δὲ οἱ κήρυκες σάλπιγγας βαστάζοντες καὶ ἐσήμαινον . Γ τοῦ κήρυκος ] εἰς τὴν τῶν Χοῶν ἑορτὴν ἐκάλουν οἱ κήρυκες
συνθήκας ἢ πρεςβείας ποιεῖται : γίνεται δὲ παρὰ τῆς κήρυξ κήρυκος γενικῆς : τό δε κήρυξ , παρὰ τὸ κηρύσσω
7205087 δικαστηριου
οἱ δικασταὶ κατήγαγον αὐτόν , ὁ δὲ λυθεὶς ἐξῆλθεν τοῦ δικαστηρίου , μεῖναι ἐκεῖσε μὴ ἀνασχόμενος . μετὰ δὲ τὸ
ταῦτα ? αὐτὸς ? [ ὑμῖν ἐμαρτύρησεν [ ἐπὶ τοῦ δικαστηρίου [ ? , ὅτ ' ἦν τούτωι ? [
7110212 μαντειου
ἐν γὰρ τῷ Παρνασῷ οἱ Δελφοί . * * τοῦ μαντείου . τῷ αὐτοῦ . . Μὴ λάβῃς εἰς τὸ
θάνατον αὑτοῦ τιμήν . θανὼν γὰρ αὐτὸς ἐμαντεύετο ἐκ τοῦ μαντείου : ὅθεν καὶ ἐτιμήθη ὡς θεὸς παρὰ τοῖς Θηβαίοις
7049425 μαγου
. ἐντεῦθεν ἑπτὰ τῶν Περσῶν ἐπίσημοι συνέθεντο ἀλλήλοις κατὰ τοῦ μάγου : Ὀνόφας , Ἰδέρνης , Νορονδαβάτης , Μαρδόνιος ,
μὲν δὴ ὑπεδέξατο ταῦτα τῷ πατρὶ κατεργάσεσθαι , τοῦ δὲ μάγου τούτου τοῦ Σμέρδιος Κῦρος ὁ Καμβύσεω ἄρχων τὰ ὦτα
6907602 βουλευτηριου
διοικοῦντες καὶ δωροδοκοῦντες περὶ ἕκαστα τούτων προσλαμβάνοντες τοὺς ἐπὶ τοῦ βουλευτηρίου ῥήτορας καὶ τοὺς ἐκ τοῦ δήμου πόῤῥωθεν προκατελάμβανον τὰς
κατέστρεψε τὸν βίον , εἰ μὴ Μάρκος Αἰμίλιος προκαθήμενος τοῦ βουλευτηρίου , τηρῶν τό τε περὶ αὑτὸν ἀξίωμα καὶ τὸ
6900600 θεατρου
ἀρίστους : διόπερ οὐ ῥᾳθυμητέον . Ὀρχήστρα . τὸ τοῦ θεάτρου μέσον χωρίον , καὶ τόπος ἐπιφανὴς εἰς πανήγυριν ,
καὶ συντοξεύοντος , ὅς γε τὴν ἄκραν τὴν ὑπερκειμένην τοῦ θεάτρου καταλαβὼν ἀδοκήτως καὶ ἐξαπιναίως , τὸ πολὺ πλῆθος τῶν
6815622 ψηφισματος
πολλὰ μὲν λέγειν οὐκ οἶμαι δεῖν , ἐκ δὲ τοῦ ψηφίσματος αὐτοῦ δείξω σαφῶς οὐδ ' αὐτὸν τοῦτον ἡγούμενον εἶναι
καὶ ὁ Πομπήιος , οὐκ ἀξιῶν Παρθυαίοις πολεμεῖν ἄνευ Ῥωμαίων ψηφίσματος , ἔπεμψεν ἀμφοτέροις διαλλακτάς . καὶ ὁ μὲν ἀμφὶ
6778617 χρηστηριου
τοῦτο , ἀπὸ Τηλέφου καὶ τοῦ τρώσαντος Ἀχιλλέως καὶ τοῦ χρηστηρίου ἀνελόντος ὅτι ὁ τρώσας καὶ ἰάσεται . βούλομαι γὰρ
προσήκουσαν . ὅθεν τοὺς Κᾶρας ὑπακοῦσαι βουλομένους τοῖς ἐκ τοῦ χρηστηρίου καταλῦσαι τὰς ἔμπροσθεν εἰθισμένας στεφανώσεις αὐτούς τε κατὰ πλῆθος
6755264 Νεοπτολεμου
ἐπεὶ μέμψις τοῖς Αἰγινήταις πρὸς τὸν ποιητὴν ἦν χάριν τοῦ Νεοπτολέμου , εἰς τὴν ἀπολογίαν τὴν περὶ Νεοπτόλεμον δικαίως διαρκέσει
διώκομαι : λέγει γάρ : ὁ μὲν Εὐριπίδης ἄπαιδα ἐκ Νεοπτολέμου φησὶν εἶναι τὴν Ἑρμιόνην , ὁ δὲ Λυσίμαχος ταύτην
6749510 Κλεωνος
κατὰ τὸ ἀνακόλουθον : ἐγέλασεν Ἀλκιβιάδης ἐπαγγειλαμένου τὰ περὶ Πύλον Κλέωνος , καὶ ἐπανελ - θὼν ὁ Κλέων κρίνει αὐτὸν
τῷ Ἀριστοφάνει διὰ τὰς ὕβρεις . τὸ βαρβαρῶδες δὲ τοῦ Κλέωνος δηλοῖ διὰ τοῦ “ βαρβαροθύμους ” . Παφλαγὼν γὰρ
6739584 Λυσανδρου
λιμένα τῶν Ἐφεσίων εἰσπλεύσας παρ ' αὐτὰς τὰς πρῴρας τῶν Λυσάνδρου νεῶν παρέπλει . ὁ δὲ Λύσανδρος τὸ μὲν πρῶτον
ἢ Καλλίας ἐπὶ τῇ πενίᾳ τῇ Ἀριστείδου . ἢ πάλιν Λυσάνδρου τοῦ Σπαρτιάτου τίς ἐντιμότερος γέγονεν ἢ τιμῶν πλειόνων ἠξιώθη
6739088 συνεδριου
ἡμῶν ὁ χαρίεις Εὐθύδικος , ἀνὴρ ἐν τοῖς πρώτοις τοῦ συνεδρίου τῶν Ἀρεοπαγιτῶν , ἀνέῳξεν ἡμῖν τὸ δεσμωτήριον , τάχ
, αἴτιον δὲ γεγονότα τῷ δήμῳ τοῦ μὴ μετὰ κοινοῦ συνεδρίου τῶν Ἑλλήνων ποιήσασθαι τὴν εἰρήνην , ἔκδοτον δὲ πεποιηκότα
6699638 Κροισου
ὡς κακὸν πάντες ᾄδουσι Φάλαριν . Καὶ ἡ μὲν τοῦ Κροίσου ἀρετὴ ἀεὶ ἐν συμποσίοις καὶ πανηγύρεσιν ὑπὸ τῶν παίδων
τὰς κενὰς τῶν Ἑλλήνων ἐλπίδας . Κῦρος μετὰ τὴν ἅλωσιν Κροίσου Λυδῶν πάλιν ἀποστάντων αὐτὸς ἐλαύνων ἐπὶ Βαβυλῶνος Μαζάρην τὸν
6687487 βηματος
τοῖς γνωριμωτάτοις καὶ τῶν ἔξωθεν τοῖς ἐνδοξοτάτοις λοιδορουμένους ἐπὶ τοῦ βήματος περιποιεῖσθαι παρὰ τοῦ πλήθους δόξαν ὡς εἰσὶ δημοτικοί .
