, τούτου δὲ Πρύτανιν , ἐκ τούτου δὲ Εὔνομον , Εὐνόμου δὲ Πολυδέκτην ἐκ προτέρας γυναικὸς , Λυκοῦργον δὲ νεώτερον
μθʹ . ἦν δὲ κατὰ Σιμωνίδην Πρυτάνιδος μὲν υἱός , Εὐνόμου δὲ ἀδελφός , καὶ θεῖος τοῦ Εὐνόμου υἱοῦ ,
8103139 Πρυτανιδος
τὸν ποιητὴν , παρὰ Πρυτάνιδι δειπνοῦντα , καὶ ἐπιδεικνυμένου τοῦ Πρυτάνιδος κιβώριά τινα δοκοῦντα πεποιῆσθαι πολυτελῶς , τοῦ κώθωνος εὖ
ὁ ποιητὴς οὐκ Εὐνόμου λέγει τὸν Λυκοῦργον πατρὸς , ἀλλὰ Πρυτάνιδος καὶ τὸν Λυκοῦργον καὶ τὸν Εὔνομον , οἱ δὲ
7765160 Περσου
ἐχρήσατο , πάνυ γενναῖα καὶ διασείοντά γε τοὺς εὐπροσώπους τοῦ Πέρσου λόγους . ἔφη γάρ : εἰ μέν , ὦ
δίφθογγον ἔχουσι τὴν γενικήν , οἷον Χρύσης Χρύσου , Πέρσης Πέρσου , Τέννης Τέννου , Ξέρξης Ξέρξου . Εἰς ης
7621331 Μιλησιου
φίλον κακῶς μὴ λέγε : ἐκ τῶν ἀποφθεγμάτων Θάλεω τοῦ Μιλησίου . Μικροῦ δ ' ἀγῶνος οὐ μέγ ' ἔρχεται
τινες ἄλλαι πράξεις λέγονται , ὥσπερ αὖ Θάλεω πέρι τοῦ Μιλησίου καὶ Ἀναχάρσιος τοῦ Σκύθου ; Οὐδαμῶς τοιοῦτον οὐδέν .
7589901 Θερσανδρου
, λέγειν , φθάσας ῥήτωρ ἕτερος , ὄνομα Σώπατρος , Θερσάνδρου συνήγορος , “ Ἀλλ ' ἐμός , ” εἶπεν
εἰς τὴν εἱρκτὴν ἐβέβλητο , δώσων δίκην , τοῦ δὲ Θερσάνδρου φυγὴν ἀπόντος κατέγνωσαν . ἡμᾶς δὲ ὁ ἱερεὺς ὑπεδέχετο
7560208 Ἀριστομαχου
τούτου κατίασιν ἐς Πελοπόννησον Ἡρακλεῖδαι , Τήμενος μὲν καὶ Κρεσφόντης Ἀριστομάχου , τοῦ τρίτου δὲ Ἀριστοδήμου προτεθνεῶτος εἵποντο οἱ παῖδες
. ἀκούω γοῦν Εὐρυσθένην καὶ Προκλέα [ κατὰ ] τοὺς Ἀριστομάχου τοῦ Κλεάνδου τοῦ Ὕλλου τοῦ Ἡρακλέους παῖδας βουλομένους ἄγεσθαι
7527018 Ὀροντου
: Κασσιώτιδος δὲ πόλεις αἵδε : Ἀντιόχεια ἡ ἐπὶ τοῦ Ὀρόντου ποταμοῦ . . . . . . . .
ἑξῆς παραλίαν , ἀπογνόντας τῆς ζητήσεως ἐν τῇ ποταμίᾳ τοῦ Ὀρόντου καταμεῖναι σὺν αὐτῷ : τὸν μὲν οὖν υἱὸν τοῦ
7444919 Νεοπτολεμου
ἐπεὶ μέμψις τοῖς Αἰγινήταις πρὸς τὸν ποιητὴν ἦν χάριν τοῦ Νεοπτολέμου , εἰς τὴν ἀπολογίαν τὴν περὶ Νεοπτόλεμον δικαίως διαρκέσει
διώκομαι : λέγει γάρ : ὁ μὲν Εὐριπίδης ἄπαιδα ἐκ Νεοπτολέμου φησὶν εἶναι τὴν Ἑρμιόνην , ὁ δὲ Λυσίμαχος ταύτην
7311656 Γνωσιδικου
πόλιος δὲ Κῶ , πατρὸς δὲ Ἡρακλείδα τοῦ Ἱπποκράτους τοῦ Γνωσιδίκου τοῦ Νέβρου τοῦ Σωστράτου τοῦ Θεοδώρου τοῦ Κλεομυττάδα τοῦ
εἰσὶν οὐκ ἴσμεν : τέσσαρες γὰρ Ἱπποκράται γεγόνασιν , ὁ Γνωσιδίκου , ὁ Ἡρακλείδα , ὁ Δράκοντος καὶ ὁ Θεσσαλοῦ
7296290 Ἀναξανδρου
τῶν ἐκ τῆς ἠπείρου μισθωσάμενοι , ξύμπασιν ὡς τριακοσίοις , Ἀναξάνδρου Θηβαίου κατὰ τὸ ξυγγενὲς ἡγουμένου , προσέβαλον πρῶτον Μηθύμνῃ
Λακεδαιμόνιος ἦν Λεωνίδης ὁ Ἀναξανδρίδεω τοῦ Λέοντος τοῦ Εὐρυκρατίδεω τοῦ Ἀναξάνδρου τοῦ Εὐρυκράτεος τοῦ Πολυδώρου τοῦ Ἀλκαμένεος τοῦ Τηλέκλου τοῦ
7256697 Λακεδαιμονιου
καὶ τῆς Βερενίκης τελευτῆς καὶ ἕως τοῦ θανάτου Κλεομένους τοῦ Λακεδαιμονίου , ἐπιστρατεύσαντος αὐτῶι Ἀντιγόνου . Τὰ κατὰ Ἀντίοχον καὶ
. ἐκίνησε δὲ αὐτοὺς μάλιστα καὶ τὸ τοῦ νεανίσκου τοῦ Λακεδαιμονίου πάθος . ἧκε γάρ τις κατ ' ἔρωτα Σωκράτους
7253598 Ἀθηναιου
ξύμβουλον γενέσθαι Αἴαντα τὸν Τελαμῶνος λέγει . Μενεσθέως γὰρ τοῦ Ἀθηναίου τακτικωτάτου τῶν βασιλέων ἐς Τροίαν ἐλθόντος καὶ διδάσκοντος ἐν
ἔσχεν τὸ ἔκπωμα προείρηται , ἱστοροῦντος τοῦτο καὶ Ἀπολλοδώρου τοῦ Ἀθηναίου . Πολέμων δ ' ἐν πρώτῳ τῶν πρὸς Ἀδαῖον
7213921 Κιμωνος
οὖν αὐτῷ καὶ ἐπιχώριον διέλθωμεν τὸ διήγημα . Πάμφυλοι πρὸ Κίμωνος ἀκριβῶς οὐκ ἦσαν Ἕλληνες , ἀλλ ' ἐμήδιζον ἔτι
