θυγατριδοῦν λαβὼν ἔνδον πρόσειπε . θυγατριδοῦν , μαστιγία ; παχύδερμος ἦσθα καὶ σύ , νοῦν ἔχειν δοκῶν
ἵν ' ἐγὼ τουτῳὶ αὐτὸν περιθῶ . Κατάθου ταχέως , μαστιγία . Οὐ δῆτ ' , ἐπεί μοι χρησμός ἐστι
6656318 διαμεμαρτυρηκεν
διαθήκην ἄκυρον ποιήσειν . Πολλῶν δὲ καὶ δεινῶν ὄντων ἃ διαμεμαρτύρηκεν Ἀνδροκλῆς , τοῦτ ' αὐτὸ πρῶτον ἐπιδείξω ὑμῖν ,
περὶ γὰρ ταύτης ἡ ψῆφος οἰσθήσεται νυνί . Οὐκοῦν δήπου διαμεμαρτύρηκεν οὑτοσί , ὡς ἀκηκόατε , μὴ ἐπίδικον εἶναι τὸν
6652066 Ἡδ
' αὖ συναλίαξε τόνδε τὸν στόλον τὸν τᾶν γυναικῶν ; Ἥδ ' ἐγώ . Μύσιδδέ τοι ὅ τι λῇς ποθ
ἀπιστοῦσαν τοῖς βασιλείοισιν ἄγουσι νόμοις καὶ ἐν ἀφροσύνῃ καθελόντες ; Ἥδ ' ἔστ ' ἐκείνη τοὔργον ἡ ' ξειργασμένη :
6651657 καταδικος
ἀκούειν ] πάρεστιν . γινώσκετε . τροπαιουχήσας . ἔσεται . κατάδικος . τιμωρητέος , δίκας ὀφείλων . μεμπτός : διὰ
πράγματα αἵρεσις , καταδίκη , κατάγνωσις , καὶ ὁ ἀνὴρ κατάδικος : ἀπὸ μὲν τούτου μόνου ὄνομα , τὰ δ
6643307 ἐπαρατος
ὁ μὲν ζηλωτός , ὁ δὲ ἐλεεινός : ὁ μὲν ἐπάρατος , ὁ δὲ ἐπαινετός : ὁ μὲν μοιχικός ,
τοῦτο . παρ ' αὐτῷ δὲ καὶ λιμὴν ὁ καλούμενος ἐπάρατος καὶ ἐξάγιστος . . . ἐξάγιστος ] ὁ ἄγαν
6643172 Ἀμυντης
παριζομένας ἀντίας ἵζεσθαι ἀλγηδόνας σφίσι ὀφθαλμῶν . Ἀναγκαζόμενος δὲ ὁ Ἀμύντης ἐκέλευε παρίζειν : πειθομένων δὲ τῶν γυναικῶν αὐτίκα οἱ
οἷα πλεόνως οἰνωμένοι καί κού τις καὶ φιλέειν ἐπειρᾶτο . Ἀμύντης μὲν δὴ ταῦτα ὁρέων ἀτρέμας εἶχε , καίπερ δυσφορέων
6640232 ξενοτροφειν
δ ' οὔτε τῶν ἐκείνου πραγμάτων οὐδὲν στασιάζειν παρασκευάζομεν οὔτε ξενοτροφεῖν ἐθέλομεν οὔτε στρατεύεσθαι τολμῶμεν . οὔκουν ἐστὶν οὐδὲν δεινόν
τυραννευθέντες ὑπὸ τοῦ εἰσάγοντος τοὺς ξένους . Ἂν δὲ δέῃ ξενοτροφεῖν , ὧδε ἂν ἀσφαλέστατα γίγνοιτο . Χρὴ τοῖς ἐν
6636013 τεινηται
ὑετοῖο . Εἴ γε μὲν ἠερόεσσα παρὲξ ὄρεος μεγάλοιο πυθμένα τείνηται νεφέλη , ἄκραι δὲ κολῶναι φαίνωνται καθαραί , μάλα
ὀπιϲθότονοϲ : ὅταν δὲ ἰϲοϲθενῶϲ ἐφ ' ἑκάτερα τὰ μέρη τείνηται , τότε τέτανοϲ ὀνο - μάζεται . τοὺϲ μὲν