συστρατεύεσθαι . ἀποστρεφομένου τε τοῦ Καίσαρος καὶ ἀπιόντος ἀπὸ τοῦ βήματος , οἱ δὲ σὺν ἐπείξει πλέονι βοῶντες ἐνέκειντο παραμεῖναί
6682704 χρησμου
τὴν ἀπὸ Ἰολάου προσηγορίαν . τοῦ δὲ περὶ τῆς ἀποικίας χρησμοῦ περιέχοντος ὅτι τοῖς τῆς ἀποικίας ταύτης κοινωνήσασι διαμενεῖ τὰ
δέρμα κατὰ τὸ νόμιμον . μετὰ δὲ ταῦτα Αἰήτηι γενομένου χρησμοῦ , καθ ' ὃν ἐσήμαινε ὁ θεὸς τότε τελευτήσειν
6667810 δημου
ἀλλ ' ἐστὲ ἱλαροὶ καὶ σκῶψαι πάντων δεινότατοι . οὐ δήμου τὸ ἐπιτήδευμα : πόθεν ; οὐδὲ πόλεως , ἀλλὰ
, ἡῶθεν : ἐσχάρως , ἐσχάρωθεν : Θρῖος , ὄνομα δήμου Ἀττικοῦ , Θριῶθεν : προτέρωθεν : ἑκατέρωθεν : ὁποτέρωθεν
6623858 λαου
τῶν ἀδελφῶν εἷς . εἵποντο δὲ αὐτοῖς τοῦ τε οἰκείου λαοῦ συχνοί , πολυάνθρωπον γὰρ δὴ τὸ ἔθνος τοῦτο λέγεται
Ἑλλήνων οἰκούντων τὰς Θήβας . . λαΐδος ] ληΐδος , λαοῦ . μιξοθρόου ] τῶν μεμιγμένων θρόων ἀποτυχούσης , ἅτε
6607997 Λυδου
καὶ λαμβάνεται ἀντὶ τοῦ . . . . . . Λυδοῦ ] * Λυδοῦ Πέλοπος ἀποικίαν περιφραστικῶς τὴν Πελοπόννησον .
ἰδών τε ἐκεῖνα ὁ κῆρυξ καὶ εἴπας πρὸς Θρασύβουλον τοῦ Λυδοῦ τὰς ἐντολὰς ἀπῆλθε ἐς τὰς Σάρδις , ὡς ἐγὼ
6595841 Θερσανδρου
, λέγειν , φθάσας ῥήτωρ ἕτερος , ὄνομα Σώπατρος , Θερσάνδρου συνήγορος , “ Ἀλλ ' ἐμός , ” εἶπεν
εἰς τὴν εἱρκτὴν ἐβέβλητο , δώσων δίκην , τοῦ δὲ Θερσάνδρου φυγὴν ἀπόντος κατέγνωσαν . ἡμᾶς δὲ ὁ ἱερεὺς ὑπεδέχετο
6561698 Ἑρμωνος
πατάξας τῇ βακτηρίᾳ τοῦ Κλεοδήμου μὲν τὸ κρανίον , τοῦ Ἕρμωνος δὲ τὴν σιαγόνα ἐπέτριψεν καὶ τῶν οἰκετῶν ἐνίους βοηθεῖν
ὃς ἀπὸ τοῦ παρανομηθέντος διὰ πατέρων ἦν , Ἑρμοκράτη τὸν Ἕρμωνος . . , : πολλαχοῦ δ ' ὑπορρέων εἰς
6550170 Πειραιως
ἔχον ἐστὶ μετ ' αὐτῶν γενέσθαι ; πότερον τοῖς ἐκ Πειραιῶς ; ἀλλ ' ἐξέπεσον δι ' ἐκείνων , καὶ
μὲν τούτων τοὺς προεστηκότας προβαλοῦνται , ὅταν δέ τις τοῦ Πειραιῶς μόνον μνησθῇ , πάντες ἥξουσι περὶ ὧν δή που
6529441 ξυνεργος
προφθάσαι ἥκων : ἐρχόμενος περιπόλων : φυλάκων . ὁ δὲ ξυνεργός : συναίτιος . κελεύσαντος : τὸν φόνον . εἰδείη
, ἢ μουσικῆς πέρι ἀπομηκύνειν ; ἀγαθὴ μὲν γὰρ εἰρήνης ξυνεργός , ἀγαθὴ δὲ ἐν πολέμῳ παραστάτις , ἀγαθὴ δὲ
6521727 στρατηγου
Πῶρος δὲ μεγάλα ἔργα ἐν τῇ μάχῃ ἀποδειξάμενος μὴ ὅτι στρατηγοῦ , ἀλλὰ καὶ στρατιώτου γενναίου , ὡς τῶν τε
συνεπλέκετο . ταχὺ δ ' ὁ Πομπήιος περιῆν ὡς οὔτε στρατηγοῦ διαφέροντος οὔτε προθύμου στρατοῦ . καὶ τροπῆς πάντων ὁμαλοῦς
6491403 συγχωρησαντος
ὡς καὶ τὸ ὄνομα δηλοῖ : τοῦ φεύγοντος γὰρ μὴ συγχωρήσαντος τῇ περὶ τοῦ κατηγόρου προβολῇ ὁδῷ προσελθεῖν , ἀλλ
- λεται , πρὶν ἐκ τῆς ἀγορᾶς αὐτὴν ἀπαχθῆναι , συγχωρήσαντος τοῦ στρατηγοῦ καὶ τῶν ἐχθρῶν μικρὸν ἀναχωρησάντων ὑπολαβὼν εἰς
6454999 Αἰσωπου
σῶμ ' . ἐγώ . ψυχὴν δ ' ἐπανήκειν ὥσπερ Αἰσώπου ποτέ . Εἰπέ μοι ὡς ὀλίγα λοιπὰ τῶν ἐπιτραπεζωμάτων
τὸν σοφῶς τοῦτον ἀποκριθέντα μόνον . „ οὕτως οὖν τοῦ Αἰσώπου ἀπολελογημένου , ὀρθῶς ἅπαντες λέγειν αὐτὸν ἐψηφίσαντο . Καὶ
6430330 Σκιπιωνος
τοῦδε προελθεῖν μόνου διὰ χάριν τὴν ἐς τὸν παῖδα τὸν Σκιπίωνος Ἀντιόχῳ γενομένην , καί τινες τὸν Σκιπίωνα ἐπανελθόντα διέβαλλον
, ὅταν ἀποστῶσιν αἱ προπομποὶ τριήρεις , ἐπιθέσθαι τοῖς τοῦ Σκιπίωνος . καὶ ὃ μὲν ἐπέθετο , καὶ τῶν πρέσβεών
6403252 Πεισιστρατου
ἑάλω ” ἐκτείνουσι τὸ α συνήθως . ἑάλω ] ἐπὶ Πεισιστράτου ἄρχοντος . ἡ Νάξος ] μία τῶν Κυκλάδων νῆσος
