λέγειν πιστώματα Περσῶν , ἀγνοοῦντες ὅτι πόλις ἐστὶ Περσῶν ἔσωθεν Πίστειρα καλουμένη , ἣν συγκόψας ὁ ποιητὴς Πιστὰ ἔφη .
λέγειν πιστώματα Περσῶν . ἀγνοοῦσι δὲ ὅτι πόλις ἐστὶ Περσῶν Πίστειρα καλουμένη , ἣν συγκόψας ὁ ποιητὴς Πίστα ἔφη .
8567713 Πιστα
πόλις ἐστὶ Περσῶν Πίστειρα καλουμένη , ἣν συγκόψας ὁ ποιητὴς Πίστα ἔφη . ἀμφὶ δὲ νόστῳ τῷ βασιλείῳ : ταράσσεται
πρὸς τὸ πιστὰ τάδε ἐπήνεγκεν : οἱ δὲ λέγοντες τὸ Πίστα ἀντὶ τοῦ Πίστειρα κατὰ συγκοπήν , παντὶ δῆλον ὅτι
5273694 πιστωματα
, σύμβουλοι λόγου τοῦδέ μοι γένεσθε , Πέρσαι , γηραλέα πιστώματα : πάντα γὰρ τὰ κέδν ' ἐν ὑμῖν ἐστί
ἔφη . . οἰχομένων ] πορευθέντων . . πιστὰ ] πιστώματα . . δέον εἰπεῖν , ἡμεῖς μὲν οἱ γέροντες
4908637 ὀξυη
, ταῖς θύραις πτελεΐνους ποιοῦσιν . ὑγρότατον δὲ μελία καὶ ὀξύη : καὶ γὰρ τὰ κλινάρια τὰ ἐνδιδόντα ἐκ τούτων
ὀξύην οὕτως ὀνομάζουσιν οἱ Λυδοί : πολλὴ δ ' ἡ ὀξύη κατὰ τὸν Ὄλυμπον , ὅπου ἐκτεθῆναί φασι τοὺς δεκατευθέντας
4794376 ἀποστρεφομενα
, καὶ μάλιστα ὅταν πόρρωθεν τὰ ὕδατα ᾖ μεταγόμενα ἢ ἀποστρεφόμενα . καὶ τὸν τοῦ κλήρου δὲ κύριον δεῖ παραφυλάσσειν
, καὶ μάλιστα ὅταν πόρρωθεν τὰ ὕδατα ᾖ μεταγόμενα ἢ ἀποστρεφόμενα . καὶ τὸν τοῦ κλήρου δὲ κύριον παραφυλάττειν ,
4723816 περιαγονται
πλανῶνται εἰκῆ , ὥσπερ ὁρᾷς καὶ τοὺς πρότερον εἰσπορευομένους ὡς περιάγονται ὅποι ἂν τύχῃ . Ὁρῶ τούτους , ἔφην .
γελοιαστάς . Ποσειδώνιος δ ' ὁ Ἀπαμεύς φησι : Κελτοὶ περιάγονται μεθ ' ἑαυτῶν καὶ πολεμοῦντες συμβιώτας , οὓς παρασίτους
4656283 μετοχετευσαι
Μὴ κίνει Καμάριναν : λίμνη , ἣν ἀπηγόρευεν ὁ χρησμὸς μετοχετεῦσαι : οἱ δὲ χρησαμένου παρακούσαντες ἐβλάβησαν . Μωμήσεται μᾶλλον
βοηθεῖν . Μὴ κίνει Καμάριναν : λίμνη ἦν , ἣν μετοχετεῦσαι βουλόμενοι ἐχρήσαντο τῷ θεῷ , ὁ δὲ εἶπε :
4579531 βουλευεσθε
ἐστὶ καὶ τὰ πολεμίων δρᾷ , ταῦτ ' εἰ συγχωρήσετε βουλεύεσθε καὶ ὅ τι κἂν ἄλλο τι αὐτῷ δοκῇ :
, ” ἀλλ ' ὑμεῖς μέν , ἄνδρες Ἕλληνες , βουλεύεσθε καλῶς καὶ χάριν ὑμῖν ἔχω τῆς εὐνοίας τε καὶ
4544714 ἐμεριζον
παρὰ Λακεδαιμονίοις ὄφελος : οἱ δὲ λοιποὶ τύχῃ τὸ γένος ἐμέριζον . . . Οὐ λέληθας ἡμᾶς ἄλλον δεινότερον ἐπάγων
τὰ ὀφειλόμενα καὶ τὰ ἀποδιδόμενα χρήματα σὺν τῇ βουλῇ καὶ ἐμέριζον εἰς ἃ χρὴ ἀναλίσκειν , . . . ἀποτίσεις
4541078 δεκατευθεντας
ἡ ὀξύη κατὰ τὸν Ὄλυμπον , ὅπου ἐκτεθῆναί φασι τοὺς δεκατευθέντας : ἐκείνων δὲ ἀπογόνους εἶναι τοὺς ὕστερον Μυσοὺς ,
ἡ ὀξύη κατὰ τὸν Ὄλυμπον , ὅπου ἐκτεθῆναί φασι τοὺς δεκατευθέντας , ἐκείνων δὲ ἀπογόνους εἶναι τοὺς ὕστερον Μυσούς ,
4392558 ὀξυην
, ἐτυμολογοῦντες καὶ τὸ ὄνομα τὸ τῶν Μυσῶν ὅτι τὴν ὀξύην οὕτως ὀνομάζουσιν οἱ Λυδοί : πολλὴ δ ' ἡ
τοῦ φυτοῦ τῆς μυσῆς ἢ τοῦ μυσοῦ , ὅπερ τὴν ὀξύην δηλοῖ κατὰ τὴν γλῶσσαν τῶν Λυδῶν , ὡς καὶ
4315998 ἀνασπωντες
ταῖς πορθουμέναις , οὐ τεμένη θεῶν πορθοῦντες , οὐ τάφους ἀνασπῶντες , ὡς Ξέρξης τολμήσας ἐποίησεν . εὐδοκίμου στρατιᾶςπεριβόητοι ]
καὶ τὸ γεγονὸς ὑποσημαίνοντες διελήρουν καὶ παρεφλυάρουν , τὰς ὀφρῦς ἀνασπῶντες καὶ διαφλεγόμενοι φθόνῳ πρὸς ἀπίθανόν τινα καὶ μυθώδη καταστραφῆναι
4294196 περιτροπην
ἐκκακήσῃς πάντα εὐθύμως φέρειν . πάλιν γὰρ ὄψει τῶν κακῶν περιτροπήν : ἀεὶ γὰρ ὡς τροχὸς ὁ χρόνος κυλίεται .
