, λάξ , οἶμαι , εἰς τοὺς ὀδόντας ὑπὸ τοῦ Κλεοδήμου Δίφιλον εἶναι οἰηθέντος . ἔκειτο οὖν ἄθλιος κατὰ τὸν
ἠρίστευεν τῷ Ζηνοθέμιδι συμμαχῶν , καὶ πατάξας τῇ βακτηρίᾳ τοῦ Κλεοδήμου μὲν τὸ κρανίον , τοῦ Ἕρμωνος δὲ τὴν σιαγόνα
6262968 Ξανθιππης
ὡς τοὺς πλείστους διαλόγους ὄντας Σωκράτους ὑποβάλλοιτο , λαμβάνων παρὰ Ξανθίππης : ὧν οἱ μὲν καλούμενοι ἀκέφαλοι σφόδρ ' εἰσὶν
ἐφιλοτιμήσατο Ἀλκιβιάδης δῶρα πολλὰ πέμψαι τῷ Σωκράτει . τῆς οὖν Ξανθίππης καταπλαγείσης καὶ τὸν Σωκράτην λαβεῖν αὐτὰ ἀξιούσης , ὃ
5812601 προσδιορισμου
γὰρ ἢ μετὰ προσδιορισμοῦ λαμβάνεται ἢ χωρὶς προσδιορισμοῦ , μετὰ προσδιορισμοῦ τὶς ἄνθρωπος , χωρὶς προσδιορισμοῦ Σωκράτης : οὐδεμία δὲ
ζῷον : τὸ γὰρ ἄρθρον τὴν δύναμιν ἔχει τοῦ καθόλου προσδιορισμοῦ , ὡς μαθησόμεθα πρὸς τῷ πέρατι τοῦ βιβλίου .
5771060 Γναθαινης
τοὺς προλόγους ἐμβάλλομεν . μαστιγίας μώλωπας ὑψηλοὺς ἔχων μετὰ τῆς Γναθαίνης ἀπὸ τύχης ἀνεπαύετο . περιλαμβάνουσα δ ' αὐτόν ,
, Λύκος καὶ Ἐλεύθερος ; Ἐπὶ δὲ τὴν θυγατέρα τῆς Γναθαίνης πτωχῶν ἐραστῶν κωμαζόντων , καὶ ἀπειλούντων κατασκάψειν τὴν οἰκίαν
5550111 ὀνειδισθεις
† ) τρεῖς νοθεύονται : ἐφ ' οἷς γὰρ Ἀντίνοος ὀνειδισθεὶς ὤργισται εἰκὸς ἦν ἀχθεσθῆναι καὶ τοὺς λοιπούς . .
ἡλικίαν ἤγαγεν . ἔπειτα δὲ Οἰδίπους παρά τινος ὑβρισθεὶς καὶ ὀνειδισθεὶς ὡς νόθος ἐστὶ καὶ οὐ γνήσιος υἱὸς τοῦ Πολύβου
5508891 αὐλητου
ἦσαν ἄνδρες , ἐξ ὧν ὁ χορὸς συνεστὼς προκαταρχομένου τοῦ αὐλητοῦ τὸ μέλος προεφέρετο . οἱ δὲ κεφαλὰς ἀκούουσι τὰ
κήρυκι τὸν πόδ ' ἀναπαρῶ . αὐλεῖν ἐπὶ τοῖς ἱεροῖσιν αὐλητοῦ κακοῦ μέλλοντος ὁ Στρατόνικος εὐφήμει , μέχρι σπείσαντες εὐξώμεσθα
5244157 Ἀντιγενη
τὸ μῆκος στρατιωτῶν οὐκ ὀλίγων οἱ περὶ τὸν Εὐμενῆ καὶ Ἀντιγένη ἠξίωσαν τὸν Πευκέστην ἐκ τῆς Περσίδος μεταπέμψασθαι τοξότας μυρίους
κατεκρήμνισαν αἰκισάμεναι . καὶ αὐτὸς δὲ τοὺς ἰδίους ἀνεῖλε κυρίους Ἀντιγένη καὶ Πύθωνα . περιθέμενος δὲ διάδημα καὶ πάντα τὰ
5236856 Ἀξιοχου
τυγχάνομεν ἐπιθυμοῦντες ὡς βέλτιστον αὐτὸν γενέσθαι . ἔστι δὲ οὗτος Ἀξιόχου μὲν ὑὸς τοῦ Ἀλκιβιάδου τοῦ παλαιοῦ , αὐτανεψιὸς δὲ
ὑπὸ τῶν ξένων ἐγώ τε καὶ σύ , ὦ παῖ Ἀξιόχου . Τί δή , ἔφη , τοῦτο ; Ὅτι
5219089 πυλωνος
καὶ βαθυτέρᾳ καθ ' ἑαυτὸν ἐννοίᾳ γενόμενος δι ' ἑτέρου πυλῶνος ἐκλαθόμενος ἀπηλλάγη , τό τε τῆς ἡμέρας λοιπὸν καὶ
. Τὰ εἰς ων τοπικὰ τὸ ω φυλάττει , πυλών πυλῶνος , Ἰτών Ἰτῶνος . Τὰ εἰς ων ὀνόματα μηνῶν
5168487 ῥικνον
ἕτερα σημεῖα ἡμῖν παραδίδωσιν λέγων οὕτως : “ ἢν δὲ ῥικνὸν ἢ καμπύλον γένηται ἢ πέλιον βλέφαρον ἢ χεῖλος ἢ
. ἡ δὲ λέξις παρὰ Καλλιμάχῳ : ναὶ μὰ τὸ ῥικνὸν σῦφαρ ἐμόν . διασκευάζει δὲ Ὁμηρικῶς τὴν γραῦν οὕτως
5154005 Θερσανδρου
, λέγειν , φθάσας ῥήτωρ ἕτερος , ὄνομα Σώπατρος , Θερσάνδρου συνήγορος , “ Ἀλλ ' ἐμός , ” εἶπεν
εἰς τὴν εἱρκτὴν ἐβέβλητο , δώσων δίκην , τοῦ δὲ Θερσάνδρου φυγὴν ἀπόντος κατέγνωσαν . ἡμᾶς δὲ ὁ ἱερεὺς ὑπεδέχετο
5153643 στρεβλουμενος
κατάσκοπον ἥκειν παρὰ Ἀλεξάνδρου ἠνάγκασε συλληφθῆναι , καὶ βασανιζόμενος καὶ στρεβλούμενος περὶ τοῦ πράγματος ἐκεῖνος ἐτελεύτησε . . τὰ ἀγοράσματα
τό γε συμφέρον καὶ οὗτος ἠπίστατο , ὅτι τότε παύσοιτο στρεβλούμενος , ὁπότε εἴποι τὰ τούτοις δοκοῦντα . Ποτέρῳ οὖν
5149296 εἰσελθοντος
: ἕνα βούλεσθαι ἀριθμὸν εὑρεῖν , ᾧ ἕως τοῦ τελευταίου εἰσελθόντος ἐξ ἴσου πάντες ἕξουσιν ἤτοι μῆλα ἢ στεφάνους .