τὰς Ἀθήνας γενομένας τυράννων ὧδε ἐλευθέρας . Ἐπεὶ Ἵππαρχον τὸν Πεισιστράτου , Ἱππίεω δὲ τοῦ τυράννου ἀδελφεόν , ἰδόντα ὄψιν
6398322 Γελωνος
γὰρ εἶναι τούτων γενομένων πολὺ μᾶλλον δουλώσασθαι Καρχηδονίους τῆς ἐπὶ Γέλωνος αὐτοῖς γενομένης δουλείας , ἀλλ ' οὐχ ὥσπερ νῦν
. . , , : Πρὸς δὲ τῷ ἅρματι τῷ Γέλωνος Ζεὺς ἔστηκεν ἀρχαῖος , ἔχων σκῆπτρον : Ὑβλαίων δέ
6384610 τυραννου
Φασί γέ τοί τινα αὐτῶν εἰπεῖν ἐπὶ τεθνηῶτι : Ἅλις τυράννου θεραπείας . Οἰκέται δὲ δὴ τρεῖς , οἵπερ ἦσαν
ποιήσεσθαι , πεισθέντες ὑπὸ τῶν ἀφικομένων ὡς αὐτοὺς παρὰ τοῦ τυράννου γραμμάτων , ὅτι βούλεται προειδέναι , τίνας αὐτῷ προσήκει
6368758 Θεοδωρου
? [ ] . Μανθάνεις [ ] που ? παρὰ Θεοδώρου [ ] γεωμετρίας ἄττα [ ; ] Οὐκ [
ἀκηκοέναι , ἐν οἷς οὐδέποτ ' ἐγὼ περὶ σοῦ καὶ Θεοδώρου τὰ ψευδῆ δοξάσω , οὔτε γιγνώσκων οὔτε ἀγνοῶν ἄμφω
6366454 Ἀγησιλαου
ἰσχυρῶν κατειλημμένων , ὥστε τοὺς πολεμίους μὴ δύνασθαι παριέναι , Ἀγησιλάου δ ' εἰς τὴν Βοιωτίαν ἐμβαλόντος ψηφισαμένων τῶν ἀρχόντων
ἐπὶ Μεσσαπίους καὶ Λευκανούς , καὶ ἔτι πρότερον Ἀρχίδαμον τὸν Ἀγησιλάου καὶ ὕστερον Κλεώνυμον καὶ Ἀγαθοκλέα , εἶτα Πύρρον ,
6331292 πρεσβευτου
καὶ τῶν Ἑλλήνων ἁπάντων διέρχεται . ἡ γὰρ ἀτιμία τοῦ πρεσβευτοῦ πάντων ὑπάρχει τῶν ἐκπεμψάντων . καὶ διὰ ταύτης ὁ
' ἐπιδέχεται καὶ ἄλλον τρόπον πραχθῆναι , ὡς ἐπὶ τοῦ πρεσβευτοῦ : ἐδύνατο γὰρ καὶ ἄλλοθεν εὐπορῆσαι χρημάτων καὶ δανείσασθαι
6330022 προφητου
τῆς τάξεως . εἶτ ' ἐπισυνιστάμενοι καὶ ἀθροιζόμενοι κατεβόων τοῦ προφήτου , ὡς δι ' οἰκειότητα τῷ τε ἀδελφῷ καὶ
κυανέῃσιν ἐπ ' ” ὀφρύσι νεῦσε Κρονίων , ” τοῦ προφήτου τὸν Δία ὑποκριναμένου : τοῦτο μέντοι ῥητῶς εἰπεῖν τὸν
6322415 συμποσιου
πλείους . ὁ γοῦν ἑξήκοντα ἀριθμὸς εἰς ἓξ συμπληρωθέντος τοῦ συμποσίου ἄρξεται οὕτως . εἰσῆλθεν εἰς τὸ συμπόσιον ὁ πρῶτος
καινὸς Ζεὺς μετὰ τῶν ὑπηκόων γελώμενος θεῶν ἔφυγεν ἐκ τοῦ συμποσίου , ὡς Ἡγήσανδρος ἱστορεῖ : μνημονεύει δὲ τοῦ Μενεκράτους
6321888 Γυγου
ἵππῳ τῷ Λυδίῳ , ὃς κατωρώρυκτο μὲν ἐν Λυδίᾳ πρὸ Γύγου ἔτι , σεισμῷ δὲ τῆς γῆς διασχούσης θαῦμα τοῖς
κινούντων . Γυμνότερος παττάλου : ἐπὶ τῶν σφόδρα ἀπόρων . Γύγου δακτύλιος : ἐπὶ τῶν πολυμηχάνων καὶ πανούργων . Γύγης
6315427 Παυσανιου
τούτων , οἱ Λακεδαιμόνιοι Νικομήδους τοῦ Κλεομβρότου ὑπὲρ Πλειστοάνακτος τοῦ Παυσανίου βασιλέως νέου ὄντος ἔτι ἡγουμένου ἐβοήθησαν τοῖς Δωριεῦσιν ἑαυτῶν
Μεσσήνην πολέμοις : Ἀγησίπολις δὲ ἐξήγαγε τὴν φρουρὰν καὶ μάλα Παυσανίου τοῦ πατρὸς αὐτοῦ φιλικῶς ἔχοντος πρὸς τοὺς ἐν Μαντινείᾳ
6302596 σκηπτουχιᾳ
τίνα δὲ καὶ πενθήσομεν τῶν ἀρχελείων , ὅστ ' ἐπὶ σκηπτουχίᾳ ταχθεὶς ἄνανδρον τάξιν ἠρήμου θανών ; Ξέρξης μὲν αὐτὸς
ἀπὸ τοῦ τῶν λαῶν ἄρχειν . ὅς τ ' ἐπὶ σκηπτουχίᾳ ] τινὲς ὥστε διὰ τοῦ ω μεγάλου γράφουσι ,
6300102 Διονυσιου
τῇ τραγῳδίᾳ εὑρίσκεται : πρὸς διάφορα ἀντίγραφα παραγέγραπται ἐκ τοῦ Διονυσίου ὑπομνήματος ὁλοσχερῶς καὶ τῶν μικτῶν : Ἐτεοκλῆς παραλαβὼν τὴν
γυνή . τὸ μοσχίον τὸ τῆς Κορώνης αὔριον δειπνήσομεν . Διονυσίου δὲ δράματ ' ἐκμαθεῖν δέοι καὶ Δημοφῶντος ἅττ '
6279078 Ἀνυτου
καὶ ἐγὼ χρησμῳδῆσαί τι . συνεγενόμην γάρ ποτε βραχέα τῷ Ἀνύτου υἱῷ , καὶ ἔδοξέ μοι οὐκ ἄρρωστος τὴν ψυχὴν