Ἀθήνῃσι ἐποίευν εὖ ὡς οὐ συνειδότες δῆθεν τοῦ πατρὸς αὐτοῦ Κίμωνος τὸν θάνατον , τὸν ἐγὼ ἐν ἄλλῳ λόγῳ σημανέω
7190359 Κειου
, φιλοσοφίας ἐπεθύμησε . γενόμενος δὲ ἀκουστὴς Προδίκου τε τοῦ Κείου καὶ Γοργίου τοῦ Λεοντίνου καὶ Τισίου τοῦ Συρακουσίου ,
καιροῦ παρὰ τοῖς Ἕλλησι , καὶ μέντοι καὶ Προδίκου τοῦ Κείου τὴν ἐπὶ τοῖς ὀνόμασιν ἀκριβολογίαν . μάλιστα δὲ πάντων
7173533 Κορινθιου
τῆς Ἀλφειώσας Ἀρτέμιδος ἱερῷ : Κλεάνθους δ ' ἐστὶ τοῦ Κορινθίου ἐν ᾗ Ποσειδῶν πεποίηται θύννον τῷ Διὶ προσφέρων ὠδίνοντι
. Μετὰ δὲ ταῦτα ἐν ταῖς Συρακούσσαις αἱρεθέντος Ἀκεστορίδου τοῦ Κορινθίου στρατηγοῦ δόξας ἐπιθέσθαι τυραννίδι διὰ τὴν σύνεσιν ἐξέφυγε τὸν
7166776 μαντειου
ἐν γὰρ τῷ Παρνασῷ οἱ Δελφοί . * * τοῦ μαντείου . τῷ αὐτοῦ . . Μὴ λάβῃς εἰς τὸ
θάνατον αὑτοῦ τιμήν . θανὼν γὰρ αὐτὸς ἐμαντεύετο ἐκ τοῦ μαντείου : ὅθεν καὶ ἐτιμήθη ὡς θεὸς παρὰ τοῖς Θηβαίοις
7165895 Ἀριστοδημου
καθειστήκει πόλεμος . . . , : καὶ περὶ τοῦ Ἀριστοδήμου ὡς ἐτελεύτησε κεραυνόβλητος γενόμενος . . , : τῶν
μὲν Ἕκας ἀπόγονός τε καὶ ὁμώνυμος Ἕκα τοῦ σὺν τοῖς Ἀριστοδήμου παισὶν ἐλθόντος ἐς Σπάρτην , τοῖς δὲ Μεσσηνίοις Θέοκλοςἐγεγόνει
7161566 Ἀργειου
ὑπὸ ματρὶ νέον φυτὸν ὣς ἐν ἀλωᾷ ἐτρέφετ ' , Ἀργείου κεκλημένος Ἀμφιτρύωνος . γράμματα μὲν τὸν παῖδα γέρων Λίνος
βασιλείας νεμηθέντας . ἐπὶ γὰρ τῆς ἀρχῆς τῆς Ἀναξαγόρου τοῦ Ἀργείου τοῦ Μεγαπένθους μανία ταῖς γυναιξὶν ἐνέπεσεν , ἐκφοιτῶσαι δὲ
7155977 Καρανον
τοῦ δὲ Ἀκοόν , τοῦ δὲ Ἀριστοδαμίδαν , τοῦ δὲ Καρανόν , τοῦ δὲ Κοινόν , τοῦ δὲ Τυρίμμαν ,
τοῦ δὲ Ἀκοόν , τοῦ δὲ Ἀριστοδαμίδαν , τοῦ δὲ Καρανόν , τοῦ δὲ Κοινόν , τοῦ δὲ Τυρίμμαν ,
7138901 Ἀριστομαχον
οἶμαι , Ὕλλον , τοῦ δὲ Κλεόδημον , τοῦ δὲ Ἀριστόμαχον , τοῦ δὲ Τήμενον , τοῦ δὲ Κεῖσον ,
. ἄλλοι δὲ ἓξ εἶναι λέγουσιν οὕτως : Τρικόρωνον : Ἀριστόμαχον : Κυριάνοντα : Αἴολον : Πελάγοντα : Κρόνιον .
7122918 κληθεντος
ζῶσαν ἰσότιμον αὐτὸ ἡγησάμενος ψυχῇ , τοῦτο ὄνομα οὐ τοῦ κληθέντος ἐγίνετο μόνον , ἀλλὰ καὶ τοῦ καλέσαντος : οἷον
τοῦ ἐπὶ πᾶσι λυπουμένου , τοῦ ἐπιλύπου τε καὶ λυπηροῦ κληθέντος , ἀλλ ' οὕτω τὸ ὑπερβάλλειν κατὰ τὸ λυπεῖσθαι
7116793 Ὑλλου
κεφαλὰς εἶναι ὀφέων . ὃ θηρίον ἐλθὼν ὁ Ἡρακλῆς μετὰ Ὕλλου τοῦ θεράποντος αὐτοῦ ἀπέκτεινε . μυθεύεται δὲ καὶ τοῦτο
Ἀερόπου Τεγεάτης ἐμονομάχησεν ἰδίᾳ πρὸς Ὕλλον , καὶ ἐκράτησε τοῦ Ὕλλου τῇ μάχῃ . Λακεδαιμονίους τε οἱ Τεγεᾶται πρῶτοι Ἀρκάδων
7113176 Ἡρακλεωτου
καταβαλεῖν , εἶτα οὕτω θεάσασθαι . ὡς οὖν μίσθωμα τοῦ Ἡρακλεώτου λαμβάνοντος ὑπὲρ τῆς γραφῆς , ἐκάλουν οἱ τότε Ἕλληνες
| ? δὲ τοῦ Ηυρραίου | καὶ ? Ἡρακλείδου τοῦ Ἡρακλεώτου | ? παρ ' ὀλίγας ψήφους ἡττηθέντων ! [
7095853 Ἀνδροπομπου
Παίονος τοῦ Ἀντιλόχου παῖδας , σὺν δὲ αὐτοῖς Μέλανθον τὸν Ἀνδροπόμπου τοῦ Βώρου τοῦ Πενθίλου τοῦ Περικλυμένου . Τισαμενὸς μὲν
καὶ Λυσιδίκης Πενθίλος : Πενθίλου δὲ καὶ Ἀγχιρρόης Ἀνδρόπομπος : Ἀνδροπόμπου δὲ καὶ Ἡνιόχης τῆς Ἁρμενίου τοῦ Ζευξίππου τοῦ Εὐμήλου
7095610 Μαιονος
. , : Μῄονες δὲ λέγονται ἀπό τινος Μῄονος ἢ Μαίονος , τραπέντος μὲν τοῦ α εἰς η , τοῦ
ἂν κοσμοπολίτης λέγοιτο . οἱ μὲν οὖν Σμυρναῖον αὐτὸν ἀποφαινόμενοι Μαίονος μὲν πατρὸς λέγουσιν εἶναι , γεννηθῆναι δὲ ἐπὶ Μέλητος
7082668 Ἀεροπον
τοῦ δὲ Περδίκκαν , τοῦ δὲ Φίλιππον , τοῦ δὲ Ἀέροπον , τοῦ δὲ Ἀλκέταν , τοῦ δὲ Ἀμύνταν ,
⌊ ⌋ , [ Φιˈλίππου ] ? δὲ καὶ Νεικονόης Ἀέροπον ⌊ ⌋ , [ ] [ . . .