6625110 ληρω
τέρας γὰρ ἂν εἴη ὃ λέγεις . Μὴ οὖν ἐγὼ ληρῶ ; σκόπει δέ . ἆρα τὸ ὁρᾶν οὐκ αἰσθάνεσθαι
εὑρίσκομεν καθ ' ἑκάστην ἡμέραν ἐπιδιδόντα . Ἀλλ ' ἐγὼ ληρῶ καὶ παραφρονῶ καὶ γήρᾳ τοῦτό μοι συμβέβηκεν : εἶτ
6622064 σκιμποδιον
τὴν γλῶτταν εὐλόγῳ τρέχειν στρῶμα μηλωτήν τ ' ἔχει . σκιμπόδιον ἓν καὶ κώδιον καὶ ψιάθιον ἴσως παλαστῆς χαλεπὸν τὸ
παχυτέραν . ὅταν οὖν ὁμονοῶμεν , καὶ τὸ τυχὸν ἡμᾶς σκιμπόδιον δέχεται : ἐὰν δὲ στασιάσωμεν , οὐδὲ ἡ σύμπασα
6618058 Ῥαδαμανθυ
πάρεισι καὶ περιστάντες ἄγχουσιν αὐτόν . οὗτοι πάντες , ὦ Ῥαδάμανθυ , πρὸς τοῦ ἀλιτηρίου τεθνᾶσιν , οἱ μὲν γυναικῶν
δέ , ὦ Ἑρμῆ , κήρυττε καὶ προσκάλει . Ὦ Ῥαδάμανθυ , πρὸς τοῦ πατρὸς ἐμὲ πρῶτον ἐπίσκεψαι παραγαγών .
6615326 ὑποβαινων
: ἤδη γὰρ καὶ δεῦρό ποτ ' ἤλυθεν : καὶ ὑποβαίνων : τοὺς δ ' ἐγὼ ἐξείνισσα καὶ ἐν μεγάροισι
τῇ δὲ ὑστεραίῃ καὶ τῇ τρίτῃ μέχρι τῶν δέκα ἡμερέων ὑποβαίνων μερίδα , ἐλάσσω ἐσθιέτω , καὶ περιπατεέτω δέκα σταδίους
6612371 Ξανθιας
φύσει Θηραμένους . Οὐ γὰρ ἂν γέλοιον ἦν , εἰ Ξανθίας μὲν δοῦλος ὢν ἐν στρώμασιν Μιλησίοις ἀνατετραμμένος κυνῶν ὀρχηστρίδ
λοιπὸν τὰ πράγματα . ἦ Ξανθίας : Ὄντως ὑπάρχει ὁ Ξανθίας , ὃν ὁρῶ ; . ἰαῦ : 〚 Μίμημά
6612260 Πειρατεον
, περὶ τούτων ἔστι μοι νῦν ἅπασα ἡ σπουδή . Πειρατέον δὲ καὶ περὶ τούτων λέγειν , ἃ φρονῶ .
πειρῶ περὶ αὐτοῦ τό γε τοσοῦτον φράζειν ὡς σαφέστατα . Πειρατέον . οὐ γάρ ἐστι τοῦτο , ὦ ἄριστοι ,
6610720 Ἠκουσας
ὁ Θέρσανδρος μικρὸν ἀναχωρήσας λέγει πρὸς τὸν Σωσθένην : “ Ἤκουσας ἀπίστων ῥημάτων , γεμόντων ἔρωτος ; ὅσα εἶπεν :
. Οὐ καταβαλεῖς τὰ κῴδι ' , ὦ θυηπόλε ; Ἤκουσας ; Ὁ κόραξ οἷος ἦλθ ' ἐξ Ὠρεοῦ .
6609977 Τυφλον
πράσσοντι πᾶσα γῆ πατρίς . Τρόπος δίκαιος κτῆμα τιμιώτατον . Τυφλὸν δὲ καὶ δύστηνον ἀνθρώποις τύχη . Τὰ δ '
ὁρᾷ . Τύχη τέχνην ὤρθωσεν , οὐ τέχνη τύχην . Τυφλὸν δὲ καὶ δύστηνον ἀνθρώποις βίος . Τὸ γὰρ θανεῖν
6608246 ἀτιζω
ἀτίζων ἔρχεται : τίω καὶ ἀτίω καὶ πλεονασμῷ τοῦ ζ ἀτίζω . ἢ ἀπὸ τοῦ ἀτιμάζω κατὰ συγκοπήν , .