δὲ θᾶττον ἐπληρώθη τὸ θέατρον ἀνδρῶν τε καὶ γυναικῶν . εἰσελθόντος δὲ μόνου Χαιρέου πᾶσαι καὶ πάντες ἐπεβόησαν ” Καλλιρόην
5148548 Γλαυκωνος
τὴν ἐν τῇ πόλει πορευτὴν ὁδόν . Ἡρακλέων δὲ ὁ Γλαύκωνος παρὰ τὸ ἀίσσω φησίν . ἔστι δὲ ὡς παρὰ
ἄλλον μηδὲ γενέσθαι πώποτε , εἰ μὴ Ἱππόνικον ἐκ τῆς Γλαύκωνος θυγατρός : ἢ ἐξώλη εἶναι καὶ αὐτὸν καὶ τὴν
5101221 ἀκολουθου
ἀληθὲς ὑπάρχον , ἀλλ ' οὐδὲν ἧττον ἔχεσθαι ἀεὶ τοῦ ἀκολούθου δεῖ . Κεφ . ζʹ . Ἐπεὶ οὖν πᾶς
δείγματα τοῖς μὴ χαλεπῶς ἐπὶ τὴν τοῦ ὁμοίου τε καὶ ἀκολούθου μεταβαίνουσιν θεωρίαν . αὐτίκα ἐν ἀρχῇ τῷ Ἀθηναῖος προσηγορικῷ
5088769 ὀλεκρανου
τῷ λιχανῷ ἀντιτείνας , τὸ μέτρον λιχάς . ἀπὸ δὲ ὀλεκράνου πρὸς τὸν μέσον δάκτυλον ἄκρον τὸ διάστημα πῆχυς .
ὁ δὲ μετὰ τοῦτον , μεσοκόνδυλος : ἀπὸ οὖν τοῦ ὀλεκράνου πρὸς τὸ τοῦ μικροῦ μετακονδύλιον , πυγών : ἐξ
5079783 Δαμωνος
δοκεῖς οὐδὲ ἠισθῆσθαι , ὅτι δὴ ταύτην τὴν σοφίαν παρὰ Δάμωνος τοῦ ἡμετέρου ἑταίρου παρείληφεν , ὁ δὲ Δάμων τῶι
μοι δοκεῖς οὐδὲ ἠισθῆσθαι , ὅτι ταύτην τὴν σοφίαν παρὰ Δάμωνος τοῦ ἡμετέρου ἑταίρου παρείληφεν , ὁ δὲ Δάμων τῶι
5055421 Μελαμποδιας
πολυχρόνιον ζωὴν ὡς . . . . ὡς ὁ τῆς Μελαμποδίας ποιητὴς ἐννέα μὲν μοίρας , δεκάτην δέ τε μοῖραν
καλεῖσθαί φησι καὶ τὸ γένος Ὠλένιον εἶναι Ἡσίοδος ἐν τρίτῳ Μελαμποδίας τὴν ἐν Εὐβοίᾳ Χαλκίδα καλλιγύναικα εἶπεν . Εὐπρεπεῖς γὰρ
5051104 τραυματος
ἐπορεύετο , ὡς ἐπισκέψαιτο τὸν Γαδάταν πῶς ἔχοι ἐκ τοῦ τραύματος . πορευομένῳ δὲ αὐτῷ ὁ Γαδάτας ἐπιδεδεμένος ἤδη τὸ
αὐτῷ ἔτι οὐδὲν δύναται τελέσαι : οὐδὲν δὲ χεῖρον τοῦ τραύματος τῆς τρυγόνος : οὐ μόνον γὰρ ζώσης αὐτῆς βλάπτει
5037886 ἐπῳδης
ἐκεῖνα μὲν αὖθις ἐποίησε ξύλα , ὥσπερ ἦν πρὸ τῆς ἐπῳδῆς , αὐτὸς δὲ ἀπολιπών με λαθὼν οὐκ οἶδ '
δύνανται , εἴ τις ἐπίσταιτο αὐτοῖς χρῆσθαι μετὰ τῆς οἰκείας ἐπῳδῆς ἑκάστῳ : ποδῶν δὲ ἴασιν ἥκιστα ἐπαγγέλλεται . “
5017578 λαλησαντος
τὸ βρῶμα τῆς γνώσεως [ ὡς ] ἐξ ἀποκαλύψεως τοῦ λαλήσαντος αὐτῇ ὄφεως , σπορὰν ὑποτίθενται : καὶ ὥσπερ ἐν
] τὸ τυχὸν εἰπόντος , μουγγρίσαντος , φωνήσαντος , ποσῶς λαλήσαντος , φθεγξαμένου τι ἀπρεπές . διὰ τοὺς ἀσκουμένους νέους
5000409 ἀδελφιδου
ἰστέον , ὅτι τὰ εἰς δους λήγοντα εἰς ου , ἀδελφιδοῦ , ἔστι δὲ ὁ ἀνεψιός , ὁ θυγατριδοῦς τοῦ
γὰρ αὐτὰ οὐ Δίωνος ἀλλὰ τοῦ ὑέος , ὄντος μὲν ἀδελφιδοῦ αὐτοῦ κατὰ νόμους ἐπιτροπεύοντος . τὰ μὲν δὴ πεπραγμένα
4970128 Γναθαινιον
δωρεὰν θέλοντ ' ἔχειν . πανηγύρεως οὔσης ποθ ' ἡ Γναθαίνιον εἰς Πειραιᾶ κατέβαινε πρὸς ξένον τινὰ ἔμπορον ἐραστὴν εὐτελῶς
σὺν τοῖς ὀναρίοις , φησί , καὶ ταῖς ἀστράβαις . Γναθαίνιον δ ' εἶπ ' ὦ τάλαν , μὴ δῆτ
4952501 κιθαρῳδου
μή ποτ ' ἐπιβὰς κήρυκι τὸν πόδα παρῶ . Κλεῶνος κιθαρῳδοῦ , ὃς ἐκαλεῖτο Βοῦς , ἀκούσας εἶπεν : ὄνος
ἄκρατον τὴν δυστυχίαν . διὸ καὶ περὶ τοῦ Δημοδόκου τοῦ κιθαρῳδοῦ φησιν : ὃν πέρι Μοῦς ' ἐφίλησε , δίδου
4918272 πλοιαριου
τὴν θήραν ἐξορμῶσα καὶ ἐξ οὗπερ ἐτάχθη πολλάκις κατὰ χώραν πλοιαρίου μένειν , ἐμφύει τοὺς ὀδόντας τοῦ ἀσπαλιευτοῦ τῷ σώματι