7079301 Θασιου
εἴληχε τὴν προεδρίαν . εἰ δ ' ὀρθὴ δόξα τοῦ Θασίου ξένου ἤτοι Μακεδόνος γε , ὃς ἔφη ποτὲ παιᾶνα
τοῦ Χίου τὸν στάμνον εἴρηκεν , ἀλλὰ καὶ ἐπὶ τοῦ Θασίου ἐν τοῖς Ἀχαρνεῦσι . . . τὰ Θάσι '
7067904 Κυψελου
μετὰ πολὺ τῆς συμφορᾶς τελευτῆσαί οἱ τὸν βίον ἐγένετο . Κυψέλου δὲ τοῦ Αἰπύτου βασιλεύοντος μετὰ Αἴπυτον , ὁ Δωριέων
ἀνέκαθεν οἱ Νηλεῖδαι . γυναῖκα δὲ ἔσχε Κρεσφόντης Μερόπην τὴν Κυψέλου , βασιλεύοντος τότε Ἀρκάδων , ἀφ ' ἧς ἄλλοι
7057584 Φωκιωνος
κατέσχον τὴν Σαλαμῖνα . Ἀθηνόδωρος βασιλεῖ στρατηγῶν , ἡττηθεὶς ὑπὸ Φωκίωνος περὶ Ἀταρνέα ὥρκισε τοὺς στρατιώτας καὶ τοὺς ἡγεμόνας αὐτῶν
Εἶτα οὐκ ἔστι σωφροσύνη μεγάλη , εἴ γε καὶ ἡ Φωκίωνος γυνὴ τὸ Φωκίωνος ἱμάτιον ἐφόρει , καὶ οὐδὲν ἐδεῖτο
7036776 μαθητου
ἥττων ἐστίν ; ὡς καὶ ὁ σεμνότατος Ἀριστοτέλης τοῦ Φασηλίτου μαθητοῦ . ἡμεῖς δ ' οὐχὶ καὶ τῶν ἀψύχων τὰ
παραδοθεὶς τῷ δημίῳ , σὺ δὲ τὴν Σωστράτου γυναῖκα τοῦ μαθητοῦ ἐμοίχευες , ὦ Κλεόδημε , καὶ καταληφθεὶς τὰ αἴσχιστα
7035064 Αἰτωλου
Φύσκιος . Φύσκος , πόλις Λοκρίδος , ἀπὸ Φύσκου τοῦ Αἰτωλοῦ [ τοῦ ] Ἀμφικτύονος τοῦ Δευκαλίωνος . ἔστι καὶ
ἀρχαιρεσίας ποιεῖσθαι πάτριον αὐτοῖς ἐστιν , ἐγκεχαραγμένον τῆι βάσει τῆς Αἰτωλοῦ εἰκόνος : Χώρης οἰκιστῆρα , παρ ' Ἀλφειοῦ ποτε
7034824 μαγου
. ἐντεῦθεν ἑπτὰ τῶν Περσῶν ἐπίσημοι συνέθεντο ἀλλήλοις κατὰ τοῦ μάγου : Ὀνόφας , Ἰδέρνης , Νορονδαβάτης , Μαρδόνιος ,
μὲν δὴ ὑπεδέξατο ταῦτα τῷ πατρὶ κατεργάσεσθαι , τοῦ δὲ μάγου τούτου τοῦ Σμέρδιος Κῦρος ὁ Καμβύσεω ἄρχων τὰ ὦτα
7031053 Ἀναξανδριδεω
Ἡγησίλεω τοῦ Ἱπποκρατίδεω τοῦ Λευτυχίδεω τοῦ Ἀναξίλεω τοῦ Ἀρχιδήμου τοῦ Ἀναξανδρίδεω τοῦ Θεοπόμπου τοῦ Νικάνδρου τοῦ Χαρίλεω τοῦ Εὐνόμου τοῦ
Νεωστὶ γὰρ σφέων τεθνάναι ἑξακισχιλίους ὑπὸ Λακεδαιμονίων καὶ Κλεομένεος τοῦ Ἀναξανδρίδεω , τῶν δὴ εἵνεκα πέμπειν . Τὴν δὲ Πυθίην
7019369 Φρυγος
, Σεμέλη δὲ πυρὸς γέγονε τροφή . ἂν δὲ μειρακίου Φρυγὸς ἐρασθῇ , τὸν οὐρανὸν αὐτῷ δίδωσιν , ἵνα καὶ
. Εἴ μοι τὸ Νεστόρειον εὔγλωσσον μέλος Ἀντήνορός τε τοῦ Φρυγὸς δοίη θεός , κατὰ τὸν πάνσοφον Εὐριπίδην , ἑταῖρε
7009050 πεισαντος
ἐπὶ ἄρχοντος Εὐκλείδου . . . . περὶ δὲ τοῦ πείσαντος ἱστορεῖ Θεόπομπος . . . ̈ : καλεῖται δὲ
πάλιν εἰρήνην πρὸς Φίλιππον . . τὰς πρεσβείας ] Αἰσχίνου πείσαντος πρέσβεις ἐπὶ τὰς πόλεις Ἀθηναῖοι πεπόμφασι παρακαλοῦντας ἐπὶ Φίλιππον
6982881 ὑου
; Ἀκήκοα . Οὐκ ἄρα τὴν φύσιν γέ τις τοῦ ὑοῦ αὐτοῦ αἰτιάσαιτ ' ἂν κακὴν εἶναι . Οὐκ ἂν
οὐκ ἔστιν ἐπίδικος ὁ κλῆρος ὁ Μενεκλέους , ὄντος ἐμοῦ ὑοῦ ἐκείνου , ἀλλ ' ὁ μάρτυς διεμαρτύρησε τἀληθῆ .