. ἔστιν γὰρ ἀταλός ἀναδιπλασιασμόν ' . . . . ἀτίζω : εἰ μὲν σημαίνει τὸ ὑπερορῶ , γίνεται παρὰ
6605964 κηρυκευσατω
αὐτὸ τῶν κηρύκων κηρυκεῦσαι ἔλεγον , καὶ Ἰσαῖός που λέγει κηρυκευσάτω . προκηρῦξαι δ ' ἐστὶ τὸ προκαλέσασθαι ὑπὸ κήρυκος
ἐκ γένους καταγομένῳ ἱερατικοῦ . οὕτω δὲ καὶ τὸ μηδὲ κηρυκευσάτω . . . . συνδικησάτω ] ἀντὶ τοῦ μὴ
6604058 θεραπηϊης
, πλὴν οὐκ ἐν τάχει . Ἡ δὲ νοῦσος δέεται θεραπηΐης : χαλεπὴ γὰρ καὶ χρόνιος , ἢν μὴ παραχρῆμα
αἰτίη ἀπωλείης ἐγένετο . Οὗτος ἢν μὲν ὑπὸ ταύτης τῆς θεραπηΐης ἰηθῇ , ἅλις : ἢν δὲ μὴ , παχύνας
6601142 παραλαλει
καὶ παραινέσας πέπωκεν , εἶτα μήτηρ δευτέρα , εἶτα τηθὶς παραλαλεῖ τις , εἶτα βαρύφωνος γέρων , τηθίδος πατήρ ,
καὶ παραινέσας πέπωκεν , εἶτα μήτηρ δευτέρα , εἶτα τηθὶς παραλαλεῖ τις , εἶτα βαρύφωνος γέρων , τηθίδος πατήρ ,
6599616 δυστυχεστατε
, οὐ περισσοτέραν . δίκαιον ] εὔλογον . κακόδαιμον ] δυστυχέστατε , κακότυχε . , ἄθλιε . τὸ ” οὐδὲν
οὐ κέκλοφα . οὐκ : Ὄψει ἐμὲ οὕτως ἔχοντα , δυστυχέστατε . Θ . . . χρηστοὺς : Ἀγαθούς .
6599433 καρτ
οὐκοῦν προθύμως ⋮ εἶ σὺ δεκτέα ] στρατῶι . καὶ κάρτ ' ὄναιτ ' ἄν , ⋮ εἰ δέχοιτό ]
' αὐτῷ τὰν σύριγγ ' ὤρεξα , καλόν τί με κάρτ ' ἐφίλησεν . οὐ θεμιτόν , Λάκων , ποτ
6596617 ἐνστατικως
Δευτέρα ἀντίθεσις : ἀλλὰ δι ' ἐμὲ ἐσώθητε . ΛΥσεις ἐνστατικῶς , ὅτι οὐ διὰ σὲ , ἀλλὰ διὰ τὴν
τόδε ποιῆσαι , κεφάλαιον : ἀλλ ' οὐ δύσκολον , ἐνστατικῶς : εἰ δὲ καὶ δύσκολον , ποιητέον , ἀντιπαραστατικῶς
6596049 διεκειμην
τινα σύμβολα . οὕτω δ ' οὖν ὑπὸ τῆς συνηθείας διεκείμην , ὥστε καὶ ἐφέντος τοῦ θεοῦ μικρόν τι παρήλλαττον
οὖς ἔκαμνον καθ ' ὑπερβολὴν καὶ τἄλλα οὐχ ὡς ἔτυχε διεκείμην , καὶ μικρόν τι ῥαΐσας τὸ πέρα προῄειν .