τῶν πεποιημένων τὴν εἰρήνην : πρὸς τοῦτο ἀπήντησε τῷ κατὰ περιτροπήν . ” ἐγὼ δὲ εἰ τοῦτό ἐστιν ἀληθές ,
4289875 ἀντιφρασιν
τὰ σκληρὰ κάρφη , ἤτοι τοὺς ἁπαλοὺς κόκκους κατ ' ἀντίφρασιν , τῇ ἰσχνῇ καλύπτρᾳ καλύπτουσιν , ἤτοι περιβολῇ ἰσχνῇ
καθέδρα . παρὰ τὸ θῶ ῥῆμα , ὃ σημαίνει κατὰ ἀντίφρασιν τὸ ἑδραιῶ , ὁ μέλλων θώσω ἐξ οὗ γίνεται
4285385 περιχαρειαν
φρονήσεως ἀπολειπούσης . τοῦ πατριάρχου τὸ βιβλίον διὰ διφθόγγου . περιχάρειαν . περιχάρειαν . ἡδονὴν βουλόμεθα κτλ . . αʹ
οἷς ὁ προφήτης γεγηθώς , ὁρῶν καὶ τὴν τοῦ ἔθνους περιχάρειαν , οὐδ ' αὐτὸς ἔτι χωρῶν τὴν ἡδονήν ,
4280066 Σκυθαι
τριήκοντα καὶ ἑκατὸν δυῶν δέοντα , παρὲξ ἢ ὅσον οἱ Σκύθαι ἦρχον . Ὑστέρῳ μέντοι χρόνῳ μετεμέλησέ τέ σφι ταῦτα
φίλαι , ἐκ τοῦ ὑπολαβεῖν ὄνομα εἶναι τὸ πόποι : Σκύθαι γὰρ τὰ παρ ' αὐτοῖς ἀγαλμάτια πόπους καλοῦσιν ,
4263494 σιωπωμενον
πρὸς Ζηνόδοτον , ἀγνοοῦντα ὅτι πολλὰ δεῖ προσδέχεσθαι κατὰ τὸ σιωπώμενον ἐνεργούμενα . . . . ἐπὶ στρεπτοῖσι χιτῶσιν :
ἤπερ ζῆν : δήποτ ' οὖσαν Ἰλίου : κατὰ τὸ σιωπώμενον ἐσφάγη ἡ Πολυξένη . ἔθος γὰρ τοῖς τραγικοῖς τὸ
4263384 ἐπιμαχια
δὲ ὁ τόπος ἔνθα ἵστανται οἱ στρατοί . τὸ δὲ ἐπιμαχία τοῦ συμμαχία διαφέρει , ὅτι ἐπιμαχία μὲν τὸ πολεμοῦντι
: τὸ στρατὸς καὶ τὰ στρατεύματα τοῦ στρατοπέδου : τὸ ἐπιμαχία τοῦ συμμαχία . διαφέρει μὲν οὖν τὸ φωνεῖν τοῦ
4248624 ἀποκλιναντες
τῷ τε ὑπὲρ γῆν κέντρῳ καὶ τῷ ὑπὸ γῆν : ἀποκλίναντες γὰρ φαῦλοι , καὶ μάλιστα ὅταν πόρρωθεν τὰ ὕδατα
τοίνυν καὶ χεῖρον περὶ ὑμῶν αὐτῶν ἢ περὶ ἡμῶν βουλεύσεσθε ἀποκλίναντες πρὸς ἐκεῖνον ἐνθένδε λογίσασθε . εἰ γάρ τις ἔροιθ
4243736 ξυνωμοσιαν
κατέκλῃσαν : τουτέστι τῶν εἰσαγωγίμων ἢ τῆς θαλάττης αὐτοὺς ἀπέκλεισαν ξυνωμοσίαν : ἔνορκον ξυμμαχίαν . ἀπάραντος : ἀντὶ τοῦ ἀναπεισθέντος
ἵνα δείξῃ ἀληθὲς εἶναι τὸ ὅτι καὶ κατ ' αὐτοῦ ξυνωμοσίαν πεποίηνται , ξυνωμότας αὐτοὺς τῷ Περσῶν βασιλεῖ γεγονέναι λέγει
4216682 ἐθνικως
καὶ Μαζάκων . Μάζακα δὲ ἡ Καππαδοκίας ἐκαλεῖτο Καισάρεια . ἐθνικῶς ἀρκεῖ τὸ Ὁμηρικὸν Καβησσόθεν . πολλὰ γὰρ τοιαῦτα ,
, : Σίντιες : φημὶ Ὅμηρος φαίνεται λέγων ἄνδρας τινὰς ἐθνικῶς τὴν Λῆμνον οἰκοῦντας . . . οὕτως δὲ καὶ
4205551 ἐκρυπτον
Λακεδαιμόνιοι μὲν ὅπως ὡμίλουν ἀλλήλοις οὐκ ἂν ἔχοιμεν εἰπεῖν : ἔκρυπτον γάρ : ἡ δὲ πόλις πρὸς τῷ τὰ σφέτερα
, ἔνθα λανθάνοντες ὑπόγαιοι θησαυροὶ πολλῶν σιδηροδέτων χαλκείων πολλὰ χρήματα ἔκρυπτον . Στρατονίκη δέ , μία τῶν Μιθριδάτου παλλακῶν ἢ
4186438 Φρυγες
καὶ Κᾶρες , Πισίδαι δὲ καὶ Μυσοὶ καὶ Χάλυβες καὶ Φρύγες καὶ Μιλύαι ἐν τῇ μεσογαίᾳ , διαιτῶν ταῦτα ὁ
ἐστρατεύοντο Ἕλληνές τε καὶ Κᾶρες καὶ Λύκιοι καὶ Πάμφυλοι καὶ Φρύγες . ἡ γὰρ τοῦ αὐτοῦ συνδέσμου θέσις ἐμφαίνει τι
4184585 Ἐλαϊτης
ἱστοροῦντες , ἣν Ξάνθος ὁ Λυδὸς γράφει καὶ Μενεκράτης ὁ Ἐλαΐτης : ἐτυμολογοῦντες καὶ τὸ ὄνομα τὸ τῶν Μυσῶν ὅτι
ἱστοροῦντες , ἣν Ξάνθος ὁ Λυδὸς γράφει καὶ Μενεκράτης ὁ Ἐλαΐτης : ἐτυμολογοῦντες καὶ τὸ ὄνομα τὸ τῶν Μυσῶν ,
4177216 Κοσσαιοι
, Οὔξιοι δὲ καὶ Ἐλυμαῖοι τούτοις τε καὶ Σουσίοις , Κοσσαῖοι δὲ Μήδοις , πάν - τας μὲν φόρους πράττεσθαι
ἔθνος πολεμικὸν ὅμορον τῷ Οὐξίων . εἰσὶ δὲ ὄρειοι οἱ Κοσσαῖοι καὶ χωρία ὀχυρὰ κατὰ κώμας νέμονται , ὁπότε προσάγοι
4149209 Τινες
δέ τινες ὅτι καὶ τριάκοντα τάλαντα ὑπὲρ τούτου ἐδέξατο . Τινὲς λέγουσιν ὡς ὅτι καὶ τὸν λόγον τοῦτον ἔγραψε πρὸς