6964524 Πενθιλου
τὴν Χαλκίδα : καὶ τῶν Αἰολέων δέ τινες ἀπὸ τῆς Πενθίλου στρατιᾶς κατέμειναν ἐν τῇ νήσῳ , τὸ δὲ παλαιὸν
καθ ' ὃν καὶ Πενθίλος , ἀλλὰ τὸν μὲν τοῦ Πενθίλου στόλον φθῆναι περαιωθέντα ἐκ τῆς Θρᾴκης εἰς τὴν Ἀσίαν
6955559 Κλεοδαιου
ἐς δὲ Σικυῶνα ἦλθεν ὁ Φάνης , ὅτε Ἀριστόμαχος ὁ Κλεοδαίου τῆς γενομένης μαντείας ἁμαρτὼν δι ' αὐτὸ καὶ καθόδου
Πρυτάνιος τοῦ Εὐρυφῶντος τοῦ Προκλέος τοῦ Ἀριστοδήμου τοῦ Ἀριστομάχου τοῦ Κλεοδαίου τοῦ Ὕλλου τοῦ Ἡρακλέος , ἐὼν τῆς ἑτέρης οἰκίης
6954755 χρησμου
τὴν ἀπὸ Ἰολάου προσηγορίαν . τοῦ δὲ περὶ τῆς ἀποικίας χρησμοῦ περιέχοντος ὅτι τοῖς τῆς ἀποικίας ταύτης κοινωνήσασι διαμενεῖ τὰ
δέρμα κατὰ τὸ νόμιμον . μετὰ δὲ ταῦτα Αἰήτηι γενομένου χρησμοῦ , καθ ' ὃν ἐσήμαινε ὁ θεὸς τότε τελευτήσειν
6951288 βασιλευοντος
νικήσαντες ἐν τριακοσίαις μόναις ἦσαν ναυσί . πρώτη ἔφοδος Περσῶν βασιλεύοντος Δαρείου ἐδυστύχησε περὶ Μαραθῶνα : δευτέρα δὲ , ἐπὶ
δὲ τῷ Πλατανιστᾷ καὶ Κυνίσκας ἐστὶν ἡρῷον , θυγατρὸς Ἀρχιδάμου βασιλεύοντος Σπαρτιατῶν : πρώτη δὲ ἱπποτρόφησε γυναικῶν καὶ Ὀλυμπίασι πρώτη
6945452 Ἡγησιλεω
ἐν τῆι πέμπτηι καὶ εἰκοστῆι , Κηφισοδώρου μὲν ἱππαρχοῦντος , Ἡγησίλεω δὲ στρατηγοῦντος . ἐν ταύτηι τῆι μάχηι καὶ Ἐπαμεινώνδας
. Στρατηγὸς δὲ καὶ ναύαρχος ἦν Λευτυχίδης ὁ Μενάρεος τοῦ Ἡγησίλεω τοῦ Ἱπποκρατίδεω τοῦ Λευτυχίδεω τοῦ Ἀναξίλεω τοῦ Ἀρχιδήμου τοῦ
6945409 τετελευτηκεναι
δεξιᾷ ἐσπλεόντων εἰς τὸν Πόντον . ἐπεὶ δὲ ἐπυθόμην Κότυν τετελευτηκέναι , τὸν βασιλέα τοῦ Βοσπόρου τοῦ Κιμμερίου καλουμένου ,
τοῦ ἀποδημοῦντος παιδὸς , ὅτι φήμη γέγονεν ἐπ ' αὐτὸν τετελευτηκέναι : ἐπιπλέκονται δὲ στοχασμοὶ καὶ ἑτέραις στάσεσιν , ὡς
6943885 Ἱπποκλειδης
ἐγένοντο . Μέμνηται ταύτης Ἀλκαῖος . Οὐ φροντὶς Ἱπποκλείδῃ : Ἱπποκλείδης μετὰ καὶ ἄλλων πολλῶν ἐμνηστεύσατο τὴν Κλεισθένους τοῦ Σικυωνίου
Ἀθήναις . * * τοῦ δὲ Μιλτιάδης , τοῦ δὲ Ἱπποκλείδης , ἐφ ' οὗ ἄρχοντος Παναθήναια ἐτέθη . *
6942773 ἀπεσταλη
παρὰ βασιλέα ἀναβεβηκὼς εἴη , κατὰ τοῦτο ἡσύχαζον μάλιστα . ἀπεστάλη δὲ καὶ ἐς Θήβας πρεσβεύειν Ἀριστομηλίδας , μητρὸς μὲν
Βίαντα σοφόν , διηγησαμένας τὰ καθ ' ἑαυτάς . καὶ ἀπεστάλη ὁ τρίπους : καὶ ὁ Βίας ἰδὼν ἔφη τὸν
6939120 ἀποθανοντος
ἀποκτείνας ἐκεῖνον , οὔτε κίνδυνος αὐτῷ ὑπῆρχεν οὐδεὶς ὅντινα διέφευγεν ἀποθανόντος ἐκείνου . Τεκμήριον δὲ μέγιστον ὡς οὐκ ἐβούλετο αὐτὸν
ὁμοίως λέγεσθαι ταῦτα ὥσπερ ἄν τις περὶ ἀνθρώπου ὑφάντου πρεσβύτου ἀποθανόντος λέγοι τοῦτον τὸν λόγον , ὅτι οὐκ ἀπόλωλεν ὁ
6937858 τελευτησαντος
ἔστω τῆς φυγῆς ὁ βίος τοῦ μεγάλου ἱερέως , οὗ τελευτήσαντος ἀμνηστίας ἀξιωθεὶς κατίτω . ταῦτα καὶ τὰ τούτοις παραπλήσια
Ἕκτωρ ὑπ ' Ἀχιλλέως . τούτου γὰρ , φησὶ , τελευτήσαντος τὸ Ἴλιον ἀπώλετο : ἁρμάτειον μέλος : τὸ ἁρμάτειον
6935866 Προκοννησιου
οἱ Πυθαγόρειοι ὁμῶς ἔχουσι πιστευτικῶς , οἷον περὶ Ἀριστέου τοῦ Προκοννησίου καὶ Ἀβάριδος τοῦ Ὑπερβορέου τὰ μυθολογούμενα καὶ ὅσα ἄλλα
καὶ Φανόδικός φησι . : Φανοδίκου εἰμὶ τοῦ Ἑρμοκράτους τοῦ Προκοννησίου : κἀγὼ κρατῆρα κἀπίστατον καὶ ἡθμὸν ἐς πρυτανεῖον ἔδωκα
6930545 Ἀρταξερξου
ἔτι Ξάνθου τοῦ Λυδοῦ : τοῦ μὲν Ξάνθου λέγοντος ἐπὶ Ἀρταξέρξου γενέσθαι μέγαν αὐχμὸν ὥστ ' ἐκλιπεῖν ποταμοὺς καὶ λίμνας
Ὦπις : πρὸς ἣν ἀπήντησε τοῖς Ἕλλησιν ὁ Κύρου καὶ Ἀρταξέρξου νόθος ἀδελφὸς ἀπὸ Σούσων καὶ Ἐκβατάνων στρατιὰν πολλὴν ἄγων
6927653 Τημενον
τοῦ δὲ Κλεοδαῖον , τοῦ δὲ Ἀριστόμαχον , τοῦ δὲ Τήμενον , τοῦ δὲ Κεῖσον , τοῦ δὲ Μάρωνα ,
, Λακεδαίμονος δ ' Εὐρυσθένη καὶ Προκλῆ , Ἄργους δὲ Τήμενον καὶ [ Κισσόν , τῶν δὲ ] περὶ τὴν
6924161 Πτολεμαιου
καὶ πολλοὶ τῶν ἀνθρώπων πυνθανόμενοι τὴν ἠπιότητα καὶ φιλανθρωπίαν τοῦ Πτολεμαίου συναπαίρειν εἰς Αἴγυπτον αὐτῶι καὶ κοινωνεῖν τῶν πραγμάτων ἠβουλήθησαν