ἂν οὖν , ὦ Ξενοφῶν , τὴν μιαρίαν τοῦ βυρσοδέψου Ἀνύτου γράφοιμι , τήν τε Μελήτου τόλμαν καὶ τὸ θράσος
6274366 συλλογου
, οὕτως εἶπεν . . . . συμμαχίας ] οἱονεὶ συλλόγου καὶ κοινοῦ συνεδρίου . . . εἰ μὲν πρὸς
πέρας , ἐκείμην ὑπὸ τοῦ σκέλους ἐν τῷ στρατοπέδῳ , συλλόγου δὲ περὶ ἐμὲ γεγονότος καὶ πάντων εἰς γῆν ἀμηχανίᾳ
6252903 καταστησαντος
τε ἀξιώσει καὶ τῇ ἄλλῃ θεραπείᾳ Ἀντίπατρον οὐδὲ μεμνῆσθαι τοῦ καταστήσαντος ἔτι , ἀλλ ' αὐτὸν γὰρ ἀξιοῦν τὰ πρῶτα
: Ἄγουσι δὲ καὶ τὴν τῶν ὠσχοφορίων ἑορτὴν , Θησέως καταστήσαντος . Οὐ γὰρ ἁπάσας αὐτὸν ἐξαγαγεῖν τὰς λαχούσας τότε
6245268 Περσου
ἐχρήσατο , πάνυ γενναῖα καὶ διασείοντά γε τοὺς εὐπροσώπους τοῦ Πέρσου λόγους . ἔφη γάρ : εἰ μέν , ὦ
δίφθογγον ἔχουσι τὴν γενικήν , οἷον Χρύσης Χρύσου , Πέρσης Πέρσου , Τέννης Τέννου , Ξέρξης Ξέρξου . Εἰς ης
6242367 ἁλοντος
μὴ τιθέναι . ὅτι τοίνυν οὐδ ' εἰ φανερῶς ἔμελλεν ἁλόντος τούτου μηδεὶς εἰσοίσειν μηδ ' ἐθελήσειν εἰσπράττειν , οὐδ
ὑποθῆξαι , ἵνα ἐκπέσῃ φεύγων καὶ τοῖς δικτύοις καταληφθῇ . ἁλόντος δὲ τοῦ θηρός , ὃ δὲ ἐπινίκιόν τινα οἱονεὶ
6237774 Σευθου
χήρη ἕστηκεν Ἀκαδήμεια καὶ Σόλοι , πατρίς σευ . Ἀρκεσίλαος Σεύθου , Πιταναῖος τῆς Αἰολίδος . οὗτός ἐστιν ὁ τῆς
διαφορώτατός εἰμι , πῶς ἂν ἔτι δικαίως ὑμᾶς αἱρούμενος ἀντὶ Σεύθου ὑφ ' ὑμῶν αἰτίαν ἔχοιμι περὶ ὧν πρὸς τοῦτον
6227041 Ἀθηναιου
ξύμβουλον γενέσθαι Αἴαντα τὸν Τελαμῶνος λέγει . Μενεσθέως γὰρ τοῦ Ἀθηναίου τακτικωτάτου τῶν βασιλέων ἐς Τροίαν ἐλθόντος καὶ διδάσκοντος ἐν
ἔσχεν τὸ ἔκπωμα προείρηται , ἱστοροῦντος τοῦτο καὶ Ἀπολλοδώρου τοῦ Ἀθηναίου . Πολέμων δ ' ἐν πρώτῳ τῶν πρὸς Ἀδαῖον
6225322 Μηδου
ἐκαλεῖτο Φιλανδρίδου . Λακεδαιμόνιοι δὲ ἄρα μετὰ τὴν ἐπιστρατείαν τοῦ Μήδου διετέθησαν πάντων φιλοτιμότατα Ἑλλήνων πρὸς ἵππων τροφάς . χωρὶς
τὸ πέρας ἐν εἰρήνῃ βιώσας πρός τε τοὺς ἄλλους καὶ Μήδου αὐτοὺς , τήν τε Ῥωμαίων διεδέξατο βασιλείαν Ἰουστῖνος ὁ
6156697 Λεωνιδου
Καδούσια ἢ τὰ Μηδικά . Τοιγαροῦν ὁ Ξέρξης μὲν ἐπέβη Λεωνίδου κειμένου , καὶ παρῆλθεν ἔσω Πυλῶν : Ἀγησιλάῳ δὲ
τῷ τέλει . μετὰ δὲ οὐ πολὺν χρόνον Κλεομένης ὁ Λεωνίδου Μεγαλόπολιν κατέλαβεν ἐν σπονδαῖς . Μεγαλοπολιτῶν δὲ οἱ μὲν
6147173 Καλλιου
κἂν βραχὺ διαστῶμεν ἀπὸ τῶν ποτηρίων , οὐ κατὰ τὴν Καλλίου τοῦ Ἀθηναίου ἐπιγραφομένην γραμματικὴν τραγῳδίαν . ἀλλ ' ἡμεῖς
εἰς αὐχμηρὸν καὶ πένητα : Εὔπολις δ ' ἐν Κόλαξιν Καλλίου κόλακα λέγει , Ἀριστοφάνης δ ' ἐν † δυσὶ
6139730 προκαταρκτικου
ἀσκύλευτος καὶ κρίνεται Δημάδης : ἐνταῦθα οὖν ἡ βούλησις ἐκ προκαταρκτικοῦ ἐστι διὰ τὴν φθάσασαν ἔχθραν , διὰ τὸ ἀντειπεῖν
αἵματος ἀναγωγήν . προηγούμενον δέ ἐστι αἴτιον τὸ ὑπὸ τοῦ προκαταρκτικοῦ ἢ κατασκευαζόμενον ἢ συνεργούμενον , οἷον πλεονασμὸς αἵματος γίνεται
6131836 Δημητριου
. ταῦθ ' ἡγοῦμαι καὶ Νέρωνα ἐνθυμηθέντα μὴ ὑπαχθῆναι ὑπὸ Δημητρίου ἀποκτεῖναι αὐτόν , ἐπεὶ γὰρ θανατῶντα ᾔσθετο , οὐ
. Κοῖνον δὲ πέμπει ὡς ἐπὶ τὸ δεξιόν , τὴν Δημητρίου καὶ τὴν αὑτοῦ ἔχοντα ἱππαρχίαν , κελεύσας , ἐπειδὰν
6128594 Μιλησιου
φίλον κακῶς μὴ λέγε : ἐκ τῶν ἀποφθεγμάτων Θάλεω τοῦ Μιλησίου . Μικροῦ δ ' ἀγῶνος οὐ μέγ ' ἔρχεται
τινες ἄλλαι πράξεις λέγονται , ὥσπερ αὖ Θάλεω πέρι τοῦ Μιλησίου καὶ Ἀναχάρσιος τοῦ Σκύθου ; Οὐδαμῶς τοιοῦτον οὐδέν .