παροιμία εἴρηται ἐπὶ τῶν βλαβερῶς τι ποιεῖν ἑαυτοῖς μελλόντων . Τινὲς δέ φασι φυτὸν δυσῶδες εἶναι τὴν καμάριναν , οὗ
4137880 διεσωζον
ποταμοῦ ὕδωρ τοῖς προσιεμένοις . οἱ μὲν φεισάμενοι τὴν τάξιν διέσωζον ἀδιάλυτον , αὐτὸς δὲ μετὰ τὸ τροπώσασθαι τὸν πολέμιον
: Μέχρι μὲν οὖν τοῦ Τρωϊκοῦ πολέμου τὴν ἀρχαίαν Ἀβοριγίνην διέσωζον , Λατίνου δὲ βασιλεύσαντος οὕτω προσηγορεύθησαν . Τὰ αὐτὰ
4126710 Χερρονησος
δὲ Κιμμερίους ὑπὸ τὴν εἰσβολὴν τοῦ Ταύρου , ἣ καλεῖται Χερρόνησος Ταυρικὴ , παρακειμένη τῷ στόματι τῆς Μαιώτιδος ἐκ δυσμῶν
ἀλλ ' ἐπειδὴ φανερῶς ἤδη τὰ πλοῖ ' ἐσεσύλητο , Χερρόνησος ἐπορθεῖτο , ἐπὶ τὴν Ἀττικὴν ἐπορεύεθ ' ἅνθρωπος ,
4119279 ψεγουσιν
οὓς μὲν ἐπαινοῦσιν , οὓς δὲ σκώπτουσιν , οὓς δὲ ψέγουσιν : ἀφελὴς γὰρ ὁ θρίαμβος καὶ ἐν ἐξουσίᾳ λέγειν
ἀλλὰ τοῦτ ' οἶμαι τοῖς πολλοῖς οὐ δυνατόν : ὅθεν ψέγουσιν τοὺς τοιούτους δι ' αἰσχύνην , ἀποκρυπτόμενοι τὴν αὑτῶν
4115363 νησιωται
κἄμποροι καὶ τέκτονες καὶ δημιουργοὶ καὶ μέτοικοι καὶ ξένοι καὶ νησιῶται , δεῦρ ' ἴτ ' , ὦ πάντες λεῴ
: οἷα μὲν οὖν , ὦ Ἀθηναῖοι , πάσχουσιν οἱ νησιῶται κακὰ προφάσει τῶν φόρων , λέληθεν οὔτε ὑμᾶς οὔτε
4113068 ἐτυμολογουντες
ἣν Ξάνθος ὁ Λυδὸς γράφει καὶ Μενεκράτης ὁ Ἐλαΐτης : ἐτυμολογοῦντες καὶ τὸ ὄνομα τὸ τῶν Μυσῶν , ὅτι τὴν
ἀφανίζοιτο . σμυγερῶς ἐπιπόνως . σμώδιξ μώλωψ . καὶ φασὶν ἐτυμολογοῦντες ἔνιοι σμώδιξ εἶναι διὰ τὸ τοὺς μώλωπας παρ '
4102196 αἰολοστομους
] προσφιλῆ ἧκον ] ἤρχοντο ἀναγγέλλοντες ] μηνύοντες , λέγοντες αἰολοστόμους ] ποικίλους χρησμοὺς ] μαντείας ἀσήμους ] ἀσαφεῖς ,
ἢ λέγοντα δαίμοσιν πράσσειν φίλα . ἧκον δ ' ἀναγγέλλοντες αἰολοστόμους χρησμοὺς ἀσήμους δυσκρίτως τ ' εἰρημένους . τέλος δ
4101803 ἀντιπαραστασιν
πρός τι , δείκνυσι καὶ κατ ' ἔνστασιν καὶ κατὰ ἀντιπαράστασιν . καὶ κατὰ μὲν ἔνστασιν ὅτι οὐ ποσὰ ἀλλὰ
ζητούντων ἡμῶν , εἴτε τὴν ἔνστασιν πρώτην θείημεν εἴτε τὴν ἀντιπαράστασιν , καὶ εἰς ἐκείνην πρῶτον τὴν προκειμένην ἀπὸ τῆς
4091457 ἱστορουμενον
κατακλυσμοῦ : εἶναι δὲ αὐτοὺς Γίγαντας : οἰκοδομεῖν δὲ τὸν ἱστορούμενον πύργον . Πεσόντος δὲ τούτου ὑπὸ τῆς τοῦ θεοῦ
διὰ φιλονεικίαν τινὰ , τότε ἀληθὲς εἶναί φαμεν ἡμεῖς τὸ ἱστορούμενον . πρὸς τοῦτο δὲ ῥητέον , πρῶτον μὲν διὰ
4090868 ἠλευκα
, ἅπέρ ἐστι τὸ ε καὶ τὸ λ ἀντὶ τοῦ ἤλευκα ἐλήλευκα ἤμελλον ποιεῖν : ἀλλ ' ἐπεὶ τὴν τρίτην
τῶν πρὸ αὐτῆς : ἐλεύθω , ἐλεύσω , ὁ παρακείμενος ἤλευκα : γίνωσκε δέ , ὅτι ἀεὶ ὁ παρακείμενος μὲν
4089426 Θρυοεσσαν
ὁ δὲ τὴν Μαργάλαν τοὔμπαλιν ἴσως . Θρύον δὲ καὶ Θρυόεσσαν τὸ Ἐπιτάλιόν φασιν , ὅτι πᾶσα μὲν αὕτη ἡ
Κορυφασίῳ Πύλον , οἱ δὲ τρίτῳ ἤματι πάντες ἐπὶ τὴν Θρυόεσσαν καὶ τὸν ποταμὸν τὸν Ἀλφειὸν ἥκουσι πολιορκήσοντες τὸ φρούριον
4085106 κορις
, διὰ τοῦτο διὰ τοῦ δος κλίνονται . Τὸ δὲ κόρις κόριος παρώνυμόν ἐστι παρὰ τὸ κόρος : ἀπὸ περιττότητος
λέγεται καὶ διὰ καθαροῦ τοῦ ος κλίνεται , οἷον ὁ κόρις τοῦ κόριος : ἰστέον δὲ ὅτι σπανίως εὑρίσκεται καὶ
4083532 φιλοφρονουμενοι
τὴν διδομένην ἐν τοῖς συμποσίοις . ἐν γὰρ τῷ ποτῷ φιλοφρονούμενοι ἀλλήλους ἐπεδίδοσαν οἴνου κύλικα . Γ προκαλουμένου ] παρακαλοῦντος
τοῦ βασιλέως τῶν Περσῶν . ξενιζόμενοι δὲ πρὸς βίαν ] φιλοφρονούμενοι ὡς ξένοι πολυτελέσι βρώμασι καὶ πόμασι καὶ ἄκοντες ἐπίνομεν
4068597 τοιωδε
' ἐπέκτασιν τῆς δε συλλαβῆς , ἤγουν προσθήκην , γίνεται τοιώδε καὶ τοιοῖδε καὶ τοσώδε καὶ τοσοῖδε . Ἐν οἷς