6594348 παραπολωλας
κοσμοῦσα τὸν ναόν , τέκνον . ὁρᾷς ; ἀκαρὴς γὰρ παραπόλωλας ἀρτίως . δαιμόνων ἀλαστόρων οὐδὲ λόγον ὑμῶν οὐδ '
κυρίως ἐπὶ οἱουδήποτε ἐλαχίστου : Μένανδρος : ὁρᾷς ; ἀκαρὴς παραπόλωλας ἀρτίως . παρὰ τὸν καιρὸν καὶ τὴν στέρησιν ἀκαίραιόν
6592966 ὀπισθορμητος
: γράφεται ἄψ . παλινόστιμος : ὀπισθόδρομος , μεθυποστρέψιμος , ὀπισθόρμητος . ὁρμή : κίνησις . Ἀνύουσι : διέρχονται ,
ὁδόν : κατά . Δαισάμενος : φαγών . παλίνορσος : ὀπισθόρμητος . παλίνδρομος : ὀπισθόδρομος . ἀνέδραμεν : ἀνεχώρησεν .
6592080 διατριβω
τῆλ ' Ἰθάκης ἢ ἔφθιται ἢ ἀλάληται , οὔ τι διατρίβω μητρὸς γάμον , ἀλλὰ κελεύω γήμασθ ' ᾧ κ
καὶ μειρακίου παρ ' ὑμῖν , οὐκ ἀφανεῖς δὲ διατριβὰς διατρίβω , ἀλλ ' ἐν ταῖς ἐκκλησίαις μεθ ' ὑμῶν
6590050 κἀγωγ
νὴ τὴν Ἑκάτην , καλόν γ ' ἔγωγε τουτονί . κἄγωγ ' Ἐπικράτους οὐκ ὀλίγῳ καλλίονα . ὑμεῖς δὲ τί
, ἀγὼν μέγας , πλήρης στεναγμῶν οὐδὲ δακρύων κενός . κἄγωγ ' ἄρ ' οὐκ ἔθνηισκον οὗ μ ' ἐχρῆν
6587322 διαρραγησομαι
αὐτὸ περὶ τοῦ πρότερος εἰπεῖν πρῶτα διαμαχοῦμαι . Οἴμοι , διαρραγήσομαι . Καὶ μὴν ἐγὼ οὐ παρήσω . Πάρες πάρες
ἢ πρῶτον εἰπεῖν . πάρες : τοῦ Κλέωνος εἰπόντος “ διαρραγήσομαι ” καὶ τοῦ ἀλλαντοπώλου εἰπόντος “ οὐ παρήσω ”
6586797 ὠνερ
σκόπει γ ' αὐτὴν σφόδρα : μόνην γὰρ αὐτήν , ὦνερ , οὐ γιγνώσκομεν . Πολύν γε χρόνον οὐρεῖς σύ
εἶτ ' ἠρόμεθ ' ἄν : Πῶς ταῦτ ' , ὦνερ , διαπράττεσθ ' ὧδ ' ἀνοήτως ; Ὁ δέ
6585057 ἐρωτηματικως
σε τοῦ γνησίου γάμου : θαρρήσασα : ἀποδιώκω ἐκβάλω : ἐρωτηματικῶς μετὰ ὑποκρίσεως . τούτῳ δὲ ὑπακουστέον τὸ οὐ δήπου
” : οἱ δὲ τοῦ Κλέωνος , ἵν ' ᾖ ἐρωτηματικῶς . ΓΘ ἐάσεις ] λείπει “ ἐπιφοιτῆσαι ” .
6581803 λυπηθησῃ
αὐτῷ ἃ μέλλει ποιῆσαι . ἀχθέσῃ : ἀντὶ τοῦ ” λυπηθήσῃ ποτέ “ , ἐὰν μάθω δηλονότι . τοῦτο λέγει
θέλξαι τὴν σὴν ψυχὴν , δέδοικα δὲ καὶ ἀληθεῦσαι : λυπηθήσῃ γάρ . . δείομαι μὲν ] ὀκνῶ τὸ σὸν
6578908 μηχανᾳ
εἶ καὶ νύκτα καὶ μεθ ' ἡμέραν καὶ ἀδημονεῖς καὶ μηχανᾷ τι κατ ' αὐτοῦ . μὴ σύ γε ,
? ? μάλ ' αἰολαν [ ] ! πάντα ? μηχανᾷ τὸ Δῖον ὡς [ ἦ ? ῥα τάχα ?