6118500 Δελφων
Ἐλευσῖνος ἡ Δημήτηρ καὶ ὁ Ἴακ - χος : ἐκ Δελφῶν ὁ Πύθιος , καὶ τοῖς τοιούτοις . ἐρεῖς καὶ
τῆς δὲ ἐπὶ τοὺς Πισαίους στρατείας αὐτὸν χρησμὸς ἐπέσχεν ἐκ Δελφῶν ἔχων οὕτω : πατρὶ μέλει Πίσης , Πυθοῦς δέ
6111302 Ἑρμων
ποιημάτων εἴσεσθε . Ἐπιγέγραπται γὰρ ἐπὶ μὲν τῷ πρώτῳ τῶν Ἑρμῶν : ἦν ἄρα κἀκεῖνοι ταλακάρδιοι , οἵ ποτε Μήδων
στοαί : ἡ μὲν ἐκαλεῖτο βασίλειος , ἡ δὲ τῶν Ἑρμῶν , ἡ δὲ Πεισιανάκτιος , Πεισιάνακτος τοῦ κτίσαντος .
6091542 Βρασιδου
τοῦ αὐτοῦ θέρους ἤδη ἡκόντων αὐτοῖς τῶν ἀπὸ Θρᾴκης μετὰ Βρασίδου ἐξελθόντων στρατιωτῶν , οὓς ὁ Κλεαρίδας μετὰ τὰς σπονδὰς
στρατηγοῖς ἐπικηρυκευσάμενος ὁμολογίαν ποιεῖται πρὸς τοὺς Ἀθηναίους διὰ τὴν τοῦ Βρασίδου ἔχθραν περὶ τῆς ἐκ τῆς Λύγκου ἀναχωρήσεως , εὐθὺς
6033196 προφανους
ἄφαρκτον , ἥδιον διὰ τὴν πίστιν ἐτιμωρεῖτο ἢ ἀπὸ τοῦ προφανοῦς , καὶ τό τε ἀσφαλὲς ἐλογίζετο καὶ ὅτι ἀπάτῃ
; τρόπῳ : τίνα τρόπον , λαθὼν ἢ ἐκ τοῦ προφανοῦς βιασάμενος ἢ ἀπατήσας ; τόπῳ , ἐν ἄστει :
6029482 Ἀππιου
αὐτοὶ γενέσθαι τοῖς ἀνδράσιν ἔπρασσον κάθοδον . ἅτε δὲ τοῦ Ἀππίου Λακεδαιμονίοις συμπροθυμουμένου μεγάλως , Ἀχαιοῖς δὲ ἐπὶ παντὶ ἀντιβαίνοντος
, οὔτε τὰς φύσεις οὔτε τὰς προαιρέσεις ἔχοντες ὁμοίας . Ἀππίου μὲν γὰρ ἦν γνώμη περισπᾶν περὶ τὰς ἔξω στρατείας
6026836 Ἀδραστου
Ἄδραστον λέγει , Αἰσχύλος δὲ ἕτερον τῶν ἑπτὰ Ἐτέοκλον ἀντὶ Ἀδράστου προσθείς . ἐγράφη δὲ ἡ ἱστορία αὕτη ἐξ ἀρχῆς
, οὐ παρῆκε τοῖς προσήκουσιν ἀνελομένοις θάψαι : ἱκετεύσαντος δὲ Ἀδράστου Θησέα καὶ μάχης Ἀθηναίων γενομένης πρὸς Βοιωτούς , Θησεὺς
6006474 διδασκαλειου
ἄμφω καὶ οὐ τοῦτο μόνον , ἀλλὰ καὶ τοῦ Πυθαγορικοῦ διδασκαλείου μεταλαβόντε , καθάπερ που καὶ Νικόμαχος ἱστόρησεν . .
ἐπιπόλαια καὶ ἐλαφρὰ καὶ ὅσα πρὸς διασκευὴν καὶ χλευασμὸν τοῦ διδασκαλείου ὑπὸ τῶν βασκάνως ὕστερον συκοφαντούντων προβάλλεται συναγαγεῖν καὶ ὡς
6005111 ἀγωνος
ἐμαστιγοῦτο ἐφ ' ἡλικίας , ἢ ἐκπρόθεσμος ὢν ἤδη τοῦ ἀγῶνος ἀσφαλῶς τὰ τοιαῦτα ἐνεανιεύσατο ; Πρεσβύτης ἤδη ὢν ἔγραψε
, Δου . τεκνοτροφίη σφαλερόν : τὴν μὲν γὰρ ἐπιτυχίην ἀγῶνος μεστὴν καὶ φροντίδος κέκτηται , τὴν δὲ ἀποτυχίην ἀνυπέρθετον
6002836 Φιλιστιδου
! ] ! ! ! ? * * / [ Φιλιστίδου μὲν τοῦ ] Ὠρίτου ? ἐπὶ ? ? Σωσιγένους
οὖν ἐμὲ τἀναντία τῶν γενομένων λέγων . ἅδην γὰρ ὑπὸ Φιλιστίδου καὶ ἄλλων πολλῶν πρὸς τοὺς μισθοφόρους καὶ εἰς τὸ
5990066 ἱερεως
μοι δίδως τὴν ἁπάσης τῆς γῆς ἀρχήν . τοῦ δὲ ἱερέως προσελθόντος τῷ σηκῷ καὶ τῶν ἀνδρῶν τῶν αἰρόντων τὸν
τε ὁσία τοιούτοις αὐτῷ τετίμηται τρόποις , οἷς νομίζεται θάνατον ἱερέως τιμᾶσθαι . Κύρῳ φασὶ τῷ Καμβύσου καθεύδοντι δόξαι τινὰ
5988433 Ἀλκιβιαδου
ἴσως σοι φαίνεται μὴ γιγνώσκοντα Ἀλκιβιάδην τὰ Ἀλκιβιάδου γιγνώσκειν ὅτι Ἀλκιβιάδου ἐστίν . Ἀδύνατον μέντοι νὴ Δία . Οὐδ '
κατορθώματα : διοικήσεις δὲ τὰ κατὰ τῆς πόλεως ὑπ ' Ἀλκιβιάδου γενόμενα τῷ φάσκειν αὐτὸν πρὸς καιρὸν τετηρῆσθαι μειζόνων κατορθωμάτων
5980099 στρατοπεδου
πόλεως ὑμῖν καὶ λιμένων τοιῶνδε καὶ νεωρίων καὶ τειχῶν ἐς στρατοπέδου τρόπον εἰργασμένων . καὶ τί ἔτι φειδόμεθα ἐχθρῶν εἰλημμένων