. λέμβος καὶ λέμφος διαφέρει . λέμβος μὲν γάρ ἐστι πλοιαρίου τινὸς εἶδος , λέμφοι δὲ παρὰ Ἀττικοῖς οἱ κορυζώδεις
4891010 Εὐβουλε
σφοδρότητος οἰκεῖοι . [ , ] τί γὰρ δήποτε , Εὔβουλε ἡ μετὰ ἐρωτήσεως ἀποστροφὴ διαφέρει τῆς ἀποστροφῆς , ὅτι
πάνυ ἀγχίνως εἰπεῖν ὡς “ οἱ μὲν σοφοί , ὦ Εὔβουλε , ἴσασιν ὧν δέονται , τῆς πρὸς τὴν τῶν
4887457 σκελους
καὶ προβιβαζομένης τῆς τοῦ μηροῦ κεφαλῆς , καὶ τοῦ μὲν σκέλους τῇ κατατάσει ἐκτεινομένου , τοῦ δὲ πάσχοντος κατ '
τρέψει πάντως αὐτάς . καθεύδουσί τ ' ἐφ ' ἑνὸς σκέλους ἑστῶσαι καὶ τὰς κεφαλὰς ταῖς πτέρυξι ἐπικαλύπτουσιν . φύλακες
4877035 πρεσβευοντος
Πελοποννήσιοι , πρεσβείαν πέμψαντες πρὸς ἀλλήλους , οὐ μὴν Ἀρχεπτολέμου πρεσβεύοντός τινος , ἀλλὰ τῶν Λακεδαιμονίων ἦν πρεσβευτὴς Ταῦρος ,
ἐστρατήγει . . . . . . . : Δημάδου πρεσβεύοντός ποτε ὑπὲρ Ἀθηναίων πρὸς Φίλιππον καὶ παρρησίᾳ διαλεγομένου ,
4865357 πυθομενου
ἐπ ' ἐρημίας γελῶν : ἄφνω δέ τινος ἐπιστάντος καὶ πυθομένου , διὰ τί μηδενὸς παρόντος γελᾷ : Δι '
. Ὁ αὐτὸς Πλάτωνος εἰσελθόντος πρὸς αὐτὸν μαλακῶς ἔχοντα καὶ πυθομένου , πῶς διάγει , ἔφη τὸν μὲν σπουδαῖον καὶ
4856531 φυγοντος
δὲ φερόμενον ὡς Πυθαγόρου Λύσιδός ἐστι τοῦ Ταραντίνου Πυθαγορικοῦ , φυγόντος εἰς Θήβας καὶ Ἐπαμεινώνδα καθηγησαμένου . φησὶ δ '
που πλανᾶσθαι . Ἐπεὶ δὲ ἡ ὡροσκόπησις τῆς καταρχῆς τοῦ φυγόντος ἄδηλός ἐστι δεῖ τιθέναι ἐκεῖνον ὡροσκόπον ὁπότε ἤκουσεν ὁ
4850874 τραγῳδοποιου
Ἐρινύες μόναι καθεύδουσιν ὑπὸ πόνου ἴσως καὶ Ἀπόλλωνος , τοῦ τραγῳδοποιοῦ τοῦτο ἐπιτηδεύσαντος , ἵνα διὰ τούτου ἐμφανὲς γένηται τὸ
ἄρα πιστευτέον αὐτῷ λέγοντι περὶ Αἰσχίνου , φησὶν Ἰσχάνδρου τοῦ τραγῳδοποιοῦ τριταγωνιστὴν γενέσθαι τὸν Αἰσχίνην καὶ ὑποκρινόμενον Οἰνόμαον διώκοντα Πέλοπα
4847618 προσηλθεν
δέ , ἐπειδὴ μὴ παρηνώχλει τὰ δασέα , τὸ θ προσῆλθεν ἐν τῷ τέλει . τυπήτω . Δυϊκά . Τύπητον
ἐπεὶ δὲ χειμὼν ἦν καὶ οὐκ ἦσαν λείρια ἄνθη , προσῆλθεν ὁ τέττιξ τῷ μύρμηκι ζητῶν , ᾧ τραφήσεται .
4846897 τουτουϊ
ὑμῶν ἀγανακτήσειεν ἀναμνησθεὶς ἑαυτοῦ , εἰ ὁ μὲν καὶ ἐλάττω τουτουῒ τοῦ ἀγῶνος ἀγῶνα ἀγωνιζόμενος ἐδεήθη τε καὶ ἱκέτευσε τοὺς
ἀρετῇ . εἰ δὲ βούλει , Κλεινίαν , τὸν Ἀλκιβιάδου τουτουῒ νεώτερον ἀδελφόν , ἐπιτροπεύων ὁ αὐτὸς οὗτος ἀνὴρ Περικλῆς
4838546 βουλευσαμενον
Πάντα , φάναι , ὅσα ἂν τὸ κρατοῦν τῆς πόλεως βουλευσάμενον , ἃ χρὴ ποιεῖν , γράψῃ , νόμος καλεῖται
, καὶ δοῦλον τὸν περὶ τῆς δωρεᾶς μετ ' αὐτῆς βουλευσάμενον : εἶθ ' ὑποβάλλει τις ὡς ἄτοπον καὶ μεταποιεῖται
4834320 δικαστηριου
οἱ δικασταὶ κατήγαγον αὐτόν , ὁ δὲ λυθεὶς ἐξῆλθεν τοῦ δικαστηρίου , μεῖναι ἐκεῖσε μὴ ἀνασχόμενος . μετὰ δὲ τὸ
ταῦτα ? αὐτὸς ? [ ὑμῖν ἐμαρτύρησεν [ ἐπὶ τοῦ δικαστηρίου [ ? , ὅτ ' ἦν τούτωι ? [
4814512 λυχνουχου
, ἐσχάρα . καὶ διαστίλβονθ ' ὁρῶμεν ὥσπερ ἐκ καινοῦ λυχνούχου πάντα τῆς ἐξωμίδος . καί κ ' ἐπιθυμήσειε νέος
Ἄλεξις δ ' Ἐκκηρυττομένῳ : ὥστ ' ἐξελὼν ἐκ τοῦ λυχνούχου τὸν λύχνον μικροῦ κατακαύσας ἔλαθ ' ἑαυτόν , ὑπὸ
4813427 παλμου
ὀπισθοτόνου καὶ τετανοῦ . ιθʹ περὶ τρόμου . κʹ περὶ παλμοῦ . καʹ περὶ φρίκης καὶ κλόνου καὶ ῥίγους .