. Ἀλεξάνδρειαν γὰρ οἰκῶν τὴν πρὸς Αἰγύπτῳ , δυσχεράναντός ποτε Πτολεμαίου καὶ ἀπειλήσαντος οὐ μετρίως , τῆς ἐκείνου βασιλείας οὐδὲν
6897367 Τηλεκλου
Εὐρυκρατίδεω τοῦ Ἀναξάνδρου τοῦ Εὐρυκράτεος τοῦ Πολυδώρου τοῦ Ἀλκαμένεος τοῦ Τηλέκλου τοῦ Ἀρχέλεω τοῦ Ἡγησίλεω τοῦ Δορύσσου τοῦ Λεωβώτεω τοῦ
χωρίῳ καλουμένῳ Λίμναις . Τηλέκλου δὲ ἀποθανόντος Ἀλκαμένης ἔσχεν ὁ Τηλέκλου τὴν ἀρχήν : καὶ Λακεδαιμόνιοι πέμπουσιν ἐς Κρήτην Χαρμίδαν
6897198 δυναστευοντος
εἶναί φησιν υἱὸν Ἰταλοῦ , καὶ τοὺς ἀνθρώπους ἐπὶ τούτου δυναστεύοντος , ὀνομασθῆναι Σικελούς . Ἐξαναστῆναι δὲ ἐκ τῆς ἑαυτῶν
εἶναι δίκας ἐπὶ Καίσαρι φόνου , καὶ τὴν Ἀντωνίου τότε δυναστεύοντος ἐς αὐτὸν ὑπεροψίαν , οὔτε ἀφικομένου πρὸς τὸν Καίσαρος
6893029 νεωτερου
μετάστασιν δίδου . Γνώμη γὰρ εἴ τις κἀπ ' ἐμοῦ νεωτέρου πρόσεστι , φήμ ' ἔγωγε πρεσβεύειν πολὺ φῦναι τὸν
τοῦ χαμᾶθεν , τὸν ἀγένητον ἀπὸ τοῦ γενητοῦ , τοῦ νεωτέρου μὲν οὐρανοῦ καὶ γῆς , νεωτέρου δὲ Κρητῶν ,
6884380 Νικηρατου
παίδων πρῶτος ἐκ βαλλαντίου . τέτταρας δὲ μνᾶς ἔδωκε Νικίας Νικηράτου : ὧν δ ' ἕκατι τοῦτ ' ἔδωκε ,
στερηθέντες , εἰρήνης ἐδεήθημεν , καὶ ἐποιησάμεθα διὰ Νικίου τοῦ Νικηράτου . Καὶ πάλιν ἐν τῷ χρόνῳ τούτῳ ἑπτακισχίλια τάλαντα
6882554 Δημητριου
. ταῦθ ' ἡγοῦμαι καὶ Νέρωνα ἐνθυμηθέντα μὴ ὑπαχθῆναι ὑπὸ Δημητρίου ἀποκτεῖναι αὐτόν , ἐπεὶ γὰρ θανατῶντα ᾔσθετο , οὐ
. Κοῖνον δὲ πέμπει ὡς ἐπὶ τὸ δεξιόν , τὴν Δημητρίου καὶ τὴν αὑτοῦ ἔχοντα ἱππαρχίαν , κελεύσας , ἐπειδὰν
6880966 Θεστιον
? ? ⌋ , τούτου [ ] ⌊ δὲ ⌋ Θέστιον ? ? , [ Θεστίου ] δὲ Ἀκοόν ,
τοῦ δὲ Κεῖσον , τοῦ δὲ Μάρωνα , τοῦ δὲ Θέστιον , τοῦ δὲ Ἀκοὸν , τοῦ δὲ Ἀριστοδαμίδαν ,
6879967 τελευτωντος
αὐτῷ μᾶλλον καὶ δυναστεύει τὸ τῆς παλαιᾶς ἀναρμοστίας πάθος , τελευτῶντος δὲ ἐξανθεῖ τοῦ χρόνου καὶ σμικρὰ μὲν τἀγαθά ,
χρῆται , ἐνίοτε ὡς ἀρσενικῷ , ἐνίοτε δὲ ὡς οὐδετέρῳ τελευτῶντος τοῦ μηνός : τοῦ κατὰ σελήνην λέγει μηνός :
6878135 Δαμασκηνου
τοῦ Σεβαστοῦ αὐτοκράτορος σφόδρα χαίροντος τῷ βρώματι , Νικολάου τοῦ Δαμασκηνοῦ ἑταίρου ὄντος αὐτῷ καὶ πέμποντος φοίνικας συνεχῶς . τῶν
Προσθείη δ ' ἄν τις τούτοις καὶ τὰ παρὰ τοῦ Δαμασκηνοῦ Νικολάου . Φησὶ γὰρ οὗτος ἐν Ἀντιοχείᾳ τῇ ἐπὶ
6872297 Πολυδωρου
' ἄρ ' Ἀτρείδῃ Θέτις ὤπασε καγχαλόωντι ἀργύρεον θώρηκα θεηγενέος Πολυδώρου : δῶκε δ ' ἄρα Σθενέλῳ βριαρὴν κόρυν Ἀστεροπαίου
: μία τῶν δούλων αὐτῆς ἔρχεται φέρουσα τὸ σῶμα τοῦ Πολυδώρου . ἦν γὰρ πεμφθεῖσα ὑπὸ τῆς Ἑκάβης ἐπὶ τῷ
6872257 Ταλαου
. λ , : Ἀμφιάραος ὁ Ἰοκλέους γήμας Ἐριφύλην τὴν Ταλάου καὶ διενεχθεὶς ὑπέρ τινων πρὸς Ἄδραστον , καὶ πάλιν
, πεισθέντα ὑπὸ τῆς γυναικὸς τῆς ἰδίας , Ἐριφύλης τῆς Ταλάου καὶ Λυσίππης , λαβούσης ἐπὶ τοῦτο δῶρον παρὰ Πολυνείκους
6854777 μνηματος
Πελοπόννησον ἐπὶ Ὀρέστου βασιλεύοντος . οὐ πόρρω δὲ τοῦ Ὕλλου μνήματος Ἴσιδος ναὸς καὶ παρ ' αὐτὸν Ἀπόλλωνός ἐστι καὶ
τε Οἰνομάου γῆς χῶμα περιῳκοδομημένον λίθοις ἐστὶ καὶ ὑπὲρ τοῦ μνήματος ἐρείπια οἰκοδομημάτων , ἔνθα τῷ Οἰνομάῳ τὰς ἵππους αὐλίζεσθαι
6849582 ἱερεως
μοι δίδως τὴν ἁπάσης τῆς γῆς ἀρχήν . τοῦ δὲ ἱερέως προσελθόντος τῷ σηκῷ καὶ τῶν ἀνδρῶν τῶν αἰρόντων τὸν
τε ὁσία τοιούτοις αὐτῷ τετίμηται τρόποις , οἷς νομίζεται θάνατον ἱερέως τιμᾶσθαι . Κύρῳ φασὶ τῷ Καμβύσου καθεύδοντι δόξαι τινὰ
6847346 Πυκιμηδης
, ὅτι παῖς ὁ Ἡσίοδος πενήτων ἀνθρώπων , Δίου καὶ Πυκιμήδης , καὶ ὡς περὶ τὸν Ἑλικῶνα ἐνόμευε : τὰ
οὐδέ ποτ ' ἐσθλῆς ” , | Δίου δὲ καὶ Πυκιμήδης ? [ ] υἱὸς ὤν , οὓς οὐδὲ εἷς
6846090 Φοινικος
ἐν τῷ Πειραιεῖ ἐπιδανείζεται λάθρᾳ ἡμῶν παρὰ μὲν Θεοδώρου τοῦ Φοίνικος τετρακισχιλίας πεντακοσίας δραχμάς , παρὰ δὲ τοῦ ναυκλήρου Λάμπιδος
' εἰς τὴν Ἀσίαν . μδʹ . Ἀπόστασις Δοκίμου καὶ Φοίνικος τῶν στρατηγῶν ἀπ ' Ἀντιγόνου . μεʹ . Ὡς