6576782 Ζητω
δὶς γενόμενος ποιεῖ Ϛ : ἔστι δὲ ὁ γ . Ζητῶ οὖν ʂ Ϛ # ΔΥ α ἴσους κύβῳ παρὰ
γʹ ; Ταῦτα γὰρ οὖν ἐκεῖνα πολλαπλασιαζόμενα μονάδα ποιοῦσι . Ζητῶ τὴν ἀπόδειξιν τοῦ τοιούτου προβλήματος . Καὶ εἰς ἕτερα
6574898 ἱππομαχια
γενομένης . τῶν δ ' αὐτῶν ἡμερῶν Ἀννίβου καὶ Σκιπίωνος ἱππομαχία γίνεται περὶ Ζάμαν , ἐν ᾗ Σκιπίων ἐπλεονέκτει :
Ἀλεξάνδρῳ , ὅτι πρὸς αὑτοῦ ἄρα ἐσώθη , ὁπότε ἡ ἱππομαχία ἡ ἐπὶ Γρανίκῳ ξυνειστήκει πρὸς Πέρσας : καὶ δὴ
6573374 ἀγωνιουμαι
φαίνει ἀλήθεια , προδώσω δὲ οὐδὲ ἐμαυτόν , ἀλλ ' ἀγωνιοῦμαι πρὸς τὸν τύραννον , τὸ τοῦ γενναίου Ὁμήρου ἐπειπών
τῷ δήμῳ μέλλετε , κἀγὼ μὴ ἀγνοῶ , περὶ τίνος ἀγωνιοῦμαι , κελεύσατε δὴ τοὺς δημάρχους εἰπεῖν ἐναντίον ὑμῶν ,
6572346 Κλωθοι
, ἐμβῆναι δέον . Ἕν με πνίγει μάλιστα , ὦ Κλωθοῖ , δι ' ὅπερ ἐπόθουν κἂν πρὸς ὀλίγον ἐς
, τύραννος . Ἐπίβαινε σύ . Μηδαμῶς , ὦ δέσποινα Κλωθοῖ , ἀλλά με πρὸς ὀλίγον ἔασον ἀνελθεῖν . εἶτά
6570528 Χολοβητηνη
Τιγράνης ἀρχόμενος ἄρχεται σατράπης . ἡ δὲ χώρα ἧς ἐπῆρχε Χολοβητηνὴ ὀνομάζεται „ . τὸ ἐθνικὸν ὁμοίως διὰ τὴν πρόληψιν
† ἀρχόμενος ἄρχεται σατράπης . ἡ δὲ χώρα ἧς ἐπῆρχε Χολοβητηνὴ ὀνομάζεται . . . . Ἐλέγεια : χωρίον πέραν
6568814 ἐγγυωμαι
τὸ λοιπὸν , εἰ βούλεσθε , ὁ πάντα ἐγὼ δεδιὼς ἐγγυῶμαι . ἀλλὰ τί δεῖ τοὺς πόρρωθεν φόβους καὶ κινδύνους
. ταῦτά τις ἐπὶ τὰ προαιρετικὰ μεταθέτω , κἀγὼ αὐτὸν ἐγγυῶμαι ὅτι εὐσταθήσει , ὡς ἂν ἔχῃ τὰ περὶ αὐτόν
6568212 βρυκει
κάμινος πᾶσα κυκηθείη κεραμέων μέγα κωκυσάντων . ὡς γνάθος ἱππείη βρύκει , βρύκοι δὲ κάμινος πάντ ' ἔντοσθ ' αὐτῆς
. * * * νῦν δ ' αὖθις ἐρυγγάνει : βρύκει γὰρ ἅπαν τὸ παρόν , τρίγλῃ δὲ κἂν μάχοιτο
6566426 ἐπεξιοντας
Καῖσαρ τὸν τόπον , ὅτι ἐνταῦθα ἐνίκα τῇ μάχῃ τοὺς ἐπεξιόντας ἐπ ' αὐτὸν μετὰ Ἀντωνίου , καὶ λαβὼν ἐξ
ἔχειν χώραν τὴν γεωργουμένην . εἰκὸς οὖν ἦν τοὺς Ἀθηναίους ἐπεξιόντας αὐτοῖς κωλύειν τὴν παρ ' αὐτοῖς γῆν γεωργεῖν .
6565210 Παττικιος
! ! ! ! ! ! ! ! ] ὁ Παττίκιος ? [ ! ! ! ! ! ! !