φησὶ Γαληνός κατ ' ἐνιαυτὸν ἦρος ὥρᾳ πάσχοντα τὸ τοῦ παλμοῦ σύμπτωμα τῆς καρδίας : κἀπειδὴ τρισὶν ἔτεσιν ἐπειράθη φλεβοτομίας
4807639 παρατυχοντος
κατέσχεν ὑπὸ σκότου τὸν φθόνον : ὡς δὲ πάλιν λέοντος παρατυχόντος ὁ μὲν αὖ ἥμαρτεν , οὐδὲν οἶμαι θαυμαστὸν παθών
, Νεάπολις , Ἐπιπολαὶ , Τύχη . οὐκ ἐκ τοῦ παρατυχόντος οὖν μεγαλοπόλεις εἴρηκε τὰς Συρακούσας . . . ἄλλως
4794522 Ἱππονικος
τῶν λόγων , δεικτέον πρῶτον τοῦ λόγου τὴν ὑπόθεσιν . Ἱππόνικός τις , ὡς ἔχει ὁ πολὺς λόγος , Κύπριος
τὰς θύρας ἀνοίγει . ἦσαν δ ' οἱ σωματοποιήσαντες αὐτοὺς Ἱππόνικός τε ὁ Μακεδὼν καὶ Ἀγήτωρ ὁ Λαμιεύς : ὁ
4788522 καθεδεισθαι
πρῶτον ἐκαθέζετο : καὶ ἔτι νῦν ὀμνῦσιν ἀπ ' ἐκείνου καθεδεῖσθαι ἐν τῶι γράμματι ὧι ἂν λάχωσιν . . .
[ οὐκ ] ἀπῄεσαν , εἴ γε ὡς λίθοι ἔμελλον καθεδεῖσθαι . φαμὲν οὖν ὅτι , εἰ μέν τι ἦν
4787986 Καραβος
Καλλιμέδοντι , κἀσθίονθ ' ἅμα ἐποίησε πηδᾶν , ὅθεν ἐκλήθη Κάραβος . Ὅταν ἐρανισταῖς , Καρίων , διακονῇς , οὐκ
Ἱερόκλεια , Λοπάδιον . Εἶθ ' ὁ Καλλιμέδων ἄφνω ὁ Κάραβος προσῆλθεν , ἐμβλέπων δ ' ἐμοί , ὡς γοῦν
4787720 Νομιτωριου
ὡς οὔτ ' αἰτίαν οὐδεμίαν εἶχεν ὑποβολῆς εὔλογον . ἡ Νομιτωρίου μὲν ἀδελφή , Οὐεργινίου δὲ γυνή , παρθένος γαμηθεῖσα
εἰσαχθεὶς εἰς τὸν δῆμον ὑφ ' ἑτέρου τῶν δημάρχων Ποπλίου Νομιτωρίου καὶ τυχὼν ἀπολογίας ἁπάσαις ἁλίσκεται ταῖς ψήφοις καὶ παραδοθεὶς
4779732 θεατρου
ἀρίστους : διόπερ οὐ ῥᾳθυμητέον . Ὀρχήστρα . τὸ τοῦ θεάτρου μέσον χωρίον , καὶ τόπος ἐπιφανὴς εἰς πανήγυριν ,
καὶ συντοξεύοντος , ὅς γε τὴν ἄκραν τὴν ὑπερκειμένην τοῦ θεάτρου καταλαβὼν ἀδοκήτως καὶ ἐξαπιναίως , τὸ πολὺ πλῆθος τῶν
4775445 ἀπατηθεντος
ἐλέγξαι αὐτὸν κηρίνας ῥόας ἐκέλευσε παρατεθῆναι : τοῦ δὲ Σφαίρου ἀπατηθέντος ἀνεβόησεν ὁ βασιλεὺς ψευδεῖ συγκατατεθεῖσθαι αὐτὸν φαντασίᾳ , πρὸς
δικαιότερος τοῦ μὴ ἀπατήσαντος καὶ ὁ ἀπατηθεὶς σοφώτερος τοῦ μὴ ἀπατηθέντος . ὁ μὲν γὰρ ἀπατήσας δικαιότερος ὅτι τοῦθ '
4773970 Λαμπιδος
κατὰ τὸν αὐτὸν χρόνον , τηνικαῦτα μεταβαλόμενος συνίσταται μετὰ τοῦ Λάμπιδος καί φησιν ἐκείνῳ τὸ χρυσίον ἀποδεδωκέναι , ἐφόδιον μὲν
μήποτε δέ φησιν ὁ Πλούταρχος : ἐκεῖνο λέγει τὸ τοῦ Λάμπιδος , ὅτι πλείων μὲν ἡ φροντὶς ἐπὶ τοῦ πλείονος
4770108 Νερωνος
, ὅθεν καὶ ὀφῖται κίονες λατομοῦνται . Αὐσονίου ] τοῦ Νέρωνος . Ἐπὶ τούτου γὰρ ἤκμαζεν ὁ Διονύσιος . Κράσσον
. κεῖται δὲ καὶ στέφανος χρυσοῦς καὶ πέπλος πορφύρας , Νέρωνος ταῦτα ἀναθήματα . ἔστι δὲ ὑπὲρ τὸν ναὸν τοῦτον
4756912 Ἡγημονος
βρέξας τὸν δάκτυλον ἐκ τοῦ στόματος διήλειψε τὴν δίκην τοῦ Ἡγήμονος . ἀγανακτοῦντες δ ' ὅ τε γραμματεὺς καὶ ὁ
. διέμενον δ ' ἀκροώμενοι , καίτοι καὶ αὐτοῦ τοῦ Ἡγήμονος , ὡς ἤκουσε , σιωπᾶν διεγνωκότος . καθ '
4751336 Νικοδημου
μεθεστηκότων ταχθεὶς ἐπὶ τὴν πρεσβείαν ἕτερά τε δῶρα παρὰ τοῦ Νικοδήμου καὶ κύλικα θηρικλείαν λαβὼν ἐπανῆκεν . . , :
Προσεποιήσατο : ἀντὶ τοῦ ἀντεποιήσατο : Ἰσαῖος ἐν τῷ κατὰ Νικοδήμου ” οὐδεὶς πώποτε προσεποιήσατο οὐδ ' ἠμφισβήτησε τῆς “
4749178 κηρυκος
δὲ οἱ κήρυκες σάλπιγγας βαστάζοντες καὶ ἐσήμαινον . Γ τοῦ κήρυκος ] εἰς τὴν τῶν Χοῶν ἑορτὴν ἐκάλουν οἱ κήρυκες