6842310 Ταραντινου
Οὐϊνδανιωνίου καὶ Ἀνατολίου καὶ Βηρυτίου καὶ Διοφάνους καὶ Λεοντίου καὶ Ταραντίνου καὶ Δημοκρίτου καὶ Ἀφρικανοῦ παραδόξων καὶ Παμφίλου καὶ Ἀπουληΐου
, , . . . . . . Κλεινίου Πυθαγορείου Ταραντίνου . Πᾶσα μὲν ὦν ἀρετὰ τελεοῦται , καθάπερ ἐν
6834902 Περικλυμενου
παραπλήϲια ϲμήχει , τὸ δὲ ϲπέρμα αὐτοῦ νεφροὺϲ ἐκφράττει . Περικλυμένου τά τε φύλλα καὶ ὁ καρπὸϲ τμητικῆϲ τε ἅμα
καὶ Ποσειδῶνος Νηλεύς : Νηλέυς δὲ καὶ Χλωρίδος Περικλύμενος : Περικλυμένου δὲ καὶ Πεισιδίκης Βῶρος : Βώρου δὲ καὶ Λυσιδίκης
6830362 Λυσιμαχου
Ἀντιόχου ἀπογόνοις , ἐπεὶ αὐτοὺς ὁ Σέλευκος πικρῶς ἐπιστατουμένους ὑπὸ Λυσιμάχου οὐ μόνον ἐξείλετο , ἀλλὰ καὶ τὰς πόλεις αὐτοῖς
δέ σφι καὶ ἡ ἄλλη Ἑλλάς . Ἀριστείδης δὲ ὁ Λυσιμάχου , ἀνὴρ Ἀθηναῖος , τοῦ καὶ ὀλίγῳ τι πρότερον
6818090 Μηδου
ἐκαλεῖτο Φιλανδρίδου . Λακεδαιμόνιοι δὲ ἄρα μετὰ τὴν ἐπιστρατείαν τοῦ Μήδου διετέθησαν πάντων φιλοτιμότατα Ἑλλήνων πρὸς ἵππων τροφάς . χωρὶς
τὸ πέρας ἐν εἰρήνῃ βιώσας πρός τε τοὺς ἄλλους καὶ Μήδου αὐτοὺς , τήν τε Ῥωμαίων διεδέξατο βασιλείαν Ἰουστῖνος ὁ
6816409 Κρητος
Ἤγουν κεκοσμημένοι ἀπὸ τοῦ δαιδάλλω : τοῦτο ἀπὸ Δαιδάλου τοῦ Κρητός , τοῦ ποικίλλοντος τὰ ἴδια : ἢ ἀπὸ Δαιδάλης
Ἔφορος εἴρηκεν : εἶναί φησί τε ἐπώνυμον τὴν νῆσον ἀπὸ Κρητός τινος , τοῦ δὴ γενομένου βασιλέως αὐτόχθονος : πλοῦν
6814943 Γοργου
με αὐλοῦσαν εὑρὼν παρὰ τῇ Κροκάλῃ ὑπὸ τοῦ ἀντεραστοῦ αὐτοῦ Γόργου μεμισθωμένην καὶ τούς τε αὐλούς μου συνέτριψε καὶ τὴν
στόμα . Ἐνθαῦτα τριήκοντα νέας αἱρέουσι τῶν βαρβάρων καὶ τὸν Γόργου τοῦ Σαλαμινίων βασιλέος ἀδελφεὸν Φιλάονα τὸν Χέρσιος , λόγιμον
6809665 Χαριλλου
ὑπούλῳ μαντεύματι ἐπελθόντες . μετὰ δὲ Χάριλλον τελευτήσαντα Νίκανδρος ὁ Χαρίλλου διαδέχεται τὴν ἀρχήν : καὶ τὰ Μεσσηνίων ἐς Τήλεκλον
ὁ Λάκων ἐν Χρόνων ἀναγραφῇ κατὰ τὸ ὄγδοον ἔτος τῆς Χαρίλλου τοῦ Πολυδέκτου βασιλείας Ὅμηρον φέρει . Βασιλεύει μὲν οὖν
6808612 Σιμμιου
ἡ Μελεάγρου τοῦ Νεοπτολέμου , ἐπὶ δὲ ἡ Πολυπέρχοντος τοῦ Σιμμίου , ἐπὶ δὲ ἡ Ἀμύντου τοῦ Φιλίππου : ταύτης
οὐκ ἰσχυρότερον καὶ πολυχρονιώτερον ψυχὴ σώματος , οὐ συγχωρῶ τῇ Σιμμίου ἀντιλήψει : δοκεῖ γάρ μοι πᾶσι τούτοις πάνυ πολὺ
6800805 Συβαριτου
δὲ λέγει τὸν Ἀριστείδου βίον ἡδὺν ἀλλὰ τὸν Σμινδυρίδου τοῦ Συβαρίτου καὶ τὸν Σαρδαναπάλου , καίτοι κατά γε τὴν δόξαν
περὶ τῶν ἐν Καρχηδόνι Πέπλων . περὶ δὲ ΣΜΙΝΔΥΡΙΔΟΥ τοῦ Συβαρίτου καὶ τῆς τούτου τρυφῆς ἱστόρησεν Ἡρόδοτος ἐν τῇ ἕκτῃ
6799009 τεθνηκοτος
πλεῖστοι καὶ οἴονται , καίπερ τρόπον τινὰ οὐχ ἅπαξ αὐτοῦ τεθνηκότος , ἀλλὰ πολλάκις μετὰ τῶν σφόδρα οἰηθέντων αὐτὸν ζῆν
τοῦτον ἰδὼν ἐν τοῖς τοῦ παιδὸς γάμοις : εἰ δὲ τεθνηκότος , πῶς ὁ ἤδη θανὼν πάλιν ὥσπερ ἀπὸ μηχανῆς
6796151 Κεφαλου
παρὰ τοῦ ἀντιδίκου λεγόμενον , ὡς ἐκεῖνο ἀλλὰ τὸ τοῦ Κεφάλου καλὸν καὶ νὴ Δία εὔδαιμόν γε , ἢ ὅταν
φόνον . δεκάτῃ δὲ ὕστερον γενεᾷ Χαλκῖνος καὶ Δαῖτος ἀπόγονοι Κεφάλου πλεύσαντες ἐς Δελφοὺς ᾔτουν τὸν θεὸν κάθοδον ἐς Ἀθήνας
6795325 Μαρωνα
μνημονεύων : ἡ δ ' ἀπότασις πρὸς Ἡσίοδον λέγοντα τὸν Μάρωνα εἶναι Οἰνοπίωνος τοῦ Διονύσου . . . . ,
, ἢν μή τις αὐτῶι ταὐτὰ πεντάκις βώσηι . τριτἠμέρηι Μάρωνα γραμματίζοντος τοῦ πατρὸς αὐτῶι , τὸν Μάρωνα ἐποίησεν οὖτος
6794996 Ἀντιοχου
Τρύφων ἐν Δώρῳ τῆς κοίλης Συρίας πόλει πολιορκούμενος ὑπ ' Ἀντιόχου ἔφυγεν εἰς Πτολεμαΐδα τὴν Ἄκην λεγομένην „ . τὸ
αὐτὴν Ἀντιόχειαν εἰς ὄνομα τοῦ ἰδίου αὐτοῦ υἱοῦ τοῦ λεγομένου Ἀντιόχου Σωτῆρος , κτίσας εὐθέως καὶ ἱερὸν , ὃ ἐκάλεσε
6793747 σατραπου
ἐντυγχάνει αὐτῷ κατὰ τὴν ὁδὸν ὅ τε παῖς τοῦ Σουσίων σατράπου καὶ παρὰ Φιλοξένου ἐπιστολεύς . Φιλόξενον γὰρ εὐθὺς ἐκ
ὦ βασιλεῦ , πάντα πολυτελῶς : ἔδει δὲ λοιπὸν κεφαλὴν σατράπου τινὸς παρατεθεῖσθαι : “ ἀπορρίπτων πρὸς τὸν Νικοκρέοντα .