τοῦ ἅρματε ἅρματες : καὶ τὰ ἐπεκτεταμένα , διὰ τὸ τοιώδε . Τῶν Αἰάντων : πᾶσα γενικὴ πληθυντικῶν εἰς ων
4054010 Θεσσαλους
: καὶ οἱ ἱππεῖς δὲ οἱ τῶν Περσῶν κατὰ τοὺς Θεσσαλοὺς τεταγμένοι οὐκ ἔμειναν ἐντὸς τοῦ ποταμοῦ ἐν αὐτῷ τῷ
παρήγαγε τοὺς ἱππέας , τούς τε ἑταίρους καλουμένους καὶ τοὺς Θεσσαλοὺς καὶ τοὺς Μακεδόνας . καὶ τούτους μὲν ἐπὶ τῷ
4043476 Καππαδοκαι
Τυρσηνοί , Σικελοί , Κρῆτες , Μάζικες , Ἀχαιοί , Καππαδόκαι , Μαῦροι , Σκυθικοί , Μάγνητες , Ἐπειοί ,
δάκεν : ἀλλὰ καὶ αὐτὴ κάτθανε γευσαμένη αἵματος ἰοβόλου . Καππαδόκαι φαῦλοι μὲν ἀεί : ζώνης δὲ τυχόντες φαυλότεροι :
4036541 Βηλῳ
τὰ ἐν Βαβυλῶνι ἔπραξε , τά τε ἄλλα καὶ τῷ Βήλῳ καθ ' ἃ ἐκεῖνοι ἐξηγοῦντο ἔθυσεν . Αὐτὸς δὲ
Σεμίραμις ἐστεφάνωσεν : αὐτὰρ ἐπ ' ἀκροπόληϊ μέγαν δόμον εἴσατο Βήλῳ , χρυσῷ τ ' ἠδ ' ἐλέφαντι καὶ ἀργύρῳ
4024472 ἀπεβαπτον
αὐτοῦ τὴν χερνίβα παύσεις . ἐστὶ δὲ ὕδωρ εἰς ὃ ἀπέβαπτον δαλόν , ἐκ τοῦ βωμοῦ λαμβάνοντες ἐφ ' οὗ
. ὅτι τοὺς εἰς τὸ ἀπανθρακίζειν ἐπιτηδείους ἰχθῦς εἰς ἅλμην ἀπέβαπτον , ἣν καὶ Θασίαν ἐκάλουν ἅλμην . Ἀριστοφάνης Σφηξίν
4015058 διανοεισθε
τοὺς ἑαυτοῦ υἱεῖς κληρονομεῖν ἐπιθυμοῦντας , οὐδὲ τελευτῶντος ἀφέξεσθαί μου διανοεῖσθε , ἀλλὰ καὶ τελευτῶντα τροφὰς οἱ ζῶντες αἰτήσετε καὶ
ἧς συντάξεως πάλιν εἴ τις ἀντιθείη τὸ ὅτι , ὅτι διανοεῖσθε , μεταστήσεται τὰ τῆς συντάξεως εἰς τὴν ὁριστικὴν ἔγκλισιν
4011621 ἐριζουσι
ἐπ ' ἐκείνοις ἐπῄει μοι γελᾶν τοῖς περὶ γῆς ὅρων ἐρίζουσι καὶ τοῖς μέγα φρονοῦσιν ἐπὶ τῷ τὸ Σικυώνιον πεδίον
ἀγαπωμένην Ἀλκίππην τοὔνομα , ὁ δὲ ἕτερος ἐρώμενον Εὐμήδην . ἐρίζουσι δὲ περὶ εὐμουσίας παρὰ Μόρσωνι κριτῇ , ὃς καὶ
4010590 Τιρυνθιοι
. . . . Ἔφορος ἐν τῶι Ϛ ὅτι οὗτοι Τιρύνθιοί εἰσι , καὶ ἐξαναστάντες ἐβουλεύοντο οἰκεῖν τινα τόπον καὶ
ὡς ἀπὸ τοῦ Ἁλιεύς . Ἔφορος ἐν τῷ ἕκτῳ ὅτι Τιρύνθιοί εἰσιν οὗτοι καὶ ἐξαναστάντες ἐβουλεύοντο οἰκεῖν τινα τόπον καὶ
4004081 Ζακυνθιοι
πέμψαι ἄποικοι : πόθεν οἱ Ζακύνθιοι ξυνεχώρουν : ἐνεδίδουν οἱ Ζακύνθιοι . ἰδία : ἄνευ τοῦ κοινοῦ : οἱ γὰρ
γῆν πολεμῆσαι μήτε εἰς Σικελίαν πέμψαι ἄποικοι : πόθεν οἱ Ζακύνθιοι ξυνεχώρουν : ἐνεδίδουν οἱ Ζακύνθιοι . ἰδία : ἄνευ
3993854 Θειος
τε ἡ ἐκ Φλιοῦντος καὶ Λασθένεια ἡ ἐξ Ἀρκαδίας . Θεῖος δ ' ἦν , ὡς εἴρηται πολλάκις , οὗτος
καὶ οἱ Λάκωνες ὅταν τινὰ ἐγκωμιάζωσιν ἀγαθὸν ἄνδρα , ” Θεῖος ἀνήρ , “ φασίν , ” οὗτος . “
3983661 καταπινομεν
τὸ τέμνον τὰ σιτία . Στόμαχος . δι ' οὗ καταπίνομεν τὴν ὑγρὰν καὶ ξηρὰν τροφήν . ἢ στόμα ἐπὶ
. . . βρόχθος καὶ βρόχθημα : τὸ ὀλίγον , καταπίνομεν . εἴρηται παρὰ , πεποιη - μένη δέ ἐστιν
3978352 κακοδαιμονες
οἵδε σκιρτήσαντές τε ἐν γήρᾳ καὶ χορεύσαντες ἔμελλον ἀπέρχεσθαι . κακοδαίμονες δὲ ἄρα ὄντες ἐλάνθανον οἱ γεννώμενοι πρὸς τέλματά τε
σκώπτειν ἐχομένων . τρυγοδαίμονες : οἱ κωμικοί : παρὰ τὸ κακοδαίμονες : ἐπεὶ πολλῇ τῇ αἰσχροποιΐᾳ ἐχρῶντο . κακοδαίμονες :
3976099 ἡκομεν
εἰς γνῶσιν τοῦ καθόλου τὸ ὅλον μεῖζον εἶναι τοῦ μέρους ἥκομεν . καὶ οὕτω μὲν ἐπαγωγικῶς αἱ ἀρχαὶ γίνονται γνώριμοι
ὧν τὸ κάλλος τέλος ἐστίν ; ὧν γὰρ εἰς χρείαν ἥκομεν ἀναγκαίως , οὐκ ἐλλείπομεν οὐδὲν σπουδῆς εἰς ὅσον ἔξεστι
3962253 ἐμερισαν
Ὑδροχόος παραποταμίους καὶ ἑλώδεις . Τινὲς δὲ καὶ τὰ κέντρα ἐμέρισαν οὕτως : τὸ μὲν δῦνον τῷ φεύγοντι , τὸ