οἰκέτας ἐκέλευεν ὁ Εὐφαὴς πρῶτα μὲν τὰ κατὰ νῶτον τοῦ στρατοπέδου φράξασθαι τοῖς σταυροῖς , μετὰ δὲ τὰ πλευρὰ ἀμφότερα
5978327 Σωσθενους
τε καὶ ἔλυσε τῶν δεσμῶν , οἷς ἦν ὑπὸ τοῦ Σωσθένους δεδεμένη , καὶ εἰς τὴν οἰκίαν τε εἰσεδέξατο καὶ
μεγάλη θεὸς ἀμφοτέρους ἔσωσε , τὴν μὲν ἐκ τῶν τοῦ Σωσθένους χειρῶν ἐξαρπάσασα , τὸν δὲ τῶν σῶν . καὶ
5976498 φυγοντος
δὲ φερόμενον ὡς Πυθαγόρου Λύσιδός ἐστι τοῦ Ταραντίνου Πυθαγορικοῦ , φυγόντος εἰς Θήβας καὶ Ἐπαμεινώνδα καθηγησαμένου . φησὶ δ '
που πλανᾶσθαι . Ἐπεὶ δὲ ἡ ὡροσκόπησις τῆς καταρχῆς τοῦ φυγόντος ἄδηλός ἐστι δεῖ τιθέναι ἐκεῖνον ὡροσκόπον ὁπότε ἤκουσεν ὁ
5975418 Παλαμηδους
ἀγρίοις διῆγε τὸν στρατὸν πειθομένους αὐτῷ καὶ πᾶν τὸ ἐκ Παλαμήδους θεῖόν τε ἡγουμένους καὶ χρησμῶδες : καὶ γὰρ δὴ
μακρῶν οὐκ ἤρξατο , ὅτι ὁ Κεῖος Σιμωνίδης ὕστερον τοῦ Παλαμήδους ἐφεῦρεν αὐτά . Συζεύξας γὰρ δύο Π διὰ μακρᾶς
5973663 Ἀργειου
ὑπὸ ματρὶ νέον φυτὸν ὣς ἐν ἀλωᾷ ἐτρέφετ ' , Ἀργείου κεκλημένος Ἀμφιτρύωνος . γράμματα μὲν τὸν παῖδα γέρων Λίνος
βασιλείας νεμηθέντας . ἐπὶ γὰρ τῆς ἀρχῆς τῆς Ἀναξαγόρου τοῦ Ἀργείου τοῦ Μεγαπένθους μανία ταῖς γυναιξὶν ἐνέπεσεν , ἐκφοιτῶσαι δὲ
5973095 ταφου
Ἀπολλώνιε , σοφοῖς γὰρ πρὸς σοφοὺς ἐπιτήδεια , τοῦ τε τάφου ἐπιμελήθητι καὶ τὸ ἄγαλμα τοῦ Παλαμήδους ἀνάλαβε φαύλως ἐρριμμένον
. πέποιθ ' : ἀρωγὰς [ δ ' ] ἐκ τάφου πέμπει πατήρ . νεκροῖσί νυν πέπισθι μητέρα κτανών .
5962545 Κλεομβροτου
οἱ Ἀθηναῖοι προσέμενον προσπολεμοῦντες , * * καὶ Παυσανίας ὁ Κλεομβρότου , ὁ τῶν Λακεδαιμονίων στρατηγός , οὐ κατὰ φιλοτιμίαν
, ἐς γῆν τὴν Πλαταιέων στρατεύοντες . Παυσανίας γὰρ ὁ Κλεομβρότου Λακεδαιμόνιος ἐλευθερώσας τὴν Ἑλλάδα ἀπὸ τῶν Μήδων μετὰ Ἑλλήνων
5961764 Περδικκα
καὶ μετ ' Αἰχμία , καὶ μετὰ Μενοίτα καὶ μετὰ Περδίκκα πάλιν , καὶ ναί γε μὰ Δία τρίτον ἔτος
γέγονα καὶ μετ ' Αἰχμία καὶ μετὰ Μενοίτα καὶ μετὰ Περδίκκα πάλιν καὶ ναὶ μὰ Δία τρίτον ἔτος μετὰ Κινησία
5954669 Σολωνος
ὁ δῆμος , ναύκραρος δὲ ὁποῖόν τι ὁ δήμαρχος , Σόλωνος οὕτως ὀνομάσαντος , ὡς καὶ Ἀριστοτέλης φησίν : ἐν
; προσταχθὲν γὰρ αὐτῷ τεττάρων μηνῶν ἀναγράψαι τοὺς νόμους τοὺς Σόλωνος , ἀντὶ μὲν Σόλωνος αὑτὸν νομοθέτην κατέστησεν , ἀντὶ
5954510 νεω
, καὶ τοὺς ἐλλογιμωτάτους ἀνηρτήσατο , Κριτίαν μὲν καὶ Ἀλκιβιάδην νέω ὄντε , Θουκυδίδην δὲ καὶ Περικλέα ἤδη γηράσκοντε .
κνάμιδες ⌊ , ἄρκος ⌋ ἰσχύρω βέλεος , θόρρακές τε νέω λίνω κόιλαί τε κὰτ ἄσπιδες βεβλήμεναι : πὰρ δὲ
5950885 Κρητος
Ἤγουν κεκοσμημένοι ἀπὸ τοῦ δαιδάλλω : τοῦτο ἀπὸ Δαιδάλου τοῦ Κρητός , τοῦ ποικίλλοντος τὰ ἴδια : ἢ ἀπὸ Δαιδάλης
Ἔφορος εἴρηκεν : εἶναί φησί τε ἐπώνυμον τὴν νῆσον ἀπὸ Κρητός τινος , τοῦ δὴ γενομένου βασιλέως αὐτόχθονος : πλοῦν
5945548 τειχισμου
νεῶν . ἀλλὰ προλαβόντες τειχίσωμεν . οἱ μὲν ἤρχοντο τοῦ τειχισμοῦ . οἱ δὲ περὶ Ἀλκιβιάδην ἐχθροὶ γράμματα Σαμίοις ἔπεμψαν
πορεύσεται πρεσβευτὴς εἰς Λακεδαίμονα , διδάξων τοὺς Λακεδαιμονίους περὶ τοῦ τειχισμοῦ , τοῖς δὲ ἄρχουσι παρήγγειλεν , ὅταν ἐκ Λακεδαίμονος
5944555 Ἡγησανδρου
διελύθησαν . Ἀμφισθένης μαρτυρεῖ . Ἐγὼ ἀγόμενον εἰς δουλείαν ὑπὸ Ἡγησάνδρου Πιττάλακον ἀφειλόμην εἰς ἐλευθερίαν , καὶ τὰ ἑξῆς .