6791995 Σαρδαναπαλου
, φησὶν ὁ Χρύσιππος , εἰ μετελήφθη τὰ ἐπὶ τοῦ Σαρδαναπάλου οὕτως : εὖ εἰδὼς ὅτι θνητὸς ἔφυς σὸν θυμὸν
μὲν ἡ Ἀσσυρίων , κατασχοῦσα ἀπὸ Νίνου τοῦ πρώτου μέχρι Σαρδαναπάλου τοῦ ὑστάτου βασιλεύσαντος αυν : δευτέρα δὲ ἡ τῶν
6785088 Σαμιου
γάρ τι παθὼν οὔτε ἀκούσας μάταιον ἔπος πρὸς Πολυκράτεος τοῦ Σαμίου οὐδὲ ἰδὼν πρότερον ἐπεθύμησε λαβὼν αὐτὸν ἀπολέσαι , ὡς
, ὅπως ἡμῖν ἀντὶ μὲν ἀνθρώπου ὄρνις , ἀντὶ δὲ Σαμίου Ταναγραῖος ἀναπέφηνας : οὐ πιθανὰ γὰρ ταῦτα οὐδὲ πάνυ
6779443 Ἀμφιδαμαντος
ἢ Εὐρυνόμης Ἀγκαῖος καὶ Ἔποχος καὶ Ἀμφιδάμας καὶ Ἴασος . Ἀμφιδάμαντος δὲ Μελανίων καὶ θυγάτηρ Ἀντιμάχη , ἣν Εὐρυσθεὺς ἔγημεν
ὁπλίζεται : ἐξ Εὐρυθεμίστης τῆς Ξάνθου : ἢ Κλυτίας τῆς Ἀμφιδάμαντος , ὡς ἱστορεῖ Φερεκύδης [ . ] ἐν ι
6778155 ἐκπεσοντος
φερομένου ἐντὸς τοῦ στόματος , ἀλλ ' ἔστιν ὅτε καὶ ἐκπεσόντος ἐκτός : στενὸν γὰρ τὸ στόμα ἐνίαις ὑπάρχει .
τοῦ γὰρ προϋπάρχοντος βασιλέως Στράτωνος διὰ τὴν πρὸς Δαρεῖον φιλίαν ἐκπεσόντος ἐκ τῆς ἀρχῆς ὁ Ἀλέξανδρος ἔδωκεν ἐξουσίαν Ἡφαιστίωνι καταστῆσαι
6769945 διδασκαλειου
ἄμφω καὶ οὐ τοῦτο μόνον , ἀλλὰ καὶ τοῦ Πυθαγορικοῦ διδασκαλείου μεταλαβόντε , καθάπερ που καὶ Νικόμαχος ἱστόρησεν . .
ἐπιπόλαια καὶ ἐλαφρὰ καὶ ὅσα πρὸς διασκευὴν καὶ χλευασμὸν τοῦ διδασκαλείου ὑπὸ τῶν βασκάνως ὕστερον συκοφαντούντων προβάλλεται συναγαγεῖν καὶ ὡς
6756454 ἀπαιδος
μὲν Ῥωμύλος πολέμῳ τοὺς τότε κατασχόντας ἀφελόμενος , ἐκείνου δὲ ἄπαιδος ἀποθανόντος Πομπίλιος Νόμας ὁ μετ ' ἐκεῖνον βασιλεύσας ἐκαρποῦτο
, εἰ δὲ βούλει , τοῦ Λεωκράτους : τετελευτηκότος γὰρ ἄπαιδος αὐτοῦ , οὐδεὶς ἡμῶν γένει ἐγγυτέρω ἐστί . καὶ
6754401 Εὐρυμεδοντος
Κυπρίων βασιλέα , οὗ καὶ Ὅμηρος μέμνηται . υἱὸς δὲ Εὐρυμέδοντος καὶ Παφίας νύμφης . ἐγένετο δὲ ἱερεὺς τῆς Κυπρίας
τῶν Ἀθηναίων δηλονότι . τὸν Εὐρυμέδοντα . . . : Εὐρυμέδοντος στρατηγοῦ τῶν Ἀθηναίων ἀναίρεσις ὑπὸ Συρακουσίων τοὺς ἐκβαίνοντας :
6744506 Συρακοσιου
αὐλητοῦ καὶ μάγου . περὶ δὲ τῆς ὑπὸ Ἱέρωνος τοῦ Συρακοσίου κατασκευασθείσης νεώς , ἧς καὶ Ἀρχιμήδης ἦν ὁ γεωμέτρης
τὰς ἐν τῇ τρίτῃ βύβλῳ : οὐδὲ τὴν Ἑρμοκράτους τοῦ Συρακοσίου πρὸς Καμαριναίους : οὐδὲ τὴν Εὐφήμου τοῦ πρεσβευτοῦ τῶν
6741766 Μελαμποδος
ἐξ Ἄργεος ἄνδρα κατακτάς , μάντις : ἀτὰρ γενεήν γε Μελάμποδος ἔκγονος ἦεν , ὃς πρὶν μέν ποτ ' ἔναιε
Αἰγιαλέως , ὄντες Νηλεῖδαι τὰ πρὸς μητρός , ἀπὸ δὲ Μελάμποδος γενεαί τε ἓξ καὶ ἄνδρες ἴσοι μέχρις Ἀμφιλόχου τοῦ
6734472 Λυκουργου
. . : Δημάδης ψήφισμα γράψας παράνομον καὶ εὐθυνόμενος ὑπὸ Λυκούργου , ἐρωτήσαντος αὐτὸν ἐκείνου εἰ ὅτε ἔγραψε τὸ ψήφισμα
βίον , δι ' ὃν καὶ Διογένης ὑψηλότερος ἦν καὶ Λυκούργου καὶ Σόλωνος καὶ Ἀρταξέρξου καὶ Ἀλεξάνδρου , καὶ ἐλευθερώτερος
6728583 πολεμησαντος
' ὑπὸ τῶν Ἀντιόχου τοῦ μεγάλου στρατηγῶν τοῦ πρὸς Ῥωμαίους πολεμήσαντος διῃρέθη δίχα , Ἀρταξίου τε καὶ Ζαριάδριος : καὶ
μὲν πόλις μικρὰ Βιθυνίας , κτίσμα Προυσίου τοῦ πρὸς Κῦρον πολεμήσαντος . ταύτης τὸ ἐθνικὸν Προυσαεύς , ὡς τῆς Νῦσα
6727664 ἀνελοντος
πρόσωπον δέ , ὡς ἐπὶ τοῦ τὸν εὐνοῦχον ὡς μοιχὸν ἀνελόντος , κατὰ τόπον δέ , ὡς ἐπὶ τοῦ τὸ