ἔτυχε καὶ πορισμοῦ τῷ μθʹ ἔτει . Ἥλιος καὶ Κρόνος ἐμέρισαν ιθʹ καὶ λʹ , γίνονται μθʹ : οἱ οὖν
3961584 διαλεγωνται
ἔδοξεν , εἶπεν : Ἀλλ ' εἰ μὲν ὅταν σοι διαλέγωνται περὶ ἐμοῦ τινες καλοῦσί με τοῦτο τὸ ὄνομα οὐκ
ὤκνουν καλεῖν : ἐπεὶ καὶ ὅταν περὶ τῶν θείων μονάδων διαλέγωνται , ἄλλως μὲν τὴν νοητὴν ἀφορίζονται μονάδα , ἀφ
3958186 κεκρικοτες
στρατηγοὺς ἑλόμενοι τοὺς χαριεστάτους , ἀνήχθησαν ἐπὶ τὴν Κέρκυραν , κεκρικότες διὰ τάχους ναυμαχῆσαι . οἱ δὲ Κερκυραῖοι πυνθανόμενοι τὸν
μὲν οὖν βάρβαροι τὴν ὑπώρειαν κατειλημμένοι τὴν ἡσυχίαν ἦγον , κεκρικότες τοῖς πολεμίοις ἐπιθέσθαι κατὰ τὴν διάβασιν τοῦ ποταμοῦ :
3957483 ἐνοχλουντες
καταλογάδην συγγράμματα , τὸν σχολῆς ἕνεκεν ἥκοντα καὶ ῥᾳθυμεῖν βουλόμενον ἐνοχλοῦντες : οὗτοι δὲ μάλιστα ἐοίκασι τοῖς μινυρίζουσι καὶ ᾄδουσιν
τι ὅσα εἴωθε τέρπειν , πῶς ἂν ἡμέτεροι λόγοι πυκνῶς ἐνοχλοῦντες τὰ θέατρα τοῖς ἀκούουσιν ἐράσμιοι γένοιντο ; τοῦ λόγου
3953540 Δελφοι
ἱεροῦ . οὐδὲ γὰρ ἀσεβηθεὶς περιόψεται . „ οἱ δὲ Δελφοὶ τούτων ὀλίγα φροντίζοντες , τὴν ἐπὶ τὸν θάνατον ὁμοίως
ὅλη τὸν ἐμὸν ἐκζητήσουσι θάνατον . ” τοῦτο ἀκούσαντες οἱ Δελφοὶ οὐκ ἐφείσαντο αὐτοῦ ἀλλ ' ἤγαγον ἐπὶ τὸν κρημνόν
3942488 Σικελοι
τὸ οὐ μέντοι οὐ μέντον καὶ τὸ αἰεί αἰέν . Σικελοὶ μέντοι , φησίν , ἔμπαλιν τὸ ι ἀντὶ τοῦ
πρῶτον , ἔπειτα ἐς Σικελίαν ἀπ ' αὐτῆς κατενεχθέντες . Σικελοὶ δ ' ἐξ Ἰταλίας διέβησαν ἐς Σικελίαν , φεύγοντες
3938084 ἠλεγχοντο
τηνάλλως ἔδει βλασφημεῖν ; ὅπου γὰρ εἰ καὶ τὰ μάλιστα ἠλέγχοντο , ὑπέρ γε πάσης τῆς ῥητορικῆς λόγος κατελείπετο ,
ἡμῶν ἀλλὰ καὶ τῶν τεθνεώτων , καίπερ ἄκοντες ἔφασαν : ἠλέγχοντο γὰρ ὑπὸ τῆς ἀληθείας . καὶ τῶν μὲν προφητῶν
3936228 μαστιγιαι
Διογένους Κεφαλίωνα ἀποστοματιοῦντες ; κατὰ γὰρ τὸν Σοφοκλέους Κηδαλίωνά ἐστε μαστιγίαι , κέντρωνες , ἀλλοτριοφάγοι . ὅτι δ ' ὑμεῖς
ἔρχονται πάλιν εἰς ταὐτόν . Οὐκ ἐρρήσετ ' , ὦ μαστιγίαι ; Νὴ τὸν Δί ' : ὡς ἤδη γε
3931650 Συροι
μεγάλης κροκοδειλιάδος τῆς παρὰ τὰ ὕδατα φυομένης , ἣν οἱ Σύροι ὀρόφην καλοῦσι , γλυκυσίδης ἤτοι παιωνίας κόκκοι πυῤῥοὶ δώδεκα
καὶ μιγεὶς αὐτῆι ἔσχε Σύρον , ἀφ ' οὗ οἱ Σύροι . ἐν δὲ τοῖς Ὀρφικοῖς Ἄρεως καὶ Αἰγίνης γενεαλογεῖται
3931064 Πισιδαι
αὐτῶν . Συναφεῖς δ ' εἰσὶ τούτοις οἵ τε ἄλλοι Πισίδαι καὶ οἱ Σελγεῖς , οἵπερ εἰσὶν ἀξιολογώτατοι τῶν Πισιδῶν
Καππαδόκαι καὶ ἐκ τῆς βραχυτέρας Ἀρμενίας τινὲς καὶ Παμφύλιοι καὶ Πισίδαι . ὧν οὐχ ἅπασιν ἐς μάχας , ἀλλ '
3929106 Θουριους
Θουρίων ἡγούμενος μάχῃ νικήσας Λευκανοὺς μετὰ τὴν νίκην ἦγε τοὺς Θουρίους ἐπὶ τὸν τόπον τῆς μάχης δεικνύων αὐτοῖς , ὅτι
οὐκ Ἴωνας , ἀλλ ' οὐδὲ τοὺς τῆς ἀρχαίας Ἑλλάδος Θουρίους Κροτωνιάτας Ταραντίνους , ἢ τινὰς ἄλλους τῶν ἐκεῖ λεγομένων
3927282 Ταναγραν
κύκλῳ τῆς Ἀττικῆς κατεχόντων ἁρμοσταῖς καὶ φρουραῖς , Εὔβοιαν , Τάναγραν , τὴν Βοιωτίαν ἅπασαν , Μέγαρα , Αἴγιναν ,
τοῖς Ἀθηναίοις σχόντες : ἐλλιμενίσαντες . Τάναγραν : ταύτην τὴν Τάναγραν Ὅμηρος [ Β ] Γραῖαν καλεῖ : Θέσπειαν ,
3920914 Ἀραβες
ἀλλὰ κεχωρισμένως οἱ μὲν ἐν τῇ ἠπείρῳ , οἱ νῦν Ἄραβες καλούμενοι , αὐτοὶ γὰρ καὶ Σύριοι λέγονται : οἱ
στρατιᾶς κατέμειναν ἐν τῇ νήσῳ , τὸ δὲ παλαιὸν καὶ Ἄραβες οἱ Κάδμῳ συνδιαβάντες . αἱ δ ' οὖν πόλεις
3918037 Λακεδαιμονιαν
Κηφέως , καθ ' ὃν χρόνον Κηφεὺς Ἡρακλεῖ συνεστράτευσεν εἰς Λακεδαιμονίαν , ἵνα τούτου ἀποδημοῦντος ἡ πόλις ἀπόρθητος μείνῃ .