' ὑμῶν ; ἀλλ ' οὐ παραλείψω τὸ ἱστορηθὲν ὑπὸ Ἡγησάνδρου ἐν τοῖς Ὑπομνήμασιν . Φησὶ γὰρ ὅτι Σάμιοι ,
5943110 λυτρων
ἐκ Μακεδονίας , ὃς αἰχμάλωτος γενόμενος ἀφείθη ὑπὸ Φιλίππου ἄνευ λύτρων . . . . τὴν βουλὴν ] τῶν πεντακοσίων
ἔθεντο σπονδάς : ἐν αἷς ἐδόκει Ῥωμαῖον μὲν αἰχμάλωτον ἄνευ λύτρων ἀφεῖσθαι , εἴτε κατὰ ἐκείνην εἴτε κατὰ ἑτέραν ἔφοδον
5942253 ὑπαγεται
αὐτῷ τοῦ πατρὸς ἀποδόμενος τὰ ὅπλα ἔθαψε τὸν πατέρα καὶ ὑπάγεται τῷ ἑτέρῳ τῶν νόμων : τῆς δὲ κατὰ ἕνα
εἰ οὕτως ἔχοι . συγκατέθετο ὁ ἐρωτηθεὶς καὶ ὡς ἐξειπὼν ὑπάγεται : τί γὰρ τὸ ἐξειπεῖν οὔσης τῆς ζητήσεως καὶ
5941581 διεφυγεν
τἄλλα καταπίνους ' ἀεί . οὐδὲ εἷς μάγειρον ἀδικήσας ἀθῷος διέφυγεν : ἱεροπρεπής πώς ἐστιν ἡμῶν ἡ τέχνη . οὐδενὸς
περικαθημένου , ὁ Λασθένης τὴν οἰκίαν χρημάτων πλήσας κατέφλεξε καὶ διέφυγεν ἀπὸ τῆς Κνωσσοῦ . καὶ οἱ Κρῆτες ἐς Πομπήιον
5940452 Κυρου
κἀγαθὸν ὄντα ἐκπεπλῆχθαι πολύν τινα χρόνον ἐπὶ τῷ κάλλει τοῦ Κύρου , ἡνίκα δὲ ἑώρα τοὺς συγγενεῖς φιλοῦντας αὐτόν ,
πόλεμον ] ὡραῖον . . ἔφεδρον ] ἔσχατον . . Κύρου ] ἀμειβόμενος γὰρ αὐτὸν τὸν Τισσαφέρνην ὁ Ἀρταξέρξης δέδωκεν
5937650 Συρακοσιου
αὐλητοῦ καὶ μάγου . περὶ δὲ τῆς ὑπὸ Ἱέρωνος τοῦ Συρακοσίου κατασκευασθείσης νεώς , ἧς καὶ Ἀρχιμήδης ἦν ὁ γεωμέτρης
τὰς ἐν τῇ τρίτῃ βύβλῳ : οὐδὲ τὴν Ἑρμοκράτους τοῦ Συρακοσίου πρὸς Καμαριναίους : οὐδὲ τὴν Εὐφήμου τοῦ πρεσβευτοῦ τῶν
5935501 Ἡγημονος
βρέξας τὸν δάκτυλον ἐκ τοῦ στόματος διήλειψε τὴν δίκην τοῦ Ἡγήμονος . ἀγανακτοῦντες δ ' ὅ τε γραμματεὺς καὶ ὁ
. διέμενον δ ' ἀκροώμενοι , καίτοι καὶ αὐτοῦ τοῦ Ἡγήμονος , ὡς ἤκουσε , σιωπᾶν διεγνωκότος . καθ '
5932954 ἐκπεμφθεις
λιπόντα τὴν τάξιν ἀντιπροβάλλονται ἀλλήλους ὅ τε ἐκπέμψας καὶ ὁ ἐκπεμφθείς : τοῦτο δὲ τὸ ζήτημα τινές φασι γνώμης στοχασμὸν
ὑπὸ Κροίσου εὐεργετηθεὶς καὶ καθαρθεὶς καὶ φύλαξ τοῦ παιδὸς αὐτοῦ ἐκπεμφθείς : εἶτα ἀποκτείνας τὸν Ἄτυν ἐν τῇ θήρᾳ καὶ
5923915 Λεωνιδεω
δή σφι , ὡς ἐγὼ πυνθάνομαι , Κλεομένεος μὲν θυγάτηρ Λεωνίδεω δὲ γυνὴ Γοργὼ ὑπέθετο , ἐπιφρασθεῖσα αὐτή , τὸν
χρηστήριον ἐληλύθεε ἐκ Δελφῶν Λακεδαιμονίοισι , Ξέρξην αἰτέειν δίκας τοῦ Λεωνίδεω φόνου καὶ τὸ διδόμενον ἐξ ἐκείνου δέκεσθαι . Πέμπουσι
5919627 συληθεντων
δὲ τῷ ἐπιγραφομένῳ τοῦ Θεοπόμπου συγγράμματι Περὶ τῶν ἐκ Δελφῶν συληθέντων χρημάτων Χάρητι τῷ Ἀθηναίῳ διὰ Λυσάνδρου τάλαντα ἑξήκοντα :
σπείρων λωποδύτην ἀπάγεις . Θεόπομπος δὲ ἐν τῷ περὶ τῶν συληθέντων ἐκ Δελφῶν Χρημάτων Ἀσώπιχόν φησι τὸν Ἐπαμινώνδου ἐρώμενον τὸ
5919613 Εὐνομου
, τούτου δὲ Πρύτανιν , ἐκ τούτου δὲ Εὔνομον , Εὐνόμου δὲ Πολυδέκτην ἐκ προτέρας γυναικὸς , Λυκοῦργον δὲ νεώτερον
μθʹ . ἦν δὲ κατὰ Σιμωνίδην Πρυτάνιδος μὲν υἱός , Εὐνόμου δὲ ἀδελφός , καὶ θεῖος τοῦ Εὐνόμου υἱοῦ ,
5918896 Διομηδους
ἀνατολὰς Ἄβδηρα πόλις , ἐπώνυμος Ἀβδήρου , ὃν οἱ τοῦ Διομήδους ἵπποι ἔφαγον : εἶτα Δίκαια πόλις πλησίον , ἧς
, οὐκ εὖ : νῦν γὰρ οὐχ ἁρμόζει , ἐπὶ Διομήδους δὲ τοῦ σύνεγγυς τρέχοντος . διὰ δὲ τούτου βούλεται
5918831 Ταραντινου
Οὐϊνδανιωνίου καὶ Ἀνατολίου καὶ Βηρυτίου καὶ Διοφάνους καὶ Λεοντίου καὶ Ταραντίνου καὶ Δημοκρίτου καὶ Ἀφρικανοῦ παραδόξων καὶ Παμφίλου καὶ Ἀπουληΐου
, , . . . . . . Κλεινίου Πυθαγορείου Ταραντίνου . Πᾶσα μὲν ὦν ἀρετὰ τελεοῦται , καθάπερ ἐν
5917856 στολου
καὶ τούτων ὁ Καῖσαρ ἐπήκοος ὢν ἔπεμπε Σαλουιδιηνὸν ἐπὶ νεῶν στόλου , Πομπήιον ὡς εὐχερὲς ἔργον ἐξελεῖν παραπλέοντα : καὶ
ἱππεῖς τριακοσίους ἐν ναυσὶν ἱππηγοῖς , στρατηγὸν δὲ Χάρητα τοῦ στόλου παντός . Ἀπόχρη μὲν οὖν καὶ ταῦτα ῥηθέντα φανερὰν
5904937 Ἀρχελαου