συνθήκας ἢ πρεςβείας ποιεῖται : γίνεται δὲ παρὰ τῆς κήρυξ κήρυκος γενικῆς : τό δε κήρυξ , παρὰ τὸ κηρύσσω
4748937 μαγου
. ἐντεῦθεν ἑπτὰ τῶν Περσῶν ἐπίσημοι συνέθεντο ἀλλήλοις κατὰ τοῦ μάγου : Ὀνόφας , Ἰδέρνης , Νορονδαβάτης , Μαρδόνιος ,
μὲν δὴ ὑπεδέξατο ταῦτα τῷ πατρὶ κατεργάσεσθαι , τοῦ δὲ μάγου τούτου τοῦ Σμέρδιος Κῦρος ὁ Καμβύσεω ἄρχων τὰ ὦτα
4732996 Εὐθυδημος
Κτήσιππος διὰ τὰ παιδικά . Ὅταν σιγᾷς , ἔφη ὁ Εὐθύδημος , οὐ πάντα σιγᾷς ; Ἔγωγε , ἦ δ
ἐσχημάτικε τὰ πραχθέντα : ὁ δὲ Δημοσθένης καὶ Μένανδρος καὶ Εὐθύδημος ἄραντες ἀπὸ τοῦ ἑαυτῶν στρατοπέδου εὐθὺς ἔπλεον πρὸς τὸ
4729281 ζυθου
μεταλαμβάνων . οὐκοῦν οὐδὲ τοῦ ψυχροῦ ὕδατος ἢ οἴνου ἢ ζύθου ἢ ἑτέρας σικέρας πόσις ἀβλαβής ἐστι . βλάπτουσι γὰρ
ἐπιφανῆ κέκτηται : ὁ δὲ χυλὸϲ αὐτῆϲ ὅϲον κύαθοϲ μετὰ ζύθου πινόμενοϲ τὴν πλατεῖαν ἕλμινθα ἀπαραβάτωϲ ἐκτινάϲϲει . Μυρίκη τμητικῆϲ
4722407 σκωπτομενος
τε ξυνιέναι ὀξύτερος ᾖ καὶ ἀμείνων μνημονεύς . Ὁ αὐτὸς σκωπτόμενος ὑπό τινος ὅτι διὰ σμικρολογίας τοῦτο ποιεῖ εἶπεν :
νόμοις τῆς πατρίδος . Βίας ἔν τινι πότῳ σιωπῶν καὶ σκωπτόμενος εἰς ἀβελτερίαν ὑπό τινος ἀδολέσχου : Καί τίς ἂν
4722257 Εὐκρατης
τῆς νόσου ἐπικληθείς . καὶ ῥᾷον ἐδόκει ἤδη ἔχειν ὁ Εὐκράτης καὶ τὸ νόσημα τῶν συντρόφων ἦν : τὸ ῥεῦμα
. ὅτι μὲν οὐκ οἰκόσιτος ἦν χθές , οἶσθα : Εὐκράτης γάρ με ὁ πλούσιος ἐντυχὼν ἐν ἀγορᾷ λουσάμενον ἥκειν
4714944 θενω
λέγω . , ἐγὼ λέγω , ναί . θείνω , θενῶ , καὶ ῥῆμα εἰς μι θνῆμι : ὁ μέλλων
γάρ : κτείνω , κτενῶ : θείνω τὸ τύπτω , θενῶ γάρ . Τὰ διὰ τοῦ ειρω πάντα , δισύλλαβά
4713363 Στρεψιαδης
. , ἀδικώτατα , κάκιστα ψεύσματα . βουλήσεται ] ὁ Στρεψιάδης . φέρειν ] ὑπομένειν οἷός τ ' ] δυνατός
' ἐκείνου λέγειν διὰ τὸ μέγαν νομίζεσθαι αὐτόν . ὁ Στρεψιάδης ἄρχεται τοῦ μανθάνειν [ : μὴ μανθάνων δ '
4710550 ἡλικιωτου
κατιὼν ὑπὸ ταῖς μορίαις ἀποθρέξει στεφανωσάμενος καλάμῳ λευκῷ μετὰ σώφρονος ἡλικιώτου , σμίλακος ὄζων καὶ ἀπραγμοσύνης καὶ λεύκης † φυλλοβολούσης
λευκῷ ] περικαλλεῖ καὶ ὡραίῳ . σώφρονος ] κοσμίου . ἡλικιώτου ] συμπαίστορος , τῆς αὐτῆς ὄντος ἡλικίας , συνηλικιώτου
4708692 συμποσιου
πλείους . ὁ γοῦν ἑξήκοντα ἀριθμὸς εἰς ἓξ συμπληρωθέντος τοῦ συμποσίου ἄρξεται οὕτως . εἰσῆλθεν εἰς τὸ συμπόσιον ὁ πρῶτος
καινὸς Ζεὺς μετὰ τῶν ὑπηκόων γελώμενος θεῶν ἔφυγεν ἐκ τοῦ συμποσίου , ὡς Ἡγήσανδρος ἱστορεῖ : μνημονεύει δὲ τοῦ Μενεκράτους
4707944 μειρακισκος
τινα ἔθνη τῶν ἀποστάντων , καί τις αὐτῷ τῶν παραθεόντων μειρακίσκος εὐγενὴς μὲν καὶ ὡραῖος , ἤδη δὲ θηρατικὸς ,
, ἐξεῖναι παρ ' ἄλλον ἀποχωρεῖν . Προσέρχεται δή τις μειρακίσκος , ὄνομα Κῦρος , Μάρδος γένος , θεράποντι βασιλείῳ
4705876 ἀναζευξαντος
ἐπὶ τοῦ Ἀρχιδάμου τοῦ διὰ τὸν χειμῶνα καὶ τοὺς σκηπτοὺς ἀναζεύξαντος ἐκ Πλαταιῶν : φέρει γὰρ συγγνώμη ἐπὶ πρόσωπον ,
μεταστάσει εὑρίσκομεν εὐεργέτημα ἐξ αὐτοῦ τοῦ ἀδικήματος ὡς ἐπὶ τοῦ ἀναζεύξαντος Ἀρχιδάμου ἐν τῇ νόσῳ , ἀπὸ γὰρ τῆς ἀναχωρήσεως
4703252 σκεπτομενου
ἐτίμησε : πολλῶν δὲ ἱερείων συναχθέντων εἱστίασε τὴν στρατιάν . σκεπτομένου δὲ αὐτοῦ περὶ τῶν ἑξῆς ἀπήγγειλαν οἱ ἱερεῖς ὅτι
Σελήνης ἐν τῷ ὡροσκόπῳ οὔσης ἄλλης οἰκίας καὶ οὐ τοῦ σκεπτομένου ἔσται πλὴν ἀναχθήσεται , ἢν δὲ ἀστήρ τις δύνῃ