περιφέρεται δὲ καὶ χρησμὸς ἐκδοθεὶς Αἰγιεῦσιν ” ἵππον Θεσσαλικόν , Λακεδαιμονίαν δὲ γυναῖκα „ , ἄνδρας θ ' οἳ πίνουσιν
3914395 Βιθυνοι
ἐν Βιθυνιακοῖς , ὅτι ἀνιόντες εἰς τὰ ἄκρα τῶν ὀρῶν Βιθυνοὶ ἐκάλουν Πάπαν τὸν Δία καὶ Ἄττιν τὸν αὐτόν .
τῶν ὅρκων ἐνταῦθα καλεῖ ὡς πάντα ἐφορῶντα . διὸ καὶ Βιθυνοὶ , ὡς Ἀρριανὸς ἱστορεῖ , δίκας ἐδίκαζον καθεζόμενοι ἀντίοι
3913976 Πυριφλεγεθοντα
, ὅς σε διεπέρασεν , καὶ τὴν λίμνην καὶ τὸν Πυριφλεγέθοντα ἤδη ἑώρακας εἰσιών . Οἶδα ταῦτα καὶ σέ ,
τοῖς γὰρ μύθοις ἀπατώμεθα , ταῖς τούτων σκηνοποιίαις φοβεριζόμενοι ἀναπλαττόντων Πυριφλεγέθοντα καὶ Κωκυτὸν καὶ Ἀχέροντα ποταμοὺς * * : αἴρετέ
3910914 ποδονιπτηρα
Τελέσιλλα δὲ τὴν ἅλω καλεῖ δεῖνον , Κυριναῖοι δὲ τὸν ποδονιπτῆρα . δακτυλωτόν : Ἴων : ἔκπωμα δακτυλωτόν , ἄχραντον
ἃ ἠβούλοντο , πολλοὶ εἶπον . καὶ Στησίχορος δὲ λιθαργύρεον ποδονιπτῆρα ἔφη . Ἴων δέ πού φησι περὶ τοῦ ἰξοῦ
3910693 Ἁπαντες
ἐνδεικνύμενος , διὰ δὲ τοῦ κινεῖν ἑαυτὸν τὴν κινητικήν . Ἅπαντες μέντοι γε ὅσοι τὸ γιγνώσκειν οἰκεῖον ἔθεντο τῇ ψυχῇ
ἧττον ἂν τοῦτο πάθοι : διὸ καὶ πιστεύεται θᾶττον . Ἅπαντες μὲν τοίνυν οἱ περὶ τῆς Ἰνδικῆς γράψαντες ὡς ἐπὶ
3905057 ἐστειλαντο
ὁ Λυκόφρων πρὸς τὸ ὅτι περὶ τὴν Τροίαν ἀπελθόντες ἀποικίαν ἐστείλαντο καὶ ἔκτισαν τὸ Σμίνθιον : τὴν γὰρ ἐπιγαμίαν ἑκοντὶ
ἀνέμων βρόμος , οὕς τε μάλιστα δειδιότες μέγα λαῖφος ἁλίπλοοι ἐστείλαντο : δηρὸν δ ' οὐ μετέπειτα κελευόμενοι ὑπὸ δουρί
3901953 ναυκληρια
ᾧ μέγα χρὴ φρονεῖν αὐτούς , Λάμπιν , ὃς μέγιστα ναυκλήρια κέκτηται τῶν Ἑλλήνων , καὶ κατεσκεύακεν τὴν πόλιν αὐτοῖς
: παρακινδύνως μὲν οὖν ὁρμίζονται μετέωρα ἐν τῷ σάλῳ τὰ ναυκλήρια , τὸ μέντοι λυσιτελὲς νικᾷ : καὶ γὰρ ἡ
3895402 ἀνακοινουνται
κυδροῦνται ἐπὶ ταύτῃ τῇ παιδείᾳ καὶ ἐγκαλλωπίζονται καὶ ἐναβρύνονται καὶ ἀνακοινοῦνται αὐτὴν τοῖς ἀνθρώποις , θαμὰ ἐξάγοντες εἰς θέατρα καὶ
ἐς τοῦτον δὲ καὶ οἱ λοιποὶ ποταμοὶ συρρέουσι , καὶ ἀνακοινοῦνται τὸ ὕδωρ αὐτῷ , καὶ ἐργάζονται τὸν Πηνειὸν ἐκεῖνοι
3895115 ἀδολεσχειν
γραμμῆς ποιήσασθαι . τοὺς γὰρ τοιούτους , φησί , συμβαίνει ἀδολεσχεῖν . ὁ γὰρ λέγων τὸν ἄνθρωπον ζῷον λογικὸν θνητὸν
. ἀδολεσχίᾳ ] ὀλιγωρίᾳ . , μωρίᾳ . . τὸ ἀδολεσχεῖν τέσσαρα σημαίνει : τὸ φιλοσοφεῖν , ὡς τὸ “
3890644 θρυπτουσι
ζμυραίνης θαλασσίας . σὺν οἴνῳ δὲ λεῖα ποθέντα λαθραίως λίθους θρύπτουσι καὶ δυσουρίαν ἰῶνται . γάλα δὲ πολὺ ἄγει ταῖς
τὸν λίθον . τὰ δὲ χλιαρᾶς ὄντα δυνάμεως κατὰ μέρος θρύπτουσι καὶ οὐκ ἀπογαιοῦσιν . εἰσὶ δὲ ταῦτα δαμασώνιον ,
3886712 Θραικες
τὴν θεὸν ἐξιλάσαντο τῶι τεταπεινῶσθαι σφόδρα . πάντες μὲν οἱ Θρᾶικες , μάλιστα δ ' οἱ Γέται ἡμεῖς ἁπάντωνκαὶ γὰρ
Κιμμέριοι τὴν Ἀσίαν κατέτρεχον , οὓς ἐκβαλόντες ἐκ Βιθυνίας οἱ Θρᾶικες ὤικησεν αὐτοί . : ὁ δ ' αὐτὸς Ἀρριανὸς
3880452 Ἀριστοκρατους
ὡς ἐν τῷ πρὸς Λεπτίνην , ὡς ἐν τῷ κατὰ Ἀριστοκράτους , καὶ καθόλου ἔνθα ἂν ἔχωμεν νόμον , ἀλλὰ
στεφάνου , ἐν τῷ Κατὰ Μειδίου , ἐν τῷ Κατὰ Ἀριστοκράτους , ἐν τῷ πρώτῳ τῶν Ὀλυνθιακῶν . Κατὰ πόσους
3874171 Ἀραβιην
, ἦκται δὲ κατύπερθε ὀλίγον Βουβάστιος πόλιος παρὰ Πάτουμον τὴν Ἀραβίην πόλιν : ἐσέχει δὲ ἐς τὴν Ἐρυθρὴν θάλασσαν .