. [ Ἑλληνικὸν ] δὲ ἄρτον βούλεται ἐσθίειν . ” Παττίκιος δὲ διὰ τὸ τεθεωρηκέναι αὐτῶν τὸν μέγιστον θόρυβον ἔφη
6562460 Κακως
περὶ πίθου εἶπε ; φαίνεται οὖν νεώτερος Ἡσίοδος Ὁμήρου . Κακῶς δὲ εἶπεν ΕΝ ΑΡΡΗΚΤΟΙΣΙ ΔΟΜΟΙΣΙΝ , ἐπὶ τοῦ πίθου
, καὶ ἐν τῷ κατ ' Εὐέργου καὶ Μνησιβούλου . Κακῶς εἰδότες : ἀντὶ τοῦ ἀγνοοῦντες Ἰσοκράτης ἐν τῷ περὶ
6560880 Ἀκουσον
ἀνὴρ πολλῶν ἀντάξιος ἄλλων : ἐπίταττε οὖν ὅτι βούλει . Ἄκουσον δή , εἰπεῖν τὸν Ἐρυξίμαχον . ἡμῖν πρὶν σὲ
δὲ σῶμα καὶ δόμων περιπτυχὰς καταιθαλώσῃ σου Λικυμνίαις βολαῖς . Ἄκουσον , αὕτη : παῦε τῶν παφλασμάτων : ἔχ '
6560469 Διονυσοδωρῳ
ἐπειδὴ καὶ πρεσβύτης εἰμί , παρακινδυνεύειν ἕτοιμος καὶ παραδίδωμι ἐμαυτὸν Διονυσοδώρῳ τούτῳ ὥσπερ τῇ Μηδείᾳ τῇ Κόλχῳ . ἀπολλύτω με
ἀλλὰ διάπειραν ὑμῶν λαμβάνειν βουλόμενος . Τὰ μὲν τοίνυν πεπραγμένα Διονυσοδώρῳ ἀκηκόατε , ὦ ἄνδρες δικασταί : οἴομαι δ '
6558384 ὀψεσθ
πῆμα αὔριον ἐν πολέμῳ : μάλα γὰρ πολέων μένος ἵππων ὄψεσθ ' ἀμφ ' ὀχέεσσι δαϊζομένων ἑκάτερθεν ἄνδρας τ '
Νηϊάδες , κοῦραι Διός , οὔ ποτ ' ἐγώ γε ὄψεσθ ' ὔμμ ' ἐφάμην : νῦν δ ' εὐχωλῇς
6556875 Ψιμμυθιου
χρόνια καὶ σηπεδονώδη τῶν ἑλκῶν : ἔχει δὲ οὕτως . Ψιμμυθίου , κηροῦ , ἀνὰ λίτρας δύο , ἐλαίου παλαιοῦ
δὲ πρὶν πεπανθῆναι τὸ ἀπόστημα : ῥήσσει καὶ χοιράδας . Ψιμμυθίου οὐγγίας κ , ἁλῶν ὀρυκτῶν δραχμὰς ζ , νίτρου
6555799 Φραωτου
βασιλέως ἐνταῦθα ἔληξεν : ἀκούσας γὰρ ἐπαινεῖσθαι αὑτὸν ὑπὸ τοῦ Φραώτου τῆς τε ὑποψίας ἐπελάθετο καὶ ὑφεὶς τοῦ τόνου „
εἰδὼς ἑαυτόν . „ ὁ δὲ Ἀπολλώνιος ἀναμνησθεὶς ὧν τοῦ Φραώτου ἤκουσε καὶ ὅπως ὁ φιλοσοφήσειν μέλλων ἑαυτὸν βασανίσας ἐπιχειρεῖ
6554004 μυριοπλασιον
] κύκλου , ὅπερ ἐπέχει τὸ τοῦ ἡλίου μέγεθος , μυριοπλάσιον εἶναι δεῖ τούτου τοῦ τμήματος τῆς γῆς , ὅπερ
εἰς Ἑλλάδα μετὰ στρατοῦ ἐλθεῖν καὶ ἡττηθῆναι , καὶ ταῦτα μυριοπλάσιον πλῆθος ἔχοντα ἢ πρώην ἐκεῖνος . Δαρεῖος μὲν γὰρ