οὕτω γὰρ δὴ οἱ καθ ' ἡμᾶς βασιλεῖς οἱ πρὸ Ἀρχελάου διατεταγμένην εἶχον τὴν ἡγεμονίαν τῆς Καππαδοκίας : δέκατον δ
ὡς Ἀλέξανδρος ἐν Διαδοχαῖς , μετὰ τὴν ἐκείνου καταδίκην διήκουσεν Ἀρχελάου τοῦ φυσικοῦ : οὗ καὶ παιδικὰ γενέσθαι φησὶν Ἀριστόξενος
5903463 ξιφους
καὶ οὐ φρόνιμον . ὁ δὲ ὀργισθεὶς ἀνεῖλεν αὐτὴν μετὰ ξίφους . ἧς ἐκπνεούσης . μετὰ θάνατον Πενθεσιλείας ἠράσθη αὐτῆς
, ἐθεράπευσέ τινα τρωθέντα τὴν δεξιὰν χεῖρα , χωρήσαντος τοῦ ξίφους μεταξὺ τῶν δύο ὀστῶν τοῦ τε πήχεως καὶ τῆς
5901943 ἀνελοντος
πρόσωπον δέ , ὡς ἐπὶ τοῦ τὸν εὐνοῦχον ὡς μοιχὸν ἀνελόντος , κατὰ τόπον δέ , ὡς ἐπὶ τοῦ τὸ
τετρακόσια ἐμπρήσαντος ἄστη καὶ μυριάδας ἀνδρῶν τριάκοντα ἐν μόναις μάχαις ἀνελόντος ἐπί τε τὴν Ῥώμην πολλάκις ἐλάσαντος καὶ ἐς ἔσχατον
5899926 Σαμιου
γάρ τι παθὼν οὔτε ἀκούσας μάταιον ἔπος πρὸς Πολυκράτεος τοῦ Σαμίου οὐδὲ ἰδὼν πρότερον ἐπεθύμησε λαβὼν αὐτὸν ἀπολέσαι , ὡς
, ὅπως ἡμῖν ἀντὶ μὲν ἀνθρώπου ὄρνις , ἀντὶ δὲ Σαμίου Ταναγραῖος ἀναπέφηνας : οὐ πιθανὰ γὰρ ταῦτα οὐδὲ πάνυ
5898025 Θηραμενους
προσποιεῖσθαι πράττειν ὅπως οἰκοδομηθήσεται τὰ τείχη , ὁπότε καὶ μετὰ Θηραμένους ὅπως καθαιρεθήσεται . οὐ γάρ μοι δοκοῦσιν ἴσου ἄξιοι
Πείσανδρος : Ὁ γὰρ Πείσανδρος ποτὲ προειστήκει τῆς πολιτείας μετὰ Θηραμένους καὶ Φρυνίχου . κωμῳδοῦσι δὲ αὐτὸν καὶ ὡς δωροδόκον
5897196 Σισυφου
Νηλέως μὲν γὰρ οὐδὲ Νέστορι ἐπιδειχθῆναι τὸ μνῆμα ὑπὸ τοῦ Σισύφου φησί , Σίσυφον δὲ ταφῆναι μὲν ἐν τῶι ἰσθμῶι
. τῷ μὲν γὰρ λόγῳ ὁ Βελλεροφόντης Γλαύκου ἐστὶ τοῦ Σισύφου , τῇ δὲ ἀληθείᾳ Ποσειδῶνος , ὥσπερ Ἡρακλῆς Ἀμφιτρύωνος
5881464 ξενικου
τοῦ Ὀνείου φυλακὴν ὑπό τε Ναυκλέους , ὃς ἦρχε τοῦ ξενικοῦ τῶν Λακεδαιμονίων , καὶ ὑπὸ Τιμομάχου τοῦ Ἀθηναίου ,
τῶν ἡμέρων ὀρνίθων , ἔτι δὲ θαλαττίων ἰχθύων ταρίχου τε ξενικοῦ πλείονα γένη : πολλάκις δέ τινες καὶ κιθάριον ἀκολουθίσκον
5880674 Ἀγαμεμνονος
δοκοῦντος σῴζεσθαι : περᾷ γὰρ ἥδ ' ὑπὸ σκηνῆς πόδα Ἀγαμέμνονος : εἰ κατὰ τὸν Εὐριπίδην ἴδιαι γυναικῶν αἰχμαλώτων στέγαι
: Ὀρέστης , τῆσδ ' ὅμαιμος , ὡς μάθηις , Ἀγαμέμνονος παῖς , τήνδ ' ἐμὴν κομίζομαι λαβὼν ἀδελφήν ,
5878947 Γυλιππου
, περὶ τὴν ναυμαχίαν τῶν Ἀθηναίων ἀσχολουμένων , οἱ πεζοὶ Γυλίππου συνταχθέντες ῥᾷστα κατέσχον τὸν λόφον τοὺς φύλακας τῶν Ἀθηναίων
στρατοπέδῳ , Ἀλκιβιάδου μὲν ἀπελθόντος , Λαμάχου δὲ τελευτήσαντος , Γυλίππου δὲ ἐπελθόντος , ταῦτ ' ἐστὶν ἃ τὴν τοῦ
5877792 Θρασυμηδους
τὴν ἄλλην τῆς Ἡρακλείας ἣν ἐσφετερίσατο εὐδαιμονίαν . Τοιαῦτα τοῦ Θρασυμήδους μετ ' οἰμωγῆς καὶ δακρύων διεληλυθότος , καὶ τῶν
Πελοποννήσῳ χωρίον τειχίζειν καὶ καταλαμβάνεσθαι . οὗτοι μὲν οὖν ἡγουμένου Θρασυμήδους πλησίον τῆς Πύλου κατεστρατοπέδευσαν . ἐμπεσούσης δὲ ὁρμῆς τῷ
5876862 Λυκουργου
. . : Δημάδης ψήφισμα γράψας παράνομον καὶ εὐθυνόμενος ὑπὸ Λυκούργου , ἐρωτήσαντος αὐτὸν ἐκείνου εἰ ὅτε ἔγραψε τὸ ψήφισμα
βίον , δι ' ὃν καὶ Διογένης ὑψηλότερος ἦν καὶ Λυκούργου καὶ Σόλωνος καὶ Ἀρταξέρξου καὶ Ἀλεξάνδρου , καὶ ἐλευθερώτερος
5876435 φυγαδευθηναι
καὶ στένοντα ; δεθῆναι : μή τι καὶ θρηνοῦντα ; φυγαδευθῆναι : μή τις οὖν κωλύει γελῶντα καὶ εὐθυμοῦντα καὶ
ὅτε καὶ τὸν Λυσανδρίδαν ἐχθρὸν ὄντα Ἀγησίλαος ὁ βασιλεὺς καταστασιάσας φυγαδευθῆναι ἐποίησεν ὑπὸ Λακεδαιμονίων . . . . Αἰγείρουσσα :
5872715 κατασταντος
εἴ γε τοῦ μὲν ἀτίμου Σαννίωνος χοροδιδασκάλου παρὰ τὸν νόμον καταστάντος οὐδὲ τῶν ἐχθρῶν οὐδὲ εἷς ἥψατο , Μειδίας δὲ
Κεκρυφαλείᾳ Πελοποννησίων ναυσί , καὶ ἐνίκων Ἀθηναῖοι . πολέμου δὲ καταστάντος πρὸς Αἰγινήτας Ἀθηναίοις μετὰ ταῦτα ναυμαχία γίγνεται ἐπ '

Back