κόλπου τοῦ κατ ' Αἴγυπτον ὁρμηθέντες ἄνθρωποι ἐκπεριπλώσαντες τὴν πολλὴν Ἀραβίην ἐλθεῖν ἐς τὴν κατὰ Σοῦσά τε καὶ Πέρσας θάλασσαν
3859596 λεληθαμεν
μὲν οὖν . Ἆρ ' οὖν , ὦ θαυμάσιε , λελήθαμεν ἄνθρωποι πάντες , καὶ τὰ νῦν δὴ ἡμεῖς ,
δέδοικα μέν , ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι , δέδοικα , μὴ λελήθαμεν ὥσπερ οἱ δανειζόμενοι ἐπὶ πολλῷ ἄγοντες : τὸ γὰρ
3853198 Θρᾳκες
εἰ καὶ τύχοιμεν , Σύροι μόνον αἰσθήσονται , τοῦ δὲ Θρᾷκες , τοῦ δὲ Γαλάται , καὶ ἡ πρόσοικος χώρα
ὅτι ἐνταῦθα ἐκπίπτει τὰ πλοῖα χειμῶνι βιαζόμενα , καὶ οἱ Θρᾷκες οἱ πρόσχωροι ὅτι ὑπὲρ τῶν ναυαγίων ἐν σφίσιν διαμάχονται
3850110 γοργως
εἰδῶν διεγείρουσα . λύει δὲ τὴν ἔνστασιν ὡς μὲν οἴεται γοργῶς , παντὶ δὲ δῆλον ὅτι παραλογιστικῶς : Εἰ καὶ
ὡς ἡ γραφὴ δείκνυσι , καὶ περιτρέχειν δι ' ὀλίγων γοργῶς τοῦτο ποιούντων τῶν νεωτέρων τὸ στράτευμα . Ἔσται δὲ
3849929 προσηκαντο
, ἧκε τὴν ἀρχὴν ὠνούμενος . ἀλλὰ τοῦτον μὲν οὐ προσήκαντο φοβηθέντες οἱ στρατιῶται τὴν πρὸς τὸν Περτίνακα συγγένειαν ,
Φιλόχορος διείλεκται , ὅτι παραπλήσιον αὐτὴν τῆι τοῦ Λάκωνος Ἀνταλκίδου προσήκαντο , ἀπειρηκότες ταῖς ξενοτροφίαις καὶ ἐκ πάνυ πολλοῦ τῶι
3848350 ἀκηκοασιν
τὸ πρᾶγμα ὅλον ἄδικός ἐστιν ἄνθρωπος . πλεῖστοι δὲ αὐτοῦ ἀκηκόασιν λέγοντος , οἱ μὲν ὅτι τὸ παράπαν οὐκ ἔλαβε
τὰ παρὰ σοῦ , πρὸς ἃ καὶ παρ ' ἡμῶν ἀκηκόασιν ἁρμόζοντα τοῖς σοῖς γράμμασι . Πάντα γὰρ ὅσα σοι
3844589 Ἀναστηθι
ψυχὰς πάντων ἀνθρώπων . τότε κύριος πρὸς Μιχαὴλ εἶπεν : Ἀνάστηθι καὶ πορεύου πρὸς Ἁβραὰμ , καὶ ξενίζου πρὸς αὐτόν
Ιωβαβ Ιωβαβ . καὶ εἶπον Ἰδοὺ ἐγώ . καὶ εἶπεν Ἀνάστηθι καὶ ὑποδείξω σοι τίς ἐστιν οὗτος ὃν γνῶναι θέλεις
3842109 ἐπιχωριοι
Ἀσωπὸν καὶ ἐς κορυφὴν ὄρους ἥξασιν , ἐνταῦθα λέγουσιν οἱ ἐπιχώριοι Τιτᾶνα οἰκῆσαι πρῶτον : εἶναι δὲ αὐτὸν ἀδελφὸν Ἡλίου
κατεσκευασμέναις πορθμίσιν ὁμοιοπαθεῖς . ταύτας κατ ' ἐκεῖνο καιροῦ οἱ ἐπιχώριοι τέχνῃ καὶ σπουδῇ καὶ μερίμναις εἰς τὴν χέρσον ἐκβαλόντες
3839077 τετραλογιαν
τὴν φιλοσοφίαν . Θράσυλλος δέ φησι καὶ κατὰ τὴν τραγικὴν τετραλογίαν ἐκδοῦναι αὐτὸν τοὺς διαλόγους , οἷον ἐκεῖνοι τέτρασι δράμασιν
τῆς Πολιτείας καὶ ἑνὸς τῶν Νόμων . πρώτην μὲν οὖν τετραλογίαν τίθησι τὴν κοινὴν ὑπόθεσιν ἔχουσαν : παραδεῖξαι γὰρ βούλεται
3838226 ἀνελομενοι
[ δύο ] ἡμέρας εʹ τῇ δὲ Ϛʹ μέσον ἡμέρας ἀνελόμενοι αὐτὰς ἐνθέρμους καταβάπτομεν εἰς γλεῦκος καὶ θάλασσαν ἑψημένην ἐφ
νικῶντος τοῦ Ἑλληνικοῦ ἔπεσεν ἐν τῇ μάχῃ . Ἐφέσιοι δὲ ἀνελόμενοι τοῦ Ἀνδρόκλου τὸν νεκρὸν ἔθαψαν τῆς σφετέρας ἔνθα δείκνυται
3836375 Ἰδοντες
πρόβατα ἐξῆγε τοῦ Δρύαντος , φόβῳ τῶν ἀγερώχων ποιμένων . Ἰδόντες δὲ μειράκιον μέγα καὶ καλὸν καὶ κρεῖττον τῆς ἐξ
' ὃν ἡ μάχη συνέστη καὶ ἡ τροπὴ παραγενέσθαι . Ἰδόντες οὖν φεύγοντας καὶ τὸν δομέστικον ζητήσαντες τῶν Σχολῶν καὶ
3833232 Ἐπεμψεν
οὐ βιαζόμενος : βία γὰρ οὐ πρόσεστι τῷ Θεῷ . Ἔπεμψεν ὡς καλῶν , οὐ διώκων : ἔπεμψεν ὡς ἀγαπῶν
ἔλεγον : προηγόρει δὲ Ἑκατώνυμος δεινὸς νομιζόμενος εἶναι λέγειν : Ἔπεμψεν ἡμᾶς , ὦ ἄνδρες στρατιῶται , ἡ τῶν Σινωπέων
3830220 ὑπαρκτον
, ἀντὶ μεσότητος τῆς ἐτῶς . τὸ παρὰ μηδενὶ οὖν ὑπαρκτόν , τουτέστι μέγα , ἄετον καὶ ἄητον . καὶ
τι ἀγαθὸν καὶ κακόν , οὕτω καὶ πρὸς τὴν φύσιν ὑπαρκτόν ἐστιν . Ὅτι μὲν οὖν οὐ κεκρατημένως ὑπέγραψαν οἱ
3829386 Ἰλισον
ἐπὶ ὕβρει καὶ ἀρᾷ , οἷον ἴθι ἐς Κυνόσαργες . Ἰλισόν . ποταμὸς ἐν τῇ Ἀττικῇ . Καλλιρόην . κρήνη
ὦ φίλε , ἀπὸ τῆς διαθέσεως τὸ διακείμενον καλῶν . Ἰλισόν . ποταμὸς ἐν Ἀττικῇ . τὸ ἐν Ἄγρας .