6550876 κατεβιω
] γεγενημένοϲ Τροιζήνιοϲ , ἔχων ? ? γυναῖκα [ ] κατεβίω [ : τὸ τέρμα ἔχειϲ . ἔχειϲ τὸ τέρμα
[ ] [ Τροιζήνιοϲ , ἔχων ] γυναῖκα [ ] κατεβίω [ : τὸ τέρμ ' ἔχειϲ . ἔχειϲ τὸ
6549962 Ξανθιαν
αὐτοῦ τήμερον ἐκπηνιεῖται ταῦτα προσκαλούμενος . Κάκιστ ' ἀπολοίμην , Ξανθίαν εἰ μὴ φιλῶ . Οἶδ ' οἶδα τὸν νοῦν
ὄψα ἐποίησε , δεσπότην πάλιν ἑαυτὸν ποιεῖ , τὸν δὲ Ξανθίαν δοῦλον . ἀποδέχεται δὲ τὸν Διόνυσον ὁ χορὸς ὡς
6548262 καρδοπη
λέγεις . ἐκεῖνο † δ ' ἦν ἄν † : καρδόπη , Κλεωνύμη . ἔτι δέ γε περὶ τῶν ὀνομάτων
μάκτρας . μικρὰ δέ ἐστιν ἡ θυεία , ἡ δὲ καρδόπη μεγάλη . ἐπειδὴ πένης ἦν ὁ Κλεώνυμος καὶ παράσιτος
6545649 περδεται
σὺ μέμνησό μοι . Πρὸς τῇ κεφαλῇ μου λάσανα καταθεὶς πέρδεται . Μάχαιραν ἆρ ' ἐνέθηκας ; οὔ . τί
ἢ τοῦτο λέγει , ὅτι πορνευόμενος τοῦτο ἐποίει . . πέρδεται : Κλάνει . . Φιλέψιος : Οὗτος πένης .
6545300 Ἀκουσατε
Λεωκράτους ἐν Μεγάροις τὰ ἀνδράποδα Ἀμύντας καὶ τὴν οἰκίαν . Ἀκούσατε δὲ καὶ ὡς ἀπέλαβε τετταράκοντα μνᾶς παρ ' Ἀμύντου
, εἰ δοκεῖ , ἐκεῖνοι δὲ μὴ κληρονομείτωσαν μόνον . Ἀκούσατε ὡς ἔχει ὑμῖν τὰ πράγματα . μικρὸν μὲν ὑμῖν
6544415 Ἀστυφιλος
, καὶ διῃτᾶτο παρ ' ἡμῖν τὸν ἅπαντα χρόνον ὁ Ἀστύφιλος καὶ ἐπαιδεύθη ὑπὸ τοῦ πατρὸς τοῦ ἐμοῦ . Καὶ
. . . οὗτοι μέντοι ἀκριβῶς εἰδότες ὅτι οὐκ ἐποιήσατο Ἀστύφιλος τὸν Κλέωνος ὑόν , πολλάκις ἐληλυθότι αὐτῷ οὐδεπώποτε κεκρεανομήκασι
6544289 ἐμειδιασε
οὐκ ἐλεύθερον ὄντα τὸν ἕτερον . καὶ ὃς πάνυ πρᾴως ἐμειδίασέ τε καὶ εἶπε , Πόθεν δὲ ἔστιν , ὦ
αὐτὸς πρὸς αὐτὸν ἔφην πολλάκις ἐπιτιμῶν , ὁ δ ' ἐμειδίασέ τε καὶ οὐκ ἠρνήσατο ὡς ἄν τι χρηστὸν ποιῶν
6543376 εὐφραινομαι
οἰκείαν . ἀλλ ' ὑπὸ τᾷ πέτρᾳ : ἀλλ ' εὐφραίνομαί σε ἐν ταῖς ἀγκάλαις ἔχων ὑπὸ τῇδε τῇ πέτρᾳ
οἰκείαν . ἀλλ ' ὑπὸ τᾷ πέτρᾳ : ἀλλ ' εὐφραίνομαί σε ἐν ταῖς ἀγκάλαις ἔχων ὑπὸ τῇδε τῇ πέτρᾳ

Back