4700330 παραγενηθεις
παρὰ τοῖς Ἕλλησιν , ἀνέζευξε μετὰ δυνάμεως πολλῆς , καὶ παραγενηθεὶς εἰς Ἀθήνας διήλλαξε τοὺς ἐν τῇ πόλει πρὸς τοὺς
οὐκ ἐλάττω κατεργάζεται τῆς ἐν τοῖς ὅπλοις ἐνεργείας . Ὅτι παραγενηθεὶς ἐπὶ τὸ καταλειφθὲν στρατόπεδον Ἀγαθοκλῆς μετὰ τὴν ἐκ Κερκύρας
4682470 ἐρωτωντος
τὰ κράτιστα ἑλέσθαι ; τοῦτο τοίνυν ἐποίησα : τοῦ κήρυκος ἐρωτῶντος , Αἰσχίνη , τίς ἀγορεύειν βούλεται : οὐ τίς
εὐαπάτητα ἔχων τὰ ὦτα . Ἐγκειμένου δὲ τοῦ σοφιστοῦ καὶ ἐρωτῶντος , τίνα δὲ καὶ ἐφόδια ἔχων , ὦ Δημῶναξ
4679984 οἰκετου
παραδοῦσα καὶ τὴν κεφαλὴν στέψασα τῷ διαδήματι , τῷ δὲ οἰκέτου σχῆμα περιέθηκεν : τὸν δέ τινα καλὸν εἶναι ἐκόσμησεν
οἷον ἐπὶ τῆς κατὰ θέλησιν εἰδήσεως , ὡς εἴ τινος οἰκέτου πεπραχότος τι ἄτοπον ἐξετάζομεν , εἰ μετὰ γνώμης τοῦ
4665084 Λαμπις
Δᾶμις ὑπὸ τοῦ παιδὸς ἐκ φαρμάκων ἀποθανών , ὁ δὲ Λάμπις δι ' ἔρωτα Μυρτίου τῆς ἑταίρας ἀποσφάξας ἑαυτόν ,
τὰ χρήματα αὐτὸν ἐνθέσθαι εἰς τὴν ναῦν , οὕτως ὁ Λάμπις κατὰ κράτος ἐξελεγχόμενος τὰ ψευδῆ μαρτυρῶν καὶ πονηρὸς ὤν
4660838 ποτηριου
“ κώθωνα ” λέγει τὸν νῦν λεγόμενον κύαθον . εἶδος ποτηρίου . Γ κώθωνα : νῦν τὸ ποτήριον , ἀλλαχοῦ
ὑπὸ πυθμένες ἦσαν : ἡ διπλῆ πρὸς τὴν κατασκευὴν τοῦ ποτηρίου ὅτι δεδιπλασιασμένον αὐτὸ ὑποτίθεται : τέσσαρα γὰρ ὦτα καὶ
4652405 Σαλαμινιας
εἰρήκεσαν δὲ ὥστε προειπεῖν αὐτῷ ἀκολουθεῖν : τοῖς ἐκ τῆς Σαλαμινίας ναός . τό τε πρὸς τοὺς ἐν τῇ Σικελίᾳ
ἀπό τινος ἥρωος ἐπιχωρίου ἐκλήθη . τῆς μὲν Παράλου καὶ Σαλαμινίας ἐν τρίτηι μνημονεύει Θουκυδίδης καὶ Ἀριστοφάνης ἐν Ὄρνισιν .
4648169 γραος
γογγρία : ἐτυμολογοῦνται ἀπὸ τοῦ γρῶ τὸ ἐσθίω : γρῶ γράος καὶ γόγγρος , γράοι καὶ γόγγροι . ὄλισθον :
γογγρία : ἐτυμολογοῦνται ἀπὸ τοῦ γρῶ τὸ ἐσθίω : γρῶ γράος καὶ γόγγρος , γράοι καὶ γόγγροι . ὄλισθον :
4646957 τιτθης
Μαρυανδηνὸς ὑπὸ τρυφῆς ἐσιτεῖτο μέχρι μὲν γήρως ἐκ τοῦ τῆς τιτθῆς στόματος , ἵνα μὴ μασώμενος πονέσειεν . οὐ πώποτε
παραμένειν ζητεῖται . | Οὐ παρέργως δὲ δεῖ προνενοηκέναι τῆς τιτθῆς , ἵνα μήτε φθειρομένου τοῦ γάλακτος νοσηλεύηται τὸ βρέφος
4644887 Νεαρχου
Ἰνδικὴν λέγοντος , Ὀνησικρίτου δὲ τρίτον μέρος τῆς οἰκουμένης , Νεάρχου δὲ μηνῶν ὁδὸν τεττάρων τὴν διὰ τοῦ πεδίου ,
καὶ κατὰ τὰς ἐν ταῖς βασάνοις ἀνάγκας διερωτώμενος ὑπὸ τοῦ Νεάρχου τίνες ἦσαν οἱ συνειδότες , Ὤφελον γάρ , ἔφησεν
4625467 Μολων
ἅπαντες . Μόνος γὰρ θεῶν θάνατος οὐ δώρων ἐρᾷ . Μολὼν λάβε : Λεωνίδας Ξέρξου γράψαντος αὐτῷ : πέμψον τὰ
ἅπαντες . Μόνος γὰρ θεῶν θάνατος οὐ δώρων ἐρᾷ . Μολὼν λάβε : Λεωνίδας Ξέρξου γράψαντος αὐτῷ : πέμψον τὰ
4624770 ἀναπηδᾳ
οὓς αἱρεῖται ψυχὴ κατιοῦσα εἰς γένεσιν . . ἀνακηκίει . ἀναπηδᾷ . ὕσπληγος . ἀφετήριον , † πληγή , ὥσπερ
τὸ δὲ κατὰ τοῦ στόματος φέρει , καὶ δένδρου λαβομένη ἀναπηδᾷ . ταύρῳ δὲ λιμώττουσα ἐὰν ἐντύχῃ , ἐξ εὐθείας
4620988 καταβησεσθαι
ἀλλ ' ἀπὸ τῆς πρώτης βοῆς : οἶμαι δὲ οὐδὲ καταβήσεσθαι πολλῶν ἐτῶν κεφαλὴν ἀξιόχρεω πρὸς τοῦτον ἀγωνίσασθαι , ἀλλ
„ ἀλλὰ πεπλάνησαι , ὦ αὕτη , εἰ ὑπέλαβές με καταβήσεσθαι . ἐγὼ γὰρ ἀπ ' ἐκείνου ἀλώπεκας φυλάττομαι ,
4619383 καταπλευσαντος