τετρακόσια ἐμπρήσαντος ἄστη καὶ μυριάδας ἀνδρῶν τριάκοντα ἐν μόναις μάχαις ἀνελόντος ἐπί τε τὴν Ῥώμην πολλάκις ἐλάσαντος καὶ ἐς ἔσχατον
6725077 Παυσανιου
τούτων , οἱ Λακεδαιμόνιοι Νικομήδους τοῦ Κλεομβρότου ὑπὲρ Πλειστοάνακτος τοῦ Παυσανίου βασιλέως νέου ὄντος ἔτι ἡγουμένου ἐβοήθησαν τοῖς Δωριεῦσιν ἑαυτῶν
Μεσσήνην πολέμοις : Ἀγησίπολις δὲ ἐξήγαγε τὴν φρουρὰν καὶ μάλα Παυσανίου τοῦ πατρὸς αὐτοῦ φιλικῶς ἔχοντος πρὸς τοὺς ἐν Μαντινείᾳ
6717498 Σατυρου
. ἐγὼ δὲ κατ ' ἐμαυτὸν γενόμενος καὶ ὑπὸ τοῦ Σατύρου παροξυνθεὶς ἤσκουν ἐμαυτὸν εἰς εὐτολμίαν ἐπὶ τὴν παρθένον :
συνόμιλος . Βίας Τευτάμου Πριηνεύς , προκεκριμένος τῶν ἑπτὰ ὑπὸ Σατύρου . τοῦτον οἱ μὲν πλούσιον , Δοῦρις δὲ πάροικόν
6716897 Διαγορου
ἐν μὲν ἀνδράσιν Εὐκλῆς Καλλιάνακτός τε ὢν καὶ Καλλιπατείρας τῆς Διαγόρου , Πεισίροδος δὲ ἐν παισίν , ὃν ἡ μήτηρ
ἀποκτεῖναι μὲν τὴν Φερενίκην ὤκνησαν ἐνθυμηθέντες τὸν Διαγόραν καὶ τοὺς Διαγόρου παῖδαςὁ γὰρ Φερενίκης οἶκος Ὀλυμπιονῖκαι πάντεςνόμος δὲ ἐγράφη τὸν
6715031 Ζευξιππου
Ἀγχιρρόης Ἀνδρόπομπος : Ἀνδροπόμπου δὲ καὶ Ἡνιόχης τῆς Ἁρμενίου τοῦ Ζευξίππου τοῦ Εὐμήλου τοῦ Ἀδμήτου Μέλανθος . οὗτος Ἡρακλειδῶν ἐπιόντων
βασιλεία ἤρξατο ἀπὸ πρώτου βασιλέως Αἰγιαλέως , ἕως κϚʹ βασιλέως Ζευξίππου , ἐπὶ ἔτη διαρκέσασα Ϡξζʹ . Μεθ ' οὓς
6714625 Ἱππονικου
ἐν Μαραθῶνι μάχην ἐνίκησαν . Ὅτι Περικλέα καὶ Καλλίαν τὸν Ἱππονίκου καὶ Νικίαν τὸν Περγασῆθεν τὸ ἀσωτεύεσθαι καὶ ὁ πρὸς
καὶ λάβοις τί κα . πρώιην γοῦν παρὰ Καλλίαι τῶι Ἱππονίκου ποιούμενος ἐπίδειξιν τοσάδε τοῦ ζῆν κατεῖπεν , ὥστε ἔγωγε
6713100 Ἰδομενεως
πόλεμον ἅμα τοῖς ἄλλοις Ἀχαιοῖς . ὑπογραφεὺς γὰρ αὐτοῦ τοῦ Ἰδομενέως ἐτύγχανεν ὁ αὐτὸς Δίκτυς καὶ ἑωρακὼς ἀκριβῶς τὰ τοῦ
Ἰδομενέως οὐ φείσεται ὁ Λεῦκος . τὸν κατατεθέντα ὑπὸ τοῦ Ἰδομενέως φυλάττειν τὴν † Τροίαν . ἧς πατὴρ : συνέθετο
6709472 ἀδελφου
μητρὸς ὑμῶν : ἐγὼ γάρ εἰμι ἐκ τῶν υἱῶν Ησαυ ἀδελφοῦ Ιακωβ , οὗ ἡ μήτηρ ὑμῶν ἐστιν Δινα ,
Ἡφαιστίωνος παῖδας : Κρατερῷ δὲ Ἀμαστρίνην τὴν Ὀξυάτρου τοῦ Δαρείου ἀδελφοῦ παῖδα : Περδίκκᾳ δὲ τὴν Ἀτροπάτου τοῦ Μηδίας σατράπου
6707829 Παιονος
, Ἀστείας καὶ Διός . Φερεκύδης δὲ , Ἀρισταίου τοῦ Παίονος . . . . Ζ : Δάειραν Φερεκύδης ἱστορεῖ
μείζονος ἐρρυηκότος ἀπείρως διαβαίνοντα , καὶ ὑπό τε Ἀστεροπαίου τοῦ Παίονος [ ἑώρα ] τετρωμένον , Αἰνείαν τε συστάντα αὐτῷ
6704094 Κεισον
τοῦ δὲ Ἀριστόμαχον , τοῦ δὲ Τήμενον , τοῦ δὲ Κεῖσον , τοῦ δὲ Μάρωνα , τοῦ δὲ Θέστιον ,
φόνου , τὸ σύμπαν ἐγνώσθη , ὅτι ὑπὸ τῶν περὶ Κεῖσον ἐπεβουλεύθη , καὶ ἅμα διὰ τὴν Τημένου ἐπίσκηψιν ἐξεώσθησαν
6702334 Σαραπιδος
Πελαγίαν , τὴν δὲ Αἰγυπτίαν αὐτῶν ἐπονομάζουσιν , καὶ δύο Σαράπιδος , ἐν Κανώβῳ καλουμένου τὸ ἕτερον . μετὰ δὲ
μὲν Διὶ καὶ πρόρρησιν μένουσα , ἀποδοθεῖσα δὲ ὡς τοῦ Σαράπιδος οὖσα , ἀπεδόθη δὲ καὶ ὡς τῷ Διὶ ,
6695892 Ἀλκμαιωνος
Ἀντιγόνης τῆς Εὐρυτίωνος . Ἄλλοι δὲ , ἐκ Λαοδαμείας τῆς Ἀλκμαίωνος . . : Ἡ διπλῆ , ὅτι Φερεκύδης τὴν
εἰς Τεγέαν καὶ διδόασι δούλην Ἀγαπήνορι , καταψευσάμενοι αὐτῆς τὸν Ἀλκμαίωνος φόνον . Καλλιρρόη δὲ τὴν Ἀλκμαίωνος ἀπώλειαν μαθοῦσα ,

Back