3827899 ἐξεστρατευσαν
καταγόμενοι συγγενείας , αὐτοὶ καθ ' ἑαυτοὺς κατὰ τῶν Βεεγέντων ἐξεστράτευσαν , ὑποσχόμενοι καὶ τῷ δήμῳ καὶ τῇ συγκλήτῳ τὸν
Φιλίππου πολιορκούμενοι , προὔθεσαν γέρας τοῖς τὴν πολιορκίαν λύουσιν , ἐξεστράτευσαν δι ' αὐτοὺς Ἀθηναῖοι , μαθὼν Φίλιππος ἀνεχώρησε ,
3827892 Θετταλοι
Ἀθήναις κατὰ τὴν Μακεδόνων ἐπικράτειαν . ὁμολογοῦνται δ ' οἱ Θετταλοὶ πολυτελέστατοι τῶν Ἑλλήνων γεγενῆσθαι περί τε τὰς ἐσθῆτας καὶ
τῶν ἱππέων : ἐπεὶ δ ' ἐκώλυον τῆς πορείας οἱ Θετταλοὶ ἐπελαύνοντες τοῖς ὄπισθεν , παραπέμπει ἐπ ' οὐρὰν καὶ
3826746 ὠνομαζοντο
καὶ φρούριον Βίβρακτα . οἱ δὲ Αἴδουοι καὶ συγγενεῖς Ῥωμαίων ὠνομάζοντο καὶ πρῶτοι τῶν ταύτῃ προσῆλθον πρὸς τὴν φιλίαν καὶ
καὶ τοὺς καλουμένους Σιττιανούς , οἳ ἀπὸ τοιᾶσδε συντυχίας οὕτως ὠνομάζοντο . Σίττιος ἐν Ῥώμῃ δίκην ἰδίαν οὐχ ὑποστὰς ἔφυγε
3824702 ὀρυκτεον
δὲ στρατοπέδῳ παρασκευάσαι δέοι χρηστὸν ὕδωρ ἐκ πονηροῦ , βόθρους ὀρυκτέον ἐφεξῆς ἀπὸ τῶν ὑψηλοτάτων εἰς τὰ κατάντη καὶ διὰ
θερμάνανταϲ πίνειν . ἐν δὲ ταῖϲ ὁδοιπορίαιϲ ἢ ϲτρατοπέδῳ βόθρουϲ ὀρυκτέον ἐφεξῆϲ ἀπὸ τῶν ὑψηλοτάτων εἰϲ τὰ κατάντη καὶ διὰ
3823675 διακομιζουσιν
δ ' οἱ ἔμποροι παρὰ τῶν ἐγχωρίων ὠνοῦνται , καὶ διακομίζουσιν εἰς τὴν Γαλατίαν : τὸ δὲ τελευταῖον πεζῆι διὰ
παρ ' ὧν ἄλλοι τὰ [ τοιαῦτα ] φορτία ὠνούμενοι διακομίζουσιν εἰς τὴν Φοινίκην καὶ Κοίλην Συρίαν , ἔτι δ
3819476 ἀπωθουμενων
: ἐπὶ τῶν κρύφα μέν τινος ἐφιεμένων , φανερῶς δὲ ἀπωθουμένων καὶ διαπτυόντων αὐτό . Τοῖς εὐτυχοῦσι καὶ τρίμηνα παιδία
Ἡρακλείδας ἐκάλει : τῶν δὲ μνήμῃ τοῦ μαντείου τὴν τιμὴν ἀπωθουμένων , καὶ μὴν , ἔφη , φθάνουσα ὑμῶν ἡ
3817814 κεκαλυφθαι
γάρ , εἰ τὸν κεκαλυμμένον ἀγνοῶ , συμβέβηκε δὲ τὸ κεκαλύφθαι τῷ Κορίσκῳ , ἤδη καὶ Κορίσκον ἀγνοῶ , ὥσπερ
Λιβύην πᾶσαν καὶ τῆς Εὐρώπης τὰ πολλὰ καὶ τῆς Ἀσίας κεκαλύφθαι πρότερον , τούτοις ἐπιφέρει διότι καὶ ὁ Πόντος τῷ
3817666 παρενθεσιν
πάντες ὅσοι πώποτε ] σημείωσαι , ὑπερβατὸν δέ ἐστι κατὰ παρένθεσιν , ὅ ἐστιν ἐπεμβολή . ἢ ἐγὼ πάσχειν ]
ᾗ τις οὐ μολίσκει , ἵν ' ᾖ ἀμολγῷ κατὰ παρένθεσιν τοῦ γ : „ ἐν νυκτὸς ἀμολγῷ „ ,
3817665 Λυδοι
ξύλα σχηματίσαντες εἰς βοῦν , οὕτω τὸ θεῖον ἱλάσκονται . Λυδοὶ πονηροὶ , δεύτεροι δ ' Αἰγύπτιοι , τρίτοι δὲ
Ἀριστοφάνης δὲ διὰ τὸ λυτρώσασθαι Θηβαίους παρὰ Ναξίων ἄμπελον . Λυδοὶ πονηροί , δεύτεροι Αἰγύπτιοι , τρίτοι δὲ πάντες ὧν
3817000 Ἰωνες
ἀποπλάνημα , ἀποκάθαρμα . Σοφοκλῆς : ἅπαν : οἱ μὲν Ἴωνες συστέλλουσι καὶ ὁ Ποιητὴς τῶν δ ' ἅπαν ἐπλήσθη
διέπεμπον νυκτὸς ἕκαστος ἐς τοὺς ἑωυτοῦ ἐξαγγελλόμενος . Οἱ δὲ Ἴωνες , ἐς τοὺς καὶ ἀπίκοντο αὗται αἱ ἀγγελίαι ,
3814421 ἀναγνοντες
Νεοπτόλεμος ἑκόντα ἐς Τροίαν ἤγαγον ἱκετεύσαντες ὑπὲρ τοῦ Ἑλληνικοῦ καὶ ἀναγνόντες αὐτῷ τὸν ὑπὲρ τῶν τόξων χρησμόν , ἐκ Λέσβου
κακῶς κρίνειν τιμωρίας . οἱ μὲν οὖν κατηγοροῦντες τὴν ἐπιστολὴν ἀναγνόντες τὴν πεμφθεῖσαν ὑπὸ τοῦ Ὀρόντου , ταύτην ἱκανὴν ἔφασαν

Back