τῆς Ναξίας ἐπὶ τὸν προειρημένον τόπον , ἅμα καὶ Μάγωνος καταπλεύσαντος . προσφάτως δὲ πυρὸς ἐκραγέντος ἐκ τῆς Αἴτνης μέχρι
καὶ πρὸς τοὺς πολίτας φιλανθρώπως . Μετὰ δὲ ταῦτα Νικάνορος καταπλεύσαντος εἰς τὸν Πειραιᾶ κεκοσμημένῳ τῷ στόλῳ τοῖς ἀπὸ τῆς
4618720 ἀγγελου
μὲν ἀποδρᾶσα , οὐ φυγαδευθεῖσα , κατάγεται ὑπαντή - σαντος ἀγγέλου , ὅς ἐστι θεῖος λόγος , εἰς τὸν δεσποτικὸν
ὁ μῦθος ] ὁ λόγος τούτου ὑπηρέτου ] δούλου , ἀγγέλου νέον νέοι ] νεωστί : οὐ γὰρ ἀρχαία ὑμῖν
4618630 ὁμομητριος
ἐπὶ θάτερα Καλλίας ὁ Ἱππονίκου καὶ ὁ ἀδελφὸς αὐτοῦ ὁ ὁμομήτριος , Πάραλος ὁ Περικλέους , καὶ Χαρμίδης ὁ Γλαύκωνος
ἐπιστωσάμεθα : οὑτοσὶ δ ' ἐκείνου συγγενής , ὁμοπάτριος καὶ ὁμομήτριος ἀδελφὸς καὶ τρόπον τινὰ δίδυμος , καθ ' ὃν
4618080 ἑωρακοτος
ὢν τοῦ παρὰ σφίσι , μηδὲ ἄλλου ἀκηκοὼς εἴη τοῦ ἑωρακότος . ταὐτὸν δὴ τοῦτο καὶ ἡμᾶς πεπονθέναι : οἰκοῦντας
: τί γάρ ἐστι πάντα ταῦτα ἄλλο πλὴν γυμνάσματα λόγου ἑωρακότος ἀκριβῶς καὶ φυσιολόγως τὰ ἐν τῷ βίῳ ; μένε
4617989 ἐξαπατηθεις
ἀποδεξάμενος μεγάλα ἔργα . Ὁ δὲ δῆμος ὁ τῶν Ἀθηναίων ἐξαπατηθεὶς ἔδωκέ οἱ τῶν ἀστῶν καταλέξασθαι ἄνδρας τριηκοσίους οἳ δορυφόροι
τὰς μὲν διδόντων ἤδη , τὰς δ ' ὑπισχνουμένων , ἐξαπατηθεὶς ὑπ ' ἀνθρώπων πονηρῶν καὶ τῇ γοητείᾳ τῶν λόγων
4616806 μιαρε
ἐπὶ τῶν πονηρῶν : καὶ Ἀριστοφάνης ἐν Ἀμφιαράῳ , Ὦ μιαρὲ , καὶ Φρυνώνδα , καὶ πονηρὲ σύ . λέγεται
ὁ καρτερός . Ὦ βδελυρὲ κἀναίσχυντε καὶ τολμηρὲ σὺ καὶ μιαρὲ καὶ παμμίαρε καὶ μιαρώτατε , ὃς τὸν κύν '
4612564 κρεμησεται
μὴ δεῖσθαι ἀσπίδος εἰρήνης γενομένης , ἔφη “ ἐν φεψάλῳ κρεμήσεται ἡ ἀσπίς ” , παρὰ τὸ Ἡσιόδειον “ αἶψά
, ὅμως οὐκ ἐπέτυχεν αὐτός , Ἀστέρα Φίλιππος ἢν λάβῃ κρεμήσεται . Φίλιππος ἀσθενῶν ] τὴν αἰτίαν λέγει δι '
4611697 σφυρου
τὸ κοῖλον τοῦ ποδὸς καὶ τῆς πτέρνης καὶ ἐγκύκλιον κατὰ σφυροῦ , ἵνα ἁρμόσῃ ἐφ ' ὧν σφυρὸν σὺν πτέρνῃ
, εἰ μή τι κωλύει : βέλτιον δ ' ἀπὸ σφυροῦ ποιεῖσθαι τὴν ἀφαίρεσιν . διαστήσαντες δ ' ὅσον ἑπτὰ
4611021 Ἀριφρονος
εἰς τὴν Ὑγίειαν παιᾶνα | ᾄσας τὸν ποιηθέντα | ὑπὸ Ἀρίφρονος τοῦ Σικυωνίου | τόνδε : Ὑγίεια , πρεσβίστα μακάρων
ἀπὸ τῆς στρατηγίας , καὶ παρέδωκε τὴν ἀρχὴν Ξανθίππῳ τῷ Ἀρίφρονος . διαβοηθείσης δὲ τῆς τῶν Ἀθηναίων πρὸς τοὺς Ἕλληνας
4603759 κιγκλου
' ὁμιλίαι κακαί . κατὰ μυὸς ὄλεθρον Ἄρης τύραννος πτωχότερος κίγκλου μέταυλος εἴ τις προσελθών μοι θεῶν λέγοι Κράτων ,
ἐπικροτῶν τὴν θύραν . κιγκλίζευ : προσεδονοῦ : ἀπὸ τοῦ κίγκλου οὕτως καλουμένου ὀρνέου , ὃ νῦν σεισοπυγίδα καλοῦσιν ,
4602495 Ἐπικρατης
ὑπὸ τούτων τῶν τριχῶν εἱλκόμην , κονδύλους ἔλαβον . ” Ἐπικράτης : Ἰσαῖος ἐν τῷ περὶ τῶν ἐν Μακεδονίᾳ ῥηθέντων
ἐν τῷ περὶ τῆς πρεσβείας . ἕτερος δ ' ἐστὶν Ἐπικράτης οὗ μνημονεύει Λυκοῦργος ἐν τῷ περὶ διοικήσεως , λέγων
4602451 γραμματευς
ψεῦδος εἴρηκα πρὸς ὑμᾶς , λαβέτω μοι τὸ ψήφισμα ὁ γραμματεύς , καὶ τὰς τῶν συμπρέσβεων μαρτυρίας ἀναγνώτω . Ἐπειδὴ
Ἐπειοῦ δειλότερος κεράμιον οἰνηρόν κυρηβάσασθαι Κἀγὼ γὰρ ἤυχουν Μητρόβιος ὁ γραμματεύς σὺν ἀνδρὶ θείῳ καὶ φιλοξενωτάτῳ καὶ πάντ ' ἀρίστῳ
4597235 κωμικου
ἀστῆς γένηται νόθον εἶναι , αὐτὸς ἀπεδείχθη ὑπὸ Καλλιάδου τοῦ κωμικοῦ ἐκ Χορηγίδος τῆς ἑταίρας παιδοποιησάμενος : ἱστορεῖ Καρύστιος .
Τὸ μέντοι τῶν ἰχθύων ἀπέχεσθαι ἄχρι τῶν Μενάνδρου χρόνων τοῦ κωμικοῦ διέμεινε . . . . : Προεβλήθη δέ τι
4574838 ἀρεσκοντος
καὶ πυράν . ἀρεστήρ : εἶδος πέμματος ἱεροῦ τοῖς θεοῖς ἀρέσκοντος . Ἄρεως νεοττός καὶ Ἄρεως παιδίον : κέχρηται τῷ
παρὰ τοῦ μὴ ἀρέσκοντος . Κριτίας δὲ καὶ Ἀλκιβιάδης οὐκ ἀρέσκοντος αὐτοῖς Σωκράτους ὡμιλησάτην ὃν χρόνον ὡμιλείτην αὐτῷ , ἀλλ
4573219 Καλανου
τοῦ διδόντος ὁ μὴ λαβών . Ἄξιον δὲ καὶ τὸ Καλανοῦ τοῦ Ἰνδοῦ τέλος ἐπαινέσαι : ἄλλος δ ' ἂν
τοῖς Ἰνδοῖς καί τι ἐπιχώριον αὐτῶν ἀγώνισμα ἐς τιμὴν τοῦ Καλανοῦ συγκατηρίθμησε τοῖς ἄθλοις τοῖς προειρημένοις . οἰνοποσίας γοῦν ἀγωνίαν
4565162 κηδεστης
τὸν ξένον γενόμενον , ἀλλ ' ὡς τοῦ Διὸς ἐπεθύμησε κηδεστὴς γενέσθαι , καὶ πάλιν ἐπὶ τῆς Ἑλένης , ὡς
πεζοὺς μισθοφόρους ἔχων [ αὑτῷ ] συστρατεύοντας : ὁ δὲ κηδεστὴς τοῦ Δατάμου τῶν ἱππέων ἀφηγούμενος , χάριν βουλόμενος καταθέσθαι
4565112 παγιδος
εὔνοιαν ἀλλὰ διὰ τὸ ἑαυτοῖς συμφέρον . ἀλώπηξ ὑπό τινος παγίδος τὴν οὐρὰν ἀποκοπεῖσα ἐξ αἰσχύνης ἀβίωτον τὸν βίον ἡγεῖτο
Μεσήνης , ἀρέσκειν . . . . ἀνδίκτης : εἶδος παγίδος : παρὰ τὸ δίκειν , τὸ βάλλειν , ἔνθεν
4564071 ῥηγματος
αὐθημερὸν ἢ τῇ ὑστεραίῃ ἢ τῇ τρίτῃ ἡμέρῃ . Ἀπὸ ῥήγματος πυρετὸς οὐ λάζεται πλεῖον ἢ τρεῖς ἢ τέσσαρας ἡμέρας
τὸ διάστημα συναισθάνεται : εἰ δ ' οὖν διωκομένη τοῦ ῥήγματος μὴ θαρρήσειεν ἑαυτῆι ὡς εἰς τὸ καταντικρὺ δυνησομένη διαλέσθαι
4562364 Ἀγησιλαε
λόγου ὁ Φαρνάβαζος : καὶ γὰρ ἦν πρεσβύτερος : Ὦ Ἀγησίλαε καὶ πάντες οἱ παρόντες Λακεδαιμόνιοι , ἐγὼ ὑμῖν ,
φαίνεσθαι . τὸ τρίτον δὲ θύοντος , εἶπεν : Ὦ Ἀγησίλαε , ὥσπερ εἰ ἐν αὐτοῖς εἴημεν τοῖς πολεμίοις ,
4561994 Νικοστρατου
ἄλλοις ὅμοιοι πολίταις ἦσαν , ἴσως ἂν οὐ περὶ τῶν Νικοστράτου χρημάτων ἠμφεσβήτει , ἀλλ ' ὑπὲρ τοῦ σώματος ἠγωνίζετο
Χαριάδης πεποίηκεν : αὐτός τε γὰρ ἔλαχε τῶν τοῦ Σμίκρου Νικοστράτου , τούτοις τε τῶν τοῦ Θρασυμάχου λαχοῦσι παρακατέβαλεν ὡς
4561681 ἐπερωτηθεις
? οὐ πρὸς ἔπος ? ? ἀπεκρείνατο [ ] . ἐπερωτηθεὶς ? [ ] [ ] γὰρ [ ! !
] ? [ ] λέγειν . Ἐπεὶ ὁ / Θεαίτητος ἐπερωτηθεὶς περὶ ἐπιστήμης , τί ἐστιν , εἶπεν Καὶ ὥς
4560873 ἱματιου
κατὰ τῆς ὄψεως οὕτως ὡς καὶ τὸν τύπον διὰ τοῦ ἱματίου θεωρεῖσθαι . ἔπειτα : ἀντὶ τοῦ δή : ἡ
. τὸ δὲ πρᾶγμα παγγέλοιον ἦν , κυνίδιον ἐκ τοῦ ἱματίου προκῦπτον μικρὸν ὑπὸ τὸν πώγωνα καὶ κατουρῆσαν πολλάκις ,
4551203 Πασιου
⌈ τοῦ [ τὸ ] δανείσασθαί με τὰ ἀπὸ τοῦ Πασίου , ὑπὸ τοῦ Πασίου , μετὰ τί χρέος τοῦ
ἔχει τὴν δύναμιν : ἡ γὰρ τοῦ Στρεψιάδου φυγὴ κατὰ Πασίου ἔμελλεν ἔσεσθαι . καταπροΐξει ] καταπροΐξῃ . καταπροΐξειῃ ]
4550048 σκυμνιον
οὐχὶ προαναφερομένου : ἢ γὰρ ἀμφότερα χωρὶς ἄρθρου , λέοντος σκυμνίον ἔδραμεν , ἢ ἀμφότερα συνανενεχθήσεται , τὸ τοῦ λέοντος
δὲ μυός , ἄναρθρον καὶ τυφλόν . θεραπεύει δὲ τὸ σκυμνίον καθάπερ καὶ ἡ κύων . ἔστι δὲ καὶ ἡ
4545565 ἀπαντησαντος
ἡ Αἲξ ἐπικαλουμένη , φησὶν ὁ Λυγκεύς , παρασίτου τινὸς ἀπαντήσαντος λεπτοῦ ἐξ ἀρρωστίας , ὡς ἰσχνός ἔφη . τί
οὗτος βούλοιτο : περὶ δὲ ὧν τρὶς πρὸς τὸν διαιτητὴν ἀπαντήσαντος τούτου καὶ ἀντιδικοῦντος ὁ μὲν διαιτητὴς ἀπέγνω μου ,
4541946 Μεγαρεως
τῆς Σκύλλης ἥτις κατ ' ἐμὲ θυγάτηρ ἦν Νίσου τοῦ Μεγαρέως . τεμοῦσα δὲ τὴν χρυσῆν αὐτοῦ τρίχα καὶ ἄνανδρον
ξίφει λύει κελαινὰ βλέφαρα , κωκύσασα μὲν τοῦ πρὶν θανόντος Μεγαρέως κλεινὸν λάχος , αὖθις δὲ τοῦδε , λοίσθιον δὲ
4538029 Μελανωπον
ὑπάρχοντας νόμους : δι ' Ἀνδροτίωνα δὲ καὶ Γλαυκέτην καὶ Μελάνωπον καινὸν δεῖ γενέσθαι νόμον , διὰ τοὺς ἑαλωκότας καὶ
ἀλλὰ νὴ δία αἰσχρὸν ἴσως Ἀνδροτίωνα δεθῆναι ἢ Γλαυκέτην ἢ Μελάνωπον : διὰ δὲ τοῦτο καὶ τὰ ὀνόματα παρέθηκεν ἐκ
4537798 συναντησας
δόλῳ ἀνέλῃ τοὺς μνηστῆρας . Μελάνθιος δὲ ὁ τότε οἰκέτης συναντήσας αὐτῷ συνεπομένῳ τῷ Εὐμαίῳ τῷ συφορβῷ φησι πρὸς τὸν
. χαλκοῦ : τοῦ ἀγκίστρου . Ἀντιάσας : προσεγγίσας , συναντήσας . τάχα : ἴσως : γλυκὺ τὸ σχῆμα